Πέμπτη 6 Αυγούστου 2015

Η αγία Θεοδώρα από την Σύχλα (17ος - 18ος αιών)



site analysis



Α) Η ζωή της 
Η Οσία Θεοδώρα της Σύχλας είναι η σπουδαιότερη αγίας μοναχή ανάμεσα στις άλλες, που έζησαν στα ρουμανικά μοναστήρια. Γεννήθηκε στο χωριό Βινατόρι της επαρχίας Νεάμτς το πρώτο ήμισυ του 17ου αιώνος. 
Ο πατήρ Στέφανος Γιώλντεα ήταν φύλακας του φρουρίου Νεάμτς. Μετά τον θάνατο της αδελφής της Μαργαρίτας, η Θεοδώρα παντρεύθηκε ένα νεαρό από το Ισμαήλ (πόλις της Ρουμανίας). Μα επειδή δεν έκαναν παιδιά, επήγαν και οι δύο σε μοναστήρια. 
Η μακαρία Θεοδώρα εφόρεσε το μοναχικό ένδυμα στην σκήτη Βαρζαρέστ της επαρχίας Ρίμνικ Σαράτ, ενώ ο σύζυγός της Ελευθέριος στην σκήτη Μάρε Ποϊάνα (Μεγάλο Ξέφωτο). Επειδή καταστράφηκε η σκήτη από τους τούρκους, η Θεοδώρα έγινε ησυχάστρια στα βουνά του Μπουζάου. Κατόπιν, αναχωρώντας για την περιοχή του Νεάμτς, ησύχασε μόνη της επί 30 χρόνια μέσα σε μια σπηλιά του βουνού Σύχλα, όπως η Οσία Μαρία η Αιγυπτία. 
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ευαρεστώντας τον Θεό, μετώκισε απ’ αυτή την ζωή τις πρώτες δεκαετίες του 18ου αιώνος και ενταφιάσθηκε στην σπηλιά. Στα χρόνια 1828-1834, τα Λείψανα της αγίας Θεοδώρας μετεφέρθησαν στο μοναστήρι Πετσέρσκα του Κιέβου, όπου και ευρίσκονται μέχρι σήμερα.

Β) Έργα και λόγοι διδασκαλίας 
1) Αυτό το μακάριο βλαστάρι του Ρουμανικού μοναχισμού, ήταν από βρεφικής ηλικίας επίλεκτο και φυτεύθηκε στον Οίκο του Θεού. Αν και ήταν συνδεδεμένη με άνδρα η μακαρία Θεοδώρα, δεν εύρισκε ανάπαυσι στην ψυχή της, έως ότου έγινε νύμφη του Χριστού. Εγκατέλειψε τα μάταια και, φορώντας το ένδυμα της μετανοίας, ασκήτευσε σε μια από τις σκήτες, που είναι στην κοιλάδα του Μπουζάου. 

2) Εδώ προώδευσε πάρα πολύ η οσία Θεοδώρα στην σιωπή, την προσευχή και την υπακοή. Σε λίγα χρόνια έφθασε στα μέτρα των παλαιών αγίων, αφού αξιώθηκε να λάβη την καρδιακή προσευχή και να γνωρίζη το πλήθος των μεθοδειών του νοητού εχθρού. Για όλα αυτά οι μοναχές την αγάπησαν και ωφελούντο από την ταπείνωσι, την άσκησι και τον ζήλο της. 

3) Όταν εισέβαλαν οι τούρκοι στην κοιλάδα του Μπουζάου, η οσία Θεοδώρα κρύφθηκε στα όρη με την πνευματική της Μητέρα, την Μεγαλόσχημη μοναχή Παϊσία. Εκεί αγωνίσθηκαν μερικά χρόνια με νηστεία και αγρυπνία, υπομένοντας με ανδρικό φρόνημα την πείνα, το ψύχος και άλλους, αγνώστους σ’ εμάς, πειρασμους του διαβόλου. Αλλά αντιπαλαίοντας η μακαρία με την φλογερή προσευχή της, τα υπέμενε όλα, αφού γευόταν τις μυστικές παρηγοριές του Αγίου Πνεύματος. 

4) Σαν εκοιμήθη στο όρος η πνευματική της Μητέρα μεταξύ των ετών 1670-1675, η οσία Θεοδώρα έλαβε πληροφορία από τον Θεό για τα βουνά του Νεάμτς. Εδώ, αφού επροσκύνησε την θαυματουργό Εικόνα της Μητέρας του Κυρίου που ήταν στην μεγάλη Λαύρα, επήγε να συμβουλευθή τον ηγούμενο της σκήτης Συχαστρίας, ιερομόναχο μεγαλόσχημο Βαρσανούφιο. Αυτός πληροφορήθηκε στην καρδιά του ότι η Θεοδώρα επιθυμεί την ερημική ζωή και εγνώρισε από το Άγιο Πνεύμα την αρετή της. 
Πρώτα της μετέδωσε το Άγιο Σώμα και Αίμα του Χριστού. Κατόπιν, δίνοντάς της για πνευματικό οδηγό τον Πνευματικό Παύλο, της είπε: «Πήγαινε στην έρημο για ένα χρόνο, στα δάση των βουνών της Σύχλας. Εάν ημπορέσης με την Χάρι του Θεού να υπομείνης τις δυσκολίες και τους φοβερούς πειρασμούς του διαβόλου, μείνε εκεί μέχρι του θανάτου σου. Εάν όμως δεν ημπορέσης να υπομείνης, να επιστρέψης σ’ ένα γυναικείο μοναστήρι και εκεί να εργάζεσαι με ταπείνωσι την σωτηρία της ψυχής σου». 

5) Αναζητώντας ο όσιος Παύλος ένα ερημικό κελλί για την μακαρία Θεοδώρα και μη ευρίσκοντας, συνάντησε ένα γέροντα ησυχαστή, που ασκήτευε κάτω από κάτι βράχους της Σύχλας. Αυτός, έχοντας το προορατικό χάρισμα, είπε στη Θεοδώρα: 

― Αγωνίσου, μοναχή Θεοδώρα στο κελλί μου, διότι εγώ θα πάω σ’ άλλο ερημικώτερο καλυβόσπιτο. Ως εκ τούτου, αφού εγκατέστησε ο ιερομόναχος και μεγαλόσχημος Παύλος την οσία Θεοδώρα στα βουνά της Σύχλας και την ευλόγησε, επέστρεψε πάλι στην σκήτη. 

6) Σ’ αυτό το κελλί αγωνίσθηκε η οσία Θεοδώρα περίπου 30 χρόνια, δοξάζοντας ακατάπαυστα τον Θεό και υπερνικώντας με υπομονή και ταπείνωσι όλες τις παγίδες του εχθρού. Επειδή ενισχύετο με την άνωθεν δύναμι, δεν κατέβηκε πλέον από το βουνό, ούτε ανθρώπινη βοήθεια δέχθηκε από κανέναν. Μόνο ο μακάριος Παύλος, ο Πνευματικός της, ανέβαινε μόνος του από καιρό σε καιρό στο κελλί της με τα Άχραντα Μυστήρια και έτσι πάντοτε αγωνίσθηκε σ’ όλη την ζωή της. 
Μ’ αυτή την αγγελική πολιτεία τόσο πολύ προώδευσε η οσία, ώστε έκανε αγρυπνίες όλες τις νύκτες με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό, μέχρι να έλθουν τα χαράματα και το πρόσωπό της έλαμπε. Ύστερα αναπαυόταν δύο ώρες και πάλι άρχιζε. Τροφή ελάμβανε μόνο μια φορά κάθε δεύτερη ημέρα, λίγο παξιμάδι με χόρτα του δάσους, φτέρη και ξυνήθρα (λάπαθο), το οποίο μέχρι τώρα ονομάζεται «Το λάπαθο της αγίας Θεοδώρας». Νερό συγκέντρωνε από το βρόχινο, μέσα σ’ ένα κοίλωμα ενός βράχου, που μέχρι σήμερα ονομάζεται «Το πηγάδι της οσίας Θεοδώρας». Και ένα παράδοξο θαύμα είναι ότι, το νερό δεν τελειώνει ουδέποτε απ’ αυτό το κοίλωμα του βράχου.
Αργότερα όταν εκοιμήθη ο όσιος Παύλος, η μακαρία Θεοδώρα απέμεινε μόνη της, έχοντας μόνο την πρόνοια του Θεού. 

7) Κάποτε, όταν εισέβαλαν οι τούρκοι μέσα στα χωριά και τα μοναστήρια της περιοχής Νεάμτς, τα δάση εγέμισαν από χωρικούς και μοναχούς. Τότε έφθασαν και μερικές μοναχές στο κελλί της οσίας Θεοδώρας. Η μακαρία Θεοδώρα τους είπε:
― Μείνετε εσείς στο κελλί μου, διότι εγώ έχω άλλο τόπο πιο κατάλληλο για καταφύγιο. Από εκείνη την στιγμή μετέβη σε μια άλλη κοντινή σπηλιά και συνέχισε μόνη της την άσκηση, άγνωστη απ’ όλους. Την νύκτα αναπαυόταν λίγο επάνω σε μια πέτρινη πλάκα, η οποία φαίνεται μέχρι σήμερα. 

8) Κάποτε μια συμμορία από τούρκους περιπλανιόταν στα βουνά της Σύχλας για σατανικές δουλειές και έφθασαν και στην σπηλιά της οσίας Θεοδώρας. Τότε ώρμησαν κατ’ επάνω της για να την εξοντώσουν. Μα η αγία έπεσε στα γόνατα, εσήκωσε τα χέρια της προς τον Θεό και είπε: Λύτρωσέ με Κύριε, από τα χέρια των φονευτών μου! Εκείνη την στιγμή άνοιξε θαυματουργικά ο τοίχος της σπηλιάς. Αμέσως η νύμφη του Χριστού έφυγε από εκεί, κρύφθηκε στα δάση και έτσι εγλύτωσε από τον θάνατο. 

9) Ξεχασμένη απ’ όλους τους ανθρώπους, ως τα γεράματά της χωρίς καμμιά συντροφιά, άφησε όλη την ελπίδα της μόνο στον Θεό. Αφού εγκατέλειψε το κελλί η οσία Θεοδώρα, αγωνίσθηκε στην σπηλιά σαν ένας ενσώματος άγγελος. Τώρα πλέον ούτε κρύο ούτε πείνα αισθάνεται καθόλου, ούτε ο διάβολος πλέον την ταλαιπωρεί. Προσεύχεται αδιάκοπα στον Θεό με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό, μέχρι ν’ αρπαγή με τον νου σ’ αυτά τα ουράνια μυστήρια, ενώ με το σώμα υψώνεται επάνω από το έδαφος. Τότε φωτίζεται το πρόσωπό της, ενώ από το στόμα εξέρχεται και ανεβαίνει υψηλά μια φλόγα πυρός, όπως στους μεγάλους αγίους. Διότι είχε φθάσει η μακαρία με την προσευχή πολύ υψηλά, σε έκστασι, και γλυκαινόταν το πρόσωπό της με μια απερίγραπτη θεϊκή Χάρι. 

10) Τα ενδύματα της αγίας Θεοδώρας είχαν φθάσει τώρα να είναι μερικά κουρέλια, με τα οποία μετά δυσκολίας εσκέπαζε το αδύνατο από την πολλή άσκησι σώμα της. Ακόμη και η τροφή τελείωσε. Γι’ αυτό ανέλαβαν τα πουλιά του ουρανού, κατόπιν εντολής του Δημιουργού των, να της φέρνουν καθημερινά ψίχουλα και φλούδες από ψωμί που τα έπαιρναν από την τράπεζα της σκήτης Συχαστρίας. Η μακαρία Θεοδώρα προσευχόταν ακατάπαυστα για τον κόσμο και χαιρόταν διότι σε λίγο θα αποδημούσε από το θνητό σώμα της. 

Σαράντα ημέρες πριν από το μακάριο τέλος της, προσευχήθηκε στον Θεό να της αποστείλη ένα ιερέα, για να μεταλάβη τα Πανάχραντα Μυστήρια. Και ο Κύριος δεν άφησε απαρατήρητη την ψυχική της επιθυμία. 

11) Κάποια φορά παρετήρησε ο ηγούμενος της Συχαστρίας κοπάδια από πουλιά να φέρνουν ψίχουλα στο ράμφος των και να πετούν προς το βουνό της Σύχλας. Συλλογίστηκε λοιπόν κατ’ ιδίαν μήπως εκεί ζη κανένας άγιος ησυχαστής. Γι’ αυτό έστειλε δύο αδελφούς να παρακολουθήσουν πού πηγαίνουν αυτά τα πουλιά. Εβάδιζαν πλέον οι αδελφοί αυτοί στην περιοχή εκείνη και, περιπλανώμενοι την νύκτα μέσα στο δάσος, προσεύχονταν και περίμεναν να φωτίση. Κατόπιν, παρατηρώντας μπροστά των μια στήλη φωτός να υψώνεται στον ουρανό, την επλησίασαν και είδαν μια γυναίκα να λάμπη σαν ήλιος στο πρόσωπο, να προσεύχεται με τα χέρια υψωμένα και να μη στηρίζεται στο έδαφος. Ήταν η αγία Θεοδώρα. 

― Σ’ ευχαριστώ, Κύριε που με άκουσες! Είπε η μακαρία. Μετά επρόσθεσε: Μη φοβάσθε, αδελφοί, διότι είμαι μια ταπεινή δούλη του Θεού. Αλλά, σας παρακαλώ, να μου ρίξετε ένα επανωφόριο να σκεπασθώ διότι είμαι στο σώμα γυμνή. Αφού κατόπιν τους εκάλεσε να πλησιάσουν, τους διηγήθηκε τη ζωή της, το τέλος της που πλησίαζε, και τους έδωσε την εξής εντολή:

― Κατεβήτε στην σκήτη και πέστε στον ηγούμενο να στείλη τον Πνευματικό Αντώνιο και τον ιεροδιάκονο Λαυρέντιο εδώ, με το σώμα και το Αίμα του Χριστού.

― Πώς να πάμε με τέτοια νύκτα στην σκήτη, απάντησαν οι αδελφοί, αφού δεν γνωρίζουμε τον δρόμο;

― Πηγαίνετε με το φως που βλέπετε μπροστά σας και αμέσως θα φθάσετε.

12) Τα χαράματα της επομένης ημέρας έφθασαν στην Σύχλα ο Πνευματικός Αντώνιος με τον διάκονο Λαυρέντιο και τους δύο αδελφούς και ευρήκαν την αγία Θεοδώρα μπροστά στην σπηλιά της, κάτω από τους κλώνους ενός ελάτου. Στην αρχή η οσία τους αφηγήθηκε την ζωή της, κατόπιν απήγγειλε το «Πιστεύω», μετέλαβε τα Θεία Μυστήρια και, ζητώντας ευλογία από τον ιερέα, είπε: «Δόξα σοι ο Θεός, πάντων ένεκεν». Την ίδια στιγμή η αγία Θεοδώρα παρέδωσε την μακαρία ψυχή της στην αγκαλιά του Χριστού, ενώ το σώμα της ευωδίασε. Κηδεύθηκε και τοποθετήθηκε τιμητικώς από τους πατέρας στην σπηλιά, όπου ασκήτευσε.

13) Η είδησις για την ζωή και τον θάνατο της αγίας Θεοδώρας της Σύχλας διαδόθηκε γρήγορα σ’ όλα τα μοναστήρια, στα χωριά της Μολδαβίας, μέχρι ακόμη και το άλλο μέρος των συνόρων. Γι’ αυτό έτρεχαν στην σπηλιά της πιστοί από τα χωριά, προ παντός ασθενείς, και εθεραπεύοντο από τις διάφορες αρρώστειές των. Διότι το σώμα της δοξάσθηκε με αφθαρσία, ανέβλυσε ευωδία και έκανε θαύματα. Μερικοί προσκυνούσαν τα Λείψανά της, άλλοι ασθενείς άγγιζαν το φέρετρό της, ενώ πολλοί πλένονταν με νερό από το πηγάδι της και ελάμβαναν βοήθεια και παρηγοριά.

14) Το άγιο σώμα της οσίας Θεοδώρας της Σύχλας έμεινε στην σπηλιά επί εκατό χρόνια, αφού απήλαυσε μια βαθειά ευλάβεια και τιμή, περισσότερο απ’ όλους τους άλλους πατέρας. Μα ως θνητό και κρίμασιν οις οίδε Κύριος, το σώμα αποσυνετέθη. Στα χρόνια 1828-1834 τα άγια Λείψανά της μετεφέρθηκαν στο Κίεβο και τοποθετήθηκαν στις κατακόμβες του μοναστηριού Πετσέρσκα με το όνομα σε μια επιγραφή «Η αγία Θεοδώρα των Καρπαθίων», όπου και υπάρχουν μέχρι σήμερα. Η ψυχή της όμως τώρα προσεύχεται πάντοτε μπροστά στην Παναγία Τριάδα για όλο τον κόσμο.

Οσιωτάτη Μήτηρ ημών Θεοδώρα, πρέσβευε τω Κυρίω υπέρ ημών!
Ρουμανικό Γεροντικό
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη" 
Θεσσαλονίκη

Κυριακή 2 Αυγούστου 2015

Οσία Φωτεινή η Κυπρία



site analysis


fotini i kipriaΕορτάζει στις 2 Αυγούστου εκάστου έτους.

Βιογραφία
Πότε έζησε ακριβώς η Οσία Φωτεινή (γνωστή στην Κύπρο και σαν Αγία Φώτου η θαυματουργός) και ποια ήταν η καταγωγή της, δεν γνωρίζουμε. Η παράδοση μας λέει πώς γεννήθηκε στο Ριζοκάρπασο από απλοϊκούς, αλλά ευλαβείς γονείς.
Από μικρούλα η Φωτού ξεχώριζε από τις συνομήλικες της για την καλοσύνη της, το φέρσιμο της, την προθυμία της να εξυπηρετήσει τους άλλους, την αρετή της. Τα μεγάλα της φωτεινά μάτια καθρέφτιζαν τον πλούτο της καρδιάς της και σκόρπιζαν παντού την εμπιστοσύνη, τη χαρά. Στο σχολείο του χωρίου της έμαθε η Φωτού τα πρώτα γράμματα. Σαν έμαθε να διαβάζει πήρε κι άρχισε να αποστηθίζει διάφορους ψαλμούς και ύμνους της Εκκλησίας μας.
Όταν έφτασε σε ηλικία γάμου, η Αγία, έφυγε από το σπίτι της και πήγε σε μια σπηλιά για να ασκητεύσει.
Στο σπήλαιο αυτό η αγνή κι η ηρωική κόρη πέρασε όλη της τη ζωή. Μια ζωή εγκαρτέρησης και προσευχής, ζωή εγκράτειας και αφιέρωσης ολοκληρωτικής στον Ουράνιο Νυμφίο Χριστό.
Το άγιο λείψανο της που τάφηκε κι ευρέθηκε στη σπηλιά γύρω στα 1718 – 32 μ.Χ. με τη σκαλιστή επιγραφή από πάνω «Φωτεινή Παρθένος Νύμφη Χριστού», εξακολουθεί και σήμερα να προσφέρει τη θεραπεία στους αρρώστους, στους τυφλούς το φως, στους πονεμένους το ψυχικό ξεκούρασμα και τη χαρά.
Το ασκητήριο της αγίας Φωτεινής υπάρχει και σήμερα και βρίσκεται στο χωριό Άγιος Ανδρόνικος. Σ’ αυτό μπαίνει ένας από μια στενή είσοδο και καταβαίνει από μια σκάλα φτιαγμένη από εγχώριες πέτρες και που έχει 23 σκαλοπάτια. Το σπήλαιο μοιάζει με κατακόμβη, σαν κι εκείνες που χρησιμοποιούσαν οι πρώτοι χριστιανοί. Στο βάθος του σπηλαίου είναι το αγίασμα. Από το νερό αυτό παίρνουν οι άρρωστοι και πλένουν τα αρρωστημένα μέλη τους για να θεραπευτούν. Ιδιαίτερα η Αγία πιστεύεται, πως θεραπεύει τα οφθαλμικά νοσήματα. Τέλος, στα μαύρα χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς το σπήλαιο της Οσίας χρησιμοποιήθηκε και ως ναός.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Καρηασέων τὸ κλέος καὶ Κυπρίων ἀγλάισμα καὶ τῶν ἀσθενούντων ἡ ρώσις, τῶν πεπηρωμένων ἀνάβλεψις, τῶν πρὸς σὲ πιστῶς προστρεχόντων ἐν τῷ θείῳ ναῶ σου, πανένδοξε, τᾶς ἰάσεις παράσχου τοὶς δούλοις σου πάντοτε, ἶνα εὐχαρίστως κράζωμεν, Φωτεινὴ Ὁσία νύμφη Χριστοῦ καλλιπάρθενε. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι, Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ πασιν Ἰάματα.
Ιερά Λείψανα: Απότμημα του Ιερού Λειψάνου της Αγίας βρίσκεται στη Μονή Κύκκου Κύπρου.

Πηγή:  saint.gr

Σάββατο 1 Αυγούστου 2015

Αγία Ελέσα Οσιομάρτυς που μαρτύρησε στα Κύθηρα



site analysis

Αγία Ελέσα Οσιομάρτυς που μαρτύρησε στα Κύθηρα
Αγία Ελέσα Οσιομάρτυς που μαρτύρησε στα Κύθηρα
Εορτάζει στις 1 Αυγούστου εκάστου έτους.

