Κυριακή 19 Μαΐου 2019

Η πιο τρομακτική νύχτα στη Γενοκτονία των Ποντίων: Η σφαγή των νηπίων της Σάντας



site analysis
Η πιο τρομακτική νύχτα στη Γενοκτονία των Ποντίων: Η σφαγή των νηπίων της Σάντας
«Έναν μαύρον ημέραν εκούιξεν εις απες σο σπέλ’:
Οι μανάδες ντο έχ’νε μικρά μωρά να εβγαίνε οξιοκά ασο σπέλ’».
Μία μάνα διηγείται ότι μια μαύρη μέρα ένας φώναξε όσες είχαν μικρά παιδιά να βγουν έξω από τη σπηλιά…

Έτσι ξεκινάει η Ελένη Νυμφοπούλου-Παυλίδου να ντύνει με λόγια μία από τις πιο τραγικές στιγμές της Γενοκτονίας των Ποντίων.
Συμπρωταγωνιστής στην αφήγηση ο οπλαρχηγός Ευκλείδης.
Ο αδερφός του, Κώστας Κουρτίδης, θα γράψει στο ημερολόγιό του για την νύχτα της 10ης προς 11η Σεπτεμβρίου 1921:
«... Πολλά παιδιά τότες, επειδή αι γυναίκες των δεν μπορούσαν να σταματήσουν τας φωνάς των παιδιών τους, και μη θέλοντας να χωρισθούν εξ ημών, τα σκότωσαν και τα άφησαν επί τόπου».



Τα μεσάνυχτα σταμάτησε το πανδαιμόνιο 
των πυροβολισμών και οι αντάρτες και τα 
γυναικόπαιδα αποσύρθηκαν στη θέση 
Μερτζάν Λιθάρ.

Η Σφαγή των παιδιών

Η σφαγή των νηπίων αποτελεί μια από τις συγκλονιστικότερες στιγμές στο δράμα που έζησαν οι Έλληνες της Ανατολής, όταν μητέρες αναγκάστηκαν να θυσιάσουν ότι πολυτιμότερο είχαν στη ζωή τους, τα ίδια τα μικρά τους, για να σωθούν τα μεγαλύτερα παιδιά και οι οικογένειες τους.
Ανάλογες μαρτυρίες υπάρχουν κι από άλλες περιοχές και με μεγαλύτερα παιδιά όπου η επιλογή του θανάτου από το να πέσουν στα χέρια των Τούρκων-ειδικά τα μικρά κορίτσια όπου πολλαπλώς βιαζόταν πριν ξεψυχήσουν- γινόταν δύσβατος μονόδρομος που έπρεπε οι δόλιες οι μάνες να τον περάσουν ολομόναχες αλλά και να τον πληρώσουν με αβάσταχτο πένθος για την υπόλοιπη ζωή τους.

Στο ημερολόγιο του ο Κώστας Κουρτίδης γράφει για το σχετικό περιστατικό:
«Η νύχτα αυτή ήταν η πιο τρομακτική νύχτα που έζησα στη ζωή μου.
Κάνοντας πρόχειρα προχώματα παραταχτήκαμε για μάχη.
Γυναίκες και παιδιά (τριακόσιοι περίπου) μαζεύτηκαν λίγο πιο πάνω μέσα σε μια σπηλιά, τους οποίους φυλούσαν περίπου εκατόν είκοσι νέοι άοπλοι.

Επί εννιά ώρες αγωνιζόμασταν ενάντια στον τουρκικό στρατό, που μας περικύκλωσε από παντού, εκτός από μια δίοδο προς το δάσος Βαϊβάτερε, για να έχουμε διέξοδο την τελευταία στιγμή».



«άνθρωποι που σκότωσαν τα παιδιά 
τους είναι αδύνατον να πιαστούν και άρα 
είναι περιττό να μείνουμε άλλο εδώ»
Τα μεσάνυχτα σταμάτησε το πανδαιμόνιο των πυροβολισμών και οι αντάρτες και τα γυναικόπαιδα αποσύρθηκαν στη θέση Μερτζάν Λιθάρ.
Τότε έπρεπε, πριν ξημερώσει, να βρεθεί μια λύση: ν’ απομακρύνονταν εντελώς αθόρυβα από εκείνη τη θέση, γιατί αλλιώς θα γινόταν ο τάφος μικρών και μεγάλων, ενόπλων και αμάχων.
Εκείνες τις τραγικές ώρες, μοιραίες, απελπισμένες μάνες αναγκάστηκαν να θανατώσουν βρέφη και μικρά παιδιά που έκλαιγαν, για να μην προδώσουν τις θέσεις τους.

Όταν ξημέρωσε και οι Τούρκοι ξεκίνησαν την επιχείρηση εναντίον των ανταρτών, αντίκρισαν επτά βρέφη σφαγμένα!
Τότε ο ίδιος ο μέραρχος επικεφαλής έδωσε διαταγή στον τουρκικό στρατό να γυρίσει πίσω στη Σάντα λέγοντας: άνθρωποι που σκότωσαν τα παιδιά τους είναι αδύνατον να πιαστούν και άρα είναι περιττό να μείνουμε άλλο εδώ»
Την ιστορία των νηπίων που θυσιάστηκαν από τις ίδιες τους τις μάνες ώστε μη μαρτυρήσουν άθελά τους το σημείο όπου κρύβονταν περίπου 300 Σανταίοι, αφηγείται ο Τάκης Βαμβακίδης.
Τη μουσική έγραψε ο Δημήτρης Πιπερίδης, ο οποίος παίζει και λύρα.



πηγή


Σκοτώσαμε τα παιδιά μας!...

Μια δραματική ιστορία που γράφτηκε στο βουνό Μπογαλή.
Ο τουρκικός στρατός μάς είχε περικυκλώσει. Όλο το βουνό και οι χαράδρες σείονταν από τις εκρήξεις και τους πυροβολισμούς. Οι Τούρκοι μπήκαν στο δάσος κι άρχισαν να το χτενίζουν. Μας είχαν ζώσει απ’ όλες τις μεριές. [...]
Ο καπετάν Γιώργης (Κοτζάμπιγικ, Μεγαλομύστακας) αποφάσισε να κρυφτούμε όλοι μαζί –άνδρες, γυναίκες και παιδιά– μέσα σε σπήλαια του φαραγγιού. Τα παιδιά όμως θα πρόδιδαν τη θέση μας. Τα μωρά έκλαιγαν, και άλλα, μεγαλύτερα, ήταν άρρωστα και έβηχαν. Ο έσχατος κίνδυνος στάθηκε απάνω από τα κεφάλια μας.
Η οδυνηρή απόφαση πάρθηκε: Να σκοτώσουμε τα μωρά και τα παιδιά που έβηχαν.
Μίλησε πρώτος ο αρχηγός. Με φωνή τρεμάμενη ανακοίνωσε την απόφαση και προέτρεψε τις μανάδες και τους πατεράδες να κάνουν κάτι που δεν μπορούσε να φανταστεί ο ανθρώπινος νους: να σκοτώσουν τα ίδια τα παιδιά τους.
Οι γυναίκες άρχισαν να κλαίνε και να θρηνολογούν σφίγγοντας τα παιδιά στην αγκαλιά τους. «Χωριανοί», είπε, «ακούστε με. Κι εγώ πονάω, όπως πονάτε κι εσείς. Σε λίγο όμως κανείς μας δεν θα είναι ζωντανός. Οι Τούρκοι πλησιάζουν. Δεν πρέπει να μας βρουν. Είσαστε νέοι και θα αποκτήσετε κι άλλα παιδιά, που θα τα μεγαλώσετε σαν άξιοι γονείς. Σφίξτε την καρδιά σας και ο Θεός ας μας συγχωρέσει.
»Έχω κι εγώ παιδί. Θα αρχίσουμε από το δικό μου. Πάρτε το, γιατί δεν το λέει η καρδιά μου να σκοτώσω το παιδί μου».
Μια βουβαμάρα απλώθηκε στο πονεμένο πλήθος. Ο καθένας έκανε κόμπο τον πόνο του και ακολούθησαν το παράδειγμα του αρχηγού. Παράδωσαν τα παιδιά στους άνδρες που τους ανατέθηκε να παίξουν τον άχαρο ρόλο του εκτελεστή-δήμιου. Αυτοί ένα-ένα στραγγάλισαν τα παιδιά.
Ο Λεόντιος, εγγονός του παπα-Γιώργη και γιος του αντάρτη Σταμπολίδη Γεώργιου, ήταν 8 χρονών. Οι συνομήλικοί του δεν ήταν στο πρόγραμμα εκτέλεσης. Είχε όμως τραυματιστεί και το τραύμα τού δημιουργούσε πόνο και υψηλό πυρετό. Παραμιλούσε και πότε-πότε έβγαζε κραυγή πόνου. Ένας αντάρτης τον άρπαξε από την αγκαλιά της μάνας του και χούφτωσε το λαιμό του να τον πνίξει.
Για μια στιγμή φάνηκε πως όλα είχαν τελειώσει. Η μάνα, Σοφία Σταμπολίδου (Κοτζά Σοφία), από ένστικτο όρμησε πάνω του. Ένας άλλος αντάρτης πήρε τον Λεόντιο στα χέρια του μισοπεθαμένο και με διάφορες κινήσεις σαν πρώτη βοήθεια τον συνέφερε. Τον έσωσε. Μετά την Ανταλλαγή ο Λεόντιος με τους γονείς του εγκαταστάθηκε στο Βατόλακκο Γρεβενών.
Μετά από μερικές δεκαετίες τον επισκέφτηκαν ο παραλίγο «φονιάς» και ο «σωτήρας» του. Ο Λεόντιος ήταν παπάς του χωριού στο Βατόλακκο, ενώ αυτοί είχαν εγκατασταθεί στα χωριά της Κατερίνης.
Διηγήθηκαν το περιστατικό και γελούσαν. Δεν έλειψαν και τα κλάματα από τη συγκίνηση που έφερε η ανάμνηση πονεμένων χρόνων.
  • Πηγή: Αναστάσιος Λ. Σταμπουλίδης, Βατόλακκος: Οι ρίζες μας, εκδ. Ινφογνώμων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου