Παρασκευή 18 Ιουνίου 2021

Η μητρότητα ως διακονία τής γυναίκας (Άγιος Σωφρόνιος Σαχάρωφ του Έσσεξ)



Ἡ θέση τῆς γυναίκας κατὰ τοὺς περασμένους αἰῶνες ἦταν ἐξαιρετικὰ δύσκολη, ἐνῶ ἀκόμη ὡς τὶς ἡμέρες μας δὲν ἔχει πλήρως τακτοποιηθεῖ. Σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδά της ζωῆς τὸ πρόβλημα αὐτὸ ἀποδεικνύεται ὑπερβολικὰ πολύπλοκο· καὶ στὸ ἐπίπεδο τῆς κρατικῆς νομοθεσίας, καὶ στὸ ἐπίπεδο τῆς δομῆς τῆς κοινωνίας, καὶ στὸ ἐπίπεδό τῆς ἐκπαιδεύσεως καὶ τῆς μορφώσεως, καὶ στὸ ἐπίπεδο τέλος τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Πολλὰ ἔχουν ἀλλάξει κατὰ τὶς τελευταῖες δεκαετίες· ἀπὸ πολλὲς ἀπόψεις ἡ γυναίκα ἀπέκτησε θέση ἀσύγκριτα καλύτερη ἀπὸ τὴν προηγούμενη, ἀλλὰ ὡστόσο δὲν ἔχει βρεῖ τὴ θέση της στὴν κοινωνία· δὲν ἔχει βρεθεῖ πραγματικὰ τὸ σωστὸ μέτρο γιὰ τὴν ἀξιολόγησή της.

Κατὰ τοὺς προηγούμενους αἰῶνες ὁ ἄνδρας ἦταν ὁ νομοθέτης, ὁ κύριος. Ἡ γυναίκα ὅμως συχνὰ ἦταν ὑπερβολικὰ ὑποβιβασμένη, καὶ κατὰ τὴν ἀναζήτηση ἀλήθειας καὶ δικαιοσύνης ὅλοι ὅσοι ἐπιθυμοῦσαν βελτίωση τῆς θέσεως τῆς γυναίκας εἶχαν τὴ σκέψη: νὰ τὴν ἐξισώσουν στὰ δικαιώματα μὲ τὸν ἄνδρα σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα. Ἡ ὁδὸς αὐτὴ ἔδωσε ὑπέροχους καρπούς. Πολλὲς γυναῖκες ἀπέκτησαν μεγάλη μόρφωση, κατέχουν ὑπεύθυνες θέσεις στὴν κρατικὴ μηχανή, ἄρχισαν νὰ διαδραματίζουν ἱστορικὸ ρόλο συμμετέχοντας στὶς ἐκλογὲς κυβερνήσεων. Στὴν οἰκογένεια ἐπίσης ἡ θέση τῆς γυναίκας ἄλλαξε πρὸς ὄφελός της.

Πραγματικά, ὅλα αὐτὰ ἔτσι εἶναι. Ἀλλὰ μποροῦμε ἄραγε νὰ θεωρήσουμε λυμένα τὰ προβλήματα ὄχι μόνο τῆς ἐργασίας τῆς γυναίκας, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τῆς οἰκογενειακῆς θέσεώς της; Ἡ πείρα τῆς ἱστορίας ἔδειξε ὅτι τὸ τεράστιο σῶμα τῆς ἀνθρωπότητας ἀποτελεῖται ἀπὸ κύτταρα, καὶ ἕνα τέτοιο κύτταρο εἶναι ἡ οἰκογένεια. Στὸ μέτρο ποὺ τὰ κύτταρα εἶναι ὑγιῆ ὑγιαῖνει καὶ τὸ σῶμα.

Συνεπῶς ἡ ὑγεία στὸ τεράστιο σῶμα τῆς ἀνθρωπότητας ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ὑγεία τοῦ κυττάρου τοῦ σώματος αὐτοῦ, τῆς οἰκογένειας. Μποροῦμε ἄραγε νὰ θεωρήσουμε τὴ σύγχρονη θέση της ὡς εὐτυχῆ; Λόγω τοῦ ὅτι ἡ γυναίκα γίνεται οἰκονομικὰ ἐντελῶς ἀνεξάρτητη, ἐργαζόμενη ὅπως ἐργάζεται κάθε ἄνδρας, πλήθυναν οἱ διαλύσεις τῶν οἰκογενειῶν, δηλαδὴ τὰ διαζύγια. Καὶ στὴν περίπτωση ποὺ δὲν ὑπάρχει διάλυση τῆς οἰκογένειας, ὅταν ἀναγκάζεται νὰ ἐργασθεῖ ἡ γυναίκα ἐκτὸς σπιτιοῦ, πάλι ὑποφέρει ἡ οἰκογένεια, ἐφόσον γιὰ τὰ παιδιὰ δὲν ὑπάρχει στὸ σπίτι πλέον οὐσιαστικὰ οὔτε πατέρας οὔτε μητέρα. Τὰ παιδιὰ μένουν ἀρκετὴ ὥρα μόνα τους ἢ ἀνατρέφονται ἀπὸ συγγενικὰ ἢ ξένα χέρια ἢ ἀνατίθενται σὲ σχολεῖα γιὰ τὴν ἀνατροφή τους. Βασικὰ ὅμως στεροῦνται τῆς μητρικῆς στοργῆς[1].

Ἂν ἡ γυναίκα ἐργάζεται ἐξίσου μὲ τὸν ἄνδρα, τότε πάλι καταργεῖται ἡ δικαιοσύνη, ἐπειδὴ ἡ γυναίκα στὴν οἰκογένεια, παράλληλα μὲ τὴν ἐργασία, βαστάζει καὶ ἄλλα βάρη, ἐπιπρόσθετα καθήκοντα, ἐπειδὴ ἀκριβῶς αὐτὴ εἶναι ἡ μητέρα τῶν παιδιῶν. Θὰ νόμιζε κάποιος ὅτι, ἐπειδὴ ἡ γυναίκα βαρύνεται ἀπὸ μεγαλύτερες εὐθύνες καὶ ἀσκεῖ πολυπλοκότερο ρόλο, σὲ αὐτὴν πρέπει νὰ ἀνήκει τὸ προνόμιο νὰ «κατευθύνει» τὴν οἰκογένεια. Ἀσφαλῶς κάποιος πρέπει νὰ κατευθύνει τὴν οἰκογένεια, ὅπως καὶ κάθε ἄλλο ἀνθρώπινο καθίδρυμα. Ἔτσι, σὲ πολλὲς οἰκογένειες ἀνακύπτει ἡ πάλη γιὰ ἐξουσία, ποὺ πολὺ συχνὰ γίνεται καταστροφικὴ γιὰ τὴν οἰκογένεια. Συνεπῶς, ὅπου καὶ ἂν στρέψουμε τὴν προσοχή μας, παντοῦ βλέπουμε ὑπερβολικὰ πολύπλοκα προβλήματα, καὶ δὲν πλησιάσαμε ἀκόμη στὴν ἐπίλυσή τους.

Ἔκανα τὶς λίγες αὐτὲς παρατηρήσεις, γιὰ νὰ δῶ τὰ πράγματα ἔτσι ὅπως τὰ βλέπει ἡ πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων. Νομίζω ὅμως ὅτι ἐμεῖς ὡς χριστιανοὶ βλέπουμε ἀκόμη καὶ ἐκεῖνα ποὺ οἱ ἄλλοι δὲν προσέχουν. Θεωροῦμε ὅτι τὸ σπουδαιότερο θέμα γενικὰ γιὰ κάθε ἄνθρωπο εἶναι τὸ ἐρώτημα: Τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος; Ποιὸς εἶναι ὁ προορισμός του; Γιατί καὶ γιὰ ποιὸν λόγο ἐμφανίστηκε στὸν κόσμο; Ποιὸς σκοπὸς ὑπάρχει μπροστά του; Ποιὸ εἶναι τὸ νόημα τῆς ὑπάρξεώς του; Ἂν δὲν ἀπαντήσουμε στὰ ἐρωτήματα αὐτά, δὲν θὰ μπορέσουμε ποτὲ νὰ λύσουμε τὰ προβλήματα ποὺ ἀντιμετωπίζουμε· οὔτε σὲ ἕνα ἐπίπεδο. Εἶναι ἀδύνατον γιὰ παράδειγμα νὰ ἐπιτύχουμε ἀληθινὰ δίκαια δομὴ τῆς κοινωνίας χωρὶς τὴ γνώση αὐτή. Δὲν μποροῦμε νὰ λύσουμε τὸ πρόβλημα τῆς κρατικῆς ὀργανώσεως, ἂν δὲν ἔχουμε ἀπάντηση στὸ κύριο αὐτὸ ἐρώτημα. Ὅλη ἡ ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας γράφεται μὲ ἄσκοπη περιδίνηση, παράλογους πολέμους, ἄδικη καταπίεση τοῦ ἰσχυροῦ ἐπάνω στὸν ἀσθενῆ, ὅπως βλέπουμε στὸν ζωϊκὸ κόσμο. Συνεπῶς, τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος; Τὴν ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα αὐτὸ τὴν παίρνουμε ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή: «Καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο, κατ’ εἰκόνα Θεοῦ … ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτοὺς» (Γέν. 1,27). Καὶ λίγο πιὸ κάτω διαβάζουμε: «Ἐπλασεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς, καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν» (Γέν. 2,7).

Ἂν λοιπὸν ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν ἄνδρα καὶ τὴν γυναῖκα ὡς ἑνιαία ἀνθρωπότητα, τότε εἶναι φυσικὸ ὅτι τὸ θέλημα τῆς σχέσεως μεταξὺ ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς ἦταν καὶ θὰ εἶναι πάντοτε ἕνα ἀπὸ τὰ σπουδαιότερα ζωτικὰ θέματα. Ἂν στρέψουμε τὴν προσοχή μας στὰ φυσικὰ χαρίσματα τῆς γυναίκας καὶ τὰ συγκρίνουμε μὲ τὰ ἀντίστοιχά τους στὸν ἄνδρα, θὰ δοῦμε ἀπὸ τὴν μακρόχρονη πείρα ὅτι τὰ χαρίσματα αὐτὰ εἶναι ποικίλα· κάποτε συμπίπτουν, ἐνῶ κάποτε γίνονται συμπληρωματικὰ τὸ ἕνα του ἄλλου. Γνωρίζουμε ἐπίσης ἀπὸ τὴν ἱστορία καὶ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ ὅτι στὴν Ἀνατολή, ὅπου γεννήθηκαν ὅλες οἱ μεγάλες θρησκεῖες, ἡ κυριότητα τοῦ ἄνδρα ἐπάνω στὴ γυναίκα ἦταν ὑπερβολικὰ ἰσχυρή. Ἡ γυναίκα στὴ συνείδηση τῆς Ἀνατολῆς ἦταν κατὰ κάποιον τρόπο κατώτερο ὄν. Ἀκόμη καὶ στὸ Εὐαγγέλιο βλέπουμε παρόμοια χωρία, ὅπως γιὰ παράδειγμα: «Οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων» (Μάτθ. 14,21). Ἐλάμβαναν ὑπ’ ὄψιν μόνο τοὺς ἄνδρες, ἐνῶ τὶς γυναῖκες οὔτε καν τὶς μετροῦσαν. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν τὸ βλέπουμε μόνο στὴν Ἀνατολή.

Ἔτυχε νὰ διαβάσω, ὅταν ἤμουν νέος, κάποιες στατιστικὲς ποὺ ἔκαναν μερικοὶ Γερμανοὶ μορφωμένοι ἄνθρωποι γιὰ τὸν ρόλο τοῦ ἄνδρα καὶ τὸν ρόλο τῆς γυναίκας στὴν ἱστορία τοῦ πολιτισμοῦ. Οἱ πολυμαθεῖς αὐτοὶ Γερμανοὶ παρουσίαζαν τὰ κατορθώματα τοῦ ἄνδρα ὡς ἄκρως σημαντικὰ (παρομοιάζοντάς τα ὡς ὅρη ὑψηλά), ἐνῶ ἀπὸ τὰ κατορθώματα τῆς γυναίκας σημείωναν μόνο μερικὰ ποὺ οὕτως ἢ ἄλλως γράφτηκαν στὴν ἱστορία τοῦ πολιτισμοῦ.

Μοῦ φαίνεται ὅτι ἡ παρεξήγηση αὐτὴ ἐμφανίστηκε ὡς συνέπεια τῆς ἀπώλειας τῆς συνειδήσεως ἐκείνης, ποὺ περιέχεται στὴ Γραφή: «Καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα Θεοῦ … ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτοὺς» (Γέν. 1,27). Αὐτὸ τὸ ξεχνοῦν ὄχι μόνο οἱ ἄνδρες, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιες οἱ γυναῖκες. Γιὰ νὰ διορθώσουμε λοιπὸν τὴ ζωή μας σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδά της, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὴν οἰκογένεια, ὀφείλουν οἱ γυναῖκες νὰ ἀνυψωθοῦν μὲ τὸ πνεῦμα καὶ νὰ φανερώσουν στὸν κόσμο τὴν αὐθεντικὴ ἀξία τους, τὸν ὑψηλὸ ρόλο τους. Γιὰ τὴν χριστιανικὴ Ἐκκλησία τὸ θέμα τοῦ ρόλου τῆς γυναίκας γίνεται κάθε χρόνο διαρκῶς ὀξύτερο.

Βλέπουμε ὅτι στὶς χῶρες ὅπου ὁ ἄθεος κομμουνισμὸς διεξάγει ἀνοικτὴ πάλη ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν ἐφαρμογὴ κάθε εἴδους ἐκβιασμῶν, διασώζει τὴν Ἐκκλησία ἡ ἀνδρεία τῶν γυναικών, ἡ αὐτοθυσία τους, ἡ ἑτοιμότητά τους γιὰ κάθε εἴδους παθήματα. Παντοῦ παρατηροῦμε ὅτι οἱ γυναῖκες στὶς Ἐκκλησίες ἀποτελοῦν τὸ μεγαλύτερο ποσοστό. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι στὶς Ἐκκλησίες κατὰ τὶς ἀκολουθίες οἱ γυναῖκες συνιστοῦν τὴν πλειονότητα, κάποτε τὰ τρία τέταρτα, κάποτε ὅμως καὶ περισσότερο. Ἂν τώρα ὅλες οἱ γυναῖκες ἀποχωροῦσαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, τότε αὐτὴ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρχει, γιατί οἱ ἄνδρες ποὺ ἐκπληρώνουν ὑψηλὴ ποιμαντικὴ διακονία, κατέχοντας ὑψηλὲς ἱεραρχικὲς θέσεις, θὰ ἔμεναν ὀλιγάριθμοι καί, μὲ ἁπλὰ λόγια, θὰ ἦταν γι’ αὐτοὺς ἀπὸ ὑλικῆς πλευρᾶς ἀδύνατον νὰ διατηρήσουν τὴν Ἐκκλησία.

Συνεπῶς ὁ ρόλος τῆς γυναίκας στὴν Ἐκκλησία εἶναι μεγάλος, καὶ ὅλοι μας πρέπει νὰ σκεφτοῦμε τὸ φαινόμενο αὐτό. Στὴ χριστιανική μας διδασκαλία γιὰ τὸν ἄνθρωπο, μιλώντας θεολογικά, ἡ γυναίκα παρουσιάζεται στὸ ἴδιο ἀκριβῶς μέτρο ὡς ἄνθρωπος, ὅπως καὶ ὁ ἄνδρας. Οἱ δυνατότητες τῆς διακονίας της μέσα στὴν ἱστορία εἶναι ἀπεριόριστες. Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεὸς Λόγος σαρκώθηκε ἀπὸ Γυναίκα καταδεικνύει ὅτι ἡ γυναίκα δὲν εἶναι καθόλου μειωμένη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.

Ἐδῶ ὅμως θέλω νὰ ἐκφράσω τὸ βασικότερο νόημα τῆς ὁμιλίας μου. Ὅλα, ὅσα εἶπα μέχρι τὴ στιγμὴ αὐτή, ἦταν μόνο εἰσαγωγικά, γιὰ νὰ σταθοῦμε ὅλοι σὲ σαφῆ πορεία σκέψεως. Ἂν μιλᾶμε γιὰ τὴ μεγάλη σπουδαιότητα τῆς γυναίκας, τότε καὶ οἱ ἴδιες οἱ γυναῖκες ὀφείλουν νὰ δικαιώσουν τὴ σπουδαιότητά τους αὐτή· νὰ δικαιώσουν τὸν ἑαυτό τους σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδά τῆς ζωῆς τῆς ἀνθρωπότητας. Τὸ οὐσιωδέστερο ὅμως γι’ αὐτὲς ἔργο, τὸ σπουδαιότερο λειτούργημά τους, εἶναι ἡ Μητρότητα: «Καὶ ἐκάλεσεν Ἀδὰμ τὸ ὄνομα τῆς γυναικὸς αὐτοῦ Ζωή, ὅτι αὔτη μήτηρ πάντων τῶν ζώντων» (Γέν. 3,20). Γιὰ νὰ ἀνυψώσουν τὴν ἀνθρωπότητα οἱ γυναῖκες, πρέπει νὰ φέρνουν στὸν κόσμο παιδιὰ μὲ τὸν τρόπο ποὺ μᾶς διδάσκει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχουν ὅμως δύο εἴδη γεννήσεως· τὸ ἕνα κατὰ σάρκα, τὸ ἄλλο κατὰ πνεῦμα. Ὁ Χριστὸς εἶπε στὸν Νικόδημο: «Τὸ γεγεννημένον ἐκ τῆς σαρκὸς σάρξ ἐστι, καὶ τὸ γεγεννημένον ἐκ τοῦ Πνεύματος πνεῦμα ἐστι. Μὴ θαυμάσης ὅτι εἶπον σοί, δεῖ ὑμᾶς γεννηθῆναι Ἄνωθεν» (Ἰωάν. 3,6-7).

Ἐπειδὴ οἱ γυναῖκες τῆς ἐποχῆς μας ἔχασαν τὴν ὑψηλὴ αὐτὴ συνείδηση, ἄρχισαν νὰ γεννοῦν προπαντὸς κατὰ σάρκα. Τὰ παιδιὰ μας ἔγιναν ἀνίκανα γιὰ τὴν πίστη. Συχνὰ ἀδυνατοῦν νὰ πιστέψουν ὅτι εἶναι εἰκόνα τοῦ Αἰωνίου Θεοῦ. Ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία στὶς ἡμέρες μας ἔγκειται στὸ ὅτι οἱ ἄνθρωποι βυθίστηκαν στὴν ἀπόγνωση καὶ δὲν πιστεύουν πιὰ στὴν Ἀνάσταση. Ὁ θάνατος τοῦ ἀνθρώπου ἐκλαμβάνεται ἀπὸ αὐτοὺς ὡς τελειωτικὸς θάνατος, ὡς ἐκμηδένιση, ἐνῶ πρέπει νὰ θεωρεῖται ὡς στιγμὴ ἀλλαγῆς τῆς μορφῆς τῆς ὑπάρξεώς μας· ὡς ἡμέρα γεννήσεώς μας στὴν ἀνώτερη ζωή, σὲ ὁλόκληρο πλέον τὸ πλήρωμα τῆς ζωῆς ποὺ ἀνήκει στὸν Θεό. Ἀλήθεια, τὸ Εὐαγγέλιο λέει: «Ὁ πιστεύων εἰς τὸν Υἱὸν ἔχει ζωὴν αἰώνιον· ὁ δὲ ἀπειθῶν τῷ Υἱῷ οὐκ ὄψεται ζωὴν» (Ἰωάν. 3,36). «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμὶν ὅτι … ὁ πιστεύων τῷ Πέμψαντί Με ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωὴν» (Ἰωάν. 5,24). «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν τὶς τὸν λόγον τὸν Ἐμὸν τηρήσῃ, θάνατον οὐ μὴ θεωρήση εἰς τὸν αἰώνα» (Ἰωάν. 8,51). Παρόμοιες λοιπὸν ἐκφράσεις μποροῦμε νὰ ἀναφέρουμε πολλές.

Συχνὰ ἀκούω ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους: Πῶς ἢ γιατί συμβαίνουν ὅλα αὐτά; Γιατί ἡ πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων ἔχασε τὴν ἱκανότητα νὰ πιστεύει; Δὲν εἶναι ἄραγε ἡ νέα ἀπιστία συνέπεια τῆς εὐρύτερης μορφώσεως, ὅταν αὐτὸ πού λέει ἡ Γραφὴ γίνεται μύθος, ἀπραγματοποίητο ὄνειρο;

Ἡ Πίστη, ἡ ἱκανότητα γιὰ τὴν πίστη, δὲν ἐξαρτᾶται πρωτίστως ἀπὸ τὸν βαθμὸ μορφώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Πράγματι παρατηροῦμε ὅτι στὴν ἐποχή μας, κατὰ τὴν ὁποία διαδίδεται ἡ μόρφωση, ἡ πίστη ἐλαττώνεται, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε οὐσιαστικὰ νὰ συμβαίνει τὸ ἀντίθετο· ὅσο δηλαδὴ πλατύτερες γίνονται οἱ γνώσεις τοῦ ἀνθρώπου, τόσο περισσότερες ἀφορμὲς ἔχει γιὰ νὰ ἀναγνωρίζει τὴ μεγάλη σοφία τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου. Σὲ τί λοιπὸν συνίσταται ἡ ρίζα τῆς ἀπιστίας;

Πρὶν ἀπ’ ὅλα ὀφείλουμε νὰ ποῦμε ὅτι τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι πρωτίστως ἔργο τῶν γονέων, τῶν πατέρων καὶ τῶν μητέρων. Ἂν οἱ γονεῖς φέρονται πρὸς τὴν πράξη τῆς γεννήσεως τοῦ νέου ἀνθρώπου μὲ σοβαρότητα, μὲ τὴ συνείδηση ὅτι τὸ γεννώμενο βρέφος μπορεῖ νὰ εἶναι ἀληθινὰ «υἱὸς ἀνθρώπου» κατ’ εἰκόνα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου, δηλαδὴ τοῦ Χριστοῦ, τότε προετοιμάζονται γιὰ τὴν πράξη αὐτὴ ὄχι ὅπως συνήθως γίνεται αὐτό. Νὰ ἕνα ὑπέροχο παράδειγμα· ὁ Ζαχαρίας καὶ ἡ Ἐλισάβετ προσεύχονταν γιὰ πολὺ καιρὸ νὰ τοὺς χαρισθεῖ τέκνο … Καὶ τί συνέβη λοιπόν; «Ὤφθη δὲ αὐτῷ (τῷ Ζαχαρίᾳ) ἄγγελος Κυρίου ἐστῶς ἐκ δεξιῶν τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος. Καὶ ἐταράχθη Ζαχαρίας ἰδών, καὶ φόβος ἐπέπεσεν ἐπ’ αὐτόν. Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ἄγγελος· μὴ φοβοῦ, Ζαχαρία· διότι εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου, καὶ ἡ γυνή σου Ἐλισάβετ γεννήσει υἱὸν σοί, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰωάννην· καὶ ἔσται χαρὰ σοὶ καὶ ἀγγαλίασις, καὶ πολλοὶ ἐπὶ τῇ γεννήσει αὐτοῦ χαρήσονται. Ἔσται γὰρ μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου … καὶ Πνεύματος Ἁγίου πλησθήσεται ἔτι ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πολλοὺς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐπιστρέψει ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν» (Λούκ. 1,11-16).

Βλέπουμε μάλιστα στὴ συνέχεια ὅτι ὁ Ἰωάννης, εὐρισκόμενος ἀκόμη στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του, ἀναγνώρισε τὴν ἐπίσκεψη τῆς μητέρας τοῦ Χριστοῦ, σκίρτησε ἀπὸ χαρὰ καὶ ἡ χαρὰ του μεταδόθηκε στὴ μητέρα του. Τότε ἐκείνη γέμισε μὲ προφητικὸ Πνεῦμα (βλ. Λούκ. 1,40-41). Ἄλλο παράδειγμα εἶναι ἡ προφήτιδα Ἄννα (βλ. Λούκ. 2,36).

Ἔτσι καὶ τώρα· ἂν οἱ πατέρες καὶ οἱ μητέρες θὰ γεννοῦν παιδιὰ συναισθανόμενοι τὴν ἄκρα σπουδαιότητα τοῦ ἔργου αὐτοῦ, τότε τὰ παιδιά τους θὰ γεμίζουν ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιο, ἤδη ἀπὸ τὴν κοιλία τῆς μητέρας· καὶ ἡ πίστη στὸν Θεό, τὸν Δημιουργὸ τῶν ἁπάντων, ὡς πρὸς τὸν Πατέρα τους, θὰ γίνει γι’ αὐτὰ φυσική, καὶ καμία ἐπιστήμη δὲν θὰ μπορέσει νὰ κλονίσει τὴν πίστη αὐτή, γιατί «τὸ γεννώμενον ἐκ Πνεύματος πνεῦμα ἐστιν». Ἡ ὕπαρξη λοιπὸν τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐγγύτητά Του σὲ μας εἶναι γιὰ μία τέτοια ψυχὴ ὀφθαλμοφανὲς γεγονός. Καὶ ἡ ἀπιστία τῶν πολυμαθῶν ἢ τῶν ἀμαθῶν στὰ μάτια τῶν τέκνων αὐτῶν τοῦ Θεοῦ θὰ εἶναι ἁπλῶς ἀπόδειξη ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι δὲν γεννήθηκαν ἀκόμη Ἄνωθεν, καὶ ἀκριβῶς ἐξαιτίας τοῦ γεγονότος αὐτοῦ δὲν πιστεύουν στὸν Θεό, διότι εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου σάρκα, γεννημένοι ἀπὸ σάρκα.

Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ ἀποτελεῖ πραγματικὸ πρόβλημα γιὰ τὴν Ἐκκλησία, τὸν προορισμό της, εἶναι τὸ πῶς νὰ πείσει τοὺς ἀνθρώπους ὅτι εἶναι ἀληθινὰ τέκνα καὶ θυγατέρες τοῦ αἰωνίου Πατρός· πῶς νὰ δείξει στὸν κόσμο τὴ δυνατότητα μίας ἄλλης ζωῆς, ὅμοιας πρὸς τὴ ζωὴ τοῦ Ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, ἢ τὴ ζωὴ τῶν προφητῶν καὶ τῶν ἁγίων. Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ φέρει στὸν κόσμο ὄχι μόνο τὴν πίστη στὴν ἀνάσταση, ἀλλὰ καὶ τὴ βεβαιότητα γι’ αὐτήν. Τότε περιττεύει ἡ ἀπαίτηση γιὰ ὁποιεσδήποτε ἄλλες ἠθικιστικὲς διδασκαλίες.

__________________

Παραπομπὴ

[1] Βέβαια, αὐτὸ δὲν ἰσχύει ἀπόλυτα, διότι πολλὰ ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὴ σχέση τῶν γονέων μεταξύ τους, καθὼς καὶ ἀπὸ τὴ σχέση ποὺ ἔχουν μὲ τὰ παιδιὰ ὅταν ἐπιστρέφουν στὸ σπίτι μετὰ τὴν ἐργασία, ἀπὸ τὴ συμπαράσταση-βοήθεια τοῦ συζύγου στὶς ἐνδοοικογενειακὲς ἀπαιτήσεις, ἀπὸ τὴν ὕπαρξη συγγενικῶν προσώπων ποὺ εἶναι σὲ θέση καὶ μὲ ἀγάπη διατίθενται νὰ βοηθήσουν κλπ. Καὶ φυσικά, δὲν μιλᾶμε γιὰ τὴν περίπτωση ποὺ ὑπάρχει ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη νὰ ἐργαστεῖ ἡ μητέρα.

 

 

(“Τὸ Μυστήριο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς”, Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου Ἔσσεξ)

Πέμπτη 17 Ιουνίου 2021

Η πανέμορφη κουρελιάρα μοναχή και η γερόντισσά της!



Οι μοναχές Ταλίδα και Ταώρ

1. Στην Αντινούπολη* υπάρχουν δώδεκα γυναικεία μοναστήρια.

Εκεί αντάμωσα την αμμά Ταλίδα, γερόντισσα, που όπως έλεγε η ίδια αλλά και αυτές που ζούσαν κοντά της, είχε ογδόντα χρόνια στην ασκητική ζωή.

Μαζί της συγκαταβίωναν εξήντα νεαρές μοναχές που τόσο πολύ την αγαπούσαν, ώστε δεν ήταν ανάγκη να κλειδώνουν την αυλόπορτα, όπως συμβαίνει σε άλλα μοναστήρια.

Η αγάπη τους ήταν το μοναδικό κίνητρο παραμονής τους.

Η γερόντισσα είχε φτάσει σε τέτοιο βαθμό απάθειας, ώστε όταν εγώ επισκέφθηκα το μοναστήρι και κάθισα, ήρθε και στάθηκε και αυτή κοντά μου και έβαλε τα χέρια της στους ώμους μου· ένα υπέροχο δείγμα αυθορμητισμού.

2. Στο ίδιο μοναστήρι ζούσε και μια μοναχή μαθήτριά της, η Ταώρ, που είχε συμπληρώσει τριάντα χρόνια στη μοναστική ζωή.

Δεν θέλησε ποτέ να φορέσει καινούριο ράσο, καλύπτρα ή ακόμη παπούτσια, λέγοντας ότι· «Δεν τα έχω ανάγκη, μήπως πλανευτώ και φύγω».

Πραγματικά όλες οι άλλες μοναχές πηγαίνουν την Κυριακή στην εκκλησία για να μεταλάβουν, και μόνη εκείνη κουρελιάρα παραμένει κλεισμένη στο μοναστήρι αφοσιωμένη αδιάκοπα στην εργασία της.

Ήταν η προσωποποίηση της ομορφιάς· και ο πιο δυνατός θα μπορούσε να χάσει το μυαλό του μαζί της.

Η καθαρότητα όμως της καρδιάς και η σεμνότητά της ήταν αρκετές για να μεταμορφώσουν τη λαγνεία σε ντροπή και σεβασμό.

*Βρισκόταν στην Αίγυπτο, στην δεξιά όχθη του Νείλου σχεδόν απέναντι από την Ερμούπολη.

 πηγή

Από το βιβλίο του Δημητρίου Γ. Τσάμη, «Μητερικόν, Διηγήσεις και βίοι των αγίων μητέρων της ερήμου ασκητριών και οσίων γυναικών της ορθοδόξου εκκλησίας», των εκδόσεων Π. Πουρναρά.

Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία, κατά κόσμον Γαλάτεια Κανακάκη



τοῦ  Μητροπολίτου Ναυπάκτου  Ἱεροθέου

Στίς 20 Μαΐου 2021 ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ μιά εὐλογημένη μοναχή, ἡ Γερόντισσα Γαλακτία, πού ἔμενε στό χωριό Πόμπια Μοιρῶν Ἡρακλείου Κρήτης. Ἡ κοίμησή της μέ συγκίνησε βαθύτατα, διότι τήν γνώριζα, διά μέσου τοῦ π. Ἀντωνίου Φραγκάκη Ἱεροκήρυκος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γορτύνης, πάνω ἀπό μιά δεκαετία καί εἶχα διαρκῆ ἐπικοινωνία μαζί της.

Τό θεωρῶ ἰδιαίτερο δῶρο τοῦ Θεοῦ πού τήν γνώρισα καί, κυρίως, διότι μέ θεωροῦσε ὡς παιδί της καί φυσικά καί ἐγώ τήν θεωροῦσα ὡς μητέρα μου. Μέχρι τώρα δέν μίλησα ποτέ δημοσίως γι' αὐτήν καί γιά τήν ἐπικοινωνία πού εἶχα μαζί της, παρά μόνον σέ μερικούς γνωστούς μου ἀνθρώπους, ἀλλά τώρα τό κάνω μετά τήν κοίμησή της.

Τήν πρώτη φορά συναντηθήκαμε στό Ἡράκλειο Κρήτης, ὅταν ἐκείνη ἦλθε νά μέ συναντήση τόν Ἀπρίλιο τοῦ 2013, καί τήν δεύτερη φορά τήν ἐπισκέφθηκα στό σπίτι της, πού ἦταν σάν μοναχικό κελλί, πορευόμενος πρός τήν Ἱερά Μονή Κουδουμᾶ καί εἴχαμε θεολογικές καί πνευματικές συζητήσεις.

Ὅμως, μιλούσαμε πολλές φορές στό τηλέφωνο γιά διάφορα πνευματικά ζητήματα. Τίς περισσότερες φορές ἐκείνη μέ ἔβλεπε σέ διάφορες φάσεις τῆς ζωῆς μου μέ τήν δική της «πνευματική τηλεόραση τῆς καρδιᾶς», ὅπως ἔλεγε χαριτολογώντας.

Ὁ Θεός τῆς χάρισε τό μεγάλο χάρισμα τῆς διοράσεως καί τῆς προορά­σεως πού ἦταν καρπός ἐμπειρικῶν καταστάσεων. Ἦταν σάν τόν ἅγιο Πορφύριο, γι' αὐτό κάποιος τήν ὀνόμαζε «Γερόντισσα Πορφυρία». Ἐκείνη τό ἐξηγοῦσε πολύ ταπεινά ὅτι ὁ Θεός ἔβλεπε ὅτι ἦταν κλεισμένη στό σπίτι της καί τῆς ἔδωσε τήν εὐλογία νά βλέπη διάφορα γεγονότα γιά νά παρηγορῆται.

Συνήθως ἔλεγε στόν π. Ἀντώνιο ὅτι μέ ἔβλεπε νά ἐργάζομαι στό Γραφεῖο μου στήν Ἱερά Μητρόπολη, νά περπατῶ στό διάδρομο, νά προσεύχομαι, νά κοιμᾶμαι, νά λειτουργῶ σέ διάφορους Ναούς, ἀλλά ἔβλεπε καί πῶς λειτουργοῦσα καί τί ἄμφια φοροῦσα. Αἰσθανόμουν μεγάλη ἔκπληξη ὅταν πληροφορούμουν ὅλα αὐτά, γιατί ἀνταποκρίνονταν στήν πραγματικότητα.

Τήν ἀγαποῦσα καί τήν σεβόμουν πολύ, καί ἐκείνη μέ θεωροῦσε παιδί της καί αἰσθανόταν ἀπέναντί μου ὡς πνευματική μητέρα μου, γιατί μᾶς συνέδεαν πολλά. Στό τηλέφωνο μιλούσαμε γιά τόν Θεό καί γιά τήν νοερά προσευχή. Συνήθως τήν προκαλοῦσα νά μελετήση γιά τά θέματα αὐτά, τῆς ἔλεγα γιά τήν νοερά-καρδιακή προσευχή, καί ἐκείνη ἀπέφευγε νά μιλᾶ γιά τά θέματα αὐτά καί κυρίως ἔλεγε: «Ναί παιδί μου, ἔτσι εἶναι». Τήν χαρά της ἀπό τήν τηλεφωνική συζήτηση πού εἴχαμε τήν ἐξέφραζε ὅταν ὁ π. Ἀντώνιος πήγαινε στό σπίτι της.

Ἐπειδή στόν π. Ἀντώνιο τοῦ διηγεῖτο διάφορες πνευματικές καταστάσεις της γι’ αὐτό ἐκεῖνος τήν προέτρεπε νά μοῦ γράφη, γιά νά τῆς δίνω τίς θεολογικές ἐξηγήσεις. Ἔτσι, μοῦ ἔγραψε ἐννέα (9) γράμματα τό διάστημα ἀπό 22 Φεβρουαρίου 2014 μέχρι τήν 11 Σεπτεμβρίου 2015 καί πάντοτε τῆς ἀπαντοῦσα. Τά γράμματά της ἦταν καρδιακά καί ἀποκαλυπτικά. Ἔγραφε κάποιες ἐμπειρίες της μέ σκοπό νά τῆς πῶ τήν γνώμη μου, ἀλλά στήν πραγματικότητα δέν χρειαζόταν ἀπαντήσεις.

Πρόκειται γιά μιά θεολογική ἀλληλογραφία, πού ἐπεκτείνεται περίπου σέ τριάντα πέντε σελίδες, γιά τήν ὁποία δοξάζω τόν Θεό πού μέ ἀξίωσε νά ἔχω μαζί της. Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία ἔγραφε ἰδιόχειρα μέ ταπεινό φρό­νημα καί πολλή ἀγάπη, καί ὅλα τά γράμματά της προέρχονταν ἀπό τήν καθαρή καρδιά της.

Στόν κατάλληλο χρόνο ἡ θεολογική αὐτή ἀλληλογραφία θά δῆ τό φῶς τῆς δημοσιότητας γιά νά δοξασθῆ ὁ Θεός τῆς δόξης καί τοῦ Φωτός.

Μετά τήν τελευταία ἐπιστολή της (11-9-2015) δέν εἶχε δυνάμεις νά συνεχίση τήν ἀλληλογραφία, ἀργό­τερα ὑπέστη διάφορα ἐγκεφαλικά ἐπεισόδια, ἀλλά τελικά αὐτό τό διά­στημα τῆς ἀσθενείας της, δέν λειτουργοῦσε καλά τό μυαλό της, ἀλλά φάνηκε ἔντονα ἡ ἀνάσταση τῆς νοερᾶς ἐνέργειας τῆς ψυχῆς της, μέ τήν ὁποία ἔβλεπε τά πάντα καθαρά καί ἀποκάλυπτε στούς ἀνθρώπους πού τήν πλησίαζαν τά κεκρυμμένα ἐντός τους. Στήν ζωή της ἔβλεπε καθαρά τήν διάκριση πού κάνουν οἱ Πατέρες μεταξύ διανοίας καί νοῦ. Ἐνῶ ὁ ἐγκέφαλός της δέν λειτουργοῦσε καλά ἀπό ἐγκεφαλικά ἐπεισόδια, ἐν τούτοις ὁ νοῦς της ἦταν καθαρός ὡς ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς, πού ἔβλεπε τά πάντα καθαρά.

Κατά τήν διάρκεια τῆς ἀσθενείας της ἔλαβε καί τό μέγα ἀγγελικό σχῆμα, ἔγινε μοναχή μέ τό ὄνομα Γαλακτία, καί ἀνῆκε στήν Ἀδελφότητα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Καλυβιανῆς.

Ὡς ἕνα πνευματικό μνημόσυνό της, πρός τό παρόν, θά δημοσιεύσω πρῶτον, μερικά σημεῖα ἀπό ἕνα κείμενο πού ἔγραψα μετά τήν συνάντηση πού εἶχα μαζί της στό Ἡράκλειο Κρήτης καί, δεύτερον, τμήματα ἀπό δύο ἐπιστολές της, ἤτοι τήν πρώτη καί τήν τελευταία.

1. Συνάντηση μέ τήν Γερόντισσα Γαλακτία

Ἄν καί τήν γνώριζα ἀπό πολύ καιρό, ἡ πρώτη συνάντηση μαζί της ἔγινε τήν 14 Ἀπριλίου 2013 σέ μιά δύσκολη περίοδο τῆς ζωῆς μου, ὅταν μέ συκοφαντοῦσαν δημόσια ὡς πολέμιο τοῦ μοναχισμοῦ, καί αὐτό ἔγινε σέ ἕναν Ναό ἔξω ἀπό τό Ἡράκλειο, ἀφοῦ ἐκείνη ἦρθε ἀπό τό χωριό Πόμπια, πού εἶναι στά νότια μέρη τῆς Κρήτης. Ἦταν δύσκολο νά μεταβῶ στήν οἰκία της, ὅπως τό ἐπιθυμοῦσα, γιά διάφορους λόγους ἀνεξάρτητους ἀπό τήν θέλησή μου. Ἔτσι, ἐκείνη, παρά τούς πόνους τοῦ σώματός της, ἔκανε ἕνα κοπιαστικό ταξίδι γιά νά μέ συναντήση, ὅπως τό ἐπιθυμούσαμε καί οἱ δυό.

Εἶχα δεῖ φωτογραφίες της καί μιλοῦσα πολλές φορές τηλεφωνικά. Τότε εἶδα μιά γερόντισσα μέ εὐγένεια καί ἀρχοντικούς τρόπους, μικρόσωμη καί ἀδύνατη, 32 κιλά, ὅπως ἡ ἴδια εἶπε. Ἀπό τήν συζήτηση καί τήν γενικότερη ἐπικοινωνία πού εἶχα μαζί της, παρατήρησα ὅτι ὁμοίαζε μέ τόν ἅγιο Πορφύριο.

Αἰσθανόμουν ὅτι εἶναι μιά πνευματική τηλεόραση, βλέπει ὅ,τι θέλει, ἀλλά ταυτόχρονα ἐκπέμπει καί μιά γλυκύτητα ἀπό τό στόμα της. Πολλές φορές στό τηλέφωνο μοῦ εἶπε ὅτι μέ βλέπει στό γραφεῖο μου νά διαβάζω, νά περνάω γρήγορα τίς σελίδες τῶν βιβλίων, ἔπειτα νά σταματῶ καί νά κρατῶ τό κεφάλι μου μέ τά χέρια μου, πού εἶναι ἀκουμπισμένα στό μπράτσο τῆς καρέκλας, καθώς ἐπίσης μέ βλέπει τό βράδυ στό κρεββάτι νά κοιμᾶμαι καί νά μουρμουρίζω, λέγοντας τήν εὐχή.

Ἡ συζήτηση αὐτή ἔχει βιντεοσκοπηθῆ ἀπό τόν π. Καλλίνικο Γεωργᾶτο, πού μέ συνόδευε, καί ἐδῶ γίνεται μιά ἁπλῆ καί σύντομη καταγραφή. Τά ἐντός εἰσαγωγικῶν εἶναι ἀπολύτως δικά της λόγια, ἀπομαγνητοφωνημένα. 

Κατά τήν διάρκεια τῆς συζητήσεως προσπαθοῦσε νά κρυφτῆ, νά μή φανερώση τά ὅσα γίνονται στόν ἐσωτερικό της κόσμο, χωρίς νά τό κατορθώνη, διότι ταυτοχρόνως ἀποκάλυπτε τά χαρίσματά της. Καταλάβαινα σαφέστατα ὅτι ἔχει μιά βαθειά αἴσθηση αὐτογνωσίας, αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτωλή, πού δέν εἶναι ἄξια νά πίνη νερό ἀκόμη καί ἀπό τούς ὑπονόμους τῆς Νέας Ὑόρκης. «Ἐγώ εἶμαι ἁμαρτωλότερη τοῦ κόσμου, γιατί ἔχω ἁμαρτίες καμωμένες, ἀλλά κάποια στιγμή εἶπα στόν ἑαυτό μου: "δέν ντρέπεσαι; νά πᾶς νά ζητήσης συγγνώμη ἀπό τήν εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος, νά ἀλλάξης λίγο". Μετάνοια εἶναι ἡ ἀγάπη καί ὁ σεβασμός στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, εἶναι ριζική ἀλλαγή. Ἐγώ λέω στόν Θεό: "δέν θέλω τίποτε ἄλλο, μόνον μετάνοια καί συγχώρηση"». 

Τήν νύχτα προσεύχεται γιά ὅλους. Πρῶτα προσεύχεται γιά τούς Ἱερωμένους. Μετά γιά τά ἀνδρόγυνα, τήν Πατρίδα της καί ὅλες τίς πατρίδες τοῦ κόσμου. Ταυτόχρονα μοῦ εἶπε ὅτι μέ βλέπει στήν Ναύπακτο ὄχι μέ τά μάτια τοῦ σώματος, γιατί αὐτό τό θεωρεῖ μεγάλο, ἀλλά μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς, χωρίς νά καταλαβαίνη ὅτι αὐτό τό τελευταῖο εἶναι ἀνώτερο ἀπό τό πρῶτο.

Μέ ἄκουσε στό ραδιόφωνο νά ὁμιλῶ στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Σπυρίδωνος Πειραιῶς στίς 12-12-2012, ἀλλά ταυτόχρονα μέ ἔβλεπε καί μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς της, καθώς ἐπίσης ἔβλεπε καί τί στολή φοροῦσα: «Ἔβαλα τό ράδιο νά ἀκούσω καί λειτουργούσατε στόν Πειραιᾶ. Ἐκεῖ σᾶς ἔβλεπα, στήν ὡραία Πύλη». «Τά μάτια τῆς ψυχῆς», ἔλεγε, «ἔχουν μεγάλη ὅραση, μεγάλη δύναμη». Ἴσως ὁ Θεός τῆς ἔδωσε αὐτό τό χάρισμα γιά νά βλέπη ὅ,τι θέλει, γιατί εἶναι κλεισμένη μέσα στό σπίτι της καί δέν μπορεῖ νά μετακινηθῆ.

Κατά τήν συνάντηση αὐτή μέ ἁπλότητα ἐξέφραζε τήν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Μίλησε γιά τήν καρδιά. Εἶπε ὅτι τό φῶς τοῦ Θεοῦ ἔρχεται μέσα ἀπό τήν καρδιά καί ὅλο τό σῶμα εἶναι καλυμμένο ἀπό τό Φῶς. Εἶπε: «Ἡ καρδιά εἶναι τό κέντρο τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ (ἔδειξε στόν οὐρανό). Δέν ἔχει ἄκρη, δέν ἔχει τέλος, δέν ἔχει ... τίποτε». «Ναί, (ἡ καρδιά) ἔχει μάτια. Αὐτά τά μάτια (καί ἔδειξε τά σωματικά μάτια) εἶναι πικρά. Τῆς καρδιᾶς ὄχι». «Ἡ καρδιά εἶναι τό σπουδαιότερο ὄργανο τοῦ ἀνθρώπου πού πλησιάζει στόν Θεό». «Καί ἡ λογική, ἀλλά κατόπιν τῆς καρδιᾶς. Αὐτή ὠθεῖ τά πάντα». «Τό βράδυ λέει ἡ καρδιά λόγια, ἀλλά τά ξεχνῶ τό πρωΐ, μόνον μένει ἡ ἀγαλλίαση».

Αὐτό τό Φῶς ἔχει λευκό χρῶμα πρός τό κυανοῦν - ἀνοικτό μώβ. «Ἀκόμη καί τά νύχια τοῦ σώματος εἶναι μέσα στό Φῶς». «Εἶναι χωρίς ὅριο, πῶς νά σοῦ πῶ, δέν εἶναι ὅσο εἶναι ὁ οὐρανός, εἶναι ἀκόμη πιό μεγάλο... Δέν βρίσκεις ὅριο. Εἶναι γαλάζιο καί λίγο πρός τό μώβ, ἀνοικτό μώβ ὅμως, πολύ ἀνοικτό μώβ. Δέν τά βλέπω, δέν βλέπω τίποτε, μέ τόν νοῦ, μέ τήν καρδιά τά βλέπω». Ἡ γνώση πού δίνει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο κατά τήν ἐμπειρία εἶναι σάν μιά καρφίτσα, καί, ὅμως, ὅταν διηγῆται κανείς αὐτήν τήν ἐμπειρία, τό κάνει μέ πολλά λόγια.

Βλέπει τούς δαίμονες οἱ ὁποῖοι μυρίζουν - βρωμᾶνε. Μόλις, ὅμως, ἐπικαλεσθῆ τόν ἀρχάγγελο Μιχαήλ, τήν εἰκόνα τοῦ ὁποίου ἔχει πάνω ἀπό τό κρεββάτι της, ἀμέσως φεύγουν.

«Ὅταν ἔρχωνται οἱ δαίμονες σέ πιάνει ταραχή, ἐμετό σοῦ 'ρχεται νά κάνης, ἀπ' τήν βρώμα. Δέν ἔχουν τίποτε καλό πάνω τους. Τέρατα. Ἐγώ μιλάω στόν Ἀρχάγγελο, χαϊδεύω τήν εἰκόνα του καί τοῦ λέω: τί στέκεις; Καί παίρνει τήν σπαθάρα του καί τούς διώχνει». Σέ ἐρώτησή μας γιά τό πῶς εἶναι ὁ ἀρχάγγελος Μιχαήλ, ἀπάντησε ὅτι εἶναι «θηρίο», πανύψηλος, ὅτι τήν προστατεύει πάρα πολύ καί ὅτι ἔχει ἐπικοινωνία μαζί του πολλά χρόνια, ἀπό τό 1960.

Μοῦ εἶπε: «Σέ βλέπω σάν παιδί μου καί θεωρῶ τόν ἑαυτό μου ὡς μάνα σου». Τῆς εἶπα ὅτι αἰσθανόμουν καί ἐγώ τό ἴδιο μαζί της.

Μοῦ εἶπε ὅτι ὁ ἀρχάγγελος Μιχαήλ ἔχει δύναμη καί τήν προστατεύει. Μιά φορά ἄκουσε ἕνα ἀεροπλάνο πού πετοῦσε πάνω ἀπό τό χωριό της καί βογγοῦσαν οἱ μηχανές τους. Τότε κοίταξε στήν εἰκόνα τοῦ Ἀρχαγγέλου καί τοῦ εἶπε: «Τί κάθεσαι ἐδῶ καί φυλᾶς ἐμένα; Πήγαινε ἐκεῖ στόν πιλότο πού ἔχει ἀνάγκη». Ἀμέσως αἰσθάνθηκε νά φεύγη ἀπό τήν εἰκόνα μιά δύναμη, νά γίνεται ἕνας θόρυβος καί ἀμέσως νά σταματᾶ ὁ θόρυβος τοῦ ἀεροπλάνου. Τήν ἄλλη μέρα διάβασαν στίς ἐφημερίδες ὅτι διορθώθηκε ἡ μηχανή τοῦ ἀεροπλάνου κατά τήν πτήση καί δέν ἔπεσε.

Σέ ἐρωτήσεις τίς ὁποῖες κάναμε γιά τό τί εἶναι ὁ Θεός, εἶπε μεταξύ τῶν ἄλλων, ὅτι βλέπει κανείς μέσα στό Φῶς τόν Χριστό, ἀλλά τόν Πατέρα δέν Τόν βλέπει, γιατί ἐκεῖ ὑπάρχει πολύ Φῶς. Δέν κάθονται σέ θρόνους ὁ Πατήρ καί ὁ Υἱός ὅπως παρουσιάζεται σέ μιά εἰκόνα, γιατί εἶναι μέσα στό Φῶς. Καί τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι Φῶς καί κινεῖται συνεχῶς καί κάνει μιά βοή: «Ὁ Χριστός φαίνεται καί ἔχει τά αἵματα, ἐπειδή ὁ κόσμος Τόν εἶπε πλάνο καί μάγο. Δέν ἦταν πλάνος καί μάγος, ἦταν ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Τό Ἅγιον Πνεῦμα δέν φαίνεται καθόλου, γυρίζει ὅλο τόν κόσμο πάνω ἀπό τήν κεφαλή μας, μέ βοή, ἀλλά δέν τήν ἀκούει κανένας». «Ἀλλά πρέπει νά ἀκοῦμε καί ἐμεῖς τό Ἅγιον Πνεῦμα, γιά νά γίνουμε καί ἐμεῖς σωστοί. Γι' αὐτό γυρίζει ὅλο τόν κόσμο. Ὁ Μέγας Θεός δέν φαίνεται». «Καί εἶναι πάρα πολύ καλός. Ἀγάπη. Καί τούς ἁμαρτωλούς τούς ἀγαπάει καί τούς λυπᾶται κιόλας. Καί τούς ἀφήνει, τούς ἀφήνει, νά πέσουν σέ μετάνοια. Καί ὅταν πέσουν σέ μετάνοια, ὕστερα τούς ἀγαπάει πιό πολύ ἀπό τούς ἄλλους. Πιό πολύ ἀγαπάει τούς μετανοοῦντες».

 Ἐπίσης, μοῦ περιέγραψε τό μέγεθος τοῦ σώματος τῶν ἁγίων, ὅπως τοῦ ἁγίου Στεφάνου, τῆς ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας, τοῦ ἁγίου Δημητρίου, τοῦ ἁγίου Γεωργίου, τῆς ἁγίας Μαρίνας κλπ., ἀκόμη δέ περιέγραψε καί τό πρόσωπο τῆς Παναγίας.

Ψάλαμε τό «Φῶς ἱλαρόν» καί τό ἐξαποστειλάριο «Φῶς ὁ Πατήρ, Φῶς ὁ Λόγος, Φῶς καί τό Ἅγιον Πνεῦμα».

Εἶπε γιά τό ἔργο τῶν Ἀρχιερέων:

«Ἐσεῖς εἶστε οἱ βοσκοί πού τραβᾶτε τό κοπάδι, δίνετε τό παράδειγμα στό κοπάδι, σᾶς ἀκοῦνε καί μετανοοῦν. Ἐγώ δέν θέλω καθόλου τά κουτσομπολιά, τήν κατάκριση. Μετάνοια γιά μένα καί προσευχή γιά τούς ἄλλους νά τούς δίνη ὁ Θεός μετάνοια, ὄχι κατάκριση». «Οἱ ποιμένες εἶναι κεφαλές, πού παραδόθηκαν στόν Θεό. Δέν μποροῦν νά ἀφήσουν τόν Θεό καί νά κοιτᾶνε ἀλλοῦ».

Ἀλλά καί γιά τούς ἀλλόθρησκους εἶπε: «Τούς ἀλλόθρησκους δέν θά τούς σώση ἡ πίστη τους, ἀλλά οἱ πράξεις τους».

Στό τηλέφωνο μετά ἀπό 12 ἡμέρες, δηλαδή στίς 25-4-2013, μοῦ εἶπε: «Καί γεννημένο νά σέ εἶχα, δέν ἔμπαινες τόσο στήν καρδιά μου. Νά σέ προστατεύουν ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις. Στήν ἀρχή φοβόμουν πού θά σέ συναντήσω, ἐπειδή εἶσαι Δεσπότης. Ἀλλά μετά κατάλαβα ὅτι εἶσαι πιό ἁπλός ἀπό μένα ... Σοῦ φιλῶ καί τά δυό σου χέρια γονατιστή».

Νά σημειωθῆ ὅτι ἐκείνη τήν ἡμέρα συνάντησα καί δύο ἄλλους ἁγίους Γέροντες, μακαριστούς τώρα, ἤτοι τόν ἐρημίτη π. Θεόδωρο (Νεῖλο) καί τόν π. Ἀναστάσιο Κουδουμιανό, καί μόλις ἐπέστρεψα στήν Ναύπακτο ἔγραψα ἕνα κείμενο μέ τίτλο «Σημαντική συνάντηση μέ τρεῖς εὐλογημένους ἀνθρώπους στήν Κρήτη», τό ὁποῖο εἶναι ἀκόμη ἀνέκδοτο.

2. Τμήματα ἀπό τίς ἐπιστολές της

Ὅπως ἀνέφερα προηγουμένως, ἡ Γερόντισσα Γαλακτία μοῦ ἔστειλε ἐννέα ἐπιστολές, οἱ ὁποῖες εἶναι ἰδιόχειρες, καί φυσικά τίς ἀπέστειλα καί ἀντίστοιχες ἀπαντήσεις. Πρόκειται γιά μιά θεολογική ἀλληλογραφία μαζί της, πού ἐπεκτείνεται σέ 35 σελίδες μεγάλου μεγέθους, ἡ ὁποία κάποτε θά δημοσιευθῆ, γιατί δείχνει ὅλη τήν ἐσωτερική της κατάσταση καί ὅτι ζοῦσε ἔντονα τόσο τήν ἡσυχαστική ζωή, ὅσο καί τίς ἀποκαλυπτικές ἐμπειρίες πού εἶχε.

Στήν συνέχεια θά δημοσιευθοῦν μερικά τμήματα ἀπό ἐπιστολές της, ἤτοι τήν πρώτη καί τήν τελευταία.

Ἡ πρώτη ἰδιόχειρη ἐπιστολή της ἐστάλη τό Ψυχοσάββατο 22 Φεβρουαρίου 2014, καί ἔχει ὡς ἑξῆς:

«Ψυχοσάββατον 22 Φεβρουαρίου 2014

Εἰς τό ὄνομα τοῦ ΠΑΤΡΟΣ καί τοῦ ΥΙΟΥ καί τοῦ Ἁγίου ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ

Ἅγιε Δέσποτά μου, Σεβαστέ καί Πολυαγαπητέ μου, Πάτερ ΙΕΡΟΘΕΕ.

Τήν εὐχή σου ζητῶ, παιδί μου. Στά γόνατα πεσμένη προσκυνῶ τήν ἁγιωσύνη σου, φιλῶ τά χεράκια σου. Συγνώμη πού σέ λέω παιδί μου. Ἐσύ εἶσαι Μητροπολίτης γεμάτος Πνεῦμα Ἅγιο, ἐγώ εἶμαι μιά γρηά γεμάτη ἁμαρτίες πού μέ ἄφησε ὁ Θεός μέχρι τά γεράματα γιά νά μετανοήσω. Ὅμως, νοιώθω ἀπέραντη μητρική ἀγάπη γιά σένα καί ἀφήνω τήν καρδιά μου ἐλεύθερα νά ἐκφρασθῆ. Εὐχαριστῶ πολύ γιά τίς ἐπισκέψεις σου, γιά τήν εὐλογία σου καί τήν διδασκαλία σου.

...

Γιά μένα, παιδί μου, νά εὔχεσαι νά μοῦ δώση ὁ Θεός ταπείνωση καί μετάνοια. Γι᾿ αὐτό μ᾿ ἔχει ὁ Θεός ἐδῶ ἀκόμα. Ἀλήθεια ποιό Θεό ἔχομε; Ἐμένα θά ἔπρεπε νά μοῦ δίδει νερό νά πίνω ἀπό τούς βόθρους τῆς Ν. Ὑόρκης γιατί τοῦ χωριοῦ μου καθαροί εἶναι οἱ βόθροι. Καί ὅμως μέ φροντίζει καί κάθε μέρα βλέπω τήν προστασία του καί τήν ἀγάπη του. Σάν νά εἶναι ἕνα μικρό παιδάκι καί τό στέλνω στίς παραγγελιές. Μόλις τοῦ ζητήσω κάτι ἀμέσως μοῦ τό στέλνει. Καμιά φορά καθυστερεῖ ἀλλά δέν ἀνησυχῶ, γιατί ξέρω πώς θάρθη. Νά εὔχεσαι νά ἀποκτήσω τήν Ἁγία μετάνοια καί πολλή εὐγνωμοσύνη στόν Θεό.

Τίς νύχτες καμιά φορά κάθομαι καί σκέφτομαι, εἶναι δυνατόν ὁ Θεός νά κάθεται σέ θρόνους καί σέ καρέκλες; Ὅταν, ὅμως, πονῶ γιά τίς ἁμαρτίες μου λέω: Πατέρα Ἐπουράνιε συχώρεσέ με, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ μου Ἐλέησέ με. Ἅγιον Πνεῦμα μου, φώτισε με. Καί τότε ἔρχεται ἡ ἀπάντηση ἀπό ἄλλο τόπο, ὄχι ἀπό τήν κεφαλή πού εἶναι τρέλλες καί φαντασίες ἀλλά ἀπό τήν καρδιά πού τήν ὁδηγεῖ ὁ Θεός πού εἶναι γεμάτη Θεϊκά μηνύματα. Ὅλο τό σύμπαν δέν εἶναι οὔτε ἕνα μικρό μπαλάκι στά Ἅγια χέρια Του. Ὁ Νοῦς δέν χωράει καί γλώσσα δέν τά ἐκφράζει. Δέν ὑπάρχει οὔτε ἀρχή οὔτε τέλος. Ἄπλετον γαλαζόλευκο φῶς τῆς δόξας του. Ἕνα μόνο μποροῦμε νά ποῦμε. Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΘΕΟΣ εἶναι Ο ΤΡΙΑΔΙΚΟΣ. Καί γεμίζει τόν ἄνθρωπο μέ τό φῶς τῆς ἀγάπης Του ἀπό τήν κορυφή μέχρι τά νύχια καί δέν ξέρεις ἀπό ποῦ βλέπεις. Νοιώθω σκουλήκι μετά καί κλαίω γιά τίς ἁμαρτίες μου. Ἀγαπῶ ὅλο τόν κόσμο καί τόν ἑαυτόν μου μισῶ. Μόνο τά Σωματικά μάτια τῶν Ἁγίων βλέπουν. Στούς ἁμαρτωλούς σάν καί μένα τό μηχάνημα τῆς καρδιᾶς γιά νά μᾶς γλυκάνη καί νά μετανοήσωμε. Σᾶς ἐξομολογοῦμαι γιά νά μήν ἔχετε ἄλλη ἐντύπωση γιά τόν ἑαυτό μου. Πόσο καλός εἶναι ὁ Θεός πού καί τά πιό τιποτένια πλάσματά Του σάν ἐμένα νά τούς καλοπιάνη στήν μετάνοια.

Εὔχομαι, Σεβασμιώτατε, νά ὑπάρχη μέσα σου πάντοτε αὐτό τό φῶς γιά νά καθοδηγῆς τόν ἀποστάτη κόσμο καί μένα στήν Φωτεινή Βασιλεία τοῦ ΘΕΟΥ.

Ἀσπάζομαι καί τά δυό σου χέρια καί ζητῶ τήν εὐχή σου.

Μέ ἀπέραντο Σεβασμό καί ἀγάπη

Γερόντισσα Γαλάτεια».

Θά χρειάζονταν πολλές σελίδες γιά νά ἀναλυθῆ αὐτή ἡ θαυμάσια ἐπιστολή, στήν ὁποία φαίνεται ἡ μετάνοιά της καί ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ σέ αὐτή, μέσα ἀπό τό μηχανάκι τῆς καρδιᾶς, ἀφοῦ τότε ὅλες οἱ αἰσθήσεις γίνονται μία αἴσθηση καί ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ διαπορθμεύεται σέ ὅλο τό σῶμα καί τότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται πραγματικό μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ.

Ἄλλες ἐπιστολές τελείωνε μέ τήν φράση: «Μέ ἀπέραντο σεβασμό καί μητρική ἀγάπη».

Ἡ τελευταία ἐπιστολή της, καί αὐτή ἰδιόχειρη, μοῦ ἀπεστάλη στίς 11 Σεπτεμβρίου 2015, καί μεταξύ τῶν ἄλλων γράφει:

«Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

11-9-2015

Πάτερ Ἱερόθεε, Ἅγιε Δέσποτα τῆς Ἐκκλησίας.

Τήν εὐχή σου ζητῶ.

Ἤθελα νά ἐπικοινωνήσουμε, νά σοῦ ἀνοίξω τήν καρδιά μου. Νοιώθω πώς μέ καταλαβαίνεις καί δέν θά σκανδαλισθεῖς, σ' ὅλους τούς ἄλλους σιωπῶ γιά νά μή δημιουργοῦνται πλάνες ἐντυπώσεις γιά μένα. Παρά τά γεράματά μου μ' ἔχει ἀκόμα ὁ Θεός καί ζῶ. Χίλιες δόξες νά 'χει τό ὄνομά Του. περιμένει τήν μετάνοιά μου. δέν θέλω νά λέω ὅτι εἶμαι ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτωλή, γιατί πολλοί τό λένε καί κρύβουν τό μεγαλύτερο ἐγωϊσμό. ἐγώ τό νοιώθω, παιδί μου. Μέσα στά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, πού ὁ νοῦς δέν χωρεῖ καί γλώσσα δέν διηγᾶται, ἐγώ νοιώθω χειρότερη ἀπό κοπρηά. νοιώθω πώς ἔχω κάμει ὅλες τίς ἁμαρτίες καί ταυτίζομε μέ ὅλο τόν ἁμαρτωλόν κόσμον. Κλαίω καί ζητῶ ἔλεος ἀλλά ὁ Πανάγαθος Θεός μέ λυπᾶται καί μοῦ στέλνει καρδιακές παρηγοριές πού ὁ νοῦς δέν χωρεῖ. Τόσο καλός εἶναι ὁ Θεός μας. ἔχω φοβερούς πόνους ἀλλά μοῦ δίνει δύναμη καί ἀντέχω.

Τώρα τελευταῖα νοιώθω πώς ἔρχονται συμφορές. δέν μιλάω, ὅμως. Λέω μόνο γιά μετάνοια καί ἐπιστροφή στό Θεό. Μοῦ φαίνεται παιδί μου πώς γιά τίς βρωμιές μας θά μᾶς δικάσουν τά ζῶα. Εἶναι καί οἱ ἐκτρώσεις καί οἱ βλαστημιές. δέν ἀκούγεται καί ἀπό τούς κληρικούς πολύς λόγος γιά μετάνοια ἀλλά δέν θέλω νά κρίνω. μετά τήν ἀναμπουμπούλα ἔρχεται γαλήνη. Μεγάλη δόξα τῆς ὀρθοδοξίας. Ἐσύ, ἅγιε Δέσποτά μου, ... ...

Νά εὔχεσαι καί γιά μένα νά ἔχω καλό τέλος καί καλή ἀπολογία. Ἐξασθενεῖ ἡ μνήμη μου ἀλλά νά μήν ἐξασθενεῖ ποτέ ἡ καρδιά μου. Αὐτή πού γίνεται βαθειά σάν τό πηγάδι πού δέν ἔχει πάτο καί γνωρίζη τό Θεό. Σέ φιλῶ μητρικά σάν τήν μάνα σου καί τήν γιαγιά σου

φιλῶ τά χεράκια καί  ζητῶ τήν εὐχή σου

μέ σεβαμό καί ἀγάπη

γερόντισσα Γαλάτεια».

Καί στήν ἐπιστολή αὐτή φαίνεται ἡ μεγάλη αὐτομεμψία της καί ὅπου ὑπάρχει αὐτομεμψία ἐκεῖ δέν μπορεῖ νά ἀντέξη καμμία πλάνη καί δαιμονική ἐνέργεια. Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία κάνει σαφέστατα τήν διάκριση μεταξύ τῆς ἐγκεφαλικῆς μνήμης καί τῆς καρδιακῆς μνήμης, πού τό βλέπουμε διάχυτα σέ ὅλη τήν φιλοκαλική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία εἶχε ὀρθόδοξη καρδιά καί ἀγαποῦσε ὅλους, καθώς ἐπίσης συλλάμβανε πολλά μηνύματα καί ἀπό τόν Θεό καί ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ὅσο ἐπιθυμοῦσε τήν ἀφάνεια, τόσο τήν φανέρωνε ὁ Θεός.

Εἶναι ἐκπληκτικός ἕνας λόγος της γιά τήν νοερά προσευχή, τόν ὁποῖον εἶπε σέ κάποιον ἐπισκέπτη της πού τήν ρώτησε σχετικά: «Γιαγιά, ἀκοῦμε τόν πνευματικό μας καμμιά φορά νά κάνη λόγο γιά νοερά προσευχή. Τί εἶναι αὐτό;».

Γερόντισσα Γαλακτία: «Φλόγα εἶναι, παιδί μου. Φλόγα μέσα στήν καρδιά. Ἀκοίμητη. Γυρίζει γύρου γύρου (κυκλικά) καί μουρμουρίζει τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ... Δέν προκάνει νά πέσι πράμα κακό ἐκιά μέσα, γιατί τό καίει... Σοῦ δείχνει ἐκειόνα τό φαναράκι πόσο γλυκός εἶναι ὁ Παράδεισος καί πόσο ἁμαρτωλός εἶναι ἐκειόσας πού τό νοιώθει... Σοῦ δείχνει ὅτι ὁ Θεός εἶναι τό πᾶν καί ἐμεῖς μηδέν! Γι' αὐτό ἔχεις χαρά καί λύπη. Χαρά γιά τήν νίκη τοῦ Χριστοῦ καί πόνο ἀβάσταχτο γιά τίς ἁμαρτίες σου. Ἐλπίζεις ὅμως, γιατί θωρεῖς ποιός εἶναι ὁ Χριστός... Ὅποιος τό ζήσει αὐτό καί καυχηθεῖ, δέν εἶναι πράμα... τοπάκι εἶναι στά πόδια τῶν κακῶν (δαιμόνων)... Λέω τοῦ π. Ἀντωνίου νά μή σᾶς μιλᾶ γι' αὐτά. Γιά τίς ἁμαρτίες νά λέη, γιά μετάνοια νά λέη καί νά λέτε ἥσυχα, ἥσυχα τό ὄνομά Του, τοῦ Χριστοῦ (Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με). Ἐδᾶ, παιδί μου, ζοῦνε οἱ ἄνθρωποι στσί ὑπονόμους... οὔτε κἄν πάνω στήν γῆ... οὔτε χοίροι δέν πᾶνε ὀμπρός τος. Ποῦ νά καταλάβουνε ἀπό τέτοιους ἥλιους...».

Αὐτός εἶναι ἕνας ἐμπειρικός ὁρισμός γιά τήν νοερά προσευχή, ὅπως τήν ζοῦσε ἡ ἴδια.

Στήν Γερόντισσα Γαλακτία δέν πρόσεχα τόσο πολύ στά ὅσα ἔλεγε γιά διάφορα γεγονότα πού θά συμβοῦν, ἀλλά μέ ἐνθουσίαζε πολύ ἡ βαθύτατη μετάνοιά της, ἡ αὐτομεμψία της, ἡ ταπείνωσή της, ἡ νοερά προσευχή στήν καρδιά της, ἡ διάκριση μεταξύ νοῦ καί λογικῆς. Ἐπίσης μέ ἐντυπωσίαζε ἡ διάκριση πού ἔκανε μεταξύ ἀκτίστου καί κτιστοῦ, δηλαδή ἤξερε νά ξεχωρίζη ποιό εἶναι τό ἄκτιστο καί ποιό εἶναι τό κτιστό, ποιό εἶναι τό θεϊκό καί ποιό εἶναι τό δαιμονικό καί αὐτό εἶναι ἡ οὐσία τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας.

Σέ μιά ἀπό τίς ἐπιστολές της μοῦ ἔγραφε:

«Νά εὔχεσαι, παιδί μου. Ἔχω πέσει πολύ. Νοιώθω ὅτι λίγος χρόνος μοῦ ἀπομένει νά ζῆσω ἀκόμη ἐδῶ. Ὅμως ὁ τριαδικός Θεός πού μᾶς καλεῖ κοντά Του εἶναι αἰώνιος. Ξεχνῶ λίγο ἀλλά ἡ κεφαλή τῆς καρδιᾶς δέν ξεχνᾶ. Δέν ξεχνῶ καί σένα, Ἅγιε ἀρχιερέα τοῦ Χριστοῦ, μή μέ ξεχάσης καί ἐσύ, παιδί μου, καί τώρα καί ὅταν θά φύγω γιά τόν οὐρανό.

μέ πολύ σεβασμό καί μητρική ἀγάπη γερόντισσα Γαλάτεια».

Εἶναι ἐκπληκτικός ὁ λόγος της γιά τήν «κεφαλή τῆς καρδιᾶς», πού δείχνει ἕναν ἄνθρωπο πού γνωρίζει πῶς λειτουργεῖ αὐτό τό «μηχανάκι τῆς καρδιᾶς», μέσα ἀπό τήν ὁποία ὁ νοῦς ἀνάγεται στήν θεωρία.

Καί σέ ἄλλη ἐπιστολή ἔγραφε:

«Δῶσε μου καί σύ τήν εὐχή σου νά ἔχω καλό τέλος, ἀγάπη ἀχόρταγη στό Χριστό, νά ἀγαπῶ ὅλα Του τά πλάσματα καί νά μισῶ μόνο τόν ἑαυτό μου τόν ἁμαρτωλό. Καί νά βρῶ ἕνα μικρό μικρό τοπαλάκι στήν Βασιλεία Του, ἀλλά νά βλέπω τό φῶς τοῦ προσώπου Του καί νά χαίρομαι. Νά μετανοήσω, παιδί μου. Φιλῶ καί πάλι τά χεράκια σου καί ζητῶ τήν εὐχή σου.

μέ σεβασμό καί μητρική ἀγάπη γερόντισσα Γαλάτεια».

Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία, ὅπως τήν γνώρισα, εἶχε «ἀγάπη ἀχόρταγη στόν Χριστό», συνδυασμένη μέ μεγάλη αὐτομεμψία, πού δείχνει γνήσιο ὀρθόδοξο φρόνημα, γι' αὐτό ὁ Θεός θά τῆς ἔδωσε αὐτό πού ποθοῦσε, «νά βλέπη τό φῶς τοῦ προσώπου Του».

Ὅταν πληροφορήθηκα τήν κοίμησή της, ἔγραψα στόν π. Ἀντώνιο: «Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία ἄνοιξε τά μάτια της στήν αἰωνιότητα καί δέν θά τά κλείση ποτέ. Εὐλογημένη ἡ εἴσοδος τῶν Ἁγίων εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων, πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων, ἀμήν». Νά ἔχουμε τήν ἁγία εὐχή της.

 

Σχόλιο:Υποκλινόμαστε στο ευωδιαστό συναξάρι και την μαρτυρία με τα όσα γράφει ο Επίσκοπος Ιερόθεος για την Γερόντισα.Έχει χάρισμα .Εσείς φίλοι μας όμως τι λέτε ,μπορεί η σχέση του Ναυπάκτου με την οσιοτάτη Γερόντισσα Γαλακτία να ξεπλύνει την τεράστια πνευματικη ζημιά και το αλλοιωμένο ήθος που προκάλεσε με τον αλοπρόσαλο θεολογικό του λογο  τον τελευταίο χρόνο στην ταλαίπωρη διηκούσα Εκκλησια της Ελλάδας ως σύμβουλος;;Του ευχόμαστε με τις ευχές της μακαριστής, να φωτιστεί και να γίνει ο Ναυπάκτου που αγαπήσαμε ..διότι τώρα είναι ο Ναυπάκτου μεταλλαγμένος στην κυριολεξία όσο και ποιητικά και αν γράφει...

 ΠΗΓΗ.ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

Δύο ποιήματα τῆς ὁσίας Γερόντισσας Γαλακτίας τῆς Κρήτης


 

Τί εἶναι ὁ Θεός
(2012)

Θεέ μου, Πατέρα καί Δημιουργέ, Κυβερνήτη καί Πανσθενουργέ,ὅλοι μιλοῦν γιά Σένα, ὅλοι σέ ψάχνουν.

Ἄλλοι σέ φαντάστηκαν ἀπό τήν κεφαλή τους καί δημιούργησαν τή μορφή Σουὅπως ἐβόλευε τήν ζωή τους.

Εἶναι τά εἴδωλα τά σιχαμερά, δαιμόνων φαντάσματα καί μιαρά,πού θανατώνουν τήν ψυχή τους.

Κι ἀπ’ αὐτούς πού βαπτίσθηκαν χριστιανοί καί μπήκανε μέσα στό σπίτι Σου καί στήν καρδιά Σου, ποτέ δέν σέ γνώρισαν πραγματικά,  γιατί ἀγνόησαν τά λόγια Σου καί τό Πανάγιο θέλημά Σου.

Ἄλλοι σέ φαντάστηκαν σάν γέρο πωγωνάτο καί λευκό σέ θρόνο νά κάθεσαι ὑψηλό, πάνω στά νέφη, ἄλλοι περιστεράκι θεώρησαν τό Πνεῦμα Σου νά φτερουγίζει στά κεφαλάκια τους καί μέ χαρά νά τούς γνέφει.

Μόνο τό Γιό Σου δέν φαντάσθηκαν, γιατί μᾶς ἔχει φανερωθεῖ, ἄν καί πολλοί Τοῦ κρυφτήκαμε καί δέν Τόν ἀφήσαμε, λυτρωτικά νά μᾶς καθοδηγεῖ.

Μόνο πού Ἐσύ εἶσαι Φῶς!  Φῶς ἄπλετον καί ἐκθαμβωτικόν!  Ἀσκίαστον καί νοερόν!  Ἄναρχον καί ὁμιλητικόν. Ἀπερινόητον καί ὑπαρκτόν! Τρίφωτον καί μοναδικόν (Μονάς ἡ Τριάς)!  Ἐσωκαρδίως ἐκχεόμενον καί διαστάσεις μή γνωριζόμενον!  Εἶσαι ὁ Πατέρας πού στοργικά ἀγκαλιάζει, πού πάντα ὑπομονεύεται κι ὅταν πρέπει διορθωτικά δοκιμάζει. Εἶσαι ἡ ἀκλόνητη σιγουριά σέ ὅσους ξέρουν τήν πρόνοιά Σου, τό γεμᾶτο ταμεῖο σέ ὅσους προσβλέπουνε στά ἀνεξάντλητα ἀγαθά Σου. Σέ λυπεῖ ἡ ἁμαρτία μας, γιατί μᾶς διώχνει μακριά Σου, σέ χαρήνει ἡ μετάνοια, γιατί μᾶς φέρνει καί πάλι κοντά Σου.

Τά λόγια τοῦ Γυιοῦ Σου φάρμακο, ὁ θάνατός Του Ζωή, ὁ Τάφος Του Ἀνάσταση καί χαρμονή. Ὁ Ἅδης τύψεις δικές μας, παρέα μέ τούς δαίμονες καί τούς ἐχθρούς σου, κάψιμο ἀφόρητο ἀπό τούς φωτεινούς ποταμούς Σου...  Τό Πνεῦμα Σου Φῶς, μιλεῖ καί σκέφτεται καί ἀγαπᾶ,  φωτίζει, καθαρίζει καί μεριμνᾶ.  Ὑπέρτατο Ὄν ὅπως κι οἱ Τρεῖς Σας.  Μέ κρότο κινεῖται στόν κόσμο αὐτό, κρότο ἀθόρυβο στά αὐτιά, δυνατότατο στήν καρδιά. Τήν ἁμαρτία σιχαίνεται, στήν μετάνοια ἀφήνεται. Αὐτό στόν Γυιό Σου μᾶς ὁδηγεῖ καί ὁ Γυιός Σου σ’ Ἐσένα! Καί γινόμαστε ὅλοι ἕνα! Μέσα στήν Βασιλεία Σου τήν ὑπέρλαμπρη καί ποθητή.  Πού μπαίνουμε χωρίς νά ξέρουμε τό πρόσωπό Σου (ἐνν. τό ἀμέθεκτο τῆς Θείας Οὐσίας) ἀλλά χαιρόμαστε παντοτινά τό γλυκύτατο δοξασμό Σου (ἐνν. τήν κατά Χάριν υἱοθεσία).  Ἐκεῖ δέξου με τήν ἐλεεινή, πού δέν ἔκαμα τίποτα στή ζωή μου γιά νά Σ’ εὐχαριστήσω ἀλλά καί δέν μπορῶ μακριά Σου νά ζήσω. Γιατί Σέ ἀγαπῶ...  Ἀμήν!  Ἀμήν!  Ἀμήν!

***

Τό  Κρινάκι
(21 Ἀπριλίου 1994)
 
Ἕνα κρινάκι ὁλόλευκο
φύτρωσε στήν αὐλή μου
πῶς θἄθελα νά τοῦ ‘μοιαζε
ἡ ἁμαρτωλή ψυχή μου
τά πέταλά του ἄνοιξε
στόν οὐρανό κοιτάζει
κι Αὐτόν πού τό ‘στειλε στήν γῆ
ὑμνεῖ καί Τόν δοξάζει.
 
Μέ τήν λευκή του φορεσιά
καί τήν ἁγνότητά του
γεμίζει τήν ψυχούλα μου
μέ τό λεπτό ἄρωμά του.
Σάν νά μοῦ λέει πώς κι ἐγώ
νά γίνω σάν ἐκεῖνο
καί ἡ ψυχή μου στόν Θεό
νά πάει ἄσπρο κρῖνο.

 

Εμπειρία με την Γερόντισσα της Κρήτης



Αδελφοί , σας στέλνω ένα κείμενό μου (εμπειρία με τη γερόντισσα της Κρήτης) με δύο εικόνες, προς δημοσίευση και προς δόξαν Θεού.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ

ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ Π.ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ:  

Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος . Αμήν.

Χριστός Ανέστη!

 

Ιούλιος του 2018. Είχα μεταβεἰ μετά της συζύγου απ’την πόλη διαμονής,  στη γενέτειρά μου την Κρήτη (Ηράκλειο) για καλοκαιρινές διακοπές.

Πρωί 18 Ιουλίου του 2018.

Εγώ (με συγχωρείτε  για το πρώτο πρόσωπο) στο μπαλκόνι του πατρικού μου   απολάμβανα τον πρωινό καφέ, με θέα το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου.

Η σύζυγος με την μητέρα προετοίμαζαν το μεσημεριανό φαγητό στη κουζίνα.

Είχαμε φορτωμένο πρόγραμμα εκείνη την ημέρα.

Θα πεταγόμασταν για ένα γρήγορο μπάνιο  σε μια κοντινή παραλία και μετά γεύμα με γονείς , ξεκούραση και το απόγευμα εκδρομή-προσκύνημα. 

Θα πηγαίναμε να επισκεφτούμε μια γερόντισσα.

Δεν την είχα ποτέ ακούσει ξανά. Μια ευλογημένη ψυχή  (εγκάρδιος φίλος κι αδελφός) μου συνέστησε να πάω οπωσδήποτε να βρω μια ονομαστή  γερόντισσα. Δεν ήξερα όμως που βρίσκεται.

Αλλά μετά από έρευνα, ο αδελφός, μου απεκάλυψε τον τόπο που εγκαταβιούσε.

Ένα άγνωστο σε εμένα χωριό κοντά σε ένα μεγάλο κεφαλοχώρι τις Μοίρες.  

Το χωριό  Πόμπια,  εκεί στην κοιλάδα της Μεσαράς αντίκρυ απ’ το Λιβυκό Πέλαγος. Δίπλα στα Αστερούσια όρη , εκεί που Άγιος Αρσένιος μετέδωσε τη νοερά προσευχή στο Άγιον Όρος,  μέσω του Οσίου Γρηγορίου του Σιναϊτου. Τόπος Αγίων.

Εξήντα χιλιὀμετρα περίπου απ’το Ηράκλειο. Μια ώρα ορεινή διαδρομή.

Είμασταν πλέον έτοιμοι να πάμε, χωρίς βέβαια κάποια τηλεφωνική συνεννόηση πριν .

Στο άγνωστο. Δεν ξἐραμε εάν θα μπορέσουμε να δούμε την «άγνωστη» γερόντισσα , εάν θα μας δεχτούν.

Ένα περιστατικό όμως, γέννησε ένταση, κλόνισε την «ψυχολογία» της ημέρας  , τη διάθεση για οτιδήποτε.

Είχα πάρει την απόφαση να μην πάμε τελικά και την ανακοίνωσα στη σύζυγο, η οποία όμως –ευτυχώς- επέμενε για το αντίθετο. Ήθελε κατά ένα ανεξήγητο τρόπο όσο τίποτε άλλο  να πάμε. Στο τέλος, παρά τις αντιρρήσεις μου   έκανα υπακοή.

Νωρίς το απόγευμα ξεκινάμε για το «ταξείδι» , εγώ με ανάμεικτα συναισθήματα.

Μέσα απ΄τα βουνά της Κρήτης κατηφορίσαμε για το Νότο.

Φτάσαμε τελικά στο άγνωστο μέχρι τότε μικρό χωριό.

Τακτοποιήσαμε το αυτοκίνητο και ρωτήσαμε κάποιους ντόπιους, που  βρισκόταν η γερόντισσα.

Κατευθείαν αντιληφθήκαμε την Χάρη να διαπνέει τους κατοίκους εκείνου του μικρού χωριού. Καταλάβαμε αμέσως ότι κάτι υπερκόσμιο έχει κάμψει το κοσμικό  και φθαρτό χοϊκό φρόνημα των ανθρώπων της περιοχής.

Η επίδραση της γερόντισσας στη συμπεριφορά, στην έκφραση, στη ζωή  των κατοίκων ήταν εμφανής.

Ενημερωθήκαμε ότι πολύ κοντά από εκεί που ήμασταν, σε ένα σπίτι, είναι κλινήρης η γερόντισσα και διακονείται.

Ήδη  οι παλμοί της καρδιάς ανέβαιναν. Τα πόδια άρχισαν να τρέμουν. Πριν καν δούμε την Αγία του Θεού , πριν τη γνωρίσουμε ,τα  βιολογικά μας όργανα άρχισαν να αντιδρούν.

Άρχισαν να πάλλονται σε ένα ρυθμό υπερκόσμιο. Ανεξήγητο.

Πρωτοφανές συναίσθημα για εμάς τους αμαρτωλούς και αναξίους.

Βρήκαμε το σπίτι επιτέλους.

Δισταχτικά ρωτήσαμε εάν μπορούμε να δούμε τη γερόντισσα.

Μια κυρία μας υποδέχτηκε και μας έβαλε σε μια λιτή τραπεζαρία. Μας πρόσφερε δροσερό νερό (το πιο νόστιμο και «ξεδιψαστικό» νερό που είχα ποτέ πιει)  .

Τοίχοι δε φαίνονταν .Παντού άγιες εικόνες.

Ήρθε και ο πατήρ Αντώνιος και μας καλωσόρισε.

Περιμέναμε, καθότι η γερόντισσα είχε κόσμο στο διπλανό δωμάτιο.

Η αγωνία κορυφωνόταν.

Ήρθε και η στιγμή μας . «Ελάτε» μας είπαν.

Με αργό βήμα –τα πόδια δεν υπάκουαν- μπήκαμε , φιλήσαμε το χέρι της και καθίσαμε  δίπλα στο κρεβατάκι της. Εγώ ακριβώς απέναντι και την έβλεπα κατά πρόσωπο.

Όταν μπήκαμε  είπε στη σύζυγό μου. «Ήρθες επιτέλους;» Σαν να αντιλήφθηκε την μεγάλη της προσμονή που είχε   να την  επισκεφτεἰ . 

Η δεύτερη φράση της γερόντισσας στη σύζυγο (σε Κρητική διάλεκτο):

«Θα τσι της βρέξω (δείρω) μια ολιά (λίγο)» (μιλώντας για γνωστό μας πρόσωπο που ακύρωσε εξομολόγηση).

Το πρώτο «χτύπημα» στην καρδιά.

Εμένα με κοίταξε στα μάτια και με μια κίνηση των χεριών της (πάνω-κάτω)  μου έδειξε ότι έπρεπε να ηρεμήσω (αντιλαμβανόμενη αμέσως την ταραχή στην οποία είχα περιέλθει απ΄την αρχή της ημέρας).

Είχε ήδη διαβάσει την καρδιά μου. Είχε εισβάλλει στα άδυτα της ψυχής μου. Άπλωσε ήδη , η Αγία του Θεού , τα δίχτυα της εν Χριστώ αγάπης και είχε ψαρέψει το είναι μου.

Κάθισα λοιπόν απέναντι. Όσο την έβλεπα , να συνομιλεί  με τον κόσμο τόσο δεν μπορούσα να συγκρατηθώ. Προσπαθούσα να κρύψω τα δάκρυά μου.    

Όλη μου η ύπαρξη , όλο μου το είναι είχε συγκλονιστεί. Αυτά που διάβαζα σε βιβλία,  με προσκυνητές σύγχρονων αγίων , το βίωνα. Εγώ ο ανάξιος και αμαρτωλός.

Ένιωθα τη κρυστάλλινη ματιά της όταν με κοίταζε ή μου μιλούσε,  να διαπερνά όλη μου την υπόσταση . Να τρυπά την καρδιά μου. Να απαλύνει τον πόνο. Να σβήνει κάθε ανησυχία.

Δεν έφταναν όμως όλα αυτά για την  Αγία του Θεού. Ήθελε να μας κάνει και άλλο δώρο.

Κάποια στιγμή γυρίζει και ρωτά μια κοπέλα πως τη λένε. Και όταν η κοπέλα απάντησε (είχε όνομα που έμοιαζε με το όνομα Αγίας στην οποία τάξαμε να δώσουμε το όνομά της  στο παιδί μας - πριν το αποκτήσουμε αν προκύψει κορίτσι) τότε η γερόντισσα της είπε:

«Ωραίο  όνομα το …» Το όνομα που είπε η γερόντισσα δεν ήταν το όνομα της κοπέλας αλλά το όνομα  της αγίας που τάξαμε το παιδί μας. Εγώ σκέφτηκα πως η γερόντισσα δεν άκουσε καλά. Το ίδιο και η κοπέλα που επανέλαβε το όνομά της.

Και η γερόντισσα τότε γυρίζοντας και κοιτώντας εμάς, είπε:

«Όχι όχι , ωραίο όνομα το …»  επαναλαμβάνοντας  το όνομα όχι της κοπέλας αλλά το άλλο.

Ένοιωσα εκείνη τη στιγμή  της καρδιά μου να σπάζει, το κόκαλά μου να ριγούν και να αποκολλώνται.

Έτρεμα σαν το μικρό πουλί στο χιονιά. Μα η Αγία του Θεού άπλωνε τος φτερούγες της και με σκέπαζε.

(Τώρα έχουμε αποκτήσει  κορίτσι με το «άλλο» όνομα)

Ο π Αντώνιος κάποια στιγμή μας διάβασε μια επιστολή που είχε κάποτε γράψει η γερόντισσα περί «ακτίστου φωτός» .  Αν έχεις διαβάσει περιγραφές άλλων αγίων , μοιάζει πολύ. Ξεκάθαρες οι εμπειρίες της αγίας.

Ζούσε από εδώ τον Παράδεισο.  Μεθόριος άνθρωπος. Στο σύνορο ουρανού-γης.  Με το ένα πόδι στη στρατευομένη Εκκλησία με το άλλο στη θριαμβεύουσα .

Ήρθε η ὠρα να φύγουμε. Δεν το θέλαμε με τίποτα. Πήραμε την ευχή της , φιλήσαμε τα άγια χεράκια της , (μας χάιδεψε στο μάγουλο αγαπητικά, ενισχυτικά)  και με βαριά καρδιά που φεύγαμε, αλλά και με φτερά στα πόδια και την ψυχή μας, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Είχαμε ζήσει κάτι συναρπαστικό. Κάτι μοναδικό.

Κάτι που το φλύαρο στόμα δεν μπορεί  -όσο φλύαρο και αν  είναι- να εκφράσει (τους παλμούς της καρδιάς).

Η χάρη του Αγίου Πνεύματος είχε μέσω της Αγίας του Θεού απαλύνει την ψυχή μας.

Η Αγία γερόντισσα , αστείρευτο δοχείο του Αγίου Πνεύματος , με το μεγάλο χάρισμα της διοράσεως και της προορά­σεως που ήταν καρπός εμπειρικών καταστάσεων,  Αγία του Θεού , πλήρης χαρισμάτων, με μεγάλη παρρησία στον Κύριο εκεί στο μικρό κι «ασήμαντο» χωριό του νομού Ηρακλείου. 

Διακονούσε τις βασανισμένες ψυχές. Ενεργούσε για την ανθρωπότητα.

Και ο Κύριος, η Παναγία , οι Άγγελοι, οι Άγιοι πάντα της παράστεκαν.

Η γερόντισσα της Κρήτης   Γαλακτία, (κατά κόσμον Γαλάτεια Κανακάκη)  αποτελεί –όπως κάθε άγιος  και αγία  στην εδώ ζωή–  την παρουσία της ουράνιας βασιλεἰας στη γη «εν ετέρα μορφή» .

Όπως και στην Ευαγγελική περικοπή (προς Εμμαούς) οι μαθητές συναντούν τον Κύριο  αλλά «εν ετέρα μορφή» χωρίς να τον αναγνωρίσουν και τελικά  τον  ανακαλύπτουν ξαφνικά και αυτονόητα, αλλά αφού αρχικά πλανηθούν,  έτσι και ο γράφων πλανήθηκε  κι εκεί σε μια ασήμαντη γωνιά της Κρήτης ανακάλυψε την παρουσία του Αγίου Πνεύματος   «εν ετἐρα μορφή»,  να ενεργεί ποικιλοτρόπως  στο πρόσωπο της Αγίας γερόντισσας.

 

Εάν τώρα περιγράφω την εμπειρία μου, είναι ότι δεν είχα την ευχή του πατρός Αντωνίου να γράψω κάτι, όσο η γερόντισσα ήταν εν ζωή.

Τώρα όμως που εισήλθε στην όντως ΖΩΗ, μπορώ και έχω χρέος προς δόξαν Του μόνου και αληθινού Θεού, να πω λίγα (όσα έχω ευλογία από τους εμπλεκόμενους) από  αυτά που βίωσα εκείνη την ζεστή και  υγρή ημέρα του Ιουλίου του 2018.

Μπορεί να καταλαμβάνομαι πολλές φορές από πάθη που με αποσπούν απ’τον δρόμο της σωτηρίας. Μπορεί πολλές φορές λάθη να με ρίχνουν κατἀχαμα.

Όμως κάπου εκεί στην καρδιά μου ,υπάρχει ένα αποτύπωμα.

Ένα αποτύπωμα απ’το χάδι της Αγίας του Θεού που θα με συνοδεύει μέχρι την τελευτή μου.

Κι όταν τα σκέφτομαι όλα αυτά και τα θυμάμαι  κλαίω. Κλαίω για τις αμαρτίες μου. Κλαίω για την ευλογία και το έλεος του Θεού να συναντήσω μια μεγάλη Αγία του αιώνα μας.

Εγώ ο ανάξιος.

Και μακαρίζω τη σύζυγό μου που επέμενε γι’ αυτό το ταξείδι ζωής.

Αδελφοί μου, δεν ταπεινολογώ.  Δεν το λέω προς προτροπή πίστεως. Ούτε για να αναδείξω κάτι προσωπικό.  Είναι χρέος προς τον Θεό.

Αυτή η εμπειρία είναι αποτυπωμένη και απ’τον πατέρα Αντώνιο μαζί με πολλές άλλες , άλλων προσκυνητών. Αναμένουμε απ’τους διακονητές  της γερόντισσας εκδόσεις βιβλίων για την Αγία του Θεού.  Προς όφελος των πιστών και προς δόξαν Θεού.

Δεν είναι ανάγκη να δούμε. «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Ὀταν ὀμως δεις τότε δεν θα έχεις κανένα μα κανένα πλέον ελαφρυντικό, εάν δεν πιστέψεις .

 

Την ευχή της να έχουμε

 

Προς δόξαν του Αγίου και Τριαδικού Θεού

πηγη.τρελογιαννης

Νέα μαρτυρία για την γερόντισσα Γαλακτία – Το χειρουργείο που δεν έγινε …!


Μια μαρτυρία για την θαυματουργή παρέμβαση της Γερόντισσας Γαλακτίας και την περιπέτεια υγείας του άντρα της διηγείται η Δαριβιανάκη Μαρία

Χριστός Ανέστη. Θα ήθελα κι εγώ με την σειρά μου να σας καταθέσω την προσωπική μου εμπειρία, το προσωπικό θαύμα που βίωσα, με την Αγία γερόντισσα Γαλακτία,ο θάνατος της οποίας με έχει συγκλονίσει από το άκουσμά του.

 

Την αγαπούσα πολύ και με την 1η ευκαιρία πήγαινα στην Πόμπια όπου κατοικούσε να πάρω την ευλογία της. Πηγαίναμε και με τον σύζυγό μου, Κώστα, συχνά να μας ευλογήσει και πάντα νιώθαμε ένα δέος και μια αγαλλίαση όποιο πρόβλημα και αν αντιμετωπίζαμε. Ξέραμε ότι στο Άγιο Σπίτι της θα βρίσκαμε τις απαντήσεις πάντα, όπως και την αγάπη της.

 

Σε μια επίσκεψή μας, ενώ ήδη δεν μιλούσε η γερόντισσα καλά και δύσκολα ακουγόταν, καθώς διένυε το τελευταίο διάστημα παραμονής της στην ζωή, μόλις είδε τον Κώστα τον παίνεψε αμέσως και του είπε χαρακτηριστικά, με καθαρή φωνή και επαναλαμβάνοντας:

 

‘Εσύ είσαι μάρτυρας, είσαι σαν άγγελος, ούτε πολύ ξανθός, ούτε πολύ μελαχρινός”. Του ζήτησε να αλλάξει μια λάμπα στο δωμάτιο. Ο σύζυγός μου μετά από αρκετό καιρό, τον Ιανουάριο του 2019, νόσησε με λευχαιμία. Ετών 39 τότε ο ίδιος.

 

Εγώ διένυα τον 7ο μήνα της εγκυμοσύνης μου. Εκανε χημειοθεραπείες στο Νοσοκομείο. Λόγω ενός υφιστάμενου προβλήματος που βγήκε στην επιφάνεια (χαλασμένο δόντι) με τις χημειοθεραπείες, ήρθε αντιμέτωπος με τον θάνατο. Λόγω φλεγμονής που παρουσιάστηκε από το δόντι η οποία ήταν ακατάσχετη και κατευθυνόταν στον εγκέφαλο και λόγω του ότι δεν είχε καθόλου άμυνα ο οργανισμός του δεν μπορούσε να δράσει με καμία αντιβίωση (ισχυρά κοκτέιλ αντιβιώσεων) και ο μόνος δρόμος ήταν το χειρουργείο.

 

Ναι, αλλά στο χειρουργείο υπήρχε ο κίνδυνος ακατάσχετης αιμορραγίας καθώς δεν είχε καθόλου λευκά αιμοπετάλια και ο αιματοκρίτης ήταν στα τάρταρα στην κυριολεξία. Ο γιατρός του κάτωχρος και φοβισμένος για τον μονόδρομο που είχε μπροστά του (το χειρουργείο) μας ενημερώσε ότι δεν είχε επιλογή άλλη περαν του χειρουργείου στο οποίο οι πιθανότητες, όμως, θανάτου υπερτερούσαν.

 

Το χειρουργείο θα γινόταν την επόμενη μέρα της ενημέρωσής μας. Το ίδιο εκείνο βροχερό βράδυ σηκώνομαι και πηγαίνω στην Πόμπια, όπου φτάνω αργά, για να ζητήσω την βοήθεια της γερόντισσας. Παρά το προχωρημένο της ώρας φάνηκε σα να με περίμενε. Χωρίς να μιλήσω καθόλου, έμεινα εκεί δίπλα της σιωπηλή, και κρατούσα τα χέρια της κλαίγοντας. Μείναμε εκεί σιωπηλες και οι δύο για αρκετή ώρα. Εκείνη μου χάιδευε το χέρι και την κοιλία μου, με σταύρωσε και με αγκάλιασε όπως η μάνα το παιδί της. Όταν έκανα να φύγω μου είπε 20 φορές, χωρίς υπερβολή:

 

Έτσι θα κάνεις στα χέρια του, δείχνοντάς μου τον τρόπο που χάιδευε τα χέρια μου, δηλαδή με τον ίδιο τρόπο να χαιδέψω τα χέρια του Κώστα. Ένιωσα αμέσως δέος, απεριόριστο σεβασμό αλλά και έκπληξη πως διάβασε την σκέψη μου χωρίς να πω λέξη! Επέστρεψα στο Νοσοκομείο, αργά. Αν και προχωρημένη η ώρα πάντα με δεχόντουσαν και μου άνοιγαν λόγω του ότι ήμουν έγκυος.

 

Πήγα στον άντρα μου και του χάιδεψα τα χέρια. Εκείνος κοιμόταν και ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Την επομένη ημέρα, ώρα 11.00 π.μ., θα γινόταν το χειρουργείο. Στις 10.00 π.μ. είχε υποχωρήσει η φλεγμονή ολοσχερώς! Η ομάδα των γιατρών που θα τον επιμελούνταν και θα τον βάζανε στο χειρουργείο μας είπαν ευθέως ότι:

 

‘Εμείς εδώ μιλάμε για θαύμα, δεν μπορούμε να δώσουμε εξήγηση”. Ημουν σίγουρη ότι κανένα χειρουργείο δεν θα γινόταν. Αυτά ακούστηκαν μέσα στο Νοσοκομείο και αυτή ήταν η Άγια γερόντισσα Γαλακτία….Θα μου λείψει και πάντα θα την αναζητάω. Το γνωρίζει όμως αυτό γι’αυτό και εύχομαι να με έχει στην σκέψη της και στην αγκαλιά της όπως τότε…. Αυτό αρκεί. Υγεία και ευλογία σε όλους.

Δαριβιανάκη Μαρία

ΠΗΓΗ.ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