Σάββατο 27 Μαρτίου 2021

Οσία Ματρώνα η Ομολογήτρια η εν Θεσσαλονίκη (27 Μαρτίου)



 Πνευματικοί Λόγοι: Αγία Ματρώνα η εν Θεσσαλονίκη

Η σία Ματρώνα ζησε στ Θεσσαλονίκη κα συγκαταλέγεται μεταξ τν Μαρτύρων τν πρώτων αώνων τς κκλησίας μας, κατ τν περίοδο τν διωγμν.

πρξε κόλουθος μις πλούσιας κα εγενος ουδαίας, μ τ νομα Παντίλλα  Παυτίλλα,  ποία ταν σύζυγος το στρατοπεδάρχη τς Θεσσαλονίκης. Καθημεριν συνόδευε τν κυρία της στ συναγωγ τς πόλεως, που στόσο δν πήγαινε  δια, διότι κρυφ κατέφευγε σ χριστιανικ ναό, γι ν προσευχηθε.

Μοιραα, μως, πειδ γι πολ καιρ  Ματρώνα ξεγελοσε τν κυρία της, μία λάθος κίνηση στάθηκε φορμ γι ν ποκαλυφθε  ταυτότητά της. Σ μία ορτ τν ουδαίων, κατ τν ποία συνήθιζαν ν τρνε πικρ χόρτα κα ζυμα,  Ματρώνα ργησε ν πιστρέψει π τ να κα ταν φθασε στν συναγωγ γινόταν  τελετ τν πιτιμίων.

νας π τος δούλους τς Παντίλλας κατήγγειλε τι  Ματρώνα ταν Χριστιαν κα τι ξαπατ τν κυρία της, φροντίζοντας κάθε φορ πο ατ προσερχόταν στν συναγωγή, κείνη ν πηγαίνει στν κκλησία.

Ατ προκάλεσε τν ργ τς Παντίλλας, πο δν δίστασε, ξεσπώντας σ κραυγές, ν τν κατηγορήσει τι εναι χθρικ πρς ατήν. Διέταξε μέσως τν σύλληψή της καί, φο τν συνέλαβαν κα τν δεσαν, ρχισαν ν τν μαστιγώνουν.  Ματρώνα, μως, μ παρρησία δήλωσε τι εναι Χριστιαν κα τι, ν κα  κυρία της ξουσίαζε τ σμα της κα τν δια της τν ζωή, στόσο δν μποροσε ν τν μεταπείσει σ σα πίστευε.

 Παντίλλα, φο τν λυσόδεσε, διέταξε ν τν φυλακίσουν κα ν σφραγίσουν τν πόρτα το κελιο της. πειτα π τρες μέρες, νωρς τ πρωί, πγε  δια ν δε ν  Ματρώνα ζεκπληκτη διαπίστωσε τι εχε λευθερωθε π τ δεσμά της κα στεκόταν φωτειν ψάλλοντας, χωρς ν χει τ παραμικρ χνος τραύματος κα βασανισμοξοργισμένη  Παντίλλα διέταξε ν δέσουν πάλι τν Ματρώνα κα ν τν μαστιγώσουν νηλες. κείνη, κπληκτη γι τν διαίτερη σκληρότητα τς κυρίας της, τν ρώτησε γιατί τν βασάνιζε, μολογώντας στόσο τν πίστη της στν Χριστό. Καταπονημένη π τ βασανιστήρια κα μν μπορώντας ν σταθε στ πόδια της,  Ματρώνα κλείσθηκε κα πάλι στν φυλακή.

πειτα π τρες μέρες, ταν  Παντίλλα πισκέφθηκε τ κελ τς φυλακς τς γίας, ντίκρισε τ διο θέαμα. Τν Μάρτυρα πελευθερωμένη π τ δεσμά της, μ τ διο φωτειν πρόσωπο, παρ τ βασανιστήρια κα τν πενα πο πέστη π δεκατέσσερις μέρες. Τότε  κυρία της, γεμάτη ργή, διέταξε ν δέσουν τν Ματρώνα σ δρύϊνα ξύλα κα ν τν βασανίσουν. ξαντλημένη  γία π τς μαστιγώσεις κα μ τ σμα της γεμάτο σημάδια, ψέλλισε μ δύναμη φων λίγες λέξεις προσευχς κα παρέδωσε τ πνεμα της.

 Παντίλλα διέταξε τότε κάποιον μ τ νομα Στρατόνικος, ν τυλίξει τ λείψανο τς γίας σ δέρμα κα στν συνέχεια ν τ ρίξει ξω π τ τείχη τς πόλεως. Τ ερ λείψανό της τ παρέλαβαν ο Χριστιανο κα τ νταφίασαν μ ελάβεια κοντ στν Λεωφόρο, δηλαδ τν γνατία δό. Μετ τ τέλος τν διωγμν,  πίσκοπος Θεσσαλονίκης λέξανδρος πρε τ σκήνωμα τς Μάρτυρος κα τ μετέφερε μέσα στν πόλη καί, φο κτισε ναό, τ πέθεσε ντς ατο.

Τν ποχ τς Φραγκοκρατίας, μως, τ σκήνωμα τς γίας μεταφέρθηκε στν Βαρκελώνη κα ναποτέθηκε σ ναό, πο καταστράφηκε κατ τν διάρκεια το Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

κτς τν τειχν τς Θεσσαλονίκης πρχε κα μον φιερωμένη στν γία Ματρώνα.

 

πολυτκιον – χος γ’. Τν ραιότητα.

Γνώμην ήττητον, Ματρώνα φέρουσα, πίστιν τν νθεον, συλον σωσας, μ δουλωθεσα τν ψυχήν, βραίων τ πηνεία θεν ριστεύσασα, κα τν δόλιον κτείνασα, μυστικς νενύμφευσαι, τ Δεσπότ τς κτίσεως. Ατν ον κτενς κδυσώπει, πάσης μς ρυσθήναι βλάβης.

 Πηγὴ ἐδῶ.

Παρασκευή 26 Μαρτίου 2021

Ατρόμητες γυναίκες που σήκωσαν το λάβαρο της Επανάστασης του 1821


Ατρόμητες γυναίκες που σήκωσαν το λάβαρο της Επανάστασης του 1821

Θρυλικές φυσιογνωμίες γένους θηλυκού έδρασαν με απαράμιλλο θάρρος και πρωταγωνίστησαν στον αγώνα για την απελευθέρωση του Γένους

Από τον Σωτήρη Λέτσιο

Όταν αναφερόμαστε στη δράση των γυναικών κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, τα φώτα της προβολής πέφτουν συνήθως στις πιο προβεβλημένες περιπτώσεις, όπως αυτές της Μαντώς Μαυρογένους και της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας.

Ασφαλώς και δεν επικεντρώνεται αδίκως η προσοχή μας στις δύο αυτές κορυφαίες μορφές του Εθνικού Αγώνα και σε όσα συνεισέφεραν για την απελευθέρωση του Γένους. Πέραν αυτών, όμως, υπάρχουν και άλλες γυναίκες, οι οποίες διαδραμάτισαν ξεχωριστό ρόλο και πρωταγωνίστησαν, επιδεικνύοντας θάρρος, ηγετικό πνεύμα, στρατιωτικές ικανότητες και αυταπάρνηση, τιμώντας τις αξίες του Ελληνισμού. Για αυτό οφείλουμε να εστιάσουμε την προσοχή μας και να αναδείξουμε ορισμένες από αυτές τις θρυλικές φυσιογνωμίες.

Μόσχω Τζαβέλα, η ονομαστή Σουλιώτισσα

Αιώνιο σύμβολο αυτοθυσίας και πατριωτισμού για όλη την ανθρωπότητα έχουν καταστεί με το παράδειγμά τους οι Σουλιώτισσες. Ονομαστή Σουλιώτισσα υπήρξε η Μόσχω Τζαβέλλα, σύζυγος του Λάμπρου Τζαβέλλα και μητέρα του Φώτου.

Οταν σκοτώθηκε ο άνδρας της, η Μόσχω πήρε τη θέση του στη Δημογεροντία των Σουλιωτών και έλαβε μέρος με επιτυχία σε πολλές μάχες κατά των Τουρκαλβανών. Οταν μάλιστα ο Αλή Πασάς κρατούσε όμηρο τον γιο της Φώτο και απειλούσε ότι θα τον ψήσει ζωντανό, εκείνη του μήνυσε ότι προτιμούσε να της στείλει και εκείνης ένα μέρος από το σώμα του για να το φάει, παρά να προδώσει την πατρίδα της!

Το 1792 πολέμησε εναντίον του στρατού του Αλή Πασά, στη μάχη της Καϊάφας, επικεφαλής 400 Σουλιωτισσών! Ηταν τέτοιος ο ηρωισμός και το πάθος εκείνων των γυναικών, ώστε οι Τουρκαλβανοί, κατάπληκτοι, αναγκάστηκαν να τραπούν σε άτακτη φυγή. Η Μόσχω, μετά την καταστροφή του Σουλίου, κατέφυγε πρώτα στην Πάργα και έπειτα στην Κέρκυρα, όπου απεβίωσε το 1803.

Η τόλμη και η επινοητικότητα της Δόμνας Βισβίζη

Μια άλλη σπουδαία αγωνίστρια υπήρξε η Δόμνα Βισβίζη. Οταν ξεκίνησε η Επανάσταση, ο Αντώνιος, ο άντρας της, εξόπλισε το μπρίκι του, «Καλομοίρα», και το έθεσε στη διάθεση του ένοπλου αγώνα. Από την πρώτη στιγμή, η Δόμνα τον ακολούθησε μαζί με τα παιδιά τους και πήρε μέρος, μεταξύ άλλων, στις ναυμαχίες της Λέσβου, της Σάμου και του Ευρίπου.

Στη ναυμαχία του Ευρίπου, ο άντρας της σκοτώθηκε, αλλά η Δόμνα, δίχως να ολιγωρήσει στιγμή, έγινε η ίδια κυβερνήτης στην «Καλομοίρα».

Με τόλμη και επινοητικότητα οργάνωνε συνεχώς αποστολές για τη μεταφορά με το πλοίο της πυρομαχικών και τροφίμων, όπου αυτό ήταν αναγκαίο, ενώ συγχρόνως δεν δίσταζε να βάλλει εναντίον τουρκικών στόχων. Απόδειξη του πόσο καθοριστικές υπήρξαν οι παρεμβάσεις της για την πορεία του Αγώνα αποτελεί η αναφορά του Οδυσσέα Ανδρούτσου, ο οποίος είχε επιβεβαιώσει εγγράφως ότι η Δόμνα Βισβίζη έσωσε τους άνδρες του και τον ίδιο με τρόφιμα και πολεμοφόδια, τον Μάιο του 1822.

Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι στο πλοίο της φιλοξενήθηκαν οι συνεδριάσεις του σώματος του «Aρειου Πάγου της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος». Οταν, ελλείψει χρημάτων, δεν είχε πλέον τη δυνατότητα να συντηρήσει το πλοίο της, το προσέφερε για να χρησιμοποιηθεί ως πυρπολικό. Ετσι, λοιπόν, το πλοίο της έγινε παρανάλωμα του πυρός, παίρνοντας μαζί του στον βυθό του Τσεσμέ μια τουρκική φρεγάτα, η οποία χρησίμευε για τη μεταφορά χρημάτων και χρυσού από το ένα μέρος της αυτοκρατορίας στο άλλο.

Κωνσταντίνα Ζαχαριά: Η Πελοποννήσια που έγινε παράδειγμα με την παλικαριά της

Στην Πελοπόννησο έμεινε γνωστή για την παλικαριά της και η Κωνσταντίνα Ζαχαριά. Από μικρή ηλικία είχε πάρει τον δρόμο της κλεφτουριάς, ακολουθώντας το παράδειγμα του πατέρα της Ζαχαρία Μπαρμπιτσιώτη, ενός ξακουστού αγωνιστή της περιοχής που είχε φονευθεί το 1803 από τους Τούρκους. Αμέσως μετά την κήρυξη της Επανάστασης, οι Τούρκοι αρχίζουν να εγκαταλείπουν πανικόβλητοι τα οχυρά τους στη Μεσσηνία και τη Λακωνία, καταδιωκόμενοι από ομάδες Ελλήνων αγωνιστών. Σε μια από αυτές τις ομάδες -η οποία αποτελείτο από 500 άτομα- ηγείτο η Κωνσταντίνα Ζαχαριά. Η Κωνσταντίνα είχε υψώσει, μάλιστα, το δικό της λάβαρο, μια σημαία λευκού χρώματος με γαλάζιο σταυρό. Την ακολουθούσαν πολλές γυναίκες από τη Λακωνία, κρατώντας όπλα και οτιδήποτε άλλο θα χρησίμευε ως οπλισμός.

Σύμφωνα με τις αφηγήσεις του Γάλλου περιηγητή Πουκεβίλ, ήταν τέτοια η ορμητικότητα και το μαχητικό πνεύμα που διέκριναν την ομάδα της Κωνσταντίνας, ώστε οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν και να κλειστούν στο φρούριο του Μυστρά. Η πορεία, όμως, αυτής της ομάδας δεν ανακόπηκε σε εκείνο το σημείο. Κινείται παράλληλα προς τις όχθες του ποταμού Ευρώτα και φτάνει στο χωριό Λεοντάρι. Εκεί, η Κωνσταντίνα ορμά και κατεβάζει την τουρκική σημαία από όλα τα τεμένη, και πυρπολεί την οικία του τοπικού βοεβόδα. Προσπαθώντας αυτός να ξεφύγει, πέφτει νεκρός από το πιστόλι της.

Αξίζει να αναφέρουμε και τη μαρτυρία του Αγγλου περιηγητή Μπλακουάιαρ, ο οποίος τη συνάντησε μάλλον πριν από το 1825, στη Γαστούνη. Ο ίδιος είχε υπολογίσει ότι έπρεπε τότε να ήταν περίπου 20 χρόνων. Σε αυτόν είχε αποκαλύψει πως είχε πάρει μέρος στην πολιορκία της Πάτρας, όπου πληγώθηκε. Ετσι, αναγκάστηκε να γυρίσει στη Γαστούνη, προκειμένου να αναρρώσει. Στην ερώτηση του Μπλακουάιαρ τι σκόπευε να κάνει από εκεί και μετά, η ίδια απάντησε με αποφασιστικότητα: «Θα ξαναγυρίσω στο πόστο μου και θα πολεμήσω ώσπου να χαθεί κι ο τελευταίος Τούρκος από τον Μοριά!»

Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, η Κωνσταντίνα πήρε μέρος και στη μάχη του
Διρού (1826). Εκεί, έγραψαν σελίδες ηρωισμού και δόξας οι Μανιάτισσες, οι οποίες, έχοντας για όπλο τα δρεπάνια του θερισμού, προκάλεσαν ανεπανόρθωτο πλήγμα στον αιγυπτιακό στρατό του Ιμπραήμ Πασά.

Η αγωνίστρια της Τριπολιτσάς, Σταυριάνα Σάββαινα

Η γη της Μάνης ανέδειξε πληθώρα από γυναίκες ηρωίδες. Κορυφαία αγωνίστρια, μεταξύ άλλων, υπήρξε η Σταυριάνα Σάββαινα. Είχε παντρευτεί τον εύπορο πρόκριτο από τη Σπάρτη Γιωργάκη Σάββα, τον οποίο οι Τούρκοι απαγχόνισαν στον Μυστρά κατά τις πρώτες ημέρες της Επανάστασης. Φημισμένη για την ομορφιά, το δυναμικό παράστημα και τη βροντώδη φωνή της, η Σταυριάνα ζώστηκε τα όπλα και κατατάχθηκε στο στρατιωτικό σώμα του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Πήρε μέρος στην πολιορκία της Τριπολιτσάς και στις μάχες του Βαλτετσίου στο πλευρό του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ενώ συμμετείχε και στις μάχες των Τρικόρφων και του εν τη Μεσσηνία Αλμυρού.

Η «Εφημερίς των Κυριών» είχε γράψει για εκείνη: «Η Σταυριάνα, μόνη μεταξύ των ανδρών, αψηφούσε τις σφαίρες και μετέφερε τις πυριτιδοβολές από προμαχώνος εις προμαχώνα. Οι περί τον Κολοκοτρώνη Μαυρομιχάλης και Πλαπούτας δυσκολεύονταν να πιστέψουν ότι γυναίκα είχε τόσο θάρρος». Παρόμοια περιγραφή γίνεται και από τον ιστορικό Ιωάννη Φιλήμονα, όταν αναφέρεται στη μάχη του Βαλτετσίου: «Λάκαινα τις, Σταυριάνα ονομαζομένη, εθελόπονος ως συστρατιώτης υπό τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και μετ’ αυτού συναποκλεισθείσα εν τω Βαλτετσίω, μόνη ετόλμα συνεχώς εξέρχεσθαι από του ενός εις τον άλλον προμαχώνα και διανέμει πυριτιδοβολάς, όπου η ανάγκη εκάλει. Ην δε φύσεως ανδρικής, μελανίζουσα, αναστήματος υψηλού, εξαισίας γενναιοψυχίας, βαδίζουσα ως ανήρ και ομιλούσα ως στρατιώτης».

Ο Ιωάννης Καποδίστριας τη βοηθούσε δίνοντάς της ένα μικρό ποσό, επειδή ήθελε κατ’ αυτόν τον τρόπο να την ανταμείψει για τις υπηρεσίες της προς την πατρίδα. Ο Όθωνας ωστόσο δεν έδειξε το παραμικρό ενδιαφέρον, και αυτή επιβίωνε χάρη στις συνδρομές από οικογένειες των αγωνιστών. Η Σταυριάνα Σάββαινα πέθανε το 1868 στο Ναύπλιο, πλήρης ημερών, αλλά πάμπτωχη. Για τα έξοδα της κηδείας της χρειάστηκε να πραγματοποιηθεί έρανος!

Αγόρω Η Αγραφιώτισσα, η καπετάνισσα της Ρούμελης

Άξια εκπρόσωπος της ανυπότακτης κλεφτουριάς στην περιοχή των Αγράφων υπήρξε η Αγόρω η Αγραφιώτισσα, γνωστή και με την ονομασία «Καπετάνισσα της Ρούμελης». Η Αγόρω είχε συγκροτήσει το δικό της κλέφτικο σώμα, το οποίο αποτελείτο τόσο από άντρες όσο και από γυναίκες, και δρούσε κυρίως στην περιοχή των Αγράφων από το 1810 και μετά.

Τα κατορθώματά της εναντίον των Τούρκων εξυμνήθηκαν από το δημοτικό τραγούδι, ενώ παροιμιώδης έχει μείνει και η αυστηρότητά της, όταν κάποιος από την ομάδα της δεν τηρούσε τους άγραφους νόμους της κλεφτουριάς. Μετά τον θάνατο του Κατσαντώνη απέμεινε μόνη αυτή, με το δικό της ασκέρι, να συνεχίζει τον πόλεμο ενάντια στους κατακτητές. Σε κάποια μάχη με τους Οθωμανούς, γύρω στα 1820, τα βόλια των απίστων την πέτυχαν πισώπλατα, στερώντας την Ελλάδα από μια ατρόμητη αγωνίστρια.

Ελισάβετ Υψηλάντη, η πρωτομάνα των Φιλικών

Καθοριστική υπήρξε και η συμβολή όσων γυναικών ανέπτυξαν δράση εντός της Φιλικής Εταιρείας. Παράλειψη σοβαρή θα ήταν να μη μνημονεύσουμε την Ελισάβετ Υψηλάντη, μητέρα του Αλέξανδρου, του Δημήτριου και του Νικόλαου Υψηλάντη. Αποκαλούνταν «πρωτομάνα των Φιλικών», λόγω του ότι δεν δίστασε να προσφέρει όλη την περιουσία της για την ευόδωση των σκοπών της Επανάστασης. Στο αρχοντικό της συγκεντρώνονται τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας στις 16 Φεβρουαρίου 1821, προκειμένου να αποφασίσουν πώς θα οργανωθεί η Επανάσταση. Στο δικό της σαλόνι ελήφθη η τελική απόφαση για την έναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων.

Μάλιστα, ενώπιόν της συντάχθηκε και η εμβληματική προκήρυξη «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Πριν την υπογράψει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ζήτησε από τη μητέρα του να διαθέσει όλη την ακίνητη περιουσία της οικογένειας στον αγώνα. Και, όταν αυτή δέχθηκε, της φίλησε το χέρι. Μάλιστα, ολοκλήρωσε την προκήρυξη σημειώνοντας στο κείμενο -θέλοντας έτσι στην πράξη να τιμήσει την προσφορά της μητέρας του- και την εξής φράση: «Ασπάζομαι την χείρα της μητρός μου».

Η κατάσκοπος Μαριγώ Ζαραφοπούλα

Πολύτιμη στο έργο της Φιλικής Εταιρείας ήταν η συνδρομή της Μαριγώς Ζαραφοπούλα. Μυήθηκε σε αυτήν στις αρχές του 1821 στην Κωνσταντινούπολη, όπου διέμενε με την οικογένειά της. Διέθεσε μεγάλα χρηματικά ποσά προκειμένου να στηρίξει το έργο των Φιλικών, ενώ ακόμη και με κίνδυνο της ζωής της μετέφερε πληροφορίες και εμπιστευτικά έγγραφα χωρίς να γίνει αντιληπτή από τις τουρκικές Αρχές.

Χρησιμοποιώντας τις γνωριμίες της στην Υψηλή Πύλη κατάφερε να σώσει πολλά μέλη της Εταιρείας από τη σύλληψη, ενώ συνέβαλε και στη δραπέτευση των γιων του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, οι οποίοι ήταν αιχμάλωτοι στην Κωνσταντινούπολη. Κατάφερε να διαφύγει από την Πόλη και να βρεθεί στην Υδρα.

Διέθεσε μεγάλο μέρος της περιουσίας της για να χρηματοδοτήσει τις πολεμικές επιχειρήσεις των Ελλήνων, ενώ, ούσα πλέον στην Πελοπόννησο, συνέλεγε πληροφορίες για τις κινήσεις των Τούρκων, με την ιδιότητα πλέον της κατασκόπου.

newsbreak,25-03-2021

Πέμπτη 25 Μαρτίου 2021

Η γυναίκα στην Τουρκοκρατία και την Εθνεγερσία μέσα από το δημοτικό τραγούδι


Η γυναίκα στην Τουρκοκρατία και την Εθνεγερσία μέσα από το δημοτικό τραγούδι

της Ευαγγελίας Μπίτου, φιλολόγου

Ζώσα ιστορία είναι τα δημοτικά μας τραγούδια, στα οποία δεν υπάρχει τίποτε το μυθικό. Με ρεαλισμό, εικόνες δυνατές και μεταφορές τολμηρές, παρουσιάζουν την ουσία των γεγονότων με λιτότητα δωρική μα και με λυρισμό. Σκέφθηκα λοιπόν να ανατρέξω σε αυτά για τη θέση της γυναίκας την περίοδο της Τουρκοκρατίας και τον καιρό της Εθνεγερσίας. Την αναζήτησα στα Ιστορικά, τα Κλέφτικα και Ακριτικά της συλλογής δημοτικών τραγουδιών του Ν. Γ. Πολίτου, Εκλογαί από τα τραγούδια του Ελληνικού λαού.

 «Η πόλις εάλω», «η Ρωμανία ‘πάρθεν», κι ο θρήνος μεγάλος. Θρηνεί ακόμα και η Παναγιά μας· «Η Δέσποινα ταράχτηκε, κ’ εδάκρυσαν οι εικόνες», μα ο λαός της προσπαθεί να την παρηγορήσει: «Σώπασε, κυρά Δέσποινα, και μη πολυδακρύζεις,/ πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά σας είναι» (Ιστορικά, 2) ή κατά παραλλαγή του τόπου μας «πάλι δικιά μας θα ‘σαι». Την ίδια ώρα λοιπόν βλασταίνει και η ελπίδα της ανάστασης του γένους και της Επανάστασης: «Η Ρωμανία κι αν ‘πέρασεν,  ανθεί και φέρει κι άλλο» (Δημοτικό του Πόντου).

Σκληρή η καθημερινότητα, δεινή η κατάσταση των υποδούλων. «Τα παλληκάρια του Μοριά κ’ οι όμορφες της Πάτρας/ ποτές δεν καταδέχονταν πεζοί να περπατήσουν,/ και τώρα πώς κατάντησαν σκλάβοι στους Αρβανίτες!/…». Μπροστά στους Τούρκους οι Έλληνες έπρεπε να ξεπεζεύουν! Οι ραγιάδες δεν έχουν δικαιώματα. Τίποτε δεν ορίζουν, μήτε παιδιά μήτε άνδρα μήτε γυναίκα: «Αφήνει η μάννα το παιδί και το παιδί τη μάννα,/ χωρίζει κ’ ένα αντρόγυνο, μια μέρα ανταμωμένο» (Ιστορικά, 4). Τα παιδιά τα κάνουν γενίτσαρους, ενώ άνδρες και γυναίκες πωλούνται στα σκλαβοπάζαρα. Γι’ αυτό σε άλλο τραγούδι ο καπετάνιος προτρέπει τους κλέφτες να κάνουν και ένα καλό για την ψυχή τους: «…να πάμε να φυλάξουμε στης Τρίχας το γεφύρι,/ που θα περάσει ο βόιβοντας με τους αλυσωμένους·/ να κόψουμε τους άλυσους να βγουν οι σκλαβωμένοι,/ να βγει της χήρας το παιδί, π’ άλλο παιδί δεν έχει,/ π’ αυτή το χει μονάκριβο στον κόσμο ξακουσμένο» (Κλέφτικα, 29).

Συγκλονιστική και η εικόνα με τις γυναίκες των Λαζαίων, αρματωλών του Ολύμπου που πήραν μέρος στην επανάσταση του 1807, η οποία κατεστάλη. Το 1812 ο Αλή Βελή πασάς καταδίωξε τους κλέφτες και αρματωλούς και απήγαγε τις οικογένειές τους. Το δημοτικό τραγούδι, Οι γυναίκες των Λαζαίων, διασώζει το γεγονός: «Τι είν’ το κακό που πάθαμε οι μαύροι οι Λαζαίοι;/ Μας χάλασε ο Βελή πασάς, μας έκαψε τα σπίτια,/ μας πήρε τις γυναίκες μας, μας πήρε τα παιδιά μας,/ στον Τούρναβο τις πάησε, πεσκέσι του Βεζίρη./ Μπροστά πηγαίνει η Τόλαινα, κι’ οπίσω οι συννυφάδες,/ κι’ οπίσω οπίσω η Κώσταινα με το παιδί στο χέρι,/ σα μήλο, σα τριαντάφυλλο, σα νεραντζιά κομμένη…».  Ο Βελή πασάς που τις βλέπει δίνει την εντολή: «- Πάρτε τές τρεις φλακώστε τες, βάλτε τες στο μπουντρούμι,/ την Κώσταινα την όμορφη φέρτε την στο χαρέμι…» (Κλέφτικα, 68). Η ζωή των γυναικών βρίσκεται στα χέρια του σκληρού δυνάστη: «Τ’ ακούσατε τι γίνηκε στα Γιάννινα, τη λίμνη,/ που πνίξανε τις δεκαφτά με την κυρά Φροσύνη;» (Ιστορικά, 6) 

Δεν μας ξαφνιάζει επομένως που και η γυναίκα αντιστέκεται στη σκλαβιά και παίρνει μέρος στον αγώνα για τη λευτεριά. Το τραγούδι Η κλεφτοπούλα αναφέρεται σε ανώνυμη γυναίκα που ντύθηκε αντρίκεια και βγήκε στο βουνό με τους κλέφτες: «Ποιος είδε ψάρι στο βουνό και θάλασσα σπαρμένη,/ ποιος είδε κόρη λυγερή στα κλέφτικα ντυμένη;/ Τεσσάρους χρόνους περπατεί μ’ αρματωλoύς και κλέφτες,/ κανείς δεν τη γνώρισε ν’από τη συντροφιά της…» (Ακριτικά, 72,Β΄). Παραλλαγή αυτού η Αρκαδιανή που και σήμερα τραγουδιέται: «Ποιος είδε, γεια σ’ Αρκαδιανήποιος είδε την Αρκαδιανή;/ Αρκαδιανή καημένηστα κλέφτικα ντυμένη./ Δώδεκα χρόνους έκανε η κόρη με τους κλέφτες,/ κανείς δεν τηνε γνώρισε πως ήταν κορασίδα./ Και μια Λαμπρή, μια Κυριακή, μια ’πίσημην ημέρα/ βγήκαν οι κλέφτες στο χορό να ρίξουν το λιθάρι./ Το ρίχνουν τα κλεφτόπουλα το παν σαράντα χνάρια./ Το ρίχνει κι η Αρκαδιανή το πάει σαρανταπέντε…». Η γυναίκα στον αγώνα της λευτεριάς στέκεται δίπλα στον άνδρα με το ίδιο φρόνημα!

Υπάρχουν ασφαλώς και τραγούδια που αναφέρονται σε γνωστά γεγονότα: «…τετρακόσιαι περίπου υπό την αρχηγίαν της Μόσκως Τζαβέλαινας, (της γυναικός του Λάμπρου) οπλισθείσαι μετέσχον της μάχης» το 1792 με τον Αλή πασά ο οποίος συνετρίβη. Το γεγονός παραδίδει το δημοτικό τραγούδι Σουλιώτικο: «εδώ είν’ το Σούλι το κακό, εδώ είν’ το Κακοσούλι,/ που πολεμούν μικρά παιδιά, γυναίκες σαν τους άνδρες,/ που πολεμάει η Τζαβέλαινα σαν άξιο παλληκάρι» (Ιστορικά, 5). Επίσης το 1803 η Δέσπω, σύζυγος του Γεωργάκη Μπότση, κάνει πόλεμο με νύφες και μ’ αγγόνια στου Δημουλά τον πύργο στη Ρινιάσα, μεταξύ Άρτας και Πρέβεζας, με την Αρβανιτιά: «“…η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκαμε δεν κάνει”. /Δαυλί στο χέρι νάρπαξε, κόρες και νύφες κράζει./ “Σκλάβες Τουρκών μη ζήσωμε, παιδια μ’, μαζί μου ελάτε”./ Και τα φυσέκια ανάψανε, κι όλοι φωτιά γινήκαν» (Ιστορικά, 8). Το «Ελευθερία ή Θάνατος» στην πράξη. Η σκηνή επαναλαμβάνεται με τη δεκαπεντάχρονη  Λένω Μπότσαρη, κόρη του Κίτσου Μπότσαρη, που πολέμησε το 1804 δίπλα στους δικούς της κι, όταν περικυκλώθηκε από τους εχθρούς, έπεσε στον Αχελώο και πνίγηκε: «Όλες οι καπετάνισσες από το Κακοσούλι/ όλες την Άρτα πέρασαν, στα Γιάννινα τις πάνε,/ σκλαβώθηκαν οι ορφανές, σκλαβώθηκαν οι μαύρες,/ κ’ η Λένω δεν επέρασε, δεν την επήραν σκλάβα… Εγώ είμαι η Λένω Μπότσαρη, η αδελφή του Γιάννη,/ και ζωντανή δεν πιάνουμαι εις των Τουρκών τα χέρια» (Ιστορικά, 7).  Διασώζει το τραγούδι και τη Χάιδω, που πήγαινε νερό στους αγωνιστές και τους ενθάρρυνε στον αγώνα: «Ας έρτουν πόλεμο να ιδούν και Σουλιωτών τουφέκια,/ να μάθουν Λάμπρου το σπαθί, Μπότσαρη το τουφέκι,/ τ’ άρματα των Σουλιώτισσων, της ξακουσμένης Χάιδως» (Ιστορικά, 5).

Έπαινος για την Πάργα αποτελεί το «Είχες λεβέντες σα θεριά, γυναίκες αντρειωμένες,/ πότρωγαν βόλια για ψωμί, μπαρούτι για προσφάγι» (Ιστορικά, 9  Β΄)Αυτούς παρέδωσαν οι Άγγλοι στους Τούρκους το 1819, και εκείνοι άφησαν την Πάργα, αφού έκαψαν στην πλατεία τα οστά των προγόνων τους να μην τα βεβηλώσουν.

Ο Ιμπραΐμ προσπάθησε να σβήσει την Eπανάσταση με κάθε τρόπο, και το γεγονός διασώζει το τραγούδι: «Φέτο μας ήρθεν η Αραπιά και κόβει και σκλαβώνει./ Εσκλάβωσαν μικρά παιδιά, γυναίκες με τους άντρες,/ κ’ εσκότωσε λεβεντουριά και καπεταναραίους» (Ιστορικά, 16, Του Μπραΐμη)Όμως αντιστέκονται οι Μανιάτες και μαζί οι γυναίκες. Στον πόλεμο του Δηρού με τον Ιμπραΐμ βρέθηκαν «Μόνο τα γυναικόπαιδα/ και γέροντες ανώφελοι/ (γιατ’ ήτο θέρος) βρέθεσαν/ με τα δρεπάνια στα λουριά». Ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης που περνούσε από εκεί, «Βλέπει γυναίκες να χερούν/ και τα δρεπάνια να κρατούν,/ τους Αραπάδες να χτυπούν», και δικαιολογημένα τις επαινεί: «Εύγε σας, μεταεύγε σας,/ γυναίκες, άνδρες γίνετε./ σαν ανδρειωμένες μάχεσθε,/ σαν Αμαζόνες κρούετε» (Ιστορικά, 17).

Ασφαλώς και δεν λείπει ούτε η μάνα που θέλει, όπως είναι φυσικό,  το παιδί της να ζήσει κοντά της ειρηνικά και συμβιβασμένο: «Βασίλη, κάτσε φρόνιμα, να γίνης νοικοκύρης,/ για ν’ αποχτήσεις πρόβατα, ζευγάρια κι’ αγελάδες,/ χωριά (χωράφια), αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν». Η απάντηση του Βασίλη γνωστή: «Μάννα μου, εγώ δεν κάθομαι να γίνω νοικοκύρης,/ … και να μαι σκλάβος των Τουρκών, κοπέλι στους γερόντους»  (Κλέφτικα, 25).

Συνήθως όμως οι Ελληνίδες μανάδες εύχονται τα παιδιά τους να γίνουν κλέφτες, να ζήσουν ελεύθερα: «Μάνα, μ’ εκαταράσθηκες, βαριά κατάρα μου είπες:/ “Κλέφτης να βγεις, παιδάκι μου, κάμπους βουνά να τρέχεις,/ ολημερίς στον πόλεμο, τη νύχτα καραούλι,/  και στα γλυκοχαράματα να πιάνεις το ταμπούρι”. Ο τραγουδιστής δίνει την απάντηση σε αυτή τη μάνα: «Να ήσουνα πετροπέρδικα στα πλάγια του Πετρίλου,/ ν’ αγνάντευες πώς πολεμάν οι κλέφτες με τους Τούρκους,/ ν’ αγνάντευες το γιόκα σου μπροστά απ’ τα παλληκάρια» (Κλέφτικα, 26).  

Ασφαλώς υπήρξαν και περιπτώσεις που Ρωμιές αγάπησαν Τούρκο και τον παντρεύθηκαν. Και περιπτώσεις τέτοιες αναφέρονται σε δημοτικά τραγούδια, όπου  φαίνεται η τραγικότητα και ο μεγάλος πόνος των γονιών: Στη Μπέινα ή Μπεΐνα, πασχαλιάτικο δημοτικό τραγούδι της Καλαμπάκας, ο Βόιβοδας παίρνει τη νεαρή γυναίκα από τον χορό: «Απ’ το χέρι την έπιασε, στ’ άλογο την έβαλε./ - Έχε γεια, μανούλα μου. - Στου καλό, κουρίτσι μου./ - Έχε γεια, πατέρα μου. -Στου γκρεμό, κουρίτσι μου» (Δημήτριος Π. Πλιάτσικας, Τα Πασχαλιάτικα Τραγούδια της Καλαμπάκας).

Το συνηθέστερο όμως ήταν αυτό που παραδίδει το τραγούδι Της Λιάκαινας, της γυναίκας του κλέφτη Λιάκου: «Λιάκαινα, δεν παντρεύεσαι, δεν παίρνεις Τούρκον άντρα,/ να σ’ αρματώσει στο φλωρί, μες στο μαργαριτάρι;/ - Κάλλιο να ιδώ το αίμα μου τη γης να κοκκινίσει,/ παρά να ιδώ τα μάτια μου Τούρκος να τα φιλήσει» (Κλέφτικα, 59).

Συμπερασματικά, η Ελληνίδα στέκεται ισότιμα δίπλα στον αγωνιστή του 1821. Άλλωστε, μανάδες έφεραν στον κόσμο τους αγωνιστές κι αυτές τους ανέθρεψαν. Πίσω από τους μεγάλους άνδρες βρίσκεται πάντα μια μάνα ανάλογη.

ΠΗΓΗ.http://aktines.blogspot.com/2021/03/blog-post_900.html

Καπετάνισσα Μπουμπουλινα- ΑΙΩΝΙΑ ΑΥΤΗΣ Η ΜΝΗΜΗ!


«Έχασα τον σύζυγόν μου. Ευλογητός ο Θεός! Ο πρεσβύτερος υιός μου έπεσε με τα όπλα ανά χείρας. Ευλογητός ο Θεός! Ο δεύτερος και μόνος υιός μου, 14ετής την ηλικίαν, μάχεται μετά των Ελλήνων και πιθανώς να εύρη ένδοξον θάνατον. Ευλογητός ο Θεός! Υπό το σημείον του Σταυρού θα ρεύση επίσης το αίμα μου. Ευλογητός ο Θεός! Αλλά θα νικήσωμεν ή θα παύσωμεν μεν ζώντες, αλλά θα έχωμεν την παρήγορον ιδέαν, ότι εν τω κόσμω δεν αφήσαμεν όπισθεν ημών δούλους τους Έλληνας».
Καπετάνισσα Μπουμπουλινα
ΑΙΩΝΙΑ ΑΥΤΗΣ Η ΜΝΗΜΗ!

Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

Τη Κ΄ (20η) του Μαρτίου, μνήμη των εν Αμινσώ Αγίων Επτά Μαρτύρων γυναικών ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΑΣ, ΚΛΑΥΔΙΑΣ, ΕΥΦΡΑΣΙΑΣ, ΜΑΤΡΩΝΗΣ, ΙΟΥΛΙΑΝΗΣ, ΕΥΦΗΜΙΑΣ και ΘΕΟΔΩΡΑΣ

.

Αλεξανδρία η Αγία Μάρτυς και αι συν αυτή συναθλήσασαι Άγιαι Μάρτυρες γυναίκες Κλαυδία, Ευφρασία, Ματρώνα, Ιουλιανή, Ευφημία και Θεοδώρα ήσαν κατά τους χρόνους του βασιλέως Μαξιμιανού του βασιλεύσαντος κατά τα έτη σπστ΄ - τε΄ (286 – 305) υπό του οποίου και εκινήθη ο μέγας κατά των Χριστιανών διωγμός. Όθεν, κατ’ εκείνον τον καιρόν πάσα ηλικία των ομολογούντων τον Χριστόν, ανδρών τε και γυναικών, εθανατώνετο με πολλά και διάφορα βασανιστήρια.

Επειδή λοιπόν ο πολυώδυνος εκείνος διωγμός ηγέρθη και εν τη πόλει της Καππαδοκίας Αμινσώ, ο δε άρχων αυτής εθανάτωνεν απανθρώπως τους εκεί Χριστιανούς, τούτου ένεκα αι επτά αύται Άγιαι Παρθένοι παρουσιασθείσαι προ του άρχοντος ήλεγξαν αυτόν με παρρησίαν  μεγάλην ομολογήσασαι τον Χριστόν Θεόν αληθινόν, τον δε άρχοντα απάνθρωπον και θηριώδη και της αληθείας εχθρόν. Τότε πρώτον μεν εξέδυσαν αυτάς και έδειραν με ραβδία, έπειτα δε απέκοψαν τους μαστούς των δια μαχαιρών και μετά ταύτα, αφού εκρέμασαν αυτάς, τας εξέσχισαν τόσον απανθρώπως, ώστε εφάνησαν τα εντόσθιά των. Τέλος δε, ριφθείσαι εντός ανημμένης καμίνου, παρέδωκαν, αι μακάριαι, τας ψυχάς των εις χείρας Θεού, παρά του οποίου έλαβον και τους αμαράντους στεφάνους της αθλήσεως.

Τη ΚΒ΄ (22α) Μαρτίου, μνήμη της Αγίας ΔΡΟΣΙΔΟΣ, θυγατρός του βασιλέως Τραϊανού και των συν αυτή πέντε ΚΑΝΟΝΙΚΩΝ.


Δροσίς η καλλιπάρθενος του Χριστού νύμφη και αι συν αυτή γενναίως αθλήσασαι πέντε Άγιαι Παρθενομάρτυρες Μοναχαί ή, όπως ελέγοντο τότε, Κανονικαί, ήσαν κατά τους χρόνους της βασιλείας του Τραϊανού του βασιλεύσαντος κατά τα έτη 98 – 117. Και η μεν Δροσίς ήτο θυγάτηρ του αυτοκράτορος Τραϊανού και διέμενε μετ’ αυτού εις τα βασίλεια, αι δε πέντε Κανονικαί Παρθένοι, ήτοι Μοναχαί, διέμενον εις τι Ασκητήριον πλησίον της πόλεως κείμενον, μετερχόμεναι την ασκητικήν πολιτείαν και αγωνιζόμεναι εις την τήρησιν των εντολών του Θεού.

Ο δε βασιλεύς Τραϊανός όχι μόνον εμίσει θανασίμως και εδίωκεν απηνώς τους τον Χριστόν ομολογούντας Χριστιανούς και καθημερινώς αυτούς εθανάτωνεν, αλλά και τα τίμια αυτών Λείψανα έρριπτεν, ο μιαρός, εις ελεεινούς και ακαθάρτους τόπους. Τούτο βλέπουσαι αι ευσεβείς εκείναι Κανονικαί, πλην των άλλων αρετών, τας οποίας ειργάζοντο, είχον και ως έργον απαραίτητον το να συνάζωσι τα ιερά τών Αγίων Μαρτύρων Λείψανα, να αρωματίζωσιν αυτά με μύρα, να τα τυλίσσωσι με σινδόνια και να τα ενταφιάζωσιν εντός του ιδίου αυτών Ασκητηρίου. Το θεάρεστον τούτο έργον των Κανονικών πληροφορηθείσα η μακαρία Δροσίς, ήτις ηγάπα τους Χριστιανούς, ηθέλησε να επισκεφθή αυτάς και να τας συνδράμη εις το έργον των. Όθεν ευρούσα ευκαιρίαν κατάλληλον, καθ’ ην ώραν οι εντεταλμένοι προς φρούρησιν αυτής κουβικουλάριοι καταληφθέντες υπό ύπνου εκοιμώντο βαθέως, εξήλθε κρυφίως του παλατίου φέρουσα μεθ’ εαυτής και πολύτιμον εσθήτα και έσπευσε προς συνάντησιν των Κανονικών χωρίς να γίνη αντιληπτή υπ’ ουδενός. Αφού λοιπόν τας συνήντησε, παρεκάλει αυτάς, ίνα υπάγη μετ’ αυτών προς αναζήτησιν ιερού τινός Λειψάνου Αγίου Μάρτυρος, προς περιποίησιν και ενταφιασμόν αυτού, κατά την συνήθειάν των, όπερ και εποίησαν. Ο δε μνηστήρ της Δροσίδος, Αδριανός ονόματι, όστις ήτο σύμβουλος του πατρός της, πληροφορηθείς περί της από καιρού σημειουμένης κατά τας νύκτας εξαφανίσεως των μαρτυρικών Λειψάνων, είπε προς τον βασιλέα· «Αυτοκράτορ δέσποτα, πρόσταξον, ίνα ορισθώσι στρατιώται προς φύλαξιν των Λειψάνων των κακοθανάτων Χριστιανών, και ανακάλυψιν των κλεπτόντων αυτά». Ο βασιλεύς τότε διέταξε τούτο. Όθεν αγρυπνήσαντες οι φύλακες συνέλαβον τας πέντε Μοναχάς, ως και την θυγατέρα του βασιλέως Δροσίδα και το πρωϊ ωδήγησαν αυτάς προ του βασιλέως. Ιδών ο βασιλεύς την θυγατέρα του εξεπλάγη και διέταξε να φυλάττηται αύτη ασφαλώς, μήπως μετανοήση. Δια δε τας πέντε Μοναχάς διέταξε να κατασκευασθή μέγα χωνευτήριον, εντός του οποίου να τεθώσιν αι Μοναχαί εκείναι, να τεθή δε εν αυτώ και αρκετός χαλκός, ίνα, αναλυόμενος, αναμιχθή με τα σώματα των Μοναζουσών και γίνωσιν αμφότερα εν μίγμα. Δια του μίγματος τούτου επρόσταξε να κατασκευασθώσιν αι βάσεις και τα βάθρα των χαλκίνων αγγείων του δημοσίου λουτρού, το οποίον είχε κτισθή νεωστί παρ’ αυτού και έμελλε να αναφθή εις την εορτήν την λεγομένην των Απολλωνίων και να παραχωρηθή προς θεραπείαν των ομοφρόνων τού ασεβούς βασιλέως ειδωλολατρών. Ταύτα λοιπόν αφ’ ου έγιναν και αφ’ ου αι του Χριστού Οσιομάρτυρε εχωνεύθησαν, κατεσκευάσθησαν τα χάλκινα αγγεία του λουτρού. Όθεν, αφ’ ου οι στρατιώται ήναψαν το λουτρόν, εκήρυττον πανταχού, λέγοντες· «Όσοι είσθε φίλοι των ευμενών θεών, έλθετε εις τα εγκαίνια του δημοσίου λουτρού». Ευθύς τότε συνέτρεχον άπαντες. Ο δε πρώτος ελθών, άμα επλησίασεν εις την πρώτην θύραν του λουτρού, έπεσε χαμαί και παρευθύς απέθανε· το ίδιον έπαθον και όσοι άλλοι μετ’ εκείνον επλησίασαν, ώστε ουδείς εξ όλων εκείνων ηδυνήθη να εισέλθη. Μαθών τούτο ο βασιλεύς, προσεκάλεσε τους λατρευτάς των θεών του και λέγει προς αυτούς· «Ειπέτέ μοι, παρακαλώ, μήπως έγινε μαγεία τις παρά των Χριστιανών και δια τούτο δεν δύναται να εισέλθη τις εις το λουτρόν»; Εκείνοι δε απεκρίθησαν· «Ουχί, βασιλεύ, αλλά τα χαλκά αγγεία, τα κατασκευασθέντα δια των Λειψάνων των Κανονικών εκείνων Γυναικών, εποίησαν τούτο· πρόσταξον λοιπόν να κατασκευασθώσιν άλλα αγγεία, ίνα ούτω παύσωσιν οι συμβαίνοντες θάνατοι». Τούτου γενομένου, είπεν ο μνηστήρ της Δροσίδος Αδριανός προς τον βασιλέα· «Πρόσταξον, ω βασιλεύς, να χωνευθώσιν εκ δευτέρου τα πρώτα βάθρα των χαλκών αγγείων και εξ αυτών να γίνωσιν αδριάντες γυμνοί, έχοντες την μορφήν των Γυναικών εκείνων, προς όνειδος και ατιμίαν αυτών, οι δε ανδριάντες αυτοί να στηθώσιν εις το δημόσιον λουτρόν της βασιλείας σου». Ευθύς τότε ο βασιλεύς διέταξε και έγινεν ούτω. Αφ’ ου δε εστήθησαν οι αδριάντες των Μοναζουσών εις το λουτρόν, βλέπει ο βασιλεύς καθ’ ύπνον πέντε πρόβατα καθαρά τα οποία έβοσκον εντός αγρού χλοερού. Ήτο δε εκεί και ο ποιμήν των προβάτων, φοβερός την όψιν, όστις ωδήγει αυτά εις την βοσκήν. Ιδών δε ο ποιμήν τον βασιλέα, λέγει προς αυτόν· «Ασεβέστατε βασιλεύ, τας Μοναχάς, τας οποίας συ εσκέφθης να στήσης γυμνάς εις το λουτρόν σου δι’ ατιμίαν, ταύτας ο καλός Ποιμήν Χριστός χωρίσας από σου, τας έβαλεν εις τον ωραίον τούτον τόπον του Παραδείσου, όπου μέλλει να έλθη και η θυγάτηρ σου Δροσίς, η καθαρά αμνάς του Θεού». Εξυπνήσας τότε ο βασιλεύς ωργίσθη, διότι και μετά θάνατον αι Άγιαι γυναίκες εξουθένωσαν τας βουλάς του. Όθεν, εις πείσμα και εκδίκησιν αυτών, διατάσσει να αναφθώσι δύο μεγάλοι κλίβανοι, ήτοι κάμινοι, εκατέρωθεν της πόλεως και εις αυτάς να καίωνται καθ’ εκάστην οι Χριστιανοί. Επρόσταξε δε όπως επί εκάστου κλιβάνου τεθή και επιγραφή κεκυρωμένη δια βασιλικού διατάγματος, διαλαμβάνουσα τα εξής· «Άνδρες Γαλιλαίοι, οι προσκυνούντες τον Εσταυρωμένον, λυτρώσατε εαυτούς μεν εκ των πολλών βασάνων, ημάς δε εκ των κόπων και έκαστος εξ υμών ας ρίπτη μόνος τον εαυτόν του, ανεμποδίστως, εις οιονδήποτε κλίβανον επιθυμεί». Ταύτην λοιπόν την προσταγήν ακούσασα η του Θεού δούλη Δροσίς, η θυγάτηρ του απανθρώπου βασιλέως και μαθούσα, ότι πας Χριστιανός, υπό του πόθου και της αγάπης του Χριστού φλεγόμενος, ερρίπτετο αυθορμήτως εντός των κλιβάνων, ύψωσε τα όμματα προς τον ουρανόν και είπε· «Δέσποτα Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, εάν είναι θέλημά σου άγιον να σωθώ και να λυτρωθώ από της μανιώδους θρησκείας του πατρός μου Τραϊανού, Συ συνέργησον να ελευθερωθώ από τον νυμφώνα και αρραβώνα του δυσσεβούς Αδριανού και να αναβώ εις τον ουρανόν όπου ευρίσκονται και αι πέντε Κανονικαί, αίτινες με ωδήγησαν εις τον φόβον Σου. Κοίμησον δε με βαθύν ύπνον τους εμέ φυλάττοντας, ίνα δυνηθώ να φύγω απαρατήρητος». Ταύτα ειπούσα εξεδύθη τα βασιλικά φορέματα και εξήλθεν ηρέμως του παλατίου, χωρίς κανείς να την αντιληφθή. Ενώ δε η μακαρία Δροσίς μετέβαινεν, ίνα ριφθή εντός μιας των εκεί καμίνων, εσκέφθη και είπε καθ’ εαυτήν· «Πως υπάγω εις τον Θεόν, χωρίς να έχω ένδυμα γάμου, αφού δεν έλαβον το Άγιον Βάπτισμα, άνευ του οποίου είμαι ακάθαρτος; Αλλ’ ω Βασιλεύ των βασιλευόντων, Κύριε Ιησού Χριστέ, ιδού αφήκα την βασιλείαν δια την αγάπην Σου, ίνα με καταστήσης θυρωρόν της ιδικής Σου Βασιλείας. Συ δε όστις δι’ ημάς εβαπτίσθης, βάπτισον και εμέ δια Πνεύματος Αγίου». Ευθύς τότε ως είπε ταύτα, εξαγαγούσα εκ των κόλπων αυτής το άγιον μύρον, το οποίον είχε πάρει από τον κοιτώνα της, ήλειψεν εαυτήν, έπειτα δε εβαπτίσθη εντός ενός των εκεί γεφυρωτών λάκκων, ύδατος πεπληρωμένων, λέγουσα· «Βαπτίζεται η δούλη του Θεού Δροσίς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Φυλάξασα δε εαυτήν επτά ημέρας έτρωγε τροφήν, την οποίαν έφερεν Άγγελος Κυρίου. Φιλόχριστοι δε τινές Χριστιανοί, ευρόντες αυτήν, έμαθον πάντα τα περί αυτής καθώς εκείνη η μακαρία τα διηγήθη εις τούτους. Κατά δε την ογδόην από της βαπτίσεώς της ημέραν, παρακαλούσα τον Θεόν και προσευχομένη ίνα την οδηγήση τι πρέπει να πράξη, απήλθε προς Όν ηγάπησε Κύριον.

Σάββατο 13 Μαρτίου 2021

Η εὐλαβεστάτη και χαρισματική Μαρία Δενδρινέλλη

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΈΝΟΥΝ ΔΊΠΛΑ ΜΑΣ. ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΓΝΩΡΊΖΟΥΜΕ.

Μπορεί να είναι εικόνα 1 άτομο, κάθεται και εσωτερικός χώρος
 
Στίς 7 Μαρτίου 2021,μία μεγάλη απώλεια μας σημάδευσε. Έφυγε γιά τά οὐράνια σκηνώματα μιά Αγία Γερόντισσα. Γερόντισσα πού ζούσε μέσα στόν κόσμο. Η εὐλαβεστάτη και χαρισματική Μαρία Δενδρινέλλη σέ ἡλικία 86 ἐτῶν, βασανισμένη από μικρό παιδί, χήρα, καταγομένη ἀπό τήν νῆσο Κῶ, μία γυναίκα βαθειᾶς πίστεως καί πολλῆς εὐλάβειας. 
 
Μιά Γερόντισσα, πού ἀγαποῦσε τήν Παναγία καί εἶχε τό εἰκόνισμά της, πού εἶχε φέρει ἀπό τά Δωδεκάνησα, στό πιό κεντρικό σημεῖο τοῦ μικροῦ οἰκίσκου της, στήν Ἁγία Παρασκευή Ἀττικῆς.
Ἔζησε πολύ πτωχικά (καθάριζε σπίτια καί σκάλες) χωρίς μισθό, χωρίς σύνταξη, χωρίς πλούτη, χωρίς κοσμικές δόξες,
αλλά με ασάλευτη πίστη και με τιτάνιο αγώνα :αὐστηρή τήρηση τῆς νηστείας (δέν γεύθηκε κρέας τά τελευταῖα 40 χρόνια) ὑποδειγματική εὐλάβεια, γενναία ὑπομονή της, ἀδιάλειπτη προσευχή της, χαριτωμένη ἁπλότητά της (ἡ ἀγαπημένη της μάλιστα προσφώνηση ἦταν: «παιδάκι μου, λουλουδάκι μου»), βαθειά ἀγάπη της γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό καί τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο.Το πρόσωπό της ήταν ολοφώτεινο και γαλήνιο. 
 
 
 
Ζούσε σε ένα μικρό σπιτάκι της ἀνάμεσα σέ πολυκατοικίες ἐπί τῆς ὁδοῦ Κομνηνῶν, ἀρ. 5, στήν Ἁγία Παρασκευή. Σέ ἕνα μικρό κελί. Ζοῦσε ὡς μοναχή. Οἱ τοίχοι γεμᾶτοι εἰκόνες. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι, παλαιοί καί νέοι. Τό καντῆλι της ποτέ σβηστό. Θυμιάτιζε πρωΐ καί ἑσπέρας καί μέσα στόν οἰκίσκο της καί ἀπέξω ἀπ’ αὐτόν, ὅλους τούς γείτονες. 
 
 
Τό βιβλιαράκι τῆς Παράκλησης πρός τήν Παναγία, δίπλα στό μαξιλάρι της. Καί ἡ κουζινίτσα της ἦταν τό ἐργαστήριο γιά τά πρόσφορα, τά καταπληκτικά πού ἔφτιαχνε τηρῶντας ὅλη τήν «ἱεροτελεστία», γιά νά σταλοῦν κατόπιν σέ Ναούς, σέ Μοναστήρια, σέ ἀκριτικά νησιά, ἀκόμη καί σέ χώρες ὅπου γινόταν ἱεραποστολή.
Πολλές φορές στή Μητρόπολη Ἀθηνῶν μέ τά ὑπέροχα πρόσφορα τῆς κυρᾶς-Μαρίας ἐτελεῖτο ἡ Προσκομιδή. Ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυρός Χριστόδουλος, μέ τά δικά της πρόσφορα ἤθελε νά τελεῖ τήν Θεία Λειτουργία.
Μία ἡμέρα μάλιστα τήν ἐπεσκέφθη μέ δῶρα καί ἄλλες εὐλογίες στό φτωχικό της καί ἡ χαρά ἔλαμπε κυριολεκτικά στό πρόσωπό της.
Οἱ γείτονες, τότε, ἔβλεπαν καί ἔλεγαν: «Ὁ Χριστόδουλος στό καλυβάκι τῆς κυρά-Μαρίας, πῶς αὐτό;».
Ναί, «μεγάλος» Ἀρχιεπίσκοπος στή πτωχοτάτη κυρά-Μαρία ἐξωτερικά, ἀλλά πλούσια ἐσωτερικά.
Ἀγαποῦσε ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἐπειδή εἶχε παρακολουθήσει πολλά σεμινάρια στόν Ἑρυθρό Σταυρό ἤξερε καί ἔκανε ἐνέσεις σέ ὅσους ἀσθενεῖς τήν καλοῦσαν. Ἀλλά ἀκόμη πήγαινε στά νοσοκομεῖα καί τάϊζε ἀσθενεῖς κληρικούς, μοναχούς καί μοναχές.
Σεβόταν ἀπόλυτα ὅλους τούς κληρικούς. Ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, μοναχούς.
Γιά ὅλους προσευχόταν, ἰδιαίτερα γιά τά νέα παιδιά, γιά τίς πτωχές οἰκογένειες, γιά ἐκείνους πού εἶχαν πάρει διαζύγιο, γιά τούς μοναχικούς ἀνθρώπους, γιά τούς ναρκoμανεῖς, γιά τούς ἀρρώστους, γιά τίς χῆρες, γιά τά ὀρφανά, γιά τούς πολυτέκνους, γιά τούς βασανισμένους ἀνθρώπους, γιά τούς ἐχθρούς τῆς Ἐκκλησίας, γιά ὅλους καί γιά ὅλα.
 
 
Τό ἔργον της ἦταν: Νά ζυμώνει πρόσφορα καί νά προσεύχεται.
...Ὅταν ἀρρώστησε σοβαρά καί βρισκόταν μονάχη της στό «Ἀττικόν» νοσοκομεῖο, στό διάδρομο, καθισμένη σ’ ἕνα πάγκο καί βέβαια πονοῦσε, ἀργά τό μεσημέρι τήν ἀντιλήφθηκε ἕνας νέος ἰατρός καί τίς εἶπε «τί ἔχεις», τότε τοῦ μίλησε καί αὐτός τήν ἀνέλαβε, ὁ ἰατρός, ὡς μάνα του. Τίς εἶπε: «Δέν ἔχεις κανένα νά σέ φροντίσει;». Ἐκείνη ἀπάντησε: «Ναί, ἔχω τό Θεό» καί ἔδειξε τόν οὐρανό!
Ἡ ἐπικοινωνία μαζί της στό ἀπέριττο σπιτάκι της ἦταν πάντοτε εὐκαιρία πνευματικῆς χαρᾶς καί οἰκοδομῆς. Μοιραζόνταν τίς δοκιμασίες καί τίς θλίψεις ὅσων τήν ἐπισκέπτονταν. Παρηγοροῦσε μέ τά σοφά λόγια της. Ἔδινε συμβουλές γιά ἀντοχή, ὑπομονή, κουράγιο καί καταφυγή στήν γλυκιά μάνα Παναγία. Ὅσοι ἀναχωροῦσαν ἀπό τό πτωχικό της ἦσαν γεμάτοι ἀπό παραμυθία καί ἠρεμία στή ψυχή τους. Ἦταν ὁ οἰκίσκος τῆς καλωσύνης!
 
 
 
Ἀγαποῦσε νά ἀκούει ἱερές ἀγρυπνίες, καί μόνο ἤθελε λόγια στά αὐτιά της χριστιανικά, ὠφέλιμα, διδακτικά γιά τήν ψυχή της.
Ἔλεγε ἡ ἴδια συνεχῶς: «Ὁ Θεός νά μᾶς ἐλεήσει».
Χαιρόταν τήν ἐξομολόγηση στόν πνευματικό της, τόν ἀείμνηστο π. Σπυρίδωνα Καλύβα, χαιρόταν τίς ὠφέλιμες συζητήσεις μέ τούς ἁγιορεῖτες πατέρες πού συχνά τήν ἐπισκεπτόντουσαν, χαιρόταν τά παιδιά ἀπό τά σχολεῖα πού πήγαιναν νά τίς ποῦν τά κάλαντα.
Μά ἡ μεγάλη της ἐπισκεψη, ὅπως ἔλεγε, ἦταν, ὅταν δέν μποροῦσε νά ἐκκλησιαστεῖ, ὁ ἱερέας μέ τό Ἅγιο Ποτήριο γιά νά τήν κοινωνήσει. Ὑποδεχόταν πνευματικά προετοιμασμένη τόν Μεγάλο Ἐπισκέπτη τῆς ψυχῆς της, τόν Χριστό. Ἦταν ἡ προσωποποίηση τοῦ πρώτου Μακαρισμοῦ τοῦ Κυρίου: «Μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. ε’, 3).
 
 
Καί πράγματι, τώρα, ἡ κυρά-Μαρία μας ἀναπαύεται στόν Κῆπο τῆς Ἐδέμ. Εἶναι μαζί μέ τήν Παναγία, μέ τούς Ἀγγέλους, πού ἔβλεπε πρίν τήν ὁσιακή κοίμησή της, συντροφιά μέ τήν ἀγαπημένη της Ὁσιοπαρθενομάρτυρα Ἁγία Παρασκευή.
Αἰωνία της ἡ μνήμη.
 