Έλεος συ δέδοσαι παρὰ Κυρίου,
Τη ση μητρὶ παρθένε μάρτυς Ελέσα.
Βιογραφία
Η Αγία Ελέσα γεννήθηκε στην Πελοπόννησο. Ο πατέρας της ήταν ένας πλούσιος άρχοντας Έλληνας, αλλά ειδωλολάτρης και ονομαζόταν Ελλάδιος. Η μητέρα της όμως, Ευγενία, ήταν μια αγία γυναίκα με πολλές αρετές και πλούσια χαρίσματα. Δεν είχε παιδιά και γι’ αυτό παρακάλεσε τον Θεό να την λυπηθεί και να την αξιώσει να γεννήσει ένα παιδί. Μια μέρα ενώ βρισκόταν μόνη στο σπίτι και προσευχόταν, άκουσε μια φωνή από τον ουρανό που της έλεγε «Σε ελέησε ο Θεός σε ότι του ζήτησες, και σου έδωσε καρπόν κοιλίας». Όταν γεννήθηκε η Ελέσα (την ονόμασαν Ελέσα από τη φωνή που είχε ακούσει η μητέρα της «ἐλέησέ σε ὁ Θεός»), η μητέρα της την αφιέρωσε στον Κύριο και την βάπτισε χριστιανή, στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Όσο μεγάλωνε στην ηλικία, τόσο δυνάμωνε η πίστη της και η αγάπη της προς το Θεό. Μετά από την αγία κοίμηση της μητέρας της, ενώ η αγία ήταν 14 χρονών, σκέφτηκε ότι δεν θα μπορούσε να ζήσει με τον ειδωλολάτρη πατέρα της ο οποίος ήθελε να την παντρέψει με έναν άρχοντα. Γι’ αυτό μετά από πολλή προσευχή και όταν βρήκε κατάλληλη ευκαιρία, έφυγε αφού μοίρασε πολλές ελεημοσύνες σε φτωχούς και σε ορφανά, μαζί με δύο δούλες της και ασκήτευε σε ένα βουνό των Κυθήρων.
Όμως ο πατέρας της, έψαξε και την βρήκε και προσπάθησε να την γυρίσει πάλι πίσω στο σπίτι τους. Στην άρνηση όμως της Αγίας, ο πατέρας της εξοργισμένος την κατεδίωξε. Η Αγία διωκόμενη έφθασε στή ρίζα του βουνού που σήμερα ονομάζεται βουνό της Αγίας Ελέσας και παρεκάλεσε το Θεό λέγοντας «σκίσε γη και κρύψε με». Από τη σχισμή που ανοίχθηκε στο βουνό πέρασε η Αγία και έφθασε στην κορυφή, όπου κατέφθασε αλλόφρων ο πατέρας της και την αποκεφάλισε την 1η Αυγούστου 375 μ.Χ. Στον τόπο του μαρτυρίου της η υπηρέτριά της την έθαψε.
Οι πρώτοι χριστιανοί που ήλθαν στο νησί για να προσκυνήσουν τον τάφο της Αγίας, ανήγειραν μικρό ναΐσκο χωμένο κατά το πλείστον εντός του εδάφους, στον οποίο οι προσκυνητές κατέβαιναν με 5-6 σκαλοπάτια. Η Αγία Τράπεζα του ναΐσκου εστήθη πάνω από τον τάφο της Αγίας. Η παράδοση λέει ότι κατά τους παλαιοτάτους χρόνους έρχονταν προσκυνητές από τη Μάνη κατά την 1η Αυγούστου και τιμούσαν την μνήμη της Αγίας. Αυτός ο μικρός Ναός σωζόταν μέχρι το 1867 μ.Χ. ως ιδιόκτητος της οικογενείας Κασιμάτη – Γεράκα. Το 1871 μ.Χ. ανηγέρθη ο σημερινός ευρύχωρος Ναός με συνδρομές των χριστιανών πάνω στα ερείπια του παλαιού Ναού, ο οποίος επιχωματώθηκε για να ισοπεδωθεί το έδαφος στο σημείο όπου θα ανεγειρόταν ο νέος Ναός. Πάνω ακριβώς από τον παλαιό Ναό εκτίσθη το άγιο Βήμα και πάνω από το σημείο, όπου ήταν ο τάφος της Αγίας εκτίσθη και του νέου Ναού η Αγία Τράπεζα. Την ίδια περίοδο χτίστηκαν γύρω από το Ναό και τα πρώτα κελλιά ισόγεια με βόλτα (καμάρες). Ο Ναός ήταν συναδελφικός με αδελφούς τους Βενέρηδες του χωριού Γερακιάνικα. Το 1945 μ.Χ. ο Ναός έγινε ενοριακός του γειτονικού χωριού Πούρκου. Κατά τη δεκαετία του ’50 ξεκίνησε ο εξωραϊσμός και η ανάδειξη του Προσκυνήματος με την εκτέλεση μεγάλων έργων, όπως ήταν ο εξωραϊσμός του ναού, η ανέγερσις νέου κωδωνοστασίου, η διαμόρφωση του περιβάλλοντος, η ανέγερση ηγουμενείου και σύγχρονων κελλίων, ο ηλεκτροφωτισμός και η κατασκευή αυτοκινητόδρομου, που ήταν και το δυσκολώτερο έργο, λόγω του δυσπρόσιτου της περιοχής, που δημιουργείται από τους κάθετους απόκρημνους βράχους.
Η Αγία Ελέσα με τον Όσιο Θεόδωρο θεωρούνται προστάτες των Κυθήρων και ο λαός πιστεύει ότι η Αγία έχει «χαλινώσει» τα φίδια των Κυθήρων και δεν είναι δηλητηριώδη.
Σημείωση: Η μνήμη της συγκεκριμένης Αγίας δεν αναφέρεται πουθενά στους Συναξαριστές, τη βρίσκουμε σαν μάρτυρα μόνο στα Κύθηρα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Γόνος ἅγιος, Πελοποννήσου, γέρας ἔνθεον, νήσου Κυθήρων, ἀνεδείχθης, Ἐλέσα πανεύφημε, ὑπὲρ Χριστοῦ γὰρ νομίμως ἀθλήσασα, χειρὶ πατρῷα ἐτμήθης τὴν κάραν σου, Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ στείρας ἐβλάστησας, καθάπερ ἄνθος τερπνόν, πατρὸς δὲ μισήσασα, τὴν ἀθεΐαν στερρῶς, Ἐλέσα πανένδοξε, ἔλαμψας ἐν τῇ νήσῳ τῶν Κυθήρων ὁσίως, ἤθλησας δὲ ἐν ταύτῃ, καὶ λαμπρῶς ἐδοξάσθης· καὶ νῦν ἀναπηγάζεις, τὰ θεῖα δωρήματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄.
Ὡς ὁ προφήτης ἐκ στείρας, Ἐλέσα, βλαστήσασα, καὶ τῆς ἐρήμου ὡς οὗτος οἰκήτειρα γέγονας. Λιποῦσα γὰρ δόξας τιμάς τε ἐν γῇ, λαμπαδηφόρος ἐχώρεις πρὸς τὰ οὐράνια. Θαυματουργούσης δὲ ὄρη πορείαν σοὶ ἐσκεύαζον, τὴν κεφαλὴν τμηθείση ὑπ’ αὐτοῦ τοῦ γεννήτορος. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ δωρησαμένῳ σὲ ἡμῖν προστάτιν ἀκοίμητον.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὴν τῶν παρθένων καλλονὴν μεγαλομάρτυρα, καὶ τῶν Κυθήρων κραταιὰν σκέπην καὶ πρόμαχον, ἀνυμνήσωμεν συμφώνως θείαν Ἐλέσαν, πρὸς τὸν Κύριον γὰρ παῤῥησίαν κέκτηται ἡμᾶς πάντας ἐκ κινδύνων περισκέπουσα, τοὺς κραυγάζοντας· χαίροις Μάρτυς πανένδοξε.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν Κυθήροις ἔλαμψας ἀμέμπτῳ βίῳ, καὶ λαμπρῶς ἠγώνισαι, ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρικῶς· ὅθεν ἀξίως δεδόξασαι, Ὁσιομάρτυς Ἐλέσα πανένδοξε.
Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡραία ἐν κάλλεσι παρθένε γέγονας, τὰ στίγματα φέρουσα τοῦ μαρτυρίου τοῦ σοῦ, Ἐλέσα πανεύφημε· ὅθεν νῦν παρεστῶσα τῷ Χριστῷ στεφηφόρος, πρέσβευε ὑπὲρ πάντων τῶν τιμώντων τὴν πάντιμον μνήμην σου Μάρτυς πολύαθλε.
Ὁ Οἶκος
Σήμερον ἀνεδείχθη Ἑωσφόρος τοῖς πᾶσι, ἡ ἔνδοξος καὶ πάνσεπτος μνήμη τῆς Παρθενομάρτυρος Χριστοῦ, διὸ πιστοὶ ἅπαντες ἀθρόως συνέλθωμεν ἐν πίστει κραυγάζοντες αὐτῇ ἐκ πόθου·
Χαίροις σεμνὴ, παρθενίας κάλλος· χαίροις σὺ εἷ τῶν Μαρτύρων κλέος.
Χαίροις, τῶν Κυθήρων ἡ δόξα καὶ καύχημα· χαίροις, τῶν σῶν δούλων ἡ μόνη βοήθεια.
Χαίροις, ὅτι τῶν αἰτούντων τὰς αἰτήσεις ἐκπληροῖς· χαίροις, νύμφη Κυρίου καλλιμάρτυς Ἐλέσα.
Χαίροις τῷ σῷ Νυμφίῳ, στεφηφόρος ἡ στᾶσα· χαίροις, σὺ γὰρ τὴν πλάνην κατήργησας.
Χαίροις, σὺ γὰρ τὸν Χριστὸν ἀνεκήρυξας· χαίροις, πιστῶν κραταιὰ προστασία.
Χαίροις, ἡμᾶς γὰρ τῶν δεινῶν ἀπαλλάττεις· χαίροις, μάρτυς πανένδοξε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὦ Ἐλέσα νύμφη Χριστοῦ, Παρθενομαρτύρων, ἀκροθίνιον εὐκλεές· χαίροις Κυθήρων, ὡράϊσμα καὶ σκέπη, σεμνὴ Ὁσιομάρτυς, Ἀγγέλων σύσκηνε.
ΠΗΓΗ.www.saint.gr

Δευτέρα 27 Ιουλίου 2015

Μοναχή Τιμοθέη, Ηγουμένη Αγ.Γεωργίου Βρανά Μαραθώνος Αττικής.(+25/06/1997)



site analysis





Προκειται για αγια, με πλήθος θαυμαστών σημείων όταν ζούσε αλλά και μετα θάνατον

Γεννήθηκε τό 1918 στη Ρόδο από τούς ευσεβείς και πολύτεκνους γονείς Παναγιώτη και Αικατερίνη Χριστοδούλου πού έφτασαν στο νησί πρόσφυγες τη δεκαετία του 1910 από τη Μικρά Ασία. Όταν ή κατά κόσμο Άννα ήλθε εις ηλικία 3 μηνών, ή οικογένεια της μετακόμισε στην Αθήνα. Εκεί έχασε αρκετά από τα αδέλφια της από επιδημική αρρώστια της εποχής. Εις ηλικία 10 ετών έχασε και τούς δύο γονείς της.Μόνο της στήριγμα έμεινε ή αδελφή της Κυριακή καθώς και ή Ορθόδοξος Χριστιανική Ένωσις Κορασίδων του πατρός Αγγέλου Νησιώτη στην αγκαλιά της οποίας βρήκε τη θαλπωρή πού τής έλειπε όπως και το στήριγμα για να συνέχιση την πορεία του πονεμένου Βίου της.

Στα κατηχητικά του πατρός Αγγέλου γνωρίζεται με την μεγαλύτερή της κατά αρκετά χρόνια Φωτεινή Χατζηδάκη με την οποία συμφωνούν στα πνευματικά και επιθυμούν από κοινού να μονάσουν. Ή ίδια έλεγε χαριτωμένα ότι «έγινα υποτακτική από 10 ετών. Ή αδελφή Φωτεινή και κατόπιν Γερόντισσα Μελετία ήταν για μένα τα πάντα. Μάνα και Γερόντισσά μου». Έτσι με τη σύσταση τού πατρός Αγγέλου όταν ή 'Άννα διήγε το 16ο έτος τού βίου της εγκαταλείπουν το κλεινόν άστυ και βάζουν μετάνοια στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως τής Θεοτόκου Μάντζαρη Ευβοίας όπου μετά τη νόμιμο δοκιμασία κείρονται ρασοφόρες μοναχές. Ή μεν Φωτεινή μετονομάζεται εις Μελετία μοναχή ή δε Άννα εις Τιμοθέη μοναχή.


Τα χρόνια των 2 αδελφών στο μοναστήρι κυλούν με προσευχή, με άσκηση, με σεμνότητα αλλά και αρκετή χειρωνακτική εργασία. Ή δεκαετία του 1940 με τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο, ή παντοειδής στέρηση, ό κατατρεγμός, ή φτώχεια πλήττουν και το μοναστήρι.

Ή αδελφή Μελετία δοκιμάζεται σκληρά από την υγεία της. Καθημερινά κάνει αιμοπτύσεις από το στομάχι και δυστυχώς το διαιτολόγιο της Μονής είναι ακατάλληλο: τα όσπρια και οι τραχανάδες επιδεινώνουν το πρόβλημά της. Έτσι οι δύο αδελφές με σύσταση πνευματικού αποχωρούν από τού Μάντζαρη και έρχονται στην Αθήνα με το ξηρό και υγιεινό κλίμα για μια νέα δημιουργία.

Στα 1960 λοιπόν ζητούν συμβουλή από τον τότε Ηγούμενο της Μονής Πετράκη ό όποιος τούς συστήνει να κατοικήσουν στο ερειπωμένο Μοναστήρι τού Αγίου Γεωργίου Βρανά πλησίον τού Μαραθώνος 'Αττικής και το όποιο αποτελεί μετόχιο παλαιό της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου Πεντέλης. Ή εν λόγω Μονή τούς χορηγεί την άδεια και εγκαθίστανται σε ένα χώρο ό οποίος εκτός από την μισοχαλασμένη Εκκλησιά τού Αη-Γιώργη δεν διαθέτει ούτε μία σκεπή! Ασκεπείς λοιπόν παραμένουν και αυτό γιατί το όλο περιβάλλον τού μοναστηριού αυτού τού 12ου αιώνος με τα άσκεπή κελιά, την απέριττη μεταβυζαντινή Εκκλησιά και την μισογκρεμισμένη μάνδρα ξυπνάει μέσα τους μνήμες ιερές από τον καιρό πού πατέρες Όσιοι κατοίκησαν εκεί και με τον κόπο τους έστησαν το μοναστήρι και με τα δάκρυα τους τα ασκητικά αγωνίστηκαν να ημερέψουν τον τόπο. Ήδη μια υπερκόσμια ευωδία υποδέχεται τις δύο ταπεινές αυτές υπάρξεις. Και όταν κάθονται να ξαποστάσουν από την ταλαιπωρία τής πρώτης τους εγκατάστασης στις 20 Ιουλίου 1960 έκπληκτες βλέπουν στην ερημιά ένα κάτασπρο άλογο να καλπάζει και τρεις φορές να περνά γύρω από την πρόχειρη σκηνή τους. Ξάφνου ακούγεται αντρική φωνή να λέει: «Σουτ, εδώ θα μείνετε!». Δάκρυα χαράς πλημμυρίζουν τις αδελφές και γαλήνη διακατέχει το είναι τους καθώς συνειδητοποιούν ότι ό Άγιος Γεώργιος τούς υποδέχτηκε στο μοναστήρι του, εκφράζοντας την θέλησή του με το παραπάνω συμβάν...
Νέος αγώνας αρχίζει για τις αδελφές με νέο κύκλο δοκιμασιών και στερήσεων. Φώς δεν υπάρχει όπως και, νερό και τηλέφωνο. Κοιμούνται σε δύο στενά ράντζα. Προσκύνημα δεν υπάρχει. Ξεκινούν τα εργόχειρα τα οποία τούς αποφέρουν το πενιχρό έσοδο των 300 δραχμών. Όταν ξοδεύουν για τις ανάγκες τους τα χρήματα ταυτοχρόνως τελειώνουν και οι γαλέτες με ιός όποιες περνούσαν. Στις 15 Αύγουστου μετά την ακολουθία τους τις επισκέπτεται τυχαία κάποιος αμπελουργός από τον Μαραθώνα και βλέποντας τες στενοχωρημένες τους προσφέρει να φάνε σταφύλι νουθετώντας τες: «Μην στενοχωριέστε αδελφές μου! Όπως ή Παναγία μας θαυματουργικά παρουσίασε το άγιασμα με το νερό στον Όσιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη έτσι και για σας θα φροντίσει για τη συντήρηση σας».

Τα λόγια του φωτισμένου εκείνου άνθρωπου στήριξαν τις ψυχές των αδελφών πού καθώς έφευγε, άρχισαν να τσιμπολογούν αχόρταγα το σταφύλι. Κάποιοι περαστικοί πού έρχονταν από Γλυφάδα, τις είδαν να τρώνε λαίμαργα το σταφύλι και τις ρώτησαν αντρική είναι παραθεριστές. Καθώς τις είδαν στενοχωρημένες, τούς υποσχέθηκαν να τούς μεταφέρουν νερό 2 φορές την εβδομάδα για να χτίσουν. Ή Παναγία τη μεσιτεία του Αγίου Γεωργίου έκανε το θαύμα της, διότι έτσι κτίστηκαν τα 2 πρώτα κελιά τα όποια τα θεώρησαν παλάτι.

Οι μέρες τους κυλούσαν γεμάτες πολλή προσευχή, ακολουθία και κομποσκοίνι. Όλη μέρα κουβαλούσαν πέτρες για χτίσιμο και καθάριζαν τα χαλάσματα. Κάποια φορά έβαλαν φωτιά για να καούν κάποια ξερόχορτα. Λόγω τού ανέμου όμως δυνάμωσε και έγινε πυρκαγιά πού άρχιζε να απειλή ότι είχαν κτίσει. Στην απεγνωσμένη φωνή τους «Άγιε Γιώργη σώσε μας» απάντησε ή αλλαγή τού ανέμου πού ώ τού θαύματος! άφησε τη φωτιά να κάψει τόσο χώρο μόνο, όσο έπρεπε να κτίσουν την επαύριον.

Ή μεγάλη πνευματική χαρά στη ζωή τους, τούς δόθηκε από τον τότε πνευματικό τους αρχιμανδρίτη Φιλόθεο Ζερβάκο, Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Λογγοβάρδας Πάρου ό όποιος τις έκειρε μεγαλόσχημες την Κυριακή τού Ασώτου τού 1969. Ό επί γης χωρισμός των δύο συνασκητριών ήλθε με το θάνατο της αυστηρής και δυναμικής Γεροντίσσης Μελετίας στις 23 Σεπτεμβρίου 1973. Μέτ' ολίγας ημέρας ανέλαβε τα καθήκοντα τής Ηγουμένης ή αδελφή Τιμοθέη με εντολή τής κυριάρχου Μονής Πεντέλης.

Εκτοτε κατοίκησαν και άλλες αδελφές στο ταπεινό μοναστηράκι τού Αγίου Γεωργίου και πολλά έργα έγιναν αναδεικνύοντας τον ιερό πρώην κατεστραμμένο χώρο σε κοινοβιακή Μονή.

Στα χρόνια πού ακολούθησαν μαζί με την Μονή αναδείχτηκε και ή ταπεινή και αφανής προσωπικότης τής Ηγουμένης Τιμοθέης.

Με την προσευχή της έγιναν πολλά θαύματα. Πρώτα από' όλα ή Ύπεραγία Θεότητος έδειξε την αντίληψη Της επί τής Μονής ταύτης διά τής μυροβλυσίας τής άχραντου εικόνος Της «ή Ρίζα τού Ίεσσαί» στο τέμπλο τού παλαιού Καθολικού.
Ή αείμνηστος Ηγουμένη είχε την ευχή και το χάρισμα των δακρύων. Ή διάνοια της ήταν κεκοσμημένη με φόβον Θεού και μνήμην θανάτου.

Είχε πολύ λεπτή συνείδηση. Τηρούσε το άκατάκριτον και ήταν αόργητος. Στολίζετο με την χάρη τής καλωσύνης, τής πραότητος και τής αγάπης. Ήταν πρότυπο ανεξικακίας και μακροθυμίας.

Σε ερώτηση πού έκανε ό γράφων στην διάδοχο της Ηγουμένη, Θεοτίμη μοναχή, σχετικά με τα χαρίσματα της μακαριστής, εκείνη απάντησε:

«Πρώτ' από' όλα το γεγονός ότι έκανε δηλ. μπορούσε να μείνει με όλους, ακόμη και τούς πιο δύσκολους χαρακτήρες, τούς χειρότερους. Ύστερα ή ξενητεία της προς τον κόσμο και τα εν αύτώ διότι ούδέποτε έξήρχετο τής Μονής ούτε συναναστροφές, συνομιλίες και συνδιαλλαγές είχε.

Επίσης είχε και την άφιλο- συγγένειαν. Μίαν κατά σάρκα αδελφή είχε, την Κυριακή, την οποίαν αποχαιρέτησε άπαξ όταν έφυγε για το πρώτο μοναστήρι και αντρική και κατοικούσε στην Αθήνα ουδέποτε έσπευσε να την επισκεφθεί.

Τέλος ή προσευχή της πού έκανε θαύματα σε πολλούς ασθενείς και άτεκνες γυναίκες όπως και ένα ακόμη περιστατικό πού με τον αγιασμό έσωσε την ημιθανή αγελάδα μιας πτωχής αγρότισσας.
Επίσης μας έλεγε: «Ότι πέτυχα, οφείλεται στην ευχή της Γερόντισσας μου στην οποία έκανα άκρα υπακοή» και έφερνε ως παράδειγμα την περίπτωση πού με την επίκληση τής ευχής τής Γερ. Μελετίας ξέφυγε τον κίνδυνο από την επίθεση ενός φιδιού.

Όταν τής έδιδαν ονόματα για προσευχή διά ζώσης ή από το τηλέφωνο, τα περνούσε πρώτα 3 φορές από το κομποσκοίνι της και πάντοτε γονυπετής και ένδακρυς και κατόπιν τα έδιδε του Ιερέως για 3 λειτουργίες να μνημονευθούν. Πάντοτε -χάριτι θεού- ή προσευχή της καρποφορούσε και δεχόταν ευχαριστήρια τηλεφωνήματα. Είχε καλό θυμητικό όσον αφορά στα πρόσωπα και τα προβλήματα τους για τα όποια προσευχόταν. Αν δεν την ενημέρωναν φρόντιζε εγκαίρως να πληροφορείται από τις αδελφές.

Διέθετε λεπτότητα, δεν οργιζόταν, ούτε εκφραζόταν αρνητικά για τις πτώσεις των αδελφών. Συνήθως έλεγε: «Ας κάνουμε προσευχή, θα το ζητήσω και εγώ να σε συγχώρηση ό Χριστός μας». Μιλούσε ευγενικά και πάντοτε στον πληθυντικό αριθμό ακόμη και στις αδελφές. Όταν τής συνέβαινε κάτι θαυμαστό, από την υπερβολική της συγκίνηση δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη και έδιδε τότε το λόγο σε άλλη αδελφή να το διηγηθεί δημοσία προς όφελος των συνανθρώπων της.

Το μεσημέρι πρότυπο τής κοιμήσεώς της κατέβηκε στο τραπέζι όπου έφαγε πολύ ολίγο και αποχαιρέτησε γελαστή την αδελφή Σωφρονία για να την τονώσει εν όψει τού επικειμένου αποχωρισμού τους.

Στις 17.30 μ.μ. έδωσε εντολή στην αδελφή Θεοτίμη πού μόλις είχε σηκωθεί από την μεσημβρινή ανάπαυση, να ξεκούραστη λέγοντάς της: «Ξεκουράσου τώρα γιατί σε λίγο θα έλθουν πολλοί». Ή αδελφή υπακούοντας πήγε στο κελί της και μη μπορώντας να κοιμηθεί, άρχισε να διαβάζει τούς χαιρετισμούς τής Παναγίας. Προτού τούς τελειώσει και ενώ ή ώρα ήταν 18.00 μ.μ. ή αδελφή ανησύχησε και μπήκε στο κελί τής Γερόντισσας όπου βρέθηκε ενώπιων ενός θαυμαστού θεάματος:

Ή Γερόντισσα τακτοποιημένη στο κρεβάτι, με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος, με σφαλιστά τα μάτια και το στόμα της, είχε ήδη παραδώσει την ψυχή της στον Κύριον τής δόξης! Το βράδυ πολλοί ζήτησαν να προσκυνήσουν στο κελί της το όποιο σφραγίστηκε για να μη πάρουν ως ευλογία τίποτε. Τελικώς συνωστίζονταν στο ανοιχτό παράθυρο όπου δεν χόρταιναν να οσφραίνονται την ευωδία πού έξήρχετο από τον τόπο αναπαύσεως τής Γερόντισσας.
 

Ή Γερόντισσα Τιμοθέη στολισμένη με τα χαρίσματα τού Αγίου Πνεύματος άπήλθεν εις άπάντησιν τού Νυμφίου τής ψυχής της Χριστού στις 25 Ιουνίου 1997 και ημέρα Τετάρτη. Το όσιακό της λείψανο ευωδίασε και μαζί με αυτό όλο το μοναστήρι καθώς την έντυναν για να την βάλουν στην εκκλησία. Ζεστό και ευλύγιστο παρέμεινε μέχρι τον τάφο καθώς πιστοποιούν και οι σχετικές φωτογραφίες όπου φαίνεται κάποια γυναίκα να ανυψώνει σταυρωτά το χέρι της για να το άσπαστή. Κάποια άλλη γυναίκα πού δεν την πρόλαβε ζωντανή να την χαιρετήσει, από ευλάβεια ανασήκωσε το λείψανο για να το άσπαστή και το άφησε καθιστό στο φέρετρο αγκαλιάζοντας το πολλές φορές. Πέρασε μάλιστα το χέρι τής Γερόντισσας γύρω από τον αυχένα της. Τόσο μεγάλη ήταν ή ευκαμψία τού λειψάνου και τόσο μεγάλη και ή ευλάβεια τής γυναίκας! Για τη Γερόντισσα έδωσε μαρτυρία και ό πνευματικός της, Ηγούμενος τής Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού, αρχιμανδρίτης Τιμόθεος Σακκάς ό οποίος τόνισε την απλότητα τού χαρακτήρος της όπως και την καθαρότητα τής εξομολογήσεως της. Μαρτυρία έδωσε και ή κυρία Σωτηρία Νούση.

Και ό γράφων πήρε την ευχή της πολλάκις ως λαϊκός. Και σήμερα μοναχός αναλογίζεται: Τί σπάνιο πράγμα ό μοναχός να μπορεί να συμβιεί με άπαντες όπως ή Γερόντισσα Τιμοθέη διότι συνήθως όλοι στο μοναστήρι διαλέγουμε με ποιόν θα συνδιακονήσουμε και με ποιόν θα συνπνευματιστούμε!!!

ΒΙΒΛ. ΜΟΝΑΖΟΥΣΩΝ ΣΥΝΑΞΙΣ. ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΑΒΒΑΔΙΑ. ΘΑΥΜΑΣΤΟΝ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΝ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΟΣ .ΑΘΗΝΑ 2005.
http://apantaortodoxias.blogspot.com

Κυριακή 26 Ιουλίου 2015

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ



site analysis



(Από τον ιστοχώρο του Γυμνασίου Ν.Σουλίου Σερρών)

Μάνα. Μια τόσο μικρή λέξη που κρύβει μέσα της τόση δύναμη! Δύναμη ψυχική, πνευματική και σωματική. Δύναμη και ελπίδα για ένα καλύτερο κόσμο για μια κοινωνία πιο ανθρώπινη.
«Μητέρα, η καρδιά της ανθρωπότητας»
 Βίκτωρ Ουγκώ

Η Εκκλησία μας τιμάει σήμερα τη Μάνα όλων των Πιστών, την Μητέρα Παναγία, τη Γλυκοφιλούσα, τη Γαλακτοφορούσα, τη Θεομάνα, τη Μεσίτρια, τη Σκέπη του Κόσμου και την προτείνει σαν πρότυπο άξιο μίμησης σ’ όλες τις μητέρες της ανθρωπότητας, σ’ όποια ήπειρο και αν κατοικούν, όποια γλώσσα κι αν μιλούν, για να εμπνέονται από το παράδειγμά της αλλά και για να την έχουν στήριγμα στον δύσκολο αγώνα του μεγαλώματος και της ανατροφής των παιδιών τους. Σύμβολο ειρήνης, άμετρης ανθρώπινης τρυφερότητας, αγάπης, πόνου, αυτοθυσίας, η Παναγία μας. Οδηγός και στήριγμα για τις σημερινές μάνες που μόνο αυτές έχουν τη δύναμη να εξανθρωπίσουν τον κόσμο γιατί, πλασμένες όπως είναι για τον πόνο και την αγάπη, μπορούν να δώσουν λύση στα εναγώνια προβλήματα που βασανίζουν τον άνθρωπο. «Μόνο οι λαοί με ικανές μάνες ευδοκιμούν.» είπε ο Γκαίτε. «Όταν σ’ένα λαό καταπέσει η μητρότητα, σε τίποτε δεν ωφελεί όλη η άλλη παιδεία. Η κατάπτωση της μάνας είναι η δύση και η παρακμή ενός λαού.»
Είμαι εδώ σήμερα για να σας μιλήσω για τη Μάνα, για τη σχέση της με το παιδί της και την καταλυτική δύναμη που κρύβει η χωρίς όρια και όρους αγάπη της, αυτή η αγάπη η φωλιασμένη στην τρυφερή καρδιά της, την καρδιά που χωράει όλη την ανθρωπότητα. Και πρέπει να ομολογήσω ότι αισθάνομαι μεγάλη αμηχανία γιατί βρίσκομαι μπροστά σε τόσες πολλές άξιες μάνες, τόσες συμπαθητικές μανούλες φορτωμένες με του κόσμου τις εμπειρίες, γυναίκες που βίωσαν την μητρότητα με τον δικό της τρόπο η καθεμιά, γυναίκες που σίγουρα πόνεσαν, έκλαψαν, γέλασαν για τα παιδιά τους, γυναίκες που ξέρουν τι σημαίνει θυσία, προσφορά, ανταπόδοση, αναγνώριση αχαριστία, υπομονή, υποταγή, σκληρότητα, αξιοπρέπεια, περηφάνια, εγωισμός και αγάπη.Η ζωή της κάθε μιας, μια ξεχωριστή ιστορία, ένα διαφορετικό σενάριο. Η αρχή είναι συνήθως η ίδια. Ένα ξένοιαστο νεαρό ζευγάρι ξεκινάει τη ζωή του με πολλά όνειρα, τολμηρά και ρόδινα. Η μάνα νανουρίζει γλυκά το πρώτο της παιδί δοξάζοντας το Θεό για το θαύμα που έγινε στη ζωή της και της την άλλαξε αναπάντεχα. Στη συνέχεια τα πράγματα παίρνουν διαφορετική πορεία για την κάθε μια.Η Άννα, στα είκοσι οχτώ της, έχει ήδη δυο παιδιά στο δημοτικό και δουλεύει σ’ ένα πολυκατάστημα.Η Μαρία στα τριάντα πέντε της, βρίσκεται μόνη και άνεργη να μεγαλώσει τον δωδεκάχρονο γιο της.Η Ελπίδα στα σαράντα της, πολύτεκνη μάνα, μοιράζεται ανάμεσα στη φοιτήτρια κόρη, στο φαντάρο γιο και στα μικρά του δημοτικού.Η Σοφία στα πενήντα της, στο άδειο σπίτι βλέπει τις φωτογραφίες των παιδιών της και νοσταλγεί τα χρόνια που ήταν μικρά. Τώρα το ένα είναι στη Αγγλία και το άλλο στη Ρόδο. Ευτυχώς οι γιορτές πλησιάζουν.Η Κατερίνα στα πενήντα πέντε και πάλι με παιδικό καροτσάκι. Τώρα δυο φορές μάνα. Σπρώχνει καμαρωτή το πρώτο της εγγόνι.Και η Ελένη, ανάδοχη μητέρα στο χωριό SOS, τώρα που την ωρίμασαν οι δοκιμασίες της ζωής, αποφάσισε ότι η προσφορά αγάπης στις πονεμένες παιδικές ψυχούλες δίνει νόημα και αξία στη ζωή της.Η ζωή κυλάει γρήγορα. Οι μέρες είναι πολύχρωμες και πολυπρόσωπες. Η καθεμιά φέρνει κάτι καινούριο. Οι στιγμές χαράς εναλλάσσονται με τις στιγμές λύπης, οι αποτυχίες με τις επιτυχίες, τα δάκρυα με τα γέλια. Σταθερό σημείο στη ζωή των παιδιών η μάνα πρέπει να ικανοποιεί την πείνα και την δίψα τους για αγάπη. Καταφύγιο και απάνεμο λιμάνι έτοιμο να προσφέρει ασφάλεια και ζεστασιά.Ο Μπαλζάκ γράφει: «Ποτέ στη ζωή σας δεν θα συναντήσετε περισσότερη στοργή, πιο βαθιά, πιο αφιλοκερδή, πιο πραγματική από εκείνη της μητέρας σας.».Η μάνα είναι σαν το δέντρο, είναι το δέντρο του Κόσμου.Ο γερός κορμός του δέντρου και τα κλαδιά του συμβολίζουν την υπομονή και την αντοχή της μάνας στις θύελλες και στ’ αναπάντεχα χτυπήματα της ζωής. Οι δαιδαλώδεις ρίζες του συμβολίζουν τις εμπειρίες της μάνας, αυτό τον πολύτιμο θησαυρό που την κάνει σοφότερη. Πάνω σ’ αυτές τις εμπειρίες μπορούμε να στηριχθούμε, να κάνουμε όνειρα, να τολμήσουμε, απ’ αυτές να αντλήσουμε γνώση και δύναμη.Το αειθαλές φύλλωμα του δέντρου είναι η δροσιά και το σκιερό καταφύγιο που μας προσφέρει η αγκαλιά της μάνας για να ξαποστάσουμε, να χαλαρώσουμε, ν’ αναζωογονηθούμε και να συνεχίσουμε τον αγώνα μας.Τα άνθη του, στολίδια ξεχωριστά και μοναδικά, συμβολίζουν τις αρετές της, την υπομονή της, τη καλοσύνη της, το χαμόγελό της, το βλέμμα της, την προσωπική της ομορφιά και χάρη, στοιχεία που την κάνουν μονάκριβη και αναντικατάστατη για το παιδί της. Οι πολύτιμοι καρποί του δέντρου είναι τα υλικά και πνευματικά αγαθά που προσφέρει η μάνα στο παιδί, τα απαραίτητα εφόδια για να βρει την ισορροπία του και την προσωπική του ευτυχία.Και τέλος, οι σπόροι των καρπών του συμβολίζουν την συνέχεια της ζωής, την αειφορία.Το δέντρο μεγαλώνει, γερνάει, ρυτιδώνει, και κάποια στιγμή πεθαίνει αλλά δεν χάνεται μέσα στον κύκλο της φύσης. Γίνεται λίπασμα που τρέφει τα νέα δεντράκια και τα βοηθάει να μεγαλώσουν κι αυτά με τη σειρά τους, ν’ ανθίσουν, να καρπίσουν και να κάνουν τον δικό τους κύκλο ζωής.Έτσι και η μάνα μένει αθάνατη στην ψυχή του παιδιού της μέσα από τα λόγια της, τις συμβουλές της, το παράδειγμά της, την χωρίς όρια αγάπη της.
Μάνα και παιδί. Παιδί και μάνα.Με το πέρασμα του χρόνου, οι ρόλοι αυτοί αλλάζουν σιγά-σιγά. Το παιδί ενηλικιώνεται, γίνεται το ίδιο γονιός, αλλάζει η κοινωνική θέση του και συγχρόνως αλλάζει και η οπτική του γωνία. Αναθεωρεί τις απόψεις και τις στάσεις του, όμως κρατάει για πάντα το πολύτιμο προνόμιο, να είναι το παιδί της μάνας του.Τι είναι η μάνα για το παιδί και τι είναι το παιδί για τη μάνα ; Η ηλικία μου και η οικογενειακή μου κατάσταση μου επιτρέπουν να μιλήσω και από τη θέση της μάνας και από τη θέση του παιδιού.Νομίζω όμως ότι έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον να μιλήσω σήμερα για τη μάνα από τη θέση του παιδιού, της κόρης. Γιατί, τι να πω σ’ όλες εσάς τις μάνες για την προσφορά και τον αγώνα της μάνας, για την δικαίωση και την ματαίωση αυτού του αγώνα; Για τα καθημερινά προβλήματα και το σθένος που απαιτεί η αντιμετώπισή τους; Για τ’ αμέτρητα δάκρυα που σαν μαργαριτάρια κυλούν συχνά στο πρόσωπό της; Για τις αξημέρωτες νύχτες τις γεμάτες προσευχή και αγωνία πίσω από την κλειστή πόρτα;Αυτά οι μάνες τα βιώνουν καθημερινά και δεν έχουν ανάγκη να τα ξανακούσουν. Σε τι θα ωφελούσε άλλωστε; Τι θα κέρδιζαν; Οι μάνες δεν περιμένουν αναγνώριση και ευχαριστίες για να συνεχίσουν ν’αγαπάν.


Τι είναι λοιπόν η μάνα για το παιδί;Πως τη βλέπει όταν είναι μικρό; Αργότερα όταν βρίσκεται στην εφηβεία, όταν φεύγει για σπουδές, όταν κάνει δικιά του οικογένεια, όταν πετυχαίνει κοινωνικά, όταν είναι άνεργο, όταν βρίσκεται πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, όταν υποφέρει ψυχικά και σωματικά, όταν διαλύεται η οικογένειά του, όταν αρχίζουν να ασπρίζουν τα μαλλιά του;Η μάνα, στα μάτια του παιδιού, είναι μια ακούραστη δύναμη, είναι ένας ποταμός που όλα τα καθαρίζει, τα εξαγνίζει, τα δροσίζει, τα βάζει στη θέση τους, τα τρέφει. Είναι το σταθερότερο στήριγμα στη ζωή του. Είναι δυο μάτια που θα το θαυμάσουν, δυο χείλη που θα το παινέψουν, δυο αφτιά που θα το ακούσουν ακούραστα. «Μια μαμά πάντα χρειάζεται» επαναλαμβάνει χαμογελώντας με νόημα η κόρη μου.Η μάνα είναι μια αέναη πηγή αγάπης και προσφοράς. Τα παιδιά, όταν είναι μικρά, πίνουν αχόρταγα και ασυλλόγιστα από το νερό της θεωρώντας πως είναι αστείρευτη. Θεωρούν δεδομένη την προσφορά της και δεν νοιάζονται ν’ ανταποδώσουν. Ξεχνούν να πουν ακόμη κι ένα ευχαριστώ, ξεχνούν να της δώσουν ένα φιλί γιατί βιάζονται να κατακτήσουν τον κόσμο.
Η στάση του παιδιού απέναντι στη μάνα περνάει από διάφορες φάσεις.Για το μικρό παιδί η μάνα είναι το κέντρου του κόσμου. Την κρατάει σφιχτά απ’ το χέρι και την οδηγεί εκεί που αυτό θέλει για να ανακαλύψει τον κόσμο με ασφάλεια. Της λέει τρυφερά λόγια και θέλει να την κάνει τη γυναίκα της ζωής του.«Σας μπερδεύω μερικές φορές εσένα και την Παναγία, μανούλα» μου είχε πει κάποια στιγμή ο γιος μου όταν ήταν μικρός.
Στην εφηβεία, αυτή η λατρεμένη φιγούρα γίνεται ο αντίπαλος του, ο εχθρός του, ο δέσμιος του. Αγωνίζεται να απορρίψει την αυθεντία της, να κόψει τον ομφάλιο λώρο, να βρει τον εαυτό του.Κάποιες στιγμές αντιλαμβάνεται ότι η συμπεριφορά του είναι υπερβολική και άδικη, νιώθει ότι πικραίνει τη μάνα με τη στάση του και τα λόγια του. Προσπαθεί να επανορθώσει αλλά σπάνια τα καταφέρνει για πολύ.Ο διακεκριμένος επιστήμονας Ντράικορς έχοντας μελετήσει την παιδική και την εφηβική ψυχολογία τολμά να βάλει στο στόμα ενός εφήβου τα παρακάτω λόγια που ίσως βοηθήσουν τις μάνες να κατανοήσουν καλύτερα τη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις των παιδιών τους.
«Μητέρα μου,Μη με παραχαϊδεύεις.Ξέρω πολύ καλά πως δεν πρέπει να μου δίνεις πάντα ότι σου ζητώ! Σε δοκιμάζω μονάχα για να δω.Μη διστάζεις να είσαι σταθερή μαζί μου. Το προτιμώ. Με κάνεις να νιώθω περισσότερη σιγουριά.Μην αναστατώνεσαι τόσο, όταν σου λέω «δε σε χωνεύω».Δεν απευθύνομαι σε σένα αλλά στη δύναμη που έχεις να μου εναντιώνεσαι.Μη δίνεις μεγάλη σημασία στις μικροαδιαθεσίες μου. Καμία φορά δημιουργούνται ίσα- ίσα για να κερδίσω την προσοχή που ζητούσα.Μην διανοηθείς ποτέ πως θα πέσει η υπόληψη σου, αν μου ζητήσεις συγνώμη. Μια ήπια αναγνώριση ενός λάθους σου, μου δημιουργεί πιο θερμά αισθήματα απέναντι σου.Μην ξεχνάς πως δεν θα μπορέσω να αναπτυχθώ, χωρίς πολλή κατανόηση και αγάπη. Αυτό δεν χρειάζεται να στο πω, έτσι δεν είναι ;»Στη δύσκολη και ταραγμένη περίοδο της εφηβείας είναι που δοκιμάζεται η υπομονή της μάνας. Κάθε ώρα,κάθε λεπτό είναι μια δοκιμασία γι’ αυτή, μια μικρή μάχη που την οδηγεί στην πνευματική της ανάπτυξη, στην ολοκλήρωση της σαν άνθρωπο.

Η Ναυσικά Ιεσσαί - Κασιμάτη στο κείμενο της «Με λένε Μάνα» αναφέρει:«Είναι οδοστρωτήρας η μητρότητα. Περνάει πάνω μας και κάθε ανώμαλο σημείο του χαρακτήρα μας το λειαίνει. Γιατί για να υπηρετήσεις τον άλλο, απαρνιέσαι κάθε τι δικό σου. Τη βολή σου, την καλοπέρασή σου, την ξεκούραση, αυτό που θα σ’ άρεσε να κάνεις. Πόση δύναμη χρειάζεται η μάνα για να κάνει υπομονή; Να περιμένει και να ελπίζει χωρίς να αποκάμει; Και μόνο όταν ζει τον κόπο με πνεύμα Χριστού μπορεί να το πετύχει. Οι υπηρεσίες της δεν είναι κραυγαλέες. Πραγματοποιούνται μεσ’ στη σιωπή. Είναι έργο που ζητά καρδιά. Μια μεγάλη καρδιά που πάντα έχω την απορία πως χωράει κάτω από ένα μικρό στέρνο.»Μετά την εφηβεία, αφού το παιδί έχει κάνει την επανάστασή του με τις όποιες συνέπειες, οι σχέσεις μάνας- παιδιού επανέρχονται τις περισσότερες φορές. Το παιδί ζητάει τώρα την βοήθεια της μάνας και του πατέρα για να φτιάξει τη δικιά του ζωή, τη δικιά του οικογένεια. Στη μάνα ανοίγει την καρδιά του, εμπιστεύεται τα πιο τολμηρά του όνειρα, ζητάει την επιβεβαίωση, την ενθάρρυνση, αναζητάει τον οπαδό, τον συνεργάτη, τον συνένοχο.
Ο Πάβελ, ο νεαρός ήρωας του έργου του Μάξιμ Γκόργκι «Η Μάνα» εμπιστεύεται στη μητέρα του τα πιο τολμηρά του όνειρα λέγοντας: «Έτσι τώρα ξέρεις τι θα κάνω, που πηγαίνω. Σου τα είπα όλα!Σε παρακαλώ μάνα, αν μ’ αγαπάς, μη μου βάζεις εμπόδια!Και η μάνα «αγκαλιάζοντας με το ζεστό και χαδιάρικο βλέμμα της το δυνατό και λεβέντικο κορμί του είπε σιγανά και γρήγορα:-Ο Θεός μαζί σου .Ζήσε όπως σου αρέσει.Δε θα σε εμποδίσω.Σε παρακαλώ μόνο για ένα: μη μιλάς με τους ανθρώπους χωρίς φόβο.Όταν εκείνος ξάπλωσε και αποκοιμήθηκε, εκείνη σηκώθηκε από το στρώμα της και πήγε αθόρυβα κοντά του… Τα χείλη της κουνιόνταν χωρίς ν’ ακούγεται λαλιά. Στα μάτια της αργοκυλούσαν ρυθμικά το ένα μετά το άλλο μεγάλα θολά δάκρυα.Και ξανάρχισαν να ζούνε αμίλητοι, μακρινοί και κοντινοί ο ένας για τον άλλον.»Θησαυρός πολύτιμος οι συμβουλές της μάνας ακολουθούν και στηρίζουν το παιδί σ’ όλη του τη ζωή.Στη μάνα εκφράζει τις ανασφάλειες του και τις ανησυχίες του, μπροστά της κλαίει, φωνάζει, πεισμώνει, απειλεί, τα βάζει με όλους και με όλα, γελάει, ενθουσιάζεται.Και πάλι ο Πάβελ, απευθυνόμενος στη μητέρα του, ψιθυρίζει απογοητευμένος: «Είμαι νέος, αδύναμος. Αυτό είναι ! Δεν ακολούθησαν την αλήθεια μου. Αυτό σημαίνει πως δεν κατάφερα να την πω πειστικά! Δεν αισθάνομαι καλά, λυπάμαι για λογαριασμό μου.»Η μάνα κοιτάζοντας το κατσουφιασμένο του πρόσωπο και θέλοντας να τον παρηγορήσει του είπε σιγανά:- Να έχεις υπομονή! Δεν σε κατάλαβαν σήμερα, θα σε καταλάβουν αύριο. Να, ακόμη κι εγώ βλέπω την αλήθεια σου…Ο Πάβελ την πλησίασε:Εσύ μάνα, είσαι καλός άνθρωπος.»Στη μάνα δοκιμάζει το παιδί τις νέες ιδέες του, τους διάφορους τρόπους συμπεριφοράς. Σ’ αυτή λέει τα πρώτα ψέματα για να διαπιστώσει αν μπορεί να ξεγελάει τους ανθρώπους, σ’ αυτήν υψώνει τον τόνο της φωνής του για να διαπιστώσει αν θα τα καταφέρει να επιβληθεί και στους άλλους. Γιατί το παιδί ξέρει, όπως πολύ ωραία γράφει ο Μπαλζάκ ότι « Η καρδιά της μητέρας είναι μια άβυσσος, στο βάθος της οποίας βρίσκεται πάντα η συγνώμη.» Η οικογένεια είναι ένας μικρόκοσμος όπου το παιδί δέχεται την επίδραση των γονιών του για μεγάλο χρονικό διάστημα τότε μάλιστα που ο ψυχισμός του είναι πολύ εύπλαστος. Η μητέρα παίζει αναμφισβήτητα τον πρώτο ρόλο στην αγωγή του παιδιού. Είναι το πρόσωπο που συνδέεται περισσότερο από κάθε άλλον μαζί του. Οι φυσικοί και ψυχικοί δεσμοί που συνδέουν ιδιαίτερα τη μητέρα με το παιδί είναι τόσο ισχυροί, ώστε θεωρούνται ακατάλυτοι.Το παιδί έχει ανάγκη από τη μάνα –πρότυπο. Την τοποθετεί σ’ ένα υψηλό βάθρο. Έχει ανάγκη να την θαυμάζει, να καμαρώνει. Την θέλει να συγκεντρώνει όλου του κόσμου τις αρετές, ευγένεια, καλοσύνη, ήθος, νοικοκυροσύνη. Αλλά προπαντός τη θέλει ήρεμη και καλοσυνάτη, γελαστή και αισιόδοξη, δυνατή και αποφασιστική. Μη φανταστείτε όμως ότι τα παιδιά αποζητούν την τελειότητα, την απόλυτη τάξη, την απόλυτη καθαριότητα, την απόλυτη υπομονή και ανοχή. Τα παιδιά, σαν τα σπουργιτάκια, ζητούν μια ήρεμη φωλίτσα για να μεγαλώσουν. Έχουν ανάγκη από πρότυπα που θα τα φυλάξουν καλά μέσα στην ψυχή και στο μυαλό τους και αυτά τα πρότυπα θα επηρεάσουν την πορεία της ζωής τους και τις επιλογές τους.Η Ντόροθυ Λόοθυ Νόλτε δίνει μερικές σοφές συμβουλές στις μητέρες που αν τις ακολουθήσουν θα πετύχουν μια καλύτερη σχέση με το παιδί τους και θα το βοηθήσουν ν’ αναπτυχθεί συναισθηματικά.
«Αν ένα παιδί μεγαλώνει με θάρρος και τόλμη,θα μάθει να είναι ειλικρινές.Αν ένα παιδί μεγαλώνει με ειρωνείες,Θα γίνει ντροπαλό.Αν ένα παιδί μεγαλώνει με ειλικρίνεια,θα μάθει να είναι δίκαιο.Αν ένα παιδί μεγαλώνει σε ασφαλές περιβάλλον,θα μάθει να έχει εμπιστοσύνη.Αν ένα παιδί μεγαλώνει με καταδεκτικότητα και προθυμία, Θα μάθει να βρίσκει την αγάπη του κόσμου.»
Δεν είναι λίγες οι φορές που τα παιδιά επιλέγουν ή αναγκάζονται να φύγουν μακριά από την οικογενειακή εστία και οι γονείς τα χάνουν από το οπτικό τους πεδίο. Όμως οι δεσμοί αγάπης που υπάρχουν μεταξύ τους είναι τόσο ισχυροί ώστε η επικοινωνία συνεχίζεται νοερά και αδιάλειπτα. Άλλες φορές πάλι, ενώ τα παιδιά ζουν σε απόσταση αναπνοής από το πατρικό τους, δεδομένου του ότι ο αγώνας για την επιβίωση είναι σκληρός και ο χρόνος τρέχει με ξέφρενους ρυθμούς, οι επαφές τους με τους γονείς αραιώνουν. Τα παιδιά, απορροφημένα από τα προσωπικά τους, δεν έχουν χρόνο για συχνές επισκέψεις στο σπίτι της μάνας. Ένα βιαστικό τηλεφώνημα αρκεί για να καθησυχάσει και τις δυο πλευρές ότι η ζωή συνεχίζεται. Η μάνα, η αιώνια μάνα, δε σταματά να ετοιμάζει πίτες και γλυκά για τα παιδιά της.Ο άνθρωπος μεγαλώνει, ωριμάζει, γερνάει αλλά το δέσιμο με τη μάνα του παραμένει το ίδιο. Έχει ανάγκη από την αγάπη της, την στοργή της, την καλοσύνη της, τη συμβουλή της, την ευχή της. Εικόνα εξιδανικευμένη. Σχέση μοναδική. Μπροστά στη μάνα μας όλοι μικροί, μεγάλοι, αισθανόμαστε παιδιά. Οι μάνες δεν έχουν ηλικία για τα παιδιά όπως και τα παιδιά δεν έχουν ηλικία για τις μάνες. Η λέξη μάνα λέγεται με την ίδια φόρτιση είτε απευθύνεται στη νεαρή γυναίκα με το ανάλαφρο βήμα είτε στη μεγαλύτερη με το κουρασμένο σώμα και τα δακρυσμένα μάτια.Με μεγάλη ευαισθησία η Μυρτιώτισσα γράφει απευθυνόμενη στην ηλικιωμένη, άρρωστη μητέρα:« Τρέμω μανούλα τ’ άρρωστο σου βήμαμέρα τη μέρα πιο βαρύ αγρικιέται,της αγιασμένης σου ζωής το νήμα,ωιμένανε! αρχίζει και μετριέται.
Έλα κοντά μου, μίλησέ μου αγάλιΜε την καλή, την απαλή μιλιά σου.Ξεκούρασέ μου το βαρύ κεφάλιΜες στη ζεστή φωλιά της αγκαλιάς σου.
Δος μου τα δυο σου χέρια! Πως φοβάμαι…Να διπλωμανταλώσουμε τη θύρα….Σήκω, πιο μέσα να πάμε…Αχ, να σε κρύψω θέλω από τη Μοίρα.
Η σχέση μάνας και παιδιού είναι μια μοναδική σχέση, πέρα από το χρόνο και το χώρο, πέρα από τη λογική και τους νόμους της φυσικής.Δυο σύμφωνα και δυο ίδια φωνήεντα όλα κι’όλα κάνουν τη λέξη «μάνα». Κι όσο εύκολα βγαίνει από το στόμα, τόσο πυκνό και βαθύ είναι το νόημά της. Η λέξη «μάνα» σημαίνει προσφορά. Προσφορά ζωής ανεκτίμητη και απεριόριστη. Η μάνα αγαπά μέχρι αυτοθυσίας το παιδί της και αγάπη αυτή δίνει ένα ιδιαίτερα υψηλό νόημα στη ζωή της. Του χαρίζει ότι πολυτιμότερο έχει δίχως δεύτερη σκέψη αρκεί να το δει ευτυχισμένο. Η μάνα δε διστάζει να στερηθεί και να πονέσει για το παιδί της. Δε διστάζει να δώσει ζωτικά της όργανα για να του σώσει τη ζωή, κι αν χρειαστεί, δε διστάζει να δώσει την ίδια της τη ζωή. Δεν διστάζει να διαβεί το κατώφλι του οίκου ευγηρίας, αν οι συνθήκες το απαιτούν. Αφήνει πίσω της αγαπημένα πράγματα και συνήθειες όμως κουβαλάει πάντα μέσα της, στο μυαλό και στην ψυχή της τα λατρεμένα της πρόσωπα. Τα έχει κοντά της κάθε στιγμή όσο μακριά κι αν βρίσκονται γιατί τα μάτια της μάνας με τη μειωμένη όραση βλέπουν ολοζώντανες εικόνες από τη ζωή του παιδιού της και τα βαρήκοα αφτιά της ακούν τις φωνές και τα γέλια των εγγονών της. Και έτσι γεμίζει η καθημερινότητα, με καρτερία και προσευχή. Πάντα μου φαινόταν υπερβολικό όταν έβλεπα τα μάτια της γιαγιάς μου να δακρύζουν με το παραμικρό. Τώρα καταλαβαίνω τι ήμασταν για κείνη, εμείς τα εγγόνια της.Η αθανασία ανήκει στις μάνες γιατί και μετά το θάνατό τους είναι ζωντανές. Προσεύχονται και εύχονται για τα παιδιά τους, από εκεί που βρίσκονται, τα νοιάζονται και τα προστατεύουν, έρχονται στα όνειρα τους και τα καθοδηγούν.Μάνες, τα πιο όμορφα πλάσματα του κόσμου, τα πιο ξεχωριστά!Δύσκολος και απαιτητικός ο προσωπικός καθημερινός αγώνας σας. Απαιτεί θυσίες και πόνο. Είναι αγώνας που δεν περιμένει αναγνώριση, παράσημα και επαίνους.Μη πληγώνεστε από τη συμπεριφορά των παιδιών σας, δεν την εννοούν. Στα μάτια τους είστε μοναδικές, είστε αναντικατάστατες. Το έργο σας δεν μπορεί να ζυγιστεί, να αξιολογηθεί, να εκτιμηθεί συγκριτικά. Η προσφορά σας έγκειται στο δόσιμο του είναι σας, στη μέγιστη προσφορά που μπορεί να κάνει άνθρωπος σε άνθρωπο άρα είναι άσκοπο να την χαρακτηρίσουμε σαν μικρή ή μεγάλη. Η αξία της είναι απόλυτη τιμή, δεν μετριέται, ούτε ζυγίζεται. Ίσως θα μπορούσαμε να πούμε ότι άλλοτε καρποφορεί και άλλοτε όχι. Άλλοτε ο αγώνας της μάνας δικαιώνεται γρήγορα και άλλοτε προσωρινά φαίνεται να πηγαίνει χαμένος. Το αποτέλεσμα δεν έχει να κάνει με την προσφορά αυτή καθεαυτή. Μοιάζει με το σπόρο που πέφτει στη γη και άλλοτε βρίσκει πρόσφορο έδαφος κι αναπτύσσεται κι άλλοτε οι συνθήκες εμποδίζουν την ανάπτυξή του έτσι όπως εμείς θα θέλαμε. Μην παίρνετε επάνω σας το βάρος για τις επιλογές των παιδιών σας. Η συμβολή σας στην διαμόρφωση της προσωπικότητας τους είναι αναμφισβήτητα μεγάλη, δεν είναι όμως ο μοναδικός καθοριστικός παράγοντας της πορείας της ζωής τους.




Μάνες, είστε παντοδύναμες και η τεράστια δύναμη σας πηγάζει από την αληθινή, την αγνή και χωρίς όρους και όρια αγάπη για τα παιδιά σας και για τα παιδιά όλου του κόσμου. H καρδιά σας χτυπάει δυνατά από λαχτάρα για το παρόν και το μέλλον των παιδιών σας, αλλά και για το παρόν και το μέλλον όλης της ανθρωπότητας, για τα παιδιά που πεινούν, για τα παιδιά που μένουν χωρίς σπιτικό, χωρίς μόρφωση, χωρίς δουλειά, γι’ αυτά που πέφτουν θύματα κάθε είδους εκμετάλλευσης. Και είναι οι χτύποι απ’ όλες τις μητρικές καρδιές, που κρατούν την ανθρωπότητα ζωντανή, σε εγρήγορση και της επιτρέπουν να ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία.
Μάνες όλης της ανθρωπότητας, εσείς ξεχωριστές γυναίκες που κλείνετε μέσα σας το μητρικό πνεύμα και προσφέρετε απλόχερα την αγάπη σας είτε στα φυσικά, είτε στα πνευματικά παιδιά σας, επιτρέψτε μου να σας δώσω μια συμβουλή:Φροντίστε το δέντρο της δικιάς σας ζωής, έχοντας για οδηγό και στήριγμα την Παναγία Μητέρα και να είστε σίγουρες πως οι καρποί του θα θρέψουν πραγματικούς ανθρώπους που θα αποτελέσουν υγιή κύτταρα της ανθρωπότητας και του πολιτισμού μας. Παρόλο που όπως προανέφερα η μάνα δεν επιζητεί επαίνους και ευχαριστίες για την προσφορά της θα’ θελα να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ μεσ’ απ’ την καρδιά μου σ’ όλες εσάς που έχετε σήμερα τη γιορτή σας και ιδιαίτερα στην μονάκριβη μητέρα μου αφιερώνοντας της τους παρακάτω ευαίσθητους στίχους του ποιητή Ντάνυ Πιέρρου: «Μάνα, μητέρα, μανούλα, μαμάΌπως και να σε πω, είσαι εσύ.Εσύ, που μου μετάγγισες τη ζωή,Εσύ που μου ζωγράφισες τη ζωή.Και σ’ ευχαριστώ για κάθε της χρώμα:Για το πράσινο της ελπίδας και το γαλανό της γαλήνης,Για το πορφυρό της αγάπης και το κόκκινο της ζεστασιάς,Για το ροζ των ονείρων και το μοβ της γνώσης,Για το γκρίζο της θλίψης και για το λευκό της χαράς!»



Μάνες αγαπημένες, σας ευγνωμονούμε .-



Κείμενο:
Θεοχαρίδου Αντωνία

Προσαρμογή εργασίας στο διαδίκτυο:
Αθανασιάδης Αθανάσιος

Αγία Ωραιοζήλη



site analysis



OLYMPUS DIGITAL CAMERA Αγία Ωραιοζήλη - www.nioras.com
OLYMPUS DIGITAL CAMERA
Αγία Ωραιοζήλη – www.nioras.com
Εορτάζει στις 26 Ιουλίου εκάστου έτους.
Eις πυρ βληθείσα Ωραιοζήλη Λόγε,
Άπασι βρύει τους κρουνούς των θαυμάτων.
Βιογραφία
Η Αγία Ωραιοζήλη έζησε τον 1ο αιώνα μ.Χ. Είχε πατρίδα το Βυζάντιο και οι γονείς της ήταν Έλληνες ειδωλολάτρες. Στην αρχή ήταν και αυτή ειδωλολάτρισσα, κατόπιν όμως έγινε χριστιανή από το κήρυγμα του Αποστόλου Ανδρέα. Επειδή η Ωραιοζήλη ήταν μορφωμένη γυναίκα, μπόρεσε και έμαθε σωστά όλες τις αλήθειες του Ευαγγελίου, έτσι ώστε να τις διδάσκει και σ’ άλλες γυναίκες και κατόρθωσε να ελκύσει πολλές απ’ αυτές στον Χριστό.
Όταν επί αυτοκράτορα Δομιτιανού κινήθηκε διωγμός κατά των Χριστιανών, η Αγία Ωραιοζήλη συνελήφθη και επειδή έμεινε πιστή στην αγάπη του Χριστού, αποκεφαλίστηκε και κατατάχθηκε στο σεμνό χορό των Μαρτύρων. Το δε νεκρό της σώμα το έριξαν στη φωτιά.
Αγιογραφίες / Φωτογραφίες
 Αγία Ωραιοζήλη -

Αγία Ωραιοζήλη –

Πηγή:  .saint.gr

Σάββατο 25 Ιουλίου 2015

O βίος της Αγίας Παρασκευής της Ρωμαίας(26 Ιουλίου)



site analysis















ΠΗΓΗ.ΠΗΓΗ.ΑΡΧΙΜ.ΣΙΛΑ ΚΟΥΚΙΑΡΗ.Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΤΗΣ ΤΗΣ ΡΩΜΑΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΞ ΙΚΟΝΙΟΥ  ΣΤΗΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ.

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2015

ΟΣΙΑ ΠΕΛΑΓΙΑ Η ΤΗΝΙΑ



site analysis

Βιογραφία
Η Πελαγία ήταν κόρη του παπά Νικηφόρου Νεγρεπόντη. Η μητέρα της ήταν από τον Τριπόταμο της Τήνου και άνηκε στην οικογένεια Φραγκούλη. Γεννήθηκε το 1752 μ.Χ. στο χωριό Κάμπο της Τήνου και το κοσμικό της όνομα ήταν Λούκια. Από διάφορα έγγραφα φαίνεται ότι είχε ακόμα τρεις αδελφές. Η οικογένειά της διακρινόταν για την αγνή πίστη και την προσήλωση στα θρησκευτικά ιδεώδη.
Λίγα χρόνια μετά τη γέννηση της Λουκίας ο πατέρας της πέθανε. Ήταν τότε 12 χρονών και έδειχνε σημάδια έντονης επιθυμίας να αφιερωθεί και να υπηρετήσει το θέλημα του Θεού. Οι δυσκολίες της ζωής έκαναν την μητέρα της να τη στείλει στον Τριπόταμο, στην κάπως πιο ευκατάστατη αδελφή της. Εκεί η Λούκια έμεινε τρία χρόνια και συχνά επισκεπτόταν την άλλη θεία της, που ήταν μοναχή στη Μονή Κεχροβουνίου. Ένοιωσε τότε επιτακτική την ανάγκη ν’ ακολουθήσει τον μοναχικό βίο και σε ηλικία 15 χρονών μπήκε στο Μονστήρι σαν δόκιμη, υπό την επίβλεψη της θείας της μοναχής Πελαγίας. Όταν ήλθε η ώρα έγινε και η ίδια μοναχή με το όνομα Πελαγία.
Ως μοναχή αφοσιώθηκε με ψυχή και σώμα στην λατρεία του Θεού και στην ανακούφιση των πασχόντων. Η αγνότητα της ψυχής της, η οσιότητα της ζωής της, η αυταπάρνηση της, η μυστική ζωή της κι ο πόθος της για λύτρωση συντέλεσαν ώστε η μοναχή Πελαγία να γίνει το «σκεύος εκλογής» για ν’ αποκαλυφθεί σ’ αυτήν η Παναγία για την εύρεση της Αγίας εικόνας της στον αγρό του Δοξαρά στην πόλη της Τήνου (30 Ιανουαρίου 1823 μ.Χ.), γεγονός που έμελλε να κάμει την Τήνο ιερό νησί και να κατατάξει την Πελαγία μεταξύ των Αγίων. Το γεγονός δε αυτό συνέβη όταν η Όσια ήταν 73 χρόνων και αρχιερέας Τήνου ήταν ο Γαβριήλ.
Η Οσία Πελαγία έκανε, με τις πρεσβείες της Παναγίας και τη χάρη του Θεού, αρκετά θαύματα πριν και μετά τον θάνατο της, ο όποιος ήλθε στις 28 Απριλίου 1834 μ.Χ. και τάφηκε στο ναό των Ταξιαρχών του μοναστηριού.
Το 1973 μ.Χ. όμως, κτίστηκε μεγαλοπρεπής ναός στο όνομα της, όπου φυλάσσεται και προσκυνείται η αγία κάρα της σήμερα. Ανακηρύχτηκε αγία με Συνοδική Πατριαρχική Πράξη στις 11 Σεπτεμβρίου 1970 μ.Χ. και η μνήμη της ορίστηκε να τιμάται στις 23 Ιουλίου, την ήμερα δηλαδή του οράματος της.
ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΕΣΕΩΣ
Η εύρεση της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας, έγινε ύστερα από όραμα της Αγίας Πελαγίας.
Την Κυριακή 9 Ιουλίου 1822μ.Χ. βλέπει στον ύπνο της μία μεγαλοπρεπή κυρία με φωτοστέφανο, η οποία της εξηγεί πόσο υπέφερε θαμμένη τόσα χρόνια κάτω από το χώμα. Της ζήτησε όταν ξημερώσει να επισκεφθεί τον επίτροπο εσωτερικών υποθέσεων της Μονής και να του ανακοινώσει την επιθυμία της να αποκαλυφθεί το ερειπωμένο θαμμένο μέγαρό της στον αγρό του Αντ. Δωξαρά.
Όταν ξύπνησε κατάλαβε ότι η κυρία ήταν η Θεοτόκος και ότι το μέγαρο ήταν προφανώς ο Ναός Της. Της γεννήθηκαν όμως αμφιβολίες για το κατά πόσο μπορεί κάτι τέτοιο να συμβαίνει σε εκείνη την άσημη ταπεινή και το πώς θα έπρεπε να υποφέρει τους χλευασμούς και τις κοροϊδίες του δύσπιστου κόσμου. Έτσι αποφάσισε να μην αναφέρει τίποτα.
Την επόμενη Κυριακή 16 Ιουλίου 1822 μ.Χ., εμφανίζεται και πάλι στον ύπνο της η ίδια Κυρία δίνοντας και πάλι την ίδια παραγγελία. Η Πελαγία δεν είχε πλέον καμία αμφιβολία ότι ήταν η εκλεκτή από την Θεοτόκο, αλλά και πάλι την απέτρεψαν οι αμφιβολίες.
Όταν και την τρίτη Κυριακή 23 Ιουλίου 1822 μ.Χ. εμφανίζεται στον ύπνο της με στεναχωρημένο, αλλά αυστηρό ύφος ζητώντας εξηγήσεις για την αγνόηση της παραγγελίας της, η Πελαγία αποφασίζει πλέον να προχωρήσει χωρίς να ολιγωρήσει.
Την ίδια μέρα η Πελαγία κατέφυγε στην Ηγουμένη η οποία γνωρίζοντας τον ενάρετο βίο της την πίστεψε και επισκέφθηκε τον επίτροπο. Ο επίτροπος με την σειρά του ειδοποίησε με την συνοδεία της Πελαγίας τον Μητροπολίτη της Τήνου ο οποίος προσκαλεί τον λαό της Τήνου στον Μητροπολιτικό ναό των Ταξιαρχών, παρακαλώντας τον να συνδράμουν για τον σκοπό αυτό σε χρήμα ή και σε εργασία.
Ο λαός πρόθυμα άρχισε τις ανασκαφές στις αρχές Σεπτεμβρίου 1822 μ.Χ. από τις οποίες αποκαλύφθηκαν ο αρχαίος ναός του Διονύσου και ο ναός του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Ωστόσο δεν βρέθηκε κανένα ίχνος εικόνας πράγμα που επισκίασε το θετικό κλίμα και οδήγησε τον κόσμο σιγά, σιγά στην εγκατάλειψη του εγχειρήματος. Η Πανώλη θέριζε εκείνη την εποχή, πράγμα που ο επίτροπος το θεώρησε θεία τιμωρία.
Σε συνεργασία πάλι με τον Μητροπολίτη Τήνου συγκαλούν και πάλι τον λαό της Τήνου με την ίδια έκκληση ορίζοντας επιπλέον και μια επιτροπή ελέγχου του έργου. Όσο οι εργασίες δεν έφερναν αποτέλεσμα, ο λαός χλεύαζε και κατηγορούσε την Πελαγία ως ονειροπόλα.
Με δάκρια στα μάτια η Πελαγία ζητά την βοήθεια της Παναγίας, η οποία της αποκαλύπτει πλέον το ακριβές σημείο στο οποίο ήταν θαμμένη η εικόνα Της.
Στις 30 Ιανουαρίου 1823 μ.Χ., μετά από την υπόδειξη της εν λόγω θέσης, η αξίνα του Δημ. Βλάσση προσκρούει στο θαυματουργό εικόνισμα!
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ἀμέμπτως ἐβίωσας ἐν ἐγκράτειᾳ πολλὴ καὶ πόνοις ἀσκήσεως καὶ ἐν ἀγάπῃ θερμή, Πελαγία Θεόληπτε. Ὅθεν τὴν Θεοτόκον ἐπαλλήλως κατεῖδες, μηνύουσαν σοὶ Εἰκόνος τὴν ἀνεύρεσιν ταύτης. Ἣν πρέσβευε, Ἁγία Μῆτερ, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σέ.

Μοναχή Πανσέμνη-νυν ηγουμένη Ιεράς Μονής Αγίου Γεωργίου,



site analysis

Μοναχή Πανσέμνη-νυν ηγουμένη Ιεράς Μονής Αγίου Γεωργίου, (Νοσοκομείου-Παλαιά Πόλη Ιεροσολύμων).

Μια διακριτική αθόρυβη παρουσία στα Ιεροσόλυμα που ελάχιστοιγνωρίζουν ,είναι η γερόντισσα Πανσέμνη από την Κρήτη. 
Εχει πάνω από 20-25 χρόνια στους Αγίους Τόπους αλλά περνάει απαρατήρητη.Ησυχη,φιλακόλουθη,σιωπηλή, διαβιεί στην Αγία Γη σαν να είναι αόρατη.Δεν θα την δείς ποτέ να φαίνεται,όπως και αρκετές άλλες παρόμοιες παρουσίες σιωπηλές,αγγελικές και ανάλαφρες σαν νεφέλη ευλογίας! Θυμάμαι ο μακαριστός γέροντας Σεραφείμ του Αγίου Σάββα έλεγε: "Η μοναχή Καλλιόπη,δόκιμη τότε,είναι ένα αγγελάκι! 

Εχει σπουδάσει ιατρική και ποτέ δεν κατάλαβε κανείς τις γνώσεις της και τα πτυχία της.Είναι καλή γιάτρενα (ιατρός) και καλή μοναχή.Ο Θεός να την ευλογεί." Πόσοι ζουν γύρω μας άξιοι και όμως δεν το ξέρουμε; 

Θυμάμαι ότι όταν ήμουν Ελλάδα νέος σε ηλικία, και ζούσε ο γέρονταςΑγιος Πορφύριος,ο γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης, η γερόντισσα Γαβριηλία και πλήθος άλλων,ούτε που τους είχα ακούσει καν ,και ήμουν στην εκκλησία πάντοτε. Οταν φεύγουν,συνήθως μαθαίνουμε για την αρετή τους. 

Και το άλλο επίσης:Στην άλλη ζωή θα έχουμε εκπλήξεις,δηλαδή θα δούμε αγίους και σεσωσμένους,που ούτε καν το περιμέναμε  ότι θα είναι εκεί! Οπως και ότι θα απουσιάζουν άτομα που εμείς ταπεριμέναμε για ...φαβορί στον Παράδεισο.! 

Εδώ και τώρα κρίνονται τα πάντα και όλη μας η πορεία! Είτε αγιαστική,είτε χρόνια χαμένα και ανεκμετάλλευτα προς σωτηρία. Ο Θεός βοηθός μας.

 ΠΑΤΗΡ ΙΓΝΑΤΙΟΣ . ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΟΙΜΕΝΩΝ .