Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2017

Μάνα συγνώμη και . . . σ’ ευχαριστώ για όλα!



site analysis


Ένας νεαρός άνδρας πήγε να υποβάλλει αίτηση για μια διευθυντική θέση σε μια μεγάλη εταιρεία. Αφού πέρασε την αρχική συνέντευξη , έπρεπε τώρα να συμφωνήσει και ο γενικός διευθυντής για την πρόσληψη.

Ο διευθυντής ανακάλυψε από το βιογραφικό του, ότι ο νεαρός είχε εξαιρετικές ακαδημαϊκές σπουδές. Ρώτησε, «Πως κατάφερες να κάνεις αυτέ τις σπουδές; Μήπως πήρες υποτροφίες;»


«Όχι του απάντησε ο νεαρός».

«Ο πατέρας σου κατέβαλλε όλα αυτά τα δίδακτρα;» ρώτησε ξανά ο διευθυντής.

«Ο πατέρας μου κύριε πέθανε όταν ήμουν ενός έτους, η μητέρα μου ήταν αυτή που πλήρωνε τα δίδακτρά μου» Απάντησε.

« Που εργάζεται η μητέρα σου;»

«Η μητέρα μου εργάζεται ως καθαρίστρια ρούχων. Πλένει ρούχα για άλλους»

Ο διευθυντής ζήτησε τότε από το νεαρό να του δείξει τα χέρια του. Ο νεαρός έδειξε τα χέρια του τα οποία ήταν λεία και πολύ απαλά.

«Έχεις βοηθήσει ποτέ τη μητέρα σου στο πλύσιμο των ρούχων;»

«Ποτέ, η μητέρα μου ήθελε πάντα να μελετώ και να διαβάζω όσο το δυνατόν περισσότερο. Εκτός αυτού, η μητέρα μου πλένει τα ρούχα πιο γρήγορα από μένα.

Ο διευθυντής είπε: «Θέλω να σου ζητήσω κάτι. Όταν πας σπίτι σήμερα, πήγαινε να καθαρίσεις τα χέρια της μητέρας σου και θα τα ξαναπούμε αύριο το πρωί».

Ο νεαρός θεώρησε ότι οι πιθανότητες να πάρει τη θέση, ήταν πολύ μεγάλες. Όταν πήγε πίσω στο σπίτι, ζήτησε από τη μητέρα του να τον αφήσει να καθαρίσει τα χέρια της. Η μητέρα παραξενεύτηκε και με ανάμεικτα συναισθήματα άπλωσε τα χέρια της προς το γιο της.

Ο νεαρός άρχισε να πλένει τα χέρια της μητέρας του σιγά-σιγά, ενώ δάκρυα έσταζαν από τα μάτια του όση ώρα το έκανε αυτό. Ήταν η πρώτη φορά που παρατήρησε ότι τα χέρια της μητέρας του ήταν τόσο ζαρωμένα, και ότι υπήρχαν τόσες πολλές μελανιές πάνω τους. Μερικές μελανιές μάλιστα ήταν τόσο οδυνηρές, που η μητέρα του βογκούσε όταν τις άγγιζε.

Ήταν η πρώτη φορά που ο νεαρός συνειδητοποίησε ότι ήταν αυτά τα χέρια που έπλεναν σε καθημερινή βάση ρούχα για να μπορέσει να πληρώσει τα δίδακτρά του. Οι μελανιές στα χέρια της, ήταν το τίμημα που η μητέρα έπρεπε να πληρώσει για την εκπαίδευσή του και το μέλλον του παιδιού της.

Μετά τον καθαρισμό των χεριών της μητέρας του, ο νεαρός άρχισε να πλένει σιγά – σιγά όλα τα ρούχα που είχαν στοιβαχτεί για πλύσιμο, μονολογώντας «Μάννα συγγνώμη και σ’ ευχαριστώ για όλα» Μάννα συγγνώμη και σ’ ευχαριστώ για όλα»… ενώ δάκρυα συνέχιζαν να τρέχουν από τα μάτια του.

Εκείνο το βράδυ, μητέρα και ο γιος έκατσαν και κουβέντιασαν για αρκετή ώρα.

Την άλλη μέρα το πρωί, όταν ο νεαρός πήγε στο γραφείο του διευθυντή συγκινημένος και βουρκωμένος, βλέποντάς τον έτσι, τον ρώτησε.

«Για πες μου λοιπόν, τι έγινε χθες στο σπίτι σου; Τι έκανες; Έμαθες κάτι καινούργιο»

Ο νεαρός απάντησε: «Καθάρισα τα χέρια της μητέρας μου, αλλά και έπλυνα τελικά όλα τα ρούχα που είχε για πλύσιμο»

«Τώρα κατάλαβα και εκτίμησα την προσπάθεια της μητέρας μου. Χωρίς τη μητέρα μου, δεν θα ήμουν αυτό που είμαι σήμερα. Συνειδητοποίησα με την πράξη αυτή, πόσο σημαντική είναι η βοήθεια που σου προσφέρουν οι άλλοι. Έχω καταλήξει να εκτιμώ την αξία και τη σημασία που έχει το να βοηθά ο ένας τον άλλο στην οικογένεια και στην κοινωνία»

Ο διευθυντής τότε του είπε: «Αυτό είναι που ψάχνω σε ένα συνεργάτη. Θέλω να προσλάβω ένα άτομο που δεν θα σκέφτεται μόνο το εαυτό του, που μπορεί να γνωρίζει και να εκτιμά τη βοήθεια, τις προσπάθειες και τα δεινά των άλλων, για να επιτευχτούν κάποια πράγματα στη ζωή και δεν θα θέτει τα χρήματα ως μοναδικό στόχο του στη ζωή του. Έχεις προσληφθεί»

Αυτό το νεαρό άτομο εργάστηκε πολύ σκληρά, έλαβε αξιώματα στην επιχείρηση και απολάμβανε το σεβασμό των υφισταμένων του. Κάθε εργαζόμενος που είχε, εργάστηκε επιμελώς και ως ομάδα με τους υπόλοιπους. Οι επιδόσεις της εταιρείας βελτιώθηκαν σημαντικά.

πηγη: http://agiameteora.net

Σάββατο 7 Οκτωβρίου 2017

Ο επίσκοπος και η πόρνη



site analysis





Γράφει ο π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης
α) Είναι γνωστό, ότι ο Χριστός καταδίκαζε με δριμύτητα την υποκρισία, το φαρισαϊσμό και τον ηθικισμό των κατ’ επίφαση ευσεβών.
Σκοπός του δεν ήταν να κρίνει ή να διαπομπεύσει τους αμαρτωλούς, αλλά να τους καλέσει σε μετάνοια. Σε μια συζήτηση που είχε με τους πρεσβυτέρους και τους αρχιερείς του λαού, ανέφερε την παραβολή των δύο γιων (βλ. Ματθ. 21, 28-31). Σύμφωνα με αυτήν, «ένας πατέρας στέλνει τους δύο γιους να εργασθούν στο αμπέλι. Αρχικά, ο πρώτος αρνείται, ενώ ο δεύτερος δέχεται. Στην συνέχεια όμως, ο πρώτος μετανιώνει και πηγαίνει να εργασθεί, ενώ ο δεύτερος που φάνηκε καταρχήν πρόθυμος, δεν προσέρχεται». Τους ρωτάει τότε ο Χριστός: ποιος από τους δύο έκανε το θέλημα του πατέρα; Εκείνοι απαντούν, ο πρώτος.
β) Με αφορμή την απάντηση, αλλά και τη μετάνοια του πρώτου γιού, διδάσκει ο Χριστός: «Σας βεβαιώνω, πως οι τελώνες και οι πόρνες θα μπουν πριν από σας στη βασιλεία του Θεού» (Ματθ. 21,31). Τα λόγια αυτά βρίσκουν εφαρμογή στο βίο της αγίας Πελαγίας, που η Εκκλησία τιμά στις 8 Οκτωβρίου. Σύμφωνα με το Συναξάρι, στην Αντιόχεια ζούσε μια γυναίκα «περιφανής και πλουσία, πολλά ωραία τω σώματι και υπέρκαλλος, τη δε ψυχή ρερυπωμένη και βέβυλος»
.γ) Η γυναίκα αυτή δεν είχε άλλη φροντίδα, παρά να τονίζει τη φυσική της ωραιότητα και να στολίζεται, για να παγιδεύει τους εραστές της. Για τα μαργαριτάρια που φορούσε, την αποκαλούσαν Μαργαριτώ. Στην πόλη βρισκόταν εκείνη την εποχή ο επίσκοπος Νόννος, προσκεκλημένος του αρχιεπισκόπου Αντιοχείας και παρόντων πολλών αρχιερέων κήρυττε έξω από το ναό του αγίου Ιουλιανού. Την ώρα εκείνη, περνούσε η Πελαγία με τη συνοδεία της. Καθόταν στολισμένη σε άμαξα. Έλαμπαν τα κοσμήματά της και μοσχοβολούσε ο αέρας από τα αρώματά της.
δ) Οι άλλοι αρχιερείς απέστρεψαν το πρόσωπό τους, για να μην την βλέπουν. Όμως, ο μακάριος Νόννος την παρατηρούσε προσεκτικά για πολλή ώρα. Ύστερα στέναξε και χωρίς να κατακρίνει την πλούσια εταίρα είπε: «Αλλοίμονο, σε μας τους αμελείς και αχρείους. Θα ντραπούμε την ημέρα της κρίσεως για την πόρνη αυτή, η οποία για να αρέσει σε θνητούς ανθρώπους τόσο πολύ καλλωπίζεται, ενώ εμείς δεν επιμελούμαστε την ψυχή μας, για να αρέσουμε στον ζώντα Θεό».
ε) Ο λόγος του επισκόπου έφερε κατάνυξη στην καρδιά του και η προσευχή του κέντρισε και το ενδιαφέρον της Πελαγίας. Την άλλη μέρα ακούοντας η Πελαγία από κοντά τη διδαχή του σοφού ανδρός, ζήτησε να κατηχηθεί και να βαπτισθεί. Με πλήρη επίγνωση της κατάστασής της απευθύνεται προς τον άγιο Νόννο λέγοντας: «Βάπτισόν με και οδήγησον προς μετάνοιαν, ότι εγώ ειμί της ανομίας το πέλαγος και της απωλείας η άβυσσος». Με πνεύμα ταπεινώσεως και συντριβής βαπτίζεται και την αναδέχεται μια ενάρετη μοναχή, ονόματι Ρωμάνα.
στ) Η Πελαγία ανακαινισμένη πνευματικά παραδίδει τον πλούτο της στον άγιο επίσκοπο για τους πτωχούς. Ελευθερώνει τους δούλους και μια νύκτα ενδύεται ανδρικό «τρίχινο και ρακώδες χιτώνιο», και αναχωρεί στα Ιεροσόλυμα. Εκεί ασκείται για τρία χρόνια στο Όρος των Ελαιών, ως μοναχός Πελάγιος, φθάνοντας σε υψηλά μέτρα αρετής. Ύστερα από Θεία πληροφορία ο άγιος Νόννος στέλνει τον υποτακτικό του Ιάκωβο να τη συναντήσει. Εκείνος δεν την αναγνωρίζει, διότι το κάλλος ήταν μαραμένο και η σάρκα ξηραμένη από την εγκράτεια.
ζ) Όταν αναγγέλλεται ο θάνατος του Πελαγίου, έρχεται πλήθος πατέρων από τα περίχωρα για να ενταφιάσουν το ιερό λείψανο. Τότε αποκαλύπτεται, ότι πρόκειται για την Πελαγία και εκπλήσσονται όλοι με το θαυμαστό γεγονός, αλλά και τις ανεξερεύνητες βουλές του Θεού, «ο οποίος πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α’ Τιμ. 2,4).

Η Οσία Πελαγία





site analysis

Από το βίο της Οσίας Πελαγίας
Η οσία Πελαγία έζησε στην Αντιόχεια στα μέσα του Γ' αιώνα. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια, αγαπούσε τα στολίδια, ντυνόταν προκλητικά, ήταν ωραία και ζούσε στο βούρκο της ακολασίας. 
Ο πολυεύσπλαχνος όμως Κύριός μας, οικονόμησε την επιστροφή της με τον εξής τρόπο:
Στην Αντιόχεια έγινε στην εποχή της Τοπική σύνοδος και μεταξύ των άλλων ήλθε ο πολύ ενάρετος και άγιος Επίσκοπος Νόννος, τον οποίον η Εκκλησία μας τιμά στις δέκα Νοεμβρίου. Αυτόν το σοφό άνθρωπο του Θεού παρεκάλεσαν οι ορθόδοξοι πιστοί να τους κηρύξει τον θείον λόγο, διά πνευματική τους ωφέλεια. Ενώ όμως ο Άγιος μιλούσε έξω από το Ναό πέρασε επιδεικτικά και αναίσχυντα η πόρνη Πελαγία καθισμένη επάνω σε στολισμένο αμάξι. Οι άλλοι επίσκοποι γύρισαν τα μάτια τους προς το άλλο μέρος διά να μη την βλέπουν, ενώ ο άγιος Νόννος γεμάτος από θεϊκή αγάπη την έβλεπε και αφού αναστέναξε είπε:
Αλλοίμονο σε εμάς που ζούμε με αμέλεια και αδιαφορούμε διά την σωτηρία μας. Κατά την ημέρα της Κρίσεως θα ντροπιαστούμε, διότι αύτη η πόρνη διά να αρέσει σε θνητούς ανθρώπους, φροντίζει τόσο πολύ το σώμα της και στολίζεται ενώ εμείς αμελούμε και δεν φροντίζουμε την ψυχή μας διά να αρέσουμε στον αθάνατο και ζωντανό Θεό, παρά ασχολούμεθα με τα φθαρτά πράγματα και περιφρονούμε την αξία μας. Δι' αυτό θα χάσουμε τη θαυμάσια αιώνια μακαριότητα και θα κατακριθούμε διά την αμέλειά μας...

Μετά το τέλος του λόγου του επήγε εις το κελλί του ο Άγιος και προσευχόμενος με δάκρυα στα μάτια εις τον Θεόν, έλεγε:
Πολυεύσπλαχνε Θεέ μου, συγχώρεσε εμένα τον αμελή διατί η επιμέλεια που έδειξε η πόρνη μέσα σε μια ημέρα, ξεπερνάει τη δική μου φροντίδα που έδειξα σ' όλα τα χρόνια της ζωής μου, διά να στολίσω την ψυχή μου ώστε να γίνει δική σου κατοικία. Ποια πρόφαση λοιπόν να βρω εγώ μπροστά σου, Συ που γνωρίζεις τα μυστικά των καρδιών! Αλλοίμονο σε μένα τον άθλιο, διατί μπαίνω ανάξια στο Ιερό Θυσιαστήριο και δεν στολίζω την ψυχή μου σύμφωνα με το Άγιο Θέλημα σου. Αλλά Κύριε, σε παρακαλώ μη με καταδικάσεις την ημέρα της Κρίσεως, διατί είμαι έρημος από κάθε αρετή και δεν ετήρησα καμιά από τις εντολές σου.
Όταν ο επίσκοπος έπεσε να κοιμηθεί είδε ένα όνειρο πως δήθεν λειτουργούσε εις το Ναό και ένα βρώμικο περιστέρι πετούσε γύρω του και τον ενοχλούσε πολύ. Όταν όμως έφτασε εις τα κατηχούμενα και έλεγε: «όσοι κατηχούμενοι προέλθετε», τότε το περιστέρι βγήκε και στάθηκε έξω μέχρι το τέλος της θείας λειτουργίας. Βγαίνοντας ο Όσιος από το Άγιο Βήμα, είδε και πάλι το λερωμένο περιστέρι να πετάει κοντά του. Τότε ο Όσιος άπλωσε τα χέρια του, το πήρε και το βύθισε στην Κολυμβήθρα που βάπτιζε τους ανθρώπους. Αμέσως το περιστέρι καθαρίστηκε και πέταξε ψηλά στον αέρα, ώσπου δεν φαινόταν πια. Το θαυμαστό αυτό όνειρο έδειξε πως κάτι σπουδαίο πρόκειται να γίνει. Πράγματι, την άλλη ημέρα που επήγε εις το Ναό του ανέθεσε ο Πατριάρχης να κηρύξει τον θείον λόγον εις τον λαόν. Μέσα στους άλλους από οικονομία Θεού βρέθηκε και η αμαρτωλή Πελαγία. Άκουσε, τότε, διά την αθανασία της ψυχής, τη δικαιοσύνη του Θεού, την αιώνια σωτηρία των δικαίων, αλλά και διά την καταδίκη των αμαρτωλών.
Η του Θεού άπειρος ευσπλαχνία έφερε μέσα της συντριβή και κατάνυξη και άρχισε να κλαίει διά τις αμαρτίες της. Μίσησε από την καρδιά της τις βρωμερές πράξεις της, και ένοιωσε στην καρδιά της ιερό πόθο προς τον Ιησούν Χριστόν... έστειλε δε και γράμμα με τους υπηρέτας της προς τον άγιον επίσκοπον Νόννον εις τον οποίο έγραφε:
«Εις τον Άγιον Επίσκοπον και μαθητήν του Χριστού, η μαθήτρια του δαίμονος Πελαγία, η οποία είναι ένα πέλαγος ολόκληρο από ανομίες, απονέμει την δουλικήν προσκύνησιν.
Άκουσα, άγιε του Θεού, από κάποιο Χριστιανό, ότι ο Χριστός δεν ήλθε να καλέσει "δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν". Μου είπε επίσης, ότι δεν εμίσησε, ούτε απέφευγε από σιχαμάρα τις πόρνες, τους ληστάς και τους τελώνες, αλλά συναναστράφηκε και συνομίλησε μαζί τους. Αυτός, που δεν μπορούν να τον ιδούν με ακάλυπτο το πρόσωπο και αυτά ακόμη τα χερουβίμ. Εάν, λοιπόν, και συ είσαι μαθητής ενός τέτοιου Διδασκάλου, απόδειξέ το στην πράξη και δέξε με κοντά σου. Μη με αηδιάσεις, ούτε να με σιχαθείς την πόρνη και αμαρτωλή. Σε παρακαλώ να με δεχθείς για να σου εξομολογηθώ και να σου πω τα κρίματά μου, διά να σώσω την ψυχήν μου η άσωτη».
Όταν διάβασε αυτά τα λόγια ο Όσιος Νόννος, φοβήθηκε μήπως δεν είναι ειλικρινά και του ετοιμάζει καμιά πλεκτάνη. Γι' αυτό της παρήγγειλε να πάει στην εκκλησία όταν θα ήταν και άλλοι Αρχιερείς, για να εξαγορευθεί τα αμαρτήματά της. Πράγματι, η Πελαγία, δεν χάνει καιρό. Τρέχει αμέσως στην εκκλησία και πέφτει στα πόδια του, σαν την πόρνη του Ευαγγελίου. Τα μουσκεύει με τα δάκρυα της, που έτρεχαν ασταμάτητα. Εκεί εξομολογήθηκε μεγαλοφώνως τις αμαρτίες της.
Σπλαχνίσου με την αμαρτωλή, Πάτερ Όσιε, σαν τον Δεσπότη Χριστό. Βάπτισε με και οδήγησέ με στη μετάνοια, έμενα που μοιάζω με πέλαγος απέραντο από αμαρτίες. Η ζωή μου είναι μια κόλαση ολόκληρη. Έπεσα στα χέρια του Σατανά. Έγινα δόλωμά του και παγίδα, για να πάνε πολλοί στην Κόλαση. Τώρα με τη Χάρη του Θεού μετανοώ για την αμαρτωλή ζωή μου. Παίρνω την ηρωική απόφαση να ζήσω από δω και πέρα, όπως θέλει ο Θεός με μετάνοια, διά να μην κολασθώ αιώνια.
Οι Αρχιερείς αισθάνθηκαν ιερή συγκίνηση για τη ριζική αλλαγή, που έγινε στην αμαρτωλή, με την βοήθεια του Θεού. Εθαύμαζαν για τα δάκρυα, που έχυνε και εχαίροντο, για τη σωτηρία της. Εκείνη συνέχιζε να κόπτεται και να οδύρεται για την αμαρτωλή της ζωή.
Ο ιερός Νόννος της απαντάει:
Οι κανόνες της Εκκλησίας μας ορίζουν να μη βαπτίζουμε καμιά πόρνη, εάν δεν έχει κάποιον εγγυητή, ότι δεν θα επιστρέψει πλέον στα προηγούμενα αμαρτήματα.
Εκείνη τότε κλαίγοντας ακόμη περισσότερο, λέγει στον Επίσκοπο:
Να με έχεις στο λαιμό σου και να κρεμαστούν επάνω σου όλα τα αμαρτήματά μου. Θα δώσεις λόγο για την ψυχή μου κατά την ώρα της Κρίσεως, εάν δεν με βάπτισης το συντομότερο. Θέλω να με αναγεννήσεις πνευματικά και να με παραστήσεις καθαρή νύμφη μπροστά στον Νυμφίο Χριστό. Μη χάνομε καιρό, Επίσκοπε, γιατί φοβάμαι ότι αν δεν βαπτισθώ τώρα γρήγορα, και αν μείνω μακριά από τη Χάρη του Θεού, θα με πλανέψει ο διάβολος και θα ξαναπέσω στην αμαρτία.
Όταν άκουσε αυτά ο Νόννος εδόξασε το Θεόν, που έδειξε τόση μεγάλη μετάνοια. Της εδιάβασε την ευχή της εξομολογήσεως και τη ρώτησε, πως τη λένε.
Στην αρχή, είπε, με λέγανε Πελαγία. Ύστερα όμως οι άνθρωποι, θαυμάζοντας τα πολλά και πολύτιμα πετράδια και μαργαριτάρια που φορούσα, με ονόμασαν Μαργαρώ. Σε λίγο την εβάπτισε ο Επίσκοπος εις το όνομα της Αγίας Τριάδος και της έδωσε το πρώτο της όνομα, Πελαγία.
Ανάδοχός της έγινε μια ενάρετη Μοναχή, που την έλεγαν Ρωμάνα. Κατόπιν ετέλεσε την θείαν Μυσταγωγίαν και την εκοινώνησε τα άχραντα Μυστήρια.
Το γεγονός βέβαια αυτό έγινε γνωστό σε όλη την Αντιόχεια και είχαν όλοι οι πιστοί γιορτή για τη σωτηρία της ψυχής της. Ο καθένας θεωρούσε τη χαρά της και δική του χαρά, διότι ενίκησε τον εχθρό διάβολο και μπήκε στη μάνδρα του Χριστού μια άσωτη...
Μετά το βάπτισμά της η φωτισμένη πλέον Πελαγία παρέδωσε όλα τα πλούτη της στον άγιο Επίσκοπο Νόννο για να δοθούν σε καλοσύνες. Και ο Επίσκοπος ανέθεσε στον αρμόδιο Κληρικό με την εντολή: Να μην κρατήσει τίποτε από αυτά για την Εκκλησία, αλλά να τα μοιράσει στους πτωχούς, τις χήρες και τα ορφανά, για να δοθούν καλά, όσα συγκεντρώθηκαν άσχημα.
Η ίδια ελευθέρωσε τους δούλους και τις δούλες της και τους συμβούλεψε να φροντίσουν για την σωτηρία τους, για να λυτρωθούν με την ευσπλαχνία τού Δεσπότου Χριστού από την αιώνια αιχμαλωσία, όπως εκείνη τους ελευθέρωσε από την προσωρινή αιχμαλωσία.
Από τη μέρα που βαπτίσθηκε η μακαρία Πελαγία, δεν έφαγε τίποτε αγορασμένο από τα πλούτη της, γιατί ήταν συγκεντρωμένα με αμαρτωλό τρόπο, την έτρεφε όμως η Ρωμάνα όσες μέρες έμενε κοντά της.
* * *
Την νύκτα μιας Κυριακής έβγαλε τα γυναικεία ρούχα. Ντύθηκε με ένα τρίχινο και κουρελιασμένο χιτώνα και πήγε στα Ιεροσόλυμα, χωρίς να πει σε κανένα το σκοπό της. Φεύγοντας από την Αντιόχεια η εκλέξασα την αγαθή μερίδα Πελαγία, επήγε στο όρος των Ελαίων. Έμεινε εκεί τρία ολόκληρα χρόνια μέσα σε ένα κελλί με ανδρική ενδυμασία, εντελώς αγνώριστη. Εκεί μέσα αγωνίζονταν και έκανε τέτοιους νικηφόρους αγώνες κατά του πονηρού και με τέτοιες αρετές στολίσθηκε, που μόνον ο Θεός ο οποίος διαβάζει τα κρύφια της καρδιάς μας το γνωρίζει.
Αλλά ο Θεός δεν θέλησε να αφήσει τη δούλη Του να αγωνίζεται μέχρι τέλους κρυμμένη. Όπως ακριβώς είχε γίνει ο περίγελος των ανθρώπων με την αμαρτωλή ζωή της, έτσι οικονόμησε τα πράγματα ο Θεός να ακτινοβολήσει στην κοινωνία με την αρετή της, για την ωφέλεια των πολλών. Τούτο δε έγινε ως εξής:
Ο Ιερός Ιάκωβος, μαθητής του αγίου Επισκόπου Νόννου, κυριεύθηκε από την αγία επιθυμία να πάει να προσκυνήσει τον Πανάγιο Τάφο. Όταν ξεκίνησε να φύγει, πήρε την ευλογία του Αγίου Νόννου. Ο Άγιος είχε διορατικό χάρισμα και του είπε:
Ύπαγε εν ειρήνη, τέκνον μου, και αφού προσκυνήσεις τους Αγίους Τόπους, ρώτησε να μάθεις για κάποιον ενάρετο Μοναχόν, τον Πελάγιον. Θα λάβεις από αυτόν μεγάλη ψυχική ωφέλεια. Είναι δούλος πραγματικός του Κυρίου μας.
Πράγματι, ο ιερός Ιάκωβος πήγε και προσκύνησε τους Αγίους Τόπους και ρώτησε να μάθει, διά τον μοναχόν Πελάγιον. Του είπαν, ότι ήτο στο όρος των Ελαίων. Όταν έφθασε εκεί χτύπησε την πόρτα του κελλιού του και βγήκε η Αγία, με ανδρικό σχήμα. Και αυτή μεν ανεγνώρισε τον Ιάκωβον, εκείνος όμως, δεν μπόρεσε να την γνωρίσει, διότι η ομορφιά της, που είχε άλλοτε είχε χαθεί από τη μεγάλη άσκηση. Το πρόσωπό της ήταν μαραμένο. Τα μάτια της είχαν χωθεί βαθειά μέσα στις κόγχες. Το σώμα της ήταν σκελετωμένο από την πολλή σκληραγωγία, την άσκηση και τη νηστεία. Μόνον το δέρμα της φαινόταν και τα κόκκαλα.
Τον ρώτησε η Αγία, εάν ήτο ο υποτακτικός του Επι-σκόπου Νόννου και εκείνος απάντησε: Ναι.
Όντως, του προσέθεσε η Αγία, Απόστολος του Θεού είναι εκείνος ο άνθρωπος: πες του σε παρακαλώ να προσεύχεται στο Θεό να μου συγχωρήσει τις αμαρτίες μου.
Αφού είπε αυτά, έκλεισε τη θύρα της και μέσα στο κελλί της έψαλλε ψαλμούς, σύμφωνα με την τάξη των μοναχών. Ο Ιάκωβος μαζί με τις άλλες ωφέλειες, που πήρε, διδάχθηκε, ότι θα πρέπει να είναι κανείς πολύ σύντομος στα λόγια του.
Ανεχώρησεν από εκεί ο Ιάκωβος και πήγε και σε άλλα κελλιά για να επισκεφθεί και άλλους αδελφούς. Αλλά όπου και αν πήγαινε, παντού άκουγε για τον Πελάγιο τα καλλίτερα λόγια. Τον επαινούσαν όλοι, σαν τον πλέον ενάρετο και αγιότατο άνθρωπο.
*  *  *

Μετά από λίγες μέρες διαδόθηκε σ' όλη την περιοχή η είδηση ότι ο Πελάγιος άφησε τον παρόντα κόσμο και αναχώρησε για την άλλη ζωή.
Συγκεντρώθηκαν στη Σκήτη της, όχι μόνον από την Ιερουσαλήμ, αλλά και από τον Ιορδάνη, την Ιεριχώ και από όλα τα γύρω περίχωρα με μεγάλη ευλάβεια, διά να ενταφιάσουν το άγιο  λείψανο .
Και όταν θέλησαν να πλύνουν το σώμα του νεκρού, κατά την τάξη, εγνώρισαν, ότι ήταν γυναίκα. Όλοι τότε έμειναν κατάπληκτοι και εδόξασαν τον Κύριον, ο όποιος της έδωσε τη δύναμη να πολεμήσει τον διάβολο και να τον νικήσει κατά κράτος.
Αυτή η είδηση μαθεύτηκε και στα περίχωρα και κόσμος πολύς ερχόταν κύματα-κύματα. Εσπρώχνονταν μάλιστα, ποιος θα πρωτοασπασθεί το άγιο λείψανο. Το σήκωσαν κατόπιν ευλαβείς και άγιοι άνδρες. Ακολουθούσαν όλοι, με λαμπάδες και θυμιάματα και το ενταφίασαν με τιμές, όπως έπρεπε σε Αγία.
Κοιμήθηκε το 284 μ.Χ. και η Ορθόδοξος Εκκλησία την εορτάζει στις 8 Οκτωβρίου.
* * *
Αυτός είναι ο βίος της Οσίας Πελαγίας της πρώην αμαρτωλής πόρνης. Έτσι αγωνίσθηκε αυτή, που την υπολόγιζαν όλοι για χαμένη. Αλλά ξέφυγε από την αμαρτία και έστησε τόσα λαμπρά τρόπαια κατά του διαβόλου.
Αυτήν λοιπόν ας έχουν για παράδειγμα, όλοι όσοι μολύνανε την εικόνα του Θεού με βρώμικες πράξεις. Κανένας να μην απελπισθεί, έστω και αν είχε το ατύχημα να διαπράξει τα πιο χειρότερα αμαρτήματα. Το παράδειγμα της Οσίας Πελαγίας της πόρνης μας δείχνει ότι πολλές φορές μπορεί κανείς και από αυτά τα σκοτεινά άντρα της αμαρτίας να ξεπεταχθεί επάνω και να ζήσει αγγελική ζωή, σημειώνει ο αείμνηστος π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος στη βιογραφία της Αγίας Πελαγίας.


Απολυτίκιον. Ήχος δ'. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.

Εξ ακανθών καθάπερ ρόδον ευώδες, τη Εκκλησία Πελαγία εδείχθης, ταις εναρέτοις πράξεσιν ευφραίνουσα ημάς' όθεν και προσήγαγες, ως οσμήν ευωδίας, τω σε θαυμαστώσαντι, τον σον βίον Οσία' ον εκδυσώπει σώζεσθαι ημάς παθών παντοίων, ψυχής τε και σώματος.

Κοντάκιον. Ήχος α'. Χορός αγγελικός.
Πελάγει αρετών, αληθώς ισαγγέλων, το πέλαγος των σων, εγκλημάτων Οσία, πανσόφως εβύθισας, και δακρύων τοις ρεύμασιν, εναπέπνιξας, τον πολυμήχανον όφιν' όθεν έλαμψας, ώσπερ λαμπάς μετανοίας, την κτίσιν φαιδρύνουσα.
Μεγαλυνάριον.
Φερωνύμως πέλαγος γαληνόν, πλεύσασα Οσία, με-τανοίας της ιεράς, Μήτερ Πελαγία, τοις εν πελάγει βίου, λιμήν σωτηριώδης, ώφθης και άκλυστος.
Μεγάλη και θαυμαστή η δύναμις της μετανοίας
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη" 
Θεσσαλονίκη

Περί τῆς Ὁσίας ΤΑΪΣΙΑΣ, τῆς πρότερον πόρνης



site analysis


“Ἐκ τοῦ ρύπου σμηχθεῖσα τῆς ἀσωτίας φαιδρά πρόσεισι τῷ Θεῷ Ταϊσία.”
 Ἡ μακαριωτάτη Ταϊσία ἦτο καλή εἰς τήν ὄψιν, χαριεστάτη καί πολύ ὡραία, ὅτε δέ ἦτο δέκα ἑπτά περίπου χρόνων, λαβοῦσα ταύτην ἡ μήτηρ της, ἡ ὁποία ἀπό μικράν τήν ἐξώθει εἰς τό κακόν, τήν ὡδήγησεν εἰς τόν τόπον τῆς ἀπωλείας, ἤτοι εἰς τόπον πορνείας. Ἐπειδή δέ ἦτο ὡραία, διέδραμε πανταχοῦ ἡ φήμη τοῦ κάλλους τοῦ προσώπου της, ὡς φλόγα δέ κατέκαιεν ἡ μανία τῆς ἀγάπης της τάς καρδίας τῶν ἐραστῶν της. Πλεῖστοι δέ ἄλλοι ἀκούοντες τά περί τοῦ κάλλους της, ἐπώλουν πάντα τά ὑπάρχοντά των, προκειμένου νά ἀπολαύσουν τῆς ἀγάπης της.
Ἀκούσας ὁ ἀββᾶς Σεραπίων περί αὐτῆς, προσηυχήθη πρός τόν Θεόν ὑπέρ αὐτῆς λέγων: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ θέλων πάντας σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν, οὕτω καί νῦν ἐμφύτευσον τόν φόβον σου εἰς τήν καρδίαν αὐτῆς, διά νά ἐπιστρέψῃ, μετανοήσῃ καί σωθῇ». Μετά ταῦτα ἐφόρεσε ροῦχα κοσμικά, ἔλαβε μεθ᾽ ἑαυτοῦ ἕν νόμισμα καί ἀπῆλθε πρός αὐτήν, ὡς δῆθεν στρατιώτης. Ἐλθών δέ εἰς τόν τόπον εἰς τόν ὁποῖον διέμενεν, ἔδωκεν εἰς αὐτήν τό νόμισμα, τό ὁποῖον λαβοῦσα μετά χαρᾶς ἡ Ταϊσία εἶπε πρός αὐτόν: «Ἄς εἰσέλθωμεν εἰς τόν κοιτῶνα μου». Λέγει δέ καί ὁ Ἀββᾶς Σεραπίων· «ἄς εἰσέλθωμεν». Εἰσελθών δέ ὁ ὅσιος βλέπει κλίνην ἐστρωμένην ὑψηλοτάτην, ἀνελθοῦσα δέ ἡ κόρη εἰς τήν κλίνην ἐκάλει καί τόν γέροντα νά ἀνέλθῃ εἰς αὐτήν. Ὁ δέ Γέρων εἶπεν εἰς αὐτήν· «δέν ὑπάρχει ἕτερον κελλίον ἐνταῦθα;» Λέγει του ἡ κόρη· «ὑπάρχει». Λέγει πρός αὐτήν ὁ Γέρων «Ἄς ὑπάγωμεν νά καθίσωμεν ὀλίγον ἐκεῖ». Λέγει ἡ Ταϊσία: «Ἐφ᾽ ὅσον οὐδείς ἄνθρωπος βλέπει ἡμᾶς εἰς τόν τόπον τοῦτον, καλόν εἶναι νά συνομιλήσωμεν καί νά ποιήσωμεν ἐδῶ τήν ἐπιθυμίαν μας, διότι ὅπου καί ἄν ἀπέλθωμεν βλέπει ἡμᾶς ὁ Θεός».
Ἀκούσας ὁ Γέρων τό λόγον τοῦτον εἶπε πρός αὐτήν: «Γνωρίζεις ὅτι ὑπάρχει Θεός καί κρίσις καί ἀνταπόδοσις καί Βασιλεία καί Κόλασις»; Λέγει ἐκείνη· «Ναί, γνωρίζω». Τῆς ἀπεκρίθη ὁ Γέρων: «Ἐφ᾽ ὅσον λοιπόν γνωρίζεις, διατί καταστρέφεις τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων»; Ταῦτα καί ἄλλα πολλά εὑρών τήν εὐκαιρίαν νά τῆς ἀναπτύξῃ ὁ Γέρων, τῆς ἔδειξεν ὕστερον καί τό μοναχικόν Σχῆμα, τό ὁποῖον ἐφόρει ἐσωτερικῶς, ἀποκαλύψας εἰς αὐτήν καί τήν αἰτίαν διά τήν ὁποίαν ἦλθεν εἰς τό κελλί της.
Τότε ἡ Ταϊσία ρίψασα ἑαυτήν εἰς τούς πόδας τοῦ Γέροντος ἔλεγε μετά δακρύων: «Γνωρίζεις, τίμιε πάτερ, ἐάν ὑπάρχῃ μετάνοια καί διά τούς ἁμαρτήσαντας; δέχεται καί ἐμέ ὁ Θεός ἐάν μετανοήσω;» Λέγει ὁ Γέρων: «Εὔσπλαχνος εἶναι ὁ Θεός καί πολύ μακρόθυμος δεχόμενος πάντας τούς μετανοοῦντας μετά χαρᾶς, διό καί πολλή χαρά γίνεται ἐν οὐρανῷ “ἐπί ἑνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι”». Ἡ δέ λέγει πρός αὐτόν: «Ἀνάμεινόν με, πάτερ, τρεῖς μόνον ὥρας, ἔπειτα δέ πρᾶξον εἰς ἐμέ ὅ,τι καί ἄν βούλεσαι ὑπέρ τῶν κακῶν τά ὁποῖα ἔπραξα· διότι γνωρίζω ὅτι ἀπό Θεοῦ ἀπεστάλης εἰς ἐμέ». Ὁ δέ ὅσιος ὑποδείξας εἰς αὐτήν τό ποῦ θά τόν εὕρῃ ἀνεχώρησεν ἐκ τοῦ κελλίου της. Ἡ δέ μακαρία, παραλαβοῦσα ὅσα εἶχεν ἀποκτήσει ἐκ τῆς πορνείας, ἔκαυσε ταῦτα εἰς τό μέσον τῆς πόλεως λέγουσα· «Ἐλᾶτε πάντες οἱ μετ᾽ ἐμοῦ πορνεύσαντες καί ἴδετε κατά τήν ὥραν ταύτην πῶς κατέκαυσα πάντα ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἐκ τῆς πορνείας ἀπέκτησα». Ἦσαν δέ τά καυθέντα ὑπό τῆς ἁγίας ἀξίας ἑξακοσίων λίτρων χρυσίου, ἐκτός τοῦ ἱματισμοῦ καί τῶν στολῶν.
Ἀφοῦ ἐποίησε ταῦτα ἡ ἁγία ἀπῆλθε πρός τόν Γέροντα. Παραλαβών δέ αὐτήν ὁ γέρων τήν εἰσήγαγεν εἰς φροντιστήριον παρθένων (Μοναστήριον) καί ἐνέκλεισεν αὐτήν εἰς ἕν κελλίον, ἐσφράγισε δέ τήν θύραν διά σφραγῖδος μολυβδίνης, ἀφήσας μόνον μικράν θυρίδα, διά τῆς ὁποίας θά ἐλάμβανεν ἡ Τασία τά πρός συντήρησιν. Παρήγγειλε δέ ὁ Γέρων εἰς τήν ἡγουμένην τοῦ Μοναστηρίου νά παρέχῃ εἰς αὐτήν ἀνά δύο ἡμέρας ἄρτον ξηρόν ὀλίγον καί ὀλιγοστόν ὕδωρ. Εἶπε δέ πρός τόν Γέροντα ἡ μακαρία ἀπό τῆς θυρίδος: «Προσεύχου, τίμιε πάτερ, εἰς τόν Θεόν διά νά συγχωρήσῃ ὁ Θεός τάς πολλάς μου ἁμαρτίας». Λέγει δέ πρός αὐτήν ὁ γέρων: «Ἔχε πρός τόν Θεόν συνεχῶς τήν διάνοιάν σου λέγουσα ἀεί τόν λόγον τοῦτον: “Κύριε ὁ Θεός μου, ὁ πλάσας με, ἐλέησόν με, κατά τό μέγα σου ἔλεος».
Παρέμεινε λοιπόν ἡ μακαρία Ταϊσία εἰς τό κελλίον ἐκεῖνο ἔτη τρία πράττουσα πάντα τά ἀνωτέρω μετά πάσης κατανύξεως καί προθυμίας. Βλέπων δέ ὁ ἀββᾶς Σεραπίων τήν μετάνοιάν της, τήν εὐσπλαγχνίσθη καί ἐπῆγεν εἰς τόν Μ. Ἀντώνιον νά τόν ἐρωτήσῃ, ἐάν ἐδέχθη ὁ Θεός τήν ἐπιστροφήν της. Ἀφοῦ λοιπόν διηγήθη εἰς τόν Μ. Ἀντώνιον ὅλον τόν βίον της καί τήν μετάνοιάν της, τότε ὁ μέγας πατήρ ἐκάλεσε τούς μαθητάς του καί τούς εἶπε: «Κλείσατε ἑαυτούς εἰς τά κελλιά σας ὅλην τήν νύκτα προσευχόμενοι θερμῶς διά τό ζήτημα τοῦ ἀββᾶ Σεραπίωνος, διά νά ἴδωμεν τί θά μᾶς ἀποκαλύψῃ ὁ Θεός». Ἐποίησαν δέ ἕκαστος ἐξ αὐτῶν καθώς προσετάχθησαν. Πολλῆς δέ ὥρας παρελθούσης τῆς νυκτός, προσέχει ὁ ἀββᾶς Παῦλος, ὁ μεγαλύτερος τῶν μαθητῶν τοῦ Μ. Ἀντωνίου, καί βλέπει εἰς τόν οὐρανόν κλίνην ἐστρωμένην ἐν μεγάλῃ δόξῃ καί μεγαλοπρεπείᾳ, καί τρεῖς παρθένους κρατούσας λαμπάδας ἔμπροσθεν τῆς κλίνης, στέφανος δέ ἀμάραντος εὑρίσκετο ἐπ᾽ αὐτῆς. Ἐσκέφθη τότε ὁ ἀββᾶς Παῦλος ὅτι αὐτή ἡ κλίνη καί ὁ στέφανος ἀσφαλῶς θά ἀνήκουν εἰς τόν Γέροντά του, τόν Μ. Ἀντώνιον. Ταῦτα αὐτοῦ διαλογιζομένου ἦλθε φωνή πρός αὐτόν λέγουσα· «Δέν εἶναι, Παῦλε, τοῦ πατρός σου Ἀντωνίου, ἀλλά τῆς Ταϊσίας τῆς πάλαι πόρνης». Πρωΐας δέ γενομένης διηγήθη εἰς τούς πατέρας τήν ὀπτασίαν καί ἐπληροφορήθησαν ἅπαντες ὅτι ἐδέχθη ὁ Θεός τήν μετάνοιαν τῆς μακαρίας Ταϊσίας.
Ἐπιστρέψας ὁ ἀββᾶς Σεραπίων ἐκ τοῦ Μ. Ἀντωνίου ἐπῆγε κατ᾽ εὐθεῖαν εἰς τό Μοναστήριον τῆς Ταϊσίας καί διέταξεν αὐτήν νά ἐξέλθῃ πλέον τοῦ κελλίου της, διά νά συνδιάγῃ μετά τῶν ἄλλων ἀδελφῶν, διότι ὁ Θεός ἐδέχθη τήν μετάνοιάν της. Ἡ δέ μακαρία τοῦ ἔλεγε: «Πίστευσόν μοι, τίμιε πάτερ, ὅτι ἀφ᾽ ἧς ὥρας ἦλθον εἰς τό κελλίον τοῦτο, ποιήσασα τάς ἁμαρτίας μου ὡς φορτίον μέγα ἔστησα αὐτό πρό τοῦ προσώπου μου· καί ὅπως ἡ πνοή μου δέν ἐσταμάτησε οὐδέ στιγμήν, οὕτω καί ἐγώ δέν ἔπαυσα καθόλου νά σκέπτομαι τά πλήθη τῶν ἀνομιῶν μου ἕως τῆς ὥρας ταύτης». Καί ὁ γέρων τῆς ἀπεκρίθη: «Τοῦτο ἐγένετο (δηλαδή ἡ συγχώρησίς της) ὄχι διά τήν ἰδικήν σου ἀξίαν, ἀλλά διά τόν ταπεινόν λογισμόν σου, εἰς τόν ὁποῖον εὐαρεστεῖται ὁ Θεός».
Οὕτως ἐξέβαλεν αὐτήν τοῦ κελλίου ὁ Γέρων διά νά παραμείνῃ μετά τήν ὑπερβάλλουσαν αὐτῆς μετάνοιαν δεκαπέντε μόνον ἡμέρας μετά τῶν ἀδελφῶν! Κατόπιν μετέστη πρός τόν Κύριον μετά δόξης καί τιμῆς μεγάλης ἀπολαβοῦσα τήν ἐπουράνιον βασιλείαν. Ταύτης καί ἡμεῖς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί καί ἀδελφαί, ἄς ζηλώσωμεν τήν μετάνοιαν, διότι τίς εὑρίσκεται καθαρός ἀπό ρύπου ἔστω καί μία ἡμέρα ἐάν εἶναι ὁ βίος του ἐπί τῆς γῆς; ὥστε νά ἀξιωθῶμεν τῆς ἐπουρανίου μακαριότητος εὐφραινόμενοι μετά πάντων τῶν ἁγίων εἰς αἰῶνας αἰώνων. Ἀμήν.
ΠΗΓΗ.http://www.imaik.gr/

Η ΑΓΙΑ ΔΑΜΑΡΙΣ Η ΠΡΩΤΗ ΑΘΗΝΑΙΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΗ



site analysis

Η Αγία Δάμαρις τοιχογραφία στον Ι.Ν.Αγίου Παντελεήμονος οδού Αχαρνών έργο Γ.Καρούσου


Η ΑΓΙΑ ΔΑΜΑΡΙΣ Η ΠΡΩΤΗ ΑΘΗΝΑΙΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΗ 
Η Αγία Δάμαρις είναι η πρώτη Αθηναία, που μαζί με τον άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη πίστεψαν στο κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου το 52 μ.Χ. Το όνομά της αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων: «Τινὲς δὲ ἄνδρες κολληθέντες αὐτῷ ἐπίστευσαν, ἐν οἷς καὶ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καὶ γυνὴ ὀνόματι Δάμαρις καὶ ἕτεροι σὺν αὐτοῖς». (Πράξ. ιζ΄ 34).Το γεγονός ότι αναφέρεται ονομαστικά από τον Ευαγγελιστή Λουκά στις Πράξεις του υποδεικνύει ότι πρόκειται για αξιόλογη προσωπικότητα και για γυναίκα από ευγενή οικογένεια και με υψηλή κοινωνική θέση.Είναι γεγονός ότι η χριστιανική κοινότητα των Αθηνών, αρχικά τουλάχιστον, στα χρόνια του Αποστόλου Παύλου, μόλις και διατηρούνταν ανάμεσα στον ειδωλολατρικό κόσμο των Αθηνών. Και είναι και πάλι γεγονός ότι ο Απόστολος Παύλος ουδέποτε επισκέφτηκε ξανά την Εκκλησία των Αθηνών. Ωστόσο η Εκκλησία με επίσκοπο το Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, τον όποιο κατέστησε ο ίδιος ο Παύλος, εξακολουθούσε να υπάρχει και με τον καιρό να αναπτύσσεται. Σ' αυτόν συνέβαλε και η Δάμαρις.
Ήταν μια ιεραποστολική ψυχή η Αθηναία αυτή γυναίκα. Και ασκούσε την ιερή αυτή διακονία παντού, ιδιαίτερα ανάμεσα στον γυναικείο κόσμο. Και την ασκούσε με αμείωτο ζήλο και παλμό. Μαθήτρια του Αποστόλου Παύλου η Δάμαρις, μοχθούσε καθημερινά, όπως και ο Διδάσκαλος της, κηρύττοντας με όποιο τρόπο μπορούσε το ευαγγέλιο του Χριστού. Εξάλλου είναι σχεδόν βέβαιο ότι κάθε φορά που ο μεγάλος Απόστολος επισκεπτόταν την Εκκλησία της Κορίνθου, εκείνη πήγαινε σε συνάντησή του, για να γυρίζει στην Αθήνα πιο δυνατή και πιο φλογερή στην διακονία της.
Ακολουθία της συνέγραψε ο υμνογράφος πατήρ Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Σημείωση: Μερικοί συναξαριστές αναφέρουν την μνήμη της στις 2 Οκτωβρίου.
Ἀπολυτίκιον
Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Του Παύλου ως ήκουσας, δημηγορούντος σοφώς, έδέξω το κήρυγμα, της ευσεβείας θερμώς, Κυρίω πιστεύσασα .Όθεν ή εν Αθήναις, Εκκλησία τιμά σε, Δάμαρις μακαρία, ως θεράπαιναν θείαν, Χριστώ οικειουμένην, τούς σε μακαρίζοντας. 



ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΗΣ ΥΠΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗΣ



site analysis


Έχοντας μελετήσει την ιστορία της Υπατίας όπως έχει διασωθεί από ιστορικά αποσπάσματα μπορούμε να δούμε, πιο καθαρά από πριν, τον κοινό παρονομαστή των λογοτεχνικών δημιουργημάτων και των προσωπογραφιών της φιλοσόφου όπως διαμορφώθηκε τους δύο τελευταίους αιώνες· όλοι έχουν χρησιμοποιήσει την προσωπικότητά της για να καθορίσουν τη στάση τους απέναντι στον χριστιανισμό, στην εκκλησία, στους κληρικούς της, στον Πατριάρχη Κύριλλο, κ.λ.π. Όπως θυμόμαστε, αυτή η στάση δεν είναι καθαρά αρνητική. Για τον Λεκόντ ντε Λιλ, τον Ροέρο ντι Σαλούτσο και τον Μάριο Λούτσι η Υπατία είναι ηρωίδα και μάρτυρας, αλλά ο θάνατός της στα χέρια των χριστιανών (ο Σαλούτσο εκφράζει μια κάπως διαφορετική άποψη) δεν οριοθετεί το τέλος της αρχαιότητας...

Το μαρτύριό της οδηγεί σε μια σύνθεση του κόσμου των ελληνικών αξιών με τις αλήθειες και τον λόγο του ανερχόμενου χριστιανισμού. Στις τελευταίες μάλιστα σελίδες του βιβλίου του Τσάρλς Κίνσλι, η Υπατία προσηλυτίζεται και γίνεται οπαδός της νέας θρησκείας. Η αλλαγή της στάσης της, πάντως, δεν μεταβάλλει την άποψη του συγγραφέα για την ιστορική αναγκαιότητα της πτώσης των παλιών θρησκειών.
Η θέση του Κίνσλι είναι αντιπροσωπευτική της επικρατούσας τάσης στο θρύλο, τον Διαφωτισμό ή το ρεύμα της λογικής, που παρουσίαζε την Υπατία σαν αθώο θύμα μιας φανατικής και επιθετικής νέας θρησκείας. Από τον Τόλαντ και τον Βολταίρο μέχρι τις σύγχρονες φεμινίστριες, η Υπατία έχει γίνει σύμβολο τόσο της σεξουαλικής απελευθέρωσης όσο και της παρακμής του παγανισμού – και, μαζί με αυτά, του περιορισμού της ελεύθερης σκέψης, της φυσικής λογικής και της ελευθερίας της έρευνας. Πάντα όμορφη και νέα, χάραξε με το θάνατό της μια καμπή στην ιστορία της Ευρώπης η οποία, μετά την κατάργηση των Ελλήνων θεών και της ελληνικής αντίληψης σχετικά με ένα αρμονικό σύμπαν, προσαρμόστηκε σε νέες μορφές και δομές που επιβλήθηκαν από τη χριστιανική εκκλησία.
Ο θρύλος θα συνεχίσει να ακολουθεί τη δική του πορεία, ανάλογα με τις διαθέσεις και τις γνώμες, όπως διαπιστώνουμε από τα τελευταία ιστορικά μυθιστορήματα για την Υπατία (Τσίτελμαν, Φερέτι, Μαρσέλ). Όσοι επιλέγουν να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στις πραγματικές ιστορικές πηγές είναι πιθανόν να σκιαγραφήσουν μια καθαρή εικόνα της Υπατίας, άθικτης από τον εξωιστορικό εξωραϊσμό. Έχουμε εξακριβώσει ότι η φιλόσοφος γεννήθηκε γύρω στο 355 μ.Χ. και όχι, όπως υποστηρίζεται συνήθως, γύρω στο 370. Όταν πέθανε το 415 είχε αρκετά προχωρημένη ηλικία – ήταν περίπου 60 ετών. Έτσι φαίνεται ότι δεν υπάρχει λογική βάση για την εικόνα της Υπατίας, την ώρα του φρικτού θανάτου της, σαν μιας νέας κοπέλας με κορμί αντάξιο της Αφροδίτης, που μπορούσε να κεντρίσει τον σαδισμό και τον πόθο των δολοφόνων της.
Ήταν κάτοικος της Αλεξανδρείας και προερχόταν από επιφανή οικογένεια. Ο πατέρας της, γνωστός επιστήμων, μέλος του Μουσείου, συγγραφέας και φιλόσοφος, ενδιαφερόταν για τα ερμητικά και τα ορφικά κείμενα. Οι μελέτες του Θέωνος (και της κόρης του) επικεντρώνονταν σε παλιούς διαπρεπείς Αλεξανδρινούς, μαθηματικούς, και αστρονόμους. Μαθαίνουμε από τον Ησύχιο τον Μιλήσιο ότι, ενώ ο πατέρας της έγραφε σχόλια στα έργα του Ευκλείδη και του Πτολεμαίου, η Υπατία ερευνούσε τα έργα του Απολλωνίου του Περγαίου, του Διοφάντου και του Πτολεμαίου. Υποτίθεται ότι αυτές οι μελέτες της δεν έχουν διασωθεί. Ο Άλαν Κάμερον όμως υποστηρίζει ότι δεν έχουν χαθεί όλα τα κείμενα της Υπατίας. Οι εκδόσεις της Αλμαγέστης και του Προχείρου Κανόνος που κυκλοφορούν σήμερα, πιθανόν να τακτοποιήθηκαν και να προετοιμάστηκαν από την Υπατία. Είναι επίσης πιθανόν ότι σχολίασε και εξέδωσε τα διασωθέντα βιβλία του Διοφάντου.
Ένα άλλο ενδιαφέρον της Υπατίας ήταν η φιλοσοφία. Χάρη στις αναμνήσεις του μαθητή της Συνεσίου στην αλληλογραφία του, γνωρίζουμε πολύ περισσότερα για τις φιλοσοφικές της διδασκαλίες από τις μαθηματικές και αστρονομικές της έρευνες. Στο σπίτι της στην Αλεξάνδρεια δημιούργησε έναν πνευματικό κύκλο μαθητών που πήγαν να σπουδάσουν κοντά της, μερικοί μάλιστα για πολλά χρόνια. Προερχόταν από την Αλεξάνδρεια, από άλλα μέρη της Αιγύπτου, από τη Συρία, την Κυρήνη και την Κωνσταντινούπολη. Ανήκαν σε εύπορες και ισχυρές οικογένειες. Αργότερα ανέλαβαν σημαντικές κρατικές και εκκλησιαστικές θέσεις.
Αυτοί οι μαθητές σχημάτισαν γύρω στη δασκάλα τους ένα σύνολο που βασιζόταν τόσο στο πλατωνικό σύστημα σκέψης όσο και σε διαπροσωπικούς δεσμούς. Ονόμαζαν μυστήρια τις γνώσεις που αποκτούσαν από τη «θεϊκή οδηγό» τους. Τις κρατούσαν μυστικές και αρνούνταν να τις αποκαλύψουν σε άτομα κατώτερης κοινωνικής θέσης, τα οποία θεωρούσαν ανίκανα να αντιληφθούν τα θεϊκά και συμπαντικά θέματα. Ακόμα, ο δρόμος από τον οποίο τους οδηγούσε η Υπατία στη θεία ύπαρξη ήταν αδύνατον να εξηγηθεί. Για να τον ακολουθήσει κανείς χρειαζόταν πνευματική προσπάθεια και θέληση, ηθική δύναμη, και επιθυμία για την κατανόηση του απείρου. Το τέλος του ήταν σιωπή, βουβή έκσταση και ενατένιση που δεν μπορεί να περιγραφεί.
Οι ιδιωτικές τάξεις και οι δημόσιες διαλέξεις της Υπατίας περιλάμβαναν επίσης μαθηματικά και αστρονομία, που παρακινούν το πνεύμα για στοχασμό σε ανώτερα επιστημολογικά επίπεδα. Τα μαθήματα γίνονταν είτε στο σπίτι της (όπου συχνά συγκεντρώνονταν πλήθη θαυμαστών) ή στις αίθουσες διαλέξεων της Αλεξάνδρειας. Κατά καιρούς μετείχε στις δραστηριότητες της πόλης ως σύμβουλος σε τρέχοντα θέματα που απασχολούσαν τόσο τους δημοτικούς άρχοντες όσο και τους αυτοκρατορικούς απεσταλμένους. Διέθετε μεγάλες ηθικές αρετές· όλες οι πηγές συμφωνούν ότι ήταν πρότυπο ηθικού θάρρους, δικαιοσύνης, ειλικρίνειας, αφοσίωσης στην πολιτεία και πνευματικής τόλμης. Η αρετή για την οποία την εκτιμούσαν ιδιαίτερα ήταν η σωφροσύνη της, η οποία χαρακτήριζε τόσο τη συμπεριφορά όσο και τα ψυχικά της προτερήματα· αυτή η σωφροσύνη εκδηλωνόταν με τη σεξουαλική αποχή (έμεινε παρθένα μέχρι το τέλος της ζωής της), την κόσμια ενδυμασία (τον φιλοσοφικό τρίβωνα), την εγκράτεια και την αξιοπρεπή στάση απέναντι στους μαθητές και στους ισχυρούς της εποχής της.
Όταν αυτές οι αυστηρές ηθικές αρχές τέθηκαν στην υπηρεσία της κοσμικής πλευράς στη διάρκεια της διαμάχης ανάμεσα στον Πατριάρχη Κύριλλο και τον έπαρχο Ορέστη, προκάλεσαν ανησυχία και φόβο στους εκκλησιαστικούς κύκλους. Οι εκκλησιαστικές αρχές αντιλήφθηκαν ότι αντιμετώπιζαν μια συνετή γυναίκα προικισμένη με σημαντικά χαρίσματα, που διέθετε τεράστια επιρροή και ήταν αποφασισμένη να υπερασπιστεί τις πεποιθήσεις της· ακόμα, οι σημαντικοί μαθητές της μπορούσαν να επιτύχουν την υποστήριξη του Ορέστη από τους ανθρώπους που βρίσκονταν κοντά στον αυτοκράτορα.
Η διαμάχη μεταξύ των χριστιανικών ομάδων πήρε ανησυχητικές διαστάσεις το 414 και το 415. Ο Ορέστης αντιδρούσε πεισματικά στις προσπάθειες του Κύριλλου να σφετεριστεί τις εξουσίες της δημόσιας διοίκησης. Έμεινε αμετακίνητος στις θέσεις του ακόμα και όταν ο Πατριάρχης προσπάθησε να συμφιλιωθεί μαζί του. Δημιουργήθηκαν όμως υποψίες μεταξύ των οπαδών του Κύριλλου ότι η Υπατία, φίλη του επάρχου, είχε υποδαυλίσει και υποστηρίξει την αντίστασή του. Ο Πατριάρχης ένιωσε να απειλείται και διάφορες ομάδες που συνδέονταν με την εκκλησία αποφάσισαν να τον βοηθήσουν. Μερικοί μοναχοί επετέθηκαν στον Ορέστη, ενώ οι υποστηρικτές του Κύριλλου επινόησαν και διέδωσαν επιδέξια φήμες ότι η Υπατία έκανε μάγια και σατανικές επικλήσεις σε βάρος του επάρχου, «των ανθρώπων του Θεού» και ολόκληρης της πόλης. Ο αγώνας ανάμεσα στον Πατριάρχη και στον έπαρχο για τη διεκδίκηση της πολιτικής ισχύος και της επιρροής της εκκλησίας στα κοσμικά θέματα τερματίστηκε με τον θάνατό της. Την σκότωσαν άτομα που βρίσκονταν στην υπηρεσία του Κύριλλου. Ήταν μια πολιτική δολοφονία που προκλήθηκε από τις μακροχρόνιες διαμάχες στην Αλεξάνδρεια.[1] Με αυτή την εγκληματική πράξη χάθηκε ένας υποστηρικτής του Ορέστη. Ο έπαρχος όχι μόνο εγκατέλειψε τον αγώνα εναντίον του Πατριάρχη, αλλά έφυγε για πάντα από την Αλεξάνδρεια. Η εκκλησιαστική φατρία παρέλυσε τους οπαδούς του με τον φόβο και έτσι η ειρήνη επανήλθε στην πόλη. Μόνο οι δημοτικοί σύμβουλοι προσπάθησαν – με πενιχρά αποτελέσματα – να προκαλέσουν την επέμβαση του αυτοκράτορα.
Ο θάνατος της Υπατίας δεν είχε καμιά σχέση με την αντιπαγανιστική πολιτική που ακολουθούσε ο Κύριλλος και η εκκλησία εκείνη την εποχή. Ο Κύριλλος (αν όχι ο Πέτρος ο Μογγός) [2] στα πρώτα χρόνια της θητείας του κατέστρεψε μόνο το ιερό της Ίσιδας στο Μενεφθέ κοντά στην Κάνωπο, το οποίο αντικατέστησε με ναό χριστιανών αγίων (Κύρος και Ιωάννης) [3]. Δεν καταδίωξε τους ειδωλολάτρες στην Αλεξάνδρεια (εκεί τον ενδιέφεραν περισσότερο οι αιρετικοί και οι Εβραίοι). Μόνο μεταξύ 420 και 430 – αρκετό χρόνο μετά τον θάνατο της Υπατίας – άρχισε επίθεση κατά της παγανιστικής σκέψης και πρακτικής με τη πραγματεία του Κατά Ιουλιανού, με την οποία θέλησε να αντικρούσει το Κατά Γαλιλαίου του Ιουλιανού του Αποστάτη [4].       
Όπως και να έχει το πράγμα, ήταν δύσκολο να επιτεθεί ή να καταδιώξει την Υπατία με πρόσχημα τον παγανισμό της επειδή, αντίθετα με τους σύγχρονους συναδέλφους της, δεν ήταν δραστήρια και αφοσιωμένη παγανίστρια. Δεν καλλιεργούσε τη νεοπλατωνική μαγική φιλοσοφία, δεν πήγαινε στα ειδωλολατρικά ιερά και δεν αντιδρούσε στη μετατροπή τους σε χριστιανικές εκκλησίες. Στην πραγματικότητα συμπαθούσε τον χριστιανισμό και προστάτευε τους χριστιανούς μαθητές της. Με την ανεξιθρησκεία της και την πλήρη αντίληψη των μεταφυσικών ερωτηματικών τούς βοηθούσε να επιτύχουν πνευματική και θρησκευτική πληρότητα. Δύο από αυτούς έγιναν επίσκοποι. Οι ειδωλολάτρες και οι χριστιανοί που σπούδαζαν μαζί της είχαν φιλικές σχέσεις μεταξύ τους. Στη διάρκεια της θητείας τού προκατόχου τού Κύριλλου, του Θεόφιλου, η εκκλησία δεν είχε επέμβει στις δραστηριότητες της στην πόλη, αναγνωρίζοντας τις απόψεις και τη θέση της. Έτσι οι άνθρωποι τού Κύριλλου, μη βρίσκοντας την ευκαιρία να της επιτεθούν με τη δικαιολογία ότι ήταν παγανίστρια, την κατηγόρησαν για μαγεία. Δεν μπορούμε, επομένως, να συμφωνήσουμε με εκείνους που θρηνούν την Υπατία σαν την «τελευταία των Ελλήνων» ή που υποστηρίζουν ότι ο θάνατός της οριοθέτησε την παρακμή της αλεξανδρινής επιστήμης και φιλοσοφίας. Η ειδωλολατρία δεν εξαφανίστηκε μαζί με την Υπατία, όπως δεν εξαφανίστηκαν τα μαθηματικά και η ελληνική φιλοσοφία.
Μετά τον θάνατός της ο φιλόσοφος Ιεροκλής άρχισε μια μάλλον εντυπωσιακή ανάπτυξη εκλεκτικού νεοπλατωνισμού στην Αλεξάνδρεια[5]. Μέχρι την αραβική εισβολή οι φιλόσοφοι συνέχισαν να μελετούν τη διδασκαλία του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη (των οποίων η δημοτικότητα αυξήθηκε εκείνη την εποχή στην Αλεξάνδρεια) και των νεοπλατωνικών, αρχίζοντας από τον Πλωτίνο και φτάνοντας μέχρι τους συγχρόνους τους. Διατηρώντας την αλεξανδρινή παράδοση, εξακολούθησαν να προωθούν τα μαθηματικά και την αστρονομία. Η αλεξανδρινή σχολή είχε τις σημαντικότερες επιτυχίες της τον 5ο και τον 6ο αιώνα με τον Αμμώνιο, τον Δαμάσκιο (που συνδεόταν με την Αλεξάνδρεια και την Αθήνα), τον Σιμπλίκιο, τον Ασκληπιό, τον Ολυμπιόδωρο και τον Ιωάννη Φιλόπονο[6].
Διατηρήθηκε επίσης ο παγανισμός, ο οποίος μάλιστα άνθησε μέχρις ορισμένου σημείου, με τους «αγίους» του νεοπλατωνισμού οι οποίοι συνδύασαν την ύστερη πλατωνική φιλοσοφία με την τυπική και την ιερατική τελετουργία προς τους θεούς[7]. Διατηρώντας την παλιά λατρεία, τη μαγεία και τη μαντεία τους, καλλιέργησαν την «αιγυπτιακή σοφία», μελέτησαν τα ιερογλυφικά, ξαναζωντάνεψαν τις παλιές ελληνικές και αιγυπτιακές ιεροτελεστίες, και προσήλκυσαν μαθητές. Αυτοί οι φιλόσοφοι προήλθαν από τη σχολή του Ωραπόλλωνα του Πρεσβυτέρου, που έζησε την εποχή του Θεοδοσίου Β΄: Αραίσκος, Ασκληπιάδης, Ωραπόλλων ο Νεότερος και οι σύγχρονοί τους, όπως ο Σαραπίων και ο Ασκληπιόδοτος[8].
Η Υπατία στέκεται στο κατώφλι των φιλοσοφικο – θρησκευτικών εξελίξεων του 5ου αιώνα, οι οποίες προκαλούν τεράστιο ενδιαφέρον στους σύγχρονους ερευνητές της ύστερης αρχαιότητας[9]. Ο πνευματικός κύκλος που δημιούργησε τον 4ο αιώνα, αποτελούμενος από την εμπνευσμένη δασκάλα και τους μαθητές της, είχε τον ίδιο θεμελιώδη στόχο ο οποίος κατηύθυνε τους «αγίους» του αλεξανδρινού νεοπλατωνισμού την επόμενη εκατονταετία: τη σταθερή επιδίωξη (παρά τις οποιεσδήποτε διαφορές της επιστημολογικής μεθόδου) να αποκτήσουν θρησκευτικές εμπειρίες σαν πρωταρχικό ιδεώδες τής φιλοσοφίας.

Σημειώσεις
1. Το 1901 ο Crawford υποστήριξε ότι ο θάνατος της Υπατίας ήταν αποτέλεσμα των ταραχών στην Αλεξάνδρεια: «Η αιτία του θανάτου της ήταν περισσότερο πολιτική παρά θρησκευτική. Η Αλεξάνδρεια υπέφερε από τις έριδες ανάμεσα στις κεφαλές της Εκκλησίας και της Πολιτείας. Ο χριστιανικός όχλος ήταν βέβαιος ότι η επιρροή της επιδείνωνε τη διαμάχη και πίστευε ότι, αν έβγαινε εκείνη από τη μέση, θα μπορούσε να επιτευχθεί η συμφιλίωση. Έτσι τη δολοφόνησαν όχι σαν εχθρό της Πίστης, αλλά σαν ένα υποτιθέμενο εμπόδιο της ησυχίας τους». Πολλά χρόνια αργότερα, ο Rist εξέφρασε μια παρόμοια άποψη: «Φαίνεται ότι ο θάνατός της οφείλεται μάλλον σε πρωτοβουλία του κοινού στη δημόσια θέση της παρά στα καθαρά φιλοσοφικά και αστρονομικά ενδιαφέροντά της».
2. Πέτρος Γ΄, ο Μογγός (482 – 490): επίσκοπος Αλεξάνδρειας. Διαδέχτηκε τον Τιμόθεο τον Αίλουρο. Υπήρξε πολέμιος της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου.
3. Οι Rouge (1990, σελ. 501 – 503) και Haas, σελ. 254, πάντως υποστηρίζουν ότι ο θάνατός της Υπατίας αποτελούσε μια αναπόφευκτη κατάληξη της διαμάχης ανάμεσα στους χριστιανούς και στην παγανιστική κοινότητα.
4. ΒλG. Fowden, The Egyptian Hermes: A Historical Approach to the Late Pagan Mind(Cambridge, 1986, σελ. 180). Φαίνεται ότι δεν υπάρχει βάση στη σύνδεση που κάνει ο Fowden (σελ. 182) για το θάνατο της Υπατίας με τον αγώνα της εκκλησίας εναντίον του ερμητισμού εκείνη την εποχή. Ο ίδιος άλλωστε υποστηρίζει ότι ο Κύριλλος άρχισε τον πόλεμο κατά της ειδωλολατρίας όταν έγραφε την ανασκευή του για τον Ιουλιανό τον Αποστάτη (σελ. 181 – 183).
5. Βλ. T. Kobusch, Studien zur Philosophie des Hierokles von Alexandrien. Untersuchungen zum christilichen Neuplatonismus (Munich, 1976), καθώς επίσης Hadot, Le probleme du Neoplatonisme Alexandrin, και Aujoulat, Le Neoplatonisme Alexandrin.
6. Για τους φιλοσόφους αυτούς βλ. Prosopography of the Later Roman Empire, II και III, The Cambridge History of Later Greek and Early Medieval Philosophy, III, εκδA. H. Armstrong (Cambridge, 1967, σελ. 314 – 322). Wallis, Neoplatonism, σελ. 138 – 146. R. Sorabji, Philoponus, against Aristotle on the Eternity of the World (Ithaca, 1987, σελ. 3 – 12).     
7. Ο Carren παρατηρεί: «Καμιά άλλη θρησκευτική προσωπικότητα δεν είναι περισσότερο αντιπροσωπευτική του παγανισμού στον 5ο αιώνα μ.Χ. από τους Αλεξανδρινούς νεοπλατωνικούς». Η θέση των παγανιστών τον 5ο και τον 6ο αιώνα στην Αίγυπτο και την Αλεξάνδρεια εξετάζεται αναλυτικά από την EWipszycka στο έργο της Problemychrystianizacji EgiptuwIV – ViiAspekty spolenze i narodowosciowe και Swiat antyczny, Stosunki spoteczne, ideologia i polityka, religia (Warsaw, 1988, σελ. 288 – 325).
8. Για τους φιλοσόφους αυτούς βλ. JMaspero, Horapollon et la fin du paganisme egyptien, BIFAO 11, (1914): 163 – 165. ΕπίσηςRRemondon, L’ Egypte et la supreme resistance au christianisme, BIFAO 51, (1952): 63 – 78. Fowden στο JHS 102 (1982): 46 – 48. Haas, σελ. 223 – 227 και Chuvin, σελ. 106 – 111.
9. Βλ. Bowersock, Hellenism in Late Antiquity, σελ. 60 – 61

ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ MARIA DZIELSKA  «ΥΠΑΤΙΑ Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΕΝΑΛΙΟΣ».