Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2019

Η οσία Φιλοθέη του Άρτζες, μιμήτρια του βίου του οσίου Αμούν του Νιτριώτου



site analysis

Εκτός από την οσία Φιλοθέη την Αθηναία, που τιμάται από την Εκκλησία της Ελλάδος, υπάρχει και μια άλλη ομώνυμη αγία, η οποία τιμάται κυρίως από τους ορθόδοξους πιστούς της Ρουμανίας, αλλά και από σλαβικούς λαούς, κατεξοχήν από τους Βουλγάρους. Αν και η οσία Φιλοθέη υπήρξε μια αγία που έζησε και έδρασε στη βυζαντινή Μικρά Ασία, συγκεκριμένα στον Πολύβοτο της Παμφυλίας, ήταν μέχρι πρόσφατα άγνωστη στους ορθόδοξους πιστούς της Ελλάδος[1] και κατά συνέπειαν η τιμή της απουσιάζει από τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Το πράγμα είναι αξιοπερίεργο, αλλά έχει την εξήγησή του. Η οσία Φιλοθέη του Άρτζες ανήκει στην κατηγορία εκείνη των αγίων, τα λείψανα των οποίων, σε δεινούς καιρούς, πήραν το δρόμο της ξενιτειάς. Οι συνεχείς επιδρομές των Τούρκων στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας υποχρέωσαν τους κατοίκους του Πολυβότου να μετακινηθούν και να μεταφέρουν το λείψανό της στην Ανατολική Θράκη. Οι Βούλγαροι, εκμεταλλευόμενοι την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στο ζυγό των Σταυροφόρων της Δ΄ Σταυροφορίας (1204), μετέφεραν ως λεία των επιδρομών τους από τη Θράκη το λείψανο της οσίας στην πρωτεύουσα του λεγόμενου Β΄ Βουλγαρικού Κράτους (1186-1393) Τύρνοβο. Μετά την πτώση της βασιλεύουσας πόλεως των Βουλγάρων στα χέρια των Οθωμανών (1393) άρχισε μια νέα περιπέτεια για το λείψανο της οσίας. Με πρωτοβουλία εκκλησιαστικών και πολιτικών παραγόντων του βασιλείου του Βιδυνίου το λείψανο της οσίας μεταφέρθηκε πανηγυρικά στην πρωτεύουσα του κρατιδίου (Βιδύνιο), για να τιμάται από τους ορθόδοξους υπηκόους του βουλγαρικού αυτού κρατικού μορφώματος, επικεφαλής του οποίου βρισκόταν ο βασιλιάς Ιωάννης Σρατσιμίρ, γιος του τσάρου Ιωάννου Αλεξάνδρου (1331-1371)[2].
Η παραμονή του λειψάνου της οσίας στη Βουλγαρία έγινε αφορμή για τη σύνταξη δύο αγιολογικών κειμένων, αφιερωμένων στην οσία Φιλοθέη. Ο τελευταίος πατριάρχης της Εκκλησίας της Βουλγαρίας, πριν από την πτώση του Τυρνόβου στα χέρια των Οθωμανών (1393), Ευθύμιος (1375-1393), άριστος γνώστης της ελληνικής, συνέταξε στα βουλγαρικά (παλαιοβουλγαρικά) κείμενο με τίτλο «Βίος και πολιτεία της οσίας μητρός ημών Φιλοθέας», για να καλύψει ένα αγιολογικό κενό, αφού οι Βούλγαροι είχαν ένα λείψανο, αλλά δεν γνώριζαν τίποτε για την οσία στην οποία ανήκε[3]. Στο Βιδύνιο ο τότε μητροπολίτης Βιδυνίου Ιωάσαφ θεώρησε σκόπιμο, μετά τη μετακομιδή του λειψάνου της οσίας στην έδρα της μητροπόλεως του, να προχωρήσει στη σύνταξη ενός Εγκωμίου για την οσία που φέρει τον τίτλο «Εγκωμιαστικός λόγος και εν μέρει τα θαύματα και ο βίος της οσίας και τρισολβίας μητρός ημών Φιλοθέας»[4]. Οι μετακομιδές του λειψάνου και η σύνταξη των ανωτέρω δύο βουλγαρικών κειμένων είχαν ως συνέπεια την απώλεια των αντίστοιχων ελληνικών κειμένων. Δεν διασώθηκε ούτε απλή μνεία της σε λειτουργικά κείμενα, ίσως γιατί η τιμή της περιοριζόταν σε ευρεία μόνο περιοχή της Μικράς Ασίας και δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ η ένταξή της στο Συναξάριο της Κωνσταντινουπόλεως.
            Η μεγάλη τιμή της οσίας Φιλοθέης από τους Βουλγάρους δεν ήρκεσε να στεργιώσει το λείψανό της στη Βουλγαρία. Το Βιδύνιο κατελήφθη από τους Οθωμανούς (1396) και το λείψανο της οσίας, υπό συνθήκες που αγνοούμε, αναζήτησε άσυλο στις χώρες βορείως του Δουνάβεως. Και τελικά κατέληξε στην Κούρτεα ντε Άρτζες της Βλαχίας, όπου και βρίσκεται μέχρι σήμερα[5]. Και εκεί συνέβη κάτι το αξιοπερίεργο. Επειδή η μετακομιδή του λειψάνου της οσίας δεν συνοδεύτηκε με το κείμενο του Βίου της που είχε συντάξει ο πατριάρχης Ευθύμιος, οι Ρουμάνοι δημιούργησαν έναν καινούργιο Βίο, ο οποίος δεν έχει καμμία σχέση με τον πραγματικό βίο της Φιλοθέης. Η αγία μας παρουσιάζεται ως μάρτυρας, που γεννήθηκε και έδρασε στο Τύρνοβο, την πρωτεύουσα του Β΄ Βουλγαρικού Κράτους (1186-1393), και σκοτώθηκε από τον ίδιο τον πατέρα της, επειδή ασκούσε την αρετή της φιλανθρωπίας και της ελεημοσύνης και δεν του πήγε φαγητό στο χωράφι, όπου εργαζόταν. Η επιλογή της πόλεως του Άρτζες ως τόπου φιλοξενίας του λειψάνου της έγινε από την ίδια την οσία με θαυματουργικό τρόπο και σημείο[6].
Το Δ΄ κεφάλαιο του Βίου της οσίας Φιλοθέας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι αναφέρεται σε μια πτυχή του βίου του αββά Αμούν, στην τέλεση του γάμου του και στην από κοινού απόφαση με τη σύζυγό του να ζήσουν τον έγγαμο βίο τους εν παρθενία και αγνότητι. Και το παράδειγμα του αββά Αμούν χρησιμοποιήθηκε από τη Φιλοθέη να πείσει το σύζυγό της Κωνσταντίνο να διέλθουν τον επίγειο βίο τους εν παρθενία. Το ενδιαφέρον αυτό κεφάλαιο έχει ως εξής:
Όταν συμπλήρωσε τα 14 χρόνια, παρά τη δική της θέληση, την συνέδεσαν με σαρκικό γάμο. Και ο σύζυγός της, ευγενής και σε όλα όμοιος με τη Φιλοθέα, ήταν 17 ετών. Η θεοφιλής (κόρη), όταν αντιλήφθηκε ότι ήταν πραγματικά παντρεμένη χωρίς της θέλησή της, απορούσε με ποιο τέχνασμα να διατηρήσει τον εαυτό της αμόλυντο και με όλη της την ψυχή, από καρδιάς, απηύθυνε προς τον Κύριο εκτενείς προσευχές· «Κύριε Θεέ –έλεγε– ρίψε βλέμμα ευσπλαγχνικό στην ταπεινότητά μου και δώρισέ μου δύναμη, για να διατηρήσω αμόλυντη την αγνότητά μου, μέχρις ότου με δεχθείς κοντά σου!». Ενώ έτσι κάθε στιγμή παρακαλούσε, κυριευμένη από ανέκφραστη θλίψη, βρήκε κατάλληλο χρόνο· όταν οδηγήθηκε, για να συνέλθει με τον άνδρα της, και κλείστηκε στον νυμφικό θάλαμο, έπεσε αμέσως στη γη, άρχισε να κλαίει απαρηγόρητα, περιλούζοντας τη γη με δάκρυα, χτυπούσε με τα χέρια το πρόσωπό της και «Αλοίμονό μου –έλεγε– αλλοίμονό μου, τι έπαθα! Άνοιξε, γη, για να με καταπιείς, εμένα, την άθλια, ζωντανή!».
4. Όταν  την είδε να κλαίει τόσο απαρηγόρητα ο Κωνσταντίνος, αυτό ήταν το όνομα του συζύγου της, με πόνο την ανασήκωσε από τη γη και την ρώτησε για την αιτία αυτού του ασταμάτητου κλάματος. Αυτή πάλιν, μετά από ορισμένο χρόνο, με δυσκολία σταμάτησε να κλαίει, απέρριψε από τον εαυτό της κάθε ντροπή (και) του είπε:
«Κύριέ μου, να, εγώ ολόκληρη βρίσκομαι υπό την εξουσία σου. Όμως, αν με περιμένεις, αν με ακούσεις, αν δεχθείς τη συμβουλή, με την οποία θα σε συμβούλευα, και την ψυχή μας θα σώσουμε και στους άλλους θα είμαστε χρήσιμοι».
Αυτός της είπε· «Λέγε ό,τι επιθυμείς, αφού αποδιώξεις από τον εαυτό σου κάθε αμφιβολία, ακόμη και φόβο».
Η θεοφιλής είπε· «Όταν διάβασα τα ιερά βιβλία, βρήκα αρχαία ιστορία, που διηγείτο τα εξής: Μια ευλαβής κόρη παντρεύθηκε άνδρα –το όνομά του ήταν Αμούν– ευγενή απόγονο ευγενούς ρίζας. Όταν έφθασε η ώρα να συνέλθει με τη νύφη, αυτός λοιπόν με θωπευτικούς τρόπους και ήρεμη φωνή της είπε· “Σύζυγέ περιπόθητη, γνωρίζεις τον ανδρικό πειρασμό”; Αυτή του απάντησε· “Όχι, κύριέ μου, τελείως και με κανένα τρόπο δεν τον γνωρίζω”. Και αυτός άρχισε να της ομιλεί·“Άκουσε με προσεκτικά και θα σου διηγηθώ λεπτομερώς για όλα, που θα μας συμβούν, αν ενωθούμε ο ένας με τον άλλον. Για μένα εσύ θα γίνεις αιτία πολλών φροντίδων, και για τον εαυτό σου αιτία άπειρης θλίψεως και συνεχούς μαρτυρίου. Προς τούτοις, όταν θα συλλάβεις στην κοιλιά σου, θα σε κυριεύσουν αφόρητοι πόνοι, και μάλιστα η τροφή δεν θα σου αρέσει, ενώ τα όνειρά σου θα είναι σουβλιές και βογγητά. Και όταν θα αρχίσεις να γεννάς, αδυναμία και συχνοί στεναγμοί και σπασμοί και –εν συντομία– βέβαιος θάνατος σε περιμένει· θα ρίχνεις το βλέμμα σου προς τα εδώ- προς τα εκεί και δεν θα βρεις ποιος να σε βοηθήσει. Αν πάλιν γεννήσεις, θα σε κυριεύσουν ατελεύτητες αγωνίες και πόνοι, δηλαδή θηλασμός, φάσκιωμα, λούσιμο, θρέψιμο, μόχθοι αναρίθμητοι: φροντίδες για τον άνδρα, για τους άρχοντες, για τις εκκλησίες, για τα ενδύματα. Αν πάλι και το γεννηθέν από σένα αποδειχθεί άμυαλο, επάνω σου θα πλακώσει διπλή θλίψη· πάνω απ’ όλα και φροντίδα για την προίκα! Αν πάλι ήθελε μας βρει φτώχεια, θα προτιμήσουμε το θάνατο, μη επιθυμώντας τέτοια ζωή. Άκουσέ με, σου δίνω καλή συμβουλή, ας ζήσουμε εν αγνότητι αυτή τη σύντομη ζωή, για να κληρονομήσουμε τη μέλλουσα ζωή, από την οποία απουσιάζει πάσα ‘οδύνη, λύπη και στεναγμός’[7].
Δεν υπάρχει εκεί σκότος, ούτε αστέρι, ούτε καλοκαίρι, ούτε άνοιξη, ούτε ψύχος, ούτε καύσωνας, αλλά μόνο φως, μόνο χαρά!
Εκεί είναι ο Χριστός, το δένδρο της ζωής, που το απολαμβάνουν όλοι οι άγιοι, τιμημένοι ο καθένας ανάλογα με το βαθμό της αγνότητάς του[8]. Ας τους μιμούμεθα, ας προσπαθούμε και εμείς να τους φτάσουμε”.
Όταν άκουσε αυτό η μνηστευμένη από το σύζυγό της, με μάτια γεμάτα με δάκρυα είπε· “Αν αυτά τα πράγματα, κύριε, γίνονται έτσι και αν ο κόσμος διάγει τέτοια ζωή, ιδού, εγώ είμαι έτοιμη σε όλα να σε ακούω. Κάνε, λοιπόν, όπως επιθυμείς, εγώ καθόλου δεν θα υποχωρήσω από τη δική σου βούληση”. Έτσι οι δύο, αφού πείστηκαν ο ένας από τον άλλο και αφού κατοχυρώθηκαν με όρκους, περνούσαν τη ζωή τους φυλάσσοντας παρθενία και αγνότητα. Αφού έζησαν εκεί αρκετό χρόνο, με αμοιβαία συμφωνία αποφάσισαν σε συντομότατη προθεσμία να χωρίσουν από τον κόσμο και να ζουν σε μοναξιά, επειδή φοβούνταν μην τυχόν κάποιος από τους κακούς και ανήθικους ανθρώπους τους πλανεύσει και τους στρέψει προς το πάθος και μαζί με το σώμα χάσουν και την ψυχή. Με συμβουλή του μεγάλου Αντωνίου[9] έφτασαν ως το όρος της Νιτρίας[10]. Εκεί στην έρημο κατασκεύασαν φτωχή καλύβα και έμεινα πολλά χρόνια, προσεύχονταν συχνά με γονυκλισίες και ταλαιπωρούσαν το σώμα με νηστεία και αγρυπνία.
Ο διάβολος όμως, ο οποίος απεχθάνεται το αγαθό, επειδή δεν μπόρεσε να υπομείνει επί μακρόν χρόνο την αγνότητα και την αρετή των αγίων του Θεού, εμφώλευσε σκέψεις πάθους στη γυναίκα και αυτή υπέφερε πολύ και ταλαιπωρούνταν αδιάκοπα. Όταν εκείνη η πάνσοφη και φιλόχριστη νύμφη αντιλήφθηκε ότι υποφέρει από αυτά τα πράγματα, διηγήθηκε σοφά και συνετά στον μακάριο Αμούν και τον παρακάλεσε εκτενώς να κτίσει γι’ αυτήν ξεχωριστή μικρή καλύβα. Αυτός εκτέλεσε την παράκλησή της. Και έτσι, διατηρώντας μέχρι τέλους την αγνότητα και την παρθενικότητα, έζησαν δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια. Μετά από λίγο χρόνο η μακαρία κοιμήθηκε μακάριο ύπνο και μετέβη κοντά στον Χριστό, για τον οποίο λαχταρούσε. Και ο ενάρετος Αμούν, οικητήριο του Αγίου Πνεύματος, και αυτός έζησε λίγες ημέρες και δέχθηκε την τελευτή του[11]. Ο μέγας Αντώνιος, αν και απομακρυσμένος από αυτόν σε απόσταση δεκαπέντε ημερών δρόμο, είδε την ψυχή του να μεταφέρεται από αγγέλους προς τον ουρανό[12]. Και πολλοί άλλοι διήλθαν παρόμοιο υπερένδοξο βίο[13]. Αν και εμείς γίνουμε μιμητές τους, θα λάβουμε όμοια με τη δική τους ανταμοιβή.
Τώρα λοιπόν μακάρι να σου είναι αρεστή η συμβουλή μου, κύριε, άνδρα μου, και να ζούμε εν αγνότητι, καθώς θα τηρούμε αμόλυντα τα σώματά μας. Γιατί δεν θα είναι καθόλου ωφέλιμη σε μας η βραχυχρόνια ηδονή και πολύ χρόνο να ζήσουμε, πάλι στο χώμα θα επιστρέψουμε. Ας ζούμε εν φόβω Θεού και να λάβουμε τα προορισμένα αγαθά μαζί με όλους εκείνους που φοβούνται τον Κύριο»[14].
Όταν ο Κωνσταντίνος άκουσε αυτά από τη σύζυγό του, άρχισε να ομιλεί και της είπε· «Αν μπορούσα να πιστέψω ότι όλα αυτά που λέγεις είναι αλήθεια, με χαρά θα το έκανα, φοβούμαι όμως μήπως είναι κάποια πλάνη και ότι δεν θα αποφύγουμε τον περίγελο».
Και αυτή αμέσως του απάντησε· «Ορκίζομαι στον δίκαιο κριτή, ο οποίος θα κρίνει τους ζώντες και τους νεκρούς[15]. Την αλήθεια σου είπα, ότι θα τηρήσω το σώμα μου αμόλυντο ίσαμε το τέλος της ζωής μου, ακόμη και αν υπομείνει αναρίθμητες φορές το θάνατο».
Αυτός, επειδή πίστεψε ότι το λεχθέν ήταν αλήθεια, αμέσως υποτάχθηκε στη συμβουλή. Και εδραιωμένοι αμοιβαία με όρκους έζησαν εν αγνεία και παρθενία[16].
Όταν ο αναγνώστης τελειώσει την προσεκτική ανάγνωση του κειμένου αυτού του Βίου, θα κληθεί να δώσει απαντήσεις στα εξής βασικά ερωτήματα, τα οποία γεννώνται αυθόρμητα:
α) Ποια ήταν τα ιερά βιβλία που διάβασε η οσία Φιλοθέη και στα οποία υπήρχε η διήγηση για τον αββά Αμούν.
β) Αν τη σχετική διήγηση κατέγραψε στο Βίο ο έλληνας συντάκτης του Βίου ή ο μεταφραστής-διασκευαστής του Βίου στην παλαιοβουλγαρική πατριάρχης Ευθύμιος.
γ) Ποια η σχέση του κειμένου του Ευθυμίου, με την πηγή από την οποία άντλησε τη διήγηση ο συντάκτης του Βίου.
Στο πρώτο ερώτημα η απάντηση είναι σχετικά εύκολη. Είναι γνωστό ότι η διήγηση περί του αββά Αμούν του Νιτριώτου φιλοξενείται στη Λαυσαϊκή Ιστορία ή Λαυσαϊκόν του Παλλαδίου Ελενοπόλεως, που συντάχθηκε το  έτος 420[17]. Οφείλω πάντως να υπογραμμίσω ότι ο συντάκτης του Βίου της οσίας Φιλοθέης είχε υπόψη του τη βραχεία[18] και όχι την εκτενή παραλλαγή του κειμένου του Λαυσαϊκού. Η εκτενής παραλλαγή του βίου του αββά Αμούν περιέχει την περιγραφή τεσσάρων θαυμάτων: α) της θεραπείας του λυσσασμένου νεαρού, β) της προγνώσεως του θανάτου της καμήλας ενός επισκέπτη, όταν ο τελευταίος αρνήθηκε να μεταφέρει με αυτήν ένα πίθο στον αββά, γ) της θαυματουργικής διαβάσεως του ποταμού Λύκου με τη συνοδεία του μοναχού Θεοδώρου και δ) της οράσεως της ψυχής του Αμούν από τον άγιο Αντώνιο, όταν αυτή ανερχόταν στον ουρανό[19]. Στη βραχεία παραλλαγή του Βίου του αββά Αμούν φιλοξενούνται μόνο περιγραφές των δύο τελευταίων θαυμάτων και μάλιστα η θαυματουργική διάβαση του ποταμού παρουσιάζεται πολύ περιληπτικά.
Σημειωτέον ότι τη διήγηση του βίου του Αμούν την επαναλαμβάνουν, φυσικά με τον δικό τους τρόπο, οι εκκλησιαστικοί ιστορικοί Σωζομενός και Σωκράτης. Ο Ερμείας Σωζομενός είναι πολύ κοντά στο κείμενο του Παλλαδίου. Μάλιστα κάμποσες φορές επαναλαμβάνει και λέξεις και φράσεις του Λαυσαϊκού. Εξαίρεση αποτελεί το γεγονός ότι ο Σωζομενός στο κείμενό του προσθέτει και το θαύμα του λυσσασμένου παιδιού (στα θαύματα της θαυματουργικής διαβάσεως του ποταμού και της οράσεως της ανερχόμενης στον ουρανό ψυχής του Αμούν από τον όσιο Αντώνιο)[20]. Δεν ισχύουν όμως τα ανωτέρω για το Σωκράτη. Ουσιαστικά δημιουργεί ένα δικό του κείμενο, από το οποίο απουσιάζουν χρονολογικά, βιογραφικά και άλλα στοιχεία[21]. Οπωσδήποτε όμως η εξάρτησή του από τη Λαυσαϊκή Ιστορία είναι δεδομένη, αφού και αυτός παραθέτει μόνο τα δύο θαύματα (θαυματουργική διάβαση του ποταμού – θέα της ανερχόμενης ψυχής του Αμούν). Εν πάση περιπτώσει τα κείμενα των δύο εκκλησιαστικών ιστορικών δεν πρέπει να τα γνώριζε ο Ευθύμιος, ενώ τα κείμενα του Παλλαδίου του ήταν και γνωστά και προσιτά, αφού είχαν μεταφραστεί στα παλαιοσλαβικά και γνώριζαν ευρύτατη διάδοση μέσα στο πλαίσιο του σλαβικού Πατερικού[22].
Το κείμενο του Παλλαδίου, κατά την κριτική έκδοση του G. I. M. Bartelink έχει ως εξής:
8. 1 Έλεγε δε τον Αμούν βεβιωκέναι τοιούτω τρόπω· ότι ορφανός υπάρχων, νεανίσκος ως ετών είκοσι δύο βία παρά του ιδίου θείου εζεύχθη γυναικί· και μη δυνηθείς αντισχείν τη του θείου ανάγκη, έδοξε και στεφανούσθαι και καθέζεσθαι εν παστώ, και πάντα υπομεμενηκέναι τα κατά τον γάμον. Μετά δε το εξέλθειν πάντας κοιμήσαντες αυτούς εν τω παστώ και τη κλίνη, αναστάς ο Αμούν αποκλείει την θύραν, και καθίσας προσκαλείται την μακαρίαν αυτού σύμβιον και λέγει αυτή· 2. «Δεύρο, κυρία, λοιπόν διηγήσομαι σοι το πράγμα· ο γάμος ον εγαμήσαμεν ούτος έστι περισσόν έχων ουδέν. Καλώς ουν ποιήσωμεν εάν από του νυν έκαστος ημών κατ’ ιδίαν καθευδήση, ίνα και τω θεώ αρέσωμεν φυλάξαντες άθικτον την παρθενίαν». Και εξενεγκών εκ του κόλπου αυτού βιβλιδάριον εκ προσώπου του αποστόλου και του σωτήρος ανεγίνωσκε τη κόρη απείρω ούση γραφών, και τω πλείστω μέρει πάντα προστιθείς τη ιδία διανοία τον περί παρθενίας και αγνείας εισηγείτο λόγον· ως εκείνην τη χάριτι του θεού πληροφορηθείσαν ειπείν· 3. «Καγώ πεπληροφόρημαι, κύριε· και τι κελεύεις λοιπόν;» «Κελεύω, φησίν, ίνα έκαστος ημών από του νυν κατ’ ιδίαν μείνη». Η δε ουκ ηνέσχετο, ειπούσα· «Εν τω αυτώ οίκω μείνωμεν, εν διαφόροις δε κλίναις». Ζήσας ουν έτη δεκαοκτώ μετ’ αυτής εν τω αυτώ οίκω, διά πάσης ημέρας εσχόλαζε τω κήπω και τω βαλσαμώνι· βαλσαμουργός γαρ ην. Ήτις βάλσαμος αμπέλου δίκης φυτεύεται, γεωργουμένη και κλαδευομένη, πολύν έχουσα πόνον. Εσπέρας ουν εισερχόμενος εις τον οίκον εποίει ευχάς και ήσθιε μετ’ αυτής· και νυκτερινήν πάλι ποιήσας ευχήν εξήρχετο. 4. Τούτων ούτως επιτελουμένων, και αμφότερων εις απάθειας εληλακότων, ενήργησαν αι ευχαί του Αμούν, και λέγει αυτώ τελευταίων εκείνη· «Έχω σοι τι ειπείν, κύριέ μου· ίνα, εάν μου ακούσης, πληροφορηθώ ότι κατά θεόν με αγαπάς». Λέγει αυτή· «Ειπέ ο βούλει». Η δε λέγει αυτώ· «Δίκαιόν εστι πράγμα άνδρα σε όντα και δικαιοσύνην ασκούντα, ομοίως καμέ εζηλωκυίαν την αυτήν σοι οδόν, κατ’ ιδίαν μένειν. Άτοπον γαρ εστι κρύπτεσθαί σου την τοιαύτην αρετήν, συνοικούντά μοι εν αγνεία». 5. Ο δε ευχαριστήσας τω θεώ, λέγει αυτή· «Ουκούν έχε συ τούτον τον οίκον· εγώ δε ποιήσω εμαυτώ έτερον οίκον». Και εξελθών κατέλαβε το ενδότερον του της Νιτρίας όρους· ούπω γαρ ην τότε μοναστήρια· και ποιεί εαυτώ δύο θόλους κελλίων. Και βιώσας άλλα είκοσι δύο έτη εν τη ερήμω ετελεύτησε, μάλλον δε εκοιμήθη, δις του έτους ορών την μακαρίαν σύμβιον αυτού.
6. Τούτου θαύμα διηγήσατο ο μακάριος Αθανάσιος ο επίσκοπος εις τον περί Αντωνίου βίον, ότιπερ παρερχόμενος τον Λύκον ποταμόν άμα Θεοδώρω μαθητή αυτού, και ευλαβούμενος αποδύσασθαι ίνα μη γυμνόν αυτόν ίδη, εις το πέραν ευρέθη δίχα πορθμείου μετενέχθείς υπό αγγέλου. Ούτος τοίνυν ο Αμούν ούτως εβίωσε και ούτως ετελειώθη ως τον μακάριον Αντώνιον την ψυχήν αυτού ιδείν υπό αγγέλων αναγομένην. Τούτον τον ποταμόν μετά δειλίας εγώ πορθμείω παρήλθον· διώρυξ γαρ εστι του μεγάλου Νείλου[23].
Στο δεύτερο ερώτημα η απάντηση είναι δύσκολη, αφού μέχρι σήμερα το ελληνικό κείμενο του Βίου της οσίας Φιλοθέης δεν έχει επισημανθεί. Φαίνεται ότι ο Ευθύμιος αναζήτησε το κείμενο στο Βυζάντιο και το μετέφερε στο Τύρνοβο, όπου εκπόνησε μετάφραση-διασκευή του Βίου της οσίας Φιλοθέας στη μεσαιωνοβουλγαρική. Τούτο συνετέλεσε, εκτός των άλλων, και στην εξαφάνιση του ελληνικού Βίου της οσίας. Έτσι αποκλείεται η δυνατότητα συγκρίσεως των δύο κειμένων. Πάντως, αν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι το επεισόδιο του γάμου της Φιλοθέας με τον Κωνσταντίνο και η απόφασή τους να ζήσουν τον έγγαμο βίο ένα παρθενία αποτελεί συστατικό στοιχείο του Βίου, πρέπει να δεχθούμε ότι τη σχετική διήγηση εκπόνησε ο έλληνας συντάκτης του αρχικού Βίου.
Η απάντηση στο τρίτο ερώτημα είναι δυνατόν να δοθεί, όταν συγκριθεί η διήγηση του Λαυσαϊκού (βραχεία παραλλαγή) με το κείμενο του Βίου της οσίας Φιλοθέας, που εκπόνησε ο Ευθύμιος και που παραθέσαμε ανωτέρω. Οι βασικότερες διαφορές μεταξύ των δύο κειμένων είναι αρκετές και εντοπίζονται στα εξής σημεία:
α) Ο Ευθύμιος παραλείπει το χρόνο της νυμφεύσεως του Αμούν (σε ηλικία 22 ετών)[24].
β) Κατά τον Παλλάδιο, όταν μετά την τέλεση του γάμου του ο Αμούν μίλησε στη σύζυγό του, ήθελε να την πείσει να τηρήσουν την παρθενία μέσα στο γάμο και μάλιστα να χωρίσουν και να ζήσουν σε διαφορετικούς τόπους. Για να ενισχύσει τους λόγους του και να τους δώσει μεγαλύτερο κύρος χρησιμοποίησε «βιβλιαρίδιον εκ προσώπου του αποστόλου και του σωτήρος» και με δικά του λόγια για την παρθενία και την αγνεία. Μάλιστα στο τέλος της ομιλίας του της πρότεινε να ζήσουν χωριστά, αλλά αντέδρασε στο σημείο αυτό η σύζυγός του και αντιπρότεινε «Εν τω αυτώ οίκω μείνωμεν εν διαφόραις δε κλίναις»[25]. Στο κείμενο του Ευθυμίου το περιεχόμενο του λόγου του Αμούν προς τη σύζυγο του λαμβάνει εκτενέστερη μορφή και μεταβάλλεται σε «φιλιππικό» κατά του γάμου και σε εγκώμιο υπέρ της παρθενίας. Ο Αμούν περιγράφει με λεπτομέρειες τα δεινά που θα προέκυπταν, αν θα έδιναν συνέχεια στο γάμο τους (σεξουαλικές σχέσεις, απόκτηση τέκνων κ.α.): α) Μέριμνα για το σύζυγο και θλίψεις και στενοχώριες εξαιτίας του, β) προβλήματα στην εγκυμοσύνη και στη γέννηση του παιδιού, γ) αγωνίες και προβλήματα στο μεγάλωμα και την ανατροφή του παιδιού, δ) μέριμνες για διάφορους παράγοντες και πράγματα (τον άνδρα, τους άρχοντες, τις εκκλησίες, τα ενδύματα), ε) θλίψεις σε περίπτωση που το παιδί θα είναι άμυαλο, στ) μέριμνα για την εξασφάλιση προίκας, όταν θα παντρευθεί, ζ) προβλήματα που θα προκύψουν από τη φτώχεια. Και ο αββάς Αμούν κλείνει τον συγκριτικά εκτενή λόγο του με την πρόταση να ζήσουν ως ζεύγος εν αγνότητι, για να κληρονομήσουν τη μέλλουσα ζωή, της οποίας περιγράφει τα πλεονεκτήματα[26]. Στο σημείο αυτό ο εκκλησιαστικός ιστορικός Σωκράτης εν σμικρογραφία δίνει την αφορμή να γίνει λόγος εκτενής για τα δεινά του γάμου: «Πολλά δε και έξωθεν αυτός προστιθείς εδίδασκεν, όσα ο γάμος έχει φορτικά, όπως τε επώδυνος η μεταξύ ανδρός και γυναικός συμβίωσις, και οίαι ωδίνες την κυοφορούσαν εκδέχονται και τα της παιδοτροφίας προσετίθει μοχθηρά. Επήγε δε τα εκ της αγνείας χρηστά, και όπως ο καθαρός βίος εστίν ελεύθερος, και αμόλυντος, και παντός ρύπου εκτός και ότι η παρθενία παρά Θεόν είναι ποιεί»[27].
γ) Ενώ ο Παλλάδιος κατηγορηματικά μας δίνει το χρόνο συνυπάρξεως των δύο στο ίδιο σπίτι και σε διαφορετικές κλίνες (επί 18 έτη), καθώς και την ενασχόληση του Αμούν με το επάγγελμα του βαλσαμουργού[28], ο Ευθύμιος ομιλεί απλώς για συνύπαρξη για «αρκετό χρόνο»[29].
δ) Κατά την Λαυσαϊκή Ιστορία, μετά από πρόταση της συζύγου ο Αμούν αποχώρησε από την οικία, στην οποία παρέμεινε η σύζυγος, και εγκαταστάθηκε στο όρος της Νιτρίας, όπου και κατασκεύασε κελίον[30]. Ο Ευθύμιος γράφει ότι με αμοιβαία συμφωνία αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους και να ζήσουν στην έρημο. Με συμβουλή του Μεγάλου Αντωνίου εγκαταστάθηκαν στο όρος της Νιτρίας σε φτωχική καλύβα που κατασκεύασαν. Με συμβουλή της συζύγου του, προς αποφυγή του πειρασμού, ο Αμούν κατασκεύασε γι’ αυτήν ξεχωριστή καλύβα. Έτσι συνέχισαν ξεχωριστά τον ασκητικό τους βίο[31].
ε) Ενώ ο Παλλάδιος προσδιορίζει με ακρίβεια το χρόνο της κατ’ ιδίαν διαμονής του Αμούν στην έρημο σε «είκοσι δύο έτη» και σημειώνει ότι ο αββάς έβλεπε τη σύζυγό του δύο φορές το χρόνο[32], ο Ευθύμιος κάμνει λόγο για διαμονή δεκαοκτώ ετών στην έρημο[33].
στ) Στο Λαυσαϊκόν μνημονεύεται απλώς η κοίμηση του Αμούν[34], ενώ ο Ευθύμιος ομιλεί για την κοίμηση αμφότερων μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα: «Μετά από λίγο χρόνο η μακαρία κοιμήθηκε μακάριο ύπνο… Και ο ενάρετος Αμούν… και αυτός έζησε λίγες ημέρες και δέχθηκε την τελευτή του»[35].
ζ) Διαφορά υπάρχει και ως προς τον αριθμό των θαυμάτων που παρατίθενται στο τέλος της σχετικής διηγήσεως. Ο Παλλάδιος παρουσιάζει συντομότατα δύο θαύματα (θαυματουργική διάβαση του ποταμού Λύκου – θέα της ανερχόμενης ψυχής του Αμούν στον ουρανό)[36], ενώ ο Ευθύμιος περιορίζεται στη μνεία μόνο του δευτέρου θαύματος[37].
Οι ανωτέρω διαφορές που επισημάνθηκαν στα δύο κείμενα δεν κρύβουν δόλο από την πλευρά του βιογράφου της οσίας Φιλοθέης. Η διήγηση για τον αββά Αμούν τον Νιτριώτη ασφαλώς αποτελεί ένα κλασικό παράδειγμα προς μίμηση για τα ζευγάρια εκείνα που επιθυμούν να ζήσουν τον έγγαμο βίο τους εν αγνότητι και παρθενία. Μάλιστα είναι από τα αρχαιότερα σχετικά παραδείγματα του Χριστιανισμού. Για το βιογράφο της οσίας Φιλοθέης δεν έχουν σημασία οι λεπτομέρειες του βίου του αββά Αμούν, αλλά το μήνυμα που εκπέμπουν οι λόγοι του, ο βίος του και η θεία αντάμειψή του (η ψυχή του ανήλθε στους ουρανούς, για να απολαύσει τη μέλλουσα βασιλεία)[38]. Και το μήνυμα το διαβιβάζει με υποδειγματικό τρόπο η Φιλοθέη στο σύζυγό της Κωνσταντίνο. Ιδιαίτερα με την εκτενή σχετικά περιγραφή των δεινών του γάμου και των θετικών στοιχείων της αγιότητας και της παρθενίας[39]. Φυσικά στο Βίο της Φιλοθέης αντιστρέφονται οι ρόλοι των πρωταγωνιστούντων προσώπων. Στη διήγηση για τον αββά Αμούν την πρωτοβουλία των κινήσεων έχει ο σύζυγος, ενώ στο Βίο της οσίας Φιλοθέης η πρωτοβουλία περνάει στη σύζυγο. Το πράγμα δεν είναι παράδοξο, διότι οι «παθόντες» αναλαμβάνουν πρωτοβουλία να βγούνε από τα αδιέξοδα. Και το αδιέξοδο είναι η βία που ασκείται από συγγενικό πρόσωπο σε κάποιον/κάποια να νυμφευθεί ή να παντρευθεί. Στη διήγηση για τον αββά Αμούν θύμα της βίας υπήρξε ο άνδρας [«ότι ορφανός υπάρχων (ο Αμούν), νεανίσκος ως ετών είκοσι δύο βία παρά του ιδίου θείου εζεύχθη γυναικί»][40]. Αντίθετα στο Βίο της οσίας Φιλοθέας το θύμα ήταν η γυναίκα («Όταν συμπλήρωσε τα 14 χρόνια, παρά τη δική της θέληση, την συνέδεσαν με σαρκικό γάμο»)[41].
Τα μηνύματα που εκπέμπουν ο Αμούν προς τη σύζυγό του και η Φιλοθέα προς το σύζυγό της Κωνσταντίνο δεν αντιμετωπίζονται με όμοιο τρόπο από τους αποδέκτες τους. Η σύζυγος του Αμούν συμφώνησε αμέσως με την εισήγηση του συζύγου της να ζήσουν μέσα στο γάμο εν παρθενία και αγνεία, αλλά κάλεσε το σύζυγό της να δώσει την πρακτική πρότασή του για υλοποίηση του ζητημένου (διαταγή). Ο Αμούν διέταξε («εκέλευσε») «έκαστος ημών από του νυν κατ’ ιδίαν μείνη». Τότε η σύζυγος του αντέδρασε στη διαταγή-πρόταση του Αμούν και είπε «Εν τω αυτώ οίκω μείνωμεν, εν διαφόροις δε κλίναις»[42]. Έτσι και έγινε. Η αντιπρόταση της συζύγου δείχνει όχι μόνο τη διάθεσή της για αγώνα κατά των πειρασμών, αλλά και το σεβασμό έναντι του θεσμού του γάμου και την αυτοπεποίθηση της για τις ψυχικές δυνάμεις. Δεν ισχύουν όμως αυτά για τον Κωνσταντίνο. Όταν άκουσε τη διήγηση για τον Αμούν και την πρόταση της συζύγου να ζήσουν εν αγνότητι και να τηρούν αμόλυντα τα σώματά τους, διατύπωσε αμφιβολίες για τα λεγόμενά της και φόβο για το μέλλον. Υποπτευόταν ότι πίσω από όλα αυτά κρυβόταν «κάποια πλάνη» που θα τους οδηγούσε στη γελοιοποίηση. Η Φιλοθέα, για να άρει τις αμφιβολίες και τους φόβους του Κωνσταντίνου, υποχρεώθηκε με όρκο να τον βεβαιώσει για την αλήθεια των λεγομένων της, ότι θα τηρούσε το σώμα της αμόλυντο ως το τέλος της ζωής της. Ο Κωνσταντίνος πείστηκε και έτσι «εδραιωμένοι αμοιβαία με όρκους έζησαν λοιπόν εν αγνεία και παρθενία»[43]. Με τον τρόπο αυτό η Φιλοθέα και ο Κωνσταντίνος δεν μιμήθηκαν μόνο το παράδειγμα του Αββά Αμούν και της συζύγου του, αλλά και την προπτωτική κατάσταση του πρώτου ανθρώπινου ζεύγους, του Αδάμ και της Εύας, αφού αρχικά ο βίος των πρωτοπλάστων ήταν αγγελικός και παρθενικός και ο σαρκικός γάμος υπήρξε συνέπεια της «παρακοής» των πρωτοπλάστων[44].

Σημειώσεις:
[1] Για την οσία Φιλοθέη του Άρτζες και τα σχετικά προβλήματα βλ. την εργασία Δ. Β. Γόνη-Παταπίου μοναχού Καυσοκαλυβίτου, Η οσία Φιλοθέα του Άρτζες. Μια βυζαντινή αγία από τη Μικρά Ασία στη Ρουμανία, εκδ. Νεκτάριος Δ. Παναγόπουλος, Αθήνα 2004 (εφεξής Γόνη-Παταπίου, Οσία Φιλοθέα).
[2] Για τις ανωτέρω μετακομιδές βλ. Γόνη-Παταπίου, Οσία Φιλοθέα, σσ. 33-34 και 44-49.
[3] Το μεσαιωνοβουλγαρικό κείμενο εξέδωκε ο E. Kalužniacki, Werke des Patriarchen von BulgarienEuthymius (1375-1393) nach den besten Handschriften herausgegeben von, Wien 1901, σσ. 78-99. Νεοβουλγαρική μετάφραση εξεπόνησε η Klimentina Ivanova, Žitiepisni tvorbi, [Stara bălgarska literatura, Sofija], τ. 4,  σσ. 202-216 (μετάφραση), 581-584 (σχόλια). Η ίδια η μετάφραση φιλοξενείται και στο έργο Patriarh Evtimij Săčinenija, Sofija 1990, σσ. 96-112 (μετάφραση), 270-273 (σχόλια). Νεοβουλγαρική μετάφραση δημοσίευσε και ο επίσκοπος Λεύκης Παρθένιος (Žitija naBălgarskite svetii, εκδ. Μονής Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου Ζωγράφου, Άγιον Όρος Άθως 2002, σσ. 277-294). Πρβλ. και αγγλική μετάφραση του έργου από Maurice LaBauve Hébert, Hesychasm, Word-Weaving, and Slavic Hagiography: The Literary School of Patriarch Euthymius, [Sagners Slavistische Sammlung 18], Verlag Otto Sagner, München 1992, σσ. 201-224. Νεοελληνική μετάφραση του νεοβουλγαρικού κειμένου, που εκπόνησε ο Δ. Β. Γόνης, βλ. στων Γόνη-Παταπίου, Οσία Φιλοθέα, σσ. 87-107 (μετάφραση), 109-121 (σημειώσεις-σχόλια).
[4] Το μεσαιωνοβουλγαρικό κείμενο του Εγκωμιαστικού Λόγου εξέδωκε ο E. Kalužniacki, Aus denpanegyrischen Litteratur der Südslaven, Wien 1901, σσ. 97-115 (κείμενο), 116-128 (σχόλια). Νεοβουλγαρική μετάφραση εξεπόνησε ο V. Sl. Kiselkov, «Mitropolit Joasaf Bdinski i slovoto mu za Filoteja», Bălgarska istoričeska biblioteka 4 (1931), kn. 1, σσ. 192-206. Η μετάφραση αυτή αναδημοσιεύθηκε από τη Liljana Graševa, Oratorska proza, [Stara bălgarska literatura, τ. 2], εκδ. Bălgarski pisatel, Sofija 1982, σσ. 187-200 (μετάφραση), 340-341 (σχόλια). Αποσπάσματα της ίδιας μεταφράσεως δημοσιεύθηκαν και στα έργα: P. Dinekov- K. Kuev- D. Petkanova, Hristomatija postarobălgarska literatura, Sofija 19611, σσ. 398-409, 19672, 353-358. P. Dinekov, StărobălgarskistraniciAntologija, Sofija 1966, σσ. 200-203, 19682, σσ. 261-265, που γνώρισαν και πολλές άλλες εκδόσεις-ανατυπώσεις.
[5] Για τη μετακομιδή αυτή βλ. Γόνη-Παταπίου, Οσία Φιλοθέα, σσ. 49-53.
[6] Τη σχετική προβληματική και το ρουμανικό βίο της οσίας Φιλοθέας του Άρτζες βλ. στων Γόνη-Παταπίου, Οσία Φιλοθέα, σσ. 35-43, 55-62.
[7] Πρβλ. Ησ. 35, 10. 51, 11. Πρβλ. και (α΄) ευχή Ακολουθίας Νεκρωσίμου ήτοι Εις κεκοιμημένους, Μικρόν Ευχολόγιον ή Αγιασματάριον, εκδ. Αποστολικής Διακόνιας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 199612, σ. 234: «ανάπαυσον την ψυχήν του κεκοιμημένου δούλου σου… εν τόπω φωτεινώ, εν τόπω χλοερώ, εν τόπω αναψύξεως, ένθα απέδρα οδύνη, λύπη και στεναγμός».
[8] Πρβλ. Γεν. 2, 9: Και το ξύλον της ζωής εν μέσω του παραδείσου. Αποκ. 2, 7: Τω νικώντι δώσω αυτώ φαγείν εκ του ξύλου της ζωής, ο εστιν εν τω παραδείσω του Θεού.
[9] Ο άγιος Αντώνιος ο Μέγας υπήρξε σύγχρονος και γνώριμος του Αμούν. Αμφότεροι έζησαν και έδρασαν στην Αίγυπτο κατά το δεύτερο ήμισυ του 3ου και το πρώτο ήμισυ του 4ου αιώνα. Ο Αντώνιος πέθανε το έτος 356 και ο Αμούν σε προγενέστερα χρόνια. Ο Μέγας Αθανάσιος στο Βίο του οσίου Αντωνίου μας πληροφορεί ότι ο Αμούν ήταν γνώριμος στον όσιο Αντώνιο και τη συνοδεία του για δύο λόγους: γιατί τους επισκεπτόταν συχνά και γιατί ο Θεός δι’ αυτού τελούσε πολλά θαύματα. Περιγράφει μάλιστα ένα τέτοιο θαύμα, το θαύμα της διαβάσεως του πλημμυρισμένου ποταμού Λύκου χωρίς να βραχεί καθόλου. Μάρτυρας το θαύματος αυτού υπήρξε ο μοναχός και συνοδός του Θεόδωρος, ο οποίος το αποκάλυψε μετά την κοίμηση του Αμούν (Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Αντωνίου συγγραφείς και αποσταλείς προς τους εν ξένη μοναχούς 60, PG 26, 929A-932A). Στην έκδοση του  Λαυσαϊκού στην Patrologia Graeca γράφεται ότι κάποτε ο Μέγας Αντώνιος έστειλε μοναχούς και τον προσκάλεσε να τον επισκεφθεί. Αφού πέρασε με θαυματουργικό τρόπο τον Λύκο ποταμό, ο Αμούν προχώρησε προς συνάντηση με τον Αντώνιο. Ο τελευταίος του δήλωσε ότι ο Θεός του αποκάλυψε πολλά για τις αρετές του και το χρόνο της κοιμήσεώς του. Τον κάλεσε, λοιπόν, για να απολαύσουν πνευματικά ο ένας τον άλλον και να προσευχηθούν ο ένας υπέρ του άλλου. Τότε του όρισε ως τόπο ασκήσεως ένα απομακρυσμένο μέρος και τον προέτρεψε να μην απομακρυνθεί από εκεί ποτέ, να μείνει δηλαδή εκεί ώς την κοίμησή του (PG 34, 1026). Ίσως αυτήν την πληροφορία είχε υπόψη του ο πατριάρχης Ευθύμιος, όταν σημείωνε ότι ο Αμούν και η σύζυγός του «με συμβουλή του μεγάλου Αντωνίου έφτασαν ως το όρος της Νιτρίας».
[10] Γίνεται λόγος για την έρημο της Νιτρίας, ένα από τα σημαντικότερα ασκητικά-μοναστικά κέντρα της Αιγύπτου. Ανήκε στην ευρύτερη περιοχή της Σκήτεως. Η Σκήτις κατείχε τεράστια έκταση μεταξύ του Δέλτα του ποταμού Νείλου και της Λιβύης. Άρχιζε 70 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Μαρεώτιδας λίμνης, που εγγίζει την Αλεξάνδρεια, και έφθανε ως την πόλη Τερενούθιν, στην αρχή του Δέλτα. Περιελάμβανε πέντε περιοχές: α) την καθ’ εαυτό έρημο της Σκήτεως (Παντέρημος) με το έλος ή την όασή της, β) τα Κελλιά, γ) το όρος της Νιτρίας, δ) το όρος της Φέρμης και ε) το όρος της Πέτρας. Βλ. Π. Κ. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, τ. Γ΄, Θεσσαλονίκη 1987, σσ. 165-169.
[11] Πρβλ. Α΄ Κορ. 6, 19.
[12] Το τελευταίο περιστατικό μνημονεύει και ο άγιος Αθανάσιος ο Μέγας (Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Αντωνίου συγγραφείς και αποσταλείς προς τους εν ξένη μοναχοίς 60, PG 26, 929A-932A). Στη σχετική διήγηση υπάρχει διαφορά ως προς την απόσταση μεταξύ Νιτρίας και του τόπου μονάσεως του αγίου Αντωνίου (Και το διάστημα δε το από Νιτρίας έως του όρους, ένθα ην ο Αντώνιος, ημερών εστι δεκατριών). Ο πατριάρχης Ευθύμιος αυξάνει την απόσταση κατά δύο ημέρες (δεκαπέντε). Εννοείται ότι στο Λαυσαϊκόν δεν υπάρχει πληροφορία σχετική με την απόσταση των δύο ασκητηρίων (Αντωνίου-Αμούν).
[13] Σημειωτέον ότι το ζεύγος Αμούν και συζύγου του δεν είναι το μοναδικό παράδειγμα χριστιανών συζύγων που φύλαξαν την αγνότητα μέσα στο γάμο τους. Αναφέρουμε ενδεικτικώς τα ζεύγη: Ιουλιανού και Βασιλίσσης (8 Ιανουαρίου), Μαρκιανού και Πουλχερίας (17 Φεβρουαρίου), Κόνωνος και Άννης (5 Μαρτίου), Χρυσάνθου και Δαρείας (19 Μαρτίου) και Γαλακτίωνος και Επιστήμης (5 Νοεμβρίου). Βλ. Σοφρωνίου Ευστρατιάδου, μητροπολίτου Λεοντοπόλεως, Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1995 (ανατύπωση), σσ. 219-220, 300, 256, 481, 87 αντίστοιχα. Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Οι έγγαμοι Άγιοι της Εκκλησίας κατά το μηνολόγιο [Σειρά: Ορθόδοξη Μαρτυρία, αρ. 27, Ακρίτας, Αθήνα 19882, σσ. 23, 50-51, 61, 72, 196 αντίστοιχα.
[14] Πρβλ. Αποκ. 11, 18.
[15] Πρβλ. Πραξ. 10, 42. Β΄ Τιμ. 4, 8.
[16] Η νεοελληνική μετάφραση του κεφαλαίου του Βίου της οσίας Φιλοθέης του Άρτζες έχει ληφθεί από το βιβλίο των Γόνη-Παταπίου, Οσία Φιλοθέα, σσ. 90-93.
[17] Για το έργο αυτό βλ. Π. Κ. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Γ΄: Περίοδος θεολογικής ακμής Δ΄ και Ε΄ αιώνες, Θεσσαλονίκη 1987, σσ. 153-155, 172-173.
[18] Ο έλληνας αναγνώστης μπορεί να ανεύρει τη βραχεία παραλλαγή σε κριτικές εκδόσεις (π. χ. του G. Butler, The Lausiac History of PalladiusIIThe Greek text edited with introduction and notes[Text and Studies 6] , σσ. 26-29, και του G. I. M. Bartelink, ΠαλλαδίουΛαυσαϊκόν, Palladio, La storia Lausiaca. Introducione di Christine Mohrmann Testo critico e commento a cura di… Traduzione di Marino Barchiesi [Vite dei santi II], Vinceza Fondazione Lorenzo Valla 19853, σσ. 40-45 (με παράλληλη ιταλική μετάφραση), σσ. 320-322 (σχόλια στο κείμενο Περί Αμούν του Νιτριώτου). Πρβλ. Παλλαδίου, Λαυσαϊκή Ιστορία. Κείμενον-Μετάφρασις-Εισαγωγή-Σχόλια, Μέρος Α΄. Μετάφρασις-Εισαγωγή-Σχόλια υπό Ν. Θ. Μπουγάτσου- Δ. Μ. Μπουγάτσου, εκδ. «Τήνος», Αθήναι α. ε., σσ. 64-69 (με παράλληλη νεοελληνική-καθαρευουσιάνικη μετάφραση).
[19] Την εκτενή παραλλαγή του «Βίου του αγίου Αμούν και της τούτου συζύγου» βλ στην έκδοση του Λαυσαϊκού στην PG 34, 1025-1026.
[20] Ερμείου Σωζομενού, Εκκλησιαστική Ιστορία Ι, ΙΔ΄, PG 67, 900D-904D.
[21] Σωκράτους Σχολαστικού, Εκκλησιαστική Ιστορία IV, ΚΓ΄, PG 67, 509C-512C.
[22] Για το σλαβικό Πατερικόν, μέσα στο οποίο εντάσσεται και η Λαυσαϊκή Ιστορία του Παλλαδίου Ελενοπόλεως, βλ. Svetlana Nikolova, Pateričnite razkazi v bălgarskata sredovekovna literarura, Sofija 1980. Της ίδιας, «Paterik (grc. Πατερικόν ‘otečnik’)», Starobălgarska literatura, Enciklopedičen rečnik, Săstavitel Donka Petkanova, εκδ. οίκος Abagar, Veliko Tărnovo 2003, σσ. 355-356.
[23]  Palladio, La storia Lausiaca. Introducione di Christine Mohrmann Testo critico e commento a cura di G. I. M. Bartelink Traduzione di Marino Barchiesi [Vite dei santi II], Vinceza Fondazione Lorenzo Valla 1974, 19752, 19853, σσ. 40-44 (εφεξής: Παλλαδίου, Λαυσαϊκόν).
[24] Βίος και Πολιτεία της οσίας μητρός ημών Φιλοθέας γραμμένος από τον πατριάρχη Τυρνόβου Ευθύμιο, μτφρ. Εκ του βουλγαρικού Δ. Β. Γόνη, στο Γόνη-Παταπίου, Οσία Φιλοθέα, σ. 20 (εφεξής: Ευθυμίου, Βίος Φιλοθέας). Πρβλ. Παλλαδίου, Λαυσαϊκόν, 8, 1, σ. 40.
[25] Παλλαδίου, Λαυσαϊκόν, 8, 1-3, σσ. 40, 42.
[26] Ευθυμίου, Βίος Φιλοθέας, σ. 91.
[27] Σωκράτους Σχολαστικού, Εκκλησιαστική Ιστορία IV, ΚΓ΄, PG 67, 509D.
[28] Παλλαδίου, Λαυσαϊκόν 8, 3, σ. 42.
[29] Ευθυμίου, Βίος Φιλοθέας, σ. 91.
[30] Παλλαδίου, Λαυσαϊκόν 8, 4-5, σσ. 42, 44.
[31] Ευθυμίου, Βίος Φιλοθέας, σσ. 91-92.
[32] Παλλαδίου, Λαυσαϊκόν 8, 5, σ. 44.
[33] Ευθυμίου, Βίος Φιλοθέας, σ. 92.
[34] Παλλαδίου, Λαυσαϊκόν 8, 5, σ. 44.
[35] Ευθυμίου, Βίος Φιλοθέας, σσ. 92-93.
[36] Παλλαδίου, Λαυσαϊκόν 8, 6, σ. 44.
[37] Ευθυμίου, Βίος Φιλοθέας, σ. 93.
[38] Παλλαδίου, Λαυσαϊκόν 8, 6, σ. 44.
[39] Ευθυμίου, Βίος Φιλοθέας, σ. 91.
[40] Παλλαδίου, Λαυσαϊκόν 8, 1.
[41] Ευθυμίου, Βίος Φιλοθέας, σ. 90.
[42] Παλλαδίου, Λαυσαϊκόν 8, 2-3, σ. 42.
[43] Ευθυμίου, Βίος Φιλοθέας, σ. 93.
[44] Σχετικά με την προπτωτική κατάσταση των πρωτοπλάστων και το γάμο ως συνέπεια της παρακοής βλ. Στ. Παπαδόπουλου, Γάμος και παρθενία στον ιερό Χρυσόστομο, εκδ. Αρμός, Αθήνα 1996, σσ. 17 και εξής.
Πηγή: Δημήτριος Β. Γόνης, «Η οσία Φιλοθέη του Άρτζες μιμήτρια του βίου του οσίου Αμούν του Νιτριώτου», Φιόρα Τιμής για τον μητροπολίτη Ζακύνθου Χρυσόστομο Β’ Συνετό, Ζάκυνθος 2009, σσ. 235-247.
πηγη.ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ

Ἡ Ἁγία Φιλοθέη



site analysis

Ἡ Πολιοῦχος τῶν Ἀθηνῶν
 ἁγία Φιλοθέη γεννήθηκε στὴν Ἀθήνα ἀπὸ γονιοὺς ἄρχοντες, μοναχοπαίδι τοῦ Ἀγγέλου Μπενιζέλου καὶ τῆς Συρίγας. Φιλοθέη ὀνομάσθηκε ὅταν ἔγινε καλογρηά, ἀλλὰ τὸ πρῶτο ὄνομά της ἦταν Ρεβούλα. Ἡ μητέρα της ἤτανε στείρα καὶ παρακαλοῦσε τὸ Θεὸ νὰ τῆς δώσει τέκνο, καὶ μία νύχτα εἶδε πὼς βγῆκε ἀπὸ τὸ εἰκόνισμα τῆς Παναγίας ἕνα φῶς δυνατὸ καὶ πὼς μπῆκε στὴν κοιλιά της. Κι᾿ ἀληθινά, τὸ φῶς ἐκεῖνο ἤτανε ἡ ἁγιασμένη ψυχ;h τῆς κόρης ποὺ γέννησε σ᾿ ἐννιὰ μῆνες. Ἀπὸ μικρὴ φανέρωνε μὲ τὰ φερσίματα καὶ μὲ τὰ αἰσθήματά της ποιὰ θὰ γινότανε ὑστερώτερα, στολισμένη μὲ κάθε λογῆς ἀρετή. Στὴν εὐσέβεια εἶχε γιὰ ὁδηγό της τὴν ἴδια τὴ μητέρα της ποὺ ἤτανε εὐλαβέστατη.
Φτάνοντας σὲ ἡλικία δώδεκα χρονῶν τὴ ζήτησε γιὰ γυναίκα κάποιος ἄρχοντας τοῦ τόπου, μὰ ἡ κόρη δὲν ἤθελε νὰ παντρευθεῖ. Ἀλλὰ ἐπειδὴ οἱ γονιοί της τὴν παρακαλούσανε, ἡ τρυφερὴ ψυχή της δὲν βάσταξε νὰ τοὺς λυπήσει καὶ νὰ τοὺς παρακούσει καὶ στὸ τέλος παραδέχθηκε νὰ πανδρευθεῖ μὲ ἐκεῖνον τὸν πλούσιο ἄνθρωπο, ποὺ ἤτανε ὅμως πολὺ φτωχὸς στὴν ψυχή, διεστραμμένος καὶ κακός. Τρία χρόνια ἔζησε μαζί του ἡ Ρεβούλα κάνοντας ὑπομονὴ στὰ ἀπότομα φερσίματά του, ὡς ποὺ ὁ ἄνδρας της πέθανε κι᾿ ἀπόμεινε χήρα. Οἱ γονιοί της θελήσανε νὰ τὴν ξαναπανδρέψουνε, μὰ αὐτὴ τοὺς εἶπε καθαρὰ πὼς ἔταξε νὰ γίνει καλόγρηα.
Σὰν πεθάνανε οἱ γονιοί της, δέκα χρόνια ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ χήρεψε, δόθηκε ἐλεύθερα στὴν ἄσκηση, μὲ νηστεῖες, προσευχές, ἀγρύπνιες καὶ ἐλεημοσύνες. Κατήχησε τὶς ὑπηρέτριές της καὶ τὶς ἔκανε δοχεῖα τοῦ Πνεύματος. Κατὰ θέλημα τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα ποὺ εἶδε στὸν ὕπνο της, ἔχτισε ἕνα μοναστήρι μὲ ἐκκλησία στ’ ὄνομά του. Εἶναι ἡ ἐκκλησιὰ ποὺ σῴζεται ἀκόμα πλάγι στὸ μέγαρο τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς στὴν ὁδὸ Ἁγίας Φιλοθέης. Ἀφοῦ τελείωσε τὸ μοναστήρι, ἡ Ρεβούλα χειροθετήθηκε μοναχὴ μὲ τὄνομα Φιλοθέη. Οἱ πρῶτες ἀδελφὲς ποὺ ζήσανε μαζί της ἤτανε οἱ δουλεύτρες ποὺ εἶχε στὸ πατρικὸ σπίτι της. Μὲ τὸν καιρὸ ἔδραμαν πλῆθος ἄλλες παρθένες κι᾿ ἀπὸ ἀρχοντικὲς οἰκογένειες καὶ ντυθήκανε τὸ μοναχικὸ σχῆμα. Ζήσανε ἀγωνιζόμενες τὸν καλὸν ἀγώνα μὲ ὑποταγὴ στὴν ἄξια ἡγουμένισσα ποὺ τὶς διοικοῦσε στὸν πνευματικὸ δρόμο σὰν κάποια ἁγία Συγκλητική.
Τὰ ἁγιασμένα λόγια της ἔμπαιναν στὴν καρδιά τους σὰν δροσιὰ καὶ ἄνθιζαν μέσα τους τὰ εὔοσμα ἄνθη τῶν ἀρετῶν. Καὶ τὰ ἔργα της βεβαιώνανε τὰ λόγια της κατὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ ποὺ λέγει: «Ὃς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. ε´, 19). Ὅπου μάθαινε πὼς βρίσκεται φτωχός, δυστυχισμένος, ἄρρωστος, χαροκαμένος, ἔτρεχε σὲ βοήθειά του μὲ περισσότερη προθυμία παρὰ ἂν ἔπαιρνε ἡ ἴδια τὴ βοήθεια ἀπ᾿ ἄλλον. Ἔχτισε νοσοκομεῖα καὶ γηροκομεῖα κοντὰ στὸ μοναστήρι της κι᾿ ἡ ἁγία Φιλοθέη δὲν φρόντιζε μοναχὰ γιὰ τὴ γιατρειά τους καὶ γιὰ τὴ σωματικὴ τροφὴ τους ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν πνευματική. Μὲ τὸν καιρό, πληθύνανε τόσο πολὺ οἱ ἀδελφὲς ποὺ μπήκανε στὸ μοναστήρι της, ποὺ δυστυχούσανε ἀπὸ κάθε πρᾶγμα ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε ἡ ἡγουμένη νὰ ἀπαντήσει τὰ μεγάλα ἔξοδα, κ᾿ οἱ καλογρηὲς γογγύζανε. Μὰ ἡ ἁγία τὶς καταπράυνε μὲ λόγια ὑπομονετικά, κι᾿ ὁ Θεὸς ἔστελνε τὴ βοήθειά του πότε μ᾿ ἕναν τρόπο καὶ πότε μὲ ἄλλον ὡς ποὺ περνοῦσε ἡ στενοχώρια.
Ἐξὸν ἀπὸ τὰ ντόπια κορίτσια ποὺ συμμάζευε στὸ μοναστήρι της, ἔδινε προστασία καὶ σὲ ξένες γυναῖκες ποὺ ἐρχόντανε στὴν Ἀθήνα ἀπὸ διάφορα μέρη σκλαβωμένες ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Μὲ τί κινδύνους καὶ μὲ τί βάσανα τὶς προστάτευε δὲν εἶναι μπορετὸ νὰ γράψουμε καταλεπτῶς σὲ τοῦτο τὸ σύντομο σημείωμα. Τέσσερες ἀπ᾿ αὐτὲς τὶς σκλάβες εἴχανε ἀκουστὰ τὴν ἁγία Φιλοθέη κι᾿ ἐπειδὴ τὶς βασανίζανε οἱ ἀφεντάδες τους νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους, φύγανε κρυφὰ καὶ καταφύγανε στὸ μοναστήρι. Ἡ ἁγία τὶς πῆρε μέσα καὶ τὶς στερέωσε στὴν πίστη τους καὶ περίμενε εὔκαιρη περίσταση γιὰ νὰ μπορέσει νὰ τὶς στείλει στὸν τόπο τους. Μὰ οἱ Τοῦρκοι, ποὺ εἴχανε τὶς σκλάβες, μάθανε πὼς τὶς εἶχε περιμαζέψει ἡ Φιλοθέη καὶ μπήκανε σὰν θηρία στὸ κελλί της ποὺ κειτότανε ἄρρωστη καὶ τὴν τραβήξανε καὶ τὴν πήγανε στὸν πασᾶ. Καὶ ʼκεῖνος πρόσταξε νὰ τὴ ρίξουνε στὴ φυλακή. Ἡ Ἁγία δὲν φοβήθηκε, ἀλλὰ ἑτοιμάσθηκε νὰ χύσει τὸ αἷμα της γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Τὴν ἄλλη μέρα μαζευθήκανε πολλοὶ Τοῦρκοι καὶ φωνάζανε νὰ σκοτώσουνε τὴν Ἁγία. Κι᾿ ὁ πασᾶς πρόσταξε νὰ τὴ βγάλουνε ἀπὸ τὴ φυλακὴ καὶ νὰ τὴν παρουσιάσουνε μπροστά του, καὶ τῆς εἶπε νὰ διαλέξει ἀνάμεσα στὰ δυό, ἢ ν᾿ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη της ἢ νὰ κοπεῖ τὸ κεφάλι της. Μὰ ἡ Ἁγία ἀπάντησε μὲ ἀφοβία πὼς εἶναι ἕτοιμη νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό. Ὁ πασᾶς θἄβγαζε τὴν ἀπόφαση νὰ κόψουνε τὸ κεφάλι της, ἀλλὰ προφθάσανε κάποιοι ἐπίσημοι χριστιανοὶ καὶ μὲ τὰ παρακάλια τους ἀλλάξανε τὴ γνώμη τοῦ πασᾶ καὶ πρόσταξε νὰ τὴ βγάλουνε ἀπὸ τὴ φυλακή.
Γυρίζοντας στὸ μοναστήρι της ἡ Ὁσία, δὲν ἔπαψε νὰ πορεύεται ὅπως καὶ πρὶν στὸ δρόμο τοῦ Χριστοῦ. K᾿ ἐπειδὴ πληθαίνανε ὁλοένα οἱ μαθήτριές της, ἔχτισε κι᾿ ἄλλο μοναστήρι στὴν τοποθεσία Πατήσια, κι᾿ αὐτὸ στὄνομα τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα. Ἀλλὰ ἔχτισε μετόχια καὶ στὴ Τζιᾶ καὶ στὴν Αἴγινα, κι᾿ ἐκεῖ ἔστελνε τὶς ἀδελφὲς ποὺ ἔπρεπε νὰ μακρύνουνε ἀπὸ τὴν Ἀθήνα γιὰ κάποια αἰτία.

Σ᾿ ὅλα αὐτὰ τὰ ἀσκητήρια οἱ καλογρηὲς δουλεύανε στοὺς ἀργαλειοὺς καὶ σὲ ἄλλα ἐργόχειρα, σὰν τὶς προκομμένες μέλισσες μέσα στὸ κουβέλι. Φτωχὰ κι᾿ ὀρφανὰ κορίτσια βρήκανε προστασία κ᾿ ἐργασία μέσα σ᾿ ἐκεῖνα τὰ καταφύγια. Σὲ ὅ,τι κτήματα εἶχε ἡ Ἁγία ἀπὸ τοὺς γονιούς της, ἔχτισε μοναστήρια καὶ φτωχοκομεῖα. K᾿ εἶχε πολλὴ περιουσία. Ἕνας προπάππος της εἶχε πάρει τὴ «δεχατέρα τοῦ ἀφέντη τῆς Ἀθήνας καὶ πῆρε προίκα ὅλη τὴν Κηβισιὰ καὶ τὸν Ἀχλαδόκαμπο ποὺ εἶναι πρὶν ἀπὸ τὸ Χαλιάντρι». Στὸ κτῆμα ποὺ εἶχε στὸν Περισὸ ἔχτισε ἄλλο μοναστήρι στὸ μέρος ποὺ τὸ λένε τώρα Καλογρέζα. Ὅλη ἡ φτωχολογιὰ τὴν εἶχε σὰν πονετικιὰ μάνα. Μὲ κάθε τρόπο πάσχιζε νὰ ἀνακουφίσει τοὺς δυστυχισμένους, τοὺς τάιζε, τοὺς ἄνοιγε πηγάδια γιὰ νάχουνε νερό, τοὺς γιάτρευε, τοὺς ἔβρισκε δουλειά. Ὁ κόσμος τὴν ἔλεγε «κυρὰ δασκάλα».AgiaFilothei[1]
Τὴν παραμονὴ τοῦ ἁγίου Διονυσίου στὰ 1589 ἡ ἁγία Φιλοθέη βρισκότανε στὸ μοναστηράκι ποῦχε χτισμένο στὰ Πατήσια. Τὸ βράδυ συναχθήκανε οἱ ἀδελφὲς γιὰ νὰ κάνουνε ἀγρυπνία. Κάποιοι Ἀγαρηνοί, ποὺ τὴν ἐχθρευόντανε ἀπὸ καιρό, πηδήσανε ἀπὸ τὴ μάντρα καὶ πιάνοντας τὴν Ἁγία ἀρχίσανε νὰ τὴ χτυπᾶνε ὡς ποὺ τὴν ἀφήσανε μισοπεθαμένη. Τὴν ἄλλη μέρα τὴ σηκώσανε οἱ ἀδελφὲς καὶ τὴν πήγανε στὸ μετόχι ποῦχε στὸν Περισό. Σὰν συνέφερε λίγο, ἔπιασε τὴν προσευχή, εὐχαριστώντας τὸ Θεὸ γιατὶ ἀξιώθηκε νὰ πληρωθεῖ μὲ κακία γιὰ τὰ καλὰ ποὺ ἔκανε στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ μοιάσει σ᾿ αὐτὸ μὲ τὸν Χριστό, κατὰ τὰ λόγια του ἀποστόλου Πέτρου ποὺ λέγει: «καθὸ κοινωνεῖτε τοῖς τοῦ Χριστοῦ παθήμασι, χαίρετε» (Α´ Πέτρ. δ´ 13). Στὶς 19 Φεβρουαρίου τοῦ 1589 παρέδωσε τὴν καθαρὴ ψυχή της στὸν Κύριο, ποὺ ὑπόμεινε τόσα βάσανα γιὰ τὴν ἀγάπη του.
Τὸ ἅγιο σκήνωμά της θάφτηκε στὸ μοναστηράκι τῆς Καλογρέζας κι᾿ ἀπὸ κεῖ ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων στὴν ἐκκλησιὰ τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα ποὺ βρίσκεται στὴ σημερινὴ Ἀρχιεπισκοπή. Μετὰ πολλὰ χρόνια, ἐπειδὴ αὐτὴ ἡ ἐκκλησιὰ κόντευε νὰ γκρεμνισθεῖ, τὸ πήγανε στὸν ἅγιο Ἐλευθέριο κι᾿ ἀπὸ κεῖ στὴ σημερινὴ μητρόπολη, μέσα στ᾿ ἅγιο βῆμα. Στὸ μνῆμα της ἀπάνω βρεθήκανε γραμμένα τοῦτα τὰ λόγια:
«Φιλοθέης ὑπὸ σῆμα τόδ᾿ ἁγνῆς κεύθει σῶμα,
ψυχὴν δ᾿ ἐν μακάρων θήκετο Ὑψιμέδων».
Ἡ Φιλοθέη ἁγιοκατατάχθηκε ἐπὶ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ματθαίου B´ (1595-1600). Νεόφυτος ὁ μητροπολίτης Ἀθηνῶν, ἀφοῦ ἐξήτασε καὶ ἐρεύνησε τὰ κατὰ τὸν βίον καὶ τὸ μαρτύριον τῆς Ὁσίας, σύνταξε ἀναφορὰ στὸ Πατριαρχεῖο μαζὶ μὲ τοὺς ἐπισκόπους Κορίνθου καὶ Θηβῶν καὶ μὲ τοὺς προκρίτους τῆς Ἀθήνας γιὰ νὰ τάξει τὴν ὁσία Φιλοθέη στοὺς χοροὺς τῶν ἁγίων. Σ᾿ αὐτὸ τὸ συνοδικὸ ἔγγραφο εἶναι γραμμένα καὶ τοῦτα:
«Ἐπειδὴ ἐδηλώθη ἀσφαλῶς ὅτι τὸ θειότατον σῶμα τῆς ὁσιωτάτης Φιλοθέης εὐωδίας πεπληρωμένον ἐστι καὶ μύρον διηνεκῶς ἐκχεῖται, ἀλλὰ καὶ τοῖς προσιοῦσί τε ἀσθενέσι τε καὶ θεραπείας δεομένοις τὴν ἴασιν δίδωσι… τούτου χάριν ἔδοξε ἡμῖν τε καὶ πάσῃ τῇ ἱερᾷ Συνόδῳ τῶν καθευρεθέντων ἐνταῦθα ἀρχιερέων συγγραφῆναι καὶ ταύτην ἐν τῷ χορῷ τῶν ὁσίων καὶ ἁγίων γυναικῶν, ὥστε κατ᾿ ἔτος τιμᾶσθαι καὶ πανηγυρίζεσθαι».230px-Shrine_of_Snt_Filothei[1]
Αὐτὸς εἶναι μὲ ὀλιγολογία ὁ βίος τῆς Ἀθηναίας ἁγίας Φιλοθέης, ποὺ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ μυρίπνοα ἄνθη τοῦ γένους μας στὸν τυραννισμένον καιρὸ τῆς σκλαβιᾶς. Δὲν στάθηκε αὐστηρὴ μονάχα στὸ νὰ κάνει τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, μὰ ἀγωνίσθηκε καὶ πνευματικὰ γιὰ νὰ στερεωθεῖ ἡ ἁγιασμένη παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας σὰν κάστρο ποὺ θὰ ἀποσκέπαζε τὸν Ἑλληνισμὸ ἀπὸ τὸν πνευματικὸ ἐκφυλισμὸ καὶ τὴν ἀποβαρβάρωση. Ὅλα τὰ θυσίασε, πλούτη, ἀνάπαυση, ζωή, γιὰ τὴν πίστη τῶν πατέρων της. «Θλίψις συνέχει τὴν ψυχήν της» βλέποντας οἱ χριστιανοὶ νὰ μὴν ἔχουνε στὰ «πάτρια» τὴν ἀγάπη ποὺ ἔπρεπε, ἀλλὰ νὰ ζοῦνε μουδιασμένοι, ἀδιάφοροι, μὲ ψυχὴ γεμάτη δειλία, μικροψυχία, πονηριά.
Τὴν Ἀκολουθία της τὴν ἔγραψε κάποιος σοφὸς καὶ εὐλαβὴς ἄνθρωπος Ἱέραξ λεγόμενος. Ἀνάμεσα στὰ ὡραῖα ἐγκώμια εἶναι καὶ τοῦτο:
 «Δαυῒδ γὰρ τὸ πρᾶον ἔσχες
καὶ Σολομῶντος, σεμνή, τὴν σοφίαν,
Σαμψῶν τὴν ἀνδρείαν,
καὶ Ἀβραὰμ τὸ φιλόξενον,
ὑπομονήν τε Ἰώβ,
τοῦ Προδρόμου δὲ θείαν ἄσκησιν…».
Τὴν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα ποὺ βρισκότανε στὸ σημερινὸ δρόμο τῆς Ἁγίας Φιλοθέης τὴν ἐγκρέμνισε ὁ μητροπολίτης Ἀθηνῶν Γερμανὸς Καλλιγᾶς, παρ᾿ ὅτι εἶχε μεγάλο σέβας στὴν ἁγία, ἐπειδὴ ἤτανε ραγισμένοι οἱ τοῖχοι, κ᾿ ἔχτισε στὰ ἴδια θεμέλια τὸ παρεκκλήσι ποὺ ὑπάρχει τώρα, ἐνῷ μποροῦσε νὰ στερεώσει τὴν παλιὰ ἐκκλησία ποὺ εἶχε ὡραῖες τοιχογραφίες. Ἐκεῖνον τὸν καιρὸ (ὁ Γερμανὸς στάθηκε μητροπολίτης ἀπὸ τὰ 1889 ἕως τὰ 1896) δὲν γνωρίζανε οἱ ἄνθρωποι τὴν ἀξία τῆς βυζαντινῆς τέχνης. Ἡ καινούρια ἐκκλησιὰ ποὺ χτίσθηκε εἶναι ψυχρή, κακότεχνη, γυμνή. Ὅποιος μπαίνει μέσα, δὲν αἰσθάνεται κατάνυξη. Ἀλλ᾿ ἡ ἐκκλησιὰ τοῦ μετοχιοῦ ποὺ εἶχε χτίσει ἡ Ὁσία στὰ Πατήσια γκρεμνίσθηκε καὶ κείνη ἀπὸ τὴν πολυκαιρία καὶ γιατὶ δὲν μπορούσανε οἱ χριστιανοὶ νὰ τὴν περιποιηθοῦνε ἀπὸ τὸ φόβο τῶν Τούρκων πρὶν νὰ σηκωθεῖ ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Ὡς πρὸ ὀλίγα χρόνια κειτόντανε οἱ κολόνες μέσα στὰ ἀγριάγκαθα, στεκότανε ὄρθια μοναχὰ ἡ χυβάδα (κόγχη) τοῦ ἱεροῦ κ᾿ ἡ πόρτα μὲ τὸ δυτικὸ τοῖχο. Κάποιοι εὐλαβεῖς χριστιανοὶ τὴν ἀναστηλώσανε μὲ τὴν ὁδηγία τοῦ κ. Ὀρλάνδου καὶ τώρα βρίσκεται πάλι ἀπαράλλαχτη ὅπως ἤτανε στὰ χρόνια της ἁγίας Φιλοθέης, ἕνα ταπεινὸ μὰ ἀτίμητο στόλισμα ἀνάμεσα στὰ ἀκαλαίσθητα καὶ ξενόμορφα σπίτια ποὺ χτισθήκανε γύρω στὸ γηραλέο αὐτὸ ἐκκλησάκι. Ὁ Θεὸς μὲ ἀξίωσε καὶ τὸ στόλισα μὲ ἁγιογραφίες, ὅπως ἤτανε ὁ πόθος μου. Ἀνάμεσα σὲ ἄλλα ζωγράφισα καὶ τὸ μοναστήρι, ὅπως ἤτανε τότε, μὲ τὴν ἡγουμένη ἁγία Φιλοθέη καὶ τὶς ἀδελφὲς ποὺ πηγαίνουνε στὴν ἐκκλησία.
Φαίνεται πώς ὅλη ἡ οἰκογένεια τῶν Μπενιζέλων ἤτανε ἄνθρωποι φιλόθρησκοι. Στὸ νάρθηκα τῆς Καισαριανῆς εἶναι γραμμένη ἀπὸ τὸ ζωγράφο ποὺ τὸν ἁγιογράφησε τούτη ἡ ἐπιγραφή:
«Ἰστόρηται ὁ πρόναος οὗτος ἤτοι νάρθηξ διὰ δαπάνης τῶν προσδραμόντων τῇ μονῇ φόβῳ λοιμοῦ τῇ κραταιᾷ χειρὶ τῆς πανυμνήτου Τριάδος καὶ σκέπῃ τῆς μακαρίας Παρθένου, οἵτινες εἰσὶν ὁ εὐγενὴς καὶ λογιώτατος Μπενιζέλος υἱὸς Ἰωάννου, ἅμα ταῖς εὐγενέσιν ἀδελφαῖς καὶ τῇ τεκούσῃ καὶ τῇ λοιπῇ αὐτοῦ συνοδείᾳ. Ἐπὶ ἡγουμένου Ἰεροθέου τοῦ σοφωτάτου ἱερομονάχου. Διὰ χειρὸς δὲ Ἰωάννου Ὑπάτου του ἐκ Πελοποννήσου. Ἔτει αϠχβ´ (1682) μηνὶ Αὐγούστω κ´ (20)».
Ἕνας Μπενιζέλος, ὁ Νικόλας, γίνηκε κι᾿ ἁγιογράφος, μαθητὴς τοῦ Γεωργίου Μάρκου τοῦ Ἀργείου ποὺ ζωγράφισε πολλὲς ἐκκλησιὲς στὰ μέρη τῆς Ἀττικῆς, ἀπὸ τὰ 1727 ὡς τὰ 1740 ἀπάνω-κάτω. Στὴν παλιὰ ἐκκλησιὰ τῆς Παναγίας στὸ Κορωπὶ εἶναι γραμμένο: «Ἱστορήθη δὲ κατὰ τὸ αψλβ´ (1732) διὰ χειρὸς Γεωργίου Μάρκου καὶ τοῦ μαθητοῦ αὐτοῦ Νικολάου Μπενιζέλου». Μαζὶ μὲ τὸ μάστορά του δούλεψε ὁ Μπενιζέλος καὶ στὸ τελευταῖο ἔργο του, τὴν ἁγιογράφηση τῆς Μονῆς τῆς Φανερωμένης στὴ Σαλαμίνα, ὅπως φανερώνει ἡ ἐπιγραφὴ ποὺ σῴζεται καὶ ποὺ λέγει: «ΑΨΛE (1635). Ἱστορήθη ὁ θεῖος καὶ πάνσεπτος Ναὸς οὗτος τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου, Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν διὰ συνδρομῆς κόπου τε καὶ δαπάνης… Ἱστορήθη δὲ διὰ χειρὸς Γεωργίου Μάρκου ἐκ πόλεως Ἄργους καὶ τοῦ μαθητοῦ αὐτοῦ Νικολάου Μπενιζέλου, Γεωργάκης καὶ Ἀντώνιος».
Φώτης Κόντογλου

Ag, Filotheis-Koim

Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2019

«Καλόν εστίν τα οικεία κοσμείν και σώζειν»



site analysis



Στην Θεσσαλονίκη, στο ιστορικό κοιμητήριο της Ευαγγελίστριας, σε κεντρικό σημείο του, δεσπόζει μια μαρμάρινη στήλη που ύψωσε η Μακεδονική Φιλεκπαιδευτική Αδελφότης προς τιμήν των ηρώων  του Μακεδονικού Αγώνα.  Στην στήλη αυτή διαβάζουμε και τα εξής ονόματα: Λίλη Βλάχου, Αικατερίνη Χατζηγεωργίου, Βελίκα Τράικου, Αγγελική Φιλιππίδου.  Ανήκουν σε τέσσερις δασκάλες, σε τέσσερις «δασκαλίτσες» του Αγώνα για την απελευθέρωση της Μακεδονίας.  Και ο υποκορισμός «δασκαλίτσες» δεν είναι υποτιμητικός. Το αντίθετο.  Διατρανώνει την λεβεντιά  τους και υποδηλώνει το νεαρόν της ηλικίας τους, τα δεκαοκτάχρονα νιάτα τους. Δεν είναι μόνο αυτές. Κι άλλες πολλές ηρωίδες δασκάλες κοσμούν το Εικονοστάσι του Γένους.

Ποιος τις ξέρει; Ποιος γνωρίζει την ατίμητη προσφορά τους; Μήπως ενδιαφέρθηκε ποτέ το υπουργείο νεοταξικής Εκπαίδευσης  να αναδείξει τον αγώνα τους; Αστεία πράγματα!! Αναζητώ μια ελάχιστη νύξη και αναφορά στο βιβλίο Ιστορίας της Στ΄Δημοτικού, στο οικείο κεφάλαιο. Εις μάτην. Αγνοούνται πλήρως οι ηρωίδες της Παιδείας.
Έχω ενώπιόν μου το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών για το μάθημα της Ιστορίας στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Επέλαση του εθνομηδενισμού και ξεπουλήματος των τιμαλφών μας. «Συνωστίζονται» όλα τα οστεοφυλάκια της αφιλοπατρίας, για να απαλλάξουν την Ιστορία «από την μισαλλοδοξία και την ξενοφοβία», όπως γράφουν. Οι προσεγγίσεις πλέον θα είναι πολυπολιτισμικές και διαπολιτισμικές, διότι «μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στην κατανόηση και αποδοχή της ετερότητας και στην άρση των πολιτισμικών και φυλετικών στερεοτύπων…», διαβάζουμε στην σελ. 10. Πίσω από αυτές τις λέξεις-στερεότυπα, ετερότητα, πολυπολιτισμός-κρύβονται εθνοδολοφονικές αναθυμιάσεις,  οι οποίες θα μαγαρίσουν όσια και ιερά της ιστορίας μας.
Να υπενθυμίσω και το εξής για τα σχολικά βιβλία, τα οποία αντικατοπτρίζουν τον συνεχή κατήφορό μας στου «κακού τη σκάλα».  Στον Ανθολόγιο της  Στ΄ Δημοτικού, προ του 2006, φιλοξενούνταν δύο κείμενα εμβληματικά του Μακεδονικού Αγώνα. Το πρώτο με τίτλο «Ο Παύλος Μελάς», από την βιογραφία της γυναίκας του ήρωα, Ναταλίας Μελά. Αναφερόταν στην στιγμή του θανάτου του αντρειωμένου. Το δεύτερο ήταν απόσπασμα από τα «Μυστικά του Βάλτου» της Πηνελόπης Δέλτα, της «εθνικίστριας», όπως την χαρακτήρισε ένα μέλος της επιτροπής – του… εκτελεστικού αποσπάσματος καλύτερα –  για τα νέα προγράμματα της Ιστορίας.
Τα δύο αυτά κείμενα, άνθη μυρίπνοα του αγώνα για την Μακεδονία, τα πέταξαν έξω «οι καντιποτένιοι» (Μακρυγιάννης), για να μπει κείμενο, για παράδειγμα, με τίτλο «Η καρδιά ενός ποντικού», όπου διαβάζουμε φράσεις κρανιοκενείς του τύπου: «Ένα βράδυ η γιαγιά μου κάπνιζε το μαύρο της πούρο, ενώ εγώ μισοκοιμόμουν μακάρια στη ζεστή αγκαλιά της». Όσοι δάσκαλοι, όσοι αγωνιστές, βγάζουν φωτοτυπία τα σπουδαία κείμενα και τα δίνουν στους μαθητές τους για να αρωματιστούν. Τα «μαύρα πούρα» της γιαγιάς και λοιπά… φούμαρα, ας τα καπνίσουν οι συγγραφείς τους. Τω καιρώ ετούτω, οι δάσκαλοι αναγκάζονται να διδάξουν τον Μέγα Αλέξανδρο να ανταγωνίζεται σε ηρωισμό την… Κοκκινοσκουφίτσα (σελ. 39, τετρ. Εργασιών β΄, Στ΄Δημοτικού). Τω καιρώ εκείνω, στέκονταν όρθιες οι δασκάλες, και μάθαιναν στα ελληνάκια ότι «μια φορά κι έναν καιρό σε τούτα τα δοξασμένα χώματα ζούσε ο βασιλιάς Αλέξανδρος, που σκόρπισε το φώς και τον ελληνικό πολιτισμό στα πέρατα του κόσμου. Μια φορά και έναν καιρό από τούτα τα άγια χώματα διάβηκε ο Απόστολος Παύλος, σαν ήρθε να φέρει το φώς του Χριστού στην ήπειρό μας…». Δίδασκαν και πολεμούσαν. Στο ένα χέρι την κιμωλία, στο άλλο το καριοφίλι. Γράμματα κι άρματα, έτσι επιβίωσε το Γένος μας. «Γράμματα που διαβάζουνε/οι αγράμματοι και αγιάζουνε» (Ελύτης), και άρματα αντρειωμένων που «δεν πρέπει να πουλιώνται/μον΄ πρέπει τους στην εκκλησιά/εκεί να λειτουργιώνται». 
Μια από τις τέσσερις ηρωίδες δασκάλες είναι και η Αικατερίνη Χατζηγεωργίου. Έμαθαν την δράση της οι Κομιτατζήδες και αποφάσισαν την εξόντωσή της, έναντι μεγάλης αμοιβής. Το Ελληνικό Κομιτάτο την κρύβει σε χωριό της Γευγελής. Όμως στις 14 Οκτωβρίου του 1904 την ανακαλύπτουν στο σπίτι που κρύβεται. Αρνείται να παραδοθεί και για τέσσερις ώρες πολεμά μόνη της το κομιτατζίδικο σκυλολόι. Βλέποντας ότι ματαιοπονούν βάζουν φωτιά στο σπίτι. Όλοι οι υπόλοιποι ένοικοι βγαίνουν έξω και δολοφονούνται. Η Αικατερίνη, μεγαλομάρτυς του Γένους, δεν παραδίδεται. Γίνεται λαμπάδα φωτεινή, αναστάσιμη…
Τέτοιες γυναίκες, που μας μιλούν μες από το μνήμα, αποθαύμαζε και ο μεγάλος μας ποιητής,  που  χάραξε με την άφθαστη πένα του, για πάντα την παρουσία τους:
«Ιδού αυτές οι γυναίκες φέρονται θαυμαστά, αυτές είναι μεταλλόψυχες και λένε ότι μαθαίνουν από μας, δεν δειλιάζουν, μολονότι τους επάρθηκε η ελπίδα που είχαν να γεννήσουν τέκνα για τη δόξα και την ευτυχία. Εμείς λοιπόν μπορούμε να μάθουμε από αυτές και να τις λατρεύουμε έως την ύστερην ώρα». (Δ. Σολωμός, «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», σχεδιάσμα Β΄).
Η θυσία της Αικατερίνης συγκλόνισε τον λαό. Ο ποιητής Γ. Στρατήγης, της έγραψε ποίημα. Δεν προλάβαιναν τότε οι σπουδαίοι ποιητές να γράφουν επαίνους ποιητικούς για κατορθώματα και θυσίες. «Στέφανος και για τον Δράμας/τον παπά τον ήρωά μας», ο Σουρής, για τον εθνοϊερομάρτυρα Χρυσόστομο. «Σε κλαίει λαός/πάντα χλωρό να σειέται το χαρτάρι», ο Παλαμάς για τον Παύλο Μελά. «-Παιδιά μου γιατί χύνετε δάκρυα με τόση λαύρα/κι όλο φοράτε μαύρα στο έρμο αυτό σχολειό/-Έκαψαν την δασκάλα μας Βούλγαροι δολοφόνοι/κι έχουμε μείνει μόνοι…», ο Στρατήγης για την Αικατερίνη Χατζηγεωργίου. Από τον Όμηρο ακόμη η παλληκαριά υμνείται. Την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όταν η μάνα γεννούσε αγόρι, εύχονταν στους γονιούς: «Να σας ζήσει, να γίνει καπετάνιος, να του γράψουν και τραγούδι». Τώρα οι διανοούμενες… λόξες, μπουκωμένες από επιδοτήσεις, κατάντησαν ξεσκονίστρες της εξουσίας.
Τα οστά, τα ιερά, της δασκάλας μεταφέρθηκαν από την σκλαβωμένη στους Σκοπιανούς, Γευγελή, την δεκαετία του ΄40, από πατριώτη δάσκαλο, στο γνωστό χωριό Ειδομένη του ν. Κιλκίς, όπου ανηγέρθη και περικαλλές μνημείο-ηρώον.  Σήμερα  είναι δε οικτρή κατάσταση, ιδίως μετά τα περιβόητα γεγονότα στην Ειδομένη.
Παρακάτω φαίνεται το ίδιο μνημείο.Στην αριστερή φωτογραφία σήμερα και στη δεξιά πριν από πενήντα χρόνια.  Η τότε Ελλάδα, με την έντιμον πενίαν της, την αρχοντιά, την φιλοκαλία και το φιλότιμο του λαού. Και δίπλα, το σημερινό δανειοσυντήρητο και υποτελές κρατίδιο, των πλουτοκρατών και της δουλοπαροικίας, ένας βορβορότοπος πολιτικών σαλταδόρων. 
 Eρώτηση:  Yπάρχουν σχολεία, σύλλογοι εκπαιδευτικών, ανά την χώρα, που φέρουν κάποιο όνομα συνήθως επιφανούς Έλληνα. Δεν γνωρίζω να υπάρχει κάποιο σχολείο ή σύλλογος που να επέλεξε το όνομα μιας δασκάλας ηρωίδας του Μακεδονικού Αγώνα. Προφανώς κάποιοι θα μειδιάσουν. Τι σχολείο να ονομαστεί; Εδώ ξεπουλήθηκε το όνομα…
Δημήτρης Νατσιός
Did δάσκαλος-Κιλκίς – Μέλος ΙΗΑ 

Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2019

Γιά σένα, Μάνα



site analysis



Γιά σένα, Μάνα

·                    Μιά μάνα πονεμένη τό πρόσωπο τοῡ Εὐαγγελίου. Μιά μάναΧαναναία, δηλαδή, άλλοδαπή, μά πού ἦταν μύριες φορές ἀνώτερη ἀπό κάθε Ίουδαία, ἀλλά καί ἀπό κάθε χριστιανή σήμερα. Μιά μάνα, πού δεν τήν λύγισε  πόνος ἀπό τό δρᾶμα τῆς κόρης της. Μιά μάνα, πούκατέφυγε στό Χρι­στό καί βρῆκε τή λύση. Μιά μάνα, πού δοκιμάστηκε ἡπίστις της, καί πῆρε ἄριστα. Δοκιμάστη­κε ἡ ὑπομονή της καί πῆρε άριστα. Δοκιμάστηκε ή ταπείνωσίς της καί πῆρε άριστα. Μιά μάνα, πού ό κόσμος τήν περιφρόνησε, μά ό Χριστός τήν καλοδέχτηκε. Μιά μάνα, πού βραβεύτηκε ἀπό τό Χρι­στό μέ τό άνώτερο μετάλλιο, πού μόνο σε τρεῖς τό ἔχει δώσει ό Κύριος. Τό χρυσό μετάλλιο της πίστεως. Μιά μάνα, πού ἐγκωμιάστηκε ἀπό τόν Χριστό: «Γύναι, μάνα, μεγάλη σου ἡ πίστις».

·                    ’Αξίζει, ή μάνα αὐτή νά γίνη ἀφορμή γιά ἕνα ἐγκώμιο στή μάνα, στήν κάθε μάνα, στήν ἀληθινή μάνα, στή δική μου καί τή δική σας μάνα, στή μάνα πού βρίσκεται σήμερα ἐδῶ, καί μπορεῖ νά εἶναι ἡ μάνα μιᾶς μάνας, δηλαδή, σεβαστή γιαγιά.
·                    Γιά σένα, μάνα, πού εἶσαι τό γλυκύτερο πρόσωπο στόν κόσμο.
·                    Γιά σένα, Χαναναία μάνα, πού πίσω ἀπό τά σύνορα τοῦ ’Ισραήλ ζοῦσες, σάν νάσουν πίσω ἀπό τόν ἥλιο. Ἡ ζωή σου ἦταν ἕνας πόνος ἀβάσταχτος γιά τήν ἀρρώστια στό κορίτσι σου.
·                    Γιά σένα, μάνα, ἦρθε ὁ Χριστός, γεννημένος ἀπό τήν πιόἅγια Μάνα. ’Από ὅλο τόν κόσμο, νοιάστη­κε γιά μιά μάνα. Νοιάζεται γιά κάθε μάνα, πού τήν καρδιά της ρομφαία, μαχαίρι κοφτερό ξεσχίζει.
·                    Γιά σένα, μάνα, πού κραυγάζεις καί φωνάζεις, γιατί μόνη σου σέρνεις τό θλιβερό χορό τοῦ πόνου. Ἡ προσευχή σου γίνεται κραυγή, πού κάθε ψυχή σπαράζει. Γιά σένα ἔρχεται ὁ Χριστός. Ή καρδιά Του σπλαχνική γιά σένα μάνα, ἔστω κι ἄν παριστάνει στήν ἀρχή νά σέ ξεπερνᾶ ἀδιάφορα. Δέν εἶναι ἀδιάφορος. Θέλει σέ ὅλα νά σοῦ βάληἄριστα.
·                    Γιά σένα, μάνα, πού ἔχεις παιδιά καί ἀγωνίες· γιά σένα εἶναι ό Χριστός. Νἆτος, σέ πλησιάζει. Μή χάσης τήν εὐκαιρία. Φώναξέ Τον, ὅπως ἐκείνη φώναξε: «Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱέ Δαβίδ». Γιά δές τό κορίτσι μου. Δυνάμεις τοῦ κακοῦ τό κρατοῦν αἰχμάλωτο. Τοῡ ἅρπαξε ὁ Σατανάς ὑγεία καί ἐλευθερία! Φώναξε δυνατά:  «Ἡ θυγάτηρ μου κακώς δαιμονίζεται». Κάνε καλά τό παιδί μου\
·                    Γιά σένα, μάνα, πού νόμιζες πώς ὁ Θεός σέ ξέχασε. Βλέπεις Χαναναία μάνα, σάν νά συννεφιά- ζη... Σάν νά μή σοῡ δίνη σημασία κι ό Χριστός. Γιά σένα ὅμως ψήνεται τό θαῡμα. Μήν ἀποκάμης μοναχή. Δέν μπορεῖ· τό βλέμμα Του ὁ Χριστός σέ σένα τελικά θά ρίξη.
·                    Γιά σένα, μάνα, εἶναι κάποτε ή ἀπονιά τοΰ κόσμου. Σάν τότε. Δέν τή λυπήθηκαν τή Χαναναία μάνα. Τόσο σκληροί οἱ ἄνθρωποι, ἀκόμα κι αὐτοί πού τριγυρίζουν τό Χριστό, κι αὐτοί πού τάχα ἀνήκουνε στήν Ἐκκλησία. Ἐσύ φωνάζεις στό Χριστό νά σ’ ἐλεήση, κι αὐτοί ζητοῡν ἀπ’ τό Χρι­στό νά σέ δίωξη, γιατί τούς ἐνοχλούν οἱ κραυγές σου! Ὁ πόνος σου τούς ἐνοχλεῑ. Τό τραυματισμέ­νο σου κορίτσι τό διώχνουν. Κόσμε σκληρέ, στόν μητρικό τόν πόνο...
·                    Γιά σένα, μάνα, εἶναι ὁ Χριστός. Ἅγια κάνεις καί φωνάζεις·«Κύριε, βοήθει μοι». Γιά σένα, μάνα, εἶναι ἡ ἄσκησις τοῦ Χριστοῦ. Σέ δοκιμάζει, μάνα. Σκυλάκι σε λέει, γιά νά δῆ τί θά πῆς. Καί σύ ἔξυπνα Τοῦ δίνεις τήν ἀπόκρισι: Σκυλάκι σου εἶμαι, μά θά γαυγίζω στήν αὐλή σου. Δέν θέλω πολλά. Δόσ’ τα ἀλλοῦ τά πολλά. Λίγα ψίχουλα ἀπ’ τό τραπέζι Σου μοῦ φτάνουν. Μιά ματιά σου στοργική θά μοῦ γιάνη τόν πόνο. Μιά σταγόνα ἀπ’ τήν φροντίδα Σου θά σώση τό παιδί μου.
·                    Γιά σένα, μάνα, καλή μου μάνα, πού μᾶς γέννησες καί μᾶς μεγάλωσες, χωρίς λογισμούς, χωρίς νά πῆς «πώς θά τά ζησω;». Γιά σένα, μάνα, εἶναι τό Εὐαγγέλιο σήμερα.  Γιά τήν ἁγία μάνα!
Γι’ αὐτήν, πού δέν προσέχει τά σκυλάκια, ἀλλ’ ἀγαπάει τά παιδάκια.
Γι’ αὐτήν, πού ἀφήνει τήν ὕπαρξί της ὁλότελα στά χέρια τοῡ Θεοῡ.
Σ’ αυτήν, πού καί στίς μέρες μας κλείνει τ’ αὐτιά της στίς σειρῆνες τοῡκόσμου, ἀλλά δέν κλείνει τή μητρική της ὕπαρξι στήν παιδοποιΐα. Σέ σένα, πού ξέρεις τό θάλαμο τῶν τοκετῶν καί ποτέ δέν παρέδωσες σπλάχνο σου στό σφαγεῖο τῶν ἐκτρώσεων.
·                    Σέ σένα, πού ξέρεις ν’ άγαπᾶς καί τά μάτια σου κοιτάζουν τ’ ἀθῶα μάτια τοῦ παιδιοῦ. Σ’ αὐτή τή μάνα, τή χριστιανή, πού σηκώνει τό σταυρό, σ’ αὐτή τή μάνα, δίνει σήμερα τό βραβεῖο  Χριστός: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! Γενηθήτω σοι ὡς θέλεις».
·                    Γιά σένα, μάνα, πού κι ἄν σέ πληγώνουν, ἐσύ μέ γλύκατούς κοιτᾶς. Γιά σένα, πού κάτι θέλεις καί ζητᾶς, νά! Σήμερα ό Χριστός τή μάνα πρόσεξε, τή Χαναναία. «Ὅ,τι θέλεις». Τί θέλεις, μάνα; Μήν ἀποκάμης. Πές τοῦ Χριστού τί θέλεις! Πέσ’ Του μέ πίστι, μέ κραυγή. Μ’ἐλπίδα καί μέ δάκρυ.
·                    Κόσμε! Ὅ,τι κι ἄν εἶσαι, τή μάνα νά προσεχής. Αὐτή γεννᾶ.Αὐτή γαλουχεῖ. Αὐτή ξαγρυπνᾶ. Αὐτή ἀγαπᾶ. Αὐτή θυσιάζεται. Αὐτή σώζει τόν κόσμο.
·                    Γιά κοίτα, μάνα, τό Χριστό. Γ ιά σένα, μάνα, τό δικό μας«ευχαριστώ». Γ ιά σένα ή τιμή, καλή κι αγιασμένη μανα

Εξαιρετική αγιογράφηση του Γεωργίου Λαγάνη Σέκερη που αποτυπώνει την κατάσταση μιας μητέρας που μόλις έχει γεννήσει.



site analysis


Εξαιρετική αγιογράφηση του Γεωργίου Λαγάνη Σέκερη που αποτυπώνει την κατάσταση μιας μητέρας που μόλις έχει γεννήσει. Τα πονηρά πνεύματα προσπαθούν να κάνουν δικό τους το νέο άνθρωπο που προορίζεται για τη Βασιλεία των Ουρανών. Ο Χριστός όμως στέλνει αγγέλους να περιφρουρήσουν τη μητέρα και το παιδί. Γι' αυτό είναι πολύ σημαντική η ακολουθία με τις ευχές της πρώτης ημέρας που σήμερα αρκετοί χριστιανοί αγνοούν την ύπαρξή της.
ΠΗΓΗ.ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2019

Ο Όσιος Συμεών ο Μυροβλήτης ο Χιλανδαρινός



site analysis

Ο Αιδεσιμότατος Simeon Μύρος-Streaming
+13-2 1199 

Ο Στέφανος Α΄ Νεμάνια υπήρξε ισχυρός ηγεμόνας του σέρβικου έθνους, ενοποιός των σερβικών χωρών, δημιουργός ανεξάρτητου κράτους γύρω στα 1170, πρόμαχος και υπέρμαχος της Ορθοδοξίας, εξολοθρευτής των αιρέσεων και Ιδρυτής της δυναστείας των Νεμανιδών, πολλά μέλη της οποίας αξιώθηκαν αγιωνυμίας. Γεννήθηκε το 1114 στη Ζέτα, το σημερινό Μαυροβούνι.

Όταν ισχυροποίησε το κράτος του και στερέωσε την ορθόδοξη πίστη σε αυτό, παρέδωσε τη βασιλεία του και -κατά το παράδειγμα του υιού του Σάββα- έλαβε το μοναχικό σχήμα στη μονή Στουντένιτσα, παίρνοντας το όνομα Συμεών. Η σύζυγος του αποσύρθηκε και εκείνη σε γυναικείο μοναστήρι και από Άννα ονομάσθηκε Αναστασία (1196).
Η Αγία Αναστασια ,σύζυγος του Αγ.Συμεών 
του Μυροβλήτη

Μετά δύο χρόνια μοναστικής ζωής στη Στουντένιτσα έρχεται στο Άγιον Όρος προς συνάντηση του κατά σάρκα υιού του, στον οποίο και υποτάσσεται γινόμενος κατά πνεύμα υιός του. Έζησαν μαζί στη μονή Βατοπεδίου με συνεχή προσευχή και άσκηση. Έκτισαν παρεκκλήσια και ενίσχυσαν με δωρεές το μοναστήρι. Η αρετή τους έφερε πολλούς συμπατριώτες τους στον Άθωνα. Έτσι αναγκάσθηκαν ν΄ αγοράσουν τα ερείπια του Χιλανδαρίου και να κτίσουν την ωραία μονή, στην οποία ο Συμεών έζησε μόνο οκτώ μήνες, μέχρι τον θάνατό του.Αναπαύθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 1199 με τα μάτια στραμμένα προς την εικόνα της Θεοτόκου και του Σωτήρος, που σώζεται μέχρι σήμερα στο Χιλανδάρι. Τα τελευταία λόγια του ήταν: «Πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον»

 Κατά το έτος 1208, ο όσιος Σάββας αποφασίζει να προβεί στην ανακομιδή των ιερών λειψάνων του πατέρα του και τη μετακομιδή αυτών στην πατρίδα του. Την ημέρα της ανακομιδής εκχύθηκε από τα ιερά λείψανα άφθονο και ευώδες μύρο, συνέχισε δε να ρέει και για λίγες ακόμη ημέρες μετά την ανακομιδή, από τον κενό πλέον τάφο. Ήταν και αυτό τρανό δείγμα της αγιότητας του Οσίου Συμεών, ο οποίος έκτοτε επονομάζεται «Μυροβλήτης». Ο Άγιος Σάββας εναπέθεσε τα ιερά λείψανα στη μονή της μετανοίας του πατρός του, τη μονή Στουντένιτσα, όπου και φυλάσσονται μέχρι σήμερα.
Ο τάφος του Αγ.Συμεών στην Μονή Στουντενιτσα
 μετά την μεταφορά από την Μονή Χιλανδαρίου


Σώζονται τρεις βιογραφίες του αγίου Συμεών. Την πρώτη έγραψε ο υιός του άγιος Σάββας περί το 1208, τη δεύτερη ο άλλος υιός του Στέφανος Β' ο Πρωτοστεφής περί το 1216 και την τρίτη ο Χιλανδαρινός μοναχός Δομεντιανός περί το 1242. Ακολουθίες προς τιμήν του έγραψε ο άγιος Σάββας και ο μοναχός Θεοδόσιος. Από τους συγχρόνους λαμπρή βιογραφία έγραψε ο άγιος Νικόλαος Αχρίδος και ο άρχιμ. Ιουστίνος Πόποβιτς.

Pp.  Simeon Myrrh-Streaming

Τοιχογραφίες, πολλές φορητές εικόνες και χαλκογραφίες του οσίου σώζονται στο Χιλανδάρι, στις άλλες αγιορείτικες μονές και σε όλες σχεδόν τις σερβικές. Νεώτερη ακολουθία συνέθεσε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Ο τάφος του Οσίου Συμεών του Μυροβλήτου, φέρει σήμερα αργυρό επικάλυμμα με ανάγλυφες παραστάσεις. 
Το θαυματουργό κλήμα στον τάφο
 του Αγ.Συμεών του μυροβλήτου 
στην Μονή Χιλανδαρίου

Από τον τάφο, ματά την ανακομιδή των ιερών λειψάνων, φύτρωσε μόνο του με θαυματουργικό τρόπο, άνευ σποράς, ένα κλήμα για παρηγοριά των Πατέρων της Μονής. Τα σταφύλια του κλήματος αυτού θεραπεύουν θαυματουργικά την στείρωση των ατέκνων γυναικών.
πηγή 

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019

Η Αγία Θεοδώρα η Αυγούστα: Η ευσεβής και Αγία Αυτοκράτειρα του Βυζαντίου



site analysis
agia aygoystajpg
Του Λάμπρου Κ. Σκόντζου Θεολόγου - Καθηγητού

Την Α΄ Κυριακή των νηστειών, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, η αγία μας Εκκλησία εορτάζει με κάθε λαμπρότητα την αναστήλωση των Ιερών Εικόνων, η οποία σήμανε τη λήξη μιας εκατονταετούς φοβερής διαμάχης στο Βυζάντιο (726-842). 
Πρωταγωνιστικό πρόσωπο στη λήξη της εικονομαχίας υπήρξε η αγία Θεοδώρα η Αυγούστα, η οποία, ως επίτροπος του ανήλικου γιού της Μιχαήλ Γ΄, συγκάλεσε σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, η οποία επικύρωσε τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, θέτοντας τέλος στη θεολογική διαμάχη και στους διωγμούς των ορθοδόξων από τους φανατικούς εικονομάχους. 
Η αγία Θεοδώρα γεννήθηκε στην Παφλαγονία της Μ. Ασίας το 815. Ανήκε σε ευγενή και ευσεβή οικογένεια ορθοδόξων. Μαζί με την ευσέβειά της απέκτησε και σπουδαία μόρφωση.
Η προσωπικότητά της εντυπωσίασε τον αυτοκράτορα Θεόφιλο (829-842), την οποία νυμφεύτηκε και απέκτησε μαζί της έναν γιο το Μιχαήλ και πέντε κόρες.
Όμως δυστυχώς ο Θεόφιλος ήταν εικονομάχος και συνέχισε την πολιτική των προκατόχων του, με απαγορεύσεις και διώξεις των ορθοδόξων.
Αντίθετα η αυτοκράτειρα Θεοδώρα παρέμεινε πιστή ορθόδοξη και τιμούσε τις Άγιες Εικόνες με τα παιδιά της κρυφά στους γυναικωνίτες του παλατιού. Μάλιστα αναφέρει η παράδοση, πως μητέρα και παιδιά αποκαλούσαν τις Ιερές Εικόνες «καλά νινιά» για να μη καταλάβει κάτι ο αυτοκράτορας. 
Το 842 ο Θεόφιλος είχε αρρωστήσει σοβαρά από δυσεντερία. Ήταν τόσο άσχημη η ασθένειά του ώστε οι γιατροί δε μπορούσαν να προσφέρουν καμιά βοήθεια στον αυτοκράτορα.
Μάλιστα εξαιτίας της αρρώστιας του είχε παραμορφωθεί το πρόσωπό του και ο λάρυγγάς του είχε βγει έξω από το στόμα του.
Η ευσεβής αυτοκράτειρα προσεύχονταν κρυφά τα βράδια μπροστά στην Ιερή Εικόνα της Θεοτόκου να λυπηθεί και να βοηθήσει τον αυτοκράτορα σύζυγό της.
Κάποιο βράδυ και ύστερα από θερμή προσευχή είδε ένα φοβερό όνειρο: λαμπροφορεμένους αγγέλους να χτυπάνε αλύπητα τον Θεόφιλο.
Όταν έντρομη ξύπνησε άκουσε κραυγές από τον κοιτώνα του συζύγου της, ο οποίος έλεγε: «αλίμονο σε μένα τον άθλιο και δυστυχή, εξαιτίας των Αγίων Εικόνων με χτυπάνε»! Η Θεοδώρα μπήκε έντρομη στο δωμάτιο του Θεόφιλου, ξεχνώντας ότι είχε στα χέρια της την Εικόνα της Θεοτόκου.
Τότε ο Θεόφιλος άρπαξε την Εικόνα, την οποία ασπάστηκε με δάκρια στα μάτια, παρακαλώντας την Μητέρα του Κυρίου να τον ελεήσει. Το θαύμα έγινε, σε λίγες ημέρες έγινε εντελώς καλά. 
Το θαυμαστό αυτό γεγονός οδήγησε το Θεόφιλο να αλλάξει πολιτική, που όμως δεν πρόλαβε να εφαρμόσει, διότι λίγο αργότερα πέθανε. Το θρόνο του ανέλαβε ο μόλις τριών ετών γιός του Μιχαήλ, του οποίου την επιτροπεία, όπως προαναφέραμε, είχε αναλάβει η Θεοδώρα.
Πρώτη της ενέργεια ήταν να αποκαταστήσει την ειρήνη στην Εκκλησία και να αναστηλώσει στους ναούς τις Ιερές Εικόνες, τις οποίες είχαν αφαιρέσει οι εικονομάχοι και είχαν ασβεστώσει τις τοιχογραφίες.
Κατέβασε από τον πατριαρχικό θρόνο τον εικονομάχο Ιωάννη και ανέβασε το Μεθόδιο. Διέταξε τέλος να βγουν από τις φυλακές και να ανακληθούν από τις εξορίες όλοι οι ορθόδοξοι ομολογητές της ταραγμένης εκείνης εποχής. 
Την Α΄ Κυριακή των Νηστειών, στις 18 Φεβρουαρίου του 842, συγκεντρώθηκαν στον περίλαμπρο ναό της Αγίας Σοφίας όσοι πατέρες, μοναχοί, κληρικοί είχαν γλυτώσει από τους διωγμούς των εικονομάχων, με επικεφαλής την αυτοκράτειρα και τον υιό της Μιχαήλ και πλήθος πιστών έκαμαν την επίσημη ανακοίνωση λήξης της εικονομαχίας και την αναστήλωση των Ιερών Εικόνων.
Την ίδια ημέρα με δάκρια χαράς και συγκινήσεως έγινε η πρώτη περιφορά των Ιερών Εικόνων. Σε ανάμνηση αυτής της περιφοράς, στο εξής περιφέρονται σε όλους τους ορθόδοξους ναούς οι Ιερές Εικόνες και εορτάζεται λαμπρά με ιδιαίτερο τελετουργικό το μεγάλο γεγονός ως τα σήμερα. 
Αργότερα ο αδελφός της Βάρδας κηδεμόνας και αυτός του Μιχαήλ δημιούργησε μεγάλα προβλήματα στο παλάτι.
Ανήθικος, ασεβής και ραδιούργος, όπως ήταν, παρέσυρε τον νεαρό αυτοκράτορα ανεψιό του σε πράξεις ακολασίας και ασέβειας, για τις οποίες η ευσεβής Θεοδώρα αντέδρασε έντονα. Δυστυχώς ο Μιχαήλ συντάχτηκε με το Βάρδα και εναντιώθηκε στην ευσεβή και συνετή μητέρα του.
Ο Βάρδας αποφάσισε να θέσει στο περιθώριο την ενοχλητική αυτοκράτειρα. Γι’ αυτό οργάνωσε συκοφαντική εκστρατεία εναντίον της.
Την κατηγόρησε για δήθεν κατάχρηση του αυτοκρατορικού ταμείου και για δήθεν απόπειρα δολοφονίας του υιού της, καταφέρνοντας να υπογράψει ο Μιχαήλ διάταγμα καθαίρεσής της από αυτοκράτειρα και τον βίαιο εγκλεισμό της στη Μονή των Γαστρίων, μαζί με τις κόρες της. 
Εξανάγκασε τον αδελφό της Θεοδώρας Πάτρωνα, να ντύσει μοναχές την ίδια και τις κόρες της, χωρίς να τη θέλησή τους, όπως προβλέπουν οι μοναχικοί κανόνες.
Η Θεοδώρα έζησε στη Μονή, ως την κοίμησή της, διαπρέποντας στη μοναχική ζωή. Με ταπείνωση και ανεξικακία αντιμετώπισε την απομόνωσή της, την οποία θεώρησε ως δώρο Θεού για τη σωτηρία της. 
Κοιμήθηκε γαλήνια στις 11 Φεβρουαρίου του 867. Μετά από λίγα χρόνια έγινε ανακομιδή του σεπτού της λειψάνου, το οποίο βρέθηκε άφθαρτο και να ευωδιάζει, ποιώντας πολλά θαύματα.
Το σεπτό της σκήνωμα μεταφέρθηκε από τον Μέγα Φώτιο στην Κωνσταντινούπολη, όπου φυλασσόταν ως την άλωση.
Το 1456 μεταφέρθηκε στην Κέρκυρα, όπου φυλάσσεται ακέραιο στον μητροπολιτικό ναό του νησιού, ως πολύτιμο κειμήλιο, αγιάζοντας τους πιστούς.
Η μνήμη της τιμάται στις 11 Φεβρουαρίου. Την Κυριακή της Ορθοδοξίας γίνεται λιτανεία του στην πόλη της Κέρκυρας με κάθε μεγαλοπρέπεια.

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2019

Τη Η΄ (8η) Φεβρουαρίου, αι Άγιαι Μάρτυρες ΜΑΡΘΑ και ΜΑΡΙΑ αι αδελφαί, συν τω Οσίω ΛΥΚΑΡΙΩΝΙ, ξίφει τελειούνται.



site analysis


Μάρθα, Μαρία και Λυκαρίων οι Άγιοι του Χριστού Μάρτυρες έζων κατ’ ιδίαν φυλάττοντες παρθενίαν· ήσαν δε η Μάρθα και η Μαρία αδελφαί, μετ’ αυτών δε έμενε και ο Λυκαρίων, όστις ήτο παις κατά την ηλικίαν, Μοναχός κατά την τάξιν. Επειδή δε έτυχε να διέλθη ο ηγεμών εκ της οικίας εις την οποίαν κατώκουν, έκυψαν από το παράθυρον η Μάρθα και η Μαρία και είπον ότι είναι Χριστιαναί.
Ο δε ηγεμών λυπούμενος ελεεινολόγει τον θάνατον, τον οποίον έμελλον να λάβωσιν εις αυτήν ταύτην την νεότητά των, αλλ’ αι Άγιαι απεκρίθησαν, ότι ο δια τον Χριστόν θάνατος δεν είναι θάνατος, αλλά ζωή, η οποία δεν έχει τέλος. Τούτο το ίδιον ωμολόγησε και ο Μάρτυς Λυκαρίων. Όθεν, κατά προσταγήν του ηγεμόνος και οι τρεις εκαρφώθησαν εις τρεις σταυρούς. Τελευταίον δε απεκεφαλίσθησαν με ξίφος από τους δημίους και ούτω παρέδωκαν τας ψυχάς των εις χείρας Θεού και έλαβον τους στεφάνους του Μαρτυρίου

Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2019

"Δεν κάνω παιδιά πριν κλείσω τα 40..."



site analysis


Του Πρωτ.ΑντωνίουΚαλλιγέρη

Μέ αὐτό τό σύνθημα μία πολύ γνωστή ἑταιρεία διαφημίζει τό προϊόν της τό ὁποῖο κρατᾶ στά χέρια του ἕνας χαμογελαστός νέος μία καί ἡ διαφήμιση ἀπευθύνεται στούς συνομηλίκους του.

Θά μπορούσαμε νά μή σχολιάσουμε τό μήνυμα αὐτό. ῎Αλλωστε ὑπάρχουν πολλές ἀνόητες διαφημίσεις. Πιστεύουμε ὅμως ὅτι στήν περίπτωση αὐτή, δέν ἔχουμε νά ἀντιμετωπίσουμε μία κακή διαφήμιση, ἀλλά μία προσπάθεια δημιουργίας ἀξιῶν.

Τί εἶναι λοιπόν ῝ἂὼ῍ὦ, μία καί τέτοιο προϊόν διαφημίζεται; Τί φαίνεται νά εἶναι περιττό; Τά παιδιά!

Στόν καιρό πού γίνεται μιᾶς γιγάντια προσπάθεια νά προστατευτοῦν τά παιδιά ἀπό τήν ἀνωριμότητα τῶν ἐνηλίκων καί πολλές φορές ἀπό τήν ἐγκληματική δράση ἤ τήν ἀμέλειά τους, κάποιοι θεωροῦν ὅτι τά παιδιά εἶναι ἕνα ῝ἂὼ῍ὦ ἀνθρώπινο παράγωγο. ῾Η ἰδέα δέν εἶναι φασιστική, εἶναι φρικιαστική καί δυστυχῶς ὑπαρκτή.

῾Ο διαφημιστής στήν περίπτωση αὐτή φαίνεται νά ἀποκαλύπτει ὅ,τι ἐπιμελημένα κρύβει ἡ κοινωνία μας. Δέν εἶναι ἄστοχο, ἑπομένως, νά παρατηρήσουμε τήν εἰκόνα πού ἔχουν οἱ ἐνήλικες γιά τά παιδιά.

῾Η κοινωνία μας ἀντιμετωπίζει τά παιδιά σάν παράγωγα τῶν ἐνηλίκων καί ὄχι σάν πρόσωπα πού ἔχουν ἀξία σέ συγκεκριμένη στιγμή. Τά παραδείγματα εἶναι πολλά·

῞Οσοι ἐνήλικες ἀναφέρονται σέ μέτρα πού πρέπει νά παρθοῦν γιά τήν προστασία τῶν παιδιῶν ἰσχυρίζονται ὅτι αὐτά πρέπει νά ληφθοῦν ἐπειδή οἱ νέοι εἶναι τό μέλλον μας. ῾Επομένως τά παιδιά καί οἱ νέοι δέν ἔχουν ἀξία γιά αὐτό πού εἶναι ἀλλά γιά αὐτό πού θά γίνουν.

῎Ας ἀναρωτηθοῦμε τούς λόγους γιά τούς ὁποίους γίνεται ἡ ἄμβλωση. ῎Αν τούς μελετήσουμε προσεκτικά κανένας δέν συνδέεται πραγματικά μέ τό παιδί, ἀλλά μέ τόν ἐνήλικα καί τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἀντιμετωπίζει τόν κόσμο.

Πέρα ὅμως ἀπό αὐτή τήν ἀποτρόπαια ἰδέα, ἴσως πρέπει νά σταθοῦμε λίγο καί στά ἄλλα στηρίγματα τοῦ κεντρικοῦ μηνύματος.

῾Η σύλληψη καί ἡ γέννηση ἑνός παιδιοῦ φαίνεται ὅτι συνδέεται μέ τήν ἐπιθυμία τοῦ «ἐγώ» καί μόνο. ᾿Ακούγεται πολύ συχνά «θά κάνω παιδιά ὅταν εἶμαι ἕτοιμος» ὑπονοώντας μόνο τήν οἰκονομική κυρίως προετοιμασία, ὄχι ὅμως τήν ψυχο-συναισθηματική ὁλοκλήρωση. ῾Η ἄποψη αὐτή εἶναι ἀπό τίς περισσότερο ἰσχυρές καί τή συναντᾶμε καί μέ ἄλλες παραλλαγές. Μερικές φορές αἰσθάνομαι ὅτι εἶναι ὅλα τόσο προγραμματισμένα, ἀκόμα καί στήν ἡμέρα, ὥστε νά ἀναρωτιέμαι, ἡ ὀμορφιά τῆς σχέσης δύο ἀνθρώπων πού ἀγαπιοῦνται ποῦ εἶναι; ῾Η Χάρη τοῦ Θεοῦ πόσο χῶρο ἔχει ἀπό τούς ἀνθρώπους γιά νά δράσει; ῾Η ἄποψη αὐτή εἶναι ἀπό τίς πιό ἰσχυρές καί τή συναντᾶμε καί μέ ἄλλες παραλλαγές.

῎Αλλες φορές ζευγάρια ἰσχυρίζονται ὅτι ἕνα παιδί εἶναι ἡ ὁλοκλήρωση τοῦ γάμου τους. ῾Η λογική τῶν ἑνηλίκων πού θέλει τό παιδί πού πρόκειται νά ἔρθει νά συμπληρώσει τή σχέση τους ἡ ὁποία πολλές φορές εἶναι ἀνώριμη εἶναι δονκιχωτική. ῞Οταν ὁ ῞Αγ. ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος ὑποστήριζε ὅτι τά παιδιά εἶναι γέφυρα πού συνδέουν τούς γονεῖς, ἐννοοῦσε ἕνα ζευγάρι τό ὁποῖο συνδέεται μέ τήν ἀγάπη πού ἔχει πρότυπο τή σχέση Χριστοῦ καί ᾿Εκκλησίας καί ὄχι τό σημερινό, πού διέπεται ἀπό τή λογική τῆς μισάνοικτης πόρτας.

Μερικές φορές συναντᾶμε τήν ἴδια εἰκόνα μέ τή λογική του δικαιώματος. Κυρίως γυναῖκες ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ μητρότητα εἶναι δικαίωμα. Νομίζουμε ὅμως ὅτι τά δικαιώματά μας ἔχουν ὅριο τόν ἑαυτό μας καί δέν προεκτείνονται σέ ἄλλα πρόσωπα.

Τό διαφημιστικό μήνυμα πιστεύουμε ὅτι ὑπονοεῖ ἐπίσης ὅτι τά παιδιά εἶναι μπελάς. ῾Επομένως πρέπει νά ἀπολαύσουμε τή ζωή μας, πρίν ἕνα μικρό πλασματάκι μᾶς στερήσει τό ὑπόλοιπο τῆς ἐλευθερίας πού περίσεψε ἀπό τό γάμο. ᾿Αξίζει νά ἀναρωτηθοῦμε πόσο ὥριμοι ἄνθρωποι εἶναι αὐτοί πού διέπονται ἀπό μία τέτοια ἀντίληψη; Τό παιδί - μπελάς στή σκέψη τῶν ἐνηλίκων μετατρέπεται πολύ ἁπλά σέ παιδί - θύμα. ῞Ενας γονέας πού αἰσθάνεται αἰχμάλωτος ἀπό τό ἴδιο του τό παιδί πόσο ἀληθινά τό ἀγαπᾶ; Πόσο ἀληθινά μπορεῖ νά θυσιάσει τόν ἑαυτό του καί τίς προσδοκίες του γιά χάρη του ἀκόμα καί ὅταν φθάσει στήν κατάλληλη γι αὐτόν ἡλικία;

Παράλληλα ὑπηρετεῖ καί τή λογική «ὁ γάμος ὑπάρχει γιά νά κάνουμε οἰκογένεια, δηλαδή παιδιά» ἡ ὁποία εἶναι πολύ ἰσχυρή στήν ἑλληνική κοινωνία. Μία ἀντίληψη ἡ ὁποία εἶναι λανθασμένη, ἐπειδή ὑποβιβάζει τήν ἀξία τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου, καί ἀδιέξοδη ὅταν σέ ἕνα γάμο οἱ σύζυγοι δέν μποροῦν νά τεκνοποιήσουν. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι πολλές ἔρευνες τῶν τελευταίων χρόνων δείχνουν ὅτι ἡ ἀξία ''οἰκογένεια'' εἶναι πολύ ἰσχυρή καί σταθερά πρώτη στή συνείδηση τῶν νέων ἐνῶ ἡ ἀξία "γάμος" σταθερά ὑποτιμᾶται.

῾Η ᾿Εκκλησία μας διδάσκει ὅτι ὁ γάμος δέν εἶναι μιά παραχώρηση στόν ἄνδρα καί τή γυναίκα. ᾿Αλλά ἕνα θαῦμα πού ἀπορρέει ἀπό τήν πίστη μας στό Χριστό. Εἶναι τό μυστήριο ἐντός τοῦ ὁποίου «ὁ ἄνδρας, ὡς φυσική ὀντότητα, ἑνώνεται μέ τή διαφορετική βιολογικά φυσική ὀντότητα τῆς γυναίκας του εἰς σάρκα μίαν (᾿Εφ. 5.31), γίνονται μία ὕπαρξη, ἀκριβῶς ὅπως ὁ ῾Υιός τοῦ Θεοῦ μέ τή σάρκωσή του παύει νά εἶναι μόμο ὁ ἑαυτός Του, δηλαδή Θεός, καί γίνεται ἐπίσης ἄνθρωπος, ἔτσι ὥστε ἡ σύναξη τοῦ λαοῦ Του νά μπορεῖ νά ἀποτελέσει τό σῶμα Του.»*

᾿Εντός τοῦ γάμου οἱ σύζυγοι βρίσκουν τίς πραγματικές διαστάσεις τῆς ἑλευθερίας τους. ῾Η ὡρίμανση συζύγων-ἔρωτα ἑλκύει τήν εὑλογία τοῦ Θεοῦ, ὁδηγεῖ στήν τεκνογονία.

Καί ἑπομένως εἶναι καρπός ἐλευθερίας. Καλλιεργούμε αὐτή τήν ἀγάπη στή διάρκεια τῆς συζυγίας μας; ῾Ετοιμάζουμε τούς ἑαυτούς μας πνευματικά ὥστε νά δεχθοῦμε ἀκόμα ἕνα δώρο ἀπό τό Θεό; Νά δούμε ἀκόμα ἕνα θαῦμα;

Από το βιβλίο του Πρωτοπρεσβυτέρου Αντωνίου Καλλιγέρη "Γονείς - παιδιά «...κάπου θα συναντηθούμε!»" από τις εκδόσεις "ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ"
http://synodoiporia.blogspot.gr/2013/01/40.html