Μάιος του 1259: στο λιμάνι της όμορφης παραλιακής πόλης τουTrani στην Απουλία ένα πλήθος ανθρώπων συνωστιζόταν, μέσα σε εορταστικό κλίμα, για να υποδεχθεί τη μεγαλοπρεπή κουστωδία της νεαρής πριγκίπισσας από την Ήπειρο, της όμορφης Ελένης, η οποία κατέπλεε από ώρα σε ώρα. Ήταν μόλις 16 ετών. Χαρίεσσα και ευειδής, ευφυής και συνετή, με ελληνορθόδοξη – βυζαντινή παιδεία, άξιο τέκνο μιας αγίας και ενός φιλόδοξου και δυναμικού δεσπότη. Διέπλευσε την Αδριατική, για να παντρευτεί τον Γερμανό ηγεμόνα της περιοχής, τον Μαμφρέδο, νόθο γιο του πανίσχυρου αυτοκράτορα Φρειδερίκου Β΄ Hohenstaufen.
|
Το κάστρο του Trani, στην Απουλία |
Το συνοικέσιο είχε συμφωνηθεί την άνοιξη που μόλις είχε περάσει. Ο πατέρας της νύφης, Μιχαήλ Β΄ Άγγελος Κομνηνός Δούκας, είχε προτείνει την επιγαμία, σε επισφράγιση της συμμαχίας του με τον βασιλιά των Δύο Σικελιών. Χρειαζόταν έναν ισχυρό, δυτικό σύμμαχο στον αγώνα του εναντίον του αυτοκράτορα της Νίκαιας. Άλλωστε, ο υποψήφιος γαμπρός είχε μόλις καταλάβει σημαντικά εδάφη που ανήκαν στο δεσποτάτο, το νησί της Κέρκυρας και διάφορες θέσεις στην απέναντι ακτή, από το Δυρράχιο στα βόρεια ώς τα Κάνινα νοτιότερα, που ο Ηπειρώτης δεσπότης θα έδινε ως προίκα στην κόρη του για τον επικείμενο γάμο. Σύμφωνη με τα σχέδια του συζύγου της ήταν και η βασίλισσα της Άρτας, η αγία Θεοδώρα, η οποία γνώριζε πόσο φανατικά αντι-παπικός και ελληνολάτρης σαν τον πατέρα του ήταν ο Γερμανός ηγεμόνας, γεγονός που πίστευε ότι θα βοηθούσε μακροπρόθεσμα στη διάδοση της ορθόδοξης πίστης στην περιφέρεια του βασιλείου του[1].
|
Θυρεός του Μαμφρέδου Hohenstaufen |
Ο Μαμφρέδος ήταν αξιόλογος άνθρωπος. Όμορφος, ευγενής και καλλιεργημένος, φιλότεχνος και ποιητής, ενσάρκωνε τα ιδεώδη του ιπποτικού πνεύματος της εποχής του[2]. Είχε χηρέψει πρόσφατα, μετά τον πρώιμο χαμό της πρώτης του συζύγου, Βεατρίκης της Σαβοΐας, με την οποίαν είχε αποκτήσει μία κόρη, την Κωνσταντία. Μετά τη βασιλική στέψη του στο Παλέρμο της Σικελίας, στις 11 Αυγούστου του 1258[3], ο εικοσιέξαχρονος ηγεμόνας χρειαζόταν μια νέα σύζυγο, εξίσου όμορφη, καλλιεργημένη και αριστοκρατική με εκείνον. Επιπλέον, ήθελε και ο ίδιος να επικυρώσει την κατοχή των εδαφών του στις ηπειρωτικές ακτές, έχοντας πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού του τα σχέδια των Νορμανδών και Γερμανών προκατόχων του, για εκστρατεία προς ανατολάς και κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Έτσι, μόλις έφθασε η πρόταση για το συναλλάγιμε την Ηπειρώτισσα πριγκίπισσα, δέχθηκε χωρίς δεύτερη κουβέντα.
|
Η δολοφονία του Φρειδερίκου του Β΄ από τον Μαμφρέδο, σύμφωνα με τα Νέα Χρονικά του G. Villani |
Η γαμήλια τελετή ορίσθηκε για τις 2 Ιουνίου 1259. Η πόλη φόρεσε τα γιορτινά της ήδη από την ημέρα της άφιξης του στόλου της πριγκίπισσας. Ευωχίες και πανηγυρισμοί, φωταψίες και χρίσεις ιπποτών πλαισίωναν το γεγονός. Οι υπήκοοι του Μαμφρέδου θαύμαζαν σε κάθε ευκαιρία το πανέμορφο, νεόνυμφο ζευγάρι. Εκείνη, όλο χάρη και σεμνότητα, τους κέρδιζε όλους με την πρώτη ματιά. Κι εκείνος, καμάρωνε που είχε στο πλάι του μια τόσο ξεχωριστή γυναίκα. Η Ελένη στέφθηκε αμέσως μετά το γάμο της βασίλισσα των Δύο Σικελιών, τιτλοφορούμενη επιπλέον δούκισσα της Απουλίας και πριγκίπισσα του Τάραντα. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, υποδέχθηκε, μάλιστα, στην Απουλία τον αδελφό της Νικηφόρο, ο οποίος επισκέφθηκε την αυλή του γαμπρού του, για να ζητήσει στρατιωτικές ενισχύσεις για λογαριασμό του πατέρα του, Μιχαήλ Β΄. Την πρώτη, γλυκειά περίοδο της έγγαμης ζωής της η Ελένη ήταν εγκατεστημένη στο επιβλητικό κάστρο του Trani, κτίσμα του πεθερού που δεν είχε προλάβει να γνωρίσει, όπου τον Μάιο του 1262 έφερε στον κόσμο το πρώτο της παιδί, τον Ερρίκο. Ακολούθησαν μία κόρη, η Βεατρίκη, και δύο ακόμα γιοι, ο Φρειδερίκος και ο βενιαμίν, ο Azzolino, που ονομάσθηκε ίσως έτσι από το οικογενειακό όνομα των προγόνων της Ελένης, των Αγγέλων.
|
Ο Τροχός της Τύχης και ο Φρειδερίκος Β΄. Η άνοδος και η πτώση ενός μονάρχη. Μικρογραφία χειρογράφου των Carmina Burana (ca. 1230), Κρατική Βαυαρική Βιβλιοθήκη Μονάχου |
Επειδή, όμως, ο τροχός της τύχης συνεχώς γυρίζει και τίποτα δεν μένει σταθερό, πόσο μάλλον η ευτυχία, κάτι που είχε ζήσει στο πετσί του ο Φρειδερίκος Β΄, οι ανέφελες και ξέγνοιαστες μέρες της Ελένης στην Ιταλία ήταν μετρημένες. Η Κωνσταντινούπολη είχε χαθεί οριστικά για τους Λατίνους, μετά την ανάκτησή της από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο το 1261 και η παποσύνη έψαχνε τρόπο να απαλλαγεί οριστικά από την ενοχλητική παρουσία του γιου του «αντίχριστου», όπως τον αποκαλούσε, Φρειδερίκου Β΄. Ο Μιχαήλ Β΄ ήταν από την πλευρά του αποδυναμωμένος μετά την ήττα του στην Πελαγονία, το 1259, από τα στρατεύματα της Νίκαιας και δεν μπορούσε να προσφέρει πολλά στον γαμπρό του, που άρχισε να απειλείται σοβαρά από τον ισχυρό γαλλο-παπικό συνασπισμό που σχηματίσθηκε εναντίον του στην Ιταλία. Στην κρίσιμη μάχη του Benevento, το 1266, όπου οι δυνάμεις του αντιπαρατάχθηκαν σε εκείνες του Καρόλου Α΄ του Ανδεγαυού, έμελλε να χάσει τη ζωή του, όταν, τραγουδώντας, όπως συνήθιζε, κατέβηκε τον λόφο από όπου παρακολουθούσε την εξέλιξη της μάχης, για να βρεθεί μόνος εν μέσω των εχθρών, αλλά υπερήφανος και αγέρωχος πάνω στο άλογό του, με την πανοπλία του να αστράφτει κάτω από τις δυνατές αχτίδες του ήλιου. Ήταν μόλις 32 χρόνων.
|
Η μάχη του Benevento (1266): μικρογραφία από χειρόγραφο των Νέων Χρονικών του G. Villani |
Τέλος εποχής για τη γερμανική κυριαρχία στη Ν. Ιταλία και Σικελία, τέλος εποχής και για την δύσμοιρη Ελένη, που σύντομα θα πλήρωνε, η ίδια και τα αθώα παιδιά της, το βαρύ τίμημα του να είναι συγγενής του ηττημένου. Για λόγους ασφαλείας είχε ήδη μεταφερθεί οικογενειακώς, έχοντας στο πλάι της και την κουνιάδα της, Κωνσταντία, χήρα του Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη, στο κάστρο τηςLucera, προπύργιο των Σαρακηνών που παραδοσιακά υποστήριζαν τον Φρειδερίκο Β΄ και αργότερα, τον Μαμφρέδο. Εκεί, γύρω στα τέλη του Φεβρουαρίου 1266, έμαθε και τα δυσάρεστα νέα για την απώλεια του άντρα της. Ο πανικός και η ταραχή την κυρίευσαν και το πρώτο που σκέφθηκε ήταν να διαφύγει στην πατρίδα της, την Ήπειρο. Τη νύχτα της 3ης Μαρτίου, έφθασε με τα παιδιά της στο λιμάνι του Trani. Ο καιρός, όπως και η μοίρα, δεν ήταν σύμμαχός τους. Η θάλασσα ήταν φουρτουνιασμένη και έπρεπε να περιμένουν λίγες μέρες ακόμα μέχρι να αποπλεύσουν. Ο φύλακας του κάστρου, ο οποίος αρχικά τούς παρείχε άσυλο, φέρεται να είναι εκείνος που τελικά τους κατέδωσε σε κατασκόπους του πάπα Κλήμη Δ΄. Η Ελένη συνελήφθη και τέθηκε υπό περιορισμό στο κάστρο για αρκετούς μήνες. Αργότερα, μεταφέρθηκε στην αυλή του Καρόλου Α΄, στη LagoPesole, στη Basilicata και από εκεί, στο κάστρο της Nocera deCristiani, στην Καμπανία. Συγχρόνως, τής προτάθηκε να παντρευτεί τον ινφάντη Ερρίκο της Καστίλλης, μικρότερο αδελφό του βασιλιά Αλφόνσου Ι΄, από τον οποίον ο Κάρολος Α΄ είχε δανεισθεί χρήματα για τις πολεμικές επιχειρήσεις του στην Ιταλία. Ευτυχώς για εκείνη, το σχέδιο ναυάγησε. Εξάλλου, η Ελένη ήταν απολύτως αφοσιωμένη στη μνήμη του άνδρα της και συνεχώς παρακαλούσε τον Κάρολο Α΄ να απελευθερώσει τα παιδιά της, που από καιρό κρατούνταν αλλού αιχμάλωτα. Η ίδια ζούσε περιορισμένη σε ένα πολύ καλά φυλασσόμενο κάστρο, το ασφαλέστερο ίσως στη Ν. Ιταλία, από όπου ήταν εξαιρετικά δύσκολο να αποδράσει κανείς. Απολάμβανε καλές σχετικά συνθήκες διαβίωσης. Ο πόνος, όμως, και η θλίψη είχαν γίνει μόνιμοι σύντροφοί της. Μετά την ήττα του Κονραδίνου στοTagliacozzo, το 1268, η ψυχολογική της κατάσταση επιβαρύνθηκε ακόμα περισσότερο, καθώς εξανεμίσθηκαν και οι τελευταίες ελπίδες της, ότι ο νεαρός ανεψιός της θα ανακτούσε το βασίλειο και θα οδηγούσε την ίδια και τα ανήλικα παιδιά της στην ελευθερία.
|
"Νορμανδικός Πύργος" ("Torre Normanna"), Κάστρο της Nocera, Απουλία |
Το τέλος για εκείνη ήλθε λίγα χρόνια αργότερα, το 1271, σε ηλικία 30 ετών[4]. Ακόμα πιο βαριά τύχη είχαν οι τρεις γιοι της, που έζησαν το μεγαλύτερο μέρος του βίου τους έγκλειστοι, σαπίζοντας κυριολεκτικά μέσα στη φυλακή, ξεχασμένοι από όλους[5]. Η μόνη που στάθηκε λίγο πιο τυχερή ήταν η Βεατρίκη, η οποία απελευθερώθηκε αμέσως μετά την εξέγερση των "Σικελικών Εσπερινών", στα τέλη Μαρτίου του 1282.
|
Castel del Monte, Bari |