site analysis
Παναγιώτη ‘Ι. Σκαλτσῆ.
Ἡ ἁγίαΛυδία ἡ Φιλιππησία, ἐθνική προσὴλυτος ἀπὸ τὰ Θυάτειρα τῆς Φρυγίας καὶ ἔμπορος πορφύρας γιὰ τὴ βαφὴ ὑφασμάτων ἀπὸ μαλλί, ἐξ οὗ καὶ «πορφυροπώλις»1, μᾶς εἶναι γνωστὴ δύο χιλιάδες τώρα χρόνια ἀπὸ τὸ βιβλίο τῶν Πράξεων καὶ τὸ περιστατικὸ τῆς βάπτισής της ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν Παῦλο στοὺς Φιλίππους τῆς Μακεδονίας, ἀμέσως μετὰ τὴν ἐλευσή του στὴν πόλη αὐτή προερχόμενος ἀπὸ τὴν Τρωάδα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας2.
Ἐξ ἀφορμῆς τοῦ «ἔξω τῆς πόλεως παρὰ ποταμὸν οὗ ἐνομίζετο προσευχὴ εἶναι»3 διαδραματισθέντος αὐτοῦ γεγονότος, ἀλλὰ καὶ γενικότερα τῆς πίστης τῆς Λυδίας καὶ τῆς προσοχῆς ποὺ ἔδειξε στὰ ὅσα ἄκουγε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, ἔμεινε στὴν ἱστορία ὡς ἡ πρώτη Εὐρωπαία χριστιανή4. Στὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας τὸ πρόσωπο αὐτό δὲν ξεχάστηκε, μὲ δεδομένο τὴν ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς ὅλων τῶν ἐποχῶν μελέτη τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἀλλὰ καὶ τὴν ἔξαρση τῆς πίστης τῆς Λυδίας ἀπὸ μεγάλους Πατέρες, ὅπως π.χ. οἱ Μέγας Βασίλειος5, ἱερὸς Χρυσοστομος6, Νεῖλος ὁ Ἀσκητής7, μέγας Φώτιος8 κ.α9.
Εἶναι πάντως γεγονὸς ὅτι παρὰ τὴν προβολὴ ἀπὸ τὴν πατερικὴ παράδοση τῆς Λυδίας ὡς παραδείγματος πίστεως καὶ παρὰ τὸ ὅτι καὶ ἄλλα βιβλικὰ πρόσωπα καὶ δὴ καὶ γυναικεῖα, ὅπως π.χ. ἡ Ἀπόστολος Πρίσκιλλα, ἡ μάρτυς Ἀπφία, ἡ Ἀπόστολος Ἰουνία, ἡ κατηχηθεῖσα ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο Θέκλα, ἐντάχθηκαν πολὺ ἐνωρὶς στὸ χριστιανικὸ ἑορτολόγιο10, ἡ Λυδία ἡ Φιλιππησία ἀναγνωρίσθηκε ἐπίσημα ὡς ἁγία στὴ μὲν Δυτικὴ Ἐκκλησία τὸ 16ο αἰ.11, στὴ δὲ Ἀνατολικὴ ‘Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐντάχθηκε στὸ Ἁγιολόγιο μόλις τὸ ἔτος 197212.
Ἡ ἐπὶ τόσους αἰῶνες ἀπουσία τῆς Λυδίας τῆς Φιλιππησίας ἀπὸ τὸ χριστιανικὸ ἑορτολόγιο μπορεῖ νὰ στηριχθεῖ σὲ διάφορες αἰτίες. Κατ’ ἀρχὴν ὅλα τὰ βιβλικὰ πρόσωπα καὶ δὴ καὶ αὐτά ποὺ συνεργάσθηκαν μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο καὶ συνέβαλαν στὸ ἱεραποστολικό του ἔργο εἶναι γραμμένα «ἐν βίβλῳ ζωῆς»13. Ὑπάρχουν ἐπίσης χιλιάδες ἤ καὶ ἑκατομμύρια ἄλλα πρόσωπα ποὺ ἁγίασαν στὴ ζωή τους ἤ μαρτύρησαν γιὰ τὸν Χριστό, ἀλλὰ εἶναι ἄγνωστα στὶς Συναξαριακὲς Συλλογὲς ἤ κάποια ἀπὸ αὐτά τιμῶνται μόνο σὲ τοπικὸ ἐπίπεδο. Ἡ Ἐκκλησία δὲν θεώρησε ἀναγκαῖο νὰ προβεῖ σὲ ἐπίσημες ἁγιοκατατάξεις ὅλων αὐτῶν, δεδομένου ὅτι τὰ ὀνόματά των «ἐγράφησαν ἐν οὐρανοῖς»14. Ἄλλωστε ὑπάρχουν ἑορτές, ὅπως π.χ. αὐτή τῶν Ἁγίων Πάντων, ἡ ὁποία καθιερώθηκε τὸν 7ο αἰῶνα15, προκειμένου νὰ ἑορτάζουν οἱ ἄγνωστοι ἅγιοι. Τὸ Σάββατο δὲ πρὸ τῆς Ἀποκρέω «μνείαν πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος κοιμηθέντων εὐσεβῶς, ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου οἱ θειότατοι Πατέρες ἐθέσπισαν».
Πρέπει ἀκόμη νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι ἡ μὴ ἔνταξη τῆς ἁγίας Λυδίας στὸ ἑορτολόγιο σχετίζεται προφανῶς τόσο μὲ συγκεκριμένες ἱστορικὲς συγκυρίες, ὅσο καὶ μὲ τὰ κατὰ καιροὺς ἐπικρατήσαντα κριτήρια ἐπίσημης ἀναγνώρισης ἑνὸς ἁγίου. Τοὺς πρώτους αἰῶνες π.χ. προβλήθηκαν οἱ Ἀπόστολοι, οἱ μάρτυρες καὶ οἱ ὅσιοι μοναχοί. Μεταξὺ τῶν μαρτύρων εἶναι καὶ ἡ οἰκογένεια «Φιλητοῦ συγκλητικοῦ καὶ Λυδίας τῆς αὐτοῦ γυναικὸς καὶ τῶν τέκνων αὐτῶν Μακεδὸνος καὶ Θεοπρεπίου»16. Ἡ οἰκογένεια αὐτή μαρτύρησε ἐπὶ βασιλέως Ἀδριανοῦ, καὶ τιμᾶται στὶς 20 Μαρτίου κατὰ τὸ Συναξάριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως17, κατὰ τὸν ἅγιο δὲ Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη στὶς 27 Μαρτίου18, ὅπως καὶ στὴ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία. Ἔχουμε τὴ γνώμη ὅτι τὸ ὄνομα τῆς Λυδίας τῆς Φιλιππησίας πολὺ πιθανὸν νὰ ἐπισκιάσθηκε ἀπὸ τὴ μάρτυρα τῶν πρώτων αἰώνων. Μέχρι σήμερα ἡ μνήμη τῆς μάρτυρος εἶναι ἰσχυρή, ἀποκαλεῖται δὲ Ρωσίδα, μᾶλλον διότι μαρτύρησε στὴ Σλαβονία, ἐνῶ εἶναι βέβαιο πώς καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη. Τὸ ἕνα μάλιστα ἀπὸ τὰ δύο παιδιὰ της λεγόταν Μακεδόνας, προφανῶς πρὸς τιμὴν τῆς Λυδίας τῶν Φιλίππων τῆς Μακεδονίας.
Στοὺς ἑπόμενους αἰῶνες, καὶ δὴ καὶ κατὰ τὴν περίοδο τῆς εἰκονομαχίας, κυριαρχοῦν κριτήρια πού δὲν εὐνοοῦν βιβλικὰ πρόσωπα, ἀλλὰ τοὺς ὑπερασπιστὲς τῶν εἰκόνων μοναχοὺς καὶ θεολόγους. Κατὰ τὴν περίοδο ἐπίσης τῶν ἡσυχαστικῶν ἐρίδων ἀργότερα προβάλλονται οἱ ἡσυχαστὲς Πατέρες καὶ ἅγιοι. Οἱ ἱστορικὲς ἐπίσης συγκυρίες πού ἐπικράτησαν στὴ Μακεδονία κατὰ τὴν ἐποχή τῶν Σλαβικῶν ἐπιδρομῶν, τῆς Τουρκοκρατίας καὶ τῶν βουλγαρικῶν κατοχῶν κατὰ τὰ νεότερα χρόνια, δὲν εὐνόησαν τὴν ἁγιοκατάταξη τῆς Λυδίας τῆς Φιλιππησίας19.
Ἡ σπουδαία ὅμως αὐτή γυναίκα τῆς ὁποίας ἡ μνήμη, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, ἔμεινε ζωντανὴ στὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας, ἔπρεπε νὰ τιμηθεῖ κάποτε καὶ ἐπίσημα. Ὅπως, σύμφωνα μὲ τὶς Πράξεις, τιμήθηκε ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ Ἅγιο Πνεύμα20, ἔτσι ἔπρεπε νὰ ἀναδειχθεῖ καὶ «ἐν συγγραφαῖς, ἐν νοήμασι, ἐν θυσὶαις, ἐν ναοῖς, ἐν εἰκονίσμασι»21. Στὴ Δύση ὁ κατάλληλος καιρὸς ἦλθε τὸν 16ο αἰῶνα. Σὲ ἐποχή προβολῆς βιβλικῶν προσώπων λόγω τῆς ἀντιπαράθεσης τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν μὲ τοὺς Προτεστάντες22, καὶ στὸ πλαίσιο τῆς ἀναθεώρησης τοῦ Ρωμαϊκοῦ Μαρτυρολογίου ἀπὸ τὸν σπουδαῖο ἱστορικὸ καὶ ἁγιολόγο Βαρόνιο Καίσαρα23, ἡ Λυδία ἡ πορφυροπώλις (purpararia) ἐντάχθηκε στὸ Ἁγιολόγιο τῆς Λατινικῆς Ἐκκλησίας ὡς ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πού πίστεψε στὸ Εὐαγγέλιο στοὺς Φιλίππους τῆς Μακεδονίας («prima omnium credidit Evangelio»)24. Ἡ μνήμη της τιμᾶται στὶς 3 Αὐγούστου25.
Τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴ Λυδία τὴ Φιλιππησία ἀναπτύχθηκε καὶ στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο κατὰ τὸν εἰκοστόν αἰῶνα. Πιστεύουμε ὅτι τὸ ἐνδιαφέρον αὐτό «βαίνει παράλληλα πρὸς τὶς κατὰ τὴν ἐν λόγῳ περίοδο ἐκδήλωσεις τιμῆς καὶ ἀνάδειξης τῆς προσωπικότητας καὶ τοῦ ἔργου τοῦ Ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν Παύλου»26. Τὸ 1935 π.χ. καὶ κατὰ μίμηση ἀντίστοιχων ἐκδηλώσεων στὴν Ἀθήνα πού εἶχε καθιερώσει ὁ μακαριστὸς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κυρὸς Χρυσόστομος, τιμήθηκε καὶ στοὺς Φιλίππους ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὸ πλαίσιο τοῦ Μ. Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς καὶ μὲ ὕμνους ποὺ συνέταξε ὁ Ἰωάννης Ἀλεξάκης27.
Κατὰ τὸ διεθνὲς ἐπίσης ἐπιστημονικὸ Συνέδριο ποὺ ὀργάνωσε ἡ ’Εκκλησία τῆς Ἑλλάδος σὲ συνεργασία μὲ τὶς Θεολογικὲς Σχολὲς τὸν Ἰούνιο τοῦ 1951 γιὰ τὴ συμπλήρωση 1900 χρόνων (50-1950) ἀπὸ τὴν ἄφιξη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὴν Ἑλλάδα, πραγματοποιήθηκε καὶ ἐπίσκεψη τῶν συνέδρων στοὺς Φιλίππους. Κατὰ τὴν Ἀκολουθία ποὺ τελέσθηκε στὰ ἐρείπια τῆς παλαιοχριστιανικῆς Βασιλικῆς, ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Φιλίππων καὶ Νεαπόλεως κυρὸς Χρυσόστομος ἀπηύθυνε ἐκτενή προσευχὴ στὸν Ἀπόστολο Παῦλο μὲ ἰδιαίτερη ἀναφορὰ καὶ στὴ Λυδία:«Ὁδήγησον ἡμᾶς ἐπὶ τὸν τόπον προσευχῆς, ἵνα τῶν σωτηρίων σου ρημάτων ἐνωτισθῶμεν καί, ὡς ἡ Λυδία ἐκείνη ἡ πορφυροπώλις, ἐν τῇ σαγήνῃ τῶν λόγων σου σαγηνευθῶμεν»28.
Κορυφαῖο βεβαίως γεγονὸς γιὰ τὴν ἑορτολογική ἀνάδειξη τῆς Λυδίας τῆς Φιλιππησίας εἶναι ἡ μὲ πρωτοβουλία τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Φιλίππων, Νεαπόλεως καὶ Θάσου κυροῦ Ἀλεξάνδρου καὶ ἐπὶ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου ἔνταξή της ἐπίσημα στὸ Ἑορτολόγιο (Συνεδρία Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου τῆς 23ης Μαΐου 1972). «Ἡ σχετικὴ ὅμως Πατριαρχικὴ καὶ Συνοδικὴ Πράξις ὑπεγράφη τὴν 2αν Ὀκτωβρίου ἰδίου ἔτους ὑπὸ τοῦ νέου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Δημητρίου καὶ τῶν μελῶν τῆς περὶ Αὐτόν Συνόδου»22. Ἡ μνήμη της ὡς ἰσαποστόλου τιμᾶται τὴν 20ή Μαΐου, προφανῶς διότι τὴν ἑπομένη ἑορτάζουν οἱ ἰσαπόστολοι Κωνσταντῖνος καὶ Ἑλένη.
Ἔκτοτε ἔγιναν καὶ γίνονται προσπάθειες σὲ τοπικὸ κυρίως ἐπίπεδο μεγαλύτερου τονισμοῦ τῆς τιμῆς τῆς ἁγίας Λυδίας. Ἡ δημιουργία π.χ. τοῦ Βαπτιστηρίου τῆς Ἁγίας Λυδίας καὶ οἱ μὲ πρωτοβουλία τοῦ νῦν Ἐπισκόπου Νεαπόλεως καὶ Θάσου κ. Προκοπίου ὁμαδικὲς βαπτίσεις κατ’ ἔτος, ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς καὶ μετὰ τὴ Θεία Λειτουργία, ἔχουν ὡς σκοπὸ αὐτή τὴν ἀνάδειξη. Ἡ ἔνταξη ἐπίσης τῆς ἁγίας Λυδίας σὲ Συναξαριακὲς Συλλογὲς ἀπὸ τὸ ἔτος 197330, ἡ εἰκονογράφησή της, ἡ συγγραφὴ ἐκλαϊκευτικῶν βιβλίων31, ἡ ἀνέγερση Ἱεροῦ Ναοῦ στὴν ὁμώνυμη Χριστιανικὴ Ἀδελφότητα στὴν Ἀσπροβάλτα Θεσσαλονίκης, ἀλλὰ καὶ ἡ ἔκδοση τοῦ Βίου, τῆς Ἀκολουθίας, τοῦ Παρακλητικοῦ Κανόνα καὶ τῶν Χαιρετιστηρίων Οἴκων τῆς Ἁγίας, ποίημα τοῦ μακαριστοῦ π. Γερασίμου Μιχραγιαννανίτου32, ἔχουν συμβάλλει τὰ μέγιστα στὴν τιμὴ καὶ προβολὴ τῆς Λυδίας τῆς Φιλιππησίας, ὡς «Φιλίππων ἀγλάισμα θεῖον» καὶ ἰσότιμον πάντων ἁγίων33.
Ἡ ἁγία Λυδία ἡ Φιλιππησία ἐκτὸς ἀπὸ τὴν 20ή Μαΐου τιμᾶται καὶ τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν ἑορτή τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων34. Σύμφωνα μὲ νεότερον ἔθος, τὴν ἡμέρα αὐτή ἑορτάζουν ὅλοι οἱ συνεργάτες τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἀπ’ ὅλους ὅμως τοὺς συνεργάτες του τὸ πλέον γνωστὸ πρόσωπο εἶναι αὐτό τῆς Λυδίας γιὰ τὴν ὁποίαν, ὅπως γράφει ὁ Καθηγητὴς χ. Εὐάγγελος Θεοδώρου, θὰ μποροῦσαν οἱ Εὐρωπαῖες -ἰδίως Ὀρθόδοξες- χριστιανὲς νὰ ἀναλάβουν πρωτοβουλία, προκειμένου νὰ «ἀνακηρύξουν τὴν ἁγία Λυδία προστάτιδά τους καὶ νὰ καταστήσουν τοὺς Φιλίππους τῆς -ἀναμφισβητήτως Ἑλληνικῆς- Μακεδονίας τὸ πανευρωπαϊκὸ καὶ παγχριστιανικὸ πνευματικὸ κέντρο, προσκύνημα καὶ ἀγωνιστικὸ ὁρμητήριό τους»35. Σὲ κάθε βεβαίως περίπτωση ἀξίζει ἡ ἁγία αὐτή νὰ τιμηθεῖ εὐρύτερα καὶ ὁ κάθε χριστιανὸς νὰ ἐμβαθύνει περισσότερο στὶς ἀξίες, τὸν πλοῦτο καὶ τὰ σωτήρια μηνύματα τῆς πίστης μας, τὴν ὁποία πρώτη ἐγκολπώθηκε καὶ κήρυξε ἡ ἁγία Λυδία.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Πράξ. 16,14.
2. Πράξ. 16, 11-15.
3. Πράξ. 16, 13.
4. Βλ. J. Holzner, Παῦλος, μετάφρ. Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος Ἱερωνύμου, Ἀθῆναι 91973, σ. 176.
5. Ἀρχὴ τῶν Ἠθικῶν 37, PG 31, 757C.
6. Ὑπόμνημα εἰς τὰς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, PG 60, 259-260.
7. Ἐπιστολῶν βιβλία 4, 3, 145, PG 79, 452A.
8. Μυριόβιβλον ἡ Βιβλιοθήκη 122, PG 103, 808B.
9. Βλ. Π. Ι. Σκαλτσῆ, «Ἡ ἁγία Λυδία ἡ Φιλιππησία στὸ χριστιανικὸ ἑορτολόγιο καὶ τὴν ὑμνογραφία», ἐν Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς 93 (Σεπτ.-Ὀκτ. 2010) τεῦχ. 836, σσ. 554-557.
10. Βλ. Π. Ι. Σκαλτσῆ, ὅ.π.,σσ. 539-543.
11. H. Delehaye, Commentarius perpetuos in Martyro- logium Romanum [Propulaeum ad Acta Sanctorum, Decembris], Bruxellis 1940, σ. 320.
12. Πατριαρχικὴ Συνοδικὴ Πράξη ἐν ἔτει σωτηρίῳ αποβ’, κατὰ μήνα Ὀκτώβριον (Β’), Ἐπινεμήσεως ΙΑ’.
13. Φιλιπ. 4, 2.
14. Λούκ.10,20.
15. Σ. Πασχαλίδη, «Οἱ Ἑορτὲς τῶν Ἁγίων», ἐν «Τὸ Χριστιανικὸν Ἑορτολόγιον». Πρακτικὰ Η΄ Πανελληνίου Λειτουργικοῦ Συμποσίου Στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων, Βόλος, 18-20 Σεπτεμβρίου 2006 [Σειρὰ Ποιμαντικὴ Βιβλιοθήκη - 15], Ἀθῆναι 2007, σ. 374.
16. H. Delehaye, Synaxarium Ecclesiae Constantino- politanae [Propylaeum ad Acta Sanctorum Novem- bris], Bruxellis 1902, σ. 570.
H. Delehaye, ο.π., σ. 570.
17. Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τόμ. δεύτερος, Ἀθήνησι α.ε., σ. 59.
18. Βλ. Π. Ι. Σκαλτση, ὅ.π., σσ. 543-549.
19. Acta Sanctorum Augusti’ τόμ. Ι, σ. 199: «Enimero merebatur hunc honorem, quae laudam suarum prae conem ipsum habuerat Spiritum Sanctum in Actibus Apostolorum».
20. G. Gouillard, «Τὸ συνοδικὸν ὅπερ ἀναγινώσκεται τὴ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας», ἐν Travaux et Memoirs, τόμ. 2, Paris 1967, σ. 51.
21. Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, Λειτουργικὴ (Πανεπιστημιακαὶ Παραδόσεις), Θεσσαλονίκη 1981, σσ. 61-62. Εὐ. Δ. Θεοδώρου, Μαθήματα Λειτουργικῆς (τεῦχος Α’), Ἀθῆναι 1993, σ. 72.
22. C. Gasbardi, «Baronio, Cesare, ordinale, venerabile», ἓν Bibliotheca Sanctorum 3 (1962) 819- 828. P. Paschini, «La riforma Gregoriana del Martirologio Romano», ἓν Scuola Cattolica 31 (1923) 198-210· 274-284.
23. H. Delehaye, Commentarius perpetuus in Martyro- logum Romanum, σσ. 320, 321 (7).
24. U. Lattanzi, «Lidia», ἐν Bibliotheca Sanctorum 8 (1967) 44-45.
25. Π. Ι. Σκαλτση, ο.π., σ. 558.
26. Ἱεροὶ Ἑσπερινοὶ Ὕμνοι τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ψαλλόμενοι κατὰ τὴν Ἑσπέραν τῆς 29ης Ἰουνίου ἡμέραν τῆς μνήμης τῶν κορυφαίων Παύλου καὶ Πέτρου, εἰς ἀνάμνησιν τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἐν Ἑλλάδι. Ἑορταί διοργανωθεῖσαι παρὰ τῶν ζηλωτῶν τοῦ Χριστοῦ ἐν Ἀθήναις, Κορίνθῳ, Θεσσαλονίκη, Νικοπόλει (Πρεβέζης), Βερροία, Κρήτη καὶ Φιλίπποις (Καβάλας), ἐν Πειραιεῖ 1935, σσ. 43-48. 27. Βλ. καὶ Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, «Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὸ Ἑορτολόγιο», ἐν Κληρονομίᾳ 22 (Ἰουν. Δεκ. 1990) τεύχη Α’-Β’, σσ. 258-259.
28. Γ. Χρσοστόμου (Ἀρχιμ.), «Ἀκολουθίες τοῦ Ἀποστόλου Παύλου γιὰ πόλεις τῆς Ἑλλάδας», ἐν «Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καὶ ἡ Ἑλλάδα». Πρακτικὰ Διεθνοῦς Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου (Βέροια, 25-27 Ἰουνίου 1998), Βέροια 1998, σσ. 216-221.
29. Πανηγυρικὸς τόμος ἑορτασμοῦ τῆς 1900ης ἐπετείου τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἀποστόλου Παύλου εἰς Ἑλλάδα, ἐπιμέλεια τοῦ γέν. γραμματέως τῆς ἐπιτροπῆς τοῦ ἑορτασμοῦ καθηγητοῦ Ἀμίλκα Σ. Ἀλιβιζάτου, ἐν Ἀθήναις 1953, σ. 151.
30. ΒΑΡΟΛΟΜΑΙΟΥ (Μητρ. Φιλαδελφείας, νῦν Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου), «Ἀναγνώρισις ἁγίων ἐπὶ Πατριαρχείας τοῦ Ἀθηναγόρου», ἐν Ἀθηναγόρας Α’ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ὁ Ἠπειρώτης, ἐπιμέλεια Ἰωάν. Ε. Ἀναστασίου, ἔκδ. ‘Ἑταιρείας Ἠπειρωτικῶν Μελετῶν, Ἰωάννινα 1975 σσ. 209-210.
31. Οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων ἐκδ. οἶκος «Ἀστήρ», Ἀθῆναι 1973, σ. 69. Βλ. καὶ Μακαρίου ΣΙΜΩΝΌΠEΤΡΙΤΌΥ (Ἱερομονάχου), Νέος Συναξαριστὴς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τόμ. ἔνατος, Μάιος, «Ἴνδικτος», Ἀθῆναι 2007, σσ. 229-230.
32. Βλ. Ἐπισκόπου Θεοφίλου Καβαρνοῦ (τ. Μητρ. Γὸρτυνος καὶ Μεγαλουπόλεως), «Λυδία. Ἡ πρώτη τῶν Φιλίππων». Πρώτη καὶ τῆς Μακεδονίας καὶ τῆς Ἑλλάδος, ἔκδ. Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς Ἀδελφότητος «ΛΥΔΙΑ», Θεσσαλονίκη 1987.
33. π. Θ. ZHΣΌΠΟΥΛΟΥ Ἀρχιμ., Ἱεροκήρυκος, Καθρέφτισμα, ἔκδ. Ο.Χ.Α. «ΛΥΔΙΑ», α.ε. Γ. Ι. ΡΑΠΤΌΠΌΥΛΌΥ (Ἀρχιμ.), Συνεργάτιδες τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἔκδ. Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολικῆς Ἀδελφότητος «Ἡ Ὁσία Ξένη», Πλαγιάρι Θεσσαλονίκης 2002.
34. Βίος καὶ Ἀκολουθία τῆς ἁγίας Λυδίας τῆς Φιλιππησίας, ἔκδ. Χριστιανικῆς Ἀδελφότητος «ΛΥΔΙΑ», Θεσσαλονίκη 1991.
35. Ἀπὸ τὰ «χαῖρε» τοῦ θ’ οἴκου τῶν Χαιρετισμῶν τῆς ἁγίας Λυδίας.
Γ. Ι. ΡΑΠΤΌΠΟΥΛΟΥ (Ἀρχιμ.), Συνεργάτιδες τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, σ. 10.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου