Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2015

ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ



site analysis

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 4!!

ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ

ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ

(Γερασίμου μοναχού Μικραγιαννανίτου.)

ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ

Μετά τον Προοιμιακόν, η α’  στάσις του Μακάριος ανήρ. Εις δε το Κύριε εκέκραξα, ιστώμεν στίχους στ’ , και ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια.

Ήχος α’ . Των ουρανίων ταγμάτων.

Των Αθλητών την δυάδα ύμνοις τιμήσωμεν, τους σταθηρά καρδία, και ομόφρονι γνώμη, αθλήσαντας νομίμως υπέρ Χριστού, και τον όφιν αισχύναντας, συν Χριστοδούλω τω θείω και ευκλεεί, Χριστοδούλην την πανεύφημον.

Ομωνυμία αγία καλλωπιζόμενοι, και έργοις βεβαιούντες, την φερώνυμον κλήσιν, ηθλήσατε νομίμως ως του Χριστού, αληθώς δούλοι γνήσιοι, συν Χριστοδούλη Χριστόδουλε Αθλητά, δια τούτο εδοξάσθητε.

Υπέρ Χριστού της αγάπης στερρώς ηνέγκατε, πάσαν βασάνων πείραν, ακλινεί διανοία, και ξίφει εκτμηθέντες τας κεφαλάς, τον εχθρόν ετροπώσασθε, ω Χριστοδούλη παρθένε νύμφη Χριστού, και Χριστόδουλε μακάριε.

Έτερα. Ήχος δ’ . Ως γενναίον εν Μάρτυσιν.

Ως τη κλήσει συνώνυμοι, ομοφρόνως ηθλήσατε, του Χριστού τον θάνατον μιμησάμενοι, αθανασίας τον πρόξενον, θεόφρον Χριστόδουλε, Αθλοφόρων καλλονή, Χριστοδούλη τε πάνσεμνε, καθαρώτατον, και πολύτιμον σκεύος παρθενίας, δια τούτο της αλήκτου, ζωής ομού ηξιώθητε.

Τη σοφία τη άνωθεν, και ψυχής ανδρειότητι, του Χριστού την σάρκωσιν εκηρύξατε, επί απίστων μακάριοι, και τούτων την άνοιαν, διηλέγξατε στερρώς, Χριστοδούλη θεόληπτε, και Χριστόδουλε, και τω ξίφει τμηθέντες τους αυχένας, των Μαρτύρων ταις αγέλαις, περιφανώς ηριθμήθητε.

Ξυνωρίς η ομώνυμος, των Μαρτύρων και σύναθλος, του Χριστού τα σφάγια τα αμώμητα, της Εκκλησίας το στήριγμα, πιστών το κραταίωμα, και μεσίται προς Χριστόν, και προστάται θερμότατοι, ανυμνείσθωσαν, συν σεπτώ Χριστοδούλω, Χριστοδούλη, οι οικούντες συν Αγγέλοις, και τους πιστούς περιέποντες.

Δόξα. Ήχος δ’ .

Της ευσεβείας τοις σκάμμασι, σεαυτούς γυμνάσαντες, τη ομολογία του Χριστού, λαμπροτέραν την κλήσιν ειργάσασθε, Μάρτυρες ένδοξοι. Συνδεδεμένοι γαρ τη χάριτι, και εν πάσι καλώς ομονοούντες, ίσοι τοις άθλοις ώφθητε, και τοις στεφάνοις ισότιμοι, αλλ’ ω Χριστόδουλε και Χριστοδούλη, Χριστόν τον φιλάνθρωπον Θεόν, ικετεύσατε υπέρ των ψυχών ημών.

Και νυν. Θεοτοκίον Ήχος δ'

Ο δια σε Θεοπάτωρ προφήτης Δαυΐδ, μελωδικώς περί σου προανεφώνησε, τω μεγαλείά σοι ποιήσαντι. Παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου. Σε γαρ μητέρα πρόξενον ζωής ανέδειξεν, ο απάτωρ εκ σου ενανθρωπήσαι ευδοκήσας Θεός, ίνα την εαυτού αναπλάση εικόνα, φθαρείσαν τοις πάθεσι, και το πλανηθέν ορειάλωτον ευρών, πρόβατον τοις ώμοις αναλαβών, τω Πατρί προσαγάγη, και τω ιδίω θελήματι, ταις ουρανίαις συνάψη Δυνάμεσι, και σώση Θεοτόκε τον κόσμον, Χριστός ο έχων, το μέγα και πλούσιον έλεος.

Είσοδος, το Φως ιλαρόν, το Προκείμενον της ημέρας, και τα Αναγνώσματα.

Προφητείας Ησαΐου το Ανάγνωσμα. (Κεφ. 43, 9-14)

Τάδε λέγει Κύριος· Πάντα τα έθνη συνήχθησαν άμα και συναχθήσονται άρχοντες εξ αυτών. Τις αναγγελεί ταύτα εν αυτοίς; η τα εξ αρχής, τις ακουστά ποιήσει ημίν; Αγαγέτωσαν τους Μάρτυρας αυτών, και δικαιωθήτωσαν. Και ειπάτωσαν αληθή. Γίνεσθέ μοι Μάρτυρες, και εγώ Μάρτυς Κύριος ο Θεός, και ο παις, ον εξελεξάμην, ίνα γνώτε και πιστεύσητε, και συνήτε, ότι εγώ ειμι. Έμπροσθέν μου ουκ εγένετο άλλος Θεός, και μετ εμέ ουκ έσται. Εγώ ειμι ο Θεός, και ουκ έστι πάρεξ εμού ο σώζων. Εγώ ανήγγειλα και έσωσα, ωνείδισα, και ουκ ην εν ημίν αλλότριος. Υμείς εμοί Μάρτυρες, και εγώ Κύριος ο Θεός, ότι απ' αρχής εγώ ειμι, και ουκ έστιν ο εκ των χειρών μου εξαιρούμενος. Ποιήσω, και τις αποστρέψει αυτό; Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός, ο λυτρούμενος ημάς, ο Άγιος Ισραήλ.

Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα. (Κεφ. 3, 1-9)

Δικαίων ψυχαί εν χειρί Θεού, και ου μη άψηται αυτών βάσανος. Έδοξαν εν οφθαλμοίς αφρόνων τεθνάναι. Και ελογίσθη κάκωσις η έξοδος αυτών, και η αφ’ ημών πορεία σύντριμμα, οι δε εισιν εν ειρήνη. Και γαρ εν όψει ανθρώπων εάν κολασθώσιν, η ελπίς αυτών αθανασίας πλήρης. Και ολίγα παιδευθέντες, μεγάλα ευεργετηθήσονται, ότι ο Θεός επείρασεν αυτούς, και εύρεν αυτούς αξίους εαυτού. Ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτούς, και ως ολοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αυτούς. Και εν καιρώ επισκοπής αυτών αναλάμψουσι, και ως σπινθήρες εν καλάμη διαδραμούνται. Κρινούσιν έθνη, και κρατήσουσι λαών και βασιλεύσει αυτών Κύριος εις τους αιώνας, οι πεποιθότες επ' αυτόν, συνήσουσιν αλήθειαν, και οι πιστοί εν αγάπη προσμενούσιν αυτώ, ότι χάρις και έλεος εν τοις οσίοις αυτού, και επισκοπή εν τοις εκλεκτοίς αυτού.

Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα. (Κεφ. ζ′.7)

Δίκαιος, εάν φθάση τελευτήσαι, εν αναπαύσει έσται. Γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται. Πολιά δε εστι φρόνησις ανθρώποις, και
ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος. Ευάρεστος Θεώ γενόμενος, ηγαπήθη· και ζων μεταξύ αμαρτωλών, μετετέθη. Ηρπάγη, μη κακία αλλάξη σύνεσιν αυτού, η δόλος απατήση
ψυχήν αυτού· βασκανία γαρ φαυλότητος αμαυροί τα καλά, και ρεμβασμός επιθυμίας μεταλλεύει νουν άκακον. Τελειωθείς εν ολίγω, επλήρωσε χρόνους μακρούς· αρεστή
γαρ ην Κυρίω η ψυχή αυτού· δια τούτο έσπευσεν εκ μέσου πονηρίας. Οι δε λαοί ιδόντες και μη νοήσαντες, μηδέ θέντες επί διανοία το τοιούτον, ότι χάρις και έλεος εν τοις οσίοις αυτού, και επισκοπή εν τοις εκλεκτοίς αυτού.

Απόστιχα. Ήχος πλ. Δ’ . Ω του παραδόξου θαύματος.
Μάρτυρες, Χριστού καλλίνικοι, της θεϊκής καλλονής, εκ ψυχής αγαπήσαντες, την υπέρ κατάληψιν, αληθώς ωραιότητα, τα εν τω κόσμω, κάλλη ελίπετε, και ομοψύχως,
πίστει ηθλήσατε, όθεν εδόξασεν, Αθλητά Χριστόδουλε συν τη σεμνή, Χριστοδούλη Κύριος, υμών την άθλησιν.

Στ.: Θαυμαστός ο Θεός, εν τοις Αγίοις Αυτού.

Χαίροις, ξυνωρίς ομώνυμε, των Αθλητών του Χριστού, Χριστοδούλη θεόνυμφε, και σοφέ Χριστόδουλε, οι Χριστόν αγαπήσαντες, υμείς γαρ γνώμη μια αθλήσαντες, ίσοις
επάθλοις, εμεγαλύνθητε, ω της λαμπρότητος! ης κατηξιώθητε εν ουρανοίς, Ασωμάτων τάξεσι, συναυλιζόμενοι.

Στ.: Τοις αγίοις τοις εν τη γη Αυτού, εθαυμάστωσεν ο Κύριος.

Μάρτυς, αληθής του Ιησού, καθαροτάτων νοΐ, Χριστοδούλη πανεύφημε, βίου καθαρότητι, και αθλήσεως αίμασι, λαμπρώς εδείχθης, και προσεχώρησας, εις τον νυμφώνα, τον επουράνιον, ένθα ικέτευε, υπέρ πάντων πάνσεμνε συν τω κλεινώ, Χριστοδούλω πάντοτε, των ευφημούντων σε.

Δόξα. Ήχος πλ. Β’ .

Αθλητικήν επιδειξάμενοι ένστασιν, τυραννικήν κατεπατήσατε οφρύν Μάρτυρες πανένδοξοι, όθεν Χριστός ο Κύριος, ως μύρον ευωδίας, το αίμα υμών δεξάμενος, παθών δυσωδίας, και νοσημάτων λύμης δι’ υμών λυτρούται, τους τιμώντας υμών την άθλησιν, αλλ’ ω Χριστόδουλε και Χριστοδούλη, μη παύσησθε ιλεούμενοι ημίν, τον μόνον ευδιάλλακτον.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Θεοτόκε, συ ει η άμπελος η αληθινή, η βλαστήσασα τον καρπόν της ζωής, σε ικετεύομεν, πρέσβευε Δέσποινα, μετά των Αποστόλων, και πάντων των Αθλοφόρων, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
 Νυν απολύεις. Τρισάγιον.

Απολυτίκιον. Ήχος δ’ . Ταχύ προκατάλαβε.
Δυάδα την σύναθλον των Αθλητών του Χριστού, Χριστόδουλον μέλψωμεν, και Χριστοδούλην ομού, τα άνθη της πίστεως, ούτοι γαρ τη αγάπη, πτερωθέντες τη θεία,
ήθλησαν ομοφρόνως, και τον όφιν καθείλον, και νυν καθικετεύουσιν, υπέρ των ψυχών ημών.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.

