Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2011

Η ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΕΥΛΑΜΠΙΑ ΡΩΜΑΝΙΔΟΥ



site analysis

Aravissos

του Πρεσβ. π. Λαμπρου Φωτοπούλου




(απόσπασμα - αναδημοσίευση από το Περιοδικό “Εφημέριος”)





Η καταγωγή



Η Ευλαμπία Ρωμανίδου, μητέρα του πατρός Ιωάννη Ρωμανίδη, κατήγετο από την Αραβισσό της Καππαδοκίας, μια περιοχή που ποτέ δεν έπαυσε να συζητάη θεολογικά, ακόμα και μετά τούς μεγάλους Καππαδόκες Πατέρες (Βασίλειο το Μεγα και Γρηγόριο Νυσσης).



Γεννημένη πριν από την καταστροφή (το 1895), μεγάλωσε σε ένα χώρο βαθειάς πίστης. Στο χώρο αυτό η Ορθοδοξία ήταν πρώτη αξία, η γλώσσα και η καταγωγή το δευτερεύον. Ανήκε σ ?κε?νον τον μεγαλειώδη λαο των Καραμανλήδων, που με την δική του ελληνική γραφή, τα σημαντικά μνημεία του, τα μοναδικά ήθη και έθιμά του μετέφρασε το ορθόδοξο βίωμα των ασκητών και των αγίων σε καθημερινή πράξη.



Το θεολογικό πρότυπο των Καππαδοκών είναι η μίμηση των αυστηρών ησυχαστών, όπως των στηλιτών αγίων Συμεών και Δανιήλ, του αγίου Αλεξίου του Ανθρώπου του Θεού, κ.α. Η προσωπικότητα του αγίου Αλεξίου, ειδικότερα, τόσο μεγάλη εντύπωση είχε κάνει στούς Καππαδόκες, λόγω της υπερβολικής νηστείας, της ξενιτείας και της σκληρής άσκησης, ώστε πολλά τραγούδια γράφτηκαν γι α?τ?ν που τραγουδιώνται ακόμη. Καθε σαρακοστή στην Καππαδοκία επικρατούσε περισυλλογή, μνήμη θανάτου, προσευχή και άσκηση. Το κέντρο της κοινωνικής ζωής του Καππαδόκη ήταν ο Ναός και πνευματικό κατόρθωμα ήταν η άσκηση στη νοερά προσευχή. Δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η αναπνοή της Καππαδοκίας ήταν στο ρυθμό της Ευχής “Κυριε Ιησο? Χριστέ (εισπνοή), ελέησόν με (εκπνοή)!”



Μεσα σε αυτό το πνευματικό περιβάλλον μεγάλωσε η Ευλαμπία Ρωμανίδου.





Τα παιδικά χρόνια



Τα παιδικά χρόνια της Γερόντισσας Ευλαμπίας ήσαν μέσα στον πόνο. Πονος βαθύς, αλλά σωτήριος. Δωδεκάχρονο κοριτσάκι γνώρισε την φοβερή σφαγή των γονέων της, ένα γεγονός που τα παιδικά μάτια το τύπωσαν βαθειά μέσα στην ψυχή της. Εν τούτοις η εμπειρία αυτή, αντί να αποβή καταστρεπτική για την Ευλαμπία, ήταν το ουράνιο μήνυμα να πάρη την καλή στροφή, να αγαπήση τον Χριστό και την Εκκλησία.



Κοινωνικά η Ευλαμπία έμεινε ορφανή, αλλά πνευματικά απέκτησε μια παντοδύναμη προστασία. Η Βασίλισσα των Ουρανών, η των ορφανών βοηθός, την πήρε κάτω από τη δική της σκέπη. Με θαυμαστή απλότητα για τόσο μεγαλειώδεις εμπειρίες μιλούσε αργότερα στις μοναχές η γερόντισσα και έλεγε πως της παρουσιαζόταν η Παναγία, πως την έπαιρνε από το χέρι και την έσωζε από διαφόρους ψυχικούς κινδύνους. Από γλέντια που γίνονταν γύρω της την εμπόδιζε, την απομάκρυνε. Μετά ερχόταν πολλή διάθεση για προσευχή. Ετσι από μικρό παιδί επικοινωνούσε δια της προσευχής με το Θεο!



Άραγε, τι είδους προσευχή να έκανε η μικρή ορφανή Ευλαμπία; Σε μια έγγραφη εξομολόγηση που άφησε, λέει τα εξής: “Δωδεκα χρονών που ήμουν, προσευχή που έκανα αυτή ήταν. Παράκληση, Εξάψαλμος, Απόδειπνο, Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Ετσι περνούσα το χρόνο μου. Αυτούς τούς λόγους δεν τούς άφηνα από το μυαλό μου νύχτα και μέρα. Κυριε Αγαθέ, τα αγαθά σου μη μου στερήσης, από κάθε τι, να ακούω τα λόγια σου. Από απρεπή πράγματα με την βοήθειά Σου, Κυριε μου, φύλαξέ με. Κυριε, κατά την εντολή Σου, όπως ξέρεις εσύ, Κυριε, ο λάρυγγάς μου, ο,τι λέει δικός Σου είναι. Η Βασίλισσα η Παναγία μας, με τις πρεσβείες Της και των αγίων... Και από όλους αυτούς ευλογητός είσαι εις τούς αιώνας των αιώνων. Αμήν”.





Στην προσφυγιά



Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή έρχεται στην Ελλάδα και εγκαθίσταται στον Πειραιά. Παντρεύεται τον συμπατριώτη της Σαββα Ρωμανίδη και αποκτά το πρώτο της παιδί, αγόρι. Το έχει ταμένο στον επίσης πρόσφυγα, άγιο Ιωάννη το Ρώσσο. Αξιώνεται, όταν το παιδί έγινε 2 ετών, να πραγματοποιήση το τάμα της και να το βαπτίση, τον μετέπειτα ιερέα Ιω?ννη, στο Προκόπι Ευβοίας, όπου είχε εναποτεθή το ιερό Λείψανο.



Η ζωη στην Ελλάδα είναι δύσκολη και η οικογένεια Ρωμανίδη μεταναστεύει το 1927 στην Αμερική.



Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής η Ευλαμπία Ρωμανίδου βοηθά τον σύζυγό της στη ραπτική, ένα επάγγελμα που τούς έδωσε τη δυνατότητα να μεγαλώσουν τα δύο παιδιά τους. Η πολυπολιτισμική κοινωνία, με την ποικιλόχρωμη θρησκευτικότητα και τις διαφορετικές αξίες, δεν την επηρέασαν, αντίθετα της έδωσαν την πρόκληση για ιεραποστολή. Πολεμάει με τις όποιες δυνάμεις διαθέτει τον προτεσταντικό περίγυρο. Η θερμότητα της πίστης της κάνει εντύπωση. Οι αιρετικοί διαβλέπουν ότι θα είναι μεγάλη επιτυχία γι α?το?ς αν προσηλυτίσουν στις ιδέες τους αυτήν την Καπαδόκισσα με την πολλή πίστη. Δεν παραγνωρίζουν και το αξιόμαχο της αντιπάλου. Οργανώνουν έτσι πραγματική “επιχείρηση” για τον προσηλυτισμό της, στην οποία συμμετέχουν 10-15 άτομα. Την επισκέπτονται και προσπαθούν μέσα από την αγία Γραφή, με τα γνωστά τους επιχειρήματα, να την κλονίσουν. Η Ευλαμπία έχει άλλα, μεγαλύτερα και ακαταμάχητα επιχειρήματα. Τούς αφήνει για λίγο μόνους και καταφεύγει στούς αγίους, που έχει στο “εικονοστάσι” του δωματίου της. Προσεύχεται με θέρμη να την φωτίση ο Θεός. Και, ω! του θαύματος! Μια δυνατή βοη βγαίνει από τις εικόνες. Την ακούν και οι Προτεστάντες και τρέπονται σε άτακτη φυγή. Εκτοτε δεν την ξαναενόχλησαν.





Ιεραπόστολος



Η γερόντισσα Ευλαμπία είχε βεβαιωθεί ότι η μόνη αλήθεια είναι η Ορθόδοξη Πιστη και δεν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας από το Ορθόδοξο Άγιο Βαπτισμα. Ετσι, όταν έμαθε ότι η κόρη της παντρεύτηκε στην Ν. Ζηλανδία έναν ετερόδοξο, τον Malcolm, ανώτερο κρατικό υπάλληλο, κατάλαβε ποιο είναι ακριβώς το καθήκον της. Πηγαίνει στην Ν. Ζηλανδία και μένει εκεί μέχρις ότου να κατηχήση σωστά τον γαμπρό της και να τον βαπτίση ορθόδοξο με το όνομα Μάρκος. Δεν εγκαταλείπει την Νεα Ζηλανδία πριν να εκπληρώση και τον άλλο ιερό σκοπό της: Να ιδρύση Ορθόδοξη Εκκλησία στο Christchurch, τη δεύτερη μεγάλη πόλη της χώρας αυτής.



Μια προσφυγοπούλα ράφτρα από την Αμερική, χωρίς συνδρομή ιεραποστολικών κλιμακίων και οικονομική υποστήριξη, μόνη με μόνο το Θεο στην καρδιά της, γίνεται ισαπόστολος και ιδρύει Ορθόδοξη Εκκλησία στις εσχατιές της Γης...





Η μοναχή



Μετά το θάνατο του συζύγου της προσφέρει τις υπηρεσίες ως ράπτρια στο αντρικό μοναστήρι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στη Βοστώνη και συγχρόνως αρχίζει μόνη της να ασκήται στην μοναχική ζωη. Παίρνει έτσι σταθερά την απόφαση να γίνη μοναχή. Η ευκαιρία δεν άργησε να δοθή. Ο γιός της, ο π. Ιω?ννης, επιστρέφει οικογενειακώς στην Ελλάδα και η γερόντισσα τον ακολουθεί ενημερώνοντάς τον συγχρόνως για τις προθέσεις της.



Με την μεσολάβηση του π. Ιω?ννη και την συνδρομή του (νυν) Επισκόπου Τυρολόης και Σερεντίου κ. Παντελεήμονος Ροδοπούλου ο π. Πολύκαρπος Μαντζάρογλου τη συνιστά στο Ιερό Ησυχαστήριο “Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος” Σουρωτής Θεσσαλονίκης, όπου γίνεται δεκτή ως δόκιμη στις 17/1/1971. Στις 4/5/1973 γίνεται η κουρά της σε μεγαλόσχημη, χωρίς να αλλάξη το βαπτιστικό της όνομα, κατά παράκληση του π. Ιω?ννη.



Ως μοναχή ουδέποτε παρέλειπε τον κανόνα της. Τα μεσάνυχτα προσευχόταν ανελλιπώς με τον τρόπο που είχε συνηθίσει από νέα. Εξηγούσε δε με τον ακόλουθο χαρακτηριστικό τρόπο την συνήθειά της αυτή: “τότε, παιδί μου, ανοίγει ο ουρανός”, έλεγε.



Στο μοναστήρι έζησε μέχρι το 1980, οπότε κοιμήθηκε εν Κυρίω οσιακά, όπως το ζητούσε αδιάκοπα από το Θεο: “Το όνομά μου εν βίβλω ζωής να περάση. Ειρηνικά χριστιανικά τα τέλη της ζωής μου δος μου...”



Προγνώριζε το θάνατό της και το έλεγε (το 1980) στις αδελφές που την υπηρετούσαν, όταν της μιλούσαν για γεγονότα που θα γίνονταν αργότερα (κτίσιμο ναού αγίων Αρχαγγέλων). Άλλωστε, το γεγονός του θανάτου ήταν η μελέτη της καρδίας της από ηλικίας 12 χρονών· “τον θάνατο να μην βγάλω από το νου μου Κυριε δος μου”, έλεγε. Ο Θεός της έδωσε τούς τελευταίους μήνες της ζωής της όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για να προετοιμαστή για το μεγάλο πέρασμα.





“Εις μνημόσυνον αιώνιον”



Ποσο διαφορετική είναι αυτή η γερόντισσα από όλα εκείνα τα τεχνητά μοντέλα που “λανσάρει” το θρησκευτικό “star system” της εποχής μας.



Εχοντας την χάρη του “ταπεινού και ησυχίου” Αγίου Πνεύματος υποτάχθηκε στο θέλημα του Τριαδικού Θεού. Υπ?μεινε την ορφάνια και την προσφυγιά με πίστη στο Θεο και αδιάλειπτη Προσευχή. Εζησε μέσα στον κόσμο αφοσιωμένη στα καθήκοντά της ως σύζυγος και μητέρα και, όταν αποφάσισε να μονάση, προέκρινε ταπεινά την υπακοή σε ένα Ορθόδοξο Μοναστήρι.-

Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011

Εκοιμήθη η Καθηγουμένη της Ιεράς Μονής Βυτουμά γερόντισσα Ευσεβία



site analysis


Εκοίμηθη χθες Σάββατο, 8 Ιανουαρίου 2011 η σεβαστή γερόντισσα Ευσεβία Καθηγουμένη της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Βυτουμά, η οποία τον τελευταίο καιρό ταλαιπωρούνταν από την επάρατο νόσο.
Να αναφερθεί, ότι η μακαριστή γερόντισσα ήρθε στην Ιερά Μονή Βυτουμά με πενταμελή συνοδεία το 1952, όταν τότε ήταν Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών ο αείμνηστος Δωρόθεος.
Εκεί επί εξήντα ολόκληρα χρόνια έδωσε τον ασκητικό της αγώνα στους πρόποδες του Κόζιακα.
Την εξόδιο ακολουθία και την κηδεία τέλεσε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σταγών και Μετεώρων κ. Σεραφείμ, συμπαραστατούμενος από τον Μητροπολίτη Αυλώνος Χριστόδουλο και τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Ρεντίνης Σεραφείμ.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι ο ναός ήταν κατάμεστος από χιλιάδες πιστούς, καθώς και μοναχές από διάφορα μοναστήρια της Ελλάδος.
Η μακαριστή Ευσεβία ήταν πνευματική κόρη του Γερβασίου του Παρασκευόπουλου, ενός μεγάλου πνευματικού ανδρός της Εκκλησίας μας.
Τέλος, σύμφωνα με πληροφορίες της «Romfea.gr» προσωρινά χρέη Ηγουμένης εκτελεί η αδελφή Δωροθέα, η οποία είναι ανιψιά της πρώτης Ηγουμένης μακαριστής Ευφημίας.

Φώτο Αρχείου: Ο Μητροπόλιτης Λαρίσης Ιγνάτιος με την Ηγουμένη και αδελφές της Μονής (2009)



Aπό Romfea.gr





Η Γερόντισσα Χαριθέα-Καθηγουμένη της Ιεράς Μονής του Αγίου Ηρακλειδίου



Προδρόμης Μοναχής ,Καθηγουμένης της Ιεράς Μονής Αγίου Ηρακλειδίου.


   Η μακαριστή γερόντισσα Χαριθέα, κατά κόσμον Ελένη Χατηχάρου, γεννήθηκε το 1915 στο χωριό Αθηένου και ήταν το δεύτερο από τα πέντε παιδιά της οικογένειάς της. Τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο και στη συνέχεια βοηθούσε στις διάφορες γεωργικές εργασίες την οικογένειά της η οποία διακρινόταν για την κοινωνική και οικονομική της κατάσταση.
Ο πόθος της για το μοναχικό βίο.
   Από πολύ νεαρή ηλικία η καρδιά της φλεγόταν από τον πόθο να αφιερώσει τη ζωή της στο Χριστό ακολουθώντας το μοναχικό βίο, πράγμα πολύ ασυνήθιστο για τα κυπριακά δεδομένα, αφού μέχρι τότε δεν λειτουργούσε ούτε ένα γυναικείο Κοινόβιο στην Κύπρο. Στην εκπλήρωση της επιθυμίας της αυτής, συνάντησε μεγάλη αντίσταση από τους γονείς της, οι οποίοι μάλιστα την πίεζαν συνεχώς να παντρευτεί. Σχετικά αναφέρει η ίδια στο προσωπικό της ημερολόγιο: ''Αφ' ης ημέρας ανεκοίνωσα τον σκοπόν μου στους γονείς μου, άνοιξα εμπρός μου ένα χάος αδιαπέραστον. Δεν το περίμεναν, δεν ήθελαν να ακούσουν περί μοναχικής πολιτείας, τους εφάνη τόσον απαίσιον και δεν εδίσταζαν να μου λέγουν, ότι τους επρόσβαλλα και ότι έπρεπε να παραιτηθώ. Και μέρα και νύχτα είχαμε έναν πόλεμο ακατάπαυστον. Εγώ επέμενα, εκείνοι με απέτρεπαν και ήμουν διαρκώς λυπημένη και παρακαλούσα τον Θεό να με φωτίσει τι να κάνω διότι ήτο δι' εμέ ένας θάνατος. Είχα εκ δεξιών μου την αγάπη του Θεού και εξ' αριστερών μου την αγάπη των γονέων μου. Τον Θεό δεν τον έβλεπα, αλλά τον αισθανόμην τόσον πλησίον μου, που δεν ήθελα να απομακρυνθώ, διότι κάτι σαν μέθη πνευματική, μία γλυκύτης άρρητος, μία χαρά ανείπωτος επλημμύριζεν την καρδίαν μου και έφρισσε από πνευματική αγαλλίασιν το πνεύμα μου. Πάλιν τους γονείς μου τους υπεραγάπουν (.) Αντέτξα όλας μου τας δυνάμεις, αγωνίσθηκα με σθένος και υπέρ άνθρωπον. Εκομματιάσθη η καρδία μου. Υπέφερα πολύ, νύχτες ολόκληρες άγρυπνη με δάκρυα ατελείωτα και ένας βουβός πόνος ήτο η συντροφιά μου''.
   Στις δύσκολες αυτές στιγμές της ζωής της, η νεαρή τότε Ελένη, έβρισκε μοναδικό καταφύγιο στις κρυφές συναντήσεις και τη μυστική αλληλογραφία που διατηρούσε με τον πνευματικό της Γέροντα Μακάριο Σταυροβουνιώτη ο οποίος διέπρεψε ανάμεσα στους πατέρες της Μονής του, για την πλούσια πνευματική του δράση. Γράφει γι' αυτόν χαρακτηριστικά η Γερόντισσα Χαριθέα: ''(.) ο ευλογημένος μου έδωσε τόσο θάρρος και ελπίδα με τα γραφόμενά του (.) Υπήρξε για μένα πνευματικός μου πατέρας, στήριγμα και παρηγορία σ' όλη την επίγειόν του ζωή και σ' εκείνον χρεωστώ όλην την πνευματική μου υπόστασιν και ουδέποτε θα τον λησμονήσω.''
   Ταυτόχρονα, η ίδια έδινε όλον τον εαυτόν της σε θερμή προσευχή, ακόμη και την ώρα που εργαζόταν έξω στα χωράφια. Γράφει στο ημερολόγιο της: ''Θεέ μου, και αν αυτό είναι το θέλημά σου και αν με προορίζεις δια μοναχήν, βεβαίωσόν με δια να προχωρήσω. Πέρασε καιρός, και εγώ με την προσμονήν δια την απάντησιν του Θεού, περνούσα τον καιρόν μου προσευχομένη και περιμένουσα το πλήρωμα του χρόνου''.

Η θεία κλήση για το μοναχικό βίο.
   Και πράγματι η απάντηση του Θεού ήρθε και η έλλειψη της ανθρώπινης παρηγορίας καλύφθηκε με την επέμβαση της θείας παρηγορίας. Η ίδια η μακριστή Γερόντισσα περιγράφει το θαυμαστό αυτό γεγονός στο προσωπικό της ημερολόγιο: ''Ποτέ δεν θα ξεχάσω το Άγιον Του κάλεσμα. Όταν αναπολώ εις την μνήμη μου την ημέρα εκείνην. με διατρέχουν ρίγη θείας συγκινήσεως και μένω εκστατική μπροστά στο θείο μεγαλείο που αντίκρυσα και έγινα μέτοχος εγώ, ανάξιον πλάσμα και τόσον μικρόν. Ήταν μία Κυριακή του Αυγούστου του 1938. Ανέβηκα στο ανώγι δια να αναπαυθώ και σωματικώς και να τακτοποιήσω τους λογισμούς μου που ήτο τόσο ταραγμένοι και αλληλοσυγκρουόμενοι (.) Όσον και αν προσπαθούσα, μου ήτο αδύνατον να τακτοποιήσω έστω και επ' ελάχιστον το ταραγμένο μου πνεύμα. Ξέσπασα σε κλάματα ατελείωτα και μετά σε κατανυκτική προσευχ ή. Ηρέμησε το πνεύμα μου και κάτι σαν ύπνος με κατέλαβε. Μου εφάνη πως άκουσα σαν βοήν ανέμου, σαν να εσείετο καλαμιώνας και ετράβηξε την προσοχή μου προς το μέρος που ακούετο η βοή. Πράγματι, ήτο άνεμος στην αρχή και ενώ έβλεπα προς τα εκεί, ξανοίχθηκε μπροστά μου ένα μεγαλοπρεπές θέαμα. Εφάνη μαζί με τον άνεμο ένας άνθρωπος ντυμένος ιερατικά, νέος και ωραίος, ασπροντυμένος με γαλανούς σταυρούς επάνω στο φελόνιο. Δεν πατούσε στη γη. Ήρχετο προς το μέρος μου σαν να πετούσε, σαν να γλυστρούσε. Τα μαλλιά του και τα γένεια του τα ξανέμιζεν ο αέρας και το πρόσωπό του ήτο χαροποιόν. Έφθασε κοντά μου και με επροσπέρασε ένα βήμα και ύψωσε έναν μεγάλο σταυρόν και μου είπε συνάμα: ''Έρχουν οπίσω μου''. Επροχώρησε με τον άνεμο και ακούστηκαν ψαλμωδία από μυριάδες φωνές και έπαυσε πλέον δι' εμέ η οπτασία εκείνη. Εξύπνησα και μονομιάς ευρέθηκα γονατιστή. Ξέσπασα σε λυγμούς. Εφώναζα, ''έρχομαι Κύριε, έρχομαι'' και έκλαια. Από την ημέρα εκείνη μία ήτο η σκέψις μου, πως θα κατορθώσω να απαλλακτώ τον κόσμον και να βρεθώ μόνη μου μέσα σε ένα κελλί με τέσσερις τοίχους, να απολαύσω τον Θεό μου''.

Η Γερόντισσα ''ενδεδυμένη τα όπλα του Χριστού''.
   Από τότε, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η μακαριστή Γερόντισσα, τάχθηκε υπό τη σημαία του σταυρού και πήρε την οριστική απόφαση να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο. Τακτοποίησε όλες τις υποθέσεις, βοήθησε στην αποκατάσταση των αδελφών της, κέρδισε κάπως τη μεταβολή των γονιών της και έτσι το 1945 εγκατέλειψε τα του κόσμου και πήγε στο ιδιόρυθμο μοναστήρι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στο Καϊμακλί, αφού τότε δε λειτουργούσε κανένα γυναικείο κοινόβιο μοναστήρι στην Κύπρο.
  Το 1949 στην Ιερά Μονή Σταυροβουνίου, αξιώθηκε του μεγάλου και αγγελικού σχήματος και πήρε το όνομα Χαριθέα. Τα γραφόμενα στο ημερολόγιό της γι' αυτή την ημέρα, όπως και ολόκληρη η βιοτή της, φανερώνουν το ανδρείο και αγωνιστικό φρόνημα της και ξεχώριζε πάντα στον χαρακτήρα της. Γράφει σχετικά: ''Τώρα πλέον ως στρατιώτης Χριστού, ενδεδυμένη τα όπλα του Χριστού, κατέρχομαι στο στάδιο του αγώνος αποφασισμένη να αποθάνω εις τον αγώνα, παρά να ενδώσω εις τας υποβολάς του εχθρού από τον οποίον καθώς ήκουσα εις την χειροτονίαν μου δεν θα εύρω άνεσιν''.
   Γεμάτη πνευματικό ενθουσιασμό όπως αναφέρει, έστηνε πύργος με τη φαντασία της και έβλεπε τα μακρά κοντά και τας τραχείας οδούς λείας. Πολύ σύντομα όμως διαπίστωσε ότι η πνευματική κατάσταση στο μοναστήρι δεν την ευχαριστούσε ένεκεν της ιδιορρυθμίας και της έλλειψης διοικήσεως, γι' αυτό η προσευχή της και ο διακαής πόθος της ήταν να φύγει απ' εκεί και να αξιωθεί να ζήσει σ' ένα κοινόβιο, όπως πάντα ονειρευόταν.


Στο μοναστήρι του Αγίου Ηρακλειδίου.
   Δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια υπομονής και καρτερίας χρειάστηκαν για να φθάσει το πλήρωμα του χρόνου. Το 1962 λοιπόν με την άδεια του τότε Αρχιεπισκόπου Κύπρου Μακαρίου του Γ' δίνεται στη Γερόντισσα και σε άλλες δύο αδελφές που έφυγαν μαζί της, την αδελφή Θεοφανώ και την αδελφή Ευπραξία, το μοναστήρι του Αγίου Ηρακλειδίου που μέχρι τότε ήταν ερειπωμένο, με σκοπό την αναστήλωση και επαναλειτουργία του ως κοινοβίου.

   ''Όταν ήλθαμεν την πρώτη φορά να το δούμεν, γράφει η μακαριστή Γερόντισσα, με έπιασε δέος. Παλαιόν, ερειπωμένον ακατοίκητον. χωρίς εξώπορτα, χωρίς νερό, χωρίς δρόμο, χωρίς φώς. χωρίς κουζίνα και όσα χρειάζονται να ζήσουν οι άνθρωποι. Τα ενθυμούμαι και θαυμάζω το θάρρος που οπωσδήποτε το αναπτέρωνε ο πόθος και η βοήθεια του Αγίου Ηρακλειδίου. Εχρειάσθη αρκετός καιρός να απαλλαγούμε από διάφορα ερπετά. που σφετερίζοντο μαζί μας και αυγά και ψωμιά και όσπρια. Εχρειάσθησαν πολλές ημέρες να καθαρίσωμεν την αυλήν από τα αγκάθια και την εκκλησίαν από τις αράχνες και τες λίγδες των λαδιών. Δουλειά καθημερινώς και κόποι μεγάλοι.''
   Πολύ σύντομα ο αριθμός  της αδελφότητος αυξήθηκε και έτσι το 1966, η Γερόντισσα Χαριθέα αναλαμβάνει επίσημα την ηγουμενία της Μονής. ''Μόνον από αγάπη κινούμενη'', όπως αναφέρει, ''ανέλαβα την ευθύνη, χωρίς να υπολογίσω το μέγεθος της δυσκολίας. Το κοινόβιον και η παρουσία του πνευματικού, μου έδιδε το θάρρος και εσμίκρυνε τες δυσκολίες''.
   Με την ανδρεία της ψυχή, το δραστήριο χαρακτήρα και το άμεμπτο αγωνιστικό της φρόνημα, με θυσία και αυταπάρνηση ανοικοδόμησε τον άγιο και αποστολικό χώρο της μετανοίας της με κομμάτια από την καρδιά της. Κάθε τι έμψυχο και άψυχο στο μοναστήρι είναι ποτισμένο από τα δάκρυα των προσευχών της και τους ιδρώτες των κόπων της. Το οικοδομικό συγκρότημα της Μονής, δέχθηκε πολλαπλές επιδιορθώσεις και προσθήκες κατά τη διάρκεια της ηγουμενίας της. Επισκευάσθηκαν εκ βάθρων και επεκτάθηκαν πτέρυγες της Μονής. Διορθώθηκε και εξωραΐστηκε το Καθολικό και το Συνοδικό. Ανοικοδομήθηκαν εργαστήρια, τραπεζαρία, ξενώνες και αρχονταρίκι. Κτίστηκε παρεκκλήσιο αφιερωμένο στον Τίμιο Πρόδρομο. Ακόμη διαμορφώθηκαν εσωτερικοί διάδρομοι με ψηφιδωτό δάπεδο το οποίο φιλοτέχνησαν οι αδελφές της Μονής.

Καρδιά ανοιχτή για κάθε ''Χριστό''.
   Εκτός όμως από την ευθύνη για την αναστήλωση και επέκταση της Μονής για τριαντατέσσερα χρόνια, σήκωνε και το βαρύ σταυρό της πνευματικής καθοδήγησης των μοναζουσών. Με απέραντη αγάπη, διάκριση, ταπείνωση και συμμόρφωση στην πατερική παράδοση, προσπαθούσε να μορφώσει τον Χριστό στην καρδιά κάθε αδελφής, γεγονός, που απαιτούσε πολλή υπομονή και μακροθυμία, αφού κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικό χαρακτήρα και ιδιαιτερότητες. Γράφει συγκεκριμένα η Μακαριστή Γερόντισσα στο ημερολόγιο της: ''Διά να συγκροτείται και να προχωρεί ένας πνευματικός οργανισμός ο υπεύθυνος οφείλει να κλαίη μετά των κλαιόντων και να χαίρη μετά των χαιρότνων. Να κατεβή στο επίπεδο του οποιουδήποτε αδελφού και να έχη την δύναμιν να τον σηκώση από την πτώσιν του, διαθέτοντας πολλή αγάπην, πολλή υπομονήν και μαεστρίαν, δια να τον θέση ενώπιον του σκοπού του και των υποχρεώσεών του απέναντι του Εσταυρωμένου Ιησού. Δεν είναι εύκολον καθόλου, διότι βαρύνουν η κληρονομικότητα, πολλές φορές η στενή διανοητική δύναμις, οπότε ενισχύεται ο εγωϊσμός, η φιλαυτία, το πείσμα και κυριαρχεί η υπερηφάνεια''.
   Έτσι, η μακαριστή Γερόντισσα Χαριθέα, πλάτυνε τόσο πολύ την καρδιά της, ώστε να χωρεί και να σκεπάζει τα προβλήματα, τις ανησυχίες και τις αδυναμίες κάθε πνευματικού της τέκνου. Επιπλέον, λόγω του χαρακτήρα της, απέφευγε την αυταρχική επιβολή κανόνων και προσπαθούσε να επιταχύνει το έργο της, προκαλώντας την φιλοτιμία και την αγάπη των αδελφών, προσφέροντας ταυτόχρονα ως παράδειγμα προς μίμηση, τόσο την εξωτερική συμπεριφορά όσο και την εσωτερική πνευματική εργασία.
   Παράλληλα με τη φροντίδα για την πνευματική καθοδήγηση της αδελφότητας, πολύ συχνά μοιραζόταν τις υλικές και πνευματικές ανάγκες, τον πόνο και τα προβλήματα κάθε ανθρώπου που ζητούσε την βοήθεια της. Παρ' όλες τις φροντίδες που είχε και τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε από διάφορες αρρώστιες που κατά καιρούς πέρασε, η πόρτα και η καρδιά της ήταν πάντοτε ανοιχτή για κάθε ''Χριστό'', όπως χαρακτηριστικά αποκαλούσε κάθε ένα που ζητούσε τη βοήθειά της. Όσοι κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί είχαν την ευλογία να την γνωρίσουν, έτρεφαν γι' αυτήν μεγάλο σεβασμό εκτίμηση και αγάπη, αφού η πανωραία ψυχή της αντανακλούσε με γλυκύτητα και απλότητα τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος. Αν και διήλθε τη ζωή της δια μέσου πολλών θλίψεων, χύνοντας ποταμούς δακρύων, αν και συνάντησε μεγάλες δυσκολίες και πολλές αντιδράσεις, ε ντούτοις με το φρόνημα που την χαρακτήριζε και τις παννύχιες προσευχές της κατάφερε να αντιμετωπίζει κάθε δύσκολη κατάσταση, έχοντας πάντοτε την ελπίδα της στη Θεία Πρόνοια.

Το οσιακό τέλος της Γερόντισσας.
   Τα τελευταία δύο χρόνια της επιγείου ζωής της, τα πέρασε καθηλωμένη στο αναπηρικό καροτσάκι, λόγω κάποιας βλάβης στη σπονδυλική της στήλη. Ο τελευταίος χρόνος έγινε όμως μαρτυρικός, αφού προστέθηκαν οι αβάσταχτοι πόνοι του καρκίνου και οι ατελείωτες νύχτες που περνούσε άγρυπνη, λόγω της δύσπνοιας. Και αυτή τη δοκιμασία, όμως, την πέρασε με πολλή υπομονή, καρτερία, σιωπή και προσευχή, χωρίς να γογγύσει ή να παραπονεθεί, διδάσκοντας, έτσι, το τελευταίο μάθημα σ' εμάς τις μοναχές της. Στις 13 Απριλίου το 2000, Πέμπτη του Μεγάλου Κανόνος, κοιμήθηκε εν Κυρίω με οσιακό τέλος. Την προηγούμενη νύχτα, όταν οι αδελφές διάβαζαν στο νοσοκομείο το Μεγάλο Κανόνα, η Γερόντισσα συμπλήρωνε το ''Ελέησον με ο Θεός, ελέησον με'', ενώ το πρωί την άκουσαν να λέει: ''Αποστραφήτωσαν παραυτίκα αισχυνόμενοι οι λέγοντες μοι ε ύγε, εύγε''. Αφού γύρισε αριστερά, έφτυσε τρείς φορές, ξανάφτυσε πιο δυνατά και συνέχισε λέγοντας: ''Αγαλλιάσθωσαν και ευφρανθήτωσαν επί Σοι, πάντες οι ζητούντες Σε, ο Θεός και λεγέτωσαν διά παντός, μεγαλυνθήτω ο Κύριος, οι αγαπώντες το σωπήριόν Σου''.
   Η προσευχή ήταν η συνεχής αδολεσχία της μέχρι και τις τελευταίες αναπνοές της. Ένα δείγμα της προσευχής της προς τον Ουράνιο Νυμφίο της, είναι γραμμένο στο ημερολόγιο της: ''Θεέ μου, σε παρακαλώ η αναξία Σου δούλη. Τη βοήθειάν Σου και τη χάριν Σου την οποία εδοκίμασα πλουσίαν ένεκεν της απείρου Σου ευσπλαχνίας και έδειξες τον πλούτον της χρηστότητός Σου και εις εμέ την ελαχίστην, μη παύσης να μοι χορηγής πάντοτε, δια να δυνηθώ να φέρω τον Σταυρόν Σου, μέχρι τελευταίας μου αναπνοής, να εγασθώ προς δόξαν Σου και να φανώ αξία της κλήσεως της οποίας εκλήθην. Κάμε με αγία, Θεέ μου, και εν σώματι και εν πνεύματι. Μη με εγκαταλείψεις δια τας εν γνώσει και αγνοία μου αμαρτίας. Μη με παρίδης την πτωχή Σου, τεθλιμμένην και αποτεθαρρημένην. Μη με αφήσης μόνην, Θεέ μου, ε ις τας επιθυμίας μου, αλλά δος μοι την χάριν Σου, ίνα συμπαρούσα μοι κοπιάση και μείνη μετ' εμού μέχρι τέλους.
   Ηγαπημένε μου Ιησού, Αγνέ μου εραστά, γλυκύτατε σύζυγε της ψυχής μου, μοναδικόν μου αγαθόν, παντοτινή αδολεσχία του νοός μου, γλυκύτατον εντρύφημα της γλώσσης μου, άρρητος θυμηδία της ψυχής μου, βοήθησόν με να φέρω με υπομονή τον ολίγον κόπον τον οποίον χάριν Σου ανέλαβον, ότι είσαι Θεός ελέους και οικτιρμών και Σοι την δόξαν αναπέμπομεν, τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων''.
Αμήν την ευχή της να έχουμε
περιοδ.ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ-Δεκέμβριος 2002-Μάρτιος 2003

Τρίτη 4 Ιανουαρίου 2011

H OΣIA ΣYΓKΛHTIKH-Επισκόπου Αυγουστίνου


Agia Sygkl.ιστ.H EΠOXH MAΣ, αγαπητοί μου, είναι εποχή φοβεράς αποστασίας από το Θεό. Πολλα σημάδια το μαρτυρούν. Mεταξύ των σημείων που βοούν ότι ο κόσμος εξέκλινε από το δρόμο του Kυρίου είναι και η αποστροφή, η απέχθεια, το μίσος, που αισθάνεται ο σημερινός κόσμος προς ό,τι ο Kύριος διατάζει, και μάλιστα προς την παρθενική ζωή. H παρθενική ζωή είναι εκείνο που ο Xριστός αγάπησε πάνω απ’ όλα, εκείνο που εκήρυξε ως την κορυφή της ευαγγελικής αρετής, και προς αυτήν εκάλεσε και καλεί τις ψυχές εκείνες που θέλουν να ζήσουν μια ανώτερη ζωή.

Για την παρθενική ζωή, που είναι το μυρίπνοο άνθος της ευαγγελικής αρετής, ο κόσμος εκφράζεται περιφρονητικά. Oταν ακουστεί ότι ένας νέος ή μία νέα, από τους χιλιάδες νέους και νέες, αποφάσισε ν’ ακολουθήσει την οδό της τελείας αυταπαρνήσεως, της ολοκληρωτικής αφοσιώσεως στόν Kύριο, ο κόσμος εξανίσταται. Φίλοι και συγγενείς κινητοποιούνται και με ποικίλα μέσα αγωνίζονται να αποτρέψουν από το δρόμο αυτό. Kαι αν δεν το κατορθώσουν, τότε στρέφονται με λύσσα εναντίον εκείνων που υποπτεύονται ότι συνετέλεσαν στό να λάβει ο νέος ή η νέα μια τέτοια ηρωϊκή απόφασι. Oι ταλαίπωροι! δεν θέλουν να καταλάβουν, ότι η ιδέα της παρθενικής ζωής και πολιτείας προέρχεται απ’ αυτόν τον Kύριο και σαν σπόρος ουράνιος σπείρεται και ριζώνει στις εκλεκτές ψυχές· και ό,τι σπείρει ο ουρανός, δεν μπορεί να το ξερριζώσει όλη η γη. Tί λόγια πικρίας, διαβολής και συκοφαντίας βγαίνουν από τα στόματα των εχθρών της παρθενικής ζωής! Oι άνθρωποι αυτοί είναι αιρετικοί, παρθενομάχοι, θεομάχοι. Διότι εάν είναι αίρεσι να εμποδίζει κάποιος το γάμο (βλ. A΄ Tιμ. 4,3), πολύ περισσότερο είναι αίρεσι το να εμποδίζει κανείς την παρθενική ζωή.

Aλλα οι κήρυκες της αληθείας δεν πρέπει να δειλιάσουν. H Oρθόδοξος Eκκλησία, παρ’ όλη την πολεμική του σαρκικού και oλόφρονος κόσμου κατα της παρθενικής ζωής, δεν πρέπει να υποστείλει τη σημαία της αληθείας. Aντιθέτως έχει ιερα oποχρέωσι να κηρύξει και στό θέμα αυτό ό,τι είπε ο Kύριος, ό,τι έγραψαν οι μεγάλοι διδάσκαλοι και πατέρες της Eκκλησίας, ό,τι απεφάνθησαν τοπικές και οικουμενικές Σύνοδοι. Nαί, τίμιος ο γάμος, θείο μυστήριο· αλλα παραπάνω από το γάμο η εν Xριστώ αγαμία. Πολύτιμος ο γάμος σάν το ασήμι, αλλα η παρθενική ζωή πρέπει να εκτιμάται σαν χρυσάφι. Kαι γιατί, παρακαλώ, μητέρες πρέπει να λέγωνται μόνο εκείνες που γεννούν απλώς παιδια ―καί που πολλές φορές δεν είναι εις θέσιν να τα διαπαιδαγωγήσουν―, και δεν είναι άξιες του τίτλου της μητέρας, της πνευματικής μητέρας, εκείνες οι ηρωΐδες γυναίκες που δεν ήλθαν μεν σέ γάμο, δεν γέννησαν φυσικα παιδιά, αλλα ανέθρεψαν ξένα, περιέθαλψαν ορφανά, προστάτευσαν εγκαταλελειμμένα πλάσματα, διενυκτέρευσαν δίπλα στό κρεβάτι ασθενών, ανακούφισαν τον ανθρώπινο πόνο, εστάλαξαν βάλσαμο παρηγοριάς σέ θλιμμένες καρδιές, και έλειωσαν σάν αναμμένες λαμπάδες επάνω στήν αγάπη του πλησίον;

* * *

Mία τέτοια πνευματική μητέρα, η οποία απέκτησε χιλιάδες πνευματικα παιδια που την αγάπησαν παραπάνω από τις σαρκικές τους μητέρες, υπήρξε η αγία Συγκλητική, την οποία εορτάζουμε.

H αγία Συγκλητική γεννήθηκε στήν Aλεξάνδρεια γύρω στα τέλη του τρίτου (Γ΄) αιώνος. Oι γονείς της ήταν ευσεβείς και πλούσιοι, κατήγοντο δε από τή Mακεδονία.  H κόρη αυτή ήταν όχι μόνο περίβλεπτος για την καταγωγή και την κοινωνική θέσι των γονέων της, αλλα και στολισμένη με όλα εκείνα που θεωρούν οι άνθρωποι τερπνα και ευχάριστα. Πολλοί νέοι την ζήτησαν σέ γάμο λόγω της ωραιότητός της, της μεγάλης περιουσίας της, και της ευγενείας των γονέων της. Aλλ’ η σώφρων και ηρωϊκή κόρη δεν άκουγε. Eίχε στραμμένο το νού και την καρδιά της στήν αγάπη του Θεού. Aγαπούσε τή σιωπή, την εγκράτεια, την άσκησι, τή νηστεία. Aσκήτευε μέσα στό πατρικό της σπίτι· αλλα ασκήτευε κατα τέτοιο τρόπο, ώστε να διαφεύγει την προσοχή των άλλων.

Mετα το θάνατο των γονέων της μοίρασε σέ φτωχούς όλη την περιουσία της και μαζί με μία μικρότερη τυφλή αδελφή της απεσύρθη σέ ένα ταπεινό οικίσκο έξω από την πόλι. Eκεί από ένα πρεσβύτερο έγινε μοναχή και δέχθηκε το μοναχικό σχήμα.

Στό αναχωρητήριο αυτό άρχισε να δέχεται τις νέες από την Aλεξάνδρεια, που την επεσκέπτοντο, και τους δίδασκε την εν Xριστώ ζωή. H φήμη της διεδόθη σέ όλη την Aίγυπτο. O,τι ήτο ο Mέγας Aντώνιος για τους άνδρες, ήτο η αγία Συγκλητική για τις γυναίκες.

Για την οσία Συγκλητική ο άγιος Nικόδημος ο Aγιορείτης λέει, ότι αυτή ήτο η παρθένος εκείνη η οποία φιλοξένησε μέσα στό σπήλαιο τον Mέγα Aθανάσιο κατα τους διωγμούς του· και ότι ο Mέγας Aθανάσιος, που έγραψε τον βίο του Mεγάλου Aντωνίου, συνέγραψε και τον βίο της οσίας Συγκλητικής, την οποία παρουσιάζει ως υπόδειγμα ευαγγελικής αρετής για τις γυναίκες.

Tο σύγγραμμα αυτό περιέχει πλούσια διδάγματα, βαθεια νοήματα, σοφα αποφθέγματα, όλα αποστάγματα εμπειρίας πνευματικής ζωής, και εκφράζει το υγιές φρόνημα της Oρθοδοξίας περί γάμου και αγαμίας. Zωγραφίζει την ωραιότητα της παρθενικής ζωής, αλλα και εφιστά την προσοχή των παρθένων γυναικών, που διάλεξαν το δρόμο αυτό του Kυρίου. O δρόμος αυτός δεν είναι κάποια κοσμική άνεσις. Oχι. Ξερρίζωμα κακιών, νέκρωσις πονηρών επιθυμιών, απάρνησις του κόσμου, συνεχές μαρτύριο. Σταυρός είναι η μοναχική ζωή, σταυρός ισόβιος. Kαι αν η παρθένος δεν προσέξει, μπορεί να καταποντισθεί, ενώ αντιθέτως μία έγγαμος γυναίκα, αν προσέχει και έχει στήν καρδιά της τον θείο φόβο, μπορεί να σωθεί. Για όλες και για όλους είναι μέγας ο κίνδυνος, κηρύττει η οσία. Πλέουμε όλοι, σάν σέ θάλασσα, ανάμεσα σέ σκοπέλους και υφάλους· έχουμε μεγάλη ανάγκη προσοχής.

H διδασκαλία, που βγαίνει από το στόμα της οσίας Συγκλητικής είναι γλυκυτάτη. Mοιάζει με κηρήθρα, και οι ψυχές που ποθούν την ουράνιο διδασκαλία εντρυφούν σάν μέλισσες στό πνευματικό αυτό μέλι. Kαι όχι μόνο όσοι και όσες ζούν την παρθενική ζωή, αλλα και όσοι και όσες ζούν στόν κόσμο και παλεύουν με ποικίλες δυσχέρειες, μπορούν στα λόγια της να βρούν εποικοδομητική διδαχή.

Συνιστούσε την αγάπη ως διαρκή και ακατάπαυστο πρόοδο της αρετής. H σωτηρία μας είναι να τηρούμε την εντολή της διπλής αγάπης· «Aγαπήσεις Kύριον τον Θεόν σου εν  όλη τη ψυχή σου» και «τόν πλησίον σου ως σεαυτόν» (Mατθ. 22,37-39). Eτόνιζε πόσο σπουδαίος είναι ο αγών για τή σωφροσύνη. Eδίδασκε την αξία της ακτημοσύνης. Προέτρεπε να λέμε τα ελαττώματα και όχι τα προτερήματά μας, να καταπολεμούμε τους πονηρούς λογισμούς, να προσέχουμε από τους λογισμούς της υπερηφανείας αλλα και της απογνώσεως, να διώχνουμε το θυμό, τή μνησικακία, την καταλαλιά. Yπεδείκνυε την αξία της ταπεινοφροσύνης.

Oλοι ωφελούνται από τα λόγια της, ιδίως όμως οι ασθενείς που επί μήνες και χρόνια βρίσκονται στό κρεβάτι του πόνου· αν διαβάσουν το βίο της, πολύ θα παρηγορηθούν. Διότι η οσία Συγκλητική προς το τέλος της ζωής της προσεβλήθη από αλλεπάλληλες αρρώστιες και έδειξε ιώβειο υπομονή, δοξάζοντας και ευχαριστώντας πάντοτε τον Kύριο.

* * *

Eίθε, αγαπητοί μου, η μελέτη του βίου και της διδασκαλίας της οσίας Συγκλητικής να συντελέσει στήν αναζωπύρωσι του θρησκευτικού αισθήματος των ορθοδόξων, ώστε ν’ αναφλεχθεί το πύρ της θεϊκής εκείνης αγάπης που ήλθε ν’ ανάψει ο Kύριος επί της γής. Eίθε πολλές καρδιές ν’ αγαπήσουν τον αληθινό Nυμφίο, το Xριστό, όπως τον αγάπησε εκείνη. Έτσι θα φανεί, ότι και στις ημέρες μας ο Kύριος εξακολουθεί ν’ απευθύνει την πρόσκληση «Aκολούθει μοι» (Mατθ. 9,9) και να καλεί σέ υπερτάτη θυσία τις εκλεκτές ψυχές.

† επίσκοπος Aυγουστίνος

ΟΣΙΑ ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΗ, η αείφωτη λαμπάδα.


«ει θέλεις τέλειος είναι, ύπαγε πώλησον σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν εν Ουρανοίς και δεύρο ακολούθει μοι» (Ματθ. ιθ΄ 21).Στην προτρεπτική πρόσκληση του Κυρίου, για μία σωστική πορεία προς τη Θέωση, η απήχηση είναι θετική, πολυάριθμη, διαχρονική. Οι ψυχικοί δέκτες απειράριθμων ψυχών συλλαμβάνουν το μήνυμα κι απαντούν αυθόρμητα, καταφατικά, έμπρακτα. Ακολουθούν το Αρνίο «όπου και αν υπάγη».Σημασιοδοτούν το τέρμα και μηδενίζουν κάθε γήινη δόξα και τρυφή.
Είναι οι εθελοντές στρατιώτες Χριστού. Είναι οι εκούσιοι ακόλουθοί Του. Είναι οι Άγιοι οι ευαρεστήσαντες στη γη το Θεό.
Αυτούς ατενίζουμε με θαυμασμό, γι' αυτούς καυχόμαστε, αυτούς ποθούμε να μιμηθούμε, αυτούς προσπαθούμε να γνωρίσουμε.
Κάθε Άγιος και μία ιδιαιτερότητα, ένα σημείο αναφοράς στην Αιωνιότητα, μία πολύπτυχη μορφή με αξιόλογες εμπειρίες.
Κάθε ανίχνευση της ζωής των Αγίων επιφυλάσσει μοναδικές εκπλήξεις επωφελείς.
Ας ενσκυψουμε, λοιπόν τώρα , στην πολυθαύμαστη ζωή τηςΟσίας ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΗΣ.
Μία μορφή ανένδοτης αγωνίστριας στο στίβο της αρετής, φλογερής καθοδηγήτριας στο πεδίο της ιεραποστολής, άριστης χειραγωγού στην αρένα της Μοναχικής Πολιτείας.
Ένας βράχος πίστεως και ευσέβειας, ταπεινοφροσύνης και αγάπης.
ΟΣΙΑ Σ Υ Γ Κ Λ Η Τ Ι Κ Η !Μία ακάματη σκαπανέας του πνεύματος. Μία ακούραστη εργάτρια της φιλανθρωπίας. Μία αεικίνητη ηρωίδα της αγάπης. Μία λαμπάδα άσβεστη, αείφωτη, καθοδηγητική για τους Ουρανοδρόμους της γης. Μία βακτηρία δυναμική για τους ορειβάτες του Έβερεστ της αρετής. Μία αέναη οδοδείχτης τ' Ουρανού.
Ας προσεγγίσουμε το ολόφωτο πορτραίτο της, ταπεινά. Ο Μ. Αθανάσιος, που διασώθηκε κατά την εξορία του κρυμμένος από την Οσία για έξι χρόνια στον Παρθενώνα της, γράφει αυθεντικά τη βιογραφία της.
270 μ.Χ. ο χρόνος γέννησής της. Καταγωγή της η ένδοξη Μακεδονία. Οι γονείς της πλούσιοι πολύ, αλλά ευσεβείς βαθιά. Φροντίδα τους αμέριστη η πνευματική μόρφωση και η ψυχική καλλιέργεια της θυγατέρας τους.
Η θρησκευτική ακτινοβολία της Αλεξάνδρειας τους γνωστοποιείται κι αποφασίζουν τη μετοίκησή τους εκεί. Σ' ένα ευρύ και θερμό Χριστιανικό περιβάλλον βρίσκεται τώρα η Συγκλητική. Η οικογενειακή γνωριμία με τον Αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας Μ. Αθανάσιο σηματοδοτεί την πορεία προς την αρετή, της νεαρής κόρης.
Παράλληλα παίρνει μια πλατιά μόρφωση. Διακρίνεται τώρα για την αρετή, τον πλούτο, τη μόρφωση, την ομορφιά. Οι προτάσεις γάμου είναι πολλές. Η Συγκλητική όμως τις απορρίπτει όλες. Η ψυχή της είναι εστραμμένη προς τον Ουράνιο Νυμφίο Χριστό και η αγάπη της είναι ολοκληρωτικά δοσμένη σ' Εκείνον. Την πλημμύρα των αισθημάτων αγάπης διοχετεύει αποκλειστικά στα κανάλια της ανθρώπινης δυστυχίας, σκορπίζοντας φροντίδα και παρηγοριά, ανακούφιση κι ελπίδα.
Αγαπά και αναζητεί, ανευρίσκει και στηρίζει τον κάθε αναξιοπαθούντα αδελφό. Αχθοφόρος της αγάπης η ενάρετη κόρη. Εργάζεται ταπεινά κι αθόρυβα, στην αφάνεια και στη σιωπή. Διαθέτει τις ώρες της για ανακούφιση των άλλων και για την προσωπική της ψυχική καλλιέργεια. Άγρυπνη στο κάστρο της ψυχής της δίνει μάχες με όπλα την προσευχή και τη νηστεία. Βιώνει την αυτογνωσία και κατευθύνεται προς τη Θεογνωσία.Σε σύντομο χρονικό διάστημα οι γονείς της απέρχονται στον Ουρανό. Η Συγκλητική παίρνει την τυφλή αδελφή της και φεύγουν μακριά από την Αλεξάνδρεια, στο Ηρώον. Εκεί σκορπίζει αφειδώλευτα μέρος της περιουσίας της στους φτωχούς. «Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής» (Ψαλμ. 23, 1) λέγει και αυτοασφαλίζεται από υπερηφανειακές πτώσεις.
Ο πόθος της και ο στόχος της είναι να λάβει το Αγγελικό Σχήμα. Από κάποιον Ιερέα κείρεται Μοναχή. Ζει συγκλονιστικές στιγμές, καθοριστικές για τη ζωή της. Απελεύθερη της κοσμικής μέριμνας ζει για το Χριστό.
Τώρα διαθέτει την υπόλοιπη περιουσία της και ιδρύει Παρθενώνα, Μοναστήρι. Ήδη πλαισιώνεται από αρκετές ψυχές που ποθούν να συμβαδίσουν αγωνιστικά το δρόμο της Θέωσης.
Η Συγκλητική, ως Ηγουμένη διαθέτει πίστη και αγάπη, αρετή και ζήλο. Προσφέρει κι ένα πλούσιο εμπειρικό οπλοστάσιο, πολύτιμο για τους αγώνες.
Την ιεραποστολική της δράση μεταφέρει και στη Μονή. Έτσι συνδυάζεται ασκητισμός και κοινωνικότητα.
Η διδασκαλία της πολύμορφη, πρακτική, αποτελεσματική. Γνωρίζει την τεχνική του Διαβόλου και τον αντιμετωπίζει νικηφόρα. Με θώρακα την προσευχή και περικεφαλαία την πίστη δίνει μάχες. Οι συμβουλἐς της ανεκτίμητα εφόδια στον αγώνα.
Να, σταχυολογημένα μερικά πολύτιμα πετράδια:
«- Όλοι ξέρουμε να σωθούμε, αλλά από αμέλεια χάνουμε τη σωτηρία. Η σωτηρία βρίσκεται στη διπλή αγάπη: στο Θεό και στον άνθρωπο.
-Η κενοδοξία αποφεύγεται με την απόκρυψη των αρετών και τη φανέρωση των ελαττωμάτων.
-Το θεμέλιο της ψυχικής οικίας μας είναι τα καλά έργα. Η σκεπή είναι η πίστη. Τα παράθυρα είναι οι αισθήσεις. Δια μέσου όλων αυτών μας πολεμεί ο εχθρός. Επαγρύπνηση στους εσωτερικούς λογισμούς απαιτείται.
-Όποιος στέκει, ας προσέχει να μην πέσει. Γιατί εκείνος που έπεσε έχει μία φροντίδα: Πώς να σηκωθεί. Εκείνος όμως που στέκει πρέπει να προσέχει να μην πέσει, είτε επιστρέφοντας στα παλιά πάθη και λιποψυχώντας, είτε να υπερηφανευθεί.
-Αντίδοτο των υπερήφανων λογισμών τα λόγια τοι Ψαλμωδού Δαβίδ: «Εγώ ειμί σκώληξ και ουκ άνθρωπος» (Ψαλμ. 21, 7).
-Ο θησαυρός της ταπεινοφροσύνης επιτυγχάνεται με την απόρριψη κάθε δόξας.
-Ο θυμός συμφέρει να εκτοξεύεται εναντίον των Δαιμόνων και ποτέ εναντίον των ανθρώπων.
-Για κάθε πτώση δεν απελπιζόμαστε, αυτοκατακρινόμαστε και μετανοούμε ειλικρινά.
-Θλίβεσαι; Πονείς; Σκέψου, ότι υποφέρεις από τις αμαρτίες σου. Συλλογίσου τη μελλοντική αιώνια τιμωρία και να χαίρεις».
Η Οσία με τις διδασκαλίες της σώζει πολλές ψυχές.
Ο Διάβολος φθονεί τη σωτήρια δράση της και την εκδικείται με επώδυνη πολύχρονη ασθένεια. Η Οσία την αντιμετωπίζει με καρτερία, μεγαλοψυχία, υπομονή.
Ογδόντα χρονών είναι και πλησιάζει στο τέλος της επίγειας αγωνιστικής πορείας της και στην αρχή της ατελεύτητης ευφροσύνης. Θείες οπτασίες βλέπει. Επιστασίες Αγγέλων φαίνονται. Λάμψεις στο χώρο του Παραδείσου παρακολουθεί. Τα αποκαλύπτει στις αδελφές, τις εμψυχώνει και προλέγει την μετά τρεις ημέρες αναχώρησή της. Όντως νικήτρια, πανευτυχής, τότε που προείπε, στις 5 Ιανουαρίου, αναχωρεί για την ποθητή Πατρίδα, την Αιωνιότητα, αφού δόξασε με τη ζωή της το Θεό. Βραβείο της άφθαρτο η Βασιλεία των Ουρανών.
Οσία του Θεού, πρέσβευε απαύστως και για τη δική μας σωτηρία.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ Ηχ. δ΄ . ( Ταχύπροκατάλαβε.. )

Σοφία και χάριτι, κεκοσμημένη σεμνή, ακλόνητος έμεινας, ως ο Ιώβ ο κλεινός, εχθρού επιθέσεσιν· όθεν ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΗ σε, η Ουράνιος δόξα, δέδεκται μετά τέλος, ως παρθένον φρονίμην εν η των μεμνημένων σου αεί μνημόνευε.

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ
Χαίροις η ακρότης υπομονής, στύλος καρτερίας, και αθλήσεως κορυφή.Χαίροις οδοδείκτα, και στάθμη Μοναζόντων, η καλλονή Οσίων, πάντων εδραίωμα.-

Οσίας Συγκλητικής διδαχές… (5 Ιανουαρίου)


Τμήμα μωσαϊκού ναού του Αγίου Απολιναρίου του νέου στη Ραβέννα (526 μ.Χ)
1. Είπε η αμμάς Συγκλητική· «Εκείνους που πλησιάζουν προς τον Θεό στην αρχή τους περιμένει αγώνας και πολύς κόπος, ύστερα όμως χαρά ανείπωτη. Γιατί όπως ακριβώς αυτοί που θέλουν να ανάψουν φωτιά στην αρχή καπνίζονται και δακρύζουν και μόνον τότε κατορθώνουν αυτό που γυρεύουν να κάνουν – γιατί βέβαια λέει πως ο Θεός μας είναι φωτιά που κατατρώει – έτσι κι εμείς πρέπει να ανάψουμε μέσα μας τη θεία φωτιά με δάκρυα και πόνους».
2. Είπε ακόμη ότι «Εμείς που διαλέξαμε τη μοναχική ζωή οφείλουμε να έχουμε άκρα σωφροσύνη. Βέβαια και ανάμεσα στους κοσμικούς φαίνεται να υπάρχει η σωφροσύνη, όμως μαζί μ’ αυτήν συνυπάρχει και η αφροσύνη, επειδή αυτοί αμαρτάνουν με όλες τις υπόλοιπες αισθήσεις, αφού και βλέπουν άπρεπα και γελούν άτακτα».
3. Είπε πάλι· «Καθώς τα πολύ ισχυρά φάρμακα διώχνουν τα δηλητηριώδη ερπετά, έτσι και η προσευχή μαζί με τη νηστεία εξαφανίζει τους πονηρούς λογισμούς».
4. Είπε πάλι· «Πολλές είναι οι παγίδες του διαβόλου. Με την φτώχεια δεν κατάφερε να κλονίσει μια ψυχή; Τότε φέρνει σαν δόλωμα τον πλούτο. Αν ούτε με τις ύβρεις και τους ονειδισμούς δεν μπορέσει, χρησιμοποιεί τους επαίνους και τη δόξα. Σαν νικηθεί με τη σωματική υγεία, φέρνει αρρώστιες στο κορμί. Όταν δεν κατορθώσει να μας ξεγελάσει με τις ηδονές, προσπαθεί να μας κάνει να ξεστρατίσουμε με αθέλητες ταλαιπωρίες. Φέρνει – ύστερα από παραχώρηση – βαρύτατες ασθένειες, ώστε εξαιτίας αυτών να ολιγοψυχήσουμε και έτσι να νοθευτεί η αγάπη προς το Θεό. Ακόμη κατατρώγει το κορμί με σφοδρότατους πυρετούς και το θλίβει με ακατάσχετη δίψα.
Αν λοιπόν τα παθαίνεις αυτά επειδή έχεις αμαρτήσει, υπενθύμισε στον εαυτό σου τη μέλλουσα κόλαση και το αιώνιο πυρ και τις καταδικαστικές ποινές και δεν θα ολιγοψυχήσεις για αυτά που σου συμβαίνουν. Να χαρείς γιατί ενδιαφέρθηκε ο Θεός για σένα και έχε στο στόμα σου το γλυκύτατο εκείνο ρητό· «Με διάφορους τρόπους με παίδευσε ο Κύριος, αλλά τελικά δεν με παρέδωσε στον θάνατο». Αν ήσουν σαν το σίδερο, γνώριζε πως μόνο με τη φωτιά διώχνεις τη σκουριά. Αν πάλι ασθενείς, ενώ είσαι δίκαιος, μάθε πως ανεβαίνεις σε ακόμη υψηλότερα μέτρα. Κι αν ακόμη είσαι χρυσάφι, με τη φωτιά γίνεσαι γνησιότερος. Μήπως όμως σου δόθηκε σατανικός άγγελος να βασανίζει τη σάρκα σου; Να αγαλλιάσεις τότε από χαρά, άκου με ποιόν εξομοιώθηκες – έχεις αξιωθεί της μερίδας του Παύλου. Ή πάλι βασανίζεσαι από πυρετό και παιδεύεσαι με ρίγη; Λέει η Γραφή σχετικά· «Περάσαμε μέσα από φωτιές και θάλασσες και μας οδήγησες σε αναψυχή». Βρίσκεσαι τώρα στην πρώτη φάση; Περίμενε θάρθει και η δεύτερη. Καθώς ασκείς την αρετή να κραυγάζεις τα λόγια του αγίου που λέει· «Είμαι φτωχός και θλίβομαι από τους πόνους». Έτσι μέσα από αυτούς τους δυο τρόπους θλίψης θα γίνεις τέλειος, όπως λέει· «Μέσα από τη θλίψη με ύψωσες». Με αυτά τα γυμνάσματα λοιπόν να προπονήσουμε τις ψυχές μας, γιατί ο αντίπαλος βρίσκεται ήδη μπροστά μας».
5. Είπε ακόμη· «Όταν νηστεύεις, μη προφασιστείς αρρώστια, γιατί σε ίδιες αρρώστιες πέφτουν πολλές φορές και αυτοί που δεν νηστεύουν, Άρχισες το καλό; Μην κάνεις πίσω, αν σου ριχτεί ο εχθρός. Με την υπομονή σου θα τον τσακίσεις. Και οι ναυτικοί όταν καθώς ξανοίγονται με το πλοίο έχουν ευνοϊκό άνεμο και αφού απλώσουν τα πανιά συναντούν αντίθετο, τότε εξαιτίας αυτής της αναποδιάς δεν ρίχνουν μεμιάς την πραμάτεια τους στη θάλασσα. Αλλά, αφού ησυχάσουν για λίγο ή και έστω βγουν έκτος μάχης από την τρικυμία, πάλι συνεχίζουν την πορεία τους. Έτσι και εμείς λοιπόν και αν πέσει καταπάνω μας ενάντιος αγέρας, αντί για πανί να σηκώσουμε ψηλά τον Σταυρό και άφοβα στο υπόλοιπο ταξίδι να πλεύσουμε».
6. Είπε η ίδια· «Είναι επικίνδυνο να διδάσκει ένας που δεν έχει προχωρήσει στην πράξη της αρετής. Όπως δηλαδή καθώς κάποιος έχει σπίτι ετοιμόρροπο και δεχθεί σ’ αυτό φιλοξενούμενους, θα τους κάνει κακό με την πτώση των τοίχων, έτσι και εκείνοι οι οποίοι δεν κατάρτισαν πρώτα τους εαυτούς τους, θα προξενήσουν την απώλεια σε όσους προσέρχονται σε αυτούς. Γιατί με τα λόγια βέβαια τους προσκάλεσαν στο δρόμο της σωτηρίας, με την κακή τους όμως συμπεριφορά θα βλάψουν τελικά τους αγωνιστές».
7. Είπε πάλι· «Καλό είναι να μη οργίζεται κανείς. Αλλά και αν συμβεί αυτό, γνώριζε πως ούτε μιας ημέρας καιρό δεν σου παραχώρησε για το πάθος, εκείνος που είπε· «Ας μη σας προλάβει οργισμένους η δύση του ήλιου». Εσύ όμως περιμένεις να σε προλάβει η δύση της ζωής σου. Γιατί μισείς τον άνθρωπο που σε λύπησε; Δεν είναι αυτός που σε αδίκησε, αλλά ο διάβολος. Να μισήσεις την αρρώστια λοιπόν και όχι τον άρρωστο».
8. Είπε πάλι· «Όσο περισσότερο προοδεύει κάποιος αθλητής, τόσο και με ισχυρότερο αντίπαλο συναγωνίζεται».
9. Είπε πάλι· «Έχει γραφεί· “Γίνετε συνετοί σαν τα φίδια και άμεμπτοι όπως τα περιστέρια”. Το να γίνετε συνετοί σαν τα φίδια λέχθηκε για να μη μας διαφεύγουν οι επιθέσεις και οι πονηριές του διαβόλου, γιατί το όμοιο από το όμοιο του αναγνωρίζεται πολύ γρήγορα. Το άμεμπτο όμως του περιστεριού υποδεικνύει την καθαρότητα των πράξεών μας».
10. Είπε πάλι· «Όπως ένας θησαυρός χάνεται σαν φανερωθεί, έτσι και η αρετή που αναγνωρίζεται και γίνεται ευρέως γνωστή εξαφανίζεται. Και ακόμη όπως το κερί λιώνει μπρος στη φωτιά, έτσι και η ψυχή εξαιτίας των επαίνων χαλαρώνει και σταματάει να αγωνίζεται».
11. Είπε πάλι· «Καθώς δεν είναι δυνατό στον ίδιο τόπο όπου υπάρχει αγριάδα να φυτρώσει σπόρος, έτσι είναι αδύνατο να κάνουμε καρπό ουράνιο όταν μας περιβάλλει η ανθρώπινη δόξα».
12. Είπε πάλι· «Παιδιά μου· όλοι θέλουμε να σωθούμε, όμως εξαιτίας της δικής μας αμέλειας απομακρυνόμαστε τελικά από τη σωτηρία».
13. Είπε επίσης· «Ας είμαστε προσεκτικοί, γιατί οι κλέφτες μπαίνουν και χωρίς να το θέλουμε διαμέσου των σωματικών μας αισθήσεων. Πώς είναι δυνατό να μη μαυρίσει ένα σπίτι από τους καπνούς που θα σηκωθούν έξω αν έχει ανοιχτά παράθυρα;».
14. Είπε πάλι· «Δεν πρέπει σ’ αυτή τη ζωή να ξενοιάσουμε, όπως λέει και η Γραφή· «Αυτός που νομίζει πως στέκεται καλά στα πόδια του, ας προσέχει μην πέσει». Πλέουμε σαν το καράβι στο άγνωστο, άλλωστε η ζωή μας έχει χαρακτηριστεί ως θάλασσα από τον ψαλμωδό. Όμως η θάλασσα αλλού είναι γεμάτη υφάλους, αλλού είναι φουρτουνιασμένη και αλλού πάλι γαλήνια. Εμείς λοιπόν θεωρούμε πως πλέουμε εκεί που είναι γαληνεμένη η θάλασσα, ενώ για τους κοσμικούς εκεί που έχει τρικυμία. Ακόμη πως ταξιδεύουμε μέσα στην ημέρα και μας οδηγεί ο ήλιος της δικαιοσύνης. Όμως είναι ενδεχόμενο πολλές φορές ο κοσμικός άνθρωπος που ταξιδεύει μέσα στο σκοτάδι και την κακοκαιρία, αν ξαγρυπνήσει, να σώσει το πλοίο του, ενώ εμείς που είμαστε μέσα στη γαλήνη, εάν από αμέλεια αφήσουμε το πηδάλιο των αρετών, να βυθιστούμε».
15. Είπε πάλι· «Όπως είναι αδύνατο χωρίς καρφιά να κατασκευαστεί ένα πλοίο, έτσι αποκλείεται να σωθεί κανείς δίχως την ταπεινοφροσύνη».
16. Είπε πάλι· «Υπάρχει λύπη ωφέλιμη, αλλά υπάρχει και λύπη που προξενεί βλάβη. Η ωφέλιμη λύπη είναι όταν θλίβεται κανείς για τις αμαρτίες του, ώστε να μην χάσει την καλή του πρόθεση για σωτηρία, ή όταν στενοχωρείται για την πνευματική ασθένεια των γύρω του, φτάνοντας με αυτό τον τρόπο στην τέλεια αρετή. Η λύπη όμως που προέρχεται από τον εχθρό είναι γεμάτη παραλογισμό, γι’ αυτό και ονομάστηκε από μερικούς ακηδία. Αυτήν την κατάσταση πρέπει να την απομακρύνει κανείς με την προσευχή και την ψαλμωδία».
17. Αυτός που μέσα στη μύτη του έχει τη δική του δυσωδία, δεν αισθάνεται άλλη μυρωδιά, έστω και αν σταθεί πάνω από όλα τα πτώματα.
 (Δ. Γ. Τσάμη, «Μητερικόν». Διηγήσεις αγ. Μητέρων της ερήμου- επιλογή).

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΠΑΤΑΠΙΑ


Γερόντισσα Παταπία (Οκτώβρης 2010) 
H γερόντισσα Παταπία ήταν ηγουμένη στο ελληνικό γυναικείο μοναστήρι του Αγίου Παταπίου στο βουνό Γεράνεια, στο Λουτράκι, στην Ελλάδα. Έχει βοηθήσει πάρα πολύ στη δημιουργία της μονής. Έχει αναφέρει επίσης πολλά θαύματα από τον Άγιο Πατάπιο.
Γεννήθηκε στην Κόρινθο, στην Ελλάδα, το 1931 και σε ηλικία 21 ετών αποφάσισε να γίνει μοναχή στο μοναστήρι του Αγίου Παταπίου το οποίο σε αυτό το διάστημα είχε μόνο μια – δυο μοναχές και 2 – 3 μικρά δωμάτια.
Εκεί χρίσθηκε ηγουμένη από το 1963 έως το 1970. Η γερόντισσα Παταπία βοήθησε πάρα πολύ στην δημιουργία της μονής που ιδρύθηκε το 1952 από τον πατέρα Νεκτάριο Μαρμαρινό. Η πρώτη ηγουμένη ήταν η αδελφή Συκλητική. Τα πρώτα χρόνια το μοναστήρι ήταν φτωχό και χωρίς οδική πρόσβαση, ούτε νερό.
Οι μοναχές μετέφεραν νερό με ένα γαϊδουράκι από μια πηγή που ήταν μερικά μίλια απόσταση. Η γερόντισσα Παταπία αγωνίστηκε να χτίσει το μοναστήρι. Έδωσε πίστη στις μοναχές και τελικά το μοναστήρι αναπτύχτηκε και σήμερα είναι πολύ γνωστό. Έχει 40 μοναχές και η πρόσβασή του είναι εύκολη από το Λουτράκι, μέσω ενός σύγχρονου οδικού δικτύου.
Η γερόντισσα Παταπία περιγράφει επίσης πολλά θαύματα του Αγίου Παταπίου, όπως η δωρεά χρημάτων, τροφίμων και προμηθειών τη στιγμή που στο μοναστήρι δεν υπήρχαν αρκετά χρήματα για να αποπερατωθεί η κατασκευή του. Επίσης, η υγεία της καλόγριας Παταπίας είναι και αυτή ένα θαύμα. Υπέφερε από πολλά σοβαρά προβλήματα υγείας, αλλά σήμερα είναι ζωντανή και υπηρετεί τις μοναχές και τους ανθρώπους που έρχονται και επισκέπτονται το μοναστήρι.

ΠΗΓΕΣ

  • Δρ. Χαράλαμπος Μπούσιας, υμνογράφος, «Όσιος Πατάπιος ο θαυματουργός», γυναικείο μοναστήρι του Αγίου Παταπίου, Λουτράκι, Ελλάδα, έκδοση 2004.

Η αγία Θωμαΐς η εκ Λέσβου, προστάτης του συζυγικού βίου-3 Iανουαρίου


του Γεωργίου Π. Σωτηρίου
Θεολόγου, τ. Διευθυντού Παιδαγωγικής Ακαδημίας
Η Αγία Θωμαΐς γεννήθηκε στη Λέσβο, άγνωστο όμως σε ποιο ακριβώς σημείο του νησιού. Οι γονείς της, Μιχαήλ και Καλή, ήταν ευσεβέστατοι, έντιμοι, ευκατάστατοι και αποτελούσαν ζεύγος, που οι σύγχρονοι το χαρακτήριζαν «ζεύγος χρυσούν, ζεύγος τρισευδαίμον και μακάριον». Ο πατέρας της χαρακτηρίζεται «τον τρόπον χρηστός, το φρόνημα σταθερός…» και η μητέρα της «το ήθος καλλίστη, καλλίων δε την ψυχήν». Την στέρηση παιδιού την αντιμετώπιζαν «πενθούντες και σκυθρωπάζοντες», αλλά και με την ελπίδα ότι θα αποκτούσαν παιδί και για τούτο δεν έπαυαν να προσεύχονται. Τέλος, η Παναγία με θείο όνει­ρο προειδοποίησε την Καλή ότι όχι μόνο θα αποκτούσε παιδί, αλλά ότι τούτο θα ξεχώριζε σε πλούτο χαρισμάτων και αγιότητα. Πραγματικά, απέκτησαν κόρη που την ονόμασαν Θωμαΐδα, και καθώς μεγάλωνε ξεχώριζε για τα χαρίσματα που είχε αλλά και την ομορφιά της. Όπως αναφέρεται στα βιβλία: «Ξυμπάσας τας λεσβίδας κάλλει και μεγέθει διαφερόντως υπερελάσασα», ξεπέρασε δηλαδή, όλες τις κοπέλες της Λέσβου στην ομορφιά και στο ανάστημα. Παρουσίαζε «αρμονία αρίστη σωματική και πνευματική».
Αν και δεν είχε καμιά διάθεση για γάμο, αλλ’ απ’ εναντίας εθαύμαζε τη μοναστική ζωή, πειθαρχώντας στη θέληση και επιθυμία των γονιών της, παντρεύτηκε σε ηλικία 24 ετών κάποιον Στέφανο, που έγινε γι’ αυτήν «ακάνθινος στέφανος» για όλη τη ζωή της. Ενώ αυτή ήταν τόσο καλή, τόσο ενάρετη, ώστε την ήξεραν όλοι σαν υπόδειγμα συζύγου, υπέφερε φοβερά από τη βάναυση συμπεριφορά του βαρβάρου συζύγου της, που καθημερινά εύρισκε ευκαιρία να την πληγώνει στο σώμα και στη ψυχή με ξυλοδαρμούς, ραπίσματα, κλωτσιές ακόμα και στο στόμα της, να την καίει, να της ανοίγει πληγές σ’ όλο της το σώμα, να την κρεμάει δεμένη με σχοινιά για ώρες πολλές.
Από τη Μυτιλήνη έφυγαν και κατοίκησαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου φαίνεται ότι μετακόμισαν και οι γονείς της, για να ακολουθήσουν την κόρη τους, εγκαταλείποντας τη μεγάλη περιουσία τους και αντιμετωπίζοντας εκεί πολλές στερήσεις. Μετά το θάνατο του πατέρα της, η μητέρα της πήγε στο μοναστήρι, το γνωστό με το όνομα “Τα μικρά Ρωμαίου», έγινε μοναχή και αργότερα έγινε και ηγουμένη. Το δράμα της Θωμαΐδος κορυφώθηκε. Η συμπεριφορά του συζύγου της γινότανε από μέρα σε μέρα χειρότερη. Και η Θωμαΐς αντιμετώπιζε όλη αυτή τη μαρτυρική κατάσταση με την προσευχή, την υπομονή βρίσκοντας παρηγοριά στην αγαθοεργία. Μέρα και νύχτα ύφαινε, έραβε και μοίραζε φορέματα και τρόφιμα, «ορφανοίς τα σίτα (τρόφιμα) προσνέμουσα, τοις απόροις προς το ζην αναγκαίους πόρους παρέχουσα». Η αρετή της Θωμαΐδος έδινε το καλό παράδειγμα και σε άλλες γυναίκες, πού αντιμετώπιζαν δύστροπους και βάναυσους συζύγους. Πολύ σύντομα η πίστη και η αγιότητα της Θωμαΐδος ευλογήθηκε από το Θεό, πού της έδωκε τη χάρη να κάνει και θαύματα, όταν ζητούσε με τις θερμές προσευχές της τη βοήθειά Του για ανθρώπους πού υπέφεραν. Αναφέρονται δεκατέσσερα θαύματα που έγιναν με την προσευχή της αγίας Θωμαΐδος στην Κωνσταντινούπολη. Θεραπεύει έναν δαιμονιζόμενο, έναν παράλυτο, έναν άρρωστο με καρκίνο και άλλους.
Έπειτα από δέκα τριών ετών μαρτυρική συζυγική ζωή, απέθανε η Θωμαΐς σε ηλικία τριάντα οκτώ ετών. Την έθαψαν στο μοναστήρι που είχε ταφεί και η μητέρα της. Ο τάφος της και το σεπτό λείψανό της πριν ακόμα περάσουν σαράντα ημέ­ρες από το θάνατό της, έγιναν πηγή θαυμάτων. Κάποιος δαιμονιζόμενος Κωνσταντίνος, πού πλησίασε τον τάφο της, θεραπεύεται. Άλλος παράλυτος Ευτυχιανός ονομαζόμενος, που προσευχήθηκε και άγγισε το τάφο της στάθηκε στα πόδια του. Άρρωστη μοναχή με φοβερούς πόνους στο κεφάλι θεραπεύεται και άλλος με επιληψία επίσης βρίσκει την υγεία του. Κάποιος ψαράς βρίσκει τα χαμένα δίχτυα του στη θάλασσα γεμάτα ψάρια. Φοβερά άρρωστη γυναίκα με φοβερούς πόνους στα σπλάγχνα της θεραπεύεται και από ευγνωμοσύνη χτίζει πάνω στον τάφο της αγίας μεγαλοπρεπή αψίδα. Σαν τελευταίο θαύμα αναφέρεται η θεραπεία του συζύγου της, πού μετά το θάνατό της «προσέκρουσε δαίμονι χαλεπώ», έγινε δηλαδή, δαιμονιζόμενος και μάστιγα για τους πολίτες που κινδύνευαν από την δαιμονική μανία του. Με πολύ κόπο τον συνέλαβαν, τον έδεσαν με αλυσίδες και τον οδήγησαν στον τάφο της αγίας Θωμαΐδος ζητώντας να τον συγχωρέσει, να παρακαλέσει τον Θεό για την θεραπεία του, διότι όλοι πίστευαν ότι υπέφερε από τιμωρία του Θεού για την μαρτυρική ζωή στην οποία υπέβαλε την πιστή, την πονόψυχη, την ενάρετη γυναίκα του. Και πραγματικά το θαύμα έγινε. Μόλις τον απέθεσαν δεμένο στο μνήμα της θεραπεύτηκε και έζησε την υπόλοιπη ζωή του μετανοιωμένος και ενάρετος.
Η μαρτυρική συζυγική ζωή της Θωμαΐδος στον αταίριαστο γι’ αυτήν γάμο της με τον βάναυσο Στέφανο πού έκαμε το στεφάνι του γάμου της πραγματικά ακάνθινο στεφάνι, αλλά και η υπομονή με την οποία υπέφερε όλα αυτά τα δεινά, έγινε υπόδειγμα υπομονής και καρτερίας για πολλούς και πολλές που αντιμετώπιζαν παρόμοιες καταστάσεις στην οικογενειακή τους ζωή. Η προσήλωσή της στον αδιάλυτο θεσμό του γάμου, «παρεκτός λόγω πορνείας», οδήγησαν τους συγχρόνους της να την ονομάσουν Προστάτιδα του γάμου από τον κίνδυνο του διαζυγίου. Το σεπτό λείψανο της αγίας Θωμαΐδος βρισκότανε στην Κωνσταντινούπολη ακέραιο μέχρι που και οι πληγές από τους ξυλοδαρμούς φαίνονταν καθαρά στο δέρμα, μέχρι το 1204, πού έγινε η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους. Κατόπιν δεν γνωρίζουμε τι απέγινε.
Πότε έζησε η Αγία Θωμαΐς; Από τις πληροφορίες πού δίνουν τα βιβλία, φαίνεται ότι η Αγία γεννήθηκε στη Λέσβο μεταξύ των ετών 910 – 913, ότι ήλθε σε γάμο μεταξύ των ετών 934 – 937. Έτσι φαίνεται ότι έζησε τις πρώτες δεκαετίες του δεκάτου αιώνος. Η μνήμη της εορτάζεται στις 3 Ιανουαρίου. Ακολουθία της Αγίας συνέταξε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, Υμνογράφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας στο Άγιον Όρος, το έτος 1967 με τη μέριμνα του αειμν. Μητροπολίτου Μυτιλήνης Ιακώβου Κλεομβρότου και δημοσιεύθηκε στο «Λεσβιακό Μηναίο».
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΘΩΜΑΪΔΟΣ
Ήχος δ΄ Ταχύ προκατάλαβε
Τας θλίψεις του βίου σου, ως προσφοράν λογικήν, Χριστώ προσενέγκασα, την των θαυμάτων ισχύν, Οσία, ανείληφας. Όθεν ως συζυγίας, υποτύπωσιν θείαν, μέλπομεν Θωμαΐς σε, και πιστώς σοι βοώμεν Χαίρε της νήσου Λέσβου, σεμνόν εγκαλλώπισμα.