Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2020

Ἡ ἁγία Σοφία καὶ οἱ ἁγίες κόρες της Πίστη, Ἐλπίδα καὶ Ἀγάπη


Λάμπρου Σκόντζου


Η οἰκογένεια ἀποτελεῖ πρώτιστη ἀξία γιὰ τὴν χριστιανική μας πίστη, ἡ ὁποία χαρακτηριζόταν στὴν ἀρχαία ἐποχὴ ὡς «κὰτ οἶκον ἐκκλησία». Μία ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἅγιες οἰκογένειες ὑπῆρξε καὶ αὐτὴ τῆς ἁγίας Σοφίας καὶ τῶν θυγατέρων της, Πίστεως, Ἐλπίδος καὶ Ἀγάπης.
Ἔζησαν τὸν 2ο μ. Χ. αἰώνα, ὅταν βασίλευε στὴ Ρώμη ὁ εἰδωλολάτρης καὶ ἔκφυλος αὐτοκράτορας Ἀδριανὸς (117-138). Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰταλία. Ἡ Σοφία εἶχε εὐγενῆ καταγωγή. Χήρεψε πολὺ νέα, μένοντας μὲ τὶς τρεῖς θυγατέρες της. Ζοῦσε ἐνάρετη καὶ ἁγνὴ ζωή, μεγαλώνοντας τὰ τρία βλαστάρια της ὡς ἀληθινὲς Χριστιανὲς κόρες, διαφέροντας ἀπὸ τὶς κόρες τῶν εἰδωλολατρῶν, τὶς ὁποῖες μεγάλωναν μέσα στὴν ἀκολασία, ποὺ ὑπαγόρευε ἡ λατρεία τῶν ἀνήθικων «θεῶν» τους. Τοὺς ἔδωσε, ὄχι τυχαία, τὰ ὀνόματα τῶν τριῶν κορυφαίων χριστιανικῶν ἀρετῶν, ποὺ ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη» (Ἃ΄ Κόρ.13,13).
Γιὰ κάποιο λόγο ἀναγκάστηκε νὰ μεταβεῖ μαζὶ μὲ τὶς κόρες της νὰ ζήσει στὴ Ρώμη, στὴ μεγάλη πόλη, ὅπου κυριαρχοῦσε ἡ πιὸ χυδαία μορφὴ τῆς εἰδωλολατρίας καὶ ἄκμαζε ἡ ἀκολασία, ὅπου συνέχιζαν νὰ βιώνουν μὲ ἀκρίβεια τὴ χριστιανικὴ ζωή, χωρὶς νὰ τὶς ἀγγίζει ἡ ἠθικὴ κατάπτωση τῶν εἰδωλολατρῶν. Προσπαθοῦσαν δὲ νὰ δείχνουν μὲ τὸ παράδειγμά τους τὴ νέα ἐν Χριστῷ ζωή. Οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως ρωμαῖοι, οἱ ὁποῖοι μισοῦσαν θανάσιμά τους Χριστιανοὺς τὶς κατάγγειλαν στὶς ἀρχὲς ὅτι δὲν τιμοῦν τοὺς «θεοὺς» τῆς αὐτοκρατορίας καὶ δὲν συμμετέχουν στὴν καθιερωμένη θυσία πρὸς τιμὴν τοῦ «θεοῦ» αὐτοκράτορα. Αὐτὸ ἄλλωστε σήμαινε γιὰ τοὺς ρωμαϊκοὺς νόμους μὲ ἔσχατη προδοσία καὶ τιμωροῦνταν μὲ θάνατο, ἂν δὲν ἄλλαζαν γνώμη.
Ὁ Ἀντιοχος, διοικητὴς τῆς Ρώμης, ἐνημέρωσε τὸν Ἀδριανό, ὅτι ἡ πατρικία Σοφία, μαζὶ μὲ τὶς τρεῖς κόρες της εἶναι Χριστιανές. Ὁ αὐτοκράτορας διέταξε νὰ...


τὶς συλλάβουν καὶ νὰ τὶς ὁδηγήσουν δέσμιες μπροστά τοῦ. Προσπάθησε μὲ κολακεῖες νὰ τὶς μεταπείσει νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους καὶ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Κατόπιν τὶς ξεχώρισε, φυλάκισε χωριστὰ τὴ μητέρα ἀπὸ τὶς κόρες της, ὥστε νὰ μὴ μποροῦν νὰ ἐνθαρρύνονται μεταξύ τους. Ὅμως ἡ Σοφία βρῆκε τὸν τρόπο καὶ ἐπικοινώνησε μὲ τὶς κόρες της, στὶς ὁποῖες σύστησε ἐμμονὴ στὴν πίστη τους μὲ κάθε τίμημα. Ἐκεῖνες ἀπάντησαν στὴ μητέρα τους ὅτι δὲν πρόκειται νὰ προδώσουν τὴν πίστη τους στὸ Χριστό, ἀψηφώντας ἀκόμα καὶ τὶς ἀπειλὲς τῶν φρικτῶν μαρτυρίων καὶ τοῦ θανάτου. Ἂς σημειωθεῖ πὼς ἡ Πίστις ἦταν δώδεκα χρονῶν, ἡ Ἐλπίδα δέκα καὶ ἡ Ἀγάπη ἐννέα! Ὁ δικαστής, μὲ κολακεῖες καὶ ἀπειλὲς προσπαθοῦσε νὰ μεταπείσει τὶς ἁγνὲς Χριστιανὲς κόρες νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἀλλὰ ἐκεῖνες μὲ ἕνα στόμα τοῦ ἀπαντοῦσαν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Νυμφίος τῆς ψυχῆς τους καὶ πὼς δὲν εἶχαν σκοπὸ νὰ προδώσουν τὴν ἀγάπη τους καὶ τὴν πίστη τους γιὰ Ἐκεῖνον. Ἐκεῖνος, ἐνῶ θαύμασε τὸ ἡρωικὸ φρόνημα τῶν τριῶν ἀνήλικων κοριτσιῶν, γέμισε μὲ ὀργὴ τὴν ψυχή του. Ἀποφάσισε νὰ τὶς χωρίσει, φυλακίζοντας τὲς σὲ ξεχωριστὰ κελιά, ἐλπίζοντας πὼς θὰ μποροῦσε εὐκολότερα θὰ τοὺς ἄλλαζε γνώμη.

Τότε ξεκίνησαν τὰ μαρτύρια. Ἄρχισαν ἀπὸ τὴν Πίστη. Τὴν ὁδήγησαν μπροστά τοῦ, παροτρύνοντας τὴν νὰ θυσιάσει στὴ «θεὰ» Ἀρτέμιδα, ὅπως ἔκαναν οἱ παρθένες τῶν εἰδωλολατρῶν. Ἐκείνη ἀρνήθηκε καὶ γι’ αὐτὸ τὴν παρέδωσε στοὺς βασανιστές της. Τὴν ἔγδυσαν καὶ τὴν μαστίγωσαν μέχρι λιποθυμίας. Τῆς ἔκοψαν τὰ στήθη, ἀλλὰ ἀντὶ νὰ τρέξει αἷμα ἔτρεξε γάλα! Τὴν ξάπλωσαν σὲ πυρακτωμένη σχάρα καὶ ἐνῶ τὸ ἄγουρο σῶμα τῆς βασανιζόταν, ἐκείνη ὑμνοῦσε τὸ Θεό. Μετὰ τὴν ἔριξαν σὲ πυρακτωμένο καζάνι μὲ πίσσα, ὅμως διασώθηκε θαυματουργικά, προκαλώντας τὸ θαυμασμὸ τῶν δημίων της. Στὸ τέλος τὴν ἀποκεφάλισαν.

Ὕστερα ἔφεραν μπροστά τοῦ τὴν Ἐλπίδα, τὴν ὁποία προέτρεψε νὰ θυσιάσει στὴν Ἀρτέμιδα. Ἐκείνη ἀρνήθηκε μὲ θάρρος καὶ στηλίτευσε τὴν τακτική τους νὰ τῆς ζητοῦν νὰ πράξει ἀντίθετα μὲ τὴν πίστη της. Τὴν ὑπέβαλλαν στὰ μαρτύρια. Ἀφοῦ τὴν ἔγδυσαν τὴν μαστίγωσαν ἄγρια μὲ βούνευρα. Μετὰ τὴν ἔριξαν σὲ πυρακτωμένο καμίνι, ὅμως ὁ Θεὸς τὴ διέσωσε γιὰ νὰ δείξει στοὺς εἰδωλολάτρες τὴ δύναμή Του. Στή συνέχεια τὴν κρέμασαν σὲ ξύλο καὶ τὶς ξέσχιζαν τὶς παιδικὲς σάρκες της μὲ σιδερένια νύχια καὶ στὴ συνέχεια τὴν ἔριξαν σὲ κοχλάζουσα πίσσα. Ὁ Θεὸς καὶ πάλι τὴ διέσωσε πρὸς καταισχύνη τῶν βασανιστῶν της. Ἐκεῖνοι ἐξοργισμένοι τῆς ἀπέκοψαν τὸ κεφάλι.

Κατόπιν ἦρθε ἡ σειρὰ τῆς ἐννιάχρονης Ἀγάπης. Πίστευαν πὼς τὸ μαρτύριο καὶ ὁ θάνατος τῶν ἀδελφῶν της θὰ ἦταν ἀρκετὸ νὰ κάμψει τὴν παιδική της ψυχὴ καὶ νὰ θυσιάσει στὴν ἀπαίσια «θεά». Ὅμως καὶ ἐκείνη ὁμολόγησε μὲ περισσὸ θάρρος τὴν πίστη της στὸ Χριστὸ καὶ ἀποζήτησε τὸ μαρτύριο νὰ πάει νὰ συναντήσει τὶς ἅγιες καὶ ἡρωικὲς ἀδελφές της στὸν οὐρανό. Τότε οἱ δήμιοι τὴν κρέμασαν καὶ τῆς τέντωσαν τὰ παιδικά της μέλη, ὥστε ἔσπασαν οἱ ἀρθρώσεις τῶν ὀστῶν της. Μετὰ τὴν ὁδήγησαν καὶ αὐτὴ στὸ πυρακτωμένο καμίνι. Ὅταν ἔφτασαν ἐκεῖ ἡ ἡρωικὴ κόρη πήδησε μόνη τῆς στὶς θεριεμένες φλόγες. Ἀλλὰ ἔγινε καὶ πάλι τὸ θαῦμα, οἱ φλόγες δὲν τὴν ἄγγιξαν! Οἱ φλόγες μάλιστα ἔφυγαν ἀπὸ τὸ καμίνι, πέφτοντας ἐπάνω στοὺς εἰδωλολάτρες, κατακαίοντας πολλούς! Στὸ τέλος τὴν ἀποκεφάλισαν καὶ αὐτή, ὁλοκληρώνοντας τὴν τριπλῆ θυσία.

Ἡ μητέρα τους, Σοφία, ἀφέθηκε νὰ πλησιάσει τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν ἡρωικῶν θυγατέρων της. Τὰ ἀγκάλισε, τὰ καταφίλησε μὲ δάκρυα, εὐχαριστώντας τὸ Θεὸ ποὺ τὰ ἅγια βλαστάρια της δὲν πρόδωσαν τὸ Χριστὸ καὶ ἀξιώθηκε ἡ ἴδια νὰ γίνει μητέρα Μαρτύρων. Ὕστερα τὰ μύρωσε καὶ στὴ συνέχεια τὰ ἔθαψε μὲ τιμὲς σὲ κοντινὸ μυστικὸ ναΐσκο. Ὕστερα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, καὶ ἐνῶ προσευχόταν πάνω ἀπὸ τοὺς τάφους τῶν Μαρτύρων θυγατέρων της, παρακαλοῦσε τὸ Θεὸ νὰ τὴν πάρει ἀπὸ αὐτὸ τὸν κόσμο καὶ νὰ τὴν ὁδηγήσει κοντὰ στὶς κόρες της. Ὁ Θεὸς εἰσάκουσε τὴν προσευχή της καὶ ξεψύχησε τὴν ἴδια στιγμή. Ἡ ἱερή τους μνήμη ἑορτάζεται στὶς 17 Σεπτεμβρίου.
ΠΗΓΗ.ΡΩΜΕΙΚΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
-----------------------------------------------------------

Βασανιστήρια και τελείωση της δεκάχρονης Αγίας Ελπίδας (17 Σεπτεμβρίου)


 

agia_sofia_kai_oi_thugateres_pistis_elpis_agapi_813 copyΑλλά ο ανόσιος εκείνος δικαστής δεν μπορούσε να υποφέρει την καταισχύνη, και σκεφτόταν να εξαλείψει την ήττα του από τις δύο άλλες. Βεβαίως όμως και από αυτές επίσης νικήθη­κε και καταντροπιάστηκε· και μάλιστα πολύ περισσότερο.

Ευθύς αμέσως κάλεσε τη δεύτερη κόρη της Σοφίας, την Ελπίδα, και της είπε: «Πείσου σ’ έμενα, νεαρή μου, και προ­σκύνησε την Άρτεμη, την μέγιστη θεά· μετά φύγε πολύ χαρού­μενη». Εκείνη όμως, η όντως ακαταίσχυντη Ελπίς, του είπε: «Όπως πίστεψες ότι εγώ είμαι αδελφή της προηγούμενης, της οποίας και έλαβες πείρα, έτσι να πειστείς και στη γνώμη μου και την απόφασή μου να αποδειχθώ και στην πράξη αδελφή εκείνης. Και βέβαια να ξέρεις ότι δεν υπάρχει τίποτε απολύτως, ούτε από τα ευχάριστα ούτε από τα δυσάρεστα, το οποίο να με μεταπείθει από τη γνώμη μου αυτή και την απόφασή μου».

Μόλις ο δικαστής άκουσε τα λόγια αυτά, έκρινε μάταιο και περιττό να συνεχίσει τις ερωτήσεις και προχώρησε ευθύς αμέσως στην επιβολή βασανιστηρίων. Λοιπόν, αφού της έβγαλαν την εσθήτα και τη γύμνωσαν, ο αδίστακτος εκείνος δικαστής πρόσταζε να τη μαστιγώσουν και αυτή με ωμά βούνευρα. Η δε Μάρτυς, επειδή υποβαλλόταν σε ίσο προς την αδελφή της βασανιστήριο, έδειχνε και ίση καρτερία και υπομονή. Ο θυμός όμως του δικαστή άνα­ψε μεγαλύτερος. Έτσι λοιπόν πρόσταξε αμέσως και έριξαν τη σεμνή νεάνιδα μέσα σε πυρακτωμένη κάμινο. Αλλά ο Θε­ός της αδελφής της φρόντιζε εξίσου και γι’ αυτήν. Έγινε δη­λαδή και τώρα κάτι παραπλήσιο προς τη βαβυλώνια φλόγα: έριξαν τη μάρτυρα στο πυρ, πλην όμως εκείνο δεν την άγγιξε ούτε το παραμικρό. Βγαίνοντας δε η Μάρτυς από την κάμινο του πυρός σώα και αβλαβής, έκανε μια ολόθερμη ευχαριστή­ρια και ικετήρια προσευχή στον Θεό. Ευχαριστήρια, διότι διατηρήθηκε αβλαβής από τα βασανιστήρια στα οποία είχε υποβληθεί ως εκείνη τη στιγμή· ικετήρια, για αυτά που έμελλε να ακολουθήσουν, ώστε με όλα να δοξαστεί το όνομα του Θεού και να καταισχυνθούν οι ασεβείς.

Παρ’ όλα αυτά, ο άνομος δικαστής δεν σεβάστηκε τη Μάρτυρα· την οποία, όπως φάνηκε, τη σεβάστηκε και αυτό τούτο το άψυχο πυρ και δεν την άγγιξε καθόλου. Έτσι λοιπόν ο ανόσιος πρόσταξε να την κρεμάσουν σε ένα ξύλο και να της κα­ταξεσκίσουν το σώμα με σιδερένια νύχια. Αλλά και κατά το βασανιστήριο αυτό η Μάρτυς έδειχνε την ίδια με τα προηγού­μενα ευψυχία. Για τούτο μια χάρη δαψιλής καταύγαζε τα μάτια της, ενώ από τα ξεσκιζόμενα μέλη του σώματός της έβγαινε μια άρρητη ευωδία. Με ένα δε απαλότατο μειδίαμα και ανεπαίσθητο στα χείλη η Ελπίς είπε στον δικαστή: «Εσύ, μιαρέ φο­νιά, νομίζεις πως με τα βασανιστήρια θα με αποδυναμώσεις· εγώ όμως, τονωμένη και δυναμωμένη από τον Χριστό μου, έχω τη βεβαιότητα ότι Εκείνος εσένα θα σε αποδυναμώσει και θα σε αποδείξει άπρακτο. Εσένα που κήρυξες πόλεμο σε μια γυ­ναίκα, και μάλιστα πολύ νεαρή, η οποία δεν έχει καμιάν άλλην αρωγή και στήριγμα, παρά μόνο τον αψευδή Θεό».

Ο δικαστής έγινε έξω φρενών από τα λόγια αυτά της Μάρ­τυρος. Έτσι λοιπόν πρόσταξε να γεμίσουν ένα λέβητα με πίσ­σα και ρητίνη (=ρετσίνι) και, αφού πρώτα τον θερμάνουν μέ­χρι που αυτά να κοχλάσουν, να ρίξουν την Αγία μέσα σ’ αυτόν. Με την επέμβαση όμως, ως συνήθως, του Θεού ο λέ­βητας διαλύθηκε σαν κερί από το πυρ, ενώ το κοχλαστό μείγμα της πίσσας και της ρητίνης χύθηκε απότομα έξω και κατέκαψε πολλούς από τους ειδωλολάτρες που στέκονταν ολόγυρα.

Αλλά, ακόμη και ύστερα από αυτά, εκείνος ο τυφλός στον νου δικαστής δεν μπορούσε να καταλάβει ποιά ήταν η δύνα­μη που επιτελούσε τα θαύματα. Όθεν, αν και σε όλα όσα αυτός έπραξε, αποκόμισε την ήττα, νικήθηκε δηλαδή, βρισκόμενος σε αμηχανία πλέον και ωσάν βέβαια να έπραττε εκείνο που η Μάρτυς επιθυμούσε, αποφάσισε την διά ξίφους θανά­τωσή της. Πήρε δηλαδή την ίδια απόφαση που είχε πάρει και για την αδελφή της.

Μόλις η Ελπίς άκουσε την απόφαση του δικαστή, ζήτησε και αυτή επίσης, όπως είχε πράξει και η αδελφή της, την εξόδια μητρική προσευχή, ενώ παράλληλα υποκινούσε και ξεσήκωνε προς αγώνες την τρίτη και τελευταία κατά σειρά αδελφή, την Αγάπη, παρέχοντας τον εαυτό της ως ασφαλές υπόδειγμα και επιβεβαιώνοντας την αξιοπιστία των λόγων της από τα βασανι­στήρια που η ίδια υπέστη. Όταν δε η Μάρτυς οδηγήθηκε στον τόπο της τελειώσεώς της, είδε καταγής το λείψανο της πρώτης αδελφής. Αμέσως έπεσε πάνω σ’ αυτό και το αγκάλιαζε και το καταφιλούσε· και από ένα μέρος τιμούσε το λείψανο αυτό ως λείψανο αγίας, από το άλλο συγκινήθηκε, ως αδελφή της και εκδήλωσε με δάκρυα τον πόνο της. Φέρνοντας όμως στη σκέψη της το γεγονός ότι η αδελφή της υπήρξε Μάρτυς, ο πόνος της μεταβλήθηκε πάλι σε απερίγραπτη χαρά και αγαλλίαση. Διότι πώς θα μπορούσε να χύνει δάκρυα για την Αγία, την αδελφή της, προς την οποία και έσπευδε ήδη με τον ίδιο τρόπο τελευτής; Δέ­χθηκε λοιπόν και η Ελπίς τον διά ξίφους θάνατο, και πορεύτη­κε την ωραία πορεία, την μακαρία όντως οδό, η οποία είναι επι­θυμητή σε όλους τους χριστιανούς, αλλά λίγοι τη βρίσκουν.

(Συμεών του Μεταφραστού, Η άθληση και το μαρτύριο των Αγίων Αγάθης, Βαρβάρας, Ευφημίας, Θέκλας, Ιουλιανής, Σοφίας και των θυγατέρων αυτής, εκδ. Αποστ. Διακονίας, σ. 168-171. Μετάφραση Γεωργίου Παπαδημητρόπουλου, Θεολόγου, Φιλολόγου-Λυκειάρχου)

«Ένα πρωτότυπο γαμήλιο δώρο»


Συμβουλευτική επιστολή του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου προς την Αγίαν Ολυμπιάδα, όταν ετέλεσε τους γάμους της.
(Μετάφραση της φιλολόγου κ. Αθηνάς Α. Καραμπέτσου)
«Κόρη μου, στους γάμους σου εγώ ο πνευματικός σου πατέρας, ο Γρηγόριος, σου κάνω δώρο τούτο το ποίημα. Και είναι ό,τι καλλίτερο η συμβουλή του πατέρα. Άκου λοιπόν, Ολυμπιάδα μου:
Ξέρω ότι θέλεις να είσαι πραγματική χριστιανή. Και μια πραγματική χριστιανή πρέπει όχι μόνο να είναι, αλλά και να φαίνεται. Γι’ αυτό, σε παρακαλώ, να προσέξης την εξωτερική σου εμφάνιση. Να είσαι απλή. Το χρυσάφι, δεμένο σε πολύτιμες πέτρες, δεν στολίζει γυναίκες σαν και σένα. Πολύ περισσότερο το βάψιμο. Δεν ταιριάζει το πρόσωπό σου, την εικόνα του Θεού, να την παραποιής και να την αλλάζης, μόνο και μόνο για να αρέσης.
Ξέρε το ότι αυτό είναι φιλαρέσκεια ανάρμοστη. Θέλω να ξεπεράσης τη γυναικεία φιλαρέσκεια και να μένης απλή στην εμφάνιση. Τα βαρύτιμα και πολυτελή φορέματα, ας τα φορούν εκείνες, που δεν επιθυμούν ανώτερη ζωή, που δεν ξέρουν τι θα πη αγώνας και αρετή, που δεν ξέρουν τι θα πη πνευματική ακτινοβολία. Εσύ, όμως, έβαλες μεγάλους και υψηλούς στόχους στη ζωή σου. Κι αυτοί οι στόχοι σού ζητούν όλη τη φροντίδα κι όλη την προσοχή. Πρώτα – πρώτα να σέβεσαι και ν’ αγαπάς το Θεό και μετά συ να σέβεσαι και ν’ αγαπάς τον άνδρα σου «ως τω Κυρίω», όπως λέει το Ευαγγέλιο.
Αλλά πως μπορεί να καταλάβει αυτή την έννοια η γυναίκα, που δεν γνώρισε τον Κύριο, δεν Τον σεβάστηκε, δεν Τον αγάπησε; Με το γάμο η στοργή και η αγάπη σου να είναι φλογερή και αμείωτη για κείνον που σούδωσε ο Θεός. Για κείνον, που ΄γινε το μάτι της ζωής σου και σου ευφραίνει την καρδιά. Κι αν καταλάβης πως ο άνδρας σου σε αγαπάει περισσότερο απ’ όσο τον αγαπάς εσύ, μη κυττάξης να του πάρης τον αέρα, κράτα πάντα τη θέσι που σου ορίζει το Ευαγγέλιο… Να τον σέβεσαι και να τον αγαπάς «ως εν Κυρίω»…
Εσύ να ξέρης ότι είσαι γυναίκα, έχεις μεγάλο προορισμό, αλλά διαφορετικό από τον άνδρα, που, πρέπει να είναι η κεφαλή. Άσε την ανόητη ισότητα των δύο φύλων και προσπάθησε να καταλάβης τα καθήκοντα του γάμου. Στην εφαρμογή τους θα δης πόση αντοχή χρειάζεται για ν’ ανταποκριθής, όπως πρέπει, σ’ αυτά τα καθήκοντα, αλλά και πόση δύναμη κρύβεται στο ασθενές φύλο. Θα ξέρης, πόσο εύκολα θυμώνουν οι άνδρες. Είναι ασυγκράτητοι και μοιάζουν με λιοντάρια.
Σ’ αυτό το σημείο η γυναίκα πρέπει να είναι δυνατότερη και ανώτερη. Πρέπει να παίζη το ρόλο του θηριοδαμαστή. Τι κάνει ο θηριοδαμαστής όταν βρυχάται το θηρίο; Γίνεται περισσότερο ήρεμος και με την καλωσύνη καταπραΰνει την οργή. Του μιλάει γλυκά και μαλακά, το χαϊδεύει, το περιποιείται και πάλι το χαϊδεύει κι έτσι το καταπραΰνει…
Ποτέ μη κατηγορήσης και αποπάρης τον άνδρα σου, για κάτι που έκανε στραβό! Ούτε πάλι για την αδράνειά του, έστω κι αν το αποτέλεσμα δεν είναι αυτό που ήθελες εσύ. Γιατί ο διάβολος είναι αυτός, που μπαίνει εμπόδιο στην ομοψυχία των συζύγων…
Να έχετε κοινά τα πάντα και τις χαρές και τις λύπες. Γιατί ο γάμος όλα σάς τα έκανε κοινά. Κοινές και οι φροντίδες, γιατί έτσι το σπίτι θα στεριώση. Να συμβάλλης εκφράζοντας τη γνώμη σου, ο άνδρας όμως ας αποφασίζη. Όταν τον βλέπης λυπημένο, συμμερίσου τη λύπη του κείνη την ώρα. Γιατί είναι μεγάλη ανακούφιση στη λύπη, η λύπη των φίλων. Όμως αμέσως να ξαστεριάζη η όψη σου και νάσαι ήρεμη, χωρίς αγωνία. Η γυναίκα είναι το ακύμαντο λιμάνι για το θαλασσοδαρμένο σύζυγο. Να ξέρης ότι η παρουσία σου στο σπίτι σου είναι αναντικατάστατη, γι’ αυτό πρέπει να το αγαπήσης μ’ όλες τις φροντίδες του νοικοκυριού. Να το βλέπης σαν βασίλειό σου, και να μη συχνοβγαίνης από το κατώφλι σου. Άφησε τις έξω δουλιές για τον άνδρα. Πρόσεχε τις συναναστροφές σου. Πρόσεξε τις συγκεντρώσεις, που πηγαίνεις. Μη πας σε άπρεπες συγκεντρώσεις, γιατί είναι μεγάλος κίνδυνος για την αγνότητά σου. Αυτές οι συναναστροφές αφαιρούν την ντροπή κι απ’ τις ντροπαλές, σμίγουν μάτια με μάτια, κι όταν φύγη η ντροπή γεννιούνται όλα τα χειρότερα κακά («αιδώς οιχομένη, πάντων γενέτειρα κακίστων»).
Τις σοβαρές όμως συγκεντρώσεις με συνετούς φίλους να τις επιζητής, για να εντυπώνεται στο νου σου ένας καλός λόγος, ή κάποιο ελάττωμα να κόψης ή να καλλιεργήσης τους δεσμούς σου με εκλεκτές ψυχές. Μη εμφανίζεσαι ανεξέλεγκτα σε οποιονδήποτε, αλλά στους σώφρονες συγγενείς σου, στους ιερείς και σε σοβαρούς νεώτερους ή ηλικιωμένους. Μη συναναστρέφεσαι φαντασμένες γυναίκες, που έχουν το νου τους στο έξω, για επίδειξη. Ούτε ακόμα άνδρες ευσεβείς, που ο σύσυγός σου δεν θέλει στο σπίτι, αν και συ πολύ τους εκτιμάς. Υπάρχει για σένα πιο ακριβό πράγμα από τον καλό σου σύζυγο, που τόσο αγαπάς; Η σκέψη σου να πετάει στα υψηλά, να μην είσαι όμως ακατάδεκτη. Επαινώ τις γυναίκες, που δεν τις ξέρουν οι πολλοί άνδρες. Μη τρέχης σε τραπέζια κοσμικά και ας είναι για γάμο ή για γενέθλια. Εκεί ανάβουν άνομοι πόθοι, με τους χορούς, τους πήδους και τα γέλια, την ψεύτικη ευχαρίστηση, που παραπλανεύουν ακόμη και τους αγνούς και σώφρονες. Και η αγνότητα είναι τόσο λεπτό πράγμα! σαν το κερί στις ακτίνες του ήλιου. Απόφευγε ακόμα και στο σπίτι σου τα κοσμικά τραπέζια. Αν μπορούσαμε να περιορίσουμε τις ορέξεις της κοιλιάς, θα κυριαρχούσαμε στα πάθη μας…Κράτα τη μορφή σου γαλήνια και μη την αλλοιώνης ούτε με ξεκαρδιστικά γέλια αλλ’ ούτε με μορφασμούς, όταν είσαι θυμωμένη. Στολίδια τ’ αυτιά νάχουν όχι μαργαριτάρια, αλλά ν’ ακούν καλά λόγια και να βάζουν για τα άσχημα λουκέτο στο νου. Έτσι, είτε κλειστά είναι, είτε ανοιχτά, η ακοή θα μένη αγνή. Όσο για τα μάτια, είναι κείνα, που δείχνουν όλο το εσωτερικό της ψυχής.
Ας σταλάζη αγνό κοκκίνισμα η παρθενική ντροπή κάτω από τα βλέφαρά σου κι ας προκαλή τη σεμνότητα και την αγνή ντροπή σε όσους σε βλέπουν και σ’ αυτόν ακόμα το σύζυγό σου. Είναι πολλές φορές προτιμότερο, για πολλά πράγματα, να κρατάς κλειστά τα μάτια, χαμηλώνοντας το βλέμμα. Και τώρα στη γλώσσα. Θάχης πάντα εχθρό τον άνδρα σου, αν έχης γλώσσα αχαλίνωτη, έστω κι αν έχης χίλια άλλα χαρίσματα. Γλώσσα ανόητη βάζει, πολλές φορές, σε κίνδυνο και τους αθώους. Προτίμα κι όταν ακόμα έχης δίκιο, τη σιωπή. Είναι προτιμότερη για να μη ριψοκινδυνεύσης να πης ένα άτοπο λόγο. Κι αν έχης την επιθυμία να λες πολλά, το καλλίτερο είναι να σωπαίνης. Πρόσεχε ακόμα και το βάδισμά σου. Μετράει στη σωφροσύνη. Και τούτο πρόσεχε και άκουσε: Μην έχης αδάμαστη σαρκική ορμή. Πείσε και τον άνδρα σου να σέβεται τις ιερές ημέρες. Γιατί οι νόμοι του Θεού είναι ανώτεροι από την εικόνα του Θεού. Αν και το θεσμό του γάμου τον έθεσε ο άσαρκος Υιός του Θεού στο ανθρώπινο γένος, για να βοηθήση το πλάσμα του, ώστε ενώ άλλοι έρχονται, και άλλοι φεύγουν, η γέννηση να διατηρή σε κάποια ισορροπία το ανθρώπινο γένος…
Αν από μένα το γέροντα πήρες κάποιο λόγο πνευματικό, σου συνιστώ να φυλάξης στα βάθη της ψυχής σου. Έτσι με ό,τι πήρες από αυτά που άκουσες και με την ηθική σου ανωτερότητα, θα θεραπεύσης τον εξαίρετο σύζυγό σου και περίφημο πολιτικό άνδρα από την υπερηφάνεια. Αυτό τώρα το παρόν δώρο, κειμήλιο, σου προσφέρω. Αν θέλης πάλι να σου ευχηθώ και το καλλίτερο, σου εύχομαι να γίνης αμπέλι πολύκαρπο, με τέκνα τέκνων, για να δοξάζεται από περισσότερους ο μεγάλος Θεός, για τον οποίον γεννιόμαστε και προς τον Οποίον πρέπει απ’ αυτή τη ζωή να οδεύουμε».
Μου αρέσει!
Σχόλιο
Κοινοποίηση

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2020

Αγία Νεομάρτυς Λυγερή, η Χιοπολίτης




ΑΓΙΑ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΛΥΓΕΡΗ Η ΧΙΟΠΟΛΙΤΗΣ

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

Ανάμεσα στην πληθώρα των ηρωικών Νεομαρτύρων μας υπάρχουν και πολλές Χριστιανές κόρες, οι οποίες αντάλλαξαν με τη ζωή τους την ομολογία τους στο Χριστό και διαφύλαξαν την τιμή τους από τους αισχρούς και αλλόθρησκους τυράννους. Μια από αυτές είναι και η αγία και ένδοξος Νεομάρτυς Λυγερή η Χιοπολίτης.

Γεννήθηκε περί το 1804 στο χωριό Ανάβατο του μαρτυρικού νησιού της Χίου, η οποία δοκίμασε το πλέον σκληρό πρόσωπο της τουρκικής δουλείας. Οι γονείς της ήταν απλοϊκοί νησιώτες, οι οποίοι όμως είχαν ακλόνητη πίστη στο Θεό, δίνοντάς τους δύναμη να συνεχίζουν την πικρή ζωή της δουλείας. Να υπομένουν τους εξευτελισμούς, τις αγγαρείες, τη βαριά φορολογία και τον υποβιβασμό τους στην κατηγορία των κτηνών. Ως «άπιστοι», σύμφωνα με το Κοράνιο και τις ισλαμικές παραδόσεις, η ζωή τους είχε μικρή αξία για τους μουσουλμάνους κατακτητές και τυράννους.

Μια από τις μεγάλες χαρές τους ήταν η χαριτωμένη κορούλα τους Λυγερή, ένα πραγματικά θεόσταλτο δώρο στη ζωή τους. Την ανάθρεψαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Με την απλοϊκή, αλλά βαθειά πίστη τους στο Θεό, στάλαξαν στην αγνή ψυχή της την πίστη στον αληθινό Τριαδικό Θεό και με το παράδειγμά τους της δίδαξαν την αρετή, τη σεμνότητα, την τιμιότητα και την αγνότητα. Μεγάλωσε και έγινε μια άρτια προσωπικότητα, με πνευματικά χαρίσματα και σπάνιο σωματικό κάλλος. Οι χωριανοί της την αγαπούσαν, την τιμούσαν και τη θαύμαζαν.

Στα 1822 ορίστηκε από την Υψηλή Πύλη (οθωμανική διοίκηση) ένας σκληρός, απάνθρωπος και φιλήδονος πασάς. Η πλειοψηφία των τούρκων αξιωματούχων θεωρούσαν τους υπόδουλους Χριστιανούς ως κτήμα τους και αντικείμενα εκμετάλλευσής τους. Τους άνδρες ως υποζύγια, να εργάζονται και να τους φορολογούν και τις γυναίκες να τις χρησιμοποιούν, τις μεν όμορφες και νεαρές για την ικανοποίηση των κτηνωδών ορέξεων τους, τις δε άσχημες και προχωρημένης ηλικίας για υπηρέτριες των σπιτιών τους. Όποια γυναίκα τους άρεσε, χωρίς να ρωτήσουν την ίδια, ή τους οικείους της, την άρπαζαν και την έκλειναν στα σκοτεινά και αμαρτωλά χαρέμια τους.

Ο ακόλαστος αυτός πασάς, σε μια από τις περιοδείες του στο νησί έτυχε να δει την δεκαοχτάχρονη τότε Λυγερή. Η ομορφιά της και το αρχοντικό της παράστημα του έκαμε εντύπωση και την επιθύμησε ερωτικά. Έδωσε εντολή να την οδηγήσουν μπροστά του και με παρακάλια και ταξίματα της ζήτησε να ενδώσει στις αμαρτωλές του έξεις. Της έταξε πλούτη, δόξα, τιμές και δύναμη, αν ήθελε να την πάρει στο σαράι του. Να την κάμει ερωμένη του. Αλλά εκείνη, χωρίς να το σκεφτεί καθόλου, απέρριψε τις ανήθικες προτάσεις του. Μάλιστα σήκωσε το κεφάλι της προς τον ουρανό, στο Νυμφίο της ψυχής της, προς τον Οποίο προσεύχονταν μυστικά, για να την ενδυναμώσει και να μη πέσει θύμα των δολωμάτων του πασά. Αναλογιζόταν τα ουράνια αγαθά, τα άφθαρτα και αιώνια, ασύγκριτα ανώτερα από αυτά που της έταζε ο ακόλαστος μουσουλμάνος αξιωματούχος. Σκεφτόταν την ατέρμονη Βασιλεία των Ουρανών, η οποία δεν έχει καμιά ομοιότητα με την σαθρή και τυραννική βασιλεία των τυράννων αλλοθρήσκων Οθωμανών.

Ο πασάς προσπάθησε να συγκρατήσει το θυμό του, ελπίζοντας ότι με τον καιρό θα την έπειθε να ικανοποιήσει την αμαρτωλή του επιθυμία. Έστελνε συχνά ανθρώπους του στο χωριό της, παρακαλώντας την και παροτρύνοντάς την να δεχτεί τις προτάσεις του. Όσο περνούσε ο καιρός, τόσο θέριευε το αμαρτωλό του πάθος για την Χριστιανή κοπέλα. Αλλά εκείνη έμεινε αμετάπειστη.

Στις 6 Σεπτεμβρίου του έτους 1822 οι κάτοικοι του χωριού είχαν πανηγύρι, γιόρταζαν την εορτή του εν «Χώναις θαύματος» του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, όπου ο Ταξιάρχης των ουρανίων δυνάμεων είχε σώσει θαυματουργικά την πόλη της Μ. Ασίας. Αυτή την ημέρα διάλεξε ο ακόλαστος πασάς να αρπάξει την Λυγερή. Έστειλε ένα απόσπασμα στρατιωτών, για να τη συλλάβουν, την ώρα που οι χωριανοί της γλεντούσαν, χαίρονταν και χόρευαν αμέριμνοι. Οι χωριανοί, βλέποντας τους τούρκους στρατιώτες αναστατώθηκαν και άρχισαν να τρέχουν να σωθούν. Μόνο η Λυγερή έμεινε ατρόμητη στη θέση της. Της ζήτησαν να τους ακολουθήσει με τη θέλησή της και όταν αυτή αρνήθηκε, την άρπαξαν με το ζόρι και έτρεξαν προς το σημείο που λεγόταν Ελίντα, όπου την περίμενε ο πασάς.

Η Λυγερή προσευχόταν καθ’ οδόν, παρακαλώντας το Χριστό, το Νυμφίο της ψυχής της να την ενδυναμώσει στη νέα περιπέτειά της. Να διατηρήσει ανόθευτη την πίστη της σε Εκείνον και αγνό το κορμί της. Όσο εκείνη αντιστέκονταν, τόσο οι τραχείς και σκληρόκαρδοι στρατιώτες την κακομεταχειρίζονταν, την έβριζαν, την έδερναν και την απειλούσαν. Όταν έφτασαν σε κάποιο απόκρημνο σημείο η Λυγερή πιάστηκε από μια αγριοβερυκοκιά, με τόση δύναμη, ώστε ήταν αδύνατο στους στρατιώτες να την αποκολλήσουν από το δένδρο. Τότε άρχισαν να την κακοποιούν, να τη βρίζουν και να την απειλούν περισσότερο. Την βλασφημούσαν και την απειλούσαν ότι θα την σκότωναν επί τόπου, αν δεν άφηνε το δένδρο. Εκείνη απαντούσε: «Εγώ Χριστιανή γεννήθηκα και Χριστιανή θα πεθάνω, την πίστη δεν αλλάζω. Παρακάτω δεν πρόκειται να πάω, κάντε μου ό, τι θέλετε».

Τότε πλησίασε ένας θηριώδης μαύρος σκλάβος Λαζός, ο οποίος έβγαλε το γιαταγάνι του και της έκοψε το κεφάλι, το άρπαξε και έφυγε τρέχοντας για την Ελίντα. Μερικοί Χριστιανοί τον κυνήγησαν μάταια να του το πάρουν. Το ιερό της σώμα σπαρταρούσε ακέφαλο και πότιζε με το τίμιο αίμα του το χώμα της χιακής γης. Έτρεξε και η μητέρα της, με κλαμένα μάτια, μα και καμάρι, καθότι η κόρη της αξιώθηκε του μαρτυρίου για το Χριστό, πήρε τρεις χούφτες από το αίμα της κάνοντας τρεις σταυρούς στα βράχια. Ο ένας από αυτούς διακρίνεται μέχρι σήμερα. Ο σκλάβος όταν πήγε το κεφάλι στον πασά εκείνος θύμωσε, διότι ήθελε ζωντανή την Λυγερή και αποκεφάλισε το σκλάβο, φεύγοντας λυπημένος για την πόλη της Χίου και υψώνοντας μαύρη σημαία στο πλοιάριό του. Ο τόπος του μαρτυρίου έγινε τόπος προσκυνήματος για τους Χιώτες, οι οποίοι ευλαβούνται την αγία Λυγερή.

Η μνήμη της τιμάται στις 6 Σεπτεμβρίου.

Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2020

To μωρό που έζησε τόσο... όσο για να αλλάξει τη ζωή μας



Πραγματικό περιστατικό... που έγινε μέσα στο 2019, με πρωταγωνίστρια μια Ελληνίδα ΜΑΝΑ του αποδήμου Ελληνισμού.
Πού να το φανταζόμουν, ότι μετά από έναν υπέρηχο ρουτίνας τα πράγματα δε θα πήγαιναν όσο καλά και βολικά είχα συνηθίσει μέχρι τώρα στη ζωή μου. Μια ζωή όμορφη, προσαρμοσμένη και κανονισμένη όπως ακριβώς ήθελα. Είχα ξεχάσει βέβαια πως Άλλος ελέγχει την κατάσταση…

Έγκυος λοιπόν στο δεύτερο παιδί μου. Ύστερα από την πρώτη υποψία της γιατρού, οι εξετάσεις που ακολούθησαν επιβεβαίωσαν το τραγικό γεγονός. Τρισωμία 18. Το μωρό ήταν τραγικά άρρωστο και μη συμβατό με τη ζωή. Τρύπα στην καρδιά, το νεφρό μη σωστά σχηματισμένο, το χεράκι του γυρισμένο ανάποδα και άλλα πολλά που δεν χρειάζεται να αναφέρω.


Οι πιθανότητες να επιζήσει έστω και ενδομητρίως ήταν απειροελάχιστες. Η λύση που μου προτάθηκε;  Έκτρωση! Γιατί ; Διότι θα γλυτώναμε οικογενειακώς το ψυχικό κόστος και οποιαδήποτε τυχόν επιπλοκή σε μένα. Η καρδιά μου σκίστηκε στα δυο. Ήταν το πιο οδυνηρό συναίσθημα που ένιωσα ποτέ. Ήταν δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο σε εμάς; Αλλά και πάλι πώς θα μπορούσα να σκοτώσω εγώ το μωρό μας;  

Είχα την ελπίδα πως θα γεννιόταν ζωντανό για να το αεροβαφτίσουμε και να πάει στην αγκαλιά του Θεού. Οδυνηρή για εμένα υπήρξε και η στάση του συζύγου μου. Για να γίνω πιο σαφής, ο άντρας μου τάχθηκε εναντίον μου, με όποιο ψυχολογικό κόστος συνεπάγεται αυτό, ιδιαίτερα σε μια τέτοια κύηση.

Ήταν βαρύς ο σταυρός μου. Προσευχές, δάκρυα που κυλούσαν μέχρι το πάτωμα και χρόνος που έμοιαζε ατελείωτος. Βαριά ωστόσο έπεσε πάνω μου και η «άνωθεν» βοήθεια. Άνθρωποι που δεν γνώριζα στάθηκαν δίπλα μου σαν οικογένεια. Ο πνευματικός μου πατέρας με στήριζε και με ενεθάρρυνε σε όλη αυτή τη διαδρομή, με τις ευχές τα λόγια και την προσευχή του.

 Έτσι λοιπόν το αντιμετώπιζα, με πολλή προσευχή αλλά και παρηγοριά από τη μητέρα μας την Παναγία. Οι εννέα μήνες πέρασαν. Γεννήθηκε ένα πολύ όμορφο και βαρύτατα άρρωστο μωράκι. Ο άντρας μου με δάκρυα στα μάτια με ευχαριστούσε για το δώρο που του έκανα. Γνώρισε τον γιο του, που του έμοιαζε απίστευτα. Μπροστά στο θαύμα άλλαξαν όλα. Το αεροβαφτίσαμε, του δώσαμε πολλά φιλιά το αποχαιρετίσαμε και έφυγε ήρεμα από αυτήν τη ζωή για να πάει στην αληθινή. Ο πόνος πολύς και βαθύς, η καρδιά μου κομμάτια. Άξιζαν παρόλα αυτά όλες οι προσωπικές μου θυσίες.

Το κακό που προξένησε αυτό το μωράκι; Σας το καταθέτω με απόλυτη ειλικρίνεια.

Ξύπνησε τη μαμά του θυμίζοντας της την ματαιότητα αυτής της ζωής και έδειξε σε όλους μας πως το να αποφεύγεις τον πόνο για να μη χάσεις τη βολή σου, δεν σε κάνει δυνατό. Το να αντιμετωπίζεις αντιθέτως τον πόνο με υπομονή και εμπιστοσύνη στην αγάπη του Θεού σε κάνει ήρωα. Τουλάχιστον η κόρη μου έτσι θα μας βλέπει σε λίγα χρόνια από τώρα και αυτό μου αρκεί!


 Αφήστε με να ζήσω!

Πηγή:  https://www.tideon.org/

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020

Η Αγία ένδοξος, θεόστεπτος και Ισαπόστολος Βασίλισσα Πουλχερία η Παρθένος



Αυτή η αγιωτάτη και Ισαπόστολος Βασίλισσα ήταν εγγονή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μεγάλου, κόρη του αυτοκράτορα Αρκαδίου και αδελφή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του λεγομένου Μικρού.

Ήταν σοφώτατη και ευσεβέστατη και υποσχέθηκε στο Θεό την δια βίου παρθενία και γι’αυτό αναφέρεται ως Πουλχερία η Παρθένος.

Ανέλαβε τη μόρφωση και διαπαιδαγώγηση στην ευσέβεια του μικροτέρου αδελφού της μέχρι της ενηλικιώσεώς του, αλλά και αργότερα υπήρξε το δεξί χέρι του και ο πραγματικός κυβερνήτης της Αυτοκρατορίας.

Πολύ υπερασπιζόταν την Ορθοδοξία και βοήθησε την Εκκλησία. Οι Πατριάρχες και ο λοιπός κλήρος και ο λαός την σέβονταν και την τιμούσαν πολύ. Τιμήθηκε όσο ελάχιστοι άλλοι βασιλείς για την ευλάβεια, τη σύνεση, τις πολλές αρετές και τις αμέτρητες αγαθοεργίες της. Με ειλικρινή και άπειρο σεβασμό αναφέρονταν σε αυτήν και την επευφημούσαν ως νέα Αγία Ελένη.

Το 450 απεβίωσε ο αδελφός της αυτοκράτορας Θεοδόσιος και η διακυβέρνηση του Κράτους απέμεινε σε αυτήν. Κατανόησε ότι η διακυβέρνηση χρειαζόταν στιβαρώτερα χέρια και, καθ’ υπόδειξη και της Συγκλήτου, έλαβε σύζυγο τον ευλαβέστατο και ενάρετο συγκλητικό Μαρκιανό τον οποίο κατέστησε βασιλέα, υπό τον όρο ότι θα φυλάξει ως τέλους την παρθενία της.

Το 451, μαζί με το Μαρκιανό, ο οποίος συγκαταλέγεται επίσης μεταξύ των Αγίων, συνεκάλεσαν την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία αναθεμάτισε τον Ευτυχή και το Διόσκορο και γενικά τον μονοφυσιτισμό.

Τιμήθηκε ακόμη και εν ζωή ως αγία από όλους τους Επισκόπους και τους Πατριάρχες και ιδιαίτερα από τόν άγιο Λέοντα Πάπα Ρώμης. Είναι εκ των ευλαβεστέρων Βασιλισσών οι οποίες τίμησαν την Εκκλησία. Προς αυτήν απηύθυνε ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας θεολογικώτατες επιστολές του, με τις οποίες αποδεικνύει την δυσσέβεια της αίρεσης του Νεστορίου.

Αυτή πρώτη θέσπισε δια νόμου το «περί του Ελληνιστί διατίθεσθαι» , να χρησιμοποιείται δηλ. η Ελληνική ως επίσημη γλώσσα του Κράτους, ενώ πριν χρησιμοποιόταν η Λατινική.

Η Αγία Πουλχερία επί Πατριαρχείας Αγίου Πρόκλου, συνήργησε στην επαναφορά του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων.

Πολλά είναι τα ευαγή ιδρύματα, οι Σχολές, τα Νοσοκομεία, οι Ναοί και οι Μονές, τα οποία οικοδόμησε και πλούτισε ποικιλοτρόπως με προσόδους, προνόμια και άλλα αγαθά, ώστε να μένουν εις δόξαν Θεού και μνημόσυνό της.

Αυτή υπήρξε και η πρώτη κτιτόρισσα της Μονής του Εσφιγμένου, γι’αυτό και δικαίως και πρεπόντως δοξάζεται σε αυτήν αιωνίως.

Το όνομά της φέρει και ένα από τα πολυτιμότερα κειμήλια της Μονής, ο πολυτιμότατος και ανεκτίμητος ομώνυμος Σταυρός.

Η Αγία απήλθε προς Κύριον την 10η Σεπτεμβρίου του έτους 453.

Πηγή: http://www.esphigmenou.gr/index.php?mid=4&sid=101

Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2020

* Τα παιδιά μου, εγώ τα γέννησα, αλλά πρέπει να ξέρεις ότι πρωτίστως ανήκουν στην πατρίδα μας!



8 Σεπτεμβρίου 1944, ώρα 5:30 το πρωί. Στρατιωτικά γερμανικά οχήματα με ανοικτές τέντες, διασχίζουν την Ιερά Οδό και καταλήγουν στην αρχή μιας μικρής χαράδρας του δάσους Δαφνί, λίγο πριν την άνοδο για την ανηφοριά που βρίσκεται το Χαϊδάρι. Εκεί σταματούν και κατεβάζουν 59 Έλληνες. Τους τοποθετούν σε σειρά και ετοιμάζονται για εκτέλεση. Ξεχωρίζουν τις εννέα γυναίκες που θα εκτελέσουν πρώτες, πριν από τους άντρες.  

Και ενώ όλοι παγώνουν, μια γυναικεία φωνή ακούγεται θαρρετά: «Θάρρος παιδιά! Ζήτω η πατρίδα μας. Μη λυγίσετε παιδιά!». Ύστερα παίρνει μια-μια τις μελλοθάνατες τις βάζει σε κύκλο και αρχίζει να τραγουδά το τραγούδι του Ζαλόγγου. 

Είναι η Λέλα Καραγιάννη, η μεγάλη ηρωίδα της Εθνικής μας Αντίστασης, επικεφαλής της αντιστασιακής οργάνωσης Μπουμπουλίνα. Γεννημένη το 1898 στη Λίμνη Ευβοίας κατοικούσε στην Αθήνα με τον σύζυγό της -φαρμακοποιό στο επάγγελμα- και τα επτά παιδιά τους.
 
H oικία της Λέλας Καραγιάννη στη συμβολή των οδών Λέλας Καραγιάννη αριθ. 1 και Σταυροπούλου στην Αθήνα, κοντά στην Πλατεία Αμερικής
Λίγους μήνες πριν, στις 11 Ιουλίου 1944 οι Γερμανοί ύστερα από πληροφορίες, είχαν κάνει έφοδο στο σπίτι της επί της οδού Φυλής. Ο ένας από τους τρεις γιους της, ο Γιώργος, είχε ήδη συλληφθεί τον Ιούνιο του 1941 από τους Γερμανούς. Κατηγορήθηκε για περίθαλψη ενός στρατιωτικού Αυστραλού τραυματία, ο οποίος πάνω στο μεθύσι του σε μπαρ άνοιξε το στόμα του επιπόλαια σε Γερμανό πράκτορα. Κατά την διάρκεια της ανάκρισής του ο Γιώργος Καραγιάννης δραπέτευσε και βγήκε στο βουνό Ελικώνας της Βοιωτίας, όπου εκτελούσε χρέη διερμηνέα της βρετανικής αποστολής, υπό τον πράκτορα Ντον Στοτ.
 
Μια από τις αντιστασιακές πράξεις της Λέλας Καραγιάννη ήταν να προμηθεύει με τρόφιμα και φάρμακα τους Βρετανούς στρατιώτες που είχαν βρεί καταφύγιο στην Μονή Αγίου Ιεροθέου Μεγάρων
 Τα Ες Ες πιάνουν στις 11 Ιουλίου τέσσερα από τα επτά παιδιά της Καραγιάννη, που βρίσκονται στο σπίτι. Στην συνέχεια, συλλαμβάνουν στην Γλυφάδα και το τρίτο αγόρι, τον Νέλσονα, αλλά και την ίδια που νοσηλευόταν στο νοσοκομείο.
 
Η Καραγιάννη είχε συλληφθεί άλλη μια φορά από τους Ιταλούς για περίθαλψη του Βρετανού υπολοχαγού Στιούαρτ, εξ αιτίας του οποίου κρατήθηκε στην φυλακή επί εξάμηνο η ίδια και επί δίμηνο ο φαρμακοποιός σύζυγός της Νίκος, καθώς ο Βρετανός μη λαμβάνοντας μέτρα προφύλαξης συνελήφθη το μεσημέρι της 13 Οκτωβρίου 1941 και στην ανάκριση από τα βασανιστήρια έσπασε. Το ίδιο βράδυ συνέλαβαν οι Ιταλοί το ανδρόγυνο Καραγιάννη. Όμως οι Ιταλοί που έβλεπαν να υποτιμούνται από τους Γερμανούς, σκοπίμως δεν έδωσαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για να μην εξυπηρετήσουν τα γερμανικά σχέδια και μετά δίμηνο φυλάκισης του Νίκου Καραγιάννη και εξάμηνο της συζύγου του, τούς αποφυλακίζουν.
 
Τώρα οι ναζί φέρνουν σε αντιπαράσταση την Λέλα Καραγιάννη με Έλληνα συνεργάτη της, ο οποίος μετά από βασανιστήρια λύγισε και μίλησε. Βλέπει να βασανίζουν τα παιδιά της μπροστά στα μάτια της. 

Διηγείται ο γιος της Βύρων:

«Αν ποτέ σας πιάσουν οι Γερμανοί, μας είπε, να δείξετε γενναιότητα και να μην λυγίσετε, γιατί έτσι θα επιβαρύνετε περισσότερο την θέση σας.
Προσέξτε καλά, δεν ξέρετε τίποτα για το τι έκανα, έτσι μόνο θα γλυτώσετε, και δεν θέλω να κλάψετε ή να πενθήσετε γαι μένα, μόνο να σκέπτεστε, ότι ό,τι κάναμε το κάναμε για την πατρίδα και αυτό θα σας ανακουφίζει». 
Μας έλεγε ακόμη ότι πίστευε στον Θεό και στην βοήθειά του για να σωθούμε εμείς, τα παιδιά της. Ύστερα, ήλθαν στο δικό μου κλουβί και με ανέβασαν πάλι στον ανακριτή Μπέκε. Αυτήν την φορά είδα με έκπληξη την μητέρα μου και τον αδελφό μου Νέλσωνα στο ανακριτικό γραφείο του Μπέκε. Η μητέρα, προφανώς για να μην λυγίσω, ή για να μην δουν οι Γερμανοί μητρική αδυναμία και στοργή για μας και τα εκμεταλλευτούν, με κοίταξε αυστηρά, κάνοντάς μου νεύρα με το βλέμμα, που σήμαινε να σταθώ στο ύψος μου και να φερθώ γενναία. Μια μόνο λέξη μου είπε επιτακτικά: «Πρόσεχε». Βέβαια είχε δει τα χάλια μου, τα καμένα πόδια μου, το ματωμένο πουκάμισό μου και τα παράλυτα χέρια μου. Αυτή η στάση της, απέναντί μου, έκανε τον Μπέκε να καταλάβει, ότι η Λέλα Καραγιάννη δεν είναι εύκολη λεία, και θα ήταν αδύνατον να της πάρει λέξη. O Μπέκε με άρπαξε και βίαια με γύρισε και με κόλλησε με το πρόσωπο στον τοίχο, το ίδιο έκανε και στον αδελφό μου. Έβγαλε το περίστροφο απ’ την θήκη του, το κόλλησε στο κεφάλι του Νέλσωνα, και κοιτάζοντας το ρολόι του χεριού του και μέσω διερμηνέα είπε στην μητέρα, με ύφος αποφασισμένο να εκτελέσει την απειλή του: «Λέλα Καραγιάννη, πρόσεξε καλά, σου δίνω δυο λεπτά προθεσμία, για να μου απαντήσεις σ’ αυτά που σ’ ερωτώ, διαφορετικά θα εκτελέσω, τώρα εδώ μπροστά σου, ένα - ένα τα παιδιά σου, αρχίζοντας από αυτόν εδώ. Λέγε, γιατί θα πιέσω την σκανδάλη, πού έχεις τον πομπό σου, ποιος τον χειρίζεται, με ποιους συνεργάζεσαι, ποιες είναι οι πηγές απ’ τις οποίες παίρνεις τις πληροφορίες για τις κινήσεις μας, ποιοι είναι οι συνεργάτες σου, πού βρίσκεται ο καπετάνιος Χρυσίνης με το καΐκι του». 
Το περίστροφο του Μπέκε έσπρωχνε το κεφάλι του Νέλσωνα, και το έκανε να γέρνει, ήταν αγριεμένος και φαινόταν αποφασισμένος να εκτελέσει την απειλή του. Τότε άκουσα την μητέρα να λέει, με σταθερή και ήρεμη φωνή: «Τα παιδιά μου, εγώ τα γέννησα, δικά μου είναι, αλλά πρέπει να ξέρεις ότι πρωτίστως ανήκουν στην πατρίδα μας. Πρόσεξε καλά, και πάλι σου λέω ότι αυτά δεν ξέρουν τίποτα και άδικα θα τα σκοτώσεις». 
 Η ψυχή της έτρεμε καθώς τα έλεγε αυτά, η φωνή της ηχούσε παράξενα, επίσημα και κατηγορηματικά, ο Νέλσων και εγώ κοιταχτήκαμε έντρομοι με λοξή ματιά, ο Μπέκε έμεινε άναυδος, αμήχανος. Τελικά τράβηξε το πιστόλι απ’ τον κρόταφο του Νέλσωνα και βάζοντάς το μέσα στην πέτσινη θήκη που κρεμόταν απ’ την ζώνη του, είπε τρέμοντας από οργή: «Τα παιδιά σου τα χρειάζομαι προς το παρόν, και μόλις τελειώσω μ’ αυτά, υπόσχομαι να τα στείλω στο εκτελεστικό απόσπασμα, να μην αμφιβάλλεις γι’ αυτό».

Τη βασάνισαν φρικτά, την κρέμασαν από το ταβάνι, την άφησαν τρεις μέρες διψασμένη και όμως δεν άνοιξε το στόμα της. Ο δε ανακριτής της, ο Γερμανός Μπάικε, πεισμένος πια ότι δεν θα μιλήσει έκλεισε τον φάκελό της με ένδειξη «Λέλα Καραγιάννη, να εκτελεσθεί».

Μαζί με άλλους συλληφθέντες από την SD, την περίφημη ασφάλεια των Ες Ες, τους οδήγησαν στο κτίριο της οδού Μέρλιν, αριθ. 6, όπου και το Αρχηγείο των Ες Ες της Αθήνας. Από κει τους διαμοίρασαν και τους έκλεισαν στις φυλακές Αβέρωφ και στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου. Στην Μέρλιν συντάσσονταν οι κατάλογοι των προς φυλάκιση ή προς εκτέλεση πατριωτών.
 
Τους φυλάκισαν μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου και ως πράκτορες προφανώς τους προόριζαν για ανταλλαγή με συλληφθέντες δικούς τους. Με την δυσμενή τροπή που πήρε ο πόλεμος για την Γερμανία όμως και ενώ διαφαίνονταν η υποχώρηση των στρατευμάτων τους στο μέτωπο της Ελλάδας, δεν υπήρχε λόγος ανταλλαγής και αποφάσισαν να τους εκτελέσουν. Και η απόφαση λήφθηκε παρά το δεδομένο ότι εναντίον των 59 υπήρχαν μόνον κατηγορίες, όχι όμως και καταδικαστική απόφαση γερμανικού στρατοδικείου.
 
Οι συλληφθέντες ήταν κλεισμένοι στις φυλακές, αλλά μια ημέρα πριν την εκτέλεση, τούς είχαν υποσχεθεί πως θα τους απελευθέρωναν. Εκείνες τις ημέρες οι Γερμανοί άνοιγαν συχνά τις πύλες των φυλακών Αβέρωφ. Τους μετέφεραν την παραμονή το απόγευμα στις 8 η ώρα, στο κολαστήριο της Μέρλιν. Μάλιστα αυτοί του Αβέρωφ είχαν λάβει και τα αποφυλακιστήριά τους μαζί με τα προσωπικά τους είδη. Τους κατέγραψαν και στον πίνακα αποφυλακισθέντων. Αντί όμως για αποφυλάκιση, τους μεταφέρουν στο άντρο της SD και από κει ώρα 5.30 πριν το χάραμα της 8ης Σεπτεμβρίου 44 στο Χαϊδάρι.
 
Αναμνηστική πλάκα στην oικία της Λέλας Καραγιάννη
Εκεί τους βρίσκουν οι ριπές των πολυβόλων και τους σωριάζουν κατά γης. Και τότε γίνεται κάτι το συγκλονιστικό. Είναι η στιγμή που εκτυλίσσεται η πιο αντρεία πράξη μελλοθανάτου:
 
Ανάμεσα από τους μελλοθανάτους άνδρας, ξεπετιέται ένα παιδί 19 ετών. Είναι ο Γιαννάκης Χούπης, γιος του π. Βασιλείου Χούπη, εφημέριου στην Αγία Ειρήνη. Τόσο εντυπωσιάζεται ο Γιαννάκης από το θάρρος των γυναικών, που ορμά στο κοντινότερο πολυβόλο, το αρπάζει από τα χέρια ενός Γερμανού και το στρέφει εναντίον των. Δυστυχώς δεν ξέρει να το χειρισθεί. Μάταια δοκιμάζει να πυροβολήσει. Οι Γερμανοί τρομοκρατούνται και αρχίζουν να βάλλουν στο σωρό των πατριωτών, όσο να τους σωριάσουν όλους.
 
Την πληροφορία για τον Γιαννάκη Χούπη, 18 χρόνων, φοιτητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, την διασώζει ο μελλοθάνατος Νίκος Μπάρδης, που πήρε χάρη την τελευταία στιγμή, όπως και ο Δημ. Αλεξόπουλος, λόγω παρέμβασης του δοτού πρωθυπουργού Ιω. Ράλλη. Του την έδωσε ο Έλληνας διερμηνέας Δημητριάδης που ήταν παρών στην εκτέλεση. Την εξομολόγηση των μελλοθανάτων έκανε, το προηγούμενο βράδυ, ο καθολικός ιερέας Χρυσόστομος Βασιλείου, τον οποίο εκτέλεσαν μαζί με τους μελλοθανάτους οι Γερμανοί. 
 
Αυτές ήταν οι τελευταίες εκτελέσεις που έγιναν από Γερμανούς. Μετά από 34 ημέρες η Αθήνα απελευθερώθηκε.
 
Σε αυτό το τελευταίο μεγάλο έγκλημα των ναζί στην Ελλάδα που διαπράχθηκε στο δάσος Δαφνί της Αττικής, στις 8 Σεπτεμβρίου 1944, εκτελέστηκαν εκτός από τους 56 Έλληνες και Ελληνίδες, μια Ουγγαρέζα, η Άννα Μπαν, μια Αγγλίδα συλληφθείσα τον Απρίλη του 1944 στην Πάτρα η Μάρτζορυ Δημοπούλου, που είχε παντρευτεί τον Τάκη Δημόπουλο από τον Πύργο και ένας αξιωματικός του ιταλικού στρατού, ο  Βιτόριο ντε Κάρλο.
 
Μαρμάρινη προτομή της Λέλας Καραγιάννη τοποθετήθηκε στην οδό Τοσίτσα στα Εξάρχεια το 1963 και είναι έργο της γλύπτριας Λουκίας Γεωργαντή. Στις 26 Σεπτεμβρίου 2016 βανδάλισαν το γλυπτό αποκεφαλίζοντάς το
Το 1947, η Ακαδημία Αθηνών απένειμε στη Λέλα Καραγιάννη το Βραβείο Αρετής και Αυτοθυσίας, τιμώντας την προσωπικότητα και τα πεπραγμένα της πολύτεκνης, πατριώτισσας, Ελληνίδας μάνας. 
Με προεδρικό διάταγμα που εκδόθηκε στην Αθήνα, την 18-05-2020, μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας:
Απονέμεται στην Ελληνίδα αγωνίστρια της Εθνικής Αντίστασης 1941-1944, αρχηγό της Οργάνωσης Πληροφοριών και Δολιοφθοράς «Μπουμπουλίνα», Λέλα Καραγιάννη του Αθανασίου, για τον απαράμιλλο ηρωισμό της, την αυτοθυσία και την αφοσίωση που επέδειξε προς το Ελληνικό Έθνος, τα οποία την κατέστησαν στη μνήμη όλων των Ελλήνων και Ελληνίδων ως Εθνικό ιδεώδες, ο βαθμός του Ταξίαρχου επί τιμή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 3883/2010. (Αριθμ. βεβ. ΓΕΣ/ΔΟΙ/2ο/1254166/28-05-2020)
ΠΗΓΗ.ΑΜΦΟΤΕΡΟΔΕΞΙΟΣ

Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2020

Ο μαρτυρικός θάνατος της ηρωικής δασκάλας Βασιλικής Παπαθανασίου από το Ε.Α.Μ. και τους Βούλγαρους


Εκτελέστηκε στις 13-11-1946 από αντάρτες στην πόλη του Σκρα από όπου καταγόταν και εργάζονταν.
Πιο συγκεκριμένα την 13-11-1946 περίπου 330 αντάρτες με την συνεργασία Βουλγάρων επιτέθηκαν στην πόλη του Σκρα και μετά τον πρώτο αιφνιδιασμό που κατόρθωσαν να επιτύχουν στην μικρή δύναμη του Ελληνικού Στρατού που υπήρχε στο Σκρα, και αφού δολοφόνησαν τους 5 αξιωματικούς και τους 40 στρατιώτες, ή μανία των συμμοριτών ξέσπασε εναντίον των αθώων και φιλήσυχων κατοίκων τού Σκρα.
Οι αντάρτες ξεχύθηκαν σαν άγρια θηρία μέσα στο χωριό και η πρώτη που πιάστηκε και σύρθηκε στην πλατεία τού χωριού ήταν η Βασιλική Παπαθανασίου η οποία ήταν ή δασκάλα τού χωριού.


 Η Βασιλική Παπαθανασίου ήταν γεννημένη και μεγαλωμένη στο Σκρα, ήταν κόρη ιερέως και ό αδελφός της ως Υπολοχαγός του Ελληνικού Στρατού είχε σφαγιαστεί από τούς ΕΑΜοβουλγάρους. Έτσι ή μικρή δασκάλα ήταν αυτονόητο ότι θα ήταν το πρώτο θύμα καθώς είχε ποτιστή ολόκληρη από την αγάπη για την ‘Ελλάδα και την αυτοθυσία για την Πατρίδα της, κι αυτά τα ιδεώδη προσπαθούσε να μεταλαμπαδεύσει στις καρδιές και τις ψυχές των μικρών παιδιών πού ή Πατρίδα της εμπιστεύτηκε ως μαθητές, καθώς η δασκάλα ζούσε μόνη στο χωριό μαζεύοντας στο πατρικό της σπίτι (γιατί το σχολείο είχε καεί) τα παιδιά τού χωριού, και εκεί τους δίδασκε την πραγματική Ελληνική ιστορία και τα Ελληνικά γράμματα.
Οι αντάρτες με την βοήθεια των Βουλγάρων μάζεψαν και έσυραν στην πλατεία 35 ομήρους βάζοντας μπροστά την μικρή δασκάλα και ταυτόχρονα ανάγκασαν όλους τους κατοίκους του Σκρα να συγκεντρωθούν για να δουν αυτά που θα επακολουθούσαν.
Η λύσσα των ανταρτών ξέσπασε πρώτα εκεί μπροστά σε όλους, στο αδύνατο κορμί της άμοιρης κοπέλας.
Την κτυπάνε με ξύλινα δοκάρια και με τα κοντάκια των όπλων αργά και βασανιστικά επί ώρες και την διατάζουν να φωνάξει ζήτω το ΚΚΕ, όσο η δασκάλα αρνείται σθεναρά αρχίζουν να τις ξεριζώνουν τις τρίχες του κεφαλιού της. Η κοπέλα δεν βγάζει καμιά κραυγή, κανένα βογγητό, μόνο κάποια στιγμή φώναξε ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ. Οι αντάρτες έξαλλοι πλέον αρχίζουν να την δέρνουν αλύπητα και να τη βασανίζουν σε σημείο πλέον που έχει παραμορφωθεί το πρόσωπο και το σώμα της.
Όταν οι αντάρτες δεν κατάφεραν να επιτύχουν τον σκοπό τους να κάμψουν την δασκάλα αναλαμβάνουν οι φίλοι τους οι Βούλγαροι. Αρχίζουν να την κτυπούν και αυτοί με πιο μεγάλη λύσσα και να της χαράζουν το κορμί με τις ξιφολόγχες λέγοντάς της επιτακτικά να φωνάξει ΖΗΤΩ Η ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ και τότε όλα αμέσως

θα σταματούσαν.
Η κοπέλα όσο έβλεπε να την κοιτάνε οι συγχωριανοί της και κυρίως οι μαθητές της αυτή αντιστέκονταν κόμη περισσότερο βγάζοντας μια ύστατη φωνή λέγοντας ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ. Η ενέργεια αυτή της δασκάλας έκανε ακόμη πιο έξαλλους τους αντάρτες οι οποίοι της έκοψαν τα δάκτυλα τού χεριού, μα ή δασκάλα έμεινε και πάλι απτόητη, φωνάζοντας και πάλι ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ. Οι αντάρτες του Κ.Κ.Ε. ήσαν πλέον έκτος εαυτού, και δεν μπορούσαν άλλο να ακούσουν το ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ, και της έκοψαν τη γλώσσα.

Ή δασκάλα τού Σκρα φωτεινό σύμβολο, σύμβολο μοναδικό σ’ ολόκληρη την Ιστορία μας δεν άντεξε άλλο. Εκεί στην πλατεία τού χωριού άφησε την τελευταία της πνοή, όπου ενώ μέχρι τότε φώτιζε η παρουσία της μόνο το μικρό της χωριό, από τότε φωτίζει ολόκληρη την Ελλάδα.

Εκεί πού μαρτύρησε ή Βασιλική Παπαθανασίου υπάρχει σήμερα ή προτομή της.
Αυτή είναι η ιστορία, και η πρώτη μάχη της ξενοκίνητης επιβουλής κατά της Ελλάδος μετά το 1944.
Η εν λόγω κορνίζα της ηρωικής δασκάλας μου παραδόθηκε από Διευθυντή σχολείου της πόλης της Βέροιας, καθώς η εν λόγω κορνίζα με εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας κατά την δεκαετία του 1980 επί ΠΑΣΟΚ ‘’αποκαθηλώθηκε’’ από όπου ήταν αναρτημένη εντός του σχολείου, όπου όμως ο εν λόγω εκπαιδευτικός την φύλαξε και την παρέδωσε, και πλέον εκτίθεται στο Βλαχογιάννειο Μουσείο
ΠΗΓΗ.ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