Το απ’ αιώνος απόκρυφον, και Αγγέλοις άγνωστον μυστήριον· δια σου Θεοτόκε τοις επί γης πεφανέρωται, Θεός εν ασυγχύτω ενώσει σαρκούμενος, και Σταυρόν εκουσίως
υπέρ ημών καταδεξάμενος, δι' ου αναστήσας τον πρωτόπλαστον, έσωσεν εκ θανάτου τας ψυχάς ημών.
 Απόλυσις.

ΟΡΘΡΟΣ

Μετά την α’  στιχολογίαν, κάθισμα. Ήχος α’ . Τον τάφον Σου Σωτήρ.

Ως άστρα νοητά, του Ηλίου της δόξης, Χριστόδουλε σοφέ, και Χριστοδούλη, εκλάμπετε τοις πέρασι, ταις αυγαίς της αθλήσεως, και διώκετε, της αθυμίας τον ζόφον, όθεν σήμερον, την φωταυγή υμών μνήμην, συμφώνως γεραίρομεν.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.

Φωτός Τριαδικού, πανυπέρφωτος οίκος, Παρθένε Μαριάμ, παντευλόγητε Κόρη, τον νουν μου καταφώτισον, σκοτισθέντα τοις πάθεσι, και συνέτισον, τον ασταθή λογισμόν μου, πράττειν πάντοτε, το του Υιού Σου και Κτίστου, πανάγιον θέλημα.

Μετά την β’  στιχολογίαν, κάθισμα. Ήχος α’ . Χορός Αγγελικός.

Αθλήσαντες ομού, ομοψύχω καρδία, ησχύνατε εχθρόν, τον δεινόν αποστάτην, Χριστόδουλε ένδοξε, Χριστοδούλη τε πάνσεμνε, όθεν χαίροντες, άμφω της δόξης της
άνω, ηξιώθητε, υπέρ ημών δυσωπούντες, Χριστόν τον φιλάνθρωπον.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.
Σαρκί τη καθ’ ημάς, ενωθείς υπέρ λόγον, ο Λόγος του Θεού, εξ αγνών Σου αιμάτων, Θεός άμα και άνθρωπος, εκ γαστρός Σου γεγέννηται, και εθέωσε, την των ανθρώπων
ουσίαν, ως φιλάνθρωπος, ευλογημένη Μαρία, ημών καταφύγιον.
 Ο Ν  ψαλμός.
Είτα οι Κανόνες· της Θεοτόκου· και των Αγίων.

Ωδή α’ . Ήχος πλ. Β’ . Ως εν ηπείρω πεζεύσας.

Ταις φαϊνωτάταις ακτίσι, της τριλαμπούς Αθλοφόροι Μάρτυρες, ελαμπόμενοι αυγής φωτισμόν, αιτήσασθαι ημίν, την πανέορτον υμών μνήμην γεραίροντες.

Ηλιακάς απαστράπτει μαρμαρυγάς, η σεπτή και εύσημος των Μαρτύρων εορτή, και της γης τα πέρατα αεί καταυγάζει, μυστικώς σθένει του Πνεύματος.

Νέω εν σώματι Μάρτυς τον παλαιόν, της κακίας άρχοντα κατεπάλαισας στερρώς, υπομείνας βάσανα και πυρ και δεινών επιφοράς, μάκαρ Χριστόδουλε.

Θεοτοκίον.

Λελυτρωμένοι Παρθένε προγονικής, καταδίκης Άχραντε τη γεννήσει Σου σαφώς, εν φωναίς ασμάτων σε αεί, μακαρίζομεν πιστοί, ω Θεομήτορα.

Ωδή γ’ . Ουκ έστιν  Άγιος.

Αγώνας ήνυσας στερρώς, υπομείνας βασάνους και πικράς τιμωρίας των μελλόντων αγαθών, τηρούμενος προφανώς ταις ελπίσιν, ένδοξε Χριστόδουλε.

Μαρτύρων εύκλειαν φαιδρά, περικείμενος Μάρτυς, καθορώσά σε όλων τοις βασάνοις, εαυτήν εκδέδωκε η σεμνή, Χριστοδούλη αδελφή φρονούσά σοι.

Ποθήσας Μάρτυς τον Χριστόν, τα ορώμενα πάντα εις ουδέν ηγήσω των τυραννούντων ορμάς, Χριστόδουλε Αθλητά, ολεθρίους πίστει τροπωσάμενος.

Θεοτοκίον.
Ρυσθήναι πάσης πονηράς, εναντίων εξόδου, και παθών ψυχοφθόρων, και κινδύνων χαλεπών, τους Σε τιμώντας αεί, Θεοτόκε πάναγνε ικέτευε.

Κάθισμα. Ήχος πλ. Δ’ . Την Σοφίαν και Λόγον.

Των βασάνων τα νέφη τα χαλεπά, Αθληταί παριδόντες καρτερικώς, ως ήλιος χάριτι, του Σωτήρος ελάμψετε, αδελφική στοργή δε, ενθέως συνδούμενοι, ομοίοις πόνοις
λαμπρώς εδοξάσθητε, όθεν μετά τέλος, ατελεύτητον χάριν, εξ ύψους εδέξασθε, θεραπεύειν νοσήματα, Αθλοφόροι αυτάδελφοι, πρεσβεύσατε Χριστώ τω Θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω την αγίαν μνήμην υμών.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.

Την ψυχήν μου Παρθένε, την ταπεινήν, την εν ζάλη του βίου, των πειρασμών, νυν ως ακυβέρνητον, ποντουμένην Πανάμωμε, αμαρτιών τε φόρτω, φανείσαν υπέραντλον, και εις πυθμένα άδου, πεσείν κινδυνεύουσαν, φθάσον Θεοτόκε, τη θερμή σου πρεσβεία, και σώσον παρέχουσα, τον λιμένα τον εύδιον, ίνα πίστει κραυγάζω σοι· Πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, των πταισμάτων δούναί μοι την άφεσιν· σε γαρ έχω ελπίδα ο δούλός σου.

Ωδή δ’ . Χριστός μου δύναμις.

Αγρίων χάσματα, θηρών εφιμώσεις, επικλήσεσι θείες, αγγελική δόξη καλλυνόμενος, και μαρτυρίου ιεραίς φωταυγίες λαμπρυνόμενος.

Ναόν σε έμψυχον, ναόν Πανάγιον, η του Πνεύματος χάρις, Μάρτυς σοφέ, εύρατο Χριστόδουλε, ω κραταιούμενος ναούς, των ειδώλων κατηδάφισας.

Υπήρξας άσειστος, ακαταπτόητος, απερίτρεπτος, πάσαις επιβουλαίς χαλεπών κολάσεων, κραταιούμενη εν Χριστώ, Χριστοδούλη παναοίδιμε.

Μαρτύρων αίμασι, καλλωπιζόμενοι, και ομονοία, πίστει αδελφική, σώζοντες μακάριοι, των διωκτών τας ζοφεράς επινοίας διεκρούσασθε.

Θεοτοκίον.
Νοήσας πόρρωθεν, εμφαντικώτατα Αββακούμ, Σε εκάλει όρος Αγνή, αρεταίς κατάσκιον, εξ Ου επέφανεν ημίν, ο φωτίζων τας ψυχάς ημών.

Ωδή ε’ . Τω θείω φέγγει Σου Αγαθέ.

Ως όρθρος έλαμψας ευπρεπής, ως ημερινός όντως αστήρ, ως φαεινότατος άθλων, και σημείων μαρμαρυγαίς, τους πιστούς ενθέως καταυγάζων, Μάρτυς δούλε.

Μεγίστοις πόνοις, εγκαρτερών, και τας ανενδότους των δεινών επιφοράς λογιζόμενος Μάρτυς, ως ηδύστας τρυφάς Χριστόδουλε, τας θείας αντιδόσεις χαίρων κεκλήρωσαι.

Αιμάτων ρείθρα, Μάρτυς σεμνή, χέουσα εκτήσω της τρυφής, συ τον χείμαρρον πανεύφημε, και την δι’ αιώνος, δόξαν αμάραντον, και την εν Παραδείσω τερπνήν απόλαυσιν.

Θεοτοκίον.

Ρομφαίαι πάσαι του δυσμενούς, άχραντε πανάμωμε αγνή, όντως εις τέλος εξέλιπον, Συ γαρ των απάντων, Θεόν εκύησας, τω Σταυρώ καθελόντα τούτου το φρύαγμα.

Ωδή στ’ . Του βίου την θάλασσαν.

Του βίου την θάλασσαν, υψουμένην καθορών, και τοις θηρσί ριπτόμενοι, μεληδόν κοπτόμενοι, και πυρί εν όλω φλεγόμενοι, την αμώμητον πίστιν, ουκ ηρνήσασθε.

Υψούμενα κύματα των κολάσεων, σφοδρώς δικαστικαίς προστάγμασι, το σταθερόν της γνώμης των Αθλητών, βυθίσαι ουκ ίσχυσε, τη γαρ θεία παλάμη εκρατύνοντο.

Ροαίς απεωνίζατε, Φαραώ τον δυσμενή, του εκχυθέντος αίματος, την δε Χριστού ηρδεύσατε ευσεβώς, αήττητοι Μάρτυρες, Εκκλησίαν την πίστει αναθάλλουσαν.

Θεοτοκίον.
Ως όμβρος κεκένωται, εν τη μήτρα Σου, Θεός δι’ ευσπλαγχνίαν άφατον και τον χειμάρρουν άπαντες της τρυφής, επότισε Δέσποινα, και την κτίσιν φθαρείσαν εκαινούργησεν.
Κοντάκιον. Ήχος γ’ . Η Παρθένος σήμερον.

Τους γενναίους Μάρτυρας, και αδελφούς κατά σάρκα, τον σοφόν Χριστόδουλον, και Χριστοδούλην τιμώμεν, ούτοι γαρ, των τυραννούντων μηχανουργίας, ήσχυναν, τη
δυναστεία του σταυρωθέντος, ανεδείχθησαν διόπερ, Μαρτύρων δόξα, ομού και καύχημα.

Ο Οίκος.

Την δυάδα πιστοί των Αθλοφόρων σήμερον, εν ωδαίς ιεραίς και ύμνοις ευφημήσωμεν, ότι των ειδώλων καθείλον την πλάνην, πολυθεΐας το πυρ κατασβέσαντες και δαίμονες ήσχυναν, των δε τυράννων τον θυμόν ουκ έπτυξαν, ξίφη τε και πυρ δειλιάσαντες, ούτε θηρίων αγρίων ορμάς, αγωνισάμενοι, καλών Χριστόδουλος ευκλεής, συν τη σεπτή Χριστοδούλη, αδελφοί σύναθλοι, δειχθέντες Μαρτύρων, ομού και καύχημα.

Συναξάριον

Τη Δ' του αυτού μηνός, οι Άγιοι Μάρτυρες Χριστόδουλος και Χριστοδούλη ξίφει τελειούνται.
 Συνωνυμών σοι, παρθένε Χριστοδούλη,


Ωδή ζ’ . Δροσοβόλον μεν την κάμινον.

Νεανίαις τρεις εν χάριτι μιμούμενοι, το πυρ κατεπατήσατε, δροσιζόμενοι τω αΰλω Πνεύματι πυρί, και ψάλλοντες Μάρτυρες Χριστώ· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Ζεομένης της σαρκός, η προς τον κτίσαντα αγάπη εκρατύνετο, οι γαρ Άγιοι ολοτρόπω νεύσει προς τον Θεόν θεούμενοι, έμελπον πιστώς· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Υπεριδών σου καρδίας τα κινήματα, ταις θείαις αναβάσεσιν εν ασαλεύτω Αθλοφόρε, πέτρα της ζωής, ακλόνητος ίστασο βοών· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Θεοτοκίον.

Νεανίαις τρεις η κάμινος ουκ έφλεξεν, γέννησιν προτυπούσα την Σην, το γαρ θείον πυρ μη φλέξας ώκησεν εν Σοι, και πάντας εφώτισε βοάν· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Ωδή η’ . Εκ φλογός.

Ωραιότατος ώφθης ψυχή και σώματι, των βασάνων νιφάσι καταχωννύμενος, Μάρτυς Αθλητά, ουδαμώς δε ηττώμενος, μέλπεις τω Δεσπότη Χριστώ, εις τους αιώνας.

Ρητορεύοντες άμα λόγον τον ένθεον, εξεφαύλισαν πόθω δόγμα το άθεον, οι αδελφική αγχιστεία συνδούμενοι, Μάρτυρες του πάντων Θεού και Βασιλέως.

Ιερεία και θεία ολοκαυτώματα, εθελόφυτοι άρμες, άμωμα σφάγια, κάρπωμα δεκτώ τω Θεώ προσηνέχθητε, εν επουρανίω τραπέζη Αθλοφόροι.

Διαυγή σε αστέρα, φωτοειδέστατον ίαμα, κτίσιν καταλαμπρύνοντα, πάντων τας ψυχάς Αθλοφόρε Χριστόδουλε, πίστει εγνωκότες, υμνούμεν εις αιώνας.

Θεοτοκίον.

Απειρόγαμε Κόρη, χαίρε Πανάμωμε, ο λιμήν των εν ζάλη, χαίρε Θεόνυμφε, των αμαρτωλών χαίρε το ιλαστήριον, χαίρε η τεκούσα Θεόν σεσαρκωμένον.

Ωδή θ’ . Θεόν ανθρώποις.

Ιδείν την δόξαν του Παντοκράτορος, επιποθών και κάλλος Αυτού το αμήχανον, αδοξίαν του βίου παρέδραμες, άτιμον υπομείνας θάνατον ένδοξε, δόξα προξενούντά
σοι, αεί Μάρτυς Χριστόδουλε.

Ως φως, ως λύχνον αειλαμπέστατος, τοις εν νυκτί του βίου καθωράθης Χριστόδουλε, αγνωσίας το σκότος εδίωξας, έλυσας παθημάτων την αμαυρότητα, φέγγεις ιαμάτων
Αθλητά θεομακάριστε.

Στολαίς βαφείσας υμών εξ αίματος, μαρτυρικού, ωραίους εαυτούς περιστείλαντες, στεφηφόροι Κυρίω παρίστασθε, μέλποντες συν Αγγέλοις· Άγιος, Άγιος, Άγιος,
Τριας η παντουργός, και παντοδύναμος.

Ημών τη πίστει την αεισέβαστον, και ιεράν, και πλήρη φωτισμού και λαμπρότητος, Αθλοφόροι Μάρτυρες, τελούντων υμών την μνήμην, και προσκυνούμεν πίστει τα λείψανα, μέμνησθε παντοίων πειρασμών, πάντας λυτρούμενοι.

Θεοτοκίον.

Φωτός δοχείον, του αναλάμψαντος θεοπρεπώς, εκ Σου της καθαράς παναμώμητε, ψυχής μου τα όμματα φώτισον, σκότος της αγνωσίας αποδιώκουσα, και της αμαρτίας
την αχλύν εξαφανίζουσαν.

Εξαποστειλάριον. Γυναίκες ακουτίσθητε.

Των Αθλητών τιμήσωμεν, δυάδα την συνώνυμον, της Παναγίας Τριάδος, τους ευκλεείς αριστέας, και πρεσβευτάς προς Κύριον, ημών και αντιλήπτορας, Χριστόδουλον τον ένδοξον, και την σεμνήν Χριστοδούλην, της παρθενίας το ρόδον.

Θεοτοκίον.

Ασπόρως σωματώσασα, αφθόρως Κόρη τέτοκας, τον Βασιλέα της δόξης, και Κύριον των απάντων, Ον οι γενναίοι Μάρτυρες, λαμπρώς καθομολόγησαν, και δι’ Αυτόν τον
θάνατον, υπέμειναν γηθοσύνως, Θεογεννήτορ Παρθένε.

Αίνοι. Ήχος δ’ . Έδωκας σημείωσιν.

Μίαν κλήσιν φέροντες, οι Αθλοφόροι οι ένδοξοι, μίαν γνώμην εκτήσαντο, θανείν προθυμότατα, υπέρ του των όλων, Θεού και Δεσπότου, όθεν ζωής της παρ’ Αυτώ, και αϊδίου δόξης επέτυχον, Χριστόδουλος ο ένθεος, και Χριστοδούλη η πάντιμος, ους συμφώνως γεραίροντες, τον Χριστόν μεγαλύνομεν.

Ήθλησαν στερρότατα, τη παντευχία της πίστεως, και εχθρόν κατεπάτησαν, οι Άγιοι Μάρτυρες, και βραβεία νίκης, παρά του Σωτήρος, εδέξαντο θεουργικώς, μεγαλυνθέντες θείοις χαρίσμασι, Χριστόδουλος ο ένδοξος, και Χριστοδούλη η πάνσεμνος, ων την μνήμην γεραίροντες, τον Χριστόν μεγαλύνομεν.

Νύμφη πανακήρατος, οία παρθένος αμόλυντος, Χριστοδούλη θεόληπτε, Χριστού αναδέδειξαι, υπέρ Ου προθύμως, το αίμά σου Μάρτυς, εξέχεας μαρτυρικώς, και συναθλούντά σοι έσχες πάνσεμνε, Χριστόδουλον τον ένδοξον, μεθ’ ου απαύστως ικέτευε, τον Σωτήρα δωρήσασθαι, ιλασμόν ταις ψυχαίς ημών.

Μάρτυρες συνώνυμοι, και Αθλοφόροι αήττητοι, Χριστοδούλη θεόνυμφε, και θείε Χριστόδουλε, Χριστόν τον Σωτήρα, αεί δυσωπείτε, ως παρρησίαν προς Αυτόν, πολλήν πλουτήσαντες παμμακάριστοι, δοθήναι ημίν άπασιν, απαλλαγήν πάσης θλίψεως, και πταισμάτων συγχώρησιν, τοις υμάς μακαρίζουσι.

Δόξα. Ήχος πλ. Α’ .

Το πυρ της θείας αγάπης, εν τη καρδία φέροντες, ξένην ανδρείαν επεδείξασθε, εν τω σταδίω της αθλήσεως, αγαλλομένη γαρ ψυχή, τω ξίφει τον αυχένα κλίναντες, τους εχθρούς εξεπλήξατε, του δε Χριστού τον θάνατον, αληθώς εδοξάσατε, αλλ’ ως αθανάτου δόξης κοινωνοί, Χριστόδουλε και Χριστοδούλη, θανάτου αμαρτίας ημάς ρύσασθε, αιτούμενοι ημίν το μέγα έλεος.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Μακαρίζομέν σε Θεοτόκε Παρθένε, και δοξάζομέν σε οι πιστοί κατά χρέος, την πόλιν την άσειστον, το τείχος, το άρρηκτον, την αρραγή προστασίαν, και καταφυγήν των ψυχών ημών.

Δοξολογία Μεγάλη και Απόλυσις.

Μεγαλυνάριον.

Χαίροις των Μαρτύρων η ξυνωρίς, Χριστόδουλε μάκαρ, Αθλοφόρων ο κοινωνός, χαίροις Χριστοδούλη, Χριστού ωραία νύμφη, σεμνή Παρθενομάρτυς, αξιοθαύμαστε.

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Voutsinasilias.blogspot.gr
http://voutsinasilias.blogspot.gr/2012/11/4.html


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου