Δευτέρα 11 Μαΐου 2015

ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΑΥΠΑΚΤΟ ΜΕ ΤΙΣ 500 ΚΟΡΕΣ!



site analysis
naupaktos

ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΑΥΠΑΚΤΟ ΜΕ ΤΙΣ 500 ΚΟΡΕΣ!


Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Ναύπακτο. Τίποτα δε μου έλειπε όταν ήμουν μικρή. Και εγώ και τα αδέλφια μου τα είχαμε όλα. Μόνο ίσως ο πατέρας μου που τον χάσαμε νωρίς, αλλά είχαμε τον τρόπο μας. Το 1957 τελείωσα δασκάλα και το 1960 ήρθα στο ίδρυμα στη Λαμία.
Ήμουν 22,5 χρονών κορίτσι. Είχα μεγαλώσει κοντά στο κατηχητικό και ο πνευματικός μου με καθοδήγησε να έρθω στο ίδρυμα όπου ζητούσαν διευθύντρια. Ξέρω, ακούγεται περίεργο στην εποχή μας, αλλά τότε έτσι ήταν η υπακοή στον πνευματικό μας. Η μάνα μου δεν ήθελε με τίποτα να φύγω.» Τι πας να κάνεις;» μου έλεγε και με ρωτούσε συνέχεια τι μου λείπει. Δεν μπορούσε να καταλάβει πως έπρεπε να το κάνω. Νόμιζε πως θα χαθώ και θα πάω στράφι. Για μια χρονιά είχα υπογράψει στην αρχή, αλλά μετά δεν μπορούσα να αφήσω τα κορίτσια μου. Δεν καταλάβαινε πως για μένα η προσφορά ήταν πιο σημαντική από το να κάνω οικογένεια και τις φιλοδοξίες. Σε μια μικρή κοινωνία που όλοι ξέραν πως τα είχαμε όλα, την έπιαναν και της έλεγαν πού το στέλνεις το κορίτσι.
Είχε πεισμώσει πολύ και δεν μου το συγχώρεσε ποτέ. Δεν μου ξαναμίλησε. Δεν με πήρε ποτέ τηλέφωνο και ούτε ποτέ ήρθε να με δει. Ένα χρόνο μετά πέθανε. Την έσκασα. Ήταν άρρωστη και δεν με πήρανε τα αδέλφια μου να μου το πουν. Με πήρε μια δασκάλα μου και πήρα δανεικά να πάω να την προλάβω. Λίγο πριν πεθάνει έφτασα σπίτι μας, της μίλησα και μου έδωσε την ευχή της. Νομίζω με συγχώρεσε. Κατάλαβε
71
Πέτρινα χρόνια. Δύσκολα. Μπήκα κοριτσόπουλο εδώ μέσα και έμεινα μια ζωή. Πέρασα την πόρτα και δεν είχε τίποτα. Ένα παλιό σπίτι και 40 ορφανά χωρίς φαΐ. Επαρχία μεταπολεμικής Ελλάδας και μια φτωχή, κλειστή κοινωνία. Κολύμπι στα βαθιά. Τους τρεις πρώτους μήνες κλεινόμουν τις νύχτες σε ένα μπάνιο και έκλαιγα. Έλεγα δεν μπορώ να τα καταφέρω. Ήμουν εντελώς μόνη σε ένα μέρος με αγνώστους και καταστάσεις σκληρές. Ήμουν τόσο μικρή και έπρεπε να διευθύνω κάτι που δεν ήξερα. Υπήρχαν κορίτσια μεγαλύτερα από μένα. Πολλές φορές είπα να φύγω και να γυρίσω πίσω, αλλά πώς θα μπορούσα να αφήσω τα κορίτσια αυτά;
Νομίζω πως κουμάντο από τότε και μετά με έκανε ο Θεός. Αυτός κανόνιζε. Δέκα χρόνια πάλευαν να βάλω σειρά και να το κάνω αξιοπρεπές και βιώσιμο. Μετά κάπως ανασάναμε. Τώρα με τη κρίση και για εμάς όπως και για όλους είναι δύσκολα. Ποτέ όμως δεν άφησα τα κορίτσια να πεινάσουν. Πάντα μας αγκάλιαζαν και είχαμε φαγητό. Μακάρι να μπορούσα να προσφέρω και πιο πολλά στις ψυχές αυτές, αλλά εδώ κάνουμε εθελοντισμό. Δεν είμαστε υπάλληλοι. Αν και νομίζω τελικά πως το δόσιμο είναι πολύ σημαντικότερο όταν γίνεται από καρδιάς και όχι για ανταμοιβή.
71
Ποτέ μου δεν μετάνιωσα. Αισθάνομαι ο πιο πλήρης άνθρωπος του κόσμου. Μικρή ήθελα να γίνω νοσοκόμα. Να ταξιδεύω και να βοηθάω τραυματίες στον πόλεμο. Παιδικές φαντασιώσεις. Τελικά κοντά σε αυτό που ονειρευόμουν με έφερε η ζωή. 500 και πάνω κορίτσια περάσαν από εδώ όσο είμαι εγώ και τελικά νιώθω πως τίποτα δεν είναι σημαντικότερο από την αγάπη που έδωσα και εισέπραξα. Δεν είμαι η μάνα τους. Το ξέρω πολύ καλά. Με φωνάζουν μαμά και δε γυρνάω επίτηδες. Μετά μου λένε » Κυρία γιατί δεν γυρνάτε;»
Τους λέω με ωραίο τρόπο πως δεν είμαι η μητέρα τους και πως καμιά γυναίκα δεν μπορεί να αναπληρώσει το κενό της μάνας που τις γέννησε. Εγώ βέβαια παιδιά δεν έκανα, αλλά νομίζω πως όλα τα παιδιά του ορφανοτροφείου τα αγάπησα σαν δικά μου. Μάνα τους αισθάνομαι, αλλά δεν μπορώ να κλέβω τον τίτλο από τις πραγματικές μητέρες. Καμιά φορά με μερικά είχα τέτοιο δέσιμο που νομίζω με κάλυψε σαν μάνα. Σαν άνθρωπος και εγώ είχα αδυναμίες, αλλά προσπαθούσα να κρατάω ισορροπίες και να μην τα ξεχωρίζω όσο δύσκολο και αν ήταν. Για μένα, όλες ίδιες.
71
Σκληρό πράμα η ορφάνια. Είδα πολύ πόνο στα 54 χρόνια που είμαι εδώ. Ψυχούλες βασανισμένες. Πώς να σκεφτώ εγώ πολυτέλειες και προσωπική ζωή; Εδώ είχα καινούρια οικογένεια συνέχεια. Περνούσαν τα χρόνια και δεν καταλάβαινα πώς. Άλλες έφευγαν, νέες ερχόντουσαν. Πώς να βάλω εγώ τον εαυτό μου πάνω από τα κορίτσια που είχαν χάσει τους γονείς τους; Νομίζω πως ακόμη πιο συγκλονιστικό από το θάνατο είναι η εγκατάλειψη. Τα παιδιά που τα παράτησαν και τα απαρνήθηκαν. Οι μάνες εκεί έξω και τα παιδιά εδώ μέσα. Αυτό ήταν πάντα το πιο δύσκολο. Ο πόνος του παιδιού που η μάνα το αρνήθηκε είναι από τα πράγματα που με ανατρίχιαζαν πάντα.
71
Παλιά τα κορίτσια τα μαθαίναμε μοδιστρική και όσες ήταν καλές μαθήτριες τις σπουδάζαμε. Το σταματήσαμε το μάθημα. Τι να γίνουν τώρα; Μοδίστρες; Κοιτάμε να τις κάνουμε φοιτήτριες και να τις σπουδάζουμε. Έχουμε πολλές φοιτήτριες. Ξέρεις κάτι όμως; Δεν θα με με νοιάξουν πια τόσο τα πτυχία. Να είναι ευτυχισμένες θέλω, να είναι καλοί άνθρωποι και να έχουν όσο πιο όμορφη ζωή γίνεται. Μέχρι να παντρευτούν θα τις έχω πάντα έννοια. Μετά λίγο ηρεμώ. Πάντα όμως κρατάω επαφές.
Έρχονται εδώ και με βλέπουν και εγώ τις παρακολουθώ. Μου φέρνουν τα παιδιά τους. Μερικά τα βαφτίζουν Σταυρούλα. Αν ήμουν αυστηρή; Δεν νομίζω!  Μαλακή μου λέγαν πάντα πως ήμουν. Δεν ήταν και εύκολο. Είναι διπλή η ευθύνη να μεγαλώνεις και να φροντίζεις ορφανά παιδιά. Από τη μία τόσα πολλά κορίτσια που θα πρέπει να τα προφυλάξεις και να τα μεγαλώσεις ηθικά και από την άλλη ο κόσμος να αλλάζει και να πρέπει να τα κάνεις δυνατά για να τον αντιμετωπίσουν. Έχω περάσει τόση αγωνία…
71
Το πιο συγκλονιστικό που έζησα πρόσφατα ήταν το μωρό που βρέθηκε κοντά μας. Ένα πλάσμα έξι μηνών. Πρώτη φορά είχαμε τόσο μικρό παιδί εδώ μέσα. Τεράστια ευτυχία, αλλά και μεγάλη ευθύνη σε μια τόσο δύσκολη εποχή. Τώρα είναι 23 κορίτσια εδώ μέσα. Δύσκολα είναι, αλλά έχει ο Θεός. Δεν ξέρω τι θα γίνει όταν φύγω. Κάποιος θα βρεθεί ελπίζω. Όταν πεθάνω τους έχω πει δε με νοιάζει. Βάλτε με σε μια κουβέρτα και πετάξτε με. Απλά πριν, πέστε στα γόνατα και πείτε μια προσευχή για τη ψυχή μου.
71
Oρφανοτροφείο Θηλέων Λαμίας τηλ. 22310 22477 Για προσφορές και στήριξη: 582 – 002101 – 137154 / ΑLPHA BANK
ΠΗΓΗ:ΕΞΑΨΑΛΜΟΣ

Η ζωή μιας σπουδαίας γυναίκας



site analysis


Είναι η γυναίκα με την αθάνατη ελληνική ψυχή, στο πρόσωπο της οποίας αντικατοπτρίζονται οι αγώνες των συγγενών των αγνοουμένων. Η Χαρίτα Μάντολες για χρόνια ολόκληρα νυχτοξημερωνόταν στα οδοφράγματα, και πάλευε για την Κύπρο, για τους δικούς της και τους δικούς άλλων που χάθηκαν αλλά και για τον κατεχόμενο τόπο της. 

Είναι απόγευμα Σαββάτου. Τη συναντάμε στην αυλή της φίλης της, της Ξένιας. Σε μια αυλή που μυρίζει δυόσμο και σπιτική λεμονάδα. Μας εξιστορεί τις τραγικές εκείνες στιγμές, αλλά επιστρέφει και κάποια χρόνια πριν, στις πιο ανέμελες εποχές.

Τα παιδικά χρόνια 

Η ζωή της ως παιδί στο χωριό Όρκα ήταν ανέμελη: «Τα παιδικά μου χρόνια τα πέρασα στο χωριό, με τις καλαδερφές μου, που είναι βαφτιστικές του πατέρα μου. Τέσσερα παιδιά είχε ο Παπαγιώργης, τα τρία τα βάφτισε ο πατέρας μου, τόσο φίλοι ήμασταν. Στο βιβλίο αναφέρεται συχνά, η φίλη μου η Ξένια. Ήταν πολύ όμορφα χρόνια εκείνα», μας λέει, γυρνώντας για λίγο, πίσω στο χρόνο, περιγράφοντας μας με νοσταλγία τον τόπο της: «Ένας πανέμορφος τόπος, συνδύαζε βουνό και θάλασσα, η τερατσιά και η ελιά, καταπράσινος ο κάμπος και το βουνό. Όπως λέει και η Ελένη Φωκά, παρούσα στη συζήτησή μας, ήταν ο παράδεισός μας, ο τόπος μας". 



Η ορφάνια στα 11

"Είχα εξαιρετικούς γονείς, μας αφηγείται. «Ο πατέρας μου ήταν από την Όρκα και η μητέρα μου από τον Καραβά. Ήμαστε 11 αδέρφια, αχώριστα. Τη μητέρα μου την έχασα όταν ήμουν 11 χρονών και ο μικρός αδερφός μου πέντε. Μετά το θάνατο της μητέρας μου, ο πατέρα μου μας πήρε και μας πήγε στον Καραβά, όπου είχε περιουσία η μητέρα μου, στο λεγόμενο τσιφλίκι της Ελιάς κοντά στον Καραβά. Ήταν ένα χωριουδάκι, το οποίο έπιανε από τους πρόποδες του Πενταδακτύλου και κατέβαινε μέχρι τη θάλασσα. Δε μπορούμε να ξεχάσουμε τη γειτονιά μας, τα παιχνίδια, τους ανθρώπους". Ο πατέρας μου, μετά το θάνατο της μητέρα μου, στάθηκε και μάνα και πατέρας, έβαζε τα παιδιά του πάνω από όλα. Μας μεγάλωσε, μας πάντρεψε και μας έκτισε όλους στην επαρχία Κερύνειας. Οι αδερφές μεγαλώνοντας, βοηθούσαν στο μεγάλωμα των μικρότερων. Μεγαλώνοντας, οι αδερφές κατοικήσαμε στον Καραβά, στην Ελία, μέσα στα λεμονόδεντρα, τα τρεχούμενα νερά, ήταν πανέμορφοι οι τόποι μας…".

Ο γάμος 

«Αρραβωνιάστηκα το 1968 και παντρεύτηκα το 1971. Έκτισα το σπίτι μου, στο τσιφλίκι της Ελιάς, έδαφος Καραβά. Ο Αντρέας ήταν από την Αχερίτου. Ήταν στρατιώτης εκεί στην περιοχή, με είδε και με ζήτησε.  Ο άντρας μου ήταν πρεσαδόρος, δούλευε στο στεγνοκαθαριστήριο «Απόλλων» στη Λευκωσία. Το 1972 γέννησα την Ειρήνη και μετά από ένα χρόνο τον Γιάννη. Η Ειρήνη το 1974 ήταν δύο χρονών και ο Γιάννης ενός». «Η ζωή μας ήταν όμορφη. Ανέμελη ζωή…Ούτε περιμέναμε ποτέ αυτό που συνέβη". 



Ξαφνικά…

«Στις 14 του Ιούλη, Κυριακή πάντρευε ο πατέρας μου την εγγονή του. Εκεί κοντά μας, στο Φοντάνα Μορόζα. Ξημερώνει 15 Ιουλίου. Σε λίγες μέρες, στις 20 Ιουλίου θα γινόταν ο γάμος του νονού του γιού μου, η νονά του ήταν πρώτη μου ξαδέρφη, ζούσαν κοντά στο δικό μας σπίτι. Εκείνη τη Δευτέρα, ήρθε η κουμέρα μου η Ντίνα για να καθαρίσουμε το σπίτι, να στολίσουμε και να κρεμάσουμε τις κουρτίνες. Οι καραβιώτισσες ήταν πρώτες στο πλέξιμο και τα λούσα. Είναι πράγματα που δεν τα ξεχνάς. Αρχίσαμε να καθαρίζουμε. Ξαφνικά έρχεται ο πατέρας μου κλαίγοντας, κρατώντας ένα ραδιοφωνάκι. Βγείτε έξω, έγινε πραξικόπημα, σκότωσαν το Μακάριο, μας φώναξε. Αμέσως ο άντρας της ξαδέρφης μου, που ήταν του εφεδρικού, έπιασε την γυναίκα του και την κουνιάδα του, και τις επήρε στον Καραβά. Μόλις πήγαν, και αυτόν και τον κουνιάδο του τους έπιασαν οι πραξικοπιματίες και τους έκλεισαν στο κάστρο της Κερύνειας. Ο άντρας μου όμως τη Δευτέρα το πρωί, σηκώθηκε για να πάει δουλειά, στη Λευκωσία. Τα λεωφορεία τα ανέκοψαν στο Γερόλακκο και δεν τους άφησαν να προχωρήσουν. Όταν ενύχτωσε, τους άφησαν να επιστρέψουν πίσω. Και πλέον δεν μπόρεσε να πάει δουλειά. Τη Δευτέρα και την Τρίτη εμείς βλέπαμε πραξικοπιματίες να γυρίζουν έξω από τα σπίτια μας. Στον άντρα μου είπαν να προσέχει να μη βγαίνει έξω γιατί θα καθαρίσουν αυτούς που ήταν στο κάστρο και θα έρθει η σειρά μας. Το Σάββατο, ο άντρας μου ήθελε να πάει να δώσει νερό και τσιγάρα του κουμπάρου του.  Από τις 15 Ιουλίου άρχισαν οι φωτιές και από την Κερύνεια προχωρούσαν προς τον Πενταδάκτυλο. Οι Τούρκοι ήταν έξω και τους καθοδηγούσαν».



Εκρήξεις

«Στις 20 του Ιούλη το πρωί, ακούσαμε εκρήξεις. Άνοιξα το παράθυρο που έβλεπε προς την Κερύνεια. Είδα μαύρο καπνό από μακριά. Ο άντρας μου, μου φώναξε να πιάσω τα μωρά και να βγούμε έξω γιατί ήρθαν οι Τούρκοι. Ολο τα βράδυ άκουγε από το bbc ότι τουρκικά πλοία από τη Μερσίνα έρχονταν προς την Κύπρο. Πήραμε μαζι μας λίγα πράγματα και φωνάξαμε στη μικρή αδερφή μας να βγει έξω. Πήγαμε και κρυφτήκαμε κάτω από τις λεμονιές. Δεν ξέραμε που να πάμε να γλιτώσουμε, ούτε ξέραμε τι γινόταν, ούτε μας έλεγε κανένας. Μετά ακούσαμε από το ραδιόφωνο ότι οι έφεδροι έπρεπε να καταταχτούν στις μονάδες τους. Ο άντρας μου και ο γαμπρός μου, ήθελαν να πάνε να καταταχτούν. Δεν άργησαν να γυρίσουν πίσω μαζί με άλλους στρατιώτες. Γιατί τους αφήσατε να φύγουν, μας είπαν, δεν είχαν όπλα να μας δώσουν, οι στρατιώτες είναι όλοι νεκροί. Προχωρήσαμε προς τα κάτω. Ότι και να σας περιγράψω είναι λίγο. Έψαχνε η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα. Μάρτυρας η Ελένη η ξαδέρφη μου, καίγονταν τα πόδια από φωτιές, ένα μωρό που έχασε τους γονείς του, ο Γίαννης ο Κοζάκος, ήρθε μαζί μας. Ο σύγαμπρος της Ελένης έκλαιγε με τρία μωρά, και έψαχνε τη γυναίκα και την πεθερά του. Κόσμος έκλαιγε και έτρεχε, στρατιώτες έρχονταν, τους δίναμε νερό και έφευγαν και μεις, 48 άτομα μαζευτήκαμε κάτω από τα λεμονόδεντρα. Το μεσημέρι άρχισαν να βγαίνουν έξω οι Τούρκοι, οι σφαίρες έπεφταν αδιάκοπα, και τότε ο πατέρας της Ελένης, είπε ότι έπρεπε να πάμε να κρυφτούμε σε ένα μέρος για να γλιτώσουμε από τις αδέσποτες σφαίρες. Μπήκαμε στο στάβλο του πατέρα μου που ήταν εκεί κοντά. Οι δυο αδερφές μου όμως, η Μάρω και η Γιαννούλα, αποφάσισαν να πάνε να κρυφτούν στα βουνά του Πενταδακτύλου. Έπιασαν το αυτοκίνητο και προχώρησαν. Εμείς τις βλέπαμε και τα αεροπλάνο από πάνω να ρίχνει σφαίρες. Ο γαμπρός μου έβγαλε το αυτοκίνητο σε έναν αγροτικό δρόμο. Κατάφεραν να κρυφτούν και να γλιτώσουν χωρίς να τραυματιστούν. Κατάφεραν να κατεβούν στον ποταμό μέσα από θάμνους και πανύψηλους βάτους. Ο μικρός μου ο γαμπρός, ο Φοίβος, τύλιξε το βρέφος με το πάπλωμα, και το έβαζε μπροστά για να ανοίγει το δρόμο. Και βγήκαν στον Άγιο Νικόλαο, μέσα στον ποταμό. Εκεί άκουσαν φωνές, στα ελληνικά που τους έλεγαν να παραδοθούν. Βγήκαν πάνω, και τους ρώτησαν στα ελληνικά, που είναι τα σπίτια τους. Τους είπαν να μη φοβούνται, ότι η Κύπρος είναι τουρκική και να πάνε στα σπίτια τους. Τους διέταξαν να τους οδηγήσουν στα σπίτια τους.  Οι αδερφές μου, ήρθαν μετά και μας βρήκαν στο στάβλο. 50 άτομα περάσαμε εκείνη τη νύχτα στο στάβλο. Δεν μπορώ να περιγράψω τι έγινε εκείνη τη νύχτα. Ημασταν διψασμένοι, δε θα ξεχάσω τον πόνο του πατέρα μου, που κατά λάθος πήρε το μπουκάλι από το σπίρτο, νομιζόμενος ότι ήταν νερό. Τότε ήρθε η Μαρούλα, που την  έψαχνε ο άντρας   της. Παρακαλούσε τον αδερφό της τον Βασίλη, τον άντρα της Ελένης να βγουν να ψάξουν το άντρα και τα μωρά της. Είχε νυχτώσει, ο Βασίλης της είπε να περιμένουν να ξημερώσει. Όταν ξημέρωσε ο άντρας μου σκέφτηκε να πάει να φέρει γάλα και νερό για τα μωρά. Ήξερε ότι θα τον ακολουθούσα και μου είπε να τον περιμένω εκεί. Ένα αεροπλάνο, πετούσε χαμηλά και μου φώναζε να προσέχω και επέστρεψα στο στάβλο. Σε λίγο ήρθε ο άντρας μου με ένα βάζο αδειο. Με τράβηξε έξω για να μην μας ακούσουν οι άλλοι και πανικοβληθούν. Ένας στρατιώτης ήταν πληγωμένος μέσα στον φούρνο μας. Πήγαμε να τον βοηθήσουμε, ήταν πληγωμένος. Ήταν εκεί όλο το βράδυ δε φώναζε όμως για βοήθεια γιατί δεν ήξερε αν ήμασταν Έλληνες. Πήρε θάρρος όταν μας άκουσε να μιλούμε. Έτρεμε, προσπάθησα να τον ηρεμήσω. Ο άντρας μου του έπλυνε τις πληγές, του τις έδεσε, του έδωσε πολιτικά ρούχα να φορέσει. Ο πατέρας μου πήρε τα στρατιωτικά τα ρούχα και το όπλο και τα έκρυψε, μήπως μας βρούν και ανακαλύψουν ότι είχαμε μαζί μας στρατιώτη. Ο νεαρός, ρώτησε που είναι τα ρούχα του. Και λέει στον πατέρα μου: Ακου να σου πω παππού, μέσα στα ρούχα μου είναι το φύλλο πορείας και θα με γυρέψουν, πρέπει να τα παρουσιάσω. Του τα έφερε ο πατέρας μου. Τα πήρα και του είπα ότι δεν θα του τα αφήσω, γιατί αν μας έβρισκαν θα μας κακοποιούσαν. Τα έκρυψα κάτω από μια πέτρα και του είπα ότι όταν θα τέλειωνε το κακό θα του το έδινα".



Πράγματα που δε λέγονται…

«Τότε ήρθε η μητέρα της Μαρούλας, και της είπε να πάνε να βρουν τον άντρα της και τα μωρά της. Της έλεγα να μείνουν κοντά μας. Ξεκίνησαν να πάνε. Τις έβλεπα από το παραθυράκι του μπάνιου μας. Πιο πάνω ήταν το σπίτι που στολίζαμε για τον γάμο. Εκεί ήταν κρυμμένοι Τούρκοι και τις άρπαξαν. Ακόμα ακούω τις φωνές τους και τα ουρλιαχτά τους. Η κοπέλα ήταν πολύ όμορφη, 29 χρονών... Επέστρεψα στους άλλους και τους είπα τι έγινε. Καθόμασταν 5-6 άτομα, και τότε ήρθε ένας Τούρκος έξω από το σπίτι μου κρατώντας χειροβομβίδα. Πέρασε από μπροστά και μας έκανε νόημα. Δεν πέρασαν πέντε λεπτά και άρχισαν να πέφτουν όλμοι γύρω από το σπίτι μας. Ήταν μεγάλο κακό. Μπήκαμε κάτω από τον δοκό του σπιτιού και προσευχόμασταν να σωθούμε. Ρώτησα τον στρατιώτη από πού ήταν. Μου είπε πως ήταν από ένα χωριό του Τροόδους. Τους μάζεψαν και τους επήραν σε ένα στρατόπεδο. Εκεί διάλεξαν τους Μακαριακούς, τους έβαλαν σε τρια λεωφορεία και τους μετέφεραν και τους άφησαν πιο κάτω από το σπίτι μας. Εκεί, όπως μου είπε, έφυγαν οι αξιωματικοί, και τους έστησαν ενέδρα οι Τούρκοι. Ηταν όλοι νεκροί κάτω από τις ελιές. Εκείνος, προσποιήθηκε το νεκρό και όταν νύχτωσε, μπήκε ήρθε στο σπίτι μας. Ήταν ο Χριστόφορος Γιατρού από τον Άη Γιάννη του Αγρού. Ήταν δεκανέας. Όταν ηρέμησαν κάπως τα πράγματα, κατεβήκαμε ένας-ένας στο υπόγειο.  Έγινε 5.20 το απόγευμα. Έξω πανδαιμόνιο, πόλεμος. Ήμασταν περικυκλωμένοι. Οι γυναίκες λέγαμε να παραδοθούμε, οι άντρες έλεγαν όχι. Έπρεπε να παραδοθούμε, η ηρωίδα μας, η Ελένη έδεσε ένα άσπρο πανί πάνω σε ένα καλάμι, το έβγαλε από την τρύπα του στάβλου και φώναζε στα αγγλικά να μην μας πυροβολήσουν, ότι ήμασταν άοπλοι. Τότε οι  στρατιώτες έριξαν κάτω την πόρτα του στάβλου, και μας διέταξαν έναν-έναν να βγούμε από το στάβλο. Αυτοί δεν ήταν Τούρκοι, ήταν ξανθοί και ψηλοί». 

*Η ξαδέλφη της Χαρίτας, Μάντολες, Ελένη



"Έπλεναν τις ππάλες με τα αίματα"...

«Ημασταν όλοι με τα μωρά στις αγκαλιές. Μας έκαναν τα βάσανα του Ιησού Χριστού, έδερναν τους άντρες, τους ποδοπατούσαν, τους έσκιζαν τα ρούχα, κατάστρεφαν τα σπίτια. Μαζεύονταν πολλοί Τούρκοι γύρω μας, γέμισε ο τόπος ματωμένα ρούχα, σεντόνια, ματωμένες ππάλες που τις έπλεναν μπροστά μας... Ξαφνικά έφεραν κοντά μας μια Εγγλέζα. Έτρεχαν αίματα από τα πόδια της. Η Ελένη τη ρώτησε τι έγινε και της είπε: Ο πόλεμος αυτά έχει. Την είχαν κακοποιήσει πολλές φορές οι Τούρκοι.Τον άντρα της όπως είπε, τον είχαν πυροβολήσει, αλλά δεν ήταν νεκρός έλεγε. Έτσι ήταν. Τον Εγγλέζο τον φυγάδευσαν και αυτήν δεν την κράτησαν κοντά μας». «Από κει μας είπαν πως θα μας έπαιρναν αιχμαλώτους. Πέρασα από το σπίτι μου, τους ζήτησα να πάω να πιάσω ρούχα των μωρών, νερό και γάλατα. Με άφησαν. Το σπίτι μου ήταν κατεστραμμένο, πυροβόλησαν το εικόνισμα της Παναγίας που είχα στο δωμάτιο μου και έπεσε. Πήραμε μια κατσαρόλα, μακαρόνια, λίγο ρύζι ότι μπορούσαμε. Οι Τούρκοι μας περίμεναν. Μας έσπρωχναν με τα όπλα τους να φτάσουμε τους άλλους. Εγώ κρατούσα την κόρη μου και ο άντρας μου το μικρό. Ολοι κρατούσαν τα μωρά τους. Ανηφορίζαμε το δρόμο της Ελιάς. Σε κάποια φάση με εγκατέλειπαν οι δυνάμεις μας. Τότε ο Χριστάκης ο Κοντεμενιότης έπιασε για λίγο την Ειρήνη και με βοήθησε. Δεν ξεχνώ. Σε έναν δρόμο αγροτικό, οι Τούρκοι μας έβαλαν να κάτσουμε κάτω από την ελιά. Μας είπαν ότι θα έρθει ο αξιωματικός για να δώσει διαταγή, τι θα μας έκαναν. Ημασταν στους πρόποδες του Πενταδακτύλου και εκεί ήταν ένα ερειπωμένο ξωκκλήσι του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Γονατίσαμε και παρακαλέσαμε να γλιτώσουμε. Οι Τούρκοι είχαν στήσει γύρω μας τα όπλα και περνούσαν πάνω μας τα αεροπλάνα. Ήρθε ο Τούρκος αξιωματικός. Ζήτησε να μάθει ποιος μιλά τουρκικά. Είχαμε μια κοπέλα από την Άχνα. Ζούσε σε μεικτό χωριό η Αναστασία, ήταν νοσοκόμα και ήξερε τουρκικά. Σηκώθηκε. Τους ζήτησε να σεβαστούν το ότι ήμασταν άοπλοι. Εγώ από ότι κατάλαβα με το νόημα που έκανε ότι θα μας σκότωναν όλους. Από αυτά που έλεγε ο Τούρκος, κατάλαβα ότι είπε κάτι για τα Κόκκινα. Η Αναστασία του έλεγε ότι ήταν ψέμματα πως μπήκαν Κύπριοι στρατιώτες μπήκαν στα Κόκκινα. 'Το 74 δεν μπήκαν Τούρκοι στα Κόκκινα. Έδωσε εντολή και έφυγε. Οι στρατιώτες μας διέταξαν να σηκωθούμε και να περπατήσουμε δύο-δύο στη γραμμή. Με κλωτσιές και κτυπήματα από τα κοντάκια των όπλων, κρατώντας την κόρη μου στην αγκαλιά».



"Ππέσε κάτω και κάνε τη νεκρή" 

«Την ώρα που προσπαθούσα να βρω τον άντρα μου για να κάνουμε δυάδα, δεν θα ξεχάσω ποτέ: Ένιωθα δίπλα μου ον τούρκο να πυροβολεί και δεν είχα τη δύναμη να κοιτάξω. Πυροβολούσαν τον ψηλό άντρα, έπεφτε κάτω και γω να τον βλέπω να προσπαθεί να σηκωθεί. Τρεις φορές έπιασε σφικτά την ελιά για να σηκωθεί. Τον πυροβόλησαν πολλές φορές και σωριάστηκε κάτω. Εκείνη την ώρα θυμήθηκα τα λόγια του άντρα μου: Αν δεις να πυροβολούν πέσε κάτω και κάνε τη νεκρή. Ενώ έσφιγγα την κόρη μου, έμεινα κάτω. Όπως ήμουν κάτω άκουγα πυροβολισμούς. Μετά από λίγο μας κλωτσούσαν να δουν αν είμαστε ζωντανοί. Ένιωσα που με κλωτσούσαν και διερωτόμουν αν ήμουν ζωντανή. Κοίταξα το μωρό μου. Νόμισα ότι το έπνιξα από το πολύ που την έσφιγγα. Δεν είμαι πελλή. Έτσι τα εζήσαμε. Μόλις είδα το μωρό μου ότι ήταν ζωντανό, δεν πίστευα ότι ζούσα. Πήρα δύναμη και σηκώθηκα πάνω. Άρχισα να φωνάζω για τον άντρα μου. Ήταν μπροστά μου μπρούμυτα, ο στρατιώτης που φορούσε τα ρούχα του δίπλα,12 άνθρωποι όλοι κάτω. Προσπάθησα να πιάσω το πόδι του. Οι Τούρκοι με κτυπούσαν. Τραβούσαν τις καδένες μας, τους σταυρούς, τα ρολόγια να τα βγάλουν. Πάλι προσπαθούσα να τον πλησιάσω να δω αν προσποιείτο και κεινος τον νεκρό, όπως μου είπε. Τρεις φορές προσπάθησα να αγγίξω τον άντρα μου και δε με άφησαν. Γύρεψα το μωρό μου. Ήταν κοντά στον παπά του. Ήταν πληγωμένο και είχε πάθει σοκ. Άρχισα να φωνάζω να με αφήσουν να πιάσω το μωρό μου. Η κόρη της Ελένης ήταν 4 ετών και θυμάται.  Τότε, ο Τούρκος, έπιασε το μωρό και μου το πέταξε. Γι’ αυτό μια ζωή φωνάζω, πρέπει να διεκδικούμε, αν δεν διεκδικούσαμε, δεν θα είχα το γιό μου, θα ήταν αγνοούμενος. Ακόμα δυο κοριτσάκια τα πήραμε, το μωρό της Ελένης που το κρατούσε ο αδερφός της, και ακόμα ένα κοριτσάκι, και τα δύο ήταν πληγωμένα. Έτρεξα να πιάσω το μωρό. Έτρεξε μια κοπέλα να με βοηθήσει και έπιασε το μωρό και το έσφιξε στην αγκαλιά. Ο Τούρκος της το άρπαξε και το πέταξε. Την έσκισε τα ρούχα και τη βίασε. Μας έσπρωχναν να φύγουμε. Τους φωνάζαμε να μας σκοτώσουν και μας, θέλαμε να αγγίξουμε τους ανθρώπους μας να δούμε αν ήταν νεκροί. Κανέναν δεν άφησαν. Δώδεκα ανθρώπους σκότωσαν εκεί».



Στο άγνωστο

"Μας έδιωξαν από εκεί. Πιο κάτω μας περικύκλωσαν ξανά. Τραβούσαν τα κορίτσια, 16-17 χρονών… Ο Τούρκος της κουφάλας, τις έσπρωχνε προς το μέρος μας και μας έδιωχνε να φύγουμε.  Όλους μας πήραν τα χρυσαφικά, τα ρολόγια μας. Μια γυναίκας δεν της είχαν πάρει το ρολόι. Το έβγαλε και μου το έδωσε να του το δώσω. Ξέρει την δική μας περίπτωση. Τον καλώ χρόνια αν είναι ζωντανός να έρθει να μιλήσουμε γιατί προσεύχομαι γι’ αυτόν, να τον έχει καλά ο Θεός. Αν δεν  ήταν αυτός δε θα γλιτώναμε τα τρία μωρά. Φύγαμε, περάσαμε από ένα περιβόλι. Κλαίγαμε. Μας άκουσε ο Βασίλης που ήταν μακριά με  τα μωρά της αδερφής μου και με μωρό του. Ήρθε και συναντηθήκαμε. Δε θα ξεχάσω. Της λέει, της Ελένης πιάσε το μωρό γιατί πρέπει να ζήσει. Η Γιαννούλα του είπε να κρυφτεί μέσα σε λάκκο. Εμείς πήγαμε και μπήκαμε στους στάβλους, πίσω από το σπίτι της Ελένης. Σε άλλο σημείο κρύψαμε τις κορούδες και σε άλλο ήμασταν εμείς με τα μωρά. Έκλαιγαν. Τους βάζαμε βαμβάκι στα αυτιά και στο στόμα για να μην κλαινε και να μην ακούν τι γινόταν έξω. Το βρέφος της αδερφής δε σταματούσα να κλαίει. Πνίξε το της έλεγαν, οι άλλες οι γυναίκες. Δε μπορώ τους έλεγε!. Την νύχτα άκουγες τους στρατιώτες να περνούν. Νέκρα μέσα στο στάβλο. Προσπαθήσαμε να φύγουμε, αλλά δεν τα καταφέραμε. Είδαμε τανκς. Η Ελένη είπε ότι έπρεπε να πάμε πίσω. Επιστρέψαμε στο στάβλο. Ξημέρωσε η άλλη μέρα και ξανανύχτωσε. Δεν ξέραμε τι θα κάναμε. Κάποιες είπαμε να πάμε να ππέσουμε στη θάλασσα, χέρι – χέρι. Η ξαδέρφη μου η Ελένη, μας σταμάτησε. Την άλλη μέρα, είδαμε από τις τρύπες του στάβλου δυο στρατιώτες. Φορούσαν κοντά παντελόνια και κρατούσαν μαρτίνια. Διερωτόμασταν ποιοι ήταν. Συμφωνήσαμε να βγει η νονά μου έξω. Τη ρώτησαν τι έκανε εκεί. Η νονά μου τους είπε ότι πέρασαν Τούρκοι από εκεί. Αυτοί δεν είχαν δει κανέναν. Κατά λάθος είχαν έρθει εκεί. Τους είπε ότι είχε κι άλλες γυναίκες μέσα στο στάβλο. Εμείς είχαμε βάλει ένα κρεβάτι μπροστά στην πόρτα του στάβλου. Γέμισε σφαίρες. Αυτό μας εγλίτωσε.Από εκεί που μας βρήκαν οι στρατιώτες ειδοποίησαν τα Ηνωμένα Έθνη"...

Και από εκεί συνεχίζεται ο αγώνας στην προσφυγιά...
ΠΗΓΗ - Ant1Iwo

ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΤΟΥ 1940



site analysis


.
.
Ἑλληνίδες στὴν μάχη τῆς Κρήτης
Ἑλληνίδες στὴν μάχη τῆς Κρήτης
.
.

Οἱ Ἑλληνίδες τοῦ Σαράντα

Σκαρφάλωναν ψηλότερα πρὸς τὴν Ἱστορία

 .
.
Ανχη (ΠΖ) ΙΩΑΝΝΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ
.
«Μεσολογγίτισσες, Σουλιώτισσες,
στεριᾶς’ καὶ θάλασσας
Ἑλληνοπούλες·
ἀνασκιρτῆστε σήμερα
καὶ μπᾶτε στὸ χορὸ!
καὶ δῶστε τὸ μαντήλι
σὲ κεῖνες ποὺ προβαίνουν
γυναῖκες τῆς τιμῆς!
Ὅμοιές σας πάντα!
Οἱ Ἑλληνοποῦλες εἶναι τοῦ Σαράντα
κι ἀκολουθοῦμε μεῖς!»

Α. ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ
Τὸ ἔπος τοῦ Σαράντα, τὸ θαῦμα τῶν θαυμάτων τῆς φυλῆς μας, ζεῖ πάνω καὶ πέρα ἀπό τὸν χρόνο. Αἰώνιο σύμβολο ψυχικοῦ μεγαλείου ἑνός μοναδικοῦ λαοῦ, διδάσκει, ἐμπνέει, καθοδηγεῖ, βεβαιώνοντας γιὰ ἄλλη μία φορὰ πὼς ὁ ἄλκιμος Ἑλληνισμός, ἀποτελεῖ στὴ διαδοχὴ τῶν αἰώνων, μία ἀδιάκοπη συνέχεια.
Μέσα στὴν ἀτμόσφαιρά του – ἀτμόσφαιρα ἰδεαλισμοῦ, σὲ σύνθεση ἀπόλυτης καὶ ὁλοκληρωμένης ἀρετῆς -μεγαλούργησε ὁ φαντάρος μας, ἀληθινός σταυραϊτὸς τῆς λευτεριᾶς. Ἀλλά καὶ ἡ συμμετοχὴ τῆς Ἑλληνίδας στὸ ἔπος τοῦ Σαράντα, ἔγινε θρῦλος.
Ὀρθόστηθες, λαμπρὲς, ἡρωϊκές, μαρτυρικὲς οἱ Ἑλληνίδες τοῦ Σαράντα, πλάϊ στοὺς φαντάρους μας, ποὺ ἀνάστησαν τὴν Πατρίδα τῶν θαυμάτων, κράτησαν τὸ πρῶτο μέρος στὸ ἔργο ποὺ λέγεται «Ἀγώνας γιὰ ζωὴ καὶ θάνατο». Ποτὲ καὶ σὲ καμμία ἄλλη ἄκρη τῆς γῆς, γυναῖκες δὲν στάθηκαν τόσο γενναῖα νὰ πολεμήσουν τὸν θάνατο. Ἀνάστησαν ἔτσι γιὰ ἄλλη μία φορὰ τὸν θρῦλο καὶ τὸ ἔπος τοῦ 1821. Πρόσθεσαν ἄλλη μία μετώπη ἐπικῶν παραστάσεων στὸν Παρθενῶνα τοῦ ἀκατάλυτου χρόνου.
ΜΑΝΑ ΚΑΙ ΓΙΟΣἩ Ἑλληνίδα τοῦ «40» μάνα, σύζυγος, θυγατέρα κι ἀδελφή, προσδιόρισε γιὰ τὸν Ἕλληνα μαχητὴ, τὸ ψυχικὸ στρατηγεῖο του, τὸ στρατηγεῖο τοῦ Ἔθνους· τὴν Παναγιᾶ τῆς Τήνου, τὴν Μεγαλόχαρη. «Ὑπενθύμιζε κάθε στιγμὴ, μὲ κάθε τρόπο στοὺς Ἕλληνες μαχητὲς ὅτι ὁ ἐχθρός εἶχε βεβηλώσῃ τὴν γιορτὴ τῆς Παναγίας στὴν Τῆνο, βυθίζοντας τὴν «Ἕλλη». Καὶ τὸν ἐφοδίαζε μὲ τὸ εἰκονισματάκι τῆς Παναγιᾶς γιὰ νὰ τὸν φυλάῃ ἀπό τὰ ἐχθρικά βόλια. Στὸν χαιρετισμὸ: «ἔχε γειᾶ μάννα», ἀπαντοῦσε: «Στὸ καλὸ γιὲ μου, μὲ τὴν εὐχή τῆς Παναγιᾶς καὶ τὴν νίκη». Καὶ στὰ γεμάτα ἀγάπη γράμματά της, τὸ ἐπαναλάμβανε: «Εὔχομαι στὴν Παναγιᾶ νὰ σὲ γλυτώσῃ ἀπό κάθε κακὸ καὶ νὰ σὲ φέρῃ κοντὰ μου σιδερένιο». Ἡ βαθιὰ πίστη στὴν Παναγιᾶ καὶ τὸ δίκαιο τοῦ ἀγώνα, πυρπολοῦσε τὶς καρδιὲς τῶν φαντάρων μας, ὅταν σὰν ἡμίθεοι ὁρμοῦσαν νὰ κατακτήσουν ἀπάτητες κορφὲς στὰ χιονισμένα βουνὰ τῆς Ἠπείρου.
Γιγάντωσε τὴν ψυχὴ τῆς Ἠπειρώτισσας, ὅταν δρασκέλιζε βουνοπλαγιὲς γιὰ ν’ ἀνεβάσῃ ὅπλα καὶ φαγητὸ τοῦ πολεμιστὴ στὰ κακοτράχαλα βουνὰ τῆς Ἠπείρου, σὰν σύγχρονη Ἀμαζόνα.
Καὶ ὁδηγοῦσε ἔτσι ἕνα λαὸ καὶ πάλι στὴν μεγάλη λεωφόρο τῆς ἀθανασίας.
Καταθλιπτικὲς ἦταν οἱ πρῶτες μέρες τοῦ πολέμου. Γεμάτες ἀγωνία, ὁδύνη, ἀλλά καὶ μεγαλεῖο ἀνεπανάληπτο. Ὄχι τόσο γιὰ τὸν λαὸ, ποὺ ζοῦσε σ’ ἕνα παραλήρημα χαρᾶς, σὲ μία ἀποθέωση πατριωτικῆς ἐξάρσεως.
Ἡ τότε πολιτικὴ καὶ στρατιωτικὴ ἡγεσία, τὶς δύο πρῶτες ἑβδομάδες, μέχρι νὰ φανοῦν τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἐπιστρατεύσεως, ζοῦσε σὲ μία δικαιολογημένη ἀγωνία. Ὅταν ὅμως ὅλα πῆγαν καλὰ κι ὁ παλμὸς τοῦ Ἔθνους ἔγινε κανονικὸς, Ἕλληνες καὶ Ἑλληνίδες ἄρχισαν νὰ ἁμιλλῶνται σὲ κατορθώματα. Οἱ Ἑλληνίδες σὰν τὶς ἀρχαῖες Σπαρτιάτισσες, ἄφησαν νὰ φανερωθοῦν πανίσχυρες οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς τους «Νὰ μὴν γυρίσετε ἄν δὲν ρίξετε τὸν ἀντίχριστο στὴν θάλασσα» ἦταν τὸ κατευόδιο στὰ παλικάρια ποὺ «μεθυσμένα ἀπ’ τὸ κρασὶ τοῦ ‘21» ξεκινοῦσαν γιὰ τὸ μέτωπο.
Ἀλλά ἡ πληθωρικὴ δραστηριότητα τῶν γυναικῶν τοῦ «40», δὲν ἦταν ποτὲ δυνατὸν νὰ σταματάῃ στὰ εὐχολόγια. Ἀγωνίστηκαν νὰ σώσουν τὰ Ἑλληνόπουλα καὶ τοὺς γέροντες ἀπό τοὺς βομβαρδισμοὺς τοῦ ἱταμοῦ ἐπιδρομέα. Ἔκαναν παντοῦ ἔγκαιρη τὴν παρουσία τους.
Ἡ Ἑλλάδα δἐν εἶναι μόνο πνεῦμα, ἀλλά καὶ δόρυ, ἔγραφε ὁ Ἑλληνολάτρης ποιητὴς μας, Κωστῆς Παλαμᾶς. Οἱ Ἑλληνίδες τοῦ «40», εἶχαν βαθιὰ ἐπίγνωση τῆς ἀποστολῆς τους. Οἱ, Ἄλκης Θρῦλος, Λιλίκα Νάκου, Τατιάνα Σταύρου, Πηνελόπη Δέλτα, Λιλή Ἰακωβίδη, συμμετεῖχαν στὴν πνευματικὴ ἐπιστράτευση ἀπό τὴν πρώτη μέρα τοῦ πολέμου. Ὑπέγραψαν μαζὶ μὲ τοὺς Ἕλληνες συγγραφεῖς, διαμαρτυρίες, μανιφέστα, ἔκαναν ἐκκλήσεις, ἀπευθυνόμενες στοὺς ἀνθρώπους τοῦ πνεύματος, ζητώντας τὴν βοήθεια ἄλλων λαῶν, ἤ ἔκαναν τὸν στίχο πολεμικὸ σάλπισμα, καὶ τὸν πεζὸ λόγο κήρυγμα ἐθνικό, γιὰ κάθε Ἕλληνα σ’ ὅλες τὶς γωνιὲς τῆς χώρας μας.
Παράλληλα, ἡ ἁπλή Ἑλληνίδα τοῦ «40», ζῶντας κι αὐτή πάνω ἀπό τὶς περιστάσεις, στὶς πόλεις, ἐργάστηκε μἐ μοναδικὴ προθυμία καὶ δόθηκε ὁλόψυχα στὸ σύνθημα «πλέκετε νύχτα-μέρα» γιὰ τὴν πραγματοποίηση τοῦ Ἐράνου «Ἡ Φανέλα τοῦ Στρατιώτη».
Οἱ νέες τῆς Κύπρου, συμπαραστάθηκαν συγκινητικὰ, στέλνοντας καὶ τὰ προικιὰ τους ἀκόμα, γιὰ νὰ γίνουν ἐπίδεσμοι καὶ νὰ καλύψουν τὶς ἀνάγκες τῶν νοσοκομείων…..
 .
.
.
Διαβᾶστε ὁλόκληρο τὸ ἄρθρο γιὰ τὴν προσφορὰ τῆς Ἑλληνίδος στὸ : www.e-istoria.com
.

ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΤΟΥ ΗΡΩΑ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ΜΗΤΕΡΕΣ



site analysis

makrigiannis-1119121 Σε μια συντροφιά από μητέρες, που ενδιαφέρονται για το φυσικό τρόπο ανατροφής των παιδιών τους, αναφέρθηκε ο λόγος του ήρωα Μακρυγιάννη, ότι ο ίδιος θήλασε για τέσσερα χρόνια. Ο λόγος αυτός προκαλεί εντύπωση τη σημερινή εποχή όπου ο θηλασμός, αλλά και γενικά η φυσικός τοκετός  και ο φυσικός τρόπος ανατροφής των παιδιών έχουν παραμεληθεί, λόγω του σύγχρονου, αφύσικου τρόπου ζωής.
Αναζήτησα λοιπόν, μέσα στα απομνημονεύματα του ήρωα τη συγκεκριμένη πληροφορία και ,με αρκετό κόπο ,την εντόπισα. 
***Η περιπετειώδης γέννηση  του ήρωα
Είναι συγκλονιστική, μέσα στην απλότητα που είναι δοσμένη, η περιγραφή της γέννησης του Μακρυγιάννη. Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε μια ετοιμόγεννη, μια έγκυο στις μέρες της, να ξεκινάει να μαζέψει ξύλα από το βουνό, γιατί ήταν απαραίτητα για το σπίτι. Φορτωμένη με τα ξύλα, στην ερημιά, την έπιασαν οι πόνοι της γέννας. «Μόνη της η καημένη και αποσταμένη» γέννησε, ξελεχώνεψε, φορτώθηκε λίγα ξύλα, τύλιξε με χόρτα το νεογέννητο, το φορτώθηκε και αυτό και επέστρεψε στο χωριό. Τι δύναμη, τι ψυχή έκρυβε μέσα της αυτή η γυναίκα! Και αν δεχτούμε την άποψη της σύγχρονης επιστήμης ότι  ο τοκετός σηματοδοτεί ολόκληρη τη ζωή του ανθρώπου, κατανοούμε πως αυτό το παιδί πήρε όλη την παλληκαριά της μάνας του…
(Πόσο πιο φυσικά ξεκινούσε τότε η ζωή και πόσο έχουν περιπλακεί σήμερα τα πράγματα σχετικά με τη γέννηση των παιδιών…)
imagesCAOMKYAD***Μητρικός θηλασμός
Ήταν  μικρός ο ήρωας όταν ορφάνεψε, αφού οι Τούρκοι σκότωσαν τον πατέρα του.  Η μάνα του, μαζί με άλλους συγγενείς που γλύτωσαν από την κακία των Τούρκων, αποφάσισαν να φύγουν από το χωριό και να πάνε στη Λεβαδειά, για να γλυτώσουν. Δεκαοχτώ μερόνυχτα κρυβόταν μέσα στα δάση, τρώγοντας αγριοβελάνιδα και «εγώ εβύζαινα και έτρωγα από αυτό το γάλα». Έτσι επιβίωσε, μικρό παιδί , μέσα στα δάση. Με το γάλα της μάνας του, που παρ’ όλη την ταλαιπωρία και τις στερήσεις, ήταν αρκετό για να τον κρατήσει στη ζωή.
(Εμείς τώρα, οι σημερινές μάνες, δικαιολογούμαστε να λέμε ότι δεν έχουμε γάλα και γι αυτό δεν θηλάζουμε τα παιδιά μας;)
Το στήθος της μάνας του τον έσωσε πάλι όταν έπρεπε να περάσουν το γεφύρι του χωριού, που το φύλαγαν οι Τούρκοι. Είχαν αποφασίσει να αφήσουν το μωρό στο δάσος, μήπως κλάψει και τους προδώσει. Η μάνα όμως δεν άντεξε να αφήσει το σπλάχνο της. Διακινδυνεύοντας τη ζωή της, τους είπε να περάσουν πρώτα εκείνοι, και μετά να περάσει και εκείνη. Τύφλωσε ο Θεός τους Τούρκους και πέρασαν οι άνθρωποι. Έπειτα έβαλε  το μωρό στο στήθος να θηλάζει, μην τυχόν και κλάψει και ακουστεί καθώς περνούν, και πέρασαν και εκείνοι το γεφύρι και γλύτωσαν… «Η μητέρα μου και ο Θεός μας έσωσε» , καταλήγει ο ήρωας. Τι γενναία, τι ριψοκίνδυνη μάνα! Πώς να μην έδινε τέτοιο μεγάλο άνθρωπο στο Γένος…
Αυτή η μάνα συνέχισε να θηλάζει το στερνοπούλι της για τέσσερα χρόνια. Το χρονικό αυτό διάστημα φαίνεται πολύ μεγάλο για εμάς σήμερα. Ωστόσο, δεν έρχεται καθόλου σε αντίθεση με την άποψη της σύγχρονης επιστήμης. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, συνιστάται ο μητρικός θηλασμός για τουλάχιστον δύο χρόνια. Επιπλέον, δεν υπάρχει ανώτερο όριο ηλικίας για το παιδί που θηλάζει, ούτε συνδέεται ο θηλασμός με οποιεσδήποτε ψυχικές βλάβες.
Ας ακούσουμε το Γ. Παΐσιο να μιλάει για το θέμα του μητρικού θηλασμού «Να θηλάσει το παιδί», επέμενε σε ένα νέο πατέρα. «Το γάλα της μάνας είναι το καλύτερο. Είναι και φάρμακο και δεν αρρωσταίνει το παιδί. Στο χωριό μου τα θήλαζαν τα παιδιά μέχρι πέντε- έξι χρονών. Βλέπεις, τα παιδιά δεν θηλάζουν μόνο γάλα, αλλά θηλάζουν και αγάπη και στοργή και τρυφερότητα και ασφάλεια. Έτσι όταν μεγάλωναν τα παιδιά έπιαναν τους Τσέτες με το ένα χέρι! Ο θηλασμός είναι πολλά πράγματα , δεν είναι μόνο το γάλα.
Η μητέρα να θηλάσει το παιδί της όσο περισσότερο μπορεί. Τρία- τέσσερα χρόνια.» (από το βιβλίο Ο Π. Παΐσιος μου είπε… του Αθ. Ρακοβαλή)
Δυστυχώς, υπάρχει πολύ μεγάλη παραπληροφόρηση και αδιαφορία για αυτό το ευαίσθητο θέμα. Όμως, επειδή πλέον οι σύγχρονοι γονείς έχουμε εύκολη πρόσβαση στη γνώση, είναι μεγάλη και η ευθύνη μας. Και δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο μητρικός θηλασμός είναι αναφαίρετο δικαίωμα για το παιδί, που, μετά το μεγάλο δώρο της γέννησης,  οφείλουμε να του προσφέρουμε.
molitva555materi***Η καλή συνήθεια της προσευχής αποκτάται παιδιόθεν- Η δύναμη της προσευχής του παιδιού
Στο «Σχέδιο αυτοβιογραφίας» αφού περιγράψει ο ήρωας την περιπετειώδη γέννησή του στο βουνό, μας δίνει μια συγκινητική πληροφορία για την κατά Θεόν παιδεία που έλαβε από τους απλοϊκούς, αλλά βαθειά πιστούς και ευλαβείς γονιούς του.
Από πολύ μικρός, διδάχτηκε την καλή συνήθεια της προσευχής. Οι ευλαβείς γονείς του (κυρίως η μητέρα του, αφού πολύ μικρός ορφάνεψε από πατέρα) , για να τον παροτρύνουν να κάνει μετάνοιες, επινόησαν ένα  τέχνασμα-τα περδικόπουλα! « Κάνε μετάνοιες και ο Θεός θα σου στείλει περδικόπουλα», του έλεγαν. Και, αφού έκανε μετάνοιες, του έφερναν εκείνοι περδικόπουλα. Έτσι εδραιώθηκε μέσα του η πίστη, η ελπίδα και η προσμονή προς το Θεό, ο οποίος εκπληρώνει τις αιτήσεις όσων με πίστη προσεύχονται.
Όσα μαθαίνουμε στην τρυφερή ηλικία των πρώτων μας χρόνων, δύσκολα χάνονται.  «Μη φοβάστε τα παιδιά που έχουν πάρει μπογιά. Και να ξεφύγουν λίγο, πάλι θα επιστρέψουν κοντά στο Θεό», έλεγε ο Γ. Παΐσιος. Η προσευχή, αλλά και η νηστεία, ο εκκλησιασμός, η ελεημοσύνη καταγράφονται ανεξίτηλα στις παιδικές ψυχούλες. Ευθύνη των γονέων είναι να μπολιάσουν  μέσα στις ψυχές των παιδιών τους όλες τις ευλογημένες συνήθειες και τα βιώματα της χριστιανικής ζωής. Πρωτίστως με το παράδειγμα, που πείθει όσο δεν μπορούν να πείσουν τα λόγια…
Εκτός από τη γενναιότητα του χαρακτήρα και τη ρωμαλαιότητα του σώματος, η πιστή ψυχή του ήρωα ήταν εκείνη που τον οδήγησε τόσο ψηλά. Χάρη στην βαθειά πίστη του στο Θεό άντεξε όλες τις κακουχίες και τις κακότητες κατά τα χρόνια της Επανάστασης, αλλά και τα ακόλουθα χρόνια της ανασύστασης του ελληνικού Έθνους. Λίγες ψυχές αντέχουν όσα άντεξε και όσα έζησε ο ήρωας. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στους άξιους γονείς του και στη δική του προσπάθεια. Με τις θερμές του προσευχές ελάμβανε την εξ ύψους δύναμη και ενίσχυση, αλλά και το φωτισμό για να μεγαλουργήσει και να οδηγήσει το Έθνος στην ελευθερία…
imagesCAUJF2YR

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ –βασισμένη στους Λόγους του Γ. Παΐσιου



site analysis

Την ημέρα της Υπαπαντής, η Εκκλησιά μας όρισε να τιμάται η μητέρα. Στο πρόσωπο της μητέρας όλων μας της Παναγίας ,σπεύδουμε όλες εμείς οι μητέρες όταν θέλουμε να αντλήσουμε κουράγιο και δύναμη,όταν πελαγοδρομούμε μέσα στη δεινή της σκληρής καθημερινότητας ,όταν συναντούμε άπειρες δυσκολίες με τα παιδιά μας .Και όλες έχουμε δεχτεί πλούσια την ευλογιά και τη Χάρη της και με τη βοήθεια της έχουμε βρει λύσεις στα προβλήματα και τους προβληματισμούς μας.
Ιδιαιτέρα η πολύτεκνη μητέρα ,στην οποία θα επικεντρωθούμε , έχει πολλούς λογούς για να ζητά τις πρεσβείες της.
Κάθε μάνα δίνει τον αγώνα της ,αναλώνεται καθημερινά για χάρη των παιδιών της ,ξεπερνά τον εαυτό της .Κάθε μάνα είναι αξιέπαινη, ανεξάρτητα από τον αριθμό των παιδιών της.Ακόμα και η γυναικά που δεν μπόρεσε να χαρεί τη μητρότητα ,ενώ πολύ το επιθυμούσε .Και εκείνη που ενώ το ήθελε πολύ ,δεν μπόρεσε να χαρεί πολλά παιδιά μέσα στην αγκαλιά της.
Στην περίπτωση όμως μιας πολύτεκνης οικογένειας αυτό που πέρα από τη χαρά πολλαπλασιάζεται   είναι ο κόπος,  έννοια ,η φροντίδα .Όλοι μας έχουμε εμπειρία από το μεγάλωμα των παιδιών .Επομένως ,ακόμα και αν δεν έχουμε εμπειρία πολυτεκνίας μπορούμε εύκολα να αναλογιστούμε πώς είναι όταν οι φροντίδες γίνονται πολλαπλές.To κάθε παιδί έχει τις δικές του ανάγκες. Τα μικρότερα ζητούν αμέριστη την προσοχή ενώ και όσα μεγαλώνουν, απαιτούν και αυτά το ενδιαφέρον της μητέρας. Γιατί τα παιδιά μπορεί να είναι πολλά, αλλά θέλει να βοηθήσει το καθένα να είναι επιμελής στα μαθήματα, αλλά και να δραστηριοποιηθεί και πέρα από το σχολικό πρόγραμμα. Ταυτόχρονα να μην χάνει την ευκαιρία να  νουθετεί το καθένα προσωπικά, να του δείξει στοργή και ενδιαφέρον. Να μελετά τον κάθε χαρακτήρα ξεχωριστά, ιδιαίτερα καθώς μεγαλώνουν και αλλάζουν οι ανάγκες και τα ενδιαφέροντα.
Και όσο μεγαλώνουν τα παιδιά, μπορεί να μετριάζεται ο σωματικός κόπος, οι έγνοιες  όμως   περισσεύουν. Έγνοιες για τις σπουδές, για την επαγγελματική τους αποκατάσταση, τις οικογένειες που τα ίδια θα δημιουργήσουν. Σε τι κοινωνία θα ζήσουν… Σε τι εποχή,  με τόσες δυσκολίες…Και καθώς είναι πολλά τα παιδιά, πολλές και οι μέριμνες.
Κάπως έτσι κυλά η καθημερινότητα. Με γρήγορη ταχύτητα και μεγάλη ένταση. Και είναι σπάνιες οι ευκαιρίες που έχει για να ξαποστάσει λίγο. Πρέπει  όμως να βγει νικήτρια. Κανείς δεν την δικαιολογεί, και πρώτα απ’ όλους ο εαυτός της ,να μην είναι συνεπής στο έργο της.
 Πώς θα μπορέσει λοιπόν να φέρει εις πέρας την αποστολή της; Από που αντλεί δύναμη και θάρρος ώστε να μην γονατίσει, αλλά όρθια να παλεύει και να νικά, χωρίς να της λείπει το χαμόγελο; Να δίνει τον αγώνα της με χαρά και προθυμία;
Όπως κάθε πιστός, έτσι και η μητέρα τη δύναμη του Χριστού και της Παναγίας μας ταπεινά ζητά και λαμβάνει. Σε κάθε δυσκολία, στους κινδύνους των παιδιών, στις αρρώστιες, στα παραστρατήματα, εκεί στρέφει το βλέμμα της. ’Γιατί ο Θεός, που φροντίζει για τα πετεινά του ουρανού, πολύ περισσότερο θα φροντίσει για τα δικά της παιδιά.’ Γράφει ο Γέροντας Παϊσιος στους Λόγους του. ¨Ο Θεός, συνεχίζει ο Γέροντας, αγαπά και φροντίζει ιδιαίτερα τους πολύτεκνους. Στις αρχές μπορεί να αντιμετωπίσουν δυσκολίες, αλλά ο Θεός δεν θα τους αφήσει’.
  Και επειδή η εποχή μας δεν ευνοεί την οικογενειακή ζωή, πόσο μάλλον την πολυτεκνία, η μητέρα καλείται πολλές φορές να αντιμετωπίσει, εκτός από τις πρακτικές δυσκολίες, και την αποδοκιμασία του κοινωνικού περίγυρου. Ακόμα και την αναλγησία της πολιτείας. Γιατί η πολυτεκνία θεωρείται από πολλούς «μωρία»…
  Όταν όμως η μητέρα συνειδητοποιήσει την τιμή που της έγινε να φέρει αυτές τις εικόνες του Θεού στον κόσμο, όταν ξέρει ότι ο Θεός την βλέπει από ψηλά και ευλογεί τους κόπους της και ότι οι θυσίες της δεν πάνε χαμένες, τότε αναπαύεται ψυχικά και γαληνεμένη συνεχίζει τον αγώνα της.
Μέγιστη είναι και η συμβολή του πατέρα στη λειτουργία της οικογένειας, πόσο μάλλον της πολυμελούς. Ενώ δεν είναι δυνατόν να βοηθά πάντα τη μητέρα σε πρακτικά ζητήματα, ωστόσο η συμπαράστασή του και η στήριξή του προς τη μητέρα είναι ανεκτίμητες. Ο άνδρας εκπροσωπεί κυρίως τη λογική και μπορεί να ενισχύει τη μητέρα σε στιγμές που είναι συναισθηματικά ταραγμένη και να την ηρεμεί.
Κατά το Γ. Παϊσιο, «αυτό που ενώνει περισσότερο το ζευγάρι είναι η ευγνωμοσύνη. Ο ένας αγαπά τον άλλο για αυτό που του χαρίζει. Η γυναίκα δίνει στον άνδρα την εμπιστοσύνη, την αφοσίωση την υπακοή. Ο άνδρας δίνει στη γυναίκα την σιγουριά ότι μπορεί να την προστατέψει. Η γυναίκα είναι η αρχόντισσα του σπιτιού, αλλά και η μεγάλη υπηρέτρια. Ο άνδρας είναι ο κυβερνήτης του σπιτιού, αλλά και ο μεγάλος χαμάλης.»
   Στο σημείο αυτό ας αναφερθούμε σε μια νέα τάση στο χώρο της παιδοψυχολογίας .Αντί να προσπαθείτε να κάνετε ευτυχισμένα τα παιδιά σας ,λένε οι εκπρόσωποι της , προσπαθήστε να κάνετε ευτυχισμένη τη σχέση σας με το –την σύζυγό σας .Αυτομάτως τα παιδιά θα αισθανθούν ευτυχισμένα. Στις πολυμελείς οικογένειες ίσως να φαίνεται δύσκολο να βρεθεί χρόνος για τους γονείς. Είναι όμως τόσο αναγκαίος! Και όταν η σχέση των συζύγων είναι χαρούμενη και ειρηνική, τα παιδιά αντλούν απ’ αυτήν τόση χαρά και ασφάλεια, που περιορίζονται οι παράξενες συμπεριφορές και οι παράλογες απαιτήσεις. Κοντά στους αγαπημένους γονείς μεγαλώνουν ήρεμα και αγαπημένα αδέλφια ,χωρίς πολλές φιλονικίες και έριδες, που προβληματίζουν επιπλέον τη μητέρα.
Εδώ πρέπει να τονιστεί και η ανεκτίμητη βοήθεια που μπορεί να προσφέρει και η γιαγιά. Σύμφωνα με το Γέροντα ¨Η γιαγιά στην οικογένεια είναι μεγάλη ευλογία. Η μάνα δεν προλαβαίνει με τις δουλειές ν δώσει στα παιδιά την απαραίτητη στοργή και αγάπη. Τη δίνει λοιπόν η γιαγιά. Με τη φροντίδα της γιαγιάς και η μάνα κάνει τις δουλειές της, και η γιαγιά αναπαύεται με την αγάπη των εγγονών.»
   Όπως είναι λογικό, τα πολλά παιδιά χρειάζονται και πολλή ενέργεια. Η βοήθεια λοιπόν της γιαγιάς ή κάποιου άλλου φιλικού ή συγγενικού προσώπου, είναι πολύ σημαντική για τη μητέρα .Μεγάλη η βοήθεια που μπορεί να προσφέρει και ο παππούς, ιδιαίτερα σε πρακτικά ζητήματα. Και κάθε βοήθεια αξίζει πραγματικά τον κόπο.
Σε κάθε περίπτωση όμως, «με την απλότητα θα κάνει πολλή προκοπή η μάνα. Καλύτερα να ασχολείται με την ανατροφή των παιδιών, παρά να καταπιάνεται σχολαστικά με το νοικοκυριό, με τα άψυχα πράγματα, Αν χάνει το χρόνο της κοιτάζοντας πώς να παρουσιάσει τακτοποιημένο το σπίτι της στους ξένους, τότε τι να πει κανείς?», καταλήγει ο Γέροντας.
  Οι δουλειές τελειωμό δεν έχουν, ενώ τα παιδάκια έχουν ανάγκη από το χρόνο και το ενδιαφέρον της μητέρας.  Απλοποιώντας το νοικοκυριό και οργανώνοντας καλά τις καθημερινές δουλειές, θα έχει την ευχέρεια να σταθεί κοντά στα παιδιά της. Γιατί εκείνα έχουν ανάγκη τη στοργή και την αγάπη της πολύ περισσότερο απ΄ ότι ένα άψογο σπίτι ή άψογα ρούχα…
Καθώς μεγαλώνουν τα παιδιά, αναλαμβάνουν και αυτά υπεύθυνους ρόλους μέσα στο σπίτι. Χωρίς να τα φορτώνει υπερβολικά, αλλά καλλιεργώντας  την αγάπη και το φιλότιμό τους, η μητέρα μπορεί να έχει δίπλα της πολλούς βοηθούς. Το μεγαλύτερο θα προσέξει λίγο το μωρό, θα βοηθήσει το μικρότερο στα μαθήματα. Όλα μπορούν να κάνουν κάποιες δουλίτσες.
«Σε μια μεγάλη οικογένεια ,δίνονται πολλές ευκαιρίες στα παιδιά να αναπτυχθούν φυσιολογικά εφ΄ όσον οι γονείς τους δίνουν σωστή αγωγή .» λέει πάλι ο Γέροντας” Το ένα παιδί βοηθά το άλλο. Υπάρχει αυτό το δόσιμο και ζουν μέσα σε αυτό το κλίμα θυσίας και αγάπης. Ο μικρός τον μεγάλο και τον αγαπά και τον σέβεται. Αυτό φυσιολογικά καλλιεργείται σε μια πολύτεκνη οικογένεια.»
   Στην εποχή μας πάντως που η λιτότητα μπήκε αναγκαστικά σε όλα τα σπίτια, νομίζω ότι να μεγαλώνουν τα παιδιά μας με απλότητα και ολιγάρκεια είναι ένα πραγματικό εφόδιο. Και στις πολυμελείς οικογένειες, όπου εκ των πραγμάτων τα παιδιά μεγαλώνουν με λιγότερα υλικά αγαθά, δεν σημαίνει ότι τα  παιδιά δεν μπορούν να μάθουν να κουβαλούν τη χαρά μέσα τους. Γιατί η ψυχή δεν γεμίζει με την ύλη…Αντίθετα, φροντίζοντας για την πνευματική τους καλλιέργεια, την ενασχόλησή τους με τον πολιτισμό, τις τέχνες ,τη μουσική, τον αθλητισμό και με ό,τι άλλο δείχνουν να έχουν κλίση, μπορούμε να τους δείξουμε μια άλλη προοπτική της ζωής, πέρα από το χρήμα και την άνεση.
Και παράλληλα με την πνευματική και ψυχική καλλιέργεια των παιδιών, η μητέρα φροντίζει και για την καλλιέργεια της προσωπικότητάς της. Οργανώνοντας τις δουλειές της και απλοποιώντας τη ζωή της, μπορεί να βρει το χρόνο να διαβάσει, να παρακολουθήσει μια ομιλία, να ασχοληθεί με κάτι που την ευχαριστεί και την ξεκουράζει ψυχικά. Ακόμα να προσφέρει από το περίσσευμα της αγάπης της και  πέρα από τα όρια της οικογένειάς της. Όλα αυτά βοηθούν την ίδια, βοηθούν και τα παιδιά της, που εμπνέονται από το παράδειγμά της.
Γιατί το παράδειγμα είναι εκείνο που μιλάει στην ψυχή των παιδιών πολύ περισσότερο από τα λόγιαόπως λέει ο Γέροντας Παϊσιος. Και στην περίπτωση της μητέρας με τα πολλά παιδιά η ηρεμία, η πραότητα, η ψυχραιμία που αντιμετωπίζει τις πολλές δυσκολίες που προβάλλουν μπροστά της, είναι ένα μάθημα ζωής για τα παιδιά της και το περιβάλλον της. Ένα εφόδιο για να παλέψουν τα ίδια κόντρα στις δύσκολες συνθήκες, Όταν θα βγουν και αυτά στον αγώνα της ζωής και θα δημιουργήσουν και αυτά τις δικές τους οικογένειες.
*****
Είναι δύσκολη η εποχή που ζούμε. Και καθώς η καθημερινότητα, η επιβίωση, γίνονται δυσβάστακτες, διστάζουμε μπροστά στη σκέψη να φέρουμε και άλλους ανθρώπους σε αυτό το σκληρό κόσμο. Ας δούμε όμως τι απάντησε ο Γέροντας σε κάποιον που του έκανε την αντίστοιχη ερώτηση.
  -Γέροντα, σήμερα πολλοί νέοι άνθρωποι δεν θέλουν να κάνουν παιδιά, γιατί σκέφτονται σε τι κόσμο θα φέρουν το παιδί τους. Μόλυνση, ζωή γεμάτη άγχος, άγρια κοινωνία, πόλεμοι…
   -Όχι παιδί μου, δεν είναι έτσι. Οι Χριστιανοί στον καιρό των διωγμών δεν παντρευόντουσαν? Δεν κάναν παιδιά? Και παντρευόντουσαν, και παιδιά κάναν. Είχαν την ελπίδα τους στηριγμένη στο Θεό, όχι στους ανθρώπους. Είναι ολιγοπιστία αυτός ο λογισμός. Ο Θεός σε μια στιγμή μπορεί να τα διορθώσει όλα. Να σβήσει όλα τα στραβά. Κάνουν οι άνθρωποι σχέδια…έχει και ο Θεός τα δικά του…»
Πολύ ελπιδοφόρα τα λόγια του Γέροντα! Και ας αναλογιστούμε πώς μεγαλούργησαν οι πρόγονοί μας. Ο Θ. Κολοκοτρώνης γράφει ότι οι Έλληνες νίκησαν γιατί «οι καλύβες ήταν γεμάτες με παιδιά». Και ο Μακρυγιάννης «Όλα τα θεριά του κόσμου πολεμούν να μας φαν, αλλά δεν μπορούν. Τρώνε από μας, αλλά μένει και μαγιά.» Αυτά ως ένα αφιέρωμα στους πατέρες, για να μην τους αδικήσουμε. Αν και όσα ειπώθηκαν για τη μητέρα, χωρίς τη στήριξη ενός άξιου πατέρα είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθούν…
Kαι ας τελειώσουμε το μικρό αυτό λόγο, που ήταν βασισμένος στις διδαχές του αγίου Γέροντα – με κάτι πολύ σημαντικό για όλες τις μητέρες- με τη σημασία που πρέπει να δοθεί στο ξεκίνημα της ζωής των παιδιών. Σύμφωνα με το Γέροντα, η αγωγή ξεκινά από τη σύλληψη του εμβρύου! Και συνεχίζεται κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής, όπου ανεκτίμητος είναι ο μητρικός θηλασμός .
Όσα είπαν οι φωτισμένοι αυτοί άνθρωποι, (δείτε τα κείμενα των αγίων Γερόντων Παϊσίου και Πορφυρίου) είναι ό,τι ακριβώς πρεσβεύει και η σύγχρονη επιστήμη. Η εμβρυική ζωή, η  βρεφική και η πρώτη παιδική ηλικία είναι καθοριστικές για την ανάπτυξη της προσωπικότητας, για δημιουργία ανθρώπων με υγεία ψυχική και σωματική. Ο μητρικός θηλασμός συστήνεται  από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να διαρκεί τουλάχιστον δύο χρόνια. Αξίζει σίγουρα να δώσουμε βάση σε αυτά τα τόσο καθοριστικά χρόνια, γιατί η αρχή είναι το   ήμισυ του παντός.
Οι λόγοι του Γέροντα που ακούστηκαν προέρχονται από το βιβλίο «Λόγοι Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, τόμος Δ, Οικογενειακή Ζωή». Είναι ένα βιβλίο που αξίζει να υπάρχει σε όλα τα  σπίτια. Και από το επίσης αξιόλογο βιβλίο του  κ. Αθ. Ρακοβαλή «ο π. Παϊσιος μου είπε…».
Εύχομαι σε όλες τις μητέρες καλή δύναμη στον αγώνα μας και να χαιρόμαστε ό,τι πολυτιμότερο έχουμε- τις οικογένειές μας!
  Η Παναγία μας, η Μητέρα όλου του κόσμου, να μας ενισχύει και να μας καθοδηγεί όλους στον καθημερινό αγώνα της ζωής.
***Βασισμένο σε ομιλία που εκφωνήθηκε στη γιορτή της Μητέρας, την ημέρα της Υπαπαντής