Δευτέρα 27 Μαρτίου 2023
Οσία Ματρώνα η εν Θεσσαλονίκη (27 Μαρτίου)
Κυριακή 26 Μαρτίου 2023
Οι μάνες του '21
Τί ἦταν αὐτὲς οἱ μάνες τοῦ Εἰκοσιένα; τί λιοντάρια τράνευαν; Ἁγίες μάνες.
Τὸ '21 ἡ μάνα ἀφήνει τὴ λάτρα τοῦ σπιτιοῦ καὶ τὸ μεγάλωμα τῶν παιδιῶν καὶ ζώνεται τ' ἅρματα. «Ἡ Δέσπω κάνει πόλεμο μὲ νύφες καὶ μ' ἀγγόνια». Μία ἀπὸ αὐτὲς ἡ περίφημη Καρατάσαινα, γυναίκα καὶ μάνα ἡρώων. Συνελήφθη, κατὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Νάουσας, τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1822 καὶ ὁδηγήθηκε, μαζὶ μὲ πλῆθος αἰχμάλωτα γυναικόπαιδα στὴν Θεσσαλονίκη. Πιέστηκε νὰ ἀλλαξοπιστήσει. Ἀρνήθηκε. «Γι' αὐτό», γράφει ὁ αὐτόπτης Γάλλος Πουκεβὶλ στὴν ἱστορία του, «ἐβύθισαν ἐντὸς σάκκου, τὸν ὁποῖον εἶχαν γεμίσει μὲ ὄφεις, τὴν σύζυγο τοῦ ὁπλαρχηγοῦ Καρατάσου. Ὁ Ἀβδοὺλ Λουμποὺτ ἤλπιζεν ὅτι ὁ θάνατός της θὰ ἐπήρχετο κατόπιν φρικτῶν πόνων καὶ βασάνων. Ἀλλὰ αἱ πληγαὶ πλήθους ἐχιδνῶν ἔχυσαν τόσον δηλητήριον εἰς τὰς φλέβας τῆς μάρτυρος, ὥστε περιέπεσεν εἰς λήθαργον καὶ ἀπέθανεν ἀνωδύνως, λυτρωθεῖσα οὕτω τῶν δημίων της, ὑπὲρ τῶν ὁποίων δὲν ἔπαυσεν νὰ προσεύχεται θερμῶς, ἐπικαλούμενη τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Παναγίας μέχρι τῆς τελευταίας ὥρας. Οὕτως ἀπέθνησκον αἱ χριστιαναὶ γυναῖκες». Ἐδῶ, καὶ δὲν κάνω λάθος, διαβάζουμε συναξάρι νεομάρτυρος.
Στὴν ἀρχὴ τῶν Ἀπομνημονευμάτων του, ὁ στρατηγὸς Μακρυγιάννης διηγεῖται τὸ πῶς σώθηκε ὁ ἴδιος καὶ ἡ φαμελιά του ἀπὸ τοὺς Τούρκους τοῦ Ἀλήπασα. «Γκιζεροῦσαν δεκαοχτὼ ἡμέρες εἰς τὰ δάση κι ἔτρωγαν ἀγριοβέλανα καὶ ἐγὼ βύζαινα», γράφει. Θέλησαν νὰ περάσουν ἕνα γεφύρι ποὺ τὸ «φύλαγαν οἱ Τοῦρκοι» καὶ γιὰ νὰ μὴν κλάψει ὁ νεογέννητος Μακρυγιάννης καὶ «χαθοῦνε ὅλοι», τὸν ἄφησαν στὸ δάσος. «Τότε μετανογάει ἡ μητέρα μου καὶ τοὺς λέει: «Ἡ ἁμαρτία τοῦ βρέφους θὰ μᾶς χάση», τοὺς εἶπε «περνᾶτε ἐσεῖς καὶ σύρτε εἰς τὸ τάδε μέρος καὶ σταθῆτε... τὸ παίρνω κι ἂν ἔχω τύχη καὶ δὲν κλάψη, διαβαίνουμε». Νίκησε τὸ ἀνίκητο μητρικὸ ἔνστικτο. Καί, γράφει ὁ πολύπαθος ἀγωνιστής, «ἡ μητέρα μου καὶ ὁ Θεὸς μᾶς ἔσωσε».
Και ἦταν πολύτεκνες καί καλλίτεκνες οἱ μάνες τοῦ '21. Οἱ ἐλευθερωτές μας, στὴν πλειονότητά τους, ἀνῆκαν σὲ πολυμελεῖς οἰκογένειες ἢ ἦταν οἱ ἴδιοι πολύτεκνοι. Ὅπως λόγου χάρη οἱ δύο μεγάλες πολιτικὲς μορφὲς τοῦ Ἀγώνα, ὁ Ὑψηλάντης καὶ ὁ Καποδίστριας. Μάλιστα ὁ Καποδίστριας, ὁ πρῶτος Κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδος, εἶχε 8 ἀδέρφια. Ἀλλὰ κι ὁ Δεληγιάννης εἶχε 8 παιδιά. Μάλιστα τὸ Δεληγιανναίικο δέντρο ἦταν πολύκλαδο. Τὸ ἴδιο κι οἱ πολέμαρχοι, εἶχαν ἢ προέρχονταν ἀπὸ πολυπληθεῖς οἰκογένειες. Ὁ ἀρχιστράτηγος τοῦ Μοριά, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, εἶχε 12 ἀδέρφια. Πρὶν ξεσπάσει ἡ Ἐπανάσταση, τὸ Κολοκοτρωναίικο ἀσκέρι, ἀδέρφια καὶ ξαδέρφια, μπαμπάδες κι ἀνήψια, ἔφτασε τοὺς 150 νοματαίους!150 νοματαῖοι ἀπὸ τὴν Κολοκοτρωναίικη φύτρα εἶχαν πάρει τὰ ὅπλα μὲ ἀρχηγὸ τὸ Γέρο τοῦ Μοριᾶ, τὸ Θοδωράκη Κολοκοτρώνη.
Κι ο ἀρχιστράτηγος τῆς Ρούμελης Ἀνδροῦτσος, πολυφαμελίτης ἦταν κι ἐκεῖνος. Εἶχε 5 παιδιά. Τὸ ἴδιο πολυφαμελίτης, καὶ μάλιστα ὑπερπολύτεκνος μὲ 8 παιδιά, ἦταν κι ὁ Πανουργιᾶς. Ἐνῶ ὁ στρατηγὸς Μακρυγιάννης ἦταν ὑπερπολύτεκνος μὲ 12 παιδιά! Ὁ Ἐμμανουὴλ Παπάς, ὁ Μακεδόνας ἥρωας, εἶχε 11 παιδιά, τὰ περισσότερα σκοτώθηκαν στὴν Ἀγώνα. Σὲ κάθε μεγάλη μάχη καὶ ἀπὸ ἕνα. Ἡ Δόμνα Βισβίζη, ἡ ἀρχόντισσα, ἡ καπετάνισσα τῆς Θράκης εἶχε 5 παιδιά, ποὺ τὰ μεγάλωνε μὲ μπαρούτι, στὸ καράβι τοῦ γενναίου ἄντρα της, τοῦ «φιλογενέστατου» Ἀντώνη, ποὺ σκοτώθηκε. Συνέχισε τοὺς ἀγῶνες ἡ Δόμνα.
Πολύτεκνοι ἦταν καὶ οἱ μεγάλοι ναυμάχοι, ὁ Μιαούλης, ὁ Κανάρης. Ὁ Ναύαρχος Μιαούλης εἶχε 5 παιδιά. Ὁ Κωνσταντὴς Κανάρης, ὁ μπουρλοτιέρης, ποὺ ἔσκιαζε τὰ τότε «Οὐροὺτς καὶ Τσεσμέ», ἦταν πατέρας 7 παιδιῶν.
Ἀπὸ πολύτεκνες οἰκογένειες προέρχονταν καὶ οἱ κληρικοὶ ποὺ πότισαν μὲ τὸ τίμιο αἷμα τους τὸ δέντρο τῆς Λευτεριᾶς: ὁ Παπαφλέσσας καὶ ὁ Διάκος. Ὁ ἥρωας τῆς μεγάλης μάχης στὸ Μανιάκι, ποὺ θαύμασε καὶ τίμησε τὸ νεκρό του, ὁ ἴδιος ὁ Ἰμπραὴμ πασάς, ὁ Παπαφλέσσας, εἶχε 18 ἀδέρφια. Κι ὁ Διάκος, ὁ ἥρωας τῆς Ἀλαμάνας, 12. Ναί, αὐτὲς τὶς μάνες, τὶς μεγαλόψυχες, τὶς μνημονεύει εὐλαβικὰ ὁ ἐθνικός μας ποιητής: «Ψυχὴ μεγάλη καὶ γλυκιὰ/ μετὰ χαρᾶς σ᾽τὸ λέω:/ Θαυμάζω τὶς γυναῖκες μας/καὶ στ' ὄνομά τους μνέω».
Τελευταία ἄφησα τὴν καπετάνισσα, τὴν Μπουμπουλίνα. Εἶχε ἕξι παιδιά. Δὲν ξέρεις τί νὰ πρωτοπαινέψεις!! Τὴν ἴδια, τοὺς ἥρωες ἄντρες της ἢ τὰ παιδιά της. Ἂς ἀφήσουμε τὴν Μπουμπουλίνα, νὰ μᾶς τὰ πεῖ:
«Ἔχασα τὸν σύζυγό μου. Εὐλογητὸς ὁ Θεός! Ὁ μεγαλύτερος γιός μου σκοτώθηκε μὲ τὸ ὅπλο στὸ χέρι. Εὐλογητὸς ὁ Θεός! Ὁ δεύτερος γιός μου, δεκατετραετὴς τὴν ἡλικία, μάχεται μαζὶ μὲ τοὺς Ἕλληνες καὶ πιθανῶς νὰ βρεῖ ἔνδοξο θάνατο. Εὐλογητὸς ὁ Θεός! Ὑπὸ τὴν σκιὰ τοῦ σταυροῦ θὰ χυθεῖ ἐπίσης τὸ αἷμα μου. Εὐλογητὸς ὁ Θεός! Ἀλλὰ θὰ νικήσουμε ἢ θὰ παύσουμε νὰ ζοῦμε. Θὰ ἔχουμε ὅμως τὴν παρηγοριὰ ὅτι δὲν ἀφήσαμε πίσω μας δούλους Ἕλληνες».
Τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, ὅταν γεννοῦσε μία μάνα ἀγόρι τῆς εὔχονταν: «Νὰ σοῦ ζήσει, νὰ γίνει καπετάνιος, νὰ τοῦ γράψουν καὶ τραγούδι». Γι᾽ αὐτὸ «τ' Ἀντρούτσου ἡ μάνα χαίρεται τοῦ Διάκου καμαρώνει/πού 'χουνε γιοὺς ἁρματολοὺς καὶ γιοὺς καπεταναίους».
Δημήτριος Νατσιός, Ιδρυτικός Πρόεδρος της ΝΙΚΗΣ, Δάσκαλος - Θεολόγος - Συγγραφέας
Δευτέρα 13 Μαρτίου 2023
Ευχαριστήριο και νέα έκκληση για βοήθεια εμπερίστατης οικογένειας
.
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί, «ο Χριστός είη εν τω μέσω ημών.=
Πριν από ένα μήνα περίπου μέσα από το ιστολόγιό μας κάναμε έκκληση προκειμένου να συγκεντρωθεί το απαραίτητο χρηματικό ποσό για την επισκευή της οικίας μιας φτωχής οικογένειας σε συνοικισμό χωριού της Κορίνθου. Όπως γράψαμε το μικρό αυτό σπίτι έγινε στόχος τσιγγάνων της περιοχής οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι την απουσία της οικογένειας για λόγους υγείας μέλους της ,το έκαναν «φύλλο και φτερό».
Στην έκκλησή μας αυτή ανταποκρίθηκαν ελάχιστοι εν Χριστώ αδελφοί μας.
Αισθανόμαστε όμως σήμερα την ανάγκη να ευχαριστήσουμε:
Α. Την εκ Κύπρου δωρήτρια, η οποία πάντα πρώτη ανταποκρίνεται στις εκκλήσεις μας και μάλιστα πάντοτε με μεγάλο ποσό.
Β. Την Ιερά Μονή Αγίων Αυγουστίνου-Σεραφείμ Σάρωφ, που ανταποκρίθηκε στην έκκλησή μας με την άμεση αποστολή δωρεάς.
Γ. Όλους τους επώνυμους και ανώνυμους δωρητές, που ο καθένας με όποιο ποσό μπορούσε συμμετείχαν στην προσπάθειά μας και δεν αδιαφόρησαν στην έκκλησή μας.
Δ. Το ιστολόγιο -ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ για την αναδημοσίευση της έκκλησής μας.
Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2023
Δραματική έκκληση για βοήθεια οικογένειας
Δραματική έκκληση για βοήθεια οικογένειας
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2023
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί
Λέγομαι π. Δημήτριος Αθανασίου και είμαι από την Άρτα. Σας στέλνω την επιστολή αυτή προκειμένου να σας εκθέσω ένα σοβαρό ανθρώπινο δράμα που βιώνει μία φτωχή οικογένεια. Η οικογένεια αυτή ζει σε χωριό του Ανατολικού Ζαγορίου του νομού Ιωαννίνων και τα προβλήματά της μας τα γνωστοποίησαν συγγενείς μας που ζουν σε κοντινή περιοχή.
Επισκεφτήκαμε με την πρεσβυτέρα την οικογένεια δύο φορές στο χωριό που μένει προκειμένου να διαπιστώσουμε και να αξιολογήσουμε το μέγεθος των προβλημάτων. Πραγματικά συγκλονιστήκαμε. Πριν προχωρήσω στην παρουσίαση των προβλημάτων της οικογένειας θεωρώ απαραίτητο να διευκρινίσω τα εξής.
Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2023
Η αγία σταρίτσα Αναστασία του Βλαδικαυκάζ η Ελληνίδα, η προστάτιδα της πόλης Βλαδικαυκάζ.
Η Αναστασία Αντρέγιεβνα (Andreeva) γεννήθηκε στο Βλαντικαβκάζ του Καυκάσου στην πλούσια οικογένεια εμπόρων, του Ανδρέα και της Ιουστινας Αντρέεβιτς (Ανδρέου). Είχε τρεις ακόμα αδελφούς. Η καταγωγή του πατέρα της ήταν ελληνική από την Κύπρο.
Μικρή την πάντρεψαν με έναν αξιοσέβαστο στρατηγό του τσαρικού στρατού, ο οποίος όμως έφυγε πολύ γρήγορα από την ζωή, αφήνοντάς την πολύ νέα χήρα. Οι γονείς της την πάντρεψαν για δεύτερη φορά με έναν χήρο όπου είχε δύο κόρες. Μένοντας χήρα για δεύτερη φορά, η Αναστασία δεν ξανασκέφτηκε πια τον γάμο.
Όλα αυτά έγιναν μέχρι την ημέρα που άγγελος Κυρίου της εμφανίστηκε σε όνειρο και της είπε: «Αναστασία, ακολούθησε τον Θεό!» Ο άγγελος δεν της εξήγησε τίποτα, έτσι η Αναστασία άρχισε να πηγαίνει την εκκλησία πιο συχνά, να προσεύχεται πιο θερμά και να ψάλλει στην εκκλησιαστική χορωδία.
Τον τέταρτο χρόνο της χηρείας της, άγγελος Κυρίου της εμφανίστηκε για δεύτερη φορά και της είπε: «Αναστασία, δώσε όλη σου την περιουσία σε όσους έχουν ανάγκη και ακολούθησε τον δρόμο του Θεού!». Αυτή τη φορά, χωρίς δισταγμό, μοίρασε όλη την περιουσία της -προς δυσαρέσκεια των αδελφών της- και πήγε στο γυναικείο μοναστήρι στο Vladikavkaz όπου έδωσε τον εαυτό της ολοκληρωτικά στον Θεό. Όταν αναχώρησε από το μοναστήρι, της ήταν ξεκάθαρο ότι αποχαιρέτησε για πάντα την κοσμική ζωή. Από εδώ και πέρα ήταν πιο φτωχή από τον πιο φτωχό άνθρωπο της πόλης.
Όταν για πρώτη φορά, η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας των Ιβήρων μεταφέρθηκε από το Mozdok στο Vladikavkaz τότε εκδηλώθηκε η αγία μωρία, κι ότι η δια Χριστόν σαλότητα θα ήταν ο αγώνας της στο εξής.
Από τότε, διαδόθηκε ότι ο Θεός την επέλεξε ως μεσήτρια, ως ένα προσευχητάρι για όλους και της έδωσε το δώρο της προφητείας, αυτό μαθεύτηκε σε όλη την πόλη κι οι άνθρωποι άρχισαν να πηγαίνουν κοντά της.
Έμοιαζε ή ήταν ήδη μια ηλικιωμένη γυναίκα, καμπουριασμένη, κουβαλώντας συνεχώς ένα σακουλάκι με άμμο στην πλάτη της και κρατώντας πάντα ένα ραβδί στο χέρι της.
Για την πόλη του Βλαδικαυκάζ, η Αναστασία Αντρέγιεβνα έγινε η εκλεκτή του Θεού.
Πριν τελειώσει το επίγειο ταξίδι της, η Αναστασία πήγαινε από σπίτι σε σπίτι. Έμπαινε στην αυλή ή ανέβαινε στην εξώπορτα του σπιτιού και έλεγε: “Σύντομα θα γίνει πόλεμος!” Κοντοστέκονταν, και μετά πήγαινε σε άλλη πόρτα ή αυλή. Σχεδίαζε ένα σταυρό με ένα ραβδί, σκεφτική και λυπημένη. Όλοι γνώριζαν ότι στις πράξεις της υπάρχει πάντα ένας οιωνός για το μέλλον.
Κι όταν ξεκίνησε ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος, σε εκείνα τα σπίτια όπου, σύμφωνα με τις αναμνήσεις των παλαιοτέρων ανθρώπων, η Αναστασία έκανε τους σταυρούς, εκεί υπήρξαν νεκροί.
Το 1942, οι Ναζί είχαν ήδη πλησιάσει το Βλαδικαυκάζ. Στην εκκλησία του Προφήτη Ηλία υπήρχαν στρατιώτες που φρουρούσαν τα σύνορα της πόλης. Ένα βράδυ είδαν στο νεκροταφείο όπου ήταν θαμμένη η μακαρία Αναστασία, μια γριά με μοναχικό ένδυμα με ένα παλιό όπλο. Περπατούσε γύρω από το νεκροταφείο. Οι στρατιώτες προσπάθησαν να τη σταματήσουν: «Φύγε, γιαγιά, από εδώ θα σε πυροβολήσουν!», κι αυτή απάντησε: « Εδώ δεν θα πυροβολήσουν, γιατί η γιαγιά Αναστασία δεν θα επιτρέψει στους Γερμανούς να πατήσουν τους τάφους.»
Μετά τον πόλεμο, διηγηθηκαν ότι οι τότε Ρώσοι στρατιώτες στέκονταν στην εκκλησία του Προφήτη Ηλία, περιμένοντας επίθεση και, καθώς άκουσαν κίνηση στο νεκροταφείο, νόμισαν ότι ήταν Γερμανοί. Αλλά αποδείχθηκε ότι ήταν μια γερόντισσα μοναχή με ένα μεγάλο σταυρό στο στήθος της και ένα ραβδί στο χέρι όπου ακουμπούσε. Όταν θέλησε να μπει στο ναό, οι στρατιώτες δεν την άφησαν. Τότε ζήτησε να συναντήσει τον διοικητή. Ο διοικητής βγήκε έξω και άρχισε να την ρωτάει ποια είναι και από πού έρχεται. Κι εκείνη του είπε: «Είμαι η Αναστασία, φυλάω την πόλη μας».
Ο διοικητής, δεν κατάλαβε καλά τι είπε και την ρώτησε: «Ποιο είναι το επίθετό σου;»
Η ηλικιωμένη γυναίκα συνέχισε: «Μη φοβάστε, όλοι θα μείνετε ζωντανοί».
Ο διοικητής ξαφνικά την έχασε, κοίταξε τριγύρω, η γερόντισσα είχε φύγει. Ρώτησε τους κατοίκους της πόλης, και του εξήγησαν ότι αυτή ήταν η προφήτισσα μακαριστή Αναστασία, και του έδειξαν τον τάφο της.
Αρκετές δεκάδες άνθρωποι προσεύχονταν στον τάφο της μακαρίας Αναστασίας το 1944 και όλοι τους είδαν ολοζώντανη την Θεοτόκο με τον Χριστό μας μωρό στην αγκαλιά της πάνω από τον τάφο. Ανάμεσα σε αυτούς που είδαν αυτό το όραμα ήταν και η μητέρα του σημερινού Πατριάρχης Γεωργίας Ηλία Β’. Σε αυτό το θαυμαστό γεγονός, 17 άτομα ήταν μάρτυρες.
Σύμφωνα με τις διηγήσεις μιας στρατιωτικού πιλότου, το μαχητικό της οποίας φλεγόταν κοντά στην πόλη, προσευχήθηκε: «Βοήθησέ με, μητέρα Αγία Αναστασία!» Το αεροπλάνο της κάηκε, αλλά αυτή επέζησε.
Πριν λίγο καιρό, οι ηλικιωμένοι κάτοικοι που ζούσαν ακόμα έλεγαν ότι κατά τον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο συνάντησαν την γερόντισσα Αναστασία, που κοιμήθηκε το 1932, στην πόλη αφού είχε περικυκλωθεί από τον γερμανικό στρατό. Ερχόταν από τον δρόμο του ναού του Προφήτη Ηλία. Την ρώτησαν: «Πού πας, μητέρα;» – κι η Αναστασία τους απάντησε: «Να προστατέψω την πόλη!». Και στην πρώτη γραμμή άμυνας της πόλης του Βλαδικαυκάζ εμφανίστηκε ολοζώντανη. Όπως γνωρίζετε, ο γερμανικός στρατός δεν μπόρεσε ποτέ να μπει στην πόλη, αλλά, αντίθετα, υποχώρησε με μεγάλες απώλειες. Όταν τελείωσε ο πόλεμος, όλοι οι στρατιώτες και ο διοικητής που βρίσκονταν τότε στο ναό, σύμφωνα με την πρόβλεψη της γεροντισσας, έμειναν ζωντανοί και γύρισαν σπίτι τους.
Κάθε χρόνο, για περισσότερα από τριάντα χρόνια, οι στρατιώτες και ο διοικητής τους έρχονταν από διάφορα μακρυνά μέρη στην εκκλησία του Προφήτη Ηλία για να προσκυνήσουν την μακαρία Αναστασία. Και όλοι πίστευαν ότι η Αναστασία έσωσε την πόλη της, ως προστάτιδα του Vladikavkaz.»
Τρία πράγματα άφησε η μακαριστή Αναστασία στους απογόνους της.
Το πλεκτό καπέλο που φορούσε. Το ραβδί στο οποίο ακουμπούσε και το κλειδί του κελιού της. Το καπέλο το κράτησε η οικογένεια Kanishchev, η οποία ήταν πολύ οικεία στην γερόντισσα και βρίσκεται στο Vladikavkaz.
Το ραβδί και το κλειδί τα κατέχει ο Πατριάρχης Γεωργίας Ηλία ο Β’ που γεννήθηκε και σπούδασε στην πόλη του Βλαντικαβκάζ. Ο Παναγιώτατος Ηλίας ο Β’ όταν έχει να λάβει δύσκολες αποφάσεις σε συνόδους του πατριαρχείου παίρνει πάντα μαζί του το ραβδί της αγίας Αναστασίας του Βλαδικαυκάζ.
Πιστή γραικιά μην τον θρηνείς!
Κι όταν στητή μαστίγωσε τον άνεμο η παντιέρα
γλυκύτερη εἶναι ἡ μάνα
Νατσιός Δημήτρης, δάσκαλος Κιλκίς
Ἀπ’ οὖλα τὰ λαλούμενα καλοχτυπᾶ ἡ καμπάνα
Κι ἀπ’ οὖλα τὰ γλυκύτερα, γλυκύτερ’ εἶν’ ἡ μάνα
(δημοτικὸ)
Γιά τήν γιορτή τῆς μάνας...
(Το παρόν κείμενο αφιερώνεται στα λαμπρά παλληκάρια, τους δύο πιλότους της πολεμικής μας αεροπορίας, που τους πήρε στα φτερά της η Δόξα και στις μάνες τους, με την ευχή η Θεομάνα μας να τις παρηγορεί).
Στὴν ἀρχὴ τῶν ἀπομνημονευμάτων του, ὁ στρατηγὸς Μακρυγιάννης, διηγεῖται τὸ πῶς σώθηκε ὁ ἴδιος καὶ ἡ φαμελιά του ἀπὸ τοὺς Τούρκους τοῦ Ἀλήπασα. «Γκιζεροῦσαν δεκαοχτὼ ἡμέρες εἰς τὰ δάση κι ἔτρωγαν ἀγριοβέλανα καὶ ἐγὼ βύζαινα», γράφει. Θέλησαν νὰ περάσουν ἕνα γεφύρι ποὺ τὸ «φύλαγαν οἱ Τοῦρκοι» καὶ γιὰ νὰ μὴν κλάψει ὁ νεογέννητος Μακρυγιάννης καὶ «χαθοῦνε ὅλοι», τὸν ἄφησαν στὸ δάσος. «Τότε μετανογάει ἡ μητέρα μου καὶ τοὺς λέει: «Ἡ ἁμαρτία τοῦ βρέφους θὰ μᾶς χάση», τοὺς εἶπε «περνᾶτε ἐσεῖς καὶ σύρτε εἰς τὸ τάδε μέρος καὶ σταθῆτε… τὸ παίρνω κι ἂν ἔχω τύχη καὶ δὲν κλάψη, διαβαίνουμε». Νίκησε τὸ ἀνίκητο μητρικὸ ἔνστικτο. Καί, γράφει ὁ πολύπαθος ἀγωνιστής, «ἡ μητέρα μου καὶ ὁ Θεὸς μᾶς ἔσωσε» (ἔκδ. «Ζαχαρόπουλος», σελ. 178).
Ἡ ὡραιότατα ἀσύντακτη τελευταία φράση τοῦ ἥρωα ἐξηγεῖ ὅτι, τὶς πρῶτες καταβολὲς τῆς στερέμνιας πίστης καὶ θεοσεβείας του τὶς ὀφείλει στὴν μάνα του ἀλλὰ καὶ ἑρμηνεύει περίτεχνα τὸ πῶς διασώθηκε τὸ Γένος μας, σὲ τοῦτο τὸ ἁλίκτυπο, γαλάζιο ἀκρωτήρι τῆς Μεσογείου, στὸ διάβα τῶν αἰώνων. Οἱ μάνες καὶ ὁ Χριστὸς «μᾶς ἔσωσε». Γιατί «ἀπὸ τὴ γῆ βγαίνει νερὸ κι ἀπ’ τὴν ἐλιὰ τὸ λάδι,/ κι ἀπὸ τὴ μάνα τὴν καλὴ βγαίνει τὸ παλληκάρι», πιστοποιεῖ καὶ ὁ ἄφθαστος καὶ ἄφθιτος δημοτικός μας στίχος. Σὲ κανενὸς ἄλλου λαοῦ τὴν δημοτικὴ ποίηση δὲν ἔχει ἡ Μάνα τὴν ἐξαιρετικὴ θέση ποὺ τῆς δίνει τὸ ἑλληνικὸ δημοτικὸ τραγούδι. Καί, ἂς τὸ προσέξουμε αὐτό, τὸ δημοτικό μας τραγούδι βλέπει τὴν γυναίκα κυρίως σὰν μάνα, ἐνῶ τὰ τραγούδια τῆς Δύσης τὴν βλέπουν κυρίως σὰν ἐρωμένη. Ὅταν ρωτήθηκε κάποιος σοφὸς ἀπὸ ἕναν γονέα σὲ ποιὸ ἀπὸ τὰ δύο παιδιά του, ἕνα ἀγόρι κι ἕνα κορίτσι, πρέπει νὰ δώσει ἰδιαίτερη βαρύτητα στὴν ἀνατροφή του, ἐκεῖνος ἀβίαστα ἀπάντησε: στὴν κόρη σου. Γιατί μεγαλώνοντας σωστὰ τὸν γιό σου, ἀνατρέφεις ἕναν σωστὸ πολίτη, ἀνατρέφοντας ὅμως σωστὰ τὴν κόρη σου, ἀνατρέφεις σωστὰ μία ὁλόκληρη γενιά.
Ἡ σκέψη αὐτὴ εἶναι βαθυστόχαστη. Τὴν ψυχικὴ καὶ πνευματική του ἁρματωσιὰ δὲν τῆς προσπορίζει ἡ ἀποθησαύριση τῶν ξερῶν, πολλὲς φορές, γνώσεων τῆς σχολικῆς παιδείας, ἀλλὰ ὁ ἐφοδιασμὸς τῆς παιδικῆς ψυχῆς μὲ ὅλα ἐκεῖνα τὰ βαθιὰ ἀνθρώπινα στοιχεῖα τὰ ὁποῖα ἔχει δημιουργήσει ἡ μακραίωνη παράδοση τῆς ζωῆς τοῦ λαοῦ καὶ ποὺ μεταβιβάζονται ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ μὲ τὸν προφορικὸ λόγο τῆς μάνας, τοῦ πρώτου καὶ ἀσύγκριτου δασκάλου τοῦ παιδιοῦ.
Γιατί παιδεία θὰ εἰπεῖ γλώσσα. Καὶ ἡ ἑλληνικὴ γλώσσα εἶναι πρῶτα δουλειὰ τῆς Μάνας. Οἱ μαστοί της εἶναι τρεῖς: οἱ δύο γιὰ τὸ γάλα καὶ ὁ τρίτος τὸ στόμα της, ἡ λαλιά της, ἡ γνήσια καὶ ἄδολη πηγὴ τῆς γλώσσας. Ἀγράμματη, ἀμόρφωτη, πὲς ὅ,τι θέλεις. Εἶναι ὅμως κεφαλάρι ἀστείρευτο βαθύτατης καὶ φυσικῆς σοφίας. Στὶς λέξεις ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὰ χείλη της, μὲ τὴν ἡσυχία καὶ τὴν ὀμορφιὰ τοῦ σταλαχτίτη, στὸ τρυφερὸ αὐτὶ τοῦ παιδιοῦ, γενεὲς γενεῶν ἔχουν κλείσει νόηση καὶ αἴσθημα, πείρα καὶ Ἱστορία – ὅλη τὴν οὐσία τῆς ζωῆς τους. Ἔτσι δίνει στὸ νήπιο, ποὺ τὸ κρατᾶ στὴν ἀγκαλιά της ἡ μάνα, μαζὶ μὲ τὸ γάλα καὶ τὴν πρώτη παιδεία, διαβάζουμε σὲ περισπούδαστο κείμενο τοῦ Σπ. Μελᾶ τὸ 1950 (περιοδικὸ Ἑλληνικὴ Δημιουργία, τεῦχος 48).
Ἴσως σήμερα «τὸ γάλα» αὐτὸ τῆς Ἑλληνίδας μάνας νὰ ξίνισε, γιατί καὶ ἡ ἴδια δὲν ξεδιψᾶ ἀπὸ τὴν ἄδολη πηγὴ τῆς Παράδοσής μας, ἀλλὰ τρέφεται μὲ τὰ ἀκάθαρτα νερὰ τῆς ξενομανίας. Ἀπὸ τότε ποὺ «ἐκσυγχρονίστηκε» καὶ βάλθηκε νὰ γίνει Εὐρωπαία περιφρονώντας πρωτοτόκια τιμημένα, ὁ τρίτος μαστὸς τῆς μάνας, τῆς Ρωμιᾶς, στέρεψε! Γι’ αὐτὸ τὰ παιδιά μας πεινοῦν καὶ διψοῦν καὶ κραυγάζουν ἀπελπισμένα «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». Μιὰ σύντομη περιδιάβαση στὴν Παράδοση τοῦ Γένους μας θὰ μᾶς καταδείξει, γιατί ἡ μάνα ἦταν ἡ τροφός, τὸ λιθάρι τὸ ριζιμιό του λαοῦ μας.
Στὴν περίφημη πραγματεία τοῦ Πλουτάρχου Λακαινῶν ἀποφθέγματα (ἔκδ. «Κάκτος», σελ. 232), διαβάζουμε μεταξὺ ἄλλων σπουδαίων ἐπεισοδίων: «Ἄλλη Λάκαινα πρὸς τὸν υἱὸν λέγοντα μικρὸν ἔχειν τὸ ξίφος, εἶπε: βῆμα πρόσθες». Μιὰ Σπαρτιάτισσα ποὺ ὁ γυιὸς της ἔλεγε ὅτι ἔχει μικρὸ ξίφος, εἶπε: κάνε ἄλλο ἕνα βῆμα μπροστά». Μεγαλειώδης ἡ φράση «πρόσθες βῆμα», ἔτσι ἔφτασε ἡ Σπάρτη στὴν δόξα τῶν Θερμοπυλῶν!!
Τί νὰ ποῦμε γιὰ τὶς ἅγιες μητέρες τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, τὴν Ἐμμέλεια, τὴν Νόννα καὶ τὴν Ἀνθοῦσα, οἱ ὁποῖες ἀνάγκασαν τὸν περίφημο ρητοροδιδάσκαλο Λιβάνιο ν’ ἀναφωνήσει: «Βαβαί, οἷαι παρὰ Χριστιανοῖς γυναῖκές εἰσιν»!! Γιὰ νὰ θυμηθοῦμε καὶ τὸν ἀείχλωρο λόγο τοῦ σύγχρονου ἁγίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτη: «Ἡ εὐλάβεια τῆς μητέρας ἔχει μεγάλη σημασία. Ἂν ἡ μητέρα ἔχη ταπείνωση, φόβο Θεοῦ, τὰ πράγματα μέσα στὸ σπίτι πᾶνε κανονικά. Γνωρίζω νέες μητέρες ποὺ λάμπει τὸ πρόσωπό τους, ἂν καὶ δὲν ἔχουν ἀπὸ πουθενὰ βοήθεια. Ἀπὸ τὰ παιδιὰ καταλαβαίνω σὲ τί κατάσταση βρίσκονται οἱ μητέρες». (Λόγοι Δ´, Οἰκογενειακὴ ζωή, σελ. 90).
Ἀναρωτιοῦνται κάποιοι πῶς ἐπέζησε 1000 χρόνια ἡ αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως, τὸ λεγόμενο Βυζάντιο. Οἱ μάνες, οἱ ἀφανεῖς σημαῖες τοῦ Γένους, κρύβονται ἀπὸ πίσω! Ἐνδεικτικὸ τὸ γεγεονὸς ὅτι εννιά αὐτοκράτειρες καὶ μάνες ἁγίασαν! Ἡ ἁγία Ἑλένη ἡ ἰσαπόστολους, ἡ ἁγία Πουλχερία, σύζυγος τοῦ ἐπίσης ἁγίου αὐτοκράτορα Μαρκιανοῦ. Ἡ Θεοφανώ, σύζυγος τοῦ Λέοντος ϛ´ τοῦ Σοφοῦ, ἡ ἁγία Θεοδώρα ἡ ἀναστηλώσασα τὶς εἰκόνες. Ἡ ἁγία Εἰρήνη, ἡ θαυματουργός, σύζυγος τοῦ Μανουὴλ Κομνηνοῦ καὶ μητέρα τοῦ Ἰωάννη, ποὺ ὁ λαὸς τὸν ἀποκαλοῦσε Καλοϊωάννη, γιὰ τὶς ἀγαθοεργίες καὶ τὴν φιλανθρωπία του, μὲ τὰ ὁποία τὸν κόσμησε ἡ μητέρα του. Ἡ ἁγία Ὑπομονή, μάνα τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ἡ πολύπαις καὶ καλλίπαις, πολύτεκνη μάνα αὐτοκρατόρων. Καὶ σήμερα ἡ πολύτεκνη μάνα εἶναι τὸ θεμέλιο τοῦ ἔθνους! Δίπλα στὸ μνημεῖο τοῦ Ἀγνώστου Στρατιώτη, πρέπει νὰ στήσουμε καὶ τὸ μνημεῖο τῆς ἄγνωστης Ἑλληνίδας πολύτεκνης μάνας, ἔλεγε ὁ λογοτέχνης Γ. Θεοτοκᾶς.
Στὸ βιβλίο τοῦ Κ. Σιμόπουλου Ξένοι περιηγητὲς στὴν Ἑλλάδα (τ. Δ´, σελ. 287), διαβάζουμε τὸ ἐπεισόδιο ποὺ διασώζει ἕνας Γάλλος περιηγητὴς ὀνόματι Davesle: Μῆλος 1η Φεβρουαρίου 1828. Τὴν ὥρα, ποὺ ξεκουραζόμασταν ἀπ’ τὸ ἀνέβασμά μας στὸ Κάστρο τῆς Μήλου, εἴδαμε νὰ πλησιάζει πρὸς τὸ μέρος μας μία γυναίκα, ποὺ κρατοῦσε στό ᾽να χέρι ἕνα σταμνὶ καὶ στ’ ἄλλο ἕνα κοριτσάκι, ἐνῶ ἕνα ἄλλο κοριτσάκι ἔτρεχε γύρω της. Στὸν ὦμο της κρατοῦσε κάτι, ποὺ ὅταν μᾶς πλησίασε, εἴδαμε, ὅτι ἦταν ἕνα τρίτο παιδί, καλὰ φασκιωμένο. Τῆς ἐζήτησα νὰ μοῦ δώσει λίγο νερό. Σήκωσε τὸ σταμνί της καὶ μοῦ ᾽γνέψε νὰ πιῶ. Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ σύντροφός μου, ποὺ μιλοῦσε ἄριστα τὰ νέα ἑλληνικά, εἶχε ἀρχίσει νὰ παίζει μὲ τὸ μεγαλύτερο ἀπ’ τὰ κοριτσάκια. Ἔτσι ἀναπτύχθηκε μεταξύ μας μία οἰκειότητα […] Τὴ ρώτησα γιὰ τὴ ζωή τους. Μοῦ εἶπε ὅτι ὁ ἄντρας της ἦταν ἄλλοτε εὔπορος γεωργός, εἶχαν σπίτι καλό, ἕνα μεγάλο χωράφι κι ἕνα περιβόλι καὶ κατόρθωνε νὰ ζοῦν πολὺ καλά. Ὡστόσο δὲ δίστασε νὰ τὰ ἐγκαταλείψει ὅλα καὶ νὰ τρέξει κοντὰ στοὺς συμπατριῶτες του, μόλις ἄρχισε ὁ πόλεμος τῆς ἀνεξαρτησίας. Οἱ Τοῦρκοι γιὰ ἀντίποινα, ὅταν πέρασαν ἀπ’ τὸ νησί, ἔκαψαν τὸ σπίτι καὶ ρήμαξαν τὰ κτήματα. Τώρα ζοῦν πολὺ φτωχὰ καὶ πρέπει νὰ ξαναπεράσουν χρόνια, γιὰ νὰ καλυτερέψει ἡ ζωή τους. Τὴ ρώτησα, γιὰ νὰ τὴ δοκιμάσω, ἂν βλέποντας τὴ φτώχεια, μέσα στὴν ὁποία μεγάλωναν τὰ παιδιά της, δὲ νοσταλγοῦσε τὶς χωρὶς στενοχώριες ἡμέρες, ποὺ περνοῦσαν τὸν καιρὸ τῆς τουρκικῆς κατοχῆς. Δὲν περίμενα ποτέ, ὅτι τὰ λόγιά μου θά ᾽φερναν τέτοιο ἀποτέλεσμα: Ἡ Ἑλληνίδα τῆς Μήλου σηκώθηκε ἀπότομα, ἅρπαξε στὰ χέρια της τὸ φασκιωμένο μωρό, καὶ ρίχνοντάς μου ἕνα βλέμμα γεμάτο μίσος καὶ περιφρόνηση, εἶπε: «Νὰ ποθοῦμε τὴν ἐποχὴ ποὺ εἴμαστε σκλάβοι, στὸ ἔλεος ἑνὸς βάρβαρου, ποὺ μποροῦσε νὰ μᾶς ἁρπάξει τοὺς ἄντρες μας, τ’ ἀδέλφια μας, τὰ παιδιά μας, ἐμᾶς τὶς ἴδιες; Ὄχι! Χίλιες φορὲς καλύτερα νὰ ζῶ μὲ ψωμὶ κι ἐλιὲς καὶ νὰ νιώθω πὼς εἶμαι λεύτερη καὶ μάνα ἐλεύθερων παιδιῶν»!!
Τὸ ’21 ἡ μάνα ἀφήνει τὴ λάτρα τοῦ σπιτιοῦ καὶ τὸ μεγάλωμα τῶν παιδιῶν καὶ ζώνεται τ’ ἅρματα. «Ἡ Δέσπω κάνει πόλεμο/μὲ νύφες καὶ μ’ ἀγγόνια». Μιὰ μόνο περίπτωση ἀπὸ τὶς χιλιάδες ἀνώνυμες καὶ «ἐπώνυμες» ἡρωίδες τῆς Ἐπαναστάσεως θὰ ἀναφέρουμε. Τὴν περίφημη Καρατάσαινα, γυναίκα καὶ μάνα ἡρώων. Συνελήφθη, κατὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Νάουσας, τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1822 καὶ ὁδηγήθηκε, μαζὶ μὲ πλῆθος αἰχμάλωτα γυναικόπαιδα στὴν Θεσσαλονίκη. Πιέστηκε νὰ ἀλλαξοπιστήσει. Ἀρνήθηκε. «Γι’ αὐτό», γράφει ὁ αὐτόπτης Γάλλος Pouqueville (Πουκεβὶλ) στὴν ἱστορία του «ἐβύθισαν ἐντὸς σάκκου, τὸν ὁποῖον εἶχαν γεμίσει μὲ ὄφεις, τὴν σύζυγο τοῦ ὁπλαρχηγοῦ Καρατάσου. Ὁ Ἀβδοὺλ Λουμποὺτ ἤλπιζεν ὅτι ὁ θάνατός της, θὰ ἐπήρχετο κατόπιν φρικτῶν πόνων καὶ βασάνων. Ἀλλὰ αἱ πληγαὶ πλήθους ἐχιδνῶν ἔχυσαν τόσον δηλητήριον εἰς τὰς φλέβας τῆς μάρτυρος, ὥστε περιέπεσεν εἰς λήθαργον καὶ ἀπέθανεν ἀνωδύνως, λυτρωθεῖσα οὕτω τῶν δημίων της, ὑπὲρ τῶν ὁποίων δὲν ἔπαυσεν νὰ προσεύχεται θερμῶς, ἐπικαλουμένη τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Παναγίας μέχρι τῆς τελευταίας ὥρας. Οὕτως ἀπέθνησκον αἱ χριστιαναὶ γυναῖκες» (Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, σελ. 633). Καὶ σ’ ὅλους τοὺς μετέπειτα ἐθνικοὺς ἀγῶνες ἡ Ἑλληνίδα μάνα στέκεται ἀκλόνητη καὶ ἀνδρεία, γαλουχώντας τὰ παιδιά της μὲ τ’ ἀθάνατο κρασὶ τοῦ Εἰκοσιένα. Καὶ πάντα ἔστρεφε τὸ βλέμμα της στὴν Θεομάνα μας, τὴν Παναγία:
«Ὢ Παναγιά μου Δέσποινα καὶ τοῦ Χριστοῦ μητέρα
σὲ σένα παραδίνομαι, νύχτα καὶ τὴν ἡμέρα».
Νανούριζε, δηλαδὴ προσευχόταν, τὰ βλαστάρια της νὰ γίνουν καμάρι τοῦ Γένους.
Καὶ ἡ τωρινὴ Ρωμιὰ μάνα, ἂς τινάξει ἀπὸ πάνω της, τὴν βρώμικη σκόνη τοῦ δῆθεν ἐξευρωπαϊσμοῦ της, καὶ νὰ στρέψει τὸ βλέμμα της πίσω γιὰ νὰ δεῖς ποιὲς καὶ τί λογῆς μανάδες ἀνέσταιναν παιδιά, ποὺ ἔγραφαν μὲ τὸ αἷμα τους πῶς τοῦτος ὁ τόπος εἶναι ἠρωοτόκος καὶ ἁγιοτόκος!!
Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2022
Η κυρία Αθηνά (μια αληθινή ιστορία)
Οι εργάτες ανέβηκαν στις σκαλωσιές και άρχισαν να βγάζουν ένα ένα τα κεραμίδια των Αγίων Θεοδώρων. Τα πέταγαν κάτω, στο μικρό προαύλιο. Σιγά σιγά δημιουργήθηκε μια στίβα από αυτά, τα περισσότερα σπασμένα από το πέταγμα. Το μεσημέρι οι εργάτες είχαν τελειώσει. Καταϊδρωμένοι, κατέβηκαν από τις σκάλες και μάζεψαν τα εργαλεία τους. Θα ερχόντουσαν ξανά αύριο, να τελειώσουν το γκρέμισμα.
Την επόμενη ημέρα, όταν οι εργάτες ήλθαν να συνεχίσουν το έργο τους, βρήκαν τα κεραμίδια πίσω στη θέση τους, στην στέγη, ακέραια και κολλημένα. Και μη σκεφτεί κανείς ότι μπορούσε η κυρία Αθηνά, να ανέβει, μέσα σε ένα βράδυ, στη στέγη και να ξανατοποθετήσει στη θέση τους τα εκατοντάδες σπασμένα κεραμίδια, που χρειάστηκαν τόσοι άνδρες όλη την ημέρα για να τα ξεκολλήσουν! Ολοφάνερα επρόκειτο για θαύμα.
Επειδή όμως ο νους του ανθρώπου που βρίσκεται μακριά από τον Θεό είναι επιρρεπής στο να εφευρίσκει δικαιολογίες, κάποια από αυτές σίγουρα βρέθηκε για να δικαιολογήσει το απίστευτο αυτό γεγονός. Οι εργάτες επανέλαβαν ακριβώς ό,τι και την προηγούμενη ημέρα. Έλα όμως που το επόμενο πρωί τα κεραμίδια ήταν πάλι στη θέση τους!
Όταν και την τρίτη ημέρα επαναλήφθηκε το σημείο, ο ναός απλά σφραγίστηκε, για να μη μπαίνει κόσμος μέσα και προσεύχεται, οι εργάτες έφυγαν και ο πυροσβεστικός σταθμός έγινε σε άλλο σημείο...
Μια μέρα, ήρθε κάποια κυρία που δούλευε σε ένα ελαιοτριβείο και της έφερε ένα μπουκάλι λάδι, για να ανάβει το καντήλι. Με το λάδι όμως αυτό, αν και φαινόταν γνήσιο και καλό, το καντήλι δεν άναβε! Όταν η γυναίκα αυτή ξανάρθε η κυρία Αθηνά της είπε: "Το λάδι που μου είχες φέρει, το αγόρασες ή το έκλεψες;". Η γυναίκα κατέβασε το κεφάλι: "Πώς το κατάλαβες;", ψέλλισε.
Η κυρία Αθηνά έζησε δεκάδες χρόνια χωρίς εκκλησιασμό, αλλά σε όλους έλεγε ότι θα ανοίξουν ξανά οι εκκλησίες, χωρίς φυσικά να γίνεται πιστευτή.