Πέμπτη 17 Ιουνίου 2021

ΜΑΡΤΥΡΙΑ: «Ήλθε η σειρά μου να γνωρίσω από κοντά την Γερόντισσα»


 


Γράφει ο Γεώργιος Ε. Κρασανάκης*

  Ενθυμούμαι πάντα μια συμβουλή που μού έδωσε ένας καθηγητής μου στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης. Μού είπε: «Πριν ανοίξεις το στόμα σου να πεις κάτι για ένα θέμα, πρέπει να έχεις διαβάσει δεκαπέντε βιβλία σχετικά με το θέμα αυτό».

Λόγος μεγάλος, σοφός και μάλιστα διδακτικός, απευθυνόμενος κυρίως προς εκείνους που σπεύδουν να δογματίζουν περί θεμάτων σπουδαίων και πολύ πνευματικών.

Ένα από τα θέματα αυτά είναι και εκείνο πού αναφέρεται στην προσωπικότητα της αναπαυθείσης εν Κυρίω την 20ή Μαΐου 2021 Γερόντισσας Γαλακτίας, της γνωστής κατά κόσμον Γαλάτειας Κανακάκη, καταγόμενης από την Πόμπια Ηρακλείου και ανήκουσας ως μοναχή στην Αδελφότητα της Ιεράς Μονής «Παναγία Καλυβιανή».

Ανέφερα τον όρο προσωπικότητα, γιατί, λόγω της επιστημονικής μου ειδικότητας, περί αυτής πρέπει να ομιλήσω, όπως έχω πράξει και κατά το παρελθόν για άλλες τρεις μεγάλες προσωπικότητες της Εκκλησίας της Κρήτης.

Ο όρος προσωπικότητα αναφέρεται στα ιδιαίτερα ψυχικά γνωρίσματα κάθε ατόμου, που το κάνουν να ομοιάζει με τους άλλους, αλλά και να διαφέρει από αυτούς. Κάθε άτομο είναι και μία ξεχωριστή, ανεπανάληπτη προσωπικότητα, η οποία διαμορφώνεται καθ΄ όλη τη διάρκεια της ζωής του με κληρονομικές και περιβαλλοντικές συνεισφορές.

Σύμφωνα με τον ορισμό αυτό, και η μακαριστή Γερόντισσα Γαλακτία ήταν μια προσωπικότητα. Ποιά ήταν όμως αυτή η προσωπικότητα; Ποιά ήταν τα στοιχεία που συνέθεταν το ψυχογράφημα του προσώπου της;

Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά προϋποθέτουν συστηματικές ψυχολογικές αναλύσεις επαρκών δεδομένων, που πρέπει να έχουμε στη διάθεσή μας.

Αυτά λένε ότι ο γράφων, προκειμένου να ομιλήσει για την προσωπικότητα αυτή, έπρεπε να έχει συγκεντρώσει τα αναγκαία στοιχεία και να τα έχει αναλύσει συστηματικά. Έγινε όμως αυτό; Η απάντηση είναι αρνητική.

Δηλαδή όσα ακολουθούν δεν είναι προϊόντα συστηματικής ψυχολογικής έρευνας, αλλά είναι προσωπικές αξιολογικές κρίσεις του γράφοντος, ενισχυμένες και από πληροφορίες που κατά καιρούς έφθαναν σ’ αυτόν από άλλους ανθρώπους, κληρικούς και λαϊκούς, που γνώριζαν πολύ καλά τη μακαριστή Γερόντισσα. Όλοι ομιλούσαν για έναν άνθρωπο πνευματικό, με χαρίσματα διορατικά και προορατικά.

Εξομολογούμαι, με κάθε ειλικρίνεια, ότι σε όλα αυτά δεν έδιδα μεγάλη προσοχή, επηρεασμένος ίσως και από άλλες παρόμοιες περιπτώσεις. Ήθελα, όμως, κάτι το συγκεκριμένο, κάτι δικό μου, κάτι μη αμφισβητήσιμο. Και αυτό ήλθε, μόνο του, κατά τρόπο φυσικό, ως ευλογία Θεού.

Ήλθε η σειρά μου, να γνωρίσω από κοντά την Γερόντισσα αυτή, ύστερα από προτροπή ενός φίλου μου. Στις παραμονές μιας εγχείρισης, που θα έκανα στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο Ηρακλείου, ο φίλος μου με προέτρεψε να πάρω την ευχή της Γερόντισσας. Οπότε, την επισκεφθήκαμε μαζί στο σπίτι της, στο κελλάκι της, καλύτερα, στην Πόμπια.

Αντίκρισα τότε έκπληκτος μια ηλικιωμένη γυναίκα, κατάκοιτη, έχουσα δίπλα της ως φροντιστή και γηροκόμο τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη π. Αντώνιο Φραγκάκη, και μερικές θεραπαινίδες, που με ζήλο ιεραποστολικό προσέφεραν τα δέοντα στη Γερόντισσα. Ο όλος διάκοσμος του σπιτιού ομοίαζε περισσότερο με μοναστηράκι, παρά με σύγχρονη οικία, με ανέσεις και πλούτο κοσμικό.

Μόλις με είδε η Γερόντισσα, επαναλαμβάνω ότι ήταν η πρώτη και η μοναδική φορά που συναντηθήκαμε, μού είπε: «Εσένα σε περίμενα τώρα και πολύ καιρό».

Έπειτα άρχισε να μού λέγει για την περίπτωση της αρρώστιας μου και για την επικείμενη εγχείριση, ακτινογραφώντας με, κατά κάποιο τρόπο, και βεβαιώνοντάς με ότι όλα θα πάνε καλά. Συνεχίζοντας, μού ομίλησε για δύο προαπελθόντα προσφιλή μου πρόσωπα. Είπε: «Έχεις δύο γυναίκες, αναπαυόμενες στο κοιμητήριο».

Αλλά το πλέον εντυπωσιακό ήταν η αναφορά που έκαμε σε ένα γεγονός, που είχε λάβει χώρα στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, πριν από πολλά χρόνια, σε μία κρίση ενός μέλους Δ.Ε.Π. Με ευγένεια είπε ότι φάνηκα τότε αυστηρός. Ίσως ακολούθησαν και άλλα, τα οποία δεν ενθυμούμαι.

Βιώνοντας όλα αυτά, και μένοντας ενεός, σιωπηλός και κατάπληκτος δίπλα στη Γερόντισσα, άκουα διαρκώς στα αυτιά μου τον Πατερικό λόγο : «Σιώπα και μη μέτρει σεαυτόν», δηλαδή να σιωπάς και να μη λογαριάζεις τον εαυτό σου. Το ίδιο έκανα και όταν συναντούσα στο κελλί Παναγούδα τον τότε αγιορείτη Γέροντα Παΐσιο. Μπροστά του ήμουν ένας μικρός μαθητής, δείχνοντας σεβασμό και αγάπη προς το πρόσωπό του. Καταλάβαινα τότε, όπως και τώρα, ότι ο άνθρωπος της άσκησης είναι ο άνθρωπος του Θεού. Η Γερόντισσα βρισκόταν σε διαρκή επικοινωνία με τον Θεό και τους αγίους της Εκκλησίας μας, με τους οποίους συνομιλούσε νύκτα και ημέρα. Ήταν το κατάλευκο «Κρινάκι», που είχε περιγράψει η ίδια σε ένα ποίημά της, ευχόμενη να γίνει σαν εκείνο και η ψυχή της, και στον Θεό να πάει ως άσπρο κρίνο. Και ήταν πράγματι κατάλευκη και ακηλίδωτη η ψυχή της, φωτισμένη από το Φως του Θεού της δόξας. Τί κι αν ήταν μικρόσωμη και ασθενής σωματικά; Ήταν υγιέστατη πνευματικά, με ορθάνοικτα τα μάτια της ψυχής της και ικανή να κατεβάζει τον Ουρανό στη γη.

Έκτοτε, πεπεισμένος περί της αξιόλογης πνευματικής αυτής προσωπικότητας, αποδεχόμουν όσα περί αυτής οι φίλοι και οι γνωστοί μου μού μετέφεραν. Είχα απολύτως πεισθεί ότι η Γερόντισσα Γαλακτία ήταν πράγματι ένα «σκεύος εκλογής» του Παναγάθου Θεού και του Αγίου Πνεύματος. Ήταν, ας μού επιτραπεί η έκφραση, ένα όργανο της Θείας Πρόνοιας, «εις διακονίαν αποστελλόμενον δια τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν».

Η παρουσίασή της ενίσχυσε και ενδυνάμωσε πολλούς.

Τα πολύτιμα αυτά πνευματικά αγαθά μόνον όσοι την έζησαν από κοντά μπορούν να μάς περιγράψουν λεπτομερώς. Και ήταν όντως πολλά τα αγαθά αυτά.

Η Γερόντισσα Γαλακτία ήταν ένας άνθρωπος, που ζούσε με την καρδιά και μιλούσε με την καρδιά. Όσα έλεγε, οι διαγνώσεις που έκανε, οι συμβουλές που έδιδε, ήταν προϊόντα αγίας ζωής και θερμής προσευχής. Δεν την οδηγούσε ο ορθός λόγος, που λαχανιάζει, αλλά η θερμή πίστη στον Θεό, που ουδέποτε εκπίπτει.

Η Γερόντισσα Γαλακτία ήταν μια προσωπικότητα πολύ διαφορετική από εκείνη που μάς αποκαλύπτουν οι ψυχολογικές έρευνες. Ήταν ένα πρόσωπο με τη σφραγίδα της δωρεάς, με τα χαρίσματα εκείνα που σπάνια μπορεί κανείς να συναντήσει σε άνθρωπο.

Η μελέτη της προσωπικότητάς της με δίδαξε ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι διάγνωσης των γνωρισμάτων κάθε προσωπικότητας, πέραν από εκείνους που μάς διδάσκει η επιστήμη της Ψυχολογίας. Είναι εκείνοι που στηρίζονται στην εξ αποκαλύψεως αλήθεια, που μόνον όσοι τη βιώνουν μπορούν να μάς βεβαιώσουν ότι πράγματι είναι «άνωθεν κατερχομένη».  Είναι τα κατάλευκα κρινάκια, με τα οποία επιθυμούσε να ομοιάσει και η μακαριστή Γερόντισσα. Και το πέτυχε, ώστε σήμερα να απολαμβάνει μακαριότητας.

Ο κ. Γεώργιος Ε. Κρασανάκης είναι Ομότιμος Καθηγητής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης

 πηγή
-ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΓΑΛΑΚΤΙΑ


Γερόντισσα Γαλακτία: Την επισκέφθηκαν οι επτά Αρχάγγελοι που μεταφέρουν τις  προσευχές των αγίων - ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

 

Ονομάζομαι Μαρία Περιστέρη.  

Από τον Πρινιά Μαλεβυζίου. 

Δεν έχω πρόβλημα να ανέβω σε ένα βουνό με ένα τηλεβόα να φωνάξω όσα μου έκανε η Γερόντισσα. 

 Δεν με πειράζει που κάποιοι μεγάλοι της Εκκλησίας δεν τα πιστεύουν και ειρωνεύονται.  

Έτσι διάβασα πρόσφατα.  

Λυπάμαι. Λυπάμαι πολύ.  

Εγώ τα έζησα και αν λέω ψέματα θα λογοδοτήσω στο Θεό.  Μπροστά στην αλήθεια δεν σκιάζομαι κανένα.

Την Γερόντισσα Γαλακτία  γνώρισα το 2017.  Την άκουσα από την φιλόλογο Εύα Τορνεσάκη, πρώτη ξαδέλφη του π. Αντωνίου.  Ο π. Αντώνιος την έχει αδελφή του.  Πιστή και σοβαρή κοπέλα η Εύα.  Μου ιστορήθηκε τα θαυμαστά που έχει κάνει η γιαγιά Γαλακτία σε εκείνη και σε όλη την οικογένεια.  Επειδή είχα δύσκολο καρκίνο στο στήθος και ήμουν και αρραβωνιασμένη ζήτησα να πάω.  Πήγα και τί να δω!  Μία γιαγιούλα μια σταλιά πάνω στο κρεβάτι γεμάτη φως!  Έλαμπε, μοσχοβολούσε.  Δεν περιγράφονται αυτά που έζησα και δικαιολογώ κάπως όσους δεν τα πιστεύουν γιατί δεν τα έζησαν.  Τουλάχιστον να έχουνε καλή πρόθεση και να μην αμφισβητούν όσους τα έζησαν αυτά.  Τα μάτια μου έτρεχαν βροχή.  Πού να βρω δύναμη να μιλήσω.  Ζούσα στον παράδεισο! Η γιαγιά έκανε νόημα να πάω κοντά της.  Με έβαλε μέσα στην αγκάλη της, με έσφιξε πάνω της.  Μου είπε: «μη φοβάσαι παιδί μου.  Πράμα δεν έχεις.  Όταν σου βγάνουνε τσι πεταλούδες από τα χέρια να έρχεσαι εδώ να σε σταυρώνω.  Θα σε αναθέσω στην γειτόνισσά μου (Οσία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου).  Όλα καλά...».  Έβγαλε το σχήμα της και το έβαλε στο στήθος μου.  Ίδρωσα γιατί ήταν καλοκαίρι και μοσχοβόλησε ο τόπος.  Μέσα στην ντουλάπα μου το πουκάμισο εκείνο ευωδίαζε αρκετό καιρό.  Όπως μυρόβλησε την ημέρα της κηδείας της ένα κομμάτι από το νυχτικό της που μου χάρισε η κυρία Ριρίκα!  Ο Δημήτρης ο αρραβωνιαστικός μου με ρώτησε: «τί μοσχοβολά έτσι; Έρχεται κύματα κύματα η ευωδία.  Θύμιασες;».  Του εξήγησα τι συνέβαινε και θαύμασε.

Όταν μετά την πρώτη συνάντηση πήγα στην Αθήνα, με βρήκανε τελείως καθαρή.  Είχε γίνει μια μικρή μετάσταση σε ένα σπόνδυλο.  Πήγα πάλι στη Γερόντισσα.  Δεν χρειάστηκε να εξηγήσω τίποτα.  Πήρε μόνη της το σταυρό και τον πήγε στο στήθος.  Έπειτα μου είπε: «γύρισε και την πλάτη σου».  Έκπληκτη γύρισα.  Πήγε ακριβώς στο σημείο που ήταν η μετάσταση.  Με σταύρωσε πολύ ώρα.  Σαν να ξεκόλλησε κάτι σαν βεντούζα από εκείνο το μέρος.  Περιττό να πω ότι έγινα με ιατρική διαπίστωση τελείως καλά! 

Μετά από αρκετό καιρό πήγα στην Αθήνα και έκανα μια μαγνητική τομογραφία για να δω πώς πάω.  Η μαγνητική βγήκε χάλια.  Έδειξε πολλές μεταστάσεις.  Πάνω στον πανικό μου πήγα και βρήκα μια χαρτορίχτρα για να μου πει αν όντως έχω μεταστάσεις.  Φυσικά με βούλιαξε, με απογοήτευσε.  Γύρισα και πήγα αμέσως στη Γερόντισσα.  Μόλις με είδε μου είπε κάπως αυστηρά: «έλα ’δω. Πράμα δεν έχεις.  Μην ξαναπάς στις μάγισσες γιατί αλλοίμονό σου.  Θά ’ρχεσαι επαέ να τα λέμε...».  Θαύμασα και έκλαψα από χαρά.  Πού να τολμήσω να αμφισβητήσω την Γερόντισσα.  Μετά από λίγες μέρες μου τηλεφώνησαν από το νοσοκομείο ότι έγινε λάθος.  Οι εξετάσεις μου ήταν καθαρές τελείως!!!

Ήρθε εφέτος μία επίσκεψη της αρρώστιας στο συκώτι.  Δεν παντρεύτηκα το γρηγορότερο όπως ήθελε η Γερόντισσα και επέμενε και ο π. Αντώνιος...  Δεν σταμάτησα να την επισκέπτομαι.  Ήμουν πιά μέρος της οικογενείας.  Την τελευταία φορά με σταύρωσε και με ενθάρρυνε.  Πήρε το σταυρό για να με σταυρώσει και η προσευχή της ήταν πιο καθαρή από ποτέ.  Μόλις με σταύρωσε, με τσίμπησε στο σημείο στο ήπαρ και μου λέει πολύ καθαρά: «σου έβγαλα την ελιά»!  Αυτό και έφυγα.  Εκείνη την ημέρα ήταν η τελευταία φορά που την είδα από κοντά. 

Σε μία από τις επισκέψεις μου με απασχολούσε η καρκινοπάθεια μιας φίλης μου.  Είχε καρκίνο στα έντερα.  Βγάζω το κινητό μου και βρίσκω την φωτογραφία της.  Παρακάλεσα την Γερόντισσα:  «κάνε καλά την φίλη μου όπως βοήθησες και εμένα».  Την σταύρωσε στη φωτογραφία και είπε ότι θα γίνει καλά γιατί ταΐζει κόσμο...  Το μετέφερα στη φίλη μου και δεν το πίστεψε.  Εμφανίστηκε όμως η Γερόντισσα στον ύπνο μιας θείας της με τα καλογερικά της σχήματα, συστήθηκε και είπε: «η ανιψιά σου δεν θα χρειαστεί να κάνει εγχείρηση.  Είναι τελείως καθαρή.  Θα το διαπιστώσετε στην επόμενη εξέταση».  Έτσι ακριβώς έγινε.  Το πόσο θαύμασαν δεν λέγεται με λόγια.

Τις ημέρες που έφυγε για τα επουράνια είδα ένα όνειρο ολοζώντανο.  Τόσο ζωντανό, τόσο καθαρό που νόμιζα ότι το έζησα στην πραγματικότητα.  Μπήκα σε ένα δωμάτιο.  Είδα ένα παιδάκι γεμάτο πληγές και αίματα.  Όπως τα παιδάκια που βλέπουμε στις ειδήσεις να είναι βουτηγμένα στα αίματα εκεί που γίνονται πόλεμοι.  Τρόμαξα και του είπα: «έλα παιδάκι μου να βοηθήσω.  Πω, πω... πώς είσαι έτσι»!  Απάντησε: «εσύ θα με βοηθήσεις; Εγώ θα σε βοηθήσω», κρατούσε σταυρό και σταύρωσε τρείς φορές εκεί που είχα το πρόβλημα.

Ξαφνικά βλέπω την γιαγιά στα κατάλευκα!  Φαινόταν ότι με αποχαιρετούσε.  Με κάλεσε και μου είπε: «έλα παιδί μου να σου δώσω την ευχή μου»!  Με φίλησε στο μέτωπο και στα μάγουλα και μου είπε: «σ’ Αυτόν σε αναθέτω!  Είναι ο <κατάστικτος τοις μώλωψι και πανσθενουργός>!  Όλα καλά θα πάνε παιδί μου!  Μόνο κοντά Του νά ’σαι»!  Περιττό να πω ότι είμαι μια χαρά.  Τί άλλο να πω;  Γιαγιούλα μου!!!

Ανακομιδή Λειψάνων Γερόντισσας ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ της Ι.Μ. "Κυρά των Αγγέλων"

Η αγαπημένη «κόρη» της Γερόντισσας Γαλακτίας


 

Συνέντευξη με την Ριρίκα Χρονάκη

 Η γνωστή σε όλους τους επισκέπτες της Γερόντισσας Γαλακτίας, κυρία Ριρίκα Κουμαντάκη – Χρονάκη, υπήρξε το «παιδί» της Γερόντισσας από τότε που γεννήθηκε.  Είχαν μία μοναδική σχέση ισόβιας πορείας.  Δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για την Γερόντισσα και αυθόρμητα να μην πάει ο νους μας και στην ευγενική και αρχοντική κυρία Ριρίκα.  Όταν ερχόμασταν από Κύπρο, μας υποδεχόταν με εγκαρδιότητα.

Κυρία Ριρίκα ευχαριστούμε που δεχτήκατε να μιλήσετε μαζί μας.

Δική μου η ευχαριστία παιδιά.  Νά ’στε καλά.  Ευχαριστώ ακόμη για την αγάπη των Κυπρίων στη Γερόντισσα.  Σχεδόν δεν υπήρξε μέρα να μην έρθουν επίτηδες επισκέπτες από την Κύπρο.  Εκείνη, ιδιαιτέρως σας αγαπούσε και σας υποδεχόταν.  Σας έλεγε «τα πονεμένα μου παιδιά» επειδή περάσατε πολέμους, προσφυγιά, κατατρεγμούς.  Νά ’στε καλά που την θυμάστε.

Κυρία Ριρίκα, μπορείτε να μας πείτε από πότε άρχισε η στενή σχέση που είχατε με την Γερόντισσα;

Από τότε που γεννήθηκα.  Αυτή με μεγάλωσε.  Η υπόθεση έχει μια ιστορία.  Η μακαρίτισσα η μητέρα μου γεννήθηκε σε ένα ορεινό χωριό που λέγεται Μιαμού.  Ήταν πολλά παιδιά και ορφάνεψαν νωρίς από πατέρα.  Πήγε κάποτε ο μακαρίτης ο γιατρός ο πατέρας της Γερόντισσας και έκανε ιατρείο στο χωριό.  Είδε την φτώχεια και την ταλαιπωρία των ορφανών και πήρε μαζί του την μικρή τότε Κυριακούλα την μητέρα μου και τον αδερφό της το Γιώργη.  Τα είχε σαν παιδιά του.  Ο θείος μου ο Γιώργης γύρισε πίσω στο χωριό νωρίς.  Δεν μπορούσε να συνηθίσει στην Πόμπια.  Η μητέρα μου κάθισε.  Μεγάλωσε τις θυγατέρες του γιατρού.  Με την τρίτη την Γαλάτεια ήταν παραπάνω από αδελφές.  Μαζί πάντα.  Στις δουλειές, στα χωράφια, στο νοικοκυριό.  Ακόμη και στο κρεβάτι μαζί κοιμόντουσαν.  Δεν υπήρχε τότε χώρος για πολλά κρεβάτια και έβαζαν τα παιδιά στρωματσάδα.  Όταν αργότερα παντρεύτηκε η μητέρα μου στην Πόμπια με τον πατέρα μου, η Γαλάτεια σαν πραγματική αδελφή ανέλαβε να βοηθά την μητέρα μου.  Εμένα με μεγάλωσε εκείνη.  Και ένα αδελφάκι μου, το Μανωλιό, που πέθανε νωρίς και ήταν βαρύ πλήγμα για την Γαλάτεια.  Σε τέτοιο σημείο που την παρηγορούσε η μάνα μου.  Ποτέ δεν το ξέχασε.  Το έγραφε μαζί με τους γονέους μου στο μνημονοχάρτι.  Έλεγε ότι όταν θα ανέβαινε στον ουρανό, ήθελε να συναντήσει πρώτα την ανιψιά της την Αντωνούλα και το αδελφάκι μου το Μανωλιό.  Εμένα με φωνάζουνε Ριρίκα αλλά βαπτίστηκα Ειρήνη για χατίρι της γιάτρενας της μητέρας της Γερόντισσας Γαλακτίας που την λέγανε Ειρήνη.

Είχατε καταλάβει το μέγεθος της πνευματικότητάς της;

Βέβαια!  Πάντα ήταν μοναδική και ανεπανάληπτη.  Τον μισθό της ολόκληρο τον έδινε ελεημοσύνη «εν κρυπτώ» όπως έλεγε για την σωστή ελεημοσύνη.  Όλα τά ’δινε και πάντα είχε τα δεκαπλάσια που τά ’δινε κι αυτά.  Κάποτε είχε ανάγκη από 250 ευρώ και έκανε μυστική αίτηση στην Παναγία.  Αργότερα μου φανέρωσε ότι καθυστερούσαν να έρθουν αλλά πήγαινε και έλεγε κάθε μέρα στην εικόνα: «αφού ξέρεις πως δεν απογοητεύομαι αλλά θα σου το λέω κάθε μέρα μέχρι νά ’ρθουν μόνο μη μου τα καθυστερείς».  Όταν έληγε η προθεσμία των λογαριασμών, ήρθε μία επιταγή 250 ευρώ από πρόσωπο που ζούσε στην Αθήνα και την αγαπούσε.  Πρώτη και τελευταία φορά τότε, της έστειλε χρήματα.  Έτσι, εξαρτημένη πάντα από την μέριμνα του Θεού, περνούσε χωρίς άγχος, ήρεμη και χαρούμενη τη ζωή της...

Ένα θα σασε πω για να δείτε πόσο αγαπούσε τους ανθρώπους.  Περίμενε κάθε μέρα τα ξημερώματα 5 π.μ. το σκουπιδιάρικο για να φιλέψει με γλυκίσματα και κουλούρια τους εργάτες.  Έλεγε: «τα καημένα τα παιδιά!  Τίμια, ευλογημένα.  Βουτηγμένα στη βρωμιά για να βγάλουνε το ψωμάκι του σπιτιού τους».  Κι αυτά την αγαπήσανε πολύ!  Ένα τον έκανε γιό της.  Από τη Γαλιά είναι.  Τον οδήγησε στο γάμο, στην εξομολόγηση, τον έκανε ζωντανό χριστιανό.  Όταν έπεσε το παιδί του σε ασβεστόλακκο και καήκανε τα ματάκια του, της το είπε απελπισμένος.  Του ’δωσε θάρρος εκείνη και του ’πε να μη φοβάται και ότι το παιδί θα γίνει καλά.  Όπως πριν.  Όντως έγινε όπως πριν με θαύμα της προσευχής της.  Οι γονέοι του έχουνε να το λένε...

Σε όλους έδινε ξύλινο σταυρό και κρεμούσανε στο λαιμό τους.  Δεν ήθελε κανείς να μην μείνει χωρίς σταυρό.  Έλεγε πως ο σταυρός είναι ασπίδα και ταυτότητά μας.  Μια εποχή εφοδίασε όλο το χωριό και κάθε επισκέπτη με φωτοτυπημένους και ωραία φτιαγμένους τους χαιρετισμούς της Παναγίας!  Θεωρούσε τους χαιρετισμούς την πιο δυνατή προσευχή στην Παναγία!  Να τους διαβάζετε με ευλάβεια έλεγε, και μετά να λέτε στην Παναγία τα προβλήματά σας.

Μάθαμε ότι τροφοδοτούσε όλους τους αναξιοπαθούντες του χωριού.

Όσο ζούσε και στεκόταν στα πόδια της γινόταν αυτό.  Ένας με μία διανοητική διαταραχή ήταν άμεσα προστατευόμενος απ’ αυτήν.  Αγαπούσε πολύ, έλιωνε για ανθρώπους με ειδικές ανάγκες.  Τους αποκαλούσε «επίλεκτο στράτευμα του παμβασιλέως Χριστού».  Εδώ, έλεγε, οι κυβερνήτες που κάνουν και λάθη, τιμούν με παράσημα και συντάξεις όσους τραυματίστηκαν σε πολέμους.  Φαντάσου, έλεγε, τί θα κάνει το κυβερνείο του Χριστού για όσους ήρθαν τραυματισμένοι στον κόσμο!  Αιμορραγούσε η καρδιά της όταν έβλεπε κάποιον να εμπαίζει τέτοια άτομα...

Την διόραση και την προόρασή της τα είχατε αντιληφθεί εσείς;

Άκου τί λέει!  Κυρίως εμείς οι κοντινοί της τα ζήσαμε αυτά.  Δεν ξεφεύγαμε από τίποτα.  Ήξερε κάθε λεπτομέρεια για τη ζωή μας.  Καταλάβαινε κάθε επισκέπτη.  Ακόμη και τους λογισμούς του, τις σκέψεις του.  Δεν έλεγε όμως τίποτα.  Όσο ήταν υγιής στα πόδια της, ελάχιστα μίλησε φανερά να ελέγξει κάποιον.  Το έκανε πλάγια, ευγενικά και καταλαβαίνανε οι άνθρωποι.  Κάποιες φορές το έκανε και δυναμικά.  Πάντα όμως με αγάπη.  Προσευχή κυρίως έκανε και έτσι βοηθούσε την αλλαγή των ανθρώπων.  Έλεγε: «ο διάβολος χαίρεται να ξεσκεπάζει και να διαπομπεύει τα κρυφά των άλλων.  Ο Θεός δεν το κάνει αυτό ποτέ...».  Τώρα που ήταν στο κρεβάτι και δεν καταλάβαινε εγκεφαλικά, ό,τι έβλεπε αυτό και έλεγε.  Και πάλι διακριτικά και με αγάπη.  Συνήθως καταλάβαινε, μόνο εκείνος στον οποίο απευθυνόταν.  Σε περιπτώσεις εγωιστικές, μιλούσε φανερά μπροστά σε όλους μας...  έχουμε άπειρα περιστατικά.  Δεν υπήρχε μέρα να μη ζήσουμε τέτοιες εκπλήξεις από την Γερόντισσα...  Θυμάμαι, μια φορά με τί πόνο και με πόση αγάπη, προσπάθησε να νουθετήσει μία νιόπαντρη με παιδιά, που απατούσε τον άνδρα της.  Την δεχόταν πολύ καιρό με αγάπη.  Της μιλούσε πλάγια και δεν ήθελε μάλλον εκείνη η κοπελιά να καταλάβει.  Μια μέρα την πήρε και την έβαλε στο δωμάτιό της.  Πήρε και μένα για μάρτυρα μάλλον, για να μη λέει μετά ή άλλη, ό,τι της κατέβαινε στην κεφαλή, ότι της είπε τάχα η Γερόντισσα.  Έκλεισε την πόρτα και της είπε:  «σε παρακαλώ παιδί μου πάψε να απατάς τον άνδρα σου.  Το κάνεις από τον τρίτο μήνα του γάμου σου.  Έσφιξες το χέρι συνθηματικά ενός άλλου πάνω στο χορό και ξεκίνησε το κακό.  Μετανόησε παιδί μου!  Τα καλύτερα παιδιά του Θεού είναι τα μετανοημένα.  Αυτά που γλυκάθηκαν στην αμαρτία και μετά έκαναν αγώνα και την σιχάθηκαν...».  Έπειτα γονάτισε και της είπε με δάκρυα: «εμένα που με βλέπεις έχω κάνει πιο πολλές αμαρτίες από εσένα.  Όμως, μετανοώ κάθε μέρα και έχω ελπίδα και χαρά μέσα μου πως θα με δεχθεί ο Χριστός!  Μετανόησε κι εσύ και θα ζεις όμορφα, παράδεισο θα ζήσεις... δεν κοροϊδεύεις μόνο τον άνδρα σου.  Το Θεό κοροϊδεύεις.  Θα υποφέρουνε τα παιδιά σου...».  Η πιο καθαρή, έλεγε ότι ήταν αμαρτωλότερη από την μοιχεύουσα, για να την ενθαρρύνει.  Η γυναίκα εκείνη, λίγο σοκαρίστηκε, έφυγε και δεν ήξερε πού πατούσε, αλλά δεν ξανάρθε.  Δυστυχώς δεν μετανόησε.  Μακάρι τώρα να αλλάξει με τις ευχές της Γερόντισσας.

Θα σας κάνω τώρα μια δύσκολη ερώτηση.  Είναι αλήθεια ότι έκανε δύσκολες «χειρουργικές» επεμβάσεις και εσείς ήσασταν η βοηθός της;

(Γέλασε) αν είναι αλήθεια;  Καθημερινό έργο!  Ερχόταν άνθρωποι με διάφορες αρρώστιες.  Έβλεπε αμέσως τί είχαν.  Έπαιρνε το σταυρό και τους γονάτιζε στο κρεβάτι της μπροστά.  Σταύρωνε αμέσως εκεί που είχαν το πρόβλημα.  Δεν είχε ανάγκη να της πει κανείς τίποτα.  Συνήθως όταν είχαν κάποιο όγκο ή κύστες στο κεφάλι, βοηθούσα κι εγώ...!  έσερνε τα μαλλιά τους γιατί κάτι έβλεπε ότι έβγαζε.  Μου ’λεγε:  «σέρνε κι εσύ Ριρίκα».  Έσερνα κι εγώ λίγο.  Κάποιες φορές με έβαζε και έκοβα λίγα μαλλιά.  Μετά ανακουφιζότανε από την διαδικασία και έλεγε: «εντάξει είσαι εδά»!  Όλοι θεραπευόντουσαν.  Θυμάμαι ένα νεαρό από το Ρέθυμνο που έχασε το μάτι του.  Τον σταύρωνε πάνω από μισή ώρα και κάτι έβγαινε γύρω γύρω από το μάτι που εμείς δεν βλέπαμε.  Όταν τελείωσε, του είπε: «πήγαινε τώρα να κοιμηθείς 4 ώρες και είσαι εντάξει».  Όντως κοιμήθηκε 4 ώρες.  Ξύπνησε και έβλεπε.  Πήγε στο νοσοκομείο για έλεγχο και οι γιατροί εσοκαριστήκανε από το αποτέλεσμα που είδανε.  Ήρθε πάλι ένας Έλληνας μεγαλογιατρός από την Βοστώνη της Αμερικής.  Υπέφερε από ένα νευρολογικό αυτοάνοσο.  Υπέφερε η αριστερή πλευρά του και τον εμπόδιζε στη δουλειά του.  Έκανε «επέμβαση» και σ’ αυτόν και έγινε καλά.  Ένα μικρό παιδί από το Ρέθυμνο που από γεννησιμιού του είχε ανάπηρο το χεράκι, το σταύρωσε και κίνησε αμέσως το χέρι του.  Ενθουσιασμένοι οι δικοί του παιδιού, το διαδώσανε στο Ρέθυμνο και θυμούμαι πως ήρθε μετά πούλμαν ολόκληρο να την επισκεφθεί.  Ο π. Αντώνιος όμως τους εμπόδισε να μπουν μέσα...

Σε σας προσωπικά είχε κάνει κάτι με θεραπευτικό αποτέλεσμα;

Συνέχεια!  Να πω δύο περιστατικά.  Όταν έπεσε στο κρεβάτι, μου παρουσιάστηκε οξύ πρόβλημα στο δεξί ώμο.  Παρουσίασα άκανθα, που πλήγωνε την σάρκα γύρω γύρω και είχα αφόρητους πόνους και εσωτερική αιμορραγία.  Μου κάνανε δύο φορές παρακέντηση για να βγει το αίμα, μου ακινητοποιήσανε το χέρι, έπινα φάρμακα αλλά τίποτα.  Είχα απογοητευθεί.  Εκείνη δεν μπορούσε πλέον να ακούσει και να καταλάβει.  Όμως κατάλαβε με άλλο τρόπο.  Ένα πρωινό μου φώναξε και μου είπε: «να... πάρε τον ξύλινο σταυρό που φορώ και βάλετονε πάνω σου.  Να τονε φορείς μέχρι να φύγει το κακό από το χέρι σου.  Μετά θα μου τονε ξαναδώσεις...».  Εγώ θαύμασα που κατάλαβε το πρόβλημά μου και έβαλα το σταυρό.  Αμέσως ανακουφίστηκα.  Σε μια εβδομάδα δεν είχα τίποτα.  Δεν τολμούσα όμως να βγάλω το σταυρό από πάνω μου.  Εκείνη ξαφνικά μου είπε, μετά από αρκετό καιρό: «να τονε φορείς πάντα!  Εγώ θα βάλω άλλο σταυρό».  Έτσι, μου έμεινε ο σταυρός της.

Τώρα τελευταία είχα κατεστραμμένο το δεξί γόνατο.  Πόνους αφόρητους.  Ένα δικό μας παιδί, ο Γιώργης ο Κακουλάκης, μου έφερε τα αποτελέσματα των τελευταίων εξετάσεων από το ΠΑΓΝΗ.  Το πόρισμα έλεγε «άμεσα εγχείρηση».  Φοβόμουνα την επέμβαση αλλά δεν μπορούσα και να περπατήσω.  Μια μέρα καθόμουνα δίπλα στο κρεβάτι της.  Σαν αστραπή βγάζει το χέρι της, σταυρώνει το γόνατό μου και μετά κάτι τράβηξε από το γόνατο και το πέταξε... έκανε τέτοιες κινήσεις.  Σας πληροφορώ ότι έκτοτε, πιο πολύ πονεί το αριστερό μου γόνατο που ήτανε γερό, παρά το δεξί.  Αποκαταστάθηκε, δόξα τω Θεώ, το πρόβλημά μου...

Οι χωριανοί εκεί, είχαν καταλάβει το πνευματικό της μέγεθος;

Την αγαπούσε όλο το χωριό γιατί κανείς δεν μπορούσε να της καταμαρτυρήσει το παραμικρό!  Δεν μπορούσαν βέβαια να καταλάβουν το βάθος που είχε.  Δεν έζησαν όσα ζούσαμε και βλέπαμε εμείς κάθε μέρα.  Δικαιολογημένα οι άνθρωποι.  Λίγοι την κακολόγησαν.  Εκείνη καταλάβαινε όταν ήταν κατάκοιτη τις διαθέσεις ορισμένων και έλεγε: «μα τι έκανα σε ορισμένους και με κακολογούν και με λένε ψευτοαγία;  Εγώ είμαι αγία; Πότε έκανα εγώ την αγία; Άκου κάνω την αγία...!  Όχι αγία!  Αγρία είμαι!  Χειρότερη απ’ όλους...!».

Είχατε δει ποτέ την Γερόντισσα σε στιγμές ιερές, προσευχητικής ανάτασης και αρπαγής;

Κάθε μέρα!  Κάθε πρωί έπρεπε με πολύ ευλάβεια να περιμένω να περάσει από όλες τις εικόνες.  Προσκυνούσε και κουβέντιαζε στους Αγίους.  Μετά έπαιρνε ένα δίφυλλο εικόνισμα και περνούσε το ΠΙ που κρατούσε από πάνω μέχρι κάτω για να μην το ακουμπάνε οι δαίμονες.  Τους έβλεπε που την πείραζαν και ήθελαν να την ρίξουν.  Σταύρωνε το κρεβάτι της με το σταυρό του παππού της και όλα τα βασικά σημεία του σπιτιού.  Ακουμπούσε το κεφάλι πάνω στο τραπέζι του μεσαίου δωματίου και άκουε με πολλά δάκρυα τον απόστολο και το ευαγγέλιο από το εκκλησιαστικό ραδιόφωνο.  Ειδικά όταν έλεγε για τον πρωτομάρτυρα Στέφανο ξεσπούσε σε λυγμούς: «Στεφανιό μου, Στεφανιό μου, Στεφανιό μου».  Είχε δει ζωντανά πολλά από τα εκκλησιαστικά γεγονότα.  Την συγκλόνιζε ο λιθοβολισμός του Στεφάνου και μας περιέγραφε με κλάματα κάθε λεπτομέρεια...  Η αδελφή της η μακαρίτισσα η Λιλίκα που ερχότανε κάπου κάπου από το Ηράκλειο και έμενε μαζί της, μας έλεγε, ότι κάθε λίγο, ακόμη και την νύχτα, ανέβαινε «σαν τον ατσέλεγα» (σπουργίτι) πάνω σε μια καρέκλα, ενώ είχε φοβερά μυοσκελετικά προβλήματα και φιλούσε μία συγκεκριμένη εικόνα του Χριστού.  Οχτώ φορές, έλεγε η Λιλίκα, τον ασπάσθηκε και του έλεγε: «αγάπη μου, έρωτά μου, φως μου, αναπνοή μου...» κ.ά. 

Αγαπούσε πολύ μια εικόνα του Οσίου Μεθοδίου της Νιβρύτου.  Είναι τοπικός μας Άγιος.  Το τι φιλιά του έκανε κάθε πρωί, δεν λέγεται...  Κάποτε τα μέτρησα.  120 φορές τον ασπάστηκε και μου ξεφύγανε και κάποιοι ασπασμοί και δεν πρόλαβα να τους μετρήσω.  Την ρώτησα γιατί τον αγαπά τόσο πολύ.  Μου απάντησε: «γιατί μου είπε πως είναι Ρεθεμνιώτης»!  Αυτή την εικόνα, την χιλιοπροσκυνημένη και πολυμουσκεμένη από τα δάκρυά της, την έχει τώρα ο Δεσπότης της Μόρφου.  Κάθε μεσημέρι έκανε μια δική της υπέροχη προσευχή δοξολογίας στο Θεό.  Υπάρχει ηχογραφημένη.  Λέει πολλά.  Πριν το φαγητό, πήγαινε και προσκυνούσε τις πολλές εικόνες που ήταν κολλημένες στο ψυγείο της.  Εκεί συνομιλούσε συνήθως με τον Άη Γιώργη... Έβλεπε τους Αγίους και τους περιέγραφε με κάθε λεπτομέρεια.  Ειδικά τα τελευταία χρόνια της ζωής της που ήταν τελείως κοπελάκι στην καρδιά και δεν καταλάβαινε ότι την θαυμάζαμε.  Ειδικά παρίστανε το άλογο του Άη Γιώργη. «Ανεβαίνω -έλεγε-σ’ αυτό και με γυρίζει, αλλά δεν υπάρχει τρόπος να σας μεταφέρω εικόνες και φωτογραφίες από τους μυστηριώδεις κόσμους που με πάει...»

Σας είχε πει κάτι από την πάλη της με τους δαίμονες;

Μόνο γι’ αυτά πρέπει να γραφτεί ένα βιβλίο.  Φρικιαστικά πράγματα.  Ολόρθα τα μαλλιά τους, όπως τα κάνουνε τώρα οι νεαροί, καρφάκια.  Όταν έβλεπε κάποιο νεαρό με καρφάκια μαλλιά, τον πήγαινε στον νιπτήρα και τον έπλυνε.  Του τα χαλούσε επειδή εμφανιζόταν έτσι οι δαίμονες.  Είχαν σκουλαρίκια στη μύτη, στη γλώσσα, στο φάλι (ομφαλό) και ζωγραφιές παντού (τατουάζ).  Ό,τι μόδα κυκλοφορεί σήμερο ή πρόκειται να ’ρθει, τό ’βλεπε πάνω τους. Τα δάκτυλα τους ήταν μακρόστενα σαν το πόμολο της πόρτας. Γι΄ αυτό πόμολο δεν ακουμπούσε ποτέ… Τα υπόλοιπα δεν τα περιγράφω για να μην φοβηθούνε όσοι τα ακούσουνε...

Την πείραξαν ποτέ;

Μόνο ένα βράδυ που σηκώθηκε, την έβαλαν κάτω από το κρεβάτι.  Ήταν 3 π.μ.  Εκείνη τράβηξε το καλώδιο του τηλεφώνου και έπεσε από μια πλαϊνή καρέκλα η συσκευή.  Θυμόταν το τηλέφωνό μου και μου τηλεφώνησε.  Πήγα αμέσως, ξεκλείδωσα και την σήκωσα.  Όταν καθόταν ειδικά την νύχτα να διαβάσει κάτι, πήγαιναν και αρπούσαν την καρέκλα και την γύριζαν γύρω γύρω.  Αυτή γελούσε και τους κορόιδευε.  Τους έλεγε: «αφού δεν έχετε εξουσία να με ρίξετε, ήντα μαυροκακομοίρηδες κουράζεστε».  Αυτοί δεν αντέχανε και φεύγανε αμέσως...

Εκτός τα θαυμαστά σημεία που μας διηγηθήκατε, τι άλλο θυμόσαστε την περίοδο που ήταν κατάκοιτη;

Ενώ δεν άκουε τίποτα και δεν συγκρατούσε τίποτα το μυαλό της, μόλις λέγαμε κάτι που ήταν κατάκριση ή κάτι επαινετικό γι’ αυτήν, αμέσως μας διέκοπτε με πολλή αυστηρότητα. Τώρα τελευταία, ο Χρήστος ο Λενιδάκης μιλούσε γι’ αυτήν σε άλλο δωμάτιο.  Ούτε τον έβλεπε, ούτε άκουε τίποτα.  Φώναξε όμως: «αυτός που μιλάει μέσα για μένα να σταματήσει αμέσως».  Ακόμη και τις τελευταίες μέρες που ήταν στο παθολογικό του Βενιζέλειου, κάτι είπαν δύο δικές μας κοπελιές που την συνόδευαν που δεν της άρεσε.  Ενώ ήταν σε λήθαργο, αμέσως άνοιξε τα μάτια, τις κοίταξε αυστηρά και τους έκανε νόημα να σωπάσουν.  Αμέσως μετά ξαναβυθίστηκε...  Δεν γεύτηκε ποτέ κατάκριση...!

Τι είναι αυτό που σας μένει αξέχαστο;

Τα πάντα, αλλά κυρίως όταν έφερε ένας Αρχιμανδρίτης – Ιεροκήρυκας από την απάνω Ελλάδα μια δαιμονισμένη κοπέλα.  Ετσίριζε με βραχνή ανδρική φωνή ο δαίμονας.  Το τι έγινε δεν περιγράφεται!  Πήγα με το θυμιατό πίσω από την κοπελιά και χωρίς να με δει, μου ’δωσε μια κλωτσιά και κόντεψε να με σκοτώσει.  Πανικός σε όσους βρέθηκαν στο σπίτι. Φώναζε και το όνομα ενός θρησκόληπτου από την περιοχή μας που μισεί την Γερόντισσα και μπαίνει με ψεύτικα ονόματα στα ιντερνέτια και ανεβάζει συνέχεια εναντίον της μια εγκύκλιο για τις προφητείες!  Πού ήξερε η κοπελιά από την Πάτρα εκείνο που έλεγε ο δαίμονας;  Η Γερόντισσα απάντησε στο δαιμόνιο: «μη μου φωνάζεις μωρέ μαϊμούνι, γιατί θα γυρίσω τη χέρα μου και θα σου δώσω ένα χαστούκι και θα δεις τον κόσμο ανάποδα»!  Δεν θα ξεχάσω τα μάτια της κοπέλας.  Δεν είχανε χρώμα.  Ήταν κατακόκκινα.  Όταν σταμάτησε το δαιμόνιο να την πειράζει, είπε στην κοπέλα η Γερόντισσα: «έλα να σου πω παιδί μου πώς μπήκε μέσα σου το μαϊμούνι...».  Άρχισε να της λέει, ότι μια φθονερή γειτόνισσά της, όταν ήταν παιδάκι, μάγεψε μια κούκλα και της την έδωσε να την παίξει... και πολλά άλλα της είπε γύρω από την περιπέτειά της.  Η κοπέλα έφυγε υγιής.  Εγώ δεν θα ξεχάσω τα μάτια της.  Μετά ήταν ήρεμη, καλοσυνάτη και πολύ καλόχαρη κοπέλα...

Είχε πει προφητείες για το μέλλον;

Πολλά απ’ αυτά που έχει πει έχουνε βγει.  Όπως ο κορωνοϊός, η συμφωνία των Τούρκων με τη Λιβύη κ.ά.  Είχε πει στα καλά της ελάχιστα.  Δεν ήθελε να μας τρομάζει.  Τώρα τελευταία, έχω ακούσει συγκλονιστικές λεπτομέρειες.  Δεν θέλει όμως ο πάτερ Αντώνιος να μιλούμε γι’ αυτά.

Τι σας συγκίνησε περισσότερο από όλα τα περιστατικά που ζήσατε εκεί;

Όλα ήτανε συγκινητικά και διδακτικά.  Δεν θα ξεχάσω την περίπτωση μιας πονεμένης μάνας που έχασε ξαφνικά 30 χρονών το γιό της.  Πόνος αβάσταχτος.  Ήρθε με μοναχές από την Καλυβιανή τον πρώτο χρόνο που έπεσε στο κρεβάτι.  Μόλις την είδε, της έκανε νόημα να πάει κοντά της.  Την αγκάλιασε, τη φίλησε και της είπε: «μη κλαις παιδί μου!  Ο όμορφός σου είναι ολοζώντανος μέσα στις ομορφιές του Θεού!  Κι εσύ, ό,τι εχρωστούσες σε τούτο τον κόσμο το ξεπλήρωσες».  Της είπε κι άλλα.  Το πόσο αλαφρωμένη και χαρούμενη έφυγε η γυναίκα δεν λέγεται...  Μετά από λίγους μήνες ξανάρθε.  Της είπε φωναχτά στο αυτί γιατί τότε άκουε ένα ελάχιστο: «Γερόντισσα, ξέρω πως ο όμορφός μου ζει στην ομορφιά του Θεού!  Όμως μου λείπει πολύ! Τον αναζητώ.  Βοήθησέ με».  Η Γερόντισσα, που δεν θυμότανε κανένα το επόμενο δευτερόλεπτο, της απάντησε σοβαρά: «θα σου τονε φέρω παιδί μου να τονε δεις».  Η γυναίκα έφυγε χωρίς να σπουδαιολογήσει τα λόγια της Γερόντισσας.  Το ίδιο μεσημέρι ξάπλωσε να ξεκουραστεί.  Ενώ είχε γυρίσει στο πλάι και δεν την είχε πάρει ο ύπνος, αισθάνθηκε κάποιον να την αγκαλιάζει.  Θεώρησε ότι ήταν κάποιο από τα μικρά εγγόνια της που είχε στο σπίτι.  Φώναξε αλλά διαπίστωσε πως ήταν στο δωμάτιό τους.  Γυρίζει πλευρό και τι να δει!  Τον γιό της!  Πιο πολύ όμορφο, ολοζώντανο, χαμογελαστό!  «παιδί μου εσύ;» είπε με φωνή που δεν έβγαινε.  Της απάντησε με άλλο τρόπο, στην ψυχή «Γαλακτία» και έφυγε....

Φανταστείτε τι δύναμη, τι παρηγοριά πήρε η μάνα εκείνη.  Τα πρόσωπα που έπαιρναν πιο πολύ στοργή και ενδιαφέρον από εκείνη ήταν τα κάθε λογής σημαδεμένα άτομα, οι πονεμένοι και τα παιδιά!  Με τα παιδιά ήταν οι καλύτεροι φίλοι.  Θέλω πολλές ώρες να σασε παραστήσω ιστορίες και περιστατικά με μικρά κοπέλια.  Κι αυτά όμως τρελαινότανε γι’ αυτή.  Και τα πιο ζωηρά την επλησιάζανε, πέφτανε στην αγκαλιά της, γινότανε αρνάκια κοντά της...

Πώς ήταν η τελευταία περίοδος της ζωής της;

Είχε αγωνία να φύγει.  Να πάει στο σπίτι της.  Συνέχεια μου έλεγε: «δώσε μου παιδί μου τα παπούτσια μου να φύγω.  Σε ολονώ τα σπίτια πάω.  Να μην πάω επιτέλους και στο δικό μου;».  Είχε συνήθως τα μάτια στραμμένα στον ουρανό και σήκωνε, όσο μπορούσε τα χέρια, σε στάση προσευχής.  Έλεγε με δέος: «Παναγία μου πρόφταξε στον κόσμο!  Φόβος και τρόμος..!».  Δεν ξέραμε τι εννοούσε.  Τα υπόλοιπα της τελευταίας περιόδου τα έχει γράψει ο π. Αντώνιος.

Τώρα την νοιώθετε κοντά σας;

Συνέχεια!  Πιο πολύ από πριν!  Νοιώθω ηρεμία, γαλήνη, δύναμη.  Κάπου κάπου, πολλές φορές την ημέρα, μυρίζω μια στιγμιαία ευωδία.  Ξέρω ότι είναι αυτή.  Ξέρω τι σας λέω.  Ούτε παραισθήσεις έχω, ούτε ψέματα λέω.  Λέω ό,τι νοιώθω με σιγουριά.

Θα μας πείτε ένα τελευταίο λόγο;

Αξιώθηκα να δω πώς ένας απλός άνθρωπος γίνεται μεγάλος Άγιος.  Να εύχεστε να αξιωθώ κι εγώ, τουλάχιστον του παραδείσου.  Την ευχή της να έχετε.

  πηγή        

 

ΣΆΒΒΑΤΟ, 5 ΙΟΥΝΊΟΥ 2021

Ο αγαπημένος «γιος» της οσίας Γερόντισσας Γαλακτίας


Κύρ Αντώνη, σε γνωρίσαμε όταν ερχόμασταν από την Κύπρο και επισκεπτόμασταν την Γερόντισσα.  Καταλάβαμε την σεμνότητα και την διάκριση που σε διακρίνει.  Μας είπες ότι δεν θέλεις προβολές και δημοσιότητα.  Το κατανοούμε απόλυτα στα πλαίσια του ήθους σου.

Θεωρήσαμε όμως ωφέλιμο να κάνουμε μια σύντομη αναφορά στην μακαριστή πλέον Γερόντισσα Γαλακτία με μία μικρή συνέντευξη από τους στενότερους ανθρώπους της καθημερινότητάς της.  Εσένα, την κ. Ριρίκα Χρονάκη και άλλους.  Πρέπει να μάθει ο υπόλοιπος κόσμος που δεν την γνώρισε κάποια βασικά πράγματα και να ωφεληθεί.  Ευχαριστούμε που έστω και πιεζόμενος ανταποκρίθηκες. 

- Πότε και πώς γνώρισες την Γερόντισσα;

- Την Γερόντισσα την γνώρισα το 2007 τότε που συνδέθηκα με τον π. Αντώνιο.  Κατάλαβα αμέσως ότι ήταν διαφορετικής ποιότητας άνθρωπος από τους συνηθισμένους.  Ακόμη κι αυτούς που λέμε καλούς ανθρώπους.  Δεν μπορώ να περιγράψω ακριβώς τί ένοιωθα γιατί αυτό δεν λέγεται με λόγια.  Ολόκληρο τον παράδεισο ζούσες κοντά σ’ αυτή την Γερόντισσα...

- Ήσουν ο θετός γιός της και ήταν η μάνα σου.  Έτσι πληροφορήθηκα.  Ισχύει;

- Νομίζω πως ισχύει και με το παραπάνω.  Δεν χωρίσαμε ούτε μία μέρα.  Το πρωί πίναμε καφέ μαζί, το βράδυ είχαμε αρκετή τηλεφωνική συνομιλία.  Ό,τι ήθελε απευθυνότανε σε μένα.  Εγώ πάλι προσπαθούσα να ανταποκρίνομαι στις ανάγκες της πριν μου τις εκφράσει.  Ευχαριστώ το Θεό πού επέτρεψε αυτή την στενή σχέση, που δεν την αξίζω.  Μακάρι να με βοηθήσει στην προκοπή μου, στη σωτηρία μου.

- Ασφαλώς θα άκουσες, θα είδες και θα έζησες πολλά...

- Τόσα πολλά που δεν περιγράφονται.  Έχει μπλοκάρει η μνήμη μου από τα πολλά που έχει καταγράψει.  Όταν στην κηδεία άκουα τον π. Αντώνιο στον επικήδειο, πέρασαν σαν κινηματογραφική ταινία όλα από μπροστά μου.  Τα θυμόμουνα ένα ένα...

- Τί είναι αυτό που σε εντυπωσίασε περισσότερο;

- Όλα! Ειδικά η φιλανθρωπία.  Ταυτίστηκε απόλυτα με τις ανάγκες των άλλων.  Έκλαιγε π.χ. γιατί είχε αυτή κουβέρτα να σκεπαστεί και άλλοι δεν είχαν.  Αυτό το ζούσε.  Ζούσε πόνο αφόρητο.  Δεν ήταν αυτά συναισθηματικά λογάκια μιας στιγμής όπως γίνεται μ’ εμάς.  Μ’ εμένα δηλαδή.  Ύστερα ο καλός λογισμός για όλους.  Έψαχνε και στον εγκληματία να βρει κάτι καλό.  Αν κάτι λέγαμε κακό για κάποιον, όχι μόνο άλλαζε συζήτηση και μας εμάλωνε, αλλά διόρθωνε και το λογισμό μας.  Έλεγε: «έχει αυτό το καλό ο άνθρωπος.  Γιατί δεν το θωρείτε μόνο λέτε για τα άλλα;».

- Είχε μεγάλα πνευματικά χαρίσματα.  Τα εντόπισες εσύ;

- Ποιος δεν τα κατάλαβε;  Δεν είχε απλώς διόραση.  Είχε ουράνιο ραντάρ, τηλεόραση καθαρότατη.  Δεν ξεφεύγαμε από τίποτα.  Εμένα π.χ. με παρακολουθούσε συνέχεια.  Ήξερε και την παραμικρή λεπτομέρεια της καθημερινότητάς μου.  Το ίδιο και τον πάτερ, τη Σούλα Δριμισκιανάκη, την Ριρίκα και άλλους.  Έβλεπε ό,τι ήθελε, πήγαινε όπου ήθελε.  Αν μου τα λέγανε αυτά λίγα χρόνια πριν να μπω συνειδητά στην Εκκλησία, πριν να τα ζήσω αυτά, θα έσκαγα στα γέλια και θα έλεγα, ότι αυτοί που τα λένε θένε ψυχίατρο.  Όμως τα ζούσα, και έγιναν και συνήθεια και έφθασα σε σημείο να μη με εντυπωσιάζουν και πολύ.  Θαύμαζα, πίστευα όλο και περισσότερο αλλά τα θεωρούσα όλα αυτά και φυσική κατάσταση για έναν άγιο.  Τώρα καταλαβαίνομε ακόμη πιο πολύ τι είχαμε κοντά μας...

- Συνδεόταν στενά και με τους δύο άλλους μεγάλους ασκητές των Αστερουσίων και σύγχρονους αγίους Γέροντες Αναστάσιο τον Κουδουμιανό και Νείλο τον Αγιοφαραγγίτη;

- Βέβαια!  Και οι δύο έτρεφαν μεγάλο σεβασμό στην Γερόντισσα.  Αντάλλασσαν επισκέψεις.  Της φιλούσαν το χέρι.  Ο Γέροντας Νείλος κατέβαινε κάθε μήνα να την επισκεφθεί και να πάρει την ευχή της.  Έκαναν σαν τα μικρά κοπέλια από χαρά.  Έπαιρνε από εκείνη το παξιμάδι του μήνα γιατί το θεωρούσε ευλογία!

- Εσύ είδες ποτέ κάτι υπερφυσικό οφθαλμοφανώς όσο ήσουν κοντά της;  Ο π. Αντώνιος ανέφερε στον επικήδειο λόγο του ότι μία οικονόμος της είδε ζωντανά τον Αρχάγγελο Μιχαήλ...

- Αυτή το χρειαζότανε για να πιστέψει. Ήταν νυχτερινή οικονόμος.  Τον είδε ζωντανά έπειτα από τοπικό σεισμό στο σπίτι.  Τον είδε πελώριο με όλα του τα χαρακτηριστικά.  Της μίλησε και της έδωσε συστάσεις.  Το πρωί τον αναγνώρισε επακριβώς σε μία από τις πολλές εικόνες του Αρχαγγέλου Μιχαήλ που είχε το σπίτι.  Ο π. Αντώνιος της την χάρισε.  Προσωπικά ένοιωθα μόνο έντονη μυροβλυσία κάποιες φορές, γύρω από το σημείο που καθόταν ή από το κρεβάτι της.  Όταν κάθε βράδυ μιλούσαμε στο τηλέφωνο πήγαιναν οι δαίμονες.  Ατρόμητη μου περιέγραφε τις παράουρες όψεις και την βρώμα τους.  Δεν είδα πιο άφοβο άνθρωπο μπροστά στη φανερή παρουσία των πονηρών πνευμάτων.  Τριγυρνούσαν γύρω της αλλά δεν την άγγιζαν.  Με ένα χάδι του χεριού της στην εικόνα της Παναγίας και του Αρχαγγέλου φεύγανε ολοταχώς από το απέναντί της κλειστό παράθυρο. 

- Δεν φοβόσουνα όταν την άκουες να σου τα λέει αυτά;

- Όχι.  Είχα την δική της σιγουριά.  Άλλοι δεν το μπορούσαν.  Ο π. Αντώνιος της έκλεινε το τηλέφωνο όταν του έλεγε τι έβλεπε εκείνη την ώρα.  Όταν ήταν κατάκοιτη, ένα μεσημέρι ήταν δίπλα της ο φίλος μου αστυνομικός Γιώργης Βερεράκης και ο Στέλιος Τσούγκας που αργότερα έγινε Ιερέας.  Η γιαγιά φώναζε κοιτάζοντας προς την μεσόπορτα του δωματίου: «ψιτ! ψιτ! ψιτ! φύγε! φύγε!».  Γύρισαν εκείνοι και τι να δουν!  Ένας πελώριος σκούρος τριχωτός κάτης (γάτος), σαν θηρίο!  Είχε την ουρά γυρισμένη σαν σκορπιός και στην άκρη είχε ένα βέλος.  Με το που του είπε η γιαγιά «ψιτ! φύγε!» έφυγε από την κλειστή εξώπορτα του δωματίου!

- Καταλάβαινε τα μεγάλα χαρίσματα που είχε;

- Είχε μια μοναδική παιδική αθωότητα και θεωρούσε πως της τα έδωσε ο Θεός για να την καλοπιάσει να μετανοήσει.  Ο π. Αντώνιος της έλεγε πως τα έχουν όλοι ο γέροι που δεν μπορούν να βγουν έξω από το σπίτι για να βλέπουν και αυτοί κάτι να παρηγορούνται.  Το πίστευε έτσι και δόξαζε το Θεό.

- Μπορείς να μας πεις κάτι σημαντικό που έκανε σ’ εσένα;

- Αυτά είναι πολλά και δεν ξέρω ποιο πρώτο και ποιο δεύτερο να επιλέξω.  Όταν π.χ. πριν μερικά χρόνια υπέφερα από μεγάλη κήλη και ετοιμαζόμουν για χειρουργείο, ένα πρωί εξαφανίσθηκε.  Πέρασαν 15 μέρες και κήλη δεν υπήρχε.  Δεν είπα σε κανένα τίποτα.  Ένα πρωινό που πίναμε μαζί καφέ, γυρίζει και μου λέει: «γιατί δεν μας λες ότι δεν έχεις τώρα κήλη;  Καλά είσαι τώρα!  Δεν πονείς στην κήλη!  Καλά είσαι...».  Ήταν και ο π. Αντώνιος.  Μείναμε άφωνοι.  Μετά εξήγησα στον πάτερ τι είχε συμβεί.  Μου είπε εκείνος να το παρακολουθήσω ένα μήνα.  Πέρασε ένας, δύο μήνες, ήμουν καλά.  Όταν βεβαιώθηκα πλέον για το θαύμα, την ρώτησα ένα άλλο πρωινό: «θα μου πεις τουλάχιστον με ποιο άγιο μου έκανες την παρέμβαση στην κήλη να τον ευχαριστήσω;».  Απάντησε: «έστειλα τον Άγιό σου.  Τον Μέγα Αντώνιο!!!».  Τότε αυτομάτως άνοιξε ο νους μου και θυμήθηκα ότι είχα δει τον Άγιο Αντώνιο στον ύπνο μου μπροστά στο τέμπλο μιας Εκκλησίας να με ευλογεί...    Όταν πάλι έπαθε αποκόλληση πλακούντα στον 7ο μήνα η κόρη μου, η αιμορραγία ήταν τεράστια.  Πλημμύρισε το σπίτι.  Κινδύνευε μάνα και παιδί.  Την πήρε το ασθενοφόρο και την μετέφερε ολοταχώς στο ΠΑΓΝΗ.  Σώθηκαν από θαύμα.  Ένα ελάχιστο κρατούσε ο πλακούντας με το παιδί.  Έτσι μας είπαν οι γιατροί.  Ήταν ξημέρωμα Κυριακής.  Τηλεφώνησα αμέσως στη Γερόντισσα.  Είχε όμως τοποθετήσει πρόχειρα το ακουστικό και δεν λειτουργούσε το τηλέφωνο.  Το πρωί μου τηλεφώνησε εκείνη.  Με ρώτησε: «τι σου συνέβηκε απόψε»;  Εγώ αιφνιδιάστηκα και της είπα: «γιατί με ρωτάς»;  Εκείνη εξήγησε ότι είδε όλο το σκηνικό στο σπίτι μου, τη γυναίκα μου με μια πράσινη ρόμπα που είχε πανικό, εμένα που προσπαθούσα να την ηρεμήσω, το ασθενοφόρο, την μεταφορά, την γέννα κλπ.  Το πιο σημαντικό είναι, ότι μου είπε: «σε μια μπαμπακερή κλωστή εκρεμούντανε το κοπέλι!  Αλλά έπεψα πολλούς Αγίους και το ανεβαστούσανε» μου είπε δηλαδή ό,τι μου είπανε και οι γιατροί, ότι δηλαδή ένα ελάχιστο κρατούσε ο πλακούντας και τους παραξένεψε πώς δεν αποκολλήθηκε τελείως.  Η Γερόντισσα την επομένη μέρα επανέλαβε τα ίδια λόγια αλλά έδωσε και την εξήγηση...

- Μεταθανατίως έδειξε κάτι;

- Πώς!  Πλημμύρισε από ευωδία το κοιμητήριο την ώρα της κηδείας.  Το βεβαιώνουν τα πλήθη των ανθρώπων που ήρθαν παρά το ταχύ της διαδικασίας.  Θα σας πω και σημερινό μεταθανάτιο γεγονός. Μία νεαρή γυναίκα, με προχωρημένο καρκίνο πήγαινε τρείς ημέρες συνεχώς στον τάφο της.  Αισθανόταν άρρητη ευωδία σε σημείο που δεν μπορούσε να αναπνεύσει. Παρακαλούσε τη Γερόντισσα.  Έκανε εξετάσεις μετά για να δει την πορεία της ασθένειας που ήταν οξεία μέχρι τώρα.  Βγήκαν προχθές τα αποτελέσματα.  Όλα πεντακάθαρα..!  Της είπαν οι γιατροί: «μεγάλο θαύμα!  Άθικτη από τη νόσο!  Σαν να μην πέρασες τίποτα»!  Ανάρτησε και το παρακάτω μήνυμα:  «τέλος!!! Τελείωσαν όλα!!! Αυτή η σελίδα της ζωής μου που λεγόταν επιθετικό καρκίνωμα του επιθηλίου έκλεισε!!  Η Γερόντισσα Γαλακτία το πήρε από επάνω με θαύμα.  Είδατε η δυνατή ευωδία;  Και όλα αυτά είναι επιβεβαιωμένα με επίσημο πόρισμα, εξετάσεις ιστολογικές κλπ.  Φαίνομαι σαν να μην νόσησα ποτέ!!!  Και έχω και όλα τα μέλη μου.  Ακόμη κι αυτά που είχαν καταστραφεί έγιναν καινούργια.  Συγκεκριμένα μου είπαν ότι μπορώ ακόμα και να τεκνοποιήσω!!!  Ο άντρας μου έχει εκπλαγεί.  Την ευχή της μεγάλης οσίας να έχει ο κόσμος όλος».

- Κλείνοντας τί θα ήθελες να πεις;

- Ένα λόγο:  δεύτερη Γαλάτεια δεν θα ξανασυναντήσω στη ζωή μου!  Το ξέρω αυτό και δεν έχω και απαίτηση.  Γνωρίσαμε Αγίους.  Τώρα εμείς πρέπει λίγο να τους σιμώσομε.  Να έχει όλος ο κόσμος την ευχή της.

  πηγή

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΓΑΛΑΚΤΙΑ_Ὅλα ὅσα σοῦ εἶπαν εἶναι σωστὰ, ἀλλά μάγισσα δὲν εἶμαι.



 
Γνώρισα τὴν γιαγιὰ Γαλάτεια τὸ 2018, ὅταν εἶχα ταξιδέψει ἀπὸ τὸ νησί μου στὸ Ἡράκλειο μὲ σκοπὸ νὰ τὴν γνωρίσω. Εἶχα ἀκούσει πάρα πολλὰ θαυμαστά. Στὸ Ἡράκλειο ἤμουν ξανὰ πρωτύτερα γιὰ τρίμηνη πρακτικὴ ἄσκηση μέσω τῶν σπουδῶν μου. Φιλοξενήθηκα στὸ σπίτι μίας φίλης μου. Οἱ ἄνθρωποι ἐξαιρετικοί, ἔκαναν τὰ πάντα γιὰ νὰ μὲ εὐχαριστήσουν. Ἡ κυρία τοῦ σπιτιοῦ, ἡ μητέρα τῆς φίλης μου ἔχει ἐξάδελφο ἕνα ἐκκλησιαστικὸ πρόσωπο. Δὲν εἶχαν καλὴ ἄποψη γιὰ τὴν Γερόντισσα. Ὅμως τὴν πρώτη ἡμέρα ποὺ ἔφτασα Ἡράκλειο, μὲ εἶχαν πάει νὰ τὴ δῶ ὅπως πολὺ ἐπιθυμοῦσα. Ἐκεῖνο τὸ πρῶτο ἀπόγευμα ἡ γιαγιά μοῦ εἶχε πεῖ διάφορα…μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ αὐτὸ «Τώρα εἶσαι καλά, τὸ βράδυ παιδί μου θ’ ἀκούσεις τὸ κακὸ ἐκεῖ ποὺ θὰ πᾶς». Μετὰ τὴ Γερόντισσα, ἡ κυρία μὲ εἶχε πάει στὸν χῶρο ποὺ εἶναι ὁ ξάδελφός της ὅπου καθίσαμε μόνο γιὰ λίγο διότι βράδιαζε. Μοῦ τὸν εἶχε περιγράψει ἔμπειρο καὶ ἅγιο. Ὅταν τὸν συναντήσαμε, ἐκεῖνος ἄρχισε νὰ κατηγορεῖ ἔντονα τὴν γιαγιὰ ὅτι «τὴν διαφημίζουν πολὺ» ἔλεγε «Ἀρχιμανδρίτες καὶ Μητροπολίτες καὶ τρέχει ὁ κόσμος κοντά της, ὅτι ἀσχολεῖται μὲ μάγια καὶ ἄλλα…», ἐνῶ παρόμοια ἔλεγε καὶ γιὰ ἄλλους Ἁγίους τῆς Κρήτης. Στεναχωρήθηκα πολὺ μὲ τὰ λόγια του αὐτά. Πρὶν ἀναχωρήσουμε, μᾶς διάβασε μία εὐχή, ὅμως δὲν ἔνιωσα τίποτα στὴν καρδιά μου καὶ δὲν ἀναπαύτηκα καθόλου. Τότε, εἶχα προβληματιστεῖ γιὰ αὐτό, ἀφοῦ ὅταν εἶχα δεῖ τὴν γιαγιὰ αἰσθάνθηκα πολὺ διαφορετικὰ καὶ μεγάλη χαρὰ μέσα μου.

Τὴν ἑπομένη μέρα κάτι ἀκατανίκητο μὲ ὠθοῦσε νὰ πάω καὶ πάλι στὴν γιαγιά, ὅμως δυσκολευόμουν καὶ εἶχα ἐμπόδια ἀπὸ τοὺς φίλους ποὺ μὲ φιλοξενοῦσαν. Ὁπόταν, τοὺς ἀνέφερα ὅτι θὰ πήγαινα νὰ δῶ κάποιους παλιοὺς γνωστούς μου ποὺ εἶχα, καὶ μὲ τὸ λεωφορεῖο καὶ ἀρκετὸ ποδαρόδρομο ἔφτασα ξανὰ στὸ σπίτι τῆς γιαγιᾶς. Ἦταν γύρω στὶς 10πμ, βρῆκα ἐκεῖ καὶ τὸν π. Ἀντώνιο, τὴν κ. Ριρίκα, τὸν κ. Χαρίδημο συμμαθητὴ τοῦ π. Ἀντωνίου καὶ ἄλλους προσκυνητές. Ἡ γιαγιὰ χαμογελαστὴ μὲ κάλεσε κοντά της, ἀφοῦ μὲ ἀσπάσθηκε πολλὲς φορές, μοῦ εἶπε:

«Ἄνω κάτω σὲ κάνανε χθὲς οἱ τάδε… σὲ στεναχώρησε παιδί μου αὐτὸς ποὺ κάνει τὶς κουρὲς καὶ βάζει αὐτὰ (ἔδειξε τὸ μοναχικό της σχῆμα) στοὺς ἄλλους… Ὅσα σοῦ εἶπαν εἶναι ἀλήθεια! Ἀλλὰ μάγισσα δὲν εἶμαι!».

Οἱ δύο παρόντες (ὁ π. Ἀντώνιος καὶ ὁ κ. Χαρίδημος) γέλασαν καὶ μοῦ εἶπαν: «σίγουρα πῆγες στὸν τάδε», καὶ τοὺς εἶπα τί ἀκριβῶς συνέβη. Ζήτησα νὰ καθίσω ὅλη τὴν ἡμέρα κοντὰ στὴν Γερόντισσα, ὁπόταν κάθισα μέχρι τὸ ἀπόγευμα. Ἐκείνη τὴ μέρα δὲν εἶχε πολλὲς ἐπισκέψεις στὸ σπίτι, ὁπόταν ἡ γιαγιὰ ξαπλωτὴ στὸ κρεβάτι της μὲ τοὺς πολλοὺς πόνους ποὺ εἶχε στὸ σῶμα, κρατοῦσε συνεχῶς τὶς παλάμες μου στὰ χέρια της. Δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ κάνουμε διάλογο διότι δὲν ἄκουγε. Παρόλα αὐτά, μοῦ εἶπε πολλὰ γιὰ μένα, λεπτομέρειες γιὰ τὴ ζωή μου, τὴν οἰκογένειά μου, τὴ μητέρα μου, τὶς ἀδελφές μου, μοῦ περιέγραφε τὸ σπίτι μου μὲ τὴν αὐλὴ ὅπως εἶναι… ἔμενα ἄφωνη! Ἐκεῖ δὲν ἀπορεῖς, μόνο θαυμάζεις καὶ δοξολογεῖς τὸν Θεό! Κατὰ τὸ μεσημέρι εἶχαν κηδεία στὸ χωριό. Χτύπησε ἡ καμπάνα πένθιμα. Ἡ γιαγιὰ τίποτα δὲν ἄκουε, οὔτε μποροῦσε νὰ συγκρατήσει τίποτα ἐγκεφαλικά. Γυρνᾶ, ὅμως, καὶ μοῦ λέει: «Φεύγει τώρα κι αὐτὸς παιδί μου…».

Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ὅτι ἤθελε νὰ φτιάξει τὸν λογισμὸ γιὰ τὸ ἐκκλησιαστικὸ πρόσωπο ποὺ τὴν εἶχε κατηγορήσει. Ἔλεγε: «Καλός, πολὺ καλὸς εἶναι καὶ ὁ τάδε… ἔχει προσφέρει πολλά…». Δὲν δέχτηκε μόνο τὸν χαρακτηρισμὸ «Μάγισσα» καὶ μοῦ εἶπε: «Νὰ τὸ πεῖς στὴν κυρία τώρα ποὺ θὰ πᾶς…».

Ἔλεγε πολλὰ γιὰ τὴν φύλαξη τῆς ψυχῆς καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ νοῦ καὶ τοῦ σώματος. Ἔλεγε γιὰ τὴν ἁγνότητα τῶν νέων ἀνθρώπων πόσο ὡραῖο εἶναι νὰ τὴν διαφυλάσσουν σὰν τὴν καλύτερη προίκα γιὰ τὸν μέλλον. «Ἂν τὴν χάσεις» ἔλεγε «ἀνοίγονται χάσματα στὴ ψυχὴ ποὺ δὲν κλείνουν εὔκολα». Συνεχίζω μέχρι σήμερα νὰ ἀκούω στ’ αὐτιά μου καὶ συγκινοῦμαι, τὴν γιαγιὰ Γαλάτεια νὰ μοῦ λέει καὶ νὰ ἐπαναλαμβάνει ἔντονα τὸ ἑξῆς: «Ἡ τιμή, τιμὴ δὲν ἔχει καὶ χαρᾶς τον ποὺ τὴν ἔχει… Ἡ τιμή, τιμὴ δὲν ἔχει καὶ χαρᾶς τον ποὺ τὴν ἔχει!».

Προέτρεψε τὸν π. Ἀντώνιο νὰ μὲ ἐξομολογήσει καὶ νὰ μὲ καθοδηγήσει ὥστε νὰ προσέχω κάποια πράγματα, καὶ τοὺς ὑπερευχαριστῶ! Τότε εἶχαν συμβεῖ πολλὰ θαυμαστὰ ποὺ μὲ ἄφησαν ἄφωνη. Αὐτὰ τὰ βιώματα δὲν καταστρώνονται στὸ χαρτί…

Θυμᾶμαι ὅτι ὅταν ἔφυγα πετοῦσα. Τότε, ἐκείνη τὴν τελευταία μέρα, μόλις εἶχα ἀναχωρήσει ἀπὸ τὸ σπίτι τῆς Γερόντισσας, ἔνιωσα μία ἔντονη εὐωδία νὰ ἔρχεται ἀπὸ κάπου. Ἄρχισα νὰ ψάχνω τὴν τσάντα μου γιὰ νὰ βρῶ ἀπὸ ποῦ ἐρχόταν ἡ εὐωδία αὐτή… Τελικά, ἦταν οἱ παλάμες μου ποὺ κρατοῦσε ἡ γιαγιὰ ὁλόκληρη ἐκείνη τὴν μέρα, ποὺ συνέχισαν τὴν εὐωδία μέχρι τὴν ἑπομένη μέρα ποὺ ἐπέστρεψα στὴν πατρίδα μου… Ἔκτοτε ἡ γιαγιὰ Γαλάτεια μπῆκε στὴ ζωή μου… Ἐπίσης, ἐκείνη τὴν τελευταία μέρα, ἡ γιαγιά μοῦ εἶχε χαρίσει μία εἰκόνα «Αὐτὴ νὰ τὴν πάρεις δῶρο γιὰ τὸν γάμο σου!» μοῦ εἶχε πεῖ. Ὁμολογῶ πὼς συχνὰ σ’ αὐτὴ τὴν ξύλινη εἰκόνα αἰσθάνομαι στιγμιαία τὴν μυρωδιὰ τῆς γιαγιᾶς.

Πέρσι, τὸν Φλεβάρη τοῦ 2020, πρὶν τὴν ἔλευση τῆς πανδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ στὰ μέρη μας καὶ ὅλες τὶς συνέπειές της, ἡ γιαγιὰ εἶχε κλείσει τὴν πόρτα της, ὥστε νὰ ἑτοιμαστεῖ γιὰ τὴν ἔξοδό της. Τὴν μέρα ποὺ εἶχε κλείσει τὴν πόρτα της, καθόλη ἐκείνη τὴν ἡμέρα εἶχα μία ἐντονότατη καὶ ἀκαταμάχητη ἐπιθυμία ὥστε νὰ ταξιδέψω ξανὰ γιὰ νὰ πάω κοντά της… Στὶς ἑπόμενες μέρες ἔμαθα ἀπὸ γνωστούς μου ὅτι ἡ γιαγιὰ ἔκλεισε τὴν πόρτα. Τὴν ἡμέρα πάλι τῆς ὁσίας κοιμήσεώς της, μὲ τὴν ἀδελφή μου εἴχαμε πάει πρωὶ χαράματα πρὶν τὴν δουλειά, γιὰ νὰ καντηλανάψουμε σ’ ἕνα κοντινό μας ξωκκλήσι. Ἐκεῖ ξαφνικά, ἕνα αἴσθημα ἀνεξήγητης χαρμολύπης μὲ κατέκλυσε καὶ συγκινήθηκα. Τὸ μεσημέρι πληροφορήθηκα τὴν κοίμησή της…

Ἀγάπησα πολὺ τὴν γιαγιὰ τὴν Γαλάτεια καὶ θὰ τὴν ἀγαπῶ γιὰ πάντα. Ἀγαποῦσε πολύ τοὺς νέους καὶ προτρέπω νὰ τὴν ἐπικαλούμαστε πάντα ὥστε νὰ ἔχουμε τὴ συντροφιά της καὶ τὸ παραδεισένιο βίωμα ποὺ φέρνει ἡ συντροφιὰ μαζί της. Εὔχομαι ἐκ βάθους καρδίας, λίγο ἔστω ἀπὸ αὐτὸ ποὺ γεύθηκα, νὰ γευθεῖ ὅλος ὁ κόσμος γιὰ νὰ καταλάβει καὶ νὰ βάλει στὴν καρδιά του καὶ τὴν γιαγιὰ Γαλάτεια καὶ ὅλους τοὺς Ἁγίους μας! Καλὸ ἐν Χριστῷ ἀγώνα σὲ ὅλους μας! Τὴν εὐχή της νὰ ἔχουμε. Ἀμήν.

 

Υ.Γ.: Ἐπειδὴ σκοπὸς εἶναι νὰ παρασταθεῖ ἡ ἀλήθεια καὶ ὄχι νὰ ζωγραφιστοῦν πρόσωπα εἴτε νὰ στοχοποιηθοῦν ἄτομα ποὺ μίλησαν ἐνάντια στὸ πρόσωπο τῆς Γερόντισσας, γιὰ αὐτὸ τὸν λόγο ἀναφέρθηκα μὲ γενικὰ λόγια καὶ δὲν ἀποκαλύπτονται συγκεκριμένα στοιχεῖα τὰ ὁποῖα ἔχει ἡ ἰστοσελίδα ποὺ φιλοξενεῖ τὸ κείμενό μου.
ΠΗΓΗ.ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

Μαρία Παντίσκα: Η μαυροφορεμένη γυναίκα από το Δίστομο



Φθινόπωρο του 1944. Ο Ουκρανός φωτογράφος Ντμίτρι Κέσερ βρίσκεται στην Ελλάδα απεσταλμένος του περιοδικού Life και καταγράφει την υποχώρηση των Γερμανών . Χάρη σε αυτόν χρωστάμε μοναδικά ντοκουμέντα που έζησε η χώρα στην δεκαετία του '40. Ήταν παρών με τον φακό του στα Δεκεμβριανά, στην επίσκεψη Τσώρτσιλ στην Αθήνα αλλά και αργότερα στον εμφύλιο πόλεμο.

Τον Οκτώβριο επισκέφθηκε και το μαρτυρικό Δίστομο λίγο μετά από τις θηριωδίες των Γερμανών και απαθανάτισε τους εναπομείναντες κατοίκους να προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους. Εκεί, μεταξύ των άλλων φωτογραφίζει την μαυροφορεμένη Μαρία Παντίσκα η οποία έμελλε να γίνει μία από τις πιο γνωστές φωτογραφίες που απεικονίζουν τον πόνο της απώλειας. Τις φωτογραφίες μαζί με τις μαρτυρίες τις στέλνει πίσω στην Αμερική και αυτές δημοσιεύονται τελικά στις 27 Νοεμβρίου στο Life.

To τεύχος αυτό ήρθε ξανά στο φως χάρη στην επιμονή ενός φοιτητή από το Δίστομο που σπούδαζε στην Καλιφόρνια. Έτσι αφηγείται ο ίδιος την εύρεση του περιοδικού στο “Αράχωβας Blog”: Το περασμένο καλοκαίρι περπατούσαμε με ένα φίλο στο Berkeley χωρίς συγκεκριμένο προορισμό. Δίπλα μας σε ένα ισόγειο κτήριο που έμοιαζε αποθήκη γίνονταν δημοπρασίες. Αποφασίσαμε να μπούμε  από περιέργεια, εκείνος για τα αντικείμενα της δημοπρασίας, εγώ και για την διαδικασία.

Στον τεράστιο χώρο υπήρχε ό,τι μπορείς να φανταστείς, από μικρά διακοσμητικά μέχρι αντίκες αυτοκινήτων, όλα για δημοπρασία. Χωριστήκαμε κι ο καθένας κατευθύνθηκε στα ενδιαφέροντά του. Σε ένα έδρανο ψηλό όπως στις αίθουσες δικαστηρίων οι υπεύθυνοι έβγαζαν σε δημοπρασία ένα ένα τα αντικείμενα  σύμφωνα με μια προκαθορισμένη σειρά που είχαμε κι εμείς στα χέρια μας. Ο φίλος έκανε δυο απόπειρες να πάρει κάποια βιβλία χωρίς επιτυχία. Κάποιοι αποφασισμένοι ανέβαζαν τις τιμές σε απαγορευτικά ύψη.

Συνέχιζα να περιεργάζομαι τα αντικείμενα μέχρι που έπεσα πάνω σε στοίβες παλιών περιοδικών Life τοποθετημένα σε ράφια και ταξινομημένα ανά δεκαετία. Κοίταξα χρονολογίες και είδα ότι υπήρχαν τεύχη ακόμα και πριν το ´50. Αυτό ενίσχυσε το ενδιαφέρον μου για τη δημοπρασία και έκανε την αναζήτηση συγκεκριμένη πλέον. Έψαξα να βρω το τεύχος με το αφιέρωμα στη σφαγή του Διστόμου. Ήξερα το έτος, 1944, αλλά όχι ακριβή ημερομηνία. Μια αναζήτηση στο κινητό μου έδωσε 29 Νοεμβρίου. Όμως όσο κι αν έψαχνα τεύχος με αυτή την ημερομηνία δεν βρήκα. Το Life ήταν εβδομαδιαίο, υπήρχαν πολλά τεύχη και τα εξώφυλλα δεν παρέπεμπαν πουθενά. Συνέχισα την αναζήτηση στο διαδίκτυο μέσω του κινητού και είδα ότι σε άλλη πηγή η ημερομηνία ήταν διαφορετική, 27 Νοεμβρίου 1944.





Πράγματι στις στοίβες με τα παλιά περιοδικά υπήρχε τεύχος με αυτήν την ημερομηνία. Το κράτησα στα χέρια μου αλλά δεν ήταν αυτό που περίμενα να δω. Από όσα είχα κατά καιρούς διαβάσει μου είχε σχηματιστεί η εντύπωση ότι η φωτογραφία σύμβολο της Μαρίας Παντίσκα που όλοι έχουμε δει σε αφίσες και φυλλάδια, ήταν εξώφυλλο του τεύχους κι εδώ έβλεπα μια αμερικανίδα στρατιώτη. Αργότερα διάβασα ότι ήταν η ηθοποιός Γερτρούδη Λόρενς η οποία είχε συμπληρώσει μια περιοδεία επτά εβδομάδων στις συμμαχικές εμπροσθοφυλακές στην Ευρώπη.

Όταν όμως ξεφύλλισα το περιοδικό, βρήκα στη σελίδα 21 σχεδόν ολοσέλιδη τη γνωστή  φωτογραφία. Ήταν ένα αφιέρωμα στις καταστροφές που έκαναν οι Γερμανοί στη χώρα μας και μέσα σ´ αυτό το αφιέρωμα τη μεγαλύτερη έκταση είχε  η σφαγή του Διστόμου.
Τα εκατοντάδες περιοδικά life που υπήρχαν εκεί είχαν  πουληθεί όλα μαζί σε κάποιον συλλέκτη που όταν  είδε την επιμονή μου να ξεφυλλίζω το συγκεκριμένο τεύχος με πλησίασε. Του ζήτησα αν γίνεται να το αγοράσω. Δέχθηκε και χωρίς περισσότερες  εξηγήσεις για το τι σημαίνει το τεύχος αυτό για μένα, κανονίσαμε μια τιμή και έγινε δικό μου”.
Το επίμαχο άρθρο που φέρει τον τίτλο “Τι έκαναν οι Γερμανοί στην Ελλάδα” ξεκινάει με την φωτογραφία της Μαρίας Παντίσκα και την λεζάντα “Η Μαρία Παντίσκα ακόμη θρηνεί τέσσερις μήνες μετά τη δολοφονία της μητέρας της από τους Γερμανούς στη σφαγή στο ελληνικό χωριό Δίστομο”.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ στην επόμενη σελίδα: “Μια από τις τελευταίες επίσημες γερμανικές πράξεις στην Ελλάδα ήταν η σφαγή του Διστόμου. Μια πόλη περίπου 60 μίλια βορειοδυτικά των Αθηνών. Τον περασμένο Ιούνιο ένας περαστικός Γερμανός ρώτησε τον παππά του Διστόμου πατέρα Σωτήριο Ζήση αν υπήρχαν αντάρτες στην περιοχή. Ο παππάς είπε ότι δεν ήξερε κανέναν. Οι Γερμανοί όμως έκαναν επίθεση στην πόλη. Στην αρχή επέστρεψαν και σκότωσαν  τον πατέρα Ζήση. Λίγες μέρες αργότερα μια ομάδα μαυροφορεμενων ανδρών των SS μπήκαν στο Δίστομο, διέταξαν τους ανθρώπους να κλειστούν στα σπίτια τους, πέρασαν απο σπίτι σε σπίτι πυροβολώντας όλους αυτούς που μπορούσαν να βρουν. Σε δυο ώρες είχαν σκοτώσει 1000 Διστομίτες (σ.σ. Ο αριθμός που αναφέρεται στο άρθρο είναι λανθασμένος καθώς στην σφαγή του Δίστομου έχασαν την ζωή τους 228 άνδρες, γυναίκες και παιδιά ) από τους 1200. Οι ελάχιστοι επιζήσαντες έτυχε να βρίσκονται στα βουνά και στα χωράφια. Αφού οι Γερμανοί τελείωσαν με τη σφαγή πήραν λάφυρα και έκαψαν το μικρό χωρίο. Δεκαπέντε μέρες αργότερα επέστρεψαν αλλά αυτή τη φορά οι χωρικοί είχαν προειδοποιηθεί και είχαν φύγει στα βουνά. Οι Γερμανοί πήραν λάφυρα για άλλη μια φορά”.
Η Μαρία Παντίσκα έφυγε από την ζωή σε ηλικία 84 ετών, στις 16 Μαρτίου 2009. Εντύπωση προκαλεί ότι παρόλο ότι υπήρξε η πλέον χαρακτηριστική φυσιογνωμία από τους επιζώντες, και ενώ υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες από άλλους επιζώντες, δεν υπάρχει κάποια γνωστή μαρτυρία από την ίδια.
Ξεφυλλίστε το τεύχος του Life ΕΔΩ