Κυριακή 7 Ιουνίου 2020

Αφιερωμένο στη δική μου Αθηνά (λόγος στην εξόδιο ακολουθία της Αθηνάς Σιδέρη)



site analysis

 



Όταν πριν από ενάμιση χρόνο αποχαιρετήσαμε τον πατέρα μας, ήμουν ήρεμη για τη μαμά μου ότι θα είναι καλά. Στα μάτια μου η μαμά μου ήταν σούπερ ήρωας, από αυτούς με τη μαγική στολή και την κάπα, που φορώντας τα, ξεπερνούν τους φυσικούς νόμους και το ανθρώπινο «δε γίνεται» και κάνουν τα πάντα να γίνονται.
 
Την είχα δει τη μαγική κάπα της μαμά μου, αυτή που την έκανε από απλή ανθρώπινη μαμά σούπερ ήρωα: την κάπα αυτή την έλεγαν βαθιά αδιαπραγμάτευτη πίστη στο Θεό. 

Η πίστη στο Θεό για τη μαμά μου δεν ήταν απλό αξεσουάρ, όπως είναι για μένα: Δεν την χρησιμοποιούσε δηλαδή ανάλογα με το ρούχο που φορούσε σα συμπλήρωμα της εμφάνισής της ούτε την άλλαζε με κάτι άλλο, ανάλογα με τη μόδα και το περιβάλλον στο οποίο βρισκόταν. 

Η πίστη της ήταν για τη μαμά μου, συστατικό της ύπαρξής της, αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής της και όλη της η κοσμοθεωρία, όλες τις οι συμπεριφορές ήταν εμποτισμένα με αυτήν. 

Κάποτε την είχα ρωτήσει σχεδόν ενοχλημένη: «μα καλά, ποιον αγαπάς πιο πολύ; το Θεό ή τα παιδιά σου;» η απάντησή της βρήκε αυθόρμητα χωρίς ανάγκη για σκέψη: «Πρώτα από όλους και από όλα, αγαπώ το Θεό». Όταν διαμαρτυρήθηκα για τα δικαιώματα μου ως παιδί της στην πρωτοκαθεδρία της καρδιάς της, η εξήγησή της ήταν απόλυτη: «αν δεν αγαπούσα το Θεό, δε θα ήξερα τι θα πει αγάπη. Αν δεν αγαπούσα το Θεό θα αγαπούσα μόνο τον εαυτό μου». 

Ήταν ξεκάθαρο: πώς το έλεγε ο Αρχιμήδης; πως αρκεί να βρει κανείς τόπο να σταθεί για να κινήσει τον κόσμο; Ε, η μαμά μου αυτό τον τόπο τον είχε βρει: ήταν η πίστη στο Θεό. 

Στεκόταν εκεί ασάλευτη ακόμα κι όταν τα γεγονότα την εκβίαζαν να μετακινηθεί, και από εκεί κινούσε -λέγαμε- τον κόσμο. 

Την ώρα που αποχαιρετούσε τον πολυαγαπημένο της αδερφό στεκόταν εκεί, στο άφημά της στο Θεό. 

Το ρόλο της κόρης και της αδερφής, και της συζύγου και της μητέρας και της φίλης τους βίωνε από εκεί. 

Όταν αφιέρωνε ώρες προσφοράς ως ερυθροσταυρίτισσα στεκόταν εκεί. 

Η σχέση της με τον άγιο Πορφύριο γεννήθηκε και θέριεψε εκεί.

Όταν νεκροφίλησε τη Ματίνα μας, όταν τα δικά μας γόνατα λύθηκαν από τον πόνο και όταν ο πόνος μας έκανε άπιστους και βλάσφημους, εκείνη στεκόταν ακλόνητη εκεί, στην εμπιστοσύνη της στο θείο θέλημα, χωρίς ούτε ένα «γιατί». 

Κι έπειτα τον πόνο της τον έκανε ευκαιρία: ξέροντας τι είναι η απώλεια, αντί να κλειστεί στη θλίψη της, φόρεσε την μαγική της κάπα και έτρεξε να παρηγορήσει πενθούντες, να στηρίξει με τη δική της πίστη ανθρώπους που ο θάνατος είχε τραυματίσει σοβαρά. Έτρεξε να τους παρηγορήσει και τους άφηνε με ασφάλεια στην αγκαλιά του Γέροντα για να βιώσουν όλοι την ηρεμία που βίωνε κι εκείνη μέσα στις χειρότερες τρικυμίες.
 
Ακόμα και τώρα στην τελευταία της περιπέτεια, όταν η δική μας πίστη -η σαν αξεσουάρ- περίμενε πως αφού η μαμά μου Τον πιστεύει, ο Θεός θα την άφηνε να ζήσει 100 χρόνια, εκείνη αφέθηκε στο θείο θέλημα, όχι με παραίτηση αλλά με δύναμη: «Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν» ψιθύριζε αδιάκοπα και καθησύχαζε τη δική μας αγωνία. 

Ακόμα και σ’ εκείνη την ύστατη δοκιμασία, όταν εμείς την παρακαλούσαμε να παρακαλέσει το Γέροντα για την δική της υγεία, εκείνη τον παρακαλούσε για εμάς και για άλλους αλλά τον εαυτό της τον είχε εναποθέσει στα πόδια του Θεού κι έτσι ήταν ήρεμη και ατρόμητη. 

Κι η αλήθεια είναι πως ο Θεός τη φρόντισε απόλυτα και ξεκάθαρα: η μητέρα μας δεν έζησε αυτά που περιέγραφαν οι γιατροί ότι θα ζήσει. Η σύντομη ασθένειά της δεν πρόλαβε να γίνει ο βασανισμός της: έγινε απλώς το όχημα για ένα ταξίδι για το οποίο προετοιμαζόταν σε όλη της τη ζωή. 

Έφυγε στην απόδοση της Ανάληψης, όταν η αναστημένη ανθρώπινη σάρκα βρίσκει τη θέση της στο θεϊκό θρόνο, την αποχαιρετούμε ψυχοσάββατο, όταν οι ψυχές για τις οποίες τόσο ικέτευσε έχουν την τιμητική τους, θα συναντήσει το Θεό της την ημέρα της γιορτή Του. Τι άλλη απόδειξη χρειαζόμαστε για να βεβαιωθούμε ότι ο Θεός την αγάπησε περισσότερο από όσο τον αγάπησε εκείνη;
 
Κι εμείς; Εμείς έχουμε τη μεγάλη τιμή να λέμε πως έχουμε πια τρεις πρεσβευτές στη θριαμβεύουσα Εκκλησία και το μεγάλο καθήκον να τους τιμήσουμε με τη ζωή και τη στάση μας. 

Έχουμε την ηρεμία πως η μαμά ξαναγκαλιάζει το Ματινάκι και τον έρωτα της ζωής της, κι ότι φιλάει και πάλι το χέρι του Γέροντα. 

Έχουμε την ασφάλεια πως ότι μας απασχολεί, τους φόβους και τις δυσκολίες μας, θα τις ακούει, και από εκείνην θα φτάνουν άμεσα στα χέρια του Αγίου Γέροντα και από εκεί στο Θεϊκό θρόνο. 

Και κάτι ακόμα εξίσου μεγάλο: κοιτάζοντας ολόγυρα έχουμε την περιουσία που μας αφήνει: μαζί μας πενθούν τη μάνα μας άνθρωποι που την αγαπούν όχι με λόγια αλλά με την καρδιά τους. Άνθρωποι που έγιναν δικοί της όχι λόγω συγγένειας αλλά λόγω καρδιάς. Άνθρωποι που στάθηκαν και στέκονται δίπλα της και δίπλα μας με όλο τους το είναι. 

Μας αφήνει η μάνα μας πολλά αδέρφια, μεγάλωσε την οικογένειά μας, την άπλωσε σε όλη την Ελλάδα και πέρα από αυτήν από την Κύπρο ως την Ολλανδία και από την Αγγλία ως την Αμερική. Τώρα πια καθήκον μας είναι να αγκαλιαστούμε όλοι πιο σφιχτά και για εκείνην και όλοι μαζί να της ευχηθούμε να βιώσει τον Παράδεισο που τόσο λαχτάρησε. 

Κι έπειτα να παραμείνουμε ενωμένοι, αδέρφια πια, και να μιλάμε στη μάνα μας, βιολογική για τα παιδιά της, πνευματική για όσους άγγιξε το έργο της. Και να την παρακαλέσουμε όλοι μαζί να μην αφήσει το χέρι μας στα δύσκολα, αλλά να μας αγγίζει απαλά με την αγάπη και την προσευχή της σε κάθε μας βήμα ως την ευλογημένη στιγμή που θα την αγκαλιάσουμε ξανά και αιώνια.
ΠΗΓΗ.ΑΜΦΟΤΕΡΟΔΕΞΙΟΣ
Μάρω Σιδέρη

Από τις αίθουσες διδασκαλίας στον ασκητικό βίο μιας ιστορικής μονής | Μονή Αγίου Δημητρίου Τροιζήνας



site analysis




___
Η μοναχή Θεολογία, δασκάλα για πολλά έτη, περιγράφει τη διαδρομή της μέχρι την Ι.Μ. του Αγίου Δημητρίου Τροιζήνας, που εκτιμάται ότι κτίστηκε τον 10ο αι. και μετά από πολυετείς προσπάθειες επαναλειτουργεί
Η μονή είναι χτισμένη στις πλαγιές του όρους Σαβέρων από όπου αγναντεύει τον έφορο κάμπο και το χωριό της Τροιζήνας, τον Σαρωνικό κόλπο, τα Μέθανα, την Αίγινα και τον Πόρο. Η μονή υπήρξε σταυροπηγιακή και κοινοβιακή σύμφωνα με την εγκύκλιο του πατριάρχη Νεοκλή του εβδόμου που χρονολογείται στα 1791. Δεν έχουν βρεθεί γραπτές μαρτυρίες για το έτος κτίσεως και ιδρύσεως της μονής, ωστόσο υπολογίζεται ότι κτίστηκε στα τέλη του 10ου αιώνα.



Τα παλιότερα χρόνια οι προσκυνητές έφταναν ως εδώ από το γραφικό μονοπάτι που ξεκινά απ’ την Παναγίτσα, τα τελευταία όμως χρόνια έχει διανοιχτεί αμαξιτός δρόμος που φτάνει μέχρι την είσοδο της μονής. Τα κτίσματα, τα κελιά και οι βοηθητικοί χώροι σχηματίζουν ένα ισχυρό περιτείχισμα που εξυπηρετούσε στην περιφρούρησή της από εξωτερικούς κινδύνους. Στη μέση της υπαίθριας αυλής ορθώνεται το καθολικό, εσωτερικά μονόκλιτη βασιλική, εξωτερικά εγγεγραμμένη σταυροειδής. Σύμφωνα με την αφιερωματική επιγραφή που βρίσκεται στο υπέρθυρο μεταξύ λιτής και κυρίως ναού ο ναός αγιογραφήθηκε το 1994 με έξοδα του ιερομονάχου Νεκταρίου. Το εσωτερικό του ναού είναι κατάγραφο με τοιχογραφίες εκτός από τις χαμηλές ζώνες της βόρειας και νότιας πλευράς.



Εικόνες



Στο ναό φυλάσσεται η εφέστια εικόνα του αγίου Δημητρίου, έργο Ιωάννου ιερέως του Ναυπλιέως, που χρονολογείται στα 1704. Επίσης, η εικόνα της Παναγίας Αμολύντου του 1761, καθώς και μια μικρή φορητή εικόνα του αγίου που χρονολογείται στα 1820. Στα 1835 ο Όθωνας με βασιλικό διάταγμα διέλυσε τη μονή και δήμευσε τη μεγάλη κτηματική περιουσία ενώ οι τελευταίοι 12 μοναχοί υπό τον ηγούμενο Ιωσήφ Κωνσταντινίδη αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν και διασκορπίστηκαν σε διάφορες περιοχές της Πελοποννήσου.



Επιστολή στη Βουλή


Έκτοτε η μονή ερήμωσε και σιγά σιγά άρχισε η φθορά και η κατάρρευσή της. Ήδη από τα πρώτα χρόνια της διαλύσεως της μονής οι κάτοικοι απευθύνονται στη βουλή των Ελλήνων διεκτραγωδώντας την κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει και ζητώντας την επαναλειτουργία της. Αναφέρουμε μερικά αποσπάσματα από επιστολή της 29ης Ιανουαρίου του 1845 :




«Το μοναστήρι τούτο σεβαστοί αντιπρόσωποι ήταν και είναι η μόνη παρηγοριά της ψυχικής σωτηρίας μας και εις αυτό προστρέχαμεν περισσότερο παρά εις τας ιδίας εκκλησίας μας. Αλλά αφότου δυστυχώς διελύθη, η λύπη περιέχυσα τας καρδίας όλων ημών και η θλίψη μας ημέρα την ήμερα αυξάνεται και κατέστημεν τέλος απαρηγόρητοι, εις την αθλιότητα κατάντησε η μονή των πατέρων μας, διότι τα οικήματα και αυτής και των μετοχέων της καταστράφηκαν, εγκρεμίσθησαν μέχρι μόλις ενός οικήματος διασωθέντος ως χρησίμου ελαιοτριβείου αλλά και αυτή η εκκλησία της μονής κλεισθείσα αφότου η μονή διελύθη, εκαταφρονήθη χειρότερα των άλλων οικημάτων και ούτε λειτουργία ποτέ εξετελέσθη εν αυτή ούτε πρώτων αγίων εικόνων αυτής ανήχθη ποτέ το απαιτούμενων φως αλλά μάλιστα και απεπειράθησαν ίσως επίτηδες να κάψουσιν αυτήν... Εις την αυτήν αξιοδάκρυτον κατάστασιν βλέποντες σήμερον την αρχαία ταύτην μονήν μας, άλλοτε ήταν λαμπρυσμένη και διακοσμημένη, δεν ανεχόμεθα πλέον να θεωρούμε αυτήν ερημωμένη, φθειρομένη, χερσωμένη και αγγίζοντας την τελείαν εξόντωσίν της, αλλά πάντως αναφερόμενοι εις τους σεβαστούς αντιπροσώπους του έθνους μας παρακαλούμε αυτούς θερμά να ευαρεστηθώσιν να αποφασίσωσιν την διατήρησιν της μονής. Δεν ζητούμε σεβαστοί αντιπρόσωποι ούτε τι άδικο ούτε τι επιζήμιο διά την κυβέρνησή μας, ζητούμεν και απαιτούμεν την διατήρησιν του αρχαίου μοναστηριού μας μη υποφέροντες να βλέπουμε την ερήμωσή του».



Ερείπιο για 180 χρόνια!


Και όμως παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες των κατοίκων της Τροιζήνας αλλά και της ευρύτερης περιοχής το μοναστήρι παρέμεινε έτσι επί 180 περίπου χρόνια και κατέπεσε σε ερείπια. Στα νεότερα χρόνια αρκετοί μοναχοί και μοναχές προσπάθησαν να ξαναδώσουν ζωή στο μοναστήρι αλλά χωρίς αποτέλεσμα.




Η πολυπόθητη άδεια, η έναρξη έργων αποκατάστασης


Συνομιλήσαμε με την μοναχή Θεολογία η οποία ασκητεύει σήμερα στο μοναστήρι και μας περιγράφει χαμογελαστή και φιλόξενη πώς έφτασε ως εδώ μετά τη συνταξιοδότησή της. Ήταν δασκάλα για χρόνια και αγαπούσε τα παιδιά και τη δουλειά της. Η αγάπη της όμως για τα παιδιά του Θεού κάθε ηλικίας έφερε τα βήματά της στη μονή Αγίου Δημητρίου Τροιζήνας. Περιγράφει στην Ορθόδοξη Αλήθεια τη διαδρομή της:



«Το 2002 ήλθε η ευλογημένη στιγμή που ζήτησα την ευχή και μεσολάβηση του γέροντά μου πατρός Ιγνατίου στον σεβασμιότατο ποιμενάρχη μας για να αρχίσουμε την αναστήλωση του μοναστηριού»



«Ήρθε η ευλογημένη στιγμή το 2002 που ζήτησα την ευχή και μεσολάβηση του γέροντά μου πατρός Ιγνατίου στον Σεβασμιότατο ποιμενάρχη μας κύριο Εφραίμ προκειμένου να πάρουμε ευλογία και να ξεκινήσουμε την αναστήλωση της μονής μαζί με τη μοναχική μας πορεία. Πράγματι ο Σεβασμιότατος ολοθύμως ευλόγησε αυτό το ξεκίνημα και το θαύμα έγινε. Βρέθηκαν τα κατάλληλα πρόσωπα που βοήθησαν και τα απαραίτητα για το ξεκίνημα χρήματα. Βασικά συνετέλεσαν τα 8 σαρανταλείτουργα που τελέστηκαν, οι δωρεές για τους κεκοιμημένους και διάφορες προσφορές μεγάλες και μικρότερες.



Αρχικά, και πριν από οτιδήποτε άλλο ξεκινήσαμε με τη συντήρηση και τον λειτουργικό εξοπλισμό του ναού που σώζεται σε σχετικά καλή κατάσταση. Έτσι το 2007 καινούργια κουφώματα αντικατέστησαν τα παλαιά και σαθρά ενώ συνεργείο συντηρητών του υπουργείου πολιτισμού έκανε εργασίες συντηρήσεως στις τοιχογραφίες. Το 2008 με προσφορές διαφόρων δωρητών αγοράστηκαν στασίδια, προσκυνητάρια, ξυλόγλυπτα έπιπλα για τον ναό, καντήλια και ιερά σκεύη. Τον Οκτώβριο του 2009 μετά από προσπάθειες 5 περίπου ετών εκδόθηκε από το υπουργείο πολιτισμού η άδεια αναστηλώσεως και αποκαταστάσεως της μονής. Στις 19 Ιουνίου του 2010 ετελέσθη ο ο αγιασμός για την έναρξη των έργων».





Ήταν συγκινημένη η μοναχή Θεολογία όταν αναφέρθηκε στην πλούσια ευλογία και θαυμαστή παρέμβαση του αγίου Δημητρίου. Η μοναχή δείχνει άνθρωπος που δεν ξεπερνά τα γεγονότα αδιάφορα, αλλά τους προσδίδει αδιαμφισβήτητη θέση στην πρόνοια του Θεού:



«Στις 29 Αυγούστου του 2011 έγινε η ρασοφορία μου στην ιερά μονή Καλαμίου και μετά από 2 ημέρες η εγκατάστασή μου στη μονή αγίου Δημητρίου κατόπιν τελέσεως Θείας Λειτουργίας. Την πρωτοχρονιά ο γέροντάς μου έθεσε τον θεμέλιο λίθο της νοτίας πτέρυγος, το ισόγειο της οποίας ετελείωσε τον Οκτώβριο του 2013. Τον Μάρτιο του 2014 νέα ευλογία προστέθηκε στις προηγούμενες, εξεδώθη στην εφημερίδα της κυβερνήσεως η απόφαση ανασυστάσεως της ιεράς μονής ως γυναικείας κοινοβιακής μονής και στις 17 Αυγούστου του ιδίου έτους έγινε ο αγιασμός ανασυστάσεως της μονής και η κουρά της πρώτης μετά από τόσα χρόνια μοναχής. Τα έργα συνεχίστηκαν με την αναστήλωση του ορόφου της νότιας πτέρυγας ο οποίος στεγάζει τα κελιά και είχε πλήρως καταρρεύσει.




Το έργο αυτό ολοκληρώθηκε το Πάσχα του 2016 και στις 29 Ιουνίου κατά την εορτή των πρωτοκορυφέων αποστόλων Πέτρου και Παύλου κατόπιν ιεράς αγρυπνίας εγκαταστάθηκα στο κελί μου. Παράλληλα με την κτηριακή ανασυγκρότηση, με την έμπνευση, επιστασία αλλά και προσωπική εργασία του πατρός Ιγνατίου δημιουργήθηκαν μέσα και έξω από τη μονή όμορφοι και φροντισμένοι κήποι, βρύσες, κρήνες, δεξαμενές, κοιμητήριο, στέρνα, ορνιθώνας, αποθηκευτικοί χώροι, πεζούλια, μάντρες και παρτέρια που στολίζουν και συμπληρώνουν το έργο. Έγινε επίσης, σημαντική προσπάθεια με πρωτοβουλία της μονής για την εξομάλυνση του δρόμου που σε ορισμένα σημεία ήταν και ακατάλληλος και επικίνδυνος».
Καμάρι




Η μοναχή Θεολογία μάς δείχνει με καμάρι την εκκλησία και τη φροντισμένη με λουλούδια αυλή. Ένα καναρίνι στο κλουβάκι, μελωδική συντροφιά της, παρατηρεί τους επισκέπτες. Μερικά γατάκια γίνονται δέλεαρ για τα μικρά παιδιά που παίζουν ανέμελα μετά τη θεία λειτουργία. Η μοναχή φορώντας μια ποδιά ψήνει τους καφέδες και φέρνει τα γλυκά. Φιλακόλουθη, όπως κάθε μοναχός, χαίρεται με την προσευχή και είναι ευγνώμων για τη θεμελιώδη προσφορά του πατρός Ιγνατίου στη λειτουργική ζωή της μονής:
«Κυριακές και εορτές τελούνται κατανυκτικές θείες λειτουργίες και αγρυπνίες στις οποίες συμμετέχουν με Θείο πόθο και ενθουσιασμό πολλοί πιστοί από τις γύρω περιοχές. Παρηγορούνται οι άνθρωποι βλέποντας μια μοναχή στα μέρη τους σ’ ένα παλιό μοναστήρι που ξαναζεί».



Αποχαιρετήσαμε παρατηρώντας τη μοναχή Θεολογία να στέκεται ακουμπώντας με το ένα χέρι στην παλιά πύλη. Με το άλλο χαιρετούσε εγκάρδια. Μια δασκάλα που τώρα συνδέεται αλλιώς με τους ανθρώπους, ξεπερνώντας τα συνηθισμένα χωρίς δισταγμούς. Μια μοναχή που αμύνεται στο εφήμερο επιμένοντας να μαθητεύει στη διδασκαλία του Ευαγγελίου.

Υ.Γ. Ευχαριστίες στον φίλο φωτογράφο Δαυίδ Μπάκα για τις φωτογραφικές λήψεις την ημέρα της συνέντευξης.
_________________________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 03.06.2020

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

Επιστολή μιας Ορθόδοξης μητέρας



site analysis



Είμαι μια Ορθόδοξη μητέρα. Είμαι Ορθόδοξη τα τελευταία 30 χρόνια και ο σύζυγός μου είναι εκ γενετής Ορθόδοξος, γεννημένος και ανδρωμένος στην OCA (Orthodox Church of America). Έχουμε τέσσερα παιδιά εδώ, και ένα στον Παράδεισο.
Τους τελευταίους τρεις μήνες, δεν έχω ακούσει ούτε έναν Επίσκοπο, ούτε μια οδηγία από έναν Επίσκοπο, η οποία να αφορά τα παιδιά μας. Ούτε μία. Η ΜΟΝΗ αναφορά στα παιδιά ήταν πως εάν δεν μπορούν να κρατήσουν τις αποστάσεις σωστά, θα πρέπει να παραμείνουν στο σπίτι.
Είμαι βαθιά θλιμμένη από αυτό και, ειλικρινά, θυμωμένη και, πιστεύω, δίκαια. Ο σύζυγός μου και εγώ, όπως πολλοί άλλοι Ορθόδοξοι γονείς, αγωνιστήκαμε και εργαστήκαμε σκληρά, βδομάδα με τη βδομάδα, χρόνο με το χρόνο, για δώδεκα έτη τώρα, για να οδηγήσουμε τα παιδιά μας στην εκκλησία και να τα διδάξουμε την πίστη μας.
Και με έναν ιό, που μαθαίνουμε ότι τελικά δεν είναι τόσο θανατηφόρος όσο αναφέρθηκε, έχουν υπονομευθεί όχι μόνο τα δώδεκα χρόνια εργασίας μας, αλλά και χιλιάδες χρόνια εργασίας όλων των Ορθοδόξων γονέων, που επιμελώς εργαστήκαμε για να μεταδώσουμε την πολύτιμη και μοναδική μας πίστη στα παιδιά μας, όπως μας έκαναν οι γονείς και οι παππούδες μας. Όλο αυτό είναι άδικο.
Έπαιρνα τα παιδιά μου μαζί στην Εκκλησία κατά τη διάρκεια των εννέα μηνών πριν γεννηθούν. Σταύρωνα την κοιλιά μου με το σημείο του σταυρού γιατί δεν μπορούσαν να το κάνουν μόνα τους. Ήταν μαζί μου, καθώς στεκόμουν στη χορωδία και έψαλα. Μέσω εμού, άκουγαν τις προσευχές και μετείχαν της Κοινωνίας, μέχρι που γεννήθηκαν και στη συνέχεια βαπτίστηκαν σε μια Εκκλησία, γεμάτη από πιστούς, που περιβάλλεται από αγάπη.
Αφού γεννήθηκαν, σταμάτησα να ψάλλω στη χορωδία, για να τα φροντίζω. Όταν ήταν ανήσυχα ή κουρασμένα, περπατούσα μαζί τους στην εκκλησία καθώς φιλούσαν τις εικόνες στους τοίχους. Σε αυτές που δεν μπορούσαν να φτάσουν, τους έβαζα να φιλούν το χέρι τους και να σηκώνονται στις μύτες τους για να βάζουν τα φιλιά τους στις εικόνες που ήταν ψηλά. Όταν μεγάλωσαν κάπως, πήγαιναν στα εικονοστάσια και παρόλο που δεν μπορούσαν να φτάσουν τις εικόνες αυτές, φιλούσαν τον ξύλινο σταυρό, στο ύψος τους, αυτόν που ο πατέρας τους δημιούργησε με τα χέρια του πριν ακόμη γεννηθούν.
Παρακολουθώ ακόμα τα παιδιά να το κάνουν επειδή αναγνωρίζουν ενστικτωδώς τα πράγματα που αντιπροσωπεύουν τον Θεό και τα αναγνωρίζουν χωρίς φόβο.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, κάθε εβδομάδα, η οικογένειά μας θα σταματούσε αυτό που κάναμε το Σάββατο για να προετοιμαστούμε για τον Εσπερινό. Τους πηγαίναμε να προσκυνήσουν τις εικόνες κάθε φοράΤους πηγαίναμε να κοινωνήσουν κάθε φορά.
Σηκωνόμασταν νωρίς κάθε Κυριακή με όχι ένα, όχι δύο, όχι τρία, αλλά τέσσερα παιδιά. Τα ντύναμε με τα γιορτινά ρούχα, τα οδηγούσαμε στην Εκκλησία και επιμέναμε να συμμετέχουν στις Ακολουθίες, περπατώντας μέσα και έξω από την εκκλησία μαζί τους, σπρώχνοντάς τους για να σταματήσουν να τρέχουν στο Ιερό, πηγαίνοντάς τους στο "γιογιό" όταν χρειαζόταν, επιβάλλοντάς τους ησυχία κατά τη διάρκεια του Ευαγγελίου, και διδάσκοντάς τους πως δεν πρέπει να μιλούν όταν ο Ιερέας μιλάει. Οι παππούδες τους τα κρατούσαν, χωρίς φόβο, για να τα μεταφέρουν να φιλήσουν τις εικόνες, για να με ξεκουράσουν. Έχασα εκατοντάδες κηρύγματα περπατώντας έξω με ένα κουρασμένο μικρό παιδί και αυτό συνέβη εβδομάδες επί εβδομάδων.
Τα πηγαίναμε επίσης να κοινωνήσουν κάθε εβδομάδα, όλο τον χρόνο. Υπομονετικά, με συνέπεια, με πίστη, γιατί ΕΤΣΙ μεταδίδεται η πίστη μας στην επόμενη γενιά μας. Μαθαίνουν από τις ΗΠΑ. Μαθαίνουν από ό,τι βλέπουν και από ό,τι κάνουν, περισσότερο από αυτά που ακούνε, για χρόνια.
Οι γονείς δεν το κάνουν επειδή είναι εύκολο. Κανένας γονέας δεν το κάνει για "διασκέδαση" ή για επίδειξη. Είναι πάρα πολύ κοπιαστικό. Είναι σκληρή, αδιάκοπη, επιμελής εργασία. Έτσι απλά, για να έχουμε τώρα τους επισκόπους και τους ιερείς μας, σε τόσες πολλές δικαιοδοσίες, να δημιουργoύν κάθε αντιφατικό πρωτόκολλο που μπορούμε να φανταστούμε πως είναι καταστροφικό.
Τώρα θέλουν να υπογράψω για να φέρνω τα παιδιά ΜΟΥ στην εκκλησία, όπου όλοι οι ενήλικες φορούν πλέον μάσκες, κάτι που σε ένα παιδί είναι πολύ τρομακτικό. Απαιτείται να απολυμάνουν τα χέρια τους, κατά την άφιξή τους, διότι θεωρούνται ως εργοστάσια κινουμένων μικροβίων όταν, Θεός φυλάξοι, πρέπει να βήξουν ή να φτερνιστούν. Δύο από τα παιδιά μου φορούν μάσκες και δύο δεν το κάνουν λόγω της ηλικίας τους. Κανένα από αυτά δεν επιτρέπεται να φιλήσει τις εικόνες ή να αγκαλιάσει τους αναδόχους τους ή τους παππούδες ή τους φίλους τους, οι οποίοι ίσως φοβούνται τόσο πολύ από αυτά, που μπορεί ακόμη και να απομακρυνόντουσαν αν τα παιδιά μου τους πλησίαζαν.
Στη συνέχεια, τα πηγαίνω να κοινωνήσουν όπου ο ιερέας αλλάζει κουτάλι μετά την μετάληψη, αφού το έχει βυθίσει στο ΣΩΜΑ και το ΑΙΜΑ του Χριστού, που είναι το πιο καθαρό πράγμα που έχουμε πρόσβαση σε αυτόν τον κόσμο. Καθώς αποχωρούμε από την εκκλησία, μη μιλώντας σε κανέναν, αναρωτιέμαι αν αυτό πρέπει να δείξω στα παιδιά μου μετά από δώδεκα χρόνια επιμελούς εργασίας και διδασκαλίας.
Είθε ο Θεός να δείξει έλεος σε όλους εκείνους που λαμβάνουν αυτές τις καταστροφικές αποφάσεις. Η ζημιά που κάνουν στην πίστη των παιδιών μας είναι ανυπολόγιστη.
Αν έχω "παράλογη πίστη", όπως ένας επίσκοπος μου την χαρακτήρισε τον Μάρτιο, ίσως και οι παππούδες και οι γονείς του να είχαν "παράλογη πίστη", επίσης, και ίσως αυτό είναι που τον οδήγησε στην ιεροσύνη και τα έτη υπηρεσίας στην εκκλησία μας.
Γιατί η ΠΙΣΤΗ γίνεται ξαφνικά τόσο παράλογη; Και γιατί επιπλήττουν ευσεβείς Ορθόδοξους και μας αποκαλούν "υπερβολικά ευσεβείς" με υποτιμητικό τρόπο, υπονοώντας ότι δεν νοιαζόμαστε καθόλου για τους αδελφούς ενορίτες μας, εάν δεν ενστερνιστούμε τις νέες οδηγίες τους; Εάν πιστεύουν ότι συμβαίνει αυτό, είναι ξεκάθαρα ψέμα.
Με τα χρόνια, ως μητέρα, έχω χάσει αμέτρητες Ακολουθίες επειδή τα παιδιά μου ήταν άρρωστα και έπρεπε να παραμείνουν στο σπίτι. Τώρα, εμείς που είμαστε υγιείς και δεν φοβόμαστε, μας λένε ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε την πίστη μας για να φιλοξενήσουμε άτομα που φοβούνται. Πρέπει να αλλάξουμε την πίστη μας, ώστε εκείνοι να μπορούν να αισθάνονται "ασφαλείς". Η δική μου πίστη και η πίστη των παιδιών μου είναι διαπραγματεύσιμες και απορριπτέες. Ωστόσο, εγώ επιπλήττομαι, επειδή δεν αγαπώ....
Εάν αυτοί που φοβούνται την πρακτική της πίστης μας θέλουν να πάρουν μέρος, οι ενορίες μας πρέπει να κάνουν καταλύματα για αυτούς, ώστε οι ιερείς μας να μπορούν να τους υπηρετούν όπου είναι άνετοι. Αλλά δεν πρέπει να ξαναγράψουν (επαναδιατυπώσουν) την πίστη λόγω ενός περαστικού ιού. Αυτό δεν είναι αγάπη. Δεν ξέρω τι είναι αυτό, αλλά δεν είναι αγάπη.
Είναι λάθος, και ελπίζω ότι περισσότεροι γονείς και καλοί ιερείς και πιστοί θα μιλήσουν και θα υπερασπιστούν τα ορθόδοξα παιδιά μας και την πίστη μας και θα αγωνιστούν για αυτό που γνωρίζουμε ότι είναι καθαρό και αληθινό και σωστό.
Δεν θα φέρουμε τα παιδιά μας σε καμία εκκλησία όπου θα βλέπουν ενήλικες με μάσκες προσώπου, δεν θα επιτρέπεται να ασπάζονται τις εικόνες ή θα βλέπουν διαφορετικά κουτάλια να χρησιμοποιούνται για την Κοινωνία. Δεν έχω καμία εξήγηση για αυτό στα παιδιά μου. Καμία. Αυτό δεν είναι Ορθοδοξία. Δεν είναι η Πίστη μας.
(ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ "ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ" -  ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΔΩ: https://orthodoxethos.com/post/letter-from-an-orthodox-mom?fbclid=IwAR3SS2wpkMvUabWAUMPnBP_wNP2HaGoRCuu6mHztBv_ONkRO6TJUzyfEhIs)

"Δεν δικαιούνται ένα κεράκι από εμάς;" ~ Αληθινή ιστορία!



site analysis



Κάθε μέρα από νωρίς το πρωί στα Κοιμητήρια, μια συμπαθέστατη γιαγιά έρχεται στον ναό τον Αγίων Πάντων και αφού περάσει από το εκκλησάκι να ασπαστεί την εικόνα, θα ανάψει τα κεράκια της, θα μου δώσει εμένα καραμελίτσα, θα μου πει "Δόξα τω Θεώ που ξημέρωσε και σήμερα" και θα αρχίσει ένα σκληρό αγώνα προσφοράς έως και το μεσημέρι, να ανάβει τα καντηλάκια των κεκοιμημένων με δικό της λάδι και να προσεύχεται για αυτούς με τον δικό της τρόπο.
Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα, φυτό και υπαίθριες δραστηριότητες
Την ρώτησα και εγώ μια ημέρα με απορία.
- Γιαγιά πόσους συγγενείς έχεις εδώ;
Με κοίταξε η γιαγιά με βλέμμα έκπληκτο!
- Γιατί ρωτάς Παππούλη μου; Για τα καντηλάκια που ανάβω;
- Ναι, της απαντώ!
- Όλοι εδώ παιδιά του Θεού είναι Παππούλη μου όπως και εγώ. Συγγενείς μου είναι όλοι!
Εδώ εγώ όπως καταλάβατε ένιωσα πνευματικά πολύ μικρός μπροστά της!!!
Και συνεχίζει η γιαγιά:
Εγώ ανάβω τα καντηλάκια στις ψυχούλες που εδώ και χρόνια δεν έρχεται κανείς και δεν έχουν κανένα πίσω να τους τα ανάψει ή που αδιαφορούν και να τους τα ανάψουν για πολλούς και διάφορους λόγους.

Βλέπω χαλασμένους τάφους που ούτε καν τα ονόματα τους δεν ξεχωρίζουν.
Δεν δικαιούνται και αυτοί από εμάς ένα κεράκι και μια προσευχούλα καλέ μου παππούλη;
Επειδή οι δικοί τους τους ξέχασαν;
Εγώ Παππούλη μου πέρασα τα 90 χρόνια της ζωής μου και ο Θεός με κρατάει όρθια για αυτές τις ορφανές ψυχούλες.

Μωράκια Παππούλη μου, μόλις λίγων μηνών, έφυγαν από την ζωή αγγελάκια που χρόνια τώρα δεν πατάει κάνεις!
Στρατιώτες που πολέμησαν για να είμαι σήμερα εγώ εδώ και να σου μιλάω και δεν τους ανάβει ένα κεράκι κανείς.
Και πολλές άλλες ψυχούλες.
Δεν δικαιούνται ένα κεράκι από εμάς;

Επειδή Παππούλη μου κάποιοι έχουν την συνήθεια να λένε:
"Γιατί να πάω στα μνήματα να ανάψω κερί; Εκεί είναι;"
Όχι Παππούλη μου, δεν είναι έτσι.

Οι ψυχές το νιώθουν το κεράκι και την παρουσία μας, εμείς απλά δεν μπορούμε να το συλλάβουμε!
Είναι σκληρός ο κόσμος Παππούλη μου, τρώμε, πίνουμε, διασκεδάζουμε για χρόνια μαζί και μετά που θα έρθει ο θάνατος δεν επισκέπτονται τους δικούς τους για να μην χαλάσει η καρδούλα τους.

Μόνο στα καλά δηλαδή και στα άσχημα όλα τελειώνουν για πάντα.
Διαγραφή!
/> Το μόνο που λυπάμαι Παππούλη μου όταν φύγω και εγώ από την ζωή ποιος θα τους τα ανάβει;

Γι' αυτό Παππούλη μου έχω ένα τετράδιο και γράφω καθημερινά όσα ονόματα μπορώ για να τα δώσω στις εκκλησίες να τα μνημονεύουνε όταν εγώ πλέον δεν θα μπορώ.
Αυτή είναι η γιαγιά Κωνσταντίνα.
Η συντροφιά των ψυχών, των κοιμητηρίων μας, η ευλογημένη!



Χριστός Ανέστη!



ΠΗΓΗ.ΑΜΦΟΤΕΡΟΔΕΞΙΟΣ

Γκαμπριέλα Μιστράλ, «Η προσευχή της δασκάλας»



site analysis

Θεέ μου..

Εσύ που δίδαξες, συγχώρα με που διδάσκω•
που φέρω την ιδιότητα του δασκάλου,
που Εσύ έφερες όταν ήσουν στη γη.

Δώσε μου μοναδική αγάπη για το σχολειό μου•
τόση που, όσες κι αν είναι οι δυσκολίες, να μην μπορούν
να κλέψουν την τρυφεράδα  απ’ τις στιγμές που ζω.

Δάσκαλε, κάνε ακατάπαυστο τον ενθουσιασμό μου
και περαστική την απογοήτευση.
Βγάλε από μέσα μου αυτόν τον ανομολόγητο πόθο
για ικανοποίηση που εξακολουθεί να με ταράζει,
το γελοίο απομεινάρι της δυσφορίας
που νιώθω όταν με πληγώνουν.
Να μην πονάει η αδιαφορία και να μην θλίβομαι
για τη λήθη αυτών που μας δίδαξαν.

Κάνε με να είμαι πιο μάνα από τις μάνες,
για να μπορέσω ν’ αγαπήσω
και να υπερασπίσω όπως αυτές,τα παιδιά που δεν είναι σάρκα της σάρκας μου.
Βοήθησέ με να πετύχω για καθένα
απ’ τα παιδιά μου τον στίχο μου τέλειο
και να σου αφήσω αυτή την άφωνη,
την πιο δυνατή μου μελωδία,
για όταν τα χείλη μου δεν θα τραγουδούν πια.
Δείξε μου τη δύναμη του Ευαγγελίου σου έγκαιρα,
ώστε να μην εγκαταλείψω τη μάχη της κάθε μέρας
και της κάθε ώρας για το σκοπό μου.

Δώσε στο δημοκρατικό σχολειό μου
τη λάμψη που σκορπίζεται
όταν τα ξυπόλυτα παιδιά μου τρέχουν.

Κάνε με δυνατή,
ακόμα και στη γυναικεία αδυναμία μου
και στη γυναικεία φτώχεια μου•
κάνε με αδιαπέραστη σε ό,τι μπορεί
να μην είναι αγνό,
σε κάθε πίεση που δεν συντονίζεται
με τη θερμή θέλησή σου για τη ζωή μου.(….)

Δώσε μου απλότητα και βάθος·
λύτρωσέ με απ’ το να είμαι
περίπλοκη ή κοινότυπη στο καθημερινό μου μάθημα.

Δώσε μου δύναμη να υψώσω τα μάτια
πάνω από το στήθος μου με τις πληγές,
μπαίνοντας κάθε πρωί στο σχολειό μου.
Να μη φέρνω στην έδρα μου τις υλικές μου ανησυχίες,
τις καθημερινές μικροαστικές θλίψεις μου.

Ελάφρυνε το χέρι μου στην τιμωρία
κι απάλυνέ το, ακόμα πιο πολύ στο χάδι.
Να μαλώνω με πόνο,
να ξέρω ότι έχω διορθώσει αγαπώντας!

Κάνε να γεμίσει με πνεύμα
το χτισμένο με τούβλα σχολειό μου.
Να τυλιχτεί με τη λάμψη του ενθουσιασμού μου
η φτωχή του αυλή, η γυμνή του αίθουσα.
Η καρδιά μου να είναι η κολώνα του
και η αγνή μου θέληση πιο δυνατή
από τις κολώνες και το χρυσάφι
των πλούσιων σχολείων.

Γκαμπριέλα Μιστράλ, «Η προσευχή της δασκάλας»

Παρασκευή 29 Μαΐου 2020

Η Αγία Θεοδοσία η οσιομάρτυς η Κωνσταντινουπολίτισσα



site analysis


Κέρας κριοῦ κτεῖνάν σε, Θεοδοσία,

Ὤφθη νέον σοι τῆς Ἀμαλθείας κέρας.


Βιογραφία

Η Αγία Οσιομάρτυς Θεοδοσία καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και γεννήθηκε από γονείς πλουσίους και ευσεβείς στα χρόνια του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Αδραμυττηνού. Σε ηλικία επτά ετών, αφού έμεινε ορφανή από πατέρα, εισήλθε σε μοναστήρι, όπου μετά από λίγο εκάρη μοναχή. Μετά το θάνατο και της μητέρας της, αφού πούλησε και διαμοίρασε στους φτωχούς τα υπάρχοντά της και απαλλάχτηκε έτσι από τις γήινες φροντίδες, επιδόθηκε με μεγαλύτερο ζήλο στην απόκτηση της τελειότητας και των μοναχικών αρετών, ασκούμενη στη μονή που βρισκόταν κοντά στο «Σκοτεινόν φρέαρ» και ονομαζόταν «Άσπαρον στέρνην».


Όταν ανήλθε στο θρόνο ο Λέων ο Ίσαυρος (717 - 741 μ.Χ.), εξαπολύθηκε άγριος διωγμός εναντίον των εικονόφιλων και των ιερών εικόνων, ο δε πατριάρχης Γερμανός, στερεός προμαχώνας της Ορθοδοξίας, εκδιώχθηκε και αντικαταστάθηκε από τον εικονομάχο Αναστάσιο. Κατά την έναρξη του διωγμού διατάχθηκε η καθαίρεση και καταστροφή της εικόνας του Χριστού, η οποία βρισκόταν επί τής Χαλκής Πύλης.

Τότε η Θεοδοσία, επικεφαλής καλογραιών και άλλων γυναικών, όρμησαν και κατέρριψαν από την κινητή σκάλα το σπαθάριο που ανέβηκε, για να καταστρέψει την εικόνα, και με πέτρες και ξύλα επιτέθηκαν κατά τού Πατριαρχείου. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση ο Πατριάρχης Αναστάσιος αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το Πατριαρχείο. Η στρατιωτική δύναμη που επενέβη, άλλες μεν από τις γυναίκες φόνευσε, άλλες δε, μεταξύ των οποίων και την Θεοδοσία, συνέλαβε. Και από τις συλληφθείσες άλλες ελευθέρωσαν, άλλες έκλεισαν στις φυλακές ή εξαπέστειλαν στην εξορία. Την δε Θεοδοσία, αφού την κακοποίησαν, την οδήγησαν στην τοποθεσία του Βοός και την κατέσφαξαν, αφού διαπέρασαν το λαιμό της με κέρατο κριού (730 μ.Χ.). Το τίμιο λείψανό της περισυνελλέγει και ενταφιάσθηκε στη μονή Δεξιοκράτους, πολλά δε θαύματα επιτελούσε στους πιστούς, που προσέρχονταν με πίστη και ευλάβεια.

Η Αγία Υπομονή – Η μητέρα του Κων/νου Παλαιολόγου



site analysis

Σήμερα γιορτάζει η Αγία Υπομονή – Η μητέρα του Κων/νου Παλαιολόγου


Σήμερα η Εκκλησία τιμά την μνήμη της Αγίας Υπομονής, κατά κόσμον Ελένη Δραγάση – Παλαιολόγου, που ήταν κόρη του Σέρβου δεσπότη Κωνσταντίνου Δραγάση και σύζυγος του βυζαντινού αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου. Ως αυτοκράτειρα, επέδειξε συνέπεια, δικαιοσύνη και μεγάλη υπομονή. Με τον σύζυγο της προσπάθησαν να βρουν τρόπους σωτηρίας του Βυζαντίου καθώς και συμμάχους για την αυτοκρατορία που ψυχορραγούσε. Η Ελένη Δραγάση απέδειξε ότι είχε απόλυτη συναίσθηση της θέσης της.

