Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα AΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΜΑΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα AΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΜΑΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2017

Η ΜΑΝΑ



site analysis





Γράφει ο Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Σηκωνόταν κάθε πρωί και πριν κάνει οτιδήποτε άλλο κατευθυνόταν προς το προσκυνητάρι. Έκανε τον σταυρό της, αργά, ευλαβικά. Έπιανε με το δεξί της χέρι το μικρό ποτηράκι που χρησιμοποιούσε για καντήλι το έφερνε στο αριστερό της χέρι και ξανάκανε το σταυρό της.

Το άφηνε απαλά πάνω στο τραπέζι που βρισκόταν εκεί δίπλα, άνοιγε μια μικρή μπιζουτιέρα που μέσα αντί για χρυσαφικά είχε θυμίαμα, καρβουνάκια, φυτιλάκια. Πρόσθετε λίγο λάδι, άλλαζε το φυτιλάκι, το άναβε ψέλνοντας το «Άξιον εστίν», το τοπετούσε και πάλι στο κέντρο του προσκυνηταριού.

Το παλιό φυτιλάκι με την χαρτοπετσέτα δεν τα πετούσε στα σκουπίδια, είχε μια ειδική σακούλα, όταν γέμιζε την έπαιρνε και την έκαιγε σε μια άκρη της αυλής του σπιτιού της.

Κάθε μέρα ο γιος της την πετύχαινε σε κάποιο σημείο αλλαγής του φυτιλιού. Αυτός πήγαινε πάντα βιαστικά στο μπάνιο, να πλυθεί, να ντυθεί να πάει στην δουλειά.

Ο πατέρας του τους είχε αφήσει εδώ και χρόνια, μάλλον καλύτερα που έφυγε μιας και η καημένη του η μάνα τράβηξε πολλά από τα μεθύσια και τις ασωτίες του.

Την παρατηρούσε κάθε μέρα, κάθε πρωί να ψέλνει, να θυμιάζει το σπίτι, να τον αποχαιρετά με το θυμιατό στο χέρι, να τον σταυρώνει καθώς αυτός απομακρυνόταν. Και πάλι την έβλεπε να ανοίγει απαλά τις κουρτίνες του παραθύρου και να τον παρατηρεί καθώς έμπαινε στο αμάξι. Μετά και αυτή ντυνόταν και πήγαινε στο ναό να ακούσει την ισχνή φωνή του ιερέα να ψέλνει τον όρθο της ημέρας. Μέσα στο ναό καθόταν όρθια κάτω από την αγιογραφία της Αγίας Αικατερίνης.

Εκεί στο στασίδι ακουμπούσε λίγο, έκλεινε τα μάτια της και έλεγε την ευχή. Μόλις τελείωνε ο όρθος περίμενε τον πάτερ να πάρει την ευχή του. Έβαζε μετάνοια, φιλούσε το χέρι του και έφευγε.

Το απόγευμα καθώς γυρνούσε κουρασμένος από την δουλειά την έβρισκε είτε να κρατά το συναξάρι είτε το προσευχητάρι. Του έβαζε να φάει, δεν τον ρωτούσε πολλά, μόνο αν ήταν καλά, μόνο αν ήθελε κάτι και μπορούσε να το κάνει.

Καθόταν μαζί του και τον έβλεπε να τρώει. Τον έβλεπε και χόρταινε και η ίδια, χαιρόταν όταν έτρωγε όλο το φαγητό στο πιάτο, μα χαιρόταν περισσότερο εάν ζητούσε κι άλλο. Αν σήκωνε τα μάτια του έβλεπε πάντα το χαμόγελό της. Σιωπηλή, ήρεμη, παρόν. Τελείωνε το φαγητό του. Έκανε τον σταυρό της.

Σηκωνόντουσαν από το τραπέζι. Πήγαινε στο σαλόνι, άνοιγε την τηλεόραση, έβλεπε είδήσεις ή αθλητικά, μπορεί να τον έπερνε ο ύπνος εκεί. Κατα το βραδάκι, σηκωνόταν ντυνόνταν και καθώς άνοιγε την πόρτα έλεγε «μάνα, θα βγώ…».

 Η φωνή της ακουγόνταν πίσω από την κλειστή πόρτα του δωματίου της, έκαμε να τον προλάβει μα τις περισσότερες φορές τον λόγο της τον προλάβαινε ο ήχος της εξώπορτας «…να προσέχεις παιδί μου…».

Έμενε στην κλειστή εξώπορτα, όρθια, μόνη, σιωπηλή. Μετά από λίγο γυρνούσε στο δωμάτιό της. Δίπλα στο μονό κρεβάτι της είχε ένα μικρό χαλάκι. Σήκωνε απαλά την φούστα της, τα γονατά της ακουμπούσαν χάμο. Το βλέμμα της έμενε καρφωμένο σε μια εικόνα της Παναγίας που είχε στο κομοδίνο της.

Δεν άκουγες τίποτα να βγαίνει από το στόμα της, δεν άκουγες φωνή, μα αν ήσουν παρόν θα έβλεπες τα μάτια της να γεμίζουν δάκρυα, να χαρακώνουν τα μάγουλά της, να κυλάνε στο λαιμό της και να χάνονται στην αλυσίδα του σταυρού της. Οι ώρες περνούσαν, δύο, τρεις και τέσσερις ώρες. Στα γόνατα. Στο μικρό αυτό χαλάκι, στην μικρή αυτή κάμαρα.

Ποτέ της δεν έκανε κύρηγμα στο γιο της. Ποτέ της δεν τον ρωτούσε που πήγαινε, με ποιους ήταν, τί έκανε. Την ανησυχία της την έκανε προσευχή.

Το κλειδί στην πόρτα ακουγόταν. Ήταν ο γιος της. Γύρισε. Έκανε τον σταυρό της. Ακουμπούσε το μέτωπό της χάμο και έμενε εκεί μέχρι ο γιος της να μπει στο δωμάτιό του. Αφού έπεφτε για ύπνο, έκανε αυτή να σηκωθεί. Μα κάποιες φορές ήταν τόσο δύσκολο.

Τόση ώρα στα γόνατα δεν αισθανόταν πλέον τα πόδια της. Προσπαθούσε στηριζόμενη στο κρεβάτι της. Κάποιες φορές ίσα ίσα που κατάφερνε να ακουμπήσει το σώμα της στο στρώμα, κάποιες άλλες φορές έμενε χάμο απλώνοντας τα πόδια της περιμένοντας να κυκλοφορήσει και πάλι το αίμα.

Την επόμενη μέρα, η πόρτα του δωματίου του άνοιγε. Καθώς πήγαινε στο μπάνιο την έβλεπε και πάλι να αλλάζει το φυτιλάκι. Και αυτό γινόταν χρόνια. Πάντα διακριτική. Είχανε μεταξύ τους μια συνδέουσα απόσταση, μία σχέση σεβασμού, κατανόησης, αλληλοπεριχώρησης.

Ο καιρός περνούσε. Γνώρισε μια κοπέλα όμορφη, καλοσυνάτη, απλή. Την αγαπούσε πολύ ο γιος της, και αυτή την αγάπησε πολύ. Την έφερε και στο σπίτι. Της είπανε ότι έχουν σκοπό να παντρευτούν.

Η μάνα του σηκώθηκε έκανε στο σταυρό της, «να ναι ευλογημένο παιδιά μου», είπε, έπεσα στα γόνατα, έπιασε τα χέρια της κοπέλας και τα φίλησε. Τα φίλησε και τα γέμισε δάκρυα, δάκρυα χαράς.

Πέρασαν μερικές ημέρες. Το πρόγραμμα στο σπίτι δεν άλλαξε. Μέχρι εκείνο το πρωινό.

Ξύπνησε, βγήκε από το δωμάτιό του μα δεν είδε την μάνα του. Κοντοστάθηκε. Έμεινε ακίνητος μερικά δευτερόλεπτα. Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα. Τα χείλη του ψέλλιζαν μια λέξη μα την επαναλάμβαναν αδύναμα, ψιθυριστά.

Μα όσο πήγαινε η λέξη δυνάμωνε, μέχρι που η φωνή του έγινε κραυγή… «μάνα μου», έλεγε και ξανάλεγε, έτρεξε στη μικρή της κάμαρα. Άνοιξε την πόρτα. Την είδε γονατιστή πάνω στο μικρό χαλάκι.

Ακίνητη, σιωπηλή, ήρεμη, χωρίς πνοή, με μάτια κλειστά, με το κομποσχοίνι στα χέρια της. Είχε γύρει και ακουμπούσε στο πλάι του κρεβατιού. Το μικρό πορτατίφ ήταν ακόμα αναμένο. Μπροστά της η εικονά της Παναγίας.

Γονάτισε δίπλα της. Σταμάτησε να φωνάζει. Σταμάτησε να κινείται κι αυτός. Και οι δυο πλέον ήταν γονατιστοί. Μάνα και γιος. Δίπλα δίπλα.

Μετά από μερικά λεπτά γύρισε, την είδε, της χάιδεψε τα μαλλιά, την πλησίασε και την ασπάστηκε στα μάτια της, σ’αυτά τα μάτια που ήταν ακόμα υγρά από τα δάκρυα της προσευχής της, της νήψης που βίωνε. Τα δικά του μάτια είχαν γίνει κόκκινα από την αλμύρα των δακρύων του. Η όψη του όμως ήταν ειρηνική, όπως της μάνας του.

Σηκώθηκε. Πήγε προς το προσκυνητάρι. Πήρε με το δεξί του χέρι το καντηλάκι. Άλλαξε το φυτιλάκι. Έκανε το σταυρό του.

Μετά ειδοποίησε τους συγγενείς…

Το μεγαλύτερο κήρυγμα είναι η ζωή μας.
Με παρρησία


ΠΗΓΗ

Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017

ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΤΟΥ ΗΡΩΑ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ΜΗΤΕΡΕΣ



site analysis


Σε μια συντροφιά από μητέρες, που ενδιαφέρονται για το φυσικό τρόπο ανατροφής των παιδιών τους, αναφέρθηκε ο λόγος του ήρωα Μακρυγιάννη, ότι ο ίδιος θήλασε για τέσσερα χρόνια. Ο λόγος αυτός προκαλεί εντύπωση τη σημερινή εποχή όπου ο θηλασμός, αλλά και γενικά η φυσικός τοκετός  και ο φυσικός τρόπος ανατροφής των παιδιών έχουν παραμεληθεί, λόγω του σύγχρονου, αφύσικου τρόπου ζωής. 

Αναζήτησα λοιπόν, μέσα στα απομνημονεύματα του ήρωα τη συγκεκριμένη πληροφορία και, με αρκετό κόπο, την εντόπισα. 

***Η περιπετειώδης γέννηση  του ήρωα 

Είναι συγκλονιστική, μέσα στην απλότητα που είναι δοσμένη, η περιγραφή της γέννησης του Μακρυγιάννη. Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε μια ετοιμόγεννη, μια έγκυο στις μέρες της, να ξεκινάει να μαζέψει ξύλα από το βουνό, γιατί ήταν απαραίτητα για το σπίτι.

Φορτωμένη με τα ξύλα, στην ερημιά, την έπιασαν οι πόνοι της γέννας. «Μόνη της η καημένη και αποσταμένη» γέννησε, ξελεχώνεψε, φορτώθηκε λίγα ξύλα, τύλιξε με χόρτα το νεογέννητο, το φορτώθηκε και αυτό και επέστρεψε στο χωριό. Τι δύναμη, τι ψυχή έκρυβε μέσα της αυτή η γυναίκα! Και αν δεχτούμε την άποψη της σύγχρονης επιστήμης ότι  ο τοκετός σηματοδοτεί ολόκληρη τη ζωή του ανθρώπου, κατανοούμε πως αυτό το παιδί πήρε όλη την παλληκαριά της μάνας του…
(Πόσο πιο φυσικά ξεκινούσε τότε η ζωή και πόσο έχουν περιπλακεί σήμερα τα πράγματα σχετικά με τη γέννηση των παιδιών…)


***Μητρικός θηλασμός 

Ήταν  μικρός ο ήρωας όταν ορφάνεψε, αφού οι Τούρκοι σκότωσαν τον πατέρα του.  Η μάνα του, μαζί με άλλους συγγενείς που γλύτωσαν από την κακία των Τούρκων, αποφάσισαν να φύγουν από το χωριό και να πάνε στη Λεβαδειά, για να γλυτώσουν. Δεκαοχτώ μερόνυχτα κρυβόταν μέσα στα δάση, τρώγοντας αγριοβελάνιδα και «εγώ εβύζαινα και έτρωγα από αυτό το γάλα». Έτσι επιβίωσε, μικρό παιδί , μέσα στα δάση. Με το γάλα της μάνας του, που παρ’ όλη την ταλαιπωρία και τις στερήσεις, ήταν αρκετό για να τον κρατήσει στη ζωή. 
(Εμείς τώρα, οι σημερινές μάνες, δικαιολογούμαστε να λέμε ότι δεν έχουμε γάλα και γι αυτό δεν θηλάζουμε τα παιδιά μας;) 

Το στήθος της μάνας του τον έσωσε πάλι όταν έπρεπε να περάσουν το γεφύρι του χωριού, που το φύλαγαν οι Τούρκοι. Είχαν αποφασίσει να αφήσουν το μωρό στο δάσος, μήπως κλάψει και τους προδώσει. Η μάνα όμως δεν άντεξε να αφήσει το σπλάχνο της.

Διακινδυνεύοντας τη ζωή της, τους είπε να περάσουν πρώτα εκείνοι, και μετά να περάσει και εκείνη. Τύφλωσε ο Θεός τους Τούρκους και πέρασαν οι άνθρωποι. Έπειτα έβαλε  το μωρό στο στήθος να θηλάζει, μην τυχόν και κλάψει και ακουστεί καθώς περνούν, και πέρασαν και εκείνοι το γεφύρι και γλύτωσαν… «Η μητέρα μου και ο Θεός μας έσωσε» , καταλήγει ο ήρωας. Τι γενναία, τι ριψοκίνδυνη μάνα! Πώς να μην έδινε τέτοιο μεγάλο άνθρωπο στο Γένος… 

Αυτή η μάνα συνέχισε να θηλάζει το στερνοπούλι της για τέσσερα χρόνια. Το χρονικό αυτό διάστημα φαίνεται πολύ μεγάλο για εμάς σήμερα. Ωστόσο, δεν έρχεται καθόλου σε αντίθεση με την άποψη της σύγχρονης επιστήμης. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, συνιστάται ο μητρικός θηλασμός για τουλάχιστον δύο χρόνια. Επιπλέον, δεν υπάρχει ανώτερο όριο ηλικίας για το παιδί που θηλάζει, ούτε συνδέεται ο θηλασμός με οποιεσδήποτε ψυχικές βλάβες. 

Ας ακούσουμε το Γ. Παΐσιο να μιλάει για το θέμα του μητρικού θηλασμού «Να θηλάσει το παιδί», επέμενε σε ένα νέο πατέρα. «Το γάλα της μάνας είναι το καλύτερο. Είναι και φάρμακο και δεν αρρωσταίνει το παιδί. Στο χωριό μου τα θήλαζαν τα παιδιά μέχρι πέντε- έξι χρονών. Βλέπεις, τα παιδιά δεν θηλάζουν μόνο γάλα, αλλά θηλάζουν και αγάπη και στοργή και τρυφερότητα και ασφάλεια. Έτσι όταν μεγάλωναν τα παιδιά έπιαναν τους Τσέτες με το ένα χέρι! Ο θηλασμός είναι πολλά πράγματα, δεν είναι μόνο το γάλα. 

Η μητέρα να θηλάσει το παιδί της όσο περισσότερο μπορεί. Τρία- τέσσερα χρόνια.» (από το βιβλίο Ο Π. Παΐσιος μου είπε… του Αθ. Ρακοβαλή) 

Δυστυχώς, υπάρχει πολύ μεγάλη παραπληροφόρηση και αδιαφορία για αυτό το ευαίσθητο θέμα. Όμως, επειδή πλέον οι σύγχρονοι γονείς έχουμε εύκολη πρόσβαση στη γνώση, είναι μεγάλη και η ευθύνη μας. Και δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο μητρικός θηλασμός είναι αναφαίρετο δικαίωμα για το παιδί, που, μετά το μεγάλο δώρο της γέννησης,  οφείλουμε να του προσφέρουμε. 

***Η καλή συνήθεια της προσευχής αποκτάται παιδιόθεν- Η δύναμη της προσευχής του παιδιού 

Στο «Σχέδιο αυτοβιογραφίας» αφού περιγράψει ο ήρωας την περιπετειώδη γέννησή του στο βουνό, μας δίνει μια συγκινητική πληροφορία για την κατά Θεόν παιδεία που έλαβε από τους απλοϊκούς, αλλά βαθειά πιστούς και ευλαβείς γονιούς του. 

Από πολύ μικρός, διδάχτηκε την καλή συνήθεια της προσευχής. Οι ευλαβείς γονείς του (κυρίως η μητέρα του, αφού πολύ μικρός ορφάνεψε από πατέρα) , για να τον παροτρύνουν να κάνει μετάνοιες, επινόησαν ένα  τέχνασμα-τα περδικόπουλα! « Κάνε μετάνοιες και ο Θεός θα σου στείλει περδικόπουλα», του έλεγαν. Και, αφού έκανε μετάνοιες, του έφερναν εκείνοι περδικόπουλα. Έτσι εδραιώθηκε μέσα του η πίστη, η ελπίδα και η προσμονή προς το Θεό, ο οποίος εκπληρώνει τις αιτήσεις όσων με πίστη προσεύχονται. 

Όσα μαθαίνουμε στην τρυφερή ηλικία των πρώτων μας χρόνων, δύσκολα χάνονται.  «Μη φοβάστε τα παιδιά που έχουν πάρει μπογιά. Και να ξεφύγουν λίγο, πάλι θα επιστρέψουν κοντά στο Θεό», έλεγε ο Γ. Παΐσιος. Η προσευχή, αλλά και η νηστεία, ο εκκλησιασμός, η ελεημοσύνη καταγράφονται ανεξίτηλα στις παιδικές ψυχούλες. Ευθύνη των γονέων είναι να μπολιάσουν  μέσα στις ψυχές των παιδιών τους όλες τις ευλογημένες συνήθειες και τα βιώματα της χριστιανικής ζωής. Πρωτίστως με το παράδειγμα, που πείθει όσο δεν μπορούν να πείσουν τα λόγια… 

Εκτός από τη γενναιότητα του χαρακτήρα και τη ρωμαλαιότητα του σώματος, η πιστή ψυχή του ήρωα ήταν εκείνη που τον οδήγησε τόσο ψηλά. Χάρη στην βαθειά πίστη του στο Θεό άντεξε όλες τις κακουχίες και τις κακότητες κατά τα χρόνια της Επανάστασης, αλλά και τα ακόλουθα χρόνια της ανασύστασης του ελληνικού Έθνους. Λίγες ψυχές αντέχουν όσα άντεξε και όσα έζησε ο ήρωας. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στους άξιους γονείς του και στη δική του προσπάθεια. Με τις θερμές του προσευχές ελάμβανε την εξ ύψους δύναμη και ενίσχυση, αλλά και το φωτισμό για να μεγαλουργήσει και να οδηγήσει το Έθνος στην ελευθερία… 

Τετάρτη 22 Μαρτίου 2017

«Η προσευχή της μάνας για το παιδί της είναι πιο δυνατή και από τις ανοιγμένες φτερούγες του αετού»



site analysis


    Μια φορά παρακάλεσαν τον Γέροντα να προσευχηθεί για κάτι.
— Δεν είναι το θέλημα του Θεού, απάντησε αυστηρά.
—Εσείς προσευχηθείτε, τον ξαναπαρακάλεσαν επιμένοντας.
— Ο Μωυσής έβγαλε τον λαό του από τη δουλεία της Αιγύπτου-τι μπορούσε να κάνει ο ίδιος, αν δεν ήταν θέλημα του Κυρίου;
Όταν ένας κοντινός του π. Γαβριήλ τον ξέχασε στις προσευχές του, κάποια μέρα που πήγε στο κελί του, αφού τον ευλόγησε, του είπε καθώς έφευγε:
—Μη με ξεχνάς στις προσευχές σου, παιδί μου!
—Πώς, πατέρα, το ξέρετε και αυτό; ρώτησε απορημένος.
— Και αυτό το ξέρω και εκείνον με τον οποίο μάλωσες, κι ανέφερε το όνομα του. Όταν προσεύχεστε, εγώ είμαι δίπλα σας, έλεγε κοιτάζοντας τους όλους με αγάπη.           
Ο Ζουράμπ Βαραζασβίλι τον ρώτησε:
—Πάτερ Γαβριήλ, υπάρχουν άνθρωποι ανήθικοι, γεμάτοι κακία, που αξίζουν την περιφρόνηση και σε αναστατώνουν. Πώς μπορούμε να προσευχόμαστε για το καλό τους; Δεν θα βγουν οι ευχές από την καρδιά μας.
—Κάνε την αρχή απ’ αυτόν που αγαπάς πιο πολύ, ας πούμε από τα παιδιά σου. Όταν προσευχηθείς γι’ αυτά, συνέχισε με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας σου. Μετά γι’ αυτούς που βρίσκονται γύρω σου, για τους γείτονες. Ύστερα για την πόλη που μένεις. Η Τιφλίδα δεν είναι η μόνη. Να προσευχηθείς για όλους που μένουν στη Γεωργία. Η Γεωργία δεν είναι η μόνη. Την περικυκλώνουν εχθροί.
Παρακάλεσε τον Θεό να ειρηνεύσει τις καρδιές τους, ώστε να μην μπορούν να την εχθρεύονται. Τώρα, αφού προσευχήθηκες για όλη τη χώρα σου, έμειναν μόνον οι δικοί σου προσωπικοί εχθροί. Μην τους αποκλείεις. Παρακάλεσε τον Θεό να γεμίσει τις καρδιές τους με καλοσύνη και το νου τους με σοφία. Βλέπετε; Έτσι γίνεται να προσευχηθείς και για τους εχθρούς.
Κάποτε, ο Γέροντας κάθε πρωί και για μερικές βδομάδες, μνημόνευε μια κοπέλα που είχε απομακρυνθεί τελείως από κοντά μας, επειδή είχε γίνει πόρνη. Τον άκουγαν και απορούσαν: «Γιατί μας λέει κάθε μέρα τα ίδια και τα ίδια; Ποιος είναι ο λόγος;».
Τελικά τον ρώτησαν:
—Γέροντα, γιατί τη μνημονεύετε τόσο συχνά;
—Για να προσεύχεστε γι’ αυτήν. Σας ικετεύω να προσευχηθείτε πολύ για την ψυχή της, μας είπε.
Ένα απόγευμα κάποια πιστή, καθώς ήταν πολύ κουρασμένη, σκεφτόταν: «Δεν μπορώ να μνημονεύω όλους αυτούς τους συγγενείς και γνωστούς μου. Ας νοιάζεται ο καθένας για το κεφάλι του. Μου αρκεί το δικό μου. Την άλλη μέρα που πήγε στον π. Γαβριήλ και γονάτισε να πάρει ευλογία, ο Γέροντας αφού την ευλόγησε της είπε:
— Όχι μόνο για τους κοντινούς σου και για τους γνωστούς σου πρέπει να προσεύχεσαι, αλλά και για όσους βρίσκονται στις φυλακές, στους οίκους ανοχής, για τους ανήμπορους και τους οδοιπόρους.
— Η προσευχή της μάνας για το παιδί της είναι πιο δυνατή και από τις ανοιγμένες φτερούγες του αετού.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ . Ο ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ (1929-1995) Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

Κυριακή 22 Μαΐου 2016

ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΡΟΛΟ ΤΗΣ..



site analysis




Με ξεχωριστή χαρά θα προσπαθήοω να ρίξω μερικές ακτίνες φωτός στη μορφή της πρεσβυτέρας (αλλά και στις νέες κοπέλες που πρόκειται να γίνουν πρεσβυτέρες) για την μεγάλη αποστολή πού έχει στην ορθόδοξη Εκκλησία μας. Σ' αυτήν την ηρωική προσωπικότητα οφείλονται πολλά για την υπομονή, την σιωπή, την γλυκιά της παρουσία.


Ή ολοκληρωμένη αυτή γυναίκα, με την χάρη του Θεού, για την μεγάλη τιμή πού της έκανε να είναι δίπλα στον ιερέα σύζυγο της, είναι μια παρουσία προσφοράς, αφοσίωσης, αγάπης και ζεστασιάς. Είναι γεγονός ότι και εσένα καλούσε ό Θεός, στην αποδοχή μιας μεγάλης τιμής, να γίνεις σύζυγος και συνεργάτης του αντιπροσώπου Του πάνω στη γη.


"Αλλά, ας δούμε την δική μας συμπεριφορά στο θεϊκό αυτό κάλεσμα. Ξέρεις ότι πρέπει να είσαι ισχυρή, να σε χαρακτηρίζει παντού και πάντοτε ή ειλικρίνεια και διαφάνεια, να έχεις επίγνωση και συναίσθηση ότι πρέπει να κινείσαι μέσα στα πλαίσια της μετριοφροσύνης και της ταπεινοφροσύνης. Δεν χαρίζεσαι στον εαυτό σου.

Πόσο δύσκολο αγώνισμα, πόση ενδοσκόπηση και προσευχή, πόση αντίσταση, πόση προσπάθεια για να μπορείς να οπλιστείς για την κατάκτηση της τελειότητας. Πόσο, αλήθεια, είναι σκληρός ό αγώνας. Κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή παραδομένη άνευ όρων στην αγάπη, στη θυσία.


Ή προσφορά σου σου δίνει μια εξαίσια χαρά. Έχεις την δύναμη να κυβερνήσεις τη ζωή σου, προσφέρεσαι χωρίς αντάλλαγμα, θυσιάζεσαι άγόγγυστα και πορεύεσαι αψηφώντας το εγώ σου. Πολλές φορές ό κόσμος γύρω σου σε κοιτάζει καχύποπτα και εχθρικά, γιατί δεν δέχεται ότι υπάρχουν και ψυχές με τόση ακεραιότητα.

Σέ πολλές κρίσιμες στιγμές στη ζωή σου, που χάνεις το έδαφος κάτω από τα πόδια σου, πού ό πόνος καταλύει το είναι σου, την ϋπαρξή σου ολόκληρη, εσύ βρίσκεις την δύναμη να σταθείς και να συνεχίσεις την ιερότητα της δημιουργικής σου αποστολής. Είναι αλήθεια ότι έχεις επίγνωση της καταστάσεως σου, το γνώθι σ'αύτόν και πάντα χίλια συναισθήματα θα εκφράζουν οι κινήσεις σου. Και μέσα στον ενθουσιασμό, τη χαρά και το πάθος, πού θα χτυπάει οτήν καρδιά σου, θα έρχονται χτυπήματα λύπης, απελπισίας, στεναγμού ψυχής, αγωνία στην πορεία σου.


'Αλλά εσύ αναγνωρίζεις ότι ή οδύνη φέρνει τη χαρά. "Εχεις ανοιχτά τα παράθυρα ατό φως. "Ολες οι πράξεις σου μετρημένες και ζυγισμένες, προσεκτική και συνετή ή συμπεριφορά σου, άριστοι οί τρόποι σου, ευγενική και σαγηνευτική, οι εκδηλώσεις σου ειλικρινείς, οι σκέψεις σου και οί ιδέες σου μετριοπαθείς και λογικές, απαλλαγμένες από ακρότητες και φανατισμό.

Είναι αλήθεια ότι δεν μπορείς να κάνεις την ζωή σου όπως τη θέλεις. Πρέπει να συνειδητοποιήσεις την πραγματική σου αξία. Τίποτα και κανένας στον κόσμο δεν υπάρχει χωρίς σκοπό, και έσΰ έχεις σκοπό. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι τόσο εύκολα, ό δρόμος είναι πολύς, ή πορεία σου μεγάλη, το τέρμα μακριά, οι ανάγκες είναι τόσες πολλές, οι δοκιμασίες τόσο συχνές, οι απαιτήσεις υπερβολικές και οί θλίψεις τόσο βαριές.


"Ολοι και όλα βιάζονται και τρέχουν μέσα στο σπίτι σου και στην ενορία σου, και εσύ πρέπει να είσαι το παράδειγμα καταπληκτικής υπομονής, για την ικανοποίηση όλων των απαιτήσεων. "Ομως ή πίστη σου, ή καρτερία σου, ή αντοχή σου, το θάρρος σου, ή δύναμη σου θα δοκιμάζονται συχνά. Γι' αυτό ή ζωή σου, ιδιαίτερα σήμερα, έχει ανάγκη την υπομονή. Να ξέρεις ότι είσαι απαραίτητη δίπλα στον Ιερέα σύζυγο σου, στην ενορία σου.


Ή ενορία είναι για σένα ή μεγάλη σου οικογένεια. Ή καθημερινή επαφή με τους ενορίτες στις μεγάλες πόλεις είναι λίγο δύσκολη, αλλά έσΰ πρέπει να έχεις την δυνατότητα της προσέγγισης. Σέ έχει ανάγκη ό πολυβασανισμένος άνθρωπος. Ή διακριτική παρουσία, ή συμμετοχή σου στις στιγμές της χαράς και της λύπης θα είναι ειλικρινής και πηγαία. Ή παρουσία, ή δική σου και του ιερέως συζύγου σου, είναι πολλές φορές αναγκαία. Σέ καταλαβαίνω, όμως, σε τούτη τη μεγάλη αποστολή, πού καλείσαι να ενισχύσεις εσύ, και να πραγματοποιήσεις το δύσκολο έργο της ενορίας σου.


Ό ιερεύς σύζυγος οου και εσύ, ανακαλύπτετε ότι τον περισσότερο χρόνο είστε χαμένοι μέσα στη δίνη οικογενειακών υποχρεώσεων και φροντίδων. Ό βασικός σκοπός του ιερέως συζύγου σου, όμως, πρέπει να ξέρεις ότι είναι το θυσιαστήριο. Δεν πρέπει να ξεχνάς ότι είναι άνθρωπος με αδυναμίες, με κούραση, με αποτυχίες, πού ίσως καμιά φορά να έχει χάσει και το ζήλο του πρώτου καιρού. Εσύ πολλές φορές με τη στοργή σου θα του αναπτερώνεις την ελπίδα και θα του θυμίζεις την χάρη πού έχει λάβει, για τον δρόμο της αγάπης και της θυσίας. Εσύ θα είσαι ή ψυχή του ιερέως, αλλά θα κρατάς και την απόσταση πού σε χωρίζει από το "Αγιον Βήμα.


Να είσαι ευσεβής, να παίρνεις αντίδωρο και να του φιλάς το χέρι, να μην ερημώνεις το στασίδι σου στις θείες λειτουργίες, να φεύγεις τελευταία, γιατί είσαι σημαντική και απαραίτητη για να δώσεις κουράγιο και θάρρος ατούς ανθρώπους πού σε χρειάζονται.

Πόσα σπίτια κρύβουν μεγάλο πόνο; Εσύ με την παρουσία σου δώσε κουράγιο ελπίδας, γίνε ελπιδοφόρα ακτίνα φωτός. Χαρούμενη στην καρδιά και στην όψη θα μεταδίδεις το μήνυμα της αισιοδοξίας και της χαράς, πού τόσο έχει ανάγκη ό σύγχρονος κόσμος.


Κι εσύ, ή σημερινή πρεσβυτέρα, μην λησμονείς ότι είσαι ή δημιουργός της ευτυχίας της οικογένειας σου και είναι καθήκον και προνόμιο, κατ' εξοχήν δικό σου, ή κοινωνική όραση μέσα στην ενορία σου. Στάθμισε καλώς την μεγάλη σου αποστολή και περιφρούρησε τον εαυτό σου από κάθε ηθικό κίνδυνο. Προσπάθησε να ζήσεις την ελευθερία της Εκκλησίας, για να μπορείς να ανταποκριθείς στον σπουδαίο προορισμό σου.

Είναι χαρά να είσαι συνεχώς συνοδοιπόρος του Θεού, να έχεις τη χάρη της κυριαρχίας Του, να είσαι και συ μια από τις καρδιές πού θέλει να αναγεννήσει και να ενώσει μαζί Του.


Εμείς, όλες πιστές στην αποστολή μας θα συνεχίσουμε το έργο μας. Και πρέπει να το συνεχίσουμε, γιατί είναι δικό μας. Όλες το μπορούμε, αν το θελήσουμε. Ως πρεσβυτέρα έχεις ευθύνη να δίνεις από τον πλούτο της καρδιάς σου τη φροντίδα σου μέσα στην ενορία. Ή πόρτα του σπιτιού σου να είναι ανοιχτή για να μπορούν να σε βρουν οί κουρασμένοι, οί αδικημένοι, οι όλιγόπιστοι, οί ηλικιωμένοι, οί άρρωστοι.

Να είσαι κοντά, αλλά και σε απόσταση. "Εχε ελπίδα και πίστη, κάνε προσευχή για να αντέξεις. Ή προσευχή είναι ή ανάσα της ψυχής.


"Ας παρακαλέσουμε τον Κύριο με ταπείνωση και με θερμή καρδιά να φωτίσει τις καρδιές μας, να μας χαρίσει ανόθευτη ορθόδοξη πνευματική ζωή, πού θα καταξιώνει την υψηλή αποστολή μας.

Κύριε μας, Ίησοϋ, αξίωσε μας κάθε μέρα να ακουμπάμε το δικό μας σταυρό στο δικό Σου Σταυρό, να ενώνουμε τον πόνο μας με το δικό Σου Πάθος κι έτσι να βρίσκουμε πάντα τον δρόμο μας.

Κύριε του ελέους να μην σβήνει το καντήλι της Πίστεως, ή λαμπάδα της ελπίδος, το θυμίαμα της αγάπης, για να μπορούμε να ζοϋμε την αληθινή ζωή μας.


Τέλος, Ολη μας την ελπίδα να την στηρίζουμε στην Υψηλότερα των Ουρανών, στην Μεσίτρια των χριστιανών, σε εκείνη πού βαστάζει τον Βαστάζοντα πάντα.



Πρεσβυτέρας Βασιλική Πολύζου - περιοδικο ''Εφημέριος''Οκτώβριος 2000

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016

“Η Ελληνίδα μητέρα”: ποίημα του Διονυσίου Σολωμού



site analysis

Σε ρεαλιστικό επίπεδο η «Ελληνίδα μητέρα» έχει όλα τα χαρακτηριστικά της γυναίκας που γαλουχήθηκε με τις αξίες που συνιστούν την ελληνικότητα, μια δηλαδή ιδιότητα που ορίζει τον οικουμενικό άνθρωπο, μ’ άλλα λόγια τον Ελληνα. Διαθέτει λοιπόν συνείδηση της ιστορίας του έθνους της, δεν τρέφει καμία ψευδαίσθηση για τη μοίρα της και έχει πλήρη επίγνωση της αποστολής της. (στοιχεία από εδώ)
(αλλού, το ποίημα συναντάται με τον τίτλο:” Η Ελληνίδα μάνα“) 
Κρέμεται το σπαθί κοντά στην κούνια σου, καλό μου, αλλά το χέρι δεν είναι που το ’σφιγγε στη νίκη.
Μακρύς ο λάκκος π’ άνοιξε και κλει το γίγαντά μου.
Κάμπους, βουνά, χωρίς αυτόν μάχης καπνοί σκεπάζουν.
αλλ’ αυτό τώρα που κουνώ τ’ αμέριμνο κορμάκι                                  
αύριο θα γίνει δύναμη που ο λογισμός κινάει,
και στήθι αντρίκειο θα σταθεί στες σαϊτιές της μοίρας.
Βρέχει τα βέλη της αυτή στα ύψη των ανδρείων,
που εκεί στημένοι στερεοί λάμπουν στη μάχη θείοι.
Χαρές και πλούτη να χαθούν, και τα βασίλεια, κι όλα,                       
τίποτε δεν είναι, αν στητή μέν’ η ψυχή κι ολόρθη.
Όλα τα ερείπια γύρω της κοιτά χαμογελώντας,
κι ανθοί σ’ αυτά, παντού κι αργά, βλασταίνουν ως τον τάφο.
φυτρώνει και στο σκότος του του Παραδείσου τ’ άνθι.
Του κόρφου συ, της αγκαλιάς αγαπημένο βάρος,                               
σπούδαξε, μην αργοπορείς βάρος να γίνεις τρόμου
εκεί που οι χείμαρροι του εχθρού τρομαχτικά βρυχίζουν.
Αλλά το χέρι σου ζωστό πλια στο λαιμό μου γύρω
δε θα ’ναι τότε, αλλά σ’ αυτό τ’ ολεθροφόρο ξίφος.
Της Μοίρας έτσ’ οι δύναμες, όσο τρανές κι αν είναι,                           
κι αν πέσεις συ στον πόλεμο, μένουν εκείνες, όπως
της κούνιας τα κινήματα που τώρα σε κοιμίζουν.
Μεγάλωσε, μεγάλωσε, μη δίχως μάνα μείνεις.
Θα ζώσει εκείνη το σπαθί μες στο βυζί αποκάτου,
κι εμπρός! σημαία και σπαθί, ψυχή, ψυχή, και νίκη!
Την ψυχή μέσα μου γρικώ του ποθητού πατρός σου,
και χίλιες, χίλιες γύρω μου ξαστράφτουν Αμαζόνες.
Άντρες, γυναίκες είν’, κανείς δε θα ρωτά στη μάχη.
Κοίτα τους λάκκους! – αλλά τι μπορείς συ να κοιτάξεις;
Άπειρους λάκκους, άπειρους γεμίζουν οι νεκροί μας.                        
πέφτουμ’ εμείς, το έργο μας για την πατρίδα μένει,
και σ’ όλα ζει τα στήθη μας τούτ’ η πνοή και μόνη,
που φλόγα γίνεται φριχτή καθολικού πολέμου,
που κάθε γη και θάλασσα παντού περιλαβαίνει,
που ζώνει εσέ και σκίρτημα και της κουνιάς σου δίνει. 
Σκίρτα, κουνιά, μ’ ευχή χαράς για το καλό που θα ’ρθει!
Γλυκά κι η τύχη μού γελά, γιατί η στιγμή ’ναι τούτη
που τ’ ακριβά σου βλέφαρα σηκώνονται κι αφήνουν
το χαμογέλιο της ματιάς να λάμψει, σ’ όλα τ’ άλλα
αβέβαιο και τρεμάμενο, αλλ’ όχι και σ’ εμένα.
Έλα σ’ εμέ, των σπλάχνων μου γλυκό βλαστάρι. θέλω
για μια στιγμή γοργά ’π’ αυτό το σπίτι να μακρύνω.
θέλω το μέτωπ’ ο καπνός της μάχης να σου ’γγίξει,
πλατιά το στήθος σου, βαθιά, να πνέξει ολέθρου φλόγα. 
Μετάφραση Γεωργίου Καλοσγούρου (1849-1902), «Διονυσίου Σολωμού τα Ιταλικά ποιήματα», Εκδ. Ελευθερουδάκη, Αθήνα 1921 – Γ. Καλαματιανού, Μ. Σταθοπούλου-Χριστοφέλλη, Ν. Κοντόπουλου, Ευ. Φωτιάδη, Ηλ. Μηνιάτη «Νεοελληνικά Αναγνώσματα Β΄ Λυκείου»,Ο.Ε.Δ.Β., Αθήνα 1978, σ. 95-96) 

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2016

ΟΙ ΜΗΤΕΡΕΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ-ΑΦΙΕΡΩΜΑ



site analysis


    Όποιος μελετά τη ζωή και το έργο των Τριών Ιεραρχών διαπιστώνει ότι οι μεγάλοι παιδαγωγοί εις την εν Χριστώ ζωή και στη σμίλευση κατά Θεό της προσωπικότητάς τους υπήρξαν κυρίως οι άγιες μητέρες τους. Αυτές υπήρξαν σαρκικές μητέρες αλλά και πνευματικές. Αυτές τους κυοφόρησαν, τους γέννησαν, τους ανέθρεψαν, τους στήριξαν με τις προσευχές τους, τις συμβουλές τους, το παράδειγμά τους. Στο βίο των Τριών Ιεραρχών δεν βρίσκουμε γέροντες και πνευματικούς οδηγούς. Αν εξαιρέσουμε τον άγιο Χρυσόστομο, ο οποίος αφού χειροτονήθηκε αναγνώστης σε ηλικία 21 ετών, έφυγε στην έρημο όπου και μόνασε κοντά σε γέροντα 4 έτη, δεν έχουμε άλλο στοιχείο καθοδηγήσεως τους.
    Ο Βασίλειος και ο Γρηγόριος μόνασαν μόνοι τους στα κτήματά τους, ή συντροφιά μαζί στο κτήμα του Βασιλείου στον Πόντο, παρά τον Ίριν ποταμό, και ανεδείχθησαν δια της ιδιωτικής ασκήσεως τους, όπως και ο Χρυσόστομος, ο οποίος μόνασε και 2 έτη μόνος του σε σπήλαιο, της θεολογικής κατά μόνας μελέτης τους, και οπωσδήποτε βάσει των γνωριμιών αγίων ανδρών που συνάντησαν, κυρίως ο Βασίλειος, στα ταξίδια και τις περιηγήσεις τους.
    Οι κατά σάρκα πατέρες τους, του μεν Βασιλείου απέθανε όταν ήταν σε ηλικία 15 ετών, αφήνοντάς τον έτσι αβοήθητο στην δύσκολη περίοδο της εφηβείας, του δε Γρηγορίου ήταν στην αρχή αιρετικός (Υψιστάριος· θρήσκευμα που αποτελείτο από ιουδαϊκά και εθνικά στοιχεία και η λατρεία του υψίστου Θεού συνδυαζόταν με τη λατρεία του πυρός) και αργότερα χώλαινε στην διάκριση των θεολογικών εννοιών μ’ αποτέλεσμα να υπογράψει και φιλοαρειανικό σύμβολο πίστεως ως επίσκοπος. Γι’ αυτό βοηθήθηκε από τον υιό του στη διαποίμανση χωρίς αυτός να τον βοηθήσει ουσιαστικά. Και ο πατέρας του Χρυσοστόμου πέθανε λίγους μήνες μετά τη γέννησή του. Συνεπώς οι πατέρες των Τριών Ιεραρχών δεν μπόρεσαν ν’ ασκήσουν ουσιαστική αγωγή στα παιδιά τους.
    Οι μητέρες τους λοιπόν ήταν αυτές που διαμόρφωσαν μετά το Θεό τις προσωπικότητές τους και τον χαρακτήρα τους. Ας δούμε ξεχωριστά την επίδραση που είχε κάθε μητέρα στον υιό της.

Α΄. Μ. Βασίλειος.
    Από τη μητέρα του Εμμέλεια ομολογεί ότι γνώρισε το Θεό. Η μητέρα του γέννησε δέκα παιδιά, από τα οποία το ένα δεν επέζησε. Τέσσερα αγόρια και πέντε κορίτσια. Όλα τ’ αγόρια και μία κόρη, η Μακρίνα, αφιερώθηκαν. Τρεις επίσκοποι (Βασίλειος, Γρηγόριος, Πέτρος) και δύο μοναχοί (Ναυκράτιος και Μακρίνα).
    Η Εμμέλεια είχε κάνει το σπίτι Εκκλησία ενώ οι περισσότερες μητέρες και γο-νείς το κάνουν θέατρο. Τους δίδαξε Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Τα έμαθε να προσεύχονται. Τα στήριξε στην κατά Θεό αφιέρωση. Πρώτη αυτή, μετά το θάνατο του συζύγου της, μαζί με τη κόρη της Μακρίνα συνέπηξε μονή στα κτήματα της οικογενείας στον Πόντο. Κοντά τους πήγε και ο Ναυκράτιος, ο οποίος μόνασε σε ανάλογη ανδρική. Αργότερα μετά το τέλος των σπουδών του ακολούθησε και ο Βασίλειος.
    Η Εμμέλεια είχε σύντροφο πιστό και μόνιμο σ’ όλη τη ζωή της τον πόνο. Πέθανε ο πατέρας της σαν μάρτυρας στους διωγμούς, πέθανε ο άνδρας της νέος, ο γιος της Ναυκράτιος σκοτώθηκε, 27 ετών, σε κυνήγι, και ο Βασίλειος ήταν μόνιμα άρρωστος και καταβεβλημένος. Κι όμως παρέμεινε στητή και ολόρθη. Ασκούσε την ελεημοσύνη σε μεγάλο βαθμό και στήριζε τα παιδιά της.
    Η γιαγιά του Μ. Βασιλείου Μακρίνα και η μεγάλη του αδελφή που πήρε το ίδιο όνομα με τη γιαγιά τους ήταν άλλες δύο γυναίκες που στήριξαν και καθοδήγησαν τον Βασίλειο.

Β΄. Γρηγόριος ο Θεολόγος.
    Η μητέρα του Νόννα ήταν δάσκαλος της ευσεβείας όλης της οικογενείας τους. Πέτυχε τον άνδρα της από αιρετικό να τον κάνει ορθόδοξο και μάλιστα να τον καλλιεργήσει τόσο, ώστε αργότερα να γίνει ιερέας και επίσκοπος Ναζιανζού. Επίσης, αν και υπήρξε άτεκνη για πολλά χρόνια και έφθασε σε προχωρημένη ηλικία χωρίς παιδιά, πέτυχε με τις προσευχές και τα δάκρυά της να καταργήσει την ατεκνία της και απέκτησε 3 παιδιά· την Γοργονία, τον Γρηγόριο και τον Καισάριο. Έχασε όμως τον Καισάριο σε ηλικία 38 ετών το 368, και την Γοργονία σε ηλικία 42 ετών το 369. Ο μόνος που επέζησε και τους έκλεισε τα μάτια, αυτήν και τον άνδρα της, ήταν ο Γρηγόριος τον οποίον αφιέρωσαν στον Θεό εξ αρχής, σαν το πρώτο αγόρι τους. Έτσι αυτή ήταν όσο ζούσε το στήριγμά του.

Γ΄. Χρυσόστομος.
    Η μητέρα του Ανθούσα μένει χήρα στη ζωή της πολύ νωρίς, ενώ ήταν 20 ετών. Δεν ξαναπαντρεύτηκε και δεν χάρηκε τίποτα, αφού η έγγαμος ζωή της ήταν τόσο σύντομος. Ουσιαστικά έζησε σαν παρθένος έχοντας όμως τα βάρη του γάμου· μία κόρη, που μόνο μία φορά την αναφέρει ο Παλλάδιος και της οποίας αγνοούμε και το όνομά της, και τον Ιωάννη, στον οποίο έκτοτε αφιερώθηκε. Του δίδαξε την αγία Γραφή· τον στήριξε με την προσευχή και τη συμπαράστασή της· καλλιέργησε την ψυχή. Έμεινε μαζί του 23 ολόκληρα χρόνια, ως τον θάνατό της. Ο Χρυσόστομος ομολογεί στα έργα του ότι η μητέρα του τον έσωσε από τα πάθη του, τον διεφύλαξε από το αισχρό και ειδωλολατρικό περιβάλλον της Αντιοχείας, και τον στήριξε στην κατά Θεό ζωή.
* * *
    Σήμερα γίνεται πολύς λόγος, μέσα στα πλαίσια της πλήρους εξισώσεως ανδρών και γυναικών, να δοθεί από την Εκκλησία η ιερωσύνη και στις γυναίκες. Και ήδη στα παρακλάδια του προτεσταντισμού γίνεται αυτό. Η καθ’ ημάς όμως Ορθόδοξη Ανατολή έχει ως ιερωσύνη της γυναίκας την μητρότητα και την αγωγή των παιδιών. Η μητέρα τα φέρνει στον υλικό κόσμο μετά από εννεάμηνη κύηση και η μητέρα καλείται με πνευματικές ωδίνες και πνευματικό τοκετό να τα φέρει και στον πνευματικό κόσμο του ορθοδόξου δόγματος και της ηθικής. Στην μητέρα κυρίως οφείλουμε το ζην, το ευ ζην, και το αιωνίως και κατά Θεό ζην. Η μητέρα είναι ο πρώτος και αναντικατάστατος γέροντάς μας και παιδαγωγός εν Χριστώ. Δεν γίνεται ιερεύς η ίδια, γεννά όμως τους ιερείς και τους στηρίζει. Ο πλούτος της καρποφορίας των μεγάλων αυτών ανδρών και εν γένει όλων των αγίων υπήρξε καρπός, μετά τη χάρη του Θεού βέβαια, της ταπεινώσεως, της αγάπης, της θυσίας, και της ευσεβείας των μητέρων τους.
    Το έργο της μητρότητας και της κατά Χριστόν ανατροφής και αγωγής είναι τόσο μεγάλο όσο και το έργο της ιερωσύνης.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Οἱ μητέρες τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν (26-1-2011)


Ἕνας σύγχρονος ἀξιόλογος ἁγιογράφος ἔκανε τήν εἰκόνα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν καί πίσω ἀπό κάθε ἅγιο ἔβαλε τήν μητέρα του, γιά νά δείξει ἀκριβῶς, ὅτι πίσω ἀπό κάθε μεγάλον ἄνδρα κρύβεται μία γυναίκα. Πίσω ἀπό κάθε ἅγιο ὑπάρχει καί μία ἁγία μητέρα. Σέ ἄλλη εἰκόνα ἔκανε τό ἀντίθετο. Ζωγράφισε τίς τρεῖς ἅγιες μητέρες καί πίσω ἀπό κάθε μία μητέρα ἔβαλε τό παιδί της. Ἡ μητέρα εἶναι ἡ ἁγία ρίζα καί τό παιδί ὁ ἅγιος καρπός.
Σήμερα θά ἀφήσουμε τά παιδιά καί θά μιλήσουμε γιά τίς τρεῖς ἅγιες μητέρες. Πρέπει κάποτε νά ἀναγνωρίσουμε καί τήν δική τους ἀξία, τήν δική τους τεράστια συμβολή στήν ἀνατροφή καί διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν τους. Χωρίς αὐτές δέν θά εἴχαμε τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς τρισηλίου θεότητος. Καί οἱ τρεῖς ἄσκησαν μεγάλη ἐπιρροή στά παιδιά καί στήν οἰκογένειά τους. Μέσα στά ἔργα τους οἱ τρεῖς Ἱεράρχες μέ πολλή χάρη ὁμιλοῦν, μέ δέος καί ἀπέραντο σεβασμό ἀναφέρονται στίς μητέρες τους. Μᾶς ἀφηγοῦνται τήν θεοσεβῆ ζωή τους, τό σπουδαῖο ἔργο, πού ἐπετέλεσαν, τίς θλίψεις καί τίς χαρές πού δοκίμασαν στή ζωή τους.
Πρέπει νά τονίσουμε, πώς οἱ γυναῖκες αὐτές ἦταν οἱ σαρκικές μητέρες, ἀλλά καί οἱ πνευματικές, ἀφοῦ ὄχι μόνο τούς γέννησαν, ἀλλά καί ἀνέθρεψαν κατά Θεόν, τούς στήριξαν μέ τίς προσευχές, μέ τίς συμβουλές τους καί τό φωτεινό παράδειγμά τους. Στόν βίο τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν δέν συναντοῦμε γέροντες καί πνευματικούς ὁδηγούς. Ὅ,τι ἔκαναν, τό ἔκαναν οἱ μητέρες καί στίς τρεῖς περιπτώσεις.

1). Ἡ μητέρα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἡ ἁγία Ἐμμέλεια, καταγόταν ἀπό τήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, ἀπό γενιά ἀρχοντική καί ἔνδοξη. Οἱ γονεῖς της κατεῖχαν πλούτη πολλά καί θέσεις ὑψηλές στόν κρατικό μηχανισμό. Εἶχαν ὅμως καί πολλή πίστη στόν Θεό. Ἦταν ἄνθρωποι ἀρετῆς. Αὐτό εἶναι σπάνιο γιά ἄρχοντες καί πλουσίους, ἀλλά ἐδῶ συνέβαινε, ἦταν πραγματικότης. Ἡ ἴδια ἡ ἁγία Ἐμμέλεια εἶχε σπουδαία κοσμική μόρφωση, πρᾶγμα σπάνιο γιά τίς γυναῖκες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἀλλ᾿ ἦταν καί μορφωμένη κατά Θεόν.
Κατ᾿ ἐντολήν ἀνάξιου βασιλιᾶ, ἐφονεύθη ὁ εὐσεβής πατέρας της, ἐπειδή ἀκολουθοῦσε τήν ὀρθόδοξη πίστη καί τήν μεγάλη τους περιουσία σκόρπισαν στά χέρια ἄλλων πονηρῶν ἀρχόντων. Ὅμως τί λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός; Τό σῶμα σας ἄς τό τηγανίσουν. Τά ὑπάρχοντά σας, ἄν σᾶς τά ζητήσουν, δόστε τα. Χριστός καί ψυχή  σᾶς χρειάζονται. Αὐτά τά δύο, ὅλος ὁ κόσμος νά πέσει ἐπάνω σας, δέν μπορεῖ νά τά πάρει, ἄν ἐσεῖς δέν τά δώσετε μέ τήν θέλησή σας. Ἔτσι λοιπόν σκότωσαν τόν πατέρα τῆς ἁγίας, ἅρπαξαν τήν περιουσία τους, ἀλλά τόν Χριστό δέν μπόρεσαν νά πάρουν. Ἡ πίστη καί ἡ ἀρετή φώλειαζε βαθιά καί γιά καλά, μόνιμα μέσα στίς ψυχές τους.
Ὅταν ἡ Ἐμμέλεια ἦρθε σέ ἡλικία γάμου δέν ζήτησε σύζυγο μέ ὑψηλή θέση καί ἀπό τίς τάξεις τῶν πλουσίων, ἀλλά ἄνθρωπο σώφρονα καί πιστό χριστιανό. Τέτοιον βρῆκε τόν Βασίλειο, γυιό τῆς εὐσεβέστατης Μακρίνας, τῆς ὁποίας ἡ οἰκονένεια καταδιώχθηκε στόν καιρό τοῦ Δεκίου καί κατέφυγε μαζί μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο, ἐπίσκοπο Νεοκαισαρείας καί μέ πολλούς ἄλλους χριστιανούς στά δάση τοῦ Πόντου.
Σήμερα-δυστυχῶς-πολλοί γάμοι διαλύονται, γιατί δέν ἔπρεπε κἄν νά γίνουν. Ἀπό τήν ἀρχή δέν πάει καλά ἡ ὑπόθεσις. Γνωρίζονται μέσα στίς καφετέριες, σέ κάποιο πάρτυ, στή θάλασσα ἤ μέσῳ internet. Ὁ ἕνας προσπαθεῖ νά ἐξαπατήσει τόν ἄλλο.  Ἀναζητοῦν καί παρασύρονται ἀπό τήν ἐξωτερική ὀμορφιά, ἀπό τήν θέση πού κατέχει ὁ γαμπρός, ἀπό τήν προίκα, πού διαθέτει ἡ νύφη. Γεμᾶτοι πάθη πονηρά καί ἐπιθυμίες ἁμαρτωλές, χωρίς πίστη στό Θεό, δίχως βάσεις καί σωστές προϋποθέσεις, βαδίζουν στόν γάμο. Ἐ, ἑπόμενο εἶναι αὐτός ὁ γάμος νά μή στεργιώσει, νά μή εὐδοκιμήσει.
Ἀπό τόν γάμο αὐτό γεννήθηκαν δέκα παιδιά. Πέθανε τό ἕνα, ἔζησαν τά ἐννέα, πρᾶγμα σπάνιο γιά τήν μεγάλη θνησιμότητα, πού ὑπῆρχε ἐκεῖνον τόν καιρό. Ἦταν τέσσερα ἀγόρια καί πέντε κορίτσια. Τρεῖς ἐπίσκοποι, ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Γρηγόριος ἐπίσκοπος Νύσσης καί ὁ Πέτρος ἐπίσκοπος Σεβαστείας. Δύο ἔγιναν μοναχοί, ὁ Ναυκράτιος καί ἡ Μακρίνα. Τά τέσσερα ἄλλα κορίτσια παντρεύτηκαν. Πῆραν ἀνθρώπους μέ φόβο Θεοῦ καί ἔκαναν χριστιανικές, ἅγιες οἰκογένειες. Ἡ σεμνή καί λογική μητέρα μοίρασε ἐξ ἴσου τήν ὅποια περιουσία τῆς ἔμεινε, χωρίς νά ἀδικήσει κανένα παιδί της, ἄσχετα ἄν ἦταν ἀγόρι ἤ κορίτσι. Μή λησμονοῦμε, πώς ζοῦμε σέ ἐποχή πού οἱ γυναῖκες ζοῦσαν στό περιθόριο παραμελημένες καί περιφρονημένες.
Ἡ ἁγία Ἐμμέλεια ἔκανε τό σπίτι της Ἐκκλησία. Δίδασκε στά παιδιά της τήν ἁγία Γραφή, Παλαιά καί Καίνή Διαθήκη. Τά ἔμαθε νά προσεύχωνται καί τά στήριζε στήν κατά Θεό ἀφιέρωση. Μετά τόν πρόωρο θάνατο τοῦ συζύγου της πρώτη αὐτή κατέφυγε σ᾿ ἕνα κτῆμα τους στόν Πόντο, ὅπου ἔχτισε μοναστῆρι καί ἀσκήτευε ἐκεῖ μαζί μέ τήν κόρη της Μακρίνα. Ἐκεῖ κοντά τους ἀσκήτευε καί ὁ Ναυκράτιος καί μετά τό πέρας τῶν σπουδῶν του γιά κάποιο διάστημα  καί ὁ Μέγας Βασίλειος.
Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας τους, ὁ Μέγας Βασίλειος ἦταν μόλις δέκα πέντε ἐτῶν καί τήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν στήν δύσκολη ἐφηβική ἡλικία ἀνέλαβε πλέον μόνη της ἡ ἁγία Ἐμμέλεια, μέ πιστό καί μόνιμο σύμτροφο στή ζωή της τόν πόνο. Ὁ πατέρας της πέθανε στούς διωγμούς σάν μάρτυρας. Ὁ ἄντρας της πέθανε, ὅπως εἴπαμε νέος. Ὁ γυιός της Ναυκράτιος πνίγηκε σ᾿ ἕνα ποτάμι 27 ἐτῶν. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἦταν μόνιμα ἄρρωστος καί καταβεβλημένος. Καί ὅμως ἡ ἴδια στεκόταν πάντοτε ὄρθια, βράχος ἀκλόνιτος. Στήριζε τά παιδιά της καί ἀσκοῦσε σέ μεγάλο βαθμό τήν ἐλεημοσύνη.
Δέν πρέπει νά λησμονοῦμε, ὅτι στήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν της σπουδαῖο ρόλο ἔπαιξε καί ἡ γιαγιά Μακρίνα. Νύφη καί πεθερά εἶχαν ἀγαστή συνεργασία στήν χριστιανική διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν. Εἶχε πνευματικό τόν ἅγιο Γρηγόριο Νεοκαισαρείας καί ὅ,τι ἄκουγε ἀπό ἐκεῖνον, τά ἔγραφε βαθιά στό νοῦ καί στήν καρδιά της καί αὐτά ἔλεγε στά ἐγγόνια της.
Ὁ Μέγας Βασίλειος ἔλεγε γι᾿ αὐτήν, ὅτι ἦταν δασκάλα τῶν δογμάτων τῆς εὐσεβείας καίφρουρός τῆς ὀρθόδοξης πίστης.
Ὁ Μέγας Βασίλειος μέ τήν προσωπική του περιουσία ἔχτισε τήν πόλη τῆς ἀγάπης καί τῆς φιλανθρωπίας, τήν Βασιλειάδα, ἔξω άπό τήν πόλη τῆς Καισαρείας. Μάζευε ἐκεῖ ἀρρώστους, ἀναπήρους, ἀστέγους, φτωχούς, γέροντες καί ὀρφανά. Πολλές φορές τούς φρόντιζε καί τούς περιποιόταν μέ τά ἴδια του τά χέρια.
Ὁ μοναχός Ναυκράτιος ζοῦσε, εἴπαμε, ἀσκητικά δίπλα στόν Ἴρι ποταμό. Ὑπηρετοῦσε προσωπικά κάποιους γέροντες, πού ταλαιπωροῦσε ἡ φτώχεια καί ἡ ἀρρώστεια. Κυνηγοῦσε στά δάση καί στίς ἐρημιές, ἔπιανε ψάρια καί ἔτσι ἐξασφάλιζε τήν τροφή τῶν γερόντων. Ὅμως τό ποτάμι ἦταν ὁρμητικό καί εἶχε πολλές ρουφῆχτρες. Ἔτσι κάποτε, ἐνῷ ψάρευε, πνίγηκε.
Ὅταν τό πληροφορήθηκε ἡ ἁγία Ἐμμέλεια δέν ἔβαλε τίς φωνές, ὅπως κάνουν οἱ πολλές γυναῖκες, δέν ἔσχισε τά ροῦχα της, δέν θρήνησε τήν συμφορά της μέ γοερά μοιρολόγια. Ἀσφαλῶς πόνεσε. Οἱ χριστιανοί δέν εἶναι ξῦλα ἀναίσθητα. Ἔμεινε ὅμως ἥσυχη, καρτερική, ὁπλίσθηκε μέ ὑπομονή καί κατέφυγε στήν ἐξ ὕψους βοήθεια καί παρηγοριά.
Ὁ Πέτρος στήν ἀρχή ἐμόναζε. Κάποτε παρουσιάσθηκε ἔλλειψη σιτηρῶν καί ἔπεσε πείνα. Κόσμος πολύς ἔτρεχε κοντά του καί μοίραζε σ᾿ αὐτούς τά ὑπάρχοντά του. Ἔτσι ἔκανε τήν ἐρημιά νά μοιάζει μέ πόλη.
Ἡ Μακρίνα μοίρασε τήν περιουσία της σέ κάθε εἶδος ἀγαθοεργίας. Ποτέ δέν περιφρόνησε κανέναν, πού ζητοῦσε τήν βοήθειά της. Ἐμεῖς σήμερα, ἐπειδή δέν εἴμαστε χριστιανοί τῆς προκοπῆς καί δέν ἔχουμε μέσα μας ἀγάπη, δέν ἔχουμε σπλάχνα οἰκτοιρμῶν, βγάζουμε τό συμπέρασμα, ὅτι αὐτοί πού μᾶς πλησιάζουν καί κάτι ζητοῦν δέν ἔχουν ἀνάγκη, ἄρα δέν τούς βοηθοῦμε. Ὁ Θεός δέν θά δεῖ τήν δική τους κατάσταση, ἀλλά τήν δική μας καλωσύνη καί προσφορά.
Ὁ πλοῦτος τῆς ἀρχοντοπούλας ἦταν ἕνα ἁπλούστατο φόρεμα, τό κάλυμα τῆς κεφαλῆς καί παλιά, λιωμένα ὑποδήματα. Σάν ἀποθήκη εἶχε τήν ψυχή της κι᾿ ἐκεῖ μέσα ἀποταμίευε τόν οὐράνιο θησαυρό, ὅπως παραγγέλλει ὁ Χριστός στό Εὐαγγέλιο.
Ὅμως σάν ἄνθρωπος θνητός καί ἡ ἁγία Ἐμμέλεια ἐπρόκειτο νά ἀναχωρήσει ἀπό αὐτόν τόν μάταιο κόσμο. Λίγο πρίν κοιμηθεῖ, ζήτησε ἀπό τά παιδιά της νά τήν θάψουν στόν τάφο τοῦ συζύγου της. Ὄχι τόσο γιατί ἤθελε καί νεκρή νά εἶναι μαζί του, ἀλλά γιατί ἐκεῖ κοντά βρισκόταν τά λείψανα τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, πού μαρτύρησαν ἐπί τῶν ἡμερῶν της στή λίμνη τῆς Σεβαστείας. Τεμάχια τῶν Ἱερῶν Λειψάνων εἶχε ἡ οἰκογένειά της σάν πολύτιμο θησαυρό. Πίστευε δέ, ὅτι στόν καιρό τῆς κοινῆς Ἀναστάσεως, κατά τήν δευτέρα τοῦ Κυρίου παρουσία, θά τούς εἶχε βοηθούς καί συμπαραστάτες, ἐφόσον μέ τό μαρτύριό τους οἱ Ἅγιοι αὐτοί ἐπέκτησαν παρρησία στόν Θεό. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τήν μνήμη της στίς 30 Μαΐου.
Τόν ἐπικήδειό της ἐξενώνησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, μέσα στόν ὁποῖο ἐκθιάζει τίς ἀρετές καί τά χαρίσματά της καί κυρίως τήν πολυτεκνία καί καλλιτεκνία της. Μᾶς τό λέει ξεκάθαρα ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί δέν χωράει περερμηνεία καί παρεξήγησις: Ἡ γυνή σωθήσεται διά τῆς τεκνογονίας. Ὅσες τήν ἀποφεύγουν καί κυρίως ὅσες σκοτώνουν τά παιδιά τους καί τά πετᾶνε στούς σκουπιδοντενεκέδες τῶν κλινικῶν καί τῶν νοσοκομείων, ἄς πᾶνε νά τό συζητήσουν μέ κάποιον πνευματικό καί νά ἀκολουθήσουν τήν συμβουλή του. Τό θέμα εἶναι ἐπικίνδυνο καί σοβαρώτατο.
Λέει ὁ ἱερός πατήρ, ὅτι πολύτεκνους καί καλλίτεκνους, καί τά δυό μαζί, συναντᾶμε στούς μύθους, στά παραμύθια. Ἀπό τά πολλά παιδιά νά γίνουν καλά ἕνα ἤ δύο αὐτό ἴσως εἶναι καί ζήτημα τύχης ἤ τῆς φύσης. Ἐ, ἀπό τόσα βγῆκε καί ἕνα καλό. Ἀλλά νά γίνουν ὅλα καλά, αὐτό εἶναι μέγα κατόρθωμα ἐκείνων, πού τό πραγματοποίησαν. Αὐτό τό δύσκολο καί πολύ σπάνιο ἐπέτυχε ἡ ἁγία Ἐμμέλεια μέ τόν ἀγώνα της καί τήν ἁγιότητά της.
Αὐτή ἦταν ἡ ζωή καί ἡ προσωπικότης τῆς ἁγίας Ἐμμέλειας.
 Ἄς πᾶμε τώρα νά δοῦμε τήν δεύτερη σπουδαία καί ἁγία μητέρα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τήν Νόννα.

2). Στήν Ἀριανζό τῆς Καππαδοκίας, χωριό κοντά στήν μικρή πόλη Ναζιανζό, γεννήθηκε ἡ ἁγία Νόννα, μητέρα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Οἱ γονεῖς της Φιλτάτιος καί Γοργονία καταγόταν ἀπό ἔνδοξες καί εὔπορες οἰκογένειες, μά καί εὐσεβεῖς καί ἐνάρετες. Ἀνέθρεξαν τά παιδιά τους Ἀμφιλόχιο καί Νόννα χριστιανικά μέ πολλή φροντίδα καί ἐπιμέλεια.
Ὁ Ἀμφιλόχιος ἀναδείχθηκε δάσκαλος τῆς ρητορικῆς καί ἡ Νόννα ἦταν τό στολίδι καί ἡ χαρά τῆς οἰκογένειάς της. Σεμνή καί εὐσεβής, δέν τήν ἐπηρέαζε τό φρόνιμα τοῦ κόσμου. Ὅταν οἱ ἄλλες γυναῖκες κολακευόταν καί καμάρωναν γιά τήν ὀμορφιά τους, εἴτε φυσική εἴτε πλαστή μέ μπογιές καί ἀρώματα, αὐτή γνώριζε  μόνο καί ἐπεδίωκε τήν ὀμορφιά τῆς ψυχῆς . Ὡς ἀπορρίμματα (σκουπίδια καί ἀκαθαρσίες) περιφρόνησε τά βαψίματα καί τά τεχνητά κάλλη, τά ὁποῖα ἁρμόζουν στίς γυναῖκες τῆς σκηνῆς, δηλαδή στίς θεατρίνες, στίς ἀνήθηκες.
Ὅταν ἦρθε ὁ κατάλληλος καιρός, παντρεύτηκε τόν Γρηγόριο, ὁ ὁποῖος ἑλκύεται ἀπό τά προσόντα καί τίς ἀρετές της. Ὁ Γρηγόριος σπούδασε νομικά καί ἦταν ἀνώτερος ὑπάλληλος. Ἦταν ὁ πρῶτος ἄρχοντας τῆς Ναζιανζοῦ. Μεγάλος καί πλούσιος γαιοκτήμονας. Εἶχε στήν δούλεψή του πολλούς ὑπηρέτες. Ὁ πλοῦτος ὃμως δέν τοῦ πῆρε τά μυαλά, ὃπως συνήθως γίνεται μέ πολλούς ἄλλους. Ἦταν σώφρων, δίκαιος καί ἀγαπητός σέ ὅλους. Διακρινόταν γιά τήν τιμιότητά του. Ἀπέφευγε τόν ἄδικο πλουτισμό, τόν ὁποῖο ἄλλοι συνάδελφοί του ἐπεδίωκαν. Δέν πῆρε οὔτε μία δραχμή παράπάνω ἀπό αὐτό πού ἔπρεπε καί ἐδικαιοῦτο.   Ἐξακολουθοῦσε    νά  ζεῖ  μέ τιμιότητα καί ἀξιοπρέπεια. Ἡ ἐξουσία καί ἡ δύναμη δέν τόν ἔκαναν ἐγωϊστή, τυραννικό καί ὑπερφίαλο. Δέν κακομεταχειρίσθηκε καί δέν ἐκμεταλλεύθηκε ποτέ κανέναν. Ἦταν πάντοτε  συνετός καί συγκρατημένος.
 (Νά εἴχαμε καί σήμερα τέτοιους ἀνθρώπους γύρω μας, στίς διάφορες ὑπηρεσίες καί ἀξιώματα, πόσο πιό καλή θά ἦταν ἡ κοινωνία μας!). Τά ἠθικά αὐτά προσόντα ἱκανοποιοῦσαν τήν σύζυγό του, ἡ ὁποία καμάρωνε καί χαιρόταν γι᾿ αὐτά.
Παρ᾿ ὅλα αὐτά ὑπῆρχε στή σχέση τους ἕνα μελανό σημεῖο. Ὁ Γρηγόριος ἀνῆκε στό σύστημα τῶν Ὑψισταρίων, δηλαδή σέ μία αἵρεση, πού ἦταν ἕνα κράμα ἰουδαϊκῶν καί εἰδωλολατρικῶν στοιχείων, γεγονός πού λυποῦσε βαθιά τήν ἁγία Νόννα. Παρά τίς δυσκολίες αὐτές δέν σκέφθηκε οὔτε στιγμή τό ἐνδεχόμενο τοῦ χωρισμοῦ, γιατί ἐκτιμοῦσε πολύ τά θετικά ὅλα τά ἄλλα γνωρίσματα τοῦ συζύγου της. Δέν σκοντάφτουμε στό ἕνα ἀρνητικό, πού ἔχει ὁ συνάνθρωπός μας, ἀλλά στά τόσα ἄλλα θετικά, γιά νά ἔχουμε καλές σχέσεις μαζί του καί νά πᾶμε μπροστά.
 Ὁ σύζυγός της, παρ᾿ ὅτι, ὃπως εἴπαμε, δέν ἦταν χριστιανός, ποτέ δέν τῆς φέρθηκε ἄσχημα. Ἀλλά κι᾿ ἐκείνη, ποτέ της δέν τόν πρόσβαλε. Τόν ἀγαποῦσε καί τόν σεβόταν. Τόν προέτρεπε μέ πολλή καλωσύνη καί τόν συμβούλευε νά γίνει χριστιανός καί νά βαπτισθεῖ. Προσευχόταν μέρα-νύχτα, παρακαλοῦσε τόν Θεό μέ δάκρυα στά μάτια νά φωτίσει τόν Γρηγόριό της. Ἔχει σφοδρή ἐπιθυμία νά τόν δεῖ χριστιανό, μέσα στήν Ἐκκλησία, στήν αὐλή τοῦ Θεοῦ καί τῆς σωτηρίας.
 Ἀκούραστη σέ ὑπομονή καί φροντίδες γι᾿ αὐτόν, κατόρθωσε στό τέλος νά κάμψει τήν ψυχή του. Ἡ ἁγία Νόννα μέ τήν καλωσύνη της, μέ τήν πραότητά της καί τήν πολλή-θερμή προσευχή, νίκησε. Τράβηξε τόν ἄντρα της στήν ὀρθόδοξη πίστη. Καί ξέρετε πότε πῆρε αὐτό πού ζητοῦσε; Πότε ἔγινε αὐτό πού ἢθελε; Ὅταν ἀπό νεαρή κόρη ἔγινε ὥριμη γυναίκα. Μετά τριάντα χρόνια γάμου. Εἴκοσι ἐτῶν παντρεύτηκε καί ἀπέδωσαν οἱ προσευχές καί οἱ νηστεῖες της, ὅταν ἔγινε πενῆντα ἐτῶν! Τότε ὁ ἄντρας της ἔγινε χριστιανός. Καί ὂχι μόνο ἔγινε χριστιανός, ὂχι μόνο βαπτίσθηκε, ἀλλά ἒγινε καί ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ. Ἡ Ἁγία Νόνα μέ τά καλά της λόγια, μέ τίς προσευχές καί τίς νηστεῖες της, μέ τό φωτεινό παράδειγμά της ὡδήγησε τόν σύζυγό της στόν Χριστό. Γι᾿ αὐτό εἲπαμε πολλές φορές καί δέν θά παύσουμε νά τό λέμε: Γυναῖκες, ἄν θέλετε, μπορεῖτε νά κάνετε θαύματα. Πρέπει ὅμως κι᾿ ἐσεῖς νά εἶσθε ἄνθρωποι ἀρετῆς, ὃπως ἡ μητέρα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου.
Ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου, προσευχόμαστε, ζητοῦμε κάτι ἀπό τόν Θεό καί τό περιμένουμε σύντομα, τώρα, αὐτή τήν στιγμή. Καί ἄν δέν τό λάβουμε, ἀπογοητευόμαστε, ἐγκαταλείπουμε τήν προσευχή.
Γράφει ὁ γυιός της ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: Σέ ζητήματα πίστεως καί θεολογίας καθημερινά ἀναδεικνυόταν δασκάλα τοῦ συζύγου της. Σέ ὅλα τά ἄλλα ἦταν συνετό καί ἀναγκαῖο νά νικᾶται ἀπό τόν ἄντρα της. Ὑποχωροῦσε στίς ἀποφάσεις του, σύμφωνα μέ τόν νόμο τῆς συζυγίας, πού λέει αἱ γυναῖκες τοῖς ἰδίοις ἀνδρᾶσιν ὑποτάσσεσθε  ὡς τῷ Κυρίῳ. Γι᾿ αὐτό τήν θεωρεῖ ἄξια θαυμασμοῦ, ἀλλά περισσότερο θαύμαζε τόν πατέρα του, πού ὑπάκουε θεληματικά σ᾿ αὐτήν.
Ἕνα ἄλλο πρόβλημα, πού ἀπασχολοῦσε τήν ἁγία Νόννα καί πολύ τήν στενοχωροῦσε ἦταν ἡ ἀτεκνία της. Τόσα χρόνια παντρεμένοι καί δέν ἔκαναν κανένα παιδί. Καί μάλιστα ἤθελε νά εἶναι ἀγόρι. Καί αὐτό ὄχι γιά τόν ἑαυτό της. Νά καμαρώνει γιά τό παιδί της, ἀλλά γιά νά τό ἀφιερώσει, νά τό προσφέρει πάλι  στόν Θεό. Ἄλλες προσευχές καί ἄλλα δάκρυα. Μετά 25 χρόνια γάμου ὁ Θεός τούς ἔδωσε ἕνα παιδί κι᾿ αὐτό ἦταν κορίτσι, τήν Γοργονία, πού εἶναι Ἁγία τῆς Ἐκκλησίας μας.
 Ἡ Νόννα συνέχισε νά ζητάει ἀγόρι. Ἡ ἀριστοκράτισσα, ἡ ἀρχόντισσα θέλει νά ἔχει γυιό, γιά νά γίνει ἱερεύς. Ἄς τό ἀκούσουν οἱ σημερινοί γονεῖς, πού κλαῖνε καί χτυπιοῦνται, ὅταν ἕνα παιδί τους θελήσει νά ἀφιερωθεῖ στόν Θεό. Παίρνουν φωτιά οἱ τηλεοράσεις, τά κανάλια ὃλα. Ἀπειλοῦν, καταριοῦνται, συκοφαντοῦν οἱ γονεῖς καί ὅλοι οἱ συγγενεῖς. Ρίχνουν τόνους λάσπης. Τό λένε καί τό ξαναδείχνουν οἱ δημοσιογράφοι στά κανάλια τῶν τηλεοράσεων. Χύνουν ἄφθονο δηλητήριο ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Ἱερωμένων. Τόσο μεγάλο κακό εἶναι νά ἀφιερωθεῖ κάποιος στό Θεό. Κι᾿ ὕστερα θέλουμε νά λεγώμαστε χριστιανοί .
Καί πάλι θά ρωτήσω: Ὃταν τά παιδιά πέφτουν στήν κόλαση τῶν ναρκωτικῶν καί ἐκεῖ μέσα σβύνουν, ἀργοπεθαίνουν, γιατί δέν κλαῖνε οἱ γονεῖς; Ὅταν καταλήγουν σέ ἄλλες αἱρέσεις ἢ στόν σατανισμό, γιατί δέν χτυπιοῦνται οἱ γονεῖς; Ποῦ εἶναι τότε οἱ ὑπερευαίσθητοι δημοσιογράφοι; Ὅταν οἱ νέοι συλλαμβάνωνται στά δίχτυα τῆς ἀνηθικότητας, ὅταν οἱ νέες κατρακυλοῦν στά καταγώγεια τῆς διαφθορᾶς καί σαπίζουν μέσα στούς οἴκους ἀνοχῆς , γιατί δέν κλαῖνε, γιατί δέν φωνάζουν, γιατί δέν διαμαρτύρονται; Ποῦ πῆγε ἡ στενοχώρια τους, τό ἐνδιαφέρον τους καί ἡ εὐαισθησία τους γιά τούς νέους; Ἐ, ἐπιλογή τους εἶναι. Μά καί ἡ ἀφιέρωση στό Θεό ἐπιλογή τους εἶναι, γιατί τότε δέν τήν σέβονται; Γιατί δύο μέτρα καί δύο σταθμά;
Ὅταν ὁ πατέρας Γρηγόριος ἔγινε χριστιανός ὀρθόδοξος, τότε ὁ Θεός τούς ἔδωσε τόν ποροσδοκώμενο γυιό, τόν Γρηγόριο πού λαχταροῦσαν. Αὐτό πάει νά πεῖ καί ἄς τό βάλλουμε καλά στό μυαλό μας: Θέλουμε κάτι; ζητοῦμε κάτι ἀπό τόν Θεό; Πρῶτοι ἐμεῖς θά προσφέρουμε. Πρῶτα ἐμεῖς θά κάνουμε τό καλό, πρῶτα ἐμεῖς θά διορθωθοῦμε καί ὕστερα ὁ Θεός θά μᾶς δώσει αὐτό, πού ζητᾶμε. Τί κάνουμε κάθε φορά, πού ἐκκλησιαζόμαστε; Πρῶτα ἀνάβουμε τό κερί μας, ἀσπαζόμαστε τίς εἰκόνες καί μετά προσευχόμαστε, κατόπιν ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό, ὕστερα ὑποβάλλουμε τά αἰτήματά μας. Πρῶτοι ἐμεῖς θά κάνουμε τό καλό, τό σωστό καί ἔπειτα θά κάνει ὁ Θεός τό δικό του.
Ἡ ἁγία Νόννα θεωροῦσε πρῶτον καί καλύτερο, ἄριστο τρόπο διαπαιδαγώγησης καί ἀνατροφῆς τῶν παιδιῶν της τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, γραπτό καί προφορικό. Ἐξ ἄλλου καί ἡ ἴδια στό πατρικό της σπίτι, σάν παιδούλα, αὐτά διδάχθηκε ἀπό τούς γονεῖς της. Ὁ σύζυγός της ἦταν κόσμος τῶν ἀνδρῶν, στολίδι, κόσμημα τῶν ἀνδρῶν. Αὐτή δέ ὄχι μόνο στολίδι τῶν γυναικῶν, ἀλλά καί ὑπόδειγμα ἀρετῆς, ἔφραφε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος γιά τούς γονεῖς του.
Ἦταν πράγματι γυναίκα δραστήρια καί ἐνάρετη, ἐργατική καί οἰκονόμα, προβλεπτική καί νοικοκυρά. Ἔκανε ὅλες τίς δουλειές τοῦ σπιτιοῦ ἀγόγγυστα, παρ᾿ ὅτι ἦταν εὐκατάστατη. Ἡ ρόκα καί τό ἀδράχτι ἦταν συχνά στά χέρια της καί οἱ χτύποι τοῦ ἀργαλιοῦ ἦταν ἡ καλύτερη μουσική της. Ἄν διαβάσουμε τήν Ἁγία Γραφή, αὐτά τά προσόντα βλέπουμε ὅτι πρέπει νά ἔχει ἡ γυναίκα.
Ἡ ἁγία Νόννα φρόντιζε γιά τό σπίτι της καί γιά τήν ψυχή της, ὅπως καί γιά τίς ψυχές τῶν δικῶν της ἀνθρώπων. Δέν ἔχανε τόν χρόνο της σέ φλυαρίες καί ἄσκοπες συζητήσεις καί ὑπερβολικά λόγια. Οὐδέ ἦλθε βέβηλον ἔπος, δηλαδή δέν βγῆκε ἀπό τό στόμα της ἄπρεπος λόγος, ἐκεῖνο τό στόμα, πού ἁγιάζεται μέ τήν προσευχή καί τήν μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἐπίσης οὔτε ἔκανε, οὔτε δεχόταν ἀνωφελεῖς ἐπισκέψεις. Δέν ἄφησε νά τήν ἐπηρεάσει ἡ κοσμική ζωή τῶν συμπατριωτῶν της. Δέν ἐμόλυνε τήν ἀκοή της μέ ἄπρεπα τραγούδια, εἰδωλολατρικά ἤ θεατρικά. Τίποτε τό ἀνίερο δέν ἁρμόζει στά ἱερά.
Στά ἔργα τῆς φιλανθρωπίας εἶχε ὡς βοηθό καί συμπαραστάτη τόν Σύζυγό της. Τά χρήματά τους ἦταν κοινά, κοινή καί ἡ προθυμία νά προσφέρουν στούς πάσχοντες καί θλιβομένους. Συναγωνιζόντουσαν καί οἱ δυό τους γιά τό καλύτερο. Ὁ σύζυγός της τῆς εἶχε παραχωρήσει μεγάλη ἐλευθερία στό νά δίνει ἁπλόχερα χρήματα στούς φτωχούς, γιατί ἦταν ἐξαιρετική καί συνετή οἰκονόμος. Ἰδιαιτέρως ἔγινε στήριγμα στίς πονεμένες γυναῖκες καί στά ὀρφανά παιδιά. Σέ πολλές περιπτώσεις σήμερα οἱ γυναῖκες βοηθοῦν στά κρυφά, γιατί δέν τό θέλουν, δέν τίς τό ἐπιτρέπουν οἱ ἄντρες τους.
Συχνά ἡ ἁγία παρατηροῦσε τίς ταραγμένες καί διαλυμένες οἰκογένειες, πού εἶχαν πολλά προβλήματα, παρ᾿ ὅτι ἦταν πλούσιες καί μέ πολλά ὑλικά ἀγαθά. Αἰτία κατά τήν γνώμη της, γι᾿ αὐτήν τήν θλιβερή κατάσταση ἦταν ἡ ἁμαρτία, πού ἄνδρες καί γυναῖκες ἄφηναν νά τούς κυριεύσει. Οἱ ἄνδρες ὡς φιλάργυροι, σκληροί, φιλόδοξοι καί ἐγωϊστές, μέθυσοι καί βλάσφημοι, δημιουργοῦσαν στά σπίτια τους μάχες καί συγκρούσεις , πού κατέληγαν στήν ἀνατροπή τῆς οἰκογένειας, ἀκόμη καί σέ ἐγκλήματα.
Ἀπό τήν ἄλλη μεριά οἱ γυναῖκες φιλόνικες, πολύλογες, ὑπερήφανες καί γλωσσομάχες, ἀδιάφορες πολλές φορές γιά τά οἰκογενειακά τους καθήκοντα, περιφερόμενες στήν ἀγορά ἤ στή γειτονιά καί ὄχι ἐργαζόμενες στό σπίτι τους, γινόντουσαν ἀφορμή διαπληκτισμῶν καί ἀναστατώσεων στήν οἰκογένειά τους. Ἀλλά καί τά μεγάλα παιδιά τῆς οἰκογένειας μέ τίς κακίες, τά πάθη τους, τήν ἀνυπακοή καί παρανομίες τους δημιουργοῦσαν σοβαρά προβλήματα.  Πολλές ἀπό αὐτές τίς νοσηρές  καταστάσεις ἀντίκρυζε αὐτοπροσώπως ἤ τίς ἐπληροφορεῖτο ἀπό ἄλλους καί στενοχωριόταν γιά τήν κρίση στό θεσμό τῆς οἰκογένειας καί τοῦ γάμου, παρά τίς χριστιανικές ἀρχές τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς της.
Τά δύο ἀγόρια τῆς ἁγίας Νόννας ἔφυγαν γιά σπουδές, στήν ἀρχή στήν  Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης καί μετά στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου, στήν Κωνσταντινούπολη καί στήν Ἀθήνα.
Γιά τήν κόρη της Γοργονία φρόντιζε νά γίνει καλή νοικοκυρά. Δέν τήν ἄφηνε ποτέ χωρίς δουλειά, ἄν καί μονάκριβη. ( Ἡ ἀργία εἶναι μήτηρ πάσης κακίας). Τῆς ἔμαθε νά ζώνεται τήν ποδιά, νά κεντᾶ, νά περιποιεῖται καί νά στολίζει τό σπίτι, ὥστε νά τήν ἀντικαθιστᾶ ἐπάξια σέ ὅλες τίς δοιλειές τοῦ σπιτιοῦ. Ἔτσι μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου ἡ Γοργονία ἔγινε πιστό ἀντίγραφο τῆς μητέρας της. Ἁπλῆ, στολισμένη μέ σωφροσύνη, γυναίκα τοῦ σπιτιοῦ σεμνή καί ντροπαλή σκληραγωγημένη ἀπό τίς δουλειές τοῦ σπιτιοῦ, ἀλλά καί ἀπό τίς πνευματικές ἀσκήσεις, νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή καί ἀπό τά ἔργα τῆς ἱεραποστολῆς καί φιλανθρωπίας. Ἀπαραίτητο πλοῦτο γιά μία γυναίκα θεωροῦσε τόν θησαυρό τῶν ἀρετῶν. Ἐνῷ γνώριζε τά πολλά καί ποικίλα ἐξωτερικά στολίδια τῶν γυναικῶν, θεωροῦσε ἀσιγκρίτως πολυτιμότερο τόν ἐσωτερικό στολισμό, τόν στολισμό τῆς ψυχῆς. Τό κοκκίνισμα τοῦ προσώπου ἀπό τήν αἰδώ, τήν ντροπή ἦταν πολύ ἀνώτερο ἀπό τά κόκκινα βαψίματα τοῦ σώματος καί μία λευκότητα ἀγαποῦσε, ὄχι αὐτήν τῶν ἐνδυμάτων ἤ τοῦ σώματος, ἀλλά τήν λευκότητα τῆς ἐγκρατείας καί τῆς ἁγνότητος.
Τελικά ἡ Γοργονία παντρεύθηκε ἕναν ἠθικό καί ἐνάρετο νέο τόν Ἀλύπιο. Ἔκανε τό καινούγιο της σπιτικό ἐντευκτήριο, κέντρο ὑποδοχῆς καί διδασκαλίας τῶν πιστῶν χριστιανῶν. Ἡ πόρτα τοῦ σπιτιοῦ της ἦταν πάντοτε ἀνοιχτή. Κανείς ξένος δέν ἔμενε ἔξω. Ὅλους τούς ἔβαζε στό σπίτι της καί τούς περιποιόταν.
Ὁ Καισάριος, ὁ νεώτερος γυιός πέθανε ξαφνικά σέ ἡλικία 37 ἐτῶν, πρίν προλάβει νά ἱερωθεῖ. Σέ λίγο πεθαίνει καί ἡ Γοργονία καί μάλιστα ἀφήνει ἕξι μικρά παιδιά. Μετά ἀπό λίγους μῆνες πεθαίνει καί ὁ σύζηγός της Ἀλύπιος καί τά ὀρφανά ἀναλαμβάνει νά μεγαλώσει ἡ γιαγιά, ἡ ἁγία Νόννα.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος γράφει μέ θαυμασμό γιά τήν μητέρα του: Ἦταν καρτερικωτάτη καί ἀνδρικωτάτη γυναίκα. Τό πιό ἀξιοθαύμαστο εἶναι, ὅτι ποτέ δέν λύγισε ἀπό τόν σωματικό καί ψυχικό πόνο. Ποτέ δέν ἄφησε νά βγεῖ κραυγή γοερή ἀπό τό στόμα της, μόνο εὐχαριστία. Δέν ἄφησε νά κυλήσουν δάκρυα ἀπό τά βλέφαρά της, πού μυστικά εἶχαν σφραγισθεῖ. Ἤξερε νά συγκρατεῖ τό πένθος της, μολονότι συχνά τήν ἔβρισκαν πολλές θλίψεις, ἀκόμη καί σέ λαμπρές ἡμέρες. Εἶναι γνώρισμα ψυχῆς θεοφιλοῦς νά ὑποτάσσει στά θεῖα κάθε τί τό ἀνθρώπινο.
Ὅταν πέθανε ἡ ἁγία, ἔγραφε ὁ Θεολόγος Γρηγόριος: Ἀστραφτερός, ὁλοφώτεινος ἄγγελος σέ πῆρε, ἐκεῖ πού προσευχόσουν. Ἡ Παναγία Τριάς, πού ποθοῦσες, τό ἑνιαῖο φῶς, τό κοινό σέβασμα σέ ἅρπαξε ἀπό τόν Ναό πού προσευχόσουν, καί σέ ἔβαλε στόν μεγάλο, τόν ἐπουράνιο Ναό. Πέτυχες τέλος καθαρότερο ἀπό τήν ζωή σου, Νόννα. Αὐτό τό ἅγιο τέλος νά ἀξιώσει ὅλους μας ὁ Θεός. Τιμοῦμε τήν μνήμη της στίς 5 Αὐγούστου.
Ὅμως, ἀγαπητοί μου, ἡ ὥρα πέρασε κι᾿ ἐμεῖς πρέπει νά τελειώσουμε. Λίγα λόγια θά ποῦμε γιά τήν τρίτη ἁγία, τήν Ἀνθούσα, τήν μητέρα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Ὄχι γιατί εἶναι κατώτερη καί ὑπολείπεται ἀπό τίς ἄλλες, μά γιατί δέν μᾶς ἐπιτρέπει ὁ χρόνος νά ποῦμε περισσότερα.
Καταγόταν καί αὐτή ἀπό πλούσια καί εὐγενική οἰκογένεια τῆς Ἀντιόχειας. Ὅμως δέν θεωροῦσε τά ὑλικά ἀγαθά καί τήν ἀριστοκρατική καταγωγή της πηγή χαρᾶς καί εὐτυχίας, ἀλλά τήν χριστιανική εὐσέβεια καί τήν ἐσωτερική εἰρήνη. Γιά τά πολλά χαρίσματα καί τίς ἀρετές της τήν διάλεξε ὡς σύζυγο ὁ Σεκοῦνδος, ἕνας νέος χριστιανός, ἐνεργό μέλος τῆς ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας, πού καταγόταν καί αὐτός ἀπό πλούσια καί ἐπιφανῆ οἰκογένεια. Εἶχε ἀναδειχθεῖ μάλιστα ἀνώτερος ἀξιωματικός στή Συρία.
Δυστυχῶς ὅμως ὁ γάμος αὐτός δέν κράτησε πολύ. Ἦταν βρέφος, μηνῶν ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅταν πέθανε ὁ πατέρας του καί ἡ μητέρα του ἔμεινε χήρα σέ ἡλικία μόλις εἴκοσι ἐτῶν.
Πολλοί ἄντρες τήν ζήτησαν σέ γάμο. Ἄλλοι γιά τήν πίστη καί τήν καλωσύνη της καί ἄλλοι γιά τήν μεγάλη της περιουσία, ἀλλά ἡ Ἀνθούσα ἀρνήθηκε, τούς ἀπέρριψε ὅλους καί ἀφοσιώθηκε στήν χριστιανική ἀνατροφή τοῦ παιδιοῦ της. Ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στήν μετέπειτα διδασκαλία του προτρέπει τούς γονεῖς νά συνδέσουν τά παιδιά τους, ἀπό μικρή ἡλικία, μέ τόν γραπτό καί προφορικό χριστιανικό λόγο καί τήν μελέτη τῶν Θείων Γραφῶν.
Σκεφθεῖτε τώρα μία νεαρή κοπέλα, ὄμορφη, πλούσια, ἀνεξέλεγκτη, χωρίς ἀφεντικά στό κεφάλι της, τί μποροῦσε νά κάνει, πῶς θά ζοῦσε, σέ τί κατήφορο ἦταν ἐνδεχόμενο νά κυλήσει.
Ὅμως δέν συνέβη κάτι τέτοιο. Ἡ νεαρή καί ἐνάρετη χήρα Ἀνθούσα ἦταν παράδειγμα σωφροσύνης, ἁγνότητας καί καθαρῆς ζωῆς, γιατί εἶχε φόβον Θεοῦ. Δέν τήν ἐνδιέφεραν καθόλου τό κοσμικό πνεῦμα καί οἱ κοσμικές συγκεντρώσεις. Ἡ ἐνδυμασία της, τά λόγια της καί ὅλη ἡ ἐν γένει συμπεριφορά της, ὅλα μιλοῦσαν γιά τήν ξεχωριστή προσωπικότητά της. Ὅλοι, χριστιανοί καί εἰδωλολάτρες τήν θαύμαζαν. Αὐτήν εἶχε ὑπ᾿ ὄψιν του ὁ δάσκαλος τοῦ γυιοῦ της Λιβάνιος, ὅταν ἔλεγε, κοιτᾶξτε, τί γυναῖκες ἔχουν οἱ χριστιανοί.
Σήμερα ἀπό πολλούς χριστιανούς καί χριστιανές ὁ κόσμος τραβάει γιακά καί γινόμαστε αἰτία ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, νά βλασφημεῖται τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ νεαρός Ἰωάννης συνδέθηκε μέ ἄλλους  εὐσεβεῖς νέους καί ἀποφάσισαν νά μονάσουν, νά ἀσπασθοῦν τόν ἐρημικό βίο. Ὅταν τό πληροφορήθηκε ἡ μητέρα του, τόν παρεκάλεσε νά μή φύγει ἀπό κοντά της καί τήν ἀφήσει χήρα γιά δεύτερη φορά. Μήπως πόσο ἀκόμη θά ζήσει; Νά μή παντρευτεῖ, ἀφοῦ αὐτό θέλει, ἀλλά νά ζεῖ κοντά της τόν μοναχικό βίο. Νά ζεῖ ὡς ἀσκητής ἀφιερωμένος ἐξ ὁλοκλήρου στόν Θεό. Καί ὁ Ἰωάννης τήν ἄκουσε, δέν τῆς χάλασε τήν ἐπιθυμία, τό χατήρι πού λέμε πιό ἁπλά.
 Μετά δύο χρόνια ἡ Ἀνθούσα πέθανε σέ ἡλικία 43 ἐτῶν. Τότε ἐλεύθερος πλέον ἀπό τίς οἰκογενειακές του ὑποχρεώσεις, μοίρασε τήν μεγάλη πατρική του περιουσία στούς φτωχούς καί ἀνεχώρησε γιά τήν ἔρημο.
Μποροῦμε λοιπόν, ἄν θέλουμε, ὑπάρχει τρόπος καί μέ τόν Θεό νά τά πᾶμε καλά καί τούς γονεῖς μας νά μή περιφρονήσουμε, κανένα νά μή στενοχωρήσουμε. Τοῖς ἀγαπῶσι τόν Θεόν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν. Ὁ Θεός ὅλα τά βολεύει, προσφέρει πάντοτε τήν καλύτερη λύση, ἀρκεῖ ἐμεῖς νά θέλουμε νά τόν ἀκούσουμε καί νά τόν ἀκολουθήσουμε.
     Ἀγαπητοί μου, τελείωσα.
Ὁ Ἀρχιμήδης τῆς ἀρχαιότητας εἶπε, δόσε μου τόπο νά σταθῶ καί θά κινήσω ὅλη τήν γῆ. Κι᾿ ἐγώ σᾶς λέω, δόστε μου καλές γυναῖκες, ἅγιες μητέρες καί μπορῶ νά ἀλλάξω τό πρόσωπο τῆς γῆς, θά τήν κάνω ἀγνώριστη, φυσικά πρός τό καλύτερο. Ὅλος ὁ κόσμος νά χαλάσει, νά γίνουν τά πάνω κάτω, δέν ἔγινε δά καί τόσο μεγάλο κακό. Ἄν ὅμως χαλάσουν οἱ γυναῖκες, τό πᾶν ἀπώλετο. Χάθηκε τό πᾶν, γιατί πάρα πολλά, ἄν ὄχι ὅλα, ἐξαρτῶνται ἀπό αὐτές. Οἱ γυναῖκες δέν εἶναι τό ἀσθενές φύλο. Εἶναι ἰσχυρότατο καί ὅ,τι δήποτε βάλλουν στό μυαλό τους τό πετυχαίνουν. Ἔχουν τεράστια δύναμη καί ἐπιρροή ἀνυπολόγιστη πάνω στούς ἄντρες τους καί στά παιδιά τους. Ἀρκεῖ νά εἶναι καλές καί ἅγιες σάν τίς μητέρες τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν. Ἄν δέν εἶναι, τότε θά κάνουν μεγάλο κακό, θά ἐπηρεάσουν ἀρνητικά κοινωνίες ὁλόκληρες.
Κάποτε μία μητέρα πλησίασε τόν ἱερέα τῆς ἐνορίας της καί τοῦ ἔκανε παράπονα γιά τόν γυιό της. Ἦταν ἄντρας ὁλόκληρος 38 χρόνων καί δέν τήν ἄκουγε. Τῆς φερόταν πολύ ἄσχημα, τῆς ἀντιμιλοῦσε, τήν περιφρονοῦσε, ξενυχτοῦσε, ξόδευε ἄσκοπα τά χρήματά της κ.ἄ. Ὁ ἱερεύς τήν ἐρώτησε. Κυρία μου, ἀπό πότε ἔχετε νά ἐξομολογηθεῖτε; Τἄχασε ἐκείνη. Ἄλλα περίμενε νά ἀκούσει καί ἄλλα τῆς λέει ὁ ἱερεύς. Μετά τό πρῶτο ξάφνιασμα τοῦ ἀπάντησε, ὅτι ἀπό τότε πού παντρεύτηκε δέν προσῆλθε στά Ἅγια Μυστήρια. Ἐ, τότε μή διερωτώμεθα τί φταίει. Ὅταν εἴμαστε 40 χρόνια, δηλαδή μιά ζωή ὁλόκληρη χωρίς Χριστόν, μακρυά ἀπό τήν Ἐκκλησία, μακρυά ἀπό τά Μυστήρια τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως καί τῆς Θείας Κοινωνίας, αὐτά τά ἀποτελέσματα θά ἔχουμε. Καί ἐμεῖς θά εἴμαστε τῆς κακιᾶς ὥρας, ἀλλά καί στά παιδιά μας δέν θά μποροῦμε νά ἐπιβληθοῦμε, δέν θά μπορέσουμε νά τά διδάξουμε τό σωστό. Καί βέβαια θέλουμε πάντοτε νά ἐπιρρίπτουμε τήν εὐθύνη στούς ἄλλους καί νά ἀθωώνουμε τούς ἑαυτούς μας.
Πρέπει νά ξέρουμε, ὅτι ἡ καλύτερη διαπαιδαγώγηση εἶναι ἡ ἐκκλησιαστική. Νά συνδέσουμε μικρούς καί μεγάλους μέ τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Νά προχωρήσουν στήν πίστη καί στά πνευματικά. Νά ἔχουν φόβο Θεοῦ. Καί ἄν ἐμεῖς δέν διδάξουμε τό καλό  στά παιδιά μας μέ ἔργα καί λόγια, νά ξέρετε σίγουρα θά βρεθοῦν τόσοι ἄλλοι, πού θά τά διδάξουν τό στραβό, τό κακό καί τήν ἁμαρτία.
Κι᾿ ἕνα τελευταῖο: Ἀκοῦμε πολλούς νά παραπονοῦνται καί νά τά βάζουν μέ τόν Θεό. Τί ἔκανα, Θεέ μου;  σέ τί ἔφταιξα καί ἔχω τόσα βάσανα στή ζωή μου; Καί τά λέμε αὐτά, γιατί ἔχουμε τήν ἐσφαλμένη ἐντύπωση, ὅτι εἴμαστε καλοί καί ἅγιοι. Οἱ ἅγιες γυναῖκες, γιά τίς ὁποῖες μιλήσαμε, δέν εἶχαν θλίψεις στή ζωή τους; Εἶχαν καί μάλιστα πολλές, ἀρρώστιες, θανάτους, ἁρπαγή τῆς περιουσίας τους, ὅπως προείπαμε καί τόσα ἄλλα. Σέ τί ἔφταιξαν; ἅγιες ἦταν. Ἔτσι εἶναι αὐτή ἡ ζωή καί ὀνομάζεται κοιλάς τοῦ κλαυθμῶνος. Ἐμεῖς ὀφείλουμε νά ἀντιμετωπίζουμε ὅλα τά λυπηρα μέ πίστη στό Θεό, μέ ὑπομονή καί καρτερία, ὅπως ὁ δίκαιος Ἰώβ καί οἱ μητέρες τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν.
Ἄς ἔχουμε πάντοτε ὑπ᾿ ὄψι μας τήν κατά Θεό ζωή τους, τό φωτεινό παράδειγμά τους καί ἄς κάνουμε τόν ἀγώνα μας, τήν προσπάθειά μας νά τίς μοιάσουμε, νά τίς μιμηθοῦμε, γιά νά ἔχουμε τήν βοήθειά τους, καί μέ τίς εὐχές καί πρεσβεῖες τους νά ἐπιτύχουμε τήν σωτηρία μας. Ἀμήν.-