Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2015

Ο ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΞΕΝΙΑΣ ΑΓ.ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΗΣ-ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΣΜΟΛΕΝΣΚΙ



site analysis



Αυτόν τον πρώτο Μακαρισμό της επί του Όρους ομιλίας του Κυρίου μας “Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών” μπορούμε να τον αποδώσουμε πλήρως στην ευλογημένη δούλη του Θεού Ξένη, την δια Χριστόν σαλή. Ανήκε σ’ αυτούς που είναι “πτωχοί τω πνεύματι” και τα σαράντα πέντε χρόνια της ασκητικής της ζωής δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια απόκτηση του Αγίου Πνεύματος και μία καθίδρυση της Βασιλείας των ουρανών στην καρδιά της.
9340
“Εις το όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος”. Εδώ αναπαύεται το σώμα της δούλης του Θεού, Ξένης Γκριγκόριεβνα, συζύγου του αυτοκρατορικού πρωτοψάλτου, συνταγματάρχου Ανδρέα Φεοντόροβιτς Πετρώφ. Χήρα σε ηλικία 26 ετών, μία προσκυνήτρια για 45 χρόνια, έζησε 71 χρόνια. Ήταν γνωστή με το όνομα Ανδρέα Φεοντόροβιτς”.
Αυτά γράφονται στο λακωνικό επιτύμβιο πάνω στον τάφο της μακαρίας Ξένης, γραμμένα από ένα άγνωστο πρόσωπο. Καμμιά λαϊκή διήγηση, καμμιά ανάμνηση ανθρώπων, ούτε γραπτές πηγές δεν μας προμηθεύουν πληροφορίες σχετικά με τους γονείς της, την ανατροφή της, την παιδεία της ή άλλη κοινωνική δραστηριότητα. Όμως μπορούμε να υποθέσουμε ότι η Ξένη Γκριγκόριεβνα δεν ήταν από χαμηλή οικογένεια. Ο σύζυγός της Ανδρέας Φεοντόροβιτς είχε τον βαθμό του συνταγματάρχου και ήταν πρωτοψάλτης στην βασιλική αυλή. Η θέση αυτή ήταν μια πολύ υψηλή κοινωνική θέση και έδινε δόξα και υλική απολαβή.

mormint sf xenia

Ήταν νέοι. Είχαν αγάπη μεταξύ τους. Υπηρέτησαν και οι δύο στην βασιλική αυλή, έκαναν το γάμο τους, καλούσαν φιλοξενουμένους στο σπίτι τους και αυτοί οι ίδιοι πήγαιναν ως φιλοξενούμενοι σε άλλα σπίτια. Αυτά οι άνθρωποι τα ονομάζουν “καλή τύχη” και φαινόταν ότι τίποτε στο ανδρόγυνο αυτό, τον Ανδρέα και την Ξένη, δεν θα έδινε τέλος σ’ αυτή τους τη χαρά. Αλλά ξαφνικά ένα φοβερό χτύπημα, σαν κεραυνός εν αιθρία, ο αναπάντεχος θάνατος του αγαπημένου συζύγου, κεραυνοβόλησε την Ξένη Γκριγκόριεβνα. Τόσο πολύ καταβλήθηκε αυτή από θλίψη για τον θάνατο του συζύγου της, ώστε στους πολλούς φαινόταν ότι έχασε τα λογικά της. Έτσι νόμισαν οι συγγενείς της, οι φίλοι της και οι γνωστοί της.

0_39362_2ce72455_L
kcen-008


Πραγματικά η συμπεριφορά της Ξένης μετά το θάνατο του συζύγου της ήταν πολύ περίεργη. Κατά πρώτον άρχισε να βεβαιώνη όλους όσους την περιτριγύριζαν ότι ο σύζυγός της δεν πέθανε, αλλά ότι πέθανε αυτή. Φόρεσε τα ρούχα του νεκρού συζύγου της και άρχισε να ονομάζη τον εαυτό της Ανδρέα Φεοντόροβιτς.

kcen-017

Οι συγγενείς της την θεώρησαν περισσότερο για παράφρονα , όταν αυτή άρχισε να μοιράζη την περιουσία της στους φτωχούς και όταν έδωσε το σπίτι της στην Παρασκεύα Ατόνοβα. Οι ενδιαφερόμενοι για την περιουσία της συγγενείς της στράφηκαν στις αρχές και ζήτησαν από αυτές να λάβουν μέτρα εναντίον μιας τέτοιας διάθεσης της κληρονομιάς της από αυτήν. Μετά από αυτήν την αναφορά των συγγενών οι αρχές την κάλεσαν και αφού συζήτησαν μαζί της, συμπέραναν ότι ήταν πολύ καλά στα λογικά της και είχε επομένως κάθε δικαίωμα να κάνη ό,τι ήθελε την περιουσία της.

SAM_46331

Τί συνέβηκε πράγματι με την Ξένη Γκριγκόριεβνα; Ασφαλώς συνέβηκε μέσα της μια πλήρης πνευματική αντιστροφή, πού, κατά τα ίδια της τα λόγια, η Ξένη Γκριγκόριεβνα Πέτροβα είχε πεθάνει!…Βάζοντας τα ρούχα του συζύγου της και παίρνοντας το όνομά του ήταν , κατά τη γνώμη της, σαν να παρατεινόταν η δική του ζωή στο πρόσωπό της για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες του με τη δική της αφιερωμένη στο Θεό ζωή. Τώρα αυτή παρουσίαζε τον εαυτό της στον κόσμο με την πιο δύσκολη υπηρεσία του Θεού ως “κατά Χριστόν τρελλή”.

agalma ag xenia

Ο άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης λέγει: “Υπάρχει μια αληθινή, πραγματική ζωή και μια φαινομενική, ψεύτικη ζωή. Το να ζης για να τρως, να πίνης, να ντύνεσαι, για να απολαμβάνης και να γίνεσαι πλούσιος, το να ζης γενικά για εγκόσμιες χαρές και φροντίδες, αυτό είναι μια φαντασία. Το να ζης όμως για να ευχαριστής τον Θεό και τους άλλους, για να προσεύχεσαι και να εργάζεσαι με κάθε τρόπο για την σωτηρία των ψυχών τους, αυτή είναι πραγματική ζωή. Ο πρώτος τρόπος ζωής είναι ακατάπαυστος πνευματικός θάνατος. Ο δεύτερος είναι ακατάπαυστη ζωή του πνεύματος.”(Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης, Περί της εγκοσμίου ζωής) .
Από αυτό βλέπουμε ότι το “χτύπημα” που “χτύπησε” την δούλη του Θεού Ξένη ήταν μια ώθηση από την μη πραγματική ζωή στην ζωή του Πνεύματος.

8_1

Η μακαρία Ξένη, που ήταν πλούσια πρώτα έζησε τώρα μια φτωχική, πολύ φτωχική ζωή. Δεν είχε πραγματικά που να κλίνη την κεφαλή της. Για σκέπη της είχε τον μελαγχολικό βροχερό ουρανό της αγίας Πετρούπολης, ενώ για κρεβάτι της είχε το υγρό γυμνό έδαφος. Περνούσε τις νύχτες της προσευχόμενη γονατισμένη στο γυμνό έδαφος των χωραφιών. Αυτό το μαρτυρούσαν η αστυνομία και οι κάτοικοι, που την ανακάλυψαν, γιατί είχαν την περιέργεια να μάθουν που εξαφανιζόταν τις νύχτες. Κάποτε κάποιος αστυνομικός την παρακολούθησε και την είδε να κλίνη τα γόνατά της σ’ ένα ανοιχτό χωράφι και να προσεύχεται. Άρχισε να προσεύχεται από το βράδυ και δεν σηκώθηκε μέχρι το πρωΐ. Κατά τη διάρκεια των προσευχών της έκανε μετάνοιες σε όλες τις διευθύνσεις προσευχόμενη για όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς.

e2e5671daa8955bb08c0fff3bc5aa936

Κατά την ημέρα συνήθως γύριζε γύρω στους δρόμους της αγίας Πετρούπολης. Τα κουρελιασμένα ρούχα της δύσκολα την σκέπαζαν- μια κόκκινη φούστα και μια πράσινη ζακέτα. Στα πόδια της είχε χαλασμένα παπούτσια και γύρω από το κεφάλι της είχε δεμένο ένα παλιό μαντήλι. Ακόμα και κατά τον βαρύ χειμώνα δεν φορούσε ζεστά ρούχα και παπούτσια, αν και η καλωσύνη του λαού της πρόσφερε πολλά απ’ αυτά. Σε όλες τις περιόδους του έτους την έβλεπαν ντυμένη στα ίδια κουρέλια. Το κρύο στην αγία Πετρούπολη ήταν δυνατό και διαπερνούσε τα κόκκαλα. Αλλά η Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που χύνεται με αφθονία στους αγίους του Θεού, τους έκανε να νικούν τους νόμους της φύσεως. Αυτή η Χάρη του Αγίου Πνεύματος έδινε ζεστασιά και δύναμη στη μακαρία Ξένη.Όλοι αγαπούσαν αυτήν την ήσυχη, την ήρεμη, την ταπεινή και την ευγενική δούλη του Θεού Ξένη. Πολλοί την λυπούνταν και της έδιναν ελεημοσύνη, αλλά αυτή δεν την έπαιρνε. Εάν δεχόταν κανένα μικρό κέρμα, αμέσως το έδινε σε κάποιον φτωχό ζητιάνο.
Όταν κτιζόταν μια Εκκλησία στο νεκροταφείο Σμόλενσκ, τη νύχτα η μακαρία Ξένη έσερνε λίθους με τα αδύνατα χέρια της ως την κορυφή των τοίχων του οικοδομήματος. Με αυτό που έκανε έγραφε το όνομά της για πάντα στο βιβλίο των μνημοσύνων με την δέηση “υπέρ των μακαρίων και αειμνήστων κτητόρων του αγίου οίκου τούτου”. Οι κτίστες παραξενεύονταν βλέποντας τους λίθους στην κορυφή. “Από που βρίσκονται αυτοί οι σωροί των λίθων κάθε πρωΐ;” έλεγαν. Αλλά κατάλαβαν έπειτα ότι βοηθός τους ήταν η μακαρία Ξένη.

kseniapravmir.ru

Αυτά που γράψαμε μέχρι τώρα γι’ αυτούς τους κόπους και τους αγώνες της μακαρίας Ξένης τα γνωρίζουμε από το συναξάριο του λαού. Πόσα όμως άλλα άγνωστα για μας θα υπάρχουν γι’ αυτή τη θαυμαστή οσία, που είναι όμως γνωστά μόνο στο Θεό;
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είπε: “Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι” (Μάρκ.8,34). Με ταπείνωση, με υπομονή και χαρά η μακαρία Ξένη σήκωσε με προθυμία και αυταπάρνηση τον σταυρό της πνευματικής πενίας και αντί να σκέπτεται το δικό της συμφέρον έκλεισε στην καρδιά της όλους τους “γείτονές” της με τις δυστυχίες τους, τις ανάγκες τους, τις φροντίδες και τις λύπες τους. “Γείτονές” της, εικονικώς ομιλούντες, ήταν όλοι οι κάτοικοι της αγίας Πετρούπολης.

Комаров Николай. Ксения Петербургская

Η μακαρία Ξένη, όταν περπατούσε στον δρόμο, από όλες τις μεριές, από όλα τα αμάξια που περνούσαν άκουγε να φωνάζουν: “Ανδρέα Φεοντόροβιτς, σταμάτα. Θέλω να σε πάρω στο αμάξι μου έστω και για λίγα βήματα”. Και όταν έμπαινε σε κάποιο αυτοκίνητο, το εισόδημα του αυτοκινήτου αυτού την ημέρα εκείνη ήταν πολύ μεγάλο. Η μακαρία Ξένη προτιμούσε να κάθεται σε αυτοκίνητα ανθρώπων που είχαν ανάγκη βοηθείας. Εάν μιλούσε με κανέναν που ήταν στενοχωρημένος, αμέσως αυτός καταπραϋνόταν και του ερχόταν μια θαυματουργική βοήθεια. Όταν θώπευε ένα άρρωστο παιδάκι, αμέσως αυτό γινόταν καλά. Οι έμποροι την παρακαλούσαν να πάρη κάτι ως δώρο ή τουλάχιστον να μπη στο κατάστημά τους. Ήξεραν ότι εκείνη τη μέρα οι δουλειές τους θα πήγαιναν πολύ καλά και τα κέρδη τους θα ήταν πολλά.
Η μακαρία Ξένη έλαβε από τον Θεό και το προορατικό χάρισμα. Κάποτε, το έτος 1764, ταράχτηκε πολύ και ξέσπαγε κάθε μέρα σε δάκρυα. Οι άνθρωποι την ρωτούσαν την αιτία που κλαίει και αυτή απαντούσε: “Αίμα, αίμα, αυλάκι από αίμα!”. Τότε όλοι ήταν ανήσυχοι για το τί άραγε θα συνέβαινε. Αλλά τρεις εβδομάδες αργότερα οι πολίτες της αγίας Πετρούπολης έμαθαν τί εσήμαιναν τα λόγια της. Από την ρωσική ιστορία γνωρίζουμε ότι η προσπάθεια του αξιωματικού Μίροβιτς να ελευθερώση τον αιχμάλωτο βασιλέα Ιβάν Αντώνοβιτς, που ήταν φυλακισμένος στο φρούριο Schlusselburg, απέτυχε και ο Ιβάν Αντώνοβιτς φονεύθηκε.

images
Ο ΤΑΦΟΣ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΞΕΝΙΑΣ
Στις 24 Δεκεμβρίου 1761, την παραμονή της Γεννήσεως του Χριστού, η μακαρία Ξένη περιερχόταν τους δρόμους της πρωτεύουσας και έλεγε στον καθένα να κάνη τηγανίτες. Την επομένη μέρα ακούστηκε το φοβερό νέο: η αυτοκράτειρα Ελισάβετ Πέτροβα πέθανε ξαφνικά. Οι τηγανίτες θα ήταν για την αγρυπνία, που η προικισμένη με το προορατικό χάρισμα οσία Ξένη προφήτευσε. Τέτοιες περιπτώσεις που εκδηλωνόταν το προορατικό χάρισμά της και περιπτώσεις βοηθειών που πρόσφερε στον λαό με το χάρισμά της αυτό, έχουμε πολλές.
Ο αγώνας των δια Χριστόν σαλών ήταν δύσκολος. Οι άγιοι μοναστικοί πατέρες και ασκητές έφυγαν από τους πειρασμούς αυτού του κόσμου στην έρημο και στα δάση και έλαβαν την αμοιβή των κόπων τους στους ουρανούς και το φωτοστέφανο της αγιότητάς τους στη γή. Όμως οι μακάριοι δια Χριστόν σαλοί δεν άφησαν τον κόσμο και με την εμφάνιση της σαλότητας έκρυβαν τους πνευματικούς αγώνες, μη θέλοντες να παρουσιάσουν τους εαυτούς τους ως δίκαιους ανθρώπους, αλλά ως τρελλούς.

3

Η δούλη του Θεού Ξένη είδε καθαρά την δυσκολία αυτού του αγώνα των κατά Χριστόν σαλών και για να προετοιμάση πνευματικώς την ψυχή της, εξαφανίστηκε από την αγία Πετρούπολη για οκτώ χρόνια. Πρέπει να υποθέσουμε ότι αυτό ήταν το πρώτο στάδιο της επί σαράντα πέντε χρόνια αφιερώσεώς της. Ο πρώην Αρχιεπίσκοπος Ανδρέας είχε αξιόπιστη πληροφορία ότι η μακαρία Ξένη για την πνευματική της τελείωση εδαπάνησε αυτά τα χρόνια μεταξύ των Στάρετς προετοιμάζοντας τον εαυτό της για τον δύσκολο αγώνα των δια Χριστόν σαλών και ήταν κάτω από την πνευματική τους καθοδήγηση.
Πού ήταν οι Στάρετς; Ίσως ήταν στο Hermitage ή σ’ ένα από τα μοναστήρια που αυτόν τον καιρό είχαν Στάρετς, μαθητές του Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ. Ύστερα από οχτώ χρόνια πάλι ξαναγύρισε στην πατρίδα της, την αγία Πετρούπολη, και δεν την ξανάφησε στα άλλα τριάντα επτά χρόνια της ζωής της σ’ αυτόν τον κόσμο.
Ήρθε τέλος η στιγμή που έληξαν οι αγώνες της. Η μακαρία Ξένη εγκατέλειψε τον πρόσκαιρο κόσμο και εισήλθε στον αιώνιο. Υποθέτουν ότι αναπαύθηκε μεταξύ των ετών 1806 και 1814. Δεν υπάρχει ακριβής πληροφορία σχετικά με αυτόν τον χρόνο και είναι αδύνατο να καθορίσουμε ακριβώς την χρονολογία του θανάτου της. Γνωρίζοντας την αγάπη και τον σεβασμό με τον οποίο την περιέβαλε ο κόσμος μπορούμε να υποθέσουμε με βεβαιότητα ότι η κηδεία της είχε μεγάλη επισημότητα και ότι πολύς κόσμος θα συγκεντρώθηκε, για να της δώση τον τελευταίο χαιρετισμό.

f9ad91d37b38e6bad0a060f0a09

Αμέσως μετά την κηδεία της οι θαυμαστές άρχισαν να παίρνουν χούφτες χώμα από τον τάφο της. Ο αριθμός των προσκυνητών αύξανε κάθε μέρα. Ο σωρός του χώματος στον τάφο της συνέχεια ελαττωνόταν. Τελικά τοποθετήθηκε στον τάφο της μια πέτρινη πλάκα, αλλά και αυτήν την έσπαζαν κομμάτια και την αφαιρούσαν. Τελικά τοποθετήθηκε πάνω στον τάφο της μια πλάκα από γρανίτη με την επιγραφή που είπαμε στην αρχή και έπειτα χτίστηκε στον τάφο της ένα εκκλησάκι με τις προσφορές των πιστών. Πολλοί πιστοί άρχισαν να γράφουν στους τοίχους του ναϋδρίου διάφορα αιτήματα, ώστε αναγκάστηκαν να τον χρωματίσουν. Οι ιερείς έκαναν παννυχίδες στο ναό από νωρίς το βράδυ μέχρι αργά το πρωΐ.
Τα χέρια των αθεϊστών δεν σεβάστηκαν τον τόπο της αναπαύσεως της αγίας. Γι’ αυτό τα παράθυρα ήταν κλειστά με σανίδες και η είσοδος ήταν κλειστή, αλλά ο δρόμος προς το νεκροταφείο Σμόλενσκ ήταν πάντοτε ανοιχτός. Νέοι και γέροι πήγαιναν στο παρεκκλήσιο, ψιθύριζαν τα αιτήματά τους για βοήθεια και έσκυβαν στο έδαφος κοντά στον τάφο.
Και η μακαρία Ξένια τους βοηθούσε όλους.
(Αναδημοσίευση από το περιοδικό “Ορθόδοξη Ζωή”, Μάρτιος 1981)

Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2015

Aγία Μπριγκίτα η Θαυματουργός, η μεγάλη πνευματική μητέρα της ορθόδοξης Ιρλανδίας







Συλλογή άρθρων για την αγία Μπριγκίτα, που γιορτάζει 1 του Φλεβάρη  Προέρχεται από το ιστολόγιο Ορθοδοξία, που προσφέρει - μεταξύ άλλων - πολλά στοιχεία ιδιαίτερα για τους αρχαίους αγίους της Βρετανίας και άλλων δυτικών χωρών. Ας έχουμε την ευχή τους.

Οι μεταφράσεις των αγγλικών κειμένων έγιναν από τον αδελφό, το διαχειριστή του ιστολογίου. 



  
Από την ζωή της αγίας Brigid (Μπριγκίττα) της Ιρλανδίας



  
Το βιβλίο του Lismore περιέχει αυτή την ιστορία:
Η  Brigid και άλλες παρθένες μαζί της πήγαν να πάρουν το μοναχικό σχήμα από τον Επίσκοπο Mel στην περιοχή Telcha Mide. Εκείνος χάρηκε πολύ που τις είδε. Από ταπεινοφροσύνη η Brigid έμεινε πίσω ώστε να είναι η τελευταία που θα της δοθεί το μοναχικό σχήμα. Μια λαμπερή στήλη φωτός φάνηκε να βγαίνει από το κεφάλι της μέχρι το ταβάνι της Εκκλησίας. Τότε ο Επίσκοπος  Mel είπε: «Πλησίασε, αγία Brigid, ώστε το μοναχικό σχήμα να σου δοθεί πριν από τις άλλες παρθένες.»  Και τότε με την χάρη του Αγίου Πνεύματος, οι κανόνες με τους οποίους χειροτονούταν κάποιος Επίσκοπος διαβάστηκαν μπροστά στην αγία Brigid. Ο Macaille είπε πως το αξίωμα του επισκόπου δεν μπορούσε να δοθεί σε γυναίκα. Ο Επίσκοπος Mel απάντησε: «Δεν έχω εξουσία πάνω σε αυτό το ζήτημα. Αυτό το αξίωμα δόθηκε από τον Θεό στην Brigid, ξεχωριστά από όλες τις άλλες γυναίκες». Από τότε και μετά οι άνδρες της Ιρλανδίας έδιναν τιμές επισκόπου στους διαδόχους της Brigid. 

Το ποιο πιθανό είναι πως αυτή η ιστορία μας φανερώνει πως το αρχιεπισκοπικό σύστημα της Ρώμης ήταν άγνωστο στην Ιρλανδία. Τα μοναστήρια ήταν το κέντρο της Χριστιανικής ζωής στην παλιά Εκκλησία της Ιρλανδίας. Παρόλα αυτά, οι ηγούμενοι και οι ηγουμένες μπορούσαν να έχουν κάποια αξιώματα ίδια με αυτά που είχαν οι Επίσκοποι. Στοιχεία για αυτό φανερώνονται στις συνόδους και στα συμβούλια, όπως σε αυτή του  Whitby, η οποία διοικούταν από την αγία  Hilda. Πολλές φορές οι γυναίκες διοικούσαν διπλά μοναστήρια στα οποία ηγουμένευαν και σε άντρες και σε γυναίκες. Η Brigid σαν διαπρεπής ηγουμένη, ίσως πραγματοποιούσε κάποιες λειτουργίες ενός επισκόπου, όπως το να κηρύττει, να ακούει εξομολογήσεις (χωρίς να έχει το δικαίωμα να δώσει άφεση αμαρτιών) και να καθοδηγεί τους γειτονικούς της Χριστιανούς. 
Αφού ξεκίνησε μια ζωή σαν αναχωρήτρια, η αγιοσύνη της προσέλκυσε πολλούς άλλους. Όταν ήταν γύρω στα 18, εγκαταστάθηκε με άλλα εφτά κορίτσια που είχαν τις ίδιες ιδέες με αυτήν κοντά στον λόφο Croghan προκειμένου να αφιερώσει τον εαυτό της στην υπηρεσία του Θεού. Γύρω στο  468 ακολούθησε τον άγιο  Mel στο  Meath.
Υπάρχουν λίγες αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με το κοινόβιο που ίδρυσε γύρω στο 470 στο Kildare (αρχικό όνομα Cill-Daire ή εκκλησία της βελανιδιάς), το πρώτο κοινόβιο στην Ιρλανδία και για τους κανόνες που ακολουθούσαν εκεί. Μέσα στο ιερό της εκκλησίας έκαιγε συνέχεια μια φλόγα. Ο Gerald της Ουαλίας (13ος αιώνας) σημειώνει πως η φλόγα διατηρούταν συνεχώς αναμμένη από 20 μοναχές του κοινοβίου. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι το 1220 όταν την σβήσανε. Ο Gerald σημειώνει πως η φωτιά περικυκλωνόταν από ένα κύκλο με θάμνους μέσα στον οποίο δεν επιτρεπόταν να μπει κανένας άντρας.
 
Γενικά πιστεύεται πως ήταν ένα διπλό μοναστήρι, στο οποίο έμεναν άντρες και γυναίκες, κάτι συνηθισμένο στην γη των Κελτών, το οποίο συχνά μετέφεραν οι Ιρλανδοί και στα περίχωρα. Είναι πιθανόν να ηγουμένευε και στις δύο κοινότητες. Εγκατέστησε σχολεία εκεί για γυναίκες και για άντρες. Μια άλλη πηγή λέει πως έβαλε έναν επίσκοπο εκεί ονόματι    Conlaeth, παρότι το Βατικανό καταγράφει πως η επισκοπή του Kildare χρονολογείτε από το 519 και έπειτα. 
Ο Cogitosus, ένας μοναχός του Kildare τον 8ο αιώνα, ανέπτυξε περισσότερο τον βίο της αγίας Brigid και τον μετέφρασε σε καλά Λατινικά. Αυτό το έργο είναι γνωστό σαν «Η δεύτερη ζωή», και είναι ένα εξαιρετικό δήγμα Ιρλανδικής λογοτεχνίας στα μέσα του 8ου αιώνα. Πιθανόν το ποιο ενδιαφέρον στο έργο του  Cogitosus είναι η περιγραφή του Καθεδρικού του Kildare εκείνον τον καιρό: «Solo spatioso et in altum minaci proceritate porruta ac decorata pictis tabulis, tria intrinsecus habens oratoria ampla, et divisa parietibus tabulates» που σημαίνει «το τέμπλο ήταν φτιαγμένο από ξύλινα σανίδια, πλουσιοπάροχα διακοσμημένο και με όμορφα διακοσμημένες κουρτίνες.» 
Πιθανόν ο γνωστός Κυλινδρικός Πύργος του  Kildare να χρονολογείτε γύρω στον 6ο αιώνα.
 



Ακόμη και σαν παιδί η Brigid έδειχνε ιδιαίτερη αγάπη για τους φτωχούς. Όταν η μητέρα της την έστειλε να μαζέψει βούτυρο, το μοίρασε όλο. Η γενναιοδωρία της σαν ενήλικη ήταν ιστορική. Έχει καταγραφεί πως αν έδινε ένα ποτήρι νερό σε έναν διψασμένο άγνωστο, το υγρό άλλαζε και γινόταν γάλα. Όταν έστειλε κάποτε ένα βαρέλι με μπύρα σε μια Χριστιανική κοινότητα, η μπύρα έφτασε για 17 επιπλέον άτομα (ενώ το περιεχόμενο ήταν για λιγότερα). Πολλές από τις ιστορίες για αυτήν την σχετίζουν με πολλαπλασιασμούς φαγητού, μια από αυτές μας λέει πως μετέτρεψε το νερό που προοριζόταν για το μπάνιο της σε μπύρα προκειμένου να ικανοποιήσει τη δίψα ενός κληρικού που ήρθε απροειδοποίητα.  Ακόμη και οι αγελάδες της έδιναν γάλα τρεις φορές την ίδια ημέρα για να έχουν γάλα για κάποιους επισκόπους που τους επισκέφτηκαν. 
Η Brigid έβλεπε τις ανάγκες του σώματος και τις ανάγκες του πνεύματος μαζί. Αφοσιωνόταν στο να βελτιώσει τις πνευματικές καθώς και τις υλικές ζωές εκείνων που ήταν γύρω της, η  Brigid έκανε το μοναστήρι της έναν αξιοσημείωτο οίκο μόρφωσης που περιελάμβανε ένα σχολείο τεχνών. Τα φωτισμένα χειρόγραφα που φτιάχνονταν εκεί ήταν ξακουστά, ειδικά το βιβλίο του Kildare, το οποίο ήταν γνωστό σαν ένα από τα ομορφότερα από όλα τα φωτισμένα Ιρλανδικά χειρόγραφα πριν από την εξαφάνιση του τρεις αιώνες πριν.    
Κάποτε κοιμήθηκε κατά την διάρκεια μιας λειτουργίας του αγίου Πατρικίου*, όμως ο αγαθός άγιος την συγχώρεσε. Είχε ονειρευτεί, του είπε, μια γη που ήταν όλη οργωμένη και πλατιά και σπορείς με λευκά ρούχα έσπερναν καλό σπόρο. Έπειτα ήρθαν άλλοι ντυμένοι με μαύρα, οι οποίοι όργωσαν τον καλό σπόρο και έσπειραν ζιζάνια στη θέση του. Ο Πατρίκιος της είπε πως θα συμβεί το εξής: «Διδάσκαλοι με λανθασμένη διδασκαλία θα έρχονταν στην Ιρλανδία και θα ξερίζωναν όλη την καλή δουλειά που είχαν κάνει». Αυτό στενοχώρησε την Brigid,  όμως διπλασίασε τις προσπάθειες της, διδάσκοντας τους ανθρώπους να προσεύχονται και να δοξάζουν τον Θεό και λέγοντας τους πως η φωτιά πάνω στο ιερό ήταν ένα σύμβολο της λάμψης του Ευαγγελίου στην καρδιά της Ιρλανδίας και δεν πρέπει ποτέ να σβήσει. 
*Σύμφωνα με την παράδοση ο άγιος Πατρίκιος βάπτισε την αγία Brigid και ήταν δάσκαλος της.

Αγγλικό κείμενο εδώ (αυτό που έχουμε παραπάνω). Μετάφραση του ιστολογίου "Ορθοδοξία". 






Η επιρροή της αγίας Brigit στους νέους ανθρώπους ήταν απεριόριστη, καθώς η πραότητα της έδινε δεκαπλάσια δύναμη στα λόγια της. Κάποτε, βλέποντας έναν νεαρό άντρα, έναν μαθητή του διπλανού σχολείου, να τρέχει με πολύ φόρα και με απρεπή τρόπο μπροστά σε κάποιες από τις μοναχές της, πήγε κοντά του και τον ρώτησε γιατί τρέχει με τόση βιασύνη. Εκείνος αποκρίθηκε απερίσκεπτα και με κάποιον αστεϊσμό πως έτρεχε προς τον Παράδεισο. Σε αυτό του απάντησε με ηρεμία: «Προσεύχομαι στο Θεό, αγαπητέ γιε μου, να ήμουν άξια να τρέξω μαζί σου σήμερα στο ίδιο μέρος. Σε ικετεύω να προσευχηθείς για εμένα για να με βοηθήσεις να φτάσω εκεί».



Και όταν εκείνος άκουσε αυτά τα λόγια και κοίταξε το σοβαρό καλοσυνάτο πρόσωπο της, συγκινήθηκε πολύ και της είπε με δάκρυα στα μάτια του πως σίγουρα θα προσευχόταν για εκείνη και για πολλούς άλλους και την ικέτευσε να προσφέρει τις προσευχές της για αυτόν ώστε να μπορέσει να συνεχίσει το ταξίδι του σταθερά προς τον Παράδεισο και να φτάσει τελικά εκεί.  Αυτός ο νέος άντρας, το όνομα του οποίου ήταν Ninnius, έγινε έπειτα ένας από τους ποιο τιμημένους Ιρλανδούς αγίους.
Αγγλικό κείμενο http://www.saintbrigit.org/lifeofstbrigit3.html
   
Μέρος δ΄ (αγγλική πηγή εδώ)



Γεμάτη από ουράνια έμπνευση, επιθύμησε να αφιερώσει τον εαυτό της σαν μια αγνή παρθένα στον Θεό και αναζήτησε τον ποιο άγιο επίσκοπο τον  Macc Caille. Βλέποντας εκείνος την ουράνια επιθυμία της και την μετριοφροσύνη της και την μεγάλη της αγάπη για την ελεημοσύνη, τοποθέτησε ένα λευκό πέπλο και ένα ολόλευκο και καθαρό φόρεμα επάνω στην αγία κεφαλή της (το μοναχικό ένδυμα των Κελτών αναφέρεται σε διάφορες πηγές πως είχε λευκό χρώμα). 
Ένα ποίημα για την αγία Brigid (Μπριγκίτα) της Ιρλανδίας (από εδώ)
  
Ένα υπέροχο ποίημα αφιερωμένο στην αγία Brigid μας λέει για τα πράγματα τα οποία επιθυμούσε περισσότερο. Εάν δεν έχει γραφτεί από την ίδια την αγία, τότε σίγουρα έχει γραφτεί από κάποιον που την αγαπούσε και γνώριζε πολύ καλά την αγαθή φύση της: 
Θα ευχόμουν μια μεγάλη λίμνη από ζύθο για τον Βασιλέα των Βασιλέων.
Θα ευχόμουν η οικογένεια του Παραδείσου να πίνει αιώνια.
Θα ευχόμουν οι άνθρωποι του Παραδείσου να επισκέπτονταν το σπίτι μου.
Θα ευχόμουν να τους δοθούν δοχεία γεμάτα γαλήνη.
Θα ευχόμουν να χαίρονται καθώς θα πίνουν.
Θα ευχόμουν ο Ιησούς να ήταν εδώ ανάμεσα τους.
Θα ευχόμουν οι τρεις Μαρίες να ήταν εδώ.
Θα ευχόμουν οι άνθρωποι του Παραδείσου από κάθε μεριά να ήταν εδώ.
Θα ευχόμουν να ήμουν σε ένα σπίτι που θα ανήκε στον Χριστό και να πλήρωνα σε αυτόν την διαμονή μου, έτσι όταν θα είχα κάποιο πρόβλημα θα μου έδινε μια καλή ευλογία. 
Λέγεται πως ο Κύριος πρόσφερε στην Brigid οτιδήποτε ζητούσε και εκείνο που επιθυμούσε ήταν πάντα το ίδιο «να ικανοποιήσει τους φτωχούς, να εκδιώξει κάθε κακουχία και να σώσει κάθε θλιμμένο άνθρωπο». Φαίνεται πως στην αγάπη της για τους άλλους η αγία Brigid πραγματικά ξεχνούσε τον εαυτό της και άφηνε την αγάπη και την πρόνοια του Θεού να την συντηρεί. 
Ένα εικονοστάσι της αγίας Brigit (Μπριγκίτα) της Ιρλανδίας (από εδώ) 



Εικόνα της αγίας Brigit:
 

 
Εικονοστάσι με τον αχυρένιο σταυρό της αγίας Brigit:
 
Ένα Ορθόδοξο βιβλίο για παιδιά με τον βίο της αγίας Brigit:

  
  
Κελτική ευλογία για την φωτιά τη νύχτα - Σχετικά με την αποτροπή της πυρκαγιάς και τον σταυρό της αγίας Μπρίγκιτ (από εδώ)



  
Σβήνω την φωτιά στην εστία όπως την σβήνει η Μαρία.
Η επαγρύπνηση της αγίας Μπρίγκιτ και της Μαρίας να βρίσκονται επάνω στη φωτιά και πάνω στο πάτωμα και σε όλο το νοικοκυριό.
Ποιος στέκεται στο γρασίδι έξω; Η Μαρία που λάμπει σαν τον ήλιο και ο Υιός της.
Το στόμα του Θεού ζήτησε, ο άγγελος του Θεού μίλησε: «Άγγελοι φυλάξτε την εστία ώσπου η λαμπρή μέρα να επισκεφτεί τη φωτιά».
Αγγλικό κείμενο: από το βιβλίο «The little book of Celtic blessings» σελ. 15.



Ένα Ιρλανδικό τραγούδι για την αγία Brigit 



   
Ένα Ιρλανδικό τραγούδι για την αγία Brigit:
Εξυμνώ την αγία Brigid
Την εξυμνούν στην Ιρλανδία
Την εξυμνούν σε όλες τις χώρες
Ας την εξυμνήσουμε όλοι μας
Η λαμπρή φλόγα του  Leinster
Λάμπει σε όλη τη χώρα
Κεφαλή της Ιρλανδικής νιότης
Κεφαλή των ευσεβών γυναικών μας 
Το σπίτι τον χειμώνα είναι πολύ σκοτεινό
Όμως την ημέρα της αγίας Brigid
η άνοιξη είναι κοντά σε εμάς στην Ιρλανδία.
Ένας πολύ γνωστός Ουαλός, ο Gerald Barry (Giraldus Cambrensis), ο οποίος βρισκόταν στην Ιρλανδία το 1185, έγραψε, πως βρήκε το Kildare στο Leinster να εορτάζει την ένδοξη Brigit, η εορτή ονομαζόταν «Η Φλόγα της Αγίας Brigit» η οποία αναφέρεται πως δεν έσβηνε ποτέ. Αυτή η φωτιά διατηρούταν αναμμένη μέρα και νύχτα από τις μοναχές της εποχής του και για αιώνες πριν, πόσο πριν κανείς δεν μπορεί να πει, πιθανόν από τον καιρό της αγίας και συνέχυσε να διατηρείτε αναμμένη αιώνες μετά. Τελικά την έσβησαν όταν τα μοναστήρια έκλεισαν από τον βασιλιά Ερρίκο τον όγδοο το έτος 1536. Ο Thomas Moore, σε ένα από τα τραγούδια του, αναφέρεται σε αυτό με τις ακόλουθες λέξεις: «Σαν την λαμπρή φλόγα που έλαμπε στου Kildare το Ιερό και έκαιγε μέσα στους αιώνες στο σκοτάδι και την καταιγίδα».
Να υπενθυμίσουμε εδώ πως η φλόγα που άναψε η Brigit στο Ιερό στο μοναστήρι της στο Kildare της Ιρλανδίας συμβόλιζε το φως που έφερε το Ευαγγέλιο στην Ιρλανδία και είχε δώσει εντολή να μη σβήσει ποτέ η φλόγα.
ΠΗΓΗ.ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2015

Η μοναχή Βαρσανουφία και το δισάκι με τα χιλιάδες ονόματα!



site analysis




 Στο μοναστήρι της Όπτινα ζούσε μια μοναχή σχεδόν ενενήντα ετών.Το όνομά της ήταν Βαρσανουφία και περιπλανιόνταν με ένα ραβδί στο χέρι από το ένα μοναστήρι στο άλλο.

Όλη της η περιουσία ήταν δυο δισάκια τα οποία κουβαλούσε μαζί της.Στο ένα δισάκι είχε κάποια ξεροκόμματα ψωμί ενώ τα υπόλοιπα ήταν χαρτιά μνημόνευσης η πλειοψηφία των οποίων ήταν παλιά και φαγωμένα.
Η προσκυνήτρια ερχόνταν στην Όπτινα συνήθως το βράδυ και χτυπούσε με το ραβδί στο παράθυρο:«Αφήστε με να διανυκτερεύσω»!
 Άλλοι την άφηναν και άλλοι όχι,γνωρίζοντας την συνήθεια της μοναχής να μην κοιμάται το βράδυ,προσευχόμενη γονατιστή όλη νύχτα.Δεν θα ήταν τίποτα εαν μόνο αυτή δεν κοιμόνταν,κατά τα μεσάνυχτα όμως ξύπναγε όσους κοιμόνταν:«Γιατί κοιμάσαι υπναρά;Σκέψου την Τελική Κρίση και σήκω να προσευχηθείς!»Εδώ να σημειώσουμε ότι επέμενε πολύ μέχρι να σηκωθούν γι αυτό πολλές φορές το ξημέρωμα την έβρισκε στον σταύλο ή σε καμιά αποθήκη,μαζί με τα πολύτιμα πράγματά της.Εκτιμούσε πολύ τα δισάκια της ,αντιθέτως τα ζεστά ρούχα που τις έδιναν τα χάριζε ή τα παρατούσε.
Η μοναχή Βαρσανουφία ήταν παρθένος και είχε καρεί μοναχή από πολύ νεαρή.Κανείς δεν ήξερε γιατί περιπλανιόνταν,όχι πάντως επειδή δεν είχε καταφύγιο

 Παλαιότερα ερχόνταν σπάνια στην Όπτινα και μόνο στα βαθιά γεράματα εγκαταστάθηκε εκεί.Τα χρόνια είχαν αρχίσει να την βαραίνουν και  οι περιπλανήσεις είχαν μειωθεί,ενώ στις ακολουθίες καθόνταν σ'ένα στασίδι.Βασικά δεν καθόνταν μόνο στις ακολουθίες αλλά ερχόνταν στον ναό από τις πέντε το πρωί.Έβγαζε τα χαρτάκια της από το δισάκι της και όλη την ημέρα καθόνταν εκεί προσευχόμενη και μνημονεύοντας ονόματα.
 Δεν πήγαινε στην τράπεζα της μονής για να φάει αφού το φαγητό δεν την ενδιέφερε.Εαν την σέρβιρες κάτι ψευτομασουλούσε,εαν όχι έβγαζε ένα ξεροκόμματο από το δισάκι της,δάγκανε λίγο και το υπόλοιπο το ξαναφύλαγε με μεγάλη προσοχή....

...Πριν πεθάνει παρακάλεσε όσους ήρθαν να την δουν,να πάρει κάποιος το δισάκι με τα ονόματα έτσι ώστε μετά τον θάνατό της να συνεχιστεί η μνημόνευση των ονομάτων
-«Αυτή είναι μια μεγάλη αρετή των χριστιανών,να μνημονεύουν τους κεκοιμημένους!έλεγε ταπεινά και κοίταζε με ελπίδα στα μάτια τον καθέναν ξεχωριστά.
 Όλοι όμως κοίταζαν αλλού και κανένας δεν αναλάμβανε να πάρει τα δισάκια με τα ονόματα των κεκοιμημένων που ζύγιζαν τουλάχιστον δέκα-δεκαπέντε κιλά.
Λένε πως η μοναχή Βαρσανουφία ήξερε όλα τα ονόματα απέξω.Είχε μια πολύ καλή μνήμη και να πως το κατάλαβα αυτό:
Μετά τον θάνατο της μητέρας μου,μοίραζα στην εκκλησία φρούτα και γλυκά για το συγχώριο.Όταν είδα την μοναχή Βαρσανουφία σε μια γωνία να προσεύχεται,ήδη τα είχα μοιράσει όλα.Βρήκα ωστόσο δυο μικρές ντομάτες στην τσάντα μου.Της τις έδωσα και την παρακάλεσα να προσεύχεται για την ψυχή της κεκοιμημένης δούλης του Θεού Αναστασίας.Μετά από πέντε χρόνια και ενώ βρισκόμουν έξω από τον ναό,με φώναξε και μου είπε:''Την μητέρα σου Αναστασία την μνημονεύω πάντοτε...''
 Θυμάμαι μιαν ακόμη ιστορία που σχετίζεται με το κοιμητήριο της πόλης Κοζέλσκ.Στα χρόνια των διωγμών όταν έκλεισαν τα μοναστήρια,εδώ έθαβαν τους μοναχούς της Όπτινα και τις μοναχές του Σαμόρντινο αλλά κανείς δεν γνώριζε τα ονόματά τους.Αρχεία δεν διατηρήθηκαν,ενώ οι επιγραφές των τάφων με τον καιρό ξεθώριασαν.Οι ιερομόναχοι της Όπτινα συχνά έκαναν εδώ μνημόσυνα,μνημονεύοντας τους κεκοιμημένους με αυτόν τον τρόπο:«Κύριε,Εσύ γνωρίζεις τα ονόματά τους»
 Μια φθινοπωρινή ημέρα ήρθαν στο κοιμητήριο για το μνημόσυνο.Τα χρυσοκίτρινα φθινοπωρινά φύλλα του σφένδαμου είχαν σκεπάσει τα μνήματα και στα στενά δρομάκια είχαν σχηματιστεί ολόκληροι σωροί.Ξαφνικά μέσα απο έναν σωρό πετάχθηκε χαρούμενη η μοναχή Βαρσανουφία.
 Αδελφή Βαρσανουφία,τι κάνεις εκεί;ρώτησαν όλοι έκπληκτοι.Περνάς το βράδυ σου στο κοιμητήριο;
 Εμένα οι νεκροί με αγαπάνε,τους απάντησε η μοναχή και ταυτόχονα οδήγησε τους αδελφούς στο κοιμητήριο λέγοντάς  τους ποιος και που είναι θαμμένος!

 Έτσι οι μοναχοί της Όπτινα ερχόνταν συχνά στο κοιμητήριο για να φτιάξουν τις επιγραφές στους τάφους με την καθοδήγηση της μοναχής.Ταυτόχρονα τους διηγούνταν το θάρρος και το σθένος των ομολογητών που υπέφεραν για τον Χριστό στα χρόνια των διωγμών.Τους θυμόνταν όλους,τους γνώριζε,τους αγαπούσε και το βράδυ προσευχόνταν γι αυτούς.Σπάνια την έβλεπε κάποιος να κοιμάται.
-Αδελφή Βαρσανουφία,την ρωτούσαμε,πως αντέχεις χωρίς ύπνο;
-Με βοηθούν οι νεκροί,απαντούσε αυτη με χαρά....!

....Τώρα στα μνημόσυνα στην Όπτινα μνημονεύουν την μοναχή Βαρσανουφία.
Η μοναχή τους αγαπούσε όλους,όμως αγαπούσε τους κεκοιμημένους πιο πολύ και από τους ζωντανούς.Αυτοί της φαινόνταν πιο ενδιαφέροντες αφού ΕΚΕΙ όλα είναι ΑΛΗΘΕΙΑ.Στην γη η ψυχή αισθάνεται στριμωγμένη στην ματαιότητα και μας πιέζουν οι έγνοιες και οι φροντίδες για τα φθαρτά και τα περαστικά.Γι αυτό ίσως σε όλη της την ζωή  περιπλανιόνταν,μακριά από τις έγνοιες για τα φθαρτά,ξεχνώντας τις ανάγκες της ζωής έτσι όπως ένας μεγάλος ξεχνά τα παιδικά του παιχνίδια.Η πίστη της μοναχής Βαρσανουφίας ήταν απλή.
 Εμείς μόνο ζητάμε  στα μνημόσυνα -μας εξηγούσε-όπως οι κεκοιμημένοι να προσεύχονται για εμάς στο Θεό.Και αυτά δεν είναι κούφια λόγια αλλά η πραγματικότητα.Προσεύχονται για εμάς,μας θυμούνται και μας αγαπούν.Όλα τα επίγεια θα φθαρούν,το μόνο που θα μείνει είναι η αγάπη...

 Από το βιβλίο της Нина павлова-михайлов день(Νίνας Πάβλοβα-Η ημέρα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ)
Απόδοση στα ελληνικά π.Γεώργιος Κονισπολιάτης/proskynitis.blogspot.

Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2015

Η ΜΑΚΑΡΙΑ ΒΑΡΕΝΚΑ ΤΟΥ ΣΕΡΚΑΣ ΜΕ ΤΟ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟ ΧΑΡΙΣΜΑ ΠΟΥ ΈΒΛΕΠΕ ΠΕΡΙΕΡΓΑ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ. (1914- 1980)



site analysis




Η μακάρια Βάρενκα Πάβλοβνα Σουλάγεβα, γεννήθηκε το 1914 στο χωριό Μάιντανι της επαρχίας Νίζνι - Νόβγκοροντ, από γονείς χωρικούς. Οι γονείς της ήταν ευλαβείς άνθρωποι. Δούλευαν όλη τη βδομάδα και τις Κυριακές πήγαιναν στην εκκλησία. Ή Βάριενκα δεν ξεχώριζε από τ' άλλα παιδιά του χωριού, ακολουθούσε κι αυτή τούς γονείς της στην εκκλησία.

Κάποτε, πού ήταν δεκατριών χρονών, είδε στον ύπνο της μια εκκλησία. Στην εκκλησία βρισκόταν μια γυναίκα με μοναχική περιβολή και γύρω της ήταν πολλοί άλλοι άνθρωποι. Όλοι είχαν τα μάτια στραμμένα πάνω της. Όλοι πήγαιναν στη γυναίκα Εκείνη κι έπαιρναν την ευλογία της. Ή Βάρενκα ήθελε κι αυτή πάρα πολύ να την πλησιάσει, να πάρει κι αυτή την ευλογία της. Σηκώθηκε λοιπόν μετά από τούς άλλους -υπήρχαν εκεί μοναχές, καθώς και ιερείς- και την πλησίασε όσο πιο κοντά μπορούσε. 

Τελικά κατόρθωσε να βρεθεί μπροστά της και της είπε:
-           Δώσε μου την ευλογία σου!
-           Όχι, εγώ ευλογώ τους τακτικούς, εκείνους πού εκκλησιάζονται και τις καθημερινές.

Πόση θλίψη ένιωσε στην καρδιά του το μικρό κορίτσι! Ήθελε τόσο πολύ να πάρει την ευλογία της, πού από τότε άρχισε να πηγαίνει κάθε μέρα στην εκκλησία. Και για να μη την κοροϊδεύει ό κόσμος πού την έβλεπε να εκκλησιάζεται καθημερινά, όπως οι καλόγριες, τύλιγε το πρόσωπο της μ' ένα σάλι και πήγαινε στην εκκλησία μέσα από τα περιβόλια.

Λίγο καιρό αργότερα έπεσε σ' έναν ασυνήθιστο ύπνο. Κοιμόταν ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο. Στον ύπνο της είδε τούς ένοικους του παραδείσου και της κόλασης και κατάλαβε τί περιμένει τον άνθρωπο μετά το θάνατο του.

Όταν ξύπνησε, είπε στη μητέρα της:
-           Θυμάσαι όταν άπλωσα τα χέρια μου ψηλά; Αυτό έγινε όταν είδα μια γυναίκα να την δέρνουν με σιδερένια χτένια. Μετά την έριξαν σ' ένα καζάνι πού έβραζε και τρομοκρατήθηκα.

Κι από τότε ή Βάρενκα έπεφτε συχνά σε ύπνωση κι έβλεπε περίεργα και θαυμαστά πράγματα πού είχαν σχέση κυρίως με το μέλλον. Μερικές φορές έλεγε στους ανθρώπους όσα ευαρεστήθηκε ό Κύριος να της αποκαλύψει.
Ό Ματθαίος Λεόντιεφ πέθανε στο Μάιντανι.

Ήταν εποχή πείνας όμως κι οι συγγενείς του δεν ήθελαν να κάνουν το τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο και το επιμνημόσυνο δείπνο, όπως συνηθιζόταν στο χωριό. Όταν ή Βάρενκα κοιμήθηκε το βράδυ, είδε στον ύπνο της το Ματθαίο να στέκεται χωμένος ως τα γόνατα σ' ένα πύρινο ποτάμι.
- Πες στους ανθρώπους μας να με βοηθήσουν, της είπε.


Ή Βάρενκα το διηγήθηκε αυτό στους συγγενείς του κι αυτοί μετά αποφάσισαν να κάνουν το μνημόσυνο και το επιμνημόσυνο δείπνο. Μετά απ' αυτό ή Βάρενκα τον ξαναείδε στον ύπνο της, άλλ' αυτή τη φορά καθόταν στην όχθη του ποταμού.
Ή φήμη για το ασυνήθιστο χάρισμα της διαδόθηκε γρήγορα ανάμεσα στους ορθόδοξους πιστούς. Έτσι άρχισαν να την επισκέπτονται πολλοί για να μάθουν την τύχη των νεκρών συγγενών τους.

Στο χωριό ζούσε τότε κάποια ηλικιωμένη γυναίκα, ή Όλγα. Ήταν πάρα πολύ φτωχή κι αδύνατη. Ό φράχτης γύρω από το σπίτι της ήταν από καλαμωτή και ξεχαρβαλωμένος. Για το κόψιμο των ξύλων είχε ένα δικέλλι αντί για τσεκούρι, ενώ ή αυλή της ήταν σκεπασμένη με χιόνι. Δεν είχε ούτε τη δύναμη ούτε το χρόνο να την καθαρίσει, γιατί είχε επίσης να φροντίσει ένα άλογο και μια αγελάδα. Χωρίς τα ζωντανά αυτά κανένας χωρικός δεν μπορούσε να επιβιώσει εκεί. Όσο θυμόταν τον εαυτό της δούλευε συνέχεια, ή ζωή της ήταν πολύ σκληρή. Κι όταν πέθανε, ή Βάρενκα την είδε στον παράδεισο.

Μερικές φορές τη ρωτούσαν για κάτι μα εκείνη δεν απαντούσε αμέσως. Την απάντηση την έδινε όταν ξυπνούσε από τον ύπνο της. την επόμενη φορά.
Κάποτε, αρκετές μέρες πριν από τον ύπνο της, εμφανίστηκε άγγελος και της είπε να μην απομακρυνθεί από το σπίτι, μήπως πέσει κάπου και δεν είχε κανένα να την φροντίσει. Κι όταν μετά έπεσε να κοιμηθεί, έμοιαζε με νεκρή. Τα άκρα τού σώματος της μούδιασαν κι έμεινε ακίνητη.

Μια άλλη φορά στην εκκλησία, μόλις τέλειωσε ή θεία λειτουργία, ή Βάρενκα είπε στην Αναστασία Άσταφίεβα, πού ήταν φίλη της:
-           Πάμε σπίτι, θα κοιμηθώ σε λίγο.
-           Δεν πήγα ακόμα να προσκυνήσω το σταυρό, απάντησε εκείνη.
-           Γρήγορα, της είπε βιαστικά ή Βάρενκα. Δεν είχαν φτάσει καλά καλά στην πλατεία, όταν ή Βάρενκα αποκοιμήθηκε. Χρειάστηκε να βρουν ένα φορείο για να την μεταφέρουν στο σπίτι.

Μερικές φορές, την ώρα πού κοιμόταν, διηγιόταν με λεπτομέρειες αυτά πού έβλεπε τη στιγμή εκείνη. Τις ιστορίες αυτές τις είχαν καταγράψει μερικοί, γέμισαν ολόκληρο βιβλίο μ' αυτές. Όταν όμως άρχισαν οι διωγμοί πέταξαν το βιβλίο στη φωτιά, επειδή φοβούνταν τούς άθεους.

Τις αποκαλύψεις αυτές τις έβλεπε συνέχεια για δέκα περίπου χρόνια. Κάποτε είπε πώς είχε δει την Παναγία, πώς την καθοδηγούσε ό άγιος Νικόλαος, πώς υπάρχει ένας πύρινος ποταμός πού πρέπει να τον περάσει κάθε ψυχή μετά το θάνατο της. Έδειξε μάλιστα ένα σημείο στο χέρι της πού είχε καεί ως το κόκκαλο, από μια σταγόνα τού πύρινου ποταμού πού έπεσε πάνω της.

Κάποτε οι αρχές έμαθαν για τη Βάρενκα κι από τότε μέλη της Κομσομόλ πήγαιναν πολλές φορές στο σπίτι της την ώρα πού κοιμόταν. Πολλές φορές την χτυπούσαν, με την ελπίδα πώς θα ξυπνούσε και θ' αποκάλυπταν την «άπατη» της. Μετά ήρθαν και γιατροί από το Γκόρκυ (Νίζνι -Νόβγκοροντ). Της έκαναν δραστικές ενέσεις ταχείας ενέργειας, έχοντας τον ίδιο σκοπό με τα μέλη της Κομσομόλ. Της έκαναν τόσο μεγάλες δόσεις και τόσο συχνά, ώστε όταν ξυπνούσε, δεν μπορούσε ούτε τα χέρια της να κουνήσει.

Ότι κι αν έκαναν οι άθεοι όμως, δέ ήταν ικανό να την ξυπνήσει. Έτσι αποφάσισαν να τη μεταφέρουν σ' ένα νοσοκομείο, για να συνεχίσουν εκεί τα πειράματα τους.
Κάποτε είχαν ήδη φτάσει κοντά της και προσπαθούσαν να τη σηκώσουν. Την βρήκαν όμως τόσο βαριά, πού δεν μπόρεσαν να την μετακινήσουν από το κρεβάτι της.
- Δεν πειράζει, είπαν. Αύριο θα 'ρθουμε με το αυτοκίνητο και θα τη μεταφέρουμε μαζί με το κρεβάτι της.

 Όταν έφυγαν εκείνοι, ξύπνησε ή Βάρενκα. Ή μητέρα της της είπε τί είχαν σκοπό να της κάνουν οι γιατροί και παραπονιόταν επειδή δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Την ίδια μέρα ή Βάρενκα μάζεψε τα πράγματα της κι έφυγε από το σπίτι. Για μερικά χρόνια περιπλανιόταν στους ιερούς τόπους της περιοχής τού Βόλγα, μερικές φορές μόνη της κι άλλοτε με παρέα.

Μια φορά ό ιερέας π. Πέτρος της έστειλε τα θεία δώρα πού τα είχε τοποθετήσει σε μια εικόνα κατάλληλα προσαρμοσμένη. Μετά οι μπολσεβίκοι πήγαν να συλλάβουν τον π. Πέτρο στο σπίτι του. Με το πού πλησίασαν στην πόρτα του όμως, εκείνος έπαθε καρδιακή προσβολή και πέθανε.


Το 1936 ή Βάρενκα ήταν είκοσι δύο χρονών. Τότε πήγε μαζί με κάτι φίλους στο γέροντα Ιωάννη Άρντατόφσκυ, πού ήταν φημισμένος σ' ολόκληρη την περιοχή για την άγια ζωή του και το προορατικό του χάρισμα. Εκείνος της είπε:
-           Πήγαινε στο Σάρωφ. δεν είναι μακριά από δώ. Οι φίλοι της δεν ήθελαν να την ακολουθήσουν,
βιάζονταν να γυρίσουν στο σπίτι τους. Έτσι και κείνη, επειδή φοβήθηκε πώς ή μητέρα της θ' ανησυχούσε, δεν πήγε στο Σάρωφ.
-           Καλύτερα να πάω σπίτι πρώτα, να ενημερώσω και τη μητέρα μου, σκέφτηκε.

Μετά έφυγε από το σπίτι για την Πίλνα, όπου συγκατοίκησε με τις αδελφές Όπάρινυ στο σπίτι τους, για ν' αποφύγει την καταδίωξη. Έπειτα έφυγε και από κει μαζί με μια κοπέλα, τη Δάμασα, για να πάει στο Σάρωφ. Εκεί όμως κρύβονταν σ' ένα απομονωμένο σημείο έξι αστυνομικοί και την περίμεναν. Ένας απ' αυτούς την κυνηγούσε πολύ καιρό. Τ' όνομα του ήταν Γαβρίλωφ.

Ή Βάρενκα κατάλαβε πώς δέ θα την άφηναν να πάει στο Σάρωφ κι έκανε μια θερμή προσευχή στην Παναγία.

Οι αστυνομικοί την έπιασαν και την έδειραν ανελέητα. Την κλωτσούσαν, τη χτυπούσαν με σιδερόβεργες. Της έδωσαν τόσο ξύλο. πού το πρόσωπο της παραμορφώθηκε, έμοιαζε με κόκκινη μάσκα. Το αίμα έτρεχε από το στόμα και τ' αυτιά της. Μετά ετοιμάστηκαν να την ατιμάσουν, μα εκείνη τη στιγμή ή Παναγία την προστάτεψε και μια αόρατη δύναμη τούς εμπόδισε να την πλησιάσουν.

Στο τέλος πήραν τις κοπέλες στην αστυνομία, μα ή σκέψη της τιμωρίας της δεν τούς είχε εγκαταλείψει. Όταν ή Βάρενκα ζήτησε κάτι να πιει της έδωσαν νερό. Μα μέσα έριξαν λίγο αρσενικό, δήθεν πώς της έδωσαν φάρμακο. Οι αστυνομικοί παραξενεύτηκαν πολύ πού δεν πέθανε. Περίμεναν να δράσει το φάρμακο, όταν όμως δεν είδαν κανένα σημάδι δηλητηρίασης, της είπαν:

-           Πόσο σφριγηλή γυναίκα είσαι... Ίσως να είσαι και αγία.
Από τότε όμως ή Βάρενκα έχασε τα πόδια της, δεν την κρατούσαν πια. Τα υπόλοιπα σαράντα χρόνια της ζωής της τα πέρασε στο κρεβάτι. Μόνο από τη μέση και πάνω όριζε τον εαυτό της.

-           Αυτό είναι το δικό μου Σάρωφ, έλεγε. Ή ανυπακοή μου φταίει.
Από τότε σταμάτησε κι ή ύπνωση της. Συνέχισαν όμως να την κυνηγούν οι αρχές κι έτσι δεν μπορούσε να μείνει για πολύ καιρό στο ίδιο μέρος. Έπρεπε να μετακινείται από τόπο σε τόπο, όποιος κι αν ήταν ό καιρός. Το χειμώνα την μετέφεραν σ' ένα καλάθι, δεμένο σε φορείο.

Μια νύχτα πού ό καιρός ήταν πολύ άσχημος, ένας ανεμοστρόβιλος την παρέσυρε κι ή Βάρενκα έπεσε από το καλάθι. Οι συνοδοί της την έχασαν, δεν την βρήκαν αμέσως. Κι όπως γύριζαν όλη νύχτα να τη βρουν, μπερδεύτηκαν κι έχασαν το δρόμο. Άργησαν πολύ να την εντοπίσουν.

Ή Βάρενκα δεν υπόφερε μόνο από τούς αθεϊστές, αλλά κι από ανθρώπους πού βρίσκονταν κοντά της. Στην αρχή την φρόντιζε ή 'Άννουσκα, πού είχε το παρατσούκλι «Κουλή», και ή Νιούρα. Όταν κάτι δεν άρεσε στην 'Άννουσκα, χτυπούσε την ανάπηρη Βάρενκα άγρια. Αίγο καιρό αργότερα παντρεύτηκε ή Νιούρα και πήρε όλα τα πράγματα της Βάρενκα, έκτος από τις εικόνες και το κρεβάτι της. Σύντομα όμως το σπίτι όπου έμενε με τον άντρα της, πήρε φωτιά και κάηκε. Μετά έχτισαν άλλο, πού κάηκε κι αυτό. Τότε μόνο κατάλαβε ή μητέρα της Νιούρα πώς την τιμωρούσε ό Κύριος επειδή έκλεψε την ανάπηρη Βάρενκα και πήγε να ζητήσει συγγνώμη για λογαριασμό της κόρης της.

Τελικά ή Βάρενκα κατόρθωσε ν' αγοράσει ένα μικρό αλλά καλοφτιαγμένο σπίτι, με χρήματα πού της έδιναν οι χριστιανοί. Την επισκέπτονταν πολλοί άνθρωποι. Μερικοί της ζητούσαν να προσευχηθεί γι' αυτούς, άλλοι ζητούσαν πνευματική καθοδήγηση. Οι αρχές παρατήρησαν πώς την επισκέπτονταν πολλοί άνθρωποι κι όταν έμαθαν το λόγο της επίσκεψης τους, αποφάσισαν να τη διώξουν. Άρχισαν να πιέζουν τον προηγούμενο ιδιοκτήτη του σπιτιού να της επιστρέψει τα χρήματα και να πάρει πίσω το σπίτι. Τρομοκρατημένος ό πρώην ιδιοκτήτης συμφώνησε. Ό Θεός όμως ού μυκτηρίζεται. Την άλλη μέρα πέθανε ό πρώην ιδιοκτήτης και το σπίτι παρέμεινε στη Βάρενκα.

Κάποτε επισκέφτηκε τη Βάρενκα ή Ντάρια Ζαϊκίνα κάθισε λίγο μαζί της κι έπειτα ετοιμάστηκε να φύγει. Ή Βάρενκα όμως της είπε:
-           Μη φύγεις. Υπάρχουν τόσο πολλά πονηρά πνεύματα στο σπίτι...
Λέγοντας αυτά ή Βάρενκα. κάλυψε το κεφάλι της με την κουβέρτα.
-           Βάρενκα, κοίταξε με, είπε ή Ντάρια.
-           Δεν μπορώ ν` ανοίξω τα μάτια μου, είναι τόσο φοβερά.
Εκείνη τη στιγμή έμπαινε μέσα μια γυναίκα πού άρχισε να προσεύχεται και είπε:
-           Πηγαίνετε από κει πού ήρθατε.
Ό δαίμονας αποκρίθηκε με αντρική φωνή:
-           Κανένας μας δεν είναι εκεί τώρα, είμαστε μαζεμένοι όλοι εδώ στη γη. Σε όποιον δέ φορά σταυρό και δεν κρατά κομποσκοίνι τού κάνουμε ό,τι θέλουμε.
Μετά γύρισε στη Βάρενκα και είπε:
-           Βγάλε τα αυτά, πέταξε τα γρήγορα!
-           Δέ θα τα βγάλω, δέ θα τα πετάξω, απάντησε ή Βάρενκα.
Δυό φορές ό δαίμονας πρόβαλε την ίδια απαίτηση και δύο φορές τού απάντησε ή Βάρενκα. Ξαφνικά ό δαίμονας είπε με μανία:
-           'Αχ, τί μεγάλη μπουκιά πού είσαι! Έχεις κρεμάσει μέσα σου ένα παλιόσχοινο (κομποσκοίνι), αλλιώς θα σε πέταγα έξω ολόκληρη.
Μετά την άρπαξε, τη σήκωσε ψηλά και τη χτύπησε δυνατά.
Κι ό δαίμονας συνέχισε να την βασανίζει ολόκληρο εικοσιτετράωρο, για να την τρομοκρατήσει.
-           Παναγία μου, βοήθησε με, κραύγαζε εκείνη.
Εκείνο τον καιρό οι δαίμονες την επισκέπτονταν τακτικά στο σπίτι, το 'χαν βάλει σκοπό να την τρομοκρατήσουν. Μόνο όταν εμφανίστηκε ή ίδια ή Παναγία κι ακούμπησε στο κεφάλι της ένα πετραχείλι, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Με το πού παρουσιάστηκε ή Παναγία, οι δαίμονες εξαφανίστηκαν, έγιναν καπνός.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ  ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ Γ
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΡΙΕΣ.
ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ. ΑΘΗΝΑ 2012
ΠΗΓΗ.ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2015

Θαύμα Αγίας Ματρώνας



site analysis
Το Γενάρη του 1995 πήγαμε να προσκυνήσουμε τον τάφο της Αγίας Ματρώνας στο Νεκροταφείο του Αγίου Δανιήλ της Μόσχας. Προσκυνήσαμε. Μετά ήρθανε μερικοί καλόγεροι από τον Άγιο Σέργιο και κάνανε μνημόσυνο. Ακούσαμε λοιπόν το μνημόσυνο και γυρίσαμε σπίτι.
Περνά μια μέρα, περνά η άλλη, η τρίτη..Δεν καταλάβαινα τι μου γινόταν!
Μόλις πήγαινα να βρίσω, σαν να δενόταν η γλώσσα μου! Τότε κατάλαβα ότι με έχει θεραπεύσει η Μάτουσκα.
Εδώ και τρία χρόνια δε βρίζω. Έχω μεγάλη χαρά, που ελευθερώθηκα από την αμαρτία αυτή. Μα, έβριζα σαν τον τσαγκάρη και ακόμα πιο άσχημα! Τώρα είναι αλλιώς τα πράγματα. Τώρα πάμε στην Εκκλησία με όλη μου την Οικογένεια. Στον κόσμο, σ' όλους , λέω το πάθημά μου. Και πριν από δύο χρόνια στεφανωθήκαμε με τον άνδρα μου στην Εκκλησία, εκεί στο Νεκροταφείο του Αγίου Δανιήλ. Παλαιά ζούσαμε με πολιτικό γάμο.

Λ.Νικίτινα, Μόσχα.

Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2015

Οσίες Ξένη και οι δύο θεραπαινίδες της



site analysis



Οσίες Ξένη και οι δύο θεραπαινίδες της
Οσίες Ξένη και οι δύο θεραπαινίδες της
Εορτάζει στις 24 Ιανουαρίου εκάστου έτους.
Εις την Ξένην.
Αποξενούται τούδε του βίου Ξένη,
Ου ζώσα και πριν, ως αληθώς ην ξένη.
Εις τας δύω θεραπαινίδας.
Θνήσκουσιν άμφω της Ξένης αι δουλίδες,
Ου των εκείνης αρετών ούσαι ξέναι.
Εικάδι ουρανού εις ξενίην Ξένη ήλθε Τετάρτη.
Βιογραφία
Η Οσία Ξένη έζησε τον 5ο μ.Χ. αιώνα. Ονομαζόταν στην αρχή Ευσεβεία και καταγόταν από τη Ρώμη.
Αρνούμενη τη πίεση των γονιών της να νυμφευθεί άνδρα της επιλογής τους, φεύγει κρυφά στην Αλεξάνδρεια όπου μετονομάσθηκε Ξένη για να χαθούν τα ίχνη της. Πηγαίνει στο νησί της Κω και στη συνέχεια εγκαθίσταται στα Μύλασσα της Καρίας. Εκεί, μαζί με δύο υπηρέτριές (θεραπαινίδες) της που της είχαν μείνει πιστές, έκτισε ναό στο όνομα του αγίου πρωτομάρτυρα Στεφάνου και ησυχαστικά κελιά.
Πολύ γρήγορα η φήμη της και η ενάρετη και ασκητική ζωή που διήγε έφεραν κοντά της νέες κοπέλες που ποθούσαν το βίο της άσκησης και της προσευχής, ενώ το μοναστήρι έγινε περίφημο πνευματικό κέντρο, όπου καθημερινά συνέρεαν πολλές πονεμένες γυναίκες για να πάρουν τις συμβουλές και να ζητήσουν τις προσευχές της αγίας.
Η αγιοσύνη της αναγνωρίσθηκε και κατά τη διάρκεια του ενταφιασμού του σεπτού της σκηνώματος, όταν εμφανίσθηκε στον ουρανό σταυρός σχηματισμένος από αστέρια.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοί Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τό κατ᾽ εἰκόνα· λαβοῦσα γάρ τόν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καί πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπεροράν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δέ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ, διό καί μετά Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Ξένη τό πνεῦμά σου.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Ξένην ἤνυσας, ζωὴν ἐν κόσμῳ, ξένην ἔσχηκας, προσηγορίαν, ὑπεμφαίνουσαν τὴ κλήσει τὸν τρόπον σου, σὺ γὰρ νυμφίον λιποῦσα τὸν πρόσκαιρον, τῷ ἀθανάτῳ ὁσίως νενύμφευσαι. Ξένη ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τό σόν ξενότροπον Ξένη μνημόσυνον, ἐπιτελοῦντες οἱ πόθῳ τιμῶντές σε, ὑμνοῦμεν Χριστόν τόν ἐν ἅπασι, σοί παρέχοντα ἰσχύν τῶν ἰάσεων· ὅν πάντοτε δυσώπει, ὑπέρ πάντων ἡμῶν.
Ὁ Οἶκος
Ἵλεων Ξένη, τὸν ξενοτρόπως ἐκ Παρθένου τεχθέντα, ἐκδυσώπει Χριστὸν ἡμῖν γενέσθαι Ἀοίδιμε, τοῖς κατὰ χρέος σοι προσφοιτῶσιν ἐκ ψυχῆς καὶ καρδίας καθαρωτάτης, καὶ εὐσεβῶς τὴν σὴν μνήμην ὑμνῆσαι σπουδάζουσιν, ἣν πᾶσαι τῶν οὐρανῶν αἱ Δυνάμεις ἀξίως ἐτίμησαν, ὡς φωτοφόρον καὶ ἄμωμον καὶ ἁγίαν πανήγυριν, Ἔνδοξε, πρεσβεύουσα ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Ιερά Λείψανα: Η Κάρα της Αγίας βρίσκεται στο Ναό Τιμίου Προδρόμου Καβάλας.
Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου της Αγίας βρίσκονται στις Μονές Αγάθωνος Φθιώτιδος, Μεταμορφώσεως Σωτήρος Νικητών Χρυσουπόλεως Καβάλας, Λειμώνος Λέσβου και Νταού Πεντέλης και στον ομώνυμο Ναό Νικαίας Πειραιώς.