Ο βίος της Αγίας Υπομονής

Συμμεριζόταν τις αγωνίες του και ανησυχίες του ενώπιον των φοβερών εθνικών κινδύνων και προσπαθούσε πάντοτε με την προσευχή, με την πραότητά της και με γλυκά και παρηγορητικά της λόγια να τον ενισχύσει.
Είναι πολύ χαρακτηριστικά και εύγλωττα μέσα στην λακωνικότητά της τα όσα γράφει για την Αυτοκρατόρισσα, ο σύγχρονός της φημισμένος φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός – Πλήθων: «Η Βασιλίς αύτη με πολλήν ταπείνωσιν και καρτερικότητα εφαίνετο να αντιμετωπίζει και τας δύο μορφάς της ζωής.
Ούτε κατά τους καιρούς των δοκιμασιών απεγοητεύετο, ούτε όταν ευτυχούσε επανεπαύετο, αλλά εις κάθε περίπτωσιν έκανε το πρέπον.
Συνεδύαζε την σύνεσιν με την γενναιότητα, περισσότερον από κάθε άλλην γυναίκα. Διεκρίνετο δια την σωφροσύνην της. Την δε δικαιοσύνην την είχε εις τελειότατον βαθμόν. Δεν εμάθαμε να κάμνει κακόν εις ουδένα, ούτε μεταξύ των ανδρών, ούτε μεταξύ των γυναικών. Αντιθέτως εγνωρίσαμε να κάμνει πολλά καλά και εις πολλούς. Με ποίον άλλον τρόπον δύναται να φανεί εμπράκτως η δικαιοσύνη, εκτός από το γεγονός του να μη κάμνει κανείς ποτέ θεληματικά και σε κανέναν κακό, αλλά μόνον το αγαθόν σε πολλούς;»
Στάθηκε αντάξια του φιλόσοφου και φιλόχριστου συζύγου της Μανουήλ. Στάθηκε άξια δίπλα του για 35 χρόνια, «συνευδοκόντας», σύμφωνα με σύγχρονή τους μαρτυρία, δηλ. όλα γινόντουσαν με συμφωνία, ομόνοια, συναπόφαση, εν πνεύματι Χριστού και αγωνιστική αγιότητα. Κατόρθωναν να τιμούν την αρετή με λόγια και έργα. «Λόγω μεν διδάσκοντας το πρακτέον, έργω δε γενόμενοι πρότυπα και εικόνες εφηρμοσμένης αγάπης».

Η μεγάλη μάνα που ο καθένας μπορούσε να προστρέξει

Την χαρακτήρισαν «μάνα του λαού», διότι αφουγκραζόταν κάθε τους δυσκολία και προσπαθούσε να τους ενισχύσει. Είχε 8 παιδιά. Έξι αγόρια και δυο κορίτσια, που έχασε σε μικρή ηλικία. Από τα αγόρια, τα δύο ανέβηκαν στον αυτοκρατορικό θρόνο – πρώτος ο Ιωάννης Η΄ και δεύτερος ο Κωνσταντίνος ΙΑ’ ο Παλαιολόγος, ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Τα υπόλοιπα παιδιά τους, ο Θεόδωρος, ο Δημήτριος και ο Θωμάς διετέλεσαν δεσπότες του Μυστρά και ο Ανδρόνικος της Θεσσαλονίκης. Τα μεγάλωσε με το χριστιανικό πνεύμα της υπακοής και της ενάρετης ζωής. Ιδιαίτερη ήταν η αγάπη της για τα μοναστήρια.
Ο σύζυγός της Μανουήλ Β’ Παλαιολόγος, αφού παρέδωσε τον θρόνο στον πρωτότοκο Ιωάννη, δύο μήνες πριν τον θάνατό του (29 Μαρτίου 1425), απεσύρθη στη Μονή του Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε μοναχός με το όνομα Ματθαίος. Μετά το θάνατο του συζύγου της έγινε μοναχή (1425) στη Μονή της κυράς Μάρθας, με το όνομα Υπομονή, χαρακτηριστικό όνομα για την υπομονή που επέδειξε σε όλη της την ζωή.
Και τρία από τα παιδιά τους επίσης έγιναν μοναχοί, ο Θεόδωρος και ο Ανδρόνικος (μ. Ακάκιος) στη Μονή του Παντοκράτορος και ο Δημήτριος (μ. Δαυίδ) στο Διδυμότειχο. Στην Κωνσταντινούπολη είχε συνδεθεί με την Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου της Πέτρας, όπου φυλαγόταν το ιερό λείψανο του οσίου Παταπίου του θαυματουργού, στον οποίο η Αγία Υπομονή έτρεφε ιδιαίτερο σεβασμό. Με την συμβολή της αγίας, ιδρύθηκε στη Μονή γηροκομείο με την επωνυμία «Η ελπίς των απελπισμένων».

Το τέλος της Αγίας Υπομονής

Η Αγία Υπομονή πέθανε στις 13 Μαρτίου του 1450, τρία χρόνια πριν η Κωνσταντινούπολη πέσει στα χέρια των Οθωμανών, έπειτα από μακρά πολιορκία. Στην πτώση της Κωνσταντινούπολης ο αυτοκράτορας γιος της, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έπεσε ηρωικά πάνω στη μάχη.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς το 1453, ο Αγγελής Νοταράς, συγγενής του αυτοκράτορα και ανιψιός της Αγίας Υπομονής, μετέφερε στο βουνό Γεράνια στη νότια Ελλάδα (κοντά στην Αθήνα) και έκρυψε το λείψανο του Αγίου Παταπίου σε μια σπηλιά, κοντά στην πόλη Θέρμαι (το σημερινό Λουτράκι Κορινθίας) που ήταν ήδη ασκητήριο μοναχών από τον 11ο αιώνα. Στο σπήλαιο αυτό βρέθηκε βυζαντινή αγιογραφία της Αγίας Υπομονής και η αγία κάρα της (το κρανίο της). Στο σπήλαιο αυτό χτίστηκε το 1952 από τον γέροντα Νεκτάριο Μαρμαρινό το μοναστήρι του Αγίου Παταπίου, όπου και φυλάσσεται η κάρα της Αγίας Υπομονής.
Ο σύγχρονός της διάκονος Ιωάννης Ευγενικός, αδελφός του Μάρκου του Ευγενικού Αρχιεπισκόπου Εφέσου, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Κωνσταντίνον Παλαιολόγον επί τη κοιμήσει της Μητρός του αγίας Υπομονής συνοψίζει:
«Ως προς δε την αοίδιμον, εκείνην Δέσποινα Μητέρα σου, τα πάντα εν όσω ζούσε, ήσαν εξαίρετα, η πίστις, τα έργα, το γένος, ο τρόπος, ο βίος, ο λόγος και όλα μαζί ήσαν σεμνά και επάξια της θείας τιμής και, όπως έζησε μέτοχος της θείας Προνοίας, έτσι και ετελεύτησεν».
Η «Αγία Δέσποινα»,όπως την ονομάζει ο Γεώργιος Φραντζής, συνέδεσε την έννοια του μοναχικού της ονόματος (Υπομονή) με τον τρόπον αντιμετωπίσεως και των ευτυχών στιγμών και των απείρων δυσκολιών της όλης ζωής της. Υπομονή κατά βίον, πράξιν και μοναχικό όνομα. «Τη υπομονή αυτής εκτήσατο την ψυχήν αυτής».
Πηγή: ekklisiaonline.gr