site analysis
Ἀπὸ τὸ ἁγιολόγιο τοῦ μηνός. 7 Ἰουνίου
Ἡ ἁγία Ποταμιαίνη ἔζησε τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. στήν Ἀλεξάνδρεια. Ἦταν δούλη ἑνός διεστραμμένου καί ἀκόλαστου κυρίου, ὁ ὁποῖος τήν πίεσε πολλές φορές γιά αἰσχρή μείξη, ἀλλά ἡ ἁγία πρόβαλε ἰσχυρή ἀντίσταση καί ἔτσι ἐκεῖνος δέν μπόρεσε νά πραγματοποιήση τήν αἰσχρή ἐπιθυμία του. Τότε, θυμωμένος τήν παρέδωσε στόν ἄρχοντα τῆς Ἀλεξάνδρειας καί τοῦ ἔταξε δῶρα καί ἀνταμοιβές, ἐάν μποροῦσε νά τήν μεταπείση, διαφορετικά, τοῦ εἶπε, βασάνισέ την καί θανάτωσέ την ὡς Χριστιανή. Ἐκεῖνος, ἀφοῦ δέν μπόρεσε νά τήν μεταπείση οὔτε μέ κολακεῖες οὔτε μέ ἀπειλές ἀπεφάσισε νά τήν ρίξη γυμνή μέσα σέ ἕνα μεγάλο καζάνι μέ κοχλάζουσα πίσσα. Ἡ ἁγία τόν ὅρκισε στήν κεφαλή τοῦ βασιληά, νά μήν τῆς ἀφαιρέση τά ροῦχα, ἀλλά νά τήν ἀφήση νά κατεβῆ μόνη της στό καζάνι λίγο-λίγο, παρά τό γεγονός ὅτι αὐτό θά παρέτεινε τό μαρτύριό της. Πράγματι, γιά τόν ὅρκο, ὁ ἄρχοντας τῆς ἐπέτρεψε νά κατεβῆ ντυμένη στό καζάνι, καί ἔτσι ἡ ἁγία φανέρωσε γιά ἄλλη μιά φορά τήν ἀνδρεία, τήν ὑπομονή καί τήν ἀκράδαντη πίστη της στόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος τήν ἐνδυνάμωνε συνεχῶς καί τήν ἐνίσχυε. Μέ αὐτό τόν τρόπο τελείωσε τό μαρτύριό της καί ἡ ψυχή της πέταξε στά οὐράνια.
Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία της μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:
Ἡ ἁγνεία καί ἡ σωφροσύνη εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ τά ὁποῖα ἀποτελοῦν γιά τόν ἄνθρωπο ἀληθινά καί πολύτιμα στολίδια. Χωρίς τά στολίδια αὐτά ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη εὐτελίζεται καί ὁ ἄνθρωπος, ἡ κορωνίδα τῶν δημιουργημάτων τοῦ Θεοῦ, χάνει τήν δόξα του καί τήν τιμή του καί ἐξομοιώνεται μέ τά ἄλογα ζῶα. «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὤν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί ὁμοιώθη αὐτοῖς». Ὁ ἄνθρωπος ὅσο παραμένει κοντά στόν Θεό, κάτω ἀπό τήν σκέπη τῶν ἐντολῶν Του, διαφυλάσσει τά δῶρα αὐτά ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ καί προτιμᾶ νά θυσιάση καί αὐτήν τήν ζωή του ἀκόμα παρά νά τά χάση. Ὅταν ὅμως ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό, τότε ὑποδουλώνεται στά πάθη, τήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο, μέ ἀποτέλεσμα νά χάνη αὐτά τά δῶρα καί νά ἐξευτελίζεται. Γιατί ὁ διάβολος ὅταν ὑποδουλώνη τόν ἄνθρωπο, τότε τόν ξεγυμνώνει κυριολεκτικά ἀπό τά δῶρα τοῦ Θεοῦ καί τόν ἀφήνει γυμνό, σωματικά καί πνευματικά. Ὑπάρχουν πολλά παραδείγματα πού ὑπογράφουν τήν ἀλήθεια τοῦ λόγου, θά ἀναφερθῆ ὅμως ἕνα μόνο, ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Ὅταν ὁ διάβολος ἀπέκτησε ἐξουσία ἐπάνω σέ ἕναν δυστυχισμένο ἄνθρωπο πού ζοῦσε στήν χώρα τῶν Γαδαρηνῶν, τότε ὁλόκληρη λεγεώνα δαιμόνων εἰσῆλθε μέσα του, μέ ἀποτέλεσμα αὐτός ὁ δυστυχής νά κυκλοφορῆ γυμνός καί νά ζῆ ὄχι σέ σπίτι, ἀλλά στά μνήματα, μακρυά ἀπό τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων. «Καί ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καί ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν». Δηλαδή, ὁ διάβολος τόν ἐξευτέλισε τελείως καί τόν ἀνάγκασε σέ ἀντικοινωνική συμπεριφορά. Μετά τήν θεραπεία του, ὅμως, ἀπό τόν Χριστό ἀπέκτησε καί πάλι τήν χαμένη σωφροσύνη του καί καθόταν δίπλα στόν Χριστό, μαζί μέ τούς συνανθρώπους του, «ἱματισμένος καί σωφρονῶν».
Ἡ ἁγνεία καί ἡ σωφροσύνη εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ τά ὁποῖα ἀποτελοῦν γιά τόν ἄνθρωπο ἀληθινά καί πολύτιμα στολίδια. Χωρίς τά στολίδια αὐτά ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη εὐτελίζεται καί ὁ ἄνθρωπος, ἡ κορωνίδα τῶν δημιουργημάτων τοῦ Θεοῦ, χάνει τήν δόξα του καί τήν τιμή του καί ἐξομοιώνεται μέ τά ἄλογα ζῶα. «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὤν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί ὁμοιώθη αὐτοῖς». Ὁ ἄνθρωπος ὅσο παραμένει κοντά στόν Θεό, κάτω ἀπό τήν σκέπη τῶν ἐντολῶν Του, διαφυλάσσει τά δῶρα αὐτά ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ καί προτιμᾶ νά θυσιάση καί αὐτήν τήν ζωή του ἀκόμα παρά νά τά χάση. Ὅταν ὅμως ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό, τότε ὑποδουλώνεται στά πάθη, τήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο, μέ ἀποτέλεσμα νά χάνη αὐτά τά δῶρα καί νά ἐξευτελίζεται. Γιατί ὁ διάβολος ὅταν ὑποδουλώνη τόν ἄνθρωπο, τότε τόν ξεγυμνώνει κυριολεκτικά ἀπό τά δῶρα τοῦ Θεοῦ καί τόν ἀφήνει γυμνό, σωματικά καί πνευματικά. Ὑπάρχουν πολλά παραδείγματα πού ὑπογράφουν τήν ἀλήθεια τοῦ λόγου, θά ἀναφερθῆ ὅμως ἕνα μόνο, ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Ὅταν ὁ διάβολος ἀπέκτησε ἐξουσία ἐπάνω σέ ἕναν δυστυχισμένο ἄνθρωπο πού ζοῦσε στήν χώρα τῶν Γαδαρηνῶν, τότε ὁλόκληρη λεγεώνα δαιμόνων εἰσῆλθε μέσα του, μέ ἀποτέλεσμα αὐτός ὁ δυστυχής νά κυκλοφορῆ γυμνός καί νά ζῆ ὄχι σέ σπίτι, ἀλλά στά μνήματα, μακρυά ἀπό τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων. «Καί ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καί ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν». Δηλαδή, ὁ διάβολος τόν ἐξευτέλισε τελείως καί τόν ἀνάγκασε σέ ἀντικοινωνική συμπεριφορά. Μετά τήν θεραπεία του, ὅμως, ἀπό τόν Χριστό ἀπέκτησε καί πάλι τήν χαμένη σωφροσύνη του καί καθόταν δίπλα στόν Χριστό, μαζί μέ τούς συνανθρώπους του, «ἱματισμένος καί σωφρονῶν».
Τό Ἅγιον Πνεῦμα ἐνδύει τόν ἄνθρωπο μέ τήν Χάρη του ἐσωτερικά καί ἐξωτερικά καί τόν κάνει νά λάμπη ἀπό καθαρότητα καί σωφροσύνη. Στήν περίπτωση αὐτή ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀληθινά χαριτωμένος, στόν λόγο του, τά ἔργα του καί τήν ἐν γένει συμπεριφορά του. Γνωρίζει τό πῶς θά ντυθῆ χωρίς νά προκαλῆ, πότε θά πρέπει νά μιλήση καί τί νά πῆ, ἀλλά καί πότε θά πρέπει νά σιωπήση. Ἐπειδή σέβεται τόν ἑαυτό του, γι’ αὐτό σέβεται καί τούς συνανθρώπους του, οἱ ὁποῖοι τοῦ ἀνταποδίδουν τόν σεβασμό. Ἡ σωφροσύνη καί ἡ ἁγνότητα εἶναι πράγματι ἀνεκτίμητα ἀγαθά, καί χαρά σέ ἐκεῖνον πού τά διαφυλάσσει -μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τόν προσωπικό του ἀγώνα- ἐπειδή διασώζει τήν ἀξιοπρέπειά του, τήν κοινωνική του συμπεριφορά, καθώς καί τήν ἐσωτερική του ἐλευθερία.
Στίς ἡμέρες μας, δυστυχῶς, ἡ ἀντικοινωνική συμπεριφορά, ἡ ἔλλειψη σεβασμοῦ σέ πρόσωπα καί θεσμούς, ἡ ἀγένεια καί τό θράσος ἔχουν λάβει ἀνησυχητικές διαστάσεις. Ἰδιαίτερα τό θράσος εἶναι αὐτό πού διακρίνει σήμερα πολλούς ἀνθρώπους, καί κυρίως τούς νέους, οἱ ὁποῖοι, βέβαια, σέ κάθε ἐποχή, διακρίνονται γιά τήν ἀνδρεία τους. Καί τό θράσος, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, εἶναι ἡ ὑπερβολή τῆς ἀνδρείας, ἐνῶ ἀντιθέτως ἡ ἔλλειψή της εἶναι ἡ δειλία. Γι’ αὐτήν τήν ὑπερβολή τῆς ἀνδρείας, ἤτοι τό θράσος, πού διακρίνει τούς νέους ἀνθρώπους, σίγουρα τήν εὐθύνη ἔχουμε οἱ μεγαλύτεροι. Γι’ αὐτό, δυστυχῶς, θά πρέπει νά ἀναζητήσουμε τρόπους ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν, πού δέν ὁδηγοῦν στήν ἀπόκτηση θράσους, ἀλλά ἐμπνέουν τήν ἀνδρεία, στήν ἀληθινή της διάσταση χωρίς ἔλλειψη καί χωρίς ὑπερβολή, καθώς ἐπίσης καί τό φιλότιμο, τήν εὐγένεια καί τόν σεβασμό.
Στίς ἡμέρες μας, δυστυχῶς, ἡ ἀντικοινωνική συμπεριφορά, ἡ ἔλλειψη σεβασμοῦ σέ πρόσωπα καί θεσμούς, ἡ ἀγένεια καί τό θράσος ἔχουν λάβει ἀνησυχητικές διαστάσεις. Ἰδιαίτερα τό θράσος εἶναι αὐτό πού διακρίνει σήμερα πολλούς ἀνθρώπους, καί κυρίως τούς νέους, οἱ ὁποῖοι, βέβαια, σέ κάθε ἐποχή, διακρίνονται γιά τήν ἀνδρεία τους. Καί τό θράσος, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, εἶναι ἡ ὑπερβολή τῆς ἀνδρείας, ἐνῶ ἀντιθέτως ἡ ἔλλειψή της εἶναι ἡ δειλία. Γι’ αὐτήν τήν ὑπερβολή τῆς ἀνδρείας, ἤτοι τό θράσος, πού διακρίνει τούς νέους ἀνθρώπους, σίγουρα τήν εὐθύνη ἔχουμε οἱ μεγαλύτεροι. Γι’ αὐτό, δυστυχῶς, θά πρέπει νά ἀναζητήσουμε τρόπους ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν, πού δέν ὁδηγοῦν στήν ἀπόκτηση θράσους, ἀλλά ἐμπνέουν τήν ἀνδρεία, στήν ἀληθινή της διάσταση χωρίς ἔλλειψη καί χωρίς ὑπερβολή, καθώς ἐπίσης καί τό φιλότιμο, τήν εὐγένεια καί τόν σεβασμό.
Ὅμως, σήμερα, ἡ νοοτροπία πού ὑπάρχει μέσα στήν οἰκογένεια καί τήν κοινωνία ἐκτρέφει καί αὐξάνει τό θράσος, πού ἀποτελεῖ ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα προβλήματα τά ὁποῖα ἀντιμετωπίζουν ὅσοι ἔχουν ἐπωμισθῆ τό βαρύ ἔργο τῆς διαπαιδαγωγήσεως τῶν παιδιῶν καί τῶν νέων. Βέβαια, τά παιδιά ἦταν πάντοτε ζωηρά, ὅλες τίς ἐποχές, ἀλλά στήν συντριπτική πλειοψηφία τους δέν εἶχαν θράσος, ἀλλά συστολή καί σεβασμό. Πρίν ἀπό μερικές δεκαετίες ἦταν ἀδιανόητο γιά κάποιο παιδί νά ἀντιμιλᾶ καί νά ἀπευθύνη σέ μεγαλυτέρους του ἐκφράσεις τοῦ τύπου, «ἐγώ κάνω ὅ,τι θέλω καί δέν μπορεῖς νά μοῦ κάνης τίποτε· τί μπορεῖς ἐσύ νά μοῦ κάνης; Θά μέ δείρης; Ἄντε δεῖρε με ἄν μπορεῖς», ἀλλά καί μερικά ἄλλα λόγια, τά ὁποῖα δέν λέγονται καί δέν γράφονται. Καί ἄν τυχόν παλαιότερα συνέβαινε κάτι παρόμοιο, σίγουρα ἀποτελοῦσε ἐξαίρεση. Τό πρόβλημα αὐτό θά πρέπει νά ἐξετασθῆ σοβαρά καί νά ἀναζητηθοῦν τρόποι θεραπείας. Πάντως, τά παιδιά ὅταν εἶναι μπολιασμένα μέ τήν ἀγάπη στόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο, καί ποτισμένα μέ τό ρωμαίϊκο φιλότιμο, τότε εἶναι ἰσορροπημένα ὡς πρός τήν ἀνδρεία. Καί σίγουρα δέν φθάνουν στήν ὑπερβολή της, πού εἶναι τό θράσος, ἀλλά οὔτε καί τήν κατέχουν σέ ἐλλειμματική μορφή, μέ ἀποτέλεσμα νά ἔχουν δειλία.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μέ τόν τρόπο ζωῆς πού διδάσκει, ἐμπνέει στά παιδιά τό φιλότιμο, τόν σεβασμό καί τήν ἀγάπη, καθώς ἐπίσης και τήν ἀνδρεία στήν αὐθεντική της μορφή, χωρίς ἔλλειψη καί χωρίς ὑπερβολή.
ΠΗΓΗ.ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΙΣ