Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2015

Η ΑΓΙΑ ΘΕΟΚΤΙΣΤΗ Η ΜΗΘΥΜΝΑΙΑ



site analysis
ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΓΕΝΙΚΗ ΑΔΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ Γ. Π. ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ,
τ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΟΥ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ


Τρία νησιά έχουν σαν καύχημα την Αγία Θεοκτίστη. Η Λέσβος στην οποία γεννήθηκε, η Πάρος στην οποία έζησε τριάντα πέντε χρόνια ασκητική ζωή και η Ικαρία στην οποία βρίσκονται τα σεπτά λείψανά της.

Τον βίο της Αγίας Θεοκτίστης έγραψε ένας από τους παλαιοτέρους και συγχρόνους, σχεδόν, με την Αγία και αξιόπιστος συγγραφεύς ο Άγιος Συμεών ο Μεταφραστής, που έζησε τον δέκατο αιώνα επί των Βυζαντινών αυτοκρατόρων Λέοντος ΣΤ' του Σοφού (886-912) και Κωνσταντίνου του Πορφυρογεννήτου (913-959) και που είχε το αξίωμα του Μαγίστρου (Υπουργού) και το οφφίκιο του Άρχοντος Λογοθέτου στην υπηρεσία των αυτοκρατόρων τούτων. Με την ιδιότητα αυτή και με ειδική τιμητική αποστολή συνόδευσε ο Συμεών τον στρατηγό Ημέριο στην εκστρατεία του κατά των Αράβων της Κρήτης το 902 μ.Χ.

Σ' αυτή την εκστρατεία, όταν ο στόλος των Βυζαντινών πλησίαζε στην Πάρο βρήκε σφοδρή τρικυμία και τα πλοία αναγκάσθηκαν να αγκυροβολήσουν σε λιμάνια και όρμους της Πάρου. Ο στρατηγός Ημέριος και ο μάγιστρος Συμεών, που αργότερα ονομάσθηκε «Μεταφραστής», βρήκαν την ευκαιρία να επισκεφθούν τον περίφημο ναό της Κατωπολιανής ή Εκατονταπυλιανής. Εκεί συνάντησαν ένα γέροντα μοναχό αξιοσέβαστο, με ασκητική μορφή και τρίχινο χιτώνα, από τον όποιον άκουσαν τον βίο της αγίας Θεοκτίστης, τον όποιον και τους παρεκάλεσε να καταγράψουν, όταν θα επέστρεφαν στο Βυζάντιο.

Δεν είναι πολλά χρόνια, τους είπε ο μοναχός, που γνώρισα ένα ευσεβή και αξιόπιστο χριστιανό, που ερχότανε με άλλους συντρόφους του από την Εύβοια για κυνήγι ελαφιών, που υπήρχαν στο νησί αυτό. Σαν ευσεβής άνθρωπος, ο κυνηγός πήγε στο ναό της Κατωπολιανής να προσευχηθεί. Στον έρημο και εγκαταλελειμμένο τότε ναό προς το μέρος του Ιερού Βήματος, είδε σκιά ανθρώπου και μόλις προχώρησε προς το μέρος της σκιάς άκουσε μία αδύνατη φωνή γυναίκας να του λέγει: «Μη προχωρήσεις, άνθρωπε, περισσότερο». Τρόμαξε ο κυνηγός και σταμάτησε. Οι τρίχες της κεφαλής του, γράφει το βιβλίο, «ωξήνθυσαν ως αι άκανθοι». Σκέφτηκε να τρέξει, να φύγει, αλλά συνήλθε και παρέμεινε άφωνος. Και η φωνή συνέχισε: «Δεν έχω ένδυμα να εμφανισθώ. Ρίξε τον χιτώνα σου, άνθρωπε». Έβγαλε τον χιτώνα και τον έριξε προς το μέρος της φωνής, και τότε εμφανίστηκε, μάλλον σκιά ανθρώπου, παρά άνθρωπος. «Και ην άρα το μεν σχήμα γυνή, το δε φαινόμενον υπεράνθρωπον∙ θρίξ λευκή, πρόσωπον μέλαν, μικράν ύπεμφαινον λευκότητα, δερματίς συνέχουσα την των οστών αρμονίαν, ήκιστα σαρκός εμπεφυκυίας, σκιάς παραπλήσιου, είδος μόνον την ανθρωπίνην σώζον εμφέρειαν».

Γονάτισε ο κυνηγός, αλλά βλέποντάς τον η Αγία φώναξε. «Μη γονατίζεις, άνθρωπε, αμαρτωλή δούλη του Θεού είμαι και εγώ και έχω ανάγκη να με ελεήσει ο Θεός». Και ενώ αυτός ήταν ακόμα γονατιστός και τόσο συγκινημένος και έσκυβε στη γη το πρόσωπό του, άκουγε τα λόγια της Αγίας «Σήκω και θα σου πω, χριστιανέ μου, το πως βρέθηκα εδώ και να σου ζητήσω μια μεγάλη χάρη».
Και άρχισε η Αγία να λέγει:
«Γεννήθηκα και κατοικούσα στη Μήθυμνα της Λέσβου. Οι γονείς μου απέθαναν, όταν η μεγάλη μου αδελφή είχε παντρευτεί. Έτσι εγώ με το θάνατό τους έμεινα μόνη και με έστειλαν σε μοναστήρι, που ήταν εκεί κοντά στην πατρίδα μου. Με χαρά θέλησα να αφιερώσω τη ζωή μου στο Χριστό. Έγινα μοναχή με το όνομα Θεοκτίστη. Όταν ήμουν δέκα οκτώ χρόνων, το Πάσχα πήγα να ιδώ την αδελφή μου, αλλά εκείνη τη νύχτα ήρθαν πειρατές στο χωριό από την Κρήτη με αρχηγό τον Νίσιρη (821-829), μας αιχμαλώτισαν και μας οδήγησαν πολλές κοπέλες στα πλοία τους και μας έφεραν εδώ προσωρινά, πριν μας οδηγήσουν σε αγορές σκλάβων. Τότε κατόρθωσα να δραπετεύσω. Έτρεξα μέσα στο δάσος και πληγωμένη, εξασθενημένη, ξέφυγα από τα χέρια τους με τη δύναμη του Θεού. Απ' το μέρος που κρυβόμουνα είδα τα καράβια τους να φεύγουν.
Πέρασαν 35 χρόνια που ζω εδώ στον έρημο τούτο τόπο, τρώγοντας χόρτα και λούπινα που φυτρώνουν μόνα τους. Τα ρούχα μου έλυωσαν. Γνωρίζω ότι πλησιάζει το τέλος της ζωής μου. Για τούτο, σε παρακαλώ, κάνε μου τη μεγάλη χάρη, όταν έλθεις πάλι σε τούτο τον τόπο να μου φέρεις να κοινωνήσω των αχράντων μυστηρίων, και ακόμα σε παρακαλώ να μην πεις σε άλλους ότι είδες άνθρωπο εδώ».

Στο επόμενο ταξίδι του ο κυνηγός ήρθε στο μέρος που είδε την Αγία και της έφερε μέσα σε ναυτική πυξίδα τη θεία κοινωνία, που του εμπιστεύθηκαν οι ιερείς γνωρίζοντάς τον για πιστό χριστιανό.

Όταν πλησίασε στον τόπο, που είχε ίδει την Αγία, η Θεοκτίστη δεν φανερώθηκε, ίσως γιατί τον ακολούθησαν μερικοί από το καράβι και η Αγία δεν ήθελε να φανερωθεί σ’ αυτούς. Έπειτα από λίγο, όταν επανήλθε μόνος του ο κυνηγός, ήλθε η Αγία και με μεγάλη συγκίνηση, με δάκρυα, με κλάματα, πήρε στα χέρια της την πυξίδα και κοινώνησε λέγοντας την προσευχή «Νυν απολύεις την δούλην σου Δέσποτα … τώρα ας γίνει ό,τι προστάζει η δύναμή σου» .

Αφού τελείωσε την ιερή αυτή αποστολή του ο κυνηγός έφυγε με τους συντρόφους του στο εσωτερικό του νησιού για το κυνήγι. Όταν τελείωσαν και επρόκειτο να φύγουν από το νησί, θέλησε να περάσει πάλι να ιδεί την αγία Θεοκτίστη. Την βρήκε νεκρή στον τόπο, που την είδε για πρώτη φορά. Άρχισε να προσεύχεται και να σκέπτεται να θάψει το σώμα της, αλλά θέλησε να πάρει για φυλαχτό μαζί του και ένα κομματάκι από το χέρι της Αγίας. Όμως αφού σήκωσαν άγκυρες να φύγουν, παρ’ όλον ότι ο άνεμος ήταν τόσον ευνοϊκός, δεν έφευγε το πλοίο, δεν προχωρούσε σα να ήταν δεμένο, σαν να είχε ρίξει εκατό άγκυρες. Ο κυνηγός κατάλαβε ότι η Αγία δεν επέτρεπε την ιεροσυλία που έκαμε και ζήτησε από τον καπετάνιο να κατέβει για λίγο απ’ το καράβι με τη βάρκα. Επέστρεψε το τμήμα του λειψάνου και όταν επανήλθε, το καράβι ξεκίνησε για τον προορισμό του. Τότε διηγήθηκε την ιστορία της αγίας Θεοκτίστης στους συντρόφους του, που όλοι τότε δεν θέλησαν να συνεχίσουν το ταξίδι, αλλά πλήρωμα και επιβάτες αποφάσισαν να επιστρέψουν στην Πάρο για να προσκυνήσουν και αυτοί την αγία Θεοκτίστη.

Ο άγιος Συμεών ο Μεταφραστής, γράφοντας τον βίο της Αγίας μας πληροφορεί ότι «εκοιμήθη εν Κυρίω η αγία κατά τον μήνα Νοέμβριον». Η Εκκλησία τιμά την μνήμη της την 9η Νοεμβρίου. Δεν γνωρίζομε ακριβώς το έτος του θανάτου της. Ο ιστορικός Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, θεωρεί ως πιθανόν έτος θανάτου της Αγίας το 872 μ. Χ. Ο Ε. Δράκος γράφει ότι οι πειρατές αιχμαλώτισαν την Αγία το έτος 851. Αν προσθέσουμε 35 χρόνια, που έζησε στην Πάρο η Αγία, έχομε σαν έτος θανάτου το 885.

Τα σεπτά λείψανα της Αγίας, κατά άγνωστο τρόπο, βρέθηκαν και φυλάσσονται στην Ιερά Μονή Λευκάδος της Ικαρίας.

Κατά το έτος 1960 με την μέριμνα των αειμνήστων Μητροπολιτών Μυτιλήνης Ιακώβου Κλεομβρότου και Μηθύμνης Κωνσταντίνου Καρδαμένη παραχωρήθηκε από τον αείμν. Μητροπολίτη Σάμου και Ικαρίας Ειρηναίο τμήμα Ιερού λειψάνου της Αγίας, το οποίο με μεγάλη πομπή από τη Μυτιλήνη μεταφέρθηκε στη Μήθυμνα και βρίσκεται στο εξωκκλήσιο της αγίας, που χτίστηκε τότε εκεί.


ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ

Της Μηθύμνης τον γόνον και θείον βλάστημα
και Παρίων το κλέος και το εντρύφημα,
Θεοκτίστην την αγίαν ευφημήσωμεν.
Χαίροις βοώντες προς αυτήν,
καλλιπάρθενε αμνάς
και νύμφη του Θεού Λόγου,
ω και πρεσβεύεις αδιαλείπτως
του σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Αγία Ελέσα Οσιομάρτυς που μαρτύρησε στα Κύθηρα



site analysis

Αγία Ελέσα Οσιομάρτυς που μαρτύρησε στα Κύθηρα

Αγία Ελέσα Οσιομάρτυς που μαρτύρησε στα Κύθηρα
























Έλεος συ δέδοσαι παρὰ Κυρίου,
Τη ση μητρὶ παρθένε μάρτυς Ελέσα.
Βιογραφία
Η Αγία Ελέσα γεννήθηκε στην Πελοπόννησο. Ο πατέρας της ήταν ένας πλούσιος άρχοντας Έλληνας, αλλά ειδωλολάτρης και ονομαζόταν Ελλάδιος. Η μητέρα της όμως, Ευγενία, ήταν μια αγία γυναίκα με πολλές αρετές και πλούσια χαρίσματα. Δεν είχε παιδιά και γι’ αυτό παρακάλεσε τον Θεό να την λυπηθεί και να την αξιώσει να γεννήσει ένα παιδί. Μια μέρα ενώ βρισκόταν μόνη στο σπίτι και προσευχόταν, άκουσε μια φωνή από τον ουρανό που της έλεγε «Σε ελέησε ο Θεός σε ότι του ζήτησες, και σου έδωσε καρπόν κοιλίας». Όταν γεννήθηκε η Ελέσα (την ονόμασαν Ελέσα από τη φωνή που είχε ακούσει η μητέρα της «ἐλέησέ σε ὁ Θεός»), η μητέρα της την αφιέρωσε στον Κύριο και την βάπτισε χριστιανή, στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Όσο μεγάλωνε στην ηλικία, τόσο δυνάμωνε η πίστη της και η αγάπη της προς το Θεό. Μετά από την αγία κοίμηση της μητέρας της, ενώ η αγία ήταν 14 χρονών, σκέφτηκε ότι δεν θα μπορούσε να ζήσει με τον ειδωλολάτρη πατέρα της ο οποίος ήθελε να την παντρέψει με έναν άρχοντα. Γι’ αυτό μετά από πολλή προσευχή και όταν βρήκε κατάλληλη ευκαιρία, έφυγε αφού μοίρασε πολλές ελεημοσύνες σε φτωχούς και σε ορφανά, μαζί με δύο δούλες της και ασκήτευε σε ένα βουνό των Κυθήρων.
Όμως ο πατέρας της, έψαξε και την βρήκε και προσπάθησε να την γυρίσει πάλι πίσω στο σπίτι τους. Στην άρνηση όμως της Αγίας, ο πατέρας της εξοργισμένος την κατεδίωξε. Η Αγία διωκόμενη έφθασε στή ρίζα του βουνού που σήμερα ονομάζεται βουνό της Αγίας Ελέσας και παρεκάλεσε το Θεό λέγοντας «σκίσε γη και κρύψε με». Από τη σχισμή που ανοίχθηκε στο βουνό πέρασε η Αγία και έφθασε στην κορυφή, όπου κατέφθασε αλλόφρων ο πατέρας της και την αποκεφάλισε την 1η Αυγούστου 375 μ.Χ. Στον τόπο του μαρτυρίου της η υπηρέτριά της την έθαψε.
Οι πρώτοι χριστιανοί που ήλθαν στο νησί για να προσκυνήσουν τον τάφο της Αγίας, ανήγειραν μικρό ναΐσκο χωμένο κατά το πλείστον εντός του εδάφους, στον οποίο οι προσκυνητές κατέβαιναν με 5-6 σκαλοπάτια. Η Αγία Τράπεζα του ναΐσκου εστήθη πάνω από τον τάφο της Αγίας. Η παράδοση λέει ότι κατά τους παλαιοτάτους χρόνους έρχονταν προσκυνητές από τη Μάνη κατά την 1η Αυγούστου και τιμούσαν την μνήμη της Αγίας. Αυτός ο μικρός Ναός σωζόταν μέχρι το 1867 μ.Χ. ως ιδιόκτητος της οικογενείας Κασιμάτη – Γεράκα. Το 1871 μ.Χ. ανηγέρθη ο σημερινός ευρύχωρος Ναός με συνδρομές των χριστιανών πάνω στα ερείπια του παλαιού Ναού, ο οποίος επιχωματώθηκε για να ισοπεδωθεί το έδαφος στο σημείο όπου θα ανεγειρόταν ο νέος Ναός. Πάνω ακριβώς από τον παλαιό Ναό εκτίσθη το άγιο Βήμα και πάνω από το σημείο, όπου ήταν ο τάφος της Αγίας εκτίσθη και του νέου Ναού η Αγία Τράπεζα. Την ίδια περίοδο χτίστηκαν γύρω από το Ναό και τα πρώτα κελλιά ισόγεια με βόλτα (καμάρες). Ο Ναός ήταν συναδελφικός με αδελφούς τους Βενέρηδες του χωριού Γερακιάνικα. Το 1945 μ.Χ. ο Ναός έγινε ενοριακός του γειτονικού χωριού Πούρκου. Κατά τη δεκαετία του ’50 ξεκίνησε ο εξωραϊσμός και η ανάδειξη του Προσκυνήματος με την εκτέλεση μεγάλων έργων, όπως ήταν ο εξωραϊσμός του ναού, η ανέγερσις νέου κωδωνοστασίου, η διαμόρφωση του περιβάλλοντος, η ανέγερση ηγουμενείου και σύγχρονων κελλίων, ο ηλεκτροφωτισμός και η κατασκευή αυτοκινητόδρομου, που ήταν και το δυσκολώτερο έργο, λόγω του δυσπρόσιτου της περιοχής, που δημιουργείται από τους κάθετους απόκρημνους βράχους.
Η Αγία Ελέσα με τον Όσιο Θεόδωρο θεωρούνται προστάτες των Κυθήρων και ο λαός πιστεύει ότι η Αγία έχει «χαλινώσει» τα φίδια των Κυθήρων και δεν είναι δηλητηριώδη.
Σημείωση: Η μνήμη της συγκεκριμένης Αγίας δεν αναφέρεται πουθενά στους Συναξαριστές, τη βρίσκουμε σαν μάρτυρα μόνο στα Κύθηρα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Γόνος ἅγιος, Πελοποννήσου, γέρας ἔνθεον, νήσου Κυθήρων, ἀνεδείχθης, Ἐλέσα πανεύφημε, ὑπὲρ Χριστοῦ γὰρ νομίμως ἀθλήσασα, χειρὶ πατρῷα ἐτμήθης τὴν κάραν σου, Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ στείρας ἐβλάστησας, καθάπερ ἄνθος τερπνόν, πατρὸς δὲ μισήσασα, τὴν ἀθεΐαν στερρῶς, Ἐλέσα πανένδοξε, ἔλαμψας ἐν τῇ νήσῳ τῶν Κυθήρων ὁσίως, ἤθλησας δὲ ἐν ταύτῃ, καὶ λαμπρῶς ἐδοξάσθης· καὶ νῦν ἀναπηγάζεις, τὰ θεῖα δωρήματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄.
Ὡς ὁ προφήτης ἐκ στείρας, Ἐλέσα, βλαστήσασα, καὶ τῆς ἐρήμου ὡς οὗτος οἰκήτειρα γέγονας. Λιποῦσα γὰρ δόξας τιμάς τε ἐν γῇ, λαμπαδηφόρος ἐχώρεις πρὸς τὰ οὐράνια. Θαυματουργούσης δὲ ὄρη πορείαν σοὶ ἐσκεύαζον, τὴν κεφαλὴν τμηθείση ὑπ’ αὐτοῦ τοῦ γεννήτορος. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ δωρησαμένῳ σὲ ἡμῖν προστάτιν ἀκοίμητον.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὴν τῶν παρθένων καλλονὴν μεγαλομάρτυρα, καὶ τῶν Κυθήρων κραταιὰν σκέπην καὶ πρόμαχον, ἀνυμνήσωμεν συμφώνως θείαν Ἐλέσαν, πρὸς τὸν Κύριον γὰρ παῤῥησίαν κέκτηται ἡμᾶς πάντας ἐκ κινδύνων περισκέπουσα, τοὺς κραυγάζοντας· χαίροις Μάρτυς πανένδοξε.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν Κυθήροις ἔλαμψας ἀμέμπτῳ βίῳ, καὶ λαμπρῶς ἠγώνισαι, ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρικῶς· ὅθεν ἀξίως δεδόξασαι, Ὁσιομάρτυς Ἐλέσα πανένδοξε.
Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡραία ἐν κάλλεσι παρθένε γέγονας, τὰ στίγματα φέρουσα τοῦ μαρτυρίου τοῦ σοῦ, Ἐλέσα πανεύφημε· ὅθεν νῦν παρεστῶσα τῷ Χριστῷ στεφηφόρος, πρέσβευε ὑπὲρ πάντων τῶν τιμώντων τὴν πάντιμον μνήμην σου Μάρτυς πολύαθλε.
Ὁ Οἶκος
Σήμερον ἀνεδείχθη Ἑωσφόρος τοῖς πᾶσι, ἡ ἔνδοξος καὶ πάνσεπτος μνήμη τῆς Παρθενομάρτυρος Χριστοῦ, διὸ πιστοὶ ἅπαντες ἀθρόως συνέλθωμεν ἐν πίστει κραυγάζοντες αὐτῇ ἐκ πόθου·
Χαίροις σεμνὴ, παρθενίας κάλλος· χαίροις σὺ εἷ τῶν Μαρτύρων κλέος.
Χαίροις, τῶν Κυθήρων ἡ δόξα καὶ καύχημα· χαίροις, τῶν σῶν δούλων ἡ μόνη βοήθεια.
Χαίροις, ὅτι τῶν αἰτούντων τὰς αἰτήσεις ἐκπληροῖς· χαίροις, νύμφη Κυρίου καλλιμάρτυς Ἐλέσα.
Χαίροις τῷ σῷ Νυμφίῳ, στεφηφόρος ἡ στᾶσα· χαίροις, σὺ γὰρ τὴν πλάνην κατήργησας.
Χαίροις, σὺ γὰρ τὸν Χριστὸν ἀνεκήρυξας· χαίροις, πιστῶν κραταιὰ προστασία.
Χαίροις, ἡμᾶς γὰρ τῶν δεινῶν ἀπαλλάττεις· χαίροις, μάρτυς πανένδοξε.
Μεγαλυνάριον

Χαίροις ὦ Ἐλέσα νύμφη Χριστοῦ, Παρθενομαρτύρων, ἀκροθίνιον εὐκλεές· χαίροις Κυθήρων, ὡράϊσμα καὶ σκέπη, σεμνὴ Ὁσιομάρτυς, Ἀγγέλων σύσκηνε.

ΟΙ 6 ΑΓΙΕΣ ΤΟΥ ΝΤΙΒΕΕΒΟ ΜΕ ΤΟ ΑΦΘΑΡΤΟ ΛΕΙΨΑΝΟ



site analysis


Αγίες Πελαγία,Παρασκευή και Μαρία Ιβάνοβνα

Στην Μονή του Ντιβέεβο εκτός από το λείψανο του μεγάλου αγίου της ορθοδοξίας Σεραφείμ του Σαρώφ,βρισκονται και τα άφθαρτα λείψανα έξι αγίων γυναικών τον οποίων τον βίο σας παρουσιάζουμε:
ΟΣΙΑ ΠΕΛΑΓΙΑ ΙΒΑΝΟΒΝΑ

To όνομά της ήταν Πελαγία Ιβάνοβνα Σερεμπρενίκοβα γεννήθηκε τον Όκτώβριο του 1809 . στο Άρζαμα της Ρωσίας. Οί γονείς της, Ίβάν Ίβάνοβιτς Σουρίν, έμπορος στο επάγγελμα και ή μητέρα της Παρασκευή Ίβάνοβνα Μπεμπέσεβα, απόκτησαν αλλά δυο παιδιά, τον Ανδρέα και τον Ιωάννη. Ό Ίβαν έφυγε γρήγορα από το μάταιο τούτο κόσμο, αφήνοντας την Παρασκευή σε νεαρή σχετικά ηλικία μόνη με τα τρία της παιδιά. Ή τελευ­ταία ξαναπαντρεύτηκε με τον Αλεξέι Νικήτιτς Κορόλεφ, άνθρωπο αυστηρό και ανάλγητο- μια συμπεριφορά πού ακολουθήθηκε και από τα παιδιά της πρώτης του γυναί­κας, κάνοντας τη διαβίωση μέσα στο σπίτι για την Πελαγία και τ' αδέλφια της σωστό μαρτύριο. Μικρή ακόμα ή όσια αρρώστησε βαριά, για να μείνει στο κρεβάτι για μεγάλοχρονικό διάστημα. Όταν επιτέλους σηκώθηκε ήταν ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος. Ενώ προηγουμένως ήταν εξαιρετικά έξυπνη με πλήρη διαύγεια πνεύματος, τώρα άρχισε να κάνει διάφορες ανοησίες. "Εβγαινε χειμωνιάτικα στον κήπο, σήκωνε τη φούστα της, στεκόταν στο ένα πόδι και στροβιλιζόταν γύρω-γύρω σαν μπαλαρίνα, βγάζοντας ταυτόχρονα ακατανόητες κραυγές. Τη μάλωναν και την έδερναν χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Όπως ή ίδια ή μητέρα της αφηγήθηκε χρόνια μετά, είχε υποπτευθεί ότι από τότε ή Πελαγία πήρε την κλίση για τη σαλότητά της, παρόλο πού τότε αυτό ήταν ότι χειρότερο για την ήδη ταλαιπωρημένη οικογένεια.
Μεγαλώνοντας ή Πελαγία έγινε μια πολύ ωραία κοπέλα με ξεχωριστή κορμοστασιά. Ήταν ψηλή, στητή, με φυσικά όμορφα χαρακτηριστικά στο πρόσωπο. Πολλοί γαμπροί αψηφούσαν την παράξενη συμπεριφορά της και τη ζητούσαν σε γάμο. Από τη μεριά της μητέρας της αυτό ήταν καλοδεχούμενο για μια φτωχή ορφανή και σαλή συνάμα. Ή Πελαγία όμως άκουγε μέσα της μυστική φωνή, πού τήν καλούσε στον ερημικό δρόμο των πραγματικών εραστών του θείου πόθου. Ή εποχή όμως δεν προσφερόταν για ανταρσία. "Ετσι στα 19 της χρόνια παντρεύτηκε το Σεργκέι Βασίλιεβιτς Σερεμπρένικωφ. Ό γάμος έγινε στον Ιερό Ναό του αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στον Αρζαμά, στις 23 Μαΐου 1828. Ό νεαρός σύζυγος της θέλοντας να την βοηθήσει με την αλλόκοτη συμπεριφορά της, την πήρε μαζί με τη μητέρα της στον άγιο Σεραφεϊμ στο έρημητήριό του στο Σαρώφ. Ό άγιος, άφού τους καλωσόρισε, τους έστειλε στο άρχονταρίκι κρατώντας την Πελαγία κοντά του για συνομιλία. Αργότερα όταν ό Σεργκέι με την πεθερά του πήγαν ξανά στο κελί να δουν γιατί αργοπορεί ή Πελαγία, βρήκαν τον άγιο Σεραφειμ να κάνει μια εδαφιαία μετάνοια στην όσία και να της δίνει ένα κομποσχοίνι, αποκαλώντας την Ματιούσκα. Ό Ίβάν Ταμπάρτσεφ, συγκελιώτης του Αγ.Σεραφείμ,που ήταν παρών,ανέφερε ότι όταν η Πελαγία έφυγε,τον πλησίσε ο άγιος και του είπε ότι η γυναίκα αυτή θα γινόταν ένα αστέρι που θα φώτιζε όλη τη Ρωσία.
Η αλλόκοτη συμπεριφόρα της εξόργιζε τον άντρα της.Έκανε ολονύχτιες αγρυπνίες,κοιμόνταν σε φέρετρα,ζητιάνευε,μοίραζε τα χρήματα που της έδινε ο σύζυγός της στους φτωχούς,γυρνούσε ημίγυμνη στος δρόμους.Τελικά ο άνδρας της την έδιωξε από το σπίτι.Ετσι επέστρεψε στο σπίτι της μητέρας της όπου την περίμεναν νέες θλίψεις.Τα παίδια του πατρίου της τη μισούσαν και ό ίδιος ό Αλεξέι Νικήτιτς Κορόλεφ την έδερνε. Ή μικρότερη του κόρη τη φθονούσε ιδιαίτερα και έβαλε κάποιο καλό σκοπευτή να τη σκοτώσει την ώρα που ή όσια γυρνώντας στην πόλη έκανε τις «παλαβομάρες» της. Αστοχώντας όμως ακούσε την Πελαγία να του λέει ότι άντϊ αυτήν πυροβόλησε τον εαυτό του. Ή προφητεία αύτη επαληθεύτηκε μετά από λίγο καιρό. Ό σκοπευτής αυτοκτόνησε με πυροβολισμό.
Μετά από όλα αυτά ή μητέρα της αποφάσισε να ξαναεπισκεφτεί τον όσιο Σεραφειμ στο Σαρώφ. Εκεί του ανάφερε τα γεγονότα από την τελευταία τους επίσκεψη μέχρι τη μέρα εκείνη και ζήτησε τη συμβουλή του. Ό γέροντας άφοϋ άκουσε προσεχτικά όσα ή πονεμένη μάνα του είπε, τη συμβούλεψε να μην δένουν την Πελαγία, αλλά να την αφήσουν ελεύθερη ν' ακολουθήσει το θεάρεστο δρόμο της. Από τη μέρα εκείνη δεν την εμπόδιζαν να κάνει ό,τι αύτη ήθελε. "Ολες σχεδόν τις νύχτες τις περνούσε στο προαύλιο του ναού, οπού στο ύπαιθρο προσευχόταν όλονυκτίς με κατανυκτικότατα δάκρυα. Τις μέρες ντυμένη με κουρέλια γυρνούσε στους δρόμους οπού ουρλιάζοντας καλούσε τους πάντες στην αγάπη του Θεού. Πέρασαν έτσι τέσσερα χρόνια.Το 1837, όταν κοιμήθηκε ό όσιος Σεραφείμ, τη συνάντησε στο δρόμο ή γερόντισσα Ίουλιανή Γρηγορίεβα, μοναχή στο μοναστήρι του Ντιβέγεβο, πού διακρινόταν για το προορατικό της χάρισμα και ζήτησε από τη μητέρα της Πελαγίας να της δώσει άδεια να την πάρει μαζί της. Ετσι και έγινε. Πριν φύγουν από το σπίτι ή Πελαγία έκανε εδαφιαία μετάνοια στους συγγενείς της και τους είπε: «Συγχωρέστε με, για την αγάπη του Χρίστου. Δεν θα ξαναγυρίσω κοντά σας ώσπου να πεθάνω».
Στο Ντιβέεβο συνέχισε την αλλόκοτη συμπεριφορά της.Άλλες αδελφές τη σεβόνταν και την εκτιμούσαν,άλλες τη φοβούνταν,άλλες την κορόιδευαν,μερικές μάλιστα την χτυπούσαν
Απ'όταν ακόμα ήταν στη ζωή έκανε πολλά θαύματα.Έτσι θεράπευσε τον καλλιτέχνη Μ.Π.Πετρώφ του οποίου το χέρι είχε παραλύσει.Εσβησε από μακριά μια φωτιά,ενώ πολλοί την έβλεπαν στον ύπνο τους και κατόπιν τους θεράπευε.Τέσσερα χρόνια πριν από την κοίμησή της προφήτεψε ότι ο ιακωβινισμός και η τρομοκρατία θα εξαπλωθούν στη Ρωσία και ότι θα σκοτώσουν τον τσάρο Αλέξανδρο τον Β για τον οποίον έκλαιγε και προσευχόνταν ασταμάτητα.Μετά από 20 χρόνια σκληρής ζωής εμφανίστηκε στον ύπνο της ο Άγ.Σεραφείμ του Σαρώφ και την προέτρεψε να αποτραβηχθεί στο κελί της,αποφεύγοντας τους ανθρώπους.Εκεί ζούσε κλαίγοντας και προσευχόμενη.Τρεφόνταν κυρίως με μαύρο ψωμί από το οποίο εφτιαχνε μικρές μπαλίτσες τις οποίες χρησιμοποιούσε ως κομποσχοίνι λέγοντας την ευχή του Ιησού.
Νιώθοντας το θάνατο της λίγες μέρες πριν κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων, έβαλε μετάνοια σ' όλες τις αδελφές της μονής. Αυτό έγινε το Σαββάτο 28 Ιανουαρίου 1884. Στις 1.45 το πρωί της Δευτέρας 30 Ιανουαρίου, ή Πελαγία Ίβάνοβνα, άφησε την τελευταία της πνοή και ή πολυταλαιπωρημένη της ψυχή πέταξε στον ουρανό, στα χέρια του Νυμφίου της Χρίστου. Την έντυσαν με τα ρούχα πού ή ιδία αρεσκόταν να φορά. Μιαν άσπρη μπλούζα, ένα σαραφάν, ένα μάλλινο σάλι και το κεφάλι της το τύλιξαν μ' ένα άσπρο μεταξωτό μαντήλι. Την έβαλαν σ' ένα φέρετρο κυπαρισσένιο και έμεινε έτσι στο κελί της για εννιά μέρες, διάστημα κατά το όποιο έκαναν τριάντα έως σαράντα τρισάγια ημερησίως και έψαλλαν συνεχώς από το ψαλτήρι.
Την έθαψαν πίσω από το ιερό του ναού της Αγ.Τριάδος όπως είχε η ίδια προφητέψει επτά χρόνια πριν.Η μνήμη της τιμάται στις 30 Ιανουαρίου

ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ(ΠΑΣΣΑ)ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ-ΝΤΙΒΕΓΙΕΒΟ
Η Οσία Παρασκευη προερχόνταν από μια οικογένεια χωρικών από την επαρχία Ταμπώφ και το όνομά της ήταν Ειρήνη.Οι γονείς της την πάντρεψαν και έμεινε παντρεμένη για 15 χρόνια χωρίς να αποκτήσει παιδιά.Μετά το θάνατο του συζύγου της υπέφερε πολύ.Μετά από ένα ταξίδι της στο Κίεβο αποφάσισε να αφιερωθεί στο Θεό.Η κουρά της έγινε στο Κίεβο και πήρε το όνομα Παρασκευή.Έζησε για 30 χρόνια στο δάσος του Σαρώφ μέσα σε μια σπηλιά την οποία έσκαψε με τα χέρια της.Από τότε ακόμη θεωρούνταν δια Χριστόν σαλή και επειδή είχε και το προορατικό χάρισμα πολλοί άνθρωποι ζητούσαν τη βοήθειά της και τις προσευχές της.Ο Θεός επέτρεψε να υποφέρει την ίδια δοκιμασία με τον Άγ.Σεραφείμ.Ληστές την χτύπησαν σκληρά και έφτασε κοντά στο θάνατό.Τα τελευταία χρόνια της ζωής της ζούσε κατά μακρά τακτικά διαστήματα στη Μονή του Ντιβέγεβο.
Είχε κάτι παιδικές κούκλες τις οποιές φρόντιζε σαν παιδιά της. Ή Παρασκευή ήταν πάντοτε πολύ καθαρή, φορούσε καθαρά και ανοιχτόχρωμα ρούχα και μεριμνούσε να διατηρεί το κελί της σε άριστη κατάσταση, κάτι πού δεν συμβαδίζει με το τυπικό των υπόλοιπων σαλών. Το κρεβάτι της το είχε στολισμένο με χοντρά μαξιλάρια και πολλές κούκλες και δεν το χρησιμοποιούσε σχεδόν ποτέ, άφοϋ κοιμόταν ελάχιστα και ποτέ ξαπλωμένη. 
Όταν έλεγε την Ευχή συνήθιζε να πλέκει κάλτσες,ενώ όταν έκοβε χόρτα με το δρεπάνι έκανε πολλές εδαφιαίες μετάνοιες.
Ο πνευματικός κόσμος ήταν ανοιχτός για εκείνην μπορώντας έτσι να βλέπει τις ψυχές και τις σκέψεις αυτών που την επισκεπτόνταν.
Επίσης ή Παρασκευή νουθετούσε και καθοδηγούσε μιαν άλλη δια Χριστόν σαλή, την όσια Μαρία Ίβανοβνα.
Στούς επισκέπτες της συνήθιζε να βάζει μπόλικη ζάχαρη στο τσάι τους αν πρόβλεπε κάτι κακό. Το 1903 όταν έγινε η ανακομιδή του λειψάνου του Αγ.Σεραφείμ του Σαρώφ,η Οσία Παρασκευή προεφήτεψε στον τσάρο Νικόλαο και στην τσαρίνα ότι θα γεννήσουν έναν διάδοχο,αλλά και όλα τα αιματηρά γεγονότα που συνέβησαν το 1917.Είναι χαρακτηριστικό ότι γέμισε το φλυτζάνι του τσάρου με ζάχαρη κάνοντάς το να ξεχειλήσει.Όσοι είδαν το πρόσωπο του τσάρου μετά την έξοδό του από το κελί της οσίας είδαν ότι ήταν φανερά ταραγμένος.Πριν το θάνατό της έκανε μετάνοιες μπροστά στο πορτραίτο του τσάρου προβλέποντας έτσι την αγιότητά του.
Η Ρωσική Εκκλησία, τιμά την μνήμη της στις 22 Σεπτεμβρίου. Τη μέρα αύτη κοιμήθηκε ειρηνικά το έτος 1915 μ.Χ. σε ηλικία 120 χρονών.

ΟΣΙΑ ΜΑΡΙΑ ΙΒΑΝΟΒΝΑ Η ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΗ

Γεννήθηκε στο χωριό Γκολέτκοβα της επαρχίας Ταμπόφ της Ρωσίας. Σέ ηλικία 13 χρόνων έμεινε ορφανή και από τους δυο γονείς της Ζαχαρία και Πελαγία και πήγε να μείνει με την οικογένεια του μεγαλύτερου της αδελφού. Εκεί δεν την ήθελαν, λόγω κυρίως του γεγονότος ότι παραμελούσε τον εαυτό της και ένοιωθαν προσβεβλημένοι από το όλο παρουσιαστικό της. Ποτέ δεν χτενιζόταν και τα ρούχα της αποτελούνταν κυρίως από κουρέλια. Είχε επίσης από πολύ μικρή μια τάση να συμπεριφέρεται παράξενα.
"Έτσι έφυγε και άρχισε να περιπλανιέται μεταξύ των περιοχών του Σάρωφ, του Ντιβέγεβο και του Άρντάτωφ. Πάντοτε μισόγυμνη και πεινασμένη φορώντας καταστρεμμένα παπούτσια χειμώνα-καλοκαίρι. Τα βράδια τα περνούσε στο δάσος προσευχόμενη και ήταν σχεδόν πάντοτε λασπωμένη.
Συχνά επισκεπτόταν το μοναστήρι του Ντιβέγεβο και εκεί όσες καλογριές τη λυπόντουσαν της έδιναν καθαρά ρούχα, τα όποϊα σε λίγες μέρες ή Μαρία απαλλασσόταν δίνοντας τα στους φτωχούς. Υπήρχαν όμως και οι μοναχές εκείνες πού την έδιωχναν κακήν κακώς. Ποτέ δεν παραπονέθηκε για κανέναν και για τίποτα.
Από κάποιο χρονικό σημείο και μετά τη δέχτηκαν στο μοναστήρι οπού έκάρη μοναχή. Έκεί συνέχισε να προσποιείται τη σαλή για να κρύβει τις αρετές της, ιδίως το προορατικό χάρισμα πού ό Κύριος μας της έδωσε. Άρχισαν σιγά-σιγά να την επισκέπτονται διάφοροι πού άκουσαν γιααυτήν και ζητούσαν συμβουλή για κάποιο πρόβλημα τους η για να πάρουν πνευματικές νουθεσίες.
Κάποτε την επισκέφτηκε ένα μικρό αγόρι και ή Μαρία είπε: «Κοίταξε, ήρθε ό ιερέας Αλέξιος». Το παιδί αργότερα έγινε ιερομόναχος με το όνομα αυτό. Όταν κάποτε την επισκέφτηκε ό πατήρ Αλέξιος ή όσία του είπε: «Δεν τρώω κρέας. Άρχισα να τρώω χορταρικά και τώρα είμαι καλύτερα». Τα λόγια αυτά ήταν για εκείνον, που είχε αρχίσει να τρώει κρέας μετά από κάποια αρρώστια του. Της έβαλε μετάνοια και έκοψε το κρέας.
"Αλλοτε την επισκέφτηκε μια κυρία από το Μούρομ και μόλις την είδε της είπε ότι κάπνιζε σαν φουγάρο. «Δεν μπορώ να το κόψω, καπνίζω και τη νύχτα, ακόμα και πριν τη Θεία Λειτουργία» της απάντησε. Τότε ή Μαρία είπε στη συγκελλιώτισσά της να πάρει την ακριβή ταμπακέρα της και να την πετάξει στη φωτιά. Μετά από καιρό πήραν ένα γράμμα από την κυρία αύτη πού εκφράζε την ευγνωμοσύνη της, αναφέροντας ότι από τότε πού τους επισκέφτηκε ούτε πού σκέφτεται το τσιγάρο.
Μια άλλη φορά την επισκέφτηκαν κάποιες μοναχές, εξαδέλφες του Μίσα Άρτσιμπούσεβα και τη ρώτησαν γι' αυτόν. Ή όσία τους είπε ότι ό Μίσα έμπλεξε τελευταία με μια γύφτισσα. Μετά αφού συναντήθηκαν και τον ρώτησαν σχετικά, τους εξήγησε ότι ενώ ποτέ δεν κάπνιζε, τελευταία αγόρασε ένα πακέτο τσιγάρα πού είχαν για μάρκα μια «γύφτισσα».
Μετά την μεταπολίτευση στη Ρωσία από την Κομμουνιστική Επανάσταση του 1917, ή Μαρία άρχισε να χρησιμοποιεί πολύ άσχημη γλώσσα, θέλοντας έτσι να υποδείξει τα νέα δεινά της Εκκλησίας από το νέο καθεστώς. Οι υπόλοιπες μοναχές σκανδαλιζόμενες τη ρώτησαν πώς ήταν δυνατόν μια καλογριά να μην μιλάει ευγενικά και ή Μαρία απάντησε: «Υπό τον Τσάρο Νικόλαο αυτό ήταν εύκολο, για δοκιμάστε το και με τους Σοβιετικονς».
Τέλος ή Μαρία Ίβάνοβνα κοιμήθηκε ειρηνικά το 1927.

Οι Αγίες Αλεξάνδρα,Μάρθα και Έλενα
ΑΓΙΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ-ΗΓΟΥΜΕΝΗ ΚΑΙ ΘΕΜΕΛΙΩΤΡΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΝΤΙΒΕΕΒΟ 
Η Αγαθή Σεμιόνοβνα Μελγκούνοβα,ήταν πολύ πλούσια και κατείχε πολλά κτήματα στο Γιάροσλαβ,στο Βλαντιμίρ και στο Ριαζάν.Από νεα έμεινε χήρα και το 1760 έγινε μοναχή στη Μονή Φλορέφσκι του Κιέβου με το όνομα Αλεξάνδρα.Δεν της ήταν γραφτό να μείνει πολύ εκεί αφού είδε σε όραμα την Παναγία η οποία της είπε να φτιάξει ένα νέο μοναστήρι. 
Υπό την καθοδήγηση της Παναγίας και μετά από δεκάδες προσκυνήματα,η Αγ.Αλεξάνδρα έφτασε στον τόπο που είχε διαλέξει η Παναγία.Ήταν στο Ντιβέεβο,όχι πολύ μακρια από το Σαρώφ όπου την εποχή εκείνη βρισκόνταν μια ανδρική μονή γνωστή για τους μεγάλα πνευματικά της αναστήματα.Υπό την καθοδήγηση των ερημιτών του Σαρώφ η Αγ.Αλεξάνδρα ξεκίνησε την ησυχαστική της ζωή σ'ένα κελί δίπλα από έναν ναό αφιερωμένο στην εικόνα της Παναγίας του Καζάν.Δώρησε όλην την περιουσία της για να χτιστούν και να ανακαινιστούν ναοί και για να βοηθηθούν χήρες τα ορφανά και οι φτωχοί.Η ίδια ζούσε από τον ιδρώτα του προσώπου της καθαρίζοντας σταύλους ή πλένοντας ρούχα.Οι κάτοικοι του Σαρώφ θυμόνταν για πολλά χρόνια την ταπεινοφροσύνη της και τη βοήθεια που πρόσφερε στα κρυφά. 
Σιγά-σιγά εκεί δημιουργήθηκε μια αδελφότητα βάση της οποίας ήταν η εκουσία φτωχεία,η χειρωνακτική εργασία,η φιλοξενία των προσκυνητών και η αδιακοπη ευχή του Ιησού,βαδίζοντας έτσι στη χνάρια της αυθεντικής ορθόδοξης μοναστικής ζωής
Από την αρχή ακόμη ερχόνταν στην Αγ.Αλεξάνδρα άνθρωποι κάθε κοινωνικής τάξης για να πάρουν συμβουλές και να πάρουν την ευλογία της.
Η Αγ.Αλεξάνδρα εκοιμήθη στις 13 Ιουνίου 1789 και είχε πει ότι εκεί θα χτιστεί ένα μεγάλο μοναστήρι ,αλλά και τις ταραχές που θα λάβουν μέρος εκεί.Δυο εβδομάδες πριν από την κοίμησή της πήρε το μεγάλο αγγελικό σχήμα.
Ο Αγ.Σεραφείμ του Σαρώφ της είχε βαθειά εκτίμηση ακόμη από όταν η αγία ζούσε.Μετά το θάνατό της είπε ότι εκείνη βρίσκεται κοντά στο θρόνο του Θεού και είπε σε μια αδελφή να μάθει στους υπόλοιπους να προσεύχονται σ'αυτήν με τον ακόλουθο τρόπο:«Μητέρα και Κυρία μου προσευχήσου για μένα στον Κύριο να με συγχωρήσει,όπως Εκείνος συγχώρεσε εσένα και να με θυμηθείς και εμένα μπροστά στο θρόνο του Θεού»
Στο μοναστήρι υπάρχουν πολλές γραπτές μαρτυρίες για τα θαύματα που έκανε η Αγ.Αλεξάνδρα

ΟΣΙΑ ΜΑΡΘΑ(μοναχή Μάρθα)
Η Μαρία Σεμένοβνα Μελιούκοβα είχε στενή πνευματική σχέση με τον Οσιο Σεραφείμ του Σαρώφ.Μπήκε στη μονή το 1823 και από τα 13 της χρόνια μια άσκησή της ήταν η σιωπή.Πάντοτε βρισκόνταν σε βαθιά και αδιάκοπη προσευχή.Η ασκητική της ζωή ξεπερνούσε σε σκληρότητα και αυστηρότητα την ασκητική ζωή πολλών μοναχών,ενώ η υπακοή της στο Όσιο Σεραφείμ ήταν τελεία.
Ήταν τέτοια η πνευματική της σχέση με τον Όσιο Σεραφείμ όπου εκείνος της απεκάλυψε πολλά από τα όσα επρόκειτο να συμβούν στη μονή,αλλά και για τα όσα του είπε η Παναγία κατά τις επισκέψεις της στον Όσιο.Μετά την κοίμηση της στις 21 Αυγούστου 1829,ο όσιος Σεραφείμ απεκάλυψε στις άλλες μοναχές ότι της είχε δώσει το μέγα μοναχικό σχήμα και«ότι τώρα η ψυχή της βρίσκεται στη Βασιλεία των ουρανών,κοντά στην Αγ.Τριάδα,στο θρόνο του Θεου και όλοι θα βοηθηθούν απ'αυτήν»
Στην κηδεία της η Πρασκόβια Σεμένοβνα,αδελφή της μοναχής,είδε ξεκάθαρα στην Ωραία Πύλη την Παναγία και την μοναχή Μάρθα να στέκεται στον αέρα.Η Πρασκόβια Σεμένοβνα άρχισε τότε να κάνει την τρελλή,να προφητεύει και να σχίζει τα ρούχα της.Τότε όλοι άκουσαν φωνές και των τριγμό της εξόδου των δαιμόνων απ'αυτήν.
Ο Όσιος Σεραφείμ διηγούνταν πως κατα τη διάρκεια της κηδείας έλαβαν πολλοί άνθρωποι θέραπεία. Μετά από λίγο καιρό ο Όσιος Σεραφείμ «έλαβε επιβεβαίωση»ότι η μοναχή Μάρθα βρίσκεται κοντά στο θρόνο του Θεού και κοντά στην Παναγία,δίπλα από τις αγίες παρθένες και τους προέτρεπε όλους να προσεύχονται σ'έκεινην.

ΟΣΙΑ ΕΛΕΝΑ(μοναχή Έλενα)
Η Έλενα Βασίλιεβνα Μαντούροβα,με την ευλογία του Αγ.Σεραφείμ συνεχισε την παράδοση της Μοναχής Αλεξάνδρας.Όταν ήταν μικρή«είχε εύθυμο χαρακτήρα,αγάπη για τα εγκόσμια και την έλκυαν οι διασκεδάσεις»Ενώ ήταν έτοιμη να παντρευτεί απέρριψε χωρίς κάποιον συγκεκριμένο λόγο τον γαμπρό.Μετά απ'αυτό είδε ένα όραμα όπου ένα τεράστιο φίδι προσπαθούσε να την καταπιεί,αλλά την έσωσε η Παναγία.Τότε η Έλενα Βασίλιεβνα υποσχέθηκε να πάει στο μοναστήρι.Απαρνήθηκε εντελώς τα εγκόσμια,αρχισε να διαβάζει τα έργα των Αγ.Πατέρων,να προσεύχεται και να εργάζεται.Τρία χρόνια την προετοίμαζε ο Άγιος Σεραφείμ για να γίνει μέλος της μοναστικής αδελφότητας.Αυτό συνέβη το 1825.Ο άγιος προφήτεψε τον δρόμο που θα ακολουθήσει και την προέτρεψε να μιμηθεί τη ζωή της Αγ.Αλεξάνδρας.Ζούσε εν προσευχή και σιωπή.

Η επίγεια ζωή της έλαβε τέλος κατά θαυμαστό τρόπο.Κάνοντας υπακοή στον Άγ.Σεραφείμ πέθανε στη θέση του αδελφού της Μιχάι Βασίλιεβιτς Μαντούροβ.Πριν την κοίμηση της αξιώθηκε να δει σε όραμα τον Κύριο σαν να ήταν φωτιά μαζί με την Παναγία,η οποία της έδειξε την τότε την προηγούμενη και την μέλλουσα αδελφότητα του Ντιβέεβο.Εκοιμήθη εν Κυρίω στις 28 Μαίου 1832.Ο Αγ.Σεραφείμ «έλαβε»την ''πληροφορία''ότι η μοναχή Ελενα βρισκόνταν κοντά στο θρόνο της Αγ.Τριάδος και ότι βρισκόνταν στον ουράνιο χορό των παρθένων της Βασίλισσας των Ουρανών.Το λείψανό της παρέμεινε άφθορο.
ΠΗΓΗ.ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ

Η Αγία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου στην Παναγία των Βλαχερνών



site analysis

.Ένα συγκλονιστικό περιστατικό από τον βίο της Οσίας.


28_07_agia_eirini_xrisovalantou
. Όταν εισήλθε στην ιερά μονή η κόρη μιας αριστοκρατικής οικογένειας από την Καισαρεία, η Ειρήνη με ιδιαίτερη χαρά δέχτηκε την κοπέλα στο ποίμνιό της, καθώς ήταν η πρώτη συμπατριώτισσά της που εισερχόταν στο κοινόβιο, μετά τις δυό θεραπαινίδες της Φιλικητάτη και Αρετή.
Η Θεοφανώ, όπως λεγόταν η νεαρή αριστοκράτισσα, ήταν ορφανή από γονείς και οι συγγενείς της την αρραβώνιασαν παρά τη θέλησή της με κάποιο πλούσιο άρχοντα, ο οποίος όμως ήταν σκληρός και φερόταν στην αρραβωνιαστικιά του βάναυσα. Η Θεοφανώ έφυγε κρυφά από την πατρίδα της, για να απαλλαγεί από τη βία του αρραβωνιαστικού της και των συγγενών της και έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, όπου βρήκε καταφύγιο στη μονή Χρυσοβαλάντου. Η φήμη της Ηγουμένης Ειρήνης είχε φτάσει ως την Καισαρεία και οι συμπατριώτες της ήταν πολύ περήφανοι γι αὐτήν, ίσως περισσότερο κι από την ημέρα που την αποχαιρετούσαν ως μέλλουσα αυτοκράτειρά τους.
Όμως, ο αρραβωνιαστικός της Θεοφανώς οργίστηκε από τη φυγή της μνηστής του και νιώθοντας πληγωμένο τον ανδρικό του εγωισμό άρχισε να την ψάχνει με μανία. Πέρασαν μήνες και δεν μπορούσε να εντοπίσει κάποιο ίχνος της ούτε κάποιον που θα γνώριζε να τον πληροφορήσει για το που θα μπορούσε να καταφύγει η κοπέλα. Παρολαυτά, το πάθος του και η οργή του δεν κατευνάζονταν και κατέφυγε σε ένα διάσημο μάγο της Καισαρείας, προκειμένου να του φέρει πίσω τη Θεοφανώ.
Ο μάγος κατέφυγε στις μαγγανείες του και στη βοήθεια του διαβόλου και ένα πρωί η Θεοφανώ ξύπνησε βγάζοντας άναρθρες κραυγές, ξεσκίζοντας τα ράσα της και ουρλιάζοντας το όνομα του μνηστήρα της. Οι αδελφές αναστατώθηκαν και η Ειρήνη, που χάρη στο διορατικό της χάρισμα γνώριζε γιατί η κοπέλα είχε περιέλθει σε αυτή την κατάσταση, κλαίγοντας πικρά κατηγορούσε τον εαυτό της ότι από δική της αμέλεια και ολιγωρία ο διάβολος κατέβαλε τη Θεοφανώ. Έχοντας όμως σταθερή και μεγάλη πίστη στο Θεό, οπλίστηκε για την καινούρια μάχη με το Σατανά, την οποία καταλάβαινε ότι θα είναι σκληρότερη από τις προηγούμενες.
Συγκέντρωσε τις αδελφές στο Καθολικό και αφού τις συμβούλεψε να φυλάγονται από τις παγίδες του Διαβόλου, τις διέταξε να νηστεύσουν για μία βδομάδα και κάθε μέρα να κάνουν χίλιες μετάνοιες η καθεμιά τους στα κελιά τους για την άρρωστη αδελφή τους, για να την ελεήσει ο πολυεύσπλαχνος Κύριος. Οι μοναχές με προθυμία πραγματοποίησαν την επιθυμία της, ενώ η ίδια η αγία παρέμεινε ένα ολόκληρο τριήμερο στο ναό, απέχοντας από οποιαδήποτε τροφή, γονατιστή μπροστά στις εικόνες του Μεγάλου Βασιλείου και της αγίας Αναστασίας της μάρτυρος (στους αγίους αυτούς έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια, επειδή ήταν συμπατριώτες της).
Ιδιαίτερα μπροστά στο εικόνισμα του Μ. Βασιλείου, η οσία παραπονιόταν κι έλεγε πως επιτρέπει ο άγιος να συμβαίνουν τέτοια έκτροπα στην πατρίδα τους, καθώς η Καππαδοκία ήταν περίφημο κέντρο των διαφόρων μάγων της εποχής. Την τρίτη νύχτα, η Ειρήνη, ενώ επαναλάμβανε τα ίδια, βλέπει μπροστά της το μεγάλο Καππαδόκη πατέρα της Εκκλησίας και τον ακούσει να της λέει: «Γιατί μου παραπονείσαι Ειρήνη; Κι εγώ λυπούμαι για την παρανομία των ασεβών ανθρώπων. Το πρωί μόλις ξημερώσει οδήγησε την πάσχουσα στο ναό των Βλαχερνών, κι έρχεται εκεί, στον Οίκο της, η Μητέρα του Δεσπότου Χριστού που μόνη έχει δύναμη και εξουσία να την θεραπεύσει».
Κατασυγκινημένη η αγία Ειρήνη, θυμούμενη την ευλάβεια που έτρεφε στη Βλαχερνιώτισσα Παναγία, συνδεδεμένη στενά με τον κοσμικό της βίο, πήρε την άρρωστη αδελφή και δυό από τις παλαιότερες μοναχές και πήγαν στο ναό. Ήταν η πρώτη φορά που η Ειρήνη έβγαινε από τη μονή του Χρυσοβαλάντου, ύστερα από τη χειροτονία της, πριν τόσα χρόνια, μόνο για αγάπη της άρρωστης κοπέλας.
Στις Βλαχέρνες, ενώ η άρρωστη βασανιζόταν από το ακάθαρτο πνεύμα, η Ειρήνη και οι δυό αδελφές προσευχόντουσαν γονατιστές μπροστά στη θαυματουργό εικόνα της Παναγίας μέχρι αργά το βράδυ. Κατά τα μεσάνυχτα, η οσία κουρασμένη από την ταλαιπωρία και τη θλίψη των ημερών, ακούμπησε στο μαρμάρινο προσκυνητάρι της πάνσεπτης εικόνας και αποκοιμήθηκε. Τότε είδε στο όνειρό της ένα αμέτρητο πλήθος κόσμου να συνωστίζεται μέσα στο ναό και σε λίγο μπήκε με στρατιωτική τάξη ένα τάγμα από χρυσοφορεμένους νέους, οι οποίοι ετοίμαζαν δρόμο μέσα στο πλήθος. Στη συνέχεια, ένα άλλο τάγμα διακόνων με λευκές στολές και χρυσά οράρια θυμιάτιζαν και έραναν με άνθη το δρόμο. Η οσία έβλεπε όλες αυτές τις θαυμάσιες ετοιμασίες και ρώτησε με απορία έναν διάκονο για ποιόν είναι όλη αυτή η υποδοχή. «Η Μητέρα του Θεού επισκέπτεται τον Οίκο της, ετοιμάσου να την προσκυνήσεις», απάντησε ο διάκονος.
Εκείνη τη στιγμή, κατέφθασε η Παναγία συνοδευόμενη από πλήθος αγγέλων και αγίων. Το πρόσωπό της ακτινοβολούσε τόσο πολύ από τη θεϊκή αίγλη, που κανείς δεν μπορούσε να την αντικρίσει. Η Παντάνασσα, αφού εξέτασε και βοήθησε όλους όσους είχαν καταφύγει στο ναό της, έφτασε και στη μαθήτρια της Ειρήνης. Τότε η οσία έπεσε στα πόδια της Παναγίας να την προσκυνήσει, όταν άκουσε τη Δέσποινα να απευθύνεται στον άγιο Βασίλειο και να τον ρωτάει για την περίπτωσή της. Όταν έμαθε για τι προσευχόταν η Ειρήνη, στράφηκε και στην αγία Αναστασία και είπε: «Υπάγετε στην Καισάρεια και εξετάσατε με επιμέλεια την υπόθεση αυτής της κόρης. Σ ἐσᾶς τους δυό εδόθη η χάρις να την θεραπεύσετε». Στη συνέχεια, η Παναγία ανέβηκε πάλι στους ουρανούς, ενώ φωνή από αόρατο στόμα διέταξε την Ειρήνη: «Πήγαινε στο μοναστήρι σου κι εκεί θ ἀξιωθεῖς του ποθουμένου».
Εκείνη τη στιγμή, η οσία ξύπνησε κι έκθαμβη διηγήθηκε το όνειρό της στις δυό άλλες αδελφές, που εξακολουθούσαν να προσεύχονται. Όταν ξημέρωσε, επέστρεψαν στο μοναστήρι τους γεμάτες πίστη κι ελπίδα. Ήταν η ώρα της μεσημεριανής προσευχής κι όλες οι μοναχές ήταν μαζεμένες στο Καθολικό, περιμένοντας με αγωνία την επιστροφή της Ηγουμένης τους. Η οσία διηγήθηκε ξανά το όραμά της και τις πρόσταξε με υψωμένα χέρια να φωνάζουν όλες μαζί κατανυκτικά «Κύριε ελέησον». Η πανίσχυρη εκείνη προσευχή είχε αποτέλεσμα: Σε ένα ακόμη όραμα που είδαν όλες οι αδελφές, ψηλά στον αέρα εμφανίστηκαν ο άγιος Βασίλειος και η αγία Αναστασία λέγοντας στην Ειρήνη: «Άπλωσε τα χέρια σου, Ειρήνη και δέξου αυτά και μη μας ονειδίζεις πλέον, γιατί αναλάβαμε να διώξουμε τους μάγους από την Καισάρεια».
Η οπτασία χάθηκε και στα χέρια της Ειρήνης έπεσε ένα δέμα το οποίο αποτελούνταν από αντικείμενα χρηστικά σε μάγους, όπως τρίχες, βελόνες, καρφιά, χαρτιά με ονόματα δαιμόνων και δυό μολυβένια ομοιώματα του νέου που προκάλεσε όλο αυτό το κακό και της άρρωστης κοπέλας.
Όλη την υπόλοιπη ημέρα και τη νύχτα, η Ειρήνη με τη συνοδεία της έμεινα στο ναό και ευχαριστούσαν τους Αρχαγγέλους, τους Καππαδόκες αγίους και την Παναγία για όλα τα θαυμαστά που αξιώθηκαν να δουν και να ζήσουν. Το επόμενο πρωί, η οσία έστειλε πάλι την άρρωστη κόρη με δυό ακόμη αδελφές στο ναό της Βλαχερνιώτισας, με λάδι, νάμα και προσφορές να λειτουργήσει ο προσμονάριος (=εφημερεύων ιερέας) και το δέμα με τις μαγείες.
Με τη θεία Λειτουργία, έχρισε ο ιερέας την άρρωστη με λάδι από την καντήλα της θαυματουργού εικόνας της Παναγίας και έριξε στη φωτιά τα διαβολικά αντικείμενα. Καθώς αυτά καιγόντουσαν, η κοπέλα ξανάβρισκε την ισορροπία του λογικού της, ενώ από τα μολυβένια αγαλματίδια, που έλιωναν, ακουγόντουσαν αποτρόπαιες κραυγές. Η Θεοφανώ, επέστρεψε στη μονή εντελώς θεραπευμένη, ευχαριστώντας την Παναγία για το θαύμα της αλλά και τις αδελφές και την πνευματική της μητέρα για την αμέριστη συμπαράσταση και βοήθειά τους.

Από την ζωή της Γερόντισσας Χαριθέας.



site analysis

Η ΜΑΚΑΡΙΣΤΗ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΧΑΡΙΘΕΑ. Ι.Μ. ΑΓΙΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΔΟΥ. ΔΑΙΜΟΝΙΚΟΙ ΠΕΙΡΑΣΜΟΙ.ΣΟΥ ΛΕΩ ΔΕΝ ΜΕ ΑΚΟΥΕΙ, ΑΥΤΗ ΕΧΕΙ ΠΝΕΥΜΑ ΑΓΙΟ.









Δαιμονικοί πειρασμοί

ΣΟΥ ΛΕΩ ΔΕΝ ΜΕ ΑΚΟΥΕΙ, ΑΥΤΗ ΕΧΕΙ ΠΝΕΥΜΑ ΑΓΙΟ.

Η Γερόντισσα, γενναίος πολεμιστής της πνευματικής ζωής, με την πάροδο των χρόνων, απέκτησε ανεκτίμητη πείρα και εμπειρία των δαιμονικών πειρασμών. Γνώριζε πολύ καλά, όπως ένας έμπειρος μελετητής, το αντικείμενο του, τα τεχνάσματα και τις πανουργίες των δαιμόνων, πού προσπαθούν με δόλιο τρόπο, όχι μόνο να πλανήσουν τον κάθε άνθρωπο, αλλά, αν είναι δυνατόν, να τον καταπιούν, για να μην υπάρχει. Πολλές φορές μάς ομολόγησε ότι είδε οφθαλμοφανώς τον πειρασμό και ένιωσε την έντονη κακία και το μίσος πού τρέφει για τά πλάσματα τού Θεού. Μάς διηγήθηκε:



Μια φορά, τον είδα ντυμένο σαν αξιωματικό- περπατούσε μέσα στο Μοναστήρι ανέμελος και μόλις με είδε, με μειδίασε με πονηριά, λες και θα μού γελούσε  σε κάτι. Εγώ θύμωσα και τον ρώτησα:
-Τί κάνεις εσύ έδώ;
Και μού απάντησε με αναίδεια:



- Έφυγα από το Αγιον Ορος και ήλθα να σάς χαιρετήσω. Έκανα το σημείο τού σταυρού και εξαφανίστηκε από μπροστά μου. Κάποια άλλη φορά, τον είδα να περπατά πάνω στο τραπέζι αρκουδιστά και να κάνη καμώματα. Διερωτήθηκα βέβαια, τί δουλειές θα μάς άνοιξη πάλι. Την επομένη το πρωί, ξέσπασε μια φασαρία μεγάλη στην τράπεζα της Μονής, με παρεξηγήσεις άνευ αιτίας. Βέβαια γρήγορα άντιλήφθηκα ότι είναι αυτός στην μέση και επέστησα την προσοχή των αδελφών.
Συχνά ερχόταν αργά την νύκτα έξω από το κελί μου και μου κτυπούσε την πόρτα, χωρίς να πει: Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών Έκανε την φωνή του πολύ λεπτή, λες και ήταν γυναίκα, και κοροϊδευτικά φώναζε:




-       Γερόντισσα... Γερόντισσα... Γερόντισσα!



Εγώ βέβαια δεν τού απαντούσα, αλλά μόλις έκανα το σημείο τού Τιμίου Σταυρού ή φωνή χανόταν. Και το παράξενο ήταν ότι μιμείτο την φωνή κάποιας από τις αδελφές. Για αυτό τον λόγο, να μην ανοίγετε σε κανένα την πόρτα τού κελιού σας, χωρίς να ακούσετε προηγουμένως το Δι' ευχών των Αγίων Πατέρων ημών. Ό Χριστός μας, να μάς οικονομήσει δι’ ευχών των Αγίων Του».
Οι αδελφές της Μονής μας διηγήθηκαν ότι μια φορά ήλθε στο Μοναστήρι μια δαιμονισμένη. Ήταν μεσημέρι, γύρω στις 12:00. Η κοπέλα ζήτησε να δει την Γερόντισσα και κάθισαν στο γραφείο της, για να μιλήσουν. Σε λίγο ή δαιμονισμένη άρχισε να φωνάζει με δυνατές φωνές, ώστε να την ακούνε οι αδελφές πού στέκονταν έξω από το γραφείο της Γερόντισσας, και να όμολογή:
-       Σου λέω, δεν με ακούει. της είπα, αλλά δεν με ακούει αυτή έχει Πνεύμα Άγιο.



Ή Γερόντισσα αντιλήφτηκε από την πρώτη στιγμή ότι ή κοπέλα είχε δαιμόνιο και την λυπήθηκε πάρα πολύ, διότι την ταλαιπωρούσε για χρόνια ολόκληρα, όπως της ανέφερε μετά ό σύζυγός της. Έτρεμε ολόκληρη ή καημένη. Με πολλή αγάπη προσπάθησε να την βοηθήσει να πάνε μαζί
στην εκκλησία. Αλλά που: Ήταν αδύνατο. Προσπάθησε και ό άντρας της να την πάρει. Τελικά την πήραν με το ζόρι. Ή Γερόντισσα προέτρεψε τις αδελφές να κάνουν κομποσκοίνι, λέγοντας την ευχή Κύριε , Ιησού Χριστέ, ελέησον με. Ηλθε και ό ιερέας της Μονής, ό πατήρ Ανδρέας, και διάβασε τούς εξορκισμούς. Σιγά σιγά ηρέμησε και έμεινε εκεί σαν νεκρή. Την πήρε μετά ό άντρας της στο αυτοκίνητο και έφυγαν.

  ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Η ΜΑΚΑΡΙΣΤΗ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΧΑΡΙΘΕΑ. Ι.Μ. ΑΓΙΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΔΟΥ . ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΚΥΠΡΟΣ
ΠΗΓΗ.ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Η ΑΓΙΑ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΛΥΓΕΡΗ Η ΧΙΟΠΟΛΙΤΙΣ



site analysis

<<Ουκ έδωκεν ημίν ο Θεός Πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού>> (Β΄ Τιμοθ. Α΄, 8)
Πολλοί οι χοροί των Αγίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Πολλοί οι δίκαιοι, οι εκλάμποντες ως φωστήρες.
Πολλοί οι υπέρ Πίστεως και Πατρίδος αγωνισθέντες και τελειωθέντες.
Σε αυτούς ανήκει και η Αγία Εθνο-νεομάρτυς Λυγερή.

Η δεκαοκτάχρονη ελληνοπούλα Λυγερή, ζούσε στο αγαπημένο της χωριό, τον Ανάβατο της Χίου. Φημιζόταν για το πνευματικό και σωματικό της κάλλος, τόσο, ώστε να προξενήσει την εμφάνιση του πασά, στα 1822, στο χωριό της. Της έταξε πλούτη, δόξα, δύναμη, μα η αγνή νεομάρτυς δεν τα δεχόταν και έστρεφε το βλέμμα της προς τον Ουρανό, στον Νυμφίο της Εκκλησίας. Εκεί θα αποκτούσε δόξα, την επουράνιο Βασιλεία του Θεού.

Οι πιέσεις εντείνονταν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Και ενώ ακόμη αυτό συνεχιζόταν, κάποια ημέρα, στο πανηγύρι του παλιού χωριού, στις 6 Σεπτεμβρίου 1822, εορτή του <<εν Χώναις θαύματος>> του Αρχαγγέλου και Ταξιάρχου Μιχαήλ, εκεί που οι χωριανοί γλεντούσαν και χόρευαν, εμφανίστηκαν δέκα υπηρέτες του πασά. Το χωριό αναστατώνεται, οι κάτοικοι κρύβονται. Παντού επικρατεί σιωπή. Και η Λυγερή στέκει ως <<Ρόδο το αμάραντο>> στο κέντρο της πλατείας και με υπομονή μεγάλη προσμένει τους Τούρκους. Φτάνουν κοντά, ζητούν να τους ακολουθήσει και στην αρνητική της απόκριση, την αρπάζουν και τρέχουν για την Ελίντα, εκεί που ο πασάς πρόσμενε την παρθένο ελληνοπούλα. Η Λυγερή προσεύχεται και παρακαλεί τον Νυμφίο της να διατηρήσει αγνό το σώμα και την ψυχή της, όπως μέχρι τότε.

Σε μια στιγμή, στο δυσκολότερο σημείο του γκρεμού, κατεβαίνοντας για την Ελίντα, όπως την τραβούσαν και αντιστεκόταν, αρπάζει με τα χέρια της μια αγριοβερυκοκιά, με τόση δύναμη, ώστε να μην μπορεί να φύγει από το δέντρο.

Οι Τούρκοι την απειλούν με θάνατο και βλαστημούν αφηνιασμένα. Η Λυγερή τους απαντά <<Εγώ Χριστιανή γεννήθηκα και Χριστιανή θα πεθάνω, την πίστη δεν αλλάζω. Παρακάτω δεν πρόκειται να πάω, κάντε μου ότι θέλετε>>. Στα αυτιά, την καρδιά και το μυαλό της αντηχούν τα λόγια εκείνα του Χριστού <<και μη φοβηθήτε από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχή μη δυναμένων αποκτείναι>> (Ματθ. Ι΄, 28), αλλά και <<τι γάρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; Ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;>> (Μαρκ. Η΄, 35-37).

Τη στιγμή εκείνη, ένας μαύρος σκλάβος Λαζός, σωστός λύκος, βγάζει το γιαταγάνι και της κόβει το κεφάλι. Το παίρνει και εξαφανίζεται τρέχοντας για την Ελίντα. Μάταια τον κυνηγούν οι χωριανοί της Λυγερής να του το πάρουν.

Εν τω μεταξύ, το άγιο σώμα της Λυγερής σπαρταρούσε και το καυτό αίμα έβγαινε από το λαιμό της, σαν φλέβα που πότιζε με μαρτυρία Χριστού και Ελλάδας τον μαρτυρικό εκείνο τόπο. Η μητέρα της παίρνει από το αίμα που τρέχει τρεις φούχτες και κάνει τρεις σταυρούς πάνω στα απόκρημνα βράχια. <<Υμίν εχαρίσθη το υπέρ Χριστού ου μόνον το εις Αυτόν πιστεύειν αλλά και το υπέρ Αυτού πάσχειν>> (Φιλιππησίους Α΄, 29).

Το κεφάλι της νεομάρτυρος, το πήρε ο πασάς από τον Λαζό και από τη στεναχώρια του τον αποκεφάλισε. Ύψωσε το μαύρο του σημαιάκι στο πλοιάριο και έφυγε για το λιμάνι της Χίου λυπημένος.

Προσωπικά, μετά από έντονη επιθυμία μου, πολλών ετών, ως μαθητής του Γυμνασίου, να προσκυνήσω τους τρεις αυτούς σταυρούς με το αίμα της Αγίας Λυγερής, αξιώθηκα να μεταβώ στο σημείο του μαρτυρίου, στις 16 Οκτωβρίου 1993 (πριν από 22 χρόνια, σε ηλικία 15 ετών) και να τους προσκυνήσω. Με είχε παροτρύνει ο καθηγητής μου, στα θρησκευτικά, μακαριστός π. Γεώργιος Λιαδής. Με πήγε στον Ανάβατο ο πατέρας μου και από εκεί, με τα πόδια (σχεδόν δυο ώρες δρόμος) στο σημείο με πήγε ο μπάρμπα Σιδεράτος για να κάμω το προσκύνημά μου. Οι βροχές και το νερό που ρέει επάνω από τις πέτρες, στη νεροδιαβασιά εκείνη, έχουν σβήσει τους δυο πρώτους σταυρούς. Ο τρίτος φαίνεται σαν να έγινε σήμερα. Και έχουν περάσει από τότε σχεδόν 200 χρόνια.

Η πίστη της, την έσωσε την Λυγερή και της χάρισε την βασιλεία των ουρανών.

Στο σημείο που θυσιάστηκε υπάρχει μια μάζα λίθων, που δεν γνωρίζει κανείς πως βρέθηκαν εκεί. Μια παράδοση αναφέρει ότι, κάθε βράδυ ρίχνει έναν η Αγία Λυγερή και δημιουργήθηκε ένας σωρός, προς ανάμνησιν του τόπου του μαρτυρίου της.

Εκεί, υπάρχει και το ημιτελές ναίδριο της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Ειρήνης, το οποίο επεχείρησε στα μέσα της δεκαετίας του 1970 να κατασκευάσει ο τότε διοικητής του σταθμού της χωροφυλακής των Καρυών αλλά τελικά δεν ευδοκίμησε το εγχείρημα. Μακάρι να ολοκληρωθεί και να αποτελέσει προσκυνηματικό σημείο απόδοσης τιμής και ευλάβειας τόσο προς την Αγία Ειρήνη όσο και προς την Αγία Λυγερή. Και να τελείται η Θεία Λειτουργία την ημέρα της εορτής της. Επίσης, να διαφυλαχθεί και προστατευθεί το σημείο των Σταυρών με το αίμα της Αγίας.

Προτιθέμεθα να συνδράμουμε ηθικά και υλικά για κάτι τέτοιο.

Το ίδιο έτος (1993) παρήγγειλα την αγιογράφηση της εικόνας της Αγίας Λυγερής στον φίλο αγιογράφο κ. Μάρκο Τσαμπλάκο. Την πήρα και την πήγα για 40 ημέρες στον Ι. Ναό του Αγ. Γεωργίου Φρουρίου και έκτοτε βρίσκεται στο εικονοστάσι της οικίας μου. Η Αγία Λυγερή συμπεριλήφθηκε στους Αγίους της Χίου και στην επίσημη Ιερή Εικόνα τους, η οποία βρίσκεται στον Ι.Ν. Αγ. Γεωργίου Φρουρίου και την καθαγίασε επίσημα ο μακαριστός Μητροπολίτης Χίου κυρός Διονύσιος την πρώτη Κυριακή του έτους 1997. Επίσης, η Αγία Λυγερή απεικονίζεται και σε παλαιότερη εικόνα, της δεκαετίας του 1930, με όλους τους Αγίους της Χίου, έργο της Ιεράς Μονής του Αγ. Κωνσταντίνου-Κονταρίου Χίου, όπως και ο Άγιος Εθνο-Ιερομάρτυρας Πλάτων (Φραγκιάδης), Μητροπολίτης Χίου (+1822) και ο Αρχιδιάκονός του Μακάριος (Γαρρής).

Η μνήμη της τιμάται στις 6 Σεπτεμβρίου. Ευχής έργον θα ήταν να συνεορτάζεται, στον Ανάβατο, μαζί με τον Αρχάγγελο και Αρχιστράτηγο Μιχαήλ, την ημέρα μνήμης του <<εν Χώναις Θαύματός του>>.

Εύχομαι σε όλους να αξιωθείτε να επισκεφθείτε το ιερό εκείνο μέρος, τόπο μαρτυρίου μιας σύγχρονης -συμπολίτισσας μας- νεομάρτυρος, καθώς επίσης και ο βίος της Αγίας Λυγερής της Χιοπολίτιδος πάντοτε να μας εμπνέει και να αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση, υπό την έννοια της υποχρέωσης κάθε πραγματικού χριστιανού να δίδει ομολογία πίστεως- ομολογία Χριστού κάτω από οιεσδήποτε κοινωνικές, εθνικές και πολιτικές συνθήκες. Ο λόγος του Θεού, η μαρτυρία υπέρ Θεού, είναι αδύνατον να αποσιωπηθεί. <<Ο λόγος του Θεού ου δέδεται>> (Τιμοθ. Β΄, 9).-

Χίος, Οκτώβριος 2015
Γεώργιος Φωτ. Παπαδόπουλος
Κήρυκας θείου λόγου
Αντιδήμαρχος (Παιδείας- Πρόνοιας) Δ. Χίου
πηγη.

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΧΙΟΥ