Τρίτη 4 Ιουνίου 2013

Οι αδελφές του Λαζάρου Μάρθα και Μαρία στα Ευαγγέλια



site analysis


Η Μαρία καθισμένη  «παρά τους πόδας του Ιησού»

Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος 
εφημέριος Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως Πειραιώς

Εν Πειραιεί 26-4-2013
Τη Δ' του μηνός ΙουνίουΜνήμη των Αγίων και Δικαίων Γυναικών και Μυροφόρων Μάρθας και Μαρίας, αδελφών του τετραημέρου φίλου του Χριστού Αγίου Λαζάρου.

Στίχοι:
 Εκ Βηθανίας τας αδελφάς Λαζάρου, Σώζειν δύνασθαι και νεκράς πιστευτέον. Τετάρτη Μάρθα ηδέ Μαρίη έβησαν πόλω λαμπρώ. Ταις αυτών πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς.

Ο Χριστός τίμησε ιδιαιτέρως τις γυναίκες, το γυναικείο φύλο. Όχι μόνο στο πρόσωπο της μητρός Του, της Υπεραγίας Θεοτόκου, την οποία επέλεξε απ' όλους τους ανθρώπους για να γεννηθεί απ' αυτήν. Όχι μόνο διότι αξίωσε τις γυναίκες πρώτες να μάθουν την Ανάσταση, γιατί πρώτα σ' αυτές ενεφανίσθη, αλλά και διότι με τις πράξεις και τα έργα Του έδειξε ότι οι γυναίκες έχουν μεγάλο ηθικό και πνευματικό μεγαλείο. Μερικές φορές, ξεπερνούν και τους άνδρες.

Πολλές φορές, μέσα στα συναξάριά της η Εκκλησία μας έχει άγιες γυναίκες, μάρτυρες, οσίες, ασκήτριες, οι οποίες ξεπέρασαν σε αφοσίωση στο Θεό τους θεωρουμένους δυνατούς άνδρες. Οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, αρκετές φορές, αναφερόμενοι σε εύθραυστες, λεπτές και ευαίσθητες γυναικείες μορφές, απορούν πώς αυτές οι γυναίκες με αυτή τη γυναικεία φύση και την ευαισθησία, πού θα νόμιζε κανείς πώς στην πρώτη δυσκολία θα κατέρρεαν, πώς αυτές οι γυναίκες έδειξαν τέτοια αντοχή και τέτοια αφοσίωση στα μαρτύρια, αλλά και στη μοναχική άσκηση και αποδείχθηκαν ανώτερες από τους άνδρες.

Στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής της Σαμαρείτιδος[1], διαβάζουμε για την απορία των μαθητών, πού «εθαύμασαν ότι μετά γυναικός ελάλει». Απαγορευόταν από τον Μωσαϊκό νόμο να δίνουν οι άνδρες τιμή και αξία στις γυναίκες, ακόμη και να τις θεωρούν ισάξιες να συνομιλήσουν μαζί τους. Υπάρχει μάλιστα στην ιουδαϊκή παράδοση, στη συλλογή των πατέρων των Εβραίων, στο βιβλίο «Λόγοι Πατέρων», ένα λόγιο, το οποίο λέει ότι είναι καλύτερα οι λόγοι του νόμου να καίγονται και να αφανίζονται, παρά να τους ακούν γυναίκες. Και υπάρχουν και πολλά άλλα στοιχεία υποτιμήσεως του γυναικείου φύλου. Όχι μόνο στον Ιουδαϊσμό, αλλά και στην αρχαία ελληνική σκέψη. Ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός, όμως, είναι εκείνος, ο οποίος όχι μόνο εξίσωσε άνδρες και γυναίκες – «ουκ ένι άρσεν και θήλυ˙ πάντες γαρ ημείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού»[2] - αλλά, όπως προηγουμένως είπαμε, πολλές φορές ανέβασε τις γυναίκες σε πολύ υψηλά βάθρα αγιότητος.

Κι ας σημειώσουμε στο σημείο αυτό ότι η ισότητα ανδρών και γυναικών δεν κρίνεται στο τι επαγγέλματα ασκεί ο καθένας, όπως ισχυρίζεται το ανόητο φεμινιστικό κίνημα, το οποίο δημιουργεί αναταραχή και αναστατώνει τις κοινωνίες. Διότι, όπως η ανδρική φύση είναι φτιαγμένη από τον Άγιο Τριαδικό Θεό να μετέρχεται ορισμένα επαγγέλματα και ορισμένες εργασίες λόγω της φυσικής της κατασκευής, έτσι και η λεπτή και ευαίσθητη γυναικεία φύση είναι κατάλληλη και φτιαγμένη από τον Θεό να ακολουθεί και να μετέρχεται ορισμένα επαγγέλματα και ιδίως το μεγάλο λειτούργημα της μητρότητας. Δεν υπάρχει ιερότερος θεσμός και ιερότερο λειτούργημα από το λειτούργημα της μητρότητας. Η ισότητα, λοιπόν, δεν έγκειται στο τι επαγγέλματα μετέρχεται κανείς σ' αυτή εδώ τη ζωή. Η ισότητα έγκειται στο αν η γυναίκα μπορεί πνευματικά να επιτύχει τα ίδια πράγματα, που επιτυγχάνουν οι άνδρες˙ αν υπάρχει ισότητα στην αγιότητα και την αρετή˙ αν μπορούν οι γυναίκες να κατακτήσουν τη Βασιλεία του Θεού˙ αν μπορούν να κατανοήσουν το κήρυγμα και να αφοσιωθούν στον Θεό. Τι είναι αυτή εδώ η ζωή με τις ποικίλες διαφοροποιήσεις και τις ανισότητες; Μήπως και ανάμεσα στους άνδρες δεν υπάρχουν του κόσμου οι ανισότητες; Δεν υπάρχουν ανισότητες μεταξύ των δύο φύλων, παρά μόνο φυσικές και λειτουργικές διαφοροποιήσεις. Μπορούν οι γυναίκες εξ ίσου να κατακτήσουν την αγιότητα. Και εδώ είναι ο μεγάλος στίβος της αγιότητας. Όποια γυναίκα θέλει να ξεπεράσει τους άνδρες, ανοίγεται μπροστά της ο δρόμος της αγιότητας και της αρετής. Αντίθετα, όμως, σήμερα, φωνές διαβολικές, φωνές του κακού εξωθούν τις γυναίκες σε άλλου είδους εξίσωση προς τους άνδρες. Σε εξίσωση με τη διαφθορά και την αμαρτία και έχουν καταξεφτιλίσει το γυναικείο φύλο.

Αυτόν, λοιπόν, τον δρόμο της αγιότητας και της αρετής, επέλεξαν και οι Μάρθα και Μαρία, οι αδελφές του Λαζάρου, και επέτυχαν, Χάριτι Θεού, τον σκοπό του ανθρώπου, δηλ. το καθ' ομοίωσιν, την τελείωση, τον εξαγιασμό, την αγιότητα, την κατά Χάριν θέωση.
Ανάσταση Λαζάρου

[3] Το πιο γνωστό ίσως γεγονός, στο οποίο αναφέρονται οι άγιες Μάρθα και Μαρία, είναι η Ανάσταση του αδελφού τους, Λαζάρου. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είναι ο μόνος, που αναφέρει το υπερφυσικό και παράδοξο θαύμα της εγέρσεως του Λαζάρου, ενώ οι άλλοι Ευαγγελιστές το παραλείπουν, ίσως επειδή ο Λάζαρος ήταν ακόμη τότε ζωντανός και τον έβλεπαν οι άνθρωποι. Λέγεται μάλιστα ότι γι' αυτό ακριβώς ο Ευαγγελιστής Ιωάννης συνέγραψε το Ευαγγέλιό του (για να μην ξεχασθεί αυτό το θαύμα) και φυσικά, για να γράψει και για την άναρχη Γέννηση του Χριστού από τον Πατέρα (Εν αρχή ην ο Λόγος[4]...), αφού οι άλλοι Ευαγγελιστές δεν έγραψαν τίποτα σχετικό μ' αυτήν. Γιατί πραγματικά αυτό κυρίως ήταν που έπρεπε να γίνει πιστευτό, ότι δηλ. ο Χριστός ήταν Υιός του Θεού και Θεός, ότι αναστήθηκε και ότι θα υπάρξει ανάσταση των νεκρών.

Ο άγιος Λάζαρος ήταν Εβραίος στην καταγωγή, από τη τάξη των Φαρισαίων, υιός του Φαρισαίου Σίμωνα και καταγόταν από το μικρό χωριό Βηθανία. Συνδέθηκε με στενή φιλία με τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, που αφιέρωσε την επίγεια ζωή Του στη σωτηρία του γένους μας. Πολύ συχνά ο Χριστός ερχόταν στο σπίτι του Σίμωνα και συνομιλούσε μαζί του, επειδή κι εκείνος πίστευε βαθειά στην ανάσταση των ανθρώπων εκ νεκρών. Μ' αυτή την αφορμή γνώρισε και ο άγιος Λάζαρος τον Χριστό και δέχθηκε με χαρά την αλήθεια. Κι όχι μόνο αυτός, αλλά και οι δύο αδελφές του, η Μάρθα και η Μαρία. Καθώς, λοιπόν, πλησίαζε το σωτήριο Πάθος και επειδή έπρεπε να επιβεβαιωθεί ακριβέστερα το μυστήριο της Αναστάσεως, ο Ιησούς βρισκόταν πέρα απ' τον Ιορδάνη, αφού πρώτα είχε αναστήσει εκ νεκρών την κόρη του Ιαείρου και τον υιό της χήρας στη Ναΐν. Τότε ο φίλος του ο Λάζαρος αρρώστησε βαρειά και πέθανε. Ο Ιησούς, λοιπόν, παρ' όλο που ήταν απών, είπε στους μαθητές του: «Ο Λάζαρος, ο φίλος μας κοιμήθηκε»[5]. Και ύστερα από λίγο είπε πάλι: «Ο Λάζαρος πέθανε»[6]. Αφήνοντας τότε τον Ιορδάνη, ήλθε στη Βηθανία, ύστερα από την ειδοποίηση, που του έστειλαν, οι αδελφές του Λαζάρου, Μάρθα και Μαρία˙ «απέστειλαν ουν αι αδελφαί προς αυτόν, λέγουσαι˙ Κύριε, ίδε ον φιλείς ασθενεί»[7]. 

Η Βηθανία απέχει από τα Ιεροσόλυμα περίπου δεκαπέντε στάδια (δηλ. δυόμισυ χιλιόμετρα)[8]. Εκεί οι αδελφές του Λαζάρου τον υποδέχθηκαν λέγοντας: «Κύριε, αν βρισκόσουν εδώ, δεν θα πέθαινε ο αδελφός μας. Αλλά και τώρα, αν θέλεις, μπορείς να τον αναστήσεις, γιατί έχεις αυτή τη δύναμη»[9]. Ο Ιησούς τότε ρώτησε το πλήθος: «Πού τον έχετε θάψει»[10]; Αμέσως όλοι τον οδήγησαν στο μνήμα. Μόλις σήκωσαν τον λίθο, η Μάρθα είπε: «Κύριε, ήδη μυρίζει άσχημα, γιατί είναι θαμμένος εδώ και τέσσερεις μέρες»[11]. Τότε, αφού προσευχήθηκε ο Ιησούς και έχυσε δάκρυα πάνω στον τάφο του νεκρού, φώναξε δυνατά: «Λάζαρε έλα έξω»[12]. Και αμέσως ο νεκρός βγήκε και αφού τον έλυσαν (από το σάβανο), πήγε στο σπίτι του[13].

Ο Λάζαρος, όπως φαίνεται στην ευαγγελική διήγηση, ήταν φίλος του Χριστού. Όχι μόνο ο ίδιος, αλλά και οι αδελφές του, Μαρία και Μάρθα, ήταν πολύ γνώριμοι στον Χριστό. Η επικοινωνία και η σχέση της Μαρίας και της Μάρθας με τον Χριστό, η παρρησία, που είχαν μαζί Του, δείχνουν την οικειότητα. Οι αδελφές του Λαζάρου έστειλαν μήνυμα στον Χριστό : «Κύριε, ίδε ον φιλείς ασθενεί»[14]. Η αγάπη του Χριστού σε ολόκληρη την οικογένεια φαίνεται από την φράση : «ηγάπα δε ο Ιησούς την Μάρθαν και την αδελφήν αυτής και τον Λάζαρον»[15]. Όταν ο Χριστός ανακοινώνει τον θάνατο του Λαζάρου, τον χαρακτηρίζει φίλο, και όχι μόνο δικό Του, αλλά φίλο όλων των Μαθητών: «Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται»[16]. Όταν η Μαρία συνάντησε κλαίγοντας τον Χριστό, Εκείνος στον πόνο της και στα λόγια, που του είπε, έκλαυσε. Και τότε οι Ιουδαίοι είπαν: «ίδε πώς εφίλει αυτόν»[17]. Μετά δε την Ανάσταση του Λαζάρου ο Χριστός παρευρίσκεται στο σπίτι του δείπνο, που του ετοίμασαν[18].

Από όλα αυτά τα χωρία φαίνεται ότι ο Χριστός αγαπούσε τον Λάζαρο και τις αδελφές του πάρα πολύ. Ο άγιος Ανδρέας Κρήτης χαρακτηρίζει τον Λάζαρο μακάριο, γιατί αγαπήθηκε από τον Χριστό, που είναι η αυτοαγάπη. Και στη συνέχεια λέει ότι δεν είναι καθόλου θαυμαστό πώς και οι γυναίκες, δηλ. η Μάρθα και η Μαρία, αγαπήθηκαν από τον Χριστό, ο οποίος ήλθε στον κόσμο, για να καλέσει όλους τους ανθρώπους προς τον Εαυτό Του, και μάλιστα αγαπήθηκαν αυτές, που είχαν αρρενωθεί ως προς το φρόνημα. Αυτό σημαίνει ότι η Μάρθα και η Μαρία, που εκφράζουν την πράξη και την θεωρία, είχαν υπερβεί το συναισθηματικό στοιχείο και αγαπούσαν ολοκληρωμένα και αληθινά. Επόμενο ήταν να αγαπηθούν πολύ από τον Χριστό.


Οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας έδωσαν και μία αλληγορική ερμηνεία στο γεγονός της Αναστάσεως του Λαζάρου και σ' εκείνα που συνδέονται μ' αυτό. Σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή ο Λάζαρος είναι ο νούς, που νεκρώνεται από την αμαρτία. Οι αδελφές του Λαζάρου, η Μάρθα και η Μαρία, είναι η πράξη και η θεωρία αντίστοιχα. Όταν ο νους του ανθρώπου νεκρωθεί, τότε προηγείται η πράξη (Μάρθα) με διάφορες ενέργειες, για να συναντήσει τον Χριστό και να τον παρακαλέσει να έλθει να αναστήσει τον νεκρό νου, και ακολουθεί η θεωρία (Μαρία), που προηγουμένως καθόταν μέσα στο σπίτι, και έτσι έρχεται στον Χριστό και κλαίει ενώπιόν Του. Ο Χριστός ανασταίνει τον νεκρό νου του ανθρώπου και τότε γίνεται μεγάλο δείπνο, όπου ο πρώην νεκρός Λάζαρος (νους) είναι ένας από τους συνανακειμένους με τον Χριστό, ενώ η μεν Μάρθα (πράξη) διακονεί στο δείπνο αυτό, η δε Μαρία (θεωρία) αλείφει τα πόδια του Χριστού με πολύτιμο μύρο[19].

Σε μια ερμηνευτική παρουσίαση ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέει ότι η Μάρθα είναι η πρακτική αρετή, ενώ η Μαρία είναι η θεωρία, η οποία ακολουθεί μετά από την πράξη. Με την πράξη και την θεωρία επιδεικνύουμε πληρέστερα την αγάπη προς τον Χριστό. Υπάρχουν, επίσης, μερικοί που ισχυρίζονται ότι οι δύο αυτές αδελφές υποδηλώνουν την Αγία Γραφή, αφού η Μάρθα είναι τύπος της Παλαιάς Διαθήκης, που υπηρετεί τον Χριστό, ενώ η Μαρία είναι τύπος της ευαγγελικής παιδεύσεως. Επίσης, υπάρχουν και μερικοί άλλοι που ισχυρίζονται ότι με την Μάρθα υπονοείται η Συναγωγή των Ιουδαίων, που θέλει να θεραπεύσει τον Χριστό με τις σωματικές σαρκικές πράξεις, ενώ η Μαρία είναι τύπος της εξ Εθνών Εκκλησίας, που προσάγει στον Θεό τις πνευματικές θυσίες και την ευώδη πίστη, και αγιάζεται από την ευλογία της σαρκός δια της μυστικής μεταλήψεως.

Σε ένα τροπάριο, που ψάλλεται στον Εσπερινό της Τετάρτης προ των Βαΐων, λέγεται ότι η Μάρθα και η Μαρία είναι οι πρέσβεις, που πρέπει να αποστείλλουμε στον Χριστό, για να έλθει και να αναστήσει τον νεκρό και αναίσθητο νου, που βρίσκεται στο μνήμα της αμελείας και δεν αισθάνεται τον θείο φόβο, ούτε έχει καμμιά ζωτική ενέργεια. «Μάρθαν και την Μαρίαν πιστοί, εκμιμησάμενοι προς Κύριον πέμψωμεν, ενθέους, ως πρέσβεις πράξεις, όπως ελθών τον ημών, νουν εξαναστήση νεκρόν κείμενον, δεινώς εν τω μνήματι, αμελείας αναίσθητον, φόβου του θείου, μηδαμώς αισθανόμενον, και ενέργειαν, ζωτικήν νυν μη έχοντα, κράζοντες˙ ίδε Κύριε, και ώσπερ τον φίλον σου, Λάζαρον πάλαι Οικτίρμον, επιστασία εξήγειρας, φρικτή, ούτω πάντας, ζωοποίησον παρέχων, το μέγα έλεος»[20].

Κυριακή των Βαΐων

Μουσείο Stroganov, Πετρούπολη 16ος - 17ος αι
Μουσείο Stroganov, Πετρούπολη 16ος - 17ος αι.

[21] Την άλλη ημέρα, «τη επαύριον», μετά το μέγιστο θαύμα της Αναστάσεως του Λαζάρου, το οποίο ξεσήκωσε τα Ιεροσόλυμα και τον απλό, πιστό λαό, και εξαιτίας του οποίου πολλοί πίστευσαν στον Χριστό, όταν ο Ιησούς Χριστός ήλθε στη Βηθανία, «προ έξ ημερών του Πάσχα ήλθεν Ιησούς εις Βηθανίαν», στο σπίτι του Λαζάρου, δέχθηκε ο Χριστός την έκφραση της αγάπης της Μαρίας, της αδελφής του Λαζάρου, η οποία του άλειψε τα πόδια με πολύτιμο μύρο και τα σκούπισε με τα μαλλιά της κεφαλής της.

Ερμηνεύουν οι άγιοι Πατέρες το σημείο αυτό και λένε ότι, όταν πρόκειται για εκδηλώσεις λατρείας, δεν χρειάζεται προσοχή στην αξιοπρέπειά μας. Το να λύσει μια γυναίκα τα μαλλιά της και να σκουπίσει τα πόδια ενός άνδρα, θεωρούνταν την εποχή εκείνη εξεφτελιστικό και θα γινόταν βούκινο εις βάρος της Μαρίας. Η Μαρία, όμως, ευγνωμονώντας για την Ανάσταση του αδελφού της, του Λαζάρου, αλλά και εκφράζοντας έτσι αισθηματικά την αγάπη της προς τον Χριστό, δεν υπολόγισε τα σχόλια του κόσμου, όπως τα υπολογίζουμε όλοι εμείς, όταν πρόκειται να προσφέρουμε λατρεία και τιμή προς τον Θεό. Ας πάει να λέει ο κόσμος ό,τι θέλει, ας μας θεωρούν τρελούς, μωρούς και ανοήτους. Το θρησκευτικό μας καθήκον πρέπει να το επιτελέσουμε με οποιαδήποτε θυσία και με οποιοδήποτε εξευτελισμό. Εκεί, λοιπόν, στην οικία του Λαζάρου, στη Βηθανία, «προ έξ ημερών του Πάσχα», στο δείπνο, που έγινε, η Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου, έκανε αυτή την ωραία πράξη, η οποία, στη συνέχεια, έγινε, αιτία να αποκαλυφθεί ο χαρακτήρας του Ιούδα.

Στο σημείο αυτό θεωρούμε απαραίτητο να παρέχουμε μερικές πολύ σημαντικές διευκρινήσεις σχετικά με τη σύγχυση που, δυστυχώς, επικρατεί μεταξύ της αγίας Μαρίας, της αδελφής του Λαζάρου, και άλλων γυναικείων προσώπων.

Διάκριση αγίας Μαρίας αδελφής Λαζάρου και πόρνης γυναικός

«Ην δε Μαρία η αλείψασα τον Κύριον μύρω και εκμάξασα τους πόδας αυτού ταις θριξίν αυτής, ης ο αδελφός Λάζαρος ησθένη»[22].

Η πόρνη γυναίκα του Ευαγγελίου της Μ. Τετάρτης είναι διαφορετική από την αδελφή του Λαζάρου, τη Μαρία. Η Μαρία άλειψε με μύρο τα πόδια του Κυρίου «προ έξ ημερών του Πάσχα». Τώρα αυτή είναι άλλη, είναι πόρνη γυναίκα, η οποία δύο ημέρες πριν από το Πάθος του Κυρίου αγόρασε κι αυτή πολύτιμο μύρο και το εξέχεε όχι μόνο στα πόδια του Χριστού, όπως η Μαρία του Λαζάρου, αλλά και «εις την κεφαλήν Αυτού».

Και ας δούμε εδώ τη διάκριση του Κυρίου μας! Ας φαντασθούμε ένα δάσκαλο, ένα πρόσωπο επίσημο, να κάθεται κάτω και ξαφνικά να έλθει μια γυναίκα και να τον ραντίζει, να τον λούζει με μύρο. Δεν ταράχθηκε ο Χριστός. Κανονικά θα έπρεπε να πει: «Τι είναι αυτό που κάνεις»; Εμάς μια στάλα να μας πειράξει κάποιος, διαμαρτυρόμαστε. Πήγε η πόρνη γυναίκα και Τον έλουσε με πολύτιμο μύρο. Κι Εκείνος, βλέποντας αυτή τη διάκριση, για ποιο λόγο το έκανε αυτή η γυναίκα, τι γινόταν μέσα στον εσωτερικό της κόσμο, τι συντριβή, τι μετάνοια, τι απόφαση αλλαγής ζωής, δέχθηκε την εκδήλωση αυτής της αμαρτωλής, της πόρνης γυναικός.

Και όταν διαμαρτυρήθηκαν οι μαθητές, ιδιαίτερα πρωτοστατούντος του Ιούδα, «τι είναι αυτό; Γιατί τα χρήματα από αυτό το μύρο δεν δόθηκαν στους πτωχούς»; τότε ο Χριστός επανέλαβε αυτό που είπε και στην περίπτωση της Μαρίας : «Αφήστε την», «εις την ημέρα του ενταφιασμού μου τετήρηκε, εις το ενταφιάσαι με τετήρηκεν»[23]. Είναι μια μυροφόρος. Αυτή η αμαρτωλή γυναίκα, ουσιαστικώς, τώρα, προλαμβάνει τις μυροφόρες γυναίκες. Και όπως οι μυροφόρες σε μερικές ημέρες θα Τον αλείψουν πριν τεθεί στο μνήμα με μύρα, έτσι έρχεται κι αυτή τώρα και φαντάζεται πώς είναι κεκοιμημένος ήδη, και ζώντα τον αλείφει με το μύρο. Προλαμβάνει έργο μυροφόρου αυτή η γυναίκα. Και είπε τότε ο Χριστός την καταπληκτική προφητεία ότι «όπου εάν κηρυχθή το Ευαγγέλιον τούτο, λαληθήσεται και ο εποίησεν αύτη εις μνημόσυνον αυτής»[24]. Όπου κι αν πάει το Ευαγγέλιο – ήδη έχει πάει σ'όλο τον κόσμο – θα μείνει και το όνομα αυτής της πόρνης, της αμαρτωλής γυναίκας, μέσα στο Ευαγγέλιο «εις μνημόσυνον αυτής».


Διάκριση πόρνης γυναικός και αγίας Κασιανής ποιήτριας

Στη συνάφεια αυτή πρέπει να επισημάνουμε ότι δεν έχει καμμία σχέση η πόρνη γυναίκα με την αγία Κασιανή την ποιήτρια, η οποία έζησε τον 9ο αι. Όταν η αγία Κασιανή γράφει το γνωστό σε όλους τροπάριο, που ψάλλεται τη Μ. Τρίτη το εσπέρας, στον Όρθρο της Μ. Τετάρτης, «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή...», δεν αναφέρεται στον εαυτό της. Απλώς ως ποιήτρια, ως λογοτέχνης η αγία Κασιανή έγραψε για την πόρνη γυναίκα του Ευαγγελίου. Αυτή, λοιπόν, τη συμπεριφορά της πόρνης γυναικός από την Ευαγγελική διήγηση, την πήρε η ποιήτρια και μοναχή Κασιανή τον 9ο αι. η οποία παρ' ολίγον θα κοσμούσε τον θρόνο του Βυζαντίου, και την έκανε ύμνο. Λένε οι ειδικοί ότι ο θρόνος του Βυζαντίου έχασε μία αυτοκράτειρα, αλλά η βυζαντινή υμνογραφία κέρδισε μία βασίλισσα. Η αγία Κασιανή είναι βασίλισσα της χριστιανικής ποιήσεως. Εκτός του ύμνου «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή...», η αγία Κασιανή έγραψε και πολλούς άλλους ύμνους, όπως το θαυμάσιο δοξαστικό του εσπερινού των Χριστουγέννων «Αυγούστου μοναρχήσαντος επί της γης», τους εξαισίους ειρμούς του κανόνος του Μ. Σαββάτου «Κύματι θαλάσσης τον κρύψαντα πάλαι διώκτην τύραννον» κ.ά.

Διάκριση αγίας Μαρίας αδελφής Λαζάρου και Μαρίας Ιακώβου και Ιωσή

Επίσης, η αγία Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου, δεν θα πρέπει να συγχέεται με την Μαρία Ιακώβου και Ιωσή, η οποία είναι η Υπεραγία Θεοτόκος. Ως γνωστόν ο άγιος Ιωσήφ ο Μνήστωρ της Θεοτόκου, από τον πρώτο του γάμο απέκτησε επτά παιδιά. Τέσσερα αγόρια: τον Ιάκωβο τον μικρό, τον Ιωσή, τον Σίμωνα και τον Ιούδα. Και τρία κορίτσια: την Εσθήρ, τη Θάμαρ και τη Σαλώμη. Έτσι, όταν ακούμε στο Ευαγγέλιο τη φράση: «Η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου του μικρού και του Ιωσή»[25] πρέπει να ενθυμούμαστε ότι είναι η Θεοτόκος, γιατί η Θεοτόκος στα μάτια των ανθρώπων ήταν σαν μητέρα των παιδιών, που είχε ο Ιωσήφ από την αποθανούσα σύζυγό του.
Διάκριση αγίας Μαρίας αδελφής Λαζάρου και Μαρίας του Κλωπά

Η Μαρία του Κλωπά & η Μαρία η Μαγδαληνή

«Στάθηκαν δε πλη­σίον εις τον Σταυρόν του Ιησού η μητέρα Του και η αδελφή της μητέρας Του, Μαρία του Κλωπά, και η Μαρία η Μαγδαληνή»[26]. Επιπροσθέτως, δεν πρέπει να συγχέεται η αγία Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου, με την Μαρία του Κλωπά. Κλωπάς, λένε μερικοί, ότι είναι ο άγιος ένδοξος και πανεύφημος Απόστολος Κλεώπας, ένας από τους εβδομήκοντα αποστόλους, ο οποίος πήγαινε στην κώμη Εμμαούς μαζί με τον άγιο Απόστολο και Ευαγγελιστή Λουκά και τους εμφανίσθηκε ο αναστημένος Χριστός, σύμφωνα με το πέμπτο εωθινό Ευαγγέλιο[27].

Οι άγιοι Ευαγγελιστές, οι οποίοι διηγούνται τα Πάθη του Κυρίου μας, κατ' αρχήν συμπεριλαμβάνουν τις αγίες Μάρθα και Μαρία ανάμεσα στον όμιλο των γυναικών, οι οποίες συνόδευαν τον Κύριό μας. Ήταν ένας όμιλος γυναικών, των μυροφόρων γυναικών, οι οποίες είχαν εγκαταλείψει την πατρίδα τους, την Γαλιλαία, και είχαν κατεβεί μαζί με τον Χριστό, «αι ακολουθούσαι και διακονούσαι τον Χριστόν»[28]. Είχαν κατεβεί κάτω στα Ιεροσόλυμα, για να εορτάσουν μαζί Του το τελευταίο Πάσχα, πού δεν πίστευαν, βεβαίως, πώς ήταν το τελευταίο Πάσχα. Και όταν οι Ευαγγελιστές διηγούνται την προδοσία του Ιούδα, την σύλληψη του Κυρίου, τους εμπτυσμούς, τους μάστιγας, τους κολαφισμούς, τα Πάθη, την δίκη, την Σταύρωση, παρατηρούν όλοι : «και γυναίκες», τις οποίες ονομάζουν οι Ευαγγελιστές, «ειστήκεισαν από μακρόθεν ορώσαι ταύτα˙ από μακρόθεν θεωρούσαι»[29]. Και φαντασθείτε αυτή τη θλίψη κι αυτόν τον πόνο των γυναικών. Αυτόν τον αγαπημένο διδάκαλο, από τα χείλη του οποίου εκρέμαντο επί τρία χρόνια, Αυτόν, ο οποίος μόνο ευεργεσίες έκανε στη ζωή του, θεραπείες ασθενών, ιάσεις δαιμονιζομένων, του κόσμου τα θαύματα, τον κατεξοχήν Άγιο, για τον οποίο η λέξη «αγιότης» βρίσκει την πλήρη εφαρμογή της, ο Πανάγιος Θεός, ο οποίος κανένα δεν έβλαψε, Αυτόν, λοιπόν, τον Πανάγιο και Αναμάρτητο Κύριο τον έβλεπαν να οδηγείται «ως πρόβατον επί σφαγήν», «θεωρούσαι από μακρόθεν ταύτα». Ακόμη και για την Ταφή του, λένε οι Ευαγγελιστές, «και Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία η του Ιακώβου και Κλωπά εθεώρουν πού τίθεται»[30], έβλεπαν τους δύο άνδρες, τον άγιο Νικόδημο και τον άγιο Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας, να θάπτουν τον Χριστό. Κι αυτές έβλεπαν «πού τίθεται». Προφανώς, γιατί προγραμμάτιζαν, μετά από την Ταφή, να πάνε να εκτελέσουν το καθήκον τους της διά μύρων αλείψεως του Σώματος του Ιησού, όπως συνηθιζόταν. Γι'αυτό και ονομάσθηκαν «Μυροφόραι». Αυτή την τόλμη των γυναικών βράβευσε ο Θεός και τις αξίωσε να γίνουν οι πρώτες κήρυκες της Αναστάσεως˙ να γίνουν οι γυναίκες Απόστολοι των Αποστόλων˙ να γίνουν Ευαγγελίστριες των Αποστόλων, να ευαγγελισθούν στους Αποστόλους την Ανάσταση του Κυρίου μας.

Στο σημείο αυτό εγείρεται το εξής ερώτημα: Αφού προηγουμένως οι άνδρες, οι άγιοι Ιωσήφ και Νικόδημος, περιποιήθηκαν το Σώμα του Κυρίου και το άλειψαν με αρώματα, τι ήρθαν να κάνουν και οι γυναίκες «λίαν πρωΐ τη μιά των Σαββάτων φέρουσαι αρώματα»; Η γυναίκα δεν μπορεί να παραιτηθεί από τη φύση της και την αποστολή της. Το έργο αυτό της περιποιήσεως των κεκοιμημένων, όπως και γενικώς της περιποιήσεως και της φροντίδος, το έργο του νοικοκυριού, είναι αποστολή των γυναικών. «Γυναίκες μύρα φέρουσαι». Οι γυναίκες αυτές οι μυροφόρες ακολούθησαν τον Χριστό από τη Γαλιλαία μέχρι κάτω στην Ιουδαία, στην Ιερουσαλήμ. «Ακολουθούσαι αυτόν και ξοδεύουσαι από των υπαρχόντων αυτών». Όλη τους η ζωή ήταν μια αφιέρωση. Και τώρα προσφέρουν μύρα ευωδιαστά.

Πολλές σημερινές γυναίκες «φέρουν μύρα». Όχι, όμως, για να ραντίσουν τον Χριστό και να τα προσφέρουν στο Θεό˙ όχι για να ευωδιάσουν από τα μύρα της αρετής. Οι σημερινές γυναίκες προσφέρουν αλλού μύρα. Προσφέρουν μύρα στη δική τους ματαιοδοξία και στη ματαιοδοξία των άλλων και ελάχιστα συγκινούνται. Αρώματα, ρούχα, κοσμήματα και βαψίματα. Βεβαίως, όχι όλες οι γυναίκες, αλλά οι περισσότερες. Υπάρχουν και σήμερα ευλαβείς γυναίκες. Και βλέπουμε αυτόν τον βόρβορο και όχι τα μύρα καθημερινά στις τηλεοράσεις και στις εφημερίδες, πού έχει φθάσει η γυναικεία φύση. Αντί η γυναικεία φύση να μυρίζει και να ευωδιάζει αρετή και αντί να ασχολείται με αυτά που είναι έργο της γυναικείας φύσεως, έχει παρεκτραπεί τελείως και έχει γίνει σκεύος ηδονής και απωλείας και προσφέρει μύρα στον διάβολο και τους δαίμονες.
Διάκριση αγίας Μαρίας αδελφής Λαζάρου και αγίας Μαρίας Μαγδαληνής

Δεν θα πρέπει να συγχέεται η αγία Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου, με την αγία Μαρία τη Μαγδαληνή. Η αγία ένδοξος και πανεύφημος Μαρία η Μα­γδαληνή υπήρξε η πιστή και αφοσιωμένη Μαθήτρια του Υιού και Λόγου του Θεού, η ακόλουθος της Υπεραγίας Θεοτόκου, η Διακόνισσα του Κυρίου και των Αποστόλων, η εκλεκτή Μυροφόρος, η Ευαγγελίστρια της Αναστάσεως, η Ισαπόστολος και κήρυκας της πί­στεως. Σ' αυτήν δόθηκε η χάρις να δη πρώτη μετά την Ανάσταση, μαζί με την Θεοτόκο, τον Αναστάντα Ιη­σού. Αυτή ευαγγελίσθηκε στους Αποστόλους την Α­νάσταση του Κυρίου. Μέσα στα ιερά Ευαγγέλια δοξά­ζεται από τους αγίους τέσσερις Ευαγγελιστές, ως πρώ­τη μετά την Θεοτόκον, Μαθήτρια και Μυροφόρος. Οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας την χαρακτηρίζουν σε­μνή και σοφή παρθένον με ψυχική ωραιότητα. Η α­γία Μαρία η Μαγδαληνή είναι «ωραίο και ευγενικό παράδειγμα γυναικείας αφοσιώσεως, που φθάνει στην αυταπάρνηση και τον ηρωισμό. Η άγια Μαρία η Μαγδαληνή ήταν άρρωστη, κατεχόταν από επτά δαιμόνια, δηλ. επτά πάθη, από τα οποία την ελευθέρωσε ο Κύριος, αλλά όχι αμαρτωλή!

Είναι κατασυκοφάντηση και βλάσφημος λόγος ε­ναντίον της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής η ταύτι­σή της με την αμαρτωλή γυναίκα του Ευαγγελίου, η οποία στο σπίτι του Φαρισαίου άλειψε τα πόδια του Ι­ησού με μύρα. Έχει γίνει δυστυχώς μεγάλη παρερμη­νεία των περικοπών του ιερού Ευαγγελίου από (ορι­σμένους συγγραφείς ακόμη και εκκλησιαστικούς διό­τι ταύτισαν την αγία Μαρία την Μαγδαληνή με την αμαρτωλή γυναίκα, η οποία έπλυνε τα πόδια του Κυ­ρίου με τα δάκρυά της και τα άλειψε με μύρο, δείχνο­ντας την συντριβή της, τον σπαραγμό της καρδιάς της, και την μετάνοιά της για τις αμαρτίες της[31]. Γι' αυτήν μιλά ο ιερός Λουκάς ανώνυ­μα: «Και γυνή ήτις ην αμαρτωλός εν τη πόλει». Στο α­μέσως επόμενο κεφάλαιο[32] ομιλεί για την αγία Μαρία την Μαγδαληνή και αναφέρεται στην θεραπεία της από τον Ιησού. Αν η αγία Μαρία η Μαγδα­ληνή ήταν η αμαρτωλός γυνή, ο άγιος Ευαγγελιστής θα απέκρυπτε το όνομά της, ενώ αμέσως παρακάτω μιλάει συγκεκριμένα και ονομαστικά γι' αυτήν και για την θεραπεία της από τα επτά δαιμόνια. Το όνομα της αμαρτωλής και πόρνης γυναικός δεν αναγράφεται πουθενά μέσα στα ιερά Ευαγγέλια. Η αγία Μαρία η Μαγδαληνή όμως αναφέρεται συγκεκριμένα και ονο­μαστικά μετά την θεραπεία της, ως μαθήτρια και ακό­λουθος του Κυρίου και της Θεοτόκου Μητρός Του, ως Διακόνισσα των Αποστόλων και ως πρώτη των Μυροφόρων.

Στην Ορθόδοξη Υμνολογία μας της Μεγάλης Ε­βδομάδος, γίνεται πολύ καθαρά η διάκριση μεταξύ των γυναικείων αυτών προσώπων: Της πόρνης γυναι­κός, που άλειψε με μύρο τον Κύριο, της οποίας «μνείαν ποιείσθαι οι θειότατοι Πατέρες εθέσπισαν» τη Αγία και Μεγάλη Τετάρτη, και της αγίας Μαρίας της Μα­γδαληνής ως Μυροφόρου και Ευαγγελιστρίας της Αναστάσεως του Σωτήρος. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσό­στομος ερμηνεύοντας τα άγια Ευαγγέλια, ερευνά και διευκρινίζει ποιες και πόσες ήταν οι γυναίκες που ά­λειψαν με μύρα την κεφαλήν και τα πόδια του Κυρίου και ουδεμία σχέση έχουν με την αγία Μαρία την Μαγδαληνή. Ο ίδιος ο ιερός πατήρ έχει γράψει και λόγους με θέμα την πόρνη γυναίκα που μετενόησε και η οποία είναι ένα πρόσωπο άγνωστο και ανώνυμο.

Πώς δημιουργήθηκε αυτή η πλάνη και αυτή η σύγχυση γύρω από το ιερό πρόσωπο της Αγίας Μα­ρίας της Μαγδαληνής; Η σύγχυση αυτή προήλθε από την Δύση και είναι αυτή άλλη μία παπική πλάνη. «Συγχέεται συνήθως, μάλιστα δε εις την Δύσιν, και κακώς ταυτίζεται η Μαγδαληνή μετά της αμαρτω­λού γυναικός, η οποία στην οικία του Φαρισαίου Σίμωνος άλειψε τα πόδια του Ιησού με μύρα».
Ευαγγέλιο Μεγάλης Παρακλήσεως

[33] Πολύ γνωστή σε όλους είναι η ευαγγελική περικοπή που εμμελώς απαγγέλλεται στη Μεγάλη Παράκληση της Υπεραγίας Θεοτόκου. Σύμφωνα μ' αυτή, σε ένα πολύ φιλικό και πολύ αγαπημένο σπίτι βρίσκεται ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός στην κόμη της Βηθανίας, στο οικείο περιβάλλον του σπιτιού του φίλου Του Λαζάρου. Και ήλθε κι αυτή τη φορά συνοδευόμενος, όπως συνήθως, από τους Μαθητές Του, τη Μητέρα Του, τη συνοδία Του ολόκληρη, αλλά και από πλήθος άλλων ανθρώπων, που έτρεχαν πίσω Του, προκειμένου να δουν τον θαυματουργό Διδάσκαλο και ν' ακούσουν τις σωτήριες διδαχές, που κρυστάλλινες και διαυγείς, σαν το καθάριο νερό της πηγής έβγαιναν από τα άγια χείλη Του.

Φιλική, λοιπόν, η ευλογημένη οικία του Λαζάρου, έδωσε κατάλυμα στην αγία αυτή πομπή, που κυριολεκτικά κρεμόταν από τα χείλη του Ιησού, προκειμένου ν' ακούσει τα ζωηρά Του λόγια. Και γίνεται αυτή η οικία με την παρουσία του Ιησού Χριστού και της αγίας συνοδίας Του, της αγαπημένης Μητέρας Του, που πάντοτε Τον ακολουθούσε, των μακαρίων Μαθητών Του και του πλήθους των ακροατών Του, αλλά και με την ύπαρξη της Μάρθας, της αδελφής του Λαζάρου, γίνεται το σπίτι αυτό μία μικρογραφία της ανθρωπίνης κοινωνίας. Γίνεται ένα ακριβές αντίγραφο της πραγματικότητας του κόσμου.

Με τον ερχομό του Ιησού Χριστού στο σπίτι του Λαζάρου δημιουργήθηκαν δύο παρατάξεις ανθρώπων. Αυτοί, που περιεκύκλωσαν την πηγή της συγνώμης και της ζωής, τον Κύριο, και απετέλεσαν, με κέντρο Αυτόν, τον Σωτήρα, τον τύπον της Εκκλησίας Του πάνω στη γη, δίνοντας συνάμα και το βάρος εκεί που πρέπει, δηλ. στον Χριστό και στη σωτηρία τους και σε τίποτε άλλο. Από το άλλο μέρος, η Μάρθα, κοσμικά σκεπτόμενη και έχοντας δεχθεί στο σπίτι της ένα υψηλό φιλοξενούμενο, νοιαζόταν για την καλύτερη και ανετότερη Αυτού και της συνοδείας Του περιποίηση και φιλοξενία. Με θολωμένη τη σκέψη από τη μέριμνα της σωστής κατ' άνθρωπον φιλοξενίας, σκεπτόμενη πώς καλύτερα θα φιλοξενήσει και θα περιποιηθεί την ιερή πομπή, δεν βλέπει, δεν ακούει, δεν ασχολείται με τίποτε άλλο από αυτήν την διακονία. Και εκτελώντας αυτή την υποχρέωση, γίνεται υπερβολική, μέχρις σημείου να διακόψει τον Διδάσκαλο, που ασχολείται με την σωτηρία του κόσμου και να του ζητήσει με παράπονο : «Κύριε ου μέλει σοι ότι η αδελφή μου μόνην με κατέλειπε διακονείν; ειπέ ουν αυτή ίνα μοι συναντιλάβηται». Κύριε, μόλις ήλθες στο σπίτι μας με την Συνοδεία Σου, παρά τους πόδας Σου, κοντά Σου παρεκάθησαν και οι οικείοι μου και μάλιστα η Μαρία η αδελφή μου, χωρίς να ασχολείται με τίποτε άλλο από το να ακούει τους λόγους Σου. Εμένα, Κύριε, δεν με σκέπτεσαι, που έπεσε πάνω μου όλο το βάρος της διακονίας των φιλοξενουμένων μας; Βλέπεις, Κύριε, την ευθύνη μου και δεν με λυπάσαι; Πές Εσύ, Κύριε, στην αδελφή μου Μαρία, που Σε ακούει, να με βοηθήσει. Ζητάει δηλ. απερίσκεπτα η Μάρθα από τον Κύριο να οδηγήσει τα βήματα της αδελφής της Μαρίας στην αντίπερα όχθη, σε άλλο στρατόπεδο, στην κοινωνία του κόσμου και να την απομακρύνει με ανθρώπινες δικαιολογίες από τη σωτήρια κοινωνία της Εκκλησίας.

Γι' αυτό με πολλή αγάπη ο Κύριος απευθύνεται στη Μάρθα, γνωρίζοντας την αγαθή της προαίρεση, και της εξηγεί ότι μάλλον και η δική της θέση είναι να βρίσκεται κοντά Του. «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζη περί πολλά· ενός δε έστι χρεία». Μάρθα, ασχολείσαι και φροντίζεις για πολλά και κουράζεσαι με πολλές προετοιμασίες. Ένα πράγμα, ο λόγος του Θεού, είναι χρήσιμο και αναγκαίο για τον άνθρωπο. Όλα τα άλλα είναι δευτερευούσης σημασίας, δεν μπορούν να συγκριθούν με την αξία που έχει για τον άνθρωπο η διδασκαλία του Θεού, που σκοπός της είναι όχι η πρόσκαιρη καλοπέραση και φιλοξενία, αλλά η απόλαυση της τρυφής του Παραδείσου στην αιωνιότητα. Εδώ ο Χριστός, όταν λέει ότι «ενός εστί χρεία», διδάσκει ότι υπάρχει κάτι άλλο ακόμα πιο αναγκαίο και πιο απαραίτητο, διότι αυτὸ έχει να κάνει με την αιώνιο πλέον ζωή μας. Ποιό είναι αυτό; Είναι ο λόγος του, ή μάλλον είναι ο Ίδιος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.

Την αλήθεια αυτή δείχνουν διάφοροι χαρακτηρισμοί, που έδωσε ό Χριστός για τον εαυτό του. Είπε ότι Αυτὸς είναι «το φως του κόσμου»[34]. Και είναι όντως «ο ήλιος της δικαιοσύνης», όπως του ψάλουμε για τους μάγους τα Χριστούγεννα : « ... οι τοις άστροις λατρεύοντες υπό αστέρος εδιδάσκοντο σε προσκυνείν τον Ήλιον της δικαιοσύνης»[35]. Μπορεί να ζήσει το σύμπαν και η γη χωρὶς τον ήλιο; Όχι. Εὰν, λοιπόν, το φως του φυσικού ηλίου - που απὸ τώρα παρουσιάζει κηλίδες και μια μέρα θα σβήσει, όπως βεβαιώνει και η επιστήμη - είναι αναγκαίο για την υλική ζωή μας, πόσο μάλλον αναγκαίος είναι ο ήλιος Χριστός, που ουδέποτε θα σβήσει, αλλὰ θα φωτίζει αιωνίως την ανθρωπότητα! Ο Χριστὸς ονομάζεται ακόμη «ο άρτος της ζωής»[36], η πιο αναγκαία πνευματική τροφή. Ο Χριστὸς ονομάζεται «ύδωρ ζων», όπως απεκάλυψε στη Σαμαρείτιδα, στην οποία είπε : Το νερὸ αυτὸ, που πίνεις, είναι χρήσιμο προσωρινώς, αλλὰ Εγὼ είμαι «το ύδωρ το ζων» εις τους αιώνας[37]. Ο Χριστὸς είναι «η άμπελος η αληθινή»[38]. Ο Χριστὸς είναι όλα τα ωραία και αναγκαία πράγματα. Γι' αυτὸ ο άνθρωπος περισσότερο απὸ ο,τιδήποτε άλλο έχει ανάγκη τόν Χριστό.

Οι πολλοὶ, όμως, δυστυχώς, δεν το καταλαβαίνουν αυτό. Και θα μπορούσε να επαναληφθεί για τον καθένα απ' αυτοὺς και για όλο τον κόσμο αυτὸ που, είπε τότε ο Χριστὸς για τη Μάρθα: Κόσμε, κόσμε, «μεριμνάς και τυρβάζη περὶ πολλά· ενὸς δε εστι χρεία». Αλλὰ, και για την πατρίδα μας μπορούμε να πούμε ότι ακούμε τον Χριστὸ να της λέει: «Μεριμνάς και τυρβάζη περὶ πολλά· ενὸς δε εστι χρεία». Τί χρειάζεται η πατρίδα μας; Ένα πράγμα ή μάλλον ένα Πρόσωπο έχει ανάγκη να είναι σ' αυτήν παρὼν˙ ο Χριστὸς. Ποὺ να είναι παρών;

Παντού. Ιδίως να είναι παρὼν μέσα στο σπίτι. Όπως τότε επισκέφθηκε το σπίτι του Λαζάρου, έτσι να είναι παρὼν μέσα στην οικογένεια. Παρών, για να την τροφοδοτεί με την ουράνια διδασκαλία του. Τώρα δυστυχώς ο Χριστὸς απουσιάζει απὸ τα σπίτια των Ελλήνων. Πού είναι η προσευχή τους; Πού είναι το Ευαγγέλιο; Πού είναι η Θεία Κοινωνία; Πού είναι η εξομολόγησις; Πού είναι ο εκκλησιασμός; Ας μας επιτραπεί να πούμε ότι ζούμε έτσι ρεμαλοειδώς. Δεν έχουμε πλέον εκείνη την όρεξη για τα θεία και ιερά. Τυπικώς μόνο θρησκεύουμε[39].

Για τη Μαρία δε, την αδελφή σου, που μου ζητάς να απολύσω από κοντά Μου, σου λέω ότι, αντίθετα από σένα, αυτή σήμερα «την αγαθήν μερίδα εξελέξατο, ήτις ουκ αφαιρεθήσεται απ' αυτής». Η Μαρία, η αδελφή σου, έκανε την επιλογή της. Καθόρισε τη θέση της. Διάλεξε την αγαθή μερίδα, την καλή και ωφέλιμη πραγματικά για τους ανθρώπους. Αυτήν, που όταν ο άνθρωπος απολαύσει, δεν έχει άλλο την αίσθηση της πείνας. Διάλεξε την ουράνια τροφή η Μαρία, ενώ αυτή, που εσύ ετοιμάζεις, είναι ανθρώπινη, του κόσμου τούτου, χωρίς τη δύναμη του αιωνίου χορτασμού. Και αυτήν τη μερίδα, που η Μαρία επέλεξε, δεν θα βρεθεί ανθρώπινη δύναμη να της την στερήσει. Είναι η μερίδα της αιωνιότητος, που καλεί ο Θεός όλους τους ανθρώπους να λάβουν μέσα από την Εκκλησία Του, μέσα από το φρικτό Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας[40].
Διάκριση αγίων Μάρθας και Μαρίας αδελφών Λαζάρου 
και αγίων Μάρθας και Μαρίας μαρτύρων

Υπάρχουν, τέλος, και οι άγιες ένδοξες μάρτυρες Μάρθα και Μαρία, η μνήμη των οποίων τελείται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 8 Φεβρουαρίου. Δεν πρόκειται, βέβαια, για τις ομώνυμες αδελφὲς του Λαζάρου των χρόνων του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Πρόκειται για άλλες χριστιανὲς αδελφὲς της χρονικής περιόδου, που οι χριστιανοὶ καταδιώκονταν απὸ τους ειδωλολάτρες για την πίστη τους στον Χριστό. Οι αδελφὲς, λοιπὸν, Μάρθα και Μαρία κρίθηκαν ένοχες, διότι είχαν αφιερώσει τη ζωή τους στη διάδοση της χριστιανικής πίστης μεταξὺ του γυναικείου κόσμου. Ο έπαρχος προσποιήθηκε ότι τις ευσπλαχνίζεται κατά την δίκη τους και τις εξόρκιζε να λυπηθούν τη νεότητά τους. Εκείνες του απάντησαν ότι τη ζωή τους θα την χάσουν όλοι, αλοίμονο όμως, σ᾿ όποιον χάσει τη ψυχή του. Διότι, κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη «ο πιστεύων εις τον υιὸν έχει ζωὴν αιώνιον. Ο δε απειθὼν τω υιώ ουκ όψεται ζωήν, αλλ᾿ η οργὴ του Θεού μένει επ᾿ αυτόν»[41]. Και οι δύο παρθένες, μαρτυρικὲς ηρωΐδες της πίστης, επεσφράγισαν την ομολογία τους με το αίμα τους. (Σε μερικοὺς Συναξαριστὲς αναφέρεται την ημέρα αυτή, μαζὶ με τις δύο προαναφερθείσες παρθένες και ο άγιος Λυκαρίων. Ο άγιος αυτός, φέρεται ότι ήταν παιδὶ πού μόναζε μαζὶ με τις αδελφὲς Μαρία και Μάρθα. Σταυρώθηκε μαζὶ μ᾿ αυτὲς και κατόπιν αποκεφαλίστηκε). Σε αντίθεση, βεβαίως, με τις αδελφές του Λαζάρου, Μάρθα και Μαρία, οι οποίες αξιώθηκαν να κοιμηθούν εν Κυρίω οσιακά και ειρηνικά και όχι εν διωγμώ. Διότι ο Κύριος δεν θέλησε να αφήσει να πονέσουν οι καρδιές, των οποίων κάτω από τη στέγη του σπιτιού τους, είχε απολαύσει τόση γαλήνη τις παραμονές των παθών Του.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον... Τω Σωτήρι αμέμπτως διακονήσασαι, αι του αγίου Λαζάρου θείαι αυτάδελφοι, συν τη Μάρθα τη κλεινή Μαρία πάνσεμνε, και την Ανάστασιν αυτού συν Μυροφόροις Γυναιξί, μαθούσαι εκ του Αγγέλου, φωτός επλήσθητε θείου, ημίν αιτούσαι τα σωτήρια.

ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ Ήχος β'. Τοις των αιμάτων σου... Των αδελφών την δυάδα την πάντιμον, τας του Λαζάρου συγγόνους τιμήσωμεν, Μαρίαν και Μάρθαν εν άσμασιν, ως αν αυτών ικεσίαις προς Κύριον, πταισμάτων συγχώρησιν λάβωμεν.

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ Χαίρετε αυτάδελφαι ιεραί, Μάρθα και Μαρία, σεμναί ήθεσι και ζωή, χαίρετε Λαζάρου, αι σύγγονοι αι θείαι, μεθ' ου ημιν αιτείσθε, το θείον έλεος.

[1] Ιω. 4, 5-42.

[2] Γαλ. 3, 28.

[3] Ιω. 11, 1-45.

[4] Ιω. 1, 1.

[5] Ιω. 11, 11.

[6] Ιω. 11, 14.

[7] Ιω. 11, 3.

[8] Ιω. 11, 18.

[9] Ιω. 11, 21-22.

[10] Ιω. 11, 34.

[11] Ιω. 11, 39.

[12] Ιω. 11, 43.

[13] ΙΕΡΟΜ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΔΕΛΗΜΑΡΗΣ, Τι γιορτάζουμε από το Τριώδιο έως την Πεντηκοστή; Ναύπακτος 2001, σσ. 101-105.

[14] Ιω. 11, 3.

[15] Ιω. 11, 5.

[16] Ιω. 11, 11.

[17] Ιω. 11, 36.

[18] Ιω. 12, 1-3.

[19] Ιω. 11, 17-33 / 12, 1-3.

[20] ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΣ ΒΛΑΧΟΣ, Οι Δεσποτικές Εορτές˙ Εισοδικό στο Δωδεκάορτο και την Ορθόδοξη

Χριστολογία , έκδ. Β΄, Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), Λιβαδειά 1998, σσ. 189-190, 200-201.

[21] Ιω. 11-12, 1-19.

[22] Ιω. 11, 2.

[23] Ιω. 12, 7.

[24] Μτθ. 16, 13.

[25] Μτθ. 27, 55-56, Μρκ. 15, 40-41.

[26] Ιω. 19, 25.

[27] Λκ. 24, 13 κ. εξ. Σχ. βλ. ΙΕΡΟΜ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΔΕΛΗΜΑΡΗΣ, Τι γιορτάζουμε από το Τριώδιο έως την Πεντηκοστή; Ναύπακτος 2001, σ. 175.

[28] Μρκ 15, 43 – 16, 8.

[29] Λκ. 23, 49.

[30] Μρκ 15, 47.

[31] Λκ. 7, 36-50.

[32] Λκ. 8, 1-3.

[33] Λκ 10, 40-42.

[34] Ίω. 8, 12.

[35] Απολυτίκιον Χριστουγέννων

[36] Ίω. 6, 35

[37] Ίω. 4, 10-11.

[38] Ίω. 15, 1.

[39] Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης, Η μεγαλύτερη ανάγκη ο Χριστός, Εισόδια της Θεοτόκου 21-11-2010. (
http://anavaseis.blogspot.gr/2011/11/blog-post_8864.html)

[40] ΙΕΡΕΥΣ ΜΙΧΑΗΛ ΦΩΚΑΣ, Αγιοδρόμιον˙ θεομητορικά κηρύγματα από την διακονίαν του θείου λόγου, τ. Α΄, Αργοστόλιον 1989.

[41] Ιω. 3, 36.
http://anavaseis.blogspot.gr/2013/04/blog-post_8241.html

Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

Βίος Αγίας Εμμελείας



site analysis


Η Αγία Εμμελεία εορτάζει στις 30 Μαΐου



Η Οσία Εμμελεία καταγόταν από ευσεβή οικογένεια της Καισαρείας της Καππαδοκίας. Ο πατέρας αυτής αναδείχθηκε σε Μάρτυρα κατά τους τελευταίους διωγμούς. Ο βίος της Αγίας είναι η αγαθή ρίζα από την οποία βλάστησαν γλυκύτατη καρποί, τα παιδιά της, τα οποία ανεδείχθησαν εξέχοντα μέλη της κοινωνίας και τα περισσότερα Άγιοι της Εκκλησίας, όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος Νύσσης, ο Πέτρος Σεβαστείας, η μοναχή Μακρίνα και ο μοναχός Ναυκράτιος. Από αγία ρίζα προήλθαν αγιασμένοι βλαστοί, δηλαδή από αγίους γονείς προήλθαν ευλογημένα και άγια τέκνα.

Η Οσία Εμμελεία δοκίμασε στη ζωή της, όπως συμβαίνει συνήθως με τους εκλεκτούς, πολλές θλίψεις. Ο θάνατος των γονέων της, πριν ακόμα νυμφευθεί, ο θάνατος του συζύγου της, μόλις γεννήθηκε ο υιός τους Πέτρος και ο πρόωρος θάνατος του υιού της Ναυκρατίου, αλλά και το να αναθρέψει μόνη της με παιδεία και νουθεσία Κυρίου, από ένα σημείο και μετά, τα τέκνα της, ήταν μερικές από αυτές. τις αντιμετώπισε όμως με υποδειγματική πίστη, ανδρεία και υπομονή. Δίδασκε τα παιδιά της κυρίως με το παράδειγμά της. Τους έδωσε, μαζί με το δικό της γάλα, το ανόθευτο γάλα της πίστεως και τους δίδαξε το μυστήριο της Εκκλησίας.

Τελείωσε τη ζωή της ως μοναχή με ηγουμένη τη θυγατέρα της Οσία Μακρίνα.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε
Σωφρόνως τὸν βίον σου κατ' ἐναντίον Θεοῦ, ἐτέλεσας πρότερον σὺν Βασιλείω σεμνῶ, Ἐμμέλεια πάνσεμνε, εἴτα δὲ ἐν ἐρήμῳ, ἀναβάσεις διέθου ἅμα τοὶς σοὶς ἐκγόνοις, ὡς τὰ ἄνω ποθοῦσα, διὸ σὲ ὁ Χριστὸς πανοικοί, ὑπερεδόξασε.


Πηγή: saint.gr

Η ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ




site analysis



Ήταν αυτό που θα λέγαμε "αρχοντογεννημένη".

Κόρη του Σέρβου ηγεμόνα Κωνσταντίνου Δραγάση, καταγόταν από την βασιλική και ευλογημένη γενιά που έδωσε αγίους όπως ο κτίτωρ της Μονής Χιλανδαρίου Όσιος Συμεών ο Μυροβλήτης.
Η ανατροφή της βασίστηκε στο βυζαντινό ιδεώδες, καθώς οι Σέρβοι ήταν βαθιά επηρεασμένοι από τον βυζαντινό πολιτισμό.
Έτσι "σαν έτοιμη από καιρό", στα 19 της χρόνια (τέλη του 1390) παντρεύτηκε τον Μανουήλ Β' Παλαιολόγο, λίγους μήνες πριν γίνει Αυτοκράτορας.
Η ζωή της δεν ήταν εύκολη καθώς στο πλευρό του συζύγου της υπέφερε πολλούς εξευτελισμούς, στην απεγνωσμένη του προσπάθεια να βρει τρόπους σωτηρίας της ετοιμοθάνατης Αυτοκρατορίας (αναζητώντας συμμάχους ανάμεσα σε αλλόθρησκους αλλά και στα -κατ' όνομα- χριστιανικά κράτη της Δύσης).
Όμως στάθηκε ακλόνητη και με όπλο την προσευχή και την γλυκύτητα της χριστιανικής πίστης, που διδάχθηκε από την οικογένειά της, έγινε ο βράχος στον οποίο έσπαζαν τα κύματα των δοκιμασιών που χτυπούσαν την αυτοκρατορία και τον λαό της.
Η «Ελένη η εν Χριστώ τω Θεώ αυγούστα και αυτοκρατόρισσα των Ρωμαίων η Παλαιολογίνα» -στολισμένη με την αρετή της υπομονής και μεγάλη δύναμη ψυχής- έγινε η μάνα του λαού και η άξια σύντροφος του Βασιλέως, με απόλυτη συναίσθηση τόσο της θέσης της και των περιστάσεων, όσο και του ρόλου που αυτές της υπαγόρευαν, σε όλα τα επίπεδα.
Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του φιλοσόφου Γεωργίου Γεμιστού-Πλήθωνος, που γράφει γι αυτήν: «Η Βασιλίς αύτη με πολλήν ταπείνωσιν και καρτερικότητα εφαίνετο να αντιμετωπίζει και τας δύο μορφάς της ζωής. Ούτε κατά τους καιρούς των δοκιμασιών απεγοητεύετο, ούτε όταν ευτυχούσε επανεπαύετο, αλλά εις κάθε περίπτωσιν έκανε το πρέπον. 
Συνεδύαζε την σύνεσιν με την γενναιότητα, περισσότερον από κάθε άλλην γυναίκα. Διεκρίνετο δια την σωφροσύνην της. 
Την δε δικαιοσύνην την είχε εις τελειότατον βαθμόν. Δεν εμάθαμε να κάμνει κακόν εις ουδένα, ούτε μεταξύ των ανδρών, ούτε μεταξύ των γυναικών. Αντιθέτως εγνωρίσαμε να κάμνει πολλά καλά και εις πολλούς. 
Με ποίον άλλον τρόπον δύναται να φανεί εμπράκτως η δικαιοσύνη, εκτός από το γεγονός του να μη κάμνει κανείς ποτέ θεληματικά και σε κανέναν κακό, αλλά μόνον το αγαθόν σε πολλούς;»
Το ζεύγος των Βασιλέων έζησε μαζί 35 χρόνια και ο Θεός τους χάρισε οκτώ παιδιά που τα ανέθρεψαν "εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου". Έξι αγόρια από τα οποία τα δύο ανέβηκαν στον αυτοκρατορικό θρόνο, ο Ιωάννης Η' και ο Κωνσταντίνος ΙΑ', ο τελευταίος θρυλικός αυτοκράτορας. Ο Θεόδωρος, ο Δημήτριος και ο Θωμάς διετέλεσαν δεσπότες του Μυστρά, και ο Ανδρόνικος της Θεσσαλονίκης. Επίσης δύο κορίτσια, τα οποία όμως πέθαναν σε μικρή ηλικία.
Ο σύζυγός της αφού παρέδωσε τον θρόνο στον πρωτότοκο Ιωάννη, δύο μήνες πριν τον θάνατό του (29 Μαρτίου 1425),απεσύρθη στη Μονή του Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη, όπου εκάρη μοναχός με το όνομα Ματθαίος.
 Η ίδια, μετά το θάνατο του συζύγου της έγινε μοναχή (1425) στη Μονή της κυράς Μάρθας, με το όνομα Υπομονή. 
Και τρία από τα παιδιά τους επίσης έγιναν μοναχοί, ο Θεόδωρος και ο Ανδρόνικος (μ. Ακάκιος) στη Μονή του Παντοκράτορος, και ο Δημήτριος (μ. Δαυίδ) στο Διδυμότειχο
Ακόμα, εν όσω βρισκόταν στην πατρίδα της, μαζί με τον πατέρα της έκτισαν την Ι.Μ. Παναγίας Παμμακαρίστου στο Πογάνοβο της πόλης Δημήτροβγκραντ της Ν.Α. Σερβίας.
Στην Κωνσταντινούπολη είχε συνδεθεί με την Ι. Μ. του Τιμίου Προδρόμου της Πέτρας, όπου φυλαγόταν το ιερό λείψανο του οσίου Παταπίου του θαυματουργού, στον οποίο η αγία Υπομονή έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια. Η Μονή είχε ιδρυθεί από τον συνασκητή του οσίου Παταπίου στην Αίγυπτο, όσιο Βάρα, έξω από την πύλη του Ρωμανού πριν από το 450 μ.Χ. 
Με την συμβολή της αγίας ιδρύθηκε στη Μονή γυναικείο γηροκομείο με την επωνυμία "Η ελπίς των απηλπισμένων". 
Ο Θεός ευδόκησε να μην ζήσει τις τελευταίες τραγικές στιγμές της Αυτοκρατορίας. Την κάλεσε κοντά Του στις 13 Μαρτίου 1450, έχοντας διανύσει 35 χρόνια ως Αυτοκρατόρισσα και 25 ως ταπεινή μοναχή.
Ετάφη στη μονή του Παντοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί ετάφησαν ο αυτοκράτορας σύζυγός της και 3 από τα παιδιά τους.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς το 1453, ο Αγγελής Νοταράς, συγγενής του αυτοκράτορα (ανιψιός της Αγίας Υπομονής) μετέφερε στο βουνό Γεράνεια στη Νότια Ελλάδα (κοντά στην Αθήνα) και έκρυψε το λείψανο του Αγίου Παταπίου σε μια σπηλιά, κοντά στην πόλη Θέρμαι (το σημερινό Λουτράκι) που ήταν ήδη ασκητήριο μοναχών από τον 11ο αιώνα μ.Χ. 
Στο σπήλαιο αυτό βρέθηκε Βυζαντινή αγιογραφία της Αγίας Υπομονής και η αγία κάρα της. Εκεί χτίστηκε το 1952 από τον γέροντα Νεκτάριο Μαρμαρινό το μοναστήρι του Αγ. Παταπίου όπου φυλάσσεται και η σεπτή κάρα της Αγίας Υπομονής.

Σύγχρονο θαύμα της Αγίας

Είναι αρκετές οι εμφανίσεις της αγίας Υπομονής τα τελευταία χρόνια.

Επιλεκτικά καταχωρούμε ένα συμβάν που περιγράφει την θαυμαστή εμφάνισή της και θεραπεία κάποιου ασθενή.
Η Αγία Υπομονή εμφανίσθηκε ως μοναχή σε κάτοικο των Αθηνών που εργαζόταν σε ταξί. Το σταμάτησε και ζήτησε να κατευθυνθεί προς το Λουτράκι. 
Ο ταξιτζής είχε καρκίνο του δέρματος στα χέρια του και βρισκόταν σε μεγάλη απελπισία.
Καθ' οδόν, η μοναχή που φορούσε ένα κουκούλι με κόκκινο σταυρό τον ρώτησε:
"Γιατί είσαι μελαγχολικός;" Εκείνος δεν δίστασε να ομολογήσει όλη την αλήθεια. Μετά τον ρώτησε αν θέλη να τον σταυρώσει για να γίνει καλά και εκείνος δέχθηκε. Σε λίγο όμως τον έπιασε υπνηλία και παρακάλεσε την μοναχή να σταθούν λίγο για να μηνσκοτωθούν
Είχαν φθάσει κοντά στα διόδια και εύκολα θα έβρισκαν άλλο ταξί αν εκείνη βιαζόταν. Σταμάτησε στην άκρη του δρόμου και τον πήρε ο ύπνος. Όταν ξύπνησε διαπίστωσε ότι τα χέρια του είχαν γίνει καλά, αλλά η μοναχή είχε εξαφανιστεί. Ρώτησε τους ανθρώπους των διοδίων μήπως είδαν κάποια μοναχή εκεί κοντά, αλλά κανείς δεν την είχε δει.
Τότε συγκλονισμένος γύρισε στο ταξί και κατάλαβε ότι κάποια αγία ήταν κι' έγινε άφαντη. Κατευθύνθηκε μετά στον γιατρό του και του διηγήθηκε το περιστατικό. Την στιγμή εκείνη, έπεσε το μάτι του σε μια εικόνα που ήταν κρεμασμένη στον τοίχο του ιατρείου. Πετάχτηκε απ' το κάθισμά του και φώναξε : "Αυτή ήταν".
Στην εικόνα ήταν η αγία Υπομονή!
Έτσι έμαθε ποια ήταν εκείνη που τον θεράπευσε.
Εκ των υστέρων γίνηκε γνωστό ότι η ημέρα που γίνηκε το θαύμα ήταν 13 Μαρτίου, ημέρα που η αγία γιορτάζει.
Επίσης η Αγία τιμάται και την ημέρα της Άλωσης.
Ας προσευχηθούμε, στις 29 κάποιου Μάη, να αξιωθούμε να μεταφέρουμε την τίμια κάρα της στην Πόλη που αγάπησε και στο βυζαντινό μοναστήρι του Παντοκράτορα.

Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από: Eκδoση Ι. Μ. Οσίου Παταπίου Λουτρακίου, Βικιπαίδεια και http://www.impantokratoros.gr

Τρίτη 28 Μαΐου 2013

Βίος Αγίας Θεοδοσίας της Οσιομάρτυρος της Κωνσταντινοπολίτισσας



site analysis


Η Αγία Θεοδοσία η Οσιομάρτυς η Κωνσταντινουπολίτισσα τιμάται στις 29 Μαΐου


Η Αγία Οσιομάρτυς Θεοδοσία, γεννήθηκε από ευσεβείς και πλούσιους γονείς στην Κωνσταντινούπολη, στα χρόνια του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Αδραμυττηνού (716 μ.Χ.).

Μετά το θάνατο του πατέρα της, η μητέρα της την έκλεισε σε κάποια μονή της πόλης, σε ηλικία επτά ετών, οπού αργότερα εκάρη μοναχή. Όταν πέθανε και η μητέρα της, μοίρασε 
την τεράστια περιουσία της στους πτωχούς, τις χήρες και τα ορφανά, και επιδόθηκε με μεγαλύτερο ζήλο στην άσκηση και τη νηστεία στη Μονή της, η οποία ευρίσκετο κοντά στο 
«Σκοτεινόν φρέαρ» και την λεγόμενη «Ασπαρον στέρνην».

Δέκα χρόνια μετά την κουρά της, στο μοναστήρι ξέσπασε ο απηνής διωγμός των υποστηρικτών των ιερών εικόνων. Όταν δε οι απεσταλμένοι του Λέοντα του Ισαύρου (ή κατ' 
άλλη εκδοχή του Κωνσταντίνου Κοπρώνυμου), αποπειράθηκαν να κατεβάσουν από τη Χαλκή Πύλη την εικόνα του Χριστού, η Θεοδοσία μαζί με άλλες γυναίκες, γκρέμισε από τη 
σκάλα τον ανεβασμένο σπαθάριο και τον σκότωσε. Αμέσως συνελήφθησαν όλες και τις μεν άλλες γυναίκες τις σκότωσαν επί τόπου, τη δε Θεοδοσία έσφαξε κάποιος εκ των 
δημίων με κέρατο βοδιού, χαρίζοντάς της, την ουράνια βασιλεία.

Η Σύναξή της γίνεται στη Μονή του Σωτήρα Χριστού του Ευεργέτη, κατά δε τον Συναξαριστή του Αγίου Νικόδημου στη Μονή του Δεξιοκράτους, όπου και το τίμιο λείψανο της.



Στίχος
Κέρας κριοῦ κτεῖνάν σε, Θεοδοσία, Ὤφθη νέον σοι τῆς Ἀμαλθείας κέρας.

Γερόντισσα Μακρίνα: ”Η Ευχή”.



site analysis



Γερόντισα Μακρίνα Ι.Μ.Παναγίας Οδηγήτριας Πορταριάς Βόλου
Στήν ώρα τής διακονίας (εργασίας) μας, ή οτιδήποτε άλλο κάνουμε, αντί νά αργολογήσουμε, αντί νά συζητήσουμε, αντί να πούμε ιστορίες, αντί νά πούμε πνευματικά, καλύτερα είναι νά λέμε τήν “ευχή“. Γιατί μέσα καί στά πνευματικά ακόμη θά υπάρχει καί μία κατάκριση, ένα κουτσομπολιό, μία αργολογία, μία μεμψιμοιρία,, θά υπάρξουν αστεϊσμοί, διάφορα. Όταν μάς έρχεται διάθεσις γιά συζήτηση, όταν μάς πιάνει πλήξη, μάς πιάνει στενοχώρια, νά ξέρετε είναι γιατί δέν κυνηγάμε τήν “ευχή“. Νά τήν κυνηγήσουμε, όπως τήν κυνηγούσαν οί Πατέρες οί άγιοι, όπως τήν κυνήγησαν πνευματικοί άνθρωποι στόν κόσμο καί αισθάνθηκαν τήν Χάρι τού Θεού. Γιορτές καί Κυριακές πού έχουμε περισσότερο χρόνο νά λέμε τήν “ευχή” (Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με), νά τόν εκμεταλευώμαστε τόν χρόνο.
ΠΗΓΗ: Γερόντισα Μακρίνα – Λόγια Καρδιάς, εκδόσεις Ιεράς Μονής Παναγίας οδηγήτριας Πορταριά Βόλου.
(”Γέροντες της εποχής μας”)

Κυριακή 26 Μαΐου 2013

Καλλιόπη Χριστοφόρου: Μια πνευματική μητέρα ανάμεσά μας



site analysis


255π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Είναι δεδομένο πως καμία γραφίδα δεν μπορεί να εκφράσει τέλεια την προσωπική εμπειρία. Κυρίως όταν αναφέρεται στη συνάντηση με άνθρωπο που μεταγγίζει ζωή αιώνιο, ως γνήσιο τέκνο του ζωντανού Θεού. Ωστόσο, κάποια γεύση απ’ αυτή την εμπειρία μπορεί να μεταδοθεί με την καταγραφή της.
Δεν θα αναφέρω τα βιογραφικά τής Καλλιόπης Χριστοφίδου, της πνευματικής μητέρας που κηδέψαμε στο Δάλι, την Τρίτη, 21 Μαίου 2013. Ο επικήδειος λόγος του εφημερίου τού ιερού ναού της Ευαγγελίστριας, πρωτοπρεσβυτέρου Σπυρίδωνος Ζαχαριάδη, τα αναφέρει μεταξύ των άλλων σημαντικών αναφορών του. Τον δημοσιεύομεν στη στήλη της ιστοσελίδας μας «Κείμενα Ορθόδοξης Θεολογίας».
Θα γράψω γι’ αυτά που γνωρίζονται «εν ετέρα μορφή», που μεταγγίζονται εν Πνεύματι αγίω και που κατανοούνται πέρα από το λογικό.
Τη συνάντησα στο σπίτι της το Νοέμβριο του 2011, αφού άκουσα γι’ αυτήν ότι είναι αγιασμένη μορφή «όπως τον παππού Παναή». Πήγα με κάποια επιφύλαξη και με βάση αυτό του αποστόλου Θωμά «εάν μη ίδω ου μη πιστεύσω». Ήταν τότε που η συνάντηση έγινε αποκάλυψη και η συνομιλία επιβεβαίωση.
Όντως «Γερόντισσα – Ηγουμένη Μοναστηριού», κατά το χαρακτηρισμό του π. Σπυρίδωνος στον επικήδειο λόγο του. Έλαμπε από χαρά, κι ας έφερνε τον πόνο της ζωής, την αδικία και τα ποικίλα προβλήματα της οικογένειας. Είχε τη βεβαιότητα, και μας τη μετάγγιζε, ότι «ο Θεός αγάπη εστι», ότι συμπορεύεται και συμπάσχει με τον κάθε άνθρωπο, ότι ανατρέπει τα δεδομένα της ζωής, όταν στο τέλος πρόκειται να χαρεί ο άνθρωπος.
Οι συναντήσεις αργότερα στο γηροκομείο, όπου μεταφέρθηκε για περίθαλψη, επιβεβαίωναν την πρώτη μου εμπειρία. Η συνεχής προσευχή της αγκάλιαζε όλο τον κόσμο και οι Παρακλήσεις σε διάφορους αγίους γίνονταν για συγκεκριμένα προβλήματα συγκεκριμένων ανθρώπων.
Τα δικά της προβλήματα επιβεβαίωναν την πραγματικότητα ότι «τεθλιμμένη του βίου η οδός» και ότι οι άνθρωποι του Θεού είναι όπως όλοι οι άλλοι στις δυσκολίες και τους πειρασμούς της ζωής. Η ελπίδα, η πίστη ως εμπιστοσύνη, η απουσία της απελπισίας και της απόγνωσης, βεβαίωναν την αλήθεια ότι «τον τελευταίο λόγο στη ζωή δεν τον έχει ο διάβολος αλλά ο Κύριος και Θεός μας».

Ο Γέροντας Σωφρόνιος του Essex, σ’ ένα από τα βιβλία του, αναφέρει ότι «σημείο που δείχνει αν κάποιος πήγε στον παράδεισο, είναι η αίσθηση που κυριαρχεί κατά την ώρα της κηδείας». Εδώ η κηδεία προκαλούσε χαρμολύπη, όπως της Μ. Σαρακοστής. Μια αίσθηση λύπης και ειρήνης, πνευματικής αγαλλίασης. Κηδεύαμε μια σύγχρονη «πνευματική μητέρα»! Η μεγάλη εκκλησία του Δαλίου γέμισε από αδελφούς και τέκνα της. Η συμμετοχή του Μητροπολίτη Τριμυθούντος κ. Βαρνάβα, δέκα ιερέων και ενός διακόνου, επιβεβαίωνε ότι ήταν άνθρωπος της εκκλησίας. Η θέα του προσώπου της θύμιζε το λόγο του αγίου Σεραφείμ «βρες εσύ την εσωτερική σου ειρήνη και χίλιοι άνθρωποι θα αναπαυτούν κοντά σου».
Στην αναστάσιμη ατμόσφαιρα, με το «Χριστός Ανέστη» το σκήνωμα της δούλης του Θεού Καλλιόπης κατέβαινε στον τάφο προσδοκώντας την κοινή ανάσταση. Κι εμείς αναχωρούσαμε πεπεισμένοι ότι «οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες» δεν φεύγουν από κοντά μας αλλά μεταβαίνουν «εκ του θανάτου εις την ζωήν» και, βλέποντας «πρόσωπο προς πρόσωπο» τον Αναστάντα Χριστό, πρεσβεύουν για μας και συμπορεύονται.

Κυριακή 12 Μαΐου 2013

Η οσία Σοφία της Αίνου



site analysis



Στις 4 Ιουνίου η αγία μας Εκκλησία μεταξύ άλλων αγίων προβάλλει και τη σεμνή μορφή «τής οσίας μητρός ημών Σοφίας της ασκητικώς βιωσάσης». Τα ολίγα στοιχεία πού διασώζονται από την ζωή της μάς πείθουν πώς πρόκειται για μια γενναία προσωπικότητα, η οποία παρά την ευαίσθητη γυναικεία της φύσι και τις θλίψεις της ζωής της αγάπησε ισχυρά τον Κύριον Ιησούν Χριστόν και ανεδείχθη αγία.
Τόπος καταγωγής της Αγίας είναι η Θράκη μας και συγκεκριμένα η περιοχή της Αίνου (ανατολικά του Έβρου). Οι γονείς της δε ήσαν περιφανείς σε εκείνον τον τόπο αλλά και πολύ ευσεβείς. Έτσι η Σοφία από τη μικρή της ηλικία δέχθηκε χριστιανική αγωγή και ποτίστηκε η ψυχή της από τον αιώνιο λόγο του Ευαγγελίου.
Σύντομα κάμνει και τη δική της οικογένεια με ένα πιστό νέο. Ανοίγουν το σπιτικό τους στο φώς του Χριστού. Η Σοφία γίνεται μητέρα καλλίτεκνη και πολύτεκνη. Έξι χαριτωμένα παιδιά της εχάρισε ο πανάγαθος Κύριος. Και ασφαλώς πολλές είναι τώρα οι ευθύνες της. Τα παιδιά θέλουν ειδικές περιποιήσεις και φροντίδες. Το καλό νοικοκυριό, η ετοιμασία του φαγητού, του ρουχισμού και τόσα άλλα απαιτούν το δικό τους χρόνο.
Ενώ όμως ζούσε μέσα στους πολλούς αυτούς περισπασμούς του οικογενειακού βίου αλλά και μέσα σε ένα τόσο «ταραχώδη κόσμο», εν τούτοις δεν εμποδίσθηκε «νά ευαρεστή ενώπιον του Θεού» και να «μεταχειρίζεται», όπως γράφει ο ιερός Συναξαριστής, «τάς θεοφιλείς πράξεις και αρετάς».
Η μακαρία αυτή μητέρα δεν έλειπε ποτέ από την Εκκλησία. Από εκεί έπαιρνε την ευλογία και την ειρήνη του Θεού. Και όταν επέστρεφε στο σπίτι της, «ηγρύπνει την νύκτα και κατεγίνετο εις προσευχάς».
Ήταν πολύ ευλογημένη από τον Θεό και ως μητέρα και ως σύζυγος.
Όμως «αι εκλεκταί καρδίαι» δοκιμάζονται από τον Θεό, για να εξαγνισθούν και να δοξασθούν περισσότερο. Και ο Θεός εδιάλεξε για την πιστή του δούλη Σοφία να γευθή το πικρό ποτήριο του θανάτου και των έξι παιδιών της. Ο Κύριος πού της τα εχάρισε, θέλησε τώρα να τα πάρη κοντά Του· να τα ασφαλίση στην ουράνια Βασιλεία Του.
Με απόλυτη ειρήνη ψυχής δέχθηκε η αγία Σοφία το θέλημα του Θεού. Σαν άλλος Ιώβ ημπορούσε να επαναλαμβάνη «ως τώ Κυρίω έδοξεν, ούτω και εγένετο· είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον…» (Ιώβ α´ 21).
Στρέφει τώρα τα βλέμματά της γύρω της, στα παιδιά τα ορφανά. Με όλη της τη στοργή αγκαλιάζει τώρα αυτά. Τα κάμνει δικά της παιδιά. Σαν άλλη φιλόστοργη μητέρα τους τα περιποιείται, τα φροντίζει, θυσιάζεται γι᾽ αυτά. Ευρίσκεται ακόμη στο πλευρό των πονεμένων χηρών. Σαν άγγελος συμπαραστέκεται σε κάθε τους δυσκολία.
Την περιουσία της την διαμοιράζει σε πτωχούς και ανημπόρους. Και η ίδια αποφασίζει να ζήση μέσα στον κόσμο ασκητικά. Με φαγητό λιτό «τόν ολίγον ξηρόν άρτον» και με ποτό το δροσερό νερό.
Υπεραγαπά η αγία Σοφία και το καθήκον της προσευχής. «Οι ψαλμοί του Δαβίδ ήσαν ακαταπαύστως εις το στόμα της. Δεν αδυνάτησεν ούτε ημέλησεν εις την προσευχήν».
Μέσα από τις κατανυκτικές αυτές προσευχές ενώνεται με τον Θεό, τον Κύριό της. Αντλεί δύναμι για το έργο του εξαγνισμού της αλλά και της ασκήσεως της αρετής της ελεημοσύνης. Γράφει ο ιερός Συναξαριστής της, ο όσιος Νικόδημος: «Η ελεημοσύνη την οποίαν έκαμνεν εις όλους τους προσερχομένους πτωχούς ήτο ιλαρά και πλουσία. Νόμιζε δε η τρισολβία ότι ήτο προτιμότερον να στερήται αυτή παρά να αφήση τον πτωχόν να φύγη άδειος από τον οίκον της· και περισςότερον έχαιρεν όταν έδιδε παρά όταν ελάμβανε».
Συνέβαινε δε στο σπίτι της και ένα παράδοξο θαύμα, θαύμα συνεχές. Είχε ένα αγγείο γεμάτο κρασί πού έδιδε σε πτωχές οικογένειες και το οποίο ουδέποτε ωλιγόστευε. Το αγγείο ήτο πάντοτε γεμάτο. Και το θαύμε αυτό το έκρυπτε επιμελώς. Κάποτε όμως ηθέλησε να το φανερώση σε κάποιον συγγενή της, για να εξυμνήση τα μεγαλεία του Θεού. Και από τότε έπαψε να επαναλαμβάνεται το παράδοξο αυτό θαύμα. Η Σοφία λυπήθηκε βαθιά. Στερήθηκε μια τόσο μεγάλη δωρεά. Απέδωσε την αιτία στην αναξιότητά της, την αυτοπροβολή της. Και από τότε ζητούσε με πόνο ψυχής ολοκάρδια το έλεος του Θεού. Και για να τιμωρήση τον εαυτό της για το λάθος της αυτό, αύξησε τους ασκητικούς αγώνες «τόσον ώστε εξηράνθη το σώμα της εις άκρον και ούτε να αναπνεύση εδύνατο».
Και συνέχισε η οσία την βιοτή της μέσα στον κόσμο αγωνιζομένη σκληρά για την αγάπη του Χριςτού. Έζησε συνολικά 53 χρόνια. Και πριν εκδημήση προς τον Κύριο εκάρη Μοναχή.
Ο ιερός υμνογράφος την εγκωμιάζει με ολίγους στίχους: «Ουκ εμποδών σοι κόσμος ώφθη, Σοφία, προς την τελειότητα αρετής φθάσαι». Δηλαδή ο κόσμος πού σου φανερώθηκε με τόσες δυσκολίες, Σοφία, δεν σε εμπόδισε να φθάσης σε τελειότητα αρετής.
Η οσία Σοφία της Αίνου με τα ολίγα στοιχεία της ζωής της πολλά και μεγάλα διδάγματα μάς άφησε. Γίνεται υπόδειγμα για τις μητέρες της σημερινής εποχής.Τις καλεί να καλλιτεκνούν χωρίς να παραμελούν τον προσωπικό τους αγιασμό. Όλα συνδυάζονται σε όσους θέλουν να αγαπούν βαθιά τον Θεό. Τις μαθαίνει ακόμη να σηκώνουν τον σταυρό των θλίψεων, πού επιτρέπει ο Θεός, με χαρά και υπομονή.
Και τέλος διδάσκει όλους πώς η ασκητική ζωή μπορεί να εφαρμοσθή μέσα στον κόσμο. Όταν μάλιστα είναι συνδυασμένη με την ανιδιοτελή ελεημοσύνη, ο Θεός επιτελεί παράδοξα θαύματα. Αρκεί να ζούμε «εν κρυπτώ».
Με τις ευχές της οσίας μητρός ημών Σοφίας ας συνεχίζουμε τον πνευματικό μας αγώνα με περισσότερη ακρίβεια. Τώρα μάλιστα το καλοκαίρι προσεκτικώτερα.
Φυλλάδιο «Ο ΣΩΤΗΡ» – Αριθ. 1910 (28 Μαΐου 2006)

Αγία Αγριππίνα και οι συν αυτές Παύλη, Βάσση και Αγαθονίκη



site analysis



Ή άγια και ένδοξος μάρτυς Αγριππίνα γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ρώμη στους κόλπους ευγενούς οικογένειας. Από την νεότητα της αφιερώθηκε στον Θεό και με την εύωδία των αρετων της προσέφερε στις χριστιανές μία πρόγευση των τέρψεων του Παραδείσου και τις παρακινούσε να απαρνηθούν τα πάθη για να ακολουθήσουν μαζί της την οδό της άγνείας καί της παρθενίας. Έτσι πολλές ήταν οι νεαρές κόρες και οι ώριμες γυναίκες πού ζητούσαν να μοιραστούν την πολιτεία της προκειμένου νά κληρονομήσουν την χάριν που ό Θεός της είχε χορηγήσει. Ή ακτινοβολία των αρετων της όμως γέννησε τό φθονερό μίσος των ειδωλολατρών οι όποιοι την κατήγγειλαν στις Αρχές, κατά τον διωγμό του Βαλεριανού (257). Κατηγορούμενη για επανάσταση κατά του θεσμού του γάμου καί εξαπάτηση νεαρών κοριτσιών, ή νύμφη του Χριστού απάντησε ότι αντί νά τά ξεστρατίζει, αντιθέτως τά παρουσίαζε στον Θεό καί ότι ή παρθενία την οποία έξεθείαζε δεν ήταν κατάλυση της κοινωνίας, άλλα ένωση με τον Σωτήρα πού ήλθε στον κόσμο γεννηθείς άπό Παρθένο. Παραδόθηκε με γενναιότητα στο μαρτύριο γιά την αγάπη του ουράνιου Νυμφίου της. Όταν την κτυπούσαν στό στόμα έμενε σιωπηλή, συντρίβοντας έτσι δλα τά οστά της ασεβείας. Γυμνωθείσα καί μασπγωθείσα σέ σημείο ώστε τό αίμα της νά πλημμυρίζει τό χώμα, απογύμνωνε τις δόλιες μηχανεύσεις του Εχθρού καί με τά μέλη δεμένα στά δεσμά διέλυε όλες τις πλάνες των ειδωλολατρών. Τέλος, αφού την επισκέφτηκε άγγελος πού γιάτρεψε τις πληγές της, παρουσιάσθηκε εκ νέου με παρρησία ενώπιον του δικαστηρίου, παρέδωσε την ψυχή της στον Θεό εν μέσω βασανιστηρίων καί έλαβε στον ουρανό τον στέφανο της νίκης.
Οι φίλες καί πνευματικές αδελφές της, Βάσσα, Παύλα καί Αγαθονίκη, πού την είχαν ακολουθήσει με κίνδυνο της ζωής τους, μπόρεσαν νά πάρουν τό σκήνωμα της πού είχε ριχθεί τροφή στά σκυλιά. Πηγαίνοντας άπό τόπο σε τόπο, οδηγούμενες άπό φωτεινή στήλη, έφθασαν στην Σικελία και το κατέθεσαν σε έναν τόπο που ονομαζόταν Μένης, όπου άνε-γέρθηκε ναός προς τιμήν τής άγιας μάρτυρος του Χρίστου. Ή παρουσία της έξεδίωξε σύντομα τους δαίμονες που «λατρεύονταν» ώς θεοί άπό τους κατοίκους του νησιού, τους όποιους ελευθέρωσε από τά σκοτάδια τής πλάνης. Όταν πειρατές Σαρακηνοί τόλμησαν να επιτεθούν στο Ιερό, αφανίσθηκαν άπό την εμφάνιση χρυσής περιστεράς οπλισμένης μέ Σταυρό. Λεπροί και άρρωστοι κάθε είδους πού έρχονταν να τιμήσουν τό σώμα τής άγιας Άγριππίνης έβρισκαν γιατρειά στα πάθη τους. Ή Βάσσα, ή Παύλα και ή Άγαθονίκη αξιώθηκαν κι αυτές μέ την σειρά τους τον στέφανο του μαρτυρίου.
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Εκδόσεις Ίνδικτος

Άγιες παρθενομάρτυρες Λιβύη, Λεωνίς και Ευτροπία



site analysis



Το μαρτύριο της αγίας Ευτροπίας
Οί άγιες αυτές μάρτυρες, κατά σάρκαν αδελφές, ζούσαν εν παρθενία και με εργα θεάρεστα υπό τήν καθοδήγηση της πνευματικής μητρός τους Θωμαΐδος, τήν εποχή της αγίας Φεβρωνίας. Όταν αναγγέλθηκε η άφιξη του Σελήνου, οί χριστιανοί προσέφυγαν μαζικά στην μονή της Θωμαΐδος για να ζητήσουν από τις μοναχές τις δεήσεις καί τήν ενθάρρυνση τους, κατόπιν δέ έφυγαν για να κρυφτούν. Μένοντας μόνη με τις τρεις αδελφές της, η Θωμαΐς τις παρότρυνε να αντιμετωπίσουν με θάρρος τήν επερχόμενη δοκιμασία, στρέφοντας τό βλέμμα τους στον ουρανό με σκοπό να μήν απαρνηθούν τις δεσμεύσεις που είχαν αναλάβει απέναντι στον θείο Νυμφίο τους. Κατέληξε δέ λέγοντας ότι η μόνη επιθυμία της ήταν να τις παρουσιάσει ενώπιον του θρόνου του Θεού ένδεδυμένες μέ τήν παρθενική έσθήτα τους πορφυρωμένη άπό το αίμα του μαρτυρίου. Οί στρατιώτες πήραν τις άμναδες του Χρίστου και τις οδήγησαν μαστιγώνοντας τες στον Σελήνο. Εκείνος προσπάθησε να τις κερδίσει με ψεύτικους γλυκούς τρόπους, άλλα αυτές του απάντησαν με θάρρος ότι ήσαν μαθήτριες και νύμφες του Χριστού και ότι ήσαν έτοιμες να υποστούν τα μεγαλύτερα μαρτύρια για χάρη Του. Καθώς ομολόγησαν ότι θα παρέμεναν και οί τρεις μαζί ακλόνητες, ενδυναμωμένες άπό τήν πίστη τους στήν Άγια Τριάδα, τις χώρισαν καί ό τύραννος προσπάθησε να τίς εξαπατήσει μία-μία ξεχωριστά. Όταν απευθύνθηκε στήν Εύτροπία πού ήταν μόλις εννέα χρονών, ύποκρινόμενος ότι ήθελε να τήν προστατέψει σαν πατέρας, τό παιδί απάντησε: «Αν είναι έτσι, πώς μπορείς να μέ παραδώσεις στον θάνατο και στήν απώλεια προτείνοντας μου να χωρισθώ άπό τον ζώντα Θεό καί να λατρεύω τους δαίμονες;» Καί για να του αποδείξει τήν αποφασιστικότητα της του πρότεινε να βασανισθεί πρώτη. Έξαλλος ό τύραννος διέταξε να τήν αφήσουν κρεμασμένη πάνω άπό τό έδαφος με τά μέλη της τεντωμένα μεταξύ τεσσάρων πασσάλων καί να τήν κτυπούν. η Λιβύη καί η Λεωνίς υπέστησαν μέ τήν σειρά τους τό μαρτύριο επικαλούμενες τήν βοήθεια του Κυρίου. “Οταν βράδιασε, ένας άγγελος ήλθε να τίς περιθάλψει στήν φυλακή τους. Όταν τήν άλλη μέρα παρουσιάσθηκαν αβλαβείς, τό πλήθος άνέκραξε μέ θαυμασμό. Ό Σελήνος, παραμένοντας ασυγκίνητος, πρόσταξε να τίς λιθοβολήσουν, άλλά οί άγιες ένιωθαν μεγάλη αγαλλίαση στήν σκέψη ότι μοιράζονται με τον τρόπο αυτό τήν δόξα του πρωτομάρτυρα Στεφάνου. Κατόπιν η Λιβύη αποκεφαλίσθηκε καί οι δύο αδελφές της πού είχαν θεραπευτεί άπό τά τραύματα τους οδηγήθηκαν μπροστά σε κάμινο τρομερότερη καί άπό εκείνη τής Βαβυλώνας. Καθώς πλησίαζαν στις φλόγες στράφηκαν προς τήν πνευματική μητέρα τους, τήν Θωμάίδα, για να ζητήσουν τήν προσευχή της καί εν συνεχεία εισήλθαν στήν κάμινο όπως σε νυφική παστάδα. Η Θωμαΐς ήλθε αργότερα για να πάρει τά σώματα τους πού είχαν διαφυλαχθεί άφθορα καί τά ενταφίασε μέ τιμή στήν μονή της τήν 1η Μαΐου.
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Εκδόσεις Ίνδικτος

Η Αγία Μόνικα· η υποδειγματική, σύζυγος και μητέρα…



site analysis



Μια μάνα πού με τα δάκρυά της εσωσε τον άσωτο γιό της…
Η Μόνικα γεννήθηκε στην Ταγάστη της Νουμιδίας της Αφρικής, το 332 μ.Χ. Οι γονείς της ήταν ευσεβείς χριστιανοί, και παρότι ήταν πλούσιοι, προτίμησαν να της δώσουν χριστιανική παιδεία μάλλον, παρά την ψευδεπίπλαστη μόρφωση, η οποία μεταβάλλει τους ανθρώπους σε ματαιόφρονους χαρακτήρες.
Εμπιστεύθηκαν λοιπόν την ανατροφή της, σε μία ηλικιωμένη και δοκιμασμένη στην αρετή υπηρέτρια, η οποία προσπαθούσε όσο το δυνατόν περισσότερο να την καταστήσει αξία του μελλοντικού της ρόλου. Παρά τις συμβουλές της όμως και τις προφυλάξεις της, η Μόνικα νικήθηκε από μία κακή συνήθεια. Άρχισε να πίνει και με την πάροδο του χρόνου, έπινε πολλά ποτήρια κρασιού, πράγμα το οποίο έκανε μάλλον από νεανική απερισκεψία, παρά από αγάπη προς το ποτό. Ο καλός Θεός όμως, την έφερε σε επίγνωση, όταν ερχόμενη σε προστριβή με μία υπηρέτριά της, της είπε: “Εσύ πού μεθάς, θα με διδάξεις;” Αυτό ήταν αρκετό για να κάνει τη Μόνικα να σταματήσει την κακή της συνήθεια, και όχι μόνο αυτό, αλλά και να αρχίσει να διαβάζει συστηματικά την Αγία Γραφή και να επιδίδεται στο λόγο του Θεού.
Οι γονείς της, την παντρεύουν με τον Πατρίκιο, ο οποίος ήταν από αριστοκρατική οικογένεια, ειδωλολάτρης, αλλά όμως καλοπροαίρετος. Για να τον προσελκύσει η Μόνικα στη χριστιανική πίστη, έκανε πλήρη υπακοή σ’ αυτόν, όπως λέει και ο Απόστολος. Είχε όμως δύο μεγάλα ελαττώματα. Είχε εξωσυζυγικές σχέσεις και ήταν πολύ νευρικός. Η Μόνικα στεναχωριόταν πάρα πολύ και γιατί ο σύζυγός της προσέβαλε τη συζυγική τιμή, αλλά και γιατί ο ίδιος αμάρτανε ενώπιον του Θεού. Η Μόνικα όμως, ποτέ δεν του προκάλεσε σκηνές ή φιλονικίες μέσα στο σπίτι. Εξακολουθούσε να τον περιβάλλει με την αγάπη της και με χριστιανική τρυφερότητα.
Η Μόνικα στάθηκε όμως υποδειγματική και απέναντι στην πεθερά της, η οποία ήταν ιδιότροπη και επιπλέον δεν την συμπαθούσε. Η Μόνικα υπέμεινε και την φρόντιζε με στοργή και η πεθερά της μεταβλήθηκε τόσο πολύ, ώστε να τιμωρεί όσες υπηρέτριες συκοφαντούσαν τη νύφη της. Εκείνο όμως το οποίο την χαροποίησε περισσότερο, ήταν η επιστροφή του Πατρικίου, στο δρόμο του Θεού. Κάποια στιγμή ο σύζυγος της αρρώστησε βαρειά, και λίγο πριν πεθάνει, βαπτίσθηκε χριστιανός.
Η Μόνικα είχε αποκτήσει με τον Πατρίκιο, ένα γιο, τον Αυγουστίνο. Στη νεαρή του ηλικία, ο Αυγουστίνος, ήταν επιρρεπής στην άσωτη ζωή. Η Μόνικα αγωνίστηκε σε όλη της τη ζωή να τον κάνει από μικρό, ένα καλό χριστιανό, αλλά το παράδειγμα του πατέρα του και η ανήσυχη φύση του Αυγουστίνου τον έφεραν στον δρόμο της αμαρτίας. Σε ηλικία 19 ετών, πηγαίνει στην Καρχηδόνα για ευρύτερες σπουδές. Εκεί, όπου η ακολασία οργιάζει, αιχμαλωτίζεται τελείως στις παράνομες απολαύσεις και εισέρχεται στη γνωστή τοτε, αίρεση των Μανιχαίων. Η Μόνικα το μαθαίνει, αλλά όμως ξέρει να υπομένει, να κλαίει και να προσεύχεται. Τον περιμένει τα βράδυα, με δάκρυα στα μάτια, να γυρίσει από τους οίκους της αμαρτίας. Χύνει τόσα δάκρυα -όπως γράφει και ο ίδιος αργότερα στις “Εξομολογήσεις” του-, πολύ περισσότερα από εκείνα τα οποία χύνουν οι μητέρες στις σορούς των κεκοιμημένων παιδιών τους. Έβλεπε καθημερινά τον Αυγουστίνο, όχι σωματικά, αλλά πνευματικά, νεκρό. Ο Θεός όμως, ο οποίος είδε τα δάκρυά της, φροντισε και για την επιστροφή του γιού της. Κάποτε ο επίσκοπος Καρχηδόνας της είχε πει παρηγορητικά: “Ένα παιδί πού προκαλεί τόσα δάκρυα στη μητέρα του, δεν είναι ποτέ δυνατον να χαθεί. Θα σωθεί ο γιος σου.”
Ο Αυγουστίνος, φεύγει από την Καρχηδόνα και πηγαίνει στο Μιλάνο, ως δάσκαλος της ρητορικής. Εκεί συνδέεται με τον ευσεβέστατο επίσκοπο Μεδιολάνων Αμβρόσιο, με τον οποίο η γνωριμία έφερε και την αποχώρησή του από την πλάνη των Μανιχαίων. Ο Αυγουστίνος, συνεχίζει να δοκιμάζει μία πάλη μεταξύ του καλού και του κακού. Φύση συνεχώς ανήσυχη και ανικανοποίητη, ψάχνει συνεχώς την Αλήθεια. Και κάποια μέρα ακούει μια φωνή να του υπαγορεύει: “Πάρε και διάβασε”.
Ανοίγει τότε το Ευαγγέλιο σ’ ένα χωρίο και διαβάζει: “Μη κώμαις και μέθαις, μη κοίταις και ασελγείαις…”. Αρχίζει τότε να συναισθάνεται την αμαρτία σαν βασανιστική τιμωρία. Εγκαταλείπει την αμαρτωλή ζωή και σε μια συνεχή πορεία μετανοίας αρχίζει να πλησιάζει όλο και περισσότερο το Θέο. Κατηχείται κοντά στον Άγιο Αμβρόσιο και στις 24 Απριλίου του 387 μ.Χ. βαπτίζεται χριστιανός.
Χαίρονται οι άγγελοι στον ουρανό για κάθε ψυχή πού μετανοεί. Χαίρεται μαζί τους στη γη και η μητέρα του η Μόνικα, η αγία Μόνικα πού με δάκρυα και πάλι, αλλά αυτή τη φορά χαράς, δοξολογεί και ευχαριστεί τον Θεό. Η επιστροφή του πλάσματος στον πλάστη είναι γεγονός.
Μητέρα και γιος επιστρέφουν στη Ρώμη. Εκεί όμως, η Μονικα προσβάλλεται από θανατηφόρα ασθένεια, η οποία επιδεινώνεται καθημερινά σε γρήγορους ρυθμούς… Η ημέρα της αποχώρησής της απο την επίγεια ζωή πλησιάζει, ανοίγει όμως ο δρόμος για την άλλη ζωή, την αιώνια, την ατελείωτη ζωή κοντά στο Θεο… Τώρα όμως, αρχίζει και η θλίψη στην καρδιά του Αυγουστίνου. Η Μόνικα τον παρακαλεί να μη στενοχωριέται, γιατί αυτός ο χωρισμός τους δεν είναι άξιος θλίψης, αφού είναι προσωρινός, γιατί όλοι θα ανταμώσουν και πάλι στην άνω Ιερουσαλήμ. Το μόνο πού τον παρακαλεί είναι να την μνημονεύουν στην Αγία Πρόθεση, στις Θείες Λειτουργίες… Αφησε την πνοή της, διανύοντας το 56ο έτος της ηλικίας της και όταν ο Αύγουστίνος ηταν 33 ετών.
Τα δάκρυα μιας μητέρας, όπως και της Μονικας, σπείρονται σε κάθε βήμα της ζωής της. Προσεύχεται και ελπίζει. Ποτέ δεν κάμπτεται προσευχόμενη. Δεν οργίζεται, δεν μεμψιμοιρεί κατά του Θεού. Την προσευχή της τη συνοδεύει με βίο άγιο, με αγαθοεργίες. Έσωσε τον γιο της, τον σύζυγο, την πεθερά της. Είναι ίσως το καλύτερο παράδειγμα για τις μητέρες, τις συζύγους, τις νύφες…
Η Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη της στις 15 Ιουνίου.


πηγή: Διμηνιαίο Περιοδικό «Μοναχική Έκφραση», τεύχος 2, Μάϊος-Ιούνιος 2007, Έκδοσις Ιερά Μονή Αγίου Νεκταρίου, Τρίκορφο Φωκίδος

Αγία Γλυκερία.(13 Μαίου)



site analysis


AgiaGlykeria02
Θηρὸς τὸ πικρὸν δῆγμα τῇ Γλυκερίᾳ
Ὑπὲρ γλυκάζον ὡς ἀληθῶς ἦν μέλι.
Ἐν τριτάτῃ δεκάτῃ δάκε καὶ κτάνε θὴρ Γλυκερίαν.
Η Αγία Γλυκερία γεννήθηκε στην Τραϊανούπολη το 2ον μ.Χ. αι., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Αντωνίνος ο Ευσεβής (138 – 161 μ.Χ.).
Ο πατέρας της ονομαζόταν Μακάριος και είχε διατελέσει ύπατος. Σε μικρή ηλικία, ασπάσθηκε το Χριστιανισμό και ανέπτυξε έντονη χριστιανική και κατηχητική δράση.
Όταν πληροφορήθηκε το γεγονός ο ηγεμόνας Σαββίνος, την κάλεσε να παρουσιασθεί μπροστά του.
Με μεγάλη προθυμία η Αγία εμφανίσθηκε σ’ εκείνον, έχοντας σημειώσει στο μέτωπό της τον Τίμιο Σταυρό και δεν δίστασε να ομολογήσει με παρρησία και σθένος την πίστη της στο Σωτήρα και Λυτρωτή Ιησού Χριστό. Εκείνος έξαλλος την οδήγησε με τη βία στον ειδωλολατρικό ναό για να προσευχηθεί και να θυσιάσει στο είδωλα.
Εκεί η Γλυκερία αφού προσευχήθηκε θερμά, συνέτριψε το άγαλμα του Δία. Εξοργισμένοι οι ειδωλολάτρες, την έσυραν έξω και τη λιθοβόλησαν με μανία.
Όμως ούτε μία πέτρα δεν άγγιξε την Αγία, με αποτέλεσμα πολλοί να πιστεύσουν στο Χριστό. Στη συνέχεια, αφού υπέστη διάφορα βασανιστήρια ρίχθηκε στη φυλακή, όπου κατήχησε και έφερε στη χριστιανική πίστη το δεσμοφύλακά της Λαοδίκιο, ο οποίος εν συνεχεία ομολόγησε με θάρρος την πίστη του και μαρτύρησε για το Χριστό. Αμετάπειστος ο τύραννος, διέταξε να βασανίσουν εκ νέου τη Γλυκερία και έπειτα να τη ρίξουν στο άγρια θηρία. Όμως και εκείνα την σεβάστηκαν, αν και ένα εξ’ αυτών τη δάγκωσε με αποτέλεσμα η Αγία να παραδώσει σε ολίγες ημέρες το πνεύμα της στον αθλοθέτη Κύριο.
Το ιερό λείψανό της παρέλαβε ο Επίσκοπος της Ηρακλείας Δομίτιος και το τοποθέτησε σε ευπρεπή τόπο κοντά στην πόλη. Μαρτυρώνται δε πολλά θαύματα, ιάσεων και θεραπείες δαιμονισμένων, τα οποία επιτελούσε η Αγία σε όσους με πίστη κατέφευγαν να προσκυνήσουν το Ιερό λείψανό της.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ἡ ἀμνάς σου Ἰησοῦ, κράζει μεγάλη τῇ φωνῇ Σὲ Νυμφίε μου ποθῶ, καὶ σὲ ζητοῦσα ἀθλῶ, καὶ συσταυροῦμαι καὶ συνθάπτομαι τῷ βαπτισμῷ σου· καί πάσχω διά σέ, ὡς βασιλεύσω σὺν σοί, καὶ θνήσκω ὑπὲρ σοῦ, ἵνα καὶ ζήσω ἐν σοί· ἀλλ᾽ ὡς θυσίαν ἄμωμον προσδέχου τὴν μετὰ πόθου τυθεῖσάν σοι. Αὐτῆς πρεσβείαις, ὡς ἐλεήμων, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν καλλιπάρθενον, Χριστοῦ τιμήσωμεν, τὴν ἀριστεύσασαν πόνοις ἀθλήσεως, καὶ ἀσθένεια τῆς σαρκός, τὸν ὄφιν καταβαλοῦσαν πόθω γὰρ τοῦ Κτίσαντος, τῶν βασάνων τὴν ἕφοδον, παρ’ οὐδὲν ἠγήσατο, καὶ θεόθεν δεδόξασται πρὸς ἣν ἀναβοήσωμεν πάντες, χαίροις θεόφρον Γλυκερία.

Σάββατο 11 Μαΐου 2013

Οι Αγίες Ολυμπία και Ευφροσύνη οι Οσιομάρτυρες ( 11 Μαΐου)



site analysis
Βίος Αγίων Ολυμπίας και Ευφροσύνης των Οσιομαρτύρων




Η
Οσία Ολυμπία και η οσία Ευφροσύνη έζησαν τον 13ο αιώνα μ.Χ. και παρέδωσαν την ψυχή τους με μαρτυρικό θάνατο στις 11 Μαΐου του 1235 μ.Χ. 

Η Οσία Ολυμπία γεννήθηκε από ευσεβείς γονείς που καταγότανε από την Κωνσταντινούπολη. Ο πατέρας της ήταν Ιερεύς και η μητέρα της κόρη Ιερέως. Από την 
Κωνσταντινούπολη, άγνωστο για ποιο λόγο, έφυγαν και κατοίκησαν στην Πελοπόννησο. Σε ηλικία δέκα ετών η Ολυμπία έχασε τους γονείς της και οι συγγενείς της την έστειλαν 
στο μοναστήρι των Καρυών της Θερμής, τη σημερινή Ιερά Μονή του Αγίου Ραφαήλ, όπου η τότε ηγουμένη Δωροθέα ήταν θεία της Ολυμπίας. 

Σε ηλικία 19 ετών έγινε η Ολυμπία μοναχή και σε ηλικία 25 ετών, όταν απέθανε η θεία της, έγινε ηγουμένη. Έπειτα από δέκα χρόνια, στις 11 Μαΐου του 1235 μ.Χ., πειρατές ήλθαν 
στη Μυτιλήνη, πήγαν στο μοναστήρι, διασκόρπισαν τις τριάντα μοναχές και όσες δεν πρόλαβαν να φύγουν, τις κακοποίησαν. Την ηγουμένη και μια γερόντισσα Ευφροσύνη τις 
βασάνισαν φοβερά. Την Ευφροσύνη, αφού την κρέμασαν σε δένδρο, την έκαψαν. Την Ολυμπία την έκαυσαν σ' όλο το σώμα με λαμπάδες και έπειτα πέρασαν πυρωμένη 
σιδηρόβεργα στα αυτιά της και τέλος κάρφωσαν το βασανισμένο σώμα της με είκοσι καρφιά σε μια σανίδα και έτσι με τη σανίδα το ενταφίασαν μετά την αναχώρηση των πειρατών. 


Ο βίος και το μαρτύριο των δύο τούτων αγίων γυναικών έγιναν γνωστά κατά το έτος 1959 μ.Χ., όταν βρέθηκαν τα σεπτά λείψανα των αγίων της Θερμής και έγινε γνωστή με θείες 
αποκαλύψεις η ιστορία τους, όπως και οι τάφοι με τα σεπτά λείψανα τους. Στον τάφο της Αγίας Ολυμπίας βρέθηκαν και τα είκοσι καρφιά με τα οποία την είχαν καρφώσει. 



Ἀπολυτίκιον Ἦχος α'. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Θεῶ ἀνατεθεῖσα ἐκ νεότητος πάνσεμνε, ἐμόνασας ὁσίως, καί ἀνδρείως ἐνήθλησας, διό ἐπιφανεῖσα μυστικῶς, ἐδήλωσας τήν ἄθλησιν τήν σήν, ἥν ὑμνοῦμεν Ὀλυμπία 
ἀσματικῶς βοῶντες Ὁσιομάρτυς, δόξα τῶ δεδωκότι σοι ἰσχύν δόξα τῶ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῶ τοῖς Ἁγίοις Ἀθληταῖς, λαμπρῶς σέ ἀριθμήσαντι. 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίως μονάσασα τῶν Καρυῶν τὴ Μονὴ ἐν ταύτῃ ἐνήθλησας, τῶν πειρατῶν τὴ χειρὶ κτανθεῖσα, θεόληπτε ὅθεν ἄρτι γνωσθεῖσα, ἐπινεύσει τὴ θεία, ἔδειξας Ὀλυμπία, 
τὴν σὴν ἄθλησιν πάσι, διὸ σὲ ὁσιομάρτυς Χριστοῦ μακαρίζομεν.
xristianos.gr