Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2015

Το ‘’Ύστατο Χαίρε’’ στην Ηγουμένη Ι.Μ Ζερμπίτσης Παρθενία Μοναχή



site analysis


0parhtenia-10Σε ηλικία 79 ετών, και ύστερα από πολύμηνη μάχη με την επάρατη νόσο, απεβίωσε τη Δευτέρα 6 Οκτωβρίου η Ηγουμένη της Ιεράς Μονής Ζερμπίτσης Παρθενία Μοναχή. Η Εξόδιος Ακολουθία εψάλει χθες το απόγευμα στην Ιερά Μονή Ζερμπίτσης προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Μονεμβασίας και Σπάρτης κ. Ευσταθίου, ο οποίος επέστρεψε εκτάκτως από την Αθήνα που βρισκόταν για τις εργασίες της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο εκπροσώπησε εκφωνώντας επικήδειο λόγο ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης της Ιεράς Μητροπόλεως μας και εφημέριος του Ι.Ν Αγίους Σπυρίδωνος Σπάρτης π. Σεραφείμ Κοσμάς, ο οποίος μετέφερε τις συλλυπητήριες ευχές προς την απορφανισθείσα αδελφότητα της Ιεράς Μονής, ενώ εξήρε το έργο της κοιμηθείσης Γερόντισσας, την οποία ο Παναγιώτατος Πατριάρχης γνώριζε διατηρώντας πνευματικούς δεσμούς. Εκ μέρους του Σεπτού Ποιμενάρχη μας τον επικήδειο λόγο εξεφώνησε ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίων Αναργύρων Πάρνωνα π. Πορφύριος Κονίδης, ο οποίος μίλησε με θερμά λόγια για το ήθος, την προσωπικότητα, την πνευματικότητα και την προσφορά της εκλιπούσης. Από την πλευρά των μοναζουσών της Ιεράς Μονής Ζερμπίτσης μίλησε, σε συγκινησιακό κλίμα, η μοναχή Μυρτιδιώτισσα, η οποία, εκτός των άλλων, ευχαρίστησε τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας για την στήριξη και την συμπαράστασή του στην πολύμηνη ασθένεια της αείμνηστης Ηγουμένης καθώς και τους ιατρούς και νοσηλευτές για την πρόθυμη παροχή των πολύτιμων υπηρεσιών τους. Επίσης ευχαρίστησε τους κληρικούς, τους μοναχούς, τις μοναχές που παραβρέθηκαν από άλλες Ιερές Μονές και τους λαϊκούς για την παρουσία και τη συμμετοχή τους.
Η αείμνηστη Ηγουμένη Παρθενία, κατά κόσμον Αικατερίνη Βασιλάκη, γεννήθηκε στα Χανιά στις 17 Ιουνίου 1935, όπου έλαβε και τα πρώτα εγκύκλια γράμματα. Εκεί συνδέθηκε πνευματικά με τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Κρήτης Τιμόθεο Παπουτσάκη, ο οποίος επιτελούσε σπουδαίο πνευματικό έργο στην ευρύτερη περιοχή. Το 1956 μεταβαίνει στην Ιερά Μονή Αγίας Τριάδας Κορωπίου, μαζί με τη Γερόντισσα Ευγενία της Μονής Κορακιών, όπου θα λάβει το μικρό μοναχικό σχήμα και θα μετονομαστεί σε Παρασκευή Μοναχή. Κατά την παραμονή της στην Ι.Μ Αγίας Τριάδας Κορωπίου θα συνδεθεί πνευματικά με τον π. Παύλο Λαυριώτη, ο οποίος πρόσφατα απεβίωσε ζώντας τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην Ιερά Μονή Ζερμπίτσης. Το 1959 μεταβαίνει στην ερειπωμένη Ιερά Μονή Αγίου Δημητρίου Καρακαλά Ναυπλίου, την οποία ανακαινίζει εκ βάθρων και σχηματίζει την πρώτη μοναχική κοινότητα πέριξ αυτής. Εκεί θα λάβει το μέγα αγγελικό σχήμα και θα μετονομαστεί σε Παρθενία Μοναχή. Το 1965 μεταβαίνει στην Ιερά Μονή Ζερμπίτσης, την οποία θα αναστηλώσει και θα καλλωπίσει. Συμμετέχει στα κατηχητικά σχολεία της ευρύτερης περιοχής Ξηροκαμπίου καθώς και στις κατασκηνώσεις κοριτσιών της Ιεράς Μητρόπολης μας στην Ι.Μ Αγίων Αναργύρων Πάρνωνα. Επί 49 συναπτά έτη προσέφερε με καλοσύνη, αγάπη και κατανόηση τον πνευματικό της καρπό στους προσκυνητές της Ιεράς Μονής Ζερμπίτσης. Ευχόμαστε ο Κύριος μας να την αναπαύσει μετά των εκλεκτών του στην Ουράνια Βασιλεία του.
ΠΡΟΠΕΜΠΤΗΡΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΠΑΡΘΕΝΙΑ 
Καθηγούμενου Ι.Μ Αγίων Αναργύρων Αρχιμανδρίτη π. Πορφύριου Κονίδη
«Ὅ­σο ψη­λά καί ἄν ἀ­νεβεῖς λέ­ξη μήν πεῖς με­γά­λη
“πό χῶ­μα σέ ἔφτι­α­ξε ὁ Θε­ός κι ἐ­κει­ά γυ­ρί­ζεις πά­λι».[1]
Αὐτήν τήν μαντινάδα, καταστάλαγμα καί ἐμπειρία ζωῆς τῆς ἰδιαίτερης πατρίδας της, συνήθιζε νά ἀναφέρει ἡ Γερόντισσα, ὑπενθυμίζοντας πρός ὅλους μας, μέ τόν δικό της ποιητικό καί χαριτωμένο τρόπο ὅτι: «ἀληθῶς ματαιότης τά σύμπαντα, ὁ δέ βίος σκιά καί ἐνύπνιον[2]…, πάντα τέφρα, πάντα κόνις… πάντα ὀνείρων ἀπατηλότερα, μία ροπή καί ταῦτα πάντα θάνατος διαδέχεται…[3]
[1] Κρητική Μαντινάδα.
[2] Ἀπό τήν Ὑμνολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
[3] Ἀπό τήν Νεκρώσιμον Ἀκολουθίαν.

Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε Ποιμενάρχη μας, σε­βα­στοί πα­τέ­ρες, πενθηφόρε τῶν μοναζουσῶν σύλλογε, ἀ­γα­πη­τοί μου ἀ­δελ­φοί!
Ἡ ἀ­πό­φα­ση τοῦ Θε­οῦ γιά τόν κάθε ἄν­θρω­πο εἶ­ναι τε­λε­σί­δι­κη καί ἀ­με­τά­κλη­τη. «Θα­νά­τω ἀ­πο­θα­νῆ!». Ἐ­ξά­παν­τος ὁ ἄνθρωπος θά πε­θαίνει! Ὅλοι θά περάσουμε ἀπό τήν ἄγνωστη αὐτή πύλη τοῦ θανάτου… Ἀκόμη καί ὁ Ἴδιος ὁ Θε­ός, ὅ­ταν ἔ­γι­νε ἄν­θρω­πος καί σή­κω­σε ἐ­πά­νω του τίς ἁ­μαρ­τί­ες ὅλης τῆς ἀν­θρω­πό­τη­τος γεύτηκε τό πικρό ποτήρι τοῦ θανάτου… Ναί..!!! πέ­θα­νε ὁ Θε­ός ὡς ἄν­θρω­πος. Πέθανε γιά νά σκυλεύσει τό κράτος τοῦ θανάτου καί νά χαρίσει ζωή ἀθάνατη στόν ἄνθρωπο. Με­τά τόν θά­να­το τοῦ Χρι­στοῦ ὁ θά­να­τος ἔπαψε νά ἔ­χει καταδυναστευτικό χα­ρα­κτῆ­ρα καί φρικιαστική ἀβεβαιότητα στή ζωή τῶν πιστῶν. Με­τά τό θά­να­το τοῦ Χρι­στοῦ ὁ θά­να­τος ἔγινε γέ­φυ­ρα με­τά­γου­σα ἀ­πό τά κα­τώ­τε­ρα στά ἀ­νώ­τε­ρα…, ἀ­πό τά ἐ­πί­γει­α στά ἐ­που­ρά­νι­α…, ἀ­πό τά ἐγ­κό­σμι­α στά ὑ­περ­κό­σμι­α, ὅπου «ὀ­φθαλ­μός οὐκ οἶ­δε, καί οὖς οὐκ ἤ­κου­σε, καί ἐ­πί καρ­δί­αν ἀν­θρώ­που οὐκ ἀ­νέ­βη, ἅ ὁ Θε­ός ἠ­τοί­μα­σε τοῖς ἀ­γα­πῶ­σιν αὐ­τόν».[4] Ἀ­γα­θά ἀ­φάν­τα­στα, πού ἑ­τοί­μα­σε ὁ Θε­ός γιά ὅ­σους τόν ἀ­γα­ποῦν. Αὐ­τή εἶ­ναι ἡ πί­στη μας! Μι­ά πί­στη βε­βαι­ω­μέ­νη μέ θαύ­μα­τα…, ἀλλά καί μέ ἀ­να­στο­λές… μιά πίστη βεβαιωμένη μέ ὑ­περ­βά­σεις φυ­σι­κῶν νό­μων… ἀλλά καί μέ ἀμφισβητήσεις… μιά ἀναστάσιμη πίστη ἐπιβεβαιωμένη μέ αὐτόν τόν ἴδιο τόν θάνατο…
Ἀδελφοί μου,
ὁ Κυριεύων τῆς ζωῆς καί Δεσπόζων τοῦ θανάτου Κύριός μας, κάλεσε χθές τό ἀπόγευμα κοντά Του – ἡμέρα ὄχι τυχαία, ἀφοῦ ἄρχισαν νά ἑορτάζουν οἱ ἐννενήκοντα ἐννέα μάρτυρες τῆς Κρήτης τούς ὁποίους τιμοῦσε ἰδιαίτερα ἡ μεταστᾶσα – κάλεσε, λοιπόν, στή χώρα τῶν ζώντων, τήν σεβαστή Γερόντισσα Παρθενία, Καθηγουμένη τῆς παλαιφάτου Μονῆς τῆς Παναγίας τῆς ἑπονομαζομένης Ζερμπίτσας. Ζεῖ ἡ Γερόντισσα Παρθενία ἀπό χθές μέσα στό φῶς τοῦ Κυρίου…, στό ἀνέσπερον ἐκεῖνο φῶς πού ἐξακτινώθηκε ἀπό τό ἄδειο μνημεῖο μετά τήν νίκη Του ἐπί τοῦ θανάτου…
IMG_20141007_171757Συνηθίζεται στίς δύσκολες αὐτές στιγμές νά ἔρχονται στή μνήμη καί νά ἀπαριθμοῦνται τά ἐπιτεύγματα τοῦ ἀποθανόντος… Ἡ ζωή ὅμως τῆς κοιμηθείσης εἶχε τέτοια πολυκύμαντη διάρκεια καί οἱ προσπάθειές της ἦταν τόσο πολυάριθμες καί καρποφόρες πού ἐ­πι­λεί­ψει γάρ μέ δι­η­γού­με­νον ὁ χρό­νος[5] πε­ρί αὐτῶν. Γι’ αὐτό καί θά περιοριστῶ νά ἀναφέρω μονάχα τά πιό χαρακτηριστικά σημεῖα τῆς ὑπερδραστήριας καί πολυκύμαντης ζωῆς της.
Ἡ Αἰκατερίνα Βασιλάκη, τό κατά κόσμον ὄνομα τῆς σεβαστῆς Γερόντισσας, γεννήθηκε στά Χανιά τῆς λεβεντογέννας Κρήτης στίς 17 Ἰουνίου τοῦ ἔτους 1935. Στήν ἰδιαίτερη πατρίδα της ἔλαβε τά πρῶτα ἐγκύκλια γράμματα, καί συγχρόνως ἀπό τόσο νεανική ἡλικία ἄρχισε νά μυεῖται στήν ἐσωτερική ὠραιότητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Πρῶτος πνευματικός καθοδηγητής καί ἀλύπτης στά ἀσκητικά παλαίσματά της ἦταν ὁ σεβάσμιος Γέροντας καί μετέπειτα ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης μακαριστός Τιμόθεος Παπουτσάκης. Ἡ Αἰκατερίνα ἐπειδή φλεγόταν ἀπό τόνπόθον τῆς ἀσκήσεως, ἀπό πολύ νωρίς ἄρχισε νά συναυλίζεται εἰς τά ἱερά σκηνώματα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κορακιῶν. Ἐκεῖ, παρά τούς πόδας τῆς φωτισμένης Γερόντισσας Εὐγενίας μυήθηκε στά παλαίσματα τῆς μοναδικῆς ἀγγελικῆς πολιτείας ἐντρυφώντας ὅλο καί βαθύτερα στά ἐνδότερα τῆς φιλόσοφης καί ἄυλης ζωῆς
Τό 1956 δέχεται τήν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ ἀκούγοντας μέσα της τό: «ἔξελθε ἐκ τῆς γῆς σου καὶ ἐκ τῆς συγγενείας σου καὶ ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου καὶ δεῦρο εἰς τὴν γῆν, ἣν ἄν σοι δείξω».[6] Πράγματι, ἡ νεαρά καί ἀρχοντική Κόρη περιφρονώντας καί διακόπτοντας μελλοντικές σπουδές μέ βέβαιη καρριέρα, καθώς καί ὅλα ὅσα τήν περιστοίχιζαν – τά ὁποῖα δέν ἦταν λίγα καί εὐκαταφρόνητα – κάνει μαζί μέ τήν γερόντισσα Εὐγενία τήν κοσμική ὑπέρβαση…, τό πρῶτο ἀποταγικό φτερούγισμα γιά τήν παρθενική καί χωρίς ἀτομική περιουσία ἀσκητική ζωή. Φεύγοντας ἀπό τήν Κρήτη δέν πῆρε τίποτε μαζί της, παρά μόνον τόν ἑαυτό της.
Οἱ δυό τους φτάνουν στήν Ἱερά Μονή Ἁγίας Τριάδος Κορωπίου ὅπου ἡ Αἰκατερίνα δέχεται τήν ρασοευχή καί ἀργότερα λαμβάνει τό μικρό Μοναχικό Σχῆμα καί μετονομάζεται σέ Παρασκευή μοναχή. Ἀμέσως, λόγῳ τοῦ ἔμφυτου δυναμικοῦ χαρακτῆρος της καί τῶν πλουσίων ἡγετικῶν χαρισμάτων της, ἐνθρονίζεται καθηγουμένη καί ἀναλαμβάνει τό δύσκολο ἔργο τῆς διοίκησης καί εὔρυθμης λειτουργίας τῆς Μονῆς. Εὑρισκόμενη στό μοναστήρι αὐτό, σύμφωνα μέ τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, συναντᾶται μέ τόν μετέπειτα Γέροντα καί πνευματικό της ἀείμνηστο Παῦλο Λαυριώτη. Τό 1959 μέ τήν πνευματική καθοδήγηση τοῦ Γέροντος Παύλου καί τήν ἀρχιερατική εὐλογία τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἀργολίδος καί κατόπιν Πειραιῶς Χρυσοστόμου Ταβλαδωράκη ἀναλαμβάνει τήν διοίκηση τῆς σχεδόν ἐρειπωμένης Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Δημητρίου Καρακαλλᾶ Ναυπλίου, τήν ὁποία ἀνακαινίζει ἐκ βάθρων. Παράλληλα μέ τήν φροντίδα τῶν βιοτικῶν μεριμνῶν νοιάζεται ἰδιαίτερα γιά τήν πνευματική ἀνασύσταση τῆς Μονῆς. Πολύ σύντομα συγκροτεῖται, ὑπό τήν δυναμική καθοδήγησή της, γυναικεῖα ἀδελφότητα ὅπου ἐργάζεται ἐπί τῆς γῆς τά τῆς ζωῆς τῶν ἀγγέλων. Κατά τήν παραμονή της στή Μονή Καρακαλλᾶ λαμβάνει τό μέγα καί Ἀγγελικό Σχῆμα ἀπό τόν μακαριστό Χρυσόστομο καί μετονομάζεται σέ Παρθενία Μοναχή.
Ὅμως, τό ἀτίμητο γκεργκέφι, τό σχέδιο δηλαδή πού ἔπλεκε ὁ Θεός γιά τήν Γερόντισσα πλέον Παρθενία δέν ἔχει τελειώσει… Μιά καινούρια ἔξοδο πρός μιά νέα γῆ τῆς ἐπαγγελίας τῆς ἐτοιμάζει… Τό 1965 καταφθάνει στή Λακωνική γῆ καί ἀναλαμβάνει τήν ἱστορική Μονή τῆς Παναγίας τῆς Ζερμπίτσας. Ἐδῶ θά παλαίψει ψυχῆ τε καί σώματι… Στό χῶρο αὐτό θά ἀναδειχθοῦν τά πλούσια ἡγετικά, διδακτικά, κοινωνικά, ἀλλά καί σπάνια πνευματικά της χαρίσματα… Θά ἀναστηλώσει καί θά ἀνακαινίσει τίς πτέρυγες… Γενικά θά καλλωπίσει τήν Μονή… Θά φροντίσει γιά τήν παραμελημένη περιουσία της… Θά ἐνδιαφερθεῖ γιά τή δημιουργία εὔκολης πρόσβασης σέ αὐτή… Θά κατηχήσει, θά διδάξει καί θά καλλιεργήσει κλίσεις πρός κάθε κατεύθυνση… Δέν θά δώσει «ὕπνον τοῖς ὀφθαλμοῖς της καὶ τοῖς βλεφάροις της νυσταγμὸν καὶ ἀνάπαυσιν τοῖς κροτάφοις της, ἕως οὗ καταστεῖ» τό μοναστήρι σκήνωμα τοῦ Θεοῦ ᾿Ιακώβ,[7] πυλώνας καί σημεῖον πνευματικῆς ἀναφορᾶς…
Ἤξερε πολύ καλά ὅτι ἡ ἐξωτερική τάξη καί ἐπέκταση τοῦ μοναστηριοῦ δέν ἔχει πολύ μεγάλη σημασία μπροστά στό ἐσωτερικό περιεχόμενο, πού πρέπει νά ὑπάρχει στό ἔμψυχο δυναμικό τῆς Μονῆς καί γι’ αὐτό ἀγωνιζόταν παράλληλα νά ἐμπνεύσει καί νά δώσει στό ἔργο της ψυχή…, πνοή πνευματική… φῶς ἐκ τοῦ ἀενάου φωτός… Γιά νά τό πετύχει αὐτό ἀ­γάπησε πολύ τή ζω­ή τῆς φι­λο­πο­νί­ας… συ­νε­χῶς βία­ζε τόν ἑ­αυ­τό της ἀλλά καί τίς ὁλοπρόθυμες πνευματικές θυγατέρες της πρός κάθε πνευματική ἐργασία… πρός τήν τελειότητα… Συνεργάζεται προσευχητικά μέ τήν Μεγάλη Ἔφορο καί Προστάτιδα τῆς Μονῆς, τήν Παναγία καί μέ τήν ὁλόφωτη καθοδήγηση τῆς Παντάνασας Ζερμπίτσας θά ὀργανώσει πνευματικά τήν Μονή καί θά τήν ἀναδείξει σέ φάρο καί «πόλη ὄντως ἐπάνω ὄρους κειμένη» ὅπου θά φωτίζει, θά σκέπει, θά περιφρουρεῖ καί θά παρηγορεῖ κάθε κουρασμένο στρατοκόπο τῆς ζωῆς… Θά ἀγωνιστεῖ μέ δύναμη μητρικῆς ψυχῆς νά καταστήσει τό Μοναστήρι της «ἐργαστῆρι πνευματικῆς ζωῆς καί ἰατρεῖο πνευματικό».
Καί αὐτή ἡ Μονή θά γίνει ἐφαλτήριο ὅπου ἡ Γερόντισσα θά φτάσει νικηφόρα στόν «τόπο τοῦ ἁγιάσματος τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ». Ἀπό τό Θεομητορικό αὐτό τέμενος ἡ Μοναχή καί Καθηγουμένη Παρθενία θά ἀντιμετωπίσει τόν ἔσχατο ἐχθρό τοῦ ἀνθρώπου τόν θάνατο[8] μέ θάρρος, ὅπως ἁρμόζει σέ μιά γνήσια χριστιανική καί ἀγωνιστική ψυχή… Ὅπως ταιριάζει σε μιά ἀληθινή μοναχή πού ἀγωνίστηκε νά καταστεῖ ὄντως «τέκνον φωτός». Αὐ­τόν τόν θά­να­το πού ἐ­μεῖς φο­βό­μαστε ἀκόμη καί νά τόν ἀ­να­λο­γι­στοῦ­με, ἐ­κείνη τόν ἀν­τί­κρυ­σε μέ δύναμη ψυχῆς καί ἀ­πα­ρά­μιλ­λο ψυ­χι­κό σθέ­νος. Θυμᾶμαι σέ μιά ἀπό τίς τελευταῖες ἐπισκέψεις, ὅταν ὁ σκόλωψ τῆς σαρκός τήν εἶχε σαρρακώσει, νά μοῦ λέει χαμογελώντας καί μέ φωτεινό πρόσωπο: «Πεθαίνω…, τό ξέρω… ἀλλά δέν φοβᾶμαι.» Πῶς, ἀλήθεια, νά φοβηθεῖ ἀφοῦ εἶχε πεθάνει πρίν πεθάνει καί ἡ ἀγάπη της γιά τόν Νυμφίο Χριστό ἔξω ἔβαλε τόν φόβο;
Ἀναφέρει ἡ Γραφή: «ὃν γὰρ ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει, μαστιγοῖ δὲ πάντα υἱὸν ὃν παραδέχεται»...[9] Ἔτσι καί ἡ γνήσια θυγατέρα τοῦ Θεοῦ Γερόντισσα Παρθενία. Παιδεύτηκε… Μαστιγώθηκε ἀπό τό μαστίγιο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ… «Δοκιμάστηκε στό χωνευτήριο τῆς ἀσθένειας καί ἀπό τίς διάφορες προσβολές τῶν λυπηρῶν ὥστε νά ἀποβάλλει κάθε μεταπτωτική ἀκαθαρσία… γιά νά ἀναδειχτεῖ ἡ γνησιότητα καί τό ταπεινό ἀταπείνωτο τῆς ψυχῆς της».[10] Μπροστά σέ ὅλες αὐτές τίς παιδαγωγικές ἐπισκέψεις τοῦ Θεοῦ, ἔμεινε ἕνας ἀνίκητος ἀθλητής πού δέν λύγισε ἀπό καμμιά συμφορά. Καί αὐτό διότι ἦταν βαθύ τό μοναχικό φρόνημά της… Ἦταν ἐμπειρικό τό μάθημα τοῦ τρόπου λειτουργίας τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ… Γνώριζε ὅτι «γιά τό θερ­μό μοναχό ὅ­λα στή ζω­ή του γί­νον­ται δύ­σκο­λα. Ἡ συμ­πε­ρι­φο­ρά τῶν ἀν­θρώ­πων ἀ­πέ­ναν­τι του χει­ρο­τε­ρεύ­ει…, παύ­ουν νά τόν ἐ­κτι­μοῦν… αὐ­τό πού ἀ­νέ­χον­ται σ” ἄλ­λους, σ” αὐ­τόν δέν τό συγ­χω­ροῦν…, τό σῶ­μα του εὔ­κο­λα προ­σβάλ­λε­ται ἀ­πό ἀ­σθέ­νει­ες. Ἡ φύ­ση, οἱ ἄν­θρω­ποι, ὅ­λα φαίνονται νά στρέ­φον­ται ἐ­ναν­τί­ον του. Πα­ρό­τι τά φυ­σι­κά του χα­ρί­σμα­τα δέν εἶ­ναι κα­τώ­τε­ρα ἀ­πό τά χα­ρί­σμα­τα τῶν ἄλ­λων, δέν βρί­σκει εὐ­νο­ϊ­κές συν­θῆ­κες νά τά χρη­σι­μο­ποί­η­σει. Ἐ­πί πλέ­ον ὑ­πο­μέ­νει πολ­λές ἐ­πι­θέ­σεις ἀ­πό τίς δαι­μο­νι­κές δυ­νά­μεις καί τό ἀ­πο­κο­ρύ­φω­μα εἶ­ναι ἡ ἀ­νυ­πό­φο­ρη θλί­ψη καί οἱ ἀσθένειεςὍ­ταν ὅ­μως πε­ρά­σουν αὐ­τές οἱ δο­κι­μα­σί­ες, τό­τε θά δεῖ πῶς ἡ θαυ­μα­στή πρό­νοι­α τοῦ Θε­οῦ τόν φύ­λα­γε προ­σε­κτι­κά σ” ὅ­λες τίς πτυ­χές τῆς ζω­ῆς του».[11]
Ἀναπολώντας, ἀδελφοί μου, τή βιοτή τῆς κεκοιμημένης διαπιστώνουμε ὅτι βρίσκουν ἀπόλυτη ἐφαρμογή τά τοῦ Ψαλμῳδοῦ: «Κύ­ρι­ος ποι­μαί­νει μέ καί οὐ­δέν με ὑ­στε­ρή­σει. Εἰς τό­πον χλό­ης, ἐ­κεῖ μέ κα­τε­σκή­νω­σεν […] Τήν ψυ­χήν μου ἐ­πέ­στρε­ψεν […] ἐ­πί τρί­βους δι­και­ο­σύ­νης […] ἐ­άν γάρ καί πο­ρευ­θῶ ἐν μέ­σῳ σκι­ᾶς θα­νά­του, οὐ φο­βη­θή­σο­μαι κα­κά, ὅ­τι σύ μέτ΄ ἐ­μοῦ εἰ. […] Ἠ­τοί­μα­σας ἐ­νώ­πι­όν μου τρά­πε­ζαν [...] Ἐ­λί­πα­νας ἐν ἐ­λαί­ῳ τήν κε­φα­λήν μου[…] καί τό ἔ­λε­ός σου κα­τα­δι­ώ­ξει με πά­σας τάς ἡ­μέ­ρας τῆς ζω­ῆς μου».[12]