~ αντί ΥΓ:
Μερικά μόνο από τα σχόλια ανθρώπων που την αγάπησαν και ευεργετήθηκαν από την αγάπη της, όπως κι εμείς. Στη μνήμη της...

..........................................................................................
~ Την γνώρισα πριν από 14 χρόνια σε εκείνο το ταπεινό, μικρό και φτωχικό σπιτάκι της στην Αγία Παρασκευή των Αθηνών, που χώραγε όμως τόσο πολύ κόσμο, όσο και η καρδιά της!
Παρόλο που η ασθένεια την ταλαιπωρούσε, εκείνη πάντα συμπαραστέκοταν και προσεύχοταν στην Παναγία μας για κάθε άνθρωπο και ασθενή που είχε ανάγκη! Οι συμβουλές της ήταν αμέτρητες και βάλσαμο για τον κάθε κατατρεγμένο και πονεμένο άνθρωπο, που ερχόταν στην πόρτα της ή σε επικοινωνία μαζί της!
Ακόμα ακούν τα αυτιά μου την γλυκιά φωνή της να με συμβουλεύει και να με νουθετεί πνευματικά, σε κάθε μου ανάγκη, σε κάθε μου πρόβλημα, με την βαθιά της Πίστη και Αγάπη που την διακατείχε!
Πολλές φορές μου έδινε την εντύπωση πως ξέχναγε το δικό της πρόβλημα και επικεντρωνόταν στο δικό σου! Γυρνούσε προς την εικόνα της Παναγίας μας και έλεγε : "Ναι Παναγία μου! Θα γίνει καλά το παιδάκι μου, έτσι δεν είναι; Το ξέρω ότι θα το βοηθήσεις! Κάνε το καλά!..Το ξέρω είναι καλό παιδί!..." Και το Θαύμα. ..έτσι απλά γινόταν!
Έτσι με τέτοιο μοναδικό τρόπο ήταν οι προσευχές της για όλους εμάς προς τον μονάκριβο της θησαυρό, την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Οικονόμισσας! Ένα οικογενειακό κειμήλιο περίπου 800 ετών, που κατείχε στα χέρια της από Πάππου προς Πάππου, προερχόμενο από τα βάθη της Ανατολής, τα Μύλασα της Μικρής Ασίας!
Μια Αγία Εικόνα που προμήνυε για κάθε κακό, όπως αναγράφεται στο απολυτίκιο της! Αρκετές φορές η Γιαγιά Μαρία έπαιρνε το μήνυμα μέσω της εικόνας για τα επερχόμενα, με τέτοιο τρόπο όπως εκείνη βίωνε!
Χρόνια δύσκολα, με τις ταλαιπωρίες εκείνης της εποχής πορεύθηκε η Γιαγιά Μαρία και από την Νήσο Κω μεταφέρθηκε στην Αθήνα με μοναδική της προστασία την Παναγιά της την Οικονόμισσα! Έτσι φτωχική και λιτή ήταν η βιοτή της, όπου για κάθε τι φρόντιζε και της το οικονομούσε η Παναγία μας που η Γιαγιά Μαρία διακονούσε ασταμάτητα!
Τα πονεμένα της χέρια ήταν ροζιασμένα και κομπιασμένα από την πολύωρη καθημερινή εργασία της που καθάριζε σπίτια, χωρίς αυτό να την εμποδίσει να ζυμώνει τα τόσα αμέτρητα πρόσφορα, όπου απέστελνε σε κάθε Μοναστήρι και Εκκλησία σε κάθε Ιεραποστολή, σχεδόν παντού στην Ελλάδα και Εξωτερικό!
Η προσφορά της και η ελεημοσύνη της αμέτρητη και απερίγραπτη προς όλο τον κόσμο και παντού! Σε ασθενείς, σε νοσοκομεία, σε Ιερείς, σε Μοναχούς, σε Χήρες, σε Ορφανά, σε Ναρκομανείς και σε κάθε πονεμένη και βασανισμένη ψυχή! Ακόμα και όταν αρρώστησε βαριά και δεν μπορούσε να φάει, εκείνη μαγείρευε και τάιζε όλο τον κόσμο.
Γιαγιά Μαρία , ευχαριστώ τον Θεό και την Παναγία μας που σε γνώρισα! Ήσουν για μένα η Πνευματική μου Μάνα! Πάντα θα σε θυμάμαι και θα τηρώ τα λόγια σου! Εύχομαι εκεί δίπλα στην Παναγία μας που θα είσαι, να πρεσβεύεις για όλους εμάς τους Αμαρτωλούς! Αιωνία σου η Μνήμη και καλό παράδεισο! Αμήν!
Spiros Paps
 
 
~ Σήμερα κηδεύτηκε η κυρά Μαρία η Προσφορού από την Αγία Παρασκευή. Είχα την ευλογία να την γνωρίσω. Μία Αγία των Αθηνών. Μέρα νύχτα προσευχή στο μικρό καλυβακι της που ήταν πνιγμένο από πολυκατοικίες. Είχε στο δωμάτιό της την παμπάλαια εικόνα της Παναγίας της Οικονόμισσας.
Σήμερα την πήραν για πάντα στην Αγία Άννα στο Άγιον Όρος οι πατέρες. Ήρθαν Αγιορείτες, Ιερομοναχοι, Ιερείς έως και από την Κρήτη.
Στο προαύλιο του ναού 500 άτομα.
Αν δεν ήταν ο κόβιντ θα ήταν χιλιάδες. Αυτή η γυναίκα όλη τη νύχτα κομποσχοίνι και όλη την ημέρα ζυμωνε πρόσφορα. 2 και 3 σακιά πρόσφορα τη βδομάδα. Έστελνε παντού. Αμέτρητες Λειτουργίες από τα χεράκια της. Σκέφτομαι.
Αυτό το χρόνο πέθαναν περίπου 7 δεσποτάδες. Πήγαν στην κηδεία 5 παπάδες δικοί τους και άλλοι 5 φίλοι τους.
Σε κανέναν ο λαός δεν πήγε αυθόρμητα να γεμίσει τον περίβολο του ναού.
Σημάδια του ουρανού!
Μία γυναικούλα, που παντρεύτηκε ανήλικη ένα κτήνος, που την κακοποιούσε και έμεινε νεότατη χήρα, έλαμψε πάνω από Αρχιερείς γιατί αγάπησε πολύ τον Ιησού Χριστό και έγινε Διακόνισσα Του να φτιάχνει μια ζωή πρόσφορα για τις Θείες Λειτουργίες Του. 
 π. Χρήστος Ιωαννίδης 
 
~H αγαπημένη μας γιαγιά αναχώρησε για την άνω Ιερουσαλήμ... Έμενε στην Αγία Παρασκευή. Γεννήθηκε και παντρεύτηκε στην Κω. Στην Κω ζουν και οι δύο της αδερφές... Στην Αθήνα ανέβηκε μετά που παντρεύτηκε. Μαζί της έφερε και την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Οικονόμισσας. Ιερό Κειμήλιο από τους προγόνους της. Από την Μιλασό της Μικράς Ασίας. Πάντα θα μου λείπει... Μου λείπουν οι νουθεσίες της, η παρηγοριά της. Ήταν το προσκεφάλι μου...Εύχομαι από εκεί ψηλά να πρεσβεύει για τα παιδιά που τόσο αγάπησε και πάντα λάτρευε , για όλο τον κόσμο καί τελευταία για μένα !!!!Αιωνία της η μνήμη!!!Μαρία Χατζηγιακουμή
~ Είχα κι εγώ την ευλογία να την γνωρίσω και την επισκεπτόμουν στο μικρό της κελάκι. Να έχουμε την ευχή της και τις πρεσβείες της αγίας αυτής ψυχής που πονούσε και αγαπούσε όλο τον κόσμο. Χαρακτηριστικό της αγάπης της ήταν οι μεγάλες ποσότητες από το καθαρό θυμίαμα που έκαιγε - έξω από το κελί της, στην μικρή της αυλή με τα λουλούδια - και μου έλεγε:
"Θυμιάζω κοριτσάκι μου και λέω Παναγία μου ας φτάσει σε όλες τις γειτονιές της Αθήνας. Γιατί ο κόσμος σήμερα δεν θυμιάζει παιδάκι μου, γι' αυτό καίω τόσο θυμίαμα. Να φτάσει παντού"
Πραγματικά μαρτύρησε τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της ασθένειας που την ταλαιπωρούσε και των φρικτών πόνων που την συνόδευαν.
Καλή Ανάσταση και καλή αντάμωση σεβαστή κι αγαπημένη μας γιαγιά Μαρία !
Spyridoula Vergini

Η αλήθεια είναι ότι πληροφορήθηκαμε την εκδημία προς Κύριον της Αγιασμένης Γερόντισσας Μαρίας της Φύλακος της Παναγίας της Οικονόμισσας από ένα μήνυμα απώλειας που μας έστειλε ένας χαρισματικός Γέροντας την ίδια ημέρα ο οποίος την γνώριζε και την ευλαβούνταν πολύ. Βλέπετε οι πνευματικοί άνθρωποι επικοινωνούν εδώ και στην αιωνιότητα.

 πηγή