Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα AΡΘΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα AΡΘΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

Οι «μάνες» με τα ράσα που μεγαλώνουν ορφανά



site analysis



vcbnnm12h12kl1jhj21nm2nhk1jh1m21nhkjh7Μέχρι και το πρωινό της περασμένης Πέμπτης εστερνιζόμουν τη λαϊκή ρήση  «μάνα είναι μόνο μία». Μόλις, όμως, πέρασα το κατώφλι του Λύρειου Παιδικού Ιδρύματος, ενός πρότυπου Ορθόδοξου Χωριού, στο οποίο έχουν βρει καταφύγιο αθώες ψυχές, όλα μέσα μου επαναπροσδιορίστηκαν. Εκεί, στην κορυφή του βουνού, στην περιοχή μεταξύ Ραφήνας και Νέας Μάκρης, πάνω από τον παλαιό οικισμό του Νέου Βουτζά, συνειδητοποίησα ότι μάνα δεν είναι μόνο μία. Μάνες είναι 15 μοναχές, γυναίκες απλές, που παλεύουν να φροντίσουν 76 παιδιά, ηλικίας από μερικών ημερών μέχρι και 18 ετών. Δεν πρόκειται για συνηθισμένες μάνες, αλλά για μητέρες SOS. Δηλαδή, απλώς σπουδαίες…vcbnnm12h12kl1jhj21nm2nhk1jh1m21nhkjh1
Η ζωή τους, η ιστορία τους και το έργο τους θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελέσουν σενάριο κινηματογραφικής ταινίας. Μιας δραματικής ταινίας που στο φινάλε της δίνει το αισιόδοξο μήνυμα ότι μέσα από τις στάχτες μπορεί να ξεπηδήσει η ελπίδα. Συνεπώς, καθόλου τυχαίο που το συγκλονιστικό αυτό σενάριο της ζωής γίνεται ντοκιμαντέρ, με τον τίτλο «Μάνα», μια ταινία που ολοκληρώνεται στις αρχές του νέου έτους και αφηγείται την απίστευτη ιστορία έξι γυναικών που αφιερώθηκαν σε έναν ιερό σκοπό. Πίσω από την ιδέα και την παραγωγή βρίσκεται η Βάλερι Κοντάκος, με επιτυχίες στις ΗΠΑ, στη βόρεια Ευρώπη και την Κορέα, που δούλεψε δυόμισι χρόνια για να καταφέρει να υλοποιήσει ένα από τα μεγάλα όνειρά της.
Οι αδελφές Μαρία, Δωροθέα, Παρθενία και Καλλινίκη λειτουργούν το Παιδικό Χωριό Λύρειο για πάνω από 40 χρόνια ως καταφύγιο κακοποιημένων και ανεπιθύμητων παιδιών, που όλα τις αποκαλούν «μάνα». Η ιστορία τους αρχίζει σε μια εποχή που η Ελλάδα ήταν τελείως διαφορετική. «Ημασταν 12 νεαρές κοπέλες ηλικίας 20 ετών, που φοιτούσαμε στο ίδιο σχολείο στον Πειραιά. Πηγαίναμε παντού μαζί και φυσικά στο κατηχητικό. Η φιλία μας μεγάλη και τα όνειρά μας κοινά. Θέλαμε να αφιερώσουμε τη ζωή μας στον Θεό, αλλά εκείνη την εποχή πού να τολμήσεις να πεις κάτι τέτοιο στους γονείς σου, που, εκτός των άλλων, είχαν καταγωγή και από τη Μάνη. Εμείς όμως ήμασταν αποφασισμένες» διηγείται στην «Espresso της Κυριακής» η αδελφή Δωροθέα.
«Εκείνη την εποχή καμία κοπέλα δεν μπορούσε να φορέσει το ράσο, εκτός κι αν είχε τη συγκατάθεση των γονιών της ή αν ήταν πάνω από 21 ετών. Eτσι λοιπόν αποφασίσαμε να το σκάσουμε. Και έγινε πανικός! Για χρόνια ολόκληρα μας έψαχναν, μας κυνηγούσε η Αστυνομία. Κρυβόμασταν για να μη μας βρουν και μας γυρίσουν πίσω. Βρήκαμε καταφύγιο στα Σπάτα, στο Πεντελικόν, ακόμη και στη Σπηλιά του Νταβέλη, στην Πεύκη. Κακός χαμός. Κάποια στιγμή μάς εντόπισαν. Οι αστυνομικοί μάς έβαλαν σε ένα περιπολικό και μας πήγαν πίσω στα σπίτια μας. Ωστόσο δεν το βάλαμε κάτω. Δραπετεύσαμε συνολικά τρεις φορές και για τρία ολόκληρα χρόνια ζούσαμε κρυμμένες».
Η 5χρονη Ελισσάβετ αρπάζοντας με χαρά το παραμύθι που της έφεραν απομονώνεται για να το ξεφυλλίσει. Όταν έφτασε στο Ιδρυμα ήταν νεογέννητο μερικών ημερών
Η 5χρονη Ελισσάβετ αρπάζοντας με χαρά το παραμύθι που της έφεραν απομονώνεται για να το ξεφυλλίσει. Όταν έφτασε στο Ιδρυμα ήταν νεογέννητο μερικών ημερών
Τελικά, όπως χαρακτηριστικά λέει η ίδια, ήρθε η πολυπόθητη στιγμή που οι γονείς μας το πήρανε απόφαση. «Είχαν προηγηθεί δικαστήρια και άλλα πολλά… Μας έδωσαν την ευχή τους και αρχίσαμε το έργο μας. Θέλαμε να ξεκινήσουμε τη μοναστική ζωή μεγαλώνοντας ορφανά παιδιά, κάτι που θα εκπλήρωνε το όνειρό μας να νυμφευθούμε τον Χριστό και να γίνουμε  μητέρες. Αρχικά είχαμε βρει μια μικρή εκκλησία, την οποία επισκευάσαμε και φτιάξαμε, και κάποιους χώρους. Ομως, δεν χωρούσαμε. Τελικά το 1967 μας παραχωρήθηκε από την Ιερά Μονή Πεντέλης και την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών αυτή εδώ η έκταση και φτιάξαμε το σπίτι μας και τα σπίτια για τα παιδιά μας. Τα φτιάξαμε κυρίως από τη δωρεά του αείμνηστου καπετάνιου του Εμπορικού Ναυτικού Μάρκου Λύρα. Και σήμερα συντηρούμαστε πάλι με δωρεές. Στο πλευρό μας, εκτός από δεκάδες ανθρώπους που μας προσφέρουν βοήθεια, βρίσκονται ακόμη τα εγγόνια του Μάρκου Λύρα».
Τα παιδιά της Β' Γυμνασίου Ραφήνας και τα παιδιά του Λύρειου, όλα μια παρέα. Αγκαλιάζονται, γελούν και ποζάρουν στο φακό της «Εspresso της Κυριακής»
Τα παιδιά της Β’ Γυμνασίου Ραφήνας και τα παιδιά του Λύρειου, όλα μια παρέα. Αγκαλιάζονται, γελούν και ποζάρουν στο φακό της «Εspresso της Κυριακής»
Από τις 12 μοναχές που είχαν φύγει τότε από τα σπίτια τους, πλέον στο Λύρειο ζουν μόνο οι πέντε. «Απεβίωσαν, αλλά εμείς συνεχίζουμε ακάθεκτες. Βέβαια αρκετές τρόφιμοι επέλεξαν να γίνουν μοναχές και έτσι βρίσκονται εδώ μαζί μας. Μας βοηθούν με τα παιδιά. Εχουμε 76 υπέροχα αγγελούδια που μας χρειάζονται και είμαστε δίπλα τους».
Έφτασε με το σχολείο της για να βοηθήσει. Γνωρίζει ότι πίσω από κάθε παιδί του Λυρειου κρύβεται μια τραγική ιστορία. Δεν αντέχει.. Ξεσπάει σε κλάματα..
Έφτασε με το σχολείο της για να βοηθήσει. Γνωρίζει ότι πίσω από κάθε παιδί του Λυρειου κρύβεται μια τραγική ιστορία. Δεν αντέχει.. Ξεσπάει σε κλάματα..
ΓΙΟΥΛΗ ΣΤΑΡΙΔΑ – Φωτ.: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΟΛΦΟΜΗΤΣΟΣ
Τραγωδίες πίσω από τα παιδικά χαμόγελα
Η συνάντησή μας με την αδελφή Δωροθέα πραγματοποιήθηκε στο «Αρχονταρίκι», που έχει δημιουργηθεί για να φιλοξενεί όσους σπεύδουν να προσφέρουν πολύτιμα δώρα. Τα παιδιά είναι φανερά ανυπόμονα. Περιμένουν παρέα. Οι μαθητές της Β’ τάξης του Γυμνασίου Ραφήνας φτάνουν με πούλμαν και με χέρια γεμάτα σοκολάτες, παιχνίδια και ρούχα για να τα προσφέρουν στον Νίκο, τον Βασίλη, την Αλεξάνδρα, την Ελισάβετ, τον Χρήστο και τα «αδέλφια» τους. Γιατί αδέλφια νιώθουν όλα μεταξύ τους. Μόλις οι μικροί μαθητές του Λύρειου αντικρίζουν τους επισκέπτες, πέφτουν στην αγκαλιά τους τρέχοντας κι όλοι μαζί γίνονται μια παρέα. Τραγουδούν, παίζουν, γελούν… Μια μαθήτρια της Ραφήνας δεν αντέχει και ξεσπά σε κλάματα πέφτοντας στην αγκαλιά της φίλης της. Ξέρει ότι πίσω από αυτά τα παιδιά κρύβεται μια τραγική ιστορία. Οτι σε αυτά τα παιδιά η μοίρα στάθηκε σκληρή…
Ρωτάμε την αδελφή Δωροθέα για την ιστορία τους. Οι απαντήσεις της πλημμυρίζουν και τα δικά μας μάτια με δάκρυα… «Πριν από λίγες ημέρες έφτασαν εδώ τρία μικρά αγόρια. Το μεγαλύτερο εννέα ετών και το μικρότερο μόλις δύο. Οι γονείς τους σκοτώθηκαν σε τροχαίο δυστύχημα και η ηλικιωμένη γιαγιά δεν μπορούσε να τα φροντίσει. Πλέον το ένα φροντίζει το άλλο. Τα μικρά δείχνουν να μην καταλαβαίνουν το κακό που τα βρήκε, το μεγαλύτερο όμως το νιώθει. Προσπαθούμε να του απαλύνουμε την πληγή. Τι να σας πρωτοπώ… Πέντε κορίτσια, πέντε αδελφές, εγκαταλείφθηκαν εδώ από τους γονείς τους. Η μικρότερη 17 ημερών, η μεγαλύτερη 10 ετών…»
Ρωτάμε για έναν ξανθό άγγελο με πράσινα μάτια, που μας κοιτάζει κρυφά. «Είναι η 5χρονη Ελισάβετ. Ηταν μόλις μερικών ημερών όταν την πήραμε. Βρίσκεται εδώ με τη μεγάλη της αδελφή, την Αλεξάνδρα. Ολα τα παιδιά μας είναι ταλαιπωρημένα από τη ζωή. Βρίσκονται εδώ με εισαγγελική εντολή. Τα περισσότερα δεν έχουν γονείς, ενώ αυτά που έχουν τους βλέπουν σπάνια, έως και καθόλου».
Μια παιδική φωνή διακόπτει τη σκέψη μου. Είναι ο Νίκος, ένα από τα τρία αδέλφια που έχασαν σε τροχαίο τους γονείς τους. «Κυρία, κυρία, εσείς έχετε παιδί;» με ρωτάει. «Ναι, ένα αγοράκι λίγο μικρότερο από εσένα» του απαντώ και με αφοπλιστικό χαμόγελο μού λέει: «Αμα δεν του φέρει δώρο ο Αϊ-Βασίλης, πείτε του να μη στενοχωριέται. Θα του φέρουν τα σχολεία»!
Η αδελφή Δωροθέα χαμογελά και μου λέει σιγά: «Τα παιδιά μας, όταν βλέπουν μαθητές να τους επισκέπτονται, χαίρονται τόσο πολύ… Είναι σαν να παίρνουν ζωή».451rty2rt1y2rt4y2rt15yrt12
Η ζωή στο Λύρειο
Στο Λύρειο Παιδικό Ιδρυμα οι μοναχές καλλιεργούν τα δικά τους λαχανικά, τα παιδιά διδάσκονται από εθελοντές δασκάλους, ενώ ένας ψυχολόγος έρχεται σε τακτική βάση, ώστε οι έφηβοι να μπορούν να συζητούν θέματα που δεν μπορούν να θιγούν με τις μοναχές «μητέρες» τους. Είναι ένα από τα μακροβιότερα ιδρύματα για εγκαταλειμμένα παιδιά στη χώρα και τα προστατεύει μέχρι την ενηλικίωση, την πλήρη επιμόρφωση και την οικογενειακή αποκατάστασή τους.
Έφτασε με το σχολείο της για να βοηθήσει. Γνωρίζει ότι πίσω από κάθε παιδί του Λυρειου κρύβεται μια τραγική ιστορία. Δεν αντέχει.. Ξεσπάει σε κλάματα..
Έφτασε με το σχολείο της για να βοηθήσει. Γνωρίζει ότι πίσω από κάθε παιδί του Λυρειου κρύβεται μια τραγική ιστορία. Δεν αντέχει.. Ξεσπάει σε κλάματα..
Τον Ιούλιο του 1995 η μεγάλη πυρκαγιά που κατέκαψε το δάσος της Πεντέλης κατέστρεψε μέσα σε τρεις εφιαλτικές ημέρες σχεδόν το σύνολο των εγκαταστάσεων του ιδρύματος. Πλήθος κόσμου κινητοποιήθηκε άμεσα, έδωσε απλόχερα τη βοήθειά του, συγκέντρωσε χρήματα, τρόφιμα, είδη πρώτης ανάγκης και υποστήριξε με κάθε τρόπο ολόψυχα το ίδρυμα. Δέκα χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 2005, το ίδρυμα κινδύνεψε και πάλι από τον εφιάλτη της πυρκαγιάς, αλλά διασώθηκε ευτυχώς με μικρές ζημιές.
Το Λύρειο παρέχει στα παιδιά του πλήρη εκπαίδευση όλων των βαθμίδων. Στις εγκαταστάσεις του λειτουργούν νηπιαγωγείο με ειδικευμένη νηπιαγωγό και τριθέσιο δημοτικό σχολείο που το διευθύνει η ηγουμένη – εκπαιδευτικός. Και τα υπόκεινται στην εποπτεία και τον έλεγχο του υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Στη συνέχεια τα παιδιά φοιτούν σε γυμνάσια και λύκεια γειτονικών περιοχών. Καθηγητές, από τους οποίους πολλοί εθελοντές, διδάσκουν στα παιδιά ξένες γλώσσες, μουσικά όργανα, βυζαντινή μουσική, ρυθμική γυμναστική, ζωγραφική και κάνουν ενισχυτικά μαθήματα. Επιπλέον τα παιδιά του λυκείου παρακολουθούν μαθήματα σε φροντιστήρια της ευρύτερης περιοχής.
Οι μοναχές βοηθούν τα παιδιά στη μελέτη τους, τα επιβλέπουν στα παιχνίδια τους, τα υποστηρίζουν στα ατομικά τους προβλήματα, τα μεταφέρουν στο σχολείο, τα συνοδεύουν στη θάλασσα, στις εκδρομές, στο θέατρο, στον κινηματογράφο, σε διαλέξεις, σε κατασκηνώσεις, σε παρελάσεις και σε λοιπές κοινωνικές εκδηλώσεις. Για την καθημερινή ψυχαγωγία των παιδιών το ίδρυμα διαθέτει παιδική χαρά, επιτραπέζια, ψυχαγωγικά, παιδαγωγικά και λοιπά παιχνίδια, βιβλία, περιοδικά, τηλεόραση, video, DVD player και μουσικά όργανα, τα οποία έχουν προσφέρει δωρητές. Μάλιστα η ηγουμένη Μαρία διδάσκει στα παιδιά πιάνο.vcbnnm12h12kl1jhj21nm2nhk1jh1m21nhkjh9
«Διδάσκω εδώ τα τελευταία δύο χρόνια και η εμπειρία δεν περιγράφεται με λόγια. Πρέπει πρώτα να σταθείς δίπλα τους σαν γονιός, σαν φίλος, σαν ψυχολόγος και έπειτα σαν δάσκαλος» μας λέει η δασκάλα του δημοτικού σχολείου Εύα Παντάζου. «Το κάθε παιδί κουβαλάει στις πλάτες του μια τραγική ιστορία που θα λύγιζε τον καθένα μας. Κι όμως, εδώ με τη δουλειά που γίνεται αυτά τα παιδιά εξακολουθούν και χαμογελούν». Δίπλα της, ο δεύτερος δάσκαλος του σχολείου, ο κ. Γιώργος, συνταξιούχος εκπαιδευτικός, συμπληρώνει με συγκίνηση: «Διδάσκω εθελοντικά τα παιδιά εδώ και πέντε χρόνια. Και θέλω να πω ότι πήρα πολλά από αυτά τα παιδιά, που είναι γεμάτα χαρίσματα».
Τα παιδιά μπορούν να παραμείνουν στο Λύρειο και μετά την ενηλικίωσή τους, τα αγόρια ακόμη και κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής τους θητείας, ενώ η φροντίδα των μοναχών φτάνει ακόμα μέχρι και στην οικογενειακή τους αποκατάσταση. Μέριμνά τους είναι να καλοπαντρευτούν τα παιδιά, όπως θα επιθυμούσε κάθε γονιός. «Το Λύρειο παρέχει στα παιδιά που παντρεύονται έπιπλα, ηλεκτρικές συσκευές, ιματισμό μέχρι και το ενοίκιο των πρώτων μηνών. Εως σήμερα έχουν τελεστεί περισσότεροι από 40 γάμοι παιδιών του ιδρύματος, τα οποία δημιούργησαν οικογένειες που διατηρούν με το ίδρυμα άριστους δεσμούς» λέει με υπερηφάνεια η μοναχή Δωροθέα.vcbnnm12h12kl1jhj21nm2nhk1jh1m21nhkjh6
Τέσσερα ζεστά σπίτια
Στο χωριό λειτουργούν τέσσερα σπίτια. Σε κάθε σπίτι μία μοναχή, σαν μάνα, φροντίζει μια ομάδα παιδιών διάφορων ηλικιών, που μένουν μαζί της -σαν οικογένεια- με χριστιανικές αρχές, με ξεχωριστή κουζίνα, ακριβώς σαν να ζούσαν με τους γονείς τους στο σπίτι τους. Ενα άλλο σπίτι στεγάζει αποκλειστικά τα αγόρια από τη στιγμή που μπαίνουν στην εφηβεία.vcbnnm12h12kl1jhj21nm2nhk1jh1m21nhkjh4
«Υπάρχει σχεδιασμός για την κατασκευή τουλάχιστον πέντε σπιτιών ακόμη για να περιοριστούν τα παιδιά κάθε οικογένειας στα επτά με οκτώ. Μερικά τέτοια σπίτια θα συγκροτήσουν μια γειτονιά και οι γειτονιές ένα χωριό, με τις πλατείες του, το πάρκο του, τα γήπεδά του, το αναρρωτήριο και το σχολείο του. Μέσα σε τέτοιες συνθήκες τα παιδιά μας θα μπορέσουν να ζήσουν ανθρώπινα.
»Δυστυχώς, οι οικονομικές δυνατότητες του ιδρύματος δεν επιτρέπουν την κατασκευή άλλων σπιτιών, οπότε η ανέγερση νέων επαφίεται σε δωρεές, όπως πρόσφατα συνέβη με φιλάνθρωπη κυρία που ανέλαβε το κόστος κατασκευής ενός νέου σπιτιού» εξηγεί η μοναχή Δωροθέα προσθέτοντας ότι το ίδρυμα έχει ξεκινήσει με τη βοήθεια των δωρητών του την κατασκευή κτιρίου βιβλιοθήκης, με αίθουσες διαλέξεων και εκδηλώσεων, καθώς και εργαστήρια, αλλά και φροντιστήριο εκμάθησης ξένων γλωσσών.vcbnnm12h12kl1jhj21nm2nhk1jh1m21nhkjh2
Οι ανάγκες του ιδρύματος συνέχεια πολλαπλασιάζονται. Το Λύρειο έχει ανάγκη από τα πάντα. Τρόφιμα, παπούτσια, ρούχα, κουβέρτες… Λόγω και του υψομέτρου στο οποίο ζουν τα παιδιά, υπάρχει επιτακτική ανάγκη για προμήθεια πετρελαίου θέρμανσης -δέκα τόνοι σε μηνιαία βάση- με κόστος δυσβάστακτο, όπως εξηγεί η μοναχή Δωροθέα: «Είναι συγκλονιστική η βοήθεια του κόσμου. Προσφέρουν τρόφιμα, ρούχα, πρακτική βοήθεια, γυναίκες έρχονται και μαγειρεύουν. Αυτή τη βοήθεια όλων χρειαζόμαστε για να συνεχίσουμε το έργο μας: να βοηθάμε παιδιά που έχουν πραγματική ανάγκη».

” Ας επιζητήσουμε τα ουράνια”



site analysis


H-Deyteri-Genna-Agia-Sygklitiki1

Της αγίας Συγκλητικής
» Σ  αὐτή τη γη βρισκόμαστε σαν μέσα σε δεύτερη μητρική κοιλιά. Όπως δηλαδή μέσα στη μήτρα της μάνας μας δεν ζούσαμε όπως ζούμε τώρα ούτε απολαμβάναμε τις στερεές τροφές που τρώμε τώρα ούτε και μπορούσαμε να κάνουμε ο,τι κάνουμε τώρα – κι αυτό γιατί ήμασταν μακριά από το φως του ήλιου κι από κάθε άλλο φως – και γενικά, όπως τότε στερούμασταν πολλές επίγειες απολαύσεις, έτσι και στον κόσμο τούτο στερούμαστε ορισμένα μεγάλα και θαυμαστά αγαθά της βασιλείας των ουρανών.
Αέναη επΑνάσταση · Επικίνδυνο να διδάσκεις χωρίς αρετή
Αφού λοιπόν γνωρίσαμε καλά τα επίγεια, ας επιζητήσουμε τα ουράνια. Τις εδώ τροφές τις δοκιμάσαμε, ας επιθυμήσουμε τις θεϊκές. Το επίγειο φως το απολαύσαμε, ας ποθήσουμε τον ήλιο της δικαιοσύνης. Ας θελήσουμε ν  ἀντικρύσουμε την άνω Ιερουσαλήμ, σαν πατρίδα και μητέρα μας. Τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής μας ας τον ζήσουμε με την προσδοκία του ουρανού, για ν  ἀπολαύσουμε και τα αιώνια αγαθά.
Όπως λοιπόν, τα έμβρυα από ατελέστερη τροφή και μορφή ζωής περνούν ύστερα – αφού αναπτυχθούν μέσα στην μήτρα – σε τελειότερη (μορφή ζωής και ) διατροφή, έτσι και οι δίκαιοι, αφού αναπτυχθούν πνευματικά με τον τρόπο  της ζωής τους μέσα στον κόσμο, προχωρώντας κατά την Γραφή «εκ δυνάμεως εις δύναμιν» (ψαλ. 83 : 8) πηγαίνουν έπειτα στην ουράνια πολιτεία. Οι αμαρτωλοί, αντίθετα, όπως ακριβώς τα έμβρυα που πέθαναν στη μητρική κοιλιά, από το ένα σκοτάδι παραδίνονται στο άλλο, επειδή και στη γη που βρίσκονται ζουν σαν μέσα σε σκοτάδι, προσκολλημένοι καθώς είναι στα γήινα. Αλλά και όταν πεθάνουν, σε πιο σκοτεινούς και μαύρους τόπους ρίχνονται.Τρεις φορές, θα λέγαμε, γεννιόμαστε. Την πρώτη, όταν βγαίνουμε από τους μητρικούς κόλπους, οπότε από γη ερχόμαστε πάλι σε γη.
Με τις άλλες δυό γεννήσεις όμως ανεβαίνουμε από τη γη στον ουρανό. Και απ  αὐτές η μία, που πραγματοποιείται με το άγιο Βάπτισμα, συντελείται από τη θεία Χάρη. Αυτή την ονομάζουμε, και είναι πραγματικά, «παλιγγενεσία» (δηλαδή αναγέννηση). Η άλλη πάλι, συντελείται από τη μετάνοιά μας και τους κόπους της αρετής. Σ  αὐτή βρισκόμαστε τώρα.»
(Μ. Ευεργετινός)
Τέλος και τω Θεώ δόξα!
Από το βιβλίο: «Νεώτερα Θαύματα της Παναγίας στη Βαρνάκοβα
& Ιστορίες για την Αιωνιότητα»
Εκδόσις: Ιεράς Γυν. Μ. Παναγίας Βαρνάκοβας Δωρίδα 2007-

Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

Συζήτηση με μια δόκιμη μοναχή



site analysis


   Σχεδόν πάντοτε όποτε είχα την τύχη να συμμετέχω σε προσκυνηματική εκδρομή σε μοναστήρια, έφευγα με την αίσθηση ότι ήταν μια πολύ σύντομη επίσκεψη και δεν είχα δει τίποτε από τον τρόπο ζωής στο μοναστήρι.

    Είχα βέβαια την ευκαιρία να προσκυνήσω στην Εκκλησία, να ανάψω ένα κεράκι, να ακούσω κάτι για την ιστορία του μοναστηριού. Συχνά είχα επίσης την ευκαιρία να παρακολουθήσω κάποια κατανυκτική ακολουθία στο ναό, να απολαύσω το φιλόξενο κέρασμα στο καθαρό και περιποιημένο αρχονταρίκι, να απολαύσω την γαλήνια ατμόσφαιρα του μοναστηριού -οπότε δεν την διαταράσσαμε εμείς οι επισκέπτες- και να πάρω την ευχή της γερόντισσας.

    Δεν είχα, όμως, την ευκαιρία να συναντηθώ πραγματικά με τις μοναχές και να έχω μια εκ βαθέων συνομιλία μαζί τους. Τα πρόσωπά τους μου φαίνονταν πολύ απόμακρα, έτσι όπως ήσαν κουκουλωμένες με τις μαντίλες και τα ράσα τους. Τις φανταζόμουν παραιτημένες από την «πραγματική ζωή», αυστηρές και άκαμπτες στα μυαλά, ψυχαναγκαστικές με την καθαριότητα και με την ακριβή τήρηση του τυπικού κάποιων μακροσκελών, ανιαρών ακολουθιών.

    Μέχρι τώρα τελευταία, που πληροφορήθηκα ότι μια καλή μου φίλη και συνάδελφος είχε πάει να γίνει καλόγρια. Παραξενεύθηκα ιδιαίτερα, γιατί δεν την ήξερα φιλομόναχη. Αναρωτήθηκα τι την έπιασε ξαφνικά, και πρέπει να ομολογήσω ότι αρχικά στενοχωρήθηκα και ανησύχησα γι’ αυτήν. Κάτι σοβαρό θα πρέπει να της συνέβη, είπα με το νου μου. Περίεργο, μια χαρά την έβλεπα τελευταία. Αποφάσισα να της τηλεφωνήσω στο μοναστήρι. Την άκουσα ιδιαίτερα καλά, ενθουσιασμένη με τη ζωή της εκεί και αποφασισμένη να συνεχίσει.

    -Καλά, βρε παιδί μου, της λέω, αλλά πως και πήρες μια τέτοια απόφαση, έτσι ξαφνικά;

    -Κι εγώ δεν ξέρω καλά-καλά, μου λέει. Έλα όμως, καμιά φορά να τα πούμε από κοντά. Θα χαρώ πολύ να σε δω.

    Και πήγα. Και έτσι μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω κάτι, έστω και λίγο, από τη ζωή των μοναζουσών.

    Κάθισα για λίγο μόνη μου στην αυλή του μοναστηριού, περιμένοντας τη φίλη μου. Μέσα σ’ αυτά τα λίγα λεπτά μου δόθηκε η ευκαιρία να ηρεμήσω λίγο, απολαμβάνοντας την ομορφιά και τη γαλήνη που απέπνεε ο χώρος. Σε λίγο ήρθε και η φίλη μου, η οποία με υποδέχθηκε πολύ εγκάρδια. Και εγώ επίσης, παρ’ όλο που είχα πάει με πολλές επιφυλάξεις, χάρηκα πολύ που την είδα.

    Παραθέτω εδώ κάποια κομμάτια από τη συνομιλία μας, αποφεύγοντας βέβαια να αναφέρω πολύ προσωπικά στοιχεία.

    -Σε βλέπω πολύ καλά. Πολύ ήρεμη, χαρούμενη και φωτεινή. Για πες μου λοιπόν, τι είναι αυτό που βρίσκεις εδώ και έχεις πάρει τέτοια απόφαση;

    -Χωρίς καλά-καλά κι να καταλαβαίνω γιατί, μου λέει, από τις πρώτες μέρες που ήρθα εδώ σαν φιλοξενούμενη, αισθάνθηκα σαν στο σπίτι μου. Συνάντησα πρόσχαρα, καλοσυνάτα πρόσωπα, και με συγκίνησε το κλίμα σύμπνοιας και αγάπης, που υπάρχει ανάμεσα στις αδελφές. Με δέχθηκαν και μένα με πολλή αγάπη. Ένιωσα ότι βρέθηκα μέσα σε μια αγαπημένη οικογένεια. Έκτοτε είχα την ευκαιρία να έρχομαι εδώ ξανά και ξανά, σαν ένα μέλος της οικογένειας, που έλειπε για καιρό και τώρα επιστρέφει.

    -Κάτι σαν «διορθωτική συναισθηματική εμπειρία», είπα εγώ, κολλημένη, όπως πάντα στις ψυχολογικές ερμηνείες μου. Ήσουνα μοναχοπαίδι και τώρα χαίρεσαι που απόκτησες αδελφές. Σου δίνεται λοιπόν εδώ μια ευκαιρία να διορθώσεις ίσως κάποια τραύματα και ελλείψεις από το παρελθόν σου.

    -Πράγματι, μου δίνεται μια ευκαιρία, όχι για επιστροφή στην παλιά παιδική μου ηλικία, αλλά για μια αρχή προς μια καινούργια ζωή. Αυτό όχι μόνο χάρη στις σχέσεις μου με τις αδελφές. Ακόμη πιο σημαντική για μένα είναι η σχέση μου με τη γερόντισσα, που λειτουργεί για μένα ως «αρκετά καλή μητέρα», για να χρησιμοποιήσω κι εγώ ψυχολογικούς όρους. Μια μητέρα, που με αποδέχεται όπως είμαι, αλλά ταυτόχρονα με ωθεί να προχωρήσω. Από τις πρώτες μέρες, που έμεινα στο μοναστήρι με συγκίνησε η απλότητά της, η αμεσότητά της, η ταπεινοφροσύνη της. Δεν άρχισε να μου μιλάει για βαθυστόχαστες πνευματικές έννοιες, όπως περίμενα όταν πρωτοήρθα. Είναι η ίδια πολύ προσγειωμένη και αυτό με βοηθάει πολύ στο να πατάω και με τα δυο μου πόδια στη γη, ενώ ταυτόχρονα δίνει στο νου μου και στην καρδιά μου φτερά.

    Υπάρχει επίσης εδώ μια πολύ συγκεκριμένη δομή και σαφή όρια, τα οποία η γερόντισσα φρόντισε να μου τα ξεκαθαρίσει από την αρχή, που ήρθα να μείνω σαν δόκιμη.

    Όλα αυτά, όπως ξέρουμε από την ψυχολογία, είναι σημαντικές προϋποθέσεις για μια ψυχολογική ωρίμανση. Με αυτή την έννοια θα έλεγα ότι το μοναστήρι λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά, κάτι δηλαδή σαν ψυχοθεραπευτική κοινότητα.

    Αυτό ήταν που αρχικά με τράβηξε και με έκανε να έρχομαι εδώ ξανά και ξανά. Αυτό, όμως, που σταδιακά ανακαλύπτω είναι κάτι περισσότερο. Και αυτό είναι το άνοιγμα της καρδιάς στη σχέση με τον Χριστό. Μπροστά σ’ αυτό, το ψυχοθεραπευτικό κομμάτι φαίνεται κάτι σαν παραπροϊόν, κάτι που δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς αυτή τη σχέση με τον Χριστό. Αυτό είναι τελικά που μας κρατά εδώ, αυτό που μας ενώνει.

    -Από την ψυχολογία ξέρουμε αρκετά για τη δημιουργία σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων. Ποια είναι, όμως τα στοιχεία εκείνα, που βοηθούν στη δόμηση μιας σχέσης με τον Θεό;

    -Ο Χριστός μας έδωσε μια ιδανική μορφή αυτής της σχέσης με τα λόγια· «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου και τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Ολόκληρη η ζωή του μοναστηριού είναι προσανατολισμένη προς αυτό το ιδανικό.

    -Πως εκδηλώνεται αυτό μέσα στην καθημερινή ζωή σας στο μοναστήρι; Πως περνάει μια συνηθισμένη, καθημερινή μέρα στο μοναστήρι;

    -Ξυπνάμε νωρίς το πρωί, με το χτύπημα του τάλαντου, και ξεκινάμε τον κανόνα μας, δηλαδή την καθημερινή μας πρωινή προσευχή. Μετά πηγαίνουμε στην Εκκλησία, για να προσευχηθούμε όλες μαζί κατά την πρωινή ακολουθία. Στη συνέχεια έχουμε λίγο χρόνο για ησυχία και για πρόγευμα, και μετά ξεκινάμε τα διακονήματά μας.

    -Τι είναι τα διακονήματα;

    -Είναι οι καθημερινές μας εργασίες, τις οποίες αναθέτει στην κάθε μία η γερόντισσα. Αυτό για μένα τουλάχιστον είναι σημαντικό, γιατί δεν έχω να προγραμματίσω και να οργανώσω εγώ τις καθημερινές μου δραστηριότητες, δεν έχω να μεριμνήσω εγώ για το τι είναι σημαντικό να κάνω μέσα στη μέρα μου και τι όχι. Αυτό κάνει τα πράγματα πιο ήρεμα και πιο απλά. Αυτό ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακας το περιγράφει πολύ ωραία ως· «να οδοιπορείς ξέγνοιαστα σαν να κοιμάσαι». Αυτό επίσης με βοηθάει στο να με κρατά σε κάποια εγρήγορση και να με βγάζει από την οκνηρία και την αναβλητικότητα στην οποία συχνά έχω την τάση να πέφτω.

    Όσο μπορούμε κάνουμε τα διακονήματά μας με ησυχία, αποφεύγοντας τις άσκοπες συζητήσεις. Συχνά κατά την ώρα των διακονημάτων λέμε και τους Χαιρετισμούς της Παναγίας. Όλα αυτά βοηθούν στο να εξακολουθούμε να βρισκόμαστε εσωτερικά σε προσευχή σε όλη τη διάρκεια της ημέρας. Παρ’ όλα αυτά δεν λείπουν και το χιούμορ, και οι φιλοφρονήσεις, και η έμπρακτη η με λόγια συμπαράσταση της μιας προς την άλλη.

    -Και μετά πως συνεχίζεται η μέρα σας;

    -Το μεσημέρι χτυπάει το καμπανάκι για φαγητό και τρώμε όλες μαζί, επίσης σιωπηλά. Αν και πρέπει να ομολογήσω ότι συνήθως το φαγητό είναι πολύ νόστιμο, οπότε η σιωπή αυτή διακόπτεται συχνά από διάφορα θετικά σχόλια. Πάντως, κάνουμε μια καθορισμένη προσευχή πριν και μετά το φαγητό, και επίσης κατά την διάρκεια του φαγητού συνήθως κάποια από τις αδελφές αναλαμβάνει να διαβάσει κάτι, ώστε εκτός από την υλική τροφή να λαμβάνουμε και πνευματική τροφή, που μας ενδυναμώνει στο να συνεχίσουμε το δρόμο μας.

    Στη συνέχεια, για κάποια ώρα αποσυρόμαστε στα κελιά μας. Το απόγευμα, μετά τον εσπερινό, συνεχίζουμε τα διακονήματά μας μέχρι το βράδι, οπότε έπειτα από ένα -ελαφρύ συνήθως- φαγητό, μαζευόμαστε πάλι όλες μαζί για να κάνουμε το απόδειπνο. Μετά το απόδειπνο παίρνουμε την ευχή της γερόντισσας, βάζοντας μετάνοια και φιλώντας το χέρι της, ζητώντας μια-μια με τη σειρά μας συγχώρεση από την γερόντισσα και τις αδελφές για ότι στραβό μπορεί εν γνώσει ή εν αγνοία μας να έχουμε κάνει κατά τη διάρκεια της ημέρας. Αυτό μας βοηθάει να ταπεινωνόμαστε και να πάμε μετά στα κελιά μας συμφιλιωμένες, αδελφωμένες και με μια αίσθηση εσωτερικής γαλήνης. Είναι ένα σημαντικό και πολύτιμο για μένα δώρο να αποσύρομαι τη νύχτα μόνη στο κελί μου, περιβαλλόμενη, όμως, από την αίσθηση ότι αποτελώ αναπόσπαστο μέρος ενός όλου.

    -Μένετε δηλαδή όλη τη μέρα κλεισμένες στο μοναστήρι; δεν βγαίνετε καθόλου έξω, δεν κατεβαίνετε στην πόλη;

    -Συνήθως όχι, εκτός αν υπάρχει λόγος και πάλι τότε παίρνουμε την ευλογία της γερόντισσας γι’ αυτό.

    -Δεν είναι πολύ περιοριστικό αυτό;

    -Θα σου απαντήσω με μια ιστορία από το γεροντικό. Όταν ο αββάς Σεραπίων ρώτησε μια έγκλειστη Ρωμαία ασκήτρια· «Τι κάθεσαι εδώ;» εκείνη του απάντησε· «Δεν κάθομαι, αλλά οδεύω» (Λαυσαϊκή Ιστορία, πε΄). Αυτή η πορεία προς τα μέσα δίνει μια αίσθηση εσωτερικής ελευθερίας, ενώ όσο και να ταξιδεύει κανείς εξωτερικά δεν παύει να παραμένει δέσμιος του χώρου και του χρόνου.

    Από αυτή την αυλή μπορεί να έχουμε μια ωραία θέα προς την πόλη, προς την θάλασσα, προς τον ανοιχτό ορίζοντα. Όμως, πολύ ευρύτεροι και συναρπαστικότεροι είναι οι ορίζοντες που ανοίγονται μέσα μας.

    -Ωραία, έστω λοιπόν ότι εσείς «τη βρίσκετε» έτσι με αυτό τον τρόπο ζωής. Πως, όμως, βοηθάτε τον κόσμο με αυτόν τον τρόπο; Πως εκφράζετε την αγάπη προς τον πλησίον;

    -Ένας τρόπος ζωής με εσωτερική προσευχή, ειρήνη και αγάπη μεταξύ μας, είναι από μόνος του μια προσφορά προς τον κόσμο. Σε μια ομιλία του ο π. Λουδοβίκος Νικόλαος έλεγε μεταξύ άλλων τα εξής·

    «Ένας ασκητής, ερημίτης, ένας άνθρωπος άγιος, που βρίσκεται κάπου κρυμμένος, αυτός ο άνθρωπος, με την παρουσία του και μόνο, προξενεί μια αλλαγή στα πεπρωμένα της ανθρωπότητας. Κάνει τον κόσμο διαφορετικό. Κάνει τον Θεό να βλέπει τον κόσμο αλλιώς. Αυτός ο ένας, που είναι κρυμμένος κάπου. Όπως και ο κακός, ακόμα και αν δεν φαίνεται πουθενά, αν είναι άρρωστος και η αρρώστια του δεν τον αφήνει να σηκωθεί από το κρεβάτι, και εκεί ζει μόνος με την κακία του, έ αυτός ο άνθρωπος κάνει κακό στον κόσμο. Έχει ένα κακό ρεύμα, το οποίο ξαπλώνει παντού. ‘ Ο θρους’ που λέει η γραφή. Ένα ρεύμα. Ένας άνθρωπος που αγαπάει, έχει ένα ρεύμα που μας κάνει να τον αγαπούμε. Σκορπάει κάτι. Ένας άνθρωπος, που είναι κακός, ακόμα και αν δεν κάνει τίποτα, σκορπάει ένα ρεύμα κακίας. Μπορεί να είναι στην Αυστραλία ο ένας και ο άλλος στην Ελλάδα, και να τον μισείς κι ο ίδιος να νιώθει κακία για σένα».

    Αλλά και πέρα από αυτό, εκφράζουμε και με έμπρακτο τρόπο την προσφορά μας η μία προς την άλλη και προς το μοναστήρι γενικότερα, αλλά και προς τους επισκέπτες οι οποίοι έρχονται να ξαποστάσουν για λίγο εδώ, βρίσκοντας ένα λιμάνι για ανεφοδιασμό, για να μπορέσουν μετά ξανά ν’ ανοίξουν τα πανιά τους και ν’ αντιμετωπίσουν πάλι την τρικυμία της ζωής.

    Παρέμεινα λίγες μέρες και είχα την ευκαιρία να ζήσω κι εγώ από κοντά αυτή την καθημερινή ζωή στο μοναστήρι, που με περιέγραψε η φίλη μου. Και πρέπει να ομολογήσω ότι αυτό με έβγαλε από τις προκαταλήψεις μου για την μοναστική ζωή. Με έκανε να διαπιστώσω ότι πράγματι αυτό το «κλείσιμο στο μοναστήρι» αυτή η «φυγή από τον κόσμο», αποτελούν ταυτόχρονα ένα άνοιγμα σ’ ένα διαφορετικό κόσμο. Αυτό που ονόμαζα «παραίτηση από την πραγματική ζωή» εμφανίζεται τώρα σε μένα σαν ένας διαφορετικός τρόπος ζωής, που οδηγεί σε μια άλλη, μεστή νοήματος πραγματικότητα.

Μαρία Ζηρά, Ψυχολόγος

 

Περιοδικό «Ενοριακά Νέα» Αγίου Γεωργίου,

 

Διονύσου Αττικής, Μάιος 2009 αρ.123

 

 

Σάββατο 9 Ιουνίου 2012

«Γυναικεία Ἀνδραγαθήματα»



site analysis

ποσπάσματα πό τό βιβλίοΓΥΝΑΙΚΕΙΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ 

Γυναικείος Ὀρθόδοξος Μοναχισμός.
Κεφ.: «Γυναικεία Ἀνδραγαθήματα», (Σχόλια), σσ. 118-119.


Εἶναι χαρακτηριστικοί οἱ ἀγῶνες γιὰ τὴν ἀφιλαυτία καὶ τὴν ὑπακοὴ τῆς Κοινοβιάτισσας ὁσίας Θεοδώρας τῆς ἐν Θεσσαλονίκῃ (812-892), ὄχι μόνο μὲ τὴν ὑπηρεσία της ὡς ἀχρείας δούλης τῶν ἀδελφῶν σὲ βαριὰ διακονήματα, μὲ τὴν ἀποδοχὴ ταπεινώσεων καὶ μὲ τὴ γενναία παραίτηση ἀπὸ τὸ μητρικὸ φίλτρο πρὸς τὴ μοναχὴ θυγατέρα της ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἠθελημένη κακοπάθεια τῆς χαμαικοιτίας σὲ ψάθα σὲ βαρεῖς χειμῶνες καὶ μὲ τὴν ἀνδρεία πρόθυμη καὶ ἐν πίστει ἀποδοχὴ παιδαγωγικοῦ ἐπιτιμίου νὰ δια-νυκτερεύσει στὸ ὕπαιθρο μιὰ νύχτα μὲ ραγδαία βροχή, λυσσασμένο ἄνεμο καὶ χιόνι: ... αἱ τοῦ ὄμβρου σταγόνες κατὰ τοῦ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς καὶ τῶν ὤμων κειμένου ῥάκους κρυσταλλωθεῖσαι, ἐκρέμαντο. Κατὰ τὸ λόγο τῆς ἡγουμένης της, ἄγγιζε τὰ μέτρα τῶν τεσσαράκοντα μαρτύρων.
Τὴν ἔκθεση στὸ κρύο καὶ κατάβρεξη μὲ παγωμένα νερὰ ὑπέμειναν ὅλες οἱ ρωσίδες διὰ Χριστὸν Σαλὲς τοῦ 19ου αἰ. (Πάσα τοῦ Σάρωφ, Εὐγενία Θεοφάνοβνα, κ.ἄ.), ἰδιαίτερα μάλιστα ἡ μεγάλη ὁσία Πελαγία Ἰβάνοβνα (1809 Ἀρζαμὰς – 30 Ἰαν. 1884 Ντιβέγιεβο), ἡ ὁποία ἀπὸ παιδὶ ὑπέμεινε καὶ σκληροὺς ξυλοδαρμοὺς ἀπὸ τὸ οἰκογενειακό της περιβάλλον καὶ τὸ σύζυγό της ἀργότερα, ποὺ τὴ χτυποῦσε μὲ ρόπαλα μέχρις αἵματος, τὴν ἄφηνε νηστική, τὴν κλείδωνε στὸ κρύο, τὴν ἔδενε μὲ ἁλυσίδες. Ὅταν τελικὰ στὸ Ντιβέγιεβο ἀνατέθηκε ἡ φροντίδα της σὲ καλὴ διακονήτρια, ἡ ἀσκήτρια ἀναπλήρωνε τὴν ἀπώλεια τῆς ἔξωθεν σκληρότητας ὑποπιάζοντας τὸ σῶμα της ἡ ἴδια. Γιὰ τοὺς ἀγῶνες της δέχτηκε πλῆθος χαρισμάτων (διορατικό, προφητικό, ἰαματικὸ κ.ἄ.). Στάθηκε ἡ μεγάλη προστάτιδα τοῦ Ντιβέγιεβο καὶ ὅλης τῆς Ρωσίας.

Ἕνα αἰώνα ἀργότερα στὴν Ἑλλάδα ἡ διὰ Χριστὸν Σαλὴ Ταρσώ (†1989), βιώνοντας ἐν μετανοίᾳ τὴ μίμηση τῆς κενώσεως τοῦ Χριστοῦ στὴν πιὸ ἀπόλυτη μορφή της, ἔμεινε τὰ περισσότερα χρόνια τῆς ἀσκήσεώς της χωρὶς στέγη στὸ ὕπαιθρο. Πολλὲς φορὲς τὴν εἶδαν μέσα στὴ βροχὴ νὰ κάθεται κρατώντας μιὰ λαμαρίνα στὸ κεφάλι καί, ἄλλοτε, παρὰ τὴ νεροποντὴ ἡ μὴ ἔχουσα ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ νὰ μένει ἄβροχη ἤ, παρὰ τὶς νυχτερινὲς χιονοπτώσεις νὰ παραμένει στεγνή, ἔχοντας ἕνα μέτρο γύρω της τὸν τόπο χωρὶς χιόνι. Μόνο καθὼς γερνοῦσε, ἔφτιαξε μόνη μὲ τσιμεντόλιθους χαμηλὴ καλύβα μὲ μιὰ κουρελοῦ στὸ ἄνοιγμα καὶ στὴν ὀροφὴ λαμαρίνες ποὺ ἔπαιρνε συχνὰ ὁ ἄνεμος. ῾Ο περιβάλλον χῶρος ἦταν ἕνας ἀφόρητος σκουπιδότοπος. ῾Υπέμενε στὶς πληγές της μυρμήγκια ἢ σφῆκες. ῾Υπέμεινε τὴ ρυπαρότητα τῆς σαλότητας καὶ τὴν ἐν γένει ἐξ αὐτῆς παραίτηση ἀπὸ κάθε ἔννοια λογικότητας καὶ κύρους, τὴν καταφρόνεση τῶν ἄλλων, τὴ μοναξιά. Δὲν ξάπλωνε ποτέ. ῾Ησύχαζε καθιστὴ σὲ ἕνα μικρὸ πάγκο.

῾Η Γ. Σοφία Χοτοκουρίδου τῆς Κλεισούρας ἔζησε τὸν ἄκρως μετανοϊκὸ βίο της σὲ συνθῆκες μεγαλύτερου παγετοῦ καὶ ὑγρασίας, τυλιγμένη μὲ ποντικοφαγωμένο σάλι ἢ παλιοκουβέρτα καὶ ἀδειάζοντας ἀλύπητα στὰ ξυλιασμένα πάντα ξυπόλυτα πόδια της κουβάδες μὲ παγωμένο νερό. Ὅταν τύχαινε νὰ τὴν ξεχάσουν καὶ νὰ τὴν κλειδώσουν τὴ νύχτα ἔξω ἀπὸ τὴ Μονή, δὲν παραπονιόταν. Ἕνα πρωῒ τὴ βρῆκαν ἔτσι σκεπασμένη μὲ χιόνι κι ὡστόσο ζεστή.