Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΥΜΝΟΓΡΑΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΥΜΝΟΓΡΑΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2015

ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ



site analysis

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 4!!

ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ

ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ

(Γερασίμου μοναχού Μικραγιαννανίτου.)

ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ

Μετά τον Προοιμιακόν, η α’  στάσις του Μακάριος ανήρ. Εις δε το Κύριε εκέκραξα, ιστώμεν στίχους στ’ , και ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια.

Ήχος α’ . Των ουρανίων ταγμάτων.

Των Αθλητών την δυάδα ύμνοις τιμήσωμεν, τους σταθηρά καρδία, και ομόφρονι γνώμη, αθλήσαντας νομίμως υπέρ Χριστού, και τον όφιν αισχύναντας, συν Χριστοδούλω τω θείω και ευκλεεί, Χριστοδούλην την πανεύφημον.

Ομωνυμία αγία καλλωπιζόμενοι, και έργοις βεβαιούντες, την φερώνυμον κλήσιν, ηθλήσατε νομίμως ως του Χριστού, αληθώς δούλοι γνήσιοι, συν Χριστοδούλη Χριστόδουλε Αθλητά, δια τούτο εδοξάσθητε.

Υπέρ Χριστού της αγάπης στερρώς ηνέγκατε, πάσαν βασάνων πείραν, ακλινεί διανοία, και ξίφει εκτμηθέντες τας κεφαλάς, τον εχθρόν ετροπώσασθε, ω Χριστοδούλη παρθένε νύμφη Χριστού, και Χριστόδουλε μακάριε.

Έτερα. Ήχος δ’ . Ως γενναίον εν Μάρτυσιν.

Ως τη κλήσει συνώνυμοι, ομοφρόνως ηθλήσατε, του Χριστού τον θάνατον μιμησάμενοι, αθανασίας τον πρόξενον, θεόφρον Χριστόδουλε, Αθλοφόρων καλλονή, Χριστοδούλη τε πάνσεμνε, καθαρώτατον, και πολύτιμον σκεύος παρθενίας, δια τούτο της αλήκτου, ζωής ομού ηξιώθητε.

Τη σοφία τη άνωθεν, και ψυχής ανδρειότητι, του Χριστού την σάρκωσιν εκηρύξατε, επί απίστων μακάριοι, και τούτων την άνοιαν, διηλέγξατε στερρώς, Χριστοδούλη θεόληπτε, και Χριστόδουλε, και τω ξίφει τμηθέντες τους αυχένας, των Μαρτύρων ταις αγέλαις, περιφανώς ηριθμήθητε.

Ξυνωρίς η ομώνυμος, των Μαρτύρων και σύναθλος, του Χριστού τα σφάγια τα αμώμητα, της Εκκλησίας το στήριγμα, πιστών το κραταίωμα, και μεσίται προς Χριστόν, και προστάται θερμότατοι, ανυμνείσθωσαν, συν σεπτώ Χριστοδούλω, Χριστοδούλη, οι οικούντες συν Αγγέλοις, και τους πιστούς περιέποντες.

Δόξα. Ήχος δ’ .

Της ευσεβείας τοις σκάμμασι, σεαυτούς γυμνάσαντες, τη ομολογία του Χριστού, λαμπροτέραν την κλήσιν ειργάσασθε, Μάρτυρες ένδοξοι. Συνδεδεμένοι γαρ τη χάριτι, και εν πάσι καλώς ομονοούντες, ίσοι τοις άθλοις ώφθητε, και τοις στεφάνοις ισότιμοι, αλλ’ ω Χριστόδουλε και Χριστοδούλη, Χριστόν τον φιλάνθρωπον Θεόν, ικετεύσατε υπέρ των ψυχών ημών.

Και νυν. Θεοτοκίον Ήχος δ'

Ο δια σε Θεοπάτωρ προφήτης Δαυΐδ, μελωδικώς περί σου προανεφώνησε, τω μεγαλείά σοι ποιήσαντι. Παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου. Σε γαρ μητέρα πρόξενον ζωής ανέδειξεν, ο απάτωρ εκ σου ενανθρωπήσαι ευδοκήσας Θεός, ίνα την εαυτού αναπλάση εικόνα, φθαρείσαν τοις πάθεσι, και το πλανηθέν ορειάλωτον ευρών, πρόβατον τοις ώμοις αναλαβών, τω Πατρί προσαγάγη, και τω ιδίω θελήματι, ταις ουρανίαις συνάψη Δυνάμεσι, και σώση Θεοτόκε τον κόσμον, Χριστός ο έχων, το μέγα και πλούσιον έλεος.

Είσοδος, το Φως ιλαρόν, το Προκείμενον της ημέρας, και τα Αναγνώσματα.

Προφητείας Ησαΐου το Ανάγνωσμα. (Κεφ. 43, 9-14)

Τάδε λέγει Κύριος· Πάντα τα έθνη συνήχθησαν άμα και συναχθήσονται άρχοντες εξ αυτών. Τις αναγγελεί ταύτα εν αυτοίς; η τα εξ αρχής, τις ακουστά ποιήσει ημίν; Αγαγέτωσαν τους Μάρτυρας αυτών, και δικαιωθήτωσαν. Και ειπάτωσαν αληθή. Γίνεσθέ μοι Μάρτυρες, και εγώ Μάρτυς Κύριος ο Θεός, και ο παις, ον εξελεξάμην, ίνα γνώτε και πιστεύσητε, και συνήτε, ότι εγώ ειμι. Έμπροσθέν μου ουκ εγένετο άλλος Θεός, και μετ εμέ ουκ έσται. Εγώ ειμι ο Θεός, και ουκ έστι πάρεξ εμού ο σώζων. Εγώ ανήγγειλα και έσωσα, ωνείδισα, και ουκ ην εν ημίν αλλότριος. Υμείς εμοί Μάρτυρες, και εγώ Κύριος ο Θεός, ότι απ' αρχής εγώ ειμι, και ουκ έστιν ο εκ των χειρών μου εξαιρούμενος. Ποιήσω, και τις αποστρέψει αυτό; Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός, ο λυτρούμενος ημάς, ο Άγιος Ισραήλ.

Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα. (Κεφ. 3, 1-9)

Δικαίων ψυχαί εν χειρί Θεού, και ου μη άψηται αυτών βάσανος. Έδοξαν εν οφθαλμοίς αφρόνων τεθνάναι. Και ελογίσθη κάκωσις η έξοδος αυτών, και η αφ’ ημών πορεία σύντριμμα, οι δε εισιν εν ειρήνη. Και γαρ εν όψει ανθρώπων εάν κολασθώσιν, η ελπίς αυτών αθανασίας πλήρης. Και ολίγα παιδευθέντες, μεγάλα ευεργετηθήσονται, ότι ο Θεός επείρασεν αυτούς, και εύρεν αυτούς αξίους εαυτού. Ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτούς, και ως ολοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αυτούς. Και εν καιρώ επισκοπής αυτών αναλάμψουσι, και ως σπινθήρες εν καλάμη διαδραμούνται. Κρινούσιν έθνη, και κρατήσουσι λαών και βασιλεύσει αυτών Κύριος εις τους αιώνας, οι πεποιθότες επ' αυτόν, συνήσουσιν αλήθειαν, και οι πιστοί εν αγάπη προσμενούσιν αυτώ, ότι χάρις και έλεος εν τοις οσίοις αυτού, και επισκοπή εν τοις εκλεκτοίς αυτού.

Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα. (Κεφ. ζ′.7)

Δίκαιος, εάν φθάση τελευτήσαι, εν αναπαύσει έσται. Γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται. Πολιά δε εστι φρόνησις ανθρώποις, και
ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος. Ευάρεστος Θεώ γενόμενος, ηγαπήθη· και ζων μεταξύ αμαρτωλών, μετετέθη. Ηρπάγη, μη κακία αλλάξη σύνεσιν αυτού, η δόλος απατήση
ψυχήν αυτού· βασκανία γαρ φαυλότητος αμαυροί τα καλά, και ρεμβασμός επιθυμίας μεταλλεύει νουν άκακον. Τελειωθείς εν ολίγω, επλήρωσε χρόνους μακρούς· αρεστή
γαρ ην Κυρίω η ψυχή αυτού· δια τούτο έσπευσεν εκ μέσου πονηρίας. Οι δε λαοί ιδόντες και μη νοήσαντες, μηδέ θέντες επί διανοία το τοιούτον, ότι χάρις και έλεος εν τοις οσίοις αυτού, και επισκοπή εν τοις εκλεκτοίς αυτού.

Απόστιχα. Ήχος πλ. Δ’ . Ω του παραδόξου θαύματος.
Μάρτυρες, Χριστού καλλίνικοι, της θεϊκής καλλονής, εκ ψυχής αγαπήσαντες, την υπέρ κατάληψιν, αληθώς ωραιότητα, τα εν τω κόσμω, κάλλη ελίπετε, και ομοψύχως,
πίστει ηθλήσατε, όθεν εδόξασεν, Αθλητά Χριστόδουλε συν τη σεμνή, Χριστοδούλη Κύριος, υμών την άθλησιν.

Στ.: Θαυμαστός ο Θεός, εν τοις Αγίοις Αυτού.

Χαίροις, ξυνωρίς ομώνυμε, των Αθλητών του Χριστού, Χριστοδούλη θεόνυμφε, και σοφέ Χριστόδουλε, οι Χριστόν αγαπήσαντες, υμείς γαρ γνώμη μια αθλήσαντες, ίσοις
επάθλοις, εμεγαλύνθητε, ω της λαμπρότητος! ης κατηξιώθητε εν ουρανοίς, Ασωμάτων τάξεσι, συναυλιζόμενοι.

Στ.: Τοις αγίοις τοις εν τη γη Αυτού, εθαυμάστωσεν ο Κύριος.

Μάρτυς, αληθής του Ιησού, καθαροτάτων νοΐ, Χριστοδούλη πανεύφημε, βίου καθαρότητι, και αθλήσεως αίμασι, λαμπρώς εδείχθης, και προσεχώρησας, εις τον νυμφώνα, τον επουράνιον, ένθα ικέτευε, υπέρ πάντων πάνσεμνε συν τω κλεινώ, Χριστοδούλω πάντοτε, των ευφημούντων σε.

Δόξα. Ήχος πλ. Β’ .

Αθλητικήν επιδειξάμενοι ένστασιν, τυραννικήν κατεπατήσατε οφρύν Μάρτυρες πανένδοξοι, όθεν Χριστός ο Κύριος, ως μύρον ευωδίας, το αίμα υμών δεξάμενος, παθών δυσωδίας, και νοσημάτων λύμης δι’ υμών λυτρούται, τους τιμώντας υμών την άθλησιν, αλλ’ ω Χριστόδουλε και Χριστοδούλη, μη παύσησθε ιλεούμενοι ημίν, τον μόνον ευδιάλλακτον.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Θεοτόκε, συ ει η άμπελος η αληθινή, η βλαστήσασα τον καρπόν της ζωής, σε ικετεύομεν, πρέσβευε Δέσποινα, μετά των Αποστόλων, και πάντων των Αθλοφόρων, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
 Νυν απολύεις. Τρισάγιον.

Απολυτίκιον. Ήχος δ’ . Ταχύ προκατάλαβε.
Δυάδα την σύναθλον των Αθλητών του Χριστού, Χριστόδουλον μέλψωμεν, και Χριστοδούλην ομού, τα άνθη της πίστεως, ούτοι γαρ τη αγάπη, πτερωθέντες τη θεία,
ήθλησαν ομοφρόνως, και τον όφιν καθείλον, και νυν καθικετεύουσιν, υπέρ των ψυχών ημών.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.

Το απ’ αιώνος απόκρυφον, και Αγγέλοις άγνωστον μυστήριον· δια σου Θεοτόκε τοις επί γης πεφανέρωται, Θεός εν ασυγχύτω ενώσει σαρκούμενος, και Σταυρόν εκουσίως
υπέρ ημών καταδεξάμενος, δι' ου αναστήσας τον πρωτόπλαστον, έσωσεν εκ θανάτου τας ψυχάς ημών.
 Απόλυσις.

ΟΡΘΡΟΣ

Μετά την α’  στιχολογίαν, κάθισμα. Ήχος α’ . Τον τάφον Σου Σωτήρ.

Ως άστρα νοητά, του Ηλίου της δόξης, Χριστόδουλε σοφέ, και Χριστοδούλη, εκλάμπετε τοις πέρασι, ταις αυγαίς της αθλήσεως, και διώκετε, της αθυμίας τον ζόφον, όθεν σήμερον, την φωταυγή υμών μνήμην, συμφώνως γεραίρομεν.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.

Φωτός Τριαδικού, πανυπέρφωτος οίκος, Παρθένε Μαριάμ, παντευλόγητε Κόρη, τον νουν μου καταφώτισον, σκοτισθέντα τοις πάθεσι, και συνέτισον, τον ασταθή λογισμόν μου, πράττειν πάντοτε, το του Υιού Σου και Κτίστου, πανάγιον θέλημα.

Μετά την β’  στιχολογίαν, κάθισμα. Ήχος α’ . Χορός Αγγελικός.

Αθλήσαντες ομού, ομοψύχω καρδία, ησχύνατε εχθρόν, τον δεινόν αποστάτην, Χριστόδουλε ένδοξε, Χριστοδούλη τε πάνσεμνε, όθεν χαίροντες, άμφω της δόξης της
άνω, ηξιώθητε, υπέρ ημών δυσωπούντες, Χριστόν τον φιλάνθρωπον.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.
Σαρκί τη καθ’ ημάς, ενωθείς υπέρ λόγον, ο Λόγος του Θεού, εξ αγνών Σου αιμάτων, Θεός άμα και άνθρωπος, εκ γαστρός Σου γεγέννηται, και εθέωσε, την των ανθρώπων
ουσίαν, ως φιλάνθρωπος, ευλογημένη Μαρία, ημών καταφύγιον.
 Ο Ν  ψαλμός.
Είτα οι Κανόνες· της Θεοτόκου· και των Αγίων.

Ωδή α’ . Ήχος πλ. Β’ . Ως εν ηπείρω πεζεύσας.

Ταις φαϊνωτάταις ακτίσι, της τριλαμπούς Αθλοφόροι Μάρτυρες, ελαμπόμενοι αυγής φωτισμόν, αιτήσασθαι ημίν, την πανέορτον υμών μνήμην γεραίροντες.

Ηλιακάς απαστράπτει μαρμαρυγάς, η σεπτή και εύσημος των Μαρτύρων εορτή, και της γης τα πέρατα αεί καταυγάζει, μυστικώς σθένει του Πνεύματος.

Νέω εν σώματι Μάρτυς τον παλαιόν, της κακίας άρχοντα κατεπάλαισας στερρώς, υπομείνας βάσανα και πυρ και δεινών επιφοράς, μάκαρ Χριστόδουλε.

Θεοτοκίον.

Λελυτρωμένοι Παρθένε προγονικής, καταδίκης Άχραντε τη γεννήσει Σου σαφώς, εν φωναίς ασμάτων σε αεί, μακαρίζομεν πιστοί, ω Θεομήτορα.

Ωδή γ’ . Ουκ έστιν  Άγιος.

Αγώνας ήνυσας στερρώς, υπομείνας βασάνους και πικράς τιμωρίας των μελλόντων αγαθών, τηρούμενος προφανώς ταις ελπίσιν, ένδοξε Χριστόδουλε.

Μαρτύρων εύκλειαν φαιδρά, περικείμενος Μάρτυς, καθορώσά σε όλων τοις βασάνοις, εαυτήν εκδέδωκε η σεμνή, Χριστοδούλη αδελφή φρονούσά σοι.

Ποθήσας Μάρτυς τον Χριστόν, τα ορώμενα πάντα εις ουδέν ηγήσω των τυραννούντων ορμάς, Χριστόδουλε Αθλητά, ολεθρίους πίστει τροπωσάμενος.

Θεοτοκίον.
Ρυσθήναι πάσης πονηράς, εναντίων εξόδου, και παθών ψυχοφθόρων, και κινδύνων χαλεπών, τους Σε τιμώντας αεί, Θεοτόκε πάναγνε ικέτευε.

Κάθισμα. Ήχος πλ. Δ’ . Την Σοφίαν και Λόγον.

Των βασάνων τα νέφη τα χαλεπά, Αθληταί παριδόντες καρτερικώς, ως ήλιος χάριτι, του Σωτήρος ελάμψετε, αδελφική στοργή δε, ενθέως συνδούμενοι, ομοίοις πόνοις
λαμπρώς εδοξάσθητε, όθεν μετά τέλος, ατελεύτητον χάριν, εξ ύψους εδέξασθε, θεραπεύειν νοσήματα, Αθλοφόροι αυτάδελφοι, πρεσβεύσατε Χριστώ τω Θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω την αγίαν μνήμην υμών.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.

Την ψυχήν μου Παρθένε, την ταπεινήν, την εν ζάλη του βίου, των πειρασμών, νυν ως ακυβέρνητον, ποντουμένην Πανάμωμε, αμαρτιών τε φόρτω, φανείσαν υπέραντλον, και εις πυθμένα άδου, πεσείν κινδυνεύουσαν, φθάσον Θεοτόκε, τη θερμή σου πρεσβεία, και σώσον παρέχουσα, τον λιμένα τον εύδιον, ίνα πίστει κραυγάζω σοι· Πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, των πταισμάτων δούναί μοι την άφεσιν· σε γαρ έχω ελπίδα ο δούλός σου.

Ωδή δ’ . Χριστός μου δύναμις.

Αγρίων χάσματα, θηρών εφιμώσεις, επικλήσεσι θείες, αγγελική δόξη καλλυνόμενος, και μαρτυρίου ιεραίς φωταυγίες λαμπρυνόμενος.

Ναόν σε έμψυχον, ναόν Πανάγιον, η του Πνεύματος χάρις, Μάρτυς σοφέ, εύρατο Χριστόδουλε, ω κραταιούμενος ναούς, των ειδώλων κατηδάφισας.

Υπήρξας άσειστος, ακαταπτόητος, απερίτρεπτος, πάσαις επιβουλαίς χαλεπών κολάσεων, κραταιούμενη εν Χριστώ, Χριστοδούλη παναοίδιμε.

Μαρτύρων αίμασι, καλλωπιζόμενοι, και ομονοία, πίστει αδελφική, σώζοντες μακάριοι, των διωκτών τας ζοφεράς επινοίας διεκρούσασθε.

Θεοτοκίον.
Νοήσας πόρρωθεν, εμφαντικώτατα Αββακούμ, Σε εκάλει όρος Αγνή, αρεταίς κατάσκιον, εξ Ου επέφανεν ημίν, ο φωτίζων τας ψυχάς ημών.

Ωδή ε’ . Τω θείω φέγγει Σου Αγαθέ.

Ως όρθρος έλαμψας ευπρεπής, ως ημερινός όντως αστήρ, ως φαεινότατος άθλων, και σημείων μαρμαρυγαίς, τους πιστούς ενθέως καταυγάζων, Μάρτυς δούλε.

Μεγίστοις πόνοις, εγκαρτερών, και τας ανενδότους των δεινών επιφοράς λογιζόμενος Μάρτυς, ως ηδύστας τρυφάς Χριστόδουλε, τας θείας αντιδόσεις χαίρων κεκλήρωσαι.

Αιμάτων ρείθρα, Μάρτυς σεμνή, χέουσα εκτήσω της τρυφής, συ τον χείμαρρον πανεύφημε, και την δι’ αιώνος, δόξαν αμάραντον, και την εν Παραδείσω τερπνήν απόλαυσιν.

Θεοτοκίον.

Ρομφαίαι πάσαι του δυσμενούς, άχραντε πανάμωμε αγνή, όντως εις τέλος εξέλιπον, Συ γαρ των απάντων, Θεόν εκύησας, τω Σταυρώ καθελόντα τούτου το φρύαγμα.

Ωδή στ’ . Του βίου την θάλασσαν.

Του βίου την θάλασσαν, υψουμένην καθορών, και τοις θηρσί ριπτόμενοι, μεληδόν κοπτόμενοι, και πυρί εν όλω φλεγόμενοι, την αμώμητον πίστιν, ουκ ηρνήσασθε.

Υψούμενα κύματα των κολάσεων, σφοδρώς δικαστικαίς προστάγμασι, το σταθερόν της γνώμης των Αθλητών, βυθίσαι ουκ ίσχυσε, τη γαρ θεία παλάμη εκρατύνοντο.

Ροαίς απεωνίζατε, Φαραώ τον δυσμενή, του εκχυθέντος αίματος, την δε Χριστού ηρδεύσατε ευσεβώς, αήττητοι Μάρτυρες, Εκκλησίαν την πίστει αναθάλλουσαν.

Θεοτοκίον.
Ως όμβρος κεκένωται, εν τη μήτρα Σου, Θεός δι’ ευσπλαγχνίαν άφατον και τον χειμάρρουν άπαντες της τρυφής, επότισε Δέσποινα, και την κτίσιν φθαρείσαν εκαινούργησεν.
Κοντάκιον. Ήχος γ’ . Η Παρθένος σήμερον.

Τους γενναίους Μάρτυρας, και αδελφούς κατά σάρκα, τον σοφόν Χριστόδουλον, και Χριστοδούλην τιμώμεν, ούτοι γαρ, των τυραννούντων μηχανουργίας, ήσχυναν, τη
δυναστεία του σταυρωθέντος, ανεδείχθησαν διόπερ, Μαρτύρων δόξα, ομού και καύχημα.

Ο Οίκος.

Την δυάδα πιστοί των Αθλοφόρων σήμερον, εν ωδαίς ιεραίς και ύμνοις ευφημήσωμεν, ότι των ειδώλων καθείλον την πλάνην, πολυθεΐας το πυρ κατασβέσαντες και δαίμονες ήσχυναν, των δε τυράννων τον θυμόν ουκ έπτυξαν, ξίφη τε και πυρ δειλιάσαντες, ούτε θηρίων αγρίων ορμάς, αγωνισάμενοι, καλών Χριστόδουλος ευκλεής, συν τη σεπτή Χριστοδούλη, αδελφοί σύναθλοι, δειχθέντες Μαρτύρων, ομού και καύχημα.

Συναξάριον

Τη Δ' του αυτού μηνός, οι Άγιοι Μάρτυρες Χριστόδουλος και Χριστοδούλη ξίφει τελειούνται.
 Συνωνυμών σοι, παρθένε Χριστοδούλη,


Ωδή ζ’ . Δροσοβόλον μεν την κάμινον.

Νεανίαις τρεις εν χάριτι μιμούμενοι, το πυρ κατεπατήσατε, δροσιζόμενοι τω αΰλω Πνεύματι πυρί, και ψάλλοντες Μάρτυρες Χριστώ· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Ζεομένης της σαρκός, η προς τον κτίσαντα αγάπη εκρατύνετο, οι γαρ Άγιοι ολοτρόπω νεύσει προς τον Θεόν θεούμενοι, έμελπον πιστώς· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Υπεριδών σου καρδίας τα κινήματα, ταις θείαις αναβάσεσιν εν ασαλεύτω Αθλοφόρε, πέτρα της ζωής, ακλόνητος ίστασο βοών· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Θεοτοκίον.

Νεανίαις τρεις η κάμινος ουκ έφλεξεν, γέννησιν προτυπούσα την Σην, το γαρ θείον πυρ μη φλέξας ώκησεν εν Σοι, και πάντας εφώτισε βοάν· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Ωδή η’ . Εκ φλογός.

Ωραιότατος ώφθης ψυχή και σώματι, των βασάνων νιφάσι καταχωννύμενος, Μάρτυς Αθλητά, ουδαμώς δε ηττώμενος, μέλπεις τω Δεσπότη Χριστώ, εις τους αιώνας.

Ρητορεύοντες άμα λόγον τον ένθεον, εξεφαύλισαν πόθω δόγμα το άθεον, οι αδελφική αγχιστεία συνδούμενοι, Μάρτυρες του πάντων Θεού και Βασιλέως.

Ιερεία και θεία ολοκαυτώματα, εθελόφυτοι άρμες, άμωμα σφάγια, κάρπωμα δεκτώ τω Θεώ προσηνέχθητε, εν επουρανίω τραπέζη Αθλοφόροι.

Διαυγή σε αστέρα, φωτοειδέστατον ίαμα, κτίσιν καταλαμπρύνοντα, πάντων τας ψυχάς Αθλοφόρε Χριστόδουλε, πίστει εγνωκότες, υμνούμεν εις αιώνας.

Θεοτοκίον.

Απειρόγαμε Κόρη, χαίρε Πανάμωμε, ο λιμήν των εν ζάλη, χαίρε Θεόνυμφε, των αμαρτωλών χαίρε το ιλαστήριον, χαίρε η τεκούσα Θεόν σεσαρκωμένον.

Ωδή θ’ . Θεόν ανθρώποις.

Ιδείν την δόξαν του Παντοκράτορος, επιποθών και κάλλος Αυτού το αμήχανον, αδοξίαν του βίου παρέδραμες, άτιμον υπομείνας θάνατον ένδοξε, δόξα προξενούντά
σοι, αεί Μάρτυς Χριστόδουλε.

Ως φως, ως λύχνον αειλαμπέστατος, τοις εν νυκτί του βίου καθωράθης Χριστόδουλε, αγνωσίας το σκότος εδίωξας, έλυσας παθημάτων την αμαυρότητα, φέγγεις ιαμάτων
Αθλητά θεομακάριστε.

Στολαίς βαφείσας υμών εξ αίματος, μαρτυρικού, ωραίους εαυτούς περιστείλαντες, στεφηφόροι Κυρίω παρίστασθε, μέλποντες συν Αγγέλοις· Άγιος, Άγιος, Άγιος,
Τριας η παντουργός, και παντοδύναμος.

Ημών τη πίστει την αεισέβαστον, και ιεράν, και πλήρη φωτισμού και λαμπρότητος, Αθλοφόροι Μάρτυρες, τελούντων υμών την μνήμην, και προσκυνούμεν πίστει τα λείψανα, μέμνησθε παντοίων πειρασμών, πάντας λυτρούμενοι.

Θεοτοκίον.

Φωτός δοχείον, του αναλάμψαντος θεοπρεπώς, εκ Σου της καθαράς παναμώμητε, ψυχής μου τα όμματα φώτισον, σκότος της αγνωσίας αποδιώκουσα, και της αμαρτίας
την αχλύν εξαφανίζουσαν.

Εξαποστειλάριον. Γυναίκες ακουτίσθητε.

Των Αθλητών τιμήσωμεν, δυάδα την συνώνυμον, της Παναγίας Τριάδος, τους ευκλεείς αριστέας, και πρεσβευτάς προς Κύριον, ημών και αντιλήπτορας, Χριστόδουλον τον ένδοξον, και την σεμνήν Χριστοδούλην, της παρθενίας το ρόδον.

Θεοτοκίον.

Ασπόρως σωματώσασα, αφθόρως Κόρη τέτοκας, τον Βασιλέα της δόξης, και Κύριον των απάντων, Ον οι γενναίοι Μάρτυρες, λαμπρώς καθομολόγησαν, και δι’ Αυτόν τον
θάνατον, υπέμειναν γηθοσύνως, Θεογεννήτορ Παρθένε.

Αίνοι. Ήχος δ’ . Έδωκας σημείωσιν.

Μίαν κλήσιν φέροντες, οι Αθλοφόροι οι ένδοξοι, μίαν γνώμην εκτήσαντο, θανείν προθυμότατα, υπέρ του των όλων, Θεού και Δεσπότου, όθεν ζωής της παρ’ Αυτώ, και αϊδίου δόξης επέτυχον, Χριστόδουλος ο ένθεος, και Χριστοδούλη η πάντιμος, ους συμφώνως γεραίροντες, τον Χριστόν μεγαλύνομεν.

Ήθλησαν στερρότατα, τη παντευχία της πίστεως, και εχθρόν κατεπάτησαν, οι Άγιοι Μάρτυρες, και βραβεία νίκης, παρά του Σωτήρος, εδέξαντο θεουργικώς, μεγαλυνθέντες θείοις χαρίσμασι, Χριστόδουλος ο ένδοξος, και Χριστοδούλη η πάνσεμνος, ων την μνήμην γεραίροντες, τον Χριστόν μεγαλύνομεν.

Νύμφη πανακήρατος, οία παρθένος αμόλυντος, Χριστοδούλη θεόληπτε, Χριστού αναδέδειξαι, υπέρ Ου προθύμως, το αίμά σου Μάρτυς, εξέχεας μαρτυρικώς, και συναθλούντά σοι έσχες πάνσεμνε, Χριστόδουλον τον ένδοξον, μεθ’ ου απαύστως ικέτευε, τον Σωτήρα δωρήσασθαι, ιλασμόν ταις ψυχαίς ημών.

Μάρτυρες συνώνυμοι, και Αθλοφόροι αήττητοι, Χριστοδούλη θεόνυμφε, και θείε Χριστόδουλε, Χριστόν τον Σωτήρα, αεί δυσωπείτε, ως παρρησίαν προς Αυτόν, πολλήν πλουτήσαντες παμμακάριστοι, δοθήναι ημίν άπασιν, απαλλαγήν πάσης θλίψεως, και πταισμάτων συγχώρησιν, τοις υμάς μακαρίζουσι.

Δόξα. Ήχος πλ. Α’ .

Το πυρ της θείας αγάπης, εν τη καρδία φέροντες, ξένην ανδρείαν επεδείξασθε, εν τω σταδίω της αθλήσεως, αγαλλομένη γαρ ψυχή, τω ξίφει τον αυχένα κλίναντες, τους εχθρούς εξεπλήξατε, του δε Χριστού τον θάνατον, αληθώς εδοξάσατε, αλλ’ ως αθανάτου δόξης κοινωνοί, Χριστόδουλε και Χριστοδούλη, θανάτου αμαρτίας ημάς ρύσασθε, αιτούμενοι ημίν το μέγα έλεος.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Μακαρίζομέν σε Θεοτόκε Παρθένε, και δοξάζομέν σε οι πιστοί κατά χρέος, την πόλιν την άσειστον, το τείχος, το άρρηκτον, την αρραγή προστασίαν, και καταφυγήν των ψυχών ημών.

Δοξολογία Μεγάλη και Απόλυσις.

Μεγαλυνάριον.

Χαίροις των Μαρτύρων η ξυνωρίς, Χριστόδουλε μάκαρ, Αθλοφόρων ο κοινωνός, χαίροις Χριστοδούλη, Χριστού ωραία νύμφη, σεμνή Παρθενομάρτυς, αξιοθαύμαστε.

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Voutsinasilias.blogspot.gr
http://voutsinasilias.blogspot.gr/2012/11/4.html


Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2015

Παρακλητικός κανόνας στην οσία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου.



site analysis




(Η μνήμη της τιμάται τη 28η Ιουλίου)
 

Ἱερεὺς.
Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, πάντοτε, νύν, καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. 
Ψαλμός ρμβ’ (142) .Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι τὴν δέησίν μου ἐν τῇ ἀληθείᾳ Σου, ἐπάκουσόν μου ἐν τῇ δικαιοσύνῃ Σου. Καὶ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου Σου, ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν Σου πᾶς ζῶν. Ὅτι κατεδίωξεν ὁ ἐχθρὸς τὴν ψυχήν μου· ἐταπείνωσεν εἰς γῆν τὴν ζωήν μου. Ἐκάθισέν με ἐν σκοτεινοῖς ὡς νεκροὺς αἰῶνος· καὶ ἠκηδίασεν ἐπ’ ἐμὲ τὸ πνεῦμά μου, ἐν ἐμοὶ ἐταράχθη ἡ καρδία μου. Ἐμνήσθην ἡμερῶν ἀρχαίων καὶ ἐμελέτησα ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις Σου, ἐν ποιήμασιν τῶν χειρῶν Σου ἐμελέτων. Διεπέτασα πρὸς Σέ τὰς χεῖράς μου· ἡ ψυχή μου ὡς γῆ ἄνυδρός Σοι. Ταχὺ εἰσάκουσόν μου, Κύριε, ἐξέλιπε τὸ πνεῦμά μου. Μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν Σου ἀπ’ ἐμοῦ, καὶ ὁμοιωθήσομαι τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον. Ἀκουστὸν ποίησόν μοι τὸ πρωῒ τὸ ἔλεός Σου, ὅτι ἐπὶ Σοὶ ἤλπιςα. Γνώρισόν μοι, Κύριε, ὁδὸν ἐν ᾗ πορεύσομαι, ὅτι πρὸς Σὲ ἦρα τὴν ψυχήν μου. Ἐξελοῦ με ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου, Κύριε, ὅτι πρὸς σὲ κατέφυγον· δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά Σου, ὅτι Σὺ εἶ ὁ Θεός μου. Τὸ πνεῦμά Σου τὸ ἀγαθὸν ὁδηγήσει με ἐν γῇ εὐθείᾳ· ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός Σου, Κύριε, ζήσεις με. Ἐν τῇ δικαιοσύνῃ Σου ἐξάξεις ἐκ θλίψεως τὴν ψυχήν μου. Καὶ ἐν τῷ ἐλέει σου ἐξολοθρεύσεις τοὺς ἐχθρούς μου, καὶ ἀπολεῖς πάντας τοὺς θλίβοντας τὴν ψυχήν μου· ὅτι ἐγώ δοῦλός Σού εἰμι.
Καί εὐθύς ψάλλεται τετράκις ἐξ’ ὑπαμοιβῆς, μετά τῶν οἰκείων στίχων:
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχ, α'. Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ, καὶ ἐπικαλεῖσθε τὸ ὄνομα τὸ ἅγιον αὐτοῦ.
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχ, β'. Πάντα τὰ ἔθνη ἐκύκλωσάν με, καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς.
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχ, γ'. Παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν.
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
καὶ τὰ Προσόμοια. Ἦχος δ΄.
Ήχος δ’. Ο υψωθείς.
Την καλιπάρθενον αμνάδα του Κτίστου και Ορθοδόξων βοηθόν και προστάτην εν κατανύξει κράξωμεν πιστοί ταπεινώς, ένδοξε, ρύσαι ικέτας σου εκ παντοίων κινδύνων σπεύσον και παράσχου συ υγιείαν και ρώμην μη αποστρέψεις σους δούλους κενούς σε γαρ, Ειρήνη, μεσίτριαν έχομεν.
Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Απολυτίκιον. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.


Δόξαν ρέουσαν, υπεριδούσα, νύμφη άμωμος, ώφθης Κυρίου δι’ ασκήσεως Οσία εκλάμψασα ως ουν Ειρήνη τυχούσα του πόθου σου εν ομονοία ημάς διαφύλαττε, αξιάγαστε, Χριστώ τω Θεώ πρεσβεύουσα δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Οὐ σιωπήσωμέν ποτε, Θεοτόκε, τὰς δυναστείας σου λαλεῖν οἱ ἀνάξιοι· εἰμὴ γὰρ σὺ προΐστασο πρεσβεύουσα, τὶς ἡμᾶς ἐρρύσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων; Τὶς δὲ διεφύλαξεν ἕως νῦν ἐλευθέρους; Οὐκ ἀποστῶμεν, Δέσποινα, ἐκ σοῦ· σοὺς γὰρ δούλους σῴζεις ἀεί, ἐκ παντοίων δεινῶν.
Ψαλμός ν’ (50).
Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός Σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν Σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου. Ἐπὶ πλεῖον πλῦνόν με ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου καὶ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισόν με. Ὅτι τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω, καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστιν διὰ παντός. Σοὶ μόνῳ ἥμαρτον καὶ τὸ πονηρὸν ἐνώπιόν Σου ἐποίησα, ὅπως ἂν δικαιωθῇς ἐν τοῖς λόγοις Σου καὶ νικήσῃς ἐν τῷ κρίνεσθαί Σε. Ἰδοὺ γὰρ ἐν ἀνομίαις συνελήμφθην, καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέν με ἡ μήτηρ μου. Ἰδοὺ γὰρ ἀλήθειαν ἠγάπησας, τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια τῆς σοφίας Σου ἐδήλωσάς μοι. Ραντιεῖς με ὑσσώπῳ, καὶ καθαρισθήσομαι· πλυνεῖς με, καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ἀκουτιεῖς με ἀγαλλίασιν καὶ εὐφροσύνην, ἀγαλλιάσονται ὀστᾶ τεταπεινωμένα. Ἀπόστρεψον τὸ πρόσωπόν Σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσας τὰς ἀνομίας μου ἐξάλειψον. Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου. Μὴ ἀπορρίψῃς με ἀπὸ τοῦ προσώπου Σου καὶ τὸ Πνεῦμα Σου τὸ Ἅγιόν μὴ ἀντανέλῃς ἀπ’ ἐμοῦ. Ἀπόδος μοι τὴν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου Σου καὶ πνεύματι ἡγεμονικῷ στήρισόν με. Διδάξω ἀνόμους τὰς ὁδούς Σου, καὶ ἀσεβεῖς ἐπὶ Σὲ ἐπιστρέψουσιν. Ρῦσαί με ἐξ αἱμάτων, ὁ Θεὸς ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου· ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσά μου τὴν δικαιοσύνην Σου. Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν Σου. Ὅτι εἰ ἠθέλησας θυσίαν, ἔδωκα ἄν· ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξ ουθενώσει. Ἀγάθυνον, Κύριε, ἐν τῇ εὐδοκίᾳ Σου τὴν Σιών, καὶ οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη Ιερουσαλημ. Τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα· τότε ἀνοίσουσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν Σου μόσχους.




Καὶ εὐθὺς ψάλλομεν τὸν Κανόνα. Ἦχος Δ΄.
Ωδὴ α΄. Ἦχος δ΄. Ὑγρὰν διοδεύσας
(Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών)
Ειρήνη, προσπίπτω δεητικώς προς σε ο αχρείος και αιτούμαι σην αρωγήν, ην τάχος παράσχου σω ικέτη και εκ παγίδων του δράκοντος ρύσαι με.

Ιάσεις ποικίλας, θαυματουργέ απαύστως παρέχεις τοις προστρέχουσι ταπεινώς και την σην βοήθειαν παράσχου τοις προς σε πόθω προσφεύγουσι, πάντιμε.

Ψυχάς των αχρείων σου ικετών προστάτευσον, κόρη, από πάσης επιβουλής και δίδως μετάνοιαν Ειρήνη, Χρυσοβαλάντου το κλέος και καύχημα.

Θεοτόκιον.
Σεμνή Θεοτόκε μήτερ Θεού, προς σε καταφεύγω και αιτούμαι σην αρωγήν ην τάχος παράσχου σω ικέτη και σωτηρίας τυχείν καταξίωσον.

Ωδή γ’. Ουρανίας αψίδος.
Των τυφλών βακτηρία και ασθενών ίασις και των εν ανάγκαις, Ειρήνη, μέγας επίκουρος και οδηγός ασφαλής των ορθοδόξων εφάνης ορφανών δε στήριγμα, ω θεοπρόβλητε.

Την μονήν σου, Ειρήνη εκ πειρασμών φύλαττε και τας εν αυτή ασκουμένας σκέπε, φιλάγαθε. Τους εισιόντας προς σε τέλη ανώδυνα δίδου και ειρήνην δώρησαι ω αξιάγαστε.

Ικετεύω σε, νύμφη, τον ψυχικόν τάραχον και της αθυμίας την ζάλην συ αποδίωξον. Σε γαρ προστάτην ημών ομολογούμεν, Ειρήνη, και φρουρόν ακοίμητον, κόρη πανύμνητε.

Θεοτόκιον.
Ω Πανάχραντε κόρη, χριστιανών καύχημα και των ορθοδόξων το κλέος, συ με προστάτευσον εκ των βελών του εχθρού και εκ δολίων ανθρώπων και παθών, Πανάμωμε, ψυχής απάλλαξον.

Διάσωσον από κινδύνων τους δούλους σου, ω Ειρήνη, ότι πάντες ικετικώς προς σε καταφεύγομεν ως χάριν ευρούσα παρά Κυρίω.

Επίβλεψον εν ευμενεία, πανύμνητε Θεοτόκε, επί την εμήν χαλεπήν του σώματος κάκωσιν και ίασαι της ψυχής μου το άλγος.
Ἱερεὺς.
Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἐλεὸς Σου, δεόμεθά Σου, ἐπάκουσον
καὶ ἐλέησον.
Λαὸς
Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ του Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (δεινός) καὶ πάσης της ἐν
Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος.

Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ ἐλέους, ζωῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, ἐπισκέψεως, συγχωρήσεως καὶ ἀφέσεως των ἁμαρτιῶν των δούλων του Θεοῦ, πάντων
των εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν, των κατοικούντων καὶ
παρεπιδημούντων ἐν τη (κώμῃ, πόλη) ταύτη, των ἐνοριτῶν, ἐπιτρόπων, συνδορομητῶν καὶ ἀφειρωτῶν του ἁγίου ναοῦ τούτου.

Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ των δούλων του Θεοῦ, (ὀνόματα).

Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Ἱερεὺς.
Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις,καὶ σοὶ τὴν δόξαν
ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ
καὶ εἰς τους αἰῶνας των αἰώνων.

Ἀμήν.Μετὰ τὴν ἐκφώνησιν τὸ παρὸν Κάθισμα.Ήχος β’. Πρεσβεία θερμή.
Συ πρέσβυς θερμός και τείχος απροσμάχητον εδείχθης, σεμνή, και κόσμου καταφύγιον εκτενώς βοώμεν σοι, καλλιπάρθενε κόρη, πρόφθασον και εκ κινδύνων λύτρωσαι ημάς, Ειρήνη, πιστών δόξα και καύχημα.




Ωδή δ’. Εσακήκοα Κύριε.
Χάρισόν μοι κατάνυξιν, στεναγμούς και δάκρυα, θαυματόβρυτε. Ικέτην δίδου, Ειρήνη υγιείαν και ρώμην, ισάγγελε.

Σοι προσπίπτω και δέομαι εκ παντός κινδύνου ρύσαι με, πάντιμε, και την πώρωσιν διάλυσον της ψυχής μου τάχος, μεγαλώνυμε.

Την μονήν σου, πανάριστε, της ορθοδοξίας τείχος ανάδειξον και τους εις αυτήν προστρέχοντας τέκνα τάχος, Ειρήνη, συ δώρησον.

Θεοτόκιον.
Υπερ πάντων ικέτευε τον Υιόν σου, κόρη αξιοτίμητε, και τας τύψεις μου κατεύνασον δια μετανοίας, Θεονύμφευτε.

Ωδή ε’. Φώτισον ημάς.
Δώρησον καμέ υγιείαν και ταπείνωσιν, πνεύμα συνέσεως και φόβον Θεού, ίνα υμνώ σε απαύστως, Ειρήνη πάντιμε.

Πίστην ακλινή και αγάπην τάχος χάρισον πάσι τοις προστρέχουσι, σεμνή, και εξαιτούσιν, Ειρήνη, σην βοήθειαν.

Νέκρωσον, σεμνή, της σαρκός μου τα σκιρτήματα και την καρδίαν μου πλήρωσον χαράς ίνα δοξάζω, Ειρήνη, Χριστόν τον Κύριον.

Θεοτόκιον.
Ρήματα Θεού διετήρεις εν τη καρδία σου, Παρθενομήτορ αξιάγαστε, τούτο αξίωσον καγώ ποιήσαι δέομαι.

Ωδή στ’. Την δέησιν.
Θαυμάτων συ κρουνός ανεδείχθης και ακοίμητος φρουρός των ανθρώπων των πειρασμών διαλύεις παγίδας και τοις πιστοίς συ παρέχεις την ίασιν σου δέομαι, ω αγαθή, εκ παθών και κινδύνων διάσωσον.

Ειρήνη, Χρυσοβαλάντου το κλέος σοι προσέρχομαι εν πόθω και πίστει και εκζητώ σην βοήθειαν, κόρη, ίνα ρυσθώ εκ των θλίψεων τάχυον, εκ νόσων τε και πειρασμών και ποικίλων παγίδων του όφεως.

Θανάτου του αιωνίου ρύσαι με τον ανάξιον ικέτην, Ειρήνη, και εκ φθοράς και ποικίλων παγίδων του αρχαικάκου εχθρού τάχος με λύτρωσον, ω κλέος των χριστιανών, εκ παθών και κινδύνων διάσωσον.

Θεοτόκιον.
Παρθένε προς σε προσφεύγω ο τάλας και προς σε χείρας αίρω απαύστως τον σον Υιόν καθικέτευε, κόρη, ίνα σωθώ ο αχρείος ικέτης σου εκ πάντων των διαπλοκών ας ο όφις εκφαίνει, Πανύμνητε.

Διάσωσον εκ πάσης νόσου τους δούλους σου, ω Ειρήνη, ότι πάντες προς σε καταφεύγομεν ως έχουσαν τω Θεώ παρρησία.

Άχραντε, η δια λόγου τον Λόγον ανερμηνεύτως επ’εσχάτων των ημερών τεκούσα, δυσώπησον, ως έχουσα μητρικήν παρρησίας.

Ἱερεὺς.
Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἐλεὸς Σου, δεόμεθά Σου, ἐπάκουσον
καὶ ἐλέησον.

Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.

Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ του Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (δεινός) καὶ πάσης της ἐν
Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος.

Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ ἐλέους, ζωῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, ἐπισκέψεως, συγχωρήσεως καὶ ἀφέσεως των ἁμαρτιῶν των δούλων του Θεοῦ, πάντων
των εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν, των κατοικούντων καὶ
παρεπιδημούντων ἐν τη (κώμῃ, πόλη) ταύτη, των ἐνοριτῶν, ἐπιτρόπων, συνδορομητῶν καὶ ἀφειρωτῶν του ἁγίου ναοῦ τούτου.

Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ των δούλων του Θεοῦ, (ὀνόματα).

Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Ἱερεὺς.
Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις,καὶ σοὶ τὴν δόξαν
ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ
καὶ εἰς τους αἰῶνας των αἰώνων.

Ἀμήν. Τὸ παρὸν Κοντάκιον. Ἦχος β ΄. Προστασία τῶν Χριστιανῶν.
Συ προστάτης των χριστιανών ακαταίσχυντος και μεσίτης προς Θεόν, Ειρήνη, ταχύτατος, μη παρίδης αμαρτωλών ικέτιδας φωνάς, αλλά πρόφθασον, ω αγαθή, εις την βοήθειαν ημών των θερμώς δεομένων σοι. Λύσον συ τας στειρώσεις και τέκνα πιστοίς παράχου, Χρυσοβαλάντου θησαυρέ, και ημών δόξα και καύχημα.

Και ευθύς το Προκείμενον. Ήχος δ’.

Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον, και προσέσχε μοι, και εισήκουσε της δεήσεώς μου. (3)
Στίχος. Και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου, και κατεύθυνε τα διαβήματά μου.

Ἱερεὺς.
Καὶ ὑπέρ του καταξιωθῆναι ἡμᾶς της ἀκροάσεως του ἁγίου
Εὐαγγελίου, Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν ἱκετεύσωμεν.

Κύριε, ἐλέησον (γ').
Ἱερεὺς.
Σοφία. Ὀρθοῖ, ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου. Εἰρήνη πᾶσι.

Καὶ τῶ Πνεύματί σου.
Ἱερεὺς.
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν ἁγίου Εὐαγγελίου τὸ ἀνάγνωσμα. Πρόσχωμεν!

Δόξα σοί, Κύριε, δόξα σοί.
Ἱερεὺς. (Λουκά ζ’ 36-50)
Ηρώτα δε τις αυτόν των Φαρισαίων ίνα φάγη μετ΄ αυτού· και εισελθών εις την οικίαν του Φαρισαίου ανεκλίθη. και ιδού γυνή εν τη πόλει ήτις ην αμαρτωλός, και επιγνούσα ότι ανεκειται εν τη οικία του Φαρισαίου, κομίσασα αλάβαστρον μύρου και στάσα οπίσω παρά τους πόδας αυτού κλαίουσα, ήρξατο βρέχειν τους πόδας αυτού τοις δάκρυσι και ταις θριξί της κεφαλής αυτής εξέμασσε, και κατεφίλει τους πόδας αυτού και ήλειφε τω μύρω. ιδών δε ο Φαρισαίος ο καλέσας αυτόν είπεν εν εαυτώ λέγων· ούτος ει ην προφήτης, εγίνωσκεν αν τις και ποταπή η γυνή ήτις άπτεται αυτού, ότι αμαρτωλός εστί. και αποκριθείς ο Ιησούς είπε προς αυτόν· Σίμων, έχω σοι τι ειπείν, ο δε φησί· διδάσκαλε, ειπέ. δύο χρεωφειλέται ήσαν δανειστή τινί· εις ώφειλε δηνάρια πεντακόσια, ο δε έτερος πεντήκοντα. μη εχόντων δε αυτών αποδούναι, αμφοτέροις εχαρίσατο. τις ουν αυτών, ειπέ, πλείον αυτόν αγαπήσει; αποκριθείς δε ο Σίμων είπεν· υπολαμβάνω ότι ω το πλείον εχαρίσατο. ο δε είπεν αυτώ· ορθώς έκρινας, και στραφείς προς την γυναίκα τω Σίμωνι έφη· βλέπεις ταύτην την γυναίκα; εισήλθόν σου εις την οικίαν, ύδωρ επί τους πόδας μου ουκ έδωκας· αύτη δε τοις δάκρυσιν έβρεξέ μου τους πόδας και ταις θριξί της κέφαλής αυτής εξέμαξε. φίλημά μοι ουκ έδωκας· αύτη δε αφ΄ ης εισήλθεν ου διέλιπε καταφιλούσα μου τους πόδας. ελαίω την κεφαλήν μου ουκ ήλειψας· αύτη δε μύρω ήλειψέ μου τους πόδας. ου χάριν λέγω σοι, αφέωνται αι αμαρτίαι αυτής αι πολλαί, ότι ηγάπησε πολύ· ω δε ολίγον αφίεται, ολίγον αγαπά. είπε δε αυτή· αφέωνταί σου αι αμαρτίαι. και ήρξαντο οι συνανακείμενοι λέγειν εν εαυτοίς· τις ούτος εστίν ος και αμαρτίας αφίησιν; είπε δε προς την γυναίκα· η πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εις ειρήνην.

Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι.

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι. Ἦχος Β΄.
Ταις της σης Οσίας πρεσβείαις Ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.

Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ταις της Θεοτόκου, πρεσβείαις Ελεήμον, εξάλειψων τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.

Ἐλέησον μέ, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου, καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου.

Ἦχος πλ. Β΄. Ὅλην άποθέμενοι.Ήχος πλ. β’.
Μη εγκαταλείπης με, Χρυσοβαλάντου το κλέος των πιστών το στήριγμα, αλλά δέξαι δέησιν του ικέτους σου θλίψις γαρ έχει με, φέρειν ου δύναμαι αρχαικάκου τα τοξεύματα’ σκέπην ου κέκτημαι, ουδέ που προσφύγω, Οσίαθλε, πάντοθεν πολεμούμενος και παραμυθίαν ουκ έχω πλην σου. Σπεύσον, ω Ειρήνη, ακοίμητε προστάτα και φρουρέ των δεομένων σοι, εύσημε, και ευχάς εκπλήρωσον.

Ο Ιερεύς’ Σώσον ο Θεός τον λαόν σου...
’ Κύριε, ελέησον (ιβ’).
Ο Ιερεύς’ Ελέει και οικτιρμοίς...

και αι λοιπαί ωδαί του Κανόνος

Ωδή ζ’. Οι εκ της Ιουδαίας.
Της ψυχής μου τα έλκη συ θεράπευσον, κόρη αξιοθαύμαστε, και τέλη της ζωής μου ανώδυνα παράσχου, ίνα πόθω κραυγάζω σοι Ο των Πατέρων ημών Θεός ευλογητός ει.

Ατεκνίαν γυναίων συ παρέχεις την λύσιν πανευωδέστατε, διο και αι ποθούσαι υιούς και θυγατέρας προς σε έρχονται άδουσαι, Χαίρε Ειρήνη σεμνή Χρυσοβαλάντου κλέος.

Εκ τροχαίου ικέτας συ προστάτευσον, κόρη πανωσιώτατε, και πάσι τοις αιτούσι μετάνοιαν παράσχου, ίνα πάντες κραυγάζωμεν, Ο των Πατέρων ημών Θεός ευλογητός ει.

Θεοτόκιον.
Μητροπάρθενε Κόρη προς σε σπεύδω δεόμενος, ο ανάξιος, παράσχου υγιείαν και ρώμην σω ικέτη, ίνα πόθω δοξάζωμεν σε, Θεοτόκε αγνή, την δόξαν των αγγέλων.

Ωδή η’. Τον Βασιλέα.
Τον Βασιλέα ον ηγάπησας σφόδρα, ω Ειρήνη θεόφρον, λιταίς σου ευμένισον τάχος, ίνα μη κολασθώμεν.

Συ ω Ειρήνη, ημών τας καρδίας ειρήνης και χαράς πληροίς, δεδοξασμένη διο σε απαύστως υμνούμεν, αθλοφόρε.

Τας ασθενείας μου της ψυχής ιατρεύεις και σαρκός τας οδύνας, Ειρήνη, διο σε δοξάζω, Χρυσοβαλάντου κλέος.

Θεοτόκιον.
Την Θεοτόκον και Λυτρωτού την μητέρα των αγγέλων αι τάξεις υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.

Ωδή θ’. Κυρίως Θεοτόκον.
Ειρήνη αθληφόρε, σε παρακαλούμεν και δεόμεθα, κόρη πανύμνητε, τους ορθοδόξους απαύστως σκέπε και φύλαττε.

Μονής Χρυσοβαλάντου κλέος ανεδείχθης και των πιστών καταφύγιον άριστον, Ειρήνη κόρη σεμνή, μοναζουσών η δόξα.

Κατάνυξιν παράσχου εμοί τω αθλίω, υπομονήν και πτωχείαν του πνεύματος αξίωσον λιταίς σου Χριστού ιδείν την δόξαν.

Θεοτόκοιον.
Πανάμωμε Παρθένε, σκέπασον ικέτην και εκ χειρών αρχαικάκου διάσωσον τοις δε ποθούσι, Αγνή, μετάνοιαν παράσχου.

Και ευθύς,

Ἄξιόν ἐστιν ὦς ἀληθῶς, μακαρίζειν σὲ τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον, καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν .Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν.
Τα Μεγαλυνάρια.

Δεύτε εφημήσωμεν οι πιστοί Οσίαν Ειρήνην των ατέκνων καταφυγή, των δε ορθοδόξων προστάτιδα και κλέος και πάντων των εν θλίψει το παραμύθιον.

Εκτενώς ικέτευε τον Θεόν υπέρ της Ελλάδος ειρηναίαν αυτήν τηρείν και λυτρούσθαι πάντων δεινών τε και κινδύνων, μοναζουσών το κλέος, Ειρήνη Πάνσοφε.

Έλαμψας τω πάλαι εν τη Μονή του Χρυσοβαλάντου, ω Ειρήνη θαυματουργέ, και των μοναζόντων κατέστης, αθληφόρε, το πρότυπον και κλέος και πάντων σέμνωμα.

Ίδωμεν τους άθλους σου, αγαθή, ους εν τη μονή σου συ κατήγαγες ταπεινώς και τας αρετάς σου δι’ων κατεκοσμήθης, Ειρήνη χριστοδρόμε, πιστών το κλέϊσμα.

Ατεκνίαν λύεις των γυναικών, Ειρήνη θεόφρον, ορθοδόξων καταφυγή, συ και τας ιάσεις παρέχεις αδαπάνως τοις πίστει προσιούσιν εις την εικόνα σου.

Το Μεγαλυνάριον του Αγίου του Ναού και
Πᾶσαι τῶν, Ἀγγέλων αἱ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ ἅγιοι πάντες, μετὰ τῆς Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν, εἰς τὸ σωθῆναι ἡμᾶς.

Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς. (γ')
Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Παναγία Τριάς, ἐλέησον ἡμᾶς. Κύριε, ἱλάσθητι ταὶς ἁμαρτίαις ἡμῶν.
Δέσποτα, συγχώρησον τὰς ἀνομίας ἡμῖν. Ἅγιε, ἐπίσκεψαι καὶ ἴασαι τὰς ἀσθενείας ἡμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε, ἐλέησον. Κύριε, ἐλέησον, Κύριε, ἐλέησον.
Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοίς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου, γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὦς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς. Τὸν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον, καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὦς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοὶς ὀφειλέταις ἡμῶν, καὶ μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥύσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. Ἀμήν.
Ἱερεὺς.
Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν. Ἀπολυτίκιον. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.

Δόξαν ρέουσαν, υπεριδούσα, νύμφη άμωμος, ώφθης Κυρίου δι’ ασκήσεως Οσία εκλάμψασα ως ουν Ειρήνη τυχούσα του πόθου σου εν ομονοία ημάς διαφύλαττε, αξιάγαστε, Χριστώ τω Θεώ πρεσβεύουσα δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Ἱερεὺς.
Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἐλεὸς Σου, δεόμεθά Σου, ἐπάκουσον καὶ ἐλέησον.

Κύριε, ἐλέησον. (3)
Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν, (δεῖνος) καὶ πάσης τῆς ἐν Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος.

Κύριε, ἐλέησον. (3)
Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ ἐλέους, ζωῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, ἐπισκέψεως, συγχωρήσεως καὶ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ, πάντων τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν, τῶν κατοικούντων καὶ παρεπιδημούντων ἐν τῇ πόλει ταύτη, ἐπιτρόπων, συνδρομητῶν καὶ ἀφιερωτῶν τοῦ ἁγίου ναοῦ τούτου.

Κύριε, ἐλέησον. (3)
Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ, (ὀνόματα).

Κύριε, ἐλέησον. (3)
Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ τοῦ διαφυλαχθῆναι τὴν ἁγίαν Ἐκκλησίαν καὶ τὴν πόλιν ταύτην, καὶ πᾶσαν πόλιν καὶ χώραν ἀπὸ ὀργῆς, λοιμοῦ, λιμοῦ, σεισμοῦ, καταποντισμοῦ, πυρός, μαχαίρας, ἐπιδρομῆς ἀλλοφύλων, ἐμφυλίου πολέμου, καὶ αἰφνιδίου θανάτου, ὑπὲρ τὸν ἵλεων, εὐμενῆ καὶ εὐδιάλακτον, γενέσθαι τὸν ἀγαθὸν καὶ φιλάνθρωπον Θεὸν ἡμῶν, τοῦ ἀποστρέψαι καί, διασκεδάσαι πᾶσαν ὀργὴν καὶ νόσον, τὴν καθ' ἡμῶν κινουμένην, καὶ ῥύσασθαι ἡμᾶς ἐκ τῆς ἐπικειμένης δικαίας αὐτοῦ ἀπειλῆς, καὶ ἐλεῆσαι ἡμᾶς.

Κύριε, ἐλέησον. (3)
Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα καὶ ὑπὲρ τοῦ εἰσακοῦσαι Κύριον τὸν Θεὸν φωνῆς τῆς δεήσεως ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν, καὶ ἐλεῆσαι ἡμᾶς.

Κύριε, ἐλέησον. (3)
Ἱερεὺς.
Ἐπάκουσον ἡμῶν, ὁ Θεός, ὁ Σωτὴρ ἡμῶν, ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς καὶ τῶν ἐν θαλάσσῃ μακράν, καὶ ἵλεως, ἵλεως γενοῦ ἡμῖν, Δέσποτα ἐπὶ ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν, καὶ ἐλέησον ἡμᾶς.

Κύριε, ἐλέησον. (3)
Ἱερεὺς.
Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.



Ἀμήν.
Ἱερεὺς.
Δόξα σοι ὁ Θεός, ἡ ἐλπὶς ἡμῶν, Κύριε, δόξα Σοι.
Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν ταῖς πρεσβείαις τῆς παναχράντου καὶ παναμώμου ἁγίας Αὐτοῦ μητρός, δυνάμει τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, προστασίαις τῶν τιμίων ἐπουρανίων Δυνάμεων ἀσωμάτων, ἱκεσίαις τοῦ τιμίου, ἐνδόξου, προφήτου Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου, τῶν ἁγίων, ἐνδόξων καὶ πανευφήμων Ἀποστόλων, τῶν ἁγίων ἐνδόξων καὶ καλλινίκων Μαρτύρων, τῶν ὁσίων καὶ θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν, (τοῦ Ναοῦ) τῶν ἁγίων καὶ δικαίων θεοπατόρων Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννης, (τῆς ἡμέρας) καὶ πάντων τὸν Ἁγίων, ἐλεήσαι καὶ σώσαι ἡμᾶς, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος καὶ ἐλεήμων Θεός.

Ἀμήν. Των πιστών ασπαζομένων την εικόνα της Οσίας ψάλλομεν τα εξής:

Ήχος β’. Ότε εκ του ξύλου.
Χαίρε, ω Ειρήνη θαυμαστή. Χαίρε ορθοδόξων προστάτα και των πιστών ο φρουρός άλλην γαρ ουκ έχομεν αμαρτωλοί προς Θεόν εν κινδύνοις και θλίψεσιν αεί μεσιτείαν οι κατατρυχόμενοι υπό ποικίλων παθών σπεύσον και ατέκνοις παράσχου τέκνα, θεοδόξαστε κόρη, ως και υγιείαν, καλλιπάρθενε.

Ήχος πλ. δ’.
Δέσποινα, πρόσδεξαι τας δεήσεις των δούλων σου, και λύτρωσαι ημάς από πάσης ανάγκης και θλίψεως.

Ήχος β’.
Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθιμι, Μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπην σου.

Ήχος α’.
Τη πρεσβεία, Κύριε, πάντων των Αγίων και της Θεοτόκου, την σην ειρήνην δος ημίν και ελέησον ημάς ως μόνος οικτίρμων.
Ἱερεὺς.
Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς.
Ἀμήν.




Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2015

Ασματική Ακολουθία εις τιμήν και μνήμην των αυταδέλφων Οσίων μητέρων ημών, Πολυξένης και Ξανθίππης – Χαραλάμπους Μπούσια



site analysis

ΤΗ ΚΓ’ ΤΟΥ ΜΗΝΟΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΥΤΑΔΕΛΦΩΝ ΟΣΙΩΝ ΜΗΤΕΡΩΝ ΗΜΩΝ ΠΟΛΥΞΕΝΗΣ ΚΑΙ ΞΑΝΘΙΠΠΗΣ

ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ
Ποίημα Χαραλάμπους Μπούσια

ΑΘΗΝΑΙ 1994

ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΜΑΜΑΛΟΥΓΚΟΣ
http://www.nektarios.gr/



















ΕΝ ΤΩ ΜΙΚΡΩ ΕΣΠΕΡΙΝΩ

Εις το Κύριε εκέκραξα· ιστώμεν στίχους δ´ και ψάλλομεν τα εξής Προσόμοια. Ήχος α . Πανεύφημοι μάρτυρες.

Λαμπόμεναι θείαις αρεταίς, το ζοφώδες έρεβος, της αγνωσίας ηλάσατε, και θεία χάριτι, Πολυξένη μάκαρ, και Ξανθίππη πάνσεμνε, οδόν την φωταυγή και σωτήριον, προς τον Παντάνακτα, την απάγουσαν εδείξατε, θεοφόροι, σωθήναι τοις θέλουσι.

Δυάς αυταδέλφων γυναικών, ευκλεείς μαθήτριαι, των Αποστόλων γηθόμεναι, αυτών τοις ίχνεσιν, εν τη Ισπανία, ευ ηκολουθήσατε, και όνομα Κυρίου το πάντιμον, στερρώ φρονήματι, Πολυξένη εκηρύξατε, και Ξανθίππη, λαμπάδες της πίστεως.

Ξανθίππην τιμήσωμεν πιστοί, τον πυρσόν της πίστεως, και Πολυξένην την πάνσεπτον, αυτής ομαίμονα, εκβοώντες πόθω· του Χριστού ασκήτριαι, δυάς πανευκλεές οσιότητος, μητέρες ένθεοι, μη ελλίπητε τον Κύριον, δυσωπούσαι, υπέρ των ψυχών ημών.

Του άρχοντος Πρόβου την σεμνήν, και οσίαν σύνευνον, Ξανθίππην ύμνοις τιμήσωμεν, ως ισαπόστολον, και αυτής την θείαν, και λαμπράν ομαίμονα, τιμίαν Πολυξένην κραυγάζοντες· Χριστού ασκήτριαι, οδηγήσατε προς κρείττονα, βίον πάντας, υμάς τους γεραίροντας.

Δόξα. Ήχος δ´.

Τω θείω θελήματι εαυτούς υποτάξασαι, και της σαρκός νεκρώσασαι το φρόνημα, της αϊδίου ζωής την χάριν εδέξασθε, αυτάδελφοι Ξανθίππη και Πολυξένη· ασκητική ουν πολιτεία διαλάμψασαι, και φωτίσασαι Ισπανίας την χώραν την ένδοξον, μετέστητε προς τον Νυμφίον Ιησούν, πρεσβευούσαι υπέρ των ψυχών ημών.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Εκ παντοίων κινδύνων τους δούλους σου...

Εις τον Στίχον, Στιχηρά Προσόμοια. Ήχος β´. Οίκος του Εφραθά.

Βίον θεοτερπή, ανύσασαι ως φάροι, ηυγάσατε τον κόσμον, Ξανθίππη θεοφόρε, και Πολυξένη πάναγνε.

Στίχος: Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον και προσέσχε μοι, και εισήκουσε της φωνής της δεήσεώς μου.

Πάσαν την χοϊκήν, συνάφειαν λιπούσαι, ομαίμονες φωσφόροι, ως Άγγελοι εν κόσμω, σοφώς επολιτεύσασθε.

Στίχος: Και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου..

Πνεύματι θεϊκώ, αι γλώσσαι πληρωθήσαι, υμών Ευαγγελίου, αυτάδελφοι Οσίαι, τας εντολάς ελάλησαν.

Δόξα. Τριαδικόν.

Έρωτι πανσθενές, Τριας υπεραγία, σω ιερώ τρωθείσαι, διέπρεψαν οσίως, αι αδελφαί ασκήτριαι.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Λόγον τον του Θεού, τον άχρονον εν χρόνω, εγέννησας Παρθένε, υπερφυώς διο σε, απαύστως μεγαλύνομεν.

Νυν απολύεις. Το Τρισάγιον, το Απολυτίκιον εκ του Μεγάλου Εσπερινού και Απόλυσις.



ΜΕΓΑΛΟΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ

Μετά τον Προοιμιακόν, το Μακάριος ανήρ. Εις δε το Κύριε εκέκραξα· ιστώμεν στίχους στ  καὶ ψάλλομεν τα εξής Προσόμοια.
Ήχος δ´. Ως γενναίον εν Μάρτυσιν.

Ως επλήσθητε χάριτος, του Αγίου του Πνεύματος, πάντιμοι αυτάδελφοι θεοκήρυκες, διεληλύθατε βίωσιν, εν γη οία πάροικοι, επειγόμεναι ζωήν, προς την όντως αΐδιον, ης επέβητε, εν χαρά Πολυξένη και Ξανθίππη, επομβρίζουσαι ιάσεις, υμών την μνήμην τοις σέβουσιν.

Ισπανίας κλεΐσματα, η σαγήνη εζώγρησε, αποστόλων θείων υμάς και έδειξε, κηρύκων θείων ακρότητας, θηλέων κυάθιον, Πολυξένη αρετών, και Ξανθίππη θεόφιλε· όθεν σήμερον, την υμών εκτελούντες θείαν μνήμην, καταστέφομεν τους πόνους, υμών ωδαίς πανευσχήμοσι.

Πολυξένην τιμήσωμεν, το πολύτιμον μάργαρον, των Χριστού αμνάδων και την αυτάδελφον, αυτής Ξανθίππην το έκπαγλον, της πίστεως μέλαθρον, εκβοώντες εν πολλή, κατανύξει· πρεσβεύσατε, τω Παντάνακτι, ειρηναίον δωρήσαι πάσι βίον, τοις υμάς ανευφημούσιν, ως ευλαβείς θεοκήρυκας.

Αποστόλων μαθήτριαι, θεοσοφών γενόμενοι, παρ  αὐτῶν τα πρόσφορα εδιδάχθητε, και ως κηρόν κατετήξατε, σαυτούς παναοίδιμοι, τη αγάπη του Χριστού, και πλησίον ασκήτριαι, θεοφόρητοι, Πολυξένη ομού τε και Ξανθίππη, αι κιρνώσαι πάσι νέκταρ, σωτηριώδες της πίστεως.

Ξυνωρίδα πανθαύμαστον, γυναικών ευφημήσωμεν, αυταδέλφων μνήμην αυτών εν άσμασιν, επιτελούντες την πάντιμον, και πόθω βοήσωμεν· Πολυξένη διαυγές, του Δεσπότου παλάτιον, καθικέτευε, συν Ξανθίππη τη γλώσση τη ευλάλω, και αγάπης εκμαγείω, Χριστού ημίν πέμψαι έλεος.

Μαργαρίται της πίστεως, αρετών λύχνοι πάμφωτοι, δένδρα ευθαλέστατα θείου Πνεύματος, Ξανθίππη νύμφη του Κτίσαντος, λαμπρά και απαύγασμα, ουρανίων αρετών, Πολυξένη τα σύμπαντα, ηγλαϊσατε, πολιτεία υμών τη ισαγγέλω, και ασκήσει ασιγήτω, δι  ἧς στεφάνους εδέχθητε.

Δόξα. Ήχος πλ. α´.

Σήμερον αι ομαίμονες ασκήτριαι Ξανθίππη και Πολυξένη, ως φαεινοί φωστήρες ανέτειλαν τω κόσμω, δια της αυτών πανσεβάστου μνήμης, καταλαμπρύνουσαι πιστών τα συστήματα· ισαγγελως γαρ εν γη πολιτευσάμεναι, και τέκνα φωτός οφθείσαι του αστέκτου, αρετών παντοίων ταις νοηταίς ακτίσι, κατεπύρσευσαν Ισπανίας την χώραν την ένδοξον· όθεν ολοσχερώς ανατεθείσαι τω Κυρίω, και Αυτού, ακολουθήσασαι τοις ίχνεσι, μέτοχοι φωτός αϊδίου γεγόνασι, και πρέσβειραι ημών ένθερμοι, προς Θεόν τον φιλεύσπλαγχνον.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Μακαρίζομέν σε, Θεοτόκε Παρθένε, ...

Είσοδος, Φως ιλαρόν, το Προκείμενον της ημέρας
και τα Αναγνώσματα.

Παροιμιών τα Ανάγνωσμα. ( Κεφ. η´ 1-11 )

Συ την σοφίαν κηρύξεις, ίνα φρόνησίς σοι υπακούση· επί γαρ των υψηλών άκρων εστιν, ανά μέσον δε των τρίβων έστηκε· παρά γαρ πύλαις δυναστών παρεδρεύει, εν δε εισόδοις υμνείται. Υμάς, ω άνθρωποι, παρακαλώ και προΐεμαι εμήν φωνήν υιοίς ανθρώπων· νοήσατε, άκακοι, πανουργίαν, οι δε απαίδευτοι ένθεσθε καρδίαν. Εισακούσατέ μου, σεμνά γαρ ερώ και ανοίσω από χειλέων ορθά· ότι αλήθειαν μελετήσει ο φάρυγξ μου, εβδελυγμένα δε εναντίον εμού χείλη ψευδή. Μετά δικαιοσύνης πάντα τα ρήματα του στόματός μου, ουδέν εν αυτοίς σκολιόν ουδέ στραγγαλιώδες· πάντα ενώπια τοις συνιούσι και ορθά τοις ευρίσκουσι γνώσιν. Λάβετε παιδείαν και μη αργύριον και γνώσιν υπέρ χρυσίον δεδοκιμασμένον· κρείσσων γαρ σοφία λίθων πολυτελών, παν δε τίμιον ουκ άξιον αυτής εστιν.

Παροιμιών το Ανάγνωσμα. (Κεφ. Λα , 10-31)

Γυναίκα ανδρείαν τις ευρήσει; Τιμιωτέρα δε εστι λίθων πολυτελών η τοιαύτη, θαρσεί επ  αὐτῇ η καρδία του ανδρός αυτής, η τοιαύτη καλών σκύλων ουκ απορήσει· ενεργεί γαρ τω ανδρί αγαθά πάντα τον βίον. Μηρυομένη έρια και λίνον εποίησεν εύχρηστον ταις χερσίν αυτής. Εγένετο ωσεί ναυς εμπορευόμενη μακρόθεν, συνάγει δε αυτής τον πλούτον. Και ανίσταται εκ νυκτών και έδωκε βρώματα τω οίκω και έργα ταις θεραπαίναις, θεωρήσασα γεώργιον επρίατο, από δε καρπών χειρών κατεφύτευσε κτήμα. Αναζωσαμένη ισχυρώς την οσφύν αυτής ήρεισε τους βραχίονας αυτής εις έργον. Εγεύσατο ότι καλόν εστι το εργάζεσθαι και ουκ αποσβέννυται ο λύχνος αυτής όλην την νύκτα. Τους πήχεις αυτής εκτείνει επί τα συμφέροντα, τας δε χείρας αυτής ερείδει εις άτρακτον. Χείρας δε αυτής διήνοιξε πένητι, καρπόν δε εξέτεινε πτωχώ. Ου φροντίζει των εν οίκω ο ανήρ αυτής. Όταν που χρονίζη· πάντες γαρ οι παρ  αὐτῆς ενδεδυμένοι εισί. Δισσάς χλαίνας εποίησε τω ανδρί αυτής, εκ δε βύσσου και πορφύρας εαυτή ενδύματα. Περίβλεπτος δε γίνεται ο ανήρ αυτής εν πύλαις, ηνίκα αν καθίση εν συνεδρίω μετά των γερόντων κατοίκων της γης. Σινδόνας εποίησε και απέδοτο τοις Φοίνιξι, περιζώματα δε τοις Χαναναίοις. Ισχύν και ευπρέπειαν ενεδύσατο και ευφράνθη εν ημέραις εσχάταις. Στόμα αυτής διήνοιξε προσεχόντως και εννόμως και τάξιν εστείλατο τη γλώσση αυτής. Στεγναί διατριβαί οικών αυτής, σίτα δε οκνηρά ουκ έφαγε. Το στόμα δε ανοίγει σοφώς και νομοθέσμως, η δε ελεημοσύνη αυτής ανέστησε τα τέκνα αυτής και επλούτησαν και ο ανήρ αυτής ήνεσεν αυτήν. Πολλαί θυγατέρες εκτήσαντο πλούτον, πολλαί εποίησαν δύναμιν, συ δε υπέρκεισαι και υπερήρας πάσας. Ψευδείς αρέσκειαι και μάταιον κάλλον γυναικός· γυνή γαρ συνετής ευλογείται, φόβον δε Κυρίου αύτη αινείτω. Δότε αυτή από καρπών χειλέων αυτής και αινείσθω εν πύλαις ο ανήρ αυτής.




Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα (Κεφ. Ε . 15-23 & ΣΤ , 1-3).

Δίκαιοι εις τον αιώνα ζώσι, και εν Κυρίω ο μισθός αυτών, και η φροντίς αυτών παρά Υψίστω. Δια τούτο λήψονται το βασίλειον της ευπρεπείας, και το διάδημα του κάλλους εκ χειρός Κυρίου· ότι τη δεξιά αυτού σκεπάσει αυτούς, και τω βραχίονι υπερασπιεί αυτών. Λήψεται πανοπλίαν τον ζήλον αυτού, και οπλοποιήσει την κτίσιν εις άμυναν εχθρών· ενδύσεται θώρακα δικαιοσύνης, και περιθήσεται κόρυθα, κρίσιν ανυπόκριτον· λήψεται ασπίδα ακαταμάχητον, οσιότητα· οξυνεί δε απότομον οργήν εις ρομφαίαν· συνεκπολεμήσει αυτώ ο κόσμος επί τους παράφρονας. Πορεύσονται εύστοχοι βολίδες αστραπών, και ως από ευκύκλου τόξου των νεφών, επί σκοπόν αλούνται, και εκ πετροβόλου θυμού πλήρεις ριφήσονται χάλαζαι. Αγανακτήσει κατ  αὐτῶν ύδωρ θαλάσσης, ποταμοί δε συγκλύσουσιν αποτόμως. Αντιστήσεται αυτοίς πνεύμα δυνάμεως, και ως λαίλαψ εκλικμήσει αυτούς. Και ερημώσει πάσαν την γην ανομία, και η κακοπραγία περιτρέξει θρόνους δυναστών. Ακούσατε ουν βασιλείς, και συνέτε· μάθετε, δικασταί περάτων γης. Ενωτίσασθε οι κρατούντες πλήθους, και γεγαυρωμένοι επί όχλοις εθνών. Ότι εδόθη παρά Κυρίου η κράτησις υμίν, και η δυναστεία παρά Υψίστου.

Εις την Λιτήν, Ιδιόμελα. Ήχος α´.

Ευφραίνου εν Κυρίω γυναικών θεοσεβών η ομήγυρις, επί τη μνήμη των ασκητριών Ξανθίππης και Πολυξένης· αύται γαρ εν αληθεί οσιότητι και αρετών ταις πράξεσι, Χριστόν εδόξασαν ευαγγελικώς πολιτευσάμεναι· και νυν εν αγκάλαις Αβραάμ αναπαυόμεναι, πρεσβεύουσιν απαύστως διδόναι ημίν το μέγα, και πλούσιον έλεος.

Ήχος β´.

Υπεριπτάμεναι των γηΐνων ουρανίω φρονήματι, προς ασκητικούς εχωρήσατε αγώνας, Ξανθίππη και Πολυξένη· νεκρώσασαι γαρ την σάρκα συντόνω ασκήσει, τον νουν επτερώσατε γεγηθυίαι προς τον Κύριον, των εφετών το ακρότατον· Αυτόν ουν και ημάς αξιώσατε ιδείν εν πόλω, τον δοξάζοντα τους επομένους Αυτώ, εν αγάπη και δικαιοσύνη.

Ήχος γ´.

Τα κρείττονα ζηλούσαι χαρίσματα, τρυφάς και δέοντα πάντα, ώσπερ σκύβαλα ηρνήσασθε, ομαίμονες οσίαι Πολυξένη και Ξανθίππη· ασκητικής όθεν τελειότητος, πρακτικοί υφηγήτριαι γενόμενοι, πολλούς ειλκύσατε προς μίμησιν, των θεοφιλών υμών καμάτων· και νυν εν τη ουρανίω παστάδι, συν τω Νυμφίω Χριστώ ευφραινόμεναι, ικετεύσατε σωθήναι τους πόθω, υμάς τιμώντας εν άσμασιν.





Ήχος δ´.

Εξέπληξαν βροτούς τα λαμπρά υμών κατορθώματα, ασκήτριαι Ξανθίππη και Πολυξένη· ως άσαρκοι γαρ προσεπαλαίσατε εχθροίς τοις αοράτοις, και Κυρίω ευηρεστήσατε· αναδραμούσαι ουν προς πόλον, χάριν εύρατε πρεσβεύειν τω Κτίσαντι, υπέρ των ψυχών ημών.

Δόξα. Ήχος ο αυτός.

Τας εν οσίαις θαυμαστός Ξανθίππην και Πολυξένην, τας εν Ισπανία καμάτοις αόκνοις διαλαμψάσας, ύμνοις και ωδαίς πνευματικαίς οι πιστοί ευφημήσωμεν, απορρίψασαι γαρ παν σαρκικόν φρόνημα, και αρνηθείσαι κόσμου ματαιότητα, όλη ψυχής εφέσει Χριστώ ηκολούθησαν, και κατά μέθεξιν εθεώθησαν· και νυν αγγέλοις εν Εδέμ συναγαλλόμεναι, και τον ποθεινόν Νυμφίον θεώμεναι, αιτούνται ημίν ιλασμόν αμαρτιών παρά Κυρίου, και το μέγα έλεος.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Εκ παντοίων κινδύνων τους δούλους σου....

Εις τον Στίχον, Στιχηρά Προσόμοια. Ήχος πλ. α´. Χαίροις ασκητικών.

Χαίροις, των γυναικών ξυνωρίς, ασκητριών συγγόνων θείον καλλώπισμα, αγάπης Χριστού οι λύχνοι, της εγκρατείας πυρσοί, και θεοκηρύκων χείλη πάνσεπτα· αμνάδες περίβλεπτοι, του σοφού Αρχιποίμενος, της απαθείας, μυροθήκαι πολύτιμοι, θείου Πνεύματος, φωτεινά οικητήρια· φοίνικες αγλαόκαρποι, στερράς ενασκήσεως, καρποφορούντες αφθόνως, του Παρακλήτου τας χάριτας, ημίν πέμψαι Κτίστην, Πολυξένη και Ξανθίππη, αιτείσθε έλεος.

Στ.: Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον και προσέσχε μοι και
Εισήκουσε της φωνής της δεήσεώς μου.

Χαίροις, η των οσίων δυάς, Ισπανικής της γης βλαστήματα ένθεα, αι πρώται πηχθείσαι βάσεις, της Εκκλησίας Χριστού, και των Αποστόλων ισοστάσιοι· Ξανθίππη θεόπνευστε, ταπεινώσεως άγαλμα, και Πολυξένη, οδηγέ ασφαλέστατε, προς τον Κύριον, του λαού του καθεύδοντος, χαύνον αι απελάσασαι, του θήλεος σπεύσατε, υπέρ ημών ικετεύειν, Θεώ ημών τω Οικτίρμονι, αυτάδελφοι θείας, Ορθοδόξου πολιτείας, στηλογραφήματα.

Στ.: Και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου,
και  κατηύθυνε τα διαβήματά μου.

Δεύτε, των φιλεόρτων χοροί, τας τετρωμένας τη αγάπη του Κτίσαντος, και πάντα καταλιπούσας, τα εν τω βίω τερπνά, και ηδέα ύμνοις καταστέψωμεν, σεμνώς ανακράζοντες· Πολυξένη πανεύφημε, η του Βελίαρ, τας βουλάς καταισχύνασα, εγκρατεία σου, και παννύχοις σου στάσεσι, δούναι ημίν μετάνοιαν, Χριστόν καθικέτευε, συν τη Ξανθίππη τη θεία, και γεραρά αυταδέλφω σου, μεθ  ἧς πολιτείαν, επί γης διήλθες όντως, αξιοθαύμαστον.

Δόξα. Ήχος πλ. δ´.

Των αποστόλων τρόπους, και αγγέλων βίον μιμησάμεναι, αποστολικής ευκλείας, και αγγελικής δόξης ηξιώθητε, ομαίμονες Ξανθίππη και Πολυξένη· μη παύσητε ουν πρεσβεύουσαι Κυρίω, αξίωσαι και ημάς της αλήκτου ευφροσύνης, εν τη άνω πόλει, τους τιμώντας εν άσμασι, υμών μνήμην την παγγέραστον.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Δέσποινα, πρόσδεξαι....

Νυν απολύεις, το Τρισάγιον.

Απολυτίκιον. Ήχος πλ. α´. Τον συνάναρχον Λόγον.

Αποστόλων ταις τρίβοις ακολουθήσασαι, υμών τον βίον εν έργοις, φιλαδελφείας καλώς, και αγάπης ακραιφνούς εδαπανήσατε, σώφρον Ξανθίππη θαυμαστή, και οσίων παμφαές, ωράϊσμα Πολυξένη· και νυν Χριστόν δυσωπείτε, υπέρ ημών σεμναί αυτάδελφοι.

Θεοτοκίον.

Χαίρε, πύλη Κυρίου η αδιόδευτος.. .

Απόλυσις.





ΟΡΘΡΟΣ

Μετά την α´ Στιχολογίαν Κάθισμα. Ήχος α´. Τον τάφον σου Σωτήρ.

Ως άστρα φωτεινά, της Χριστού Εκκλησίας, ασκήσεως φωτί, και κηρύγματος αίγλη, πυρσεύσατε άπαντας, τους πιστούς· όθεν σήμερον, εορταζοντες, υμών την πάντιμον μνήμην ανακράζομεν· Ξανθίππη και Πολυξένη, ασκήτριαι χαίρετε.

Δόξα. Το αυτό. Και νυν. Θεοτοκίον.

Αγγέλων στρατιαί, ην υμνούσιν απαύστως, και γένος των βροτών, ην προστάτιν κατέχει, εν βίου ταις θλίψεσιν, ανυμνήσωμεν Δέσποιναν, την πανάμωμον, ημών και Λόγου μητέρα, του Παντάνακτος, Θεού ωδαίς μελιρρύτοις, και θείοις μελίσμασι.

Μετά την β´ Στιχολογίαν Κάθισμα. Ήχος δ´. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.

Εν Ισπανία υπέρ βρότειον φύσιν, αγωνισάμεναι οσίων τους δήμους, ηυφράνατε και τάγματα σεπτών γυναικών, Πολυξένη ένθεε και Ξανθίππη ολβία, όντως ωραΐσατε, και προς δώματα δόξης, τους γηγενείς ιθύνατε σοφώς, αυτοίς τα θεία κηρύξασαι γράμματα.

Δόξα. Το αυτό. Και νυν. Θεοτοκίον.

Ως της αρχαίας της αράς καθαιρέτιν, και σωτηρίας της μερόπων χορείας, γεραίρομέν σε πρόξενον Παρθένε αγνή· συ γαρ τον Παντάνακτα συλλαβούσα αφράστως, και Αυτώ δανείσασα σάρκα βρότειον γένος, το πεπτωκός εθέωσας ημών, το εξυφαίνόν σοι νυν ύμνον πρέποντα.

Μετά τον Πολυέλεον, Κάθισμα. Ήχος γ´. Την ωραιότητα.

Ιχνηλατήσασαι, κλειναί ασκήτριαι, τα κατορθώματα, και τα παλαίσματα, των αποστόλων αρετής εδείχθητε μυροθήκαι, και αυτών εφάμιλλοι, εν τοις τρόποις γενόμενοι, Πολυξένη πάντιμε και Ξανθίππη ειλήφατε, στεφάνους ουρανόθεν και χάριν, θείαι υπέρ ημών πρεσβεύειν.

Δόξα. Το αυτό. Και νυν. Θεοτοκίον.

Την σκοτισθείσάν μου, ψυχήν καταύγασον, φωτί της χάριτος, του θείου Τόκου σου, αγνή Παρθένε Μαριάμ, ελπίς των απηλπισμένων, και αχλύν απέλασον, των απείρων πταισμάτων μου, όπως εύρω έλεος, εν τη ώρα της Κρίσεως, και πόθω ασιγήτως βοώ σοι· Χαίρε η Κεχαριτωμένη.

Είτα οι Αναβαθμοί. Το α´ Αντίφωνον του δ´ ήχου

Προκείμενον: Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον και προσέσχε μοι…
Στίχος: Και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου....

Ευαγγέλιον Οσιακόν.( Ζήτει την Κυριακήν μετά την Ύψωσιν του Τιμίου Σταυρού.)

Ο Ν´ Ψαλμός.

Δόξα: Ταις των σων Οσίων πρεσβείαις, Ελεήμον, .

Και νυν: Ταις της Θεοτόκου πρεσβείαις, Ελεήμον...

Ιδιόμελον. Ήχος πλ. β´. Στίχος: Ελεήμον, ελέησόν με, ο θεός, κατά το μέγα έλεός Σου και κατά το πλήθος των οικτιρμών Σου
 εξάλειψον τα ανόμημά μου.

Αυτάδελφοι ασκήτριαι, του Ευαγγελίου βαδίσασαι την τρίβον, συνετρίψατε του μισοκάλου τα ένεδρα, αντιτυπία της υμών ασκήσεως· και προς τον άπονον χωρήσασαι βίον, κληρονόμοι εγένεσθε της αφθίτου ευφροσύνης, Ξανθίππη και Πολυξένη, στύλοι ευσεβείας ακράδαντοι· πρεσβεύσατε ουν τω πανευϊλάτω Δεσπότη της κτίσεως, ειρήνην δωρήσασθαι πάση τη οικουμένη, και ταις ψυχαίς ημών το αμέτρητον έλεος.

Σώσον, ο Θεός, τον λαόν Σου...

Είτα ο Κανών των Οσίων αυταδέλφων, ου η ακροστιχίς·
Πολυξένην και Ξανθίππην συμψάλλω. Χ.Μ.Μ.

Ωδή α´. Ήχος δ´. Ανοίξω το στόμα μου.

Παντάναξ και Κύριε, της υφηλίου ικάνωσον, καμέ στέψαι άσμασι, την Πολυξένην φαιδροίς, και ομαίμονα, αυτής την θεοφόρον, Ξανθίππην ανοίγων μου, στόμα το άμουσον.

Οσίων αρχέτυπα, του παμβεβήλου τα ένεδρα, και σκώλα συντρίψασαι, των εντολών του Θεού, εβαδίσατε, τας τρίβους απροσκόπτως, και της υπέρ έννοιαν, δόξης ετύχετε.

Λαμπρότητος ώφθητε, της εν τω πόλω συμμέτοχοι, ψυχήν εκκαθάρασαι, θεοφιλεί αγωγή, παμμακάριστοι, αυτάδελφοι γυναίκες, δυάς υπερθαύμαστε, πίστεως πρόβολοι.

Θεοτοκίον.

Υπέραγνε Δέσποινα, ως πανευώδης παράδεισος, ζωής ανεβλάστησας, το Ξύλον υπερφυώς, το την λύτρωσιν, παρέχον τοις υμνούσι, την άρρητον δόξαν σου, Θεογεννήτρια.

Ωδή γ´. Τους σους υμνολόγους.

Ξανθίππη θεόφιλε του Παύλου, αυτήκοος θείων διδαχών, του αποστόλου πέφηνας, και πάνσεπτος συνέκδημος, αυτού Χριστού κηρύττοντος, το ιερόν Ευαγγέλιον.

Εν χώρα καλώς της Ισπανίας, βιώσασα και Ελλαδική, επλήσθης θείου Πνεύματος, και άπασιν υπέδειξας, την δύναμιν της πίστεως, ω Πολυξένη πανεύφημε.

Ναμάτων πλησθείσα Πολυξένη, της πίστεως πάσι γλυκασμόν, επήγαζες της χάριτος, οσίων εγκαλλώπισμα, και φιλανθρώπου δράσεως, χειμάρρους ώφθης αείρροος.

Θεοτοκίον.

Η σκέπη απάντων των μερόπων, εν βίω και θεία βοηθός, Παρθένε παντευλόγητε, την λύπην της καρδίας μου, απέλασον και βράβευσον, χαράν μοι άληκτον Δέσποινα.

Κάθισμα. Ήχος δ´. Ταχύ προκατάλαβε.

Ασκήσεως νάμασιν, ανακαθάρασαι νουν, δοχεία γεγόνατε, ωραία και διαυγή, του Πνεύματος πάνσεμναι· όθεν υμάς τιμώντες, Πολυξένη θεόφρον, και γεραρά Ξανθίππη, εορτάζομεν πόθω, υμών μελισταγέσιν ωδαίς, μνήμην την πάμφωτον.

Δόξα. Το αυτό. Και νυν. Θεοτοκίον.

Πιστούς περιτείχισον, θεογεννήτορ αγνή, και λύτρωσαι άπαντας εκ των εχθρού προσβολών, αεί τους τιμώντάς σε· σου γαρ τη θεία σκέπη, καταφεύγομεν πάντες, όλη ψυχής εφέσει, ευφροσύνης αλήκτου, δεόμενοι ελπίς αληθώς, ημών ακαταίσχυντε.

Ωδή δ´. Ο καθήμενος εν δόξη.

Νόμω θείω Πολυξένη, πειθομένη τω Κτίσαντι, πράξεσιν οσίαις, και ασκητικαίς ηκολούθησας· διο χαράς της αφθίτου κατηξίωσαι, εν τοις δώμασι, της ουρανίας λαμπρότητος.

Κόσμου εύκλειαν λιπούσα, τας τρυφάς και ευμάρειαν, σω υπερκοσμίω πόθω, τον Σταυρόν ήρας χαίρουσα, Ξανθίππη θεία Χριστού επωμαΐδιον, και παν φρύαγμα, του πονηρού κατεπάτησας.

Αληθείας θείω φέγγει, τας ψυχάς κατηυγάσατε, των εν τη σκοτεία, καθευδόντων Ευαγγελιστρίαι, συν Πολυξένη Ξανθίππη ζεύγος ένθεον, ως της πίστεως, ημών φωστήρες τρισμέγιστοι.

Θεοτοκίον.

Ιλαστήριον του κόσμου, τρυχομένων ανάψυξις, και παραμυθία πάντων των εν λύπαις και θλίψεσι, τον σον Υιόν εκδυσώπει Απειρόγαμε, δούναι άπασι, τοις σοις ικέταις τα πρόσφορα.

Ωδή ε . Εξέστη τα σύμπαντα.

Ξανθίππην την πάντιμον, και Πολυξένην σήμερον, ύμνοις καταστέφωμεν ενθέοις, ως πανασπίλους, αμνάδας του Λυτρωτού, και νύμφας Αυτού περικλεείς, πόθω ανακράζοντες· Ξυνωρίς χαίρε πάνσεπτος.

Αγγέλων εφάμιλλοι, μητέρες ανεδείχθητε, θείαι Πολυξένη και Ξανθίππη, ως πολιτείαν, επί της γης αληθώς, ισάγγελον έχουσα σεμναί, και Χριστού το όνομα, ασιγήτως ψελλίζουσαι.

Ναοί θείας χάριτος, Ξανθίππη τρισμακάριστε, συν τη αδελφή σου Πολυξένη, οφθείσαι πάσι, τοις προσιούσιν υμίν, κατ  ἄμφω πορίζετε ψυχών, και σωμάτων ίασιν, θεοφόροι ασκήτριαι.

Θεοτοκίον.

Θεόν τον ασώματον, σωματικώς εκύησας, Μήτερ και τον άχρονον εν χρόνω, ευεργετούσα, τους χοϊκούς και αράν, της Εύας διώκουσα αγνή· όθεν σε γεραίρομεν, ως χαράς κόσμου αίτιον.

Ωδή στ´. Την θείαν ταύτην.

Ιδού, υμών τον παμφίλτατον, Νυμφίον καθοράτε και Κύριον, εν τοις σκηνώμασι, των ουρανών κατατήξασαι, εν γη υμών την σάρκα, κλειναί ομαίμονες.

Πιστών, τους δήμους διηύρυνας, οσία Πολυξένη κηρύγμασι, τοις ασιγήτοις σου, και σω σεπτώ παραδείγματι, δι  ὧν εδείχθης βάθρον, στερρόν της πίστεως.

Πολλάς, στερήσεις υπέμεινας, Ξανθίππη ανδρικώ τω φρονήματι, και το δηνάριον, της βασιλείας απείληφας, των ουρανών αξίως, παρά του Κτίσαντος.

Θεοτοκίον.

Ημάς, πικράς ελευθέρωσον, παθών της δεσποτείας Μητρόθεε, και νόμοις Πνεύματος, τον νουν ημών καθυπόταξον, ως αν ζωής αγήρω, εν πόλω τύχωμεν.

Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ´. Τη υπερμάχω.

Διαδραμούσαι πολιτείαν υπερθαύμαστον, επί της γης οσίων σύμμορφαι εδείχθητε γυναικών, Ξανθίππη θεία και Πολυξένη· όθεν στέφανον δεξάμεναι αμάραντον εκ χειρών του Ιησού ημών ακούετε των βοώντων νυν· Χαίροις, ζεύγος θειότατον.

Ο Οίκος.

Άϋλον πολιτείαν, επεδείξατε, θείαι αυτάδελφοι ασκήτριαι όντως· αρνησάμεναι γαρ παν φθαρτόν της αφθάρτου δόξης κοινωνοί, ώφθητε· διο υμάς γεραίροντες φωνούμεν ευθαρσώς τοιαύτα·

Χαίρετε, λαμπροί σοφίας φάροι·
χαίρετε, στερροί ανδρείας στύλοι.
Χαίρε, Πολυξένη, συνέσεως μέλαθρον·
χαίρε, ω Ξανθίππη, φρονήσεως μάργαρον.
Χαίρε, κήρυξ θείας χάριτος, Πολυξένη θαυμαστή·
χαίρε, σάλπιγξ θείας γνώσεως, ω Ξανθίππη αγλαή.
Χαίρε, γλώσσα υμνούσα, Πολυξένη, τον Κτίστην·
χαίρε, στόμα, Ξανθίππη, το αινούν τον Δεσπότην.
Χαίρε, λειμών, Ξανθίππη, σεμνότητος·
χαίρε, εικών, οσία, χρηστότητος.
Χαίρε, λαμπάς, Πολυξένη, τιμία·
χαίρε, δυάς ομαιμόνων αγία.
Χαίροις, ζεύγος θειότατον.





Συναξάριον.

Τη ΚΓ  του αυτού μηνός, η Σύλληψις του Αγίου ενδόξου Προφήτου, Προδρόμου, και Βαπτιστού Ιωάννου.

Στίχοι:

Ανδρί Προφήτη χρησμός εξ Αρχαγγέλου,

Τεκείν Προφήτην, και Προφήτου τι πλέον.

Εικάδι τη τριτάτη γαστήρ λάβε Πρόδρομον είσω.

Ταύτην την θείαν σύλληψιν ευηγγελίσατο τω Προφήτη και Ιερεί Ζαχαρία, ο θείος Αρχιστράτηγος Γαβριήλ, ειπών: Εισηκούσθη η δέησίς σου· ως εκ τούτου προμηνύεσθαι δια το παράδοξον τούτε γήρως και της στειρώσεως της Ελισάβετ, τον θείον και παρθενικόν της παναχράντου Θεοτόκου τόκον.

Τη αυτή ημέρα, μνήμη των Οσίων και θεοφόρων αυταδέλφων γυναικών Πολυξένης και Ξανθίππης.

Στίχοι.

Αξίως ειλήφατε θεόθεν γέρα,
ομαίμονες, Ξανθίππη και Πολυξένη.

Αι οσίαι Ξανθίππη και Πολυξένη, αδελφαί ούσαι κατά σάρκα και εξ Ισπανίας καταγόμεναι, εδιδάχθησαν την εις Χριστόν πίστιν εν τοις χρόνοις του Κλαυδίου Καίσαρος (4145 μ. Χ.). Εκ τούτων η μεν Ξανθίππη ην γυνή του άρχοντος της χώρας Πρόβου, μαθητεύσασα παρά τω Αποστόλω των εθνών Παύλω και πολλούς εις την αληθινήν πίστιν επιστρέψασα· η δε Πολυξένη εν σκια αγνωσίας καθημένη ηρπάγη υπό τινος επί διαφθορά και κατήντησεν εις την Ελλάδα ένθα θεία χάριτι εδιδάχθη τα σωτηριώδη γράμματα και εις Χριστόν εβαπτίσθη. Επανελθούσα εις την εαυτής πατρίδα επανεύρε την Ξανθίππην, μεθ  ἧς θεοφιλώς τον βίον εδαπάνησεν. Αμφότεραι εν έργοις ευαγγελικοίς διαπρέψασαι, εκοιμήθησαν εν ειρήνη.

Τη αυτή ημέρα, μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Ανδρέου, Ιωάννου, Πέτρου και Αντωνίου, των εν Αφρική τελειωθέντων.

Στίχοι:

Υπέρ νυγέντος πριν μια λόγχη Λόγου,

Λόγχαις νυγείς ήνεγκε διτταίς Ανδρέας.

Έχθραν πλανηθείς, και σφαγείς Ιωάννης,

Σφάττει τον εχθρόν, και συν αυτώ την πλάνην.

Αντώνιος και Πέτρος ως στερραί πέτραι,

Προς τα μεληδόν εκκοπάς εκαρτέρουν.

Βασιλείου την Ρωμαίων αρχήν διϊύνοντος της Αφρικής απάσης εκράτει και ετυράννει, ο ωμότατος των Αγαρηνών Ιβραχίμ. Ούτος πορθήσας τας Συρακκούσας Σικελίας, εκείθεν ηγάγετο Ιωάννην, άμα συν τοις παισίν αυτού, Πέτρω και Αντωνίω, παίδας έτι αώρους τυγχάνοντας. Ους και παραυτίκα τοις Αγαρηνών εκέλευσεν εκπαιδεύεσθαι γράμμασιν. Επεί δε εις άνδρας ετέλουν, και φρονήσει και αρετή πολλούςυπερείχον, αγασθείς επ’ αυτοίς ο Βελίαρ, γενικόν μεν τον Αντώνιον, σακελλάριον δε τον Πέτρον προχειρίζεται. Ούτοι μεν κρυφίως εχριστιάνιζον, εις το φανερόν δε τα των Σαρακηνών υπεκρίνοντο, αλλ’ ουκ έλαθον. Γνους γαρ τούτο ο Ιβραχίμ, και μανείς, τους πόδας αυτών ξύλω ασφαλισάμενος, ξύλοις αγρίοις αικίζει.

Τετρακοσίας τοίνυν λαβών κατά των ποδών ο μακάριος Αντώνιος και τούτοις κατακλασθείς, ηυχαρίστει τω Θεώ. Είτα όνω επιβιβάζεται και κατά του σάγματος σχοινίοις δεδεμένος, δια μέσης της πόλεως θεατρίζεται. Πέτρος δε γυμνωθείς, ράβδοις τον τένοντα αυτού και την κοιλίαν αικίζεται, και εν τη ειρκτή αποτίθεται. Εξαγαγών δε αυτούς, τους βραχίονας από των ώμων και τας χείρας ξύλοις αγρίοις συνθλά, έπειτα τους μηρούς αυτών και τα σκέλη, και τους πόδας ωσαύτως συνέτριψεν, ως όλον μεν το οστώδες απαλυνθήναι, το σαρκώδες δε χυλωθέν, τω αίματι συμφυραθήναι. Μετά δε ταύτα, ανθράκων πλήθη αθροίσας, και χαλκέα προσκαλεσάμενος, δια σιδηράς λαβίδος πεπυρακτωμένης, τα αιδοία αυτών εκέλευσεν αποτεμείν, και τοις των μακαρίων στόμασιν εμβαλείν.

Τούτων εν τούτοις τελειωθέντων, τον πατέρα αυτών Ιωάννην ελκύσας προς εαυτόν, και τη λαιά χειρί τον τράχηλον ανακλάσας, την ιδίαν αυτού μάχαιραν έπηξεν εν τω φάρυγγι, και ούτως επανωτών ιδίων αυτού τέκνων αφήκε το πνεύμα. Ειθ’ ούτω πυράν πολλήν ανάψας, κατέκαυσεν άμα τα των Αγίων σώματα.

Τον δε μακάριον Ανδρέαν, γηραιόν όντα πάνυ την ηλικίαν, χρόνοις πολλοίς καθειρχθέντα, και λιμώ και δίψει και γυμνότητι και ταλαιπωρίαις τεταριχευμένον, και μη πειθόμενον τω κυνί, τι ποιεί ο θηρ; Ίππω επιβάς, και ακόντιον λαβών, κατ’ ευθύς τον Άγιον ευρών, κατά του στήθους έκρουσεν. Επεί ουν ο Άγιος ευχαριστήσας, έρρηξε φωνήν προς τον Θεόν. Αύθις εκ των όπισθεν ο μιαιόφονος παριών, ετέρω τούτον έβαλε κατά του νώτου πελτώ, και ούτω κατά των σπλάγχνων αυτού των δύω δοράτων διαδυομένων, πίπτει ο μακάριος επί της γης μαχαίρα, την τιμίαν αποτμηθείς κεφαλήν, και ούτως επληρώθη αυτών η μαρτυρία.


Τη αυτή ημέρα, μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Ραΐδος της παρθένου.

Στίχοι:

Ποθούσα κάλλος η Ραΐς Θεού βλέπειν,

Σαρκός το κάλλος εκδίδωσι τω ξίφει.

Αύτη γέγονεν εν τη Αιγυπτίω χώρα, εν τόπω επιλεγομένω Τάμμα, θυγάτηρ πρεσβυτέρου τινός, Πέτρου τούνομα, ην δε των μοναζουσών σχήμα περιβεβλημένη, ούσα ετών ωσεί 2. Κατελθούσα δε μεθ’ ετέρων παρθένων υδρεύσασθαι και θεασαμένη πολλάς παρθένους, και πλήθος ανδρών πρεσβυτέρων και διακόνων και μοναζόντων, ους είχε δεσμίους ο ηγεμών Λουκιανός, παρερχομένων πλοίω, και μαθούσα ότι δια Χριστόν δέδενται, ανδρισαμένη συνέμιξεν αυτοίς εαυτήν, δεηθείσα επί τούτο του Κομενταρησίου. Του δε παραινέσαντος αυτήν, την ασφάλειαν ελέσθαι, και μη συναποθανείν τοις δεσμίοις, επεί ουκ επείσθη, ενεφανίσθη τε τω ηγεμόνι, και τους αυτούς θεούς εμυκτήρισε και εις το τούτο ενέπτυσε πρόσωπον, ως τα χριστιανών διαπαίζοντος, την δια ξίφους μετά πολλάς βασάνους εδέξατο τελευτήν.


Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Αγίου ενδόξου Νεομάρτυρος Ιωάννου του εκ Κονίτσης της Ηπείρου καταγομένου, και εν Βραχωρίω (Αγρινίω)
της Αιτωλίας αθλήσαντος εν έτει 1814.

Στίχοι:

Ρίζης δυσώδους εκφυείς Ιωάννη,

αθλήσεως ήνεγκας καρπούς ηδίστους.

Ούτος ην εκ Κονίτσης, κωμοπόλεως της Ηπείρου, γεννηθείς εξ Οθωμανών γονέων, παρ’ ων και ανετράφη τη ιδία πλάνη, καταλεγείς τω τάγματι τω λεγομένω των Δερβισών. Εικοσαετής γεγονώς, έζη βίον σεμνόν, τοις χριστιανικοίς νεύων ήθεσι και τρόποις εν πολλή συνέσει. Και μετ’ ου πολύ, αφείς την οικείαν πλάνην, προσήλθε τω φωτί της θεογνωσίας, πεπιστευκώς Χριστώ τω Θεώ, και αναγεννηθείς δια του θείου βαπτίσματος εν τη νήσω Ιθάκη έλαβε το όνομα Ιωάννης.

Επανελθών εν Ξηρομέρω και εν τινι εκείσε χωρίω παροικήσας ω η κλήσις Μαχαλάς, ενυμφεύθη σεμνήν τινα νέαν, μεθ’ ης έζη βίον θεοφιλή και χριστιανικόν. Μαθόντες οι προσήκοντες αυτώ ότι εγένετο χριστιανός, ευρόντες τούτον παντοίοις εχρήσαντο τρόποις, ίνα μεταστήσωσι τη προτέρα πλάνη. Παραστήσαντες τούτον τω εν Βραχωρίω κριτή των Αγαρηνών, ομολογήσαντα διατόρως και εν πολλή παρρησία την εις Χριστόν αμετάθετον αυτού πίστιν και μη υπενδόντα απειλαίς και επαγγελίαις και ειρκταίς και πλείσταις τιμωρίαις και κολάσεσιν, απέτεμον την τιμίαν αυτού κεφαλήν, τη κγ  τοῦ μηνός Σεπτεμβρίου, εν ημέρα Τετάρτη της εβδομάδος, του σωτηρίου έτους 1814. Το δε τίμιον αυτού σώμα ριφθέν ου μακράν της εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου ετάφη παρά τινων ευλαβών εν τινι αγρώ, ον οι Βραχωρίται έκτοτε τιμώσιν. Εν έτει δε 1794, ευρέθησαν τα ιερά αυτού λείψανα εν τη Ι. Μ. της Προυσιωτίσσης, αποκρυβέντα πάλαι εκείσαι μετά την εκ τάφου ανακομιδήν.



Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Αγίου Νεομάρτυρος Νικολάου του παντοπώλου, του Καρπενησιώτου και εν Κωνσταντινουπόλει μαρτυρήσαντος εν έτει αχοβ  (1672), ημέρα Δευτέρα, ξίφει τελειούται ετών 15. Ετάφη εν τη Ι. Μ. Παναγίας Χάλκης. Η τιμία αυτού κάρα ευρίσκεται εν τη Ι. Μ. Ξηροποτάμου Αγίου Όρους.

Στίχοι:

Ο Νικόλαος πάντα πωλήσας κάτω,

εξηγόρασε Χριστόν άνω εκ ξίφους.

Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Αγίου Γρηγορίου Μητροπολίτου Άργους και Ναυπλίου, του Νέου Εθνοϊερομάρτυρος, και εν Τριπόλη ετελείωθη εν τη ειρκτή εν έτει 1821.


Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Αγίου Adamnan του Σκωτσέζου.

Ταις αυτών αγίαις πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον
 και σώσον ημάς. Αμήν.

Ωδή ζ . Ουκ ελάτρευσαν.

Νουν ανάπλεων, κτησάμεναι του Πνεύματος, Ξανθίππη πάνσοφε, και Πολυξένη λαμπρά, ορμάς κατεστείλατε, απαύστως ψάλλουσα· θεοδόξαστοι, τας καθ  ὑμῶν αυτάδελφοι, κινουμένας του Βελίαρ.

Σθένει Πνεύματος, του θείου δυναμούμεναι, κατηγωνίσασθε, τον λαοπλάνον εχθρόν, υμάς τον προσβάλλοντα, και διηνύσατε, της ασκήσεως, το στάδιον γηθόμεναι, Πολυξένη και Ξανθίππη.

Ύμνοις πρέπουσιν, υμάς αεί γεραίρομεν, ως θυμιάματα, προσενεχθέντα Χριστώ, και μύρα πανεύοσμα, ευχής και νήψεως, πανσεβάσμιαι, Ξανθίππη και ακρώρεια, εγκρατείας Πολυξένη.

Θεοτοκίον.

Μήτερ άφθορε, ως κλίμαξ υπερκόσμιος, ημάς ανήγαγες, προς σωτηρίους νομάς, κυήσασα Κύριον, τον Πολυεύσπλαγχνον, ον ικέτευε, ρυσθήναι πάσης θλίψεως, τους αεί σοι προσιόντας.

Ωδή η . Παίδας ευαγείς.

Ψάλλοντες ωδαίς μελισταγέσιν, υμίν Πολυξένη θαυματόβρυτε, και Ξανθίππη πάγκαλε, άσκησιν μιμούμεθα, υμών και την θεόφιλον, οσίαι βίωσιν, δι  ἧσπερ εγνωρίσατε πάσι, όνομα το θείον, Χριστού του Ζωοδότου.

Άνωθεν μητέρες θεοφόροι, την χθόνα της Ισπανίας περισκέπετε, την υμάς βλαστήσασαν, και πιστών τον σύλλογον, τον νυν υμάς γεραίροντα, φρουρείτε πάντοτε, Ξανθίππη και σεμνή Πολυξένη, αυταδέλφων θείων, λαμπάδες φωτοφόροι.

Λάμψεσι πανσόφων κηρυγμάτων, και πράξεων ευποιΐας ηγλαΐσατε, Εκκλησίαν πάντιμοι, του Κυρίου ζόφωσιν, του δυσσεβούς φρονήματος, αποδιώξασαι, Ξανθίππη φως Χριστού και πυρφόρε, Πολυξένη άστρα, φρονήσεως ενθέου.

Θεοτοκίον.

Λόγον τον συνάναρχον Κυρίου, Σωτήρα ημών Θεόν τε τον παντέλειον, και Δεσπότην κτίσεως, πάσης απεκύησας, την αλογίαν λύσαντα, του κόσμου Δέσποινα, και σώσαντα ημάς εκ θανάτου, τους υπερυψούντας, σε Μήτερ εις αιώνας.

Ωδή θ. Άπας γηγενής.

Ως το θείον πυρ, Ξανθίππη πανάριστε. εν τη καρδία σου, δεξαμένη έλιπες, απάτην κόσμου, τερπνά και ρέοντα και παρρησία Όνομα, Χριστού το πάντιμον, και Σωτήρος, συν τη αυταδέλφη σου, Πολυξένη του κόσμου εκήρυττες.

Χαίρε ξυνωρίς, οσίων κραυγάζομεν, Χριστού της πίστεως, γυναικών η κάλλεσιν, ωραϊσθείσα, ενθέων πράξεων, και χαύνον απορρίψασα, θηλείας φύσεως, Πολυξένη, αρετών εντρύφημα, και Ξανθίππη χρηστότητος θέμεθλε.

Μνήμην την σεπτήν, υμών της κοιμήσεως, πανηγυρίζοντες, οι πιστοί γανύμεθα, και πολιτείας υμών γεραίρομεν, τα σκάμματα θεόφιλε, Ξανθίππη άριστε, και πυξίον, Πολυξένη πάγχρυσον, σωφροσύνης και βίου σεμνότητος.

Θεοτοκίον.

Μέμνησο ημών, εν ώρα της Κρίσεως, θεογεννήτρια, και φωνής αξίωσον, ημάς ακούσαι, του θείου Τόκου σου· ευ δούλοί μου πανάριστοι, ταχύ εισέλθετε, εις την δόξαν, και χαράν αέναον, του Κυρίου υμών και Παντάνακτος.

Εξαποστειλάριον. Γυναίκες ακουτίσθητε.

Τρισόλβιαι ασκήτριαι, εν ανδρικώ φρονήματι, και αρετών εργασία, πολυτιμώτατα σκεύη, εδείχθητε του Πνεύματος, Ξανθίππη τρισμακάριστε και Πολυξένη πάνσοφε· διο υμάς ανυμνούμεν, ως οσιότητος λύχνους.

Θεοτοκίον.

Δικαιοσύνης ήλιος, Χριστός ο υπεράναρχος, εκ της αγνής σου νηδύος, βροτών ανέλαβε φύσιν, αγνή θεογεννήτρια, Παρθένε απειρόγαμε, ίνα φωτίση άπαντας, τους εν σκοτεία κειμένους, και ζόφω της αμαρτίας.

Εις τους Αίνους. Ήχος δ´. Έδωκας σημείωσιν.

Πόνοις της ασκήσεως, χρηστοηθείας ταις χάρισι, και σοφίας διδάγμασι, λαμπρώς σεμνυνόμεναι, εν τη Ισπανία, ώφθητε εν πόλω, των αποστόλων κοινωνοί, και των οσίων απάντων σύσκηνοι, Ξανθίππη θεοτίμητε, και Πολυξένη υπέρτιμε, πολυτίμητα μάργαρα, απαθείας και νήψεως.

Βίωσιν ισάγγελον επί της γης επεδείξατε, Πολυξένη θεόνυμφε, ασκήτρια πάνσοφε, και σεμνή Ξανθίππη, γεηράς φροντίδας, αποτινάξασαι καλώς, και αληθείας, Χριστού κηρύξασαι· διο και επιλάμψεων, αΰλων θείαι επλήσθητε, και της άνω λαμπρότητος, επαξίως ετύχητε.

Χαίρουσι και γάνυνται, οι επουράνιοι σύλλογοι, και βροτών τα συστήματα, πανήγυριν άγοντες, της υμών φωσφόρου, μνήμης και καμάτους, ους δια δόξαν του Χριστού, αστασιάστως, καθυπεμείνατε, Ξανθίππη τρισμακάριστε, και Πολυξένη τρισένδοξε, ανυμνούντες αυτάδελφοι, ευποιΐας κειμήλια.

Ίχνεσι βαδίσασαι, των αποστόλων επλήσθητε, δωρεών θείου Πνεύματος, Ξανθίππη λευκάνθεμον, δράσεως οσίας, και λειμών ευώδης, ω Πολυξένη αρετών· διο Κυρίου το θείον πρόσωπον, ιδείν κατηξιώθητε, εν ουρανίοις σκηνώμασι, και της δόξης συμμέτοχοι, της αγήρω γεγόνατε.

Δόξα. Ήχος πλ. α´.

Θεόκλητον ζεύγος γυναικών ομαιμόνων, Ξανθίππη και Πολυξένη πανεύφημοι, την αγαθήν μερίδα εξελέξασθε, και Θεώ ευηρεστήσατε· εν αληθεί γαρ οσιότητι σεαυτάς κοσμήσασαι, και αποστόλων οδεύσασαι αξίως τρίβους, πλούτον άσυλον εν ουρανοίς εθησαυρίσατε· αξιώσατε ουν και ημάς, τους την υμών τιμώντας μνήμην, τυχείν της άνω δόξης, και συν υμίν γεραίρειν αείποτε Κυρίου, το πάντιμον όνομα.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Μακαρίζομέν σε, Θεοτόκε Παρθένε, ..

Δοξολογία Μεγάλη και Απόλυσις.









ΕΝ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ.

Τα Τυπικά, οι Μακαρισμοί και εκ του Κανόνος των αυταδέλφων οσίων γυναικών η γ  καὶ η στ  ᾠδή.

Απόστολος και Ευαγγέλιον Οσιακόν. ( Γαλατ. Γ  23- Δ´ 1)
και (Ματθ. Κε  1-13)

Μεγαλυνάριον.

Χαίροις, αυταδέλφων η ξυνωρίς, γυναικών οσίων, αποστόλων μαθητριών, χαίροις Πολυξένη, και πάνσεμνε Ξανθίππη, αι νουνεχώς τον βίον, εκδαπανήσασαι.

Κοινωνικόν: Εις μνημόσυνον αιώνιον…

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Voutsinasilias.blogspot.gr
http://voutsinasilias.blogspot.gr/2010/09/23.html