site analysis
17JUN
Από το παρελθόν έχει επικρατήσει η άποψη ότι ο χώρος των βασιλικών ανακτόρων και της αυλής ήταν ένας χώρος γεμάτος πλούτο και πολυτέλεια αλλά και γεμάτος δολοπλοκίες, ίντριγκες και μηχανορραφίες. Ακόμη πιστευόταν από πολλούς ότι οι περισσότερες γυναίκες του παλατιού, είτε ήσαν αυτοκράτειρες, είτε ήσαν πριγκίπισσες ή αυγούστες, ήσαν πλάσματα ματαιόδοξα, βυθισμένα μέσα στη μεγαλομανία και στον πλούτο τους. Κύρια απασχόλησή τους δεν ήταν παρά μόνο ο σχεδιασμός συκοφαντιών, φόνων, εγκλημάτων και άλλων δολοπλοκιών με τις οποίες θα στήριζαν τα μεγαλεπήβολα σχέδια και προγράμματά τους.Η ιστορική αντιμετώπιση μιας τόσο ακραίας και μονόπλευρης άποψης κρίθηκε αναγκαία. Όπως αναγκαία κρίθηκε και μία πιο σφαιρική και αντικειμενική παρουσίαση του παλατιού και των ανθρώπων που εγκαταβίωναν μέσα σ’ αυτό.Πλησιάζοντας κάποιος μέσα από τα κείμενα και τις πηγές τα βασιλικά ανάκτορα συναντά ανθρώπους που όχι μόνο δεν παρασύρθηκαν από την τρυφή και τη ζάλη της κοσμικής εξουσίας αλλά, απεναντίας και προς μεγάλη έκπληξη όλων, είχαν να παρουσιάσουν μια ζωή γεμάτη από τον ένθεο λόγο και σύμφωνη με τις επιταγές του Ευαγγελίου του Χριστού μας.Παρατηρείται μια σειρά αυτοκρατόρων που ο ένας διαδέχεται τον άλλον όχι μόνο στην εξουσία αλλά και στα έργα αγάπης. Ο ανταγωνισμός αλλά και ο συναγωνισμός στα έργα φιλανθρωπίας και προσφοράς προς το συνάνθρωπο ήταν μεγάλος. Με πρώτο το Μεγάλο Κωνσταντίνο, ο οποίος αναγνωρίζει τη δύναμη της έμπρακτης αγάπης και την κάνει ένα από τα κυριότερα όπλα στη διακυβέρνησή του, παρουσιάζοντας συγχρόνως ένα τεράστιο έργο φιλανθρωπίας. Αλλά και οι διάδοχοί του δε θα υστερήσουν καθόλου σε έργα προσφοράς και αγάπης. Ενδεικτικά αναφέρονται ο Μέγας Θεοδόσιος, ο Θεοδόσιος Β’ ο Μικρός, ο Μαρκιανός, ο Ζήνων, ο Αναστάσιος, ο Ιουστινιανός, ο Ιουστίνος, ο Μαυρίκιος, οι δυναστείες των Ισαύρων, των Μακεδόνων, των Κομνηνών, και των Αγγέλων, ο Ιωάννης Βατάτζης που έλαβε μάλιστα και το επώνυμο «ελεήμων» και κλείνει αυτός ο κύκλος των φιλάνθρωπων αυτοκρατόρων με την τελευταία δυναστεία του Βυζαντίου, τη δυναστεία των Παλαιολόγων.Η στάση αυτή της ευσπλαχνίας και της πρόνοιας του βυζαντινού αυτοκράτορα προς τον υπήκοο συνάνθρωπο συνοδευόταν συχνά και από μία προσωπική ζωή έντονα εμποτισμένη από τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Οι πρώτοι χριστιανοί αυτοκράτορες μάλιστα, δίδασκαν σαν ιεροκήρυκες και στέκονταν και κοινωνούσαν εντός του ιερού βήματος μαζί με τους ιερείς. Κάποιοι από αυτούς ασχολήθηκαν και με τη Θεολογία και αναδείχθηκαν ως εκκλησιαστικοί συγγραφείς, ποιητές και υμνογράφοι της εκκλησίας. Μέσα στην Ορθόδοξη λατρεία έχουν ενσωματωθεί οι ύμνοι τεσσάρων βυζαντινών αυτοκρατόρων: Του Ιουστινιανού, του Λέοντος Στ΄ του Σοφού, του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου και του Θεόδωρου Λάσκαρη.Τα βασιλικά ανάκτορα εργάζονταν καθημερινά, σταθερά και άοκνα, για την ανακούφιση και την παραμυθία της χήρας, του ορφανού, του φτωχού και κάθε πονεμένου και ταλαιπωρημένου ανθρώπου. Η κρατική μέριμνα δεν ήταν τυποποιημένη και άψυχη, δεν γινόταν μόνο με τους νόμους. Παραδείγματα, όπως του Ρωμανού Λεκαπηνού, ο οποίος συνέτρωγε καθημερινά με τους φτωχούς, και του Πορφυρογέννητου, ο οποίος περιποιούταν ιδιοχείρως τις πληγές των λεπρών, δείχνουν ένα υψηλό επίπεδο πνευματικής καλλιέργειας και πολιτισμού.
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι πολλοί από τους εστεμμένους βασιλείς, μέσα από τα ανάκτορα, λάτρεψαν το Χριστό όπως τον λάτρεψαν και οι ταπεινοί ασκητές, μέσα από τα κελλιά τους. Δείγμα και αυτό της σύζευξης πίστης και βασιλικών ανακτόρων.
Ρόλο αποφασιστικής σημασίας για τη διαμόρφωση αυτού του κλίματος στα ανάκτορα, του διαποτισμένου από τις ευαγγελικές αρχές, έπαιξαν και οι γυναίκες των ανακτόρων, οι βασίλισσες και οι πριγκίπισσες. Πολλές από αυτές πρόσφεραν με ιδιαίτερο ζήλο τις υπηρεσίες τους στο συνάνθρωπο και μείνανε στην ιστορία ως μεγάλες κοινωνικές εργάτιδες, γιατί σχεδόν ανάλωσαν τη ζωή τους για την ανέγερση ενός μεγάλου αριθμού ευαγών ιδρυμάτων: Νοσοκομείων, ξενώνων, γηροκομείων, ορφανοτροφείων, πτωχοκομείων κ.ά. Λαμπρό είναι το παράδειγμα της αγίας Ελένης, της μητέρας του Μεγάλου Κωνσταντίνου, της μεγάλης αυτής βασίλισσας που το έργο της κοσμεί για αιώνες τώρα τα θεοβάδιστα μέρη των Αγίων Τόπων.
Στα χνάρια της αγίας Ελένης θα βαδίσουν και οι επόμενες βασίλισσες, που το πέρασμά τους στο διάβα των αιώνων θα σφραγιστεί από μεγάλα έργα προσφοράς και αγάπης. Είναι οι βασίλισσες εκείνες που εργάστηκαν ως καλοί οικονόμοι του πλούτου που τους ενεπιστεύθη ο Κύριος και αναλώθηκαν στην προσπάθεια της έμπρακτης τήρησης της εντολής Του «Αγαπάτε Αλλήλους». Πρόκειται για την Πλακίλλα, τη σύζυγο του Μεγάλου Θεοδοσίου, την Ευδοκία, τη σύζυγο του Θεοδοσίου, την Ευδοκία, τη σύζυγο του Θεοδοσίου Β’ του Μικρού, τη Μαρκιανή και τη Θεοδώρα που και οι δύο υπήρξαν σύζυγοι, πρώτη και δεύτερη αντίστοιχα του αυτοκράτορα Ιουστίνου του Β’.
Τέλος τον κύκλο αυτών των βασιλισσών, που είχαν ένα τεράστιο και λαμπρό έργο φιλανθρωπίας να επιδείξουν, θα τον κλείσει η Θεοδώρα η Πετραλείφα, σύζυγος του Μιχαήλ Β’ Κομνηνού, Δεσπότη της Ηπείρου. Μέχρι και σήμερα τα επιτεύγματα της μεγάλης αυτής βασίλισσας έχουν κάτι να πουν στον επισκέπτη της Άρτας. Έχουν κάτι να φανερώσουν από το μεγαλείο της αγίας ψυχής της. Ένα μεγαλείο που κοσμήθηκε από τις μεγάλες αρετές της ταπείνωσης, της υπομονής, της εγκαρτέρησης, της πλήρους υποταγής και εμπιστοσύνης στο θέλημα του Θεού.
Μέσα από τα βασιλικά ανάκτορα πάλι, θα ξεπροβάλουν και κάποιες άλλες γυναικείες μορφές με φοβερό δυναμισμό και αποφασιστικότητα, οι οποίες εκμεταλλεύονται στο έπακρο την αυτοκρατορική τους ιδιότητα και μέσα από τη δύναμη της εξουσίας στηρίζουν με κάθε τρόπο και με κάθε τίμημα την Εκκλησία. Συγκαλούν συνόδους με τις οποίες προστατεύουν την Εκκλησία από τις πλάνες και τις αιρέσεις, διασφαλίζουν την ενότητα και την ειρήνη στους κόλπους της και προσπαθούν να διατηρήσουν ανόθευτη την διδασκαλία της. Η Πουλχερία, η Ειρήνη η Αθηναία, η Θεοδώρα, η σύζυγος του εικονομάχου αυτοκράτορα Θεόφιλου, αγωνίζονται γενναία και αποφασιστικά και κάτω από δύσκολες και αντίξοες συνθήκες, προκειμένου να διασφαλίσουν την ορθοδοξία της Εκκλησίας.
Μεγάλος και αποφασιστικής σημασίας είναι ο ρόλος που θα παίξουν κάποιες βασίλισσες και πριγκίπισσες στο έργο της ιεραποστολής. Από τις στέπες του Βορρά μέχρι τις ερήμους της Αφρικής και από τα Βρετανικά νησιά μέχρι την Άπω Ανατολή μεταδίδεται το Ευαγγέλιο. Πολλές βυζαντινές πριγκίπισσες έρχονται σε γάμο με ξένους ηγεμόνες και μεταφέρουν μαζί τους τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό. Η δε βασίλισσα της Ρωσίας Όλγα βαπτίζεται χριστιανή στην Κωνσταντινούπολη και φέρνει μαζί της Έλληνες κληρικούς και καλλιτέχνες, οι οποίοι κτίζουν εκκλησίες, μοναστήρια και κέντρα γραμμάτων και τεχνών. Έτσι με τον τρόπο αυτό η αγία βασίλισσα Όλγα συμβάλλει αποφασιστικά στη διάδοση και εξάπλωση του Χριστιανισμού στη Ρωσία.
Παράδειγμα ηρωισμού και αυτοθυσίας για την πίστη στο Χριστό από τα πρώτα κιόλας χρόνια του Χριστιανισμού, αποτελούν οι άγιες βασίλισσες, Αλεξάνδρα και Φαυστίνα. Το κήρυγμα του Θεανθρώπου απλώθηκε πολύ γρήγορα και έφτασε έως τα ειδωλολατρικά ανάκτορα των βασιλέων της εποχής. Ένα κήρυγμα σωτήριο που συγκίνησε και κατέκτησε τις βασίλισσες Αλεξάνδρα και Φαυστίνα, συζύγους των μεγάλων διωκτών του Χριστιανισμού Διοκλητιανού και Μαξεντίου αντίστοιχα. Αυτές κέρδισαν το φωτοστέφανο της αγιότητας με την υπομονή, την καρτερία αλλά και την ομολογία της πίστης τους στο Χριστό, μπροστά σε συζύγους σκληρούς και άπιστους.
Άλλες πάλι βασίλισσες αψηφώντας την πολυτέλεια, τη χλιδή και τις ανέσεις που τους πρόσφερε η βασιλική τους ιδιότητα, προτίμησαν να ζήσουν μια ζωή απλή και ταπεινή. Έτσι συναντάμε κάποιες από αυτές όπως την Ειρήνη, σύζυγο του Ιωάννη Β’ Κομνηνού και μετέπειτα Ξένη μοναχή, τη Θεοδώρα την Πετραλείφα, τη Θεοδώρα, τη σύζυγο του εικονομάχου αυτοκράτορα Θεόφιλου και τη Θεοφανώ, τη σύζυγο του Λέοντα Στ’ του Σοφού, οι οποίες, αφού έζησαν μία ζωή προσφοράς και αγάπης μέσα στα ανάκτορα, τις βλέπουμε να βγάζουν στη συνέχεια τη βασιλική αλουργίδα και να ντύνονται το ταπεινό ράσο της μοναχής, τελειώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τον επίγειο βίο τους σε κάποιο ταπεινό μοναστήρι δοξάζοντας το Θεό και κατακτώντας την αιωνιότητα.
Πάνω στα ίχνη των αγίων αυτών γυναικών των ανακτόρων πάτησαν και οι μικρές τη ηλικία αλλά εξίσου μεγάλες σε γενναιότητα, πίστη και αγιότητα πριγκίπισσες. Οι άγιες πριγκίπισσες, οι κόρες των βασιλέων, παρόλη τη βασιλική τους καταγωγή δεν παρασύρθηκαν από την τρυφή, τον πλούτο, τη δύναμη και τη μέθη της εξουσίας αλλά απεναντίας, θεωρώντας την παροδική και μάταιη, αναζήτησαν την ευτυχία και τη γαλήνη της ψυχής τους κοντά στο Θεό. Έτσι κάποιες έγιναν μοναχές όπως η Θεοδοσία, κόρη του αυτοκράτορα της Ρώμης Αδριανού, η Απολιναρία, κόρη ενός άλλου βασιλιά της Ρώμης, του Ανθέμιου, η Σωπάτρα, θυγατέρα του αυτοκράτορα Μαυρικίου και η Ανθούσα, η κόρη του εικονομάχου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Ε’ του Κοπρωνύμου. Ενώ κάποιες άλλες πέρασαν τη ζωή τους εν πλήρει ευσέβεια και αγάπη προς το Θεό και τον πλησίον, προσφέροντας πλούσιο έργο φιλανθρωπίας όπως η Φεβρωνία, η κόρη του αυτοκράτορα Ηράκλειου.
Υπήρχαν όμως και αυτές οι πριγκίπισσες που πλήρωσαν πολύ ακριβά, με την ίδια τους τη ζωή, την ομολογία της πίστης τους στο Χριστό. Έγιναν μάρτυρες εξαιτίας της αγάπης τους για το Χριστό υπομένοντας, πολλές από αυτές, επώδυνα βασανιστήρια. Η Κέρκυρα, κόρη του βασιλίσκου της Κέρκυρας Κερκυλίνου, η Δροσίδα, κόρη του αυτοκράτορα της Ρώμης Τραϊανού, η Αικατερίνη, θυγατέρα του βασιλιά της Αλεξάνδρειας Κώνστα, η Κασδόα, κόρη του βασιλιά της Περσίας Σαβωρίου, η Ειρήνη, κόρη του επίσης Πέρση βασιλιά Λικινίου. Όλες αυτές αναδείχθηκαν μάρτυρες και μεγαλομάρτυρες της Εκκλησίας μας, κερδίζοντας συγχρόνως το λαμπρό φωτοστέφανο της θείας δόξης.
Παράδειγμα φωτεινό στο διάβα μας, το πέρασμα αυτών των αγίων γυναικών από τη ζωή. Δεν ήταν γυναίκες απλές και συνηθισμένες, ήταν βασίλισσες και πριγκίπισσες. Γυναίκες με εξουσία και δύναμη και με κάθε δυνατότητα να κατακτήσουν τον κόσμο και τη ζωή, που όμως προτίμησαν να αφουγκραστούν το λόγο του Κυρίου «τι γαρ ωφελείται άνθρωπος εάν τον κόσμον όλον κερδίσει την δε ψυχήν αυτού ζημιωθεί;». Λόγος σωτήριος που άγγιξε την ψυχή τους και τις οδήγησε στην αγιότητα!
Αναστασία Κυνηγοπούλου.
Πηγή: «ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ» τεύχος 1 . Ιανουάριος – Μάρτιος 1999.-BYZANTINA XRONIKA