Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2022
Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2021
Tη ΛΑ΄ (31η) Δεκεμβρίου, μνήμη της Οσίας ΜΕΛΑΝΗΣ της Ρωμαίας.
Μελάνη η μακαρία μήτηρ ημών η σήμερον εορταζομένη ήτο γέννημα και θρέμμα της περιφήμου μεγαλοπόλεως Ρώμης, εις την οποίαν εγεννήθη κατά το έτος τπγ΄ (383), καταγομένη από γένος περιφανέστατον. Οι γονείς της ήσαν οι πρώτοι της βουλής και από όλους τους άρχοντας πλουσιώτεροι, ευσεβείς και αυτοί και ενάρετοι. Όταν δε έφθασεν η κόρη εις ηλικίαν νόμιμον και οι γονείς της εβούλοντο να την υπανδρεύσουν, τους παρεκάλεσε να μη της αναφέρουν πλέον υπόθεσιν γάμων. Αυτοί όμως είχον πόθον να κάμουν απόγονον, δια να κληρονομήση τον πλούτον των. Όθεν και μη θέλουσαν την υπάνδρευσαν, όταν ήτο εις το δέκατον τέταρτον έτος της ηλικίας της. Ο δε νυμφίος ήτο ετών δεκαεπτά, Απελλιανός ονομαζόμενος, καταγόμενος και αυτός από γένος των υπάτων ευγενικώτατον.
Η δε θαυμασία Μελάνη και μετά τους γάμους είχεν όλον τον νουν της εις την παρθενίαν και επεθύμει πάρα πολύ να φέρη εις αυτήν την σώφρονα γνώμην και τον νυμφίον της και πολλά τον παρεκάλεσε, λέγουσα προς αυτόν τοιαύτα με θερμότατα δάκρυα·Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2021
Τη Λ΄ (30η) Δεκεμβρίου, μνήμη της Οσίας ΘΕΟΔΩΡΑΣ της από Καισαρίδος.
Θεοδώρα η Οσία ήτο κατά τους χρόνους Λέοντος Γ΄ του Ισαύρου του πατρός Κωνσταντίνου του Κοπρωνύμου, του βασιλεύσαντος κατά τα έτη ψιζ΄ - ψμα΄ (717 – 741), καταγομένη από γένος λαμπρόν και περιφανές, θυγάτηρ πατρός μεν Θεοφίλου, πατρικίου το αξίωμα, μητρός δε Θεοδώρας. Η μήτηρ της δε αύτη επί πολλά έτη ούσα στείρα και περίλυπος δια την στείρωσιν, παρεκάλει τον Θεόν και την Υπεραγίαν Θεοτόκον να της χαρίση τέκνον, εισήκουσε δε ο Θεός τής δεήσεώς της και έδωκεν εις αυτήν την χάριν, την οποίαν εζήτει, δια της Αγίας Άννης της μητρός της Θεοτόκου. Εγέννησε λοιπόν την Οσίαν ταύτην Θεοδώραν, η οποία όταν έφθασεν εις ηλικίαν τινά ωδηγήθη εις τον Ναόν της Αγίας Άννης και αφιερώθη εις το Μοναστήριον αυτής, το λεγόμενον Ριγίδιον, ως θεϊκόν τι αφιέρωμα· όθεν θεοσεβώς και ευτάκτως ωδηγείτο υπό της Ηγουμένης και εδιδάσκετο τα ιερά γράμματα.
Καλώς δε της Οσίας πολιτευσαμένης, δεν υπέφερεν ο πονηρός διάβολος να βλέπη εαυτόν καταπατούμενον υπό νεάνιδος, αλλ’ εξήγειρε τον θεομάχον Λέοντα τον Ίσαυρον, όστις εζήτει να εύρη γυναίκα δια τον υιόν του Χριστοφόρον, τον οποίον είχεν ανακηρύξει καίσαρα· όθεν αποχωρίσας την του Κυρίου αμνάδα ταύτην από του Μοναστηρίου της, με βίαν και δυναστείαν ηνάγκασεν αυτήν να υπάγη εις την Κωνσταντινούπολιν, και μετά την εκεί άφιξίν της ητοιμάσθησαν άπαντα τα προς τον γάμον αναγκαία, ευτρεπισθέντος και του θαλάμου. Αλλ’ ο μεν σκοπός του βασιλέως τοιούτος ήτο· ο Θεός όμως, όστις πάλαι μεν ηπείλησε τον Φαραώ τον βασιλέα της Αιγύπτου, όταν εζήτει να λάβη την Σάρραν, και όστις ύστερον δια της παρθένου Ριψημίας ενίκησε τον Τιριδάτην, αυτός και την Οσίαν Θεοδώραν εφύλαξεν αμόλυντον και καθαράν από της κοινωνίας και μίξεως μετά του αισθητού νυμφίου. Καθ’ ον χρόνον λοιπόν ητοιμάζετο ο γάμος, αιφνιδίως και παρ’ ελπίδα εξεστράτευσαν οι Σκύθαι κατά της Ευρώπης· όθεν ταχέως απεστάλη ο υιός του βασιλέως και ελπιζόμενος νυμφίος, ίνα αντιπολεμήση τους βαρβάρους, ευθύς όμως κατά την πρώτην προσβολήν του πολέμου κτυπάται από τους Σκύθας και θανατώνεται. Τότε λοιπόν πληροφορηθείσα η άφθαρτος αμνάς Θεοδώρα περί της εις αυτήν του Θεού προνοίας, λαβούσα ό,τι πολύτιμον είχε, χρυσόν, άργυρον, μαργαρίτας και πολύτιμα ενδύματα, έφυγε κρυφίως εκ του παλατίου, επιβιβασθείσα δε εις πλοιάριον επανήλθεν εις το Μοναστήριόν της χαίρουσα και ευχαριστούσα τον των όλων Θεόν. Όταν δε εγένετο γνωστή η φυγή της Οσίας, επήγεν ο δεύτερος υιός του Λέοντος εις το Μοναστήριον προς αναζήτησίν της· ευρών όμως αυτήν κουρευμένην Μοναχήν και ενδεδυμένην παλαιά και ξεσχισμένα ενδύματα, αφήκεν αυτήν (συνεργούσης βεβαίως της του Θεού προνοίας) και δεν την ηνώχλησεν. Λαβούσα έκτοτε η Αγία τελείαν ελευθερίαν, τοσούτον κατεμάρανε το σώμσα της, ώστε έξωθεν εβλέποντο οι αρμοί των οστέων της, επειδή η τροφή της όλη ήτο μία ουγγία άρτου, ήτοι οκτώ δράμια, αλλά και αυτόν τον έτρωγεν ανά δύο ή τρεις ημέρας και τίποτε άλλο. Το ένδυμά της ήτο εν και μόνον και αυτό τρίχινον· η κλίνη της ήτο άνωθεν μεν κεκαλυμμένη δια τριχίνου υφάσματος, υποκάτω δε αυτής ήσαν πέτραι εστρωμέναι και ούτως επ΄ αυτής εκοιμάτο ολίγιστον και πικρότατον ύπνον, πολλάκις δε έμεινεν άγρυπνος καθ’ όλην την νύκτα. Δεν ηρκέσθη δε εις αυτάς μόνον τας κακοπαθείας η μακαρία, αλλά προς τούτοις εφόρει και σίδηρα, με το βάρος των οποίων κατεπλήγωσε τα μέλη της και τα κατεδαπάνησε τόσον, ώστε εξήρχετο εξ αυτών δυσωδία. Ούτω λοιπόν αγωνιζομένη επί έτη πολλά και διαλάμψασα εις παν είδος αρετής απήλθε προς την αγήρω και μακαρίαν ζωήν η αοίδιμος.Μνήμη της Αγίας Θεοδώρας από την Καισάρεια και της Αγίας Ανυσίας από τη Θεσσαλονίκη (30 Δεκεμβρίου
)
Η Εκκλησία μας τιμά σήμερα τη μνήμη της Αγίας Θεοδώρας από την Καισάρεια και της Αγίας Ανυσίας από τη Θεσσαλονίκη.
Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2021
Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια
Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια: Γιατί ονομάζεται έτσι και το θαύμα με την μαγεμένη κοπέλα
«είχεν άνωθεν παρά Θεού την δύναμιν να λύη και καταστρέφη των φαρμάκων και των δηλητηρίων τα κακά αποτελέσματα και τας ενεργείας» ή διότι παρέχει η ίδια αφθόνως φάρμακα, «εκλύει» φάρμακα για την θεραπεία των σωματικών και ψυχικών ασθενειών, όπως λέγει το Μεγαλυνάριο μιας ακολουθίας της: «Φάρμακα προχέουσα μυστικά ψυχών και σωμάτων θεραπεύεις πάθη δεινά, ω Αναστασία, τη θεία ενεργεία· διό τάς χάριτάς σου πάντες κηρύττομεν».
α) Δίδει φάρμακα και θεραπεύει σωματικές και ψυχικές ασθένειες
β) Διότι λύνει τις φαρμακείες, δηλαδή τα μάγια
Κατά την ειδική έννοια η Αγία ονομάζεται «Φαρμακολύτρια», διότι ανάμεσα στις πολλές άλλες ιάσεις και θεραπείες που επιτελεί έλαβε από τον Θεό τη Χάρη και τη δύναμη να γλυτώνει όσους έπεσαν στα δίχτυα των φαρμάκων και των φαρμακευτριών, δηλαδή των μάγων και των μαγισσών. Λύνει τις φαρμακείες, δηλαδή τα μάγια, και γι αυτό ονομάζεται Φαρμακολύτρια.
Παραθέτουμε ένα από τα παλαιά θαύματα της Αγίας που αναφέρεται σε θεραπεία μαγεμένης κοπέλας και έχει σχέση με το μοναστήρι που ήταν τότε ηγουμένη η Αγία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου, όπως το διηγείται ο πατήρ Χαράλαμπος Βασιλόπουλος (Βίοι Αγίων 89, Η Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια, σελ. 34 ε.):
Μια κοπέλα ευγενής και ωραία, πού καταγόταν από την Καππαδοκία, ήταν αρραβωνιασμένη. Έπειτα μετάνοιωσε η νέα και δεν τον ήθελε τον μνηστήρα. Αλλά για να μην την ενοχλεί εκείνος, έφυγε και πήγε στο Μοναστήρι, που ήταν Ηγουμένη η Αγία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου, κοντά στην Κωνσταντινούπολη και εκεί εμόνασεν.
Ο μνηστήρας της δεν μπορούσε με κανέναν τρόπο να την βγάλει από το Μοναστήρι. Ήταν μεθυσμένος από τον έρωτα. Γι αυτό βρήκε ένα μεγάλο μάγο και του έταξε πολλά χρήματα, αν θα μπορούσε να καταφέρει την νέα με τα μάγια του, να εγκαταλείψει το Μοναστήρι και να γίνει γυναίκα του.
Ο μάγος εκεί στην Καππαδοκία έκανε τα μάγια του και η γυναίκα βγήκε από τις φρένες της. Γύριζε όλο το Μοναστήρι και φώναζε τον μνηστήρα με το όνομά του. Ορκιζόταν δε, ότι εάν δεν της ανοίξουν την πόρτα να πάει να τον βρει θα πνιγόταν. Η Οσία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου, η Ηγουμένη, την έβλεπε σ αυτήν την κατάσταση, έκλαιγε και έλεγε:·
– Αλλοίμονο σε μένα την αθλία, διότι διά την αμέλειαν των βοσκών αρπάζουν οι λύκοι τα πρόβατα. Αλλά, πονηρέ διάβολε, άδικα κοπιάζεις. Ο Χριστός δεν θα σε αφήσει νι καταπιείς την αμνάδα μου.
Τότε συγκέντρωσε όλη την αδελφότητα και τις δίδαξε να φυλάγωνται από τις πανουργίες του δαίμονος. Διέταξε κατόπιν να νηστέψουν όλες όλη την εβδομάδα και να προσεύχωνται. Να κάμνουν δε διά την πάσχουσαν αδελφήν, κάθε μέρα χίλιες μετάνοιες. Έτσι προσευχόταν η κάθε μία στο κελλί της.
Την τρίτη νύχτα βλέπει η Αγία Ειρήνη εκεί πού προσευχόταν, τα μεσάνυχτα, μπροστά της τον Μέγαν Βασίλειον, που της είπε:
-Γιατί μάς ονειδίζεις Ειρήνη, ότι αφήνομε και γίνονται στην πατρίδα μας τα φοβερά και ανόσια μάγια; ῞Όταν ξημερώσει, πάρε την άρρωστη μαθήτριά σου και να την πάς εις τας Βλαχέρνας. Εκεί θα έλθει να την θεραπεύσει η Μήτηρ του Δεσπότου Χριστού, που έχει τί δύναμη.
Ο Άγιος αμέσως έγινε άφαντος. Η Αγία πήρε την πάσχουσα και δύο αδελφές, τις εναρετώτερες, και πήγε στον Ναό των Βλαχερνών. Εκεί προσευχόταν όλη την ημέρα με δάκρυα. Το μεσονύκτιον όμως από τον κόπον αποκοιμήθηκαν.
Τότε βλέπει στον ύπνο της η Αγία πολύ λαό, που ετοίμαζαν τούς δρόμους. Ήταν χρυσοφορεμένοι, ολόφωτοι και ραντίζανε με ευωδέστατα άνθη και εθυμίαζαν. Η Αγία τους ρώτησε, γιατί έκαμναν τόση ετοιμασία. Εκείνοι αποκρίθηκαν:
– Η Μήτηρ του Θεού έρχεται. Ετοιμάσου και συ ν’αξιωθείς να την προσκυνήσεις.
Τότε έφτασε η Παντάνασσα. Την ακολουθούσε πλήθος αμέτρητο αστραπηφόρων, το δε θείο και σεβάσμιο πρόσωπό της έχυνε τόση λάμψη, που δεν μπορούσε να το βλέπει άνθρωπος. Όταν είδε όλους τους εκεί αρρώστους η Παναγία, ήλθε και στην άρρωστη μαθήτρια της Ειρήνης. Η Ηγουμένη πέφτει στα πόδια της Παναγίας φοβισμένη και έντρομη. Άκουσε όμως ότι η Θεοτόκος φώναξε το Μέγαν Βασίλειον και τον ερώτησεν για την Ειρήνη, τι χρειαζόταν. Εκείνος της εξέθεσεν όλη την υπόθεση της νέας.
– Καλέστε την Αναστασία, είπεν η Παναγία.
Η Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια έφθασε αμέσως. Τότε η Θεοτόκος της είπε:
– Πηγαίνετε στην Καισάρεια με τον Βασίλειο, εξετάστε με επιμέλεια και να θεραπεύσετε αυτήν των κόρη της, διότι σε σένα ο Υιός και Θεός μου χάρισε αυτήν την χάριν.
Κατόπιν προσκύνησαν την Παναγία η Αγία Αναστασία και ο Μέγας Βασίλειος και ανεχώρησαν εσπευσμένως να εκτελέσουν την εντολή. Άκουσε δε και η Οσία Ηγουμένη μια φωνή, που της έλεγε·:
– Πήγαινε στο Μοναστήρι σου, εκεί θα θεραπευθεί.
Όταν η Χρυσοβαλάντου ξύπνησε, φανέρωσε και στις άλλες μοναχές το όραμα και ανεχώρησαν χαρούμενες. Ήταν Παρασκευή και την ώρα του Εσπερινού μαζεύτηκαν όλες στο Ναό. Η οσία τους διηγήθηκε την οπτασία και τις διέταξε να σηκώσουν μάτια και χέρια στον Ουρανό και να λέγουν από την καρδιά τους το «Κύριε ελέησον».
Έπειτα από πολλή ώρα προσευχής με δάκρυα, φάνηκαν στον αέρα πετώντας η Αναστασία η Φαρμακολύτρια και ο Μέγας Βασίλειος, ο οποίος της είπε:
– Άπλωσε, Ειρήνη, τα χέρια σου. Δέξου αυτά και μη μας ονειδίζεις άδικα.
Αυτό της το είπε, διότι η Οσία Χρυσοβαλάντου προσευχόταν στην εικόνα του και του έλεγε να διώξει τους Μάγους από την Καισάρεια. Άπλωσε τότε τα χέρια της και πήρε ένα δέμα, που ερχόταν από τον αέρα και τω οποίον εζύγιζε τρεις λίτρες.
Όταν όμως το έλυσε, βρήκαν μέσα διάφορα μαγικά· σπάγγους, τρίχες, μολύβια, δεσίματα και γραμμένα ονόματα δαιμόνων, ιδιαιτέρως όμως είχαν δύο μικρά αγαλματάκια από μολύβι. Το ένα ήτο του ανδρός το ομοίωμα και το άλλο της μοναχής. Οι μοναχές εθαύμασαν και όλη την νύχτα ευχαριστούσαν την Θεοτόκον.
Το πρωί έστειλε η Ηγουμένη στις Βλαχέρνες δύο μοναχές και την πάσχουσαν. Έδωσε συγχρόνως εις αυτές και τα προαναφερθέντα μαγικά, καθώς και λάδι με πρόσφορον, για να λειτουργήσει ο Προσμονάριος.
Αυτός μετά την θείαν Λειτουργίαν έχρισε την άρρωστη από το λάδι της κανδήλας. Έπειτα έβαλε τα μαγικά επάνω στα αναμμένα κάρβουνα. Την ώρα δε που καιγόταν εκείνα, λύνονταν και τα αόρατα δεσμά της μοναχής. Ήλθε τότε στο μυαλό της καώ δόξαζε τον Θεόν, που την απάλλαξε.
Όταν όμως διαλύθηκαν τελείως τα μολυβένια αγάλματα, έβγαιναν φωνές μεγάλες από τα κάρβουνα, όπως κάνουν οι χοίροι, όταν τούς σφάζουν.
Όσοι ήσαν παρόντες και έβλεπαν και άκουγαν αυτά, φύγανε έντρομοι, δοξάζοντες τον Θεόν, που κάμνει τέτοια θαυμάσια. Κατόπιν επέστρεψαν οι μοναχές στο Μοναστήρι και διηγόνταν στις άλλες τα συμβάντα.
Από το βιβλίο:
«ΙΕΡΑ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΠΗΓΙΑΚΗ ΜΟΝΗ
ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΦΑΡΜΑΚΟΛΥΤΡΙΑΣ
ΕΝΑΣ ΑΓΙΟΒΑΔΙΣΤΟΣ ΤΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ»
του ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΙΛΗΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ
Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2021
Η Αγία Λουκία που όρθωσε το ανάστημά της στην εξουσία ανδρών και αρχών τον 3ο αιώνα μ.Χ.
Ένθρονη Θεοτόκος με την Αγία Λουκία. Τοιχογραφία στην σπηλαιώδη εκκλησία της Αγίας Λουκίας στο Μέλφι της Μπασιλικάτα στην νότια Ιταλία
Η Αγία Λουκία που όρθωσε το ανάστημά της στην εξουσία
...και τα νησιά της Καραϊβικής τί σχέση έχουν;
Η Λουκία καταγόταν από τις Συρακούσες της Σικελίας. Καταγγέλθηκε ως χριστιανή από τον μνηστήρα της στον άρχοντα Πασχάσιο, ο οποίος για τιμωρία την έκλεισε σε οίκο ανοχής. Την Σκότωσαν το 304 μ.Χ. με ξίφος, επειδή αρνήθηκε να τεθεί στη διάθεση των πελατών του πορνείου.
Ὡς Παρθένος μέν, ἓν στέφος ἡ Λουκία.
Ὡς δ' ἐκ ξίφους καὶ Μάρτυς, ἄλλο λαμβάνει.
Γράφει ο δικηγόρος Γιάννης Ζερβός,
Πρόεδρος της Χριστιανικής Δημοκρατίας
Ἡ ἁγία Λουκία ἔζησε τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 3ου αἰώνα μ.Χ.. Καταγόταν ἀπὸ τὶς Συρακοῦσες τῆς Σικελίας. Ἡ μητέρα της Εὐτυχία ὑπέφερε ἀπὸ αἱμορραγία καὶ γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ τὴν πῆρε μαζί στὴν Κατάνη, ὅπου βρισκόταν ὁ ναὸς τῆς θαυματουργοῦ Ἁγίας Ἀγάθης, προσευχόμενη γιὰ τὸ θαῦμα. Ἡ ἁγία Ἀγάθη τὴ βεβαίωσε ὅτι ἡ μητέρα της θὰ γιατρευόταν, ἀλλὰ ὅτι ἐκείνη θὰ εἶχε μαρτυρικὸ τέλος.
Μόλις γιατρεύτηκε ἡ μητέρα της, ἡ Ἁγία Λουκία μοίρασε τὴν περιουσία της σὲ ἀγαθοεργίες καὶ ζοῦσε μὲ τρόπο χριστιανικό. Ἡ στάση της αὐτὴ προκάλεσε ἀντιδράσεις στὸ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον καὶ στὸν εἰδωλολάτρη μνηστήρα της. Τὴν κατάγγειλαν στὶς ἀρχὲς καὶ ἀφοῦ προσπάθησαν χωρὶς ἐπιτυχία μὲ ἀτιμώσεις καὶ βασανιστήρια νὰ τὴν κάνουν νὰ ἐγκαταλείψει τὴν πίστη της, τὴν σκότωσαν. Πρὶν παραδώσει τὸ πνεῦμα, πρόβλεψε τὸ σύντομο τέλος τῆς εἰδωλολατρείας.
Συγκαταλέγεται καὶ ἐκείνη στὴν πλειάδα τῶν Χριστιανῶν νέων γυναικῶν ποὺ σὲ ἐποχὲς ποὺ οἱ γυναῖκες δὲν εἶχαν διαιώματα, ὄρθωσαν τὸ ἀνάστημά τους στὴν ἐξουσία ἀνδρῶν καὶ ἀρχῶν.
Το 886 μ.Χ. ὁ Ἅγιος Λέων Ἐπίσκοπος Κατάνης († 20 Φεβρουαρίου) ἔχτισε μὲ ἔξοδά του λαμπρὴ ἐκκλησία ἀφιερωμένη σ' ἐκείνη. Τὸ ἱερό της λείψανο, ἄφθαρτο καὶ εὐωδιάζον, μεταφέρθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀπ' ὅπου τὸ ἔκλεψαν οἱ σταυροφόροι μετὰ τὴν 1η ἅλωση κσὶ τὸ πῆγαν στὴ Βενετία. Ἀπὸ τὸ 1860 φυλάσσεται στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἱερεμίου καὶ Λουκίας.
Η τοιχογραφία στὴ σπηλαιώδη ἐκκλησία τοῦ Μέλφι τῆς Βασιλικάτας (περιοχὴ τῆς Κάτω Ἰταλίας ποὺ ἕλκει τὴν ὀνομασία της ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ βασιλέως τῆς Ρωμανίας ποὺ κράτησε μέχρι τὸν 11ο αἰώνα), ὅπου ἡ ἁγία εἰκονίζεται δίπλα στὴν Παναγία.
Ἀπολυτίκιον: Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.: Παρθενίας φοροῦσα χλαῖναν ὑπέρλαμπρον, παρθενικῶς ἐμνηστεύθης τῷ Ζωοδότῃ Χριστῷ, καὶ ἀγάπην γεηροὺ μνηστῆρας ἔλιπες ὅθεν ὡς δῶρα νυμφικά, προσενήνοχας αὐτῶ, τὰ ρεῖθρα τῶν σῶν αἱμάτων, Λούκια Παρθενομάρτυς, ὦ καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ πάντων ἠμῶν.
Saint Lucy by Domenico di Pace Beccafumi,
painting date 1521. Βρίσκεται στο εθνικό μουσείο
Pinacoteca Nazionale στη Σιένα της Τοσκάνης, Ιταλία
Αγία Λουκία
Η Λουκία από τις Συρακούσες (Lucia of Syracuse ; 283-304), γνωστή και ως Saint Lucia (λατινικά: Sancta Lucia) ή Saint Lucy, ήταν Χριστιανή ιερομάρτυρας που πέθανε κατά την διάρκεια του διωγμού του Διοκλητιανού. Λατρεύεται ως αγία στις ρωμαιοκαθολικές, αγγλικανικές, λουθηρανικές και ανατολικές ορθόδοξες εκκλησίες.
Είναι μια από τις οκτώ γυναίκες που γιορτάζεται από τους ρωμαιοκαθολικούς. Η παραδοσιακή γιορτή της, γνωστή ως Ευρώπη ως γιορτή της Αγίας Λουκίας, γιορτάζεται στον δυτικό χριστιανικό κόσμο στις 13 Δεκεμβρίου. Η Λουκία των Συρακουσών έγινε επίσημα αγία κατά τον Μεσαίωνα και παρέμεινε ως τέτοια μέχρι τα πρώτα χρόνια της σύγχρονης Αγγλίας.
Ιερομονάχου Δημητρίου Καββαδία. Η Ιερά Μονή Αγίας
Παρασκευής στον Ελικώνα. Αθήναι 2013. Σελ. 90-93
Η Αγία Λουκία κατήγετο από τις Συρακούσες της Σικελίας[1] και εμαρτύρησε κατά το έτος 304 μ.Χ. όταν ηγεμόνας της Σικελίας ήταν ο Πασχάσιος και αυτοκράτωρ της Ρώμης ο Διοκλητιανός. Υπήρξε παρθένος, μεμνηστευμένη με κάποιον ειδωλολάτρη.
Η μητέρα της Ευτυχία υπέφερε από χρόνια αιμορραγία και έτσι ηναγκάσθη μαζί της να καταφύγη στην Κατάνη στον ναό της θαυματουργού Αγίας Αγάθης († 5 Φεβρουαρίου 251 μ.Χ.) για να θεραπευθή η Ευτυχία. Εκεί ωραματίσθη καθ’ ύπνους την Αγία Αγάθη η οποία την εβεβαίωσε ότι η μητέρα της θα θεραπευθή και ότι η ιδία θα τύχη μαρτυρικού τέλους[2].
Αφού απεκαταστάθη η υγεία της μητέρας της, η Αγία Λουκία διεμοίρασε την περιουσία της στους πτωχούς και ανέμενε προσευχομένη το τέλος της κατά τους λόγους της Αγίας Αγάθης. Η εμμονή της στην πατρώα πίστι και η εν γένει στάσι της ήταν η αιτία που εκινήθη ο μνηστήρας της εναντίον της. Δεν εδίστασε μάλιστα να την καταγγείλη στον ηγεμόνα Πασχάσιο ως χριστιανή. Εκείνος μετά την ανάκρισι που της έκανε, διέταξε να την κλείσουν σε πορνείο για να ατιμασθή[3]. Και όμως θεία δύναμι την εκράτησε αμετακίνητη στο σημείο που ευρίσκετο παρόλο που στην αρχή την ετραβούσαν οι στρατιώτες με ορμή και ύστερα την έδεσαν σε ζυγό που έσερναν πολλά ζευγάρια βόδια. Οι στρατιώτες θυμωμένοι που δεν κατόρθωσαν τον σκοπό τους την άλειψαν με πίσσα, ρετσίνι και λάδι και της έβαλαν φωτιά για να καή ζωντανή· και όμως, θεϊκή επέμβασι ήταν εκείνη που έσβησε την φωτιά.
Στην συνέχεια της έβγαλαν τα μάτια με ξιφίδιο και ένας στρατιώτης εβύθισε το μαχαίρι του στον λαιμό της και την εγκατέλειψαν αιμόφυρτη. Η Αγία εζήτησε να μεταλάβη των Αχράντων Μυστηρίων και εφοδιασμένη έτσι παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο αφού προηγουμένως προεφήτευσε για το σύντομο τέλος της ειδωλολατρίας και την νίκη και επικράτησι του χριστιανισμού[4].
Το 886 μ.Χ. ο Άγιος Λέων Επίσκοπος Κατάνης († 20 Φεβρουαρίου) ανήγειρε ιδίοις εξόδοις περικαλλή ναό προς τιμήν της. Το ιερό της σκήνος άφθαρτο και ευωδιάζον μετεφέρθη στην Κωνσταντινούπολι όπου παρέμεινε μέχρι το 1204 οπότε και οι σταυροφόροι το μετέφεραν στην Βενετία το έτος 1280. Από το 1860 φυλάσσεται και προσκυνείται στον ναό των Αγίων Ιερεμίου και Λουκίας[5]. Το 1955 η κάρα της εκαλύφθη με περίτεχνη επένδυσι από σφυρήλατο ασήμι σε σχήμα κεφαλής. Η μνήμη της τιμάται στις 13 Δεκεμβρίου εκάστου έτους.
Στην εικονογραφία παρουσιάζεται να κρατά κλάδο φοίνικος και ένα πινάκιο με μάτια για να ενθυμούμεθα το μαρτύριό της.
Το όνομά της στα λατινικά προέρχεται από το lux-lucis που σημαίνει φως και κατ’ επέκτασιν σημαίνει Φωτεινή.
Η εορτή της δώδεκα ημέρες προ των Χριστουγέννων προαναγγέλλει το φως που έρχεται στον κόσμο με την γέννησι του Θεανθρώπου. Όλη η Ευρώπη εορτάζει αυτή την ημέρα.
Στην Σουηδία[6] μάλιστα ένα μικρό κορίτσι φορά στο κεφάλι του στέμμα με αναμμένα κεριά και βαστά δύο αναμμένες λαμπάδες. Με την συνοδεία και άλλων λευκοφορεμένων κοριτσιών παριστάνει την Αγία Λούκια που φέρνει το φως των Χριστουγέννων. Επισκέπτονται τα σπίτια και τραγουδούν τα κάλαντα της Αγίας Λουκίας.
Για το Παλέρμο της Σικελίας η μνήμη της είναι ημέρα νηστείας κατά την οποία καταλύουν ένα μόνο μικρό αρτίδιο από ρεβυθάλευρο (panelle)[7] για να προστατεύη τα μάτια τους η Αγία.
St. Lucia’s Day falls on December 13th
in Advent - at University of Toronto
Η Αγία Λουκία της οποίας οι οφθαλμοί εξορύχθησαν «δάνεισε» στην νεώτερη εικονογραφία του 20ού αιώνος στην Αγία Παρασκευή το πινακίδιο με τα μάτια για να μας θυμίζη ότι εθεράπευσε τα μάτια του βασιλιά Αντωνίνου.
Κατά παλαιά παράδοσι η Αγία Λουκία ετιμάτο ως προστάτις των οφθαλμών.
Έτσι τιμάται ακόμη και στην παλαίφατο Ιερά Μονή Κεχροβουνίου (Οσίας Πελαγίας) Τήνου[8] με πανηγυρική θεία Λειτουργία στον Ιερό Ναό του Τιμίου Προδρόμου (εσωτερικώς της Ιεράς Μονής).
«Φίλτρω πτερωθείσα τω θεϊκώ, μνήστορος γηίνου, υπερέδραμες την στοργήν, και οδμαίς αΰλοις, του Λόγου επομένη, Λουκία αθληφόρε, νομίμως ήθλησας»[9].
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. Ευστρατιάδου Σωφρονίου Μητροπολίτου πρ. Λεοντοπόλεως, «Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας», Έκδοσις της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1955, σελ. 279.
2. Γεωργούλη Κ.Δ., «Λουκία η Παρθενομάρτυς», εν Θ.Η.Ε., Αθήναι 1966, τόμος 8ος, στ. 393.
3. «Συναξάριον Εκλησίας Κωνσταντινουπόλεως», Βρυξέλλες 1902, στ. 306.
4. Τασούλα Μανουήλ, «Η οσιομάρτυς Αγία Παρασκευή», Αθήνα 1995, σελ. 46-47.
5. Ό.π.
6. Τασούλα Μανουήλ, «Σικελικά άνθη στον κήπο του ουρανού» (οι Αγίες Παρθενομάρτυρες Αγάπη, Λουκία, Παρασκευή και Ευθαλία), Αθήνα 2001, σελ. 77.
7. Ό.π.
8. Διήγησι μοναχής Θεοφανούς Βιδάλη και λοιπών μοναζουσών της Ιεράς Μονής ταύτης.
9. Μεγαλυνάριον της Αγίας· Γερασίμου Μοναχού Μικραγιαννανίτου, «Νέος Ενιαύσιος Στέφανος», Άγιον Όρος 2006, σελ. 152.
Η Χώρα Αγία Λουκία της Καραϊβικής
Πρωτεύουσα: και μεγαλύτερη πόλη Κάστρις
Επίσημες γλώσσες: Αγγλικά, Γαλλικά
Πολίτευμα: Κοινοβουλευτική Δημοκρατία
Η Αγία Λουκία (αγγλικά: Saint Lucia, προφέρεται: Σαιντ Λουτσία, γαλλικά: Sainte-Lucie, προφέρεται: Σαιντ-Λυσί) είναι μικρό νησιωτικό κράτος της Ανατολικής Καραϊβικής στα σύνορα του Ατλαντικού ωκεανού, με έκταση 616 τετραγωνικά χιλιόμετρα και πληθυσμό 178.696 κατοίκους, σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις του 2018. Ανήκει στις Μικρές Αντίλλες και βρίσκεται βόρεια των νησιών Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες, βορειοδυτικά του Μπαρμπάντος και νότια της Μαρτινίκας. Είναι επίσης γνωστό με το όνομα «Ελένη των Δυτικών Ινδιών», παρομοιάζοντας έτσι τις μεταπτώσεις του νησιού πότε στους Άγγλους και πότε στους Γάλλους.
Η Αγία Λουκία, ένα από τα Προσήνεμα νησιά, πήρε το όνομά της από την Αγία Λουκία των Συρακουσών (283 - 304 μ.Χ.). Είναι μία από τις δύο χώρες στον κόσμο που πήρε το όνομά της από μια γυναίκα (η Ιρλανδία πήρε το όνομά της από την Κέλτικη θεά της γονιμότητας Ερίου) και η μόνη χώρα που πήρε το όνομά της από μια ιστορική γυναίκα.
Η Νήσος Αγίας Ελένης, ένα άλλο νησί, πήρε το όνομά του επίσης από μια ιστορική γυναίκα, τη μητέρα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, αλλά η Αγία Ελένη είναι Βρετανικό Υπερπόντιο έδαφος και δεν είναι κυρίαρχο έθνος. Σύμφωνα με το θρύλο, οι Γάλλοι ναυτικοί ναυάγησαν στην Αγία Λουκία στις 13 Δεκεμβρίου, τη γιορτή της Αγίας Λουκίας, ονομάζοντας το νησί προς τιμήν της.
Την Καραϊβική ανακάλυψε ο Χριστόφορος Κολόμβος το 1492. Τα νησιά της Καραϊβικής αποκαλούνται και Δυτικές Ινδίες. Την ονομασία αυτή την οφείλουν στη λάθος εκτίμηση του Χριστόφορου Κολόμβου, ο οποίος όταν έφτασε στα νησιά της Καραϊβικής το 1492, πίστεψε ότι είχε φτάσει στην Ινδία (της Ασίας).
Εορτάζει στις 13 Δεκεμβρίου.
Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2021
Τη Θ΄ (9η) του Δεκεμβρίου, μνήμη της Αγίας Προφήτιδος ΑΝΝΗΣ της μητρός Σαμουήλ του Προφήτου.
Άννα η μακαρία αύτη Προφήτις ήτο από την πόλιν Αρμαθαίμ, εκ του όρους Εφραίμ.
Λαβούσα δε άνδρα από την φυλήν του Λευϊ, ονομαζόμενον Ελκανά, δεν εγέννα παιδίον, ούσα στείρα. Ο δε σύζυγος αυτής έλαβε και άλλην γυναίκα, Φεννάναν ονομαζομένην, ήτις ήτο αντίζηλος της Άννης και ετεκνογόνει με αυτήν και ηυφραίνετο πάντοτε ονειδίζων την Άνναν (ως να μη ήρκει η θλίψις, την οποίαν εδοκίμαζεν η μακαρία δια την ατεκνίαν της).
Αύτη λοιπόν, επειδή ωνειδίζετο, τόσον υπό του ανδρός της, όσον και υπό της αντιζήλου της Φεννάνης και υφ΄ όλων προσέτι των συγγενών και φίλων, τούτου ένεκα παρεκάλει κατά πολλά τον Θεόν η αοίδιμος να λυθή η στείρωσίς της και να τεκνοποιήση.
Παρ΄ όλας όμως τας παρακλήσεις της ταύτας ουδέν κατώρθωνε, μολονότι ετήρει αόκνως τας εντολάς του Κυρίου, τας υπό του Νόμου διοριζομένας. Διότι πράγματι αυτό συμβαίνει εις τους Αγίους, οι οποίοι μετά την πολλήν αυτών βίαν εις την οποίαν καθυποβάλλονται λαμβάνουν παρά του Κυρίου τα αιτήματά των.