Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Γερόντισσα Ξένη της Αίγινας, η Τυφλή Αγία



site analysis





Είναι γνωστή σε όλους τους Έλληνες η Μονή του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα. Πρόκειται για το μοναστήρι που ίδρυσε ο Άγιος του 20ου αιώνα με δέκα νέες που τον ακολούθησαν από την Αθήνα. Ανάμεσα σ αυτές ξεχώριζε η Χρυσάνθη Στρογγυλού μία τυφλή Κρητικοπούλα.
Γεννήθηκε το 1867 στα Χανιά της Κρήτης, όταν έβραζε η κρητική επανάσταση για την απαλλαγή από τον τουρκικό ζυγό. Σε ηλικία εννέα μηνών έχασε το φως της από μηνιγγίτιδα. Οι γονείς της Νικόλαος και Μαρία, ευσεβείς άνθρωποι την φώτισαν με το χριστιανικό φως. Έτσι όταν η τυφλή Χρυσάνθη ήρθε στην Αθήνα, φιλοξενήθηκε από ευσεβείς οικογένειες και χάρη στην πνευματική της καλλιέργεια αγαπήθηκε απ όλους. Πήγαινε τακτικά στην Εκκλησία, στους Ταξιάρχες, στο Πολύγωνο. Φορούσε καλογερικά. Εκεί τη συναντούσε η Αικατερίνα Ματθοπούλου, ευσεβής και εύπορη. Ήταν νύφη του π. ΕυσεβίουΜατθοπούλου. Εκεί σύχναζε η ευσεβής κόρη όπου και εγνώρισε τον Άγιο Νεκτάριο, που είχε επισκεφθεί τον σπίτι της κ. Ματθοπούλου μετά από ένα μνημόσυνο. 
Από τότε η κ. Χρυσάνθη με μια ομάδα καλών κοριτσιών είχαν για πνευματικό τους πατέρα τον Άγιο Νεκτάριο. Οι πνευματικές συναντήσεις αυτές γίνονταν στο σπίτι της νύφης του π. Ευσεβίου Ματθόπουλου. Τις αφοσιωμένες αυτές καρδιές τις πυρπολούσε ο πόθος της ολοκληρωτικής αφιερώσεως στο Θεό. Το 1904 ο Σεβ. Νεκτάριος διάλεξε ένα μέρος στη θέση Ξάντος στην Αίγινα όπου υπήρχε άλλοτε η Μονή της Ζωοδόχου Πηγής. Εκεί αποφάσισαν να μείνουν ο Άγιος με τις 10 νέες.
Με την πνευματική διαύγεια που διέκρινε τον Άγιο, όρισε για ηγουμένη την τυφλή Χρυσάνθη που μετονομάστηκε Ξένη μοναχή.
Υπάρχουν προφορικές μαρτυρίες πιστών Αιγινητών, όπου καταδεικνύεται ο θαυμαστός βίος, το προφητικό και προορατικό χάρισμα της γερόντισσας, όπως και η εκ μέρους των συμμοναζουσών της βαθιά εμπιστοσύνη και αφοσίωση ως προς την οσία. Οι ενθυμήσεις που έχουν διασωθεί είναι απολύτως χαρακτηριστικές, παραθέτουμε ενδεικτικά ορισμένες από αυτές:
«Ήταν η πρώτη ηγουμένη του Μοναστηρίου» έλεγε η Ευαγγελία Μπέση. «Αγία γυναίκα. Ήταν προικισμένη με πολλές αρετές. Εφάρμοζε κατά γράμμα τις συμβουλές του Σεβασμιότατου και βοηθούσε και τις αδελφές να τις εφαρμόσουν και αυτές. Την σέβονταν όλες. Είχε και θαυμάσιο ποιητικό τάλαντο. Ήταν θρησκευτική ποιήτρια. Έγραφε ύμνους στο Χριστό, στην Παναγία, στους Αγίους. Υπέροχη ψυχή. Άνθρωπος του Θεού». Παρεμφερής είναι και οι ενθυμήσεις του Σωτηρίου Οικονόμου, μαθητού του Αγίου Νεκταρίου στην Ριζάρειο Σχολή, διηγείται με έμφαση: «Αγία ψυχή! Μάλιστα απορώ πως δεν την ανακήρυξαν και αυτήν αγία». Η Πετρούλα Βότση-Γιαννακοπούλου αφηγήθηκε προσωπική της εμπειρία: «Ήταν Άγιος άνθρωπος! Χαριτωμένος. Είχε και χάρισμα προορατικό. Εκεί που είναι σήμερα το εξομολογητήριο, ήταν παλιά πορτίτσα μισή - μισή πάνω μισή κάτω.
- Καλημέρα Γερόντισσα, της έλεγα. -Καλώς την Πετρούλα, αποκρινόταν καλοσυνάτα. Όποιος και αν την πλησίαζε, δίχως φυσικά να βλέπει, ούτε μία ακτίνα φως, επικοινωνούσε μαζί του σαν να έβλεπε κανονικά. Λέτε και δεν ήταν τυφλή. Είχε χάρισμα...». Ιδιαιτέρως σημαντική είναι και η μαρτυρία της ανιψιάς της, Μαρίας Στρογγυλού: «Όταν προσευχόταν, νόμιζες πως δεν πατούσε στη γη! Ότι βρισκόταν στον ουρανό!»
Η Αιγινίτισσα μοναχή Νεκταρία έλεγε γι αυτή: «Ήταν αγία γυναίκα! Ευωδιάζουν τα οστά της! Πολλά βράδια στο απόδειπνο -αφού είχε κοιμηθεί ο Άγιος- έβλεπε ένα Γεροντάκι με το σκουφάκι του το μαύρο και περιφερόταν γύρω-γύρω, την ώρα της ακολουθίας. Δεν έβλεπε καθόλου. Αλλά τα πάντα «έβλεπε». Όταν έμπαινε στο Ναό έλεγε: -Γιατί παιδιά μου έχουν σκόνη οι Εικόνες αυτές; Μια μέρα μου είπε: -Γιατί Ζηνοβία φοράς τόσο κοντό φουστανάκι, αφού θα γίνεις μοναχή;»
Τον Άγιο τον ξενύχτησαν πολλοί στο Μοναστήρι. Η Γερόντισσα Ξένη γύριζε γύρω-γύρω και παρηγορούσε τον κόσμο που έκλαιγε. Το απόγευμα πριν κοιμηθεί ο Δεσπότης, οι καλόγριες πήραν τηλεγράφημα που έλεγε ότι πάει καλύτερα στο Αρεταίειο. Χάρηκαν. Η Ξένη όμως δεν χάρηκε. Τον είχε δει στην αυλή του Μοναστηριού και της είπε: -Ήρθα να σας χαιρετίσω. Αναχωρώ! Ύστερα από λίγη ώρα μάθαμε τα μαντάτα. Ο Δεσπότης κοιμήθηκε.
Στις εκατόν τριάντα έξι σωζόμενες επιστολές του αγίου Νεκταρίου, οι εκατόν δέκα περίπου αποστέλλονται προς την «οσιωτάτην εν Κυρίω αγαπητήν οσίαν Ξένην». Η οσία παρά την ασθενικήν της κράση εβίαζε τόσον εαυτήν προσευχομένη και νηστεύουσα, ώστε ο ίδιος ο άγιος να αισθάνεται την ανάγκη να της υπενθυμίζει ότι δεν πρέπει να εκθέτει την υγεία της σε κίνδυνο. Άλλοτε πάλι, της έγραφε «να ολιγοστεύση τα κομβοσκοίνια». Εκείνη, βεβαίως, πειθαρχούσε, διότι ήτο άνθρωπος υπακοής, εγνώριζε, εξ άλλου, καλώς τι θα απαντούσε ο άγιος όταν οποιαδήποτε μοναχή παρήκουε τις νουθεσίες του: «Φυλάξατε τας συνθήκας του αγίου σχήματος και τους νόμους Του».

Φωτο από τη μονή Αγίας Τριάδας, όπου μόνασε η Γερόντισσα (από εδώ). Εκεί είναι ο τάφος του αγ. Νεκταρίου.
Η ίδια είχε μεγάλη ευαισθησία και φόβο Θεού προκειμένου να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων, ποτέ δεν μεταλάμβανε αν δεν έπαιρνε την ευλογία του αγίου. Είχε βαθιά ταπείνωση. Αρκεί να μνημονευθεί ότι όταν της έδιναν καινούργιο ράσο δεν επιθυμούσε να το φοράει καινούργιο, γι αυτό έκοβε ορισμένα τεμάχια και τοποθετούσε στην θέση του μπαλώματα, ώστε να φαίνεται παλαιό. Είχε διαυγή διάκριση και θεάρεστη υπομονή. Ο άγιος Νεκτάριος, πεπεισμένος δια την πνευματική της σοφία και σύνεση, της έγραφε να γνωρίσει τις αδελφές «ότι οφείλουσιν άπασαι να εξαγορεύονται τους λογισμούς των εις αυτήν», άλλοτε πάλι, της έγραφε: «επιθυμώ ουδεμία των αδελφών πλην σου να διατάσση».
Ασκούμενη και αγιαζομένη τοιουτοτρόπως, κατέστη έμπειρος εις τους όρους του μοναχικού πολιτεύματος. Αυτό φαίνεται και από μία επιστολή του αγίου, ο οποίος της έγραφε για μία αδερφή: «Υπομιμνήσκω αυτή τους όρους του μοναχικού πολιτεύματος. Πρώτον: Αυταπάρνησις. Ταύτη έπεται η εκκοπή του θελήματος και η υποταγή. Δεύτερον: Υπομονή και ταπείνωσις και τα παρεπόμενα ταις αρεταίς ταύταις. Και τρίτον: Προσοχή και διάκρισις» και εν συνεχεία της παραγγέλει: «Περί αυτών και περί των λοιπών του πολιτεύματος όρων να την διδάξεις συ». Η θεία Ηγουμένη Ξένη - έχουσα υπόψη της το «η βασιλεία των ουρανών βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» – εβίαζε τον εαυτόν της (όπως την καθοδηγούσε ο άγιος) μετά συνέσεως εν πάσι», «ώστε η πίστις, η ελπίς και η αγάπη προς τον Θεόν έβαινον καθ εκάστην τελειούμεναι». Άκουσε τα λόγια του Θεού και την διδασκαλία του αγίου πατέρα της. Αγωνιζόταν να δουλεύει για το Θεό και να έχει το νου της στο Θεό, και αυτά προσπαθούσε να εμπνεύσει και στις ψυχές των μοναζουσών της αδελφότητος, συνιστώντας σε αυτές την προσευχή, και την προσοχή. Μάλιστα, για να μην το ξεχνούν τις παρακινούσε κάθε μέρα να γράφουν στην παλάμη τους προσοχή και προσευχή. Επαναπαυόμενος ο άγιος από την αγιότητά της, της έδωσε εντολή να σταυρώσει με άγιο λείψανο μία αδερφή. Στη σκέψη της και στη γνώμη της, ο άγιος έδινε πολύ σημασία, γι αυτό της ανέθεσε εν λευκώ και κατά την κρίση της το πρόγραμμα της Μονής. Ακόμη και το κελλί του το έκτισε τελικά εκεί που είχε την γνώμη της να κτισθεί.
Αυτά είναι στην πνευματική σφαίρα συντελούμενα θαύματα, μια αγράμματος, στερούμενη και του φυσικού φωτός των ματιών, κατορθώνει να διοικεί μοναστική αδελφότητα και να προάγει αυτή πνευματικώς.
Η μοναχή Ξένη «είχε μία πηγαία ποιητική φλέβα, μια ευαίσθητη ψυχή που την λέπτυναν ακόμη περισσότερο ο πόνος και η πίστη. Αισθανόταν την ανάγκη να εκφράζει σε στίχους τα συναισθήματα που την πλημμύριζαν, την αγάπη της για το Χριστό, την Παναγία, το δέος μπροστά στην φοβερή Δευτέρα Παρουσία, το φόβο για τις αμαρτίες της και τον κρυμμένο πόνο, για το βαθύ σκοτάδι που την έζωνε. Οι στίχοι που η τύφλωσή της της εμπνέει τρέμουν από στεναγμό, αλλά δονούνται από απαλή πίστη και απαλύνουν με την παρηγοριά που η ολόψυχη αφοσίωση στο Θεό μπορεί να δώσει». 

Εξομολόγηση της τυφλής 
Άνθρωποι, λυπηθείτε με για την κατάστασή μου,
και δεηθείτε του Θεού να σώσει την ψυχή μου.
Πιστεύσατε με αδελφοί, αλήθεια το λέγω,
Σε μένα επερίσσευσε το όνομα των έργων.
Αν θέλετε να μάθετε ποία η αρετή μου,
Λέγω, γυμνή παντός καλού υπάρχει η ψυχή μου.
Εστερημένη αρετών και κατακεκριμένη,
και πάσης αγαθότητος εγκαταλελειμένη.
Έχω πτωχείαν άπειρον, πληγάς και ασθενείας
Και κινδυνεύω να χαθώ εις βάθος απωλείας.
Έχω δεινήν αμέλειαν, μεγάλην οκνηρίαν,
Θυμόν υπερηφάνειαν, σκληρότητα, κακία.
Είμαι ψυχρά στην αρετήν, θερμή εις την κακία,
Ετοίμη εις τους γέλωτας και την πολυλογία.
Αντί της κατανύξεως έχω αναισθησία,
Αντί να κλαίω πάντοτε γελώ η τρισαθλία.
Αλλά υπάρχει κάτι τι, και όλα τα καλύπτει.
Ως πότε θα εξαπατώ τον κόσμο η αθλία,
Με τας ψευδείς μου αρετάς και την υποκρισία;
Όταν ο κόσμος με επαινεί, χαίρω και καμαρώνω
Και όταν με ελένγχουσι, λυπούμαι και θυμώνω.
Όσοι με εγνωρίσατε πρέπει να λυπείσθε,
και δάκρυα να χύνετε, όταν θα με ενθυμείσθε.
Παρακαλείτε τον Θεόν να με διαφωτίσει
Και δι ευχών σας αδελφοί, ελπίζω να με σώση,
Και εκ της δεινής κακίας μου να με ελευθερώσει..


Αυτή είναι η τυφλή Ηγουμένη ποιήτρια Ξένη. Είχε βαθιά ταπείνωση, διαυγή διάκριση και θεάρεστη υπομονή. Ο Θεός της χάρισε και ποιητικό τάλαντο. Δεν είναι βέβαια κάποια ξακουστή ποιήτρια. Τα απλά ποιήματά της όμως δροσερά αγριολούλουδα, κομμένα από τον καλλιεργημένο αγρό της ποιητικής της φύσης, συνθέτουν μία ωραία ανθοδέσμη, που θα διατηρεί αιώνια την ευωδία της, αφού αναφέρονται στον αιώνιο και Αμάραντο Ρόδο, την Παναγία Μητέρα του.
Μας θυμίζουν τα λόγια που είπε ο Μέγας Αντώνιος στον τυφλό Θεολόγο της Αλεξάνδρειας Δίδυμο: «Μην σε ταράσσει που δεν έχεις τους αισθητούς οφθαλμούς, αυτούς που έχουν και οι μύγες και τα κουνούπια. Χαίρε διότι έχεις οφθαλμούς, με τους οποίους και οι άγγελοι βλέπουν, με τους οποίους βλέπουμε το Θεό και το δικό του φως».
Μερικά ποιητικά θησαυρίσματα σαν της τυφλής αυτής κόρης, μπορούν να δώσουν μία αφορμή για βαθύτερες σκέψεις και αναζητήσεις. Είναι ένας μακρινός απόηχος του Συμεών του Νέου Θεολόγου και του Καισαρίου Δαπόντε. Μια ζωντανή συνέχεια του θρησκευτικού δημοτικού στίχου. Και είναι πολύ συγκινητικό ότι και στη εποχή μας έχουμε τέτοια λουλούδια από την μοναχική ζωή, αλλά και τέτοια γυναικεία αναστήματα, πλάι στον άγια του αιώνα μας.
Κοιμήθηκε την 1η Νοεμβρίου του 1923. 

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

Η οσία Ξένη η δια Χριστόν σαλή(24 Iανουαρίου)



site analysis



Γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας, το έτος 1720, και ως νεαρή όμορφη κοπέλα παντρεύτηκε τον Αντρέα Φεοντόροβιτς Πετρώφ πού είχε τον βαθμό του συνταγματάρχου και ήταν πρωτοψάλτης στην βασιλική αυλή. Η θέση αυτή ήταν μία πολύ υψηλή κοινωνική θέση και έδινε δόξα και υλική απολαβή.
Ήταν νέοι. Είχαν αγάπη μεταξύ τους. Υπηρέτησαν και οι δυο στην βασιλική αυλή, όπου έκαναν το γάμο τους. Ζούσαν πολύ ευτυχισμένοι μαζί. Λόγω της νεότητάς τους, τους άρεσε πολύ να πηγαίνουν σε χοροεσπερίδες και σε συμπόσια. Καλούσαν φιλοξενουμένους στο σπίτι τους και αυτοί οι ίδιοι πήγαιναν ως φιλοξενούμενοι σε άλλα σπίτια. Αυτά οι άνθρωποι τα ονομάζουν «καλή τύχη» και φαινόταν ότι τίποτε στο ανδρόγυνο αυτό, τον Ανδρέα και την Ξένια, δεν θα έδινε τέλος σ’ αυτή τους την χαρά. Αλλά ξαφνικά ένα φοβερό χτύπημα, σαν κεραυνός εν αιθρία, ο αναπάντεχος θάνατος του αγαπημένου συζύγου, κεραυνοβόλησε την Ξένια Γκριγκόριεβνα. Στα είκοσι έξι της χρόνια, ένα βράδυ σε ένα χορό ο άντρας της ενώ έπινε με τους φίλους τους, ξαφνικά έπεσε κάτω νεκρός. Αυτό φυσικά ήταν πολύ οδυνηρό για την Ξένια. Ο Αντρέας, δεν είχε ποτέ εξομολογηθεί και λάβει Θεία Κοινωνία έως πριν πεθάνει, και εκείνη ανησυχούσε τρομερά για την ψυχή του.
Σύντομα μετά την ταφή του, η Οσία Ξένια εξαφανίστηκε από την Αγία Πετρούπολη για οκτώ χρόνια. Πιστεύεται ότι αυτό το χρονικό διάστημα το πέρασε σε ένα ερημητήριο ή σε ένα μοναστήρι, μαθαίνοντας το δρόμο της πνευματικής ζωής. Ο πρώην Αρχιεπίσκοπος Ανδρέας είχε αξιόπιστη πληροφορία ότι η μακαρία Ξένια για την πνευματική της τελείωση δαπάνησε αυτά τα χρόνια μεταξύ των Στάρετς προετοιμάζοντας τον εαυτό της για τον δύσκολο αγώνα των διά Χριστόν σαλών και ήταν κάτω από την πνευματική τους καθοδήγηση.
Πού ήταν οι Στάρετς; Ίσως ήταν στο Hermitage η σ’ ένα από τα μοναστήρια πού αυτόν τον καιρό είχαν Στάρετς, μαθητές του Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ. Ύστερα από οχτώ χρόνια πάλι ξαναγύρισε στην πατρίδα της, την αγία Πετρούπολη, και δεν την ξανάφησε στα άλλα τριάντα επτά χρόνια της ζωής της σ’ αυτόν τον κόσμο.
Όταν επέστρεψε στην Αγία Πετρούπολη, χάρισε τα υπάρχοντά της, το σπίτι της, τα χρήματά της, τα όμορφα ρούχα της. Κατά πρώτον άρχισε να βεβαιώνει σε όλους όσους την περιτριγύριζαν ότι ο σύζυγός της δεν πέθανε, αλλά ότι πέθανε αυτή. Φόρεσε τα ρούχα του νεκρού συζύγου της και άρχισε να ονομάζει τον εαυτό της Ανδρέα Φεοντόροβιτς. Οι συγγενείς της την θεώρησαν περισσότερο για παράφρονα , όταν αυτή άρχισε να μοιράζει την περιουσία της στους πιο φτωχούς και όταν έδωσε το σπίτι της στην Παρασκευή Ατόνοβα. Οι ενδιαφερόμενοι για την περιουσία της συγγενείς της στράφηκαν στις αρχές και ζήτησαν από αυτές να λάβουν μέτρα εναντίον μιάς τέτοιας διάθεσης της κληρονομιάς της από αυτήν. Μετά από αυτήν την αναφορά των συγγενών οι αρχές την κάλεσαν και αφού συζήτησαν μαζί της, συμπέραναν ότι ήταν πολύ καλά στα λογικά της και είχε επομένως κάθε δικαίωμα να κάνει ότι ήθελε την περιουσία της (σημειώνεται το συμβάν: οι συγγενείς της Ξένιας την πήγαν στο δικαστήριο αλλά ο δικαστής βρήκε ότι έχει καλό και γερό νου όσο αυτή συνέχιζε να βοηθά τους φτωχούς.) Αλλά στην Ορθόδοξη Εκκλησία έχουμε ένα όνομα για τους αγίους ανθρώπους πού οι άλλοι πιθανόν να νομίζουν ότι είναι τρελοί. Εμείς τους ονομάζουμε «διά Χριστόν σαλούς». Αυτοί συχνά δεν είναι τρελοί, αλλά προσποιούνται ότι είναι, για να μπορούν να κρύψουν τα πνευματικά τους χαρίσματα.
Τί συνέβηκε πράγματι με την Ξένη Γκριγκόριεβνα; Ασφαλώς συνέβηκε μέσα της μια πλήρης πνευματική αντιστροφή, πού, κατά τα ίδια της τα λόγια, η Ξένη Γκριγκόριεβνα Πέτροβα είχε πεθάνει!…Βάζοντας τα ρούχα του συζύγου της και παίρνοντας το όνομά του ήταν κατά τη γνώμη της, σαν να παρατεινόταν η δική του ζωή στο πρόσωπό της για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες του με τη δική της αφιερωμένη στο Θεό ζωή. Τώρα αυτή παρουσίαζε τον εαυτό της στον κόσμο με την δύσκολη υπηρεσία του Θεού ως «κατά Χριστόν τρελή».
Ο Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης λέγει: «Υπάρχει μία αληθινή, πραγματική ζωή και μία φαινομενική, ψεύτικη ζωή. Το να ζείς για να τρώς, να πίνεις, να ντύνεσαι, για να απολαμβάνεις και να γίνεσαι πλούσιος, το να ζείς γενικά για εγκόσμιες χαρές και φροντίδες, αυτό είναι μία φαντασία. Το να ζείς όμως για να ευχαριστείς τον Θεό και τους άλλους, για να προσεύχεσαι και να εργάζεσαι με κάθε τρόπο για την σωτηρία των ψυχών τους, αυτή είναι πραγματική ζωή! Ο πρώτος τρόπος ζωής είναι ακατάπαυστος πνευματικός θάνατος. Ο δεύτερος είναι ακατάπαυστη ζωή του πνεύματος» (Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης, Περί της εγκοσμίου ζωής) .
Από αυτό βλέπουμε ότι το «χτύπημα» πού «χτύπησε» την δούλη του Θεού Ξένια ήταν μία ώθηση από την μή πραγματική ζωή στην ζωή του Πνεύματος.
Η μακαρία Ξένια, πού ήταν πλούσια πρώτα, έζησε τώρα μια φτωχική, πολύ φτωχική ζωή. Ζούσε χωρίς σπίτι, περιπλανώμενη στους δρόμους της πόλης εμπαιζόμενη και κακομεταχειριζόμενη από πολλούς. Η μόνη τροφή της ερχόταν από γεύματα πού μερικές φορές δεχόταν από εκείνους πού γνώριζε. Το βράδυ αποσυρόταν σε έναν αγρό έξω από την πόλη και εκεί γονατιστή προσευχόταν ως το πρωί. Δεν είχε πραγματικά πού να κλίνη την κεφαλή της. Για σκέπη της είχε τον μελαγχολικό βροχερό ουρανό της αγίας Πετρούπολης, ενώ για κρεβάτι της είχε το υγρό γυμνό έδαφος. Περνούσε τις νύχτες της προσευχόμενη γονατισμένη στο γυμνό έδαφος των χωραφιών. Αυτό το μαρτυρούσαν η αστυνομία και οι κάτοικοι, πού την ανακάλυψαν, γιατί είχαν την περιέργεια να μάθουν πού εξαφανιζόταν τις νύχτες. Κάποτε κάποιος αστυνομικός την παρακολούθησε και την είδε να κλίνη τα γόνατά της σ’ ένα ανοιχτό χωράφι και να προσεύχεται. Αρχισε να προσεύχεται από το βράδυ και δεν σηκώθηκε μέχρι το πρωί. Κατά τη διάρκεια των προσευχών της έκανε μετάνοιες σε όλες τις διευθύνσεις προσευχόμενη για όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς.
Κατά την ημέρα συνήθως γύριζε γύρω στους δρόμους της αγίας Πετρούπολης. Τα κουρελιασμένα ρούχα της δύσκολα την σκέπαζαν – μια κόκκινη φούστα και το στρατιωτικό σακάκι του άντρα της. Στα πόδια της είχε χαλασμένα παπούτσια και γύρω από το κεφάλι της είχε δεμένο ένα παλιό μαντήλι. Ακόμα και κατά τον βαρύ χειμώνα δεν φορούσε ζεστά ρούχα και παπούτσια, αν και η καλοσύνη του λαού της πρόσφερε πολλά απ’ αυτά. Σε όλες τις περιόδους του έτους την έβλεπαν ντυμένη στα ίδια κουρέλια. Το κρύο στην αγία Πετρούπολη ήταν δυνατό και διαπερνούσε τα κόκαλα. Αλλά η Χάρη του Αγίου Πνεύματος, πού χύνεται με αφθονία στους αγίους του Θεού, τους έκανε να νικούν τους νόμους της φύσεως. Αυτή η Χάρη του Αγίου Πνεύματος έδινε ζεστασιά και δύναμη στη μακαρία Ξένη.
Πολλοί αγαπούσαν αυτήν την ήσυχη, την ήρεμη, την ταπεινή και την ευγενική δούλη του Θεού Ξένια. Αρκετοί την λυπόντουσαν και της έδιναν ελεημοσύνη, αλλά αυτή δεν την έπαιρνε. Εάν δεχόταν κανένα μικρό κέρμα, αμέσως το έδινε σε κάποιον φτωχό ζητιάνο. Δεχόταν ελεημοσύνη από φιλεύσπλαχνους ανθρώπους, αλλά αμέσως τα χάριζε στους φτωχούς, κάνοντας καλό στους ανθρώπους στο όνομα του Αντρέα, έτσι ώστε αν η ψυχή του υπέφερε από τις αμαρτίες του τις οποίες δεν είχε μετανοήσει, οι πράξεις της και οι προσευχές της θα τον βοηθούσαν. (Οι Χριστιανοί συχνά δίνουν χρήματα ή προσεύχονται για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Αυτό λέγεται ελεημοσύνη αλλά δεν είναι τόσο σύνηθες να εγκαταλείπει κάποιος όλη του τη ζωή για ένα άνθρωπο, όπως ακριβώς έπραξε η Ξένια). Το ενδιαφέρον είναι ότι κάνοντας καλές πράξεις και προσφέροντας προσευχές για τους άλλους, πλησιάζεις πολύ το Θεό, και αυτό συνέβηκε και με την Ξένια. Προσευχόταν τόσο πολύ για τον άντρα της και αυτό την έκανε Αγία!
Ο Κύριος είχε δώσει στην Ξένια πολλά πνευματικά δώρα και αυτή άρχισε να κάνει περίεργα πράγματα όπως περπατούσε ξυπόλυτη στο χιόνι και φορούσε ασυνήθιστα ρούχα έτσι ώστε οι άνθρωποι να μην νομίσουν ότι εκείνη είναι κάτι το εξαιρετικό. Αυτή μερικές φορές γνώριζε τί πρόκειται να συμβεί πριν αυτό συμβεί, ή αν οι άνθρωποι είχαν ένα πρόβλημα και δεν γνώριζαν τί θέλει ο Θεός να κάνουν, αυτή μπορούσε να τους το πεί. Συχνά κοιτάζοντας με μία ματιά τους ανθρώπους, αυτή ήξερε αν αυτοί έλεγαν την αλήθεια ή όχι.
Σιγά σιγά, οι άνθρωποι της πόλης παρατήρησαν τα σημάδια αγιότητας πού ήταν το υπόστρωμα της φαινομενικά διαταραγμένης της ζωής: παρουσίαζε το χάρισμα της προφητείας και η όλη παρουσία της σχεδόν πάντα επιβεβαίωνε την ευλογία της. Το Συναξάρι λέει :
«Η ευλογία του Θεού φαινόταν να τη συνοδεύει οπουδήποτε εκείνη πήγαινε: όταν έμπαινε σε ένα μαγαζί οι εισπράξεις της ημέρας αυξάνονταν σημαντικά. Οι έμποροι την παρακαλούσαν να πάρει κάτι ως δώρο ή τουλάχιστον να μπεί στο κατάστημά τους. Ήξεραν ότι εκείνη τη μέρα οι δουλειές τους θα πήγαιναν πολύ καλά και τα κέρδη τους θα ήταν πολλά. Όταν περπατούσε στον δρόμο, από όλες τις μεριές, από όλα τα αμάξια πού περνούσαν άκουγε να φωνάζουν: «Ανδρέα Φεοντόροβιτς, σταμάτα, θέλω να σε πάρω στο αμάξι μου έστω και για λίγα βήματα». και όταν έμπαινε σε κάποιο αυτοκίνητο, το εισόδημα του αυτοκινήτου αυτού την ημέρα εκείνη ήταν πολύ μεγάλο. Η μακαρία Ξένη προτιμούσε να κάθεται σε αυτοκίνητα ανθρώπων πού είχαν ανάγκη βοηθείας. Εάν μιλούσε με κανέναν πού ήταν στενοχωρημένος, αμέσως αυτός καταπραϋνόταν και του ερχόταν μία θαυματουργική βοήθεια. Όταν αγκάλιαζε ένα άρρωστο παιδί, αμέσως αυτό γινόταν καλά. Η πολύ και μακροχρόνια συμπόνια της, άνοιξε το δρόμο του σεβασμού και της ευλάβειας προς το πρόσωπό της και οι άνθρωποι γενικά έφτασαν να την θεωρούν ως το φύλακα άγγελο της πόλης.»
Κάποτε, το έτος 1764, ταράχτηκε πολύ και ξέσπαγε κάθε μέρα σε δάκρυα. Οι άνθρωποι την ρωτούσαν την αιτία πού κλαίει και αυτή απαντούσε: «Αίμα, αίμα, αυλάκι από αίμα!». Τότε όλοι ήταν ανήσυχοι για το τί άραγε θα συνέβαινε. Αλλά τρεις εβδομάδες αργότερα οι πολίτες της αγίας Πετρούπολης έμαθαν τί σήμαιναν τα λόγια της. Από την ρωσική ιστορία γνωρίζουμε ότι η προσπάθεια του αξιωματικού Μίροβιτς να ελευθερώσει τον αιχμάλωτο βασιλέα Ιβάν Αντώνοβιτς, πού ήταν φυλακισμένος στο φρούριο Schlusselburg, απέτυχε και ο Ιβάν Αντώνοβιτς φονεύθηκε.
Στις 24 Δεκεμβρίου 1761, την παραμονή της Γεννήσεως του Χριστού, η μακαρία Ξένη περιερχόταν τους δρόμους της πρωτεύουσας και έλεγε στον καθένα να κάνη τηγανίτες. Την επομένη μέρα ακούστηκε το φοβερό νέο: η αυτοκράτειρα Ελισάβετ Πέτροβα πέθανε ξαφνικά. Οι τηγανίτες θα ήταν για την αγρυπνία, πού η προικισμένη με το προορατικό χάρισμα οσία Ξένη προφήτευσε. Τέτοιες περιπτώσεις πού εκδηλωνόταν το προορατικό χάρισμά της και περιπτώσεις βοηθειών πού πρόσφερε στον λαό με το χάρισμά της αυτό, έχουμε πολλές.
Μερικές φορές, όταν οι Χριστιανοί κάνουν καλές πράξεις, τις κάνουν κρυφά ώστε μόνο ο Θεός να βλέπει. Αυτό γιατί ο Κύριος είπε: «Μην αφήνεις να γνωρίζει η αριστερά σου χείρ τί ποιεί η δεξιά σου» καί, «Κάνε τις καλές σου πράξεις μυστικά ώστε ο Πατέρας πού σε βλέπει μυστικά να σε ανταμείψει φανερά.» Αυτό είναι πού αντιπροσωπεύει την εικόνας της Αγίας Ξένιας. Πριν πολλά χρόνια, όταν οι άνθρωποι της Αγίας Πετρούπολης έχτιζαν μία εκκλησία στο κοιμητήριό του Smolensk, η Αγία Ξένια συνήθιζε να πηγαίνει κατευθείαν το βράδυ και να κουβαλάει βαριούς πλίνθους οι οποίοι χρειάζονταν την επόμενη μέρα για το χτίσιμο της στέγης της εκκλησίας. Όταν οι τεχνίτες έρχονταν κάθε πρωί, έβρισκαν το σκληρότερο μέρος της δουλειάς τους ήδη τελειωμένο και αυτοί αναρωτιόνταν ποιός να ήταν πού έκανε αυτή την ευγενική πράξη. Τελικά, δύο απ’ αυτούς αποφάσισαν να περάσουν το βράδυ τους στο κοιμητήριο. Περίμεναν και περίμεναν, και όταν έγινε σκοτάδι, η Αγία Ξένια εμφανίστηκε. Όλο το βράδυ, την παρακολουθούσαν να ανεβαίνει και να κατεβαίνει με τα τούβλα της, τους τοίχους της μισοτελειωμένης εκκλησίας.
Η εκκλησία πού η Αγία Ξένια βοήθησε στο χτίσιμο είναι ακόμη στο κοιμητήριο του Smolensk και δίπλα της υπάρχει ένα μικροσκοπικό παρεκκλήσιο στο οποίο έχει ταφή. Προσκυνητές από όλη τη Ρωσία ακόμη έρχονται εκεί να προσευχηθούν και να ζητήσουν να τους βοηθήσει. Κατά τη διάρκεια των φρικτά δύσκολων χρόνων στη Ρωσία, όταν οι εκκλησίες ήταν κλειστές λόγω του ότι ο Κομουνισμός δεν ήθελε οι άνθρωποι να λατρεύουν το Θεό, προσκυνητές έρχονταν κρυφά στην Αγία Ξένια. Η πόρτα του παρεκκλησίου ήταν κλειδωμένη και δεν μπορούσαν να μπούν μέσα, έγραφαν τις προσευχές τους σε μικρά χαρτάκια και τα άφηναν μέσα στις ρωγμές των τοίχων. Στον Κομουνισμό δεν άρεσε αυτό καθόλου, αλλά σύντομα κατάλαβαν ότι είναι αδύνατον να σταματήσουν τους Χριστιανούς να αγαπάνε τους Αγίους, ή να σταματήσουν οι Άγιοι να τους βοηθούν!
Σαράντα πέντε χρόνια μετά το θάνατο του άντρα της, η Αγία Ξένια αναπαύθηκε εν ειρήνη, στην ηλικία των εβδομήντα ενός ετών, κάπου στα 1800. Υποθέτουν ότι αναπαύθηκε μεταξύ των ετών 1806 και 1814. Δεν υπάρχει ακριβής πληροφορία σχετικά με αυτόν τον χρόνο και είναι αδύνατο να καθορίσουμε ακριβώς την χρονολογία του θανάτου της. Γνωρίζοντας την αγάπη και τον σεβασμό με τον οποίο την περιέβαλε ο κόσμος μπορούμε να υποθέσουμε με βεβαιότητα ότι η κηδεία της είχε μεγάλη επισημότητα και ότι πολύς κόσμος θα συγκεντρώθηκε, για να της δώσει τον τελευταίο χαιρετισμό.
Ο τάφος της, αμέσως, έγινε τόπος προσκυνήματος: έτσι πολλοί προσκυνητές έπαιρναν χώμα από τον τάφο της ως ευλογία και νέο χώμα έπρεπε να τροφοδοτείται τακτικά. Τελικά τοποθετήθηκε επάνω στον τάφο της μια πλάκα από γρανίτη με την επιγραφή :
«Εις το όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Εδώ αναπαύεται το σώμα της δούλης του Θεού, Ξένης Γκριγκόριεβνα, γυναικός του αυτοκρατορικού πρωτοψάλτη, συνταγματάρχου Ανδρέα Φεοντόροβιτς Πετρώφ. Χήρα σε ηλικία 26 ετών, μία προσκυνήτρια για 45 χρόνια, έζησε 71 χρόνια. Ήταν γνωστή με το όνομα Ανδρέα Φεοντόροβιτ».
Αυτά γράφονται στο λακωνικό επιτύμβιο πάνω στον τάφο της μακαρίας Ξένης, γραμμένα από ένα άγνωστο πρόσωπο.
Όμως και αυτή η πλάκα επίσης βαθμιαία χαράσσονταν και φθείρονταν από τους πιστούς. Έπειτα χτίστηκε στον τάφο της ένα εκκλησάκι με τις προσφορές των πιστών. Πολλοί πιστοί άρχισαν να γράφουν πιο τοίχους του ναϋδρίου διάφορα αιτήματα, ώστε αναγκάστηκαν να τον χρωματίσουν. Οι ιερείς έκαναν παννυχίδες στο ναό από νωρίς το βράδυ μέχρι αργά το πρωί.
Τα χέρια των αθεϊστών δεν σεβάστηκαν τον τόπο της αναπαύσεως της αγίας. Γι’ αυτό τα παράθυρα ήταν κλειστά με σανίδες και η είσοδος ήταν κλειστή, αλλά ο δρόμος προς το νεκροταφείο Σμόλενκ ήταν πάντοτε ανοιχτός. Νέοι και γέροι πήγαιναν στο παρεκκλήσιο, ψιθύριζαν τα αιτήματά τους για βοήθεια και έσκυβαν στο έδαφος κοντά στον τάφο.
Και η μακαρία Ξένη τους βοηθούσε όλους.
Θαύματα, θεραπείες και εμφανίσεις της Αγίας Ξένιας συμβαίνουν και σήμερα σε εκείνους πού επισκέπτονται τον τάφο της η πού απλά ζητάνε τις πρεσβείες της. Ο Θεός θεραπεύει πολλούς ανθρώπους από ασθένειες και πάθη μέσω των πρεσβειών της Αγίας Ξένιας. Αυτή τους βοηθά να βρούν δουλειά, σπίτι ή σύζυγο (όλα αυτά για τα οποία εκείνη απαρνήθηκε στην δική της ζωή). Η Αγία Ξένια δεν είχε σπίτι και έτσι γνωρίζει πόσο σκληρό είναι να έχεις ανάγκη ένα σπίτι και να ζείς άστεγος. Στην εκκλησία την ημέρα της γιορτής της την καλούμε «άστεγη περιπλανώμενη», γιατί εγκατέλειψε νωρίς το σπίτι της για τον παράδεισο.
Πρόσφατα μία γυναίκα στην Αγγλία, νεοφώτιστη στην ορθοδοξία, έψαχνε να βρεί σπίτι κοντά σε εκκλησία για να μπορεί να παρακολουθεί καθημερινά τη Θεία Λειτουργία. Αυτή και ο πνευματικός της προσευχήθηκαν στην Αγία Ξένια και ω του θαύματος σε λίγες μέρες η γυναίκα αυτή βρήκε ένα διαμέρισμα σε ένα σπίτι ακριβώς δίπλα από την εκκλησία! Θαυμαστός ο Θεός εν τοίς Αγίοις Αυτού!
Ένα ευσεβή έθιμο είναι η προσφορά Τρισάγιου υπέρ αναπαύσεως του συζύγου της Αντρέα, για τον οποίο εκείνη προσευχόταν πυρετωδώς έως το τέλος της ζωής της.
Η Αγία Ξένια δοξάστηκε επίσημα πρώτα από την ορθόδοξη εκκλησία της Ρωσίας έξω από την Ρωσία, το 1978 και μετέπειτα το 1988 από το Πατριαρχείο της Μόσχας.

Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011

Η πνευματική προσωπογραφία της μακαριστής μοναχής Μαρίας Στυλιανοπούλου,που ήταν γνωστή σαν Μαρία η ψηλή (20/07/1947 – 20/01/1998)



site analysis


Ο Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός (όρθιος) μαζί με την πνευματική του θυγατέρα Μοναχή Μαρία (καθήμενη)
Φέτος κλείνουν 13 χρόνια από την εις Κύριον εκδημίαν της Μοναχής Μαρίας Στυλιανοπούλου 
(γνωστή σε όλους ως Μαρία η ψηλή).
Ο Κύριος της ζωής και του θανάτου παρέλαβε πλησίον του την πιστή δούλη του Μαρία στην ουράνιο βασιλεία Του προς ανάπαυση και ευφροσύνην αιώνια. Καίτοι έπασχε καθ΄ όλην την διάρκεια της ζωής της από πολύ βαριά νόσο, εν τούτοις διήλθε τον επί γης μαρτυρικό της βίο με ζήλο θαυμαστό , με υπομονή ιώβεια, με έργα αγάπης προς τον πλησίον, με ιεραποστολική δράση και προσφορά. Επέτυχε με την βοήθεια του Κυρίου να ευαρεστήσει στον Θεό και τους ανθρώπους. Καίτοι δεν είχε υλικά αγαθά και ασφαλή υγεία ήταν πλούσια σε πίστη και ευσέβεια, σε αρετές και έργα ευποιΐας. Ήταν απλή στους τρόπους, ταπεινή κατά την καρδιά, γεμάτη αγάπη Χριστού προς τον συνάνθρωπο και διατελούσε σε πνευματική εγρήγορση, προσευχή, μελέτη του θείου λόγου και των πατερικών έργων. Έσπειρε εδώ στην γη με δάκρυα, και θερίζει ήδη με αγαλλίαση στους ουρανούς.
Άξιον υπογραμμίσεως είναι το γεγονός ότι ασπάστηκε και το Μοναχικό Σχήμα. Αυτή της η πράξις αποτελεί ομολογία πίστεως και αγάπης προς τον Θεόν.
Είθε και εμείς, αγαπητοί, να επιδείξουμε τον ζήλον γιά την τήρηση των εντολών του Θεού, την απόκτηση των αρετών και αξιοποιήσουμε τον χρόνο της ζωής μας, όπως και η αξιομακάριστη και αείμνηστη εν Χριστώ αδελφή μας Μαρία, το «διαμάντι» του Χριστού στην εποχή μας.

Βιογραφικά στοιχεία
Η αδελφή Μαρία γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1947 στην κατεχόμενη κωμόπολη της Κυθραίας. Εκ γενετής είχε όγκο στην υπόφυση του εγκεφάλου πού της έφερε τον γιγαντισμό. Κάτι σπάνιο και παράξενο για την εποχή μας. Οι θεραπείες πού έγιναν εδώ και στο εξωτερικό δεν έφεραν κανένα θετικό αποτέλεσμα, παρά μόνον ταλαιπωρίες και πόνους.
Από τα παιδικά της χρόνια υπέφερε όχι τόσο σωματικά αλλά ψυχικά, από τον χλευασμό, την κοροϊδία και τα κρυφά γέλια του κόσμου. Δεν μπορούσε να κυκλοφορήσει εκτός από το περιβάλλον της. Ποτέ όμως δεν απάντησε σε κανένα, ποτέ δεν θύμωσε, μόνο μέσα της βαθειά πονούσε και έκλαιγε.
Ύστερα ήλθε η προσφυγιά για να επιδεινώσει την κατάστασή της. Έφυγε από τον τόπο πού την ήξεραν και την εκτιμούσαν, εστερήθηκε τους φίλους της και τους ανθρώπους πού την αγαπούσαν και βρέθηκε σ΄ ένα άγνωστο μέχρι τότε γι΄ αυτήν μέρος. Όμως η πολλή μεγάλη ψυχική δύναμη πού είχε, η αγωνιστικότητά της, η πίστις της, η αγάπη της για τον Θεό και τον άνθρωπο, την έκαναν να τα ξεπεράση όλα, να σταθή στα πόδια της, ν΄ αγνοήση τους χλευασμούς και ν΄ αρχίση μια νέα ζωή στην προσφυγιά. Μια ζωή γεμάτη προσφορά αγάπης στον άνθρωπο, όποιο και αν ήταν το κόστος γι΄ αυτήν.
Η υγεία της κλωνίζεται σιγά-σιγά, οι πόνοι γίνονται αβάστακτοι, η μετακίνηση της δύσκολη, αλλά αυτά τα αγνοεί μπροστά στην σημαντική ιεραποστολική της διακονία.
Ο πόνος με τον καιρό έγινε ο αχώριστος σύντροφός της. Νύκτες ολόκληρες καθόλου δεν μπορεί να ξαπλώση. Το βασανισμένο της σώμα δεν αναπαύεται. Ούτε ένα βήμα δεν μπορεί τώρα να κάνη. Κινείται μόνο με αναπηρική καρέκλα. Συμφιλιώθηκε δμως με τον πόνο. Ποτέ δεν γόγγυσε και δεν διαμαρτυρήθηκε. Την προσωπική της ξεκούραση την αψηφούσε μπροστά στην αγάπη της για τους συνανθρώπους της πού την επλησίαζαν. Όλους τους συμβούλευε και νουθετούσε με διάκριση, τους βοηθούσε με πνευματική αρχοντιά και καθοδηγούσε με λεπτότητα και μητρική αγάπη. Όταν βρισκόταν κανείς κοντά της και συνομιλούσε διεπίστωνε την ευφυΐα της, την πλατειά της αντίληψη σ΄ όλα τα θέματα, το γερό μνημονικό της και το χαριτωμένο χιούμορ της.
Τους δύο τελευταίους μαρτυρικούς μήνες πού τους πέρασε ακίνητη στο κρεβάτι του Νοσοκομείου έδειξε όλο το μεγαλείο της υπομονής, της καρτερίας και της αγάπης της στον Θεό. Δεν βαρυγγόμησε ποτέ και συνεργαζόταν άψογα με τους γιατρούς και νοσοκόμους μέχρι και τις τελευταίες της ώρες. Το σώμα της γέμισε πληγές, τα πόδια της έλιωσαν και καθόλου δεν μπορούσε να κινηθή. Τίποτε σωστά δεν λειτουργούσε στον οργανισμό της, μόνον η φωνή της και η διαύγεια του πνεύματος της έμειναν μέχρι το τέλος, για να θυμίζουν τα μεγάλα τα της πίστεως, υπομονής, προσευχής και αγάπης κατορθώματα. Και σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές είχε την φροντίδα πολλών, την δε παραμονήν της αναχωρήσεως της έδωσε εις εν Χριστώ επισκέπτην το ποσόν των 105 Κυπριακών λιρών υπέρ του μικρού ιεραποστολικού έργου τής Ορθοδόξου Κυψέλης.
Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός την παρέλαβε στην Βασιλεία Του τα ξημερώματα της 20ης Ιανουαρίου του 1998, αφήνοντας πίσω της ορφανεμένες τις ψυχές πού την αγάπησαν και την πόνεσαν. Η έλλειψή της είναι αισθητή και το κενό της απουσίας της ευχόμεθα να το αναπλήρωση ο Θεός με άλλο κατάλληλο πρόσωπο πού θα παρουσίαση.Γενικά η αδελφή Μαρία εβίωσε κατά το θέλημα του Θεού σε όλη της την ζωή. Το φωτεινό της παράδειγμα προς μίμησι και αντιγραφή μας.
Της αξιομακαρίστου αδελφής Μαρίας η μνήμη είθε να είναι αιωνία, η δε μερίς αυτής μετά των δικαίων και αγίων Αγγέλων.
πηγή: Σ.Κ., Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη
αναδημοσίευση από: http://vatopaidi.wordpress.com/2010/01/20/viografiko-marias-monahis-psilis/

***
Επικήδειος Λόγος εις την κηδείαν της Μοναχής Μαρίας (+20 Ιανουαρίου 1998)-Αρχιμανδρίτου Εφραίμ- Καθηγουμένου Ιεράς Μεγίστης Μονής του Βατοπαιδίου
Αγαπητή μας Μαρία,
Σου απευθύνομαι πρόσωπον προς πρόσωπον, διότι γνωρίζω ότι η ψυχή σου, το πνεύμα σου είναι παρούσα σ΄ αυτή την πνευματική συνάθροιση πού οι πνευματικοί μας αδελφοί συνοιθρήσθησαν για να σου απονέμουν τον τελευταίο ασπασμό.
Ο τελευταίος ασπασμός, αγαπητή μας εν Χριστώ αδελφή Μαρία, απονέμεται μόνο στο πολύαθλο σώμα σου, διότι η ψυχή σου είναι ζώσα και ευρίσκεται μαζί με το Χριστό και τους αγίους και περιμένει την κοινή ανάσταση για να αναστηθεί και αυτό και συνδοξασθεί συν πάσι τοις αγίοις.
Αγαπητή μας Μαρία,
Αν και ζούσες… στον κόσμο εν τούτοις δεν ήσουν εκ του κόσμου, αλλά κατόρθωσες -το και δυσκατόρθωτον- να μεταθέσεις το πολίτευμά σου στον ουρανό και να αγαπήσεις εξ όλης σου της ψυχής τον Κύριο μας και να τον κάνεις νυμφίον σου και πατέρα και μητέρα και αδελφόν και φίλον και ο Οποίος σε ηξίωσε της απροσμετρήτου δωρεάς του μεγάλου και αγγελικού σχήματος διά των χειρών του σεβαστού Γέροντός μας Ιωσήφ. Συνεδέθημεν πνευματικώς και ο σεβαστός Γέροντας Ιωσήφ είναι κοινός μας πατέρας. Ως εκ τούτου είσαι και σύ μέλος της αγιορείτικης αδελφότητάς μας και θα εξακολουθήσεις να παραμένεις εις τον μέλλοντα αιώνα.
Κατά την συμμετοχήν σου στο μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως πάντοτε άφηνες να εκχυθεί ο πόθος σου τον οποίον είχες για τον Χριστόν. Η φιλόθεος ψυχή σου πάντοτε επτερύγιζε στους ουρανούς, καίτοι έζεις εν μέσω γε¬νεάς σκολιάς και διεστραμμένης. Δεν παρεσύρθης από τα ωραία του κόσμου, τον πλούτον, τας ηδονάς, την ματαίαν δόξαν… Ο Κύριος μας σου επεφύλαξε φρικτόν μαρτύριον καθ΄ όλην την ενταύθα ζωήν σου. Ποτέ δεν γόγγυσες, ποτέ δεν μεμψιμοίρησες, αλλά όλα σου τα δεινά, τα μετέθετες στον Θεόν και τα έκανες συνάλλαγμα προς εξαγοράν της βασιλείας των ουρανών. Και τώρα ιδού, η ώρα του θερισμού έφθασε, ευφράνθητι Μαρία και σκίρτησον εις τας αγκάλας του Νυμφίου Σου Χριστού, του οποίου το κάλλος ηράσθης. Δράμε ωσεί έλαφος προς τας πηγάς των υδάτων για να τρυγήσεις τους καρπούς των μαρτυρικών σου σωματικών πόνων και κόπων, των αέναων προσευχών σου, της αγάπης πού σαν γνησία μητέρα επεδείκνυες προς όλους τους πάσχοντας και θλιβομένους. Μαρτυρούν οι ίδιοι οι εν Χριστώ αδελφοί σου, γι΄ αυτό και ευρίσκονται πέριξ του πολυάθλου σου σκήνους για να δώσουν τον τελευταίο ασπασμό, σαν άλλην συμμαρτυρία για να εισέλθεις μετά παρρησίας εις το ενδότερον του καταπετάσματος «ένθα πρόδρομος υπέρ ημών εισήλθεν Ιησούς αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος».
Κατατρύφησον του Κυρίου Μαρία και χοροβάτησον ωσεί αμνός εις τα όσα ωραία σου ητοίμασεν ο Δεσπότης Χριστός, ως αντάμειψιν της σταυροφόρου ζωής σου, τα οποία «ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη», διότι έγνω ο Κύριος ότι τον ηγάπησες πολύ.
Εκεί στην αιώνιον σου δόξαν πέριξ του θρόνου του Θεού μέμνησο και ημών των ταπεινών αδελφών σου, πού ακόμη ευρισκόμεθα στο στάδιο του αγώνος και ο φόβος είναι εναργής και το τέλος αβέβαιον, ίνα και ημείς καταντήσωμεν εις άνδρα τέλειον εις μέτρον του πληρώματος του Χριστού και ομοθυμαδόν εν εκείνη τη ημέρα ακούσωμεν το
«Ευ δούλε αγαθέ και πιστέ· επ΄ ολίγα ης πιστός επί πολλών σε καταστήσω· είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου», καθώς και συ σήμερον το ακούεις. Γένοιτο. Αμήν.
πηγή: http://vatopaidi.wordpress.com/2010/01/20/epikeidios-monahis-marias/
***
Λίγα λόγια αγάπης για το βίο και την προσωπικότητα της αδελφής Μαρίας Μοναχής
του μοναχού Νήφωνος βατοπαιδινού
Όταν ο Ιησούς μας συνάντησε τον εκ γενετής τυφλόν «ηρώτησαν αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες· ραββί, τις ήμαρτεν, ούτος η οι γονείς αυτού ίνα τυφλός γεννηθή; απεκρίθη ο Ιησούς· ούτε ούτος ήμαρτεν ούτε oι γονείς αυτού, αλλ΄ ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ».
Τα λόγια αυτά του Κυρίου μας εκπληρώνονται και στην αγαπητήν μας αδελφήν Μαρίαν, η οποία πέρασε από αυτήν την γήν σαν ένα άστρον λαμπρόν και έζησε μεταξύ μας διά να φανερωθούν διά της μεγάλης της υπομονής και καρτερίας και της αγογγύστου συνεχούς άρσεως του μεγάλου σταυρού της, τα έργα πού η δύναμις και η αγαθότης του Θεού εργάζεται.
Η αδελφή Μαρία υπήρξε όντως ψηλή. Όπως στο σώ¬μα έτσι και στην ψυχή. Το ότι έπασχε, το ότι πονούσε συνεχώς, το ότι υπέμεινε δοξολογώντας τον Θεόν, αυτό όλοι το βλέπαμε και θαυμάζαμε. Χωρίς να μπορεί κανείς να φανταστή το μέγεθος και την δυνατότητα των πόνων και της θλίψεώς της.
Τα έργα όμως της αγάπης της, την έγνοιά της για κάθε ένα πού έπασχε σωματικά ή πνευματικά, την μέριμνα της για κάθε ένα μοναστηράκι πού γνώρισε, την ελεημοσύνη της, την ταπείνωσί της, την ιεραποστολή της, την πνευματική βοήθεια πού έδιδε στους ανθρώπους πού την πλησίαζαν, κάθε τάξεως και αξιώματος, αλλά πιο πολύ τον πόθο της για πνευματική προκοπή, την αγωνία της μήπως δεν βαδίζη σωστά τον δρόμο της σωτηρίας! Τους με κόπο πνευματικούς της αγώνες, την μεγάλη αγάπη της για τον Χριστό μας και τις πνευματικές αντιλήψεις πού είχε απ΄ Αυτόν, αυτά λίγοι τα γνωρίζουν και νομίζω λίγα γνωρίζουν. Τα πολλά τα γνωρίζει ο δωρεοδότης Χριστός μας, πού μέχρι τέλους της έδωσε την δύναμι να είναι ένα φωτεινό παράδειγμα για όλους μας, στην συνέχισι του αγώνος μας για την σωτηρία της αθανάτου ψυχής μας, μέσα στους δύσκο¬λους και αποκαλυπτικούς καιρούς πού ζούμε.
Επειδή είχα την ιδιαίτερη ευλογία… από τον Κύριο μας, να είμαι μέσα σ΄ αυτούς τους λίγους πού γνώρισαν λίγο περισσότερο και λίγο ενωρίτερα την αδελφή μας Μαρία, και μετά την προτροπή του αγαπητών εν Χριστώ αδελφών να γράψωμε κάτι εις μνημόσυνον αιώνιον, θεώρησα ότι θα ήταν άδικο για τους αγωνιζόμενους αδελφούς μας να κρύψω αυτά πού γνωρίζω για τις προαναφερθείσες αρετές της αδελφής μας Μαρίας, ιδίως τώρα πού δεν υπάρχει ο κίνδυ¬νος να την βλάψωμε πνευματικά, εφ΄ όσον αναπαύεται πλέον στας αιωνίους μονάς και απολαμβάνει τον μισθόν των κόπων της.
Δεν θα πω τίποτε δικό μου. Αργότερα ίσως μας βοηθήση ο Θεός να γράψωμε κάτι περισσότερο. Απλώς θα στα¬χυολογήσω πολύ λίγα από τις επιστολές της πού δείχνουν το μεγαλείο της ψυχής της και τον τρόπο πού αντιμετώπιζε την άρσι του σταυρού της, κατόπιν βέβαια και της ευλογίας του Γέροντός μου.
Το μεγάλο της μαρτύριο και η δοξολογία της προς τον Θεό.
1. Από την Βοστώνη όπου είχε πάει για θεραπεία σε μία πολύ δύσκολη κατάστασι η οποία ίσως οδηγούσε σε πολύωρη εγχείρησι γράφει στις 3.10.1985 «Από την ημέρα πού πήρα την απόφασι να ΄ρθώ για θεραπεία, πιστεύω ότι θα με βοηθήσουν οι άγιοι. Υπόσχομαι ότι δεν θα γογγύσω και δεν θα παύσω να δοξάζω τον Κύριόν μας και την μανούλλα μας».
2. «Πέρσι έτσι καιρό χαροπάλευα και μόνο οι προσευχές των πατέρων με σώσαν. Βέβαια ο θάνατος είναι μαζί μας και δεν μας φοβίζει, αλλά να ετοιμαστούμε.
…Τώρα τελευταία έχω πολύ άσχημες αναλύσεις. Ο γιατρός μου λέει: «Ο Θεός μεθ’ ημών». Τα άφησα όλα στον Κύριο γι΄ αυτό και ζω και μιλώ. Η ψυχή μου είναι βαριά, γεμάτη πόνο και θλίψι, μα την κλείνω ερμητικά με την δύναμι της προσευχής. Από τον αγώνα πού κάνετε εσείς (οι μοναχοί) παίρνω κουράγιο και γίνομαι και ΄γώ άλλος άνθρωπος» (9.10.1986).
3. «…Τώρα πού σου γράφω είμαι στο στρώμα, υποφέρω τρομερά από τα έντερά μου. Είναι Θεοφάνεια και ΄γώ είμαι στο στρώμα. Σκέφτεσαι πόσο αμαρτωλή είμαι να στερηθώ την λειτουργία αυτή. Οι πόνοι μου είναι τρομεροί. Εύχομαι νάναι κάτι πού περνά. Δόξα τω Θεώ» (6.1.1987).
4. «Τα δικά μου νέα περί υγείας όχι καλά. Μετακινούνται τα οστά ψηλά στην πλάτη μου και κάτω αριστερά και σκύβω πιο πολύ με φρικτούς πόνους. Δόξα σοι ο Θεός, ας γίνη το θέλημά Του και τον ευχαριστώ πού με θυμήθηκε γιατί είμαι πολλή ανεπρόκοπη στα πνευματικά μου καθήκοντα» (1990).
5. «Εγώ με τις αμαρτίες μου, πού φαίνεται να είναι πολλές και δεν θα μετανόησα σωστά, βασανίζομαι και υποφέρω τα μέγιστα. Από την κορτιζόνη πού παίρνω αφαιρείται όλον το ασβέστιον και τα οστά μένουν κούφια και η αυξητική ορμόνη πιέζει τα οστά και σπάζουν και εξαρθρώνονται και μετακινούνται και η Μαρία η ψηλή έχει γίνει η Μαρία η καμπούρα. Οι πόνοι μου είναι πολλοί και η ψυχική οδύνη, πού δεν μπορώ να κινηθώ να κάνω τα απαραίτητα πνευματικά, είναι μεγάλη. Μόνο με το αναπηρικό βοήθημα κινούμαι. Μόνη μου καθόλου. Να θέλω να πάρω το πιάτο μου στο τραπέζι είναι αδύνατο. Δόξα σοι ο Θεός πάντων ένεκεν» (10.10.1991).
6. Για την κουρά μου ήτο κάτι πού δεν το φαντάζομαι να σου το περιγράψω. Καιγόμουν ολόκληρη και η καρδιά μου νόμιζα θα σπάση. Από χαρά; από συγκίνησα; Δεν μπορώ να το περιγράψω. Ο γέροντάς μας σε κατάστασι όχι γήϊνη, δεν θα το ξεχάσω. Σαν να βρισκόμασταν στα ουράνια. Δοξασμένο το όνομα του Κυρίου. Νοιώθω όμως φόβο για το ότι πήρα το σχήμα, ότι είμαι ανάξια (όντως είμαι) μήπως δεν κρατήσω τις υποσχέσεις. Ο Θεός να με ελεήση.
Ένα πολύ μικρό δείγμα του μεγαλείου της αδελφής Μαρίας πού η πρόνοια του Θεού την αξίωσε λίγα χρόνια πριν την κοίμησΐ της να λάβη το μέγα και αγγελικό σχήμα όπως ποθούσε (17.8.1993).
7. «Ο κόσμος αρωστά μια μέρα, ένα μήνα, ένα χρόνο. Εγώ υποφέρω σε όλη μου τη ζωή. Οι αμαρτίες μου πολλές και η μετάνοια ολίγη, γι΄ αυτό υποφέρω…» (1994).
8. «Περνώ δυσκολίες με κάτι πόνους πού με πιάνουν στην κεφαλή και επηρεάζουν και την ψυχή μου και είναι ανυπόφοροι. Ζητώ από όλους τους αγίους βοήθεια. Βάζω αγίασμα του αγίου Νεκταρίου και συνέρχομαι κάπως και λαδάκι του αγίου Ραφαήλ. Πάτερ Νήφωνα, νοιώθω τόσο αμαρτωλή πού αηδειάζω τον εαυτό μου. Κάνω εξομολόγησι μα δεν κλαίω για τις αμαρτίες μου το ζώον, και ούτε πού πηγαίνω να κοινωνήσω κλαίω. Όμως προσεύχομαι πολύ και ετοιμάζομαι για την Θεία Κοινωνία, και αν δεν νοιώσω μέσα μου κάτι ωραίο και άκρα γαλήνη δεν κοινωνώ. Ο Θεός να με ελεήση την αμαρτωλή!».
9. «Ευλογείτε και καλόν στάδιον. Είθε όλοι μας να ανεβαίνουμε λιγάκι Γολγοθά και να νοιώσουμε τα άγια πάθη και την ανάστασι» (Μεγάλη Σαρακοστή 1997).
10. «Η ζωή αυτή δεν έχει καμμία σημασία. Κρατήσου όπως τον ναυαγό να περάσωμε την πρόσκαιρη προσφυγιά, για να περάσουμε στην αιωνιότητα».
11. «Η χάρις του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά πού γιόρταζε χθες νάναι βοήθειά σου. Πολύ αγαπώ και ευλαβούμαι τον άγιο Γρηγόριο και τον γιορτάζω και πολύ αγαπώ το μοναστήρι του στα Κουφάλια. Τώρα για να το βοηθήσω τους είπα να μου στείλουν δύο κιβώτια λαμπάδες για την Ανάστασι να τις πουλήσω. Από εδώ πού βρίσκομαι θέλω να διακονώ. Με το τηλέφωνο και τους πολυπληθείς φίλους κάνω πολλές δουλειές. Έχω πολλά μοναστηράκια στη σειρά πού τα βοηθώ. Δόξα σοι ο Θεός».
Μικρό δείγμα του πνευματικού της αγώνα και τί πίστευε για τον εαυτό της.
12. «Εγώ προσπαθώ όσο μπορώ να υπακούσω στον πνευματικό μου και στις συμβουλές των βιβλίων πού διαβάζω από τους διάφορους γέροντες και από τις Πράξεις των Αποστόλων και φυσικά από το Ευαγγέλιον, αν και κακώς δεν διαβάζω πολύ συχνά το Ευαγγέλιον. Αφού είμαι ένα ζώον, όσο προσπαθώ τόσον πίπτω. Πάντως από τότε πού με ήξερες άλλαξα η χαμένη αρκετά προς το καλόν. Έτσι νομίζω. Έπαψα την αργολογίαν, τόσο πού αρωστώ όταν ακούω άλλους να κουτσομπολεύουν και κακολογούν κάποιους. Κλαίει η ψυχή μου γι΄ αυτό και οικτίρω τον εαυτόν μου. Γι΄ αυτό μένω στο σπίτι, οι συναναστροφές μου είναι πονεμένοι άνθρωποι πού τους βοηθώ και μιλώ για τον Κύριον» (1986).
Σιγά – σιγά με βοήθησε ο Κύριος μας και πήγα και προσκύνησα τον ναόν του. Την Αποκαθήλωσι, τον Πανάγιο ν Τάφον όπου με έπιασαν τα κλάματα και συγκίνησι μεγάλη. Το τί ένοιωσα και νοιώθω μέσα μου δεν περιγράφεται. Μετά πήγαμε στον Γολγοθά του Κυρίου. Εκεί ακούμπισα και ζήτησα την βοήθεια του Χριστού μας και έκλαψα πολύ. Ζήτησα να με βοηθήση να περάσω τον μικρόν μου Γολγοθά αγόγγυστα. (από Ιεροσόλυμα το 1987).
13. Εγώ με την μάμα μου ζούμε όπως τις Μοναχές, για κανένα δεν έχομε να πούμε τίποτε, όλους τους βοηθάμε… (1989).
14. …Το πρωί πού σηκώνομαι κάνω το μεσονυκτικό και μετά τον εξάψαλμο και ότι άλλο μπορώ και την νοερά προσευχή… Το βράδυ προοιμϊακό, εσπερινό, απόδειπνο και χαιρετισμούς. Μετάνοιες σωστές δεν μπορώ να κάνω. Κάνω μισές, όπως βολεύομαι. Την παράκλησι της Παναγίας, κάποτε και του αγίου Ραφαήλ, πού προσπαθώ να την κάνω κάθε μέρα, αλλά τώρα παίρνω βαριά χάπια για την γκράουθ χόρμαν και δεν μπορώ όπως παλιά. Όμως προσπαθώ.
15. «Ο Θεός με κτυπά με χίλια δυο να χάσω τον εγωϊσμό μου…».
16. «Έκλαψα από συγκίνησι στον Κύριο, πού με θυμάται ακόμα την χαμένη και αμαρτωλή. Από τα αμαρτήματά μου και τις παρακοές μου, ντρέπομαι να κοιτάξω την εικόνα του Κυρίου μας στα μάτια…».
17. «Εμείς εδώ ζούμε την καλήν ζωήν, την καλοπέρασιν και η ψυχή μας είναι κατάμαυρη και δεν έχει χαραμάδα να περάση αχτίνα φωτός. Ο Θεός να μας βοηθήση να νικήσουμε την ακηδία και έλθουμε πιο κοντά στον Χριστό μας. Δεν θέλω να πικραίνω τον Κύριο μας, ό,τι μπορώ το κάνω, όμως προσπαθώ να κάνω περισσότερα…».
Ένα πλήθος νέων ανθρώπων εύρισκαν παρηγοριά κοντά της και εναπέθεταν τα προβλήματά τους και έφευγαν χαρούμενοι και αναπαυμένοι. Αναδείχτηκε σε μια σύγχρονη Αμμά εφ΄ όσον σ΄ αυτήν άνοιγαν την καρδιά τους κληρικοί, μοναχοί, ηγούμενοι, γερόντισσες, επίσκοποι και πολιτικοί άρχοντες.
Η αδελφή Μαρία ήτο πόλος έλξεως και το προσφυγικό σπιτάκι της στη Λεμεσό κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τις κουρασμένες ψυχές. Πολλά παιδιά έπαιρναν την ευχή και συμβουλή της πριν αναχωρήσουν για το μοναχισμό και πολλές χριστιανικές οικογένειες δημιουργήθηκαν με τη συμβουλή της.
Η Κύπρος είναι πιο φτωχή με την απουσία της αδελ¬φής Μαρίας, αλλά και πιο πλούσια εφ΄ όσον κοντά στο πλήθος των αγίων και μαρτύρων της προσετέθη ακόμη μία μαρτυρική ψυχή. Οι τελευταίοι μαρτυρικοί μήνες πού πέρασε μέσα στην εντατική μονάδα του νοσοκομείου Λεμεσού την καθάρισαν ακόμη περισσότερο όπως το χρυσάφι μέσα στο καμίνι. Φαίνεται ήθελε να την λαμπικάρη ο Θεός, όπως χαρακτηριστικά έλεγε.
Ο πόνος μας είναι μεγάλος για τον χωρισμό, αλλά και η παρηγοριά μας εξ ίσου μεγάλη, διότι γνωρίζομε ότι θα πρεσβεύη η αξιομακάριστος και αείμνηστος εν Χριστώ αδελφή μας Μαρία, και για μας εκεί πού βρίσκεται.
***
Ακόμη μια μαρτυρία για την Μαρία την ψηλή-του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Λεμεσού κ. Αθανασίου
(απόσπασμα απομαγνητοφωνημένης ομιλίας)
Αυτή η κοπέλα, μια αγία ψυχή, ήταν πανύψηλη, ήταν γίγαντας. Βέβαια στο τέλος καμπούριασε, περπατούσε με σίδερα, μετά με καροτσάκι. Εγώ την πρόλαβα πού περπατούσε ίσια. Είχε γιγαντισμό, ήταν παραμορφωμένη. Τα παπούτσια της, έχω ένα παπούτσι της στο μοναστήρι, ήταν 57 νούμερο, τόσο πράγμα σαν βάρκα, η παλάμη της ήταν 3 φορές μεγαλύτερη από την δική μου.
Να σας πω πώς την γνωρίσαμε. Είχαμε έναν δικό μας μοναχό τον π. Νήφωνα, ο οποίος πουλούσε μήλα σε σακούλια όταν ήταν πρώτη Λυκείου και πήγε να πουλήσει μήλα. Χτύπησε την πόρτα και την άνοιξε η Μαρία, μόλις την είδε από τον φόβο το πολύ, της πέταξε τα μήλα κι όπου φύγει φύγει. Ήταν όμως η αιτία να γνωριστούν και να συνδεθούν πνευματικά και αργότερα μέσω αυτού να γνωρίσομεν και εμείς την μακαριστή Μαρία.
Αυτή η κοπέλα, ήταν μια αγία ψυχή, πραγματικά μια αγία, παρ΄όλο πού ήταν ένα τέρας εξωτερικά, και το πρόσωπο της ήταν αλλοιωμένο ακόμη και τα μικρά παιδιά δεν την φοβόντουσαν. Ανέπαυε πολύ κόσμο. Ήταν δηλαδή… μια πνευματική μητέρα με όλη την σημασία της λέξεως.
Αυτή η κοπέλα ήταν μία τυπικά χριστιανή στα πρώτα χρόνια και η μητέρα της καλή χριστιανή. Όταν μεγάλωσε και μεγάλωνε και έγινε δυσθεώρητη, έγινε 2.30 μ., αφού στο Νοσοκομείο έβαλαν δύο κρεββάτια τα ένωσαν για να την χωρέσει, όταν πέθανε το φέρετρό της ήταν από εδώ μέχρι εκεί πού είναι η καρέκλα.
Την ζήτησαν στην Αμερική και πήγε, με έξοδα της Κυβερνήσεως, για εξετάσεις. Για να ερευνήσουν το φαινόμενο.
Συνήλθαν εκεί οι μεγάλοι γιατροί κ.τ.λ. κι άλλος έλεγε γιγαντισμό κι άλλος διάφορες θεωρίες. Δεν μπορούσαν όμως επακριβώς να δουν τί έπαθε η Μαρία κι έγινε τόσο μεγάλο πράγμα, τόσο μεγάλος άνθρωπος. Και βέβαια της είπαν τότε πώς είχε ένα πρόβλημα. Όλο το κεφάλι της μέσα είχε όγκο, ο οποίος πίεζε τα μάτια και θα έχανε το φως της, θα τυφλωνόταν.
Οι Αμερικάνοι προσφέρθηκαν να αγοράσουν τον σκελετό της και αυτή λυπήθηκε πάρα πολύ, όταν το άκουσε, γιατί ήταν ένα φαινόμενο γι΄ αυτούς έτσι να την διατηρήσουνε για λόγους επιστημονικούς.
Σ΄ αυτήν την κατάσταση επέστρεψε στην Αθήνα μετά από την Αμερική, και μια κοπέλα της λέει εκεί, δεν πάμε να δούμε το γέρο Πορφύριο στην Πεντέλη; Η Μαρία δεν είχε ιδέα από γέροντες κι απ΄ αυτά τα πράγματα, και της λέει: τί να μου πει κι αυτός ο γέρος! Με πήγαν στην Αμερική και με είδαν τόσοι επιστήμονες, τί να μου πει κι αυτός ο γέρος! Έλα πάμε, είναι και τυφλός και δεν μιλάει και καλά. Η Μαρία είπε, είναι και τυφλός και δεν ακούει και καλά… Η Μαρία, ήταν σε μια κατάσταση απελπισίας, τέλος πάντων από δώ από κει την έπεισαν να πάει.
Πήγε λοιπόν, και μαζί της πήγε η μητέρα της πού ζει ακόμα (σημείωση VatopaidiFriend: ήδη έχει κοιμηθεί), η κ. Κωνσταντία, μια μοναχή κι η κοπέλα εκείνη πού πήγε κι άλλοι δύο άνθρωποι.
Πήγαν στο κελί του γέροντα, ήταν τυφλός ο γέροντας Πορφύριος κι όταν μπήκαν μέσα της λέει: γιατί σου έλεγε η φίλη σου να έρθεις και δεν ερχόσουν και της είπε ακριβώς τί έλεγε η Μαρία. Αύτη ντράπηκε και της λέει τί έπαθες; Λέει, γέροντα θα χάσω το φως μου κι έκλαιγε. Της λέει, όχι παιδί μου το φως σου, τα κόκκαλά σου θα σπάζουν… Του λέει, όχι γέροντα, τα κόκκαλά μου είναι γερά, δεν έχουν τίποτα τα οστά μου, το φως μου θα χάσω. Της άπαντα όχι το φως σου, τα οστά σου. Αυτή το επαναλαμβάνει τρίτη φορά, γέροντα το φως μου.
- Όχι το φως σου, τα οστά σου θα συντρίβουν. Αυτή δεν καταλάβαινε.
Της λέει ο γέροντας, γονάτισε. Γονάτισε όπως μπόρεσε κι ο γέροντας έβαλε τα χέρια του πάνω στο κεφάλι της κι άρχισε να προσεύχεται. Και μου έλεγε η Μαρία, αισθανόταν μέσα το κεφάλι της να βράζει ολόκληρο, οπότε της λέει ο γέροντας: δεν θα χάσεις το φως σου, τα οστά σου θα βγουν, θα τρίβονται τα οστά σου. Αύτη δεν πίστεψε. Λέει ο π. Πορφύριος, από που το έπαθες αυτό, σου είπαν οι γιατροί; Του απάντησε: γέροντα οι γιατροί δεν βρήκαν την αιτία, είπαν γιγαντισμός είναι, δεν βρήκαν την αιτία.
Λέει στην μητέρα της: εσύ θυμάσαι πού ήσουν έγκυος στην Μαρία; Η Μαρία ήταν 43 ετών τότε, λέει η μητέρα της ε! θυμούμαι. Της λέει θυμάσαι, όταν ήσουν δύο μηνών πού έκανες πολλούς εμετούς; Θυμάμαι αμυδρά γέροντα. Θυμάσαι πού σε πήγε ο άντρας σου σε έναν γιατρό; πού να θυμάμαι τώρα τον γιατρό; και αρχίζει ο γέροντας να της περιγράφει: θυμήσου πού κατεβαίνατε με λεωφορείο από το χωριό σας, κατεβαίνατε σε μια πλατεία και της περιγράφει την πλατεία πριν από 42 χρόνια, σε πήρε ο άντρας σου και σε πήγε στον τάδε δρόμο κι άρχισε να της διηγείται τον δρόμο κι η Κωνσταντία άρχισε να θυμάται τον δρόμο εκείνο, σε πήγε σ΄ έναν τόπο πού η πόρτα ήταν πράσινη, στο ιατρείο του ανθρώπου εκείνου. Μπήκες μέσα και του είπες ότι κάνεις πολλούς εμετούς από την εγκυμοσύνη και σου έδωσε ένα φακελάκι με χάπια, με 15 χάπια μέσα, τα θυμάσαι; λέει θυμάμαι γέροντα. Λέει ο Γέροντας τα χάπια εκείνα ήταν χάπια επιληψίας, έκανε λάθος ο γιατρός, τα ήπιες και παραμορφώθηκε το έμβρυο γι΄ αυτό κι έγινε έτσι η κόρη σου. Και πραγματικά, το έστειλαν το μήνυμα αυτό στην Αμερική, κι ήταν πραγματικώς επιστημονικά. Αυτή όμως μετά τελικά τί έγινε; Σταμάτησε να χάνει το φως της κι άρχισε να τρίβονται τα κόκκαλά της. Μια φορά ήμουν παρών εγώ, πού ένα κόκκαλο από την πλάτη της τρύπησε το δέρμα της και βγήκε έξω, συντρίβονταν τα κόκκαλά, διαλύονταν τα κόκκαλά, όπως ακριβώς της είχε πει ο π. Πορφύριος. Ο γέροντας, όταν βγήκε η Μαρία έξω, είπε: αυτή είναι μια αγία, και περιέγραψε την Μαρία.
πηγή: http://vatopaidi.wordpress.com/2010/01/20/lemesou-anafora-gia-maria-psili/

ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ(ΠΑΣΣΑ)ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ-ΝΤΙΒΕΓΙΕΒΟ



site analysis



Η Οσία Παρασκευη προερχόνταν από μια οικογένεια χωρικών από την επαρχία Ταμπώφ και το όνομά της ήταν Ειρήνη.Οι γονείς της την πάντρεψαν και έμεινε παντρεμένη για 15 χρόνια χωρίς να αποκτήσει παιδιά.Μετά το θάνατο του συζύγου της υπέφερε πολύ.Μετά από ένα ταξίδι της στο Κίεβο αποφάσισε να αφιερωθεί στο Θεό.Η κουρά της έγινε στο Κίεβο και πήρε το όνομα Παρασκευή.Έζησε για 30 χρόνια στο δάσος του Σαρώφ μέσα σε μια σπηλιά την οποία έσκαψε με τα χέρια της.Από τότε ακόμη θεωρούνταν δια Χριστόν σαλή και επειδή είχε και το προορατικό χάρισμα πολλοί άνθρωποι ζητούσαν τη βοήθειά της και τις προσευχές της.Ο Θεός επέτρεψε να υποφέρει την ίδια δοκιμασία με τον Άγ.Σεραφείμ.Ληστές την χτύπησαν σκληρά και έφτασε κοντά στο θάνατό.Τα τελευταία χρόνια της ζωής της ζούσε κατά μακρά τακτικά διαστήματα στη Μονή του Ντιβέγεβο.
Είχε κάτι παιδικές κούκλες τις οποιές φρόντιζε σαν παιδιά της. Ή Παρασκευή ήταν πάντοτε πολύ καθαρή, φορούσε καθαρά και ανοιχτόχρωμα ρούχα και μεριμνούσε να διατηρεί το κελί της σε άριστη κατάσταση, κάτι πού δεν συμβαδίζει με το τυπικό των υπόλοιπων σαλών. Το κρεβάτι της το είχε στολισμένο με χοντρά μαξιλάρια και πολλές κούκλες και δεν το χρησιμοποιούσε σχεδόν ποτέ, άφοϋ κοιμόταν ελάχιστα και ποτέ ξαπλωμένη. 
Όταν έλεγε την Ευχή συνήθιζε να πλέκει κάλτσες,ενώ όταν έκοβε χόρτα με το δρεπάνι έκανε πολλές εδαφιαίες μετάνοιες.
Ο πνευματικός κόσμος ήταν ανοιχτός για εκείνην μπορώντας έτσι να βλέπει τις ψυχές και τις σκέψεις αυτών που την επισκεπτόνταν.
Επίσης ή Παρασκευή νουθετούσε και καθοδηγούσε μιαν άλλη δια Χριστόν σαλή, την όσια Μαρία Ίβανοβνα.
Στούς επισκέπτες της συνήθιζε να βάζει μπόλικη ζάχαρη στο τσάι τους αν πρόβλεπε κάτι κακό. Το 1903 όταν έγινε η ανακομιδή του λειψάνου του Αγ.Σεραφείμ του Σαρώφ,η Οσία Παρασκευή προεφήτεψε στον τσάρο Νικόλαο και στην τσαρίνα ότι θα γεννήσουν έναν διάδοχο,αλλά και όλα τα αιματηρά γεγονότα που συνέβησαν το 1917.Είναι χαρακτηριστικό ότι γέμισε το φλυτζάνι του τσάρου με ζάχαρη κάνοντάς το να ξεχειλήσει.Όσοι είδαν το πρόσωπο του τσάρου μετά την έξοδό του από το κελί της οσίας είδαν ότι ήταν φανερά ταραγμένος.Πριν το θάνατό της έκανε μετάνοιες μπροστά στο πορτραίτο του τσάρου προβλέποντας έτσι την αγιότητά του.
Η Ρωσική Εκκλησία, τιμά την μνήμη της στις 22 Σεπτεμβρίου. Τη μέρα αύτη κοιμήθηκε ειρηνικά το έτος 1915 μ.Χ. σε ηλικία 120 χρονών.

Οι δύο χήρες



site analysis




ΕΝΑΣ επίσκοπος πληροφορήθηκε για δύο χριστιανές χήρες πώς δεν ζούσαν με σωφροσύνη.
Παρακάλεσε τότε Το Θεό νά τον πληροφορήσει κι 'Εκείνος για Το θέμα αυτό, ώστε ν' αποφασίσει ύστερα Τι θα κάνει.
Πραγματικά, ο Θεός χάρισε στο δούλο Του ό,τι του ζήτησε. στη διάρκεια της θείας λειτουργίας, την ώρα πού κοινωνούσαν οι πιστοί, έβλεπε ο επίσκοπος στο πρόσωπο του καθενός τις αμαρτίες πού είχε διαπράξει και τον βασάνιζαν.
Μερικά πρόσωπα φαίνονταν σαν βαμμένα με καπνιά." Άλλα έμοιαζαν ολότελα καμένα, με μάτια ματωμένα και φλογισμένα.
Προσέρχονταν όμως και χριστιανοί, πού είχαν την όψη λαμπρή και τα ρούχα κατάλευκα.
Όταν κοινωνούσαν οι πρώτοι, τούς έβλεπε νά κυκλώνονται από φλόγες και νά καίγονται. '
Αντίθετα, στους άλλους ο Μαργαρίτης πού έπαιρναν γινόταν δυνατό Φως, πού τύλιγε με τη λάμψη του όλο τους το σώμα.
Μετά τούς άνδρες άρχισε ο επίσκοπος νά μεταδίδει τα τίμια Δώρα στις γυναίκες. και σ' αυτές παρατηρούσε τις ίδιες εικόνες.
Άλλα πρόσωπα φαίνονταν μαύρα, άλλα κατακόκκινα σαν αίμα, άλλα Φλογισμένα κι άλλα κατάλευκα.
Κάποια στιγμή πλησίασαν για νά μεταλάβουν και οι δύο εκείνες κακόφημες χήρες.
Τις βλέπει τότε νά είναι ντυμένες με κατάλευκα φορέματα και νά έχουν πρόσωπα λαμπρά και σεμνά. "Όταν κοινώνησαν τα
άχραντα Μυστήρια, τις είδε νά περιλούζονται μ' ένα εκθαμβωτικό Φως. '
Τελείωσε ή λειτουργία και ο επίσκοπος άρχισε πάλι νά προσεύχεται, ζητώντας από Το Θεό την εξήγηση των αποκαλύψεων Παρουσιάζεται τότε μπροστά του ένας άγιος άγγελος.
Άραγε είναι αληθινά ή ψεύτικα όσα λέει ο κόσμος για τις δύο εκείνες γυναίκες; τον ρωτάει ο επίσκοπος.
Ναι, ειναι ολα αληθινά.
Γιατί όμως όταν κοινωνούσαν είχαν τα πρόσωπα λαμπρά, φορούσαν κατάλευκα φορέματα και αστραποβολούσαν μέσα σ' εκθαμβωτικό φως;
αυτό συνέβη γιατί οι γυναίκες συναισθάνθηκαν την αμαρτωλή ζωή τους, μετανόησαν με
δάκρυα, στεναγμούς, ελεημοσύνη και εξομολόγηση και υποσχέθηκαν νά μην ξαναπέσουν στις ίδιες αμαρτίες.
'Έτσι ο Θεός τις συγχώρησε, κι από τότε ζουν με σωφροσύνη και ευσέβεια.


Πηγή:http://agiasma.info/forum/viewtopic.php?f=19&t=462

ΟΣΙΑ ΜΑΡΙΑ ΙΒΑΝΟΒΝΑ Η ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΗ.



site analysis



Γεννήθηκε στο χωριό Γκολέτκοβα της επαρχίας Ταμπόφ της Ρωσίας. Σέ ηλικία 13 χρόνων έμεινε ορφανή και από τους δυο γονείς της Ζαχαρία και Πελαγία και πήγε να μείνει με την οικογένεια του μεγαλύτερου της αδελφού. Εκεί δεν την ήθελαν, λόγω κυρίως του γεγονότος ότι παραμελούσε τον εαυτό της και ένοιωθαν προσβεβλημένοι από το όλο παρουσιαστικό της. Ποτέ δεν χτενιζόταν και τα ρούχα της αποτελούνταν κυρίως από κουρέλια. Είχε επίσης από πολύ μικρή μια τάση να συμπεριφέρεται παράξενα.
"Έτσι έφυγε και άρχισε να περιπλανιέται μεταξύ των περιοχών του Σάρωφ, του Ντιβέγεβο και του Άρντάτωφ. Πάντοτε μισόγυμνη και πεινασμένη φορώντας καταστρεμμένα παπούτσια χειμώνα-καλοκαίρι. Τα βράδια τα περνούσε στο δάσος προσευχόμενη και ήταν σχεδόν πάντοτε λασπωμένη.
Συχνά επισκεπτόταν το μοναστήρι του Ντιβέγεβο και εκεί όσες καλογριές τη λυπόντουσαν της έδιναν καθαρά ρούχα, τα οποία σε λίγες μέρες ή Μαρία απαλλασσόταν δίνοντας τα στους φτωχούς. Υπήρχαν όμως και οι μοναχές εκείνες πού την έδιωχναν κακήν κακώς. Ποτέ δεν παραπονέθηκε για κανέναν και για τίποτα.
Από κάποιο χρονικό σημείο και μετά τη δέχτηκαν στο μοναστήρι οπού εκάρη μοναχή. Έκεί συνέχισε να προσποιείται τη σαλή για να κρύβει τις αρετές της, ιδίως το προορατικό χάρισμα που ο Κύριος μας της έδωσε. Άρχισαν σιγά-σιγά να την επισκέπτονται διάφοροι που άκουσαν γι΄αυτήν και ζητούσαν συμβουλή για κάποιο πρόβλημα τους η για να πάρουν πνευματικές νουθεσίες.
Κάποτε την επισκέφτηκε ένα μικρό αγόρι και η Μαρία είπε: «Κοίταξε, ήρθε ο ιερέας Αλέξιος». Το παιδί αργότερα έγινε ιερομόναχος με το όνομα αυτό. Όταν κάποτε την επισκέφτηκε ο πατήρ Αλέξιος η  οσία του είπε: «Δεν τρώω κρέας. Άρχισα να τρώω χορταρικά και τώρα είμαι καλύτερα». Τα λόγια αυτά ήταν για εκείνον, που είχε αρχίσει να τρώει κρέας μετά από κάποια αρρώστια του. Της έβαλε μετάνοια και έκοψε το κρέας.
"Αλλοτε την επισκέφτηκε μια κυρία από το Μούρομ και μόλις την είδε της είπε ότι κάπνιζε σαν φουγάρο. «Δεν μπορώ να το κόψω, καπνίζω και τη νύχτα, ακόμα και πριν τη Θεία Λειτουργία» της απάντησε. Τότε ή Μαρία είπε στη συγκελλιώτισσά της να πάρει την ακριβή ταμπακέρα της και να την πετάξει στη φωτιά. Μετά από καιρό πήραν ένα γράμμα από την κυρία αυτή που εκφράζει  την ευγνωμοσύνη της, αναφέροντας ότι από τότε πού τους επισκέφτηκε ούτε πού σκέφτεται το τσιγάρο.
Μια άλλη φορά την επισκέφτηκαν κάποιες μοναχές, εξαδέλφες του Μίσα Άρτσιμπούσεβα και τη ρώτησαν γι' αυτόν. Η οσία τους είπε ότι ό Μίσα έμπλεξε τελευταία με μια γύφτισσα. Μετά αφού συναντήθηκαν και τον ρώτησαν σχετικά, τους εξήγησε ότι ενώ ποτέ δεν κάπνιζε, τελευταία αγόρασε ένα πακέτο τσιγάρα πού είχαν για μάρκα μια «γύφτισσα».
Μετά την μεταπολίτευση στη Ρωσία από την Κομμουνιστική Επανάσταση του 1917, ή Μαρία άρχισε να χρησιμοποιεί πολύ άσχημη γλώσσα, θέλοντας έτσι να υποδείξει τα νέα δεινά της Εκκλησίας από το νέο καθεστώς. Οι υπόλοιπες μοναχές σκανδαλιζόμενες τη ρώτησαν πώς ήταν δυνατόν μια καλογριά να μην μιλάει ευγενικά και ή Μαρία απάντησε: «Υπό τον Τσάρο Νικόλαο αυτό ήταν εύκολο, για δοκιμάστε το και με τους Σοβιετικούς».
Τέλος ή Μαρία Ιβάνοβνα κοιμήθηκε ειρηνικά το 1927.

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011

ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΤΟΥ ΜΕΝΖΕΛΙΝΣΚ ΡΩΣΙΑΣ (+ 1918)



(Ἀντ. Μάρκου).
Ἡ Ἡγουμένη Μαργαρίτα Gunaronulo ἦταν μοναχή καί στή συνέχεια προεστώσα τῆς Μονῆς Προφ. Ἠλία τῆς Ἐπισκοπῆς Καζάν. Ἐπί τῶν ἡμερῶν της, πέραν τῆς πνευματικῆς ἀκμῆς, τό μοναστήρι της παρουσίασε καί ὑλική ἀκμή. Ἡ δραστηριότητα τῆς γ. Μαργαρίτας δημιούργησε φυτείες μέ ὀπωροφόρα δέντρα, λαχανόκηπους, ἐργαστήρια εἰκόνων καί χρυσοκεντήματος, ἀκόμη καί ἕνα ἐργαστήριο φωτογραφίας (κάτι πολύ προχωρημένο γιά τήν ἐποχή της).
Γιά τό μοναστήρι αὐτό ὁ Ὅσιος Ἀμβρόσιος Στάρετς τῆς Ὄπτινα εἶχε προφητεύσει, ὅτι θά ὑπάρξουν τρεῖς Γερόντισσες. Ἡ πρώτη θά ἔκτιζε μία ἐκκλησία, ἡ δεύτερη θά γινόνταν Μάρτυρας καί στίς ἡμέρες τῆς τρίτης "θά ἔπαιρναν τίς καμπάνες"! Πράγματι, ἡ πρώτη Ἡγουμένη ἔκτισε τήν ἐκκλησία τῆς μονῆς καί ἡ τρίτη ἔζησε τήν διάλυσή της. Τό σκέλος τῆς προφητείας πού ἀφορᾶ τήν γ. Μαργαρίτα, ἐπαληθεύθηκε τό καλοκαίρι τοῦ 1918.
Ὅταν τά Λευκά Στρατεύματα ἐγκατέλειψαν τήν περιοχή τοῦ Καζάν, ἡ γ. Μαργαρίτα σκέφτηκε νά τά ἀκολουθήσει (ὅπως χιλιάδες ἄλλοι πρόσφυγες), γιά νά μήν ὑποχρεωθεῖ νά ζήσει κάτω ἀπό τήν κομμουνιστική κυριαρχεία. Τό πρῶτο βράδυ ἀφοῦ εἶχε ἤδη φύγει ἀπό τήν μονή, ἐμφανίσθηκε στόν ὕπνο της ὁ ἅγ. Νικόλαος ἐπ. Μύρων καί τῆς εἶπε: "Γιατί φεύγεις ἀπό τόν στέφανό σου;" Ἡ ἐμφάνιση αὐτή ἀνάγκασε τήν Γερόντισσα νά ἐπιστρέψει στήν μετάνοιά της καί νά ἑτοιμάσει τά τῆς κηδείας της καί τό φέρετρό της.
Τήν ἑπομένη ἡμέρα οἱ Μπολσεβίκοι μπῆκαν στό μοναστήρι καί πῆραν τήν Γερόντισσα, ἐνῶ τελοῦνταν ἡ Θεία Λειτουργία, χωρίς νά τῆς ἐπιτρέψουν νά κοινωνήσει, καί τήν ἐκτέλεσαν στήν πόρτα τοῦ ναοῦ! Τό λείψανό της ἐνταφιάσθηκε πίσω ἀπό τό Ἱερό Βῆμα τοῦ Ναοῦ.
Στήν δεκαετία τοῦ '70, κατά τήν διάρκεια κάποιων ἐργασιῶν στήν ἐρρειπωμένη - τότε - μονή, βρέθηκε ὁ τάφος τῆς Ὁσιομάρτυρος καί τό Λείψανό της ἄφθαρτο καί εὐωδιαστό! Στήν συνέχεια, λόγῳ τῶν πονηρῶν ἡμερῶν, τό λείψανο ἐνταφιάστηκε καί πάλι. Ἔκτοτε δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 25η Ἰανουαρίου, κοινή ἡμέρα μνήμης τῶν Ρώσων Νεομαρτύρων.