Δευτέρα 15 Απριλίου 2019

Και ποια είσαι εσύ, μῆτερ; Μια πρώην πόρνη...



site analysis

Καμαρώνουμε συχνά οι Χριστιανοί για την οσία Μαρία την Αιγυπτία. 
Και δικαίως. 
Και η Εκκλησία μας την προβάλει ως απαράμιλλο παράδειγμα μετάνοιας και την 1η Απριλίου (ημέρα μνήμης της) και την Ε΄ Κυριακή των Νηστειών της Μεγάλης Σαρακοστής. 
Με ύμνους και ακολουθίες τιμάμε το ιερό της πρόσωπο.
«Ἐθαυματούργησε Χριστέ, τοῦ Σταυροῦ σου ἡ δύναμις, ὅτι καὶ ἡ πρώην Πόρνη ἀσκητικὸν ἀγῶνα ἠγωνίσατο», αναφέρει το δοξαστικό του εσπερινού της Ε΄ Κυριακής των Νηστειών. 

Συμφωνούμε. 
Σίγουρα; 
Μια λεξούλα εκεί, ασήμαντη και μικρή, χαλάει συχνά το καλά δομημένο κοσμοσύστημά μας. «Πρώην». 
Γιατί είναι απαραίτητο να είναι πρώην; Μα για να ζήσει στη μετά Χριστόν εποχή.
Ίσως, για αυτό το λόγο προβάλουμε το πρότυπο της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας ως παράδειγμα μετάνοιας. 

Όσο όμως κι αν μάς ενθουσιάζει η μεταστροφή της, δύσκολα θα δεχθούμε την πιθανότητα να γνωρίσουμε και να εγκρίνουμε σύγχρονες οσίες Μαρίες. 
Φτάνει μία, η οποία μάλιστα δεν μας ενοχλεί και ιδιαίτερα στην καθημερινή μας ζωή με τα πράγματά μας σωστά τοποθετημένα. 
Καλά είμαστε στο 2019 π.Χ. 
Εάν θέλουμε να μπούμε στη μετά Χριστόν εποχή, είναι ανάγκη να γίνουμε «πρώην». 
Και είναι βαρύς αυτός ο σταυρός, Κύριε….
Όλοι μας έχουμε ανάγκη την ψυχολογική ετικέτα του κοινωνικά αποδεκτού επιθετικού προσδιορισμού: 

Καλός, τίμιος, ηθικός, φιλάνθρωπος. 
Και θέλουμε να φωτίζουμε την ετικέτα μας, σκοτεινιάζοντας τους άλλους: 
Κακός, αμαρτωλός, κατώτερος. 
Και ζούμε τάχατες και στην κοινωνία. 
Κι είναι κι αυτή η Εκκλησία του Χριστού που έχει αλλεργία στους πάσης φύσεως διχαστικούς –ισμούς. «Ἵνα πάντες ἕν ὧσιν….».
Υπάρχουν βέβαια και καμιά χούφτα μισότρελοι που επιμένουν να ζουν μετά Χριστόν. 

Αυτοπυρπολούνται με την αγάπη του Θεού και νομίζουν οι κακόμοιροι ότι φωτίζουν τον κόσμο. 
Καλά δεν βλέπουν ότι οι περισσότεροι τρέχουμε να κρυφτούμε στα προχριστιανικά μας λαγούμια, κουβαλώντας ως κουβέρτες τις ιδεολογίες μας και ως γαλέτες τα ψίχουλα της μικροψυχίας μας; Θα γίνω εγώ «πρώην» για να ζήσει ο άλλος; 
Νομίζεις ότι έχω καμιά όρεξη να χαθώ μέσα στην αγάπη μου για τον άλλο; 
Για τον οποιονδήποτε άλλο; 
Δεν θα κουβαλώ τα αγκαθάκια μου για να βελτιώσω το έργο σου, Χριστέ μου; 
Δεν πρέπει να φανώ ότι είμαι οικονομικά, φυλετικά, κοινωνικά και πολιτισμικά ανώτερος από τον άλλο; 
Όταν Σου λέω μετά γονυκλισίας «τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας, Ζωοδότα», νομίζεις ότι σοβαρολογώ;
«Ἐν σοὶ Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ’ εἰκόνα». 

Και ποια είσαι εσύ, μῆτερ; 
Μια πρώην πόρνη. 
Γι’ αυτό, δεν πρόκειται ποτέ να χαριστεί το μήνυμα του Ευαγγελίου σε φασισμούς, ολοκληρωτισμούς και κοσμικές ιδεολογίες. 
Και δεν θα χαριστεί ούτε ως κονκάρδα στο πέτο τους, ούτε θα το ήθελαν ως φλέγουσα και φλεγόμενη αγάπη. 
Γιατί στο πρόσωπο των πρώην μετά Χριστόν περιθωριακών διεσώθη το κατ’ εικόνα.
Ακριβώς: 
Και με ακρίβεια και ακριβά….
 
Εικόνα: Γιώργος Κόρδης

*Σχόλιο Γιάννη Γουναρίδη:
Σήμερα θα την έλεγαν απλώς τρελή... απέδειξε πως νικιούνται ακόμη και οι πιο δυνατές αισθήσεις!!! Μας διδάσκει την μεγάλη αλλαγή! Πόσο αποφασισμένοι είμαστε; Φοβάμαι πως είμαστε Θεοφοβούμενοι παρά Θεοσεβούμενοι...

H OMIΛΙΑ ΜΟΥ ΣΤΟΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟ ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΜΥΡΙΝΑΣ ΛΗΜΝΟΥ
Σεβασμιώτατε Πάτερ και Δέσποτα, αγαπητοί πατέρες και ευλαβείς Χριστιανοί,
Φτάσαμε με τη χάρη του Θεού στην τελευταία εβδομάδα των νηστειών, διανύσαμε ασκητικά το μεγαλύτερο μέρος της πορείας, ώστε να αξιωθούμε να συναντήσουμε τον Σταυρό και την Ανάσταση του Κυρίου μας . Ήδη ο κρανίου τόπος του Γολγοθά φαίνεται στον ορίζοντα και συνεχίζουμε να βαδίζουμε προς τη μεγάλη συνάντηση με τον Κύριο, για να γίνουν τα πάθη Του και δικά μας, και ο Σταυρός να είναι πάντα η προσωπική μας ευθύνη και όχι απλά μία φιλοσοφία.
Οι μέρες που ακολουθούν είναι μέρες των μεγάλων αγρυπνιών και των μεγάλων ασκήσεων, μέρες των μεγάλων θρήνων και αναστεναγμών. Η εβδομάδα που ακολουθεί είναι σιωπηρή, ονομάζεται και “Βουβή”,ψάλλαμε τον Ακάθιστο ύμνο, τώρα θα σιωπήσουμε. Την εβδομάδα αυτή όμως τελούνται κανονικά όλες οι ακολουθίες : Μεγάλα Απόδειπνα, Προηγιασμένες, πλην των χαιρετισμών, όπου την Παρασκευή θα ψάλλουμε το Μικρό Απόδειπνο με τον κανόνα του Αγίου Λαζάρου.
Η Παναγία θα σιωπήσει και θα μιλήσει εκείνη την συγκλονιστική στιγμή “Η απελπισία της μάνας που περιμένει μια κουβέντα απο το τραυματισμένο παιδι” την ώρα που ο Κύριος ανεβαίνει με το Σταυρό στο Γολγοθά «Δός μοι λόγον,Λόγε » θα του πει αντικρίζοντας στο ματωμένο σώμα του την θυσία του Θεού για όλο το ανθρώπινο γένος. Μέσα σε αυτές τις σιωπές μας μιλάει ο Θεός.
Σήμερα η Εκκλησία αφιερώνει αυτή την ημέρα στην πιο μεγάλη ασκήτρια μεταξύ των αγίων γυναικών. Την Οσία Μαρία την Αιγυπτία.
Η Αγία μας Εκκλησία τοποθετεί παραδειγματικά και πανηγυρικά αυτή την εβδομάδα την Οσία Μαρία την Αιγυπτία, ως πρότυπο γυναίκας με ανδρεία ψυχή. Αν η Υπεραγία Θεοτόκος είναι η Βασίλισσα της παρθενίας, η Οσία Μαρία είναι η πριγκίπισσα της μετανοίας . Μια γυναίκα που αν την είχαμε ανάμεσά μας ίσως θα την περιφρονούσαμε, θα την αγνοούσαμε , δεν θα την πλησιάζαμε· αλλά βλέπετε πως η εξωτερική κατάσταση ενός ανθρώπου δεν είναι πάντα η εσωτερική και πραγματική του αλήθεια. Διότι η αμαρτωλή προαίρεση του προσώπου πολλές φορές κρύβεται πίσω από εξωτερικά ηθικιστικά χαρακτηριστικά. Αλήθεια, αν ήταν η Οσία Μαρία μια κοπέλα της γειτονιάς στις μέρες μας, πόσο θα υπέφερε ακόμα και από ανθρώπους της Εκκλησίας που θα έγδερναν την καρδιά της με τις κατηγορίες , ενώ εκείνη έκρυβε μέσα σε αυτήν την καρδιά διαμάντια. Θα πει κάποιος ότι : Μια γυναίκα στη γειτονιά που οδηγεί τους άλλους στην αμαρτία είναι λογικό να είναι ανεπιθύμητη. Aυτό είναι η μία όψη του νομίσματος. Βέβαια, ένας σωστός ποιμένας και ένας Χριστιανός που γνωρίζει και βιώνει την αγάπη του Χριστού θα έσκυβε στην περίπτωσή της, με αγάπη και προσευχή και όχι με το ράπισμα της κατηγορίας.
Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία ήταν διάσημη πόρνη της Αλεξάνδρειας. Όμως δεν πληρωνόταν για τις υπηρεσίες της – ήταν μια γυναίκα θηρευτής ανδρών. Η Οσία Μαρία είχε ξεκινήσει αυτή την αμαρτωλή αναζήτηση, με ακόρεστη σεξουαλική δίψα, από δώδεκα ετών. Αλλά κάποτε, νέα και όμορφη ακόμα, ταξίδεψε στα Ιεροσόλυμα. Στο ταξίδι συνέχισε την αμαρτωλή ζωή της.
Όταν έφθασε στα Ιεροσόλυμα της συνέβη ένα θαυμαστό σημείο.Δεν μπορούσε να εισέλθει όπως οι άλλοι στον Ναό της Αναστάσεως. Ένιωθε «Γυμνή του Νυμφώνος» όπως αναφέρει ένας στίχος από τον Μεγάλο Κανόνα. Αυτό την έκανε να γονατίσει, να δακρύσει, να θυμηθεί την αθωότητα των παιδικών της χρόνων. Άρχισε να κλαίει. Άρχισε η μεταστροφή της. Η φιλόσαρκη γυναίκα γίνεται ξαφνικά φιλόθεη και Αγία.
Εδώ γεννιούνται καταπληκτικά ερωτήματα. Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία προσπάθησε να μπει στο Ναό αλλά δεν μπορούσε. Η πόρτα ήταν κλειστή. Όχι μια κτιστή πόρτα αλλά η πόρτα της Βασιλείας, σαν να ακούγεται ο Χριστός και να της λέει εκείνη την φράση που διαβάζουμε στο Ευαγγέλιο και σπάει κόκαλα. “Ουκ οίδα υμας”, το οίδα με “οι” ..Δεν σε αναγνωρίζω παιδί μου , δεν είσαι αυτό που έφτιαξα….Έχει λερώσει την εικονά του Θεού…..Αυτό το “ΟΧΙ” του Θεού εκείνη την ώρα έχει παιδαγωγικό χαρακτήρα και αλλάζει την ζωή αυτής της Αγίας Γυναίκας.
Είμαστε άραγε έτοιμοι να ακούσουμε το ΟΧΙ του Θεού στην ζωή μας;; Ερχόμαστε στους Ιερείς ,δίνουμε χαρτάκια με αιτήματα , κάνουμε πρόσφορα, προσευχές πολλές φορές με μια στάση ειδωλολατρίας και όχι έρωτος προς τον Χριστό. Προσευχόμαστε πολλές φορές να αλλάξει ο Χριστός και όχι εμείς, προσευχόμαστε να ακολουθήσει ο Χριστός το δικό μας θέλημα και όχι εμείς το δικό του. Το “γεννηθήτω το θέλημα Σου” είναι απλά λέξεις που βγαίνουν από το στόμα αλλά μέσα στην καρδιά ο εγωϊσμός κραυγάζει “γεννηθήτω το θέλημα μου”.
Η πλάνη πολλών ανθρώπων έγκειται στην έλλειψη υπαρξιακής αυθεντικότητας. Μπαίνουμε στο Ναό ως άτομα , ως αυτονομημένες ατομικές υπάρξεις και όχι ως ερωτικά πρόσωπα σε σχέση με τον Νυμφίο Χριστό. Πολλοί απο εμάς είμαστε απο έξω κούκλα και απο μέσα πανούκλα όπως λέει και ο σοφός λαός μας. Μια ευσέβεια για να παίρνουμε το χαμόγελο του κόσμου αλλά μέσα υπάρχει άσχημη κατάσταση, μια αρρώστια που μας τρώει τα σωθικά. Όπως λέει και ο Κύριος στα περίφημα ΟΥΑΙ που θα ακούσουμε στο απόσπασμα του Ευαγγελίου στον όρθρο της Μεγάλης Τρίτης :Τα λόγια του Κυρίου ειναι συγκλονιστικά : “ Αλλοίμονό σας, Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι καθαρίζετε το έξω από το ποτήρι και το πιάτο, μέσα δε αυτά είναι γεμάτα από τροφές, που προέρχονται από αρπαγές και αδικίες.” Ρομφαία παιδαγωγίας από τον ίδιο τον Κύριο.
Το ΟΧΙ του Θεού δεν είναι τιμωρία , είναι παιδαγωγία. Είναι το ΟΧΙ που λέει ο πατέρας στο παιδί για να το προστατέψει. Είναι το ΟΧΙ της υπομονής, της ωρίμανσης. Είναι το ΟΧΙ ότι σε αγαπώ πολύ και θέλω παιδί μου να σε προστατέψω. Εμείς αυτό το όχι αν έρθει το θεωρούμε κατάρα, ενώ είναι η αγάπη του Θεού, που πολλές φορές του κάνουμε και επίθεση. Και στην γνωστή κραυγή της ανθρώπινης αδυναμίας “Γιατί σε μένα;;;;;” ο Θεός απαντά “Γιατί σε αγαπώ πολύ παιδί μου” . Γιατί άραγε παρερμηνεύουμε τα πράγματα; Πολύ απλά διότι έχουμε εγωιστική θέαση των πραγμάτων.
Άλλες φορές ακόμα ο Θεός σιωπά…και εμείς κραυγάζουμε εναντίον Του, θεωρώντας την σιωπή ως αδιαφορία. O Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ μας αναφέρει ότι «Πολλοί εκλαμβάνουν τη σιωπή του Θεού, ως ένδειξη ότι ο Θεός «δεν υπάρχει», «πέθανε». Αν όμως σκεφτόμαστε σε ποιά θέση φέρνουμε το Θεό με τα πάθη μας, τότε θα βλέπαμε ότι Αυτός δεν έχει άλλη επιλογή, παρά μόνο να σιωπήσει. Ζητάμε από Αυτόν να μας υποστηρίξει στις αδικίες μας.» Άρα πολλές φορες η σιωπή του Θεού είναι απάντηση στις προσευχές μας.
Στον Χριστό πάμε διαλυμένοι αλλά με ανοιχτή καρδιά, να απλώσουμε τα κομμάτια μας μπροστά στον Κύριο και εκείνος να τα συνθέσει και πάλι θεραπευμένα. Είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε τα πάντα ακόμα και αυτό που ίσως δεν μας αρέσει, διότι μόνο τότε θα οδηγηθούμε στην θεραπεία. Πολλές φορές ακόμα και στον πνευματικό δεν πάμε με διάθεση να ακούσουμε και να ακολουθήσουμε έναν θεραπευτικό τρόπο ζωής αλλά να ακούσει αυτά που έχουμε να του πούμε και να πάρουμε απαντήσεις που έχουμε σχεδιάσει μέσα μας, με αποτέλεσμα να μην βρίσκουμε θεραπεία ακόμα και αν πηγαίνουμε στο μυστήριο για χρόνια ολόκληρα.
Στο μοναστήρι υπάρχει μια πολύ όμορφη απάντηση μεταξύ των μοναχών και ιδιαίτερα από τους υποτακτικούς προς τον γέροντα “Να είναι ευλογημένο”...Τι ομορφιά, μια φράση που μυρίζει παράδεισο….
Έλεγε κάποιος μεγάλος Θεολόγος ότι μπορεί να έχουμε σχέση με τον Χριστό αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η σχέση αυτή θα πάει μέχρι τέλους.Αν εμείς σφυρίζουμε αδιάφορα, ενδέχεται να οδηγηθεί σε διαζύγιο στο οποίο εμείς θα έχουμε βάλει την υπογραφή μας , με την αδιαφορία και την προδοσία προς το πρόσωπο Του. Ζητάμε από τον Θεός να μας συγχωρέσει δηλαδή να μας χωρέσει στην αγκαλιά του αλλά εμείς του βάζουμε όρια πώς να δράσει στην ζωή μας, διότι πολλές ενέργειες του Θεού χρειάζονται την δική μας συνέργεια δηλαδή την ευθύνη μας σε πράξη….Πως θα την δώσουμε όταν μας κινεί την ύπαρξη μας ο εγωισμός;
Πολλές φορές ωστόσο η άρνηση του Θεού στην πραγματοποίηση ενός θελήματός μας δεν θεωρείται αποκλεισμός, αλλά θεραπεία , είσοδος στην οδό της θεραπείας για να γίνω πολίτης της βασιλείας των ουρανών.
Η σωστή στάση στην προσευχή θα μας δώσει και τον σωστό πνευματικό προσανατολισμό. Δεν προσευχόμαστε για να μας πάνε καλά τα πράγματα.Προσευχόμαστε για να βρούμε την δύναμη να σηκώσουμε και να φέρουμε τα κακά πράγματα ( τα πάθη μας, τις αμαρτίες μας ) από αγάπη προς τους άλλους). Δεν προσευχόμαστε στην Εκκλησία για να ακούσουμε το ΝΑΙ του Θεού ούτε για να μας ικανοποιήσει επιθυμίες σαν να είναι κανένα μαγικό λυχνάρι από παιδικό παραμύθι.
Δεν αρνούμαστε τους σταυρούς που επιτρέπει ο Θεός στη ζωή μας αλλά παρακαλούμε τον Χριστό να μας βοηθήσει να σηκώσουμε τις δοκιμασίες.
Τότε αυτή η πορεία του Γολγοθά θα μας φέρει στην Ανάσταση αλλιώς θα οδηγήσει τον άνθρωπο στην απώλεια.
Θα μου πείτε . Καλά,πάτερ, ο Κύριος δεν λέει μέσα στο Ευαγγέλιο "Αιτείτε και δοθήσεται υμίν"; Ναι! να ζητάμε και θα μας δοθεί. Τι όμως; Αυτά που είναι προς το συμφέρον της ψυχής μας για την σωτηρία της. Γι αυτό ο Χριστός μάς συμβουλεύει στην προσευχή μας να λέμε και να ζητάμε πάντα την Βασιλεία των Ουρανών και συγκεκριμένα λέει ο Κύριος “«ζητεῖτε δέ πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καί ταῦτα πάντα προστεθήσεταιὑμῖν” Ζητάμε την Βασιλεία των Ουρανών ή μήπως τελικά ζητάμε μια επίγεια Βασιλεία με Βασιλιά τον εαυτό μας;
Πόσες φορές ο Θεός ψιθυρίζει στην ζωή μας “Οχι, σταμάτα, μην το κάνεις, μην πιέζεις, μέχρι εδώ ήταν, δεν μπορείς άστο” και εμείς όλα αυτά τα αγνοούμε με καταστροφικά αποτελέσματα.
Στην Θεία Λειτουργία πολλές φορές ακούμε τον Ιερέα, ιδιαίτερα μετά την προσφώνηση “Ειρήνη πάσι” , και την απάντηση “και τω Πνεύματί σου” ….να τελειώνει λέγοντας “Τας κεφαλάς ημών τω Κυρίω κλίνωμεν”. Αυτό,όπως ξέρουμε, δεν είναι απλά μια σωματική κλίση της κεφαλής προς τα κάτω. Αλλά μια παράδοση της ζωής μας στο θέλημα του Χριστού, η οποία εκδηλώνεται με αυτόν τον όμορφο λατρευτικό τρόπο.
Για την Οσία Μαρία την Αιγυπτία,με την αγία αυτογνωσία που είχε, αυτή η άρνηση του Θεού να μπει αρχικά στο Ναό ήταν σταθμός για την μετέπειτα ζωή της. Αντί να γυρίσει στην Αίγυπτο, έφυγε για την έρημο του Ιορδάνη, όπου ασκήτεψε υπό συνθήκες υπεράνθρωπες περίπου 47 χρόνια με μετάνοια αλλά και με τη χάρη της παρουσίας του Θεού στη ζωή της. Έφτασε σε τέτοιο ύψος αγιότητας, ώστε όταν συναντήθηκε με τον αββά Ζωσιμά (ο οποίος έγραψε και τον βίο της) ενώ παρεμβαλλόταν ο Ιορδάνης ποταμός περπάτησε πάνω στο νερό και πήγε κοντά του.
Και όταν πέθανε η αγία, ένα λιοντάρι ήρθε κι έσκαψε τον τάφο της, μπροστά στα μάτια του Αγίου Ζωσιμά. Η κτίση ολόκληρη πλέον την προσκυνούσε. Μεταλαμβάνει των Αχράντων Μυστηρίων και η πληγή της αμαρτίας θεραπεύεται.
Τι συγκλονιστικό γεγονός η μετάνοια!!! Λέμε για μετάνοια...Αν και διαβάζουμε βιβλία, γεροντικά , πηγαίνουμε στο Άγιον Όρος, μιλάμε με ασκητές ωστόσο βλέπουμε την μετάνοια κάπως διαφορετικά, με μία ίσως μορφή πλάνης. Εννοώ την αποδεχόμαστε ως πνευματική αλλαγή αλλά την βλέπουμε όπως βλέπουμε έναν όμορφο πίνακα,ένα έργο τέχνης. Στατικά χωρίς σχέση….
Η μετάνοια δεν είναι αλλαγή φιλοσοφικών σκέψεων ούτε το να “φορέσουμε” υποκριτικά κάποιες σωστές εξωτερικές συμπεριφορές που θα λάμπουν στο “φαίνεσθαι” αλλά στην ουσία θα είναι άρρωστες στο “είναι”. Την στιγμή που ο άνθρωπος μετανοεί μιλάμε για προ και μετά Χριστόν εποχή στη ζωή του ανθρώπου. Μιλάμε για αλλαγή της υπαρξιακής του πυξίδας της ζωής. Δεν είναι απλά μια εξωτερική αλλαγή αλλά μια εσωτερική μεταμόρφωση που λάμπει και εξωτερικά και αυτό φαίνεται από τα αποτυπώματα που αφήνει ο άνθρωπος στη ζωή του. Πολλές φορές μπερδευόμαστε και θεωρούμε μετάνοια την παύση κάποιας αμαρτίας αλλά αυτό δεν είναι μετάνοια μπορεί να είναι η αρχή όμως η θεραπεία δεν έχει έρθει. Θεραπεία είναι όχι μόνο να πάρω απόφαση να μην κάνω την αμαρτία αλλά καλλιεργήσω και την αρετή που την θεραπεύει. . Για παράδειγμα σκοπός και στόχος στης Ορθόδοξης πνευματικής ζωής δεν είναι να έχω αγάπη αλλά να γίνω αγάπη , να μην κάνω απλά ελεημοσύνη αλλά να γίνω ελεήμων. Να βαπτίσω την ύπαρξή μου με τα δάκρυα της μετανοίας και τότε η αρετή θα είναι χαρακτηρισμός του “είναι” μου. Θα είμαι πλέον ΑΓΑΠΗ και αυτό θα ακτινοβολεί σε όλη την κτίση. Αυτό στην Εκκλησία λέγεται αγιασμός του ανθρώπου.
Για να μπω όμως σε αυτό το ταξίδι της μετανοίας πρέπει να υπάρξει μια αρχή. Κάθε ταξίδι έχει και το ξεκίνημά του . Αυτό το ταξίδι έχει δύο προϋποθέσεις. Η πρώτη προϋπόθεση είναι η αυτογνωσία. Για να οδηγηθώ στην μετάνοια οφείλω πρώτα να αναγνωρίσω την αδυναμία μου , να κλάψω για την αμαρτία μου , να ρωτάω τον εαυτό μου συνεχώς “”Φταίω και εγώ κάπου αλλά πού ; “ και να ψάξω να βρω την δική μου ευθύνη στις σχέσεις της ζωής μου. Η επόμενη προϋπόθεση είναι η θέληση. Αν ο άνθρωπος δεν έχει θέληση, δεν μπορεί να κάνει τίποτε. Ο Ιερός Χρυσόστομος λέει: «Εν τω θέλειν και τω μη θέλειν κείται το πάν».
Δηλαδή όλα εξαρτώνται από το αν θέλει ή αν δεν θέλει ο άνθρωπος. Μεγάλη υπόθεση…Το κακό με εμάς είναι ότι κάποιες φορές μπορεί να θέλουμε όπως θέλει το ΕΓΩ μας και όχι όπως θέλει η Θεία Χάρις.
Δεν μπορούμε να μιλάμε για μετάνοια, όταν είμαι τοξικός άνθρωπος στους συνανθρώπους μου. Όταν έχει χάσει το χαμόγελο το παιδί μου. Όταν η γυναίκα μου έχει απομακρυνθεί , όταν είμαι αφεντικό στην δουλειά και δεν θέλει κανείς να δει διότι τυραννάω με την συμπεριφορά μου τους υπαλλήλους μου κάθε μέρα. Τους δημιουργώ φόβο, τρόμο και αντί να δεν δουν ως ευεργέτη με βλέπουν ως δυνάστη και έχουν δίκιο. Όταν έρχονται παιδιά σε εμάς για να μας πουν «Πάτερ μου δεν αντέχω την μάνα μου με την συμπεριφορά της..» αλλά κατά τ’ άλλα.. η Εκκλησία Εκκλησία. Παιδιά έχουν χάσει το χαμόγελο και την ευτυχία τους, το σπίτι μπορεί να μυρίζει καθημερινά λιβάνι από το καρβουνάκι στο θυμιατό όμως απουσιάζει το άλλο λιβάνι δηλαδή η χάρις του Θεού μέσα στις καρδιές των ανθρώπων .
Με τέτοια στάση ζωής δεν μπορούμε όχι μόνο δεν μιλάμε για μετάνοια αλλά έχουμε μπει στο δρόμο της αμετανοησίας. Με φράσεις του στυλ: “Εγώ τα ξέρω όλα, ξέρεις ποιος είμαι εγώ; Ξέρεις τι έχω κάνει ;” Αυτός ο άνθρωπος με τέτοια συμπεριφορά είναι περισσότερο συνεργάτης των δαιμόνων παρά φίλος του Χριστού και των Αγίων . Μήπως μας θυμίζει την στάση των δύο ληστών ; Των συσταυρωθέντων του Κυρίου; Όπως αναφέρουν τα τροπάρια του Μεγάλου Κανόνος. Ο ένας ληστής κατηγορούσε τον Χριστό και ο άλλος θεολογούσε .. Εμείς που τοποθετούμε την ζωή μας ;
Μας λέει ο Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος : “Όταν λοιπόν ο Θεός βλέπει τέτοια υποχωρητικότητα, μικροψυχία, και απροθυμία, γιατί να μας βοηθήσει; Ζητάμε βοήθεια στον πόλεμο, και δεν πολεμάμε. Επιζητούμε τη νίκη, και αγωνιζόμαστε με χλιαρότητα και ραθυμία. Επιθυμούμε προκοπή πνευματική, και αφήνουμε να μας αιχμαλωτίσει η αμέλεια και η οκνηρία. Θέλουμε κάθαρση , και ικανοποιούμε τα σαρκικά πάθη. Δεν είναιαντιφατικά όλα αυτά ;” ρωτάει ο Άγιος .
Θα έρθει ο κόσμος σωρηδόν να Κοινωνήσει το Πάσχα, πολλοί θα έρθουν τυπικά να κοινωνήσουμε για να πάει καλά η χρονιά ,να μην αρρωστήσουμε ,με λίγα λόγια φρόνημα ειδωλολατρίας. Κάποιοι θα έρθουν να κοινωνήσουν για το καλό , αμετανόητοι οι περισσότεροι , τοξικοί στις σχέσεις τους , αρνούμενοι να αφήσουν αυτό που σκοτώνει τους ίδιους αλλά και τους διπλανούς τους. Τότε για ποιά ένωση με τον Χριστό μιλάμε ; ; ; Γιατί θέλουμε τον Χριστό στην ζωή μας; Εκ της εμπειρίας μας διαπιστώνουμε συχνά ότι οι περισσότεροι άνθρωποι θέλουν τον Χριστό για να μην αρρωστήσουν και για να πάνε καλά τα πράγματα στην οικογένειά τους. Και αυτό το καλά έχει να κάνει με την εικόνα μας προς τον κόσμο. Για μετάνοια , Βασιλεία των Ουρανών ούτε λόγος.
Τελικά το συμπέρασμα είναι ότι μας τρομάζει ένας τέτοιος ζωντανός Θεός. Φοβόμαστε το θέλημα του Θεού γιατί δεν είμαστε έτοιμοι να εγκαταλείψουμε το δικό μας και μας πιάνει ανασφάλεια γιατί θα ξεβολευτούμε …. Πολύ φοβάμαι, χριστιανοί μου, ότι την λαμπροδευτέρα ο Χριστός θα έχει ήδη ξεχαστεί...Λίγο Εκκλησία την Μεγάλη Εβδομάδα, εικόνες του Νυμφίου, Επιτάφιος , φολκλόρ αλλά αν δω τον συγγενή που είμαι στα δικαστήρια για τα χωράφια δεν θα του μιλήσω όμως λουλούδι στον επιτάφιο θα βάλω και θα πω : “Και του χρόνου”. Πόση υποκρισία μας θα αντέξει ο Κύριος…;;;;;
Ένας ζωντανός Θεός στη ζωή μου δεν μένει απλά σε μια εικόνα στο τοίχο αλλά είναι ένα σημείο αναφοράς. Με την γυναίκα μου , το παιδί μου , στην δουλειά μου , με τους συναδέρφους μου , τους φίλους μου , τους συγγενείς. Να αναγνωρίζω ότι αυτός είναι παντοδύναμος και εγώ ο αδύναμος, αυτός είναι ο Βασιλιάς και εγώ ο δούλος , αυτός είναι ο Πατέρας και εγώ το τραυματισμένο παιδί.
Τι όμορφη εικόνα από την παιδική μας ηλικία… Με το που πέφταμε κάναμε αυτόματα δύο κινήσεις : φωνάζαμε ΜΑΜΑ και γυρνούσαμε το κεφάλι για να την αντικρύσουμε, για να νιώθουμε ότι κατακλύζει το οπτικό μας πεδίο ο άνθρωπος που μας αγαπά.
Μια υπαρξιακή ερωτική στάση του ανθρώπου μπροστά στον Νυμφίο Χριστό. Ξέρουμε όταν ένας άνδρας ζητάει σε γάμο μια γυναίκα, της κάνει αυτό το συγκλονιστικό ερώτημα και περιμένει το πολυπόθητο ΝΑΙ. Αυτό το ΝΑΙ το είπε η Οσία Μαρία η Αιγυπτία και ο γάμος έγινε και πήρε λαμπρό το στεφάνι της αγιότητος σε αυτό τον γάμο μετανοίας και αγιασμού.
Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία αφιέρωσε όλη της την ζωή στο Χριστό, όχι μια ώρα , μια ημέρα αλλά όλη την ζωή. Δυστυχώς για κάποιους από μας ο Χριστός θα είναι μόνο λιγάκι την Μεγάλη Εβδομάδα ...Για κάποιους λίγο Επιτάφιος ή ανεξομολόγητη προσέλευση στη Θεία Κοινωνία. . Για κάποιους θα είναι ο εραστής , ο πατέρας, ο Βασιλιάς, ο δημιουργός.
Δυσκολευόμαστε στη σχέση με τον Χριστό. Φοβόμαστε να ερωτευτούμε , να αγαπήσουμε, να έχουμε φίλους, κάναμε τα σπίτια μας κελιά εγωιστικής φυλακής. Και όλα αυτά γιατί ….ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ ΝΑ ΠΛΗΓΩΘΟΥΜΕ...η Αγάπη και ο πόνος πάνε παρέα . Όπως λέει και μια λαϊκή ρήση ...Σ’αγαπώ, πονάει και είναι δύσκολο..Μα πόση αλήθεια σε λίγες λέξεις…
Τα ματωμένα καρφιά της εσταυρωμένης αγάπης δίνουν τις απαντήσεις. . . διότι ο Κύριος απαντά πολλές φορές με την σιωπή Του .
Υπάρχει κίνδυνος αυτές τις μέρες να εγκλωβιστούμε στα λατρευτικά δρώμενα που θα δούμε στους Ιερούς Ναούς, θα ανοίξουμε τα βιβλιαράκια διαβάζοντας την υπέροχη υμνολογία αλλά οι καρδιές μας ίσως να μείνουν κλειστές….
Να κάνουμε στη ζωή μας πράξεις που θα μυρίζουν Ανάσταση, όπως το τριαντάφυλλο. Ξέρετε το τριαντάφυλλο μπορούμε να το ονομάσουμε “Θεολογικό λουλούδι” ή “Αναστάσιμο άνθος”.
Έχει ένα κορμό σαν Γολγοθά , αλλά καταλήγει στο άνθος της Αναστάσεως. Για να το κρατήσεις θα πονέσεις από τα αγκάθια αλλά η θέα και η μυρωδιά του άνθους θα σε ανταμείψουν . Σαν το πάθος του Κυρίου. Μόνο όταν η αγάπη περάσει από το καμίνι του πόνου και αντέξει σημαίνει ότι είναι αληθινή. Γι αυτό αναφέρει ένα πατερικό ρητό “Θες να δεις την αγάπη; Κοίταξε το Σταυρό »….
Τέτοιο λουλούδι είναι και η Οσία Μαρία η Αιγυπτία, που άνθισε στην έρημο του αμαρτωλού κόσμου, ένα πρότυπο για τον σημερινό κόσμο και ιδιαίτερα για τα νέα παιδιά, ένας φάρος για να μας δείξει την μία και πραγματική μας πορεία, το δρόμο του Αγιασμού….
Αγαπητοί μου , Το κερί για να δώσει φως λιώνει, χάνει δηλαδή κάτι από την δομή του για να δώσει Φως, είναι και αυτό μια μορφή θυσίας. Ας λιώσουμε και εμείς από αγάπη για τον Κύριο και για όλον τον κόσμο .Είθε να γίνει η αρχή από αυτές τις Άγιες ημέρες.
Ας κλείσουμε λοιπόν αυτόν τον λόγο με μια προσευχητική κραυγή μετανοίας προς τον Κύριος όπως όπως αναφέρεται απο τον Άγιο Ανδρέα Κρήτης στο εκπληκτικό υμνολογικό έργο του Μεγάλου Κανόνος : “Όπως ο ληστής Σού φωνάζω δυνατά το «Μνήσθητι». Όπως ο Πέτρος κλαίω πικρά. Όπως ο Τελώνης κράζω: Λύτρωσέ με, Σωτήρα μου. Όπως η Πόρνη δακρύζω. και όπως παλιά της Χαναναίας δέξου το θρήνο μου.”
Καλό αγώνα, καλή Ανάσταση. Αμήν

Την ἐμπόδισαν να μπεῖ στην Ἐκκλησία γιατί ἦταν ἁμαρτωλή (!)



site analysis

 «Τὴν ἐμπόδισαν νὰ μπεῖ στὴν Ἐκκλησία
γιατὶ ἦταν ἁμαρτωλή».
Τοῦτη ἡ καταγγελία στὶς μέρες μας
θὰ μποροῦσε νὰ βρεῖ μιὰ περίοπτη θέση
ἀνάμεσα στὶς πολλὲς εἰδήσεις, 
ποὺ κατακλύζουν τὴν καθημερινότητά μας.

Ἡ Μαρία ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο,
θέλησε νὰ προσκυνήσει
τὸν Τίμιο Σταυρό στὰ Ἱεροσόλυμα. 

Στὴν προσπάθεια της ὅμως
νὰ εἰσέλθει στὸ ναό,
μία δύναμη τὴν ἐμπόδισε.
Δοκιμάζει νὰ προσεγγίσει ἐκ νέου,
μὰ σταθερὰ κάτι τὴν ἀπωθεῖ.


Γιατί ἐπιμένει;
Γιατί θέλει νὰ μπεῖ κι ἐκείνη στὸ Ναό;
Γιατί δὲν φεύγει ἀπὸ τὸν τόπο τῆς ἀπόρριψης;
Στοὺς Ἁγίους Τόπους δὲν ἦρθε ἀπὸ εὐλάβεια.
Ὄχι, δὲν ἦταν μιὰ προσκυνήτρια.
Ἀντιθέτως ἀκολοῦθησε τοὺς πολλοὺς
γιὰ νὰ προκαλέσει καὶ νὰ διαφθείρει,
γιὰ νὰ χλευάσει τὴν ἱερότητα
κι ὅσους τὴν ἀναζητοῦσαν. 


Ἦρθε γιὰ νὰ ἰκανοποιήσει ἐπιθυμίες.
Εἶχε μάθει πάντα, νὰ κάνει ἐκεῖνο ποὺ θέλει.
Καὶ τῶρα θέλει, νὰ μπεῖ στὸ ναό.

Δικαίωμά της. Γιατί ὄχι;
Ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ στέκονται δίπλα της,
ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ καταφέρνουν
νὰ εἰσέλθουν στὴν ἐκκλησία,
εἶναι καλύτεροι ἀπ’ αὐτὴν;
 

Ἐκεῖνοι δὲν ἔχουν ἁμαρτίες, πάθη, ἀδυναμίες;
Θέλει νὰ προσκυνήσει καὶ ἐκεῖνη τὸν Σταυρό.
Θέλει νὰ εἰσέλθει, μὰ δὲν μπορεῖ.
Κάτι τὴν ἐμποδίζει νὰ προχωρήσει
σὲ ἐκεῖνο ποὺ θέλει.
 

Μιὰ δύναμη τῆς στερεῖ ἐκεῖνο ποὺ ἐπιθυμεῖ.
Τοῦτο τὸ ἐμπόδιο τὴν τοποθετεῖ
ἐνώπιον τοῦ ἑαυτοῦ της.
Μπροστά της προβάλει ἕνα τεράστιο ἐρώτημα:
«Τί πραγματικὰ θέλω ὡς ἄνθρωπος,
τί ἀληθινὰ ἐπιθυμῶ ὡς γυναῖκα;
Θέλω πραγματικά τὴ ζωὴ που κάνω;
Ἐπιθυμῶ ἀληθινὰ νὰ πουλῶ
τὸ κορμὶ καὶ τὴ ψυχή μου στὸ τίποτα;»


Καὶ τὸτε, ἀποφασίζει νὰ ἀναμετρηθεῖ μὲ ὅλα αὐτὰ
ποὺ ἀπωθοῦσε πεισματικὰ γιὰ χρόνια.
Τότε συνειδητοποιεί,
πὼς μισεῖ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ θέλει,
ὅλα ἐκεῖνα ποὺ ἐπιζητεῖ.
Ἀντιλαμβάνεται πὼς ζεῖ ἔρημη,
σ’ ἕνα πλήθος ἀγνώστων.
Κατανοεῖ πὼς ἔχει ἀφανίσει τὸ σῶμα της,
ἐγκαταλείποντάς το στὴν ἡδονή.
Ἀναγνωρίζει πὼς εἶναι ἀνέραστη,
ἀνάμεσα σὲ τόσους ἐραστές. 


Αὐτὴ ἡ συνειδητοποίηση
ἀποκαλύπτει ἕνα βαθύτερο,
καταπιεσμένο «θέλω»,
τὸ ὁποῖο ἔχει μείνει
ἀνικανοποίητο καὶ ἀνεκπλήρωτο.
Θέλει νὰ γνωρίσει καὶ νὰ κοινωνήσει
μὲ τὴν Ἀγάπη τὴν ἀληθινή. 


Καὶ τότε τὰ ἀλλάζει ὅλα.
Ὅλα σὲ μιὰ στιγμὴ. Φεύγει στὴν ἔρημο,
γιὰ νὰ μὴν μείνει ποτὲ ξανὰ μόνη.
Στερεῖ ἀπὸ τὸ σῶμα της τὰ στοιχειώδη,
γιὰ νὰ τὸ ἀποκαταστήσει στὸ ἀληθινὸ κάλλος.
Ἀπευθύνεται ἀδιάλειπτα στὸν Ἀγαπημένο,
γιὰ νὰ ἀξιωθεῖ ἔστω καὶ μιὰ φορὰ
τῆς Κοινωνίας μαζί Του.


Τελικὰ τὰ ἐμπόδια μποροῦν
νὰ εἶναι μιὰ εὐκαιρία
νὰ δοῦμε τὴ ζωή μας ἀλλιῶς,
νὰ ἀναμετρηθοῦμε
μὲ τὶς βαθύτερες καὶ οὐσιαστικὲς ἐπιθυμίες μας,
νὰ συμφιλιωθοῦμε μὲ τὸν ἀληθινό μας ἑαυτό. 


Γι’ αὐτὸ, ἄν αἰσθάνεσαι
ὅτι κάτι σὲ κρατᾶ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία,
ἕνας «αὐστηρὸς» παπάς,
ἕνας «ὑποκριτῆς» ἐκκλησιαζόμενος,
ἕνα «παρωχημένο» κήρυγμα,
μὴ κρυφτεῖς πίσω ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἀνάξιους,
μὴ βιαστεῖς νὰ καταγγείλεις τὸ ἐμπόδιο,
μὴν κάνεις τὸ λάθος νὰ προσπεράσεις
τὴν κλειστὴ πόρτα,
γιατὶ ἴσως αὐτὴ εἶναι ἡ δική σου εὐκαιρία
νὰ συναντηθεῖς μὲ τὸν ἀληθινό σου ἑαυτό.


π. Μιλτιάδης Ζέρβας

Παρασκευή 12 Απριλίου 2019

Μια ευλαβεστάτη και αγράμματη γιαγιά, στην γιορτή της Αγία Μαρίνας και βλέποντας την εικόνα της Αγίας, άναψε 2 κεράκια.



site analysis


Μια ευλαβεστάτη και αγράμματη γιαγιά, στην γιορτή της Αγία Μαρίνας και βλέποντας την εικόνα της Αγίας, άναψε 2 κεράκια. Το ένα το άναψε για την Αγία. Το άλλο το άναψε στο διάβολο, βλέποντάς τον στην εικόνα, να τον χτυπάει η Αγία Μαρίνα με ένα σφυράκι. 
''Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον τον διάβολο'', είπε μέσα της, μόλις άναψε το 2ο κεράκι. 
Το βράδυ που πήγε να κοιμηθεί, εμφανίζεται στην γιαγιά ο διάβολος οφθαλμοφανώς και της λέει: 
- Μέχρι να λιώσει εκείνο το κερί που άναψες για μένα, εγώ κάηκα! Εκείνος να ζητήσει έλεος από μένα και όχι εγώ απ' Αυτόν! 
Την γιαγιά την απείλησε, την φοβέρισε και στο τέλος την χτύπησε. Είδε και αποείδε η καημενούλα... Συμβουλεύτηκε τότε πνευματικούς Πατέρες που την είπαν, ότι ποτέ δεν πρέπει να προσευχόμαστε για τον διάβολο και τους δαίμονες. Είναι πλάνη να προσευχόμαστε για τα πονηρά πνεύματα διότι δεν πρόκειται ποτέ να μετανοήσουν...
Το κεράκι που ανάβουμε στην Εκκλησία έχει οντολογική σημασία και είναι σαν να μιλάει και να ζητάει το έλεος του Θεού, με βάση την πίστη αυτού που το ανάβει. Το κερί που ανάβουμε πρέπει να είναι αγνό κερί. 
Γέροντας Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα

Τρίτη 9 Απριλίου 2019

Λόγος δοξαστικὸς στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τῆς μακαριστῆς Μάρθας



site analysis

Λόγος δοξαστικὸς στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τῆς μακαριστῆς Μάρθας




Λόγος δοξαστικὸς Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τῆς μακαριστῆς Μάρθας Δημητριάδου, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ Παναγίας Μακεδονίτισσας τῆς ἀρχιεπισκοπικῆς περιφέρειας  (6.4.2019).

Τα στέφανα του γάμου ...



site analysis
Αποτέλεσμα εικόνας για Τα στέφανα του γάμου ...

Ήταν μια ερωτευμένη, που κατόρθωσε έπειτα από πολύ καιρό να έρθει σε γάμο με τον φίλο της. Θυσιάστηκε πραγματικά, γιατί τον αγαπούσε.
Όταν πραγματοποιήθηκε ο γάμος και έμειναν μόνιμα στο δικό τους διαμέρισμα, κάλεσαν ένα κοινό φίλο στο σπίτι τους, να του κάνουν το πρώτο τραπέζι, για το γάμο τους. Και η κυρία, θεώρησε σωστό, να κλείσει και ένα ραντεβού με αυτόν τον φίλο! Έκλεισε ραντεβού με τον φίλο!!!…

Και την ημέρα που έκλεισε ραντεβού με τον φίλο, είπε στο σύζυγο, ότι άμα το απόγευμα έρθει από τη δουλειά και δεν θα την έβρισκε σπίτι, να μην ανησυχεί, διότι θα πήγαινε για το δόντι της στον ιατρό.
Την πίστεψε ο σύζυγος. Που να φανταστεί, ότι 10 χρόνια μαζί της, με το πρώτο τραπέζι, του γάμου τους, θα έκλεινε και ραντεβού!…
Το απόγευμα αυτή ετοιμάστηκε, τακτοποιήθηκε κοιτάχτηκε στον καθρέφτη, αρωματίστηκε και πήρε την τσάντα της να φύγει και να πάει στο προγραμματισμένο ραντεβού. Περνάει από το χολ για την εξώπορτα. Πάνω στο χολ ψηλά, είχε το εικονοστάσιο και είχε βάλει εκεί, τα στέφανα του γάμου, για να μην λερώσουν. Και όταν προχώρησε να φύγει, έπεσε η στεφανοθήκη κάτω και έγινε χίλια κομμάτια!!!…
Αυτή τρόμαξε και αναφώναξε:
– Παναγία μου!..
Και ακούει μια φωνή από πάνω να της λέει:
– Δεν ντρέπεσαι, που πιάνεις το όνομά Μου στο στόμα σου; Δεν ντρέπεσαι εκεί που πηγαίνεις και κρέμασες και τα στέφανα ψηλά. Δεν σε χρειάζονται!!!…
Κόπηκε η φωνή της, κόπηκαν τα πάντα. Έμεινε κόκκαλο!
Άμα ο άνθρωπος είχε αυτό το φόβο, ότι ο Θεός παρακολουθεί κάθε του πράξη, πολλά πράγματα ο άνθρωπος δεν θα τα έπραττε…
+ Δημήτριος Παναγόπουλος Ιεροκήρυκας
Πνευματικό Ανθολόγιο Ορθοδοξίας

Η καρκινοπαθής που νήστευε



site analysis


Ἦταν μία εὐσεβεστάτη κυρία, ἡ ὁποία ἔπασχε ἀπὸ καλπάζουσα μορφὴ καρκίνου. 
Οἱ ἰατροὶ δὲν τὴν ἔδιναν πολὺ καιρὸ ζωῆς καὶ τὴν συνιστοῦσαν νὰ τρώει καταλύσιμα, διότι ἀλλιῶς θὰ πέθαινε πιὸ γρήγορα, ἀφοῦ έκανε καὶ χημειοθεραπεῖες.
Ἦταν περίοδος τῆς Σαρακοστῆς καὶ αὐτὴ ὄχι μόνο νήστευε, ἀλλὰ καὶ δὲν ἔτρωγε ἀπολύτως τίποτα! 
Παράλληλα παρακαλοῦσε τὴν Παναγία νὰ τὴν κάνει καλά. 
Καὶ πράγματι ἡ γυναίκα αὐτὴ σηκώθηκε στὸ πόδι καὶ ἔγινε ἀπολύτως καλά!
Πέθανε μετὰ ἀπὸ μερικὰ χρόνια ἀπὸ ἄλλη αἰτία.
Διαπιστώνουμε, ὅτι ἡ δυνατὴ νηστεία μὲ τὴν δυνατὴ προσευχή, κάνουν ὅλα τὰ θαύματα, ἀρκεῖ αὐτὸ νὰ εἶναι πρὸς ὄφελος τῆς ψυχῆς μας. 
Ἐπειδὴ ἡ νηστεία (ὑλικὴ δήλ. ἀποχὴ ἀπὸ τὰ καταλύσιμα καὶ πνευματικὴ δήλ. ἀποχὴ ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα) ἐμπεριέχει ταπείνωση καὶ Χάρη, κατακαίει τὸν....διάβολο, μὲ μία φωτιὰ χειρότερη ἀπὸ αὐτὴν τῆς κολάσεως!
 Γι' αὐτὸ ὁ διάβολος κάνει τὰ πάντα, ὥστε νὰ ἐμποδίσει τὸν ἄνθρωπο νὰ νηστέψει. 
Εἰδικὰ τὴν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς πολεμάει τὴν νηστεία καὶ τὸν νηστευτὴ μὲ λύσσα!
Γέροντας Ἐφραὶμ τῆς Σκήτης τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα

Η λαϊκή ασκήτρια Αναστασία στη Λευκίμμη της Νότιας Κέρκυρας. (1910-1979).


Δευτέρα 8 Απριλίου 2019

Αυτό που θα μας σώσει είναι η πίστη στον Χριστό κ όχι η μόρφωσή μας.



site analysis



Κάποια αγράμματη αλλά ευσεβής γιαγιά, πήγε μια μέρα στην Εκκλησία κ άκουσε τον ιεροκήρυκα να λέει :
--- Αυτός που δεν διαβάζει την Αγία Γραφή, δεν θα σωθεί !
Η γιαγιά μόλις άκουσε το λόγο αυτόν χλώμιασε, απογοητεύτηκε κ γυρίζοντας σπίτι, λέει στην κόρη της :
--- Παιδί μου θα κολαστώ, διότι δεν διαβάζω την Αγία Γραφή !

Η κόρη της προσπάθησε να την καθησυχάσει, αλλά ματαίως......
Μια μέρα, αποφάσισε η γιαγιά να πάει σε έναν φωτισμένο γέροντα, για να την βοηθήσει . Η γιαγιά μόλις τον είδε, του λέει :
--- Πάτερ μου, δεν θα σωθώ, διότι δεν διαβάζω την Αγία Γραφή, διότι είμαι αγράμματη !
Ο γέροντας όμως την καθησύχασε κ της είπε :
- Κ πώς σώθηκαν τόσοι κ τόσοι αγράμματοι άνθρωποι γιαγιά ; Μάλιστα έχουμε κ Αγίους, που ήταν τελείως αγράμματοι ! Αυτοί πως σώθηκαν ; Τα γράμματα δεν σώζουν, αλλά ούτε κ η αμορφωσιά κολάζει .
Λοιπόν γιαγιά, θα κάνεις το εξής : Θα παίρνεις το Ευαγγέλιο, θα το ανοίγεις στην πρώτη σελίδα, θα βάζεις την παλάμη σου πάνω στο Ευαγγέλιο κ μετά θα πηγαίνεις στο εικονοστάσι κ θα λες την εξής προσευχή : '' Χριστέ μου, αυτά που γράφεις στο Ευαγγέλιο, βάλτα μέσα στην καρδιά μου !' ".Την άλλη μέρα θα βάζεις την παλάμη σου στην δεύτερη σελίδα κ.ο.κ.
Η γιαγιά εφάρμοσε κατά γράμμα τα λόγια του γέροντα για αρκετούς μήνες . Μια μέρα στο σπίτι παίζανε τα εγγονάκια της κ άρχισαν να μιλάνε άσχημα κ να κατακρίνουν .
Η γιαγιά το άκουσε κ τα παρατήρησε, λέγοντάς τα : --- Παιδιά μου, μην κρίνετε για να μην κριθείτε ! Κόκκαλο η κόρη της !
--- Μάνα, αυτό που είπες, από που το άκουσες κ το είπες ; Αυτό το λέει το Ευαγγέλιο, εσύ δεν ξέρεις γράμματα, ποιός σου το είπε ;
--- Παιδί μου, δεν το άκουσα από κάπου, αλλά βγήκε μέσα από την καρδιά μου !
Από την στιγμή εκείνη, άρχισε η γιαγιά να αναπαράγει λόγια του Ευαγγελίου, χωρίς να το καταλαβαίνει ! Η γιαγιά επειδή έκανε υπακοή στον γέροντα με πίστη κ απλότητα, άρχισε ο Χριστός να εμφυτεύει τα λόγια του Ευαγγελίου στην καρδιά της !
Αυτό που θα μας σώσει είναι η πίστη στον Χριστό κ όχι η μόρφωσή μας. Εξάλλου ο Χριστός, επέλεξε αγράμματους ανθρώπους για Μαθητές Του, για να δείξει, ότι μπορεί να σε κάνει πάνσοφο, ακόμα κ αν είσαι αγράμματος, αρκεί να έχει κανείς πίστη κ ταπείνωση.......
~ Γέροντας Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα ~
Ευλογημένη Κυριακή από το Θεό ! Ο Θεός μαζί μας ! Αμήν  Αμήν Αμην

ΦΙΛΟΙ ΑΓΙΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ ΤΣΑΛΙΚΗ

Τρίτη 2 Απριλίου 2019

Η θυσία της δασκάλας για να σωθούν τα παιδιά από την πείνα της κατοχής.



site analysis

 Ένα συγκινητικό μάθημα από ήρωες εκπαιδευτικούς, που δεν έγραψε ποτέ η ιστορία



  Στην καρδιά της Κατοχής άρχισαν τα συσσίτεια του Ερυθρού Σταυρού στα σχολεία, αφού τα παιδιά υπέφεραν από υποσιτισμό και πέθαιναν κατά χιλιάδες.

  Η διανομή του συσσιτίου ήταν και ένα επιπλέον κίνητρο για την παρουσία στο σχολείο, καθώς όποιος έλειπε έχανε τη μερίδα του και συχνά, αυτό σήμαινε ότι την έχανε και η οικογένειά του. 
 Το μενού ήταν φτωχό και τις περισσότερες ημέρες το ίδιο. Όταν υπήρχε κάτι διαφορετικό ή κάτι επιπλέον, η μέρα γινόταν ξεχωριστή.
   Παρά τις κακουχίες η παιδική διάθεση για παιχνίδι δεν έλειπε, όπως μαρτυρά το απόσπασμα από το βιβλίο της Λότης Πέτροβιτς, «Ο καιρός της Σοκολάτας».
  Μια στάλα γλυκόζη ήταν πολυτέλεια για τα κοκκαλιάρικα παιδιά της κατοχής. Όμως, ήταν και αφορμή για σκανδαλιά από το πειραχτήρι της τάξης, που δεν εκτίμησε την αυτοθυσία της δασκάλας να μοιράσει το μερίδιό της στους μαθητές. Ο μικρός δεν τιμωρήθηκε, αλλά πήρε πικρό μάθημα. Ακολουθεί το απόσπασμα: «Από το δικό μου, κυρία!» «….. Το Δεκέμβρη του 1943, αρχή ενός ακόμα χειμώνα πείνας και παγωνιάς, άχνισε κάτι ζεστό ξαφνικά στην αυλή του σχολείου μας. ‘Ηταν ένα μεγάλο καζάνι και μέσα είχε συσσίτιο για τα παιδιά. Γύρισα στο σπίτι περήφανη, κρατώντας με προσοχή ένα τενεκεδάκι γεμάτο σούπα πηχτή. «Γιατί δεν την έτρωγες στο σχολείο, καρδούλα μου;» λαχτάρισε η μάνα μου.

  «Αν σου χυνόταν στο δρόμο;» «Θα φάτε λίγη σούπα κι εσείς, αλλιώς δεν τρώω καθόλου», δήλωσα ορθά κοφτά. «Το ίδιο κι εγώ», φώναξε ο Μάνος, ο αδερφός μου. Κι έτσι γινόταν από κείνη τη μέρα σε κάθε συσσίτιο που κουβαλούσαμε οι δυο μας από το σχολείο. Η σούπα ερχόταν τακτικά, πάντα η ίδια, άνοστη και πηχτή. ‘Ωσπου μια μέρα, μας μοίρασαν κάτι ξεχωριστό. Μπήκαμε στη γραμμή και μας έβαλαν στα τενεκεδάκια κάτι σα μέλι, αλλά σκούρο κοκκινωπό. «Γλυκόζη» το είπαν.
     Βουτούσαν τα παιδιά το δάχτυλο στη γλυκόζη, το έγλειφαν με απόλαυση και γελούσαν ευτυχισμένα, πειράζονταν μεταξύ τους. ΄Ενα μεσημέρι, γυρίζοντας ο αδερφός μου από το σχολείο, δεν ήθελε να βάλει μπουκιά στο στόμα του – ούτε από τη σούπα ούτε από τη γλυκόζη. Ταραγμένος φαινόταν, έτοιμος να βάλει τα κλάματα. «Τι συμβαίνει παιδί μου;» ανησύχησε η μαμά. Εκείνος δεν έβγαζε λέξη. Κι όσο δε μιλούσε, τόσο επέμενε η μάνα μου να μάθει, τόσο μεγάλωνε και η δική μας η περιέργεια. Με τα πολλά, αποφάσισε τελικά να μιλήσει. Κι αυτό που μας είπε γράφτηκε στη μνήμη μου ανεξίτηλα. Κέντρο Γάλακτος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. 1942-43 Κέντρο Γάλακτος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. 1942-43 Στην αυλή για το συσσίτιο βρισκόταν με της τάξης του τα παιδιά. «Σκαρώνουμε κάτι;» άκουσε έναν από τους συμμαθητές του- «πειραχτήρης» ήταν το παρατσούκλι του – να ψιθυρίζει στον διπλανό, μόλις πήρε τη γλυκόζη στο τενεκεδάκι του.
     Ο άλλος έγνεψε «ναι». Τότε ο πειραχτήρης κάτι του είπε στ’ αυτί, κρυφογέλασαν οι δυο τους πονηρά κι εξαφανίστηκαν στη στιγμή. Σε λίγο χτύπησε το κουδούνι να μπούνε στην τάξη. Πρώτα έμπαιναν τα κορίτσια. ‘Υστερα τ’ αγόρια. Τελευταία η δασκάλα, που κόντευε να μην ξεχωρίζει από τα παιδιά, έτσι που είχε απομείνει πετσί και κόκαλο. Καταλάβαινες πως ήταν μεγάλη από τα μάτια της μόνο, που τα σκοτείνιαζαν ολόγυρα δυο μαύροι κύκλοι. 
‘Οταν μπαίνανε όλοι στην τάξη, έκλεινε την πόρτα, μετρούσε τα παιδιά σειρά σειρά, έλεγε «εντάξει, φρόνιμα τώρα, μην ακούσω μιλιά» κι αρχίζανε αμέσως το μάθημα. Το «εντάξει, φρόνιμα τώρα, μην ακούσω μιλιά» τη φορά εκείνη δεν το είπε. Ούτε να τους μετρήσει την είδανε.
   Κοντά στην πόρτα της τάξης στεκόταν σκυφτή, σαν να ψαχούλευε κάτι. «Μα τι κάνει η κυρία εκεί;» ρώτησε παραξενεμένος ο Μάνος που δεν καλόβλεπε, τα περισσότερα παιδιά ήταν όρθια ακόμα. «Πασαλείψαμε το χερούλι με γλυκόζη», χασκογέλασε από δίπλα ο πειραχτήρης, «για να κολλήσουν τα χέρια της να γελάσουμε!» Δε γελάσανε. Καθίσανε τελικά στα θρανία τους και δε μιλούσε κανείς. Βλέπανε τη δασκάλα τους τώρα όλοι βουβοί, σαστισμένοι. Είχε σκύψει κι έγλειφε με λαχτάρα μια το χερούλι της πόρτας, μια την παλάμη της… 
   ‘Υστερα γύρισε και τους κοίταξε με παράπονο. Στα μάγουλά της έτρεχαν δάκρυα. «Μην τη σπαταλάτε τη γλυκόζη, χρυσά μου, για τ’ όνομα του Θεού!», είπε ξέπνοα. «Σας τη δώσαμε όλη, ούτε μια σταγονίτσα δεν κρατήσαμε εμείς οι δάσκαλοι, για να τη φάτε να δυναμώσετε εσείς τα παιδιά. Μην τη σπαταλάτε, σας παρακαλώ, είναι κρίμα! Είν’ αμαρτία!» Την πήραν πάλι τα δάκρυα. 
Κι έκλαιγε, έκλαιγε… Μαζευτήκαν όλοι τριγύρω της. Μονάχα ο πειραχτήρης έμεινε στο θρανίο του με το κεφάλι κατεβασμένο.
    Οι άλλοι σπρώχνονταν ποιος πρώτα να την αγκαλιάσει, ποιος να της πρωτοπεί «από το δικό μου, από το δικό μου, κυρία, να πάρετε λίγο!» Ούτ’ ένα τενεκεδάκι δεν άγγιξε η δασκάλα. Μόνο έκλαιγε, έκλαιγε… » Το παραπάνω απόσπασμα είναι από το βιβλίο «Ο καιρός της σοκολάτας» (2012) της Λότης Πέτροβιτς. Εκδόσεις Πατάκη Πηγή φωτογραφιών: Βούλα Παπαϊωάνου, μουσείο Μπενάκη... 

Δευτέρα 1 Απριλίου 2019

Αγγελική (Κούλα) Τζαλμακλή-Χατζηγιάννη -H αρχόντισσα των Ιωαννίνων- (1925 – 2019)



site analysis



Γράφει ο Βασίλης Μαλισιόβας

Το Σάββατο 16 Μαρτίου στις 8.30 το πρωί αναχώρησε γαλήνια για το μεγάλο ταξίδι προς την αιωνιότητα η αρχόντισσα κυρά Αγγελική (Κούλα) Τζαλμακλή-Χατζηγιάννη, η οποία ήδη αναπαύεται στη γη των Ιωαννίνων, που τόσο αγάπησε και εξύμνησε.

Πέρα από τη θλίψη και τον πόνο που η απώλειά της προκαλεί στους οικείους και τους φίλους της, ο θάνατός της σηματοδοτεί ένα μεγάλο και δυσαναπλήρωτο κενό στο πολιτισμικό κεφάλαιο της πόλης, αλλά και της Ηπείρου γενικότερα.

«Ο κόσμος λώβιασε απ’ τον παρά…»

Πριν από αρκετά χρόνια, όταν είχα αποφασίσει να ασχοληθώ συστηματικά με τη συγγραφή ενός ηπειρώτικου λεξικού, είχα δοκιμάσει μια μεγάλη πικρία όταν κάποιος συμπατριώτης μας, ούτε λίγο ούτε πολύ, μου είπε ευθέως: «Και γιατί να σας βοηθήσω να συγκεντρώσετε παλιές λέξεις; Εγώ τι όφελος θα έχω; Εσείς προφανώς θα βγάλετε λεφτά απ’ αυτό…».

Δεν θα με ενοχλούσε αυτό αν το έλεγε ένας εμπαθής ολιγογράμματος. Δυστυχώς, ο άνθρωπος αυτός όχι απλώς είχε πανεπιστημιακή μόρφωση, αλλά κατείχε και μια κομβική θέση στην εκπαίδευση. Το μόνο που του είπα ήταν ότι, αν υπολόγιζα σε χρήματα τις χιλιάδες ωρών που δαπάνησα γι’ αυτόν τον κοινωφελή σκοπό, θα έπρεπε να είμαι πλούσιος. Φυσικά, ούτε ευρώ δεν έχω λάβει από κάποια χορηγία, αλλά ούτε και προσδοκώ σε οικονομικό όφελος απ’ την προσπάθεια.

Λίγες μέρες μετά, κάποιος φίλος Γιαννιώτης μού μίλησε για την Κούλα (Αγγελική) Τζαλμακλή-Χατζηγιάννη. Μου είπε ότι ξέρει όσο ελάχιστοι το τοπικό ιδίωμα, έχει απίστευτη διαύγεια πνεύματος, αλλά και είναι πρόθυμη να βοηθήσει με χαρά όποιον της το ζητάει. Της τηλεφώνησα αμέσως και της μίλησα γι’ αυτό που κάνω.

«Παιδί μου, εγώ πώς να σε βοηθήσω; Τι ξέρω εγώ…», είπε με μια αμηχανία, αλλά και με μια γλυκύτητα που διαπερνούσε την τηλεφωνική γραμμή.

«Αν θέλετε, μπορείτε να με βοηθήσετε. Εσείς γνωρίζετε όσο ελάχιστοι την ντοπιολαλιά των Ιωαννίνων, αλλά και πολλά στοιχεία για την καθημερινότητα εκείνης της εποχής… Δεν το λέω με καμία διάθεση κολακείας, αλλά οι γνώσεις σας για το θέμα είναι πολύτιμες…».

Ο πάγος είχε σπάσει. Εκείνη τη στιγμή κατακτήθηκε μια σχέση πραγματικά μοναδική, που ξεπερνούσε αυτή μεταξύ ερευνητή και χρονομάρτυρα. Χείμαρρος η κυρα-Κούλα, έλεγε τη μία ιστορία πίσω απ’ την άλλη. Μιλούσε με πάθος και νοσταλγία γι’ αυτά που έζησε και που ισοπέδωσε ο χρόνος…

Κάποια στιγμή, μιας και πλέον είχα μεγάλη οικειότητα μαζί της, την ένιωθα δικό μου άνθρωπο, συγγενή μου μπορώ να πω, της εκμυστηρεύτηκα τη συνομιλία με τον άνθρωπο αυτόν που αρνήθηκε να μιλήσει για το ιδίωμα της περιοχής του, με το επιχείρημα ότι αυτός δεν θα έχει κάποιο όφελος.

Μόλις τελείωσα την εξιστόρηση, η απολύτως εύστοχη γνωμοδότηση της κυρα-Κούλας με άφησε άφωνο: «Λώβιασε ο κόσμος απ’ τον παρά!», δηλαδή η κοινωνία μολύνθηκε απ’ το χρήμα. Ήταν μία απ’ τις κορυφαίες αποτυπώσεις της θυμοσοφίας της, και βέβαια έχει ήδη αποθησαυριστεί στο Ηπειρώτικο Λεξικό.
Μια ζωή μυθιστορηματική

Σεβόμενος την ιερή ιδιωτικότητα και εχεμύθεια των συνομιλιών μας, κατέγραφα μόνο όσες πληροφορίες έχουν γενικότερο ενδιαφέρον. Παρά την προχωρημένη ηλικία της, διέθετε κατά τεκμήριο αξιοθαύμαστη πνευματική διαύγεια. Δεν είναι τυχαίο ότι μέχρι πριν από λίγο καιρό αρθρογραφούσε τακτικά στην εφημερίδα «Πρωινός λόγος», με θέματα που αφορούσαν τη ζωή κατά τις περασμένες δεκαετίες, την τοπική ιστορία, αλλά και προβληματισμούς για τα ζητήματα της σύγχρονης εποχής.

Η κυρα-Κούλα Τζαλμακλή Χατζηγιάννη, η θετή μου γιαγιά (δική της η προτροπή «να με θεωρείς γιαγιά σου, όπως κι εγώ εσένα σε βλέπω σαν τον μεγάλο εγγονό μου»), γεννήθηκε το 1925 στα Γιάννενα. Έζησε σε χρόνια πραγματικά ταραγμένα. Η πόλη των Ιωαννίνων είχε απελευθερωθεί μόλις πριν από 12 χρόνια (οι γονείς και οι παππούδες της είχαν γεννηθεί επί Τουρκοκρατίας), ενώ ζούσαν και δραστηριοποιούνταν αρκετοί Εβραίοι αλλά και Τουρκογιαννιώτες (εκχριστιανισθέντες οι περισσότεροι εξ αυτών). Με χαρά και συγκίνηση μού έλεγε για έναν φίλο της Εβραίο, συμμαθητή της στα Γιάννενα, ο οποίος το 1950 μετεγκαταστάθηκε οικογενειακώς στο Ισραήλ. Της τηλεφωνούσε τακτικά μέχρι πριν από τρία χρόνια (οπότε πέθανε), γιατί ήθελε να αναπολούνε τα περασμένα. Μιλούσαν με τις ώρες.

Η κυρα-Κούλα, γέννημα-θρέμμα Γιαννιώτισσα, πήγε σχολείο το 1932, στο Α΄ Δημοτικό, το Καπλάνειο. Θυμάται σαν να ήταν χθες τους συμμαθητές και τις συμμαθήτριές της, τους δασκάλους της, το κτίριο του σχολείου, χαρές και λύπες εκείνης της εποχής.

Ήταν ασυμβίβαστη από μικρό κορίτσι. Το έλεγε ανοιχτά πως ήδη από το δημοτικό σχολείο δεν την ενδιέφερε η ιδέα να είναι μια καλή μαθήτρια. Το ίδιο έκανε και στο γυμνάσιο. Ταυτόχρονα όμως αγαπούσε πολύ το διάβασμα. Εκ πρώτης όψεως οξύμωρο, όμως για όποιον την ήξερε ήταν απολύτως φυσιολογικό. Η κυρα-Κούλα ήταν ένας άνθρωπος που κοιτούσε την ουσία, όχι τους τύπους. Σε εποχές πάρα πολύ δύσκολες, η ίδια πήγαινε κόντρα στο ρεύμα και έκανε αυτό που τη γέμιζε ψυχολογικά και πνευματικά. Μεγάλωσε με αγάπη, την οποία την ανταπέδωσε αφειδώς όχι μόνο στα μέλη της υπέροχης οικογένειας που η ίδια δημιούργησε (με συνοδοιπόρο τον αείμνηστο Κώστα Χατζηγιάννη), αλλά και σε όποιον την προσέγγιζε.

Η αγάπη της για το διάβασμα (κυρίως για λογοτεχνικά και ιστορικά βιβλία) απέδωσε πλούσιους καρπούς, αφού έγινε επιτυχημένη επιχειρηματίας, αλλά και απέκτησε ζηλευτή ευρυμάθεια και ένα αξιοσημείωτο ταλέντο στο γράψιμο. Πέρα από το αξιόλογο αυτοβιογραφικό βιβλίο της «Στα Γιάννενα σάς γκιζερώ του περασμένου αιώνα», αρθρογραφούσε τακτικά στον τοπικό Τύπο, ενώ πολλοί ήταν οι εκπαιδευτικοί, οι ερευνητές και οι δημοσιογράφοι που της είχαν πάρει συνεντεύξεις, αξιοποιώντας τις μοναδικές γνώσεις της για τη ζωή κατά τις προηγούμενες δεκαετίες.

Διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου αλλά και πρόεδρος του Συλλόγου Παλαιών Γιαννιωτών, μιας και τα Γιάννενα ήταν πάντα ενθρονισμένα στην καρδιά της. «Τ’ς κ’βέντις πο’ ‘λιγαν οι παλιοί ιγώ τ’ς έβανα στ’ν τσέπη μου…», μου έλεγε συχνά, δηλαδή πάντα έδειχνε ενδιαφέρον και αποτύπωνε στο μυαλό της όσα άκουγε απ’ τους ηλικιωμένους, ήδη από τότε που η ίδια ήταν παιδί.

Ας μην μακρηγορήσω όμως άλλο επ’ αυτού. Θέλω να δώσω τον λόγο στην υπερπολύτιμη πληροφορήτρια κυρα-Κούλα, η οποία αναπολεί τα μαθητικά της χρόνια μιλώντας στο τοπικό ιδίωμα: «Τα γκυδώνια τ’ αγοράζαμαν στου μπακάλη ένα πινηνταράκι (50 λεπτά, μισή δραχμή) κι τα ’πιρναμαν στου σκουλειό για κουλατσιό… Άμα τ’ αγόραζαμαν μισιακό (εξ ημισείας) ή θέλαμαν να δώκουμι κι στ’ φιλινάδα μας, του βαράγαμαν στουν κιουσέ (γωνία) για να κουπεί στ’ μέση... Έτρεχαν τα ζ’μιά απ' του γκυδώνι κι λιρώνουνταν ου τοίχους, σα να είχι λιρουθεί από καφέ... Αυτά γένουνταν προυπουλιμικά στα Γιάννινα, το 1937...».

Τα πάντα ήταν τότε διαφορετικά στα Γιάννενα: «Τα παλιά τα χρόνια, πήγιναν μι βάρκις στ' μεσόλιμνη κι έπιρναν νιρό για πιει (πόσιμο). Ήταν δάκρυ του νιρό (πεντακάθαρο). Σηκώνονταν πέντι η ώρα του πρωί, για να ’ναι καθαρό, να μην τ’ ανακατεύουν τα κουπιά απ’ τς βάρκις...». Φυσικά, πήγαιναν με βάρκες μακριά από τις όχθες, περίπου στο μέσον της λίμνης, όπου αναβλύζει νερό, και μάλιστα το πωλούσαν. Ένας από αυτούς τους νερουλάδες ήταν και ο Εβραίος Σιλομό (Σολομών). Ένας καλοκάγαθος και ταλαιπωρημένος άνθρωπος, όπως τον θυμούνται οι παλιοί Γιαννιώτες. Μάλιστα, σύμφωνα με τις αφηγήσεις τους, επειδή πάντα κρατούσε δυο γκιούμια (κουβάδες) με νερό, είχε ασταθές βάδισμα λόγω του μεταφερόμενου βάρους. «Σιλομό, μια στράτα», ήταν η παραγγελία προς τον νερουλά Σιλομό. «Ίσια (αμέσως), πασιά μ’...», απαντούσε αυτός. «Για πηρέτιου (δηλ. για οικιακή χρήση) μάς ήφιρνι ου Σιλουμός νιρό απ’ τη μεσόλιμνη... Αυτόν τουν πείραζαν τα πιδιά, αλλά αυτός ήταν καλός, γιλούσι ου καημένους...».

Όμως ο χρόνος κυλάει, έχει ήδη ξεκινήσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Τα Γιάννενα είναι υπό ιταλική κατοχή, η μικρή Αγγελική μαθαίνει υποχρεωτικά ιταλικά…

«Ιμείς κάθουμασταν στου κάστρου στα Γιάννινα… Τότι του ’40 μάθιναμαν κι Ιταλικά στου σκουλειό… Ιγώ θ’μάμι ακόμα ικειό του βιβλίου του ιταλικό: Il primo libro. Πάει να πει ‘του πρώτου βιβλίου’... Ιγώ είχα μάθει καλά Ιταλικά... Τα Γιάννινα είχαν ιταλική κατουχή, ήταν Ιταλοί ιδώ... Θ’μάμι κάπουτι είχι έρθει ένας Ιταλός απ’κάτ’ απ’ του σπίτι κι φώναζι... Ιγώ κατάλαβα ότι ήθιλι να έρθει στου σπίτι... Μου ’πι ου πατέρας μ’ κι άν’ξα τ’ν πόρτα... Ξέρ’ς τι ήθιλι αυτός; Ήθιλι να βρει ένα σπίτι, να έχει παρέα για να τρώει του βράδυ... Θ’μάμι μας έδ’χνι κι μία φουτουγραφία μι του πιδί τ' κι έσκουζι (έκλαιγε)! Καλός άνθρουπους... Είχι έρθει κι άλλις φουρές για να φάει βράδυ στου σπίτι... Θ’μάμι τότι πο’ ’φ’γαν οι Ιταλοί για τ’ν Αλβανία, τουν είδαμαν κι αυτόν τουν έρ’μου μ’ ένα χειράμαξου, κ’βάλαγι πυρουμαχικά... Κι πάει μ’ αυτό στ’ν Αλβανία! Δεν τουν ματάειδαμαν απού τότι...».
Περασμένα κι αξέχαστα…

Η Κούλα Τζαλμακλή-Χατζηγιάννη με βοήθησε να έρθω σε επαφή και με άλλους πληροφορητές (μία εξ αυτών, η οποία απεβίωσε, είχε γεννηθεί πριν ακόμη απελευθερωθούν τα Γιάννενα από τους Τούρκους), όμως μόνο αυτή είχε αποδεδειγμένα τόσο ισχυρή μνήμη, κυρίως όμως διάθεση να βοηθήσει την έρευνα, χωρίς ποτέ να δυσανασχετήσει. Της τηλεφωνούσα για να τη ρωτήσω παλιές, δυσερμήνευτες λέξεις και η απάντησή της τις περισσότερες φορές ήταν η εξής: «Αχ, τι θυμήθηκα τώρα…». Η νοσταλγία κυριαρχούσε και το ταξίδι πίσω στον χρόνο επαναλαμβανόταν άπειρες φορές.

Θυμόταν από μνήμης πολλά παραδοσιακά τραγούδια. Για παράδειγμα: «Έσκασε το χειλάκι μου σε πέντε-δέκα τόπους. Μήν’ (μήπως) από το γκιντέρι (καημός) μου, μήν’ από τους ανθρώπους;». Άλλο: «Στα Γιάννενα, στον Κουραμπά, έχω ένα χελιδόνι, παρακαλώ τη γειτονιά να μη μου το μαλώνει».

Η αφήγησή της χαρακτηριζόταν από έντονη οπτικοποίηση και θεατρικότητα. Μια μέρα τής είπα ότι ανησύχησα που δεν σήκωνε το τηλέφωνο. Η απάντησή της: «Τι κιαμέτι (θεομηνία, κατακλυσμός) ήταν αυτό σήμιρα του προυί… Γης κι ουρανός ένα! Δε φαίνουνταν τίπουτα! Κόπ’κι του ρεύμα, χάλασαν κι τα τηλέφουνα...».

Τα λεγόμενά της πάντα είχαν ισχυρό συναισθηματικό φορτίο και λογοτεχνική χροιά, ακόμα κι όταν αφορούσαν τετριμμένα πράγματα. «Αυτά τα λιλέκια (πελαργοί) έρθουντι ιδώ κι γιννάν’... Τότι π’ μιγαλώνουν τα π’λιά, του χινόπουρου, φεύγουν κι ματάρθουντι του Μάρτη... Είνι σαν τα πιδιά, π’ μιγαλώνουν κι φεύγουν... Ιμείς οι γιρόντοι μαναχά κάθουμαστι ιδώ... Δεν πααίνουμι π’θινά...».

«Είχι πουλύ αέρα ιχτέ… Βόγκαγι η λίμνη ιδώ στα Γιάννινα… Σήμιρα έπισι ου αέρας κι λάρουσι (γαλήνεψε) η λίμνη… Κι στα χρόνια τα θ’κά μ’ έλιγαν ότι άμα άρχιζι ου αέρας κι βόγκαγι η λίμνη 'Μπαστί έρ’ξαν!' (έπνιξαν νόθο παιδί)…. Κι άμα δεν το ’βγανι στ’ς 24 ώρις, έλιγαν στ’ς τρεις μέρις θα του βγάλει...»
Καλονοικοκυρά και υπέρκομψη

Η κυρα-Κούλα, εκτός από τα άλλα ταλέντα της, ήταν άριστη νοικοκυρά. Χρυσοχέρα κυριολεκτικά. Κυρά κι αρχόντισσα παλαιάς κοπής. Ακόμη κι όταν είχε σοβαρά προβλήματα με τα πόδια, μετακινούνταν με το μπαστούνι μέσα στο σπίτι για να φτιάξει ένα μερακλίδικο φαγητό ή γλυκό του παλιού καιρού. Κεντούσε κι έπλεκε μέχρι τα βαθιά γεράματα. Οι δικοί της τής έλεγαν να μην κουράζεται, όμως αυτή θεωρούσε αδιανόητο να κάθεται με τα χέρια σταυρωμένα.

Στο σπίτι της είχε σε περίοπτη θέση ένα παλιό βιβλίο με τίτλο «Η κοινωνική συμπεριφορά στο τραπέζι», το έδειχνε με καμάρι σε όλους.

Η φινέτσα και το καλό γούστο επίσης χαρακτήριζαν την αείμνηστη. Σε μια αφήγησή της μου έλεγε το εξής: Όσο κι αν ακούγεται παράξενο, οι καλές μοδίστρες στα Γιάννενα δεν αναλάμβαναν να ράψουν ρούχα από κακής ποιότητας υφάσματα (για παράδειγμα που «δεν έχυναν» καλά, δηλ. δεν έκαναν ωραίες πτυχώσεις), αλλά παρέπεμπαν τις υποψήφιες πελάτισσες σε νεόκοπες μοδίστρες, που μόλις «είχαν πάρει ψαλίδι». «-Να του πας στ’ Μαριγούλα να σ’ του ράψει αυτό του ύφασμα... -Για τα μούτρα τ’ς το 'χου... Θα του δώκου σι τιρζίνα (μοδίστρα) να μ’ του ράψει!». «Δε γένισι καλή τιρζίνα άμα σκιάζισι του ψαλίδι... Όλη η μαστουριά είνι στου κόψιμου... Οι τιρζίνις μάς έραβαν ό,τι χρειάζουμασταν... Τα παλιά τα χρόνια δεν ήταν έτοιμα ρούχα... Όταν ήρθαν τα έτοιμα τα ρούχα στα Γιάννινα, ούι τι χαρά κάναμαν... Θ’μάμι είχι ανοίξει ένα μαγαζί π' πούλαγι ζακέτις, μπλούζις για τ'ς γ’ναίκις...».
Η ζωή στο χωριό

Η αείμνηστη Αγγελική θυμόταν με απίστευτες λεπτομέρειες τη ζωή στο χωριό της, τον παππού και τη γιαγιά στο Καπέσοβο. Πήγαινε κάθε καλοκαίρι όταν ήταν παιδί, ενώ και όλη το διάστημα της Κατοχής το πέρασε οικογενειακώς εκεί. Μεταφέρω αυτούσιες τις αφηγήσεις της: «Τότι π’ δούλιβαν οι ιργάτ’σσις στ’ αμπέλι, πήγινι η κυραμάνα (γιαγιά) κι τ’ς έβανι κάτι στου στόμα (λίγου λουκούμι, κανιά καραμέλα), σι ώρις τακτικές… Όχι κάθι λίγου κι λιγάκι… Κάτι τι να τ’ς βάλει στου στόμα… Κι άμα έπιαναν τ’ν κουβέντα οι ιργάτ’σσις, δεν τ’ς μάλουνι, αλλά τ'ς έλιγι: ‘Αναγκάστι (βιαστείτε), κουπέλις! Ψια (λίγο) μι χέρια...’. Αυτό έλιγι...».

«Μι τουν καρβιλιάρη (ξύλινο φτυάρι για τον φούρνο) έβαναν του ψουμί ουλόβουλου (ολόκληρο) κι… ταγκ! Το ’ρ’χναν στ' μαυρόπλακα κι ψένουνταν… Η κυραμάνα μ’ (γιαγιά) έφκιανι χάσικου ψουμί (από καθαρό σταρένιο αλεύρι)... Χασικούρα... Καταΐσιου... Στ’ν πλάκα τα καρβέλια, μι τουν καρβιλιάρη... Κι δεν το ’κουβι μι του μαχαίρι, φέτις... Του τσάκ’ζι στου γόνατου... Ταγκ! Κόβουνταν μιγάλου κουμμάτι, του μ’σό του καρβέλι! Κι τρώγαμαν ιμείς τ’ αγγόνια... Προυτού τουν πόλιμου (ενν. 1940) αυτά π’ σ’ λέου...».
«Είμαι μεγαλύτερη… απ’ όλες τις συμμαθήτριές μου!»

Ένα άλλο χάρισμα της κυρα-Κούλας ήταν το πραγματικά μοναδικό χιούμορ της. Μια μέρα μού είπε: «Εγώ είμαι μεγαλύτερη απ’ όλες τις συμμαθήτριές μου, και μάλιστα πολλά χρόνια!». Δεν το κατάλαβα, θεώρησα απορίας άξιο πώς μπορεί να συμβαίνει αυτό. «Αχ, Βασίλη μου… Οι συμμαθήτριές μου είναι μικρότερες από μένα γιατί την κρύβουν την ηλικία τους, ενώ εγώ τη λέω ξεκάθαρα! Τα έζησα τα χρονάκια μου, γιατί να τα κρύψω όπως κάνουν αυτές; Τις προάλλες, μπροστά μου κιόλας, μια παλιά μου συμμαθήτρια έκρυβε πέντε χρόνια… Δεν καταλαβαίνουν ότι αυτό που κάνουν είναι γελοίο;».

Από το ανεπανάληπτο χιούμορ της δεν γλίτωνε κανείς, ακόμη κι αν επρόκειτο για πρόσωπα που έζησαν πριν από χρόνια. «Ικειά τα χρόνια είχαν πέραση οι άσπρις κι οι παχιές, μι τ’ άσπρα τα μούτρα… Καμάρουναν οι θ’κοί τ’ς... Οι γ’ναίκις άλειφαν τα μούτρα μι σουλμά (ιδιοπαρασκευασμένο καλλυντικό, κρέμα προσώπου)… Ήταν φκιασίδι... Έφκιαναν του μούτρου σα να ’ταν ασβιστουμένου! Σαν προυσουπίδις (μασκαράδες των Απόκρεω) γένουνταν! Δεν ήταν ούτι να γιλάσουν, ούτι να κρίνουν (μιλήσουν), γιατί έσκαγι του μούτρου! Ου σουλμάς ήταν άσπρους... Σα να τ’ς είχις αλείψει μι γιαούρτι πρόβειου! Σα ρ’ζόγαλου ήταν τα μούτρα τ’ς! Άμα τ'ς ήβλιπις χουρίς σουλμά, ήταν καταζαρουμένις...».
Αξιοθαύμαστη γενναιότητα μπροστά στις δυσκολίες

Χωρίς υπερβολή θα μπορούσε να γραφτεί ένα ολόκληρο βιβλίο μόνο για να καταγράψει το ψυχικό σθένος αυτής της γυναίκας. Δεν λύγισε στις απάνθρωπες δυσκολίες της Κατοχής, στα δεινά του Εμφυλίου, στην πείνα και την εξαθλίωση. Όλα αυτά τα αντιμετώπιζε με ένα πείσμα μοναδικό, με μια περηφάνια αξιοζήλευτη. Δεν διαμαρτυρόταν για τα πόδια που την πονούσαν. «Ε, τι να κάνουμε… Μεγάλοι είμαστε… Ο σιούμπασης (αρχηγός, μεταφορικά το μυαλό) να ‘ναι καλά, αυτό είναι το παν…», έλεγε γελώντας.

Ούτε όμως κι ο μέγας και έσχατος εχθρός όλων μας, ο θάνατος, τρόμαζε την κυρα-Κούλα. Τον αντιμετώπιζε με αξιοπρέπεια και λεβεντιά, για να μην πω με περιφρόνηση. Όταν ο Χάρος θέρισε ξαφνικά τον λατρεμένο γιο της Γιώργο, η μητέρα του τον θρήνησε μεν και η θλίψη φώλιασε για πάντα στην ψυχή της, αλλά δεν την ισοπέδωσε. Τραυματισμένη ψυχολογικά, με πόνο ανείπωτο στην καρδιά, όμως ορθοπόδησε και πάλι, για χάρη των δικών της ανθρώπων.

Με μελαγχολία μού μιλούσε για το ότι «έφυγαν» οι περισσότεροι συνομήλικοί της, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να βρει συνομιλητή για να μιλήσει στο τοπικό ιδίωμα.

Στα κείμενα που έγραφε κάθε βδομάδα στον τοπικό Τύπο αποτύπωνε τους προβληματισμούς του πολίτη που αγωνιά για την τύχη του τόπου του, όχι μόνο της πόλης του, αλλά και της χώρας του συνολικά. Πριν από λίγα χρόνια μού είχε πει: «Βασίλη μου, τα πράγματα σήμερα είναι χειρότερα κι απ’ την Κατοχή! Τότε ξέραμε ποιον έχουμε απέναντί μας, ποιον πολεμάμε… Σήμερα είναι αόρατος ο εχθρός. Τότε είχαμε ένα όραμα. Ειδικά όταν άρχισε να διαφαίνεται η νίκη των συμμάχων, είχαμε όλοι μια ελπίδα, ότι θ’ απελευθερωθούμε και θα καλυτερέψει η ζωή μας… Ενώ σήμερα ο κόσμος είναι απελπισμένος, η κατάσταση χειροτερεύει μέρα με τη μέρα…».
Πολύτιμο φυλαχτό η ευχή της!

Το Σάββατο 9 Μαρτίου, παραμονή της Τυρινής, ήμουν στο σπίτι της κυρα-Κούλας, στη Ζωοδόχο. Ηλιόλουστη η μέρα, οπότε ήπιαμε τον καφέ στην αυλή. Η κυρα-Κούλα απολάμβανε τη φροντίδα και την αγάπη των ανθρώπων της και αγνάντευε γαλήνια το Μιτσικέλι.

Συγκινήθηκα όταν την είδα καταβεβλημένη. Δεν παραπονέθηκε για κανέναν άλλο λόγο παρά μόνο για το ότι λόγω προβλημάτων όρασης δεν μπορούσε πλέον να διαβάσει και να γράψει! «Διάβασε» τη θλίψη μου. Τα βλέμματά μας διασταυρώθηκαν. «Βασίλη, θέλω να με θυμάσαι…». «Μα αυτό είναι αυτονόητο, κυρα-Κούλα μου! Ξέρεις πόσο σ’ αγαπάω! Σου είμαι ευγνώμων για τη βοήθειά σου…», ψέλλισα και με δυσκολία πλέον προσπαθούσα να συγκρατήσω τα δάκρυα. Ζήτησα την ευχή της. «Την έχετε, παιδί μου… Κι εσύ κι όλος ο κόσμος! Κι ακόμα μεγαλύτερη ευχή για όσους αγαπάνε τα βιβλία και διαβάζουν…», είπε συγκινημένη. «Σου εύχομαι όχι απλώς να τα κατοστήσεις, αλλά να ζήσεις πολύ πάνω απ’ τα εκατό!», της είπα κομπιάζοντας. «Σπάρα απ’ τον τόπο σου! (κουνήσου απ’ τη θέση σου)… Έζησα εγώ…», φώναξε χαμογελώντας η γλυκύτατη γιαγιά, με την πληρότητα της ζωής ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της.

Της υποσχέθηκα να ανταμώσουμε το Πάσχα. Ο Χάρος μάς πρόλαβε και χάλασε τα σχέδιά μας. Η κυρα-Κούλα πέρασε ήδη στη χορεία των αθανάτων, πλήρης αγάπης, βιωμάτων και προσφοράς!

Αιωνία η μνήμη της
!

Έκανα καθήκοντα μοναχής Βίκυ Μοσχολιού Μοναχός Ησύχιος


Οι γυναίκες στην ΕΟΚΑ



site analysis


Γράφει ο Πέτρος Παπαπολυβίου

Η σημερινή επέτειος της 1ης Απριλίου 1955 αλλά και το νέο βιβλίο της Μαρούλας Βιολάρη-Ιακωβίδου με τίτλο «Μη ορρωδήσασα… Ένα δοκιμιακό αντίδωρο» (Λευκωσία: Εν Τύποις 2018) μας δίνει την ευκαιρία να μιλήσουμε για τη συμμετοχή των γυναικών της Κύπρου στην ΕΟΚΑ. 

Από τα πιο αξιοπρόσεκτα παρεπόμενα της γυναικείας συμβολής στην ΕΟΚΑ είναι ότι η γυναικεία χειραφέτηση για μεγάλες ομάδες του πληθυσμού στο νησί μας κατακτήθηκε μέσα από τη συμμετοχή στον απελευθερωτικό αγώνα. Βασικοί πυρήνες για τη γυναικεία στελέχωση υπήρξαν οι χριστιανικές οργανώσεις, οι ΟΧΕΝ Νεανίδων, αλλά και τα σχολεία (στο Παρθεναγωγείο Φανερωμένης ο Χριστόδουλος Παπαχρυσοστόμου όρκιζε τις μαθήτριές του στην ΕΟΚΑ στο γραφείο της διεύθυνσης του σχολείου). Και είναι εντυπωσιακό ότι στην ερμητικά «κλειστή» οργανωτική διάρθρωση της ΕΟΚΑ, ο αρχηγός της ανέθεσε τα καθήκοντα του τομεάρχη (στη Λάρνακα) στις αγωνίστριες Ελενίτσα Σεραφείμ και Τούλα Χαραλάμπους. Και αντίστοιχα, νεαρά κορίτσια όπως η Νίνα Δρουσιώτη, η Λούλα Κοκκίνου και η Δήμητρα Κουρσουμπά, ανέλαβαν νευραλγικά καθήκοντα στο σύστημα των συνδέσμων. 

Όπως έχει γράψει ο Γιαννάκης Δρουσιώτης, στενός συνεργάτης του Γρίβα-Διγενή στην ΕΟΚΑ, ήταν τέτοιος ο ενθουσιασμός, ώστε η Λούλα Κοκκίνου ζητούσε από τον αρχηγό της ΕΟΚΑ τον σχηματισμό ανταρτικής γυναικείας ομάδας… Όσο κι αν ήταν αδιανόητο για τις συνθήκες της εποχής, οι κοπέλες – σύνδεσμοι χειρίζονταν άψογα τις θεωρούμενες «ανδρικές υποθέσεις» και όχι απλώς τα κατάφερναν, αλλά μεγαλουργούσαν σε ευρηματικότητα, θάρρος και ανδρεία, όταν μετέφεραν την αλληλογραφία, όταν συνόδευαν τους μετακινούμενους αγωνιστές ή όταν παρέδιδαν οπλισμό. 

Θυμίζω εδώ το σχετικό απόσπασμα από τα «Απομνημονεύματα» του Γ. Γρίβα-Διγενή: «Αι γυναίκες απεδείχθησαν πολύ έμπιστοι και παραδόξως ολιγώτερον φλύαροι ή οι άνδρες εις την εκπλήρωσιν της αποστολής των, καθώς επίσης και περισσότερον καρτερικαί εις τα βασανιστήρια των Άγγλων. Ουδεμία γυνή εξ εκείνων, τας οποίας επέλεξα και εχρησιμοποίησα εις εμπιστευτικάς αποστολάς, επρόδωσε ή εφλυάρησε ή απεκάλυψέ τι κατόπιν βασάνων υπό της αγγλικής ιεράς εξετάσεως.» 

Εάν συνυπολογιστούν τα φρικτά βασανιστήρια στα οποία υποβλήθηκαν οι αγωνίστριες που συνελήφθηκαν, ορισμένες από τις οποίες είχαν σημαντικό ρόλο στην ΕΟΚΑ, αλλά και το κυρίαρχο στερεότυπο της «γυναικείας φλυαρίας» στη δεκαετία του 1950 –τουλάχιστον-, μπορεί να συνειδητοποιηθεί το ειδικό βάρος του παραπάνω αποσπάσματος. 

Και βέβαια, ή γυναικεία προσφορά δεν περιορίζεται στα στελέχη. Είναι η πολύτεκνη μάνα Λουκία Λαουτάρη-Παπαγεωργίου που δολοφονήθηκε από τον βρετανικό στρατό, όταν προσπάθησε να προστατέψει ένα παιδί στο Αυγόρου που έγραφε συνθήματα υπέρ της ΕΟΚΑ. Είναι οι μαθήτριες των σχολείων που πετροβολούσαν τα μέλη των «Δυνάμεων Ασφαλείας», οι μητέρες, οι σύζυγοι και οι αδελφές των ηρώων, οι γυναίκες που φιλοξένησαν καταζητούμενους αγωνιστές και αντάρτες στα σπίτια τους αψηφώντας τους κινδύνους: την ανατίναξη του σπιτιού τους... Η Δέσποινα Κ. και η Δέσποινα Χ. από τον Άγιο Θεόδωρο Αγρού, που επισκέπτονταν τακτικά τους αντάρτες της Παπούτσας μέσα στην παγωνιά και στο σκοτάδι, για να τους φιλέψουν με σπιτικό φαγητό και να τους πλύνουν τα ρούχα. Οι χήρες των «ανωνύμων» αγωνιστών, που συνέχισαν τις πικρές ζωές τους δουλεύοντας διπλά για να μεγαλώσουν τα ορφανά τους στα κακοτράχαλα βουνά και στα δημόσια έργα. Η Νίτσα Χατζηγεωργίου, για όσα υπέφερε στα χέρια των βασανιστών της και για όσα αφέθηκε να αντιμετωπίσει μόνη της στα χρόνια που ακολούθησαν. Η Βασιλού και η Κλαίρη, που παντρεύτηκαν μυστικά και εσπευσμένα τους αγαπημένους τους, επειδή τους «κάλεσε η πατρίδα». Ακόμη και εκείνα τα κοριτσόπουλα – οι εφηβικοί έρωτες των μελλοθανάτων αγωνιστών της αγχόνης - που δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν τις προκαταλήψεις της εποχής και δεν βρήκαν το σθένος να αποχαιρετίσουν τους ήρωές τους στις Κεντρικές Φυλακές…

Ένα σύντομο άρθρο είναι αδύνατο να συνοψίσει τις γυναικείες όψεις του αγώνα της ΕΟΚΑ. Μιαν άλλη διάσταση αποκαλύπτει το απόσπασμα από το βιβλίο της Μ. Βιολάρη – Ιακωβίδου, που ως δημοσιογράφος και μέλος της ΕΟΚΑ έζησε συγκλονιστικές στιγμές κατά το 1955-1959: «Θα ήταν παράλειψη αν δεν επεσήμαινα και το τραγικό μεγαλείο της μάνας του Χρύσανθου Μυλωνά, της Ελένης. Σαράντα μέρες μετά τη δολοφονία του γιου της, οι γονείς του δολοφόνου-προδότη, κάνουν μνημόσυνο για τον γιο της – κι αυτό πρωτόγνωρο. Η Ελένη πηγαίνει στο μνημόσυνο και – ναι – πίνει καφέ στο σπίτι του προδότη, που έχει ήδη φυγαδευθεί από τους Άγγλους. 
– Να καταριέσαι τον γιο μου, όπως τον καταριούμαι κι εγώ, της λέει η μάνα του προδότη. 
– Όι, εν ημπορώ. Ας τον κρίνει ο Θεός, απαντά η Ελένη Μυλωνά.» 

*Ο Π. Παπαπολυβίου είναι αναπλ. καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.