Ἡ Γερόντισσα Παρθενία δέν εἶχε, ἀλλά ἰδιαιτέρως σήμερα πού βιώνει τήν ἀλήθεια τῶν νοημάτων καί τῶν λόγων, δέν ἔχει ἀνάγκη συνηθισμένων λόγων… λόγων ἐπαινετικῶν… ἰδιαίτερα ἀπό τήν ἀναξιότητά μου… Ἀπό τή στιγμή τῆς προσωπικῆς της ἀφιέρωσης δέν φρονοῦσε τά πρόσκαιρα διότι ἀσκητικά γνώριζε καί ἐμπειρικά βίωνε ὅτι: «ὅ­λοι ἐ­μεῖς πρέ­πει νά φα­νε­ρω­θοῦ­με μπρο­στά στό βῆ­μα τοῦ Χρι­στοῦ, γιά νά ἀ­πο­λά­βει ὁ κα­θέ­νας αὐ­τά πού σχε­τί­ζον­ται μέ ὅ­σα ἔ­πρα­ξε μέ τό σῶ­μα του, εἴ­τε ἀ­γα­θό εἴ­τε κα­κό».[13] Αὐτά τά ἔργα τά ἀγαθά τῶν μοναχῶν εἶναι ποτισμένα μέ αἷμα καί δάκρυα… Αὐτά εἶναι καί ἡ προσωπική τους χαρά καί εὐτυχία… Ἡ χα­ρά τῶν μο­να­χῶν δέν ἔχει στοιχεῖα κο­σμι­κῆς φύ­σε­ως… Οἱ μοναχοί γιά ἄλ­λες χα­ρές… ἤ καλύτεραγιά στίγματα, γιά σημάδια μαρτυρίου καί μαρτυρίας ἔχουν νά καυχηθοῦν…
Γράφει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής: «Τά τῶν κο­σμι­κῶν κα­τορ­θώ­μα­τα πτώ­μα­τα – δηλαδή ἀνάξια λόγου - εἶναι γιά τούς μο­να­χούς καί τῶν μο­να­χῶν τά κα­τορ­θώ­μα­τα πτώ­μα­τα εἶναι­ γιά τούς κο­σμι­κούς. Τέτοια εἶναι τά τῶν κοσμι­κῶν κα­τορ­θώ­μα­τα, ὁ πλοῦ­τός, ἡ δό­ξα, ἡ μακροημέρευση, ἡ τρυ­φή καί εὐ­σαρ­κί­α ἡ εὐ­τε­κνί­α καί τά τού­των ἀ­κό­λου­θα, μέ τά ὁποῖα ἄν ἀσχοληθεῖ ὁ μο­να­χός θά χαθεῖ ψυχή τε καί σώματι. Τά δέ τοῦ μο­να­χοῦ κα­τορ­θώ­μα­τα εἶναι, ἡ ἀ­κτη­μο­σύ­νη, ἡ ἀ­δο­ξί­α, ἡ ἀ­δυ­να­μί­α, ἡ ἐγ­κρά­τει­α, ἡ κα­κο­πά­θει­α καί τά τού­των ἀ­κό­λου­θα»,[14] τά ὁποῖα τοῦ ἐξασφαλίζουν τή θέα τῶν ἀθεάτων. Καί ἡ πολυδοκιμασμένη ὁσία Καθηγουμένη ἔχει πολλά τέτοια κατορθώματα πού καταμαρτυροῦν τούς ἀγῶνες της καί διεκδικοῦν τώρα ἐπάξια τά ὑπό τοῦ Κυρίου προαναγγελθέντα ἔπαθλα…
«Ἡ με­λέ­τη τοῦ θα­νά­του γιά τούς μοναχούςεἶ­ναι με­λέ­τη ζω­ῆς, ἀναφέρει σύγχρονος γέροντας. Αὐ­τό πού ἀ­να­πό­φευ­κτα βλέ­που­με μπρο­στά μας νά πλη­σι­ά­ζει εἶ­ναι ὁ θά­να­τος. Αὐ­τό πού ὑ­πάρ­χει μέ­σα μας εἶ­ναι ἡ δί­ψα τῆς αἰ­ώ­νι­ας ζω­ῆς. Καί ἐ­πει­δή ἀ­γαπήσαμε τό δρό­μο αὐ­τῆς τῆς ζω­ῆς καί ἀ­σκή­σε­ως, προ­χω­ροῦμε… Ἀρ­χί­ζουμε νά θαβόμαστε…, ζοῦμε τή νέ­κρω­ση καί τρέ­φόμαστε ἀ­πό ζω­ή ἀ­νώ­λε­θρο…, ἀ­πό χα­ρά πού δέν πα­ρέρ­χε­ται. Ὅ­ταν βα­πτιζόμαστε «εἰς τόν θά­να­τον» τοῦ Ἰ­η­σοῦ, ἐν­δυ­όμεθα τόν Χρι­στό καί παίρ­νουμε ὄ­νο­μα. Ὅ­ταν γινόμαστε μο­να­χοί λαμ­βά­νουμε δεύ­τε­ρο βά­πτι­σμα καί παίρ­νουμε νέ­ο ὄ­νο­μα…, στήν οὐσία… νεκρωνόμαστε γιά τόν κόσμο».[15] Δυστυχῶς ὅμως, οἱ πε­ρισ­σό­τε­ροι βι­ώ­νου­με τό γε­γο­νός τῆς σω­μα­τι­κῆς μας ἀ­πώ­λει­ας μέ τα­ρα­χή…, μέ ἀνησυχία…, μέ ἄρνηση…, μέ θυμό καί ἕνα σωρό ἄλλα ἀρνητικά συναισθήματα πού κα­τα­κλύ­ζουν τήν ψυχή κα­θώς ἐγ­γί­ζει ἡ ὥ­ρα τῆς ἐ­ξό­δου. Ὅ­μως, ἡ ἀ­εί­μνη­στος, ἔ­χον­τας βα­θι­ά μέ­σα στή καρ­δι­ά τό ὑ­πό­δειγ­μα τοῦ Κυ­ρί­ου, πού μέ τήν Ἀ­νά­στα­ση Του συ­νέ­τρι­ψε τήν πα­γί­δα αὐ­τή, ἔ­κα­με πρά­ξη τό λό­γο τοῦ ψαλ­μω­δοῦ: «ἡ πα­γίς συ­νε­τρί­βη, καί ἐ­γώ ἐρ­ρύ­σθην, δι­ό­τι ἡ βο­ή­θει­ά μου ἐν ὀ­νό­μα­τι Κυ­ρί­ου».[16] 
Σεβαστή καί ἀγαπητή μας Γερόντισσα,
«τώρα πού στή χοϊκή σάρκα σου «ἐπεισῆλθε τό ξένον μυστήριον τοῦ θανάτου» καί ἡ πηλίνη σου «γλῶσσα πέπαυται νά λαλεῖ» ρήματα ζωῆς αἰωνίου «καί τά χείλη κεκώλυνται»… λαλώντας τή σιωπή, τή γλώσσα τῆς αἰωνιότητας, «καί αἱ χεῖρες συνδέδενται καί οἱ πόδες συμπλέκονται…», τώρα πού «οἱ ὀφθαλμοί ἐσβέσθησαν καί οὐ κατανοοῦσι τούς θρηνοῦντας…, τώρα πού «ἡ ἀκοή οὐ παραδέχεται τῶν λυπουμένων τόν καρδιακόν ὀλολυγμόν»… τή στιγμή αὐτή πού «ἡ ρίς οὐκ ὀσφραίνεται τοῦ θυμιάματος τήν εὐωδίαν»… τώρα πού ἀναπαύεσαι «ἐν μέσῳ πάντων σιγηρά καί ἄφωνος» καί «τό στόμα ἤργησε»… μένει στά βάθη τῶν καρδιῶν μας, – ἰσχυρό ἐφόδιο καί φυλακτό ἡ σιωπηλή βεβαίωση τῆς συνέχισης τῆς μοναχικῆς παρακαταθήκης σου καί τῆς παρακλητικῆς προσευχῆς σου… Μένει ἡ δι’ ἔργων ἐκφρασθεῖσα ἀληθινή καί ἰδιαίτερη ἀγάπη σου, ἡ ὁποία «ἀληθινή ἀγάπη οὐδέποτε νεκροῦται»[17] ἀλλά μένει εἰς τόν αἰῶνα καί συντροφεύει τήν ἐπίγεια ζωή μας «εἰς τήν ὁδόν τήν ὁποίαν οὐδέποτε διωδεύσαμεν», τότε πού ὁ δερμάτινος χιτώνας ἀλλοιοῦται, φθείρεται, νεκροῦται, γίνεται «γῆ καί σποδός»[18].
Σ’ εὐχαριστοῦμε γιά ὅλα σεβαστή Γερόντισσα… Σ’ εὐγνωμονοῦμε…. Συγχώρα μας γιά τυχόν λάθη καί ἀστοχίες μας καί λάβε τόν πόνο τῆς ψυχῆς μας καθώς καί τό εὐχαριστήριο δάκρυ μας ὡς λιβανωτό στήν μακαρία ὁδό πού σήμερα πορεύεσαι… Δέξου τή φτωχική διαβεβαίωσή μας ὅτι δέν θά σέ λησμονήσουμε ποτέ: «διότι τό­τε οἱ νε­κροί πε­θαί­νου­νε, ὅ­ταν τούς λη­σμο­νᾶ­νε»…[19] Ἅπλωσε Γερόντισσα τό κουρασμένο χέρι σου καί σταύρωσέ μας νοερά… παραμύθησέ μας, ὅπως τό ἔκανες μέχρι πρίν λίγες ὥρες καί δῶσε μας γιά μιά ἀκόμη φορά ἐφόδιο στόν ἀγῶνα τῆς ζωῆς τήν μητρική καί Γεροντική εὐχή σου. Ἀναπαύου ἐν εἰρήνῃ στίς καρδιές μας… διότι ὁ «ἀ­λη­θι­νός τά­φος τῶν νε­κρῶν εἶ­ναι οἱ καρ­διές τῶν ζων­τα­νῶν».[20] «Παρθενίας τῆς ὁσιοτάτης Καθηγουμένης εἴη αἰωνία ἡ μνήμη»…
[1] Κρητική Μαντινάδα.
[2] Ἀπό τήν Ὑμνολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
[3] Ἀπό τήν Νεκρώσιμον Ἀκολουθίαν.
[4] Βλ. Α΄ Κορ. 2:9.
[5] Βλ. Ἑβρ. 11:32.
[6] Βλ. Ἐξ.12:1.
[7] Βλ. Ψαλμ., 131:4-5.
[8] Πρβλ. Α΄ Κρ., 15:26.
[9] Βλ. Ἑβρ., 12:-7.
[10] Πρβλ. Γρηγορίου Νύσης, εἰς τόν βίον τῆς ἁγίας Μακρίνας.
[11] Ἅγιος Σιλουανός, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΘΕΟΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ.
[12] Πρβλ. Ψαλμ. 22.
[13] Βλ. Β΄ Κρ., 5:1-10.
[14] Μα­ξί­μου Ὁ­μο­λο­γη­τοῦ, Κε­φά­λαι­α πε­ρί ἀ­γά­πης 3,85, PG 90J044A.
[15] π. Βασίλειος Γοντικάκης.
[16] Βλ. Ψαλμ., 123:7.
[17] Βλ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ.
[18] ἐρανισμένο προσηρμοσμένο.
[19] Κώ­στας Οὐ­ρά­νης, 1890-1953, Ποι­η­τής
[20] Τά­κι­τος, 55-120 μ.Χ., Ρω­μαῖ­ος ἱ­στο­ρι­κός.


