Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2019

Η γερόντισσα Αλυπία του Κιέβου (Avdeyeva,1910– 1988) η δια Χριστόν σαλή



site analysis

Εκοιμήθη στις 17/30 (ν.η.) Οκτωβρίου 1988
«Ημείς μωροί δια Χριστόν …» Α’ Κορ. δ. 10
«Ότι εν πυρί δοκιμάζεται χρυσός και άνθρωποι δεκτοί εν καμίνω ταπεινώσεως. » (Σοφ. Σειραχ. 2,5)
«Ότι ο Θεός επείρασεν αυτούς, και εύρεν αυτούς αξίους εαυτού. Ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτούς. » (Σοφίας Σολομώντος Κεφ. 3, 5-6)
Αλυπία του Κιέβου Старица Алипия Голосеевской-47-6-
Γεννήθηκε το 1910 στην περιοχή της Πένζα, και στο βάπτισμά της της δόθηκε το όνομα της αγίας μάρτυρος Αγάθης, της οποίας την εικόνα έφερε όλη της τη ζωή στην πλάτη της. Η μητέρα της ήταν πολύ ευσπλαχνική και ελεήμων. Ήταν φορές, που έβαζε κάθε είδους τρόφιμα στην ποδιά της και της έλεγε να τα πάει στους φτωχούς του χωριού τους.
Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 άλλαξε ανελέητα τη ζωή της. Η ίδια επέζησε με θαυμαστό τρόπο. Το 1918 οι γονείς της πυροβολήθηκαν ενώ αυτή έλλειπε από το σπίτι. Παρά τη βαθειά θλίψη της, όλη τη νύχτα η οκτώχρονη κοπέλα διαβάζε το Ψαλτήρι για τους νεκρούς γονείς της. Το ορφανό φιλοξενήθηκε για λίγο στη θεία της. Μετά από σπουδές στο σχολείο για δύο μόνο χρόνια, πήγε να “περιπλανηθεί” στα ιερά μέρη …πήρε το σταυρό της και ακολούθησε τον Χριστό, έτοιμη να υποφέρει γι ‘αυτόν. Έγινε εντελώς σιωπηλή και αφοσιώθηκε τελείως στην προσευχή. Ζούσε με ό,τι της έστελνε ο Θεός, και ήταν φορές που περνούσε τη νύχτα στην ύπαιθρο.
Οι σκληρές δοκιμασίες δεν σκλήρυναν την συμπονετική καρδιά της, αλλά την έκαναν ακόμα πιο φιλεύσπλαχνη. Η απέραντη ανθρώπινη θλίψη ώθησε το κορίτσι να προσεύχεται συνεχώς για τους πονεμένους και βασανισμένους. Η περιπλάνηση της ζωή της την είχε διδάξει να είναι ευγνώμων στον Θεό και στους ανθρώπους για το παραμικρό καλό: για την μέρα που πέρασε, για μια ήσυχη νύχτα, για μια γουλιά νερό, για τα ψίχουλα από το γεύμα κάποιου, για έναν καλό λόγο και μια φιλική συμπεριφορά. Το δώρο της ευγνώμονος αγάπης, η μάτουσκα το είχε σε όλη της τη ζωή. Γερόντισσα πια ευχαριστούσε έναν άνθρωπο ακόμη και για μια καλή σκέψη που έκανε για αυτήν.
Κατά τα χρόνια της απιστίας και των διωγμών, συνελήφθη και πέρασε δέκα χρόνια φυλακή, παρά τις δύσκολες συνθήκες κράτησης, προσπαθούσε να κρατήσει τη νηστεία και την αδιάλειπτη προσευχή.
Θαυματουργή απελευθέρωση από τη φυλακή, από τον Αποστόλο Πέτρο
Στη φυλακή όπου κρατήθηκε, υπήρχαν πολλοί ιερείς. Κάθε βράδυ, έπαιρναν 5-6 ανθρώπους και δεν ξαναγύριζαν. Τέλος, όταν έμειναν μόνο τρεις φυλακισμένοι στο κελί: ένας ιερέας, ο γιος του και η μάτουσκα, ο ιερέας είπε στον γιο του: “Ας ψαλλουμε την κηδεία μας, σήμερα την αυγή θα μας πάρουν “. Μετά από αυτό, ο ιερέας είπε ότι η μάτουσκα θα ζήσει. Η μάτουσκα παρέμεινε μόνη, η πόρτα άνοιξε ήσυχα μέσα στην φυλακή, κι ο Απόστολος Πέτρος μπήκε μέσα και από την πίσω πόρτα την οδήγησε στη θάλασσα όπου την διέταξε να πάει κατά μήκος της ακτής. Για την υπόλοιπη ζωή της δεν σταμάτησε να τον ευχαριστεί για την απελευθέρωσή της, τον θεωρούσε προστάτη της και στον ναό η θέση της ήταν πάντα στην εικόνα των ιερών αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Περπάτησε χωρίς φαγητό και νερό για 11 ημέρες. Σκαρφάλωσε σε τεράστια βράχια, χτύπησε, έπεσε, σηκώθηκε, ξανάπεσε… Αλλά ο Κύριος την βοήθησε. Της έμειναν βαθιά σημάδια στα χέρια της, τα οποία μετά έδειχνε.
ΠΕΤΡΟΣ ΦΥΛΑΚΗ_Peter Apostle_апостолы Петр__1f71be8069b8d59c7432da2347fb132
Η περιπλάνηση άρχισε ξανά, αλλά ο Κύριος προστάτευε την εκλεκτή Του.

Η μητέρα μας προσπαθούσε πάντοτε να μην προκαλέσει τη δίωξη των αρχών. Η ασκήτρια ήταν πάντα μοναχική, αθέατη, ταπεινή, δεν άκουγε τίποτα και δεν κατέκρινε κανέναν. Κανείς δεν γνώριζε για τις προσευχές της, αλλά κάθε εργασία της την εκτελούσε προσεκτικά και ευσυνείδητα. Δεν είχε ποτέ ένα καταφύγιο, και ποτέ δεν είχε ασφαλές σπίτι. Αν κατάφερνε να βρει ένα καταφύγιο κάπου για να περάσει τη νύχτα, προσπαθούσε να μην επιβαρύνει τους οικοδεσπότες σε τίποτα, παντού διατηρούσε την καθαριότητα και την τάξη, ακόμα και στις πιο φτωχές συνθήκες. Η μητέρα μας πάντα ήταν πολύ λιτή.
Ο Αρχιμανδρίτης Κρονίδης ηγούμενος του μοναστηριού της Πετσέρσκαγια Λαύρας έκανε την μοναχική της κουρά και την ονόμασε Αλυπία, προς τιμή του οσίου Αλυπίου του εικονογράφου της Λαύρας.
Για τρία χρόνια έζησε στην κουφάλα ενός δένδρου υπομένοντας με ανδρεία κάθε δυσκολία. Μόνο η αδιάλειπτη προσευχή του Ιησού την παρηγορούσε, την ενίσχυε και την θέρμαινε. Έμεινε εκεί όσο ζούσε ο γέροντας της Κρονίδης. Στην Πετσέρσκαγια Λαύρα έμεινε περίπου 15-20 χρόνια.
Μετά το κλείσιμο της Κίεβο-Πετσέρσκαγια Λαύρα, το 1961 η ευλογημένη Αλυπία ξεκίνησε ξανά τη μακρόχρονη περιπλανώμενη ζωή της.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας της το Αγιο Πνεύμα,της ενίσχυε την πίστη και την αφοσίωσή της στο θέλημα του Θεού, που υπάκουα δέχθηκε από το χέρι του Κυρίου. Η μητέρα δεν ζήτησε ποτέ βοήθεια και προστασία από τους ανθρώπους, ζήτησε βοήθεια και προστασία μόνο από τον Θεό. Η πίστη και η εμπιστοσύνη της ήταν τόσο ισχυρή ώστε μόνο να άκουγες, με τι παιδική απλότητα έλεγε το Θεό, «Πατέρα!» Και εισακούονταν αμέσως οι προσευχές της, χωρίς καμμία αμφιβολία, πάνω απ ‘όλα ο Πατέρας ήταν γι’ αυτήν – ο πιο στενός οικείος, ο πιο αγαπημένος , ο προστάτης της.
Με τον καιρό, πήγε κι έμεινε σε ένα μικρό σπίτι κοντά στην περιοχή Goloseevskaya. Οι ντόπιοι, που γνώριζαν για τα θαύματα με τις προσευχές της, πήγαιναν συνέχεια ζητώντας τις προσευχές της για βοήθεια, θεραπεία ή μια συμβουλή. Αλλά το σπίτι στο οποίο ζούσε κατέρρευσε και ήταν ξανά στο δρόμο.
Τέλος, μέσα από τις προσπάθειες μιας πιστής γυναίκας, βρέθηκε ένα νέο σπίτι – στην οδό Zatevakhin. Εδώ, σε ένα μικρό δωμάτιο που είχε ξεχωριστή είσοδο, η μητέρα έζησε τα τελευταία εννέα χρόνια της ασκητικής της ζωής – από το 1979 έως το 1988.
Η Σταρίτσα γνώριζε πάντα πόσοι άνθρωποι και με ποιες ανάγκες έρχονταν και για όλους τους προετοίμαζε ένα γεύμα. Πολλοί κατά τη διάρκεια του γεύματος λάμβαναν θεραπεία από τις ασθένειές τους. Επίσης, θεράπευε τους αρρώστους και με μια δική της αλοιφή, η οποία ήταν τόσο θαυματουργή που όλοι πίστευαν ότι η θεραπευτική δύναμη της δεν ήταν στην ίδια την αλοιφή, αλλά στις άγιες προσευχές της. Κατά κανόνα, οι επισκέπτες έφευγαν χαρούμενοι και … θεραπευμένοι, αν και δεν μπορούσαν να το καταλάβουν αμέσως. Η μάτουσκα έλεγε ένα λόγο σε όλους και αυτός γινόταν κατανοητός μόνο από τον άνθρωπο στον οποίο απευθυνόταν αυτός.
Στη μητέρα Αλυπία έρχονταν όχι μόνο πιστοί, αλλά και αθεϊστές και κομμουνιστές με  δύσκολα προβλήματα και σοβαρές ασθένειες. Κι όλους τους βοηθούσε με την αγάπη και την προσευχή της , στρέφοντάς τους προς τον Χριστό. Μόνο ο Θεός ξέρει πόσους ανθρώπους έσωσε από την καταστροφή και την απόγνωση, πόσους θεράπευσε, πόσες οικογένειες έσωσε από την διάλυση.
Τον Απρίλιο του 1988 κρατούσα, λέει η συνοδός-φίλη της Μαρία, το Ημερολόγιο της Εκκλησίας και η Μητέρα ρωτάει: “Κοίτα τι μέρα είναι στις 30 Οκτωβρίου.” Κοίταξα και είπα: “Κυριακή”. Επανέλαβε: “Κυριακή”. Μετά το θάνατό της, συνειδητοποιήσαμε ότι τον Απρίλιο η μητέρα μας γνωστοποίησε την ημέρα του θανάτου της που από έξι μήνες πριν αυτήν ήδη γνώριζε. Και μια άλλη φορά είπε:
«Θα φύγω όταν αρχίσουν οι παγετοί και πέσει το πρώτο χιόνι ».
Μια εβδομάδα πριν από το θάνατό της συγκεντρώθηκαν στο κελί της πάλι τα πνευματικά της παιδιά. Απευθύνθηκε σε όλους λέγοντας:
Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με!
Μετά γύρισε προς τον Θεό:
– Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με!
Και έκανε το σημείο του σταυρού.
Άρχισε να κλαίει η πιστή διακόνισσα της, αλλά της φώναξε:”Μην κλαις, θα είμαστε για πάντα μαζί!” Είπε: “Πάντα να έρχεστε στον τάφο μου και όταν έχετε θλίψη και όταν έχετε χαρά, να λέτε τα πάντα σαν να είμαι ζωντανή, και ο Κύριος θα σας ακούει και θα σας βοηθάει!” Το βράδυ του Σαββάτου, στις 16/29 Οκτωβρίου, ήταν πολύ άρρωστη.
Αλυπία του Κιέβου Старица Алипия Киевская, Христа ради юродивая Голосеевской-_o1cqsdEDu51qer9mt_400
Την επόμενη μέρα, στις 17/30 Οκτωβρίου 1988, έπεσε το πρώτο χιόνι και άρχισε ο πρώτος παγετός. Όλοι προσευχόταν. Η μητέρα τους ευλόγησε όλους, εκτός από μία γυναίκα, να πάνε στην έρημο Κιτάγιεβο , και να προσευχηθούν γι ‘αυτήν στους τάφους της Μοναχής Δοσιθέας και του οσίου Θεοφίλου του δια Χριστόν σαλού.
Στη κοίμησή της, ήταν φωτεινή, σαν να κοιμόταν. Το πρόσωπό της ήταν ήρεμο και ιλαρό. Η κηδεία της έγινε την 1η Νοεμβρίου στην Εκκλησία της Ανάληψης της Μονής Φλωρόβσκι, όπου συγκεντρώθηκαν πολλοί άνθρωποι. Η θλίψη που ένοιωσαν όσοι την αγαπούσαν διαλύθηκε από μια ήσυχη χαρά, γεμάτη πίστη και ελπίδα. Όλοι ένιωθαν ότι αυτό ήταν θρίαμβος της πίστης μας, δεν ήταν θάνατος, αλλά μια νίκη πάνω του.
Είπε ένα πνευματικό της παιδί μετά την κοίμηση της: Είδα τη Μάτουσκα σε ένα όνειρο να είναι στα λείψανα του Οσίου Ζήνωνος του Νηστευτή της Μεγάλης Λαύρας του Κιέβου (30 Ιανουαρίου), με εξέπληξε το γεγονός ότι η μητέρα ήταν εδώ και εκείνη μου απάντησε: «Είμαι σε όλα τα Ιερά Σπήλαια».
Κάθε μέρα εκατοντάδες άνθρωποι έρχονται στον τάφο της. Την ημέρα της μνήμης της Μητέρας Αλυπίας, τεράστιες ουρές πιστών σχηματίζονται σε αυτόν. Η ανακομιδή των ιερών λειψάνων της αγίας μητέρας Αλυπίας έγινε το πρωί της 5/18 Μαΐου 2006.
***
Έλεγε ο πατήρ Μεθόδιος Demeevskoy Finkevich για τη μάτουσκα Αλυπία:
– Ήταν μια ενσάρκωση της καλοσύνης και της ευγένειας. Προσεύχομαι σε αυτήν ακόμη και για μικρά πράγματα.
Μεταξύ των πνευματικών της  παιδιών ήταν  ο πρώην επίσκοπος της Tulchin και Bratslav Ιππόλυτος (Khil’ko), όπου του προείπε ότι θα γίνει επίσκοπος.
Κατά τα χρόνια του πολέμου με το Αφγανιστάν, όσοι στρατιώτες ζήτησαν τις προσευχές της δεν στάλθηκαν στο Αφγανιστάν και έτσι απέφυγαν τον θάνατο.
Τις αποκαλύφθηκε ότι στις 26 Απριλίου 1986 θα γίνει ατύχημα στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ. Και η μητέρα Αλυπία προειδοποίησε τους ανθρώπους πολύ πριν από την τραγωδία ότι η γη θα καεί, ότι θα «δηλητηριαστούν» η γη και το νερό.
“Κάτω από το έδαφος καίγεται, Σβήστε τη φωτιά!” Έλεγε η ευλογημένη. “Μην αφήνετε το φυσικό αέριο!” Κύριε! Τι θα συμβεί τη Μεγάλη Εβδομάδα!
Αλλά κανείς δεν την καταλάβαινε. Πάνω από μισό χρόνο, η ευλογημένη γυναίκα παρέμεινε σε έντονη προσευχή για τη σωτηρία της γης και των ανθρώπων από μια τρομερή καταστροφή. Μια ημέρα πριν από το ατύχημα, η μητέρα μας περπατούσε στους δρόμους και φώναζε:
– Κύριε! Λυπήσου τα μωρά, μη καταστρέψεις τους ανθρώπους!
Οι άνθρωποι που ήρθαν σ ‘αυτήν εκείνη την ημέρα, τους συμβούλευε:” Κλείστε τις πόρτες και τα παράθυρα καλά, θα υπάρξει πολύ αέριο. “
Αλυπία του Κιέβου Старица Алипия Киевская, Христа ради юродивая Голосеевской-71419802_w640_h2048_matushka_alipiya
Ο Κύριος αποκάλυψε στην γερόντισσα τον πνευματικό λόγο της τραγωδίας του Τσερνομπίλ, αλλά δεν μπορούσε να αποτρέψει εντελώς την οργή του Θεού από τους ανθρώπους που την προκάλεσαν.
Όταν συνέβη το ατύχημα και άρχισε ο πανικός, ειδικά στο Κίεβο και στις πόλεις και τα χωριά κοντά στη ζώνη των 30 χιλιομέτρων, η μητέρα Αλυπία δεν έφυγε από το σπίτι. Αυτή, ως στοργική μητέρα, προέτρεψε όλους να ηρεμήσουν, να στραφούν στον Θεό και να στηριχθούν στη βοήθεια και το έλεός Του. Η μακαρία κάλεσε τους ανθρώπους να στραφούν στον Σταυρωμένο Κύριο Ιησού Χριστό και να θυμούνται τη δύναμη του Σταυρού Του, που νίκησε τον θάνατο.
Την ρώτησαν: Να φύγουμε;
Είπε: όχι. Όταν ρωτήθηκε τι να κάνουν με τα τρόφιμα, είπε: “Πλύντε τα, προσευχηθείτε λέγοντας το ” Πάτερ ημών” και το ” Θεοτόκε Παρθένε “σταυρώστε τα και φάτε και θα είναι καθαρά” …
Η μητέρα ευλόγησε να καλύψουν τα σπίτια κάνοντας το σημείο του Σταυρού και να συνεχίσουν να ζουν μέσα, να σταυρώνουν το φαγητό και να το τρώνε χωρίς φόβο.
– Πώς να πιούμε ραδιενεργό γάλα; Την ρώτησαν με φόβο.
– Να το σταυρώνετε – απάντησε η μητέρα μας – και δεν θα έχει ακτινοβολία.
Σε αυτές τις φοβερές ημέρες, η μάτουσκα στήριζε πολλούς και τους συγκρατούσε από τον πανικό και την απελπισία και τους οδηγούσε στο Θεό.
Η μητέρα προειδοποίησε τα πνευματικά παιδιά της και για μια άλλη καταστροφή, ένα “πνευματικό Τσερνομπίλ”: τη μελλοντική  διαίρεση του ”Φιλαρέτου” στην Ουκρανία. Προέβλεψε κι έπειθε τους επισκέπτες της ότι έπρεπε να ανήκουν μόνο στην κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο Αλεξέι Α. θυμάται: “Όταν είδε τη φωτογραφία του Φιλαρέτου, είπε: ” Δεν είναι δικός μας “. Αρχίσαμε να τις εξηγούμε ότι αυτός είναι ο Μητροπολίτης μας, νομίζοντας ότι δεν τον ξέρει, αλλά και πάλι η ίδια σταθερά επαναλάμβανε: «Δεν είναι δικός μας.» Τότε δεν καταλαβαίναμε την έννοια των λέξεών της, και τώρα μας εκπλήσσουν, πόσα χρόνια πριν η μητέρα είχε προβλέψει τα πάντα ».
Ο Ν.Τ. θυμάται: «Είμασταν στη μάτουσκα, και μιλάγαμε. Η σόμπα έκαιγε, κάποιος της έδειξε ένα περιοδικό στο οποίο υπήρχε μια μεγάλη φωτογραφία του Mητρ. Φιλαρέτου Denisenko. Η μητέρα άρπαξε το περιοδικό, το πέταξε με τα δύο δάχτυλα και φώναξε: “Ου, ου, ου, πόση θλίψη θα φέρει στους ανθρώπους, πόσο κακό θα κάνει. Λύκος με ένδυμα προβάτου! Στη σόμπα, στη σόμπα! “. Άρπαξε το περιοδικό και το έριξε στη σόμπα. Όταν συνήλθε από την σύγχυση, κάθισε σιωπηλά, και άκουγε τη σόμπα, που καίγονταν το περιοδικό. Είπα στη μητέρα: “Και τι θα συμβεί;” Η μητέρα χαμογέλασε με το μεγάλο παιδικό χαμόγελο της και είπε: “Ο Βλαντιμίρ θα είναι, ο Βλαντιμίρ!”. Και όταν υπήρξε διάσπαση στην εκκλησία μας, εμείς χωρίς καμία αμφιβολία και δισταγμό ακολουθήσαμε αυτή που η μητέρα μας έδειξε ενάμιση χρόνο πριν τον θάνατό της και σχεδόν πέντε χρόνια πριν από τα γεγονότα ».
Προέβλεψε όλα τα επόμενα δεινά και τον επερχόμενο πόλεμο.Τα νεκρά σώματα θα είναι σαν βουνά, και κανείς δεν θα τα παίρνει για να τα θάψει. Οι άνθρωποι θα τρέχουν από τόπο σε τόπο. Θα υπάρχουν πολλοί μάρτυρες που θα μαρτυρήσουν για την Ορθόδοξη πίστη.
Αλυπία του Κιέβου Старица Алипия Киевская, Христа ради юродивая Голосеевской-g14051
Κάθε ανθρώπινη δυστυχία και θλίψη προκαλούσε πάντα μεγάλη συμπόνια στην ψυχή της γερόντισσας. Η επιθυμία της να τους βοηθήσει όλους εκφράστηκε όχι μόνο με εντατικές προσευχές, αλλά και με το να υποβάλει το γεροντικό, ταλαιπωρημένο σώμα της σε στερήσεις. Έτσι, κατά τη διάρκεια μιας ξηρασίας, όχι μόνο δεν έτρωγε φαγητό, αλλά δεν έπινε και νερό, ακόμη και στον καύσωνα.
Κάποτε, η ευλογημένη, ικετεύοντας τον Κύριο να βρέξει, δεν έτρωγε ούτε έπινε για δύο εβδομάδες. Και όταν έριξε μια δυνατή νεροποντή, η μητέρα Αλυπία με μεγάλη χαρά πήγαινε γύρω από το σπίτι, σηκώνοντας τα χέρια της προς τον ουρανό .
– Δόξα τω Θεω! Βροχή! Φώναζε δυνατά.
– Δόξα τω Θεω! Βροχή! Η συγκομιδή! Η συγκομιδή! Η συγκομιδή!
Ακόμα η μητέρα ενίσχυε τον αγώνα της και στις περιπτώσεις που τα πνευματικά της παιδιά προσέβαλλαν τον Θεό με την ανυπακοή τους.
Τα τελευταία εννέα χρόνια της ζωής της, έζησε στο Γκοζοσεέβο. Εδώ αποκαλύφθηκαν πλήρως τα μεγάλα πνευματικά της χαρίσματα . Το δώρο της προόρασης και διόρασης, που της χάρισε ο Κύριος, να διαβάζει τις καρδιές των ανθρώπων που έρχονταν σε αυτήν, σαν ανοιχτό βιβλίο, της ίασης αλλά πάνω απ ‘όλα – το δώρο της αγάπης. Κατανοούσε τη γλώσσα των ζώων και των πουλιών. Προειδοποιούσε τους ανθρώπους για κινδύνους, βοηθούσε να αποφευχθούν προβλήματα και πειρασμοί ή προστάτευε από επικείμενη καταστροφή. Έτσι, μια μέρα προσευχόταν όλη τη νύχτα στα γόνατα να σωθεί μια κοπέλα που βρισκόταν στα χέρια ενός σαδιστή σε μια άγνωστη πόλη, παρακαλούσε τον Κύριο να σώσει τη ζωή του κοριτσιού. 
Ήταν και είναι μια ανεξάντλητη πηγή θαυμάτων.
Απολυτίκιον Ήχος πλ. δ’
Εν σοι Μήτερ, ακριβώς διεσώθη το κατ’ εικόνα• λαβούσα γαρ τον Σταυρόν, ηκολούθησας τω Χριστώ, και πράττουσα εδίδασκες, υπεροράν μεν σαρκός, παρέρχεται γαρ• επιμελείσθαι δε ψυχής, πράγματος αθανάτου• διό και μετά Αγγέλων συναγάλλεται, οσία Αλυπία, το πνεύμα σου.
Αλυπία του Κιέβου Матушки Алипия Киевская, Христа ради юродивая Голосеевской-1508

Καλλιόπη Χριστοφόρου: Μια πνευματική μητέρα ανάμεσά μας



site analysis




255π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Είναι δεδομένο πως καμία γραφίδα δεν μπορεί να εκφράσει τέλεια την προσωπική εμπειρία. Κυρίως όταν αναφέρεται στη συνάντηση με άνθρωπο που μεταγγίζει ζωή αιώνιο, ως γνήσιο τέκνο του ζωντανού Θεού. Ωστόσο, κάποια γεύση απ’ αυτή την εμπειρία μπορεί να μεταδοθεί με την καταγραφή της.
Δεν θα αναφέρω τα βιογραφικά τής Καλλιόπης Χριστοφίδου, της πνευματικής μητέρας που κηδέψαμε στο Δάλι, την Τρίτη, 21 Μαίου 2013. Ο επικήδειος λόγος του εφημερίου τού ιερού ναού της Ευαγγελίστριας, πρωτοπρεσβυτέρου Σπυρίδωνος Ζαχαριάδη, τα αναφέρει μεταξύ των άλλων σημαντικών αναφορών του. Τον δημοσιεύομεν στη στήλη της ιστοσελίδας μας «Κείμενα Ορθόδοξης Θεολογίας».
Θα γράψω γι’ αυτά που γνωρίζονται «εν ετέρα μορφή», που μεταγγίζονται εν Πνεύματι αγίω και που κατανοούνται πέρα από το λογικό.
Τη συνάντησα στο σπίτι της το Νοέμβριο του 2011, αφού άκουσα γι’ αυτήν ότι είναι αγιασμένη μορφή «όπως τον παππού Παναή». Πήγα με κάποια επιφύλαξη και με βάση αυτό του αποστόλου Θωμά «εάν μη ίδω ου μη πιστεύσω». Ήταν τότε που η συνάντηση έγινε αποκάλυψη και η συνομιλία επιβεβαίωση.
Όντως «Γερόντισσα – Ηγουμένη Μοναστηριού», κατά το χαρακτηρισμό του π. Σπυρίδωνος στον επικήδειο λόγο του. Έλαμπε από χαρά, κι ας έφερνε τον πόνο της ζωής, την αδικία και τα ποικίλα προβλήματα της οικογένειας. Είχε τη βεβαιότητα, και μας τη μετάγγιζε, ότι «ο Θεός αγάπη εστι», ότι συμπορεύεται και συμπάσχει με τον κάθε άνθρωπο, ότι ανατρέπει τα δεδομένα της ζωής, όταν στο τέλος πρόκειται να χαρεί ο άνθρωπος.
Οι συναντήσεις αργότερα στο γηροκομείο, όπου μεταφέρθηκε για περίθαλψη, επιβεβαίωναν την πρώτη μου εμπειρία. Η συνεχής προσευχή της αγκάλιαζε όλο τον κόσμο και οι Παρακλήσεις σε διάφορους αγίους γίνονταν για συγκεκριμένα προβλήματα συγκεκριμένων ανθρώπων.
Τα δικά της προβλήματα επιβεβαίωναν την πραγματικότητα ότι «τεθλιμμένη του βίου η οδός» και ότι οι άνθρωποι του Θεού είναι όπως όλοι οι άλλοι στις δυσκολίες και τους πειρασμούς της ζωής. Η ελπίδα, η πίστη ως εμπιστοσύνη, η απουσία της απελπισίας και της απόγνωσης, βεβαίωναν την αλήθεια ότι «τον τελευταίο λόγο στη ζωή δεν τον έχει ο διάβολος αλλά ο Κύριος και Θεός μας».

Ο Γέροντας Σωφρόνιος του Essex, σ’ ένα από τα βιβλία του, αναφέρει ότι «σημείο που δείχνει αν κάποιος πήγε στον παράδεισο, είναι η αίσθηση που κυριαρχεί κατά την ώρα της κηδείας». Εδώ η κηδεία προκαλούσε χαρμολύπη, όπως της Μ. Σαρακοστής. Μια αίσθηση λύπης και ειρήνης, πνευματικής αγαλλίασης. Κηδεύαμε μια σύγχρονη «πνευματική μητέρα»! Η μεγάλη εκκλησία του Δαλίου γέμισε από αδελφούς και τέκνα της. Η συμμετοχή του Μητροπολίτη Τριμυθούντος κ. Βαρνάβα, δέκα ιερέων και ενός διακόνου, επιβεβαίωνε ότι ήταν άνθρωπος της εκκλησίας. Η θέα του προσώπου της θύμιζε το λόγο του αγίου Σεραφείμ «βρες εσύ την εσωτερική σου ειρήνη και χίλιοι άνθρωποι θα αναπαυτούν κοντά σου».
Στην αναστάσιμη ατμόσφαιρα, με το «Χριστός Ανέστη» το σκήνωμα της δούλης του Θεού Καλλιόπης κατέβαινε στον τάφο προσδοκώντας την κοινή ανάσταση. Κι εμείς αναχωρούσαμε πεπεισμένοι ότι «οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες» δεν φεύγουν από κοντά μας αλλά μεταβαίνουν «εκ του θανάτου εις την ζωήν» και, βλέποντας «πρόσωπο προς πρόσωπο» τον Αναστάντα Χριστό, πρεσβεύουν για μας και συμπορεύονται.

Η Ηγουμένη ως Πνευματική Μητέρα



site analysis



Σεβασμιώτατοι άγιοι Αρχιερείς*
Πανοσιολογιώτατοι άγιοι Καθηγούμενοι και οσιολογιώτατες Γερόντισσες
Σεβαστοί Πατέρες και Αδελφές
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί
Ευλογείτε
Σας ευχαριστώ πολύ, Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Χρυσόστομε, και εσάς, σεβαστή Γερόντισσα Ελένη, διότι μας δίνετε την ευκαιρία να βρισκόμαστε ανάμεσά σας, σ’ αυτήν την ευλογημένη σύναξη, και να έχουμε πνευματική ωφέλεια.
Η μοναχική ζωή έχει τις ρίζες της στην αποστολική εποχή. Ειδικότερα ο κοινοβιακός μοναχισμός απηχεί την τάξη και το ήθος της πρώτης Εκκλησίας, με την αρχή της κοινοκτημοσύνης, κατά το αποστολικό «άπαντα κοινά»[1], με την ποικιλία των χαρισμάτων, με την ενότητα του κοινού ασκητικού αγώνα, αλλά και με την εσχατολογική αναζήτηση, όπως αυτή κατ᾽ εξοχήν βιωνόταν από τους πρώτους Χριστιανούς μέσα από την προσδοκία της συνάντησης με τον Αναστημένο Χριστό.
Στην πορεία της μοναστικής ζωής των πρώτων χριστιανικών χρόνων κυριαρχεί το πρόσωπο του πνευματικού πατρός και οδηγού, το οποίο ασκεί καθοριστικό καθοδηγητικό ρόλο. Συγχρόνως όμως και παράλληλα, στα μεγάλα γυναικεία κοινόβια του αρχέγονου μοναχισμού εμφανίζεται το πρόσωπο της Ηγουμένης. Η Αμμάς είναι η μητέρα των μοναζουσών, αυτή που συνοδοιπορεί βαστάζοντας τον σταυρό της κάθε αδελφής και την υποστηρίζει με αγάπη και μητρική στοργή στην οδό της σωτηρίας.
Η ιστορία του γυναικείου μοναχισμού έχει βαθειές ρίζες και μακραίωνη παράδοση. Στην Αίγυπτο, από την μία πλευρά του ποταμού Νείλου, βρισκόταν το ανδρικό Κοινόβιο του οσίου Παχωμίου και στην απέναντι πλευρά λειτουργούσε γυναικείο Κοινόβιο με ηγουμένη την κατά σάρκα αδελφή του, Μαρία, η οποία ηγείτο τετρακοσίων μοναζουσών, που ζούσαν με τους κανόνες που είχε θεσπίσει ο όσιος Παχώμιος. Αλλά και η αδελφή του Μεγάλου Βασιλείου, η αγία Μακρίνα, ηγήθηκε γυναικείας αδελφότητος. Ευρέως γνωστά επίσης είναι τα ονόματα και οι οσιακοί βίοι μεγάλων ασκητριών και αμμάδων, όπως της αγίας Συγκλητικής, της αγίας Θεοδώρας και της αγίας Σάρρας.
Ο νομοθέτης του μοναχισμού, Μέγας Βασίλειος, στους θεμελιώδεις για τον μοναχισμό «Ασκητικούς Λόγους» του, υπογραμμίζει ότι οι αδελφότητες δεν είναι μόνο για τους άνδρες αλλά και για τις γυναίκες[2]. Και αναφέρεται στην Ηγουμένη ως πρόσωπο κοινής εμπιστοσύνης και αποδοχής, στο οποίο αποβλέπει όλη η αδελφότης, θεωρώντας την ως «γνησία μητέρα παίδων γνησίων»[3].
Η Αμμάς, η Γερόντισσα, η Στάρετσα, είναι το πρόσωπο που διαθέτει απεριόριστη αγάπη για όλους, διάκριση μητρική, ύφος συγκαταβατικό, επιεικές και διδακτικό, ήθος εκκλησιαστικό, πνευματική μόρφωση και ωριμότητα. Σε ένα συγκροτημένο Κοινόβιο, που αγωνίζεται να ζή σύμφωνα με τον Ευαγγελικό νόμο, την Ορθόδοξη παράδοση και τους Ιερούς Κανόνες, οι αποφάσεις της Καθηγουμένης εκφράζουν την συνείδηση της αδελφότητας. Η παρουσία της καταργεί τα επιμέρους θελήματα και διατηρεί την ομοψυχία. Είναι, κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης, «ο σύνδεσμος της ομοφροσύνης»[4], «τό φως της των ψυχών οδηγίας»[5].
Ο θεσμικός ρόλος της Ηγουμένης και η ευθύνη της διοίκησης της Μονής δεν σημαίνει κατάργηση της αμεσότητας στη σχέση με την κάθε αδελφή, ούτε μειώνει την στοργική και παρακλητική επικοινωνία. Ο πνευματικός αυτός δεσμός, όταν είναι βαθύς, ουσιαστικός και κατά το θέλημα του Θεού, συνεχίζεται και στην ζωή την επέκεινα.
Η ζωή στο Κοινόβιο αποτελεί συνένωση σε ένα σώμα προσώπων συνδεδεμένων με αδελφικό δεσμό, που, με την πνευματική καθοδήγηση του προεστώτος, συναγωνίζονται και συνοδοιπορούν προς την Βασιλεία του Θεού. Σύμφωνα με τον Μέγα Βασίλειο, στο μοναστήρι εγκαταβιώνουν άνθρωποι που προέρχονται από διαφορετικά γένη και συνταιριάζουν και συνταυτίζονται τόσο πολύ, σαν να είναι μία ψυχή σε πολλά σώματα με μία γνώμη[6]. Μέσα στην μοναστική αδελφότητα η Ηγουμένη, η «πρωτόνυμφος», όπως την αποκαλεί ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης[7], πληροφορεί με το βίωμα, τον λόγο και την στάση της, αγωνιζόμενη να γίνεται υπόδειγμα και κανόνας ζωής. Η ίδια, έχοντας ως απαράμιλλο πρότυπο αφιερώσεως την Υπεραγία Θεοτόκο καλείται να διδάσκει στις μοναχές τον σωτήριο λόγο «γένοιτό μοι κατά το ρήμά σου»[8], μέσω της σπουδής των θεμελιωδών μοναστικών αρετών.
Συγκεκριμένα, καλείται να εμπνέει και να διδάσκει την υπακοή, που είναι η βάση του μοναχισμού, είναι «τό φώς, το έαρ, ο ήλιος»[9], είναι το μυστικό της πνευματικής ζωής, κατά τον όσιο Γέροντα Πορφύριο[10]. Η υπακοή μπορεί να δίνει νόημα ζωής, όταν ο άνθρωπος επιδιώκει την υπέρβαση του ιδίου θελήματος, όχι αναγκαστικά αλλά εν ελευθερία, στοχεύοντας ήδη από αυτήν την ζωή στην πρόγευση της μέλλουσας Βασιλείας. Τότε η παραίτηση από την αυτονόμηση και η νέκρωση του θελήματος μπορεί να πραγματώνεται ως ερωτική προσφορά προς τον Κύριο και η μοναχική ζωή να γίνεται αληθινός παράδεισος στη γή[11].
Η Ηγουμένη καλείται επίσης να αποτελεί υπόδειγμα παρθενικού ήθους, το οποίο βιώνεται ως καθημερινή νυμφική συνοδοιπορία με τον Χριστό καί, σύμφωνα με τον άγιο Μεθόδιο Ολύμπου, οδηγεί σε αγιότητα πνεύματος και σώματος[12]. Όπως σημειώνει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, θα πρέπει να είναι τέτοια η ακτινοβολία της καθαρότητας και αγιοσύνης της μοναχής, ώστε και μόνο η εμφάνισή της μέσα στο πλήθος να εκπλήσσει ως εμφάνιση αγγέλου[13]. Η προτροπή και η καθοδήγηση κάθε αδελφής από την Γερόντισσα για την επίτευξη της καθαρότητας σε καμμία περίπτωση δεν ασκείται ως καταπίεση που αιχμαλωτίζει την δύναμη της ψυχής, αλλά ως υπέρβαση των γήινων παθών, εμπειρία χαρμολύπης και προσέγγιση της παρθενικής ευφροσύνης των αγίων.
Όσο για την ακτημοσύνη, πρέπει να ενεργείται μέσα στο Κοινόβιο, χωρίς στέρηση και καταναγκασμό· αντίθετα, να είναι ελεύθερη επιλογή της άρνησης για προσκόλληση σε ο,τιδήποτε υλικό και αγάπη της εκούσιας φτώχειας που «θησαυρίζει θησαυρούς εν ουρανώ»[14].
Στον πνευματικό αυτόν αγώνα της μοναστικής αδελφότητας, η προεστώσα αναλαμβάνει προσωπικά να συνδράμει τις αδυναμίες και τις ελλείψεις της κάθε ψυχής καί, με την χάρη του Θεού, να βρίσκει τρόπους υπέρβασης των δυσκολιών και θεραπείας των πνευματικών ασθενειών. Για να επιτευχθεί αυτό, η Γερόντισσα καλείται να αγαπά με πνευματική μητρική στοργή τις αδελφές, να τις νουθετεί με αγάπη και να υπομένει τις αδυναμίες τους, όπως ο Θεός υπομένει τις αμαρτίες όλων.
Ο άγιος Παχώμιος, ο ιδρυτής του κοινοβιακού μοναχισμού, καθοδηγούσε τους προεστώτες να φέρουν τον σταυρό τους με πιο μεγάλη διάθεση απ’ όλους τους άλλους και να είναι ακριβείς στην τήρηση του κανονισμού που είναι θεσπισμένος για την αδελφότητα, ώστε και οι υπόλοιποι να τον εφαρμόζουν»[15].
Ο Μέγας Βασίλειος επισημαίνει ότι η προεστώσα της Μονής δεν θα πρέπει να επιζητεί μόνο το ευχάριστο για τις αδελφές, ούτε να υποκύπτει στα θελήματά τους, επιδιώκοντας την εύνοιά τους. Διότι εκείνη θα δώσει λόγο στον Θεό για όλα τα ανεπίτρεπτα σφάλματα στην κοινότητα[16]. Και θεωρεί την θεραπεία των αδυναμιών και την διακονία της αδελφότητος όχι ως αφορμή επάρσεως, αλλά μάλλον ταπεινώσεως, αγωνίας και αγώνος[17].
Πράγματι, η συναναστροφή και επικοινωνία με τις αδελφές απαιτεί μεγάλη διάκριση. Η θεραπευτική επέμβαση στις ψυχές τους είναι χάρισμα που ενεργείται με την δύναμη του Θεού και με τις ευχές της αδελφότητας, αλλά και με τον συνεχή προσωπικό αγώνα με ταπείνωση και αυτομεμψία της προεστώσας και με την πεποίθησή της ότι η αδελφότης πάσχει και εξαιτίας των ελλείψεών της.
Η πνευματική μητέρα θα πρέπει να ανακαλύπτει και να κτίζει γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ των μελών της αδελφότητας, ώστε να συρρικνώνονται τα αίτια που απομακρύνουν τις ψυχές και να καλλιεργούνται οι πνευματικές εκείνες δυνάμεις που οδηγούν στην αλληλοκατανόηση, στην ενότητα και στην εν Χριστώ αρμονία. Όπου υπάρχει τέτοια ομοψυχία, η μοναχική ζωή φτάνει σε πληρότητα.
Ύψιστο έργο και αποστολή της Ηγουμένης είναι να μεταδώσει στην αδελφότητα πνοή αιωνιότητας και τον ζήλο του μαρτυρίου της συνειδήσεως. Να εμπνέει σε όλες μαζί και στην κάθε αδελφή ξεχωριστά ότι η καθ᾽ ημέραν πρόγευση της Μέλλουσας Βασιλείας βιώνεται με την συναντίληψη, την συνοδοιπορία και την συνεχή συναίσθηση της πνευματικής οικειότητας των μελών της αδελφότητας, που ως σύνδεσμο κοινό και ακατάλυτο έχουν την αγάπη του Νυμφίου Χριστού.
Η ενσυναίσθηση αυτή δίνει νόημα και εσχατολογική διάσταση στην λατρεία, που είναι το κέντρο της ζωής μας, και αποκλείει το ενδεχόμενο ο κύκλος των ακολουθιών να μετατρέπεται σε τυπικό καθήκον. Όπως και η πνευματική μελέτη των θείων γραφών μπορεί να είναι ανεξάντλητη πηγή χαράς, ευφροσύνης και θείου ενθουσιασμού[18].
Ο άγιος Νεκτάριος, που είχε ιδρύσει και καθοδηγούσε την γυναικεία Μονή της Αγίας Τριάδος στην Αίγινα, υπογραμμίζει ότι η προϊσταμένη μιάς Μονής δεν ζή για τον εαυτό της, αλλά για την αδελφότητα και ζώντας για την αδελφότητα, ζή για τον Θεό. Και ο Θεός αποδέχεται αυτήν την ζωή, που προϋποθέτει την άρνηση του εαυτού και την νέκρωση κάθε προσωπικού θελήματος, ως θυσία ευπρόσδεκτη[19].
Αποκαλεί την Ηγουμένη Ξένη «πνευματική μητέρα των μοναστριών»[20], υπεύθυνη για την ευταξία του Κοινοβίου, και παρακινεί τις μοναχές να εξομολογούνται σε εκείνη τα σφάλματα και τους λογισμούς τους, ακόμη κι όταν είναι υβριστικοί και απογνωστικοί, και την Ηγουμένη την καλεί να τους δέχεται με αγάπη, ώστε να νικώνται οι πειρασμοί[21]. Ο άγιος Νεκτάριος διδάσκει μοναχή, στην ψυχή της οποίας έχουν εισβάλει λογισμοί αντιπαθείας για την Γερόντισσα, ότι η κατάσταση αυτή οφείλεται σε επήρεια του δαίμονα, που υποβάλλει μίσος στην ψυχή της, για να εξαφανίσει την ευγνωμοσύνη της αδελφής προς την Γερόντισσα που εργάζεται για την σωτηρία της.
Την ίδια την Γερόντισσα την συμβουλεύει με τα εξής λόγια: «Πρέπει να γνωρίσης ότι όταν σύ υγιαίνης, υγιαίνουσι και αι αδελφαί, ακόμη και αι πάσχουσαι. Και όταν σύ πάσχης, τότε πάσχουσι και αι υγιαίνουσαι. Γνώρισον ότι η ευθυμία σου φαιδρύνει τα πρόσωπα των αδελφών και καθιστά την Μονήν παράδεισον και από σε εξαρτάται η χαρά των αδελφών και έχεις καθήκον να συντηρής ταύτην εις τάς καρδίας αυτών. Τούτο να πράττης και βιάζουσα πολλάκις σεαυτήν»[22].
Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης σε μία από τις επιστολές του που απευθύνονται σε ηγουμένες και μοναχές παρακινεί την Γερόντισσα Ευφροσύνη: «Και εσύ, αγαπητή μου, που έχεις τον Χριστό Νυμφίο σου, να δώσεις και την ψυχή σου ακόμη, όχι βέβαια σε τίποτε άλλο, παρά μόνο στην φροντίδα των αδελφών· και δεν εννοώ μόνο την ψυχή τους, αλλά και το σώμα»[23].
«Το ποίμνιο που σου εμπιστεύθηκε ο Θεός, λέει σε άλλο σημείο ο Άγιος, εύχομαι να το ποιμαίνεις άγια ως πνευματική μητέρα, αλλά χωρίς να ασκείς ανθρώπινη εξουσία. Να είσαι η ίδια πρότυπο γι᾽ αυτά που παραγγέλλεις, δίχως απαιτήσεις που ξεπερνούν τις δυνάμεις των αδελφών»[24].
Η προεστώσα μέσα από την διακονία της αδελφότητας, την άσκηση της υπομονής, την κατανόηση, την συγχωρητικότητα και τον συνεχή αγώνα για την υπέρβαση των παθών, βιώνει και την υπέρβαση των δικών της δυσκολιών και αδυναμιών. Γι’ αυτό και ο άγιος Θεόδωρος παρακινεί: «Να διδάσκεσαι και να διδάσκεις· να φωτίζεσαι και να φωτίζεις· να καθοδηγείσαι και να καθοδηγείς· να κατευθύνεσαι προς τον Θεό και να κατευθύνεις»[25]. Με ψυχή γεμάτη αγάπη να διατηρείς την συνοχή της αδελφότητος, επαγρυπνώντας για όσα οδηγούν στον Θεό»[26].
Η προεστώσα οφείλει παράλληλα με την συνεχή επαγρύπνηση για τη συνοχή της αδελφότητας και την σωτηρία των ψυχών που έχει αναλάβει, να στηρίζει την αδελφότητα στα γερά θεμέλια της Ορθόδοξης πίστης και στο αξίωμα ότι η αλήθεια ελευθερώνει, ενώ οι ακρότητες, η αυτονόμηση και η αίρεση απομονώνουν και απομακρύνουν από την σωτηρία, αφού αποκόπτουν από την Εκκλησία. Η πνευματική μητέρα και οδηγός καλείται, όπως συμβουλεύει ο άγιος Θεόδωρος Στουδίτης, να τρέφει τις νύμφες του Χριστού με τον καθαρό άρτο της Ορθοδοξίας[27]. Γιατί η ενότητα στην Εκκλησία είναι οδός κοινωνίας με τον Θεό, αληθινή ζωή, ένωση με τους αγίους, πορεία στην αιώνια μακαριότητα. Μία μοναστική κοινότητα μπορεί να πορεύεται απ᾽ αυτήν την ζωή προς την αιωνιότητα, εφ᾽ όσον αποκτά πλήρη ταύτιση με την συνείδηση της Εκκλησίας και συναισθάνεται και βιώνει το γεγονός ότι μέσα στην Εκκλησία είμαστε όλοι ένα, όπως έλεγε ο όσιος Γέροντας Πορφύριος[28]. Με τον τρόπο αυτό ο αγιασμός της μοναστικής αδελφότητας μπορεί και συμβάλλει στην κοινή εν Χριστώ μεταμορφωτική πορεία ολόκληρου του σώματος της Εκκλησίας.
Η επιδίωξη των παραπάνω προϋποθέτει την προσέγγιση και το άγγιγμα των ψυχών. Είναι αυτό που πολύ εύγλωττα αναφέρεται σε κείμενο της Κελτικής παράδοσης των πρώτων αιώνων, ότι ο προεστώς είναι «φίλος της ψυχής». Ο άγιος Κολούμπα (521-597), άγιος της Ιρλανδίας, Κοινοβιάρχης και πνευματικός οδηγός πολλών μοναχών, έκλαιγε μαζί με τον μετανοούντα αδελφό[29]. Με το ίδιο πνεύμα, στο κείμενο της «Κλίμακος» του αγίου Ιωάννη του Σιναΐτη διαβάζουμε ότι ο προεστώς θα πρέπει να διδάσκει και να θεραπεύει με πραέα και ήμερα λόγια και με άκρα συγκατάβαση[30].
Με επιείκεια και αγάπη προτρέπει και ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης την Γερόντισσα Ευφροσύνη να καθοδηγεί τις αδελφές:
«Έτσι φρόντισε για τη διαποίμανση των αδελφών που έχεις στα χέρια σου, λέει. Να τις καθοδηγείς εν Κυρίω με πολλή μακροθυμία, με συμπάθεια, ζητώντας να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους χωρίς να τις πιέζεις υπερβολικά. Αλλά, όπως η μάνα περιθάλπει τα παιδιά της, έτσι και εσύ με μητρική στοργή να τους προσφέρεις ό,τι έχουν ανάγκη, δίνοντας ακόμη και την ίδια την ψυχή σου για χάρη τους.
Και σε άλλη επιστολή του προς την ίδια γράφει:
«Να μοιράζεις την αγάπη σου εξίσου σε όλες τις αδελφές, χωρίς να μεροληπτείς υπέρ της μιάς ή της άλλης. Την μια να παρηγορείς, την άλλη να προτρέπεις, άλλη να την ασφαλίζεις, και γενικά να προσφέρεις σε καθεμιά ό,τι χρειάζεται»[31].
Ο Στάρετς Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ, σε επιστολή του προς την Ηγουμένη Μάρθα, γράφει: «Δίδαξε στις αδελφές την οδό της σωτηρίας, με την βοήθεια του Θεού, δινοντας σ’ αυτές το παράδειγμα κάθε καλού έργου με την επιμελή τήρηση των εντολών του Ευαγγελίου, με την αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, με την μειλιχιότητα και την ταπείνωση, με την πιο βαθειά ειρήνη του Χριστού στις σχέσεις με όλους τους ανθρώπους, με μια ευσπλαγχνία αληθινά μητρική»[32].
Ο γνωστός και ιδιαίτερα αγαπητός στους Σέρβους Γέροντας Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης (+1991) είχε πνευματική επικοινωνία και καθοδηγούσε πολλές γυναικείες αδελφότητες, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες.
Για την Γερόντισσα τόνιζε ότι θα πρέπει να είναι επιεικής, να κατανοεί την καρδιά της κάθε αδελφής και να προσεύχεται. Χρειάζονται, έλεγε, απαλοί τρόποι. Να βρίσκεται η ψυχή σε πνευματική φόρμα. Για να μπορεί κανείς να δέχεται και να χειραγωγεί άλλους, να ακούει τους λογισμούς, πρέπει να είναι ο ίδιος άγιος. Να χρησιμοποιεί συμβουλευτικό τρόπο, πραότητα, αγάπη[33].
Ο Γέροντας μας τόνιζε ότι για την καθοδήγηση της αδελφότητας χρειάζεται διάκριση. Πρωταρχικό στοιχείο για την προσέγγιση των ψυχών θεωρούσε την εμπιστοσύνη, ώστε να αισθάνεται η αδελφή σιγουριά και ασφάλεια να φανερώνει τους λογισμούς και τα σφάλματά της και όχι φόβο ή κίνδυνο για απόρριψη.
Βεβαίωνε ότι όταν η Γερόντισσα νοιώθει αληθινή συμπάθεια και πόνο για την δυσκολία και τον αγώνα των αδελφών, τότε αρχίζει το στάδιο της θεραπείας. Σ᾽ αυτήν την φάση αρχίζει μία λεπτή εργασία, διά της οποίας, με την χάρη του Θεού, ένας άνθρωπος μπορεί να αναγεννηθεί πνευματικά, να υιοθετήσει νέες προοπτικές. Έλεγε ότι η Γερόντισσα καλείται να αγαπά τις αδελφές πνευματικά, να παραβλέπει τα σφάλματά τους και να τις κατευθύνει στο φως και στην ομορφιά του Παραδείσου. Θεωρούσε πολύ σημαντική την μυστική προσευχή της Γερόντισσας για την κάθε αδελφή και έλεγε ότι αυτή η κίνηση της προσευχής ενώνει και χαριτώνει όλη την αδελφότητα. Τις Γερόντισσες που στενοχωρούνταν για τα σφάλματα των υποτακτικών τους, τις προέτρεπε να μιλούν λίγο την ώρα της δυσκολίας και του πειρασμού και να καλούν τις ψυχές σε νέα προσπάθεια. Στο θέμα της αυστηρότητας ήταν πολύ επιφυλακτικός. «Σε ένα μοναστήρι, έλεγε, μπορεί να υπάρχει τάξη και σειρά, αλλά η μοναχική ζωή να είναι ανύπαρκτη»[34]. Θεωρούσε λάθος τακτική την ισοπέδωση των προσώπων με την εφαρμογή ενός άκαμπτου συστήματος αυστηρότητος, το οποίο δεν ασκεί εξατομικευμένη παιδαγωγία, ανάλογα με την προσωπικότητα, την ιδιοσυγκρασία και την ιδιαίτερη ψυχική κατάσταση της κάθε αδελφής.
Βεβαίως, θεωρούσε απαραίτητο για την Γερόντισσα να έχει ασκηθεί στην υπακοή. Έλεγε χαρακτηριστικά ότι πρέπει να έχεις ο ίδιος περάσει από υπακοή, για να μπορείς να μπαίνεις στη θέση εκείνου που καλείται να υπακούσει.
Σε κάθε περίπτωση ο Γέροντας Πορφύριος τόνιζε ότι η χαρά και η ελευθερία δίνουν δύναμη στην ψυχή, για να προχωρήσει στην μοναχική ζωή: «Για να προκόψει κανείς στο μοναστήρι, πρέπει να αγωνίζεται χωρίς να πιέζεται, έλεγε ο Γέροντας. Όλα με χαρά και προθυμία, όχι αναγκαστικά. Ό,τι κάνει να το κάνει από αγάπη προς τον ουράνιο Νυμφίο, από θείο έρωτα. Όχι να βάζει στον νου του την κόλαση. Ο μοναχισμός δεν πρέπει να είναι φυγή αρνητική, αλλά φυγή θείου έρωτος. Η μοναχική ζωή είναι ζωή χαρισάμενη»[35].
Ο όσιος Γέροντας Πορφύριος το ίδιο σημαντική με την ισορροπία της ψυχής θεωρούσε και την ισορροπία των λειτουργιών του σώματος. Συχνά τηλεφωνούσε σε μοναστήρια ή και τα επισκεπτόταν, όσο το επέτρεπε η υγεία του, και συμβούλευε τις Γερόντισσες να προσέξουν την υγρασία της περιοχής, να φροντίσουν για την θέρμανση, για την διατροφή και για την υγεία των αδελφών. Θεωρούσε αναγκαίο οι μοναχές να περπατούν και να κινούνται και στενοχωριόταν όταν οι Γερόντισσες δεν καταλάβαιναν πόσο σημαντικό είναι αυτό. Έβλεπε, με το χάρισμα που του είχε δώσει ο Θεός, ότι η εναλλαγή των διακονημάτων, από το εργόχειρο στην ενασχόληση με την φύση, βοηθούσε τις αδελφές να είναι πιο χαρούμενες και αισιόδοξες. Επίσης ενδιαφερόταν ο Γέροντας Πορφύριος για την ποιότητα του πόσιμου νερού στα μοναστήρια. Γι᾽ αυτό και είχε καθοδηγήσει πολλά μοναστήρια για την εύρεση πηγών και τόνιζε την σημασία της ποιότητας του νερού για την υγεία του στομάχου και όλου του οργανισμού. Στο μοναστήρι μας είχε υποδείξει ότι η πηγή του σπηλαίου των Αγίων Επτά Παίδων είναι αγίασμα και συμβούλευε να πίνουν απ᾽ αυτό το νερό οι ασθενείς.
Αξίζει να αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό περιστατικό, το οποίο διαβάσαμε στο βιβλίο του καθηγητή κ. Κρουσταλάκη. Το περιστατικό συνέβη εδώ, στην Σερβία, στην Ιερά Μονή του Γιάζακ, στην περιοχή του Novi Sad. Ο Γέροντας Πορφύριος, που ποτέ δεν είχε επισκεφθεί την Σερβία και την Μονή, ενημέρωσε την Γερόντισσα τηλεφωνικώς ότι κάποιοι σχεδίαζαν να μολύνουν το νερό της Μονής και την συμβούλευσε να αναζητήσουν σε άλλη περιοχή νερό για το μοναστήρι, προτείνοντάς της μάλιστα μία πηγή στο γειτονικό δάσος[36].
Θα ήθελα κλείνοντας να αναφερθώ στην μακαριστή Γερόντισσα Θεοσέμνη, κοντά στην οποία είχαμε την ευλογία να ζήσουμε. Η Γερόντισσα ίδρυσε την αδελφότητα της Χρυσοπηγής, πριν από τριάντα πέντε χρόνια, και κοιμήθηκε το 2000.
Η Γερόντισσα Θεοσέμνη δίδασκε εμπειρικά, με βιωματικό τρόπο. Με ένα της βλέμμα, μια κίνηση, ένα χαμόγελο έδειχνε αυτό που έπρεπε να δείς, πώς να προχωρήσεις. Η ειρήνη του προσώπου της γαλήνευε τις ανησυχίες όλων και ο ειρηνοποιός της λόγος λειτουργούσε ιαματικά στις ψυχές.
Απέναντι στις αδελφές η Γερόντισσα είχε ένα αίσθημα απέραντης ευθύνης, φροντίζοντας πάντα να τις προστατεύει από κάθε κίνδυνο με πνεύμα αυτοθυσίας. Δεν απέλπιζε καμμία και όλες μας χωρούσε η μητρική της καρδιά και επιείκεια.
Μάθαμε κοντά της να μοιραζόμαστε τον κόπο των διακονημάτων με φροντίδα η μία για την άλλη και στοργή. Δίδασκε με το ζωντανό της παράδειγμα πως ο μοναδικός τρόπος θεραπείας των ψυχών μέσα στην μοναστική κοινότητα και η οδός για την ουσιαστική βίωση της μοναστικής μας κλήσεως είναι η κατανόηση της αδυναμίας της κάθε αδελφής. Η Γερόντισσα Θεοσέμνη είχε έναν αεικίνητο και ευέλικτο τρόπο παιδαγωγίας των ψυχών, μολονότι η ίδια ως χαρακτήρας ήταν σιωπηλή και ησυχαστική. Ασκούσε την διοίκηση της Μονής εντελώς αθόρυβα. Διέθετε εφευρετικότητα να ανακαλύπτει χρόνο ξεχωριστό για την κάθε αδελφή. Την μια έπαιρνε να μαζέψουν μαζί χόρτα ή τσάϊ του βουνού, την άλλη να της δείξει πώς να μαστορέψει, εφ᾽ όσον είχε καταλάβει ότι αυτό είχε για εκείνη νόημα. Μια άλλη που δείλιαζε μπροστά στον κόπο και την άσκηση, την καλούσε ν᾽ ανέβουν πεζοπορία στο βουνό, για να δούν την ανατολή, όπως παρακινούσε ο όσιος Γέροντας Πορφύριος.
Η αγάπη της Γερόντισσας για την φύση ήταν κίνηση δοξολογική και την ενεργούσε ως ψηλάφηση της θείας Ωραιότητος. Ζούσε αυτό που έλεγε ο Γέροντας Πορφύριος: «Όλα γύρω μας είναι σταλαγματιές της αγάπης του Θεού. Οι ομορφιές της φύσης είναι οι μικρές αγάπες που μας οδηγούν στην μεγάλη Αγάπη, τον Χριστό»[37]. Αυτήν την στάση ζωής ενέπνεε σε όλη την αδελφότητα, ώστε με την ενθάρρυνσή της και με το δίδαγμα της ακαταπόνητης προσωπικής της εργασίας, να φιλοτιμούνται οι αδελφές να αναλαμβάνουν σωματικούς κόπους, όπως απαιτήθηκε όταν η Γερόντισσα πρότεινε την πρωτοποριακή για τα τότε δεδομένα εφαρμογή της βιολογικής γεωργίας στα κτήματα της Μονής.
Στην σημερινή εποχή οι μοναχές που προσέρχονται στα μοναστήρια μας είναι στην συντριπτική τους πλειοψηφία πρόσωπα με πολλά κοινωνικά και μορφωτικά εφόδια και έχουν ανατραφεί με τους κανόνες των σύγχρονων κοινωνιών. Κάποιες από αυτές προέρχονται από πολυπολιτισμικά περιβάλλοντα, άλλες έχουν ταξιδέψει σε πολλές χώρες και έχουν σπουδάσει διάφορες επιστήμες. Αυτοί οι άνθρωποι επιλέγουν την μοναχική ζωή, επειδή αναζητούν τον Χριστό ως Νυμφίο και έχοντας πλήρη επίγνωση ότι θα εισπράξουν κοινωνικό όνειδος. Για να μπορέσουν αυτές οι νέες αδελφές να ζήσουν με συνέπεια την νήψη και την σταυρική πορεία της μοναχικής ζωής, όπως συνεχίζει να βιώνεται στην Εκκλησία δύο χιλιάδες χρόνια τώρα, έχουν ανάγκη από ένα κλίμα συνεχούς πνευματικής ανατροφοδότησης, εγρήγορσης και καθημερινής νοηματοδότησης. Η Γερόντισσα καλείται να ενισχύει διαρκώς τις αδελφές, ώστε να διατηρούν τον ζήλο και να μή φοβούνται να επιλέξουν την δυσκολία αντί για την ευκολία, τον κόπο αντί για την άνεση, την θυσιαστική προσφορά αντί για την απαίτηση και το δικαίωμα. Γιατί παραμονεύει πάντοτε ο κίνδυνος να υιοθετηθούν στα μοναστήρια μας νοοτροπίες και τακτικές εκκοσμίκευσης, που ακυρώνουν την μοναχική μας ιδιότητα, η οποία είναι αυθεντική, μόνο όταν και εφ᾽ όσον παραμένει «σταυρού και θανάτου επαγγελία»[38].
 Σημειώσεις:
1. Πράξ. 4, 32.
2. Λόγος Ασκητικός Γ´, 2, ΕΠΕ, σελ. 153.
3. Ασκητικαί Διατάξεις 28, PG 31, 1417 A.
4. Βλ. Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, Εις τον βίον της οσίας Μακρίνης, ΒΕΠ 69, 116, 3 κ.εξ.
5. ό.π.
6. «άνθρωποι εκ διαφόρων γενών και χωρών κινηθέντες», οι οποίοι «εις τοσαύτην ακρίβειαν ταυτότητος συνηρμόσθησαν, ώστε μίαν ψυχήν εν πολλοίς σώμασι θεωρείσθαι και τα πολλά σώματα μιάς γνώμης όργανα δείκνυσθαι»: Μεγάλου Βασιλείου, Ασκητικαί Διατάξεις 18,2, PG 31, 1381D-1384A.
7. Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, Επιστολές προς μοναχές, Ι. Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου, Πανόραμα-Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 131.
8. Λουκ. 1, 38.
9. Νικηφόρου Θεοτόκη, Λόγος Επιφωνηματικός Δεύτερος εις μοναχήν την ημέραν εις την οποίαν ενεδύθη το Αγγελικόν Σχήμα, Ι. Ησυχαστήριον Παντοκράτορος Νταού Πεντέλης, Αθήναι 1970, σελ. 38-39.
10. Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου Βίος και Λόγοι, Ι. Μονή Χρυσοπηγής10 2009, σελ. 343.
11. Ο όσιος Γέροντας Πορφύριος έλεγε χαρακτηριστικά: «Την υπακοή στους Γέροντές μου την αισθανόμουνα σαν παράδεισο». Βλ. ό.π., σελ. 344.
12. Συμπόσιον, Λόγος α´, PG 18, 40 A-B.
13. Περί του τάς Κανονικάς μή συνοικείν ανδράσιν, απόσπ. 8, Bareille, 1, σελ. 442-4.
14. Ματθ. 6, 20.
15. Festugière, G 95, σελ. 208-209 από P. Deseille, Ο Παχωμιακός μοναχισμός, εκδ. «Τήνος», Αθήναι 1992, σελ.19.
16. Λόγος Ασκητικός Γ´, 2, ΕΠΕ, σελ. 153.
17. Όροι κατά πλάτος Β´, Ερώτησις Λ´, ΕΠΕ, σελ. 315.
18. Σύμφωνα με τα λόγια του οσίου Γέροντος Πορφυρίου: «Θέλετε να βρείτε την χαρά στην ζωή; Να διαβάζετε Αγία Γραφή. Να εκκλησιάζεσθε. Να προσέχετε τις ακολουθίες, όρθρο, ώρες, εσπερινό, απόδειπνο κ.λπ., γιατί τα λόγια τους είναι γραμμένα από αγίους … Όταν τα μελετάς με ζήλο και όρεξη και θείο έρωτα, τα ενστερνίζεσαι, τα ερωτεύεσαι, τ᾽ αγαπάεις, τα ζείς, γίνεσαι ένθεος. Κι όταν αυτό γίνει με κάθε επιμέλεια και συνέπεια, αγιαζόμαστε»: Βίος και Λόγοι, μν.έρ., σελ. 527, 532.
19. Αγίου Νεκταρίου, Επισκόπου Πενταπόλεως, 35 Ποιμαντικές Επιστολές, εκδ. «Υπακοή», Αθήνα 1993, σελ. 121-122.
20. ό.π., σελ. 122.
21. ό.π., σελ. 74.
22. ό.π., σελ. 121-122.
23. Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, μν.έρ., σελ. 133.
24. ό.π., σελ. 104-105.
25. ό.π., σελ. 97.
26. ό.π., σελ. 135.
27. Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, μν.έρ., σελ. 129.
28. Βίος και Λόγοι, μν.έρ., σελ. 197.
29. Vita S. Columbae I, 30, σελ. 40-41 από Ιερομ. Χρυσοστόμου Κουτλουμουσιανού, Οι εραστές της Βασιλείας, Άγιον Όρος 2009, σελ. 195.
30. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος ΛΑ´ 12, 24.
31. ό.π., σελ. 105-6.
32. Βλ. S. Tshetverikoff, Paissi Velitchkovsky, Réval, 1938, β΄μέρος, σελ. 49.
33. Γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης – Ορόσημο αγιότητος στο σύγχρονο κόσμο, Ιερά Μονή Χρυσοπηγής, Χανιά 2008, σελ. 334-335.
34. Βίος και Λόγοι, μν.έρ., σελ. 343.35. ό.π., σελ. 338.
36. Βλ. Γ. Κρουσταλάκη, Γέρων Πορφύριος – Ο πνευματικός πατέρας και παιδαγωγός, εκδ. Εν πλω, Αθήνα 201110, σελ. 52-53.
37. Βίος και Λόγοι, μν.έρ., σελ. 461.
38. «Ακολουθία του μεγάλου σχήματος», στο Μέγα Ευχολόγιον, εκδ. «Αστήρ», σ. 208.
 Mοναχή Θεοξένη
Kαθηγουμένη Ιεράς Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής
Mονής Ζωοδόχου Πηγής – Xρυσοπηγής
Xανιά – Kρήτη
* Η ομιλία της Γερόντισσας Θεοξένης, Kαθηγουμένης της Ιεράς Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Mονής Ζωοδόχου Πηγής – Xρυσοπηγής, Xανίων Kρήτης, εκφωνήθηκε από την ίδια τη Γερόντισσα στα πλαίσια του Επιστημονικού-Πνευματικού Συμποσίου που διοργάνωσε και φιλοξένησε η Σερβική Ορθόδοξη Ιερά Μονή Ζίτσης από την 1η μέχρι και τις 4 Σεπτεμβρίου 2011. Το θέμα του Συμποσίου ήταν: «Περί γυναικείου μοναχισμού».

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2019

Η ΝΑΤΆΛΙΑ.......



site analysis


Σε κάποιο επαρχιακό χωριουδάκι, που µόλις είχε αλλάξει χέρια µεταξύ των εµπολέµων, την εποχή του Α’ παγκόσµιου πολέµου και του εµφυλίου πολέµου στη Ρωσία, τότε που η χώρα αυτή είχε εµπλακεί σε πολεµικές επιχειρήσεις εντός και εκτός των συνόρων της, µιά νέα γυναίκα είκοσι επτά περίπου ετών είχε παγιδευτεί µέ τα δύο της παιδιά. Ο άντρας της ήταν µέ το στρατό που είχε αποχωρήσει. Εκείνη δεν είχε κατορθώσει να ξεφύγει εγκαίρως και έµεινε κρυµµένη προσπαθώντας να σώσει τις ζωές των παιδιών της και τη δική της.


Πέρασε µιά µέρα και µιά νύχτα µεγάλου τρόµου ώσπου το απόγευµα της εποµένης η πόρτα της κρυψώνας της άνοιξε και µιά συγχωριανή, στην ηλικία της, µπήκε µέσα. Ήταν απλή, χωρίς κάτι το ξεχωριστό στο παρουσιαστικό της. Της είπε: «Αυτό είναι τ’ όνοµά σου;» Η µητέρα απάντησε, κατατροµαγµένη: «Ναι». «Σε ανακαλύψανε, και θα ’ρθουν απόψε να σε σκοτώσουν. Πρέπει να φύγεις». Η µητέρα κοίταξε τα παιδιά της και είπε: «Και που να πάω, πως µπορώ να φύγω µ’ αυτά εδώ τα παιδιά; Δεν είναι δυνατό να περπατήσουν ούτε πολύ µακριά ούτε γρήγορα για να µπορέσουµε να γλιτώσουµε». Και τότε η συγχωριανή έγινε ξαφνικά ο πλησίον µ’ όλη την ευαγγελική σηµασία της λέξης. Πλησίασε τη µητέρα και χαµογελώντας της είπε: «Δε θα σ’ ακολουθήσουν, γιατί θα µείνω εγώ στη θέση σου». Η µητέρα θα πρέπει να είπε: «Μα θα σκοτώσουν εσένα», και η άλλη ν’ απάντησε: «Ναι, µα εγώ δεν έχω παιδιά. Εσύ πρέπει να γλιτώσεις». Και η µητέρα έφυγε.



Η νεαρή συγχωριανή της έµεινε στη θέση της. Την έλεγαν Ναταλία. Δε θέλω να προσπαθήσω να φανταστώ τι συνέβη εκείνο το βράδυ. Θα ήθελα απλώς να επισηµάνω µερικές οµοιότητες… Έπεφτε το βράδυ, ένα φθινοπωρινό βράδυ που όσο προχωρούσε γινόταν πιο κρύο, πιο υγρό και πιο σκοτεινό. Αυτή η νεαρή γυναίκα, µόνη, χωρίς να περιµένει από κανένα το παραµικρό, εκτός από το θάνατο, που σε λίγο θα αντιµετώπιζε χωρίς φανερό λόγο.



Ήταν νέα, υγιής και κανείς δεν την κυνηγούσε. Θυµηθείτε το όρος των Ελαιών. Κάποιο δειλινό ήταν κάποιος άνδρας, επίσης νέος στην ηλικία, τριαντάρης, που περίµενε το θάνατο. Oι φίλοι Του γύρω είχαν πέσει σε ύπνο. Εκείνος περίµενε τους δηµίους Του γιατί είχε αποδεχτεί να πεθάνει στη θέση µας. Την ευαγγελική ιστορία την ξέρουµε, την οδύνη Του, την κραυγή προς τον Πατέρα Του, τον ιδρώτα τον ανακατεµένο µέ αίµα… Ξέρουµε πως όταν κάποια στιγµή δεν µπορούσε άλλο ν’ αντέξει τη µοναξιά Του, πήγε να δει αν οι µαθητές Του είχαν ξυπνήσει, και επέστρεψε για ν’ αντιµετωπίσει το θάνατο µόνος. Ένα θάνατο προς χάριν των άλλων, απίθανο, αλλόκοτο. Αυτή είναι η εικόνα: Η Ναταλία σαν τον Χριστό.



Η Ναταλία θα πρέπει να πλησίασε κάµποσες φορές την πόρτα και να σκέφτηκε: «Δεν έχω παρά να της δώσω µιά ν’ ανοίξει και αµέσως θα πάψω να είµαι κάποια άλλη. Θα ξαναγίνω η Ναταλία που δεν έχει καταδικαστεί σε θάνατο». Αλλά δεν έφυγε. Μπορούµε να φανταστούµε την αγωνία της, αν θυµηθούµε την αυλή στο σπίτι του Καϊάφα. Ο Πέτρος, ο θεµέλιος λίθος της Εκκλησίας, ο δυνατός που είχε δηλώσει στον Χριστό ότι κι αν όλος ο κόσµος Τον αρνιόταν, εκείνος δε θα Τον άφηνε, αλλά θα πέθαινε γι Αυτόν, συνάντησε εκείνη την παιδούλα που δε χρειάστηκε να πει παρά µόνο «Και συ µαζί Του ήσουν», για ν’ απαντήσει: «Ουκ οίδα τον άνθρωπον» και ν’ αρνηθεί τον Χριστό δύο φορές ακόµη, έτσι που ο Χριστός να γυρίσει να τον κοιτάξει…



Και η Ναταλία θα µπορούσε νάχει υποκύψει και να είχε πει: «Δε θα πεθάνω, θα πάω να φύγω». Οµως δεν το ‘κανε. Η νεαρή γυναίκα, γύρω στα τριάντα, υπέµεινε εν Χριστώ, όταν ο Πέτρος Τον είχε προδώσει.



Και θα πρέπει η ίδια να αναρωτήθηκε µήπως ο θάνατός της ήταν µάταιος. Καλά κι άξια να πεθάνει κανείς για να σώσει µιά γυναίκα και τα παιδιά της. Αλλά τι θα γινόταν αν τελικά την έπιαναν και τη σκότωναν κι εκείνη;



Αλλά η Ναταλία δεν έλαβε απαντήση. Θα µπορούσα να της πω σήµερα ότι η άλλη σώθηκε και πως τα παιδιά της είναι πάνω από πενήντα ετών. Θα µπορούσα να της πω και άλλα που δεν τα έµαθε ποτέ — γιατί εκείνο το βράδυ εκτελέστηκε.



Υπάρχει και κάτι άλλο στη µεσιτεία, εκτός από τη θυσία. Μαζί µέ το σταυρό και τον κήπο της Γεσθηµανής υπάρχει κι η ανάσταση, µιά αναστάση προσαρµοσµένη στα µέτρα της συµµετοχής µας στο µυστήριο του Χριστού, αλλά και στην ανθρώπινη µικρότητά µας.



Θα θυµάστε το χωρίο όπου ο Απόστολος Παύλος λέει: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εµοί Χριστός» (Γαλ. 2, 20). Απορούµε συχνά τι τάχα να σηµαίνουν αυτά τα λόγια. Η «άλλη» και τα παιδιά της ένα πράγµα γνωρίζουν, πως από κείνη την ώρα και µπρός ζουν µέ δανεισµένες ζωές. Οι δικές τους ζωές πέθαναν µε τη Ναταλία, κι εκείνη συνεχίζει να ζει µέσα απ’ τα σώµατά τους. Ζουν γιατί εκείνη πέθανε. Πήρε το θάνατό τους επάνω της και τους έδωσε τη ζωή της. Ζουν µε µιά ζωή που της ανήκει.



Αυτή η ανθρώπινη ιστορία δείχνει και κάτι άλλο πολύ σηµαντικό σχετικά µε τη σωτηρία. Μας δείχνει τη σκληρή πραγµατικότητα της µεσιτείας. Συχνά µεσιτεύουµε: Προσευχόµαστε στον Θεό να συγχωρέσει και να ελεήσει όσους βρίσκονται σε ανάγκη. Εν τούτοις η µεσιτεία είναι κάτι πολύ περισσότερο. Στα λατινικά η λέξη intercessio (= µεσιτεία) υποδηλώνει ότι κάνουµε ένα βήµα µπρός που µας τοποθετεί στο επίκεντρο µιάς καταστάσεως, όπως όταν κάποιος επεµβαίνει ανάµεσα σε δύο πρόσωπα έτοιµα να αντιδικήσουν. Ανάλογη είναι κι η ερµηνεία της ελληνικής λέξης.



Η πρώτη εικόνα που έρχεται στο νου είναι από τον Ιώβ, (κεφ. 9). Ο άνθρωπος εκείνος που είχε υποφέρει τόσο σκληρά λέει: «Πως γαρ έσται δίκαιος βροτός παρά Κυρίω;» (Ιώβ 9, 2). Που θα βρεθεί ο άνθρωπος που µέ θάρρος θα σταθεί ανάµεσα στον Θεό και στο άτυχο πλάσµα Του για να τους χωρίσει, αλλά και να τους ενώσει: Να τους χωρίσει από την αντίθεση που κάνει τον καθένα τους δέσµιο του άλλου και να τους ενώσει στην ελευθερία της αρµονικής αποκαταστάσεως των σχέσεών τους;



Αυτός ο άνθρωπος είναι ο Χριστός. Ο Χριστός που είναι Θεός, ο σαρκωθείς Λόγος, που θα τολµήσει να σταθεί ανάµεσα στον πεπτωκότα άνθρωπο και στον Θεό. Είναι ίσος προς τον Θεό και ίσος προς τον άνθρωπο, ένα µέ τον Θεό, γιατί είναι Θεός, και ένα µέ τον άνθρωπο, γιατί είναι άνθρωπος, έτοιµος να αποδεχτεί τις συνέπειες που η θεία αγάπη Του θα έχει πάνω στην ανθρώπινη σάρκα Του.



Αυτό είναι µεσιτεία! Αυτό σηµαίνει να κάνει κανείς την κινήση που θα τον φέρει στο επίκεντρο µιάς καταστάσεως για πάντα, και εις τους αιώνες των αιώνων, αφού ο Χριστός, ο εκ Παρθένου τεχθείς, είναι συγχρόνως αυτός που πέθανε στο σταυρό κι αυτός που ηγέρθη εκ νεκρών και µέ την Ανάληψή Του έφερε την ανθρώπινη φύση Του στο επίκεντρο του µυστηρίου της Αγίας Τριάδος.



Με το παράδειγµα της Ναταλίας καταλαβαίνουµε ότι ο Χριστός είναι η Οδός, ο τρόπος ζωής, η ίδια η ζωή του χριστιανού, η µόνη ανθρώπινη και θεία πραγµατικότητα. Είναι η οδός της ζωής, µιάς ζωής τόσο γεµάτης και πληθωρικής, ώστε να χαρίζει την αιωνιότητα — και σε κείνον που τη βιώνει και στους γύρω του, µε τίµηµα το σταυρό. Είναι η νίκη του µαρτυρίου, η νίκη του αδύνατου πάνω στον ισχυρό, η νίκη του ευάλωτου – µιά ανθρώπινη και θεία αγάπη πάνω σ’ ο,τι είναι φαινοµενικά ανίκητο — στο µίσος που µ’ όλ’ αυτά εξαντλείται και δεν ξαναγεννιέται.

Αντώνιος Bloom του Σουρόζ

Αγία Ακυλίνα, Θεατρική ομάδα Herten


Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2019

Αγία Ακυλίνα, Την σκότωσαν στο ξύλο για την πίστη της, οι “ανεκτικοί” Οθωμανοί…



site analysis




Tην φύσιν ούσα θήλυ η Aκυλίνα,
Aνήρ εδείχθη γεννάδας προς βασάνους.
Η Αγία Ακυλίνα καταγόταν από το χωριό Ζαγκλιβέρι της Θεσσαλονίκης και ανατράφηκε από γονείς ευσεβείς. Ο πατέρας της όμως, σκότωσε ένα Τούρκο, μετά από φιλονικία μαζί του. Για ν’ αποφύγει την τιμωρία του θανάτου, δέχτηκε τον μουσουλμανισμό. Αλλά η μητέρα της έμεινε σταθερή στον Χριστό και κάθε μέρα δίδασκε στην Ακυλίνα την αρετή και την πίστη. Παρά τις επίμονες προσπάθειες του πατέρα της και τις απειλές των Τούρκων, η Ακυλίνα δεν αρνήθηκε τον Χριστό. Όταν την οδηγούσαν στο μαρτύριο την ακολουθούσε και η μητέρα της, που την παρότρυνε σ’ αυτό. Η Ακυλίνα ήλεγχε με θάρρος τους Τούρκους και τη θρησκεία τους, με αποτέλεσμα να πεθάνει μαρτυρικά, μετά από πολυήμερο ραβδισμό, στις 27 Σεπτεμβρίου 1764 μ.Χ. σε ηλικία 19 ετών.
Κανείς δεν γνωρίζει που εναπόθεσαν οι συντοπίτες της το τίμιο λείψανο της. Λέγεται πως οι Τούρκοι θέλησαν ακόμη και νεκρή να την κάνουν δική τους, γι’ αυτό και διέταξαν να την θάψουν στο τούρκικο νεκροταφείο που ήταν κοντά στο τζαμί για να ικανοποιήσουν έτσι τον άσβεστο εγωισμό τους. Έτσι κι έγινε. Το θεόσταλτο όμως φώς, που σαν άστρο κατέβηκε από τον ουρανό και στάθηκε πάνω από τον τάφο της, ήταν το σημείο που υποχρέωσε τους χριστιανούς συμπατριώτες της να κλέψουν το σώμα της και να το ενταφιάσουν κάπου όπου θα ήταν ασφαλές. Κατά την παράδοση, τα ονόματα των τολμηρών αυτών ανθρώπων ήταν Τσόπλας, Καλημέρης και Μπούκλας, οι οποίοι λέγεται πως έκαναν όρκο να μην μαρτυρήσουν ποτέ σε κανέναν το μυστικό, γιατί θα υπήρχε ο φόβος να βρεθεί το άγιο λείψανο της στα χέρια των Τούρκων. Χριστιανοί πολλοί έχουν φύγει έκτοτε από τη ζωή με τον καημό να προσκυνήσουν τα ιερά λείψανα της. Σήμερα έχει χτιστεί προς τιμήν της περικαλλής και μεγαλοπρε­πής Ιερός Ναός ο οποίος, όμως, παραμένει ελλιπής χωρίς την ευλογία των αγίων της λειψάνων.

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2019

Η τελείωση της Αγίας Θέκλας (24 Σεπτεμβρίου)



site analysis




agia_theklaΟι θαυματουργικές θεραπείες που επιτελούσε η αγία Θέκλα ήταν για τους πολλούς πράγμα ευχάριστο και άξιο θαυμασμού και ενδιαφέροντος· για τους γιατρούς όμως της Σελεύκειας ήταν πολύ βαρύ και ενοχλητικό, επειδή νόμιζαν ότι το γεγονός αυτό αποτελούσε προσβολή γι’ αυτούς, όπως άλλωστε ήταν και φυσικό, αλλά και διότι βλάπτονταν τα οικο¬νομικά τους συμφέροντα. Δηλαδή από την ιατρική τους τέ¬χνη, η οποία ήταν η μόνη πηγή για τα προς το ζειν, δεν μπορούσαν να έχουν καμιάν ωφέλεια. Έτσι λοιπόν κυριαρχήθη¬καν από άγριο φθόνο και μανία κατά της Αγίας. Και τί σκέφτηκαν, και τί έπραξαν; Πράγμα αληθώς πονηρό· και μεστό δόλου και δηλητηρίου· και άξιο του παγκάκιστου διαβόλου, που βάζει στο νου των ανθρώπων τέτοια πράγματα. Λοιπόν, συγκεντρώθηκαν όλοι τους και, αφού κατέστρωσαν τρόπον τινά καθέδρα διεφθαρμένων και φθοροποιών, έκαναν λόγο μεταξύ τους για το πρόβλημα που τους προέκυψε, λέγοντας: «Η παρθένος αυτή είναι ιέρεια της μεγάλης θεάς Αρτέμιδος -έτσι νόμιζαν από τη μεγάλη τους ανοησία- και επιθυμεί πά¬ρα πολύ να διατηρεί την παρθενία της άφθορη και αμόλυντη. Επειδή λοιπόν δεν υπάρχει άλλο αίτιο της οικείωσής της προς τη θεά, παρά μόνο το προτέρημα της αγνείας, το προτέ-ρημα τούτο να της το καταστρέψουμε. Και να πως: αφού πά¬ρουμε για τον σκοπό αυτό μερικούς άνδρες και νεαρούς, αισχρούς και ακόλαστους, και διεγείρουμε τις ορμές τους με πολύ κρασί και προσφορά χρυσού, να τους εξαπολύσουμε εναντίον της». Έτσι σκέφτηκαν, έτσι έπραξαν. Επέλεξαν δη¬λαδή κάποιους ακόλαστους και βδελυρούς νέους και τους εξαπέστειλαν εναντίον της παρθένου, για να αγωνιστούν τον αισχρό αγώνα· και το χειρότερο, έχοντας αυτοί οι ανόσιοι άνδρες την κακία τους μισθωμένη και δεχθεί ήδη στα χέρια τους, για τη νίκη, την αμοιβή για το κακούργημα.
Λοιπόν, οι αναίσχυντοι εκείνοι άνδρες πήγαν στο σπήλαιο και χτύπησαν τη θύρα. Η Αγία δε (η οποία βεβαίως γνώριζε διά της θείας Χάριτος τον λόγο της αφίξεως εκεί αυτών των πονηρών και βδελυρών ανδρών) άνοιξε τη θύρα και τους είπε: «Παιδιά μου, τί θέλετε;». Έτσι, γλυκά και ήρεμα τους μίλησε. Ήθελε δηλαδή με την κοσμιότητα του ήθους και με την απλότητα των λόγων να κάμψει και να καταισχύνει την αναίσχυντη και θρασύτατη ορμή τους. Εκείνοι δε αμέσως τη ρώτησαν: «Ποιά είναι εδώ που ονομάζεται Θέκλα;». Και η μακάρια αυτή γυναίκα είπε: «Και τί λόγος υπάρχει σ’ εσάς να την αναζητείτε; Εγώ είμαι». Αμέσως δε εκείνοι, δείχνοντας ότι ήταν ίδιοι με αυτούς που ο λάρυγγάς τους είναι τάφος ανοιχτός, ξεστόμισαν αναιδώς ωσάν από πηγή βρόμικη βρόμικο νερό τον λόγο: «Τί άλλο; παρά να κοιμηθούμε μ’ αυτήν. Και όντως, για το σκοπό αυτό ήρθαμε». Η Θέκλα όμως, ω της αγίας εκείνης και ψυχής και φωνής!, είπε: «Εγώ είμαι γριά, πλην όμως δούλη του Κυρίου μας Ιησού Χρι¬στού· και αν αποπειραθείτε να πράξετε σ’ εμένα κάτι το πονη¬ρό και αισχρό, δεν θα μπορέσετε να το κατορθώσετε». Αλλά οι κακοηθέστατοι εκείνοι άνδρες επέμεναν -και αυτό αποτελούσε επιβεβαίωση της κακότητάς τους-, λέγοντας στην Αγία: «Είναι αδύνατον να αποχωρήσουμε από εδώ, προτού πράξουμε αυτό για το οποίο ήρθαμε». Και ενώ έλεγαν αυτά, έκα¬ναν απόπειρες και κρατούσαν τη Μάρτυρα σφιχτά. Εκείνη όμως, με ήρεμη όψη και ήπια λόγια, τους είπε: «Περιμένετε λίγο, παιδιά μου, και θα δείτε τη δόξα του Θεού». Και επειδή δεν είχε τι να κάνει, αφού την είχε πιάσει εκείνος ο αναίσχυντος συρφετός και την είχαν περικυκλώσει σκύλοι πολλοί (την είχαν πράγματι στα χέρια τους και ορμούσαν με μανία να τη βιάσουν), ύψωσε το βλέμμα της στον ουρανό και είπε: «Κύριε Παντοκράτορ, ο μόνος δυνατός και οικτίρμων, η ελπίδα των απελπισμένων, η βοήθεια των αβοήθητων, Εσύ που με διέσωσες από το πυρ και τα θηρία, από τον Θάμυρη και τον Αλέξανδρο και από το λάκκο, παρέχοντάς μου πα-ντού χείρα βοήθειας, και ευδόκησες διά του προσώπου μου να δοξαστεί το θειο όνομά Σου· και τώρα λοιπόν, Κύριε ο Θεός μου, γλίτωσέ με από τα χέρια αυτών των άνομων, και μην αφήσεις να βεβηλωθεί η παρθενία μου, την οποία αφιέρωσα σε Εσένα και στο όνομά Σου, Νυμφίε άμωμε, και Εσένα προσκυνώ τον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα τώρα και στους αιώνες».
Και κλείνοντας την προσευχή της με το «Αμήν», κατήλθε σ’ αυτήν φωνή εξ ουρανού, λέγουσα: «Μη φοβάσαι, Θέκλα· είμαι μαζί σου, δούλη μου αληθινή. Σήκωσε λοιπόν τα μάτια σου και κοίταξε πως μια πέτρα έχει ανοιχτεί μπροστά σου. Αυτή για σένα θα είναι οίκος αιώνιος και σ’ αυτήν θα δεχθείς την ανάπαυσή σου». Και η Μάρτυς κοίταξε προσεκτικά και είδε μπροστά της πέτρα ανοιγμένη όσο χρειαζόταν να χωρέσει ένας άνθρωπος. Αμέσως δε η Αγία, κατά το παράγγελμα, διαφεύγοντας από τα χέρια των ακόλαστων εκείνων ανδρών, μπήκε μέσα στην πέτρα ενώ ταυτόχρονα ενώθηκαν τα δύο μέ¬ρη της πέτρας εκείνης και έγιναν ένα, έτσι που δεν διακρινόταν καμία αρμογή. Σ’ εκείνους δε τους βέβηλους άνδρες, μό¬λις είδαν αυτό το μεγάλο θαύμα, επακολούθησε απορία και έκπληξη. Και βέβαια αυτοί δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε πλέον, αφού δεν είχαν στα χέρια τους τη Μάρτυρα. Και επει¬δή δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε, άρπαξαν το ωμοφόριο της Αγίας και, σχίζοντάς το, απόκοψαν από αυτό ένα κομμά¬τι. Τούτο όμως έγινε κατά θεία οικονομία, αφενός προς επιβεβαίωση του γενόμενου θαύματος και αφετέρου προς ευλογία και παραμυθία των μεταγενέστερων θεοσεβών και φιλόχριστων.
Η γενναία και πανένδοξη Θέκλα οδηγήθηκε στο μαρτύ¬ριο, όντας περίπου δεκαοκτώ ετών· στην οδοιπορία δε, στην άσκηση στο όρος και στον υπόλοιπο βίο της πέρασαν συνολι¬κά εβδομήντα δύο έτη. Επομένως η Πρωτομάρτυς εξεδήμησε προς Κύριον άγοντας ήδη το ενενηκοστό έτος της ηλικίας της.
Τέτοιο ήταν το τέλος της θαυμαστής Θέκλας· τέτοιος και ο επίγειος βίος της· τέτοιο και το μαρτύριό της για τον Χριστό. Είθε, λοιπόν, και εμείς να την έχουμε πάντοτε άγρυπνο φύλα¬κα των ψυχών μας, μεσίτρια ευάρεστη στον Θεό, βοήθεια γρήγορη και αποτελεσματική κατά τους κινδύνους. Και με τις πρεσβείες της είθε να τύχουμε των αιωνίων αγαθών εν Χρι¬στώ Ιησού τω Κυρίω ημών, στον Οποίο πρέπει η δόξα και το κράτος τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(Συμεών του Μεταφραστού, Η άθληση και το μαρτύριο των Αγίων Αγάθης, Βαρβάρας, Ευφημίας, Θέκλας, Ιουλιανής, Σοφίας και των θυγατέρων αυτής, εκδ. Αποστ. Διακονίας, σ. 128-131. Μετάφραση Γεωργίου Παπαδημητρόπουλου, Θεολόγου, Φιλολόγου-Λυκειάρχου)

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2019

Η μοναχή που μιλουσε με τον άγγελο



site analysis


Δεκαπενταύγουστος: Μια Μοναχή, βρισκόταν σ΄ ένα μοναστήρι κι εσχόλαζε με νηστείες και αγρυπνίες. Καθημερινά βάδιζε από δύναμη σε δύναμη κι από δόξα σε δόξα, για να ετοιμάσει τον εαυτόν της για τα <<μεγάλα Ολύμπια>>.

Αγωνιζόταν στο καθημερινό μαρτύριο της συνείδησης, για να βάλει τις βάσεις για τον ουρανό, τη θεώση. Αγωνιζόταν σαν μανική εράστρια, να συναντήσει το Νυμφίο των καθαρών ψυχών, αφού περιφρόνησε όχι τον κόσμο, τον οποίον υπεραγαπούσε, αλλά τη <<λογική>> του, τις εμπαθείς σχέσεις. Επιθυμούσε να σωθεί και έτρεχε για να …χαθεί μέσα στη θεία ευσπλαχνία. Καθημερινά << διέθετο αναβάσεις εν τη καρδία>> της (Ψαλμ. 83,6).



Αυτή την αγία ψυχή βάλθηκε ο διάβολος να παραπλανήσει και να τη βγάλει από την οδό της ευθείας και του σωτηρίου. Έτσι, την εξαπάτησε πολλές φορές μετασχηματιζόμενος σε μορφή Αγγέλου. Παρουσιαζόταν στη μοναχή και συνομιλούσαν για διάφορα πράγματα. Σε κάθε ερώτηση της της απαντούσε και αυτό χαροποιούσε τη μοναχή.

Σε μία επίσκεψη της στον Πνευματικό, ο εξομολόγος ρώτησε τη μοναχή, πως περνούσε στην κατάσταση της Μοναδικής πολιτείας.

Αυτή είπε:
Καλά, με την ευχή σου, πάτερ άγιε.


Όταν ο Πνευματικός άκουσε αυτή την υπερήφανη απάντηση, λυπήθηκε και τη συμβούλεψε ως εξής:

Παιδί μου, ποτέ να μη λέγεις <<καλά>> αλλά και αν κάνεις όλες τις αρετές, πάντα να ταπεινώνεσαι και να λές πως είσαι αμαρτωλή, διότι στην αλήθεια όλοι είμαστε αμαρτωλοί.

Να ξέρεις, πάτερ, ότι αυτό το λόγο, διότι έρχεται από τους ουρανούς Άγγελος Κυρίου και με επισκέπτεται.

Ο Πνευματικός, ο οποίος ήταν διακριτικός και αφού έπαθε πολλά και έμαθε πολλά, θυμήθηκε το ρητό του Αποστόλου Παύλου που λέγει, ότι ο Άγγελος του σκότους μετασχηματίζεται και σε Άγγελο φωτός, της είπε:

Όταν έλθει πάλι ο Άγγελος να σε επισκεφθεί, πες του να σου δείξει την Υπεραγία Θεοτόκο. Όταν κάνει αυτό και παρουσιασθεί η Παναγία, να την προσκυνήσεις. Ύστερα, να προσευχηθείς στην Παναγία και αν παραμείνει μέχρι να τελειώσεις την προσευχή σου, να ξέρεις ότι είναι η Κυρία μας, αν δε εξαφανισθεί, μάθε ότι είναι δαιμονική φαντασία και σε απατά, για να σε ρίξει σε μεγάλη καταστροφή.

Όταν παρουσιάστηκε πάλι ο δαίμονας, είπε η μοναχή στο νομιζόμενο Άγγελο:

Σε παρακαλώ, Άγγελε του Θεού, δείξε μου την Παναγία, τη Μητέρα του Θεού, που έχω μεγάλη επιθυμία να Την ιδώ.

Είναι αρκετή η δική μου παρουσία, της είπε, διότι δεν είσαι άξια να ιδείς με τα σωματικά σου μάτια την Παντάνασσα.

Η μοναχή με περισσότερη επιμονή ζητούσε από το δαίμονα να της κάνει τη χάρη. Τότε της παρουσίασε στη φαντασία της μια ωραιότατη κοπέλα, σαν βασίλισσα, την οποία η μοναχή προσκύνησε, αφού είπε το χαιρετισμό του Αγγέλου: << Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία, ο Κύριος μετά σου…..>> . Την ίδια στιγμή η μέν διαβολική φαντασία, μόλις άκουσε εκείνα τα αρχαγγελικά λόγια, εξαφανίσθηκε ως καπνός και άνεμος, ο δε διάβολος χάθηκε και δεν παρουσιάσθηκε πιά στη μοναχή να την πλανά.

Η μοναχή έμεινε έντρομη και αρρώστησε. Ύστερα από πολύ καιρό, με πολλούς κόπους και προσπάθειες, επανήλθε στην πρώτη κατάσταση της.

Όταν, λοιπόν πέσουμε σε πειρασμό από το διάβολο ή από τους ανθρώπους ή ακόμα από τη σάρκα, δεν υπάρχει ωφελιμότερη θεραπεία, από το να ανακράζουμε τα σωτήρια ονόματα του Κυρίου Ιησού και της Παναγίας μας, τα γλυκύτερα από την αμβροσία και το νέκταρ.



Πηγή: ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ (ΑΡΧΙΜ. ΘΕΟΦΎΛΑΚΤΟΣ ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ) i-epikaira.blogspot.com



Πηγή: synaxipalaiochoriou.blogspot.com

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2019

Η αγία οσιομάρτυς Σωσάννα



site analysis


IMG_2070 (1)
Η μνήμη της τελείται στις 19 Σεπτεμβρίου.
Λίθο πολύτιμο, ατίμητο μαργαριτάρι στο περιδέραιο της πίστεως, κρίκο χρυσό στην αλυσίδα των αγίων της Εκκλησίας μας αποτελεί η οσιομάρτυς Σωσάννα. Γυναίκα ανδρεία (Παροιμ. λα΄ 10), που απώθησε το ασθενές του φύλου της και με την ισχύ της θείας χάριτος, που » πάντοτε τα ασθενή θεραπεύει και τα ελλείποντα αναπληροί «, ενεδύθη με ανδρικό φρόνημα, με την » πανοπλία του Θεού » (Εφεσ. στ΄ 11) και νικηφόρως διεξήγαγε τον αγώνα της στην ασκητική και αθλητική παλαίστρα.
Άνθος ευθαλέστατο, που προήλθε από δυσσεβή ρίζα, ανεβλάστησε η Σωσάννα από πατέρα Έλληνα ειδωλολάτρη και μητέρα Εβραία, τον Αρτέμιο και τη Μάρθα, κατά τους χρόνους του βασιλέως Μαξιμιανού (286-305). Πατρίδα είχε την Παλαιστίνη. Σε νεαρή ηλικία αρνήθηκε την » ασέβεια και τις κοσμικές επιθυμίες » (Τιτ. α΄ 12), προσέτρεξε στην πίστη του Χριστού, κατηχήθηκε και ομολόγησε μιά πίστη και «εν βάπτισμα» (Εφεσ. δ΄ 5) ενώπιον του πρεσβυτέρου Σιλβανού.
Με το θάνατο των γονέων της, η Σωσάννα ελευθερώνει τους δούλους της και υπακούοντας στο θεϊκό πρσταγμα «πώλησον τα υπάρχοντά σου και δος πτωχοίς «(Ματθ. ιθ΄ 21) διανέμει την περιουσία της στους έχοντες ανάγκη και ακολουθεί το δρόμο της μοναδικής πολιτείας. Ενδύεται ανδρικά ενδύματα, «κείρεται την κεφαλή» και καταφεύγει σε ανδρικό κοινόβιο με το όνομα Ιωάννης. Στη Μάνδρα αυτή της περιοχής των Ιεροσολύμων, που αναδεικνύεται για τη Σωσάννα σχολείο αρετών, «απεκδύεται τον παλαιό άνθρωπο «(Κολοσ. γ΄ 9) και με συνεχείς αγώνες επιδιώκει την ηθική τελείωση και τη νήψη κατά την προτροπή του αποστόλου Πέτρου (Α΄ Πετρ. ε΄ 8). Αναδεικνύεται προϊστάμενος της Μάνδρας και η φήμη της ως Ιωάννου ξεπερνά τα στενά όρια του περιβάλλοντος της Μονής. Οι Άγγελοι χαίρονται στον ουρανό και οι δαίμονες φρίττουν βλέποντες την πνευματική προκοπή της Σωσάννης. Αυτοί βάζουν μιά προσκυνήτρια να συκοφαντήσει τη Σωσάννα, που θεωρούσε άνδρα, ότι προσπάθησε να την παρακινήσει στην αμαρτία. Η γενναία, όμως, δούλη του Χριστού δέχεται προθύμως το πικρό ποτήρι της συκοφαντίας. Πιστεύει ότι στο τέλος η αλήθεια θα λάμψει σαν τον ήλιο, όπως και έγινε.
Ο επίσκοπος Ελευθερουπόλεως που ήλθε για ανακρίσεις πρότεινε την καθαίρεση του Ιωάννου, που, όμως, αμυνόμενος ζήτησε δύο παρθένες διακόνους της Εκκλησίας, ενώπιον των οποίων απεκάλυψε την γυναικεία του φύση. Ο Επίσκοπος εκπληττόμενος, όχι μόνο απάλλαξε τον Ιωάννη – Σωσάννα από την κατηγορία, αλλά θαυμάζων το σθεναρό της φρόνημα τη χειροτονεί διάκονο της Εκκλησίας. Από τη θέση αυτή η Σωσάννα υπηρέτησε την Εκκλησία με πολύ ζήλο και απόλυτη αφοσίωση » τω πνεύματι ζέουσα τω Κυρίω δουλεύουσα» (Ρωμ. ιβ΄ 1). Έτσι έγινε δοχείο ουρανίων δωρεών και προικίσθηκε και με τη χάρη των θαυμάτων. Η καρδιά της, φωτιά που φλεγόταν από την αγάπη προς το Νυμφίο Χριστό ζητεί τώρα να ενωθεί όσο το δυνατό ενωρίτερα μαζί του. Επιθυμεί διακαώς το μαρτύριο.
Όταν ο βασιλιάς Αλέξανδρος έρχεται στην Ελευθερούπολη και προσφέρει θυσία στα αναίσθητα είδωλα, η Σωσάννα τα κρημνίζει με μόνη την προσευχή της και με παρρησία ομολογεί την «καλή ομολογία «(Α΄ Τιμοθ. στ΄ 12). Ο δρόμος του μαρτυρίου ανοίγεται τώρα μπροστά της. Τραχύς μα ωραίος θέλγει τη γενναία αθλήτρια. Της κόβουν τους μαστούς, αλλά με τη χάρη του Θεού, αυτοί ξαναγίνονται υγιείς. Και τότε το θαύμα παίρνει άλλες διαστάσεις. Το πλήθος των παρισταμένων μη μπορώντας να κατανοήσει το γενόμενο πιστεύει στο Θεό, δέχεται προθύμως το μαρτύριο και αποκεφαλίζεται. Συναριθμείται έτσι στο πλήθος των αθλητών της πίστεως.
Στο στόμα της μακαρίας Σωσάννης οι άνομοι δήμιοι ρίχνουν λειωμένο μόλυβδο, που της κατακαίει τα σπλάγχνα. Και πάλι, όμως, με τη χάρη του Θεού, μένει αβλαβής. Ντροπιάζονται οι ασεβείς από τα καταπληκτικά αυτά γεγονότα. Εθελοτυφλούν με το να απορρίπτουν την αλήθεια της αληθινής πίστεως. Επιμένουν να προτιμούν το σκοτάδι από το φως. Έτσι κτυπούν ανελέητα τη Σωσάννα και τέλος το βασανισμένο της σώμα το ρίχνουν στη φωτιά.
Από αυτήν η ψυχή της πολυάθλου μάρτυρος εξέρχεται στεναφηφόρος. Παίρνει τον κότινο της νίκης, » τον αμαράντινο της δόξης στέφανο » (Α΄ Πετρ. ε΄ 4) που της παραδίδει ο Κύριος καλώντας της κοντά του στην άληκτη μακαριότητα, στη βασιλεία των ουρανών. Εκεί η Σωσάννα απολαμβάνει τη θέα του κάλλους του ωραίου της Νυμφίου και τον παρακαλεί να καταστήσει και όλους εμάς άξιους μιμητές του ηρωϊκού της φρονήματος και της προς αυτόν αμετάθετης αγάπης και πίστεώς της.
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας
Υμνογράφος