Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2022

Η κρυπτομοναχή Θεοκλήτη.


Ἔζησε πρίν ἀπό ἀρκετές δεκαετίες στήν Ἀθήνα καί ἦταν πρόσφυγας Ἑλληνίδα τοῦ Πόντου. Τά τῆς ζωῆς της μᾶς ἐξιστόρησε ἕνας σεβαστός ἱερομόναχος, ὁ ὁποῖος ὑπηρετοῦσε τότε ὡς διάκονος στήν ἐνορία πού ἔμενε ἡ εὐλαβέστατη αὐτή ἡλικιωμένη γυναῖκα. Μᾶς εἶπε:

-“Ἡ κυρά-Ἄννα ξεχώριζε ἀνάμεσα στούς ἐνορίτες μας γιά τήν εὐσέβειά της. Δέν ἔλειπε ποτέ ἀπό καμιά Θεία Λειτουργία ἀπ᾿ ὅσες γίνονταν στόν Ἱερό Ναό μας. Μέ τό μαντηλάκι της, σιωπηλή, ἀλλά γεμάτη ἀγάπη. Παρ᾿ ὅτι ἦταν μιά πολύ πτωχή πρόσφυγας, πάντα ἐρχόταν στήν Ἐκκλησία μέ τό καλοζυμωμένο πρόσφορό της, τά καθαρά κεράκια της, λιβανάκι καί ὅ,τι ἄλλο.

Κάποια ἡμέρα μοῦ εἶπε συνεσταλμένα μέ τή χαρακτηριστική ποντιακή προφορά της:

-“Διάκο μου, καλό μου Διάκο, σέ παρακαλῶ πολύ, ὅταν μέ κοινωνεῖς, φώναζε δυνατά τ᾿ ὄνομά μου, καί ἔπειτα σιγούλια, σάν πλησιάζεις τήν ἁγία Λαβίδα στό στόμα μου, λέγε τό μοναχικό μου ὄνομα, Θεοκλήτη! Μ᾿ἔχει χειροτονήσει κρυφά ἕνας ἅγιος ἀρχιμανδρίτης πέρα στήν πατρίδα!”

Ἔμεινα κατάπληκτος ἀκούγοντας τό μυστικό της. Ὅταν ὅμως πρόσεξα καί ἀντιλήφθηκα τή μυστική πνευματική ζωή της, παρ᾿ ὅτι τήν ἔκρυβε ἐπιμελῶς, θαύμασα! Ὅλη τήν ἑβδομάδα ζοῦσε μέ τήν Θεία Κοινωνία. Κοινωνοῦσε τακτικά. Δέν ἔλειπε ἀπό καμιά Θεία Λειτουργία. Καί μέ παρακαλοῦσε νά τῆς δίνω ἀπό τό πρόσφορο πού προσκομίζαμε ἕνα ὕψωμα, ἕνα μικρό κομματάκι ἀντίδωρο, πού τό ἔκοβε σέ πέντε – ἕξι μικρότερα κομματάκια κι ἔτρωγε ἕνα κάθε μέρα. Τίποτε ἄλλο! Λάδι ἔτρωγε μόνο τό Σαββατοκύριακο.

Τή μία νύχτα πήγαινε στήν ἁγιά-Βαρβάρα, τήν ἄλλη στήν Παναγία, τήν ἄλλη στόν ἅγιο Νικόλαο καί τελικά κατέληγε στήν Ἐκκλησία πού εἶχε πολύ πρωϊνή Θεία Λειτουργία!

Ἔβρεχε, χιόνιζε, ἦταν καλοκαίρι, ἡ ἀγρυπνία καί ἡ προσευχή ἔξω ἀπό τίς Ἐκκλησίες γινόταν. Ἡ μοναχική ἄσκησή της ἦταν ἀκριβής καί ὑπερθαύμαστη. Καί ὅλα μυστικά! Ἐμεῖς οἱ ἱερεῖς εἴχαμε ἀντιληφθεῖ μερικά ἀγωνίσματά της, ἀλλά φυλάσσαμε τό ἱερό μυστικό της..

Αὐτή ἡ ἁγία γυναῖκα εἶχε ἕναν ἀδελφό δικηγόρο, πολύ μορφωμένο, ἀλλά δυστυχῶς ἄπιστο. Ὁπαδό τῶν ὑλιστικῶν θεωριῶν τοῦ ἄθεου Μάρξ. Ἡ καημένη ἡ Ἄννα τόν περιποιόταν κι αὐτόν, γιατί δέν εἶχε κάνει οἰκογένεια. Τόν ἔπλενε, τοῦ μαγείρευε, τόν φρόντιζε, παρ᾿ ὅλο πού αὐτός περιφρονοῦσε τήν χριστιανική πίστη καί ζωή της καί δέν ἄκουγε καμία ἀπό τίς φωτισμένες συμβουλές της.

Κάποτε λοιπόν στή γιορτή του τοῦ πῆγε δῶρο μία Ἁγία Γραφή. Κόντεψε νά τῆς τήν πετάξει στό πρόσωπο! Ἐκείνη γιά πρώτη φορά ἔγινε αὐστηρή μαζί του καί τοῦ εἶπε:

-” Μήν τήν διαβάσεις, ἀντελφέ, ἀφοῦ ντέν θέλεις, ὅμως ἄσε την στό δωμάτιό σου νά σέ φυλάει καί κάποτε νά σέ φωτίσει. Ἄν δέν τήν κρατήσεις, δέν θά ξανάλθω σπίτι σου!”

Ὁ δικηγόρος τά χρειάστηκε. Τήν εἶχε ἀνάγκη, αὐτό ἦταν ἀλήθεια. Γι᾿ αὐτό μουρμουρίζοντας τήν ἔβαλε σέ μιά γωνιά τῆς βιβλιοθήκης του. Τί οἰκονόμησε ὅμως ὁ Θεός γιά τήν σωτηρία του; Καί ἀσφαλῶς συνετέλεσαν πολύ καί οἱ ὁλονύκτιες προσευχές της ἁγιασμένης ἀδελφῆς του.

Κατά τήν διάρκεια τῆς Κατοχῆς, ἕνα βράδυ οἱ Γερμανοί πληροφορούμενοι τήν ἰδεολογία του ἔκαναν ἔφοδο στό σπίτι του καί, ἐπειδή ἐφοβοῦντο τούς μαρξιστές ἰδεολόγους (ἄν κι αὐτοί ἦταν χειρότεροι, ἀκολουθῶντας τόν ἄθεο Νίτσε), εἶχαν πάρει ἀπόφαση νά τόν σκοτώσουν. Ἄρχισαν λοιπόν νά τόν χτυποῦν θανάσιμα μέ τίς μπότες τους στό στομάχι καί στό πρόσωπο καί δέν ἔμεναν παρά λίγα χτυπήματα ἀκόμη γιά νά τόν ἀποτελειώσουν. Συγχρόνως, ὁ ἀξιωματικός ἔκανε ἔρευνα καί πετοῦσε κάτω τά βιβλία τῆς βιβλιοθήκης του. Ξαφνικά εἶδε τήν Ἁγία Γραφή. Κατάλαβε ἀπό τόν Σταυρό πού εἶχε ἀπ΄ ἔξω καί ὡς διά θαύματος ἠρέμησε καί φώναξε μέ σεβασμό:

-“Ἡ Βίβλος! Ἡ Βίβλος! Ἐδῶ Βίβλος! Σταματήσε νά τόν χτυπᾶς” , εἶπε στόν Γερμανό στρατιώτη. Καί πρόσθεσε:
– “Πᾶμε νά φύγουμε. Φθάνει!”

Ὁ ἄπιστος δικηγόρος, ὁ ἀδελφός τῆς Ἄννας ἤ καλύτερα τῆς κρυπτομοναχῆς Θεοκλήτης, ἐπειδή γνώριζε γερμανικά, παρ᾿ ὅτι ἔκειτο αἱμόφυρτος στό πάτωμα βογγῶντας ἀπ᾿ τούς πόνους, κατάλαβε τί εἶχε γίνει καί τί εἶπε ὁ Γερμανός ἀξιωματικός.

Πράγματι, τό Εὐαγγέλιο πού τοῦ χάρισε ἡ ἀδελφή του τόν ἔσωσε! Σύρθηκε μέ κόπο πρός τό τραπέζι πού ἄφησε ὁ Γερμανός τό ἱερό βιβλίο, τό πῆρε μέ τρεμάμενα χέρια στήν ἀγκαλιά του, τό φίλησε καί ἔχασε τίς αἰσθήσεις του.

Σ᾿ αὐτή τή στάση τόν βρῆκε ἡ ἀδελφή του, ὅταν μετά ἀπό λίγο ἦρθε γιά νά τοῦ φέρει φαγητό. Τόν βοήθησε νά συνέλθει καί ἔζησε τόν γλυκύτατο καρπό τῆς προσευχῆς της: Τή μετάνοια καί τήν τελεία ἀλλαγή τοῦ ἀδελφοῦ της.

Πίστεψε μέ ὅλη του τήν ψυχή, ἐξομολογήθηκε, κοινώνησε καί ἀκολουθοῦσε κατά πόδας τήν ἀδελφή του στήν πνευματική ζωή καί ἄσκηση. Τό δωμάτιό του τό μετέτρεψε σέ Ἐκκλησάκι. Ἐκεῖ προσευχόταν καί “χόρταινε” τόν Θεό του, πού τόσα χρόνια Τόν στερήθηκε.

Τελικά ἔγινε κι ἐκεῖνος μοναχός μέ τό ὄνομα Παῦλος..

ΔΌΞΑ ΣΟΙ ΚΎΡΙΕ ΔΌΞΑ ΣΟΙ

πηγή  το Βιβλίο: “Νεώτερα Θαύματα τῆς Παναγίας στή Βαρνάκοβα και Ἱστορίες γιά τήν Αἰωνιότητα”. Ἐκδόσις: Ἱερᾶς Γυν. Μ. Παναγίας Βαρνάκοβας Δωρίδα 2007

Η Ελληνίδα στο Έπος του ’40 – Η Αφανής Ηρωίδα.


ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΛΙΣΜΑΝΗΣ
Ἀντιναύαρχος ΠΝ ἐ.ἀ.

Κάθε χρόνο τὸ Πανελλήνιο ἑορτάζει μὲ ἰδιαίτερη λαμπρότητα ἕνα ἀπὸ τὰ σημαντικώτερα γεγονότα τῆς νεώτερης ἱστορίας του: τὸ Ἔπος τοῦ ’40. Δὲν εἶναι δύσκολο νὰ καταλάβουμε γιατί οἱ Ἕλληνες δίνουμε τόση σημασία στὰ ἱστορικά μας γεγονότα. Κάθε λαὸς κουβαλάει τὴν ἱστορία του καὶ πορεύεται ἀνάλογα. Οἱ Ἕλληνες φέρουμε μαζί μας ἕνα παρελθὸν μὲ βιώματα 4.000 χρόνων. Μιὰ δεξαμενὴ σοφίας, ἀνθρωπίνων ἀξιῶν καὶ ἡρωισμοῦ διατρέχει τὸ αἷμά μας· μιὰ ἀνεξάντλητη πηγὴ μᾶς ἐμπνέει, μᾶς τονώνει τὸ ἠθικό, μᾶς δίνει κουράγιο, μᾶς κρατάει ὄρθιους, μᾶς ὁδηγεῖ μπροστά. Γιὰ τὸν Ἕλληνα ἡ ἱστορικὴ ἀναδρομὴ καὶ ἡ ἀναφορὰ στὸ παρελθόν του εἶναι ζωτικὴ ἀνάγκη, θέμα ἐπιβίωσης. Καὶ φυσικὰ ἡ μνήμη δὲν περιορίζεται· εἶναι ἐλεύθερη.

Πηγαίνοντας λοιπὸν 79 χρόνια πίσω, στὴν ἐποποιΐα τοῦ 1940, θὰ ἀναφερθοῦμε σὲ μία ἀπὸ τὶς ἡρωικότερες μορφές της: τὴν Ἑλληνίδα. Θὰ κάνουμε λόγο γιὰ τὴν παρουσία καὶ τὴ μεγάλη προσφρορά της στὰ μετόπισθεν, καὶ θὰ ἐξάρουμε τὴν αὐτοθυσία καὶ λεβεντιὰ τῆς Ἠπειρώτισσας καὶ Μακεδόνισσας στὴν πρώτη γραμμή. Πρόκειται γιὰ ἕνα θέμα τόσο ἐνδιαφέρον καὶ μεγάλο, ἀλλὰ καὶ τόσο ἄγνωστο. Ἕνα παράδειγμα μοναδικὸ στὴν παγκόσμια ἱστορία, παραμελημένο, σχεδὸν περιφρονημένο.

Οἱ Ἰταλοὶ πάτησαν τὰ χώματά μας. «Θὰ κάνουμε πόλεμο ὣς τὸ τέλος, ὣς τὶς ἔσχατες συνέπειές του», ἔγραφε ὁ στρατευμένος λογοτέχνης Γιῶργος Θεοτοκᾶς (Τετράδια Ἡμερολογίου): «Τὸ πήραμε ἀπόφαση ὅλοι μαζί, ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμή, μὲ μιὰ σκέψη, μ’ ἕνα ἔνστικτο, οἱ βουνίσιοι κι οἱ καμπίσιοι κι οἱ κάτοικοι τῶν πόλεων κι οἱ θαλασσινοί, οἱ παλαιοὶ κι οἱ νέοι, οἱ συντηρητικοὶ κι οἱ ριζοσπαστικοί, οἱ ποιητὲς κι οἱ ἐργάτες κι οἱ μεταπράτες. Δὲν θὰ ζητήσουμε ἀνακωχή, γιὰ νὰ σώσουμε τὰ σπίτια καὶ τὰ ἐργοστάσια, οὔτε κἂν γιὰ νὰ σώσουμε τὸ κεφάλι μας ποὺ κινδυνεύει».

Τὰ πλήθη χαιρετοῦσαν κι εὐλογοῦσαν τὰ χιλιάδες Ἑλληνόπουλα ποὺ μὲ τὸ χαμέγλο στὰ χείλη βιάζονταν νὰ φτάσουν στὸ μέτωπο, ἐκεῖ ψηλά, στὸν βωμὸ τῆς ἐλευθερίας, νὰ πολεμήσουν, ἔστω καὶ χωρὶς καμμία ἐλπίδα νίκης, μόνον γιατὶ ἔπρεπε. Γιατὶ ἔγινε ἀπόπειρα καταφρόνησης τῆς τιμῆς καὶ τῆς ἀξιοπρέπειας τῶν Ἑλλήνων. Γιατὶ ἀπαιτήθηκε, ἀπ’ ἔξω, νὰ γίνουμε ἐθνικὰ αὐτόχειρες, νὰ σταματήσουμε τὸν δρόμο στὴν ἱστορία μας, νὰ ξεπουλήσουμε τὴ φυλή μας, νὰ καταδώσουμε τὸ μέλλον μας.

Και ἡ Παναγία τῆς Τήνου πάντα δίπλα στοὺς φαντάρους καὶ τοὺς εὐζώνους, πάνω στὰ μικρὰ δελτάρια, μικρὴ εἰκόνα στὸ ἀμπέχονό τους, ὄνειρο καὶ ὅραμα μαζὶ στὰ χαρακώματα, σκέπη καὶ ἀγκαλιά, ὕμνος καὶ ψαλμῳδία στὰ χείλη τοῦ στρατευμένου ἱερέα, παρηγοριὰ στὸν ἀκρωτηριασμένο καὶ στὸν ἑτοιμοθάνατο. Ἡ Παναγία, ἡ μεγάλη Μάννα! Νὰ ἡ πρώτη γυναίκα ποὺ στήριξε τὸν μεγάλο ἀγῶνα. «Εἶναι ἡ μόνη γυναικεία μορφὴ ποὺ κυκλοφορεῖ σὲ χιλιάδες εἰκονίτσες στὸ μέτωπο», γράφει Σπύρος Μελᾶς στὸ ἔργο του Ἡ δόξα τοῦ ’40. Ἀκόμη κι οἱ Ἰταλοὶ αἰχμάλωτοι ὁμολογοῦσαν ὅτι ἔβλεπαν μιὰ μαυροφορεμένη ψιλόλιγνη γυναίκα νὰ ὁδηγεῖ τοὺς ἑλληνικοὺς λόχους.

Εἶναι ἐκεῖνοι οἱ λόχοι ποὺ θαυματούργησαν στὶς ψηλὲς ἀετοράχες τῆς Πίνδου, στὶς βαθιὲς χαράδρες τῆς Κλεισούρας, στὶς κορφὲς τῆς περήφανης Τρεμπεσίνας, στὶς χαμηλὲς πλαγιὲς τοῦ ὑψώματος 731, ὅπου ἔπεφταν στοίβα τὰ νεαρὰ κορμιά. Ποῦ βρῆκαν τὴ δύναμη κι ὄρθωσαν τὸ ἀνάστημά τους στὶς ὀρδὲς τῶν φασιστῶν σὲ μιὰ ἄνιση ὑλικὰ μάχη; Καί, ὢ τοῦ θαύματος! Ἐπικράτησαν! Σταμάτησαν τὸν ἱταμό, τὸν ἰσχυρό, τὸν φανφαρόνο εἰσβολέα, τὸν ἀνέτρεψαν, τὸν ἔτρεψαν σὲ φυγή, τὸν κυνήγησαν ἔξω ἀπ’ τὰ ἱερὰ χώματά μας, τὸν βέβηλο, τὸν ἐξευτέλισαν.

i ellinida sto epos tou 40 i afanis iroida 01


«18 Νοεμβρίου 1940. Φεύγουμε γιὰ τὸ μέτωπο. Ὅλη ἡ Ρωμιοσύνη μᾶς χαιρέτησε στὸ πέρασμά μας. Νέοι, γέροι, γυναῖκες, παιδιά. Μᾶς στέλνουν φιλιά. Κάνανε τὸ σταυρό τους κι ὕστερα σηκώνανε στὸν οὐρανὸ τὰ χέρια. Λυπᾶμαι τοὺς συναδέλφους μου ποὺ δὲν γνώρισαν τέτοιες στιγμές. Τὰ δάκρυα σοῦ ’ρχονται στὰ μάτια…» (Ἄγγελος Τερζάκης, Ἡμερολόγιο τοῦ μετώπου).

Οἱ μαννάδες εἶναι ποὺ θὰ ἀποχαιρετήσουν τὰ παιδιά τους ποὺ φεύγουν. Θὰ δοῦν τοὺς ἀνθρώπους τους ἴσως γιὰ τελευταία φορά. Θὰ τοὺς δώσουν μαζὶ ἕνα φυλαχτό. Λίγο πιὸ πέρα, οἱ γυναῖκές τους, οἱ ἀρραβωνιαστικές, οἱ ἀδελφές, τὰ παιδιά. Ὅλες τοὺς εὔχονταν μὲ τὴ νίκη. Εἶναι οἱ νέες Σπαρτιάτισσες ποὺ τοὺς κατευοδώνουν, εὐχόμενες «μὲ τὴν ἀσπίδα» («ἢ ΤΑΝ»: μὲ τὴ νίκη). Καὶ οἱ Μανιάτες τὸ 1821 εἶχαν λάβαρο τὴ φράση «Νίκη ἢ Θάνατος», καὶ ὄχι «Ἐλευθερία ἢ Θάνατος», ὅπως οἱ ἄλλοι Ἕλληνες. Διότι γιὰ τοὺς Σπαρτιάτες καὶ τοὺς ἀπογόνους τους Μανιάτες ἡ Ἐλευθερία ἦταν δεδομένη· οἱ ὑπόλοιποι Ἕλληνες τὴ διεκδικοῦσαν.

Ἡ μητέρα εἶναι ποὺ πληγώνεται, ὀδύρεται, μοιρολογεῖ, τραβάει τὰ μαλλιά της ἡ ἔρμη ἀπὸ τὸν χαμὸ τοῦ μονάκριβού της, ἐκείνη ποὺ θὰ ζήσει ὅλη τὴν ὑπόλοιπη ζωή της τυλιγμένη στὰ μαῦρα. Αὐτὸς ὁ τρόπος ἀντιμετώπισης τοῦ πολέμου μᾶς θυμίζει ὅτι ἡ Ἑλληνίδα σήμερα συμπεριφέρεται μὲ τὸν ἴδιο ἀκριβῶς τρόπο ὅπως χιλιάδες χρόνια πρίν, ὅπως στοὺς ὁμηρικοὺς πολέμους. Μᾶς τὸ λένε αὐτὸ τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ κείμενα. Στὴν τραγῳδία Ἑκάβη ὁ Εὐριπίδης λέει τόσο παραστατικά: «Ὡστόσο, δίπλα στὸν Εὐρῶτα, στὸ σπίτι της, κάποια γυναίκα τῆς Σπάρτης, ποὺ χάθηκαν τὰ παιδιά της (στὴν Τροία), θὰ κλαίει καὶ τὸ λευκό της κεφάλι θὰ κτυπᾷ καὶ θὰ ματώνει τὰ νύχια της».

Μὰ τὸ ἴδιο κάνει καὶ ἡ Ἠπειρώτισσα καὶ ἡ Μακεδόνισσα τοῦ 1940. Δὲν εἶναι αὐτὸ μιὰ τρανὴ τρανὴ ἀπόδειξη τῆς διαχρονικῆς συνέχειας τῆς φυλῆς μας καὶ τῆς καταγωγῆς μας; Δὲν ἀποτελεῖ κόλαφο στοὺς σημερινοὺς ἰδιοτελεῖς παραχαράκτες τῆς Ἱστορίας, πού, παριστάνοντας τάχα τοὺς ἀμαθεῖς, τοὺς δῆθεν ἀνιστόρητους, ἐπιβουλεύονται οἱ γελοῖοι τὶς βόρειες περιοχές μας;

Ἡ γυναίκα ὡς μάννα εἶναι φυσικὸ νὰ μισεῖ τὸν πόλεμο καὶ νὰ θλίβεται γιὰ τὶς συνέπειές του. Μά, αὐτὸ τὸ ἔλεγε καὶ ὁ Ἡρόδοτος, ὁ πατέρας τῆς Ἱστορίας: «Ἀπεχθάνομαι τὸν πόλεμο, ὅπου οἱ γονεῖς θάπτουν τὰ παιδιά τους».

Καὶ ἡ ἱστορία γραφόταν ἐκεῖ πάνω, στὰ βουνὰ τῆς Ἠπείρου, στὸ μέτωπο, ἔνδοξη καὶ λαμπρή, μὲ αὐταπάρνηση καὶ αἷμα. Γραφόταν ὅμως καὶ στὸ ἐσωτερικὸ μέτωπο τῆς πατρίδας, ποὺ πολεμοῦσε μὲ τὰ δικά του μέσα, γιὰ νὰ στηρίξει τὴν πρώτη γραμμή. Οἱ μάχες στὰ μετόπισθεν ἀπεδείχθησαν ἐξίσου σημαντικὲς μὲ αὐτὲς τῶν πρόσω.

Ἔτσι, ὅταν σήμαναν οἱ σάλπιγγες καὶ ἤχησαν τὰ τύμπανα τοῦ πολέμου, βρῆκαν τὴν Ἑλληνίδα στὶς ἐπάλξεις, ἐπὶ ποδός, μὲ τὸ ὅπλο «παρὰ πόδα». Εἶναι πέραν ἀπὸ κάθε θαυμασμὸ ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ἀνταποκρίθηκαν οἱ Ἑλληνίδες αὐθόρμητα στὴν ἀνάγκη τῆς πατρίδας, στὸ μεγάλο χρέος. Αὐτὰ τὰ τρυφερά, ἀδύναμα πλάσματα, ἐκτὸς ἀπὸ μαννάδες, σύζυγοι, νοικο κυρές, ἀγρότισσες, ἦσαν ἀφανεῖς ἡρωίδες τῆς πολεμικῆς κινητοποίησης τῆς χώρας.

Ἀμέσως ἐνεργοποιοῦνται δεκάδες γυναικεῖες ὀργανώσεις κάτω ἀπὸ τὴ συλλογικὴ κίνηση «Ἡ Φανέλα τοῦ Στρατιώτη». Σὲ αὐτὴ συμμετεῖχε ὅλος σχεδὸν ὁ γυναικεῖος πληθυσμὸς τῆς χώρας, μὲ σκοπὸ τὴ συγκέντρωση ρουχισμοῦ γιὰ τὸν μαχόμενο στρατό μας στὰ σύνορα, ὅπου ὁ δριμὺς χειμώνας θέριζε τὰ παλληκάρια, ἦταν ὁ χειρότερος ἐχθρός.

Οἱ διπλωματοῦχες καὶ ἐθελόντριες ἀδελφὲς τοῦ Ἐρυθροῦ Σταυροῦ, ὅπως θὰ ἀναφέρουμε παρακάτω, ἀναδείχθηκαν ὁ σπουδαιότερος βοηθὸς καὶ συνεργάτης στὴν τιτάνια ἐθνικὴ προσπάθεια.

Εἶναι πέραν ἀπὸ κάθε θαυμασμὸ ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ἀνταποκρίθηκαν οἱ Ἑλληνίδες αὐθόρμητα στὴν ἀνάγκη τῆς πατρίδας, στὸ μεγάλο χρέος. Αὐτὰ τὰ τρυφερά, ἀδύναμα πλάσματα, ἐκτὸς ἀπὸ μαννάδες, σύζυγοι, νοικοκυρές, ἀγρότισσες, ἦσαν ἀφανεῖς ἡρωίδες τῆς πολεμικῆς κινητοποίησης τῆς χώρας.

Τὸ Λύκειο τῶν Ἑλληνίδων ἦταν ἕνας ἄλλος φορέας ποὺ ἡ συνεισφορά του ὑπῆρξε σημαντική. Εἶχε ἤδη ὀργανώσει πρὶν ἀπὸ τὸν πόλεμο μαθήματα μαθητικῆς ἀεράμυνας, ὅπου ἐκπαιδεύθηκαν ὡς νοσοκόμες ἑκατοντάδες μέλη του. Ὀργανώθηκαν σεμινάρια ἐκμάθησης βασικῶν ἀγροτικῶν λειτουργιῶν γιὰ τὴν καλλιέργεια κηπευτικῶν σὲ πάρκα, πλατεῖες καὶ ἄλλους δημόσιους χώρους, σὲ μιὰ ἐκστρατεία γιὰ τὴν αὐτάρκεια τροφίμων στὰ μετόπισθεν καὶ τὴ σίτιση τοῦ στρατοῦ στὰ σύνορα.

Μποροῦμε νὰ ξεχάσουμε τὶς ἐθελόντριες γυναῖκες καὶ κοπέλες ποὺ στελέχωναν τὰ συσσίτια γιὰ τὰ παιδιὰ τῶν ἀστικῶν περιοχῶν, τὶς λεγόμενες «Ἑστίες»; Αὐτὲς ὀργανώθηκαν κατὰ τὴν Κατοχὴ ἀπὸ τὸν Ἐθνικὸ Ὀργανισμὸ Χριστιανικῆς Ἀλληλεγγύης (Ε.Ο.Χ.Α.) μὲ πρωτοβουλία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Δαμασκηνοῦ, τοῦ ὁποίου ἡ δράση χαρακτηρίσθηκε ἀπὸ ἀγωνιῶδες ποιμαντικὸ ἔργο γιὰ τὸν χειμαζόμενο ἑλληνικὸ λαό. Οἱ γυναῖκες μαγείρευαν καθημερινά, σέρβιραν ζεστὸ φαγητὸ στοὺς πιτσιρίκους μαθητὲς καὶ τηροῦσαν τὴν τάξη. Αὐτὰ τὰ θυμᾶται ὁ γράφων ὡς μαθητὴς τοῦ Δημοτικοῦ σχολείου, μὲ τὸν πατέρα του ἐντεταλμένο συσσιτιάρχη.

Στό «Τμῆμα Μερίμνης Στρατιώτου» οἱ γυναῖκες εἶχαν ἐπιδοθεῖ σὲ ἕναν πόλεμο «πλεκτικῆς». Καθιερώθηκαν τὰ περίφημα «Πλεκτικὰ Τέια», ὅπου οἱ Ἀθηναῖες ἔπλεκαν ἀσταμάτητα, πίνοντας τὸ τσάι τους. Μάλλινα – πουλόβερ, ζακέτες, ἐσώρουχα, κάλτσες, σκούφους, γάντια, ράβουν ἢ μπαλώνουν ροῦχα γιὰ τοὺς μαχητὲς ἐκεῖ πάνω, ποὺ ὑποφέρουν ἀπὸ κρυπαγήματα καὶ ἀκρωτηριάζονται. Σύμφωνα μὲ τὰ στοιχεῖα τῆς ἐποχῆς, τὰ πλεκτὰ μάλλινα εἴδη ποὺ προωθοῦντο στὸ μέτωπο ἔφθαναν καθημερινὰ τὶς τρεῖς χιλιάδες. Ὁλόκληρη ἐκστρατεία.

Ὡστόσο, δὲν ἦσαν μόνον οἱ γυναῖκες τῶν ἀστικῶν κέντρων ποὺ πρόσφεραν στὸν ἀγῶνα τῆς πατρίδας. Ἦσαν καὶ οἱ χιλιάδες ἁπλές, ἀνώνυμες γυναῖκες ποὺ ἔκαναν τὴ βελόνα τους σπαθὶ καὶ τὸν καημό τους τραγούδι καὶ προσευχὴ γιὰ τὴν Ἑλλάδα. Ἄνοιξαν τὰ μπαοῦλά τους, ξήλωσαν τὶς προῖκές τους, ἐκποίησαν τὶς βέρες τους, καὶ πάνω στὰ δέματα γιὰ τοὺς φαντάρους καρφίτσωναν εὐχές.

Ἡ ἐπιστράτευση φέρνει μιὰ τομὴ στὴν καθημερινὴ ζωὴ ὅλων, διακόπτει τὴ φυσιολογικὴ ροὴ τῆς ζωῆς, φέρνει ἄνω-κάτω τὴν οἰκογένεια.

Στὴν ἐπαρχία, οἱ γυναῖκες ἀντικαθιστοῦν στὶς ἀγροτικὲς καὶ κτηνοτροφικὲς δουλειὲς τοὺς ἄνδρες ποὺ ἔχουν στρατευθεῖ, καί, καθὼς τὰ ὑποζύγια λείπουν στὰ βουνά, ζώνονται τὸ ἀλέτρι, τὴν ἀξίνα, τὸ φόρτωμα. Ἀγόγγυστα, ὑπερήφανα. Στὶς πόλεις τὸ κενὸ τῆς παρουσίας τοῦ ἄνδρα ὡς παράγοντα τῆς οἰκονομικῆς ἐπιβίωσης τῆς οἰκογένειας, ἀλλὰ καὶ ὡς συνεκτικοῦ στοιχείου της, καλύπτουν οἱ ἴδιες οἱ γυναῖκες. Καλοῦνται ἀναγκαστικὰ νὰ γίνουν οἱ ἴδιες καὶ γυναῖκες καὶ ἄνδρες, ἀγρότισσες καὶ ἀγρότες μαζί, μάννες καὶ πατέρες, νοικοκυρὲς καὶ κουβαλητές.

Τὸ τιμόνι τῆς οἰκογένειας καὶ τὴν εὐθύνη τῆς ἀνατροφῆς τῶν παιδιῶν τὸ ἔχει καθολικὰ ἡ γυναίκα. Καὶ αὐτὸς ὁ δυσυπόστατος καὶ πολύπλευρος ρόλος συχνὰ διαρκεῖ πολὺ περισσότερο ἀπὸ τὴν πολεμικὴ σύγκρουση, ἰσόβια, σὲ περίπτωση ποὺ ὁ ἄνδρας χάσει τὴ ζωή του ἢ μείνει ἀνάπηρος πολεμώντας. Μιλᾶμε γιὰ ὑπέρτατη προσφορά, θυσία γιὰ τὴν πατρίδα.

Στὸν ἐργασιακὸ τομέα, οἱ λίγες ἐργαζόμενες γυναῖκες στὰ ἀστικὰ κέντρα ἐπωμίζονται τώρα σὲ πολὺ μεγαλύτερο βαθμὸ αὐξημένες ἁρμοδιότητες καὶ εὐθύνες. Ἀντικαθιστοῦν τοὺς ἄνδρες, μάλιστα σὲ μιὰ πολεμικὴ περίοδο πολλαπλῶν στερήσεων (ἐλλείψεις μέσων, τροφίμων, γλίσχρες ἀμοιβές, εὐτελέστατο νόμισμα) καὶ μιᾶς χωλαίνουσας ἐπιχειρηματικῆς καὶ κρατικῆς μηχανῆς. Ἡ ἐργάτρια, ἡ γραμματέας, ἡ ὑπάλληλος, ἡ δασκάλα, εἶναι κι αὐτὲς ἡρωίδες τοῦ πολέμου. Τὸ Δημοτικὸ σχολεῖο ποὺ παρακολουθοῦσε ὁ γράφων εἶχε τέσσερις δασκάλες, κανέναν δάσκαλο.

Ὡστόσο, κανένα παράδειγμα αὐτοθυσίας, ἡρωισμοῦ καὶ λεβεντιᾶς δὲν πλησιάζει αὐτὸ τῆς Βορειοελλαδίτισσας γυναίκας. Σκληρή, ἀγέλαστη, μαυροφορεμένη μὲ τὰ γουρουνοτσάρουχα καὶ τὰ σεγκούνια της, μὲ τὸ τσεμπέρι της, ἡ Ἠπειρώτισσα καὶ ἡ Μακεδόνισσα παραστάθηκαν σὲ ὅλη τὴν ἐποποιΐα. Δὲν χρειάστηκε νὰ γίνει νόμος γιὰ τὴν ἐπιστράτευση τῆς γυναίκας. Ἡ γυναίκα ἐπιστρατεύθηκε μόνη της. Βοηθάει τὰ ἀδέλφια της καὶ τὰ παιδιά της πάνω στὰ κακοτράχαλα βουνὰ τῆς Πίνδου, συμπολεμάει. Ἀνοίγει τὶς διαβάσεις καὶ τὰ μονοπάτια ἀπὸ τὰ χιόνια. Ζαλώνει στοὺς ὤμους κασόνια μὲ πυρομαχικὰ καὶ ἐφόδια, ὅπλα καὶ πολυβόλα, ὅλμους καὶ ὀβίδες, μεταφέρει τραυματίες, θάβει νεκρούς.

Τὶς πρῶτες ἡμέρες τῆς κινητοποίησης, εἴκοσι γενναῖες Φλωρινιώτισσες στελέχωσαν τὰ νεοσυσταθέντα στρατιωτικὰ νοσοκομεῖα καὶ περιέθαλψαν τοὺς πρώτους τραυματίες τῆς πρώτης γραμμῆς. Στὰ χειρουργεῖα, ἀκρωτηριασμοί, δίχως παύση, γιὰ νὰ προλάβουν τὴ γάγγραινα. Οἱ πιὸ τυχεροὶ ἔχαναν κνῆμες. Κανεὶς δὲν βόγγηξε, δὲν ἔκλαψε τὴ μοῖρά του. Οἱ κοπέλες ἐκεῖ, στὸ καθῆκον. Δὲν κλονίσθηκαν οὔτε ἀπὸ τοὺς ἀδιάκοπους συναγερμοὺς καὶ τοὺς ἀνηλεεῖς βομβαρδισμούς. Συνέχιζαν μὲ γυναικεία εὐαισθησία καὶ εὐσυνειδησία νὰ συμπαραστέκονται στοὺς πληγωμένους πολεμιστές.

Πολλὲς ἀκολούθησαν μὲ θάρρος καὶ αὐταπάρνηση τὶς μετασταθμεύσεις τοῦ 1ου στρατιωτικοῦ νοσοκομείου σὲ διάφορες πόλεις, ὅπως στὴν Κορυτσά, στὰ Γιάννενα, στὰ Βασιλικὰ καὶ ἀλλοῦ, μέχρι τὸ τέλος τοῦ πολέμου. Πολλὲς ἔπεσαν ἡρωικὰ τὴν ὥρα τῶν βομβαρδισμῶν τῶν νοσοκομείων καὶ τῶν νοσοκομειακῶν πλοίων ποὺ μετέφεραν τραυματίες.

Ὑπάρχουν  καὶ  μαρτυρίες  τῶν αὐτοπτῶν ἀπὸ τὸ μέτωπο ποὺ εἶναι συγκλονιστικές, συγκινητικές, μεγαλειώδεις:

«Ὅταν ἡ 8η Μεραρχία μας τῆς Ἠπείρου (Μέραρχος ὁ ὑποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμῆτρος) διετάχθη νὰ προελάσει καὶ νὰ καταλάβει ὁρισμένες διαβάσεις, βγῆκαν ἀπὸ τὰ σπίτια τους κι οἱ γυναῖκες. Ἔφεραν στὶς πλαγιὲς τῆς Πίνδου τὰ πυροβόλα, τὰ πυρομαχικά, τὶς ὀβίδες μὲ γαϊδουράκια ἢ ἀκόμα καὶ στὴν πλάτη τους, τὴν ὥρα τῆς μάχης. Ἀνέβαιναν στὰ δύσβατα μονοπάτια τῶν χιονισμένων βουνῶν, ἐκεῖ ὅπου τὰ αὐτοκίνητα δὲν μποροῦν καὶ τὰ ζῷα ἀρνοῦνται νὰ προχωρήσουν, ἀλύγιστες, βουβές, μὲ ἀδάμαστη θέληση καὶ ἡρωικὴ αὐτοθυσία. Συμπαραστάθηκαν οὐσιαστικὰ στοὺς μαχητὲς τῆς Πίνδου, σὰν νὰ ἦσαν εἰδικὰ στρατιωτικὰ τμήματα ὀρεινῶν μεταφορῶν. Καὶ ὅταν οἱ νικητές μας προχωροῦσαν καὶ ἔφθασαν στὸν ποταμὸ Βογιοῦσα, εἶδαν οἱ ἀτρόμητες αὐτὲς γυναῖκες πὼς τὸ ἀπότομο ρέμα ἐμπόδιζε τοὺς σκαπανεῖς στὴ δουλειά τους καὶ ἔκαναν αὐθόρμητα κάτι ποὺ ξανάκαναν ὕστερα στὸν ποταμὸ Καλαμᾶ καὶ στὸ Δρίνο: μπήκανε οἱ ἴδιες μέσα στὰ νερά, καὶ πιασμένες σφικτὰ ἀπὸ τοὺς ὤμους σχημάτισαν πρόσχωμα (τεῖχος), ποὺ ἀνάκοβε τὴν ὁρμὴ τοῦ ποταμοῦ καὶ εὐκόλυνε τοὺς γεφυροποιούς!» (ἀφήγηση Τάκη Παπαγιαννόπουλου).

«7 Νοεμβρίου 1940. Συνάντησα γυναῖκες ποὺ κουβαλοῦσαν πυρομαχικά. Μία ἦταν 88 ἐτῶν. Τὰ χιόνια, ὁ πάγος, τὸ τρομερὸ κρύο δὲν φαινόταν νὰ τὶς τρομάζει. Ὅλες γεμᾶτες χαρὰ ἤθελαν νὰ προσφέρουν στὸν στρατὸ ὅ,τι δὲν μποροῦσαν τὰ μεταγωγικὰ αὐτοκίνητα καὶ τὰ μουλάρια. Μία ἄλλη γυναίκα, διηγεῖται ὁ στρατιώτης, μοῦ εἶπε ὅτι κλείδωσε τὸ μικρὸ σὲ μιὰ καλύβα, γιὰ νὰ βοηθήσει τὸν στρατό. Τὸ βράδυ εἶδα μιὰ γριούλα νὰ κρατᾷ δύο μικρὰ καὶ ἡ μητέρα τους ζύμωνε ψωμὶ γιὰ τὸν στρατὸ μὲ τὸ φῶς δύο κεριῶν ποὺ εἶχε μέσα σὲ ἕνα ποτήρι. Ἀλήθεια, γυναῖκες-θαῦμα!» (ἀπὸ τὸ ἡμερολόγιο πολέμου τοῦ Ἀργύρη Μπαλατσοῦ).

Ὀκτώβριος τοῦ 1940. Ἦταν τότε ποὺ ἡ χώρα μας, ἂν καὶ γνώριζε ὅτι ὁ ἀντίπαλος ἦταν ἰσχυρότερος καὶ πὼς οἱ Μῆδοι θὰ διαβοῦνε, πολέμησε καὶ θαυματούργησε. Συνήγειρε τὴν ἀνθρωπότητα.

Νὰ τί προσέφερε ἡ Ἑλλάδα στὴν παγκόσμια τότε ἀπελπισία! Τὸ πρῶτο χαμόγελο τῆς Νίκης. Τότε ποὺ ὁ πατέρας τῆς Νίκης, ὁ Βρετανὸς πρωθυπουργὸς Τσῶρτσιλ, εἶπε ἀπὸ τὸ BBC ἐκεῖνο τό: «… τώρα θὰ λέμε, Οἱ ἥρωες πολεμοῦν σὰν Ἕλληνες».

Ἦταν τότε ποὺ ἡ γυναίκα τῆς Πίνδου ἔγινε θρῦλος, ἀφίσα, τραγούδι, πέρασε τὰ σύνορα, συγκίνησε τὸν κόσμο, ἔγινε πρότυπο ἡρωισμοῦ, κινηματογραφικὴ ταινία ποὺ προβαλλόταν χωρὶς διακοπὴ στὸ Πικαντίλυ τοῦ Λονδίνου, γιὰ νὰ ἐμψυχώνει τὸν πληθυσμὸ τῆς ἀγγλικῆς πρωτεύουσας ποὺ καθημερινὰ βομβαρδιζόταν ἀπὸ τοὺς ναζί.

Καὶ οἱ ἑλληνικὲς πόλεις μετροῦν τοὺς δικούς τους νεκροὺς ἀπὸ τοὺς ἰταλικοὺς βομβαρδισμούς. Ἀλλὰ οἱ Ἑλληνίδες ἐξακολουθοῦν, μαζὶ μὲ τὸν πόλεμο τῆς βελόνας, νὰ διαβάζουν ἐφημερίδες, νὰ πηγαίνουν θέατρο, νὰ ἀκοῦνε τραγούδια τῆς Βέμπο ποὺ γελοιοποιοῦν τὸν εἰσβολέα καὶ τὶς κάνουν νὰ αἰσιοδοξοῦν καὶ νὰ παλεύουν.

Ναί, ἡ παρουσία τῆς Ἑλληνίδας τοῦ ’40 ἦταν εὐλογία Θεοῦ. Ἡ Ἑλληνίδα τοῦ ’40 ἔδρασε οἰκειοθελῶς, ἀποφασιστικὰ καὶ χωρὶς ὑστεροβουλία, γιατὶ ἔπρεπε, χωρὶς τιμητικὲς ἀμοιβές, βαθμοὺς καὶ τίτλους, χωρὶς παράσημα καὶ μεγαλόσταυρους, χωρὶς τελετὲς καὶ παράτες, χωρὶς συντάξεις. Γιατὶ εἶναι Σύμβολο, Ἰδέα. Καὶ οἱ Ἰδέες δὲν ἀνήκουν στά «γήινα»· ἀνήκουν στὴν Ἱστορία.


Πηγή: (Περιοδικό «Ακτίνες» Έτος 82ο | Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 2019 | Αριθ. 777)

Πηγή Μαμά, Μπαμπάς και Παιδιά.

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2022

Φωτεινή Λεομπίλλα: Από τοξικομανής στην Ομόνοια, καθηγήτρια στην Ιατρική σχολή Αθηνών...




Ήταν εθισμένη στα ναρκωτικά για 18 ολόκληρα χρόνια. Για 11 χρόνια δε μιλούσε με τα παιδιά της και κατέληξε στη φυλακή. Στα 37 της άλλαξε τη ζωή της και σήμερα διδάσκει στην ιατρική σχολή.

Στα 58 της η Φωτεινή Λεομπίλλα έχει αλλάξει πλήρως τη ζωή της.

«Τα ναρκωτικά μού έκλεψαν 18 χρόνια. Αναζητούσα φροντίδα και επειδή δεν την είχα, προσπάθησα να τη βρω με λάθος τρόπο. Παντρεύτηκα έναν άντρα που ήταν επίσης εθισμένος και απέκτησα δύο παιδιά, χωρίς να μπορέσω να απεξαρτοποιηθώ. Πίστεψα ότι η μητρότητα θα άλλαζε την κατάστασή μου. Ήταν εγωιστικό, γιατί όταν δεν αγαπάς τον εαυτό σου δε σε βοηθάει ούτε ο ερχομός ενός παιδιού».

Μετά από χρόνια χρήσης, η Φωτεινή συνελήφθη και κατέληξε στη φυλακή. Εκεί άλλαξε η ζωή της.

«Δεν είχα επαφή με τα παιδιά μου για έντεκα ολόκληρα χρόνια. Γιόρταζα τα γενέθλιά τους μόνη μου αλλά ήταν λογικό. Απεξαρτοποιήθηκα και στα 37 μου αποφάσισα να δώσω πανελλήνιες. Λίγα χρόνια μετά διάβαζα τον όρκο στο πανεπιστήμιο. Το πιο σημαντικό για μένα ήταν ότι στην αποφοίτησή μου βρισκόταν η κόρη μου. Βρέθηκα ξανά με τα παιδιά μου όταν θεώρησα ότι η μητέρα τους μπορεί να εμφανιστεί μπροστά τους».

«Κανείς δε θα μπορούσε να πιστέψει ότι ένα πλάσμα που το ’97 κοιμόταν στην Ομόνοια, θα ήταν σήμερα χρήσιμο στην κοινωνία», καταλήγει.

Για 11 χρόνια δε μιλούσε με τα παιδιά της και κατέληξε στη φυλακή. Στα 37 της άλλαξε τη ζωή της και σήμερα μεταξύ άλλων έφτασε να διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Στα 58 της η Φωτεινή Λεομπίλλα έχει αλλάξει πλήρως τη ζωή της, όπως εξομολογήθηκε την Τετάρτη (9/2) στην κάμερα της εκπομπής «Ελένη», με παρουσιάστρια την Ελένη Μενεγάκη.   

                  

Η Φωτεινή συνελήφθη για διακίνηση και κατέληξε στη φυλακή του Κορυδαλλού για 11 μήνες. 

Εκεί απεξαρτοποιήθηκε και άλλαξε τη ζωή της.

«Μέσα στη φυλακή έμαθα ότι ο σύζυγός μου κατέληξε από υπερβολική δόση. Δεν είχα επαφή με τα παιδιά μου για έντεκα ολόκληρα χρόνια. Γιόρταζα τα γενέθλιά τους και τις γιορτές μόνη μου. Υπήρχε η αρνητική στάση από τα πεθερικά μου, δεν μου είχαν εμπιστοσύνη, αλλά ήταν λογικό. Απεξαρτοποιήθηκα και στα 37 μου αποφάσισα να δώσω πανελλήνιες. Πέρασα στην Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Από εκεί και μετά ήταν σαν μονόδρομος, το πτυχίο έφερε τις εξετάσεις για το μεταπτυχιακό. Λίγα χρόνια μετά διάβαζα τον όρκο στο πανεπιστήμιο. Το πιο σημαντικό για μένα ήταν ότι στην αποφοίτησή μου βρισκόταν η κόρη μου. Βρέθηκα ξανά με τα παιδιά μου από το 2008 και μετά όταν θεώρησα ότι η μητέρα τους μπορεί να εμφανιστεί μπροστά τους».

Σήμερα στα 58 της είναι μεταξύ άλλων σύμβουλος του Δήμου Αθηναίων για θέματα ναρκωτικών, αντιπρόεδρος του ΚΕΘΕΑ και έφτασε στο σημείο να διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

«Κανείς δε θα μπορούσε να πιστέψει ότι ένα πλάσμα που το ’97 κοιμόταν στην Ομόνοια, μέσα σε χαρτόκουτα, θα ήταν σήμερα χρήσιμο στην κοινωνία», καταλήγει.


Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2022

Άννα Μελά_ΑΘΑΝΑΤΗ ΕΛΛΗΝΙΔΑ!🇬🇷


Μπορεί να είναι εικόνα 2 άτομα, άτομα που στέκονται και κείμενο που λέει "ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ ANNA ΜΕΛΑ" 
 
Όταν έπεσε μαχόμενος ο Παύλος Μελάς, η αδελφή του Άννα πέρασε κάμπους και μακεδονικά βουνά και πήγε στην Καστοριά για να ράνει τον τάφο του με λουλούδια. Εκεί έκανε όρκο ιερό. 
ΈΘΕΣΕ ΕΑΥΤΌΝ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΊΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΊΔΟΣ ΚΑΙ ΤΉΡΗΣΕ ΤΟΝ ΌΡΚΟ ΤΗΣ ΜΈΧΡΙ ΤΈΛΟΥΣ.
 
Το 1912-13, εγκαταλείπει σύζυγο και παιδιά, φορά τη στολή της νοσοκόμας και βρίσκεται στην πρώτη γραμμή. Στον βορειοηπειρωτικό αγώνα βρίσκεται στα χειρουργεία των αγωνιστών. Η αυτοθυσία και το κουράγιο της έγραψαν ολόκληρο έπος. 
Η συντροφιά της με τον στρατό, η στοργή με την οποία αγκάλιαζε τους τραυματίες, οι οργανωτικές ικανότητες, το σθένος και το θάρρος που έδειχνε της απένειμαν δίκαια τον τίτλο της «Μάννας του στρατιώτη».
 
Η Άννα Μελά γεννήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1871 στη Μασσαλία και ήταν το τέταρτο από τα επτά παιδιά της οικογένειά της. Ένας από τους αδερφούς της ήταν ο γνωστός Μακεδονομάχος ΉΡΩΑΣ Παύλος Μελάς.
Η οικογένεια Μελά είχε ηπειρωτική καταγωγή και τα περισσότερα μέλη της διακρίθηκαν σε σημαντικούς τομείς, όπως την διπλωματία, το εμπόριο και τη βιομηχανία, τα γράμματα και τις τέχνες, αλλά και στον στρατό.
Στα 20 χρόνια της παντρεύτηκε τον ευγενή μεγαλοκτηματία Απόστολο Παπαδόπουλο με τον οποίο απέκτησαν δύο παιδιά. Ζούσαν στο χωριό Ροβιές της Εύβοιας και εκεί η Άννα -από τον καιρό ειρήνης ακόμα- ήταν γνωστή για τις αγαθοεργίες της και την βοήθεια που προσέφερε ανιδιοτελώς σε όποιους συγχωριανούς της βρίσκονταν σε ανάγκη.
Τον Οκτώβριο του 1904 η είδηση του θανάτου του αδερφού της Παύλου Μελά φέρνει θλίψη και αναστάτωση στην οικογένεια. Τρεις μήνες αργότερα πεθαίνει και ο άλλος αδερφός της, Λέων Μελάς.
Εγκαταλείπει το χωριό και τους δικούς της ανθρώπους και φεύγει στην Αθήνα, όπου ξεκινά άμεσα το σημαντικό φιλανθρωπικό της έργο. Μεταξύ άλλων έργων συνέβαλε και στη δημιουργία της Πολυκλινικής Αθηνών.
Λίγα χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1912, ξεκινά ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος και η Άννα Μελά αφήνει την οικογένειά της στο χωρίο και γίνεται εθελόντρια νοσοκόμα στον Ελληνικό στρατό. Ήταν γνωστή στους στρατιώτες κάθε μετώπου, αφού σαν άλλη μητέρα ήταν πάντα δίπλα σε όλους χαρίζοντας την φροντίδα της σε τραυματίες και αρρώστους.
Επί μια ολόκληρη δεκαετία η Άννα Μελά, η «Μάννα του Στρατιώτου» όπως ονομάστηκε τιμητικά, προσέφερε αδιάκοπα και ανιδιοτελώς τις υπηρεσίες της ως νοσοκόμα βοηθώντας σε μια σειρά καταλυτικών για τη χώρα πολεμικών συγκρούσεων. Από τους Βαλκανικούς πολέμους (1912-1913) στον Βορειο-ηπειρώτικο Αγώνα (1914) και από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918) σε όλη την Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922).
Την μεταπολεμική περίοδο μετά και τη Μικρασιατική καταστροφή η Άννα Μελά συνέχισε τις φιλανθρωπικές τις δραστηριότητες με πρωταρχικό σκοπό της την βοήθεια των ξεριζωμένων Ελλήνων προσφύγων. Οργάνωσε σωματεία που μεριμνούσαν για την αποκατάστασή τους, αλλά και επίσης φρόντιζαν για την τύχη των φτωχών αναπήρων πολέμου.
Σε ηλικία 67 ετών, η μεγάλη αυτή Ελληνίδα, η πονόψυχη Μάνα κάθε δυστυχισμένου, απόμαχου και αναγκεμένου θα υποκύψει στη φθίση που τη χτύπησε ξαφνικά και στις 12 Φεβρουαρίου 1938 θα περάσει στην αθανασία με ένα αχνό χαμόγελο.
Η Άννα Μελά έμεινε στην ιστορία ως μια αρχόντισσα της εθνικής φιλανθρωπίας και τιμήθηκε για το έργο της με 28 συνολικά παράσημα.
ΠΗΓΗ.ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2022

5 Οκτωβρίου η μνήμη της Οσίας Μεθοδίας της εν Κιμώλω.


 https://antexoume.files.wordpress.com/2013/10/agia-methodia-en-kimolo.jpg 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού 
 
       Οι όσιες γυναίκες συναγωνίστηκαν επάξια τους οσίους άνδρες σε πνευματικούς αγώνες και αγιότητα. Η Εκκλησίας μας έχει να επιδείξει μια πλειάδα οσίων γυναικών, οι οποίες λαμπρύνουν το εκκλησιαστικό στερέωμα. Μια από αυτές υπήρξε και η αγία Μεθοδία η εν Κιμώλω. Μια σύγχρονη οσιακή σημαντική μορφή.

       Καταγόταν από τη νήσο Κίμωλο και γεννήθηκε την 10η Νοεμβρίου 1865 από γονείς θεοσεβούμενους και ενάρετους. Ο πατέρας της ονομαζόταν Ιάκωβος και η μητέρα της Μαρία, το δε επίθετό της ήταν Σάρδη. Στην οικογένεια υπήρχαν τρεις γιοι και πέντε θυγατέρες. Η δεύτερη από αυτές ήταν η Ειρήνη, η οποία μετονομάστηκε αργότερα σε Μεθοδία. Από μικρό κορίτσι διακρίνονταν για τη σεμνότητά της, την πίστη της στο Θεό και την υπακοή της. Ήταν στολισμένη με αρετές και καλοσύνη και για γι’ αυτό ξεχώριζε από τα άλλα κορίτσια της οικογένειας και της περιοχής. Οι φτωχοί και αγράμματοι γονείς της φρόντισαν να τη μεγαλώσουν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Της εμφύτευσαν βαθειά στην  ψυχή της την αγάπη στο Χριστό και την αφοσίωση στην Εκκλησία.
       Σε νεαρή ηλικία, όπως ήταν η συνήθεια της εποχής, αποφάσισαν οι γονείς της να την παντρέψουν με έναν νέο ναυτικό από τη Χίο. Η Ειρήνη, αν και είχε άλλα σχέδια για της ζωή της, να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο, να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο Θεό, υπάκουσε στους γονείς της να μην τους λυπήσει. Χωρίς λοιπόν τη θέλησή της, παντρεύτηκε τον νέο Χιώτη. Όμως η ευσέβεια της Ειρήνης δεν έπαψε και μετά το γάμο της. Τηρούσε με ακρίβεια τις νηστείες, εξομολογούνταν τακτικά και κοινωνούσε αδιάκοπα. Ποτέ δεν παραπονέθηκε για την ματαίωση των σχεδίων της να ακολουθήσει τον μονήρη βίο. Τιμούσε το σύζυγό της και ουδέποτε του φανέρωσε τον κρυφό πόθο της να ακολουθήσει τον Νυμφίο της ψυχής της Χριστό. Μέσα στην ψυχή της έτρεφε την ελπίδα πως κάποτε ίσως πραγματοποιούνταν ο ευσεβής πόθος της.
        Ύστερα από λίγο καιρό συνέβη το απροσδόκητο. Το πλοίο που εργάζονταν ο σύζυγός της ναυάγησε στα παράλια της Μ. Ασίας και εκείνος κατέστη αγνοούμενος, αφού δεν επέστρεψε ποτέ στο σπίτι του. Προφανώς είχε πνιγεί. Μάταια τον περίμενε για πολύ καιρό η Ειρήνη. Όμως αφού είδε ότι δεν εμφανίζονταν, αποφάσισε να ικανοποιήσει την παιδική επιθυμία της να ζήσει πλέον ως μοναχή. Πήγε στον επίσκοπο Σύρου Μεθόδιο και του ζήτησε να ντυθεί το μοναχικό σχήμα. Εκείνος δέχτηκε και την έκειρε μοναχή στην Ιερά Μονή Οδηγήτριας Κιμώλου, δίνοντάς της το μοναχικό όνομα Μεθοδία.
        Για τη Μεθοδία ανοίχτηκε μπροστά της ένας νέος δρόμος πνευματικού αγώνα.  Η ψυχή της αισθάνονταν απέραντη αγαλλίαση και ευχαριστούσε μέρα και νύχτα το Θεό, που την αξίωσε να νοιώσει τις μυστικές εμπειρίες της ασκητικής ζωής. Άρχισε να μελετά με πάθος ασκητικά βιβλία, θέλοντας να εφαρμόσει η ίδια τα παραγγέλματα των αγίων ασκητών της Εκκλησίας μας. Άρχισε με ακρίβεια την εφαρμογή τους. αδιάλειπτη προσευχή, νηστεία, αγρυπνία και θεωρία. Ακολουθούσε τον αγώνα αποκοπής των παθών και της νεκρώσεως του παλιού εαυτού της. Ενωρίς φάνηκαν τα σημάδια της αγιότητά της.
        Θεώρησε καλό και ωφέλιμο να ζει σε απομόνωση, ώστε να μην αποκόβεται από την προσευχή και τη θεωρία του Θεού. Κλείστηκε σε ένα μικρό κελί στη θέση «Στιάδι», μέσα στο Κάστρο της Κιμώλου, κοντά στον Ιερό Ναό της Γεννήσεως του Σωτήρος. Εκεί ζούσε με αδιάλειπτη προσευχή και ουράνιες αναβάσεις. Έβγαινε σπάνια από το κελί της και μόνο σε επείγουσα ανάγκη, ιδιαίτερα να προσφέρει τη βοήθειά της σε ανθρώπους που την είχαν ανάγκη. Άλλωστε έτρεφε απέραντη αγάπη για όλους τους ανθρώπους, ιδιαίτερα για τους ενδεείς, τους οποίους ωφελούσε όσο μπορούσε.  
      Έγκλειστη η Μεθοδία στο στενό κελί της ζούσε ως επίγειος άγγελος. Ο ύπνος της ήταν ελάχιστος, η τροφή της στοιχειώδης. Κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή δεν έβγαινε καθόλου από το κελί της. Ζούσε με ελάχιστη ξηρή τροφή και νερό, τα οποία της τα έδιναν από ένα μικρό παράθυρο του κελιού της και εκείνη τους ανταπόδιδε λίγο λάδι από το ακοίμητο καντήλι του κελιού της. Οι ευσεβείς κάτοικοι της Κιμώλου, το έπαιρναν  με ευλάβεια και άλειφαν με αυτό τους ασθενείς, οι οποίοι, σε πολλές περιπτώσεις γινόταν καλά με τις ευχές της αγίας μοναχής.
       Μια από τις αρετές της ήταν τα αστείρευτα δάκρυα για τον εαυτό της, τον οποίο θεωρούσε αμαρτωλό και για τη σωτηρία του κόσμου. Η προσευχή της συνοδεύονταν πάντα από ποταμούς δακρύων και γι’ αυτό είχε αποτελεσματικότητα η προσευχή της. Μια άλλη ευσεβής ενασχόλησή της στο κελί της ήταν η ανάγνωση θεοφιλών συγγραμμάτων. Τα θεία λόγια της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας μας την έθελγαν και την ευχαριστούσαν αφάνταστα. Ζούσε για το Χριστό και είχε πάψει να ζει για τον εαυτό της. Το λιπόσαρκο ασκητικό της σαρκίο είχε μεταβληθεί σε σκεύος και κατοικία του Αγίου Πνεύματος και γι’ αυτό αξιώθηκε πολλών θαυμάτων.
      Η φήμη της αγίας ασκήτριας είχε διαδοθεί σε όλο το νησί, αλλά και στα άλλα νησιά του Αιγαίου. Πολλοί έτρεχαν στο μικρό κελί της, κυρίως γυναίκες, για να ακούσουν λόγια πνευματικά και παρηγορητικά. Ποτέ δεν αρνούνταν να τους δεχτεί. Ως στοργική μητέρα τους άκουγε, τους συμπονούσε και τους ωφελούσε με τις νουθεσίες της. Πάμπολλες κουρασμένες και βασανισμένες ψυχές βρήκαν στην Μεθοδία παρηγοριά και οδηγήθηκαν στη μετάνοια και τη σωτηρία. Δίδασκε με όλη τη δύναμη της ψυχής της την αγάπη, την υπομονή και την καρτερία στις αντιξοότητας της ζωής. 
        Έτσι πολιτεύτηκε η αγία μοναχή, ωφελώντας τον εαυτό της και τους άλλους. Ο Κύριος την κάλεσε κοντά Του την Κυριακή 5 Οκτωβρίου  του έτους 1908 σε ηλικία μόλις 43 ετών. Την επομένη της κοιμήσεώς της παρατηρήθηκε η ευκαμψία των μελών του λειψάνου της, ως τεκμήριο της αγιότητάς της. Ο πιστός λαός της Κιμώλου κήδεψε πάνδημα την αγία μοναχή. Αργότερα έγινε ανακομιδή των ιερών λειψάνων της, τα οποία τοποθετήθηκαν στον Ιερό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος Κιμώλου και αποτελούν πηγή θαυμάτων. Η μνήμη της αγίας Μεθοδίας τιμάται στις 5 Οκτωβρίου.

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2022

Εις μνήμην της κάθε Μάρθας...


 |ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ (καύση άψυχων σωμάτων) - ΝΩΝΤΑΣ ΣΚΟΠΕΤΕΑΣ

...Δεν το΄ χασε το σπλάχνο της η μάνα που του μιλά στο Κοιμητήρι!
Δεν χάνεται ο άνθρωπος!
Δεν είναι κουμπί, δεν είναι αντικείμενο για να απολεσθεί!
Δεν εξαλείφεται η ύπαρξή του, είναι αιώνιος και ζων...

Πρωινό Αυγουστιάτικο κάτω απ τον Ταΰγετο.
Στα τελειώματά του το καλοκαίρι .
Ατμόσφαιρα καθάρια!
Η ματιά σου, ανεμπόδιστη φτάνει ως την άκρη του γαλάζιου.
Οξυγόνο αμόλυντο ξεχείλιζε στα στήθη, σαν ανεβαίναμε με τον Γιώργη το ανηφορικό πετρωτό καλντερίμι.
Αφήσαμε τα γυναικόπαιδα να κοιμούνται και μόλις αχνοβασίλεψε ο ηλιάτορας πίσω απ την πυραμίδα του πενταδάχτυλου, πήραμε τον δρόμο για τα ελατόφυτα ψηλώματα που ακουμπάνε ουρανό.
Λίγο νερό σ ένα παγουράκι και ένα μαγκούρι κομμένο από δασύσκιωτη μουριά να στηρίζει στο δυσκόλεμα και στα αγκαθωτά περάσματα.
Η θάλασσα στο πέρα κάτω, προβάλλει σαν υφάδι απαλό στρωμένο γύρω από την πέτρα και την ελιά, την ευλογημένη μάνα-γη των Μανιατών.
Πως πέρασε έτσι άλαλα τόση ώρα!
Γεμάτη από αναρίθμητες λέξεις η σιωπή.
Κελαηδιστές του ουρανού μέσα σε δροσοστάλαχτες φυλλωσιές, φτέρες και περήφανα αειθαλή , προσθέτουν κι άλλες δοξολογίες, σ αυτές που ήδη η ψυχή μας ήδη αναπέμπει.
Στο κατέβασμα, τολμάμε να αρθρώσουμε λίγες λέξεις και να νοθεύσουμε για ελάχιστα τους ήχους του Θεού.
- Κουράστηκα αδελφέ μου! Ας ξαποστάσουμε λίγο!
Εκείνη τη στιγμή περνάγαμε μπροστά απ το Κοιμητήρι των Πριπιτσίων.
-Να, ας μπούμε εδώ να πάρουμε μια ανάσα! Θυμήθηκα τότε ξαφνικά έναν Αγιορείτη σοφό Γέροντα, τον Προφητηλιάτη π.Ιωακείμ, που έχει τοποθετήσει πάνω απ το Κοιμητήρι και το οστεοφυλάκιο της Σκήτης του, μιαν επιγραφή: Φιλοσοφική Σχολή!
-Ας μπούμε λοιπόν να φοιτήσουμε! είπα στον Γιώργη που στιγμιαία απόρησε …
-Στη Φιλοσοφική σχολή…του είπα και μπήκε αμέσως στο νόημα !
- Τέσσερις έχουμε εδώ στο Ξεχώρι!
Κάθε μια σπουδαία…έχει βγάλει αρκετούς τελειόφοιτους και έχει προβιβάσει και κάποιους για ανώτατες σπουδές …αιώνιες , στο Πανεπιστήμιο του Παραδείσου!
Κάποιος είπε, πως η ζωή αυτή η πρόσκαιρη δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ένας διαρκής αγώνας να απομακρύνουμε συνεχώς το ρ από το άγριο και να το μεταστρέφουμε σε άγιο!
Το τόσο φιλεπίστροφο αυτό γράμμα!
Σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή της εισόδου μας , πως αγώνα πρέπει να κάνουμε για να απομακρύνουμε και το β αυτού του κόσμου του μάταιου και σκοτασμένου από το μακάβριο και να το κάνουμε μακάριο!
Γιατί μόνο μακάριος, χαρούμενος αληθινά και με ελπίδα Ζωής αιωνίου μπορεί να εξέλθει κανείς από μια…Φιλοσοφική σχολή!
Φωτογραφίες και μηνύματα χαραγμένα πάνω στο μάρμαρο στην πέτρα και στο ξύλο!
Άλλα φανερά και άλλα μυστικά:
Προσδοκώ Ανάσταση νεκρών!
Να πεθάνεις πριν πεθάνεις για να μην πεθάνεις όταν πεθάνεις!
Κύριε εδοκίμασάς με και έγνως με.
Μη συναπολέσεις ταις αμαρτίαις μου!
Ζωής ο Κυριεύων και του Θανάτου, μνήσθητι Κύριε του δούλου Σου!
Τόσες σκέψεις , τόσα μηνύματα , τόση ελπίδα να φωλιάσει μέσα σου!
Δάκρυα ποτισμένο κάθε προσκεφάλι προς την Ανατολή με ένα Σταυρό ακουμπισμένο πάνω του.
Δάκρυα προσδοκίας και καρτερίας, όχι απελπισιάς!
Δάκρυα προσμονής για το μεγάλο αντάμωμα!
Κι όμως, κάποιοι έχουν βαλθεί αυτές τις φιλοσοφικές σχολές να τις εξαλείψουν!
Να αφαιρέσουν την ελπίδα απ΄ τις ψυχές μας , την βεβαία του αιωνίου.
Να επαναφέρουν το αταίριαστο β μέσα στο μακάριο, να μονιμοποιήσουν και νομιμοποιήσουν ανίερα το μακάβριο…
Όλοι αυτοί μανιωδώς και δαιμονιωδώς, προσπαθούν σήμερα να επιβάλλουν την καύση των σωμάτων μετά τον αποχωρισμό τους από την αθάνατη ψυχή.
Δεν έχουν αντικρίσει ποτέ τους όλοι αυτοί άφθαρτο σκήνωμα!
Στου Ιονίου τα νησιά, στης Αγίας γης τα σεβάσματα , στου Σαν Φραντσίσκο και στου Σβιρ τα αγιομέρια!
Μα κι όταν τα είδαν τα χλεύασαν απαίσια!
Δεν έχουν δει ποτέ τους όλοι αυτοί και δεν έχουν αγγίξει τα χείλη τους, Ιερά λείψανα μυροβλύζοντα αρρήτως, στα μέρη του Άθωνα, στα Μετέωρα και σε κάθε γωνιά της Ορθοδοξίας, με θερμοκρασία σώματος, που άλλοι νιώθουν κι άλλοι, ακριβώς σιμά τους, δεν αντιλαμβάνονται το παραμικρό, πιστοποιώντας με αυτόν τον τρόπο το υπέρλογο, την διαρκή παρουσία του Θεού μέσα από τους Αγίους Του, τα θαύματα και τα θαυμάσια Του.
Δεν έχουν δει ανίατες ασθένειες να θεραπεύονται αυτοστιγμεί, στο πρώτο σταύρωμα πάνω στο νοσούν μέρος του σώματος!
Δεν έχουν θωρήσει και μανάδες να μιλούν γλυκά με τα κεκοιμημένα σπλάχνα τους , με μια χαρμολυπημένη απαντοχή, σε μια ολοζώντανη σχέση κοινωνίας και αληθινής Ζωής μακάριας και όχι μακάβριας!
Δεν το΄ χασε το σπλάχνο της η μάνα που του μιλά στο Κοιμητήρι!
Δεν χάνεται ο άνθρωπος!
Δεν είναι κουμπί, δεν είναι αντικείμενο για να απολεσθεί!
Δεν εξαλείφεται η ύπαρξή του, είναι αιώνιος και ζων!
Καρτερεύει την Ζωή του μέλλοντος αιώνος!
Κι αν τον κάψουμε δεν τον εξαφανίζουμε .
Ας ακούσουμε κάποτε επιτέλους την προφητεία του Ιεζεκιήλ την Μεγάλη Παρασκευή τη νύχτα, μετά την περιφορά του Επιταφίου.
Το παραμικρό απειροελάχιστο ίχνος μορίου που ταξιδεύει αιώνες τώρα στον αέρα, θα λάβει ξανά σάρκα, οστά και νεύρα!
Μιλάει ο Θεός εκείνο το βράδυ!
Και υπόσχεται και βεβαιώνει!
Στις μέρες μας γίνεται λόγος μόνο για τα δικαιώματα των ανθρώπων!
Για το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση , στον αυτοπροσδιορισμό, στον προσανατολισμό…
Καμιά έστω αναφορά στου Θεού τα δικαιώματα!
Δίδαξόν με τα δικαιώματά Σου!
Λέμε και επαναλαμβάνουμε από συνήθεια μόνο!
Να λοιπόν, μια άλλη παράμετρος που ελάχιστοι λαμβάνουν υπόψη:
Ο άνθρωπός μας για παράδειγμα, είχε εκδηλώσει την επιθυμία να αποτεφρωθεί μετά τον θάνατό του.
Και εμείς που γνωρίζουμε και πιστεύουμε και δεν έχουμε υποτίθεται πλανηθεί από τις ολέθριες μεθοδείες του μισόκαλου, σπεύδουμε να σεβαστούμε την επιθυμία του άρτι κοιμηθέντος ανθρώπου μας!
Και στέλνουμε το άψυχο σώμα του στην αρνησίθεη κάμινο!
Εμείς που γνωρίζουμε και διαλαλούμε πως πιστεύουμε στης πίστης μας τα σωτήρια δόγματα και στην πανσέβαστη ιερά μας παράδοση!
Τώρα που η ψυχή του ταξιδεύει, έχοντας πλέον πλήρη γνώση του ορατού και αοράτου κόσμου , με αγωνία μας φωνάζει :
- Μην σεβαστείτε την τελευταία μου επιθυμία! Μην με κάψετε αδελφοί μου, σας εκλιπαρώ!
Ακούστε με!
Ακούστε την κλαίουσα ψυχή μου!
Βάλτε με και εμένα σ ένα μνημούρι, σε τάφο ταπεινό με καντηλάκι ακοίμητο να παρακαλεί το έλεος του Κυρίου!
Μην με κάψετε!
Σας ικετεύω!
Υπάρχουν δόξα τω Θεώ κάποιοι που δεν σέβονται την τελευταία επιθυμία του δικού τους ανθρώπου!
Και εκείνος από ψηλά τους ευχαριστεί!
Και αναπαύεται η ψυχούλα του!
Και καίει το φιτίλι της ελπίδας στην Φιλοσοφική σχολή, όπου πλέον και εκείνος διδάσκει… Στη μακαρία σχολή της προσμονής και της Ελπίδας!

Νώντας Σκοπετέας
Απόσπασμα από το βιβλίο:
"Πόσα χωράνε σε ένα Αμήν;"
(εκδ.Πρόμαχος Ορθοδοξίας 2019)
και από ομότιτλη εκπομπή, όπως οπτικοποιήθηκε από την αδελφή μας και συνεργάτιδα Στεφανία Στ.

Από μια μεγάλη Αγία, ένας «πατέρας» προδότης και λιποτάκτης «χριστιανός»...

 



Η Αγία Ακυλίνα

Η ΑΓΙΑ ΑΚΥΛΙΝΑ - 
ΝΥΜΦΗ ΧΡΙΣΤΟΥ 
Η Αγία Ακυλίνα γεννήθηκε το έτος 1745 μ.Χ. στο Ζαγκλιβέρι της Θεσσαλονίκης. Το σπίτι της σώζεται μέ­χρι και σήμερα, όχι βέβαια σε καλή κατάσταση. 
Εδώ ζούσε μαζί με τους χριστιανούς γονείς της τον πατέρα της το Γιώργη και τη Μητέρα της που δυστυχώς δε διασώθηκε το όνομά της. Μια μέρα ο πατέρας της Ακυλίνας μάλωσε με ένα τούρκο και πάνω στο θυμό του μαχαίρωσε τον τούρκο και τον άφησε νεκρό. Όλο το χωριό αναστατώθηκε και όλοι οι Χριστιανοί τρομαγμέ­νοι έτρεχαν να κρυφτούν για να γλυτώσουν απ' την μα­νία των τούρκων για εκδίκηση. Ο Γιώργης καταδικάζε­ται σε θάνατο, οι τούρκοι θα τον κρεμάσουν. Αν όμως θέλει να γλυτώσει τη ζωή του, υπάρχει λύση, αρκεί να τουρκέψει. Ο Γιώργης δειλιάζει μπρος στην κρεμάλα, προδίδει την πίστη του και υπόσχεται να τουρκέψει σιγά-σιγά και την οικογένειά του. 
Οι Χριστιανοί σαν το άκουσαν φαρμακώθηκαν: «Ακούς εκεί, να βρεθεί Ζαγκλιβερινός να προδώσει τη Πί­στη του!». Όλοι με ένα στόμα έλεγαν. 
Εκείνες όμως που φαρμακώθηκαν πιο πολύ, ήταν η Γυναίκα του και η Ακυλίνα. 
Ντυμένες και οι δυο στα μαύρα, κλείστηκαν μέσα και κλαίνε για τον πατέρα τους που έγινε προδότης της πίστεως και της πατρίδος. Άδικα η καλή του γυναίκα προσπαθεί να τον κάνει να συνέλθει, να Μετανοήσει, να Εξομολογηθεί. Αυτός τυφλωμένος από τα δώρα, ούτε θέλει ν' ακούσει για το Όνομα του Χριστού. 
Έτσι η μόνη παρηγοριά της Μάνας μένει τώρα η Ακυλίνα, και προσπαθεί να την αναθρέψει όσο πιο καλά γίνεται Χριστιανικά σα να διαισθάνονταν ότι θ' ακολου­θήσει το δρόμο του Μαρτυρίου. 
Και δεν άργησε να ξεσπάσει η καταιγίδα. Το έτος 1764 μ.Χ. ο Γιώργης παίρνει διαταγή του πασά που ήταν διοικητής της Θεσσαλονίκης να πείσει την κόρη του να γί­νει τουρκάλα, γιατί την είδε στη βρύση και θαμπώθηκε από την ομορφιά της ο γιος του και τη θέλει για γυναί­κα του. Χάρηκε ο Γιώργης γι' αυτή την μεγάλη τιμή, και τρέχει στο σπίτι του να της πει το μεγάλο νέο και τα μάτια του γυάλιζαν γι' αυτά που του έταξε ο πασάς. Η Ακυλίνα πάγωσε. Μάνα και Κόρη τον βγάζουν έξω από το σπίτι και ούτε θέλουν να τον ακούσουν. Αλλά ο «τούρκος» δεν υποχωρεί εύκολα. Λυσσάει, στην αρχή με γλυκόλογα και υποσχέσεις, όταν όμως βλέπει την Α­κυλίνα να μένει ασυγκίνητη σε όλα αυτά, αλλάζει τακτι­κή και διατάζει βασανιστήρια. Η ατίμητη Μάνα την εμ­ψυχώνει γενναία λέγοντάς Την:
-Παιδί μου πρόσεχε, μην αρνηθείς το Χριστό. Αυτή η ζωή είναι πρόσκαιρη μπροστά στον Παράδεισο και στην Αιωνιότητα Της Μακαρίας Ζωής.

Τα μαρτύρια αρχίζουν.
Την γυμνώνουν, την χτυπούν, την μαστιγώνουν με βέργες και συρματένια σχοινιά. Το σώμα της γίνεται ό­λο μια πληγή. Το αίμα της χύνεται ποτάμι και βάφει τη Μακεδονική γη του Ζαγκλιβερίου. Η Ακυλίνα έχει τα μάτια στον Ουρανό και προσπαθεί να επαναλάβει:
«Χριστιανή είμαι και Χριστιανή θα πεθάνω».
Τρεις μέρες την βασάνισαν. Την τρίτη μέρα το απόγευμα μέσα στους πόνους και στην αιμορραγία την φέρ­νουν στο σπίτι της. Η Μάνα της την σφίγγει στην α­γκαλιά της μόλις τη βλέπει και το μόνο που νοιάζεται να ρωτήσει είναι:
«Παιδί μου μήπως δείλιασες και αρνήθηκες το Χριστό;»
Η Ακυλίνα προσπαθεί με δυσκολία να απαντήσει:
«Μητέρα έκανα όπως μου είπες. Το διαμάντι που μου εμπιστεύθηκες το φύλαξα καθαρό και αμόλυντο και τώρα πάω κοντά στο Χριστό και Θεό μου».
Ήταν 27 Σεπτεμβρίου 1764 όταν έφυγε η  Αγία της ψυχή.
Από το Άγιο Λείψανό της ξεχύθηκε μια ανέκφρα­στη Ουράνια ευωδία και όλοι οι δρόμοι απ' όπου το πέ­ρασαν ευωδίαζαν για πολλές ήμερες.
Οι τούρκοι για να τη θεωρήσουν δική τους έστω και μετά θάνατο, διέταξαν να τη θάψουν στο τουρκικό νε­κροταφείο, δίπλα στην πλατεία του χωριού.
Το ίδιο βράδυ ένα φως κατέβηκε πάνω στον τάφο της σαν άστρο και έμεινε για ώρες πολλές.
Τότε τρεις Ορθόδοξοι Ζωντανοί Χριστιανοί, Παλληκάρια του Χριστού έκαναν όρκο μυστικό και έκλεψαν το σώμα της Αγίας. 

Πού το έθαψαν όμως; Παραμένει ακό­μη άγνωστος ο τόπος. Πιστεύουμε ότι θα το αποκάλυψη ο Κύριος στους εσχάτους χρόνους...*

Η Μνήμη Της τιμάται στις 27 Σεπτεμβρίου.
* * *

Απολυτίκιον της Αγίας (ως προς τον Συνάναρχον Λόγον)

Ζαγκλιβέριον χαίρει εν τη αθλήσει σου, η σε βλαστήσασα κώμη ως άνθος εύοσμον,
Ακυλίνα του  Χριστού καλλιπάρθενε. συ γαρ ενήθλησας στερρώς, και εδέξω εκ Θεού το στέφος της αφθαρσίας, εκδυσωπούσα απαύστως, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»


~ Πρωτοδημοσιεύσαμε στις 23 Σεπτ. 2015

* Κι όμως. 7 χρόνια μετά είμαστε στην ευχάριστη θέση να λέμε πως ο τόπος που εκείνα τα 3 παλληκάρια έθαψαν την Αγία δεν μας είναι πλέον άγνωστος! Και όχι μόνο αυτό. Δεν βρέθηκε μόνο μια Αγία, αλλά δύο...!!! Δες...


* Δύο νέες κοπέλες που προτίμησαν το μαρτύριο από το να παραδώσουν το σώμα και την ψυχή τους στα χέρια των μουσουλμάνων…

260 χρόνια μετά...

|"αμφ.": 

Εκπληκτικές οι ιστορίες & των 2 "κοριτσιών"!!! 

Θα μπορούσαν να είχαν συμβεί & σήμερα...



Η αγία νεομάρτυς Κυράννα, 

η φίλη της αγίας Ακυλίνας - Αγγελίνας…

8 Ιανουαρίου: τιμάται η μνήμη της αγίας νεομάρτυρος Κυράννας
27 Σεπτεμβρίου η μνήμη της φίλης της, αγίας νεομάρτυρος Ακυλίνας

2,5 αιώνες μετά το μαρτύριό τους…βρέθηκαν στην Όσσα, θαμμένα σε πολύ μικρή απόσταση, τα λείψανα της αγίας Κυράννας και της αγίας Ακυλίνας. 

Δύο νέες κοπέλες που προτίμησαν το μαρτύριο από το να παραδώσουν το σώμα και την ψυχή τους στα χέρια των μουσουλμάνων…

” Ἡ Ἁγία Κυράννα μοῦ ἐνεφανίσθη σέ ἐνύπνιον καί μοῦ ὁμίλησε γιά τήν φίλη της, ὅπως ἀποκαλοῦσε τήν Ἀγγελίνα, και ότι είναι και μαζί συνυπάρχουν...”, διηγήθηκε ευλαβής γυναίκα. (δείτε εδώ).

Και ο Θεός ευδόκησε να φανερωθούν τα άγια λείψανά τους για να μας στηρίζουν στους δύσκολους καιρούς που ζούμε…σήμερα που σε άλλες χώρες (βλέπε Συρία…), αδελφοί μας μαρτυρούν για την πίστη τους και χύνουν το αίμα τους για τον Χριστό.

Ίσως σε εμάς δεν τεθεί το δίλημμα : “την πίστη σου ή την ζωή σου”. Όποιος όμως επιθυμεί να ζήσει κατά Χριστόν, υφίσταται το μαρτύριο της συνειδήσεως…


|τα γεγονότα που συγκλόνισαν την όσσα και όχι μόνο και οι φωτογραφίες από το μέρος που βρέθηκαν εδώ... 
πηγη.ΑΜΦΟΤΕΡΟΔΕΞΙΟΣ