0parhtenia-5
0parhtenia-4
0parhtenia-3
0parhtenia-2
0parhtenia-1
0parhtenia-13
0parhtenia-12
0parhtenia-11
0parhtenia-9
0parhtenia-8
0parhtenia-7
0parhtenia-32
0parhtenia-31
0parhtenia-30
0parhtenia-25
0parhtenia-23
0parhtenia-22
0parhtenia-21
0parhtenia-20
0parhtenia-19
0parhtenia-18
0parhtenia-17
0parhtenia-15
0parhtenia-40
0parhtenia-39
0parhtenia-38
0parhtenia-37
0parhtenia-33
0parhtenia-43
0parhtenia-42
0parhtenia-41
0parhtenia-48
0parhtenia-47
0parhtenia-46
0parhtenia-45
0parhtenia-52
0parhtenia-49
0parhtenia-50
0parhtenia-54
0parhtenia-53
IMG_20141007_1717571
ΗΓΟΥΜΕΝΗ
ηγουμ-4
ηγουμ-1
Πηγέςimmspartis.gr-  romfea.gr

Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2015

Προσεγγίζοντας την ορθόδοξη Μητέρα



site analysis


Πρεσβυτέρας Αγαθής Μάγγανου-Χριστοδούλου*
Σας καλησπερίζω κι εγώ με τη σειρά μου και σας ευχαριστώ όλους από καρδιάς που μου κάνατε την τιμή να βρίσκομαι απόψε κοντά σας, σ’αυτή την όμορφη παρέα και στο ζεστό σας χώρο, για να προσεγγίσουμε όλοι μαζί αυτή την εργάτρια του Ευαγγελίου, μια λαξεύτρια της παιδικής ψυχής, την Ορθόδοξη Χριστιανή μητέρα. Όμως, πριν φτάσουμε σε αυτή πρέπει πρωτίστως να ξεκινήσουμε από την ευλογημένη συζυγία. Μία συζυγία, η οποία δεν είναι ένας βίος ανθόσπαρτος, όπως ορισμένες φορές λανθασμένα ευχόμαστε στα νιόπαντρα ζευγάρια, γιατί η συζυγία, όπως όλοι θα γνωρίζετε, αλλά και όπως το λέει και η ίδια η λέξη είναι «συν+ζυγός», δηλαδή είναι ένα φορτίο, το οποίο καλούνται να σηκώσουν με αγάπη και υπομονή δύο άνθρωποι.

Δύο άνθρωποι, οι οποίοι μέχρι χθες ήταν ολότελα ξένοι, με διαφορετικούς χαρακτήρες, παρελθόν, ήθη και έθιμα, ακόμα και πατρίδες, με ελεύθερη βούληση και πάντοτε με τη Θεία ευλογία, αποφασίζουν να πορευθούν μαζί στη ζωή. Ζωές παράλληλες, σήμερα τέμνονται! Σώματα δύο, γίνονται ένα! «῏Ω μακαρία δυάς! … λένε οι Πατέρες… ῏Ωἀγάπη ἀστείρευτη!» … που ολοκληρώνεσαι και καθαγιάζεσαι μέσα από το μυστήριο του γάμου!

Μέσα σε αυτό το ευλογημένο πλαίσιο, οι δύο άνθρωποι ενώνονται σε ένα ψυχοσωματικό σύνολο και παλεύουν όχι μόνο να γνωρίσουν ο ένας τον άλλο, αλλά και να συναντήσουν το Θεό. Από την ένωση αυτή επέρχεται ως υψίστη ευλογία του Θεού, η τεκνογονία. Ο μικρός και φθαρτός άνθρωπος, καθίσταται συνδημιουργός του Θεού και προσφέρει αυτό που έχει, το φθαρτό, το σώμα. Οι άνθρωποι προσφέρουν την ύλη-σώμα και ο Θεός την αθάνατη ψυχή.

Μπορεί άραγε η ανθρώπινη διάνοια να συλλάβει το ύψος της κλήσεως και της τιμής; Ο Θεός δεν μας έχει ανάγκη. Θα μπορούσε να βρει ένα οποιοδήποτε άλλο τρόπο για να δημιουργήσει νέους ανθρώπους. Όμως δεν ήθελε να μας παραμερίσει. Ήθελε να καθαγιαστούμε κι εμείς μέσα από τους νέους ανθρώπους. Πατέρας, Μητέρα! Υπάρχουν λέξεις πιο σπουδαίες από αυτές; Μεταξύ όλων των λαών, οι γονείς είναι πρόσωπα σεβαστά και ιερά. Τι έλεγε ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης; «Οὐκ ἔστι μητρὸς οὐδὲν ἥδιον», δηλαδή «Δεν υπάρχει τίποτα πιο γλυκό από τη μητέρα». Σπουδαίο πράγμα η μητρότητα, μα τι είναι στ’αλήθεια; Μητρότητα σημαίνει εκούσια θυσία. Η θυσία όμως αυτή είναι ηθελημένη και υψίστη και θα πληρωθεί με μεγάλη αμοιβή από το Θεό.

Αν ήθελε κάποιος να μιλήσει για τις θυσίες που κάνουν οι μητέρες, θα μπορούσε να μιλάει μέρες και να γράψει τόμους. Πόσες μητέρες στις μέρες μας, στο άκουσμα ότι πάσχουν από μια ανίατη ασθένεια και ότι θα πρέπει να κάνουν διακοπή της κυήσεώς τους, δε θυσιάζουν το «εγώ» τους και τον εαυτό τους και αρνούνται κατηγορηματικά να θυσιάσουν το σπλάγχνο τους για να σωθεί η ζωή τους; Πόσες ακόμη δεν έχουν θυσιάσει και τη ζωή τους; Σε πρόσφατο σεισμό, όταν μια μητέρα κατάλαβε ότι το σπίτι της επρόκειτο να καταρρεύσει, προστάτευσε το μωρό της με το ίδιο της το σώμα και όταν, δύο μέρες μετά, οι διασώστες ανέσυραν το βρέφος ζωντανό αλλά τη μητέρα νεκρή, διάβασαν στην οθόνη του κινητού της δύστυχης μάνας: «Αν επιζήσεις, να ξέρεις ότι σ’αγαπώ!» Πριν ξεψυχήσει, άφησε στο παιδί της παντοτινή κληρονομιά δυο λόγια αγάπης! Αλλά και πριν πολλά χρόνια, τη μετακατοχική περίοδο, σε μια πόλη της Αθήνας, μια φτωχή μάνα, στην προσπάθειά της να ηρεμήσει το νεογέννητο αγοράκι της που έκλαιγε σπαρακτικά γιατί πεινούσε, αποφάσισε να το θηλάσει, ενώ δεν είχε γάλα. Λίγη ώρα μετά, έντρομη διαπίστωσε πως το πρόσωπο του μωρού ήταν γεμάτο κόκκινα στίγματα. Βλέποντάς το ο γιατρός, συγκινημένος, της λέει: «Καημενούλα μου, τα κόκκινα αυτά στίγματα είναι το αίμα της καρδιάς σου!» Χιλιάδες τέτοια παραδείγματα θα μπορούσε να αναφέρει κανείς…

Στο σημείο όμως αυτό, ένας σύγχρονος παιδαγωγός έρχεται να εξυψώσει την ορθόδοξη χριστιανή μητέρα λέγοντας: «Δώστε μου μητέρες χριστιανές και μπορώ να αναμορφώσω τον κόσμο!» Γιατί δεν λέει ικανές μητέρες; Γιατί ζητά μητέρες χριστιανές ο μεγάλος αυτός παιδαγωγός; Μα γιατί οι χριστιανές μητέρες, ύστερα από το Θεό, είναι οι σπουδαιότερες εργάτριες, που λαξεύουν τις παιδικές ψυχές και εμπνέουν ιδανικά, αγωνιζόμενες να μορφώσουν τα τέκνα τους «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου»!

Αυτό το σκοπό είχαν και οι άγιες μητέρες των Τριών Ιεραρχών, τα τέκνα των οποίων η Εκκλησία μας εόρτασε πριν λίγες μέρες. Θα τις αναφέρουμε για να μας εμπνεύσουν και για να μπορέσουμε να τις ακολουθήσουμε.

Πρώτη, η αγία Εμμέλεια, η μητέρα του Μεγάλου Βασιλείου. Μητέρα δέκα τέκνων εκ των οποίων τα πέντε άγιοι της Εκκλησίας μας! Όπως έλεγε και το όνομά της, «ἐν+μέλος» υπήρχε σε όλη τη ζωή της αρμονία. Η ζωή της όμως, δεν ήταν καθόλου εύκολη. Λίγο μετά τη γέννηση του δέκατου παιδιού της, του αγίου Πέτρου Σεβαστείας, ο σύζυγος της Βασίλειος, πεθαίνει και μένει μόνη να μεγαλώσει τα τέκνα της. Λίγο αργότερα, χάνει και ένα από τα μικρότερά της αγόρια, και λίγο πιο μετά χάνει τον αγαπημένο της γιο, τον άγιο Ναυκράτιο, ο οποίος ήταν μοναχός και πνίγηκε κατά τη διάρκεια ψαρέματος. Μένει μόνη να μεγαλώσει τα οκτώ της παιδιά. Δεν το έβαλε κάτω ούτε μια στιγμή. Από μικρά τους έλεγε ιστορίες από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, τους μάθαινε να προσεύχονται, να ψάλλουν ύμνους της Εκκλησίας, να εκκλησιάζονται τακτικά. Τα παρακολουθούσε ως άγρυπνος φρουρός, έχοντας πάντα στο νου της ότι μπροστά της δεν είχε μόνο σώματα, αλλά αθάνατες ψυχές. Όταν κάποτε ο άγιος Βασίλειος αποφάσισε να ασχοληθεί και με τη ρητορική εκτός από τις άλλες επιστήμες που είχε σπουδάσει, εκείνη με κλάματα και αγάπη και τη βοήθεια της κόρης της αγίας Μακρίνας, κατόρθωσε να τον μεταπείσει, αλλά και να αξιωθεί να τον δει Επίσκοπο Καισάρειας.

Δεύτερη, η Νόννα, η μητέρα του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, η γυναίκα των προσευχών και των δακρύων. Βρέθηκε μπροστά σε δύο μεγάλους σταυρούς: Ο σύζυγός της Γρηγόριος ήταν αιρετικός, οπαδός του συστήματος των Υψισταρίων, το οποίο συνδύαζε ειδωλολατρικά και ιουδαϊστικά στοιχεία. Δύο κόσμοι αντίθετοι. Ούτε για μια στιγμή δε σκέφτηκε το χωρισμό. Χρόνια ολόκληρα προσευχόταν με πίστη και ο καλός Θεός όχι μόνο άκουσε τις προσευχές της, αλλά την αξίωσε να δει το σύζυγό της Επίσκοπο Ναζιανζού! Εδώ να υπενθυμίσω στην αγάπη σας ότι βρισκόμαστε ακόμη σε μια εποχή όπου η Εκκλησία ανεδείκνυε έγγαμους Αρχιερείς έως το 691 μ.Χ. με τη Σύνοδο της Πενθέκτης. Αλήθεια πόση χαρά και ευτυχία απήλαυσε η Νόννα! Τα χρόνια όμως περνούσαν κι ενώ το σπίτι της ήταν γεμάτο αγαθά, έλειπε ο θησαυρός που ποθούσε, τα παιδιά! Νύχτα μέρα προσευχόταν και ικέτευε τον Κύριο να της χαρίσει τέκνα και το θαύμα εγένετο! Η προσευχή της, έφερε στο φως τον υιό της, άγιο Γρηγόριο! Εκείνη όμως συνέχισε τις προσευχές της και ο Κύριος την αξίωσε να αποκτήσει δύο ακόμη παιδιά, τη αγία Γοργονία και τον άγιο Καισάριο. Έβλεπε τα παιδιά της με δέος και πριν αυτά μάθουν ακόμη γράμματα τους έδινε να κρατούν την Αγία Γραφή κι εκείνη τους έλεγε τις ιερές ιστορίες. Τα παιδιά μεγάλωσαν και λάτρεψαν και τα τρία τον Θεό. Η καρδιά της Νόννας όμως, έμελλε να περάσει κι άλλες θλίψεις. Σε ηλικία 37 ετών χάνεται ο λαμπρός ιατρός και υιός της Καισάριος και λίγο αργότερα η κόρη της Γοργονία και ο γαμπρός της Αλύπιος. Όμως η Νόννα, ως άνθρωπος του Θεού, όλα τα υπέμενε! Παρέμεινε γενναία, νικήτρια του πόνου και ανέθρεψε τα έξι ορφανά εγγόνια της…

Μια τέτοια γενναία γυναίκα ήταν και η Ανθούσα, σύζυγος του Στρατηλάτου Σεκούνδου, μητέρα του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, μια γυναίκα εξαιρετικής ομορφιάς και μορφώσεως που στα είκοσι της χρόνια και λίγους μήνες μετά τη γέννηση του υιού της, έμεινε χήρα! Δε θέλησε να κάνει δεύτερο γάμο, αλλά προτίμησε σε τόσο μικρή ηλικία να αφιερωθεί στη ἐν Χριστῷ διαπαιδαγώγηση του υιού της. Ήξερε άλλωστε ότι ο Κύριος είναι «ὁ πατὴρ τῶν ὀρφανῶν καὶ κριτὴς τῶν χηρῶν» ή όπως πιο απλά λέει ο λαός μας «στο φτωχό και στο ορφανό πουλί ο Θεός χτίζει φωλιά»!

Βλέποντας τέτοιες ένδοξες γυναίκες πώς να μη θαυμάσει και αναφωνήσει ο ειδωλολάτρης φιλόσοφος Λιβάνιος: «Βαβαί, οἷαι παρὰ χριστιανοῖς γυναῖκες εἰσίν!»

Υπάρχουν σήμερα Εμμέλειες, Νόννες, Ανθούσες; Η απάντηση είναι καταφατική! Είναι όλες αυτές οι ορθόδοξες μητέρες που αγωνίζονται καθημερινά να μεγαλώσουν τα παιδιά τους «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου». Δε μεριμνούν μόνο για την ευπορία και ευζωία των παιδιών τους. Δεν αγωνίζονται μόνο για το πώς θα τους χτίσουν σπίτια και θα τους αφήσουν κληρονομιές. Αυτά είναι όμορφα, αλλά είναι μόνο για αυτή τη ζωή. Και όπως καλά γνωρίζουμε, μία ῥοπὴ καὶ ταῦτα πάντα θάνατος διαδέχεται. Πόθος τους τρανός λοιπόν, θα πρέπει να είναι να αποκτήσουν τα τέκνα τους χριστιανικές αρετές, να έχουν καλούς τρόπους, να θησαυρίσουν έργα αγάπης. Και πώς θα το κατορθώσουν αυτό; Οδηγώντας τα στο Χριστό, όχι μόνο από παιδική ηλικία, ούτε από βρεφική ηλικία, αλλά από μητρός κοιλίας και γνωρίζοντας πως η αγιότητα των γονέων είναι η καλύτερη αγωγή ἐνΚυρίῳ, όπως έλεγε και ο γέροντας Πορφύριος. Ακτινοβολείς Χριστό, το ίδιο θα κάνει και το παιδί σου αργά ή γρήγορα.

Και αν τα παιδιά φαίνονται απρόθυμα να ακολουθήσουν τη μακαρία οδό; Τότε τι κάνει η ορθόδοξη μάνα; Μα φυσικά κάνει το θέμα της, θέμα προσευχής! Λάδι και δάκρυ χρειάζονται τα παιδιά μας λένε οι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Με λάδι και δάκρυ δε χάνονται ποτέ! Ας θυμηθούμε το παράδειγμα της Αγίας Μόνικας, η οποία δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια προσευχόταν για να γυρίσει στο δρόμο της αληθείας ο υιός της, Ιερός Αυγουστίνος.

Αυτή είναι η ορθόδοξη μητέρα! Αυτή που δεν τη νοιάζει το «εγώ» της και το φαίνεσθαι του κόσμου. Αυτή που αγωνίζεται μέχρις εσχάτων και που η αγάπη της νικάει ακόμα και τον ίδιο το θάνατο! Ναι, και τον ίδιο το θάνατο μας επιβεβαιώνει ο πατήρ Σεραφείμ Ρόουζ με ένα συγκλονιστικό πραγματικό περιστατικό: ήταν κάποτε ένας βοσκός, άγριος και αντικοινωνικός, κακότροπος, θηρίο ανήμερο θα λέγαμε. Από κάποιο σημείο στη ζωή του και μετά αποφάσισε να απομονωθεί με τα λιγοστά του ζώα στην κορφή ενός βουνού, περιμένοντας το τέλος του. Και όταν πράγματι κατάλαβε ότι πλησιάζει ο θάνατός του, ξάπλωσε στο κρεβάτι του και περίμενε το τέλος. Ξαφνικά, χτύπησε η πόρτα και εμφανίστηκε μπροστά του ένας ιερέας. Εκείνος όταν τον είδε, αφήνιασε. «Να φύγεις! Ποιός σε κάλεσε;» φώναζε. Μάταια προσπαθούσε να τον πείσει ο ιερέας για το λόγο που είχε πάει εκεί και αφού δεν μπόρεσε να τον πείσει με τίποτα, του είπε: «Αλήθεια σου λέω με κάλεσε αυτή η γυναίκα!» «Ποια γυναίκα;» τον ρώτησε ο άντρας. «Αυτή η γυναίκα που έχεις τη φωτογραφία της πάνω από το κρεβάτι σου!» Συγκλονισμένος ο άντρας ξέσπασε σε λυγμούς. «Μα αυτή είναι η μάνα μου και έχει πεθάνει εδώ και τριάντα χρόνια!» Ήταν η ψυχή της μάνας που πέρασε τα σύνορα, νίκησε ακόμα και τον ίδιο το θάνατο για να βρει τον ιερέα και να τον παρακαλέσει να σώσει και την ύστατη ώρα την ψυχή του παιδιού της. Εκείνος ο άνθρωπος δεν πρόλαβε να κάνει πολλά, πρόλαβε μόνο να πει «ἥμαρτον Κύριε!», να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων και να παραδώσει την ψυχή του. Όπως βλέπουμε, δεν έχει σύνορα η μητρική αγάπη. Μπορεί να νικήσει τα πάντα, ακόμη και το θάνατο.

Ας μας ελεήσει ο Κύριος αδελφοί μου, την ημέρα της Κρίσεως να σταθούμε μπροστά Του με ταπείνωση και γενναίο φρόνημα και να αναφωνήσουμε: «ἰδού ἐγώ και τάπαιδία ἅ μοι ἔδωκας» αλλά να αξιωθούμε να ακούσουμε και από το δικό Του στόμα: «εὖ, δούλη ἀγαθή καὶ πιστή! …εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου σου» Αμήν!

Σας ευχαριστώ από καρδιάς!

(Ομιλία της πρεσβυτέρας Αγαθής Μάγγανου-Χριστοδούλου σε εκδήλωση με την ευκαιρία της εορτής της «Υπαπαντής του Κυρίου» και προς τιμήν της Ορθοδόξου Χριστιανής Μητέρας, στο ενοριακό κέντρο του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Λιβαδειάς)
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας: κα Δήμητρα Γκούτη-φιλόλογος

Η μητρότητα ως διακονία της γυναίκας



site analysis


(Γέροντος Σωφρονίου)
Η θέση της γυναίκας κατά τους περασμένους αιώνες ήταν εξαιρετικά δύσκολη, ενώ ακόμη ως τις ημέρες μας δεν έχει πλήρως τακτοποιηθεί. Σε όλα τα επίπεδα της ζωής το πρόβλημα αυτό αποδεικνύεται υπερβολικά πολύπλοκοκαι στο επίπεδο της κρατικής νομοθεσίας, και στο επίπεδο της δομής της κοινωνίας, και στο επίπεδο της κατανομής της εργασίας, και στο επίπεδο της εκπαιδεύσεως και της μορφώσεως, και στο επίπεδο τέλος της εκκλησιαστικής ζωής. Πολλά έχουν αλλάξει κατά τις τελευταίες δεκαετίες· από πολλές απόψεις η γυναίκα απέκτησε θέση ασύγκριτα καλύτερη από την προηγούμενη, αλλά ωστόσο δεν έχει βρει τη θέση της στην κοινωνία· δεν έχει βρεθεί πραγματικά το σωστό μέτρο για την αξιολόγησή της. Κατά τους προηγούμενους αιώνες ο άνδρας ήταν ο νομοθέτης, ο κύριος. Η γυναίκα όμως συχνά ήταν υπερβολικά υποβιβασμένη, και κατά την αναζήτηση αλήθειας και δικαιοσύνης όλοι όσοι επιθυμούσαν βελτίωση της θέσεως της γυναίκας είχαν τη σκέψη: να την εξισώσουν στα δικαιώματα με τον άνδρα σε όλα τα επίπεδα. Η οδός αυτή έδωσε υπέροχους καρπούς. Πολλές γυναίκες απέκτησαν μεγάλη μόρφωση, κατέχουν υπεύθυνες θέσεις στην κρατική μηχανή, άρχισαν να διαδραματίζουν ιστορικό ρόλο συμμετέχοντας στις εκλογές κυβερνήσεων. Στην οικογένεια επίσης η θέση της γυναίκας άλλαξε προς όφελός της.
Πραγματικά, όλα αυτά έτσι είναι. Αλλά μπορούμε άραγε να θεωρήσουμε λυμένα τα προβλήματα όχι μόνο της εργασίας της γυναίκας, αλλά ακόμη και της οικογενειακής θέσεώς της; Η πείρα της ιστορίας έδειξε ότι το τεράστιο σώμα της ανθρωπότητας αποτελείται από κύτταρα, και ένα τέτοιο κύτταρο είναι η οικογένεια. Στο μέτρο που τα κύτταρα είναι υγιή υγιαίνει και το σώμα.
Συνεπώς η υγεία στο τεράστιο σώμα της ανθρωπότητας εξαρτάται από την υγεία του κυττάρου του σώματος αυτού, της οικογένειας. Μπορούμε άραγε να θεωρήσουμε τη σύγχρονη θέση της ως ευτυχή; Λόγω του ότι η γυναίκα γίνεται οικονομικά εντελώς ανεξάρτητη, εργαζόμενη όπως εργάζεται κάθε άνδρας, πλήθυναν οι διαλύσεις των οικογενειών, δηλαδή τα διαζύγια. Και στην περίπτωση που δεν υπάρχει διάλυση της οικογένειας, όταν αναγκάζεται να εργασθεί η γυναίκα εκτός σπιτιού, πάλι υποφέρει η οικογένεια, εφόσον για τα παιδιά δεν υπάρχει στο σπίτι πλέον ουσιαστικά ούτε πατέρας ούτε μητέρα. Τα παιδιά μένουν αρκετή ώρα μόνα τους ή ανατρέφονται από συγγενικά ή ξένα χέρια ή ανατίθενται σε σχολεία για την ανατροφή τους. Βασικά όμως στερούνται της μητρικής στοργής. Αν η γυναίκα εργάζεται εξίσου με τον άνδρα, τότε πάλι καταργείται η δικαιοσύνη, επειδή η γυναίκα στην οικογένεια, παράλληλα με την εργασία, βαστάζει και άλλα βάρη, επιπρόσθετα καθήκοντα, επειδή ακριβώς αυτή είναι η μητέρα των παιδιών. Θα νόμιζε κάποιος ότι, επειδή η γυναίκα βαρύνεται από μεγαλύτερες ευθύνες και ασκεί πολυπλοκότερο ρόλο, σε αυτήν πρέπει να ανήκει το προνόμιο να «κατευθύνει» την οικογένεια. Ασφαλώς κάποιος πρέπει να κατευθύνει την οικογένεια, όπως και κάθε άλλο ανθρώπινο καθίδρυμα. Έτσι, σε πολλές οικογένειες ανακύπτει η πάλη για εξουσία, που πολύ συχνά γίνεται καταστροφική για την οικογένεια. Συνεπώς, οπού και αν στρέψουμε την προσοχή μας, παντού βλέπουμε υπερβολικά πολύπλοκα προβλήματα, και δεν πλησιάσαμε ακόμη στην επίλυσή τους.
Έκανα τις λίγες αυτές παρατηρήσεις, για να δω τα πράγματα έτσι όπως τα βλέπει η πλειονότητα των ανθρώπων. Νομίζω όμως ότι εμείς ως χριστιανοί βλέπουμε ακόμη και εκείνα που οι άλλοι δεν προσέχουν. Θεωρούμε ότι το σπουδαιότερο θέμα γενικά για κάθε άνθρωπο είναι το ερώτημα: Τί είναι ο άνθρωπος; Ποιός είναι ο προορισμός του; Γιατί και για ποιόν λόγο εμφανίστηκε στον κόσμο; Ποιός σκοπός υπάρχει μπροστά του; Ποιό είναι το νόημα της υπάρξεώς του; Αν δεν απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να λύσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε· ούτε σε ένα επίπεδο. Είναι αδύνατον για παράδειγμα να επιτύχουμε αληθινά δίκαια δομή της κοινωνίας χωρίς τη γνώση αυτή. Δεν μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα της κρατικής οργανώσεως, αν δεν έχουμε απάντηση στο κύριο αυτό ερώτημα. Όλη η ιστορία της ανθρωπότητας γράφεται με άσκοπη περιδίνηση, παράλογους πολέμους, άδικη καταπίεση του ισχυρού επάνω στον ασθενή, όπως βλέπουμε στον ζωικό κόσμο. Συνεπώς, τί είναι ο άνθρωπος; Την απάντηση στο ερώτημα αυτό την παίρνουμε από την Αγία Γραφή: «Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον, κατ’ εικόνα Θεού… άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς» (Γεν. 1,27). Και λίγο πιο κάτω διαβάζουμε: «Έπλασεν ο Θεός τον άνθρωπον, χουν από της γης, και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής, και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν» (Γέν. 2,7).
Αν λοιπόν ο Θεός δημιούργησε τον άνδρα και την γυναίκα ως ενιαία ανθρωπότητα, τότε είναι φυσικό ότι το θέμα της σχέσεως μεταξύ ανδρός και γυναικός ήταν και θα είναι πάντοτε ένα από τα σπουδαιότερα ζωτικά θέματα. Αν στρέψουμε την προσοχή μας στα φυσικά χαρίσματα της γυναίκας και τα συγκρίνουμε με τα αντίστοιχά τους στον άνδρα, θα δούμε από την μακρόχρονη πείρα ότι τα χαρίσματα αυτά είναι ποικίλα· κάποτε συμπίπτουν, ενώ κάποτε γίνονται συμπληρωματικά το ένα του άλλου. Γνωρίζουμε επίσης από την ιστορία και από την Αγία Γραφή ότι στην Ανατολή, όπου γεννήθηκαν όλες οι μεγάλες θρησκείες, η κυριότητα του άνδρα επάνω στη γυναίκα ήταν υπερβολικά ισχυρή. Η γυναίκα στη συνείδηση της Ανατολής ήταν κατά κάποιον τρόπο κατώτερο ον. Ακόμη και στο Ευαγγέλιο βλέπουμε παρόμοια χωρία, όπως για παράδειγμα: «Οι δε εσθίοντες ήσαν άνδρες ωσεί πεντακισχίλιοι χωρίς γυναικών και παιδίων» (Ματθ. 14,21). Ελάμβαναν υπ’ ό­ψιν μόνο τους άνδρες, ενώ τις γυναίκες ούτε καν τις μετρούσαν. Αλλά αυτό δεν το βλέπουμε μόνο στην Ανατολή.
Έτυχε να διαβάσω, όταν ήμουν νέος, κάποιες στατιστικές που έκαναν μερικοί Γερμανοί μορφωμένοι άνθρωποι για τον ρόλο του άνδρα και τον ρόλο της γυναίκας στην ιστορία του πολιτισμού. Οι πολυμαθείς αυτοί Γερμανοί παρουσίαζαν τα κατορθώματα του άνδρα ως άκρως σημαντικά (παρομοιάζοντάς τα ως όρη υψηλά), ενώ από τα κατορθώματα της γυναίκας σημείωναν μόνο μερικά που ούτως ή άλλως γράφτηκαν στην ιστορία του πολιτισμού.
Μου φαίνεται ότι η παρεξήγηση αυτή εμφανίστηκε ως συνέπεια της απώλειας της συνειδήσεως εκείνης, που περιέχεται στη Γραφή: «Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον κατ’ εικόνα Θεού… άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς» (Γεν. 1,27). Αυτό το ξεχνούν όχι μόνο οι άνδρες, αλλά και οι ίδιες οι γυναίκες. Για να διορθώσουμε λοιπόν τη ζωή μας σε όλα τα επίπεδα της, αρχίζοντας από την οικογένεια, οφείλουν οι γυναίκες να ανυψωθούν με το πνεύμα και να φανερώσουν στον κόσμο την αυθεντική αξία τους, τον υψηλό ρόλο τους. Για την χριστιανική Εκκλησία το θέμα του ρόλου της γυναίκας γίνεται κάθε χρόνο διαρκώς οξύτερο.
Βλέπουμε ότι στις χώρες όπου ο άθεος κομμουνισμός διεξάγει ανοικτή πάλη εναντίον της Εκκλησίας με την εφαρμογή κάθε είδους εκβιασμών, διασώζει την Εκκλησία η ανδρεία των γυναικών, η αυτοθυσία τους, η ετοιμότητά τους για κάθε είδους παθήματα. Παντού παρατηρούμε ότι οι γυναίκες στις Εκκλησίες αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό. Μπορούμε να πούμε ότι στις Εκκλησίες κατά τις ακολουθίες οι γυναίκες συνιστούν την πλειονότητα, κάποτε τα τρία τέταρτα, κάποτε όμως και περισσότερο. Αν τώρα όλες οι γυναίκες αποχωρούσαν από την Εκκλησία, τότε αυτή δεν θα μπορούσε να υπάρχει, γιατί οι άνδρες που εκπληρώνουν υψηλή ποιμαντική διακονία, κατέχοντας υψηλές ιεραρχικές θέσεις, θα έμεναν ολιγάριθμοι και, με απλά λόγια, θα ήταν γι’ αυτούς από υλικής πλευράς αδύνατον να διατηρήσουν την Εκκλησία.
Συνεπώς ο ρόλος της γυναίκας στην Εκκλησία είναι μεγάλος, και όλοι μας πρέπει να σκεφτούμε το φαινόμενο αυτό. Στη χριστιανική μας διδασκαλία για τον άνθρωπο, μιλώντας θεολογικά, η γυναίκα παρουσιάζεται στο ίδιο ακριβώς μέτρο ως άνθρωπος, όπως και ο άνδρας. Οι δυνατότητες της διακονίας της μέσα στην ιστορία είναι απεριόριστες. Το γεγονός ότι ο Θεός Λόγος σαρκώθηκε από γυναίκα καταδεικνύει ότι η γυναίκα δεν είναι καθόλου μειωμένη ενώπιον του Θεού.
Εδώ όμως θέλω να εκφράσω το βασικότερο νόημα της ομιλίας μου. Όλα, όσα είπα μέχρι τη στιγμή αυτή, ήταν μόνο εισαγωγικά, για να σταθούμε όλοι σε σαφή πορεία σκέψεως. Αν μιλάμε για τη μεγάλη σπουδαιότητα της γυναίκας, τότε και οι ίδιες οι γυναίκες οφείλουν να δικαιώσουν τη σπουδαιότητά τους αυτή να δικαιώσουν τον εαυτό τους σε όλα τα επίπεδα της ζωής της ανθρωπότητος. Το ουσιωδέστερο όμως γι’ αυτές έργο, το σπουδαιότερο λειτούργημά τους, είναι η Μητρότητα: «Και εκάλεσεν Αδάμ το όνομα της γυναικός αυτού Ζωή, ότι αύτη μήτηρ πάντων των ζώντων» (Γεν. 3,20). Για να ανυψώσουν την ανθρωπότητα οι γυναίκες, πρέπει να φέρνουν στον κόσμο παιδιά με τον τρόπο που μας διδάσκει ο λόγος του Θεού. Υπάρχουν όμως δύο είδη γεννήσεως το ένα κατά σάρκα, το άλλο κατά πνεύμα. Ο Χριστός είπε στον Νικόδημο: «Το γεγεννημένον εκ της σαρκός σαρξ έστι, και το γεγεννημένον εκ του Πνεύματος πνεύμα έστι. Μη θαυμάσης ότι είπόν σοι, δει υμάς γεννηθήναι Άνωθεν» (Ιωάν. 3,6-7). Επειδή οι γυναίκες της εποχής μας έχασαν την υψηλή αυτή συνείδηση, άρχισαν να γεννούν προπαντός κατά σάρκα. Τα παιδιά μας έγιναν ανίκανα για την πίστη. Συχνά αδυνατούν να πιστέψουν ότι είναι εικόνα του Αιωνίου Θεού. Η μεγαλύτερη αμαρτία στις ημέρες μας έγκειται στο ότι οι άνθρωποι βυθίστηκαν στην απόγνωση και δεν πιστεύουν πια στην Ανάσταση. Ο θάνατος του ανθρώπου εκλαμβάνεται από αυτούς ως τελειωτικός θάνατος, ως εκμηδένιση, ενώ πρέπει να θεωρείται ως στιγμή αλλαγής της μορφής της υπάρξεώς μας· ως ημέρα γεννήσεώς μας στην ανώτερη ζωή, σε ολόκληρο πλέον το πλήρωμα της ζωής που ανήκει στον Θεό. Αλήθεια, το Ευαγγέλιο λέει: «Ο πιστεύων εις τον Υιόν έχει ζωήν αιώνιον ο δε απειθών τω Υιώ ουκ όψεται ζωήν» (Ιωάν. 3,36). «Αμήν, αμήν λέγω υμίν ότι… ο πιστεύων τω Πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιωάν. 5,24). «Αμήν, αμήν λέγω υμίν, εάν τις τον λόγον τον Εμόν τηρήση, θάνατον ου μη θεώρηση εις τον αιώνα» (Ιωάν. 8,51). Παρόμοιες λοιπόν εκφράσεις μπορούμε να αναφέρουμε πολλές.
Συχνά ακούω από τους ανθρώπους: Πώς ή γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Γιατί η πλειονότητα των ανθρώπων έχασε την ικανότητα να πιστεύει; Δεν είναι άραγε η νέα απιστία συνέπεια της ευρύτερης μορφώσεως, όταν αυτό που λέει η Γραφή γίνεται μύθος, απραγματοποίητο όνειρο;
Η Πίστη, η ικανότητα για την πίστη, δεν εξαρτάται πρωτίστως από τον βαθμό μορφώσεως του ανθρώπου. Πράγματι παρατηρούμε ότι στην εποχή μας, κατά την οποία διαδίδεται η μόρφωση, η πίστη ελαττώνεται, ενώ θα έπρεπε ουσιαστικά να συμβαίνει το αντίθετο· όσο δηλαδή πλατύτερες γίνονται οι γνώσεις του ανθρώπου, τόσο περισσότερες αφορμές έχει για να αναγνωρίζει τη μεγάλη σοφία της δημιουργίας του κόσμου. Σε τί λοιπόν συνίσταται η ρίζα της απιστίας;
Πριν απ’ όλα οφείλουμε να πούμε ότι το θέμα αυτό είναι πρωτίστως έργο των γονέων, των πατέρων και των μητέρων. Αν οι γονείς φέρονται προς την πράξη της γεν­νήσεως του νέου ανθρώπου με σοβαρότητα, με τη συνείδηση ότι το γεννώμενο βρέφος μπορεί να είναι αληθινά «υιός ανθρώπου» κατ’ εικόνα του Υιού του Ανθρώπου, δηλαδή του Χριστού, τότε προετοιμάζονται για την πράξη αυτή όχι όπως συνήθως γίνεται αυτό. Να ένα υπέροχο παράδειγμα· ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ προσεύχονταν για πολύ καιρό να τους χαρισθεί τέκνο… Και τί συνέβη λοιπόν; «Ώφθη δε αυτώ (τω Ζαχαρία) άγγελος Κυρίου εστώς εκ δεξιών του θυσιαστηρίου του θυμιάματος. Και εταράχθη Ζαχαρίας ιδών, και φόβος επέπεσεν επ’ αυτόν. Είπε δε προς αυτόν ο άγγελος- μη φοβού, Ζαχαρία· διότι εισηκούσθη η δέησίς σου, και η γυνή σου Ελισάβετ γεννήσει υιόν σοι, και καλέσεις το όνομα αυτού Ιωάννην και έσται χαρά σοι και αγγαλίασις, και πολλοί επί τη γεννήσει αυτού χαρήσονται. Έσται γαρ μέγας ενώπιον του Κυρίου… και Πνεύματος Αγίου πλησθήσεται έτι εκ κοιλίας μητρός αυτού, και πολλούς των υιών Ισραήλ επιστρέψει επί Κύριον τον Θεόν αυτών» (Λουκ. 1,11-16).
Βλέπουμε μάλιστα στη συνέχεια ότι ο Ιωάννης, ευρισκόμενος ακόμη στην κοιλιά της μητέρας του, αναγνώρισε την επίσκεψη της μητέρας του Χριστού, σκίρτησε από χαρά και η χαρά του μεταδόθηκε στη μητέρα του. Τότε εκείνη γέμισε με προφητικό Πνεύμα (βλ. Λουκ. 1,40-41). Άλλο παράδειγμα είναι η προφήτιδα Άννα (βλ. Λουκ. 2,36).
Έτσι και τώρα· αν οι πατέρες και οι μητέρες θα γεννούν παιδιά συναισθανόμενοι την άκρα σπουδαιότητα του έργου αυτού, τότε τα παιδιά τους θα γεμίζουν από Πνεύμα Άγιο, ήδη από την κοιλιά της μητέρας- και η πίστη στον Θεό, τον Δημιουργό των απάντων, ως προς τον Πατέρα τους, θα γίνει γι’ αυτά φυσική, και καμία επιστήμη δεν θα μπορέσει να κλονίσει την πίστη αυτή, γιατί «το γεννώμενον εκ Πνεύματος πνεύμα έστιν». Η ύπαρξη λοιπόν του Θεού και η εγγύτητά του σε μας είναι για μια τέτοια ψυχή οφθαλμοφανές γεγονός. Και η απιστία των πολυμαθών ή των αμαθών στα μάτια των τέκνων αυτών του Θεού θα είναι απλώς απόδειξη ότι οι άνθρωποι εκείνοι δεν γεννήθηκαν ακόμη Άνωθεν, και ακριβώς εξαιτίας του γεγονότος αυτού δεν πιστεύουν στον Θεό, διότι είναι εξ ολοκλήρου σάρκα, γεννημένοι από σάρκα.
Εκείνο όμως που αποτελεί πραγματικό πρόβλημα για την Εκκλησία, τον προορισμό της, είναι το πώς να πείσει τους ανθρώπους ότι είναι αληθινά τέκνα και θυγατέρες του αιωνίου Πατρός· πως να δείξει στον κόσμο τη δυνατότητα μιας άλλης ζωής, όμοιας προς τη ζωή του ιδίου του Χριστού, ή τη ζωή των προφητών και των αγίων. Η Εκκλησία οφείλει να φέρει στον κόσμο όχι μόνο την πίστη στην ανάσταση, αλλά και τη βεβαιότητα γι’ αυτήν. Τότε περιττεύει η απαίτηση για οποιεσδήποτε άλλες ηθικιστικές διδασκαλίες.
(Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ) «Το Μυστήριο της χριστιανικής ζωής», σ.180-189. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου – Έσσεξ)