Πέμπτη 20 Μαΐου 2021
Εκοιμήθη η Γερόντισσα Γαλακτία.
Σάββατο 15 Μαΐου 2021
ΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ
Τη Κυριακή Τρίτη από του Πάσχα, την των ΑΓΙΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ εορτήν επιτελούμεν, έτι δε μνείαν ποιούμεθα και του εξ Αριμαθαίας ΙΩΣΗΦ ος ην μαθητής κεκρυμμένος· προς δε και του νυκτερινού μαθητού ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ.
Εκ τούτων αι μεν Άγιαι Μυροφόροι Γυναίκες μάρτυρες είναι πρώται και αψευδείς της Αναστάσεως του Κυρίου. Ο Ιωσήφ δε και ο Νικόδημος είναι υπηρέται και μάρτυρες της Ταφής του Κυρίου· τα οποία, η Ταφή δηλαδή και η Ανάστασις του Χριστού, είναι τα κυριώτατα και συνεκτικώτατα δόγματα της αγιωτάτης ημών Πίστεως. Εκ τούτων ο μεν Ιωσήφ, επειδή επήγεν εις τον Πιλάτον και ζητήσας το Σώμα του Ιησού το ενεταφίασε, τον έρριψαν οι φονικώτατοι Ιουδαίοι εντός βαθέος λάκκου, εκ θείας δε δυνάμεως, δια χειρός θείου Αγγέλου, εκείθεν αρπάζεται και εις την Αριμαθαίαν, την ιδίαν του πατρίδα διασώζεται. Ο δε Κύριος ημών Ιησούς Χριστός αναστάς εφάνη εις αυτόν, ότε ακόμη έφερε τα δεσμά, πιστοποιών ούτω ακόμη περισσότερον το μυστήριον της Αναστάσεως.
Αν δε και πολλά εδοκίμασεν από τους Ιουδαίους, επειδή εκήρυττε την Ανάστασιν του Σωτήρος, όμως αυτός δεν υπέφερε να σιωπά το μυστήριον, αλλά παρρησία προς πάντας διηγείτο τα γενόμενα. Ο δε Άγιος Νικόδημος εκηρύχθη αποσυνάγωγος, διότι δεν ηθέλησε να συμφωνή με τους άλλους Ιουδαίους. Λέγεται δε περί τούτου ότι πρώτος αυτός διεσάφησε λεπτομερώς δι’ ιδίου του συγγράμματος τα του Πάθους και της Αναστάσεως, καθότι ήτο εις της συναγωγής και εγνώριζεν ακριβέστερον τας βουλάς και τους λόγους των Ιουδαίων και απλώς ειπείν άπαντα τα γενόμενα. Δια ταύτην λοιπόν την αιτίαν, διότι αμφότεροι ούτοι αυτόπται μάρτυρες της Ταφής του Κυρίου εστάθησαν, ως είπομεν, ετάχθησαν ίνα ομού μετά των Αγίων Μυροφόρων των την Ανάστασιν θεασαμένων εορτάζονται ως αψευδείς δηλονότι μάρτυρες της του Κυρίου Ταφής και Αναστάσεως. Αι Γυναίκες λοιπόν αύται πρώται την Ανάστασιν, ως είπομεν, είδον, και αυταί έφεραν και εις τους Μαθητάς τα χαροποιά ταύτα μηνύματα. Διότι ούτω και έπρεπε· το γένος όπερ πρώτον ήμαρτε και την αράν εκληρονόμησεν, αυτό τούτο πρώτον και την Ανάστασιν να ίδη και την χαράν να ακούση, καθόσον αυτό πρώτον ήκουσε και το «εν λύπαις τέξει τέκνα».Πέμπτη 13 Μαΐου 2021
Οσία Ολυμπία και Οσία Ευφροσύνη (11 Μαΐου)
Τρίτη 11 Μαΐου 2021
ΑΓΙΑ ΓΛΥΚΕΡΙΑ Η ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ
Κυριακή 9 Μαΐου 2021
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ - Ένα αφιέρωμα
Όνειρα πλέξε (νανούρισμα) Ολόκληρος κόσμος μες στη μορφή σου σαν το καθάριο γαλανό ουρανό. Κάθε ανάσα σου στάζει γαλήνη όπως το βήμα σ’ απαλό δειλινό. Κλείσε τα μάτια να σβήσει ο ήλιος φεγγάρι κι αστέρια ανάβουν το φως. Η νύχτα απλώνει αγκάλη τα χέρια νανούρισμα φτιάχνει για σένα γλυκό.
Πες στους αγγέλους που φίλοι σου είναι να μη σε αφήσουν ποτέ μοναχό. Το χέρι τους κράτα γερά κάθε μέρα δεν θα τ’ αντέξω να πάθεις κακό.
Κοιμήσου, καλό μου, γερμένο σ’ αχτίδα κι όνειρα πλέξε με μύρα κι ανθούς. Κοιμήσου, μικρό μου, κι άσε εμένα ευχές να ψελλίζω σαν θείους ψαλμούς. (Από την ποιητική συλλογή "Κλαίει ο Θεός" του π. Γ. Δ.) (Δείτε στον παρακάτω σύνδεσμο μελοποιημένο το νανούρισμα από τον μουσικό Στέφανο Δορμπαράκη, σε παραγωγή δική του, και εκτελεσμένο αισθαντικά και υπέροχα από την Κατερίνα Παπαδοπούλου). Όνειρα πλέξε - Κατερίνα Παπαδοπούλου & Στέφανος Δορμπαράκης (Official Video Clip) - YouTube ΠΗΓΗ.ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ |
Πέμπτη 6 Μαΐου 2021
Η ΟΣΙΑ ΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ
«Χάριτι σοφισθεῖσα, Σοφία θεία, Σοφῶς ἤσκησας ἄρτι, ἐν τῇ Κλεισούρᾳ». (Έγινες σοφή από τη χάρη του Θεού, θεία Σοφία, γι’ αυτό και ασκήθηκες τώρα με σοφό τρόπο στην Κλεισούρα). «Η Οσία και θεοφόρος Μητέρα μας Σοφία, η ρακένδυτη, αλλά πνευματοφόρα Ασκήτρια της Κλεισούρας, γεννήθηκε στην Άρδασσα του Πόντου το 1883. Αφού ακολούθησε τον δρόμο των προσφύγων μετά την επιδρομή των Αγαρηνών κατά της γενέτειράς της και τη στέρηση του συζύγου και του τέκνου της, ήλθε στην Αναρράχη της Εορδαίας. Πόθησε την ασκητική ζωή, γι’ αυτό και έφτιαξε το πρώτο ασκηταριό της στη Μονή του Αγίου Μάρκου Φλωρίνης, όπου παρέμεινε για δύο χρόνια. Με την προτροπή όμως της Κυρίας Θεοτόκου εγκαταστάθηκε στο δικό Της Μοναστήρι που βρισκόταν στην Κλεισούρα της Καστοριάς, όπου και αγωνίστηκε θεοφιλώς για σαρανταεπτά ολόκληρα έτη. Χωρίς να έχει κρεβάτι να αναπαύει το χοϊκό σαρκίο της, υπέμεινε το ψύχος του χειμώνα, καθισμένη κοντά στην εστία της αυλής της Μονής, απέναντι από τη Μεσημβρινή θύρα του Καθολικού, ατενίζοντας την ιλαρή μορφή της Θεοτόκου από το υπέρθυρό της. Λιτοδίαιτη και ρακένδυτη και μερικές φορές προσποιούμενη τη σαλή, πέρασε τον δρόμο της ζωής της, ενώ ασχολούμενη αδιάλειπτα με την καρδιακή προσευχή έφτασε σε επίπεδα θέωσης. Έλκυσε πλούσια τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος και αξιώθηκε του διορατικού αλλά και ιαματικού χαρίσματος. Ευχάριστη και καταδεκτική πάντοτε υποδεχόταν τους επισκέπτες της Μονής διδάσκοντάς τους τη μετάνοια και τη χρηστοήθεια. Προείδε το τέλος της και κοιμήθηκε εν Κυρίω οσιακά την 6ηΜαϊου 1974. Τα ιερά της λείψανα που ανακομίσθηκαν και ευωδίασαν βρίσκονται αποθησαυρισμένα στην Ιερά Μονή της Κλεισούρας, προσφέροντας στους πιστούς ιάματα. Κατετάγη στο αγιολόγιο της Εκκλησίας στις 4 Οκτωβρίου 2011». Τι είναι εκείνο που έκανε μία απλή, απλούστατη γυναίκα, να ανέλθει στα νεώτερα χρόνια σε τόσο μεγάλη ύψη αγιότητας, ώστε με τα έκδηλα χαρίσματά της, την ευωδία των λειψάνων της, τη διόραση και θαυματουργία της, να ενταχθεί επισήμως στις δέλτους των αγίων της Εκκλησίας; Μήπως η παραπάνω και από πολλούς μεγάλους ασκητές και ερημίτες σκληραγωγία και άσκησή της; Διότι και το συναξάρι και η ακολουθία της, ποίημα του γνωστού και σπουδαίου υμνογράφου Χαράλαμπου Μπούσια, τονίζουν πράγματι με πολλούς τρόπους τη μεγάλη άσκησή της που και μόνο να την ακούμε ή να τη διαβάζουμε λιποψυχούμε και δειλιάζουμε. Ήδη στο απολυτίκιό της σημειώνεται: «Ευαρέστησες τον Χριστό, πανσεβάσμια Σοφία, με την προσευχή, τη χαμευνία, τις πολλές στερήσεις, τις κακοπάθειες, τις νηστείες, τις αγρυπνίες». Μήπως η άσκησή της στη σαλότητα, να προσποιείται δηλαδή την ανόητη και να λέει και να κάνει μερικές φορές μωρά και τρελά πράγματα; Μήπως το γεγονός ότι άντεξε όχι μόνο τις κακουχίες, αλλά και την οδύνη της απώλειας του άνδρα της και του παιδιού της; Ή μήπως το γεγονός ότι ευρισκόμενη στην Ιερά Μονή και έχοντας αποκτήσει φήμη πια αγίας έρχονταν οι πιστοί και τους νουθετούσε διδάσκοντάς τους την υπομονή και τις αρετές; «Πολλάν υπομονήν να εφτάτε!» ήταν η συνεχής προτροπή της. Τίποτε από αυτά, ή μάλλον όλα αυτά, όταν ιδωθούν κάτω από το πρίσμα της εσωτερικής καρδιακής καταστάσεώς της: να είναι μέσα της ένας ναός του Θεού που ανέπεμπε αδιάκοπα δοξολογίες και ύμνους στον Κύριο και Θεό της. «Έκανες την καρδιά σου, θαυμαστή Σοφία, ευπρεπέστατο ναό του Θεού» (ωδή στ΄). Κι αυτό γιατί χωρίς τη θεώρησή της ως ναού του Θεού όλα τα παραπάνω μπορεί να «ηχήσουν» και μη χριστιανικά. Η σκληρή άσκηση για παράδειγμα: απαντάται, και σκληρότερη μάλιστα, και εκτός χριστιανισμού. Η σαλότητα: χωρίς τη βάση της αγίας ταπείνωσης, θεωρείται «εμπαιγμός διαβόλου». Η αντοχή στις κακουχίες και στην απώλεια αγαπημένων προσώπων: απαντάται ως υπομονή ακόμη και σε αθέους. Ή τέλος η νουθεσία των προσκυνητών: μπορεί να είναι έκφραση μίας κρυμμένης κενοδοξίας. Λοιπόν, η αγία Σοφία ήταν ένας οίκος Κυρίου που τη λαμπρότητά του προβάλλει ο σεμνός υμνογράφος σε πολλούς ύμνους του, κυρίως όμως στο δοξαστικό του εσπερινού: «Έχοντας φόβο Θεού στην καρδιά σου, τον φόβο που δίνει αληθινή σοφία στους ανθρώπους, οδήγησες τα βήματά σου στην εκπλήρωση των θείων εντολών, Σοφία που είσαι σκεύος εκλογής του Θεού καθαρότατο. Διότι αφού αγάπησες πάνω από όλα τον Κύριο και τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου, κοπίαζες για χάρη ακριβώς του Κυρίου που έβλεπες νοερώς καθημερινά, ώστε να αρέσεις σ’ Αυτόν με τα λόγια και τις πράξεις. Κι αφού ευαρέστησες λοιπόν τον Θεό και τους ανθρώπους με την άσκησή σου και την παρηγοριά των λόγων σου, αξιώθηκες της αιώνιας χαράς των Ουρανών, την οποία αξίωσε να απολαύσουμε και εμείς που σε μακαρίζουμε». Αν άγιασε η οσία Σοφία, η αμαθής στη μόρφωση των εγκοσμίων αλλά σοφότατη στα του Θεού, ήταν γιατί πίστεψε αληθινά στον Χριστό και προς Αυτόν στράφηκε ολοκληρωτικά με πόθο κι αγάπη. Κι αυτήν την αγάπη της στον Χριστό την εξέφρασε με τον μόνο τρόπο που λέει ο Κύριος: με την τήρηση των αγίων Του εντολών, δηλαδή κατεξοχήν με την ταπείνωση και την αγάπη προς τους συνανθρώπους της. Χωρίς καμία διακοπή μάλιστα: «καθημερινά έβλεπε τον Κύριο»! Η ίδια αλήθεια της αγιότητάς της μπορεί να εκφραστεί και με άλλον τρόπο: η Σοφία βρισκόταν πάντοτε σε ετοιμότητα υπακοής στο θέλημα του Κυρίου, είχε δηλαδή με τη χάρη του Θεού αποκτήσει το φρόνημα Εκείνου, της Παναγίας και όλων των αγίων. Όπως μιλάει για το φρόνημα αυτό με μοναδικό τρόπο ο απόστολος Παύλος: «Αυτό το φρόνημα να έχετε κι εσείς, όπως το βλέπουμε και στον Κύριο Ιησού Χριστό: Θεός ων έγινε άνθρωπος και ταπείνωσε τον εαυτό Του με τη μέχρι σταυρικού θανάτου υπακοή Του» (Πρβλ. Φιλ. 2, 5-8). Ο σοφός υμνογράφος της αγίας υμνολογεί το ταπεινό φρόνημά της εξαίροντας την απόλυτη Αβραμιαίου τύπου υπακοή της: «Σοφία πανύμνητε, που είσαι το λαμπρό πρότυπο της ταπείνωσης, εγκατέλειψες το Μοναστήρι του αγίου Μάρκου στη Φλώρινα, γιατί έσπευσες να εφαρμόσεις το πάνσεπτο πρόσταγμα της Κυρίας των Ουρανών, κι έτσι ήλθες στη ένδοξη μάνδρα της Κλεισούρας» (στιχ. εσπ.). Σοφία της Κλεισούρας: η ανατροπή της κοσμικής λογικής και νοοτροπίας, η «ομόζηλη των μεγάλων οσίων γυναικών του παρελθόντος» (λιτή), η προέκταση του Εσταυρωμένου Κυρίου, η ισχυρή πρέσβειρά μας στους Ουρανούς.
ΠΗΓΗ.ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ |
Σάββατο 24 Απριλίου 2021
Τη ΚΔ΄ (24η) Απριλίου μνήμη της Οσίας Μητρός ημών ΕΛΙΣΑΒΕΤ της Θαυματουργού.
Ελισάβετ η Οσία Μήτηρ ημών η Θαυματουργός, εκ νεαράς ηλικίας υποβληθείσα εις ασκητικούς αγώνας, έλαβε παρά Κυρίου την Χάριν των ιαμάτων, θεραπεύουσα διάφορα πάθη και ασθενείας. Ταύτης της Οσίας η γέννησις εδηλώθη άνωθεν δια θείας αποκαλύψεως και προεμηνύθη παρά Θεού, ότι μέλλει να γίνη σκεύος εκλογής. Εφόρει δε η μακαρία ένα μόνον χιτώνα, ταλαιπωρουμένη υπό του ψύχους και παγετού του χειμώνος· δεν έπλυνε ποτέ το σώμα της δι’ ύδατος· ενήστευσε τεσσαράκοντα ημέρας· επί τρία έτη είχε τον νουν της όλως προσηλωμένον εις τον Θεόν και με τους σωματικούς οφθαλμούς της δεν έβλεπε τελείως το κάλλος και το μέγεθος του ουρανού· εθανάτωσε δια προσευχής της όφιν μέγιστον φαρμακερόν· δεν εγεύθη ελαίου εις διάστημα πολλών ετών· δεν εφόρεσεν υποδήματα εις τους πόδας της· και πλείστα άλλα θαυμάσια επετέλεσε. Μετά λοιπόν τους τοιούτους και τοσούτους αγώνας και αρετάς, θεαρέστως διαλάμπουσα, η τρισολβία, ανεπαύθη εν Κυρίω, χαρίζουσα μέχρι σήμερον εις τους μετά πίστεως προς αυτήν προστρέχοντας, χάριν πολλών δωρεών και ιαμάτων, διότι και χώμα μόνον εκ του τάφου αυτής λαμβανόμενον ιατρεύει πάσαν ασθένειαν.
--------------------------------------------------------------------------------------------
Ἐλισάβετ, λιποῦσα γῆν, Θεοῦ Λόγε,
Καλὴ καλὸν βλέπει σε νύμφη νυμφίον.
Εἰκάδι καί γε τετάρτῃ ἀπῆρε πόλονδε Ἐλισαβέτεια.
Η Οσία Ελισάβετ καταγόταν από την Ηράκλεια της Θράκης και έζησε τον 5ο αιώνα μ.Χ. Οι γονείς της, Ευνομιανός και Ευφημία, ήταν ξακουστοί και ονομαστοί, φημισμένοι για τα πλούτη τους και περίφημοι για την αρετή τους. Κατοικούσαν κοντά στην Ηράκλεια, στον τόπο που από παλιά ονομαζόταν Θρακοκρήνη και αργότερα Αβυδηνοί. Ζούσαν με ευσέβεια έχοντας ως πρότυπο τον Ιώβ. Ποθώντας δε με πάθος να μιμηθούν την φιλοξενία του Αβραάμ, απλόχερα βοηθούσαν όλους, όσοι είχαν ανάγκες υλικές.
Όμως είχαν περάσει δεκαέξι χρόνια από τότε που νυμφεύθηκαν και ήταν ακόμη άτεκνοι. Γι' αυτό παρακαλούσαν αδιάκοπα τον Θεό να τους χαρίσει ένα παιδί, διάδοχο του γένους τους και κληρονόμο του πλούτου τους. Ο Κύριος, που ικανοποιεί τα αιτήματα των πιστών Του, άκουσε με ευμένεια τη δέησή τους και δεν παρέβλεψε την προσευχή τους.
Υπήρχε στον τόπο εκείνο ένα παλαιό έθιμο να συγκεντρώνονται οι Χριστιανοί στην μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Γλυκερίας (τιμάται 13 Μαΐου) και να εορτάζουν μια ολόκληρη εβδομάδα. Τότε λοιπόν, βρέθηκαν εκεί μαζί με τους άλλους Χριστιανούς και οι γονείς της Οσίας. Έκαναν λιτανείες και ολονύκτιες δοξολογίες και επισκέπτονταν τους ναούς της πόλεως, που σε αυτούς φυλάσσονταν τα ιερά λείψανα των σαράντα Αγίων Γυναικών, του διακόνου Αμώς (βλέπε 1 Σεπτεμβρίου) και πολλών άλλων Αγίων. Λιτάνευαν τότε και την πολυσέβαστη κάρα της Αγίας Γλυκερίας. Όμως κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, την οποία τελούσε ο Επίσκοπος της πόλεως Λέων, ο πατέρας της Ελισάβετ, Ευνομιανός, έβλεπε την αγία κάρα πότε να χαμογελά και πότε να λυπάται. Αυτό το θεώρησε ως σημείο της πίστεώς του στη Μάρτυρα και η ψυχή του γέμισε με χαρά και λύπη μαζί. Μαζί με την σύζυγό του ικέτευσαν την αθληφόρο Αγία, να λύσει τα δεσμά της στειρώσεώς τους και να τους χαρίσει ένα παιδί. Έτσι, όταν τους πήρε για λίγο ο ύπνος, ο Ευνομιανός είδε σε όνειρο την Αγία Γλυκερία, η οποία του είπε: «Γι' αυτό μου δημιουργείς κόπους, άνθρωπέ μου, και μου ζητάς αυτό που μόνο ο Θεός μπορεί να σου δώσει; Όμως, εάν στ' αλήθεια δίνεις τον λόγο σου πως θ' αποκτήσετε καρδιά και πνεύμα ταπεινό και πως ποτέ δεν θα καυχιέσαι σε βάρος των άλλων, ευχή κάνω να σου δώσει με τις πρεσβείες μου ο μεγαλόδωρος Κύριος, το γρηγορότερο, ένα κορίτσι. Αυτό θα το ονομάσεις Ελισάβετ, γιατί θα αναδειχθεί όμοια στην ψυχή με την μητέρα του Ιωάννου του Προδρόμου και Βαπτισθού».
Ο πατέρας της Οσίας συμφώνησε ότι θα κάνε αυτό που ζήτησε η Αγία Γλυκερία. Τότε εκείνη τον σφράγισε με το σημείο του Σταυρού και έφυγε. Η γυναίκα του συνέλαβε αμέσως και μετά από τη συμπλήρωση εννέα μηνών γέννησε κορίτσι.
Όταν η Ελισάβετ έγινε δώδεκα ετών, η μητέρα της έφυγε από την πρόσκαιρη ζωή. Μετά από τρία χρόνια έφυγε από την ζωή και ο πατέρας της. Η μακαρία Ελισάβετ απέμεινε ορφανή. Όμως αμέσως εμπιστεύθηκε τον εαυτό της στον Θεό και διακρίθηκε στη διακονία των φτωχών και των ελαχίστων αδελφών της. Χάρισε την περιουσία της στους φτωχούς και έτσι με τα χέρια τους την κατέθεσε στον Θεό, ενώ στους δούλους χάρισε την ελευθερία τους.
Έπειτα αναχώρησε για την Κωνσταντινούπολη. Έφθασε στη μονή του Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου, που είχε το όνομα «Μικρός Λόφος» και που ηγουμένη εκεί ήταν κάποια θεία από τον πατέρα της. Στη μονή αυτή απαρνήθηκε τα εγκόσμια και τις βιοτικές μέριμνες και εκάρη μοναχή. Ζούσε με σκληραγωγία, νηστεία και άσκηση και περπατούσε ανυπόδητη. Το σώμα της ποτέ δεν δέχθηκε να το πλύνει με νερό. Το διατηρούσε όμως καθαρό λούζοντάς το καθημερινά με τις αστείρευτες πηγές των δακρύων της. Έτσι έφθασε στα ύψη της αγιότητας και ο Άγιος Θεός την αξίωσε του προορατικού χαρίσματος και αυτού της θαυματουργίας.
Δύο χρόνια αργότερα η ηγουμένη της μονής έφυγε από την παρούσα ζωή, αφού όρισε διάδοχό της την Οσία Ελισάβετ, την οποία εγκατέστησε ο Πατριάρχης Γεννάδιος Α' (458 - 471 μ.Χ.).
Η Οσία γέμιζε με φως αυτούς που με πίστη την πλησίαζαν. Κάποτε, την ώρα που ετελείτο η Θεία Λειτουργία στο ναό, είδε να αστράφτει ένα απερίγραπτο φως και το Πανάγιο Πνεύμα να κατέρχεται μετά τον Χερουβικό ύμνο μέσα στο Θυσιαστήριο και να καλύπτει τον ιερέα που στεκόταν μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Η Οσία πλημμύρισε από θάμβος και έκπληξη. Όμως αυτό δεν το είπε σε κανένα, μέχρι που έφθασε ο καιρός της εκδημίας της στον Θεό. Όσο πλησίαζε η ώρα της, ο πόθος της - όπως έλεγε - να δει την πατρίδα της, περίσσευε. Ήλθε λοιπόν στην Ηράκλεια και προσκύνησε τους εκεί σεπτούς ναούς των Αγίων. Και εκεί, στο ναό της Θεοτόκου, είδε σε όραμα την Παναγία, που την υποδέχθηκε. Το πρόσωπο της Θεοτόκου το αναγνώρισε σε εικόνα, όταν έφθασε στο ναό του Ιερομάρτυρα Ρωμανού. Η φωνή της Παναχράντου την κάλεσε να επιστρέψει στο μοναστήρι της, γιατί ο καιρός της κοιμήσεώς της ήταν κοντά. Έτσι η Οσία Ελισάβετ, αφού επέστρεψε πίσω, κοιμήθηκε με ειρήνη. Το ιερό λείψανό της ενταφιάσθηκε στο ναό του Αγίου Γεωργίου, μένοντας ακέραιο και ανέπαφο.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Μητρικῶν ἐκ λαγόνων Χριστὸν ἠγάπησας, ὥσπερ βλαστὸς Ἐλισάβετ δικαιοσύνης τερπνός, καὶ τοὶς ἴχνεσιν αὐτοῦ ἀκολουθήσασα, τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν, γεωργεῖς τᾶς ἀπαρχᾶς, ἀμέμπτω σου πολιτεία, θαυματουργοῦσα θεόφρον, πρὸς σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἠμῶν.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοί Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τό κατ᾽ εἰκόνα· λαβοῦσα γάρ τόν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καί πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δέ ψυχῆς, πράγματος..
--------------------------------------------------------------------------------------
Η οσία Ελισάβετ χαρίστηκε παρά Θεού στους γονείς της, ευσεβείς χριστιανούς και άρχοντες της Ηράκλειας της Θράκης, μετά από θαυματουργική επέμβαση της αγίας μάρτυρος Γλυκερίας [13 Μαΐου]. Από την πλέον τρυφερή παιδική ηλικία είχε αποστηθίσει τους Βίους των αγίων, ώστε να μπορεί σε κάθε περίπτωση να ακολουθεί το παράδειγμα της ευαγγελικής διαγωγής τους. Σε ηλικία δώδεκα ετών έμεινε ορφανή, διαμοίρασε την κληρονομιά της στους πτωχούς, απελευθέρωσε τους δούλους της και εισήλθε στην Μονή Αγίου Γεωργίου, την λεγομένη «του Μικρού Λόφου», κοντά στην στέρνα του Αγίου Μακίου στην Βασιλεύουσα, της οποίας ηγουμένη ήταν η εκ μητρός θεία της.
Με ζήλο επιδόθηκε σε όλους τους άθλους της ασκητικής ζωής και σύντομα κατέστη σκεύος εκλογής της θείας χάριτος. Οι οφθαλμοί τής ψυχής της ήσαν αδιάκοπα προσηλωμένοι στο θείο κάλλος: επί τρία χρόνια είχε το βλέμμα της καρφωμένο στο έδαφος, χωρίς ποτέ να το στρέψει αλλού. Φορούσε διαρκώς τον ίδιο χιτώνα, και περπατούσε ανυπόδητη, ακόμη και τους χειμερινούς μήνες, ο πόθος όμως για τον Θεό που έφλεγε την καρδία της την περιέβαλλε σαν πανωφόρι και σκέπασμα. Τα δάκρυα που έρρεαν όταν έψαλλε ήσαν πλέον ηδεία από τα ύδατα και τα αρώματα του λουτρού, ενώ τροφή της συνηθέστατα ήταν μόνο η μετάληψη του επουρανίου Άρτου.
Όταν η ηγουμένη της μονής έφθασε στα τέλη του βίου της, όρισε διάδοχό της την Ελισάβετ, η οποία ενθρονίστηκε από τον πατριάρχη άγιο Γεννάδιο (458-471) [17 Νοεμ]. Ο Κύριος πολλαπλασίασε τότε τις δωρεές της χάριτός του με την οποία την περιέβαλλε, και η οσία επιτέλεσε πλήθος θαυμάτων, θεραπεύοντας ανίατες ασθένειες, εκβάλλοντας δαίμονες, προφητεύοντας μέλλοντα συμβάντα. Προειδοποίησε τον αυτοκράτορα Λέοντα Α’ για την τρομακτική πυρκαγιά που ξέσπασε στην Βασιλεύουσα το 465, την οποία προέβλεψε επίσης ο όσιος Δανιήλ ο Στυλίτης [11 Δεκ.], και χάρις στις δεήσεις των δύο αγίων η Πόλη σώθηκε από πλήρη αφανισμό. Ως δείγμα ευγνωμοσύνης, ο αυτοκράτορας δώρισε στην μονή της οσίας το κτήμα του Αγίου Βαβύλα, στο προάστιο του Εβδόμου. Τον τόπο αυτό λυμαίνονταν ένας φοβερός δράκοντας που τρομοκρατούσε τους κατοίκους. Η οσία έφθασε εκεί με τον Τίμιο Σταυρό, σκότωσε τον δράκοντα και τον ποδοπάτησε.
Η φήμη της ως θαυματουργού απλώθηκε τότε σε όλη την Βασιλεύουσα. Ως νέος άγιος Ανάργυρος, η οσία Ελισάβετ θεράπευε τους ασθενείς που προσέτρεχαν στην μεσιτεία της. Μία ημέρα, κατά την διάρκεια της θείας Λειτουργίας, περιήλθε σε έκσταση και είδε να κατέρχεται το Άγιον Πνεύμα, όμοιο με πάλλευκη και φωτεινή σινδόνη που περιέβαλλε την Αγία Τράπεζα.
Προς τα τέλη του βίου της, η οσία Ελισάβετ επέστρεψε στην γενέτειρά της για να προσκυνήσει τα ιερά σκηνώματα. Παρουσιάστηκε τότε η αγία Γλυκερία, της υπενθύμισε την προστασία την οποία της παρείχε από την παιδική της ηλικία και την κάλεσε να μεταβεί στην ουράνια πατρίδα, την επομένη της εορτής του αγίου Γεωργίου.
Επιστρέφοντας στην μονή, η Ελισάβετ έδωσε τις τελευταίες της νουθεσίες και εντολές και την προρρηθείσα ημέρα κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων, το πρόσωπό της έλαμψε ως ήλιος, άπλωσε τα χέρια προς τον ουρανό και παρέδωσε το πνεύμα της στον Κύριο, προφέροντας τους λόγους του δικαίου Συμεών του Θεοδόχου: «Νυν απολύεις την δούλην Σου, Δέσποτα, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το Σωτήριόν Σου!» Το τίμιο λείψανό της παρέμεινε άφθορο και επί σειρά αιώνων αποτέλεσε πηγή ιαμάτων.
(Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τ.Η΄ Απρίλιος, εκδ. Ίνδικτος σ. 222-223)
Τρίτη 13 Απριλίου 2021
H φτωχή χήρα και ο ελεήμων πλούσιος
Σάββατο 10 Απριλίου 2021
Απίστευτο κι όμως αληθινό ( Η Γιαγιά η Μπακρατσού )
Απόστολος Κων. Μπακρατσάς
Μία από τις αφηγήσεις του πατέρα μου, Κωνσταντή Μπακρατσά, χαραγμένη βαθιά στη μνήμη μου είναι αυτή για τη Γιαγιά Μπακρατσού, μακρινή συγγενή μας. Θα προσπαθήσω να μεταφέρω τη ζωή της, όπως τη θυμόταν ο πατέρας μου. Οι ρίζες της χάνονται στις δεκαετίες του 1800∙ τόσο μακρινές που ούτε το μικρό της όνομα δεν γνωρίζουμε. Έζησε στο χωριό μας, Παλιούρι Γορίτσας, τους σημερινούς Αγίους Αναργύρους του Ν. Καρδίτσας, παντρεμένη με κάποιον πρόγονό μου Μπακρατσά, εξ ού και το Μπακρατσού.
Δύσκολα εκείνα τα χρόνια, που όλοι οι Έλληνες - μαζί με αυτούς και το χωριό μας - στέναζαν κάτω από τον βαρύ τουρκικό ζυγό. Οι Τούρκοι, απαιτητικοί και ανελέητοι, επισκέπτονταν τακτικά το χωριό, για να εισπράξουν τους φόρους που επέβαλε σε όλους τους Έλληνες ο Σουλτάνος. Μαζί με τους φόρους απαιτούσαν με απειλές να τους δοθούν και άλλα αγαθά που είχε το κάθε σπίτι για την επιβίωσή του, όπως κοτόπουλα, χήνες, αυγά, τυριά, σιτάρι, καλαμπόκι... Με αυτά ζούσαν τότε οι άνθρωποι και τρέφονταν οι οικογένειές τους. Τα έπαιρναν οι Τούρκοι και άφηναν στο έλεος και στην πείνα τις οικογένειες, που είχαν να θρέψουν και μικρά παιδιά.
Η Γιαγιά Μπακρατσού έβλεπε αυτή την αρπαγή των αναγκαίων από το σπίτι της, αλλά και από όλους τους χωριανούς, και την πλημμύριζε η αγανάκτηση για την αδικία. Δεν άντεχε άλλο αυτή την κατάσταση.
Κάποια μέρα ήρθε ο επικεφαλής Τούρκος με τρείς άλλους συνοδούς και, χωρίς να ρωτήσει κανέναν, μπήκε στον στάβλο και πήρε την καλύτερη αγελάδα, την αγαπημένη της Γιαγιάς, που με το γάλα της τάιζε τα εγγόνια της. Τον παρακάλεσε, όσο γινόταν, να αφήσει τη συγκεκριμένη αγελάδα, εξηγώντας τους λόγους, και του πρότεινε να πάρει κάποια άλλη. Ο Τούρκος ανένδοτος. Αψηφώντας τότε τον κίνδυνο και πλημμυρισμένη από αγανάκτηση, άρπαξε το σκοινί από τα χέρια του Τούρκου λέγοντάς του: «Φτάνει πια! Αρκετά μου πήρατε τόσα χρόνια. Δεν σας τη δίνω. Έχω κι εγώ εγγόνια να ταΐσω, δεν θα τα αφήσω να πεθάνουν».
Αγρίεψε ο Τούρκος από τη συμπεριφορά της και βγάζει μια μεγάλη χαντζάρα από τη θήκη της να την κτυπήσει. Βάζει η γιαγιά τα χέρια της στο κεφάλι να το προστατέψει, αλλά ματώνουν με το κτύπημα και τα κατεβάζει. Τότε εκείνος ανελέητα τη χτυπά στο κεφάλι, σχίζοντας το κρανίο της στα δύο. Το κομμένο κομμάτι έγειρε στους ώμους της και κρατιόταν από λίγο δέρμα του αυχένα της. Το αίμα πλημμύρα! Βάφτηκαν τα μαλλιά της, τα ρούχα της, το χώμα. Οι παρευρισκόμενοι ούρλιαζαν μπροστά στο φριχτό θέαμα. Ως και αυτοί οι Τούρκοι σάστισαν, άφησαν την αγελάδα κι έφυγαν. Η γιαγιά ψύχραιμη ζήτησε από τους δικούς της να βάλουν με προσοχή το κομμένο κομμάτι κρανίου στη θέση του και να το δέσουν σφιχτά με την τσίπα της. Γιατροί βέβαια εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν.
Η γιαγιά προσευχόταν μέρα νύχτα μπροστά στο εικονοστάσι της για να γίνει καλά∙ ήταν πολύ θρήσκα. Και πράγματι, η Παναγία έκανε το θαύμα της! Η πληγή έκλεισε, η Γιαγιά θεραπεύτηκε και σε λίγο καιρό άρχισε σιγά-σιγά τις καθημερινές δραστηριότητες και να αρμέγει την αγαπημένη της αγελάδα για τα εγγόνια της.
Πίστευε ακράδαντα πως έζησε από θαύμα της Παναγίας που λάτρευε. Γι' αυτό και αποφάσισε να κάνει δύο δώρα στο χωριό. Αγόρασε καμπάνα, γιατί η εκκλησία του χωριού δεν είχε, και την τοποθέτησαν στο καμπαναριό της, όπου υπάρχει μέχρι σήμερα. Κάθε φορά που την ακούω να κτυπάει, θυμάμαι με συγκίνηση την ιστορία της.
Το δεύτερο δώρο της γιαγιάς για το χωριό ήταν η κατασκευή ενός πετροπήγαδου. Οι κάτοικοι του χωριού δεν είχαν δικό τους πηγάδι με νερό για να πίνουν και για τις ανάγκες των σπιτιών τους. Προμηθεύονταν νερό από το πηγάδι του διπλανού χωριού, της Κρανέας. Εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχαν στην περιοχή αρτεσιανά παρά μόνο πηγάδια.
Βλέποντας τη βασική αυτή έλλειψη, η Γιαγιά πλήρωσε ανθρώπους και σκάψανε ένα αρκετά βαθύ πηγάδι, όπου βρήκαν μπόλικο και πόσιμο νερό. Όμως επειδή ήταν βαθύ και υπήρχε φόβος να διαβρωθεί, να σαρίσει το χώμα και να βουλώσει, έφερε ειδικούς τεχνίτες από την Ήπειρο και το έχτισαν όλο γύρω-γύρω με πέτρα∙ το «καλίγωσαν», όπως έλεγαν. Για τον λόγο αυτό ονομάστηκε πετροπήγαδο και ήταν το μοναδικό στην περιοχή. Το νερό ήταν πόσιμο και καθαρό, γιατί λόγω της πέτρας δεν θόλωνε από τον κουβά που ανεβοκατέβαινε συχνά. Επιτέλους, το χωριό απέκτησε το δικό του πηγάδι για να πίνουν καθαρό νερό και να εξυπηρετούνται γενικότερα.
Αποτέλεσε δε και σημείο συνάντησης, γιατί κάθε απόγευμα, λίγο πριν από τη δύση του ήλιου, οι κοπέλες του χωριού συγκεντρώνονταν εκεί για να προμηθευτούν νερό και κουβέντιαζαν εν τω μεταξύ και τα νέα του χωριού. Όλοι οι γάμοι τότε γίνονταν Κυριακή μεσημέρι και τη Δευτέρα το απόγευμα, σύμφωνα με το έθιμο, πήγαινε η φρεσκοπαντρεμένη νύφη παρέα με τις φίλες της στο πετροπήγαδο για να πάρει νερό, όπου την περίμεναν οι γυναίκες και οι ελεύθερες κοπέλες του χωριού. Τις χαιρετούσε όλες, και φιλούσε το χέρι από τις μεγαλύτερες ηλικιακά. Μετά πήγαινε μπροστά στο πετροπήγαδο (πίσω της ακολουθούσαν οι ελεύθερες κοπέλες) και έβγαζε από την τσάντα της ένα μήλο μέσα στο οποίο είχε τοποθετήσει τρία νομίσματα. Προσκυνούσε τρείς φορές προς τη μεριά του πηγαδιού και πετούσε το μήλο πίσω της, όπου περίμεναν οι ελεύθερες κοπέλες. Όποια κοπέλα το έπιανε, θεωρούνταν τυχερή, γιατί, σύμφωνα πάντα με το έθιμο, θα παντρευόταν κι αυτή σύντομα. Σε αυτό το πηγάδι πήγε και η μάνα μου νύφη το 1933 κι έριξε μήλο.
Το πετροπήγαδο βρίσκεται έξω από το χωριό στο βορειοδυτικό μέρος της περιφέρειας, και με τον αναδασμό του 1972, με το τετραγώνισμα των οικοπέδων-χωραφιών και της περιφέρειας, «έπεσε» στο οικόπεδο του πατέρα μου! Σώζεται δε μέχρι σήμερα.
Έτσι λοιπόν το χωριό απέκτησε, χάρη στη γενναιοδωρία της γιαγιάς, και καμπάνα για την εκκλησία του και πετροπήγαδο, έργο ζωτικής σημασίας για την επιβίωσή του. Όλοι οι κάτοικοι ήταν ευχαριστημένοι από τις δωρεές της, το αναγνώριζαν και την ευγνωμονούσαν. Γι’ αυτό το όνομά της, Γιαγιά Μπακρατσού, έμεινε και στις επόμενες γενιές. Δυστυχώς δεν γνωρίζουμε το μικρό της όνομα.
Μετά από κάποια χρόνια ο Τούρκος με την ομάδα του ήρθε ξανά στο χωριό κι, όταν την είδε, της είπε θυμωμένα, «Ζεις ακόμα εσύ;», κι έδωσε εντολή στην ομάδα του να τη συλλάβουν και να τη θανατώσουν με τον πλέον φριχτό τρόπο∙ να τη βάλουν μέσα σε ένα καζάνι με ζεματιστό νερό. Οι συγγενείς της γιαγιάς και οι χωριανοί τον παρακαλούσαν να μην το κάνει αυτό, αλλά ο Τούρκος ήταν ανένδοτος. Τους απείλησε ότι θα σκοτώσει και αυτούς.
Έδωσε εντολή στους ανθρώπους του και άναψαν μια μεγάλη φωτιά στη θέση "Ψηλώματα", στον μαχαλά των Παλιουραίων, όπου τοποθέτησαν ένα μεγάλο καζάνι γεμάτο με νερό. ("Ψηλώματα" λέγονταν γιατί ήταν το ψηλότερο σημείο του χωριού, βρίσκεται στην περιφέρεια, λίγο πριν μπούμε στο χωριό). Όταν άρχιζε να βράζει το νερό, έδωσε εντολή και την έβαλαν μέσα στο καζάνι με τα ρούχα της μέχρι το στήθος παρά τα παρακάλια των δικών της ανθρώπων και χωριανών.
Όταν έφυγαν οι Τούρκοι, αμέσως οι συγγενείς της την έβγαλαν από το καζάνι, τη μετέφεραν στο σπίτι και της έβγαλαν τα ρούχα. Μαζί με αυτά όμως έβγαινε και μέρος του δέρματός της. Είχε ολικά εγκαύματα και πάρα πολύ πόνο. Προσπάθησαν με διάφορα γιατροσόφια της εποχής να απαλύνουν τον πόνο της, να τη σώσουν. Ήταν πολύ δυνατή γυναίκα και, παρόλο που είχε φριχτούς πόνους, τους έδινε οδηγίες τι έπρεπε να κάνουν μήπως και σωθεί. Μέρα με τη μέρα όμως χειροτέρευε, οι πληγές δεν έκλειναν, οι πόνοι ήταν αβάσταχτοι και ο χρόνος της μετρημένος. Μετά από μία εβδομάδα έφυγε για το μεγάλο της ταξίδι∙ δεν άντεξε περισσότερο.
Η Γιαγιά Μπακρατσού, άνθρωπος καλοσύνης, με γενναιότητα ψυχής, με πίστη δυνατή και αγάπη στην Παναγία, με πνεύμα θυσίας για την οικογένειά της και ιδιαίτερα για τα εγγόνια της, δοτική στους συγχωριανούς της, έφυγε από τη ζωή με τον απίστευτο αυτόν τραγικό τρόπο. Απίστευτο και το μεγαλείο της ψυχής!
Ας είναι το κείμενο τούτο μνημόσυνο για την ψυχή της. Πάντως, σε τέτοιες ψυχές χρωστάμε την ελευθερία μας, που είναι ακριβά πληρωμένη.Δευτέρα 5 Απριλίου 2021
Αγία Θεοδώρα Θεσσαλονίκης η Μυροβλύτισσα
Όταν μεγάλωσε, η ευσεβής θετή μητέρα της την αρραβώνιασε με έναν νέο, περιζήτητο στο νησί. Όμως ένα τρομερό γεγονός της άλλαξε τη ζωή. Βάρβαροι Σαρακηνοί πειρατές εισέβαλλαν στην Αίγινα και λεηλάτησαν τους κατοίκους, σκοτώνοντας πολλούς. Μεταξύ αυτών και τον αδελφό. Έτσι αναγκάστηκαν να καταφύγουν στη Θεσσαλονίκη, με τον μνηστήρα της, όπου θα ήταν πιο ασφαλείς.
Κυριακή 4 Απριλίου 2021
Τη Δ΄ (4η) Απριλίου, μνήμη της Αγίας Μάρτυρος ΦΕΡΦΟΥΘΗΣ, της ΑΥΤΑΔΕΛΦΗΣ αυτής και της ταύτης ΠΑΙΔΙΣΚΗΣ
.
Φερφούθη η Αγία Μάρτυς του Χριστού και η Αυταδέλφη αυτής, καθώς και η ταύτης Παιδίσκη (δούλη) ήκμασαν κατά τους χρόνους Κωνσταντίνου του Μεγάλου, βασιλέως Ρωμαίων, του βασιλεύσαντος κατά τα έτη τστ΄ - τλζ΄ (306 – 337) και Σαβωρίου βασιλέως των Περσών (325 – 379) Περσίδες ούσαι το γένος και αδελφαί αι δύο πρώται του Αγίου Ιερομάρτυρος Συμεών του μαρτυρήσαντος εν Περσία, μετά χιλίων εκατόν πεντήκοντα άλλων Χριστιανών. Πασχούσης δε της γυναικός του βασιλέως υπό τινος ασθενείας, διέβαλον τινές τας Αγίας ταύτας, ότι είναι μάγισσαι και κατασκευάζουσι θανατηφόρα δηλητήρια.
Συλληφθείσαι τότε αι Άγιαι ωδηγήθησαν εις τον αρχιμάγον της Περσίας, ονόματι Μαπτάν, προς τον οποίον και απελογήθησαν, ειπούσαι ότι είναι αθώαι από της τοιαύτης συκοφαντίας, ωμολόγησαν όμως συγχρόνως, ότι είναι Χριστιαναί και ότι, ως εκ τούτου δεν είναι συγκεχωρημένον εις αυτάς από τους νόμους του Χριστού να διαπράττωσι τοιαύτα μαγικά και παράνομα έργα. Επειδή δε τότε έγινε διπλή η κατ’ αυτών κατηγορία, όχι δηλαδή μόνον ότι είναι μάγισσαι (πράγμα το οποίον απηγορεύετο εις τους Χριστιανούς και από τους Πέρσας), αλλ’ ότι είναι και Χριστιαναί, δια τούτο κατεδικάσθησαν να θανατωθώσιν. Εξηπλώθησαν λοιπόν κατά γης και εδέθησαν αι μακάριαι εις ξυλίνους πασσάλους. Έπειτα επριονίσθησαν εις το μέσον από του λαιμού μέχρι των ποδών, αφ’ ου δε διηρέθησαν κατ’ αυτόν τον τρόπον τα σώματά των, τα τούτων τεμάχια εκαρφώθησαν επί ξύλων. Τότε διελθούσα δια μέσου αυτών η βασίλισσα ιατρεύθη από το πάθος της. Έπραξε δε τούτο η βασίλισσα, διότι ούτως είπον εις αυτήν οι τας Αγίας διαβαλόντες· ότι δηλαδή κατ’ άλλον τρόπον δεν είναι δυνατόν να θεραπευθή, παρά μόνον εάν διέλθη δια μέσου των τεμαχισμένων σωμάτων των Αγίων. Τούτων ούτως γενομένων έλαβον αι μακάριαι του Μαρτυρίου τον στέφανον.