Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2022

Mνήμη της Αγίας ενδόξου Μεγαλομάρτυρος ΦΩΤΕΙΝΗΣ της Σαμαρείτιδος.(26 Φεβρουαρίου)

Τη ΚΣΤ΄ (26η) Φεβρουαρίου, μνήμη της Αγίας ενδόξου Μεγαλομάρτυρος ΦΩΤΕΙΝΗΣ της Σαμαρείτιδος, εις την οποίαν ωμίλησεν ο Χριστός εν τω φρέατι, και των συν αυτή (ήτοι των πέντε αυτής αδελφών και των δύο αυτής υιών, και Σεβαστιανού του Δουκός).

Φωτεινή η Αγία του Χριστού Μεγαλομάρτυς είναι η Σαμαρείτις εκείνη περί της οποίας διηγείται ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος εις το Ιερόν αυτού Ευαγγέλιον, ότι συνωμίλησε με τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν εις το φρέαρ του Πατριάρχου Ιακώβ και επίστευσεν εις αυτόν. Αύτη η μακαρία, μετά την εις ουρανούς Ανάληψιν του Κυρίου και την του Αγίου Πνεύματος κατάβασιν εις τους θείους Αποστόλους κατά την ημέραν της Πεντηκοστής, εβαπτίσθη υπό των Αποστόλων μετά των δύο υιών της και των πέντε αδελφών αυτής, οίτινες, όλοι ομού, αφού ηκολούθησαν τους Αγίους Αποστόλους, εκήρυττον την πίστιν του Χριστού από τόπου εις τόπον και από χώρας εις χώραν, επιστρέψαντες πολλούς ειδωλολάτρας από την ασέβειαν εις την Ορθόδοξον του Χριστού Πίστιν.

Κατά δε τας ημέρας του ασεβεστάτου βασιλέως της Ρώμης Νέρωνος (54-68) εκινήθη μέγας διωγμός εναντίον των Χριστιανών και μετά το Μαρτύριον των Κορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, εζητούσαν οι διώκται τους μαθητάς των και όλους εκείνους οι οποίοι επίστευον εις τον Χριστόν, αγωνιζόμενοι, οι μάταιοι, να εξαλείψουν από τον κόσμον το όνομα του Χριστού. Δεν ήξευραν όμως, οι ανόητοι, ότι όσον εκείνοι κατέτρεχον την πίστιν του Χριστού, τόσον περισσότερον εστερεώνετο και επλατύνετο, διότι είπεν ο Κύριος· «Πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Ματθ. ιστ: 18). 
Κατ’ εκείνον τον καιρόν η Αγία Φωτεινή μαζί με τον Ιωσήν, τον μικρότερον υιόν της, ήτο εις την Καρθαγένην, πόλιν της Αφρικής και εκήρυττε μετά παρρησίας το Ευαγγέλιον του Χριστού. Ο δε Βίκτωρ, ο μεγαλύτερος υιός της, ήτο στρατιώτης εις το στράτευμα των Ρωμαίων και επειδή έκαμνε μεγάλας ανδραγαθίας και νίκας εις τον πόλεμον, τον οποίον είχον οι Ρωμαίοι εναντίον των Αβάρων, οι οποίοι κατέτρεχον τους τόπους των, ο βασιλεύς Νέρων τον έκαμε στρατηλάτην και μη γνωρίζων, ότι ήτο Χριστιανός, τον έστειλεν εις την Ιταλίαν δια να τιμωρή όλους τους εκεί ευρισκομένους Χριστιανούς.  
Ο δε Σεβαστιανός, ο δούξ της Ιταλίας, ακούσας ταύτα, είπεν εις τον Βίκτωρα· «Εγώ γνωρίζω πολύ καλά, στρατηλάτα, ότι συ είσαι Χριστιανός· ομοίως η μήτηρ σου και ο αδελφός σου Ιωσής είναι Χριστιανοί και ακόλουθοι του Αποστόλου Πέτρου· σε συμβουλεύω όμως, δια να μη κινδυνεύση η ζωή σου, να κάμης εκείνο όπου σε επρόσταξεν ο βασιλεύς, δηλαδή να τιμωρής τους Χριστιανούς». 
Ο στρατηλάτης Βίκτωρ τότε του απεκρίθη· «Εγώ θέλω κάμει το θέλημα του επουρανίου και αθανάτου Βασιλέως Χριστού, του αληθινού Θεού· την δε προσταγήν την οποίαν μου έδωκεν ο βασιλεύς Νέρων, να τιμωρώ τους Χριστιανούς, ούτε καν να την ακούσω θέλω τελείως, όχι να την εκτελέσω». 
Εις τους λόγους τούτους του Βίκτωρος απήντησεν ο δούξ· «Εγώ σε συμβουλεύω, ως φίλον μου αληθινόν, εκείνο όπου σε συμφέρει· διότι, εάν καθήσης εις το κριτήριον και εξετάσης να εύρης τους Χριστιανούς και τους τιμωρήσης, και τον βασιλέα θέλεις ευχαριστήσει και τα χρήματα των Χριστιανών θέλεις κερδήσει. Προς τούτοις δε σε συμβουλεύω να διαμηνύσης εις την μητέρα σου και τον αδελφόν σου, να μη κηρύττουν παρρησία τον Χριστόν και να μη διδάσκουν τους Έλληνας να αρνούνται την πάτριον θρησκείαν των, δια να μη τύχη να κινδυνεύσης συ, εξ αιτίας εκείνων».
 Ο Βίκτωρ απήντησε· «Μη γένοιτο εις εμέ να κάμω αυτά τα οποία μου λέγεις, να τιμωρήσω δηλαδή Χριστιανόν ή να πάρω τίποτε από αυτόν, ή να συμβουλεύσω την μητέρα μου, ή τον αδελφόν μου να μη κηρύττουν, ότι ο Χριστός είναι ο Θεός, αλλά και εγώ μάλιστα Χριστιανός είμαι και θέλω γίνει κήρυξ του Χριστού, καθώς είναι και εκείνοι, και ας ίδωμεν τι κακόν μέλλει να γίνη». 
Ο δε δούξ είπεν· «Εγώ, αδελφέ, σε συμβουλεύω εκείνα τα οποία σε συμφέρουν και συ στοχάσου τι πρόκειται να κάμης». 
Μόλις είπε ταύτα ο δουξ παρευθύς ετυφλώθη και πεσών κάτω εις την γην έμεινεν άφωνος από τους σφοδρούς και δεινούς πόνους των οφθαλμών του. Εγείραντες δε αυτόν οι εκεί παρεστώτες τον έβαλαν εις μίαν κλίνην εις την οποίαν έμεινε τρεις ημέρας άφωνος, χωρίς να δύναται καθόλου να ομιλήση, την δε τετάρτην ημέραν εφώναξε μεγαλοφώνως, λέγων· «Εις είναι ο Θεός, ο Θεός των Χριστιανών». 
Ελθών δε πλησίον του ο Βίκτωρ του είπε· «Διατί ούτω έξαφνα ήλλαξες την γνώμην σου, Σεβαστιανέ;» Και ο δουξ του απήντησε: «Διότι με προσκαλεί ο Χριστός, γλυκύτατέ μου Βίκτωρ». Ευθύς τότε ο Σεβαστιανός κατηχήθη από τον Βίκτωρα εις την πίστιν του Χριστού και εβαπτίσθη, μόλις δε εβγήκεν από την αγίαν κολυμβήθραν, πάραυτα έλαβε το φως των οφθαλμών του και εδόξασε τον Θεόν. Βλέποντες δε οι άλλοι ειδωλολάτραι το παράδοξον εκείνο θαύμα, εφοβήθησαν μήπως επειδή δεν πιστεύουν πάθουν εκείνο το οποίον έπαθεν ο δουξ και προσέτρεξαν όλοι εις τον Βίκτωρα, από τον οποίον, κατηχηθέντες την πίστιν του Χριστού, εβαπτίσθησαν. 
Αφ’ ου επέρασεν ολίγος καιρός, ηκούσθη τούτο εις την Ρώμην και έφθασεν εις τας ακοάς του Νέρωνος, ότι ο Βίκτωρ ο στρατηλάτης της Ιταλίας και ο δουξ Σεβαστιανός κηρύττουν το κήρυγμα του Πέτρου και του Παύλου και των λοιπών Αποστόλων και οδηγούν πολλούς Έλληνας εις την πίστιν του Χριστού, η δε μήτηρ του στρατηλάτου Βίκτωρος Φωτεινή, ομού με τον έτερον υιόν της Ιωσήν, αποσταλέντες από τους Αποστόλους εις την Καρθαγένην, κάμνουν και αυτοί εκεί τα ίδια. Ταύτα ακούσας ο βασιλεύς ήναψεν όλος από θυμόν και έστειλεν ευθύς στρατιώτας εις την Ιταλίαν, δια να φέρουν εις την Ρώμην όλους τους εκεί ευρισκομένους Χριστιανούς άνδρας και γυναίκας· αλλ’ εις τούτους εφάνη πρωτύτερα ο Κύριος, ειπών· «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς. Μη φοβείσθε, διότι εγώ είμαι μαζί σας και θέλει νικηθή ο Νέρων ομού με τους συντρόφους του». Έπειτα είπε προς τον Βίκτωρα· «Από τώρα και εις το εξής το όνομά σου θα είναι Φωτεινός· διότι δια σου θέλουν φωτισθή πολλοί και θέλουν πιστεύσει εις εμέ· τον δε Σεβαστιανόν να τον ενδυναμώσης εις το Μαρτύριον με τους λόγους σου και θέλει είναι μακάριος και καλότυχος εκείνος ο οποίος θα αγωνισθή έως τέλους». Ταύτα αφού είπεν ο Κύριος, ανέβη εις τους ουρανούς. 
Απεκαλύφθησαν δε και εις την Αγίαν Φωτεινήν όλα εκείνα τα οποία έμελλον να συνβώσιν εις αυτήν· όθεν εκίνησεν από την Καρθαγένην ομού με πλήθος Χριστιανών και επήγεν εις την Ρώμην· τότε εταράχθη όλη η πόλις της Ρώμης, διηρωτώντο δε οι Ρωμαίοι λέγοντες· «Ποία είναι αυτή η οποία ήλθεν εδώ με τόσον πλήθος»; Αλλ’ η Αγία Φωτεινή εκήρυττε με μεγάλην παρρησίαν τον Χριστόν. Ήλθον δε τότε εις την Ρώμην και ο υιός της Αγίας Φωτεινός μαζί με τον δούκα Σεβαστιανόν, συνοδευόμενοι από τους στρατιώτας τους οποίους είχε στείλει ο βασιλεύς. Προλαβούσα δε η Αγία επήγεν εμπρός εις τον Νέρωνα μαζί με τον υιόν της Ιωσήν και τους λοιπούς, τους οποίους βλέπων ο Νέρων τους ηρώτησε· «Δια ποίαν αιτίαν ήλθετε προς ημάς»;
 Απεκρίθη η Αγία· «Ήλθαμεν δια να σε διδάξωμεν να πιστεύσης εις τον Χριστόν». 
Κατ’ εκείνην την ώραν ανήγγειλαν οι υπηρέται εις τον βασιλέα ότι ο δουξ Σεβαστιανός και ο Βίκτωρ ο στρατηλάτης ήλθον από την Ιταλίαν· 
ο δε Νέρων είπε· «Ας έλθουν μέσα». 
Ότε δε εκείνοι παρουσιάσθησαν εμπρός του, τους λέγει· «Τι ήκουσα δια σας»; 
Οι Άγιοι του απήντησαν· «Όσα ήκουσας δι’ ημάς, ω βασιλεύ, όλα είναι αληθινά». 
Τότε ο Νέρων, παρατηρών τους Μάρτυρας με βλέμμα άγριον, λέγει προς αυτούς: «Αρνείσθε τον Χριστόν, ή θέλετε να αποθάνετε με κακόν θάνατον»; 
Οι δε Άγιοι υψώσαντες τους οφθαλμούς των εις τον ουρανόν, είπον· «Μη γένοιτο ποτέ, Χριστέ Βασιλεύ, να σε αρνηθώμεν και να αποχωρισθώμεν από την πίστιν σου και την αγάπην σου». Ο Νέρων τους ηρώτησε· «Πως ονομάζεσθε»; 
Τότε απεκρίθη προς αυτόν η Αγία: «Εγώ ωνομάσθην από τον Ιησούν Χριστόν, τον Θεόν μου, Φωτεινή· αι δε αδελφαί μου, η πρώτη, η οποία εγεννήθη ύστερον από εμέ, καλείται Ανατολή· η Δευτέρα Φωτώ· η Τρίτη Φωτίς· η Τετάρτη Παρασκευή και η Πέμπτη Κυριακή· εκ δε των υιών μου, ο μεν πρώτος καλείται Βίκτωρ, επονομασθείς από τον Κύριόν μου Φωτεινός· ο δε δεύτερος όστις είναι μαζί μου λέγεται Ιωσής». 
Και ο Νέρων τους λέγει: «Όλοι σας συνεφωνήσατε να τιμωρηθήτε δια τον Ναζωραίον και να αποθάνετε δι’ αυτόν»; 
Απεκρίθη τότε η Αγία Φωτεινή: «Ναι· όλοι μας, χαίροντες και αγαλλόμενοι, αποθνήσκομεν δια την αγάπην του Κυρίου μας». Τότε επρόσταξεν ο τύραννος να κατασυντριβούν οι αρμοί των χειρών των με σφαίρας σιδηράς. Αρπάσαντες δε τους Αγίους οι υπηρέται του Νέρωνος τους έφεραν εις τον τόπον της βασάνου, εκεί δε, αφού έβαλαν οι Άγιοι τας χείρας των επάνω εις το αμόνι, ήρχισαν οι φονείς εκείνοι να τας κτυπούν με τας σφαίρας. 
Από την τρίτην ώραν της ημέρας έως την έκτην ώραν ηλλάχθησαν τρεις φοράς εκείνοι οι οποίοι τους εκτύπων. Οι Μάρτυρες όμως ουδόλως ησθάνοντο την τιμωρίαν των, ούτε αι χείρες των συνετρίβησαν καθόλου. Τούτο ακούσας ο Νέρων εταράχθη δια το παράδοξον του θαύματος και επρόσταξε να κοπούν αι χείρες των. 
Παρευθύς οι υπηρέται, αρπάσαντες την Αγίαν Φωτεινήν και δέσαντες τας χείρας της, τας έβαλαν επάνω εις το αμόνι και λαβόντες τας μαχαίρας των εκτυπούσαν με αυτάς πολλάκις επάνω εις τας χείρας της, δεν κατώρθωσαν όμως τίποτε, ενώ παρελύθησαν εκείνοι οι οποίοι εκτύπων και έπεσαν κάτω ως νεκροί, η δε Αγία διεφυλάχθη αβλαβής και ηυχαρίστει τον Θεόν, λέγουσα· «Κύριος εμοί βοηθός και ου φοβηθήσομαι τι ποιήσει μοι άνθρωπος» (Ψαλμ. ριζ:6). Ήρχισε λοιπόν ο βασιλεύς να απορή και να διαλογίζηται τι να πράξη δια να νικήση τους Μάρτυρας και να τους φέρη εις την γνώμην του· και τους μεν άνδρας προστάζει να βάλουν μέσα εις σκοτεινήν φυλακήν, την δε Αγίαν Φωτεινήν ομού με τας πέντε αδελφάς αυτής, να τας φέρουν μέσα εις το χρυσόν κουβούκλιον, να ετοιμάσουν δε χρυσήν τράπεζαν και επτά θρόνους χρυσούς και χρώματα πολλά και στολίδια χρυσά και φορέματα και ζώνας χρυσάς· έπειτα επρόσταξε και την θυγατέρα του Δομνίναν να υπάγη και εκείνη εις το κουβούκλιον με όλας τας δουλευτρίας της και να είναι μαζί με τας Αγίας, νομίζων, ο ματαιόφρων, ότι με αυτά τα δελεάσματα θέλει μεταστρέψει την γνώμην αυτών· υπεσχέθη δε εις τας Αγίας ότι, εάν αρνηθώσι τον Χριστόν, θέλει έχει αυτάς εις τοιαύτην περιποίησιν και εύνοιαν πάντοτε και θέλει χαρίσει εις αυτάς όλα εκείνα, τα οποία ευρίσκοντο εκεί μέσα και άλλα περισσότερα, θέλει δε τας αξιώσει μεγάλης δόξης και τιμής. Αλλ’ επλανήθη ο δόλιος, διότι αι Άγιαι, ως ουρανόφρονες, κατεφρόνησαν όλα εκείνα ωσάν σκύβαλα και δεν ήθελαν ούτε καν να τα βλέπουν. 
Όταν λοιπόν η Αγία Φωτεινή είδε την Δομνίναν της είπε· «Χαίρε, η νύμφη του Κυρίου μου». Η δε Δομνίνα της απήντησε· «Χαίροις και συ, κυρία μου, η λαμπάς του Χριστού». Ακούσασα η Αγία Φωτεινή την Δομνίναν όπου είπε το όνομα του Χριστού, εχάρη πολύ και ευχαριστήσασα τον Κύριον ενηγκαλίσθη αυτήν και την εφίλησεν· έπειτα την κατήχησεν εις την πίστιν του Χριστού ομού με τας εκατόν δουλευτρίας της, και τας εβάπτισεν όλας, ωνόμασε δε την Δομνίναν, Ανθούσαν· η δε μακαρία Ανθούσα επρόσταξε την μεγαλυτέραν από τας εκατόν δουλευτρίας της Στεφανίδα να δώση εις τους πτωχούς όλα τα χρυσά στολίδια και τα χρήματα, τα οποία ήσαν μέσα εις το χρυσόν κουβούκλιον. 
Μαθών ταύτα ο Νέρων ανεστέναξεν εκ βάθους καρδίας και πολύ θυμωθείς επρόσταξεν ευθύς να καύσουν μίαν κάμινον επί επτά ημέρας και να βάλουν μέσα εις αυτήν την μακαρίαν Φωτεινήν με όλους τους συντρόφους της άνδρας και γυναίκας και να τους αφήσουν μέσα εις αυτήν τρεις ημέρας. Αφού δε παρήλθον αι τρεις ημέραι, νομίζων ο τύραννος, ότι κατεκάησαν οι Άγιοι από το πυρ, επρόσταξε να ανοίξουν την κάμινον και εάν εύρουν εκεί τα οστά των Μαρτύρων να τα ρίψουν εις τον ποταμόν. Ανοίξαντες δε οι στρατιώται την κάμινον εύρον όλους τους Αγίους σώους και αβλαβείς, δοξάζοντας και ευλογούντας τον Θεόν. Τούτο το εξαίσιον ιδόντες εκείνοι έμειναν εκστατικοί, θαυμάζοντες πως δεν τους ήγγισε καθόλου το πυρ· καθώς δε ήκουσαν και είδαν τούτο το παράδοξον θαύμα όλοι οι κάτοικοι της Ρώμης εθαύμασαν, δοξάζοντες και αυτοί τον Θεόν. Ακούσας ο τύραννος και τούτο το θαύμα, επρόσταξε να ποτίσουν τους Αγίους θανατηφόρα δηλητήρια, προσεκλήθη δε προς τούτο ο μάγος Λαμπάδιος, όστις κατεσκεύαζε τοιαύτα. 
Πρώτον λοιπόν έδωκεν εκείνος το δηλητήριον εις την μακαρίαν Φωτεινήν· η οποία λαβούσα εις τας χείρας της το δηλητηριώδες ποτόν, είπεν εις τον μάγον· «Δεν έπρεπεν ημείς να κρατήσωμεν ουδόλως εις τας χείρας μας το παρασκεύασμά σου αυτό ούτε να το πίωμεν, επειδή συ είσαι ακάθαρτος· αλλά δια να γνωρίσης συ, βασιλεύ, και αυτός ο μάγος την δύναμιν του Χριστού μου, ιδού εγώ πρωτύτερα από τους άλλους πίνω τούτο, εν τω ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και Θεού ημών, ύστερα δε ας το πίουν και όλοι όσοι είναι μαζί με εμέ». 
Έπιον λοιπόν το δηλητήριον εκείνο όλοι οι Μάρτυρες, με την βοήθειαν όμως του Χριστού έμειναν πάντες αβλαβείς, ωσάν να μην είχον πίει τίποτε.
 Βλέπων τούτο ο μάγος εξεπλάγη και στραφείς προς την Αγίαν Φωτεινήν είπεν· «Έχω κατεσκευασμένον και ένα άλλο δηλητήριον πολύ δυνατώτερον και εάν πίετε και αυτό και δεν αποθάνετε παρευθύς, τότε θα πιστεύσω και εγώ εις τον Θεόν σας». Αφού δε έφεραν αυτό, το έδωκεν εις τους Μάρτυρας και αν και το έπιον όλοι, όμως δεν έπαθεν ουδείς ουδέν κακόν. Τούτο βλέπων ο μάγος έμεινεν εκστατικός και συνάξας ευθύς όλα τα μαγικά βιβλία του τα έρριψεν εις το πυρ και τα έκαυσε, πιστεύσας δε εις τον Χριστόν εβαπτίσθη, μετονομασθείς Θεόκλητος. 
Μαθών τούτο ο βασιλεύς επρόσταξε τους στρατιώτας να τον συλλάβωσιν, αρπάσαντες δε εκείνοι αυτόν εκ μέσου των Αγίων τον ωδήγησαν έξω από τα τείχη της Ρώμης, και εκεί του έκοψαν την κεφαλήν με το ξίφος· ούτως έλαβε πριν από τους άλλους τον στέφανον του Μαρτυρίου ο μακάριος Θεόκλητος.
Τότε ο παράνομος Νέρων επρόσταξε να κόψουν τα νεύρα όλων των Αγίων, αρχήν ποιούντες από της Μεγαλομάρτυρος Φωτεινής. Καθ’ ον δε χρόνον οι στρατιώται έκοπταν τα νεύρα των Μαρτύρων, εκείνοι εμυκτήριζαν και περιεγέλων τον βασιλέα και τους θεούς του, ως αδυνάτους. Βλέπων δε ο τύραννος τους Μάρτυρας ότι δεν υπελόγιζαν παντελώς τα βάσανα ταύτα, επρόσταξε να λυώσουν μολύβι και να το ανακατεύσωσιν ομού με θειάφι και όταν κοχλάση να το χύσουν εντός του στόματος της πολυάθλου Φωτεινής και εις τα νώτα των λοιπών Αγίων. Όταν δε οι υπηρέται εξετέλουν την προσταγήν του βασιλέως και έχυναν εις τους Μάρτυρας το μολύβι, τότε οι Άγιοι, όλοι ομού, ως εξ ενός στόματος εφώναξαν· «Ευχαριστούμεν σοι, Χριστέ ο Θεός ημών, ότι με τον κοχλασμένον μόλυβδον εδρόσισας τας καρδίας μας, ωσάν να ήσαν διψασμέναι από μεγάλην καύσιν».
 Ακούσας τούτο ο Νέρων εξεπλάγη και επρόσταξε να κρεμάσωσι τους Αγίους και να τους ξέωσιν αλύπητα εις όλον το σώμα των, να τους καίωσι δε με λαμπάδας αναμμένας· όσον όμως περισσότερον εβασανίζοντο οι Άγιοι, τόσον περισσότερον ενεδυναμούντο από την θείαν Χάριν και εδόξαζον οι μακάριοι τον Θεόν. Ο δε δείλαιος και μάταιος Νέρων, νομίζων ότι θα δυνηθή να νικήση τους Μάρτυρας με τα βάσανα, επρόσταξε και ανέμιξαν στάκτην με όξος δριμύτατον και το έχυσαν μέσα εις τους ρώθωνας των Μαρτύρων. Ούτοι δε οι μακάριοι έλεγον ότι το αισθάνονται γλυκύτερον μέλιτος και κηρίου. 
Εθυμώθη τότε πολύ ο τύραννος και επρόσταξε να τους τυφλώσουν, και να τους κλείσουν εις σκοτεινήν και βρωμεράν φυλακήν, γεμάτην από δηλητηριώδεις όφεις. Τούτων δε ούτω γενομένων οι Άγιοι ύμνουν και εδόξαζον τον Θεόν, τα δε δηλητηριώδη θηρία, τα οποία ήσαν εις την φυλακήν, απενεκρώθησαν, η δυσωδία μετεβλήθη εις ευωδίαν ανείκαστον, το σκότος έγινε φως υπέρλαμπρον και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, σταθείς εις το μέσον των Αγίων, είπε προς αυτούς· «Ειρήνη υμίν». Έπειτα, κρατήσας από την χείρα την μακαρίαν Φωτεινήν, την εσήκωσεν επάνω και είπε· «Χαίρετε πάντοτε, ότι εγώ είμαι μαζί σας όλας τας ημέρας της ζωής σας». Παρευθύς δε με τον λόγον του Κυρίου ανέβλεψαν και οι οφθαλμοί των Μαρτύρων, οίτινες ιδόντες τον Κύριον Τον επροσκύνησαν, ευλογών δε ο Κύριος αυτούς είπεν· «Ανδρίζεσθε και ενδυναμούσθε». Έπειτα ανέβη εις τους ουρανούς, ενώ από τα σώματα των Αγίων έπεσαν αι πληγαί ωσάν λέπια και ιατρεύθησαν καθώς ήσαν και πρότερον. Ο δε θεόργιστος Νέρων επρόσταξε να μείνουν οι Άγιοι μέσα εις την φυλακήν τρεις χρόνους, δια να ταλαιπωρηθούν και να κακοπαθήσουν εκεί μέσα με κάθε είδους κακοπάθειαν, ούτως ώστε να αποθάνουν με θάνατον φρικτόν. Μετά τους τρεις χρόνους, έχων ο βασιλεύς κλεισμένον μέσα εις εκείνην την φυλακήν ένα υπηρέτην του, έστειλεν ανθρώπους του δια να τον αποφυλακίσουν· όταν όμως επήγαν οι απεσταλμένοι εις την φυλακήν δι’ αυτόν τον σκοπόν, είδαν τους Μάρτυρας ότι ήσαν υγιείς και ανέφεραν εις τον βασιλέα, ότι οι Γαλιλαίοι, οι οποίοι ετυφλώθησαν, τώρα βλέπουν και είναι υγιείς, η δε φυλακή είναι γεμάτη από φως και ευωδίαν άρρητον καταστάσα οίκος άγιος, εις τον οποίον δοξολογείται ο Θεός των Χριστιανών, συντρέχουν δε εκεί πλήθη ανθρώπων, οίτινες, πιστεύοντες εις τον Θεόν των, βαπτίζονται από αυτούς. Ταύτα ακούσας ο Νέρων έγινεν έξω φρενών και αποστείλας στρατιώτας έφερε τους Αγίους έμπροσθέν του λέγων· «Δεν σας επρόσταξα να μη κηρύττετε το όνομα του Χριστού; Πως λοιπόν κηρύττετε μέσα εις την φυλακήν; Δια τούτο έχω να σας κάμω πολλάς τιμωρίας». Οι Άγιοι του είπαν: «Ό,τι θέλεις κάμε· ημείς δεν θέλομεν παύσει από του να κηρύττωμεν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν ως Θεόν αληθινόν και ποιητήν του παντός».  Ακούσας τούτο ο τύραννος ήναψεν από θυμόν και επρόσταξε να σταυρώσουν τους Αγίους με την κεφαλήν προς τα κάτω, να ξέουν δε τας σάρκας των τρεις ημέρας, έως ότου να διαλυθούν αι αρμονίαι των. Αφού δε έκαμα τούτο οι θηριώδεις και απάνθρωποι υπηρέται, τους άφησαν κρεμαμένους άλλας τέσσαρας ημέρας, ορίσαντες φύλακας δια να τους φυλάττουν. 
Έπειτα επήγαν να ίδουν εάν έζων ακόμη και καθώς τους είδαν κρεμαμένους, ευθύς ετυφλώθησαν. Άγγελος δε Κυρίου καταβάς εξ ουρανού έλυσε τους Αγίους και ασπασάμενος αυτούς τους ιάτρευσεν από όλας τας πληγάς αυτών. Τότε η Αγία Φωτεινή, ευσπλαγχνισθείσα δια την τύφλωσιν των υπηρετών, έκαμε προσευχήν προς τον Θεόν δι’ αυτούς, ευθύς δε έλαβον πάλιν το φως των οφθαλμών των και πιστεύσαντες εις τον Χριστόν εβαπτίσθησαν. Ταύτα μαθών ο τύραννος επρόσταξε να εκδαρή το δέρμα της μακαρίας Φωτεινής· ενώ δε την εξέδερον έψαλλεν η Αγία το «Κύριε, εδοκίμασάς με και έγνως με» (Ψαλμ. ρλη:1). Ότε δε εξέδειραν την Αγίαν του Θεού Μεγαλομάρτυρα την έρριψαν εις εν ξηροπήγαδον, το δε δέρμα της έρριψαν εις τον ποταμόν. Τους δε λοιπούς Αγίους Μάρτυρας, τον Σεβαστιανόν, τον Φωτεινόν και τον Ιωσήν, κρατήσαντες, απέκοψαν τα παιδογόνα μόρια αυτών και τα έρριψαν εις τους σκύλους· έπειτα εξέδειραν και αυτών τα δέρματα και τα έρριψαν εις τον ποταμόν, αυτούς δε τους ησφάλισαν εντός παλαιού τινος λουτρού. Τας δε πέντε αδελφάς της Αγίας Φωτεινής, αφού παρουσιάσθησαν έμπροσθέν του, επρόσταξε και έκοψαν πρώτον τους μαστούς των, κατόπιν δε εξέδειραν τα δέρματά των. Ότε δε επήγαν οι υπηρέται να εκδάρουν και την Αγίαν Φωτίδα, δεν κατεδέχθη αυτή να κρατηθή από κανένα, αλλά μόνη εξέδερνε το δέρμα της σαρκός της με τοιαύτην γενναιότητα και ανδρείαν, ώστε εθαύμασεν ο τύραννος δια την καρτεροψυχίαν της· δια τούτο, ύστερα από αυτό το Μαρτύριον, εφεύρεν ο παγκάκιστος και άλλην πανώδυνον και ολεθρίαν κατ’ αυτής τιμωρίαν· επρόσταξε δηλαδή και έκλιναν με βίαν δύο κορυφάς δένδρων εντός του κήπου του, έδεσαν δε εις αυτάς τας δύο κορυφάς την μακαρίαν Φωτίδα και έπειτα απέλυσαν συγχρόνως αυτάς. 
Όθεν διεμοιράσθη η Αγία εις δύο μέρη, παραδώσασα ούτω την αγίαν ψυχήν της εις χείρας Θεού. Τότε επρόσταξεν ο αλιτήριος Νέρων και απεκεφάλισαν και τους άλλους Αγίους Μάρτυρας δια ξίφους. Ακολούθως ανέσυραν την μακαρίαν Φωτεινήν από το πηγάδι και την έκλεισαν εις την φυλακήν. Αύτη δε, επειδή είχεν απομείνει μόνη και δεν εστεφανώθη με τον στέφανον του Μαρτυρίου ομού με τους λοιπούς, ελυπείτο και παρεκάλει περί τούτου τον Θεόν, όστις ενεφανίσθη εις αυτήν και σφραγίσας αυτήν με το σημείον του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού τρεις φοράς, την ιάτρευσεν από όλας τας πληγάς, ύστερα δε από πολλάς ημέρας, υμνούσα και ευλογούσα τον Θεόν, αφήκεν εις χείρας Του την τιμίαν της ψυχήν. Ούτως απήλθον όλοι προς τον ποθούμενον Θεόν, απολαβόντες την ουράνιον Βασιλείαν Αυτού, ης και ημείς ταις αυτών πρεσβείαις αξιωθείημεν. Αμήν.

Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2022

Ελεν Κέλερ: Η τυφλή και κωφάλαλη φιλέλλην που υποστήριζε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η τελειότερη όλων


«Νομίζω ότι τα Ελληνικά είναι η πιο όμορφη γλώσσα που ξέρω. Αν είναι αλήθεια ότι το βιολί είναι το πιο μουσικό από όλα τα όργανα, τότε τα Ελληνικά είναι το βιολί της ανθρώπινης σκέψης. . . Όταν διαβάζω τα ωραιότερα κομμάτια της Ιλιάδας, μια ψυχική δύναμη με ανεβάζει πάνω από τα μικρά και τα καθημερινά. Τα φυσικά μου όρια ξεχνιώνται, κι ο κόσμος μου είναι ψηλά, το μήκος, το πλάτος και το βάθος του ουρανού είναι δικά μου!».

Λόγια μιας ξεχωριστής γυναίκας του προηγούμενου αιώνα, η οποία έμεινε γνωστή στην ιστορία για τη δύναμη της θέλησής της – αν και γεννήθηκε τυφλή και κωφάλαλη κατάφερε να γίνει σπουδαία συγγραφέας και αγωνίστρια, αλλά και για τον αδιαπραγμάτευτο φιλελληνισμό της.

Ελεν Κέλερ: Η τυφλή και κωφάλαλη φιλέλλην που υποστήριζε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η τελειότερη όλων  

Η Ελεν Κέλερ γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στον Αμερικανικό Νότο, το 1880. Όταν ήταν 19 μηνών, μια αιφνίδια ασθένεια της στέρησε για πάντα το φως και την ακοή της, αφήνοντάς την ένα «αγρίμι», που αδυνατούσε να κατανοήσει τον κόσμο γύρω της… Μέχρι που οι γονείς της προσέλαβαν μια ειδικά εκπαιδευμένη δασκάλα, ικανή να διδάξει στο 7χρονο πλέον παιδί τους, τρόπους και μεθόδους συνεννόησης και κατανόησης του γύρω κόσμου. Και έτσι στην ανθρωπότητα ανέτειλε η μεγάλη συγγραφέας, δασκάλα και αγωνίστρια Ελεν Κέλερ, που δαπάνησε τη μακρά ζωή της βοηθώντας συνανθρώπους της με παρόμοια προβλήματα να γνωρίσουν και αυτοί τον κόσμο!

Η Έλεν Κέλερ γεννήθηκε υγιέστατη σε μια μικρή πόλη της Αλαμπάμα τον Ιούνιο του 1880. Η οικογένειά της δεν ήταν ιδιαίτερα ευκατάστατη και ζούσε σε μια μεγάλη φάρμα, κληρονομιά ενός προπάππου, όπου ασχολιόταν με την καλλιέργεια του βαμβακιού.

Σε ηλικία 19 μηνών νόσησε από οστρακιά (ή μηνιγγίτιδα) κι έτσι έχασε την ακοή και την όρασή της. Καθώς η ακοή είναι καθοριστικός παράγοντας για την ανάπτυξη της ομιλίας, η μικρή Έλεν δε μπορούσε να μάθει να μιλάει κι απομονώθηκε από τον γύρω κόσμο της, μη έχοντας σχεδόν κανένα τρόπο επικοινωνίας μ’ αυτόν. Στο πλαίσιο της παρέας που έκανε – μέχρι να χάσει την ακοή και την όρασή της – με την κόρη της μαγείρισσας του σπιτιού, είχε βρει κάποιους τρόπους επικοινωνίας, κυρίως με τα χέρια, τους οποίους διατήρησε και μετά την ασθένειά της. Με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, επικοινωνούσε επίσης μέσω διαφόρων σημάτων που έκανε με τα χέρια ή και το σώμα της.
Ελεν Κέλερ: Η τυφλή και κωφάλαλη φιλέλλην που υποστήριζε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η τελειότερη όλων
Η πορεία της θα μπορούσε να είναι προδιαγεγραμμένη, αν οι γονείς της είχαν επαναπαυθεί: τα χρόνια θα περνούσαν και η Έλεν θα ζούσε τη ζωή ενός φυτού, παρότι οι εγκεφαλικές της λειτουργίες ήταν σε άριστη κατάσταση.

Όταν η Έλεν ήταν 7 ετών, η μητέρα της έτυχε να διαβάσει για την επιτυχημένη διαπαιδαγώγηση ενός άλλου τυφλού και κωφάλαλου κοριτσιού, σε κάποιο άλλο μέρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Τότε έστειλε Έλεν με τον πατέρα της σε έναν εξειδικευμένο γιατρό στη Βαλτιμόρη. Ο ίδιος τους παρέπεμψε στον Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπελ (ναι, τον εφευρέτη της τηλεφωνικής συσκευής!), ο οποίος τότε εργαζόταν στην εκπαίδευση των τυφλών παιδιών. Μέσω αυτού του δικτύου των εκπαιδευτικών, βρέθηκε μια δασκάλα για τη μικρή Έλεν, η οποία θα πήγαινε να μείνει μαζί με την οικογένεια στην Αλαμπάμα, ώστε να αφοσιωθεί πλήρως στο δύσκολο έργο της.

Ελεν Κέλερ: Η τυφλή και κωφάλαλη φιλέλλην που υποστήριζε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η τελειότερη όλων

Η ζωή με την πρωτοπόρο δασκάλα Ανν Σάλιβαν

Η εκπαίδευση της Έλεν από την Ανν Σάλιβαν ξεκίνησε το 1887 και η σχέση τους διήρκεσε 49 ολόκληρα χρόνια. Η τότε 20χρονη Σάλιβαν είχε γίνει δασκάλα για τυφλά παιδιά, διότι και η ίδια έπασχε από μια σοβαρή οφθαλμική πάθηση, εξαιτίας της οποίας, με το πέρασμα των χρόνων, θα έμενε εντελώς τυφλή.

Ελεν Κέλερ: Η τυφλή και κωφάλαλη φιλέλλην που υποστήριζε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η τελειότερη όλων

Η πρώτη λέξη

Η πρώτη λέξη που προσπάθησε η Σάλιβαν να διδάξει στην Έλεν ήταν η λέξη ”κούκλα”. Η Έλεν αρχικά αντιδρούσε έντονα στις διδακτικές μεθόδους της δασκάλας της, γιατί δε μπορούσε να αντιληφθεί ότι υπήρχε μια λέξη για κάθε αντικείμενο. Η Σάλιβαν αποφάσισε να συνεχίσει τα μαθήματα με την Έλεν σε μια καλύβα που υπήρχε στο κτήμα, ώστε να είναι απομονωμένες και η Έλεν να μπορεί να συγκεντρωθεί σε κάθε μάθημα.

Τότε έγινε το πρώτο μαθησιακό θαύμα. Η Έλεν έμαθε την πρώτη της λέξη. Η Σάλιβαν της έριξε νερό στο χέρι και με κινήσεις της παλάμης της κατόρθωσε να μεταδώσει στην Έλεν τη γνώση ότι αυτό που ρέει στο χέρι της ονομάζεται ”νερό”.

Μέχρι τα βράδυ εκείνης της ημέρας, η Έλεν είχε μάθει συνολικά 30 νέες λέξεις. Είχε βγει από το σκοτάδι, είχε ξαναγεννηθεί, με πρώτη γνώση τη λέξη ”νερό”. Το στοιχείο της φύσης από το οποίο ξεκινάει έτσι κι αλλιώς η ζωή.

Ελεν Κέλερ: Η τυφλή και κωφάλαλη φιλέλλην που υποστήριζε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η τελειότερη όλων

Οι σπουδές της Έλεν και η σιδερένια θέλησή της

Η εκπαίδευση με την επίμονη Ανν Σάλιβαν συνεχίστηκε τόσο επιτυχημένα, που η Έλεν πήγε σύντομα σε σχολείο για τυφλά παιδιά, ενώ μόλις ενηλικιώθηκε, ξεκίνησε και ολοκλήρωσε με επιτυχία τις σπουδές της το Κολέγιο Ράντικλιφ. Η πιστή δασκάλα της τη συνόδευε σε κάθε νέο εκπαιδευτικό της βήμα.

Η Έλεν, πανέξυπνη και χαρισματική, μετά τη μέθοδο Μπράιγ και την επικοινωνία με τα χέρια της, άρχισε να μαθαίνει να αρθρώνει ορισμένες λέξεις, προσπαθώντας να αντιληφθεί τον τρόπο παραγωγής ήχου από τις ανθρώπινες φωνητικές χορδές, αγγίζοντας αρχικά το λαιμό των συνομιλητών της. Η θέλησή της ξεπέρασε το φυσικό εμπόδιο κι έτσι κατόρθωσε να παράξει λέξεις.

Ελεν Κέλερ: Η τυφλή και κωφάλαλη φιλέλλην που υποστήριζε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η τελειότερη όλων

Η προσωπικότητα της Έλεν Κέλερ

Πολιτικοποιημένη, μέλος του σοσιαλιστικού κόμματος των ΗΠΑ, για τις θέσεις του οποίου αρθρογραφούσε τακτικά, υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ιδιαίτερα των δικαιωμάτων των ανθρώπων με αναπηρίες, φεμινίστρια, πολιτική ακτιβίστρια και συγγραφέας 12 βιβλίων και δεκάδων άρθρων. Η Έλεν, στη διάρκεια της ζωής της, ταξίδεψε σε πάνω από 40 χώρες, έμαθε να γράφει και να διαβάζει σε 5 γλώσσες, γνώρισε ξένες κουλτούρες και πολιτισμούς. Κατάφερε το ακατόρθωτο, ακόμα και μετά το 1936, οπότε έφυγε από τη ζωή η αγαπημένη της δασκάλα.
Ελεν Κέλερ: Η τυφλή και κωφάλαλη φιλέλλην που υποστήριζε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η τελειότερη όλων
Στη διάρκεια της ζωής της, αλλά και μετά το θάνατό της, βραβεύτηκε για το έργο της από δεκάδες οργανισμούς, καθώς και από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Λύντον Τζόνσον. Η ζωή της έγινε ταινία το 1962 με τίτλο ”The Miracle Worker”, με πρωταγωνίστριες την Ανν Μπάνκροφτ και την Πάττυ Ντιουκ, που κέρδισαν βραβεία Όσκαρ για την ερμηνεία των ρόλων της Σάλιβαν και της Κέλερ αντίστοιχα.
Ελεν Κέλερ: Η τυφλή και κωφάλαλη φιλέλλην που υποστήριζε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η τελειότερη όλων
Η Κέλερ ”έφυγε” την 1η Ιουνίου του 1968, χωρίς ποτέ να νικηθεί από τις σωματικές τις αναπηρίες και τον κοινωνικό αποκλεισμό που υφίστανται ανέκαθεν οι άνθρωποι με ειδικές ανάγκες και ικανότητες.
Ελεν Κέλερ: Η τυφλή και κωφάλαλη φιλέλλην που υποστήριζε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η τελειότερη όλων
Την εποχή της παγκόσμιας αναγνώρισής της, έγραψε:

”Αφού δεν υπάρχει βασιλικός δρόμος για την κορυφή, χρειάζεται να προχωρώ με δυσκολία το ανηφορικό μονοπάτι. Πολλές φορές γλιστράω προς τα πίσω, πέφτω. Σηκώνομαι, όμως, γρήγορα και τρέχω ενάντια στα εμπόδια. Συχνά χάνω την διάθεσή μου, αλλά την ξαναβρίσκω και την κρατώ πιο σφικτά. Σέρνομαι τότε προς τα πάνω, κερδίζω κάτι λίγο, αναθαρρώ, αποκτώ πιο πολύ ζήλο, ανεβαίνω ψηλότερα και τότε αρχίζω να βλέπω τον ορίζοντα να πλαταίνει. Κάθε αγώνας που δίνεται είναι μια νίκη”.
Ελεν Κέλερ: Η τυφλή και κωφάλαλη φιλέλλην που υποστήριζε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η τελειότερη όλων
Πράγματι, ολόκληρη η ζωή της ήταν μια διαρκής νίκη πάνω στο σκοτάδι, που δε θα πάψει ποτέ να συγκινεί και να δίνει κίνητρο για την αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής σε καθέναν από εμάς.

πηγή

Αγία Αλυπία, η δια Χριστόν σαλή του Κιέβου: Προείδε την πυρηνική καταστροφή του Τσερνομπίλ και το Oυκρανικό σχίσμα.


Αγία Αλυπία του Κιέβου (Avdeyeva,1910– 1988) η δια Χριστόν σαλή
Εκοιμήθη στις 30 Οκτωβρίου 1988

«ημείς μωροί διά Χριστόν, …και πεινώμεν και διψώμεν και γυμνητεύομεν και κολαφιζόμεθα και αστατούμεν…· λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλούμεν· ως περικαθάρματα του κόσμου εγενήθημεν, πάντων περίψημα έως άρτι. »( Α Κορ. δ’: 10-13 )

«Ότι ο Θεός επείρασεν αυτούς, και εύρεν αυτούς αξίους εαυτού. Ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτούς.» (Σοφίας Σολομώντος Κεφ. 3, 5-6)

Η μάτουσκα Αλυπία οκτώ χρονών έμεινε ορφανή, φιλοξενήθηκε για λίγο στη θεία της και μετά από τις σπουδές στο σχολείο πήρε το σταυρό της και ακολούθησε τον Χριστό, με σιωπή και αδιάλειπτη προσευχή. Ζούσε με ό,τι της έστελνε ο Θεός, και ήταν φορές που περνούσε τη νύχτα στην ύπαιθρο.

Οι σκληρές δοκιμασίες δεν σκλήρυναν την συμπονετική καρδιά της, αλλά την έκαναν ακόμα πιο φιλεύσπλαχνη. Η απέραντη ανθρώπινη θλίψη ώθησε το κορίτσι να προσεύχεται συνεχώς για τους πονεμένους και βασανισμένους. Η περιπλάνηση της ζωή της την είχε διδάξει να είναι ευγνώμων στον Θεό και στους ανθρώπους για το παραμικρό καλό: για την μέρα που πέρασε, για μια ήσυχη νύχτα, για μια γουλιά νερό, για τα ψίχουλα από το γεύμα κάποιου, για έναν καλό λόγο και μια φιλική συμπεριφορά. Το δώρο της ευγνώμονος αγάπης, η Σταρίτσα το είχε σε όλη της τη ζωή.

Κατά τη διάρκεια των θλίψεών της το Άγιο Πνεύμα της ενίσχυε την πίστη και την αφοσίωσή της στο θέλημα του Θεού, που υπάκουα δέχθηκε από το χέρι Του. Η μητέρα δεν ζήτησε ποτέ βοήθεια και προστασία από τους ανθρώπους, ζήτησε βοήθεια και προστασία μόνο από τον Θεό. Η πίστη και η εμπιστοσύνη της ήταν τόσο ισχυρή ώστε μόνο να άκουγες, με τι παιδική απλότητα έλεγε το Θεό, «Πατέρα!» Και εισακούονταν αμέσως οι προσευχές της, πάνω απ ‘όλα γι’ αυτήν ο Πατέρας ήταν – ο πιο στενός οικείος, ο πιο αγαπημένος, ο προστάτης της.

Η Σταρίτσα γνώριζε πάντα πόσοι άνθρωποι και με ποιες ανάγκες έρχονταν και για όλους προετοίμαζε ένα γεύμα. Πολλοί κατά τη διάρκεια του γεύματος λάμβαναν θεραπεία από τις ασθένειές τους. Επίσης, θεράπευε τους αρρώστους και με μια δική της αλοιφή, η οποία ήταν τόσο θαυματουργή που όλοι πίστευαν ότι η θεραπευτική δύναμη της δεν ήταν στην ίδια την αλοιφή, αλλά στις άγιες προσευχές της. Κατά κανόνα, οι επισκέπτες έφευγαν χαρούμενοι και … θεραπευμένοι, αν και δεν μπορούσαν να το καταλάβουν αμέσως. Η μάτουσκα έλεγε ένα λόγο σε όλους και αυτός γινόταν κατανοητός μόνο από τον άνθρωπο στον οποίο απευθυνόταν αυτός.

Στη μητέρα Αλυπία έρχονταν όχι μόνο πιστοί, αλλά και αθεϊστές και κομμουνιστές με  δύσκολα προβλήματα και σοβαρές ασθένειες. Κι όλους τους βοηθούσε με την αγάπη και την προσευχή της, στρέφοντάς τους προς τον Χριστό. Μόνο ο Θεός ξέρει πόσους ανθρώπους έσωσε από την καταστροφή και την απόγνωση, πόσους θεράπευσε, πόσες οικογένειες έσωσε από την διάλυση.

Τον Απρίλιο του 1988, λέει η συνοδός-φίλη της Μαρία, κρατούσα το Ημερολόγιο της Εκκλησίας και η Μητέρα ρωτάει: “Κοίτα τι μέρα είναι στις 30 Οκτωβρίου.” Κοίταξα και είπα: “Κυριακή”. Επανέλαβε: “Κυριακή”. Μετά το θάνατό της, συνειδητοποιήσαμε ότι τον Απρίλιο η μητέρα μας γνωστοποίησε την ημέρα του θανάτου της που από έξι μήνες πριν αυτήν ήδη γνώριζε. Και μια άλλη φορά είπε: «Θα φύγω όταν αρχίσουν οι παγετοί και πέσει το πρώτο χιόνι ».

Το βράδυ του Σαββάτου, στις 16/29 Οκτωβρίου, ήταν πολύ άρρωστη. Την επόμενη μέρα, στις 17/30 Οκτωβρίου 1988, έπεσε το πρώτο χιόνι και άρχισε ο πρώτος παγετός. Όλοι προσευχόταν. Η μητέρα τους ευλόγησε όλους, εκτός από μία γυναίκα, να πάνε στην έρημο Κιτάγιεβο, και να προσευχηθούν γι ‘αυτήν στους τάφους της Μοναχής Δοσιθέας και του οσίου Θεοφίλου του δια Χριστόν σαλού.

Στη κοίμησή της, ήταν φωτεινή, σαν να κοιμόταν. Το πρόσωπό της ήταν ήρεμο και ιλαρό. Η κηδεία της έγινε την 1η Νοεμβρίου στην Εκκλησία της Ανάληψης της Μονής Φλωρόβσκι, όπου συγκεντρώθηκαν πολλοί άνθρωποι. Η θλίψη που ένοιωσαν όσοι την αγαπούσαν διαλύθηκε από μια ήσυχη χαρά, γεμάτη πίστη και ελπίδα. Όλοι ένιωθαν ότι αυτό ήταν θρίαμβος της πίστης μας, δεν ήταν θάνατος, αλλά μια νίκη πάνω του.

***

Έλεγε ο πατήρ Μεθόδιος Demeevskoy Finkevich για τη μάτουσκα Αλυπία:
– Ήταν μια ενσάρκωση της καλοσύνης και της ευγένειας. Προσεύχομαι σε αυτήν ακόμη και για μικρά πράγματα.

Μεταξύ των πνευματικών της  παιδιών ήταν  ο πρώην επίσκοπος της Tulchin και Bratslav Ιππόλυτος (Khil’ko), όπου του προείπε ότι θα γίνει επίσκοπος.

Κατά τα χρόνια του πολέμου με το Αφγανιστάν, όσοι στρατιώτες ζήτησαν τις προσευχές της δεν στάλθηκαν στο Αφγανιστάν και έτσι απέφυγαν τον θάνατο.

Της αποκαλύφθηκε ότι στις 26 Απριλίου 1986 θα γίνει ατύχημα στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ. Και η μητέρα Αλυπία προειδοποίησε τους ανθρώπους πολύ πριν από την τραγωδία ότι η γη θα καεί, ότι θα «δηλητηριαστούν» η γη και το νερό.

“Κάτω από το έδαφος καίγεται η γη, Σβήστε τη φωτιά!” Έλεγε η ευλογημένη. “Μην αφήνετε το φυσικό αέριο!” Κύριε! Τι θα συμβεί τη Μεγάλη Εβδομάδα!

Αλλά κανείς δεν την καταλάβαινε. Πάνω από μισό χρόνο, η ευλογημένη γυναίκα παρέμεινε σε έντονη προσευχή για τη σωτηρία της γης και των ανθρώπων από μια τρομερή καταστροφή. Μια ημέρα πριν από το ατύχημα, η μητέρα μας περπατούσε στους δρόμους και φώναζε:

– Κύριε! Λυπήσου τα μωρά, μη καταστρέψεις τους ανθρώπους!

Οι άνθρωποι που ήρθαν σ ‘αυτήν εκείνη την ημέρα, τους συμβούλευε:” Κλείστε τις πόρτες και τα παράθυρα καλά, θα υπάρξει πολύ αέριο. “

Ο Κύριος αποκάλυψε στην γερόντισσα τον πνευματικό λόγο της τραγωδίας του Τσερνομπίλ, αλλά δεν μπορούσε να αποτρέψει εντελώς την οργή του Θεού από τους ανθρώπους που την προκάλεσαν. Από το βάθος της καρδιάς της προσευχόταν ο Κύριος να αποδυναμώσει τις συνέπειες της τραγωδίας, αλλά όλα αυτά έπρεπε να γίνουν.

Όταν συνέβη το ατύχημα και άρχισε ο πανικός, ειδικά στο Κίεβο και στις πόλεις και τα χωριά κοντά στη ζώνη των 30 χιλιομέτρων, η μητέρα Αλυπία δεν έφυγε από το σπίτι, είπε: «Ζω με τους πόνους των άλλων». Αυτή, ως στοργική μητέρα, προέτρεψε όλους να ηρεμήσουν, να στραφούν στον Θεό και να στηριχθούν στη βοήθεια και το έλεός Του. Η μακαρία κάλεσε τους ανθρώπους να στραφούν στον Εσταυρωμένο Ιησού Χριστό και να θυμούνται τη δύναμη του Σταυρού Του, που νίκησε τον θάνατο και να έχουν εμπιστοσύνη στον Κύριο.

Την ρώτησαν: Να φύγουμε;

Είπε: όχι. Όταν ρωτήθηκε τι να κάνουν με τα τρόφιμα, είπε: “Πλύντε τα, προσευχηθείτε λέγοντας το ”Πάτερ ημών” και το ”Θεοτόκε Παρθένε “σταυρώστε τα και φάτε και θα είναι καθαρά” …

Η μητέρα ευλόγησε να καλύψουν τα σπίτια κάνοντας το σημείο του Σταυρού και να συνεχίσουν να ζουν μέσα, να σταυρώνουν το φαγητό και να το τρώνε χωρίς φόβο.
– Πώς να πιούμε ραδιενεργό γάλα; Την ρώτησαν με φόβο.
– Να το σταυρώνετε – απάντησε η μητέρα μας – και δεν θα έχει ακτινοβολία.
Σε αυτές τις φοβερές ημέρες, η μάτουσκα στήριζε πολλούς και τους συγκρατούσε από τον πανικό και την απελπισία και τους οδηγούσε στο Θεό.

***

Η μητέρα Αλυπία προειδοποίησε τα πνευματικά παιδιά της και για μια άλλη καταστροφή, ένα “πνευματικό Τσερνομπίλ”: τη μελλοντική  διαίρεση του ”Φιλαρέτου” στην Ουκρανία. Προέβλεψε ότι θα πάρει τους ναούς, θα υπάρξει διάσπαση κι έπειθε τους επισκέπτες της ότι έπρεπε να ανήκουν μόνο στην κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο Αλεξέι Α. θυμάται: “Όταν είδε τη φωτογραφία του Φιλαρέτου, είπε: ” Δεν είναι δικός μας “. Αρχίσαμε να τις εξηγούμε ότι αυτός είναι ο Μητροπολίτης μας, νομίζοντας ότι δεν τον ξέρει, αλλά και πάλι η ίδια σταθερά επαναλάμβανε: «Δεν είναι δικός μας.» Τότε δεν καταλαβαίναμε την έννοια των λέξεών της, και τώρα μας εκπλήσσουν, πόσα χρόνια πριν η μητέρα είχε προβλέψει τα πάντα ».

Ο Ν.Τ. θυμάται: «Είμασταν στη μάτουσκα, και μιλάγαμε. Η σόμπα έκαιγε, κάποιος της έδειξε ένα περιοδικό στο οποίο υπήρχε μια μεγάλη φωτογραφία του Mητρ. Φιλαρέτου Denisenko. Η μητέρα άρπαξε το περιοδικό με τα δύο της δάχτυλα και φώναξε: “Ου, ου, ου, πόση θλίψη θα φέρει στους ανθρώπους, πόσο κακό θα κάνει. Λύκος με ένδυμα προβάτου! Στη σόμπα, στη σόμπα! “. Άρπαξε το περιοδικό και το έριξε στη σόμπα. Όταν συνήλθε από την σύγχυση, κάθισε σιωπηλά, και άκουγε τη σόμπα, που καίγονταν το περιοδικό. Είπα στη μητέρα: “Και τι θα συμβεί;” Η μητέρα χαμογέλασε με το μεγάλο παιδικό χαμόγελο της και είπε: “Ο Βλαντιμίρ θα είναι, ο Βλαντιμίρ!”. Και όταν υπήρξε διάσπαση στην εκκλησία μας, εμείς χωρίς καμία αμφιβολία και δισταγμό ακολουθήσαμε αυτή που η μητέρα μας έδειξε ενάμιση χρόνο πριν τον θάνατό της και σχεδόν πέντε χρόνια πριν από τα γεγονότα ».

Προείδε τον πόλεμο στην Τσετσενία και την οικονομική κρίση του 2008. «Θα υπάρξει πόλεμος στον Καύκασο, στον οποίο οι άνθρωποι θα υποφέρουν για την ορθόδοξη πίστη ».

Προέβλεψε όλα τα επόμενα δεινά και αισθάνθηκε την τρομερή ανάσα του  επερχόμενου Τρίτου παγκοσμίου πολέμου. «Αυτός δεν θα είναι πόλεμος, αλλά  εκτέλεση λαών για τη σάπια κατάστασή τους. Τα νεκρά σώματα θα είναι σαν βουνά, και κανείς δεν θα τα παίρνει για να τα θάψει. Ο πόλεμος θα ξεκινήσει από του Πέτρου και Παύλου – στις 12 Ιουλίου, την ημέρα των πρωτοκορυφαίων Μεγάλων Αποστόλων. Αυτό θα συμβεί όταν θα βγάλουν έξω το πτώμα …. Θα είστε ξαπλωμένοι: εκεί το χέρι, εκεί το πόδι …. Τα βουνά και οι λόφοι θα διαλυθούν, θα ισοπεδωθούν. Οι άνθρωποι θα τρέχουν από τόπο σε τόπο. Ο Κύριος τους δικούς του δεν θα επιτρέψει να πεθάνουν • τους πιστούς θα τους κρατάει και μόνο με αντίδωρο. Θα υπάρχουν πολλοί μάρτυρες που θα μαρτυρήσουν και άνευ αίματος για την Ορθόδοξη πίστη. ».

«Το μέλλον του κόσμου κρύβεται από τους ανθρώπους. Ποιος γνωρίζει τις οδούς και τους τρόπους του Κυρίου; Είναι ο Ένας – ο Δημιουργός όλων των δημιουργημάτων, μπορεί να αλλάξει τα πάντα σε μια στιγμή».

«Μας είπε για ολόκληρη την καταστροφή του κόσμου», θυμάται ο LA. Cherednichenko, «μας μίλησε για περίπου μια ώρα, ακούγαμε προσεκτικά, αλλά όλα διέφυγαν από τη μνήμη μας, παρέμειναν μόνο δύο ή τρεις φράσεις, ως οδηγός στο σκοτάδι». Η προφητευμένη ημερομηνία έναρξης του πολέμου μπορεί να μην αντιστοιχεί στη κοινή χρονολογία, καθώς η μητέρα Αλυπία ένα χρόνο πριν από το θάνατό της το 1988, άρχισε να ζει σύμφωνα με ένα μόνο σε αυτή κατανοητό ημερολόγιο, το οποίο ονόμαζε Ιερουσαλημίτικο.
Η εορτή των αγίων Πέτρου και Παύλου σημειώνεται στο ημερολόγιό της το φθινόπωρο.

Κάθε ανθρώπινη δυστυχία και θλίψη προκαλούσε πάντα μεγάλη συμπόνια στην ψυχή της γερόντισσας. Η επιθυμία της να τους βοηθήσει όλους εκφράστηκε όχι μόνο με εντατικές προσευχές, αλλά και με το να υποβάλει το γεροντικό, ταλαιπωρημένο σώμα της σε στερήσεις. Έτσι, κατά τη διάρκεια μιας ξηρασίας, όχι μόνο δεν έτρωγε φαγητό, αλλά δεν έπινε και νερό, ακόμη και στον καύσωνα.

Το καλοκαίρι του 1986, η ευλογημένη, ικετεύοντας τον Κύριο να βρέξει, δεν έτρωγε ούτε έπινε για δύο εβδομάδες. Και όταν έριξε μια δυνατή νεροποντή, η μητέρα Αλυπία με μεγάλη χαρά πήγαινε γύρω από το σπίτι, σηκώνοντας τα χέρια της προς τον ουρανό.

– Δόξα τω Θεώ! Βροχή! Φώναζε δυνατά.

– Δόξα τω Θεώ! Βροχή! Η συγκομιδή! Η συγκομιδή! Η συγκομιδή!

Ακόμα η μητέρα ενίσχυε τον αγώνα της και στις περιπτώσεις που τα πνευματικά της παιδιά προσέβαλλαν τον Θεό με την ανυπακοή τους.

Σχετικά με την αγιότητα του Τσάρου Νικολάου Β’ είπε: «Είναι άγιος. Τον είδα. ”

Τα τελευταία εννέα χρόνια της ζωής της, έζησε στο Γκοζοσεέβο. Εδώ αποκαλύφθηκαν πλήρως τα μεγάλα πνευματικά της χαρίσματα . Το δώρο της προόρασης και διόρασης, που της χάρισε ο Κύριος, να διαβάζει τις καρδιές των ανθρώπων που έρχονταν σε αυτήν, σαν ανοιχτό βιβλίο, της ίασης αλλά πάνω απ ‘όλα – το δώρο της αγάπης. Κατανοούσε τη γλώσσα των ζώων και των πουλιών. Η Ματουσκα βοήθησε πολύ με τις προσευχές της σε δικαστικές υποθέσεις. Προειδοποιούσε τους ανθρώπους για κινδύνους, βοηθούσε να αποφευχθούν προβλήματα και πειρασμοί ή προστάτευε από επικείμενη καταστροφή. Έτσι, μια μέρα προσευχόταν όλη τη νύχτα στα γόνατα να σωθεί μια κοπέλα που βρισκόταν στα χέρια ενός σαδιστή σε μια άγνωστη πόλη, παρακαλούσε τον Κύριο να σώσει τη ζωή του κοριτσιού. Μία από τις πνευματικές κόρες της μητέρας έγινε μάρτυρας αυτού του αγώνα για την σωτηρια αυτης της ψυχής. Αλλά μόνο μετά από καιρό έμαθε για ποια είχε παρακαλέσει στον Κύριο έτσι.

Ήταν και είναι μια ανεξάντλητη πηγή θαυμάτων.

Για να διαβάσετε τον βίο της αγίας πατήστε εδώ.

Απολυτίκιον Ήχος πλ. δ’

Εν σοι Μήτερ, ακριβώς διεσώθη το κατ’ εικόνα• λαβούσα γαρ τον Σταυρόν, ηκολούθησας τω Χριστώ, και πράττουσα εδίδασκες, υπεροράν μεν σαρκός, παρέρχεται γαρ• επιμελείσθαι δε ψυχής, πράγματος αθανάτου• διό και μετά Αγγέλων συναγάλλεται, οσία Αλυπία, το πνεύμα σου.


Πηγή: iconandlight.wordpress.com

Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2022

π. Γεώργιος Μεταλληνός: Της Αγίας ενδόξου Οσιομάρτυρος Φιλοθέης της Αθηναίας.


σ.σ. Μία πολύ ωραία ομιλία του π. Γεωργίου Μεταλληνού για την Αγία Φιλοθέη και τον ρόλο των Μοναστηριών στα χρόνια της δουλείας.

«Η Αγία Φιλοθέη προσέφερε μεγάλη υπηρεσία στο Γένος διότι κρατούσε την Πίστη που κρατούσε συγχρόνως και την αγάπη προς την Πατρίδα και την ανάμνηση της καταγωγής μας. Έτσι προχωρήσαμε αδελφοί μου στο ’21. Γι’ αυτό την εμίσησαν οι Τούρκοι. Εάν η Αγία Φιλοθέη απλώς εκτελούσε ένα κοινωνικόν έργον δεν θα προκαλούσε τους Οθωμανούς.»

[Τιμάμε] σήμερα την μνήμη της Αγίας ενδόξου Οσιομάρτυρος Φιλοθέης της Αθηναίας, διότι είναι προστάτης των Αθηνών και διότι είναι ένας Άγιος πολύ κοντά μας· το 1589 εμαρτύρησε επί τουρκοκρατίας.

Το πρόσωπο της Αγίας Φιλοθέης πιστεύω ότι είναι γνωστό σε όλους σας. Θα επισημάνω μόνο κάποια χαρακτηριστικά σημεία για να προσεγγίσουμε περισσότερο αυτήν την μεγάλη μορφή, την οποία ο Θεός μας χάρισε κατά την διάρκεια της δουλείας.

Παιδί μιας πλούσιας οικογένειας, νεαρή ενυμφέφθη κάποιον νέο. Μετά από τρία χρόνια όμως εκοιμήθη ο σύζυγός της και εχήρευσε. Και τότε η Αγία αφοσιώθηκε στον μοναχικό βίο τον οποίο αγαπούσε από τα παιδικά της χρόνια. Για να εκτελέσει την επιθυμία των γονέων της εισήλθε εις γάμου κοινωνία.

Έτσι λοιπόν η Φιλοθέη ιδρύει την Μονή του Αγίου Ανδρέου στην οδό Λευκωσίας που υπάρχει και σήμερα ο Ναός, και εκεί συγκέντρωσε γύρω της πολλά κορίτσια ώστε να δημιουργήσει τον «Παρθενώνα» όπως ελέγετο. Δηλαδή ένα κατοικητήριο και ησυχαστήριο ψυχών.

Εγγράμματη όπως ήταν και προικισμένη η Αγία Φιλοθέη έμαθε τα κορίτσια εκείνα τέχνες. Άλλα κορίτσια έμεναν στον Μοναχικό βίο, άλλα δημιουργούσαν οικογένειες. Αυτό είναι το Μοναστήρι το Ορθόδοξο. Αυτός είναι ο Μοναχικός βίος. Το Μοναστήρι είναι ένα ιατρείο πνευματικό, όπως λέει ο Ιερός Χρυσόστομος, είναι ένα νοσοκομείο μέσα από το οποίο περνάμε όλοι οι άνθρωποι για να ανανεωθούμε ψυχικά, για να επιστρέψουμε πάλι στον Πατέρα μας, όπως μας διδάσκει σήμερα ο Χριστός μας δια της Παραβολής του Ασώτου.

Έτσι λοιπόν, η Αγία Φιλοθέη προσέφερε ευεγερσίες και κυρίως εφύλαττε και τον υπόλοιπο κόσμο αλλά και τις δεκάδες και τις εκατοντάδες καμμιά φορά των κοριτσιών και γυναικών που ήσαν εις τον «Παρθενώνα» της, τους προστάτευε από τον εξισλαμισμό.

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος κατά την διάρκεια της δουλείας ήταν ο εξισλαμισμός. Η εγκατάλειψη δηλαδή της Ορθοδόξου Πίστεως και η εισχώρηση εις την πίστη του κατακτητού. Αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε αν λάβουμε υπόψη μας την εξής πραγματικότητα: η Πίστις, η Ορθοδοξία ήταν εκείνη που φύλαγε και τον εθνισμό μας και όχι μόνο τον εθνισμό των Ελλήνων αλλά και των άλλων Ορθοδόξων, των Σέρβων, των Βουλγάρων, των Ρώσσων. Μέσα στην Πίστη εσώζετο ο εθνισμός και η φιλοπατρία. Εκείνοι οι οποίοι έχαναν την Πίστη ή ετούρκευαν ή εφράγκευαν.

Στην διάρκεια της δουλείας δημιουργήθηκαν αυτά τα δύο ρήματα: φραγκεύω και τουρκεύω ή φραγκίζω και τουρκίζω. Αυτό σημαίνει ότι έχαναν την Πίστη τους. Αλλά μαζί με την Πίστη έχαναν και την συνείδηση της καταγωγής τους, την συνείδηση της Πατρίδος. Όλοι εκείνοι λοιπόν που γινόντουσαν ουνίτες, δηλαδή γενίτσαροι προς την Δύση ή γενίτσαροι προς την Ανατολή, όλοι αυτοί γινόντουσαν συγχρόνως και αρνησιπάτριδες. Ηρνούντο την Πατρίδα τους.

Η Αγία Φιλοθέη προσέφερε μεγάλη υπηρεσία στο Γένος διότι κρατούσε την Πίστη που κρατούσε συγχρόνως και την αγάπη προς την Πατρίδα και την ανάμνηση της καταγωγής μας. Έτσι προχωρήσαμε αδελφοί μου στο ’21. Γι’ αυτό την εμίσησαν οι Τούρκοι. Εάν η Αγία Φιλοθέη απλώς εκτελούσε ένα κοινωνικόν έργον δεν θα προκαλούσε τους Οθωμανούς. Επειδή όμως δεν ήταν απλώς ένα έργο φιλανθρωπικό αλλά ήταν συγχρόνως και στήριξης της Πίστεως και της αγάπης προς το Έθνος, προς το Γένος, γι’ αυτόν τον λόγο απεφάσισαν να εξαφανίσουν την παρουσία της από τον κόσμον αυτόν. Έτσι οδηγήθηκε στο Μαρτύριο.

Οδηγήθηκε στο μαρτύριο το 1589 στις 19 Φεβρουαρίου, ακριβώς την σημερινή ημέρα. Και άφησε τον πνεύμα εις τον Θεόν εις την Καλογρέζα όπου είχε ιδρύσει πάλι ένα Ησυχαστήριο. Και γι’ αυτό εκεί σήμερα τελείται η μνήμη της Αγίας Φιλοθέης, εις τον Ναόν που μετά ευγνωμόνως το Γένος έκτισε εις την Αγία.

Δύο λόγια θα ήθελα να πω αναφερόμενος περαιτέρω στην σημασία της Αγίας Φιλοθέης. Η Αγία Φιλοθέη ανήκει στους Νεομάρτυρες. Νεομάρτυρες είναι οι νέοι Μάρτυρες της Πίστεως. Οι μάρτυρες των τριών και τεσσάρων πρώτων αιώνων χωρίς να πάψει ποτέ το μαρτύριο στην Εκκλησία, η ομολογία δηλαδή του Ιησού Χριστού, συνεχίζονται και στα νεότερα χρόνια κατά την διάρκεια της δουλείας και κατά την αραβοκρατία από τον 7ο αιώνα και κατά την λατινοκρατία από τον 13ο αιώνα, αλλά και κατά την οθωμανοκρατία από τον 14ο-15ο αιώνα (14ο για την Μικρά Ασία).

Οι Νεομάρτυρες όπως λέγει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης είναι η ανακαίνιση ολοκλήρου της Ορθοδόξου Πίστεως. Είναι συγχρόνως η ανακαίνισιη του Ορθοδόξου μαρτυρίου. Του μαρτυρίου δηλαδή για τον Χριστόν ως συνέπεια και πιστότητα εις την αγάπη προς τον Ιησούν Χριστόν.

Τα Μοναστήρια και οι Νεομάρτυρες υπήρξαν κατά την διάρκεια της δουλείας, για εκείνον που ξέρει ιστορία και ξέρεις τις πηγές, το μεγαλύτερο στήριγμα του Γένους, η ανακούφιση του Γένους.

Ένας Άγγλος, Σκώτος εις την πραγματικότητα, ο αείμνηστος Στήβεν Ράνσιμαν, ο μεγαλύτερος Βυζαντινολόγος του 20ου αιώνος, στο βιβλίο του «Η Μεγάλη Εκκλησία εν Αιχμαλωσία.» δείχνει την σημασία των Μοναστηριών. Ήσαν ευλογημένα λέει τα χωριά εκείνα και οι πόλεις που είχαν κοντά τους Μοναστήρι ή Μοναστήρια. Εκεί μέσα στο Μοναστήρι βρίσκαν καταφύγιο οι πάντες, ακόμη και ληστές. Ληστές, οι οποίοι πηγαίνοντας στο Μοναστήρι γινόντουσαν και πάλι άνθρωποι ευεργετικοί προς τους άλλους. Το Μοναστήρι λέγει ο Ράνσιμαν ήταν το στήριγμα και η κολυμπήθρα της αναγεννήσεως και της ζωογονήσεως ολοκλήρου του Ελληνικού Γένους. Αυτά τα λέγει ο Ράνσιμαν.

Ο δε Μακρυγιάννης είναι εκείνος ο Στρατηγός ο οποίος θα δηλώσει ότι τα Μοναστήρια μας δεν ήσαν Καπιτσίνοι -Καπουτσίνοι δηλαδή, δεν ήσαν Φράγκοι- τα οποία εργάζονταν για την κυριαρχία του παπισμού. Στα Μοναστήρια μας ήσαν άνθρωποι, λέει, του Θεού, οι οποίοι ελάτρευαν τον Θεόν, έκαναν τις μετάνοιες και τις προσευχές τους αλλά συγχρόνως βοηθούσαν όλο το Γένος, κάθε κατάσταση κοινωνική.

Γι’ αυτό και τα Μοναστήρια συγκέντρωσαν τόση περιουσία. Δεν την άρπαξαν. Σήμερα οι αγράμματοι και οι αστοιχείωτοι δεν ξέρουν αυτά τα πράγματα και νομίζουν ότι έκαναν τα Μοναστήρια ό,τι θα έκαναν αυτοί αν ήσαν στην θέση τους. Άφηναν τις περιουσίες τους εκείνοι που δεν είχαν πρόσωπα να την αφήσουν οικογενειακά, γιατί ήξεραν ότι η περιουσία θα αξιοποιηθεί. Θα νυμφεύονται θα υπανδρεύονται κορίτσια. Θα ανατρέφονται με έργα παιδείας. Θα είναι τα Μοναστήρια χώρος φιλανθρωπίας συνεχούς. Χώρος ανανεώσεως πραγματικά για κάθε πιστό.

Αυτή λοιπόν ήταν η ζωή των Μοναστηριών όπως και σήμερα. Να είναι εστίες που προσφέρουν όλα αυτά στο Γένος. Γι’ αυτόν τον λόγο οι Φράγκοι που ήξεραν ότι τα Μοναστήρια διασώζουν την Πίστη και την εν Χριστώ κοινωνία, το πρότυπο, το μοντέλο δηλαδή κοινωνικής υπάρξεως ως αδελφικής κοινωνίας. Το κοινόβιο είναι η κοινότητα, η ρίζα της κοινότητας. Οι Φράγκοι λοιπόν που τα γνώριζαν όλα αυτά, για να καταστρέψουν την Ορθοδοξία κατέστρεφαν τα Μοναστήρια.

Όταν ήρθαν οι Βαυαροί το 1833 βρήκαν 600 Μοναστήρια μικρά ή μεγάλα από τον Σπερχειό ποταμό, από την Αλαμάνα δηλαδή, μέχρι κάτω το … [δεν ακούγεται καλά]. Δίπλα σχεδόν σε κάθε χωριό υπήρχε και ένα Μοναστήρι. Δεν ζούσαν οι άνθρωποι όλοι μέσα στο Μοναστήρι αλλά μπαινόβγαιναν, να το πω έτσι, για να ανανεώνονται και να καλύπτουν τις ανάγκες που είχαν. Έτσι λοιπόν κατέστρεψαν 480 με 500 από τα Μοναστήρια. τα έκλεισαν και τα ρήμαξαν οι Βαυαροί, οι Φράγκοι δηλαδή. Και εν συνεχεία τα άλλα τα άφησαν χωρίς Μοναχούς ώστε να φτάσουν και αυτά εις το τέλος τους.

Τα Μοναστήρια λοιπόν έκλειναν όλη την ζωή του Γένους και σώθηκε κυριολεκτικά το Γένος μας μέσα και κοντά στα Μοναστήρια.

Αυτή είναι η ιστορική πραγματικότητα που δεν την ξέρουμε μόνον εμείς που μελετάμε τα κείμενα αλλά πολύ καλύτερα από μας την ξέρουν οι ξένοι οι Βυζαντινολόγοι και μετα-Βυζαντινολόγοι,

Έτσι λοιπόν αγαπητοί μου αδελφοί και σήμερα τα Μοναστήρια στην λαίλαπα της νέας εποχής παραμένουν το στήριγμά μας.

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2022

Φιλοθέη η Αθηναία

Φιλοθέης της Αθηναίας


Η Αγία Φιλοθέη γεννήθηκε το έτος 1522 μ.Χ. στην τουρκοκρατούμενη τότε Αθήνα. Οι ευσεβείς γονείς της ονομάζονταν Άγγελος και Συρίγα Μπενιζέλου. Η μητέρα της ήταν στείρα και απέκτησε την Αγία μετά από θερμή και συνεχή προσευχή.

Ο Κύριος που ικανοποιεί το θέλημα εκείνων που Τον σέβονται και Τον αγαπούν, άκουσε την δέησή της. Και πράγματι, μια ημέρα η Συρίγα μπήκε κατά την συνήθειά της στο ναό της Θεοτόκου για να προσευχηθεί και από τον κόπο της έντονης και επίμονης προσευχής την πήρε για λίγο ο ύπνος. Τότε ακριβώς είδε ένα θαυμαστό όραμα. Ένα φως ισχυρό και λαμπρό βγήκε από την εικόνα της Θεομήτορος και εισήλθε στην κοιλιά της. Έτσι ξύπνησε αμέσως και έκρινε ότι το όραμα αυτό σήμαινε στην ικανοποίηση του αιτήματός της. Έτσι κι έγινε. Ύστερα από λίγο καιρό η Συρίγα έμεινε έγκυος και έφερε στον κόσμο τη μονάκριβη θυγατέρα της.

Μαζί με την Χριστιανική ανατροφή, έδωσαν στην μοναχοκόρη τους και κάθε δυνατή, για την εποχή εκείνη, μόρφωση. Έτσι η Ρηγούλα (ή Ρεβούλα, δηλαδή Παρασκευούλα), αυτό ήταν το όνομά της προτού γίνει μοναχή, όσο αύξανε κατά την σωματική ηλικία, τόσο προέκοπτε και κατά την ψυχή, όπως λέει το συναξάρι της.

Σε ηλικία 14 χρονών, οι γονείς της την πάντρεψαν, παρά την θέλησή της, με έναν από τους άρχοντες της Αθήνας. Αργότερα, αφού πέθαναν οι γονείς και ο σύζυγός της, ήρθε η ώρα να πραγματοποιήσει ένα μεγάλο πόθο της. Αφιερώνεται εξ ολοκλήρου στον Χριστό, γίνεται μοναχή και παίρνει το όνομα Φιλοθέη.

Κατ' αρχήν, ύστερα από εντολή του Αγίου Ανδρέα του Πρωτόκλητου, τον οποίο είδε σε όραμα, οικοδόμησε ένα γυναικείο μοναστήρι με αρκετά κελιά, στο οποίο και έδωσε το όνομα του Αγίου για να τον τιμήσει. Στο μοναστήρι πρόσθεσε και άλλα αναγκαία οικοδομήματα και εκτάσεις και το προικοδότησε με μετόχια και υποστατικά, που υπερεπαρκούσαν για τη διατροφή και συντήρηση των μοναζουσών.

Το μοναστήρι αυτό του Αγίου Ανδρέα σωζόταν στην Αθήνα, με τη Χάρη του Θεού, επί πολλά έτη μετά την κοίμηση της Αγίας και ήταν πλουτισμένο, όχι μόνο με υποστατικά και διάφορα μετόχια, αλλά και με πολυειδή χρυσοΰφαντα ιερατικά άμφια και σκεύη, απαραίτητα για τις ετήσιες ιερές τελετές και αγρυπνίες. Προπαντός όμως το μοναστήρι σεμνυνόταν και εγκαλλωπιζόταν με το θησαυρό του τιμίου και αγίου λειψάνου της Αγίας, το οποίο ήταν αποθησαυρισμένο και αποτεθειμένο στο δεξιό μέρος του Ιερού Βήματος, όπου και το ασπάζονταν με ευλάβεια όλοι οι Χριστιανοί. Το τίμιο λείψανο της Αγίας σκορπούσε ευωδία, γεγονός που αποτελούσε εμφανή μαρτυρία και απόδειξη της αγιότητας αυτής.

Το παράδειγμά της, λοιπόν, να αφιερωθεί στον Χριστό, το ακολουθούν και άλλες νέες. Σε λίγο διάστημα, η μονή έφθασε να έχει διακόσιες αδελφές. Η μονή της Οσίας Φιλοθέης γίνεται πραγματικό λιμάνι. Εκεί βρίσκουν προστασία όλοι οι ταλαιπωρημένοι από την σκλαβιά. Εκεί οι άρρωστοι βρίσκουν θεραπεία, οι πεινασμένοι τροφή, οι γέροντες στήριγμα και τα ορφανά στοργή.

Η Οσία, παρά τις αντιδράσεις των Τούρκων, οικοδομεί διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα, νοσηλευτήρια, ορφανοτροφεία, «σχολεῖα διὰ τοὺς παίδας τῶν Ἀθηναίων, διὰ ν’ ἀνοίξη τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν πρὸς τὴν παράδοσιν καὶ τὴν δόξαν τῶν προγόνων των». Πρωτοστατεί σε όλα αυτά τα έργα η ηγουμένη Φιλοθέη. Διδάσκει με τα λόγια και με τη ζωή της. Στηρίζει τους πονεμένους σκλάβους με την προσευχή της. Ιδιαίτερες είναι οι φροντίδες της για να σώσει από τον εξισλαμισμό ή την αρπαγή των Τούρκων τις νέες Ελληνίδες. Το έργο της, κατά βάση εθνικό και θρησκευτικό, ξεπέρασε τα όρια της Αθήνας και έγινε γνωστό σε όλη την Ελλάδα. Αδιαφιλονίκητη ιστορική επιβεβαίωση για το έργο αυτό παρέχει η αλληλογραφία της Φιλοθέης με τη Γερουσία της Βενετίας (1583 μ.Χ.), από την οποία ζητούσε οικονομική βοήθεια.

Η όλη όμως δράση της Αγίας Φιλοθέης εξαγρίωσε κάποτε τους Τούρκους. Κάποια στιγμή την συλλαμβάνουν και εκείνη με πνευματική ανδρεία ομολογεί: «Εγώ διψώ να υπομείνω διάφορα είδη βασανιστηρίων για το όνομα του Χριστού, τον οποίο λατρεύω και προσκυνώ με όλη μου την ψυχή και την καρδιά, ως Θεό αληθινό και άνθρωπο τέλειο και θα σας χρωστάω μεγάλη ευγνωμοσύνη αν μπορείτε μια ώρα πρωτύτερα να με στείλετε προς Αυτόν με το στεφάνι του μαρτυρίου». Ύστερα από την ηρωική αυτή απάντηση προς τους κατακτητές, όλοι πίστευαν ότι η πανευτυχής και φερώνυμη Φιλοθέη εντός ολίγου θα ετελειούτο διά του μαρτυρικού θανάτου. Όμως, κατά θεία βούληση, την τελευταία σχεδόν στιγμή πρόφθασαν κάποιοι Χριστιανοί και καταπράυναν τον ηγεμόνα με διάφορους τρόπους. Έτσι πέτυχαν να ελευθερώσουν την Αγία.

Αφεθείσα πλέον ελεύθερη, η Αγία Φιλοθέη, επέστρεψε αναίμακτη στο μοναστήρι της, όπως επί Μεγάλου Κωνσταντίνου ο μυροβλύτης Νικόλαος και πολλούς αιώνες αργότερα ο Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Φρόντιζε δε, όχι μόνο για τη σωτηρία της δικής της ψυχής αλλά και των άλλων, αφού τους μεν ενάρετους τους στερέωνε στην αρετή, τους δε αμαρτωλούς τους βελτίωνε ηθικά και τους οδηγούσε στη μετάνοια. Και αποκλειστικά για το σκοπό αυτό πέρασε στη νήσο Τζια (Κέα), όπου προ πολλού είχε οικοδομήσει μετόχι, για να αποστέλλει εκεί τις μοναχές εκείνες που φοβούνταν για διαφόρους λόγους να διαμένουν στην Αθήνα. Στην Τζια έμεινε αρκετό χρόνο και κατήχησε θεαρέστως τις ασκούμενες αδελφές στην ακριβή τήρηση των κανόνων της μοναστικής ζωής. Μόλις τελείωσε το έργο της εκεί, επέστρεψε και πάλι στην Αθήνα.

Έτσι λοιπόν, η Αγία Φιλοθέη, αφού έφθασε στην τελειότητα και στην πράξη και στην θεωρία, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα, από τα οποία, προς απόδειξη του θαυματουργικού της χαρίσματος, θα μνημονεύσουμε ένα μόνο, το ακόλουθο: Ζούσε στην εποχή της ένας νέος, ποιμένας προβάτων, ο οποίος από πολύ μικρός είχε συνηθίσει στις κλεψιές και στις ραδιουργίες. Ο νέος αυτός, κατά παραχώρηση του Θεού, κυριεύθηκε από τον Σατανά. Εξ αιτίας τούτου περιφερόταν στα βουνά και στις σπηλιές γυμνός και τετραχηλισμένος, θέαμα όντως ελεεινό. Πολλές φορές, όταν συνερχόταν από την τρέλα, στην οποία τον είχε οδηγήσει ο Σατανάς, σύχναζε στα γύρω μοναστήρια για να βρει θεραπεία στην ασθένειά του. Δεν μπορούσε όμως να πετύχει τίποτε. Κάποιοι, που τον ευσπλαγχνίστηκαν, τον οδήγησαν στην Αγία Φιλοθέη η οποία, ύστερα από πολύ και εκτενή προσευχή τον λύτρωσε από εκείνη τη διαβολική μάστιγα. Έπειτα, αφού το νουθέτησε αρκετά, τον εισήγαγε και στην τάξη των μοναχών. Και έτσι ο νέος εκείνος, αφού εκάρη μοναχός, πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του με μετάνοια και άσκηση, θαυμαζόμενος απ' όλους.

Μάταια οι Τούρκοι προσπαθούν να ανακόψουν την δράση της. Ώσπου μια νύχτα, στις 2 Οκτωβρίου του έτους 1588 μ.Χ., πήγαν στο μονύδριο που είχαν οικοδομήσει στα Πατήσια (έτυχε τότε να εορτάζεται η μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος Διονυσίου του Αρεοπαγίτου και η Αγία μαζί με τις άλλες αδελφές βρίσκονταν στον ιερό ναό επιτελώντας ολονύκτια αγρυπνία) και πέντε από αυτούς ανέβηκαν στον εξωτερικό τοίχο και πήδησαν μέσα στην αυλή. Στην συνέχεια εισέβαλαν στο ναό, όπου άρπαξαν την Αγία και την μαστίγωσαν με μανία και βαναυσότητα και την εγκαταλείπουν ημιθανή έξω από τη μονή της.

Έξω από το ναό, στα δεξιά της εισόδου του, σώζεται η κολώνα, όπου η Φιλοθέη δέθηκε και μαστιγώθηκε. Οι μοναχές της την μετέφεραν στην κρύπτη της στην Καλογρέζα. Εκεί η Φιλοθέη υποκύπτει στα τραύματά της στις 19 Φεβρουαρίου 1589 μ.Χ.

Είκοσι ημέρες μετά από την κοίμηση της Αγίας, ο τάφος της ευωδίαζε. Ακόμη, όταν μετά από ένα έτος έγινε η ανακομιδή, το τίμιο λείψανό της βρέθηκε σώο και ακέραιο. Επιπλέον ήταν γεμάτο με ευωδιαστό μύρο, τρανή και λαμπρή απόδειξη της θεάρεστης και ενάρετης πολιτείας της, προς δόξα και αίνο του Θεού και καύχημα της πίστεώς μας. Το ιερό λείψανό της βρίσκεται σήμερα στον Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών. Στο μνήμα της απάνω βρεθήκανε γραμμένα τούτα τα λόγια: «Φιλοθέης υπό σήμα τόδ' αγνής κεύθει σώμα, ψυχήν δ' εν μακάρων θήκετο Yψιμέδων».

H Φιλοθέη ανακηρύχθηκε αγία επί Oικουμενικού Πατριάρχου Mατθαίου B΄ (1595 - 1600 μ.Χ.). Ο Nεόφυτος ο μητροπολίτης Aθηνών, αφού εξήτασε και ερεύνησε τα κατά τον βίον και το μαρτύριον της οσίας, σύνταξε αναφορά στο Πατριαρχείο μαζί με τους επισκόπους Kορίνθου και Θηβών και με τους προκρίτους της Aθήνας για να τάξει την οσία Φιλοθέη στους χορούς των αγίων. Σ' αυτό το συνοδικό έγγραφο είναι γραμμένα και τούτα: «Eπειδή εδηλώθη ασφαλώς ότι το θειότατον σώμα της οσιωτάτης Φιλοθέης ευωδίας πεπληρωμένον εστί και μύρον διηνεκώς εκχείται, αλλά και τοις προσιούσι τε ασθενέσι τε και θεραπείας δεομένοις την ίασιν δίδωσι... τούτου χάριν έδοξε ημίν τε και πάση τη ιερά Συνόδω των καθευρεθέντων ενταύθα αρχιερέων συγγραφήναι και ταύτην εν τω χορώ των οσίων και αγίων γυναικών, ώστε κατ' έτος τιμάσθαι και πανηγυρίζεσθαι». Tην Aκολουθία της την έγραψε κάποιος σοφός και ευλαβής άνθρωπος που ονομαζόταν Iέραξ. Aνάμεσα στα ωραία εγκώμια είναι και τούτο: «Δαυΐδ γαρ το πράον έσχες και Σολομώντος, σεμνή, την σοφίαν, Σαμψών την ανδρείαν, και Aβραάμ το φιλόξενον, υπομονήν τε Iώβ, του Προδρόμου δε θείαν άσκησιν